Η εξωτερική πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου. Συνέχειες και ασυνέχειες μετά το 1936 /

: Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Φορέας:Ίδρυμα Ελευθέριου Βενιζέλου
Μορφή:Video
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Datascouting Lists 2018
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=57nS3SS2IL8&list=PLHTRW8q23EuKvTiW6HLecoznT_umyIceV
id 07edd0d8-74a0-47d2-8b4e-43a4073bde27
title Η εξωτερική πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου. Συνέχειες και ασυνέχειες μετά το 1936 /
spellingShingle Η εξωτερική πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου. Συνέχειες και ασυνέχειες μετά το 1936 /
publisher Datascouting Lists
url https://www.youtube.com/watch?v=57nS3SS2IL8&list=PLHTRW8q23EuKvTiW6HLecoznT_umyIceV
publishDate 2018
language el
thumbnail http://oava-admin-api.datascouting.com/static/9f50/189a/e365/be65/feec/4cde/4a93/6e17/9f50189ae365be65feec4cde4a936e17.webp
format Video
organizationType_txt Ιδιωτικοί φορείς
durationNormalPlayTime_txt 4359
genre Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
genre_facet Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
institution Ίδρυμα Ελευθέριου Βενιζέλου
asr_txt Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί εκπρόσωποι φορέων στρατιωτικών αστυνομικών αρχών του τόπου μας, κύριοι αντιδήμαρχοι, αγαπητοί συνάδελφοι στην αυτοδιοίκηση, κυρίες και κύριοι. Ως δήμαρχος Χανίων σας καλωσορίζω κι εγώ από την πλευρά μου εδώ στον περίβολο του Ιερού Ναού Ζωγόδοχου Πηγής της Μουλνιάς με σκοπό να τιμήσουμε την επέπαιο γέννησης του ελευθερίου Βενιζέδου. Η εκδήλωση αυτή που διοργανώνουμε σε συνεργασία με την Περιφερική Ενότητα Χανίων και το Εθνικό Ίδρυμα Ελευθερίου Βενιζέλου αποτελεί μια ακόμα προσπάθεια απόδοσης της οφειλόμενης τιμής σε μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του σύγχρονου ελληνικού έθνους, τον ελευθέριο Βενιζέλο. Η εκδήλωση όμως αυτή στέκεται και στην εξωτερική πολιτική του ελευθερίου Βενιζέλου με αφορμή την έκδοση του Γενικού Διευθυντή του Εθνικού Ιδιαίματος Ελευθερίας Βενιζέλος κ. Νίκου Παπαδάκη. Κυρίες και κύριοι, είναι άδειο αφισβήτητο ότι το έργο του Εθνάρχημας είναι πολύ σημαντό με κύρια χαρακτηριστικά του τη διαγρονικότητα, τη δυναμική και την πολιτική απήχηση στο παρόν και το μέλλον της χώρας μας. Πολιτικός υψηλού διαμετρήματος, δικτωμάτις καθολικά αποδεκτός τους διεθνείς κύκλους, ο Βενιζέλος διέθεται την ψυχοσύνθεση του ανθρώπου που ήξερε να υγείται. Σε ό,τι αφορά το διεθνές πεδίο, η καταλυτική παρέμβαση του εθνάρχησης εξελίξης αποτυπώνεται στη σύνθεση της Ελλάδος με την Ευρώπη σε μια κρίσιμη περίοδο, την οποία πέτυχε χάρη στην αντίληψη που του επέτρεπε να ερμηνεύει σωστά το μέλλον του. Κυρίες και κύριοι, το πολύ σημαντικό αυτό συγγραφικό πόνυμα του Νίκου Παπαδάκη αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη στην πραγματικότητα βιογραφία του ελευθερίου Βενιζέλου, ενώ πρόκειται για το αποτέλεσμα συστηματικής έρευνας και μελέτης. Έτσι, λοιπόν, μας δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθήσουμε μια πλήρη αφήγηση των ιστορικών γεγονότων της εποχής, ενώ παράλληλα φωτίζονται και προσωπικές στιγμές του μεγάλου πολιτικού. Κατά τη γνώμη μου, βέβαια, επειδή ιδιαίτερη σήμερα μία θα γίνει για το θέμα της εξωτερικής πολιτικής, θεωρώ, η άποψη την οποία ειωθετώ και διωθετεί και ο Νίκος Παπαδάκης, είναι ότι ο Βενιζέλος πραγματικά μεγαλούργησε στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και πέρα από την αύξηση της πατρίδας μας, των γεγονογραφικών της ορίων, θεωρώ ότι και η μικρασιατική καταστροφή, εάν είχε εισακουστεί και αν ήταν διαφορετικές οι ισορροπείες τότε με το παλάτι, προφανώς δεν θα είχαμε φτάσει στη μικρασιατική τραγωδία. Αλλά αυτό είναι κάτι που ακόμα ερευνάται και βεβαίως υπάρχουν και αντικρουούμενες απόψεις. Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι χρέος μας είναι να προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του εθνάρχη μέσα από την πορεία ενός ανθρώπου που δεν λύγησε στις πιο μεγάλες δυσκολίες και δεν φοβήθηκε τις πιο μεγάλες προκλήσεις. Σας ευχαριστώ πολύ. Στο σημείο αυτό οι χαιρετίσμοι ολοκληρώθηκαν και θα παρακαλέσω γ. Σταθάκη, γ. Δέντια, γ. Διαφρυτή του Ιδρύματος, κ. Νίκο Παπαδάκη, να έρθουν στο πάνελ. Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας. Μετά τους προηγηθέντες χαιρετισμούς δεν θα τους επαναλάβω, θα πούμε κατευθείαν στο θέμα. Απλώς θέλω να καλωσορίσω τους δύο μιλητές, τον υπουργό τον κ. Σταθάκη, τον πρώην υπουργό τον κ. Δέντια, έναν κοινοβουλευτικό έπρος από της Νέας Δημοκρατίας, και να τους ευχαριστήσω που αποδέχτηκα την πρόσκλησή μας να είναι ο μιλητές στην αποξυπνή εκδήλωση, που όπως ακούσατε και από τους προηγούμενους μιλητές, είναι μια εκδήλωση που έχει καθιερωθεί από τις συστάσεις του Ιδρύματος και αναφέρεται με αφορμή την επέντεια της γέννησης της Δελευθερίας Βενζέλου το μήνα Αύγουστο, και πραγματοποιείται εδώ, στις Μουρινιές, σε αυτόν τον ιστορικό τόπο, στον οποίο, είδε ο Βενζέλος, έκανε τα πρώτα του βήματα. Το θέμα της απόψης της εκδήλωσης είναι η συνέχεια ή και η ασυνέχεια στην εξωτερική πολιτική του μεγάλου πολιτικού. Εάν οι κυβερνήσεις που διαδέχτηκαν το Βενζέλο μέχρι και σήμερα ακολούθησαν μια εξωτερική πολιτική βασισμένη στους κανόνες και στις αρχές που είχε καθιερώσει ο ίδιος, και οι οποίες δικαιώθηκαν φαίνοντας τη χώρα, όπως λέει ο Τσόρσιλ, σε μεθυστικά ύψη, με μια διεθνή αγνώριση και με μια διεθνή αποδοχή πρωτοφανή. Αν θα μου επιτρέψετε να πω ποιες ήταν οι βασικές αρχές και οι κανόνες εξωτερικής πολιτικής του Βενζέλου. Πρώτα απ' όλα, η περιφρόνιση του πολιτικού κόστος. Η απόρριψη της δημαγωγίας και του λαϊκισμού στις διαθυνείς σχέσεις της χώρας. Ακόμα επέβαλε για πρώτη φορά τις συμμαχίες. Κορυφαία αρχή του Βενζέλου ήταν ποτέ μόνη. Η χώρα είχε υποστεί αλλεπάλλες μοίτες στο διεθνή χώρο με κορυφαία αρχή αυτή βέβαια του ελληνοδοτικού πολέμου του 1797. Ο Μεζέλος δίδαξε στην εξωτερική πολιτική ότι χωρίς σεβασμό στις διεθνήσεις οροπίες, χωρίς συμμαχίες, εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Φυσικά όλα αυτά συμπλέκονται με μεγάλα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, τα οποία ανεφύγισαν με τους διαδόχους του Βενζέλου. Τα όπως το Κυπριακό, οι αφυσβητήσεις στο Αιγαίο από την Περιά, αφυσβητήσεις εννοώ τις συνθήκες της Λουζάννης, και άλλα μεγάλα θέματα. Μια ακόμα να θυμίσω με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, τον οποίο στην πραγματικότητα θεμελίωσε ο ίδιος με το όραμα της Πανευρώπης, άσχετα βέβαια αν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η επέλαση του χιτλερικού τέρατος, ανέστειλε όλες τις διαδικασίες που είχαν ξεκινήσει με τον Μπριαν, τον Γάδο Πρωθυπουργό, και βέβαιως της είχε ασπαστεί και της είχε προωθήσει αρκετά ο ίδιος ο Βενζέλος. Όμως, σε αυτό το σημείο θα σταματήσω για να ξεκινήσουν οι ομιλητές και παρακαλώ πρώτον τον Υποργό τον κ. Αστατάκη να πάει το λόγο. Ευχαριστήσω για την πρόσκληση να υπογραμμίσω το γεγονός ότι το ίδρυμα αποτελεί μια τεράστια συμβόλια για την ιστοριογραφία γύρω από τον Βενζέλο και δημιουργεί ένα πεδίο, ένα χώρο που προσελκύει διαδοχικές γενιές δερευνητών για να βελετήσουν το έργο του Βενζέλου και την εποχή του φυσικά. Να μνημονεύσω επίσης ότι εμπαθορμή της απόψινης εκδήλωση, είχα τη χαρά να διαβάσω το βιβλίο του Νίκου Παπαδάκη, εξαιρετική δουλειά. Σταθερός οδηγός πλέον σε όλους τους μελετητές του Βενζέλου. Απόψε θα προσπαθήσω να κάνω δύο πράγματα. Να τοποθετήσω το Βενζέλο στο ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο της εποχής και να εξηγήσω εμπολής πώς οι δύο περιοδημάτες της εξωτερικής πολιτικής του Βενζέλου διαμορφώθηκαν μέσα υπό το βάρος των ιδεών της εποχής και ταυτόχρονα σημαντικών πρωτοβουλιών που λήφθηκαν ενός πολύ διόρθμων συντικών. Να ξεκινήσουμε μια γενική διατύπωση. Η περίοδος από το 1910, οσιαστικά έως τα μέσα της δεκαετίας, το 30, είναι μια περίοδος που σηματοδοτείται από καταστροφές. Ένας παγκόσμιος πόλεμος και προετοιμασία ενός δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, η μεγαλύτερη οικονομική κρίση που έχει γνωρίσει ο κόσμος, 1929, οριοθέτηση των συγνώρων στα Βαλκάνια με διαδοχικούς βαλκανικούς πολέμους και τη μικρασιατική καταστροφή, εθνικός διγασμός με πρωτόγνωρα φαινόμενα, μεγάλη διάρκεια πολιτικής αστράφειας, περίοδος που διαλύονται οι αυτοκρατορίες της εποχής, όσες είχαν εναπομείνει, αυστρογουγκρική αυτοκρατορία, Οθωμανική αυτοκρατορία, ανατρέπει τη Ρώσικη, και σταδιακή παρακμή της μοναρχίας. Μέσα σε ένα με οτιδήποτε αλλαγές συνέβαινε αυτό για το πολιτικά συστήματα της εποχής. Μέσα σε ένα τέτοιο πλέγμα μεγάλων καταστροφών και πολέμων της πολιτικής αστάθειας και οικονομικής κρίσης, της τεράστιας εμβέλειας, θα ισχυριστώ στη συνέχεια ότι είναι εξίσως εντυπωσιακή η σταθεροποίηση των οικονομιών του Μασοπολέμου, ο τρόπος που διαμορφώθηκαν κοινωνικές συντεταγμένες, οι μεγάλοι μετασχηματισμοί που υπέστησαν οι κοινωνίες της εποχής, που είχαν μονυμότερη και σταθερότερη επίδραση και στις περιόδους μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Άρα στο επίκεντρο της ανάλυσης είναι ακριβώς αυτά τα θέματα πως εν μέσω όλων αυτών των μεγάλων και διαδοχικών κρίσεων, διεθνών, διαμορφώθηκαν τόσο βαθύ μετασχηματισμοί που είχαν τόση μεγάλη πιάρκεια και εντύπτυπο και μάλιστα δημιούργησαν, σταθεροποίησαν σε μεγάλο βαθμό της κοινωνίας του Μασοπολέμου. Να υπεθυμίσω λέγοντας ότι ο τρόπος που διαμορφώθηκαν τα εθνικά κράτη και στα Βαλκάνια, έγινε υπό το βάρος των ιδεών της εποχής, δυο οποίες ιδέες της εποχής έφεγαν τρία απλά πράγματα. Πρώτα, ότι το μέλλον το έχουν μόνο τα μεγάλα κράτη, όχι τα μικρά και αδύναμα κράτη. Δεύτερο, τα μεγάλα κράτη έχουν μόνο τη δυνατότητα να ενταχθούν στη διαδικασία της εκτιομηχάνισης, διότι μπορούν να διαμορφώσουν μεγάλες εθνικές αγορές. Και τρίτο, η οικονομική ανάπτυξη θα έρθει μέσα από ένα συνδυασμό του δυναίματος αγοράς που ήταν η παράδοση του 19ου αιώνα, με ένα νέο υποκείμενο που ήταν το κράτος. Σ' όλες της ευρωπαϊκής κοινωνίας και στην Ελληνική θα το δούμε στη συνέχεια, το νέο υποκείμενο που αναδεικνύεται στο Ματσοπόλημα είναι το κράτος. Οι ιδέες αυτές είχαν τεράστια σημασία, διότι τα Βαλκάνια που ακόμα δεν είχαν οριοθετή στα σύνορά τους και στα οποία έγιναν διαδοχοί πόλεμοι προκειμένου να διαμορφωθούν, έγιναν υποτοβάρους σε αυτών των ιδεών και είχαν καθοριστική σημασία για την εξέλιξη των εθνικισμών της εποχής. Καρακτηριστικό παράδειγμα η Γιουγκοσλαβία στις παραγωνές των Βαλκανικών Πολέμων υπάρχει ο ρόλος της Σερβίας που παίζει ένα ειδικό βάρος, αλλά ταυτόχρονα προετοιμάζεται η κεντρική ιδέα, που είπε εκείνα τα χρόνια, ότι θα υπάρξει ένα ενιαίο βασίλειο Κροατίας-Σερβίας και Σουδοβενίας με τέπη τα Ιουρανταβίας του 1929, το οποίο έβαλε στην άκρη τον εθνικισμό τους κάθε μεμονωμένους πρότυπους Σερβικούς-Σουδοβενικού ακριβώς επειδή κυριαρχούσε η ιδέα ότι μόνο η μεγάλη οικονομία θα μπορέσει και το μεγάλο κράτος να μπορέσει να έχει μέλλον σε αυτόν τον κόσμο. Ένα μεγάλο μέρος της ερμηνείας των βουλγαρικών διεκδικίσεων και της ισοίδειας της μεγάλης βουλγαρίας εκπορευόταν από τις ίδιες ακριβώς αντιλήψεις. Και φυσικά η Ελλάδα η οποία διεκδικούσε μία ανάπτυξη των συνόρων της ακριβώς στα όρια των κληθισμών που ήταν ελληνόφωνοι και τα λοιπά. Ακριβώς μέσα σε ένα πνεύμα της εποχής ότι η στιγμή έπρεπε να είναι αυτή η οποία θα έδινε την πνευματική πόσταση και θα έδινε μία διαμόρφωση μιας σχετικά μεγάλης και βιώσιμης συνθήκης. Με το ίδιο πνεύμα νομίζω συνδυαμορφώθηκε με αυτόν τον σύστημα ιδεώς συνδυαμορφώθηκε και τον τύπο εθνικισμός του ΚΕΜΑΛ στρεφόμενος κατά των Οθωμανών και της παρακμής τους. Προφανώς αυτό συγκροτούσε τον τρόπο με τον οποίον οι πολιτικές, ηγεσίες της εποχής ή οι κοινωνίες άρχισαν να βλέπουν το μέλλον και τον τρόπο με τον οποίον θα διαμορφωνόντουσα ο νέος χάρτης συνόρων στα Βαλκάνια. Εν τούτοις ο χάρτης στον συνόρο φτιάχτηκε με τη μόνη δόκιμη μέθοδο τον πόλεμο και τη διβλωμαντία. Η Ελλάδα και η συμπολή του Περιζέλη ήταν καθοριστικοί στο ότι μετά τη Μεγάλη Ίτα η Ελλάδα βρέθηκε 15 χρόνια μετά να βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου στρατιωτικά προετοιμάστηκε πολύ ισχυρή και εκδίκησε στρατιωτικά με πολύ σημαντικές νίκες και το δεύτερο και πιο σημαντικό η διβλωμαντία. Γιατί την περίοδο αυτή ουσιαστικά η χάραξη των συνόρων όπως ηγινόταν και στο 19ο αιώνα εγκωλής συναποφασιζόταν περίφυγαν από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Άρα η διβλωμαντία αποτέλεσε μαζί με τον πόλεμο τη βασική στρατιωτική με την οποία η Ελλάδα στην πρώτη φάση, ειδικά τη περίοδο 11-15 αλλά και μετά στην περίοδο του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και στον τρόπο που τοποθετήθηκε η Ελλάδα σε σχέση με τη Συμμαχία διαμόρφωσης συντήκες για την υπάρξη ευνοϊκής ρύθμισης για την Ελλάδα αναφορικά με τη χάραξη των συνόρων. Άρα η δικρασιατική καταστροφή οριοθετήκε το τέλος αυτής της περίοδου. Δεν είναι η στιγμή να αναλυθεί αυτό το θέμα. Ήταν πάρα πολύ σύνθετο φαινόμενο. Όπως ξέρουμε τα θέματα της εποχής για το Μενιζέλο ήταν ταυτόχρονα οι ελληνικές διεκδικήσεις στην Αεροδολική Μακεδονία και Θράκη την Ήπειρο, τα νησιά, τη Γόρια Ήπειρο και τον ελληνισμό της Μακράς Ασίας. Σε διαδοχικές διπλωματικές επιτυχίες κατευθυνόμουν πολύ μεγάλης εμβέλειας και με δηλήματα που τέθηκαν πολύ αυστηρά σε κάθε μία από αυτές τις διαδοχικές διπλωματικές περιόδους. Νομίζω ότι ο Μενιζέλος έδειξε μια εξαιρετική ικανότητα συνδυβασμών που διασφάλιζαν το μεγαλύτερο όμφελος για τη χώρα και την Ελλάδα και καθόλου τυχαία αυτή η διπλωματική δεινότητα και ο τρόπος με τον οποίο την χειρίστηκε έχει καταγραφείως εξαιρετική ικανότητα αυτής της περιόδου. Μάλιστα αυτή η δεινότητα επιβεβαιώθηκε ακόμα πιο πολύ όταν ήταν εκτός εξουσίας αλλά έπρεπε να χειριστεί τη συνταγή της Λοζάνης, η οποία όντας σε ισαγωγικά χώρα που δεν πήγαινε ως νικητής αντέσθερε στο κλίμα και πέτυχε εξαιρετικά αποτελέσματα. Αυτή είναι η πρώτη περίοδος της ας το πούμε έντονης εξωτερικής πολιτικής η οποία χειρίζεται το μίζον θέμα των συνόρων χρησιμοποιώντας και τις δύο, δεν υπάρχουν και άλλες, στρατηγίες του πολέμου, τους προσπάθειες δηλαδή να δημιουργηθούν στρατιωτικές συνθήκες νικηφόρας για την ελληνική πλευρά και μιας ισχυρής διπλωματίας ικανή να προστατέψει τα όποια πλεονεκτήματα έχουν δημιουργηθεί και ταυτόχρονα επαναλαμβάνω, αυτό η Λοζάνη αποτελεί κομπικό σημείο, όταν υπάρχουν αρνητικές προϋποθέσεις να μπορεί να αντιστρέψει διπλωματικά και να τις μετατρέψει σε θετικές. Αυτή είναι η περίοδος της ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής, στοχευμένης όμως και παραγγελματοποιούμενη σε ένας πολύ συγκεκριμένης ιστορικός συνθήκος. Στον αντίποδο αυτής, την δεύτερη περίοδο της Πενιζέλικής κυβέρνησης, το 2832, η εξωτερική πολιτική του Πενιζέλου είναι πάρα πολύ προσεκτική, είναι μετριοπαθής, κρατά ίσες αποστάσεις από τις τρεις εν απομήνασες μεγάλες δυνάμεις εποχής. Είχε φύγει η Αυστρο-Ογκαρία, είχε φύγει η Ρωσία, είχαν μείνει η Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία. Άρα η πολιτική του Πενιζέλου τη δεύτερη περίοδο, το 2832, είναι μία πάρα πολύ προσεγμένη πολιτική. Διατήρες κάποιων ισορροπιών ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις, αποφυγεί να ταυτιστεί με μία από τις δυνάμεις αυτές, προκειμένου να διαμορφώσει ένα καλύτερο εξωτερικό πλαίσιο σε σχέση με το δεύτερο θέμα, το οποίο αποτελεί και τη μεγάλη συμβολή του Πενιζελισμού στην Ελλάδα, που θα σταθώ μέσα μετά. Είπαν, δημίζω ότι στη δεύτερη αυτήν την περίοδο της ευστηρικής πολιτικής, ο Πενιζέλος όχι μόνο κρατάει ίσως αποστάσεις από τις τρεις μεγάλες δυνάμεις εποχής, αλλά ταυτόχρονα αναπτύσσει διαδοχικά σύμφωνα φιλίας με όλες οι ιδανικές χώρες. Ο μεγαλύτερο πολιτικό κόστος το πληρώνει στη Συμφωνία του Πολιτουρκία. Οι πρόσφυγες, που είναι φανατικά μενιζελικοί, μπαίνουν σαν τύπη πολύ άνετα με το σύμφωνο του 1930. Άρα αποκαδεστά μια εξαιρετική σχέση με την Τουρκία, έχοντας επηλεί στο θέμα των συνόρων και παίρνοντας υπόψη όλων των σχετισμών της εποχής, αρχίζει να καταδεικνύει την αμοιβεότητα των συμφερώντων που μπορεί να υπάρξουν σε σχέση με την γεωβολιτική κατάσταση, την ευρύτερη, όπως διαμορφώνεται, η οποία έπρεπε να καταδεικνύει την αμοιβεότητα των συμφερώντων των συμφερώντων. Αυτό είναι το σύμφωνο που βρίσκεται σε σχέση με την ευρύτερη κατάσταση των συμφερώντων. Η Ουγουσλαβία πλέον, όσο αφορά τη Θεσσαλονίκη, το λιμάνι και μια σειρά από άλλα, λέει, η κεντρική ιδέα καταδειγμών του 2832 είναι μια εξωτερική πολιτική ίσων αποστάσεων, φιλικών σχέσεων με τους γείτονες, αποτροπή οποιασδήποτε έντασης στην ευρύτερη περιοχή και στροφή σε αυτό που αποτελούσε το μεγάλο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, και θα σταθώ λίγο σε αυτό στην εσωτερική πλευρά της πολιτικής του Βενιζάελου. Να υπενθυμίσω ότι το μεταρρυθμιστικό πνεύμα του Βενιζαελού και της οικονομίας του Ισοπολέου μου είχε αρχίσει από το 1115, γιατί έφτιαξε έναν καινούριο σύνταγμα το 1911, αντιμετώπισε αρκετά από τα θέματα που είχαν ιστορευτεί, τον δημόσιο Παλιλία, την ανεξαρτησία της δικαστικής αρχής, την καθολικότητα στη θητεία της στρατιωτικής, εισήγαγε τη δωρεάν εκπαίδευση στην πρώτη και δεύτερη παθμίδα και ταυτόχρονα έκανε μια σειρά σημαντικές μεταρρυθμίσεις το 1115, που ενσωμάτωναν αυτή την ανερχόμενη οικονομία, την ελληνική, εισήγαγε το θεσμό των επιμελητηρίων, τα σωματεία, τα εργατικά για πρώτη φορά, τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, μεταρρύθμισε πλήρως το καταστώς των δήμων και των υπουργικών κοινωντήτων, ίδρυσε τα υπουργεία γεωργίας, εμπορίου και διομηχανίας που δεν υπήρχαν πριν και το επίμαχο και μεγάλο θέμα της εποχής, δεν αντιμετωπιστεί και το 1115 παρά μόνο μερικός, που ήταν η αγροτική μεταρρύθμιση. Επιτρέψαμε να σταθώ λίγο σε αυτό, διότι η ανάπτυξη στο Μέσο Πόλεμο, σε όλες τις χώρες, είχε αναγκαστικά μια στροφή προς τη βιομηχανία, τις περισσότερες χώρες, η οποία όμως, στροφή προς τη βιομηχανία, προϋπέθεται την αγροτική μεταρρύθμιση. Την ολοκλήρωση, δηλαδή, των αγροτικών μεταρρυθμίσεων, διότι χωρίς την αγροτική μεταρρύθμιση δεν μπορούσε να υπάρξει η διαπελευθέρωση εκείνων των δομών του εμπορίου που θα έδιναν τη δυνατότητα ανάπτυξης της βιομηχανίας την περίοδο αυτή. Συνεπώς η ολοκλήρωση αγροτικής μεταρρύθμισης ήταν μεγάλη τομή του Μέσο Πολέμου. Διπέθυμίζω ότι μετά του Μέσο Πόλεμου περίπου οι σχέσεις στη Γεωργία έχουν μείνει οι ίδιες, ταυτόχρον όμως η αγροτική μεταρρύθμιση έβγαλε όλο το σύστημα της Γεωργίας, αυτό το παραδοσιακό σύστημα χρηματοδότης, εξωτραπεζικού δανεισμού και όλα αυτά τα δίχτυα που υπήρχαν γύρω από το αγροτικό σύστημα και εισήγαγε αναγκαστικά ένα μεγάλο ειδικό βάρος στο κράτος. Διπέθυμίζω ότι ιδρύθηκε η αγροτική τράπεζα, το οποίο μετατράπηκε στον κάθε εξοχήμιμο χρηματοδότης και κινητοποιήσεις στον πόρο της αγροτικής οικονομίας, ότι φτιάχτηκαν οι αγροτικοί συμμετερισμοί, ότι υπήρξαν πολύ μεγάλα έργα υποδομής προκειμένου να αναδειχθεί παραγωγικότητα συνεργασίας και ταυτόχρονα η μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, όλα τα πέταιχνα σχολιά που βλέπετε στα χωριά, έγινε μέσα σε τέσσερα χρόνια, ακριβώς επειδή η εκπαίδευση των αγροτών ήταν πολύ ζωνταρά σε περίπτωση προκειμένου υπαρξάθησης παραγωγικότητας μαζί με την ίδρυση του Γεωπονικού Σχολού, του Τεχνικού Σχολού και άλλων αγροτικών χώρων και του καταξής. Βέβαια, η αγροτική μεταρρύθμιση συνοδεύεται από μια μεγάλη τομή στην εμφάνιση του κράτους στο χρηματοδρομικό σύστημα και στην εκπαίδευση και αλλαγή και τον τρόπο καλλιεργιών και ότι επί κέντρο της ιδέας να υπάρξει μια μεγάλη αλλαγή στην παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα. Αντίθετα με τη γεωργία, η βιομηχανία αναφύγεται και στο Μόσουπολ. Λοιπόν, μάλλον γανοποιητικά, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση και παρά τη δυστακτικότητα των τραπεζών, η Εθνική Τράπεζα και οι άλλες τράπεζες της εποχής παρέμειναν δυστακτικές απέναντι στη βιομηχανία, ήταν πιο φιλικές στο εμπόριο, αυτό ξακολούθησε να ισχύει για πάρα πολλά χρόνια. Εν τούτης, η βιομηχανική ανάπτυξη του Μόσουπολέμου είναι αξιοπρόσεκτη, έγινε χωρίς το κράτος, χωρίς τις τράπεζες, βρίχθηκε σε εξοτραπεζικό δανεισμό και δεν συναρτήθηκε από κάποιας μορφή βιομηχανική πολιτική άξιας λόγου. Εν τούτης, η νομοθεσία εξοκρονίστηκε, όλη η οικονομική νομοθεσία που έχουμε είναι εκείνης της χρυσής τετραετίας, όπως λέμε, οι νόμοι υπεριανωνίμων εταιριών και δεκάδες άλλοι νόμοι υπάρχουν όλοι στην κρατία του 20 και του 30 και αυτή όλη η κινητικότητα κατέληκε σε δύο ακόμα ομοσβίζανα προβλήματα της εποχής που θέλω να το υπογραμμίσω ακριβώς επειδή προανήγηλαν και τα προβλήματα που ακολουθούσαν μετά. Για να στηριχθεί όλη αυτή η μεγαλύτερη μεταρρυθμιστική προσπάθεια στην οικονομία, τα έργα υποδομής, οι δρόμοι, τα λιμάνια, ο World Organization δημιέρα πυραιότητα. Επίσης υδρύθηκε τότε, οι μεγάλες υποδομές, τα τεράστια εργατικά έργα. Τα έργα υπενθυμίζω ότι μόνο στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία με τα έργα που έγιναν εκείνη την εποχή προσθέθηκαν τρία εκατομμύρια στρέματα στην καλλιεργηση βηγή. Μια τεράστια αγροτική γη, η οποία αποδόθηκε πλέον στους αγρότες με τα αποξεραντικά και άλλα έργα της εποχής. Συνεπώς έχουμε μία τεράστια επένδυση στις υποδομές και στην προκειμένου να γίνουν αυτή με τα σημαντισμοί. Τα όρια όμως της χρηματοδότησης αυτών ήταν δεδομένα. Η φορολογικό σύστημα της εποχής παρέμεινε, ανέφτυξε τη φορολογία, αλλά παρέμεινε δέσμια της φορολόγησης της κατανάλωσης. Δεν έχουμε φόρος ο Δήματος, οι κύριοι φόροι είναι φόρος της κατανάλωσης και όταν εξαντλήθηκαν αυτοί, ήταν η φορολογία πάνω στους δασμούς, βιομηχανία, τοπική φόροι και δεκάλλες άλλες φόροι, οι οποίοι ήταν απολύτατα στιγμάτων της κατανάλωσης. Σήμερα αυτό πρακτικά, ότι για να γίνουν όλα αυτά έπρεπε να αποφτήσει η τάνεια. Για όσους είναι λίγο γνώστες της περιόδου, για να πάρουν δάνεια πρέπει να πάμε στη κοινωνία των εθνών. Η κοινωνία των εθνών τους είπε, για να σας δώσω δάνεια πρέπει να αποκτήσετε κεντρική τράπεζα. Έτσι ειδόθηκε η τράπεζα της Ελλάδος. Αν πινιδρήσατε τη τράπεζα της Ελλάδος πρέπει να εφαρμόσουμε συγκεκριμένη ομισματική πολιτική. Άρα έτσι προσδέθηκε η Ελλάδα στη Στερλίνα και στον κανόνα του χρυσού, που η Βρετανία της εποχής κακώς, κατά τη γνώμη των οικονομολόγων, επανέφερε το 1927. Και συνεπώς η κρίση του 1929 βρήκε το διεθνές σύστημα και την Ελλάδα με υψηλόδανισμό και εντός του κανόνα του χρυσού. Η μεγάλη συζήτηση είναι γιατί άρχισε ο Μπενιτζέλος ένα χρόνο να σπάσει το μπενόνα του χρυσού. Έγινε γραφτεί και ένα υπέροχο βιβλίο γι' αυτό το θέμα και οδηγήθηκε στη φιλοκόπια. Παρ' όλα αυτά παρά την κατάρευση του διεθνού συστήματος θα ήθελα να επενθυμίσω ότι η διεθνική οικονομία συνεχώς αναπτύσσεται μέχρι το 1939 με ικανοποιητικούς ρυθμούς καθώς η εσωτερική αγορά που άρχισε να διαμορφώνεται πλέον με πολύ πιο ορατούς και λειτουργικούς τρόπους διαμορφωσε με αυτή τη δυναμική και αυτούς τους θεσμούς και αυτές τις αλλαγές που είχαν γίνει η διάλεση του διεθνού σεμπορίου δεν απέτρεψε τη συνέχεια της ανάπτυξης και στη δεκαετία του 30. Μάλιστα επειδή τίποτα τους θεσμούς τους βενιζελικούς δεν άλλαξε στη συνέχεια ούτε από το μεταξά ούτε από τις ενδιάμεσες κυβερνήσεις γι' αυτό και οι περισσότεροι αναλυτές μιλάνε για τη δεκαετία του 30 ως βενιζελική κληρονομιά τους θεσμούς δηλαδή και στην κοινωνική ασφάλιση και συλλογικές διαπραγματεύσεις που έγιναν μετά το τέλος του 32 και αποτολούσαν προέκταση μιας βαριάς βενιζελικής κληρονομιάς η οποία δεν θύκτηκε τα μέσα σ' επόμενα χρόνια. Και κλείνω με αυτό τούτο το θέντος, ανακεφαλιώνω την βασική μου σκέψη όπως προσπαθώ να καταλάβω την εποχή παρά την αστάθεια του πολιτικού συστήματος, παρά τον εθνικό διχασμό, παρά τις πολύ ιδιοριθμές διεθνείς και άλλες συνθήκες μέσα στην περίοδο του Μασοπολέμου και με δύο πολύ ισχυρά ταυτισμένες περιόδους μεγάλων, πολύ μεγάλων περιθμήσεων και του 1115 και του 1832. Η ελληνική οικονομία και κοινωνία μεταμορφώνεται στη διάρκεια του Μασοπολέμου συγκροτώντας θεσμούς και μια οικονομική και κοινωνική δυναμική που εν πολλής αυτονομείται εν μέρη από το κριτικό σύστημα και της συνεχής μεταφτώσης που είναι διακριτές σε κάθε περίοδο, μεγάλη περίοδο πολιτικής αστάθειας και που εκδηλώνεται πλέον ανάμεσα σε ένα πολιτικό χώρο που εκφράζει μια ανερχόμενη εμπορική, βιομηχανική, οικονομική και άλλοι κοινωνικές ομάδες γύρω από αυτές τις δραστηριότητες και μια βαριά συντηρητική πολιτική παράταξη η οποία δεν έχει καμία οικονομική ιδέα, δεν αναφέρεται σε τίποτα και κουβαλάει ένα βάρος μιας πολιτικής σύγκρουσης που φτάνει πολλές φορές στα άκρα αλλά που αφορά όλα τα άλλα θέματα εκτός από την οικονομική πολιτική αυτή-καθέ αυτή. Με αυτή την έννοια η συμβολή θεωρώ ότι ήταν η συζήτηση μάλλον μιας στρατηγικής του Βενιζέλιο Εμπίδας, αφείς από την αρχή, είχε δύο πλευρές, ήταν η ταυτόχρονη επιτυχία μιας εξωτερικής πολιτικής που θα διαμόρφωνε υπό τις δεδομένες συνδίκες τα σύνορα της Ελλάδας της εποχής και ταυτόχρονα μια πολιτική βαθιά μεταρρυθμίσεων σε αρμονία με τις βαθιές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που ήταν κυρίαρχες στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ευχαριστώ. Έχω την εντύπωση ότι ο κύριος Θεχάκης σας αντιμετώπισε σε ένα φοιτητικό κρατήριο που χείρισε στα χρόνια του Πανεπιστημίου. Μας έκανε μια περιήγηση που δεν έχει μόνο ένα στενό ιστορικό χαρακτήρα αλλά περιγήθηκε και μας έδωσε την εικόνα του τέλους του 19ου αιώνα, της αρχές του 20ου όπου υπάρχει ένα μεταλλασσόμενο διεθνές περιβάλλον που εγκυμονεί σοβαρές αλλαγές σε διεθνές και εθνικό πλαίσιο. Για να πάει βέβαια μετά στην εποχή των βαλκανικών πολέμων, του πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου της Εκκρασίας της Εκστρατίας όπου παρουσιάσε αλλητρωτική πολιτική του Δευτεριού Μανιζέλου, για να φτάσει κατόπιν στην λεωμένη χρυσή τετραετία 2832 όπου έχουμε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν πράγματι από το 1911 μέχρι το 1915 αλλά είχαμε επίσης μεταρρυθμίσεις στην περίοδο 17-20. Πολύ μεγάλες οι αυτές σε όλους τους χώρους της δημόσιας ζωής, αλλά βεβαίως αυτή η αγροτική μεταρρύθμιση ήταν μια ανεπανάληπτη τομή στην εθνική οικονομία και στον αγροτικό χώρο. Όπως έχει γραφεί και έχει αποδειχτεί τότε έγινε η μεγαλύτερη αναδιανομή γης στην Ευρώπη και κάποιες συγγραφείς μιλάνε ότι μία από τις αιτίες του ισπανικού εμφυλιού πολέμου ήταν και η άρνηση της εκκλησίας και του κράτους να διανύμουν τη γη τους άκρονους αγρότες. Τώρα είναι η σειρά του κυρίου Δέντλ, τον οποίο και πάλι ευχαριστώ που είναι μαζί μας απόψε και έχει τον λόγο. Νομίζω λειτουργεί. Έθελα καταρχήν να σας ευχαριστήσω θερμά για την ιδιαίτερα μεγάλη τιμή που με κάνετε να με καλέσετε να μιλήσω σε αυτήν την εκδήλωση. Εγώ δεν έχω το κριτήριο της εντοπιότητας. Κατά συνέπεια το μέγεθος της τιμής καθίσταται πολύ μεγαλύτερο. Δεν μιλώ για έναν πολιτικό του τόπου. Όμως θα ήθελα να πω τη παράταξη σε οποία ανήκω διεκδικεί ένα σημαντικό κομμάτι, δεν το ολμώνο από ολόκληρο, την πολιτική του κληρονομία. Υπό την έννοια και της συνέχισης αλλά και της αντίληψης της διαρκούς ανάγκης εξυγκρονισμού του τόπου μέσα από συγκεκριμένες συνθήκες επαφής με το ευρωπαϊκό και το διεκνές γύναστα. Και μου επιτρέπετε να πω ότι έχω βάλει μπροστά το ρολόι μου διότι όπως ξέρετε είναι πολύ κακό να δίνεις σε πολιτικό μικρόφωνο και μάλιστα σε πολιτικό δικηγορό. Κατά συνέχεια δεν θα καταχραστώ, ελπίζω, του χρόνου σας. Όμως, νομίζω ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία τέτοιας μορφής εκδηλώσης να μην αποκτούν απλώς έναν επετιακό χαρακτήρα αλλά να έχουν και ένα στοιχείο νοηματοδότησης της σύγχρονης ζωής από την πορεία του προσώπου για το οποίο συζητάμε. Μάλιστα, όταν συζητάμε για έναν πρόσωπο με το τεράστιο μέγεθος του Ελευθερίου Μενιζέλου. Θυμάμαι τον Κωνσταντίνο Τσάτζο όταν είχε έρθει στην Κέρκυρα να μιλήσει για τον Ιωάννη Καποδίστρια είχε ξεκινήσει την ομιλία του λέγοντας «Οι μεγάλοι νεκροί μιλούν» και όποιος θέλει μπορεί να τους ακούσει. Είναι απολύτως λοιπόν βέβαιο ότι ο Ελευθέριος Μενιζέλος μέσα από την πολιτική του συνεχίζει να ομιλεί και να ομιλεί εξαιρετικά καθαρά σε όσους θα ήθελαν να τον ακούσουν. Ο Γιώργος Σταθάκης αναφέρθηκε σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι και ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο να το ακούσει κανείς των προσπαθειών του εσωτερικού εξυγχρονισμού. Γιατί εγώ θα ακουμπήσω περισσότερο κομμάτια της εξωτερικής του πολιτικής αλλά θα αδικούσαμε το πολιτικό του μέγεθος εάν δεν είχαμε απόλυτη νόση των τεράστιων αλλαγών που επέφερε στα εσωτερικά πράγματα της χώρας. Σαν παράδειγμα λόγω της επαγγελματικής μου διαστροφής στη νομική επιστήμη θα σας πω παραδείγματος χάρη ότι ο Μενιζέλος ξεκίνησε μεταξύ άλλων την εισαγωγή του νέου αστικού κώδικα, αυτό που τελικά εφαρμόστηκε το 1946. Και μάλιστα ο κ. Καπαδάκης κάνει μια εκτενή αναφορά μέσα και μου έκανε εντύπωση γιατί δεν έχει την επαγγελματική μου διαστροφή στην προσωπική του ανάμιξη στη δημιουργία του νέου αστικού κώδικα. Δικηγόρος. Δικηγόρος. Δεν το ασκεί όμως πλέον, μου είπε ότι έχει αφαιρεθεί πλήρωση στο ίδιο. Στα δικαστήρια. Στα ταξίδες. Στα ταξίδες. Αλλά όπως επίσης και το είπε ο Γιώργος, την ενασχόλησή του και την εισαγωγή του νόμου περιορινή με οταιριών που 100 χρόνια έχουν περάσει και ο νόμος 290 του 2020 υπάρχει ακόμα και μάλιστα αποτέλεσε το υπόδειγμα για το νόμο του 1955 για τις εταιρίες, τις περιορισμένες εθνίες και τα λοιπά και τα λοιπά. Υπάρχει λοιπόν μια τεράστια ατιάσταση εσωτερική του ελευθερίου περιοριζένου. Αλλά ένα είναι βέβαιο ότι ο μέσος Έλληνας θυμάται τον ελευθέριο Βενιζέλλο για την εξωτερική του κόσμου. Για αυτά τα οποία επεχείρησε, για αυτά τα οποία κατόρδωσε και αυτά τα οποία δεν κατόρδωσε. Και αναγκάστηκε ο ίδιος να τελειώσει κυρίως με τις ενθήκες της Γοζάνης. Υπάρχει από μικρό παιδί ίσως από πεδική αφέλεια. Τεράστια πεδική αφέλεια. Με απασχολή το άλλος γίνεστε. Δηλαδή πώς θα μπορούσαν να ήταν τα πράγματα αν... Μάλιστα πολλές φορές η αφήλειά μου φτάνει στο επίπεδο της καμπύλωσης των χρόνων. Θυμάμαι πολύ πολύ μικρό παιδί, 5 χρονών, να με πηγαίνει ο πατέρας μου στο Αχύλιο. Το Αχύλιο έχει ένα παλάτι που, εσείς το ξέρετε στην πατρίδα μου, το έφτιαξε η αυτοπράττυρα Ελισάβεντ. Και έχει ένα άγαλμα του Θμίσκοντος Αχηλέα. Το οποίο το έφτιαξε ένας λαμπρός γλύπτης της εποχής ονομάτι Χέρτερ. Μετά από την Ελισάβεντ αυτό που δεν είναι πολύ γνωστό είναι... Το Αχύλιο πέρασε στην ιδιοκτησία του Κάιζερ Γουλιέλμου. Γουλιέλμου του Δεύτερου. Ο οποίος δεν άντεξε την ιδέα του θανάτου. Και ζήτησε από έναν άλλο λαμπρό γλύπτη της εποχής ονομάτι Γκέτς. Να φτιάξει τον Νικόντα Αχηλέα. Και φτιάχνει ένα θριαμπευτικό άγαλμα του Αχηλέα, ύψους 7,5 μέτρων. Το οποίο έφερε και εγκατέστησε ο Κάιζερ στην Κέπια το 1911. Θυμάμαι λοιπόν, μικρό παιδί, να πηγαίνει με τον πατέρα μου μπροστά από αυτό το άγαλμα και το δείχνει. Και του λέω, αν ζούσε αυτός θα είχαμε χάσει την Ποσταντινούπολη. Το ερώτημα των Ελλήνων είναι εάν είχε επιτραπεί στο Βενιζέλλη η συνολική διαχείριση των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής της χώρας από το 1910 και μετά. Πώς θα είχε διαμορφωθεί η Ελλάδα. Βεβαίως η ιστορία δεν γίνεται με το αν. Αλλά αυτό οδηγεί και σε ένα δεύτερο ερώτημα. Ποια από αυτά τα οποία εφάρμοσε ο Βενιζέλλος τότε θα ήταν χρήσιμα για να εφαρμοστούν και σήμερα. Και κυρίως ποια από αυτά θα πρέπει να αποφύγουμε από όσα συνέβησαν όλη εκείνη την περίοδο. Για να μην πέσουμε πάλι στα ίδια λάθη. Και να μην υποστούμε ανάλογες εθνικές συμφόρες. Από τη θεματολογία την οποία συζητήσαμε με τον κ. Παβαδάκη νομίζω ότι το πιο άγνωστο αλλά και σχετικά το πιο εύκολο να συζητήσει κανείς είναι την ανάμειξη του ελευθερίου Βενιζέμι στον Κυπριακό. Κάτι το οποίο δεν έχει λάβει ευρύτερη δημοσιότητα. Δεν το ξέρει ο πολυσκόσμος. Δεν το έχουμε ακουμπήσει φάνα πολύ. Δεν ξέρει ο πολυσκόσμος ότι το 1915, ο Κύπρος προσεφέρθη στην Ελλάδα, χωρίς κανέναν όρο. Σαν αντάλλαγμα του εττήματος της Βρετανικής Αθωκρατορίας για την είσοδο της Ελλάδας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην σχεδιαζόμενη εκστρατεία της Καλύπολης. Το παιδί, το στρατηγικό παιδί του Winston Churchill. Η ελληνική κυβέρνηση τότε από το Ζαΐμι δεν δέχθηκε την προσφορά. Η Κύπρος θα ήταν από τότε ελληνική. Έχει όμως επίσης σημασία το πώς έβλεπε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ο Βενζέρος τότε. Όχι ως γεωγραφική ή στρατηγική επέκταση. Αλλά ως προσθήκη στον εθνικό κορμό 300 περίπου χιλιάδων εκπαιδευμένων σε ένα σύστημα Ελλήνων. Αθρόπων δηλαδή που μπορούσαν να προσφέρουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας. Δεν ήταν μονοδιάστατα προσανατολισμένος σε μια γεωγραφική μονοεπέκταση. Και πρέπει να σας πω ότι επειδή πάντα με απασχολούσε η περίοδος πίστευα μέχρι εδώ και λίγα χρόνια ότι ανάμεσα στην ανάλυση των δύο για την εκστρατεία της Πελήπολης δηλαδή του Ελευθερίου Βενζέλου και του Ιωάννη Μεταξά αυτή η συζήτηση έχει διατυπωθεί εν γράφος. Πώς έχει διατυπωθεί εν γράφος? Στην δεκαετία του 30 υπάρχει μια πολύ μεγάλη σειρά άρθρων στην Καθημερινή και στην Εστία με την οποία οι δύο πρωταγωνιστές ο Μεταξάς Εφηρέας βαθύτατα από τον βασιλέα Κωνσταντίνο τότε εναντίον αυτής της εκστρατείας οι δύο πρωταγωνιστές ανταλλάσσουν τις σκέψεις τους. Πρέπει να σας πω ότι από εκείνη την αλλογραφία το συμπέρασμα που νεότερος είχε καταλήξει είναι ότι είχε δει και ο Μεταξάς. Ότι η εκστρατεία στην Καλλή Πολή ήταν καταδικασμένη και ότι ο ελληνικός στρατός δεν θα έπρεπε να είχε πάει. Έτυχε όμως εδώ και λίγα χρονιά να πέσει ένα άλλο πολύ μεγάλο βιβλίο στα χέρια μου. Ένα βιβλίο του Βίστον Τσόρτσι, όχι το γνωστό βιβλίο για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά ένα βιβλίο για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο που έχει γράψει ο ίδιος. Θυμάστε πολύ μεγάλο γιατί. Τους λαμιβόταν με τη σελίδα που έγραφε, αυτό ήταν το επαγγελμά του, με αποτέλεσμα να κάνει τα βιβλία του τεράστια, να περιλαμβάνει τηλεγραφήματα, συζητήσεις, πράγματα όχι απαραίτητα. Από αυτό όμως το πεντάτομο βιβλίο γίνεται φανερό, ή έγινε φανερό σε μένα, πως η εκστρατεία της Καλύπωνης δεν ήταν αστατηλικό λάθος. Και αυτό το οποίο μεταξάς επαγγέλεται είναι απλώς το αποτέλεσμα της καθυστερημένης αντίτρασης του Αγγλικού Ναυαρχείου και του φόβου του Αγγλικού Ναυαρχείου να θυσιάσει πλοία για να ανοίξει τα στενά. Δεν ήταν δηλαδή δεδομένη η στρατηγική αποτυχία. Ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων επιλογών της περιόδου. Λέει μάλιστα ο Τσόνις και είναι περίοδο. Πώς είναι να τον αρνούνται να θυσιάσουν δέκα πλοία και την ίδια μέρα να θυσιάσουν στον Δυτικό μέτωπο εκατοντάδες χιλιάδες νέων ανθρώπων. Η λογική ήταν να ανοίξουν τα στενά, να ενισχυθεί η Ρωσία, να αναγκαστεί να πολεμήσει σε δύο μέτωπα η Γερμανία, να χάσει τελικά τον πόλεμο ευκολότερα από ότι τον έχεις. Το ζήτημα λοιπόν των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, ο Βενζέδρος το είδε μέσα στο πλαίσιο αφενός μεν της κυριαρχούς σας εκείνη την εποχή μεγάλης ιδέας. Δεν ήταν δυνατόν ο ίδιος γεννημένος σε μια αλήτρωτη Κρήτη να μην συμμετέχει στο συνελληνικό ιδεολόγημα του ελληνισμού. Άλλωστε αυτό το ιδεολόγημα διατυπώθηκε κατά την κρατούσα άγκοψη από τον Πολέτη γύρω στο 1844, όχι όμως εξπρέσης βέλεπης, δεν χρησιμοποίησε την έκφραση μεγάλη ιδέα ο Πολέτης. Η έκφραση αυτή ξεκινάει από ένα έργο του Σούτσου πιθανόν του 1843, που λέει ότι «Τι θα είχατε ως αντίληψη αν μεγάλη ιδέα ενέπνεε τα νεκρά μέλη οργανισμού τεινός», εννοώντας την Ελλάδα. Και μερικοί πάνε ακόμα πιο πίσω και θεωρούν ότι είναι παιδί του Θεόδωρου Λάσκαρη, του πρώτου αυτοκράτορα της Νίκιας. Όταν αφού χάσαμε, έχασαν τότε, την Κωνσταντινούπολη είπε ότι την Πόλη, πάνω η λειψόμεθα, είναι σφαλόν της απεσφελίσθησης και την Κωνσταντινούπολη θα την ξαναπάρουμε, την οποία τη χάσαμε απ' τα λάθη μας. Ο Βενζέρος μόνο ήταν φυσιολογικό στην εξωτερική του πολιτική να είναι παιδί αυτού του συνολικού κινήματος της αποκατάστασης του συνόλου του ελληνισμού κάτω από μια κρατική οντότητα. Όμως δεν το ενέταξε σε ένα πλαίσιο ρομαντικό, όπως θα μπορούσε να διωλιστεί, αλλά σε ένα πλαίσιο ρεαλιστικής προσέγγισης μέσα από ισορροπίες, παίρνοντας ρίσκα, σημαντικότατα ρίσκα, λελογισμένα όμως ρίσκα, όπως αποδεικνύεται από τη συνέχεια των πραγμάτων. Νομίζω σήμερα κανείς μπορεί να πει ότι αν ο Βενιζέλος δεν είχε χάσει τις εκλογές του 20, ή αν η κυβέρνηση που τον διαδέχθηκε δεν είχε επιμείνει στην επαραφορά του Κωνσταντίνου του 1ου, αλλά παραδείγματος χάρη είχε μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, είχε δώσει τον θρόνο στον Γιώργιο, αλλά δεν είχε προκαλέσει τόσο έντονα από τις δυνάμεις, νομίζω σε αυτό κάνει τεκρή παράδειγμα και μια αναφορά μάλιστα ότι και ο Βενιζέλος θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει τη συζήτηση για τον Γιώργιο, πιθανότατα η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε διασώσει τουλάχιστον την Ανατολική Θράκη, γιατί στρατηγικά το θέμα της Μύρνης είναι ένα θέμα το οποίο δεν είναι εύκολα υποστηρίξημο απέναντι σε μια αναγενώμενη Εθνική Τουρκία του Κεμάλα Τατού. Βέβαια, εδώ δεν μπορεί κανείς να μην, διότι η Σμύρνη ήταν επίσης πνευματικό παιδί του Ελευθέριου Μενζέ. Η αποστολή του ελληνικού στρατού, του πρώτου σώματος στρατού, που το στρατηγό νίδερ στην Ουκρανία, έγινε ακριβώς για να πιστούν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, να αναθέσουν την ασθυνόμευση της μικράς Ασίας και της περιοχής της Σμύρνης στο ελληνικό στρατό και αυτό το πρώτο σώμα του ελληνικού στρατού είναι αυτό που έφυγε από εκεί, στάντηκε να πολεμήσει τους Μολυσεβίκους μαζί με τους Γάλλους. Δεν κατάφερε βέβαια, δεν είχε καμία τέτοια δυνατότητα κατέτοι, αλλά προστάτευσε τη Ρουμανία. Επέστρεψε, καταρχήν η πρώτη τουμεναρχία υπό τον Ζαφυρίου και μετά ολόκληρο το σώμα υπό τον Νίδερ. Ήταν το σώμα που αποβιβάστηκε στη Σμύρνη το Μάι του 19, αν καλά θυμάμαι. Υπάρχει μάλιστα ένα τραγουδάκι της εποχής που λεγότησαν και στην Ελλάδα, είναι παραπήρση ενός τραγουδιού «Ελληνόκουλα καημένα, που πηγαίνετε στα ξένα, που σας περιμένουν χιόνια Μολυσεβίκη και κανόνια, που σας πάει ο αρχηγός σας στον μακρύ τον δρόμο μπροσσας». Και η απάντηση του άλλου είναι «Πού μας πάει ο αρχηγός μας, το βενζέλος δηλαδή, στον μακρύ τον δρόμο μπροσσας, από τη Ρωσία σύρνη, δρόμος ίσα για τη Σμύρνη». Η λογική του ήταν η Ελλάδα των δύο υπήρων και των πέντε θαλασσών. Όμως ο ίδιος άνθρωπος, ο ίδιος άνθρωπος, δεν τη στάζει πάνω στα ερήπια της μεγγονεζετικής καταστροφής να αναλάβει την πρωτοβουλία να διασώσει ό,τι μπορούσε να διασωθεί. Με ομορρεαλισμού, το θέλω να πω, με τεράστια ψυχική δύναμη. Δεν είναι εύκολο να το κάνεις αυτό. Και εδώ είναι καλό να διαλύσουμε και έναν άλλον ιστορικό μύθο. Πάλι το κάνει και ο Σπαπαδάκης στο βιβλίο, αλλά νομίζω επειδή η μύθη είναι χρήσιμη στα έθνη, η ελληνική παιδεία τον αποκρύπτει επιμελώς. Και έχουμε όλη την εντύπωση ότι η κυβέρνηση των επαναστατών εμπιστέθηκε πλήρως στον ελευθέριο Δενυζέλο, τον μεγάλο εθνικό ηγέτη Μονασίκ και Οδηγήσεις στη Σμήλνη, του ανέθεσα εν λευκό τη δυνατότητα να διαχειριστεί τα θέματα της διαπραγμάτευσης με την τουρκία και τις δυνάμεις και έτσι κατάφερε το καλύτερο δυνατό ο Δενυζέλος τη συνθήκη της Λοζάνης. Αυτό είναι ο ιστορικός μύθος. Είναι η ιστορική αλήθεια βέβαια. Έλληνες είμαστε, αλλή μόνο. Ο Λιμπερ Δενυζέλος πήγε στη Λοζάνη ως ιδιότης, χωρίς κανέναν επίσημο τίτλο ως εντεταλμένος της τότε επαναστατικής κυβέρνησης, η οποία όμως μετά από λίγο, δυσαρεστημένη, το ανακάλυσε την εντολή και έστειλε τον τότε Υπουργό Εξωτερικών Αλεξανδρύ να διαπραγματευθεί. Και χρειάστηκε η απίστευτη σε μένα προσωπική ανάληψη ευθύνης από τον Δενυζέλος, χωρίς καμία εξοδότηση από οποιοδήποτε παραμόνο το σεβασμό που ενέπνε στους συνομιλητές του και στον ίδιο τον Αλεξανδρύ, που είχε πάρει στον εντεταλμένος του ελληνικού κράτους, για να του πει κάτσε ίσχος και να καταλήξει στο συμβιβασμό που κατέληξε με την Τουρκία. Ο Δενυζέλος ως φυσικό πρόσωπο με τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηστικά δημιούργησε τη Συνθήκη της Λοζάνης. Ακριβώς αυτή τη Συνθήκη στην οποία βασίζεται συνολικά η θέση της χώρας στις σχέσεις της με την γείτονα Τουρκία. Επειδή δεν θέλω να είμαι μόνον επενετικός, είμαι υποχρεωμένος σε αυτή την περίοδο να αναφέρω και τη σκοτεινή πλευρά του μεγάλου αυτού ανθρώπου. Την μη ανάμιξή του στην εκτέλεση των έξι πολιτικών του αντιπάλου. Λέγεται ότι δεν μπορούσε ή δεν είχε τη δυνατότητα ή ότι δεν το πληροφορήθηκε. Να μου επιτρέψω να σας πω ότι θα αδικούσα τον Ελευθέριο Μεγζέλλο αν πίστευα ότι δεν είναι πληροφορήτο ή δεν εγνώρισε. Για λόγους στους οποίους ο ίδιος ουδέποτε, κατά την άποψή μου, επαρκώς εξήγησε, επέτρεψε να συμβεί κάτι το οποίο είναι κατανοητό μέσα στο πλαίσιο μεσ' εθνικής καταστροφής, αλλά δεν υπάρχει στην πάρα μικρή αμφισμίτηση σήμερα ότι είναι συνιστά έγκλημα. Βεβαίως, βαρύτατα ατύχησαν οι εκτελεσθέντες στην νέα σκητή των καθηκόντων τους, αλλά πρωτότες δεν υπήρξαν και βεβαίως με κανέναν τρόπο δεν έπρεπε να εκτελεστούν. Και αν αυτό υποδηλώνει αυστηρότητα απέναντι στη μύμη του Ελευθεριού Μεγζέλλου, θα ήθελα να σας πω ότι δεν είμαι διατεθειμένος να κρίνω τον Μεγζέλλο με απλά κριτήρια. Ο Μεγζέλλος υπήρξε ένας πολιτικός γίγας για την Ελλάδα και κατά συνέπεια το επίπεδο των κριτηρίων με το οποίο κρίνεται και με το οποίο αξιολογείται δεν μπορεί να είναι το επίπεδο της τρέμουσας πολιτικής. Τι πρέπει να δούμε καθαρά από όλα αυτά. Στην αρχή αυτό το οποίο το επαγγελόμαστε συνεχώς και το ακολουθούμε σπανείως, δηλαδή την πλήρη αποφυγή της διχόνης. Φάνηκε καθαρά και είναι πολύ περίεργο διότι είναι τόσο πασιφανές, το επικαλούμαστε όλοι, αλλά δυστυχώς στο πολιτικό DNA της χώρας, ελάχιστα έχει καταφέρει να ενσωματωθεί, πρέπει να αποφεύγεται η διχόνη. Και η διχόνη δεν είναι μια ιδεατή έννοια κάπως στο υπερπέρα, αλλά είναι καθημερινή πολιτική πρακτική, είναι πολιτικός λόγος, είναι πολιτική αντίοψη. Το δεύτερο είναι η ανάληψη πολιτικού πόσους στην άσκηση τουλάχιστον της εξωτερικής πολιτικής. Ο Βενζέλος σε αυτό οφείλει να αποτελέσει φωτεινό παραδείγμα. Υπάρχουν δύο τεράστιες περιπτώσεις στην πολιτική του στρατιοδρομίδας, η οποία προκλητικά ενήριζε αντίθετα με την κοινή αντίληψη, με πλήρη αντίληψη του κόστους και με πλήρη διάθεση ανάληψης του κόστους. Το πρώτο είναι η γνωστή παρουσία του στην πλατεία συντάγματος, όταν βοούσε η πλατεία υπέρ της συντακτικής. Θυμάστε πολύ καλά, το ξέρετε όλοι, το θυμάστε όχι επειδή είναι της παρουσίας αλλά επειδή είναι της εκπαίδευσης. Φωνασκούσε η πλατεία συντακτική, απάντησε πρώτη φορά ο Βενζέλος «αναθεωρητική». Συνέχιζε η πλατεία συντακτική, οπότε απήθτησε ο Βενζέλος και τους είπε «ήπων αναθεωρητική». Και τελείωσε η συζήτηση εκεί. Και το δεύτερο, το λιγότερο γνωστό, είναι αυτό στο οποίο αναφερθήκαμε πριν, η Συνθήκη της Λοζάνδας. Δεν υπέγραψε η Συνθήκη της Λοζάνδας ο Βενζέλος με τον τρόπο που προηγουμένως σας είπα. Η σπίσμα της κυβερνήσεως των Αθηνών, όχι ως εντεταλμένος της, υπό τη λαϊκή αποδοχή και τον λαϊκό έδεκα. Δεχόταν συνεχώς χιλιάδες τηλεγραφήματα από προσφυγικούς συλλόγους, από πρόσφυγες, από άτομα που ανήκαν στο εκλογικό του σώμα, τα οποία τον χαρακτήριζαν συνεχώς προδότη. Άρα διαπραγματεύεται χωρίς την κάλυψη της κυβερνησίας του. Και με μια τεράστια πίεση απ' το δικό του εκλογικό σώμα. Τους πρόσφυγες, τους ανθρώπους που τον σύνειξαν στην τεράστια προσπάθειά του, οι οποίοι δεν του λένε απλώς διαφωνούμε, αλλά τον χαρακτηρίζουν προδότη. Και παρά ταυτό, πιστεύοντας ότι αυτή είναι η μόνη λύση για την πατρίδα και για το έθνος, υπογράφει τη συνθήκη της Λοζάνης αγνώντας. Η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να γίνεται με παραμέτρους δημοφιλίας ή εσωτερικής συνολικής αποδοχής. Όποιον τάση ή μοίρα να χειρίζει τα αυτά τα θέματα, οφείλει να τηρεί την παράδοση του μεγάλου αυτού ανθρώπου, που η φωτογραφία του βρίσκεται αριστερά μας εδώ στην πατρίδα του. Σας ευχαριστώ. Ευχαριστώ με τον κ. Δένδια. Μας έκανε μια ανάλυση, στάθηκε περισσότερο στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, με κάποιες προεκτάσεις στη συνέχεια. Η Λοζάνη, στην κρίσιμη στιγμή που ο Αλεξανδρής εμφανίστηκε, για να του διδάξει εξωτερική πολιτική, εντολοδόχος της κυβέρνησης Βονατά, κατά εντολή του Πλαστήρα, αλλά κυρίως κατά εντολή του Παγκαλού, η απάντηση του Βενζέλλου ήταν ότι αυτή τη συνθήκη θα τη βιούμε με το ρετσινόλαδο. Δεν υπήρχε άλλη λύση, δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα. Οι Αγγλογάλοι είχαν εγκαταλείψει κάθε διάθεση να στηρίξουν την Ελλάδα. Ο Κονδύλης είχε βγει και δήλωνε ότι αν οι Τούρκοι διέλθουν από την Ανατολκηθρά εκεί, οι Έλληνες θα σταματήσουν κάπου στην Αμεία, διότι ο δικός στρατός ήταν διαλυμμένος. Είχε βέβαια να συγκροτηθεί, να το αναγνωρίσουμε από τον Παγκαλού, αλλά η κατάσταση εξακολουθούσε να είναι δινή. Και βεβαίως αυτό που ζητούσε ο Βενζέλλος από την Ελληνική Κυβέρνηση, προκειμένου να επιτρέψει τον πόλεμο από τη Λοζάνη, ήταν να έχει την κάλυψη, διότι αυτό το ξεχνάμε συνεχώς, την κάλυψη της δικοσδομίας. Διότι ταυτόχρονα η Βουλγαρία ήθελε να αποφεληθεί για να εισβάλλει στην δευτική θράγη. Και ο Βενζέλλος ζήτησε από τον Αλεξανδρή να εξασφαλίσει την συμμαχία της δικοσδομίας στο θέμα της κατάληψης ανατονικής θράγης, αυτά μετά από τη μικρασέντικη καταστροφή. Μάλιστα έφτασε στο σημείο, να προτείνει στην ελληνική ηγεσία στην Αθήνα, ότι εάν γίνει κατορθοτόγικο, δηλαδή αναστηρίξει ένα ελληνοτοπικό πόλεμο, να δοθεί η Φλόρινα ως αντάλλαγμα στους μικροσλάγους, διότι ήταν οι μόνοι οι οποίοι μπορούσαν να παρέπουν στην περίπτωση που έκανε επιθετική ενέργεια η Βουλγαρία. Όλα αυτά δεν έγιναν, βέβαια, εφικτά. Οι Βουλγάδοι απέριψαν κάθε πρόταση, στήριξαν βέβαια διπλωματικά την Ελλάδα, αλλά η Συνθήκη της Λοζάνης ήταν η αναγκαία προϋπόθεση, για να συνέβει μια κατεστραμένη χώρα. Και μην ξεχνάμε ότι στην πραγματικότητα ήταν ένας πολιτικός τρίαμος. Οι Τούρκοι ζητούσαν τα πάντα, όταν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση της Λοζάνης. Εκλείωξη του Οικομενικού Πατριαρχείου, ολόκληρο τον πολεμικό στόλο της Ελλάδος, τη δυτική θράκη με δημοψήσεις μας, την ουδετεροποίηση των νησιών του Αιγαίου, τίποτα από αυτά δεν κέδεσαν. Τίποτα από αυτά δεν κέδεσαν. Ήταν λοιπόν ένας διπλωματικός τρίαμος ολχής και σημασία έχει ότι και σήμερα ακόμα, από τη μεριά της Τουρκίας, υπάρχει η αφυσβήτηση, προσπάθεια μάλλον αφυσβήτησης, της συνθήκης της Λοζάνης, η οποία όμως κατοχυρώνει τα σύνορα της χώρας μας. Και πρέπει να επαναλάβω μια μία ακόμη φορά, ότι μια συνθήκη ισχύει επάπυρον, αλλάζει μόνο με ένα πόλεμο. Αλλά θα ήθελα να ρωτήσω, σε αυτό το σημείο, ότι όπως γράφηκε ο Μαρκεζίνης, ο οποίος δεν είναι και ιδιαίτερα φιλόμερζελικός, λέει κάτι πολύ χαρακτήσικο, ότι αν είχε κερδίσει τις εκλογές του 1920 ο Μερζέλος, κατά πάσα πιθανότητα, η συνθήκη τόσων ευρών θα υφίστρα το μυάνο, αλλά όμως δεν θα ήταν η συνθήκη της Λοζάνης. Η χώρα θα είχε κερδίσει πολύ περισσότερα από όσα έχασε μετά τη μικρασιακή καταστροφή, και σε διαφορά την Ανατολική Θράκη. Οι Αφροσύνοι, αυτοί που διαδέχτηκαν το Μερζέλο, ήταν όταν μεσολάβισαν οι Αγγλογάλοι και έδιναν αυτονομία στη Σμύρνη. Να έφευγε βέβαια λοιπόν ο Κωνσταντός, έδιναν αυτονομία στη Σμύρνη και παραχώρησαν στην Ανατολική Θράκη στην Αλλάδα. Κάτι που είχαν αποδεχθεί οι Τούρκοι και το λέει και ο Ινωνού στην ενδεύξη που είχε δώσει στο Μαρκεζίνο. Το προσέφερα στο διαδόχος του Μερζέλου και το αρνήθηκαν. Ήθελαν πόλεμο στο Σαγκάρι. Τα αποτέλεσματα ήταν αναπόφευκτα. Αυτή η συζήτηση και οι προκειτάσεις και το θέμα του Κυπριακού, το οποίο είναι τεράστιο. Αυτό που ελέγχθη προηγουμένως ήταν πράγματι ότι η βασιλική κυβέρνηση του Ζαΐνη και όχι ο ίδιος ο Ζαΐνης, τα ανάπτωρα απέριξαν την πρόταση των Άγγλων για την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα. Αρνήθηκαν την προσφορά και μάλιστα και με το τέλος του πολέμου, αλλά ταυτόχρονα με την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Είχε προηγηθεί βέβαια η παρέτηση Βενζέλου και είχε διοριστεί μια κυβέρνηση ανακτορική, η οποία κατά εντολή των ανακτώρων απέριξε την πρόταση με την επίκληση όλοι οι κύκλοι εκεί, οι βασιλικές εφημερίδες, ισχυρίζονταν ότι θα μας δώσουν την Κύπρο, και θα μας δώσουν την Αθήνα και τους ιστομπόρια. Αυτή ήταν η απάντηση, διότι είχε γίνει μια λόκληρη διαδικασία, μια συνενόηση με το κόμμα του Φιλελευτέρου, και για να ξεκινήσει μια προσπάθεια από την Κύπρου και να έρθει ο αρχιεπίσκοπος της Κύπρου στην Αθήνα ξαφνικά και να αναγγελθεί η πρόταση των Αγγλων ώστε να εφνιδιαστεί ο Κωνσταντίνος και τα ανάκτωρα και να υποκύψουν. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε, διότι τα πολεμικά γεγονότητα επέστρεψαν την πρόταση και έτσι κάθηκε μία μοναδική ευκαιρία. Αλλά το Κυπριακό έτσι συνέχεια το 1931. Εκεί φαίνεται για μια ακόμη φορά ο ρεαλισμός και αποφασιστικότητα του Δεν Ζέρχ. Διότι και το 19, στη διαπραγματεύση για την ειρήνη, είχε φτάσει πολύ κοντά η Ένωση της Κυπρίας με την Ελλάδα. Και δεν ξέρω εάν θα είχε συμβεί, αν δεν είχε ακολουθήσει η κλογική του Ίτα το 1920. Αλλά το 1931 που έχουν αλλάξει τα πάντα, δεν δυστάζει να αποδοκιμάσει το κίνημα των Κυπρίων του 1931 που πήγε πάρα πολλά χρόνια πίσω το κυπριακό ζήτημα. Το αποδοκίμασε, βγήκε στη Βουλή, ενώ τους είχε προειδοποιήσει προσέξτε να ακολουθήσετε το παράδειγμα της Κρήτης. Η σταδιακή προσέγγεση προς την Ένωση. Να έχετε άρεστα σχέσεις με τους τουρκοκυπρίους. Μην τους αποξενώσετε. Διότι θα το πληρώσει Κύπρος. Τους πρότεινε ένα καθεστώς να διεκρυγκύσουν, ένα καθεστώς της Ινδίας, που το είχε πετύχει τότε η Ινδία. Αντα αυτού υπήρξε ένα κίνημα απονενοημένο, το οποίο πράγματι έφερε το κυπριακό πολλά χρόνια πίσω. Στο σημείο αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να σταματήσουμε αυτήν την πολύ ενδιαφέρονση συζήτηση. Θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Σταθάκη, ποιος μας έκανε πράγματι μια υψηλού επίπεδο διάλεξη, τον κ. Δένδια, που μας μίλησε ιδιαίτερα για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και που πράγματι η εξωτερική πολιτική είναι ένα εμπέστητο θέμα και εγώ επιτρέψα να προσθέσω να πω ότι οι κυβερνήσεις μετά το Βενζέλο φοβήθηκαν το πολιτικό κόστος πάρα πολύ σε μεγάλα εθνικά θέματα. Αλλά για αυτά ας συζητήσουμε μια άλλη φορά. Αυτό δηλαδή που ήταν ο ευθρός του Βενζέλο, ο λαϊκισμός και η δημαγωγία στην εξωτερική πολιτική, ατυχώς σαν κανόνας δεν πέρασα στην εξωτερική πολιτική των κυβερνήσεων, ιδιαίτερα στον Κυπριακό, με το άνοιγμα του Κυπριακού, με αυτό τον άθλιο τρόπο που ανοίχθηκε το Κυπριακό στον ΟΗΕ, παρά τις χοβερές προειδοποιήσεις που είχαμε από όλους, χωρίς συμμαχίες. Αυτό δηλαδή που πρέσβευε ο Βενζέλος ότι χωρίς συμμαχίες δεν μπορούσε να κάνεις εξωτερική πολιτική, αυτό κάναμε στον Κυπριακό, ανοίγοντάς τον στον ΟΗΕ. Ήταν μια μεγάλη αποτυχία η οποία κατέληξε στην Κυπριακτή τραγωδία. Κυρίες και κύριοι, ευχαριστούμε πάρα πολύ για την παρουσία σας, ήταν μια εξαιρετική βραμμιά.
_version_ 1782817206484074496
description : Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπόσχεσαι, κύριε Βενιζέλλο, ειδρύτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί εκπρόσωποι φορέων στρατιωτικών αστυνομικών αρχών του τόπου μας, κύριοι αντιδήμαρχοι, αγαπητοί συνάδελφοι στην αυτοδιοίκηση, κυρίες και κύριοι. Ως δήμαρχος Χανίων σας καλωσορίζω κι εγώ από την πλευρά μου εδώ στον περίβολο του Ιερού Ναού Ζωγόδοχου Πηγής της Μουλνιάς με σκοπό να τιμήσουμε την επέπαιο γέννησης του ελευθερίου Βενιζέδου. Η εκδήλωση αυτή που διοργανώνουμε σε συνεργασία με την Περιφερική Ενότητα Χανίων και το Εθνικό Ίδρυμα Ελευθερίου Βενιζέλου αποτελεί μια ακόμα προσπάθεια απόδοσης της οφειλόμενης τιμής σε μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του σύγχρονου ελληνικού έθνους, τον ελευθέριο Βενιζέλο. Η εκδήλωση όμως αυτή στέκεται και στην εξωτερική πολιτική του ελευθερίου Βενιζέλου με αφορμή την έκδοση του Γενικού Διευθυντή του Εθνικού Ιδιαίματος Ελευθερίας Βενιζέλος κ. Νίκου Παπαδάκη. Κυρίες και κύριοι, είναι άδειο αφισβήτητο ότι το έργο του Εθνάρχημας είναι πολύ σημαντό με κύρια χαρακτηριστικά του τη διαγρονικότητα, τη δυναμική και την πολιτική απήχηση στο παρόν και το μέλλον της χώρας μας. Πολιτικός υψηλού διαμετρήματος, δικτωμάτις καθολικά αποδεκτός τους διεθνείς κύκλους, ο Βενιζέλος διέθεται την ψυχοσύνθεση του ανθρώπου που ήξερε να υγείται. Σε ό,τι αφορά το διεθνές πεδίο, η καταλυτική παρέμβαση του εθνάρχησης εξελίξης αποτυπώνεται στη σύνθεση της Ελλάδος με την Ευρώπη σε μια κρίσιμη περίοδο, την οποία πέτυχε χάρη στην αντίληψη που του επέτρεπε να ερμηνεύει σωστά το μέλλον του. Κυρίες και κύριοι, το πολύ σημαντικό αυτό συγγραφικό πόνυμα του Νίκου Παπαδάκη αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη στην πραγματικότητα βιογραφία του ελευθερίου Βενιζέλου, ενώ πρόκειται για το αποτέλεσμα συστηματικής έρευνας και μελέτης. Έτσι, λοιπόν, μας δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθήσουμε μια πλήρη αφήγηση των ιστορικών γεγονότων της εποχής, ενώ παράλληλα φωτίζονται και προσωπικές στιγμές του μεγάλου πολιτικού. Κατά τη γνώμη μου, βέβαια, επειδή ιδιαίτερη σήμερα μία θα γίνει για το θέμα της εξωτερικής πολιτικής, θεωρώ, η άποψη την οποία ειωθετώ και διωθετεί και ο Νίκος Παπαδάκης, είναι ότι ο Βενιζέλος πραγματικά μεγαλούργησε στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και πέρα από την αύξηση της πατρίδας μας, των γεγονογραφικών της ορίων, θεωρώ ότι και η μικρασιατική καταστροφή, εάν είχε εισακουστεί και αν ήταν διαφορετικές οι ισορροπείες τότε με το παλάτι, προφανώς δεν θα είχαμε φτάσει στη μικρασιατική τραγωδία. Αλλά αυτό είναι κάτι που ακόμα ερευνάται και βεβαίως υπάρχουν και αντικρουούμενες απόψεις. Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι χρέος μας είναι να προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του εθνάρχη μέσα από την πορεία ενός ανθρώπου που δεν λύγησε στις πιο μεγάλες δυσκολίες και δεν φοβήθηκε τις πιο μεγάλες προκλήσεις. Σας ευχαριστώ πολύ. Στο σημείο αυτό οι χαιρετίσμοι ολοκληρώθηκαν και θα παρακαλέσω γ. Σταθάκη, γ. Δέντια, γ. Διαφρυτή του Ιδρύματος, κ. Νίκο Παπαδάκη, να έρθουν στο πάνελ. Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας. Μετά τους προηγηθέντες χαιρετισμούς δεν θα τους επαναλάβω, θα πούμε κατευθείαν στο θέμα. Απλώς θέλω να καλωσορίσω τους δύο μιλητές, τον υπουργό τον κ. Σταθάκη, τον πρώην υπουργό τον κ. Δέντια, έναν κοινοβουλευτικό έπρος από της Νέας Δημοκρατίας, και να τους ευχαριστήσω που αποδέχτηκα την πρόσκλησή μας να είναι ο μιλητές στην αποξυπνή εκδήλωση, που όπως ακούσατε και από τους προηγούμενους μιλητές, είναι μια εκδήλωση που έχει καθιερωθεί από τις συστάσεις του Ιδρύματος και αναφέρεται με αφορμή την επέντεια της γέννησης της Δελευθερίας Βενζέλου το μήνα Αύγουστο, και πραγματοποιείται εδώ, στις Μουρινιές, σε αυτόν τον ιστορικό τόπο, στον οποίο, είδε ο Βενζέλος, έκανε τα πρώτα του βήματα. Το θέμα της απόψης της εκδήλωσης είναι η συνέχεια ή και η ασυνέχεια στην εξωτερική πολιτική του μεγάλου πολιτικού. Εάν οι κυβερνήσεις που διαδέχτηκαν το Βενζέλο μέχρι και σήμερα ακολούθησαν μια εξωτερική πολιτική βασισμένη στους κανόνες και στις αρχές που είχε καθιερώσει ο ίδιος, και οι οποίες δικαιώθηκαν φαίνοντας τη χώρα, όπως λέει ο Τσόρσιλ, σε μεθυστικά ύψη, με μια διεθνή αγνώριση και με μια διεθνή αποδοχή πρωτοφανή. Αν θα μου επιτρέψετε να πω ποιες ήταν οι βασικές αρχές και οι κανόνες εξωτερικής πολιτικής του Βενζέλου. Πρώτα απ' όλα, η περιφρόνιση του πολιτικού κόστος. Η απόρριψη της δημαγωγίας και του λαϊκισμού στις διαθυνείς σχέσεις της χώρας. Ακόμα επέβαλε για πρώτη φορά τις συμμαχίες. Κορυφαία αρχή του Βενζέλου ήταν ποτέ μόνη. Η χώρα είχε υποστεί αλλεπάλλες μοίτες στο διεθνή χώρο με κορυφαία αρχή αυτή βέβαια του ελληνοδοτικού πολέμου του 1797. Ο Μεζέλος δίδαξε στην εξωτερική πολιτική ότι χωρίς σεβασμό στις διεθνήσεις οροπίες, χωρίς συμμαχίες, εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Φυσικά όλα αυτά συμπλέκονται με μεγάλα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, τα οποία ανεφύγισαν με τους διαδόχους του Βενζέλου. Τα όπως το Κυπριακό, οι αφυσβητήσεις στο Αιγαίο από την Περιά, αφυσβητήσεις εννοώ τις συνθήκες της Λουζάννης, και άλλα μεγάλα θέματα. Μια ακόμα να θυμίσω με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, τον οποίο στην πραγματικότητα θεμελίωσε ο ίδιος με το όραμα της Πανευρώπης, άσχετα βέβαια αν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η επέλαση του χιτλερικού τέρατος, ανέστειλε όλες τις διαδικασίες που είχαν ξεκινήσει με τον Μπριαν, τον Γάδο Πρωθυπουργό, και βέβαιως της είχε ασπαστεί και της είχε προωθήσει αρκετά ο ίδιος ο Βενζέλος. Όμως, σε αυτό το σημείο θα σταματήσω για να ξεκινήσουν οι ομιλητές και παρακαλώ πρώτον τον Υποργό τον κ. Αστατάκη να πάει το λόγο. Ευχαριστήσω για την πρόσκληση να υπογραμμίσω το γεγονός ότι το ίδρυμα αποτελεί μια τεράστια συμβόλια για την ιστοριογραφία γύρω από τον Βενζέλο και δημιουργεί ένα πεδίο, ένα χώρο που προσελκύει διαδοχικές γενιές δερευνητών για να βελετήσουν το έργο του Βενζέλου και την εποχή του φυσικά. Να μνημονεύσω επίσης ότι εμπαθορμή της απόψινης εκδήλωση, είχα τη χαρά να διαβάσω το βιβλίο του Νίκου Παπαδάκη, εξαιρετική δουλειά. Σταθερός οδηγός πλέον σε όλους τους μελετητές του Βενζέλου. Απόψε θα προσπαθήσω να κάνω δύο πράγματα. Να τοποθετήσω το Βενζέλο στο ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο της εποχής και να εξηγήσω εμπολής πώς οι δύο περιοδημάτες της εξωτερικής πολιτικής του Βενζέλου διαμορφώθηκαν μέσα υπό το βάρος των ιδεών της εποχής και ταυτόχρονα σημαντικών πρωτοβουλιών που λήφθηκαν ενός πολύ διόρθμων συντικών. Να ξεκινήσουμε μια γενική διατύπωση. Η περίοδος από το 1910, οσιαστικά έως τα μέσα της δεκαετίας, το 30, είναι μια περίοδος που σηματοδοτείται από καταστροφές. Ένας παγκόσμιος πόλεμος και προετοιμασία ενός δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, η μεγαλύτερη οικονομική κρίση που έχει γνωρίσει ο κόσμος, 1929, οριοθέτηση των συγνώρων στα Βαλκάνια με διαδοχικούς βαλκανικούς πολέμους και τη μικρασιατική καταστροφή, εθνικός διγασμός με πρωτόγνωρα φαινόμενα, μεγάλη διάρκεια πολιτικής αστράφειας, περίοδος που διαλύονται οι αυτοκρατορίες της εποχής, όσες είχαν εναπομείνει, αυστρογουγκρική αυτοκρατορία, Οθωμανική αυτοκρατορία, ανατρέπει τη Ρώσικη, και σταδιακή παρακμή της μοναρχίας. Μέσα σε ένα με οτιδήποτε αλλαγές συνέβαινε αυτό για το πολιτικά συστήματα της εποχής. Μέσα σε ένα τέτοιο πλέγμα μεγάλων καταστροφών και πολέμων της πολιτικής αστάθειας και οικονομικής κρίσης, της τεράστιας εμβέλειας, θα ισχυριστώ στη συνέχεια ότι είναι εξίσως εντυπωσιακή η σταθεροποίηση των οικονομιών του Μασοπολέμου, ο τρόπος που διαμορφώθηκαν κοινωνικές συντεταγμένες, οι μεγάλοι μετασχηματισμοί που υπέστησαν οι κοινωνίες της εποχής, που είχαν μονυμότερη και σταθερότερη επίδραση και στις περιόδους μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Άρα στο επίκεντρο της ανάλυσης είναι ακριβώς αυτά τα θέματα πως εν μέσω όλων αυτών των μεγάλων και διαδοχικών κρίσεων, διεθνών, διαμορφώθηκαν τόσο βαθύ μετασχηματισμοί που είχαν τόση μεγάλη πιάρκεια και εντύπτυπο και μάλιστα δημιούργησαν, σταθεροποίησαν σε μεγάλο βαθμό της κοινωνίας του Μασοπολέμου. Να υπεθυμίσω λέγοντας ότι ο τρόπος που διαμορφώθηκαν τα εθνικά κράτη και στα Βαλκάνια, έγινε υπό το βάρος των ιδεών της εποχής, δυο οποίες ιδέες της εποχής έφεγαν τρία απλά πράγματα. Πρώτα, ότι το μέλλον το έχουν μόνο τα μεγάλα κράτη, όχι τα μικρά και αδύναμα κράτη. Δεύτερο, τα μεγάλα κράτη έχουν μόνο τη δυνατότητα να ενταχθούν στη διαδικασία της εκτιομηχάνισης, διότι μπορούν να διαμορφώσουν μεγάλες εθνικές αγορές. Και τρίτο, η οικονομική ανάπτυξη θα έρθει μέσα από ένα συνδυασμό του δυναίματος αγοράς που ήταν η παράδοση του 19ου αιώνα, με ένα νέο υποκείμενο που ήταν το κράτος. Σ' όλες της ευρωπαϊκής κοινωνίας και στην Ελληνική θα το δούμε στη συνέχεια, το νέο υποκείμενο που αναδεικνύεται στο Ματσοπόλημα είναι το κράτος. Οι ιδέες αυτές είχαν τεράστια σημασία, διότι τα Βαλκάνια που ακόμα δεν είχαν οριοθετή στα σύνορά τους και στα οποία έγιναν διαδοχοί πόλεμοι προκειμένου να διαμορφωθούν, έγιναν υποτοβάρους σε αυτών των ιδεών και είχαν καθοριστική σημασία για την εξέλιξη των εθνικισμών της εποχής. Καρακτηριστικό παράδειγμα η Γιουγκοσλαβία στις παραγωνές των Βαλκανικών Πολέμων υπάρχει ο ρόλος της Σερβίας που παίζει ένα ειδικό βάρος, αλλά ταυτόχρονα προετοιμάζεται η κεντρική ιδέα, που είπε εκείνα τα χρόνια, ότι θα υπάρξει ένα ενιαίο βασίλειο Κροατίας-Σερβίας και Σουδοβενίας με τέπη τα Ιουρανταβίας του 1929, το οποίο έβαλε στην άκρη τον εθνικισμό τους κάθε μεμονωμένους πρότυπους Σερβικούς-Σουδοβενικού ακριβώς επειδή κυριαρχούσε η ιδέα ότι μόνο η μεγάλη οικονομία θα μπορέσει και το μεγάλο κράτος να μπορέσει να έχει μέλλον σε αυτόν τον κόσμο. Ένα μεγάλο μέρος της ερμηνείας των βουλγαρικών διεκδικίσεων και της ισοίδειας της μεγάλης βουλγαρίας εκπορευόταν από τις ίδιες ακριβώς αντιλήψεις. Και φυσικά η Ελλάδα η οποία διεκδικούσε μία ανάπτυξη των συνόρων της ακριβώς στα όρια των κληθισμών που ήταν ελληνόφωνοι και τα λοιπά. Ακριβώς μέσα σε ένα πνεύμα της εποχής ότι η στιγμή έπρεπε να είναι αυτή η οποία θα έδινε την πνευματική πόσταση και θα έδινε μία διαμόρφωση μιας σχετικά μεγάλης και βιώσιμης συνθήκης. Με το ίδιο πνεύμα νομίζω συνδυαμορφώθηκε με αυτόν τον σύστημα ιδεώς συνδυαμορφώθηκε και τον τύπο εθνικισμός του ΚΕΜΑΛ στρεφόμενος κατά των Οθωμανών και της παρακμής τους. Προφανώς αυτό συγκροτούσε τον τρόπο με τον οποίον οι πολιτικές, ηγεσίες της εποχής ή οι κοινωνίες άρχισαν να βλέπουν το μέλλον και τον τρόπο με τον οποίον θα διαμορφωνόντουσα ο νέος χάρτης συνόρων στα Βαλκάνια. Εν τούτοις ο χάρτης στον συνόρο φτιάχτηκε με τη μόνη δόκιμη μέθοδο τον πόλεμο και τη διβλωμαντία. Η Ελλάδα και η συμπολή του Περιζέλη ήταν καθοριστικοί στο ότι μετά τη Μεγάλη Ίτα η Ελλάδα βρέθηκε 15 χρόνια μετά να βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου στρατιωτικά προετοιμάστηκε πολύ ισχυρή και εκδίκησε στρατιωτικά με πολύ σημαντικές νίκες και το δεύτερο και πιο σημαντικό η διβλωμαντία. Γιατί την περίοδο αυτή ουσιαστικά η χάραξη των συνόρων όπως ηγινόταν και στο 19ο αιώνα εγκωλής συναποφασιζόταν περίφυγαν από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Άρα η διβλωμαντία αποτέλεσε μαζί με τον πόλεμο τη βασική στρατιωτική με την οποία η Ελλάδα στην πρώτη φάση, ειδικά τη περίοδο 11-15 αλλά και μετά στην περίοδο του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και στον τρόπο που τοποθετήθηκε η Ελλάδα σε σχέση με τη Συμμαχία διαμόρφωσης συντήκες για την υπάρξη ευνοϊκής ρύθμισης για την Ελλάδα αναφορικά με τη χάραξη των συνόρων. Άρα η δικρασιατική καταστροφή οριοθετήκε το τέλος αυτής της περίοδου. Δεν είναι η στιγμή να αναλυθεί αυτό το θέμα. Ήταν πάρα πολύ σύνθετο φαινόμενο. Όπως ξέρουμε τα θέματα της εποχής για το Μενιζέλο ήταν ταυτόχρονα οι ελληνικές διεκδικήσεις στην Αεροδολική Μακεδονία και Θράκη την Ήπειρο, τα νησιά, τη Γόρια Ήπειρο και τον ελληνισμό της Μακράς Ασίας. Σε διαδοχικές διπλωματικές επιτυχίες κατευθυνόμουν πολύ μεγάλης εμβέλειας και με δηλήματα που τέθηκαν πολύ αυστηρά σε κάθε μία από αυτές τις διαδοχικές διπλωματικές περιόδους. Νομίζω ότι ο Μενιζέλος έδειξε μια εξαιρετική ικανότητα συνδυβασμών που διασφάλιζαν το μεγαλύτερο όμφελος για τη χώρα και την Ελλάδα και καθόλου τυχαία αυτή η διπλωματική δεινότητα και ο τρόπος με τον οποίο την χειρίστηκε έχει καταγραφείως εξαιρετική ικανότητα αυτής της περιόδου. Μάλιστα αυτή η δεινότητα επιβεβαιώθηκε ακόμα πιο πολύ όταν ήταν εκτός εξουσίας αλλά έπρεπε να χειριστεί τη συνταγή της Λοζάνης, η οποία όντας σε ισαγωγικά χώρα που δεν πήγαινε ως νικητής αντέσθερε στο κλίμα και πέτυχε εξαιρετικά αποτελέσματα. Αυτή είναι η πρώτη περίοδος της ας το πούμε έντονης εξωτερικής πολιτικής η οποία χειρίζεται το μίζον θέμα των συνόρων χρησιμοποιώντας και τις δύο, δεν υπάρχουν και άλλες, στρατηγίες του πολέμου, τους προσπάθειες δηλαδή να δημιουργηθούν στρατιωτικές συνθήκες νικηφόρας για την ελληνική πλευρά και μιας ισχυρής διπλωματίας ικανή να προστατέψει τα όποια πλεονεκτήματα έχουν δημιουργηθεί και ταυτόχρονα επαναλαμβάνω, αυτό η Λοζάνη αποτελεί κομπικό σημείο, όταν υπάρχουν αρνητικές προϋποθέσεις να μπορεί να αντιστρέψει διπλωματικά και να τις μετατρέψει σε θετικές. Αυτή είναι η περίοδος της ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής, στοχευμένης όμως και παραγγελματοποιούμενη σε ένας πολύ συγκεκριμένης ιστορικός συνθήκος. Στον αντίποδο αυτής, την δεύτερη περίοδο της Πενιζέλικής κυβέρνησης, το 2832, η εξωτερική πολιτική του Πενιζέλου είναι πάρα πολύ προσεκτική, είναι μετριοπαθής, κρατά ίσες αποστάσεις από τις τρεις εν απομήνασες μεγάλες δυνάμεις εποχής. Είχε φύγει η Αυστρο-Ογκαρία, είχε φύγει η Ρωσία, είχαν μείνει η Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία. Άρα η πολιτική του Πενιζέλου τη δεύτερη περίοδο, το 2832, είναι μία πάρα πολύ προσεγμένη πολιτική. Διατήρες κάποιων ισορροπιών ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις, αποφυγεί να ταυτιστεί με μία από τις δυνάμεις αυτές, προκειμένου να διαμορφώσει ένα καλύτερο εξωτερικό πλαίσιο σε σχέση με το δεύτερο θέμα, το οποίο αποτελεί και τη μεγάλη συμβολή του Πενιζελισμού στην Ελλάδα, που θα σταθώ μέσα μετά. Είπαν, δημίζω ότι στη δεύτερη αυτήν την περίοδο της ευστηρικής πολιτικής, ο Πενιζέλος όχι μόνο κρατάει ίσως αποστάσεις από τις τρεις μεγάλες δυνάμεις εποχής, αλλά ταυτόχρονα αναπτύσσει διαδοχικά σύμφωνα φιλίας με όλες οι ιδανικές χώρες. Ο μεγαλύτερο πολιτικό κόστος το πληρώνει στη Συμφωνία του Πολιτουρκία. Οι πρόσφυγες, που είναι φανατικά μενιζελικοί, μπαίνουν σαν τύπη πολύ άνετα με το σύμφωνο του 1930. Άρα αποκαδεστά μια εξαιρετική σχέση με την Τουρκία, έχοντας επηλεί στο θέμα των συνόρων και παίρνοντας υπόψη όλων των σχετισμών της εποχής, αρχίζει να καταδεικνύει την αμοιβεότητα των συμφερώντων που μπορεί να υπάρξουν σε σχέση με την γεωβολιτική κατάσταση, την ευρύτερη, όπως διαμορφώνεται, η οποία έπρεπε να καταδεικνύει την αμοιβεότητα των συμφερώντων των συμφερώντων. Αυτό είναι το σύμφωνο που βρίσκεται σε σχέση με την ευρύτερη κατάσταση των συμφερώντων. Η Ουγουσλαβία πλέον, όσο αφορά τη Θεσσαλονίκη, το λιμάνι και μια σειρά από άλλα, λέει, η κεντρική ιδέα καταδειγμών του 2832 είναι μια εξωτερική πολιτική ίσων αποστάσεων, φιλικών σχέσεων με τους γείτονες, αποτροπή οποιασδήποτε έντασης στην ευρύτερη περιοχή και στροφή σε αυτό που αποτελούσε το μεγάλο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, και θα σταθώ λίγο σε αυτό στην εσωτερική πλευρά της πολιτικής του Βενιζάελου. Να υπενθυμίσω ότι το μεταρρυθμιστικό πνεύμα του Βενιζαελού και της οικονομίας του Ισοπολέου μου είχε αρχίσει από το 1115, γιατί έφτιαξε έναν καινούριο σύνταγμα το 1911, αντιμετώπισε αρκετά από τα θέματα που είχαν ιστορευτεί, τον δημόσιο Παλιλία, την ανεξαρτησία της δικαστικής αρχής, την καθολικότητα στη θητεία της στρατιωτικής, εισήγαγε τη δωρεάν εκπαίδευση στην πρώτη και δεύτερη παθμίδα και ταυτόχρονα έκανε μια σειρά σημαντικές μεταρρυθμίσεις το 1115, που ενσωμάτωναν αυτή την ανερχόμενη οικονομία, την ελληνική, εισήγαγε το θεσμό των επιμελητηρίων, τα σωματεία, τα εργατικά για πρώτη φορά, τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, μεταρρύθμισε πλήρως το καταστώς των δήμων και των υπουργικών κοινωντήτων, ίδρυσε τα υπουργεία γεωργίας, εμπορίου και διομηχανίας που δεν υπήρχαν πριν και το επίμαχο και μεγάλο θέμα της εποχής, δεν αντιμετωπιστεί και το 1115 παρά μόνο μερικός, που ήταν η αγροτική μεταρρύθμιση. Επιτρέψαμε να σταθώ λίγο σε αυτό, διότι η ανάπτυξη στο Μέσο Πόλεμο, σε όλες τις χώρες, είχε αναγκαστικά μια στροφή προς τη βιομηχανία, τις περισσότερες χώρες, η οποία όμως, στροφή προς τη βιομηχανία, προϋπέθεται την αγροτική μεταρρύθμιση. Την ολοκλήρωση, δηλαδή, των αγροτικών μεταρρυθμίσεων, διότι χωρίς την αγροτική μεταρρύθμιση δεν μπορούσε να υπάρξει η διαπελευθέρωση εκείνων των δομών του εμπορίου που θα έδιναν τη δυνατότητα ανάπτυξης της βιομηχανίας την περίοδο αυτή. Συνεπώς η ολοκλήρωση αγροτικής μεταρρύθμισης ήταν μεγάλη τομή του Μέσο Πολέμου. Διπέθυμίζω ότι μετά του Μέσο Πόλεμου περίπου οι σχέσεις στη Γεωργία έχουν μείνει οι ίδιες, ταυτόχρον όμως η αγροτική μεταρρύθμιση έβγαλε όλο το σύστημα της Γεωργίας, αυτό το παραδοσιακό σύστημα χρηματοδότης, εξωτραπεζικού δανεισμού και όλα αυτά τα δίχτυα που υπήρχαν γύρω από το αγροτικό σύστημα και εισήγαγε αναγκαστικά ένα μεγάλο ειδικό βάρος στο κράτος. Διπέθυμίζω ότι ιδρύθηκε η αγροτική τράπεζα, το οποίο μετατράπηκε στον κάθε εξοχήμιμο χρηματοδότης και κινητοποιήσεις στον πόρο της αγροτικής οικονομίας, ότι φτιάχτηκαν οι αγροτικοί συμμετερισμοί, ότι υπήρξαν πολύ μεγάλα έργα υποδομής προκειμένου να αναδειχθεί παραγωγικότητα συνεργασίας και ταυτόχρονα η μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, όλα τα πέταιχνα σχολιά που βλέπετε στα χωριά, έγινε μέσα σε τέσσερα χρόνια, ακριβώς επειδή η εκπαίδευση των αγροτών ήταν πολύ ζωνταρά σε περίπτωση προκειμένου υπαρξάθησης παραγωγικότητας μαζί με την ίδρυση του Γεωπονικού Σχολού, του Τεχνικού Σχολού και άλλων αγροτικών χώρων και του καταξής. Βέβαια, η αγροτική μεταρρύθμιση συνοδεύεται από μια μεγάλη τομή στην εμφάνιση του κράτους στο χρηματοδρομικό σύστημα και στην εκπαίδευση και αλλαγή και τον τρόπο καλλιεργιών και ότι επί κέντρο της ιδέας να υπάρξει μια μεγάλη αλλαγή στην παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα. Αντίθετα με τη γεωργία, η βιομηχανία αναφύγεται και στο Μόσουπολ. Λοιπόν, μάλλον γανοποιητικά, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση και παρά τη δυστακτικότητα των τραπεζών, η Εθνική Τράπεζα και οι άλλες τράπεζες της εποχής παρέμειναν δυστακτικές απέναντι στη βιομηχανία, ήταν πιο φιλικές στο εμπόριο, αυτό ξακολούθησε να ισχύει για πάρα πολλά χρόνια. Εν τούτης, η βιομηχανική ανάπτυξη του Μόσουπολέμου είναι αξιοπρόσεκτη, έγινε χωρίς το κράτος, χωρίς τις τράπεζες, βρίχθηκε σε εξοτραπεζικό δανεισμό και δεν συναρτήθηκε από κάποιας μορφή βιομηχανική πολιτική άξιας λόγου. Εν τούτης, η νομοθεσία εξοκρονίστηκε, όλη η οικονομική νομοθεσία που έχουμε είναι εκείνης της χρυσής τετραετίας, όπως λέμε, οι νόμοι υπεριανωνίμων εταιριών και δεκάδες άλλοι νόμοι υπάρχουν όλοι στην κρατία του 20 και του 30 και αυτή όλη η κινητικότητα κατέληκε σε δύο ακόμα ομοσβίζανα προβλήματα της εποχής που θέλω να το υπογραμμίσω ακριβώς επειδή προανήγηλαν και τα προβλήματα που ακολουθούσαν μετά. Για να στηριχθεί όλη αυτή η μεγαλύτερη μεταρρυθμιστική προσπάθεια στην οικονομία, τα έργα υποδομής, οι δρόμοι, τα λιμάνια, ο World Organization δημιέρα πυραιότητα. Επίσης υδρύθηκε τότε, οι μεγάλες υποδομές, τα τεράστια εργατικά έργα. Τα έργα υπενθυμίζω ότι μόνο στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία με τα έργα που έγιναν εκείνη την εποχή προσθέθηκαν τρία εκατομμύρια στρέματα στην καλλιεργηση βηγή. Μια τεράστια αγροτική γη, η οποία αποδόθηκε πλέον στους αγρότες με τα αποξεραντικά και άλλα έργα της εποχής. Συνεπώς έχουμε μία τεράστια επένδυση στις υποδομές και στην προκειμένου να γίνουν αυτή με τα σημαντισμοί. Τα όρια όμως της χρηματοδότησης αυτών ήταν δεδομένα. Η φορολογικό σύστημα της εποχής παρέμεινε, ανέφτυξε τη φορολογία, αλλά παρέμεινε δέσμια της φορολόγησης της κατανάλωσης. Δεν έχουμε φόρος ο Δήματος, οι κύριοι φόροι είναι φόρος της κατανάλωσης και όταν εξαντλήθηκαν αυτοί, ήταν η φορολογία πάνω στους δασμούς, βιομηχανία, τοπική φόροι και δεκάλλες άλλες φόροι, οι οποίοι ήταν απολύτατα στιγμάτων της κατανάλωσης. Σήμερα αυτό πρακτικά, ότι για να γίνουν όλα αυτά έπρεπε να αποφτήσει η τάνεια. Για όσους είναι λίγο γνώστες της περιόδου, για να πάρουν δάνεια πρέπει να πάμε στη κοινωνία των εθνών. Η κοινωνία των εθνών τους είπε, για να σας δώσω δάνεια πρέπει να αποκτήσετε κεντρική τράπεζα. Έτσι ειδόθηκε η τράπεζα της Ελλάδος. Αν πινιδρήσατε τη τράπεζα της Ελλάδος πρέπει να εφαρμόσουμε συγκεκριμένη ομισματική πολιτική. Άρα έτσι προσδέθηκε η Ελλάδα στη Στερλίνα και στον κανόνα του χρυσού, που η Βρετανία της εποχής κακώς, κατά τη γνώμη των οικονομολόγων, επανέφερε το 1927. Και συνεπώς η κρίση του 1929 βρήκε το διεθνές σύστημα και την Ελλάδα με υψηλόδανισμό και εντός του κανόνα του χρυσού. Η μεγάλη συζήτηση είναι γιατί άρχισε ο Μπενιτζέλος ένα χρόνο να σπάσει το μπενόνα του χρυσού. Έγινε γραφτεί και ένα υπέροχο βιβλίο γι' αυτό το θέμα και οδηγήθηκε στη φιλοκόπια. Παρ' όλα αυτά παρά την κατάρευση του διεθνού συστήματος θα ήθελα να επενθυμίσω ότι η διεθνική οικονομία συνεχώς αναπτύσσεται μέχρι το 1939 με ικανοποιητικούς ρυθμούς καθώς η εσωτερική αγορά που άρχισε να διαμορφώνεται πλέον με πολύ πιο ορατούς και λειτουργικούς τρόπους διαμορφωσε με αυτή τη δυναμική και αυτούς τους θεσμούς και αυτές τις αλλαγές που είχαν γίνει η διάλεση του διεθνού σεμπορίου δεν απέτρεψε τη συνέχεια της ανάπτυξης και στη δεκαετία του 30. Μάλιστα επειδή τίποτα τους θεσμούς τους βενιζελικούς δεν άλλαξε στη συνέχεια ούτε από το μεταξά ούτε από τις ενδιάμεσες κυβερνήσεις γι' αυτό και οι περισσότεροι αναλυτές μιλάνε για τη δεκαετία του 30 ως βενιζελική κληρονομιά τους θεσμούς δηλαδή και στην κοινωνική ασφάλιση και συλλογικές διαπραγματεύσεις που έγιναν μετά το τέλος του 32 και αποτολούσαν προέκταση μιας βαριάς βενιζελικής κληρονομιάς η οποία δεν θύκτηκε τα μέσα σ' επόμενα χρόνια. Και κλείνω με αυτό τούτο το θέντος, ανακεφαλιώνω την βασική μου σκέψη όπως προσπαθώ να καταλάβω την εποχή παρά την αστάθεια του πολιτικού συστήματος, παρά τον εθνικό διχασμό, παρά τις πολύ ιδιοριθμές διεθνείς και άλλες συνθήκες μέσα στην περίοδο του Μασοπολέμου και με δύο πολύ ισχυρά ταυτισμένες περιόδους μεγάλων, πολύ μεγάλων περιθμήσεων και του 1115 και του 1832. Η ελληνική οικονομία και κοινωνία μεταμορφώνεται στη διάρκεια του Μασοπολέμου συγκροτώντας θεσμούς και μια οικονομική και κοινωνική δυναμική που εν πολλής αυτονομείται εν μέρη από το κριτικό σύστημα και της συνεχής μεταφτώσης που είναι διακριτές σε κάθε περίοδο, μεγάλη περίοδο πολιτικής αστάθειας και που εκδηλώνεται πλέον ανάμεσα σε ένα πολιτικό χώρο που εκφράζει μια ανερχόμενη εμπορική, βιομηχανική, οικονομική και άλλοι κοινωνικές ομάδες γύρω από αυτές τις δραστηριότητες και μια βαριά συντηρητική πολιτική παράταξη η οποία δεν έχει καμία οικονομική ιδέα, δεν αναφέρεται σε τίποτα και κουβαλάει ένα βάρος μιας πολιτικής σύγκρουσης που φτάνει πολλές φορές στα άκρα αλλά που αφορά όλα τα άλλα θέματα εκτός από την οικονομική πολιτική αυτή-καθέ αυτή. Με αυτή την έννοια η συμβολή θεωρώ ότι ήταν η συζήτηση μάλλον μιας στρατηγικής του Βενιζέλιο Εμπίδας, αφείς από την αρχή, είχε δύο πλευρές, ήταν η ταυτόχρονη επιτυχία μιας εξωτερικής πολιτικής που θα διαμόρφωνε υπό τις δεδομένες συνδίκες τα σύνορα της Ελλάδας της εποχής και ταυτόχρονα μια πολιτική βαθιά μεταρρυθμίσεων σε αρμονία με τις βαθιές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που ήταν κυρίαρχες στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ευχαριστώ. Έχω την εντύπωση ότι ο κύριος Θεχάκης σας αντιμετώπισε σε ένα φοιτητικό κρατήριο που χείρισε στα χρόνια του Πανεπιστημίου. Μας έκανε μια περιήγηση που δεν έχει μόνο ένα στενό ιστορικό χαρακτήρα αλλά περιγήθηκε και μας έδωσε την εικόνα του τέλους του 19ου αιώνα, της αρχές του 20ου όπου υπάρχει ένα μεταλλασσόμενο διεθνές περιβάλλον που εγκυμονεί σοβαρές αλλαγές σε διεθνές και εθνικό πλαίσιο. Για να πάει βέβαια μετά στην εποχή των βαλκανικών πολέμων, του πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου της Εκκρασίας της Εκστρατίας όπου παρουσιάσε αλλητρωτική πολιτική του Δευτεριού Μανιζέλου, για να φτάσει κατόπιν στην λεωμένη χρυσή τετραετία 2832 όπου έχουμε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν πράγματι από το 1911 μέχρι το 1915 αλλά είχαμε επίσης μεταρρυθμίσεις στην περίοδο 17-20. Πολύ μεγάλες οι αυτές σε όλους τους χώρους της δημόσιας ζωής, αλλά βεβαίως αυτή η αγροτική μεταρρύθμιση ήταν μια ανεπανάληπτη τομή στην εθνική οικονομία και στον αγροτικό χώρο. Όπως έχει γραφεί και έχει αποδειχτεί τότε έγινε η μεγαλύτερη αναδιανομή γης στην Ευρώπη και κάποιες συγγραφείς μιλάνε ότι μία από τις αιτίες του ισπανικού εμφυλιού πολέμου ήταν και η άρνηση της εκκλησίας και του κράτους να διανύμουν τη γη τους άκρονους αγρότες. Τώρα είναι η σειρά του κυρίου Δέντλ, τον οποίο και πάλι ευχαριστώ που είναι μαζί μας απόψε και έχει τον λόγο. Νομίζω λειτουργεί. Έθελα καταρχήν να σας ευχαριστήσω θερμά για την ιδιαίτερα μεγάλη τιμή που με κάνετε να με καλέσετε να μιλήσω σε αυτήν την εκδήλωση. Εγώ δεν έχω το κριτήριο της εντοπιότητας. Κατά συνέπεια το μέγεθος της τιμής καθίσταται πολύ μεγαλύτερο. Δεν μιλώ για έναν πολιτικό του τόπου. Όμως θα ήθελα να πω τη παράταξη σε οποία ανήκω διεκδικεί ένα σημαντικό κομμάτι, δεν το ολμώνο από ολόκληρο, την πολιτική του κληρονομία. Υπό την έννοια και της συνέχισης αλλά και της αντίληψης της διαρκούς ανάγκης εξυγκρονισμού του τόπου μέσα από συγκεκριμένες συνθήκες επαφής με το ευρωπαϊκό και το διεκνές γύναστα. Και μου επιτρέπετε να πω ότι έχω βάλει μπροστά το ρολόι μου διότι όπως ξέρετε είναι πολύ κακό να δίνεις σε πολιτικό μικρόφωνο και μάλιστα σε πολιτικό δικηγορό. Κατά συνέχεια δεν θα καταχραστώ, ελπίζω, του χρόνου σας. Όμως, νομίζω ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία τέτοιας μορφής εκδηλώσης να μην αποκτούν απλώς έναν επετιακό χαρακτήρα αλλά να έχουν και ένα στοιχείο νοηματοδότησης της σύγχρονης ζωής από την πορεία του προσώπου για το οποίο συζητάμε. Μάλιστα, όταν συζητάμε για έναν πρόσωπο με το τεράστιο μέγεθος του Ελευθερίου Μενιζέλου. Θυμάμαι τον Κωνσταντίνο Τσάτζο όταν είχε έρθει στην Κέρκυρα να μιλήσει για τον Ιωάννη Καποδίστρια είχε ξεκινήσει την ομιλία του λέγοντας «Οι μεγάλοι νεκροί μιλούν» και όποιος θέλει μπορεί να τους ακούσει. Είναι απολύτως λοιπόν βέβαιο ότι ο Ελευθέριος Μενιζέλος μέσα από την πολιτική του συνεχίζει να ομιλεί και να ομιλεί εξαιρετικά καθαρά σε όσους θα ήθελαν να τον ακούσουν. Ο Γιώργος Σταθάκης αναφέρθηκε σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι και ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο να το ακούσει κανείς των προσπαθειών του εσωτερικού εξυγχρονισμού. Γιατί εγώ θα ακουμπήσω περισσότερο κομμάτια της εξωτερικής του πολιτικής αλλά θα αδικούσαμε το πολιτικό του μέγεθος εάν δεν είχαμε απόλυτη νόση των τεράστιων αλλαγών που επέφερε στα εσωτερικά πράγματα της χώρας. Σαν παράδειγμα λόγω της επαγγελματικής μου διαστροφής στη νομική επιστήμη θα σας πω παραδείγματος χάρη ότι ο Μενιζέλος ξεκίνησε μεταξύ άλλων την εισαγωγή του νέου αστικού κώδικα, αυτό που τελικά εφαρμόστηκε το 1946. Και μάλιστα ο κ. Καπαδάκης κάνει μια εκτενή αναφορά μέσα και μου έκανε εντύπωση γιατί δεν έχει την επαγγελματική μου διαστροφή στην προσωπική του ανάμιξη στη δημιουργία του νέου αστικού κώδικα. Δικηγόρος. Δικηγόρος. Δεν το ασκεί όμως πλέον, μου είπε ότι έχει αφαιρεθεί πλήρωση στο ίδιο. Στα δικαστήρια. Στα ταξίδες. Στα ταξίδες. Αλλά όπως επίσης και το είπε ο Γιώργος, την ενασχόλησή του και την εισαγωγή του νόμου περιορινή με οταιριών που 100 χρόνια έχουν περάσει και ο νόμος 290 του 2020 υπάρχει ακόμα και μάλιστα αποτέλεσε το υπόδειγμα για το νόμο του 1955 για τις εταιρίες, τις περιορισμένες εθνίες και τα λοιπά και τα λοιπά. Υπάρχει λοιπόν μια τεράστια ατιάσταση εσωτερική του ελευθερίου περιοριζένου. Αλλά ένα είναι βέβαιο ότι ο μέσος Έλληνας θυμάται τον ελευθέριο Βενιζέλλο για την εξωτερική του κόσμου. Για αυτά τα οποία επεχείρησε, για αυτά τα οποία κατόρδωσε και αυτά τα οποία δεν κατόρδωσε. Και αναγκάστηκε ο ίδιος να τελειώσει κυρίως με τις ενθήκες της Γοζάνης. Υπάρχει από μικρό παιδί ίσως από πεδική αφέλεια. Τεράστια πεδική αφέλεια. Με απασχολή το άλλος γίνεστε. Δηλαδή πώς θα μπορούσαν να ήταν τα πράγματα αν... Μάλιστα πολλές φορές η αφήλειά μου φτάνει στο επίπεδο της καμπύλωσης των χρόνων. Θυμάμαι πολύ πολύ μικρό παιδί, 5 χρονών, να με πηγαίνει ο πατέρας μου στο Αχύλιο. Το Αχύλιο έχει ένα παλάτι που, εσείς το ξέρετε στην πατρίδα μου, το έφτιαξε η αυτοπράττυρα Ελισάβεντ. Και έχει ένα άγαλμα του Θμίσκοντος Αχηλέα. Το οποίο το έφτιαξε ένας λαμπρός γλύπτης της εποχής ονομάτι Χέρτερ. Μετά από την Ελισάβεντ αυτό που δεν είναι πολύ γνωστό είναι... Το Αχύλιο πέρασε στην ιδιοκτησία του Κάιζερ Γουλιέλμου. Γουλιέλμου του Δεύτερου. Ο οποίος δεν άντεξε την ιδέα του θανάτου. Και ζήτησε από έναν άλλο λαμπρό γλύπτη της εποχής ονομάτι Γκέτς. Να φτιάξει τον Νικόντα Αχηλέα. Και φτιάχνει ένα θριαμπευτικό άγαλμα του Αχηλέα, ύψους 7,5 μέτρων. Το οποίο έφερε και εγκατέστησε ο Κάιζερ στην Κέπια το 1911. Θυμάμαι λοιπόν, μικρό παιδί, να πηγαίνει με τον πατέρα μου μπροστά από αυτό το άγαλμα και το δείχνει. Και του λέω, αν ζούσε αυτός θα είχαμε χάσει την Ποσταντινούπολη. Το ερώτημα των Ελλήνων είναι εάν είχε επιτραπεί στο Βενιζέλλη η συνολική διαχείριση των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής της χώρας από το 1910 και μετά. Πώς θα είχε διαμορφωθεί η Ελλάδα. Βεβαίως η ιστορία δεν γίνεται με το αν. Αλλά αυτό οδηγεί και σε ένα δεύτερο ερώτημα. Ποια από αυτά τα οποία εφάρμοσε ο Βενιζέλλος τότε θα ήταν χρήσιμα για να εφαρμοστούν και σήμερα. Και κυρίως ποια από αυτά θα πρέπει να αποφύγουμε από όσα συνέβησαν όλη εκείνη την περίοδο. Για να μην πέσουμε πάλι στα ίδια λάθη. Και να μην υποστούμε ανάλογες εθνικές συμφόρες. Από τη θεματολογία την οποία συζητήσαμε με τον κ. Παβαδάκη νομίζω ότι το πιο άγνωστο αλλά και σχετικά το πιο εύκολο να συζητήσει κανείς είναι την ανάμειξη του ελευθερίου Βενιζέμι στον Κυπριακό. Κάτι το οποίο δεν έχει λάβει ευρύτερη δημοσιότητα. Δεν το ξέρει ο πολυσκόσμος. Δεν το έχουμε ακουμπήσει φάνα πολύ. Δεν ξέρει ο πολυσκόσμος ότι το 1915, ο Κύπρος προσεφέρθη στην Ελλάδα, χωρίς κανέναν όρο. Σαν αντάλλαγμα του εττήματος της Βρετανικής Αθωκρατορίας για την είσοδο της Ελλάδας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην σχεδιαζόμενη εκστρατεία της Καλύπολης. Το παιδί, το στρατηγικό παιδί του Winston Churchill. Η ελληνική κυβέρνηση τότε από το Ζαΐμι δεν δέχθηκε την προσφορά. Η Κύπρος θα ήταν από τότε ελληνική. Έχει όμως επίσης σημασία το πώς έβλεπε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ο Βενζέρος τότε. Όχι ως γεωγραφική ή στρατηγική επέκταση. Αλλά ως προσθήκη στον εθνικό κορμό 300 περίπου χιλιάδων εκπαιδευμένων σε ένα σύστημα Ελλήνων. Αθρόπων δηλαδή που μπορούσαν να προσφέρουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας. Δεν ήταν μονοδιάστατα προσανατολισμένος σε μια γεωγραφική μονοεπέκταση. Και πρέπει να σας πω ότι επειδή πάντα με απασχολούσε η περίοδος πίστευα μέχρι εδώ και λίγα χρόνια ότι ανάμεσα στην ανάλυση των δύο για την εκστρατεία της Πελήπολης δηλαδή του Ελευθερίου Βενζέλου και του Ιωάννη Μεταξά αυτή η συζήτηση έχει διατυπωθεί εν γράφος. Πώς έχει διατυπωθεί εν γράφος? Στην δεκαετία του 30 υπάρχει μια πολύ μεγάλη σειρά άρθρων στην Καθημερινή και στην Εστία με την οποία οι δύο πρωταγωνιστές ο Μεταξάς Εφηρέας βαθύτατα από τον βασιλέα Κωνσταντίνο τότε εναντίον αυτής της εκστρατείας οι δύο πρωταγωνιστές ανταλλάσσουν τις σκέψεις τους. Πρέπει να σας πω ότι από εκείνη την αλλογραφία το συμπέρασμα που νεότερος είχε καταλήξει είναι ότι είχε δει και ο Μεταξάς. Ότι η εκστρατεία στην Καλλή Πολή ήταν καταδικασμένη και ότι ο ελληνικός στρατός δεν θα έπρεπε να είχε πάει. Έτυχε όμως εδώ και λίγα χρονιά να πέσει ένα άλλο πολύ μεγάλο βιβλίο στα χέρια μου. Ένα βιβλίο του Βίστον Τσόρτσι, όχι το γνωστό βιβλίο για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά ένα βιβλίο για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο που έχει γράψει ο ίδιος. Θυμάστε πολύ μεγάλο γιατί. Τους λαμιβόταν με τη σελίδα που έγραφε, αυτό ήταν το επαγγελμά του, με αποτέλεσμα να κάνει τα βιβλία του τεράστια, να περιλαμβάνει τηλεγραφήματα, συζητήσεις, πράγματα όχι απαραίτητα. Από αυτό όμως το πεντάτομο βιβλίο γίνεται φανερό, ή έγινε φανερό σε μένα, πως η εκστρατεία της Καλύπωνης δεν ήταν αστατηλικό λάθος. Και αυτό το οποίο μεταξάς επαγγέλεται είναι απλώς το αποτέλεσμα της καθυστερημένης αντίτρασης του Αγγλικού Ναυαρχείου και του φόβου του Αγγλικού Ναυαρχείου να θυσιάσει πλοία για να ανοίξει τα στενά. Δεν ήταν δηλαδή δεδομένη η στρατηγική αποτυχία. Ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων επιλογών της περιόδου. Λέει μάλιστα ο Τσόνις και είναι περίοδο. Πώς είναι να τον αρνούνται να θυσιάσουν δέκα πλοία και την ίδια μέρα να θυσιάσουν στον Δυτικό μέτωπο εκατοντάδες χιλιάδες νέων ανθρώπων. Η λογική ήταν να ανοίξουν τα στενά, να ενισχυθεί η Ρωσία, να αναγκαστεί να πολεμήσει σε δύο μέτωπα η Γερμανία, να χάσει τελικά τον πόλεμο ευκολότερα από ότι τον έχεις. Το ζήτημα λοιπόν των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, ο Βενζέδρος το είδε μέσα στο πλαίσιο αφενός μεν της κυριαρχούς σας εκείνη την εποχή μεγάλης ιδέας. Δεν ήταν δυνατόν ο ίδιος γεννημένος σε μια αλήτρωτη Κρήτη να μην συμμετέχει στο συνελληνικό ιδεολόγημα του ελληνισμού. Άλλωστε αυτό το ιδεολόγημα διατυπώθηκε κατά την κρατούσα άγκοψη από τον Πολέτη γύρω στο 1844, όχι όμως εξπρέσης βέλεπης, δεν χρησιμοποίησε την έκφραση μεγάλη ιδέα ο Πολέτης. Η έκφραση αυτή ξεκινάει από ένα έργο του Σούτσου πιθανόν του 1843, που λέει ότι «Τι θα είχατε ως αντίληψη αν μεγάλη ιδέα ενέπνεε τα νεκρά μέλη οργανισμού τεινός», εννοώντας την Ελλάδα. Και μερικοί πάνε ακόμα πιο πίσω και θεωρούν ότι είναι παιδί του Θεόδωρου Λάσκαρη, του πρώτου αυτοκράτορα της Νίκιας. Όταν αφού χάσαμε, έχασαν τότε, την Κωνσταντινούπολη είπε ότι την Πόλη, πάνω η λειψόμεθα, είναι σφαλόν της απεσφελίσθησης και την Κωνσταντινούπολη θα την ξαναπάρουμε, την οποία τη χάσαμε απ' τα λάθη μας. Ο Βενζέρος μόνο ήταν φυσιολογικό στην εξωτερική του πολιτική να είναι παιδί αυτού του συνολικού κινήματος της αποκατάστασης του συνόλου του ελληνισμού κάτω από μια κρατική οντότητα. Όμως δεν το ενέταξε σε ένα πλαίσιο ρομαντικό, όπως θα μπορούσε να διωλιστεί, αλλά σε ένα πλαίσιο ρεαλιστικής προσέγγισης μέσα από ισορροπίες, παίρνοντας ρίσκα, σημαντικότατα ρίσκα, λελογισμένα όμως ρίσκα, όπως αποδεικνύεται από τη συνέχεια των πραγμάτων. Νομίζω σήμερα κανείς μπορεί να πει ότι αν ο Βενιζέλος δεν είχε χάσει τις εκλογές του 20, ή αν η κυβέρνηση που τον διαδέχθηκε δεν είχε επιμείνει στην επαραφορά του Κωνσταντίνου του 1ου, αλλά παραδείγματος χάρη είχε μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, είχε δώσει τον θρόνο στον Γιώργιο, αλλά δεν είχε προκαλέσει τόσο έντονα από τις δυνάμεις, νομίζω σε αυτό κάνει τεκρή παράδειγμα και μια αναφορά μάλιστα ότι και ο Βενιζέλος θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει τη συζήτηση για τον Γιώργιο, πιθανότατα η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε διασώσει τουλάχιστον την Ανατολική Θράκη, γιατί στρατηγικά το θέμα της Μύρνης είναι ένα θέμα το οποίο δεν είναι εύκολα υποστηρίξημο απέναντι σε μια αναγενώμενη Εθνική Τουρκία του Κεμάλα Τατού. Βέβαια, εδώ δεν μπορεί κανείς να μην, διότι η Σμύρνη ήταν επίσης πνευματικό παιδί του Ελευθέριου Μενζέ. Η αποστολή του ελληνικού στρατού, του πρώτου σώματος στρατού, που το στρατηγό νίδερ στην Ουκρανία, έγινε ακριβώς για να πιστούν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, να αναθέσουν την ασθυνόμευση της μικράς Ασίας και της περιοχής της Σμύρνης στο ελληνικό στρατό και αυτό το πρώτο σώμα του ελληνικού στρατού είναι αυτό που έφυγε από εκεί, στάντηκε να πολεμήσει τους Μολυσεβίκους μαζί με τους Γάλλους. Δεν κατάφερε βέβαια, δεν είχε καμία τέτοια δυνατότητα κατέτοι, αλλά προστάτευσε τη Ρουμανία. Επέστρεψε, καταρχήν η πρώτη τουμεναρχία υπό τον Ζαφυρίου και μετά ολόκληρο το σώμα υπό τον Νίδερ. Ήταν το σώμα που αποβιβάστηκε στη Σμύρνη το Μάι του 19, αν καλά θυμάμαι. Υπάρχει μάλιστα ένα τραγουδάκι της εποχής που λεγότησαν και στην Ελλάδα, είναι παραπήρση ενός τραγουδιού «Ελληνόκουλα καημένα, που πηγαίνετε στα ξένα, που σας περιμένουν χιόνια Μολυσεβίκη και κανόνια, που σας πάει ο αρχηγός σας στον μακρύ τον δρόμο μπροσσας». Και η απάντηση του άλλου είναι «Πού μας πάει ο αρχηγός μας, το βενζέλος δηλαδή, στον μακρύ τον δρόμο μπροσσας, από τη Ρωσία σύρνη, δρόμος ίσα για τη Σμύρνη». Η λογική του ήταν η Ελλάδα των δύο υπήρων και των πέντε θαλασσών. Όμως ο ίδιος άνθρωπος, ο ίδιος άνθρωπος, δεν τη στάζει πάνω στα ερήπια της μεγγονεζετικής καταστροφής να αναλάβει την πρωτοβουλία να διασώσει ό,τι μπορούσε να διασωθεί. Με ομορρεαλισμού, το θέλω να πω, με τεράστια ψυχική δύναμη. Δεν είναι εύκολο να το κάνεις αυτό. Και εδώ είναι καλό να διαλύσουμε και έναν άλλον ιστορικό μύθο. Πάλι το κάνει και ο Σπαπαδάκης στο βιβλίο, αλλά νομίζω επειδή η μύθη είναι χρήσιμη στα έθνη, η ελληνική παιδεία τον αποκρύπτει επιμελώς. Και έχουμε όλη την εντύπωση ότι η κυβέρνηση των επαναστατών εμπιστέθηκε πλήρως στον ελευθέριο Δενυζέλο, τον μεγάλο εθνικό ηγέτη Μονασίκ και Οδηγήσεις στη Σμήλνη, του ανέθεσα εν λευκό τη δυνατότητα να διαχειριστεί τα θέματα της διαπραγμάτευσης με την τουρκία και τις δυνάμεις και έτσι κατάφερε το καλύτερο δυνατό ο Δενυζέλος τη συνθήκη της Λοζάνης. Αυτό είναι ο ιστορικός μύθος. Είναι η ιστορική αλήθεια βέβαια. Έλληνες είμαστε, αλλή μόνο. Ο Λιμπερ Δενυζέλος πήγε στη Λοζάνη ως ιδιότης, χωρίς κανέναν επίσημο τίτλο ως εντεταλμένος της τότε επαναστατικής κυβέρνησης, η οποία όμως μετά από λίγο, δυσαρεστημένη, το ανακάλυσε την εντολή και έστειλε τον τότε Υπουργό Εξωτερικών Αλεξανδρύ να διαπραγματευθεί. Και χρειάστηκε η απίστευτη σε μένα προσωπική ανάληψη ευθύνης από τον Δενυζέλος, χωρίς καμία εξοδότηση από οποιοδήποτε παραμόνο το σεβασμό που ενέπνε στους συνομιλητές του και στον ίδιο τον Αλεξανδρύ, που είχε πάρει στον εντεταλμένος του ελληνικού κράτους, για να του πει κάτσε ίσχος και να καταλήξει στο συμβιβασμό που κατέληξε με την Τουρκία. Ο Δενυζέλος ως φυσικό πρόσωπο με τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηστικά δημιούργησε τη Συνθήκη της Λοζάνης. Ακριβώς αυτή τη Συνθήκη στην οποία βασίζεται συνολικά η θέση της χώρας στις σχέσεις της με την γείτονα Τουρκία. Επειδή δεν θέλω να είμαι μόνον επενετικός, είμαι υποχρεωμένος σε αυτή την περίοδο να αναφέρω και τη σκοτεινή πλευρά του μεγάλου αυτού ανθρώπου. Την μη ανάμιξή του στην εκτέλεση των έξι πολιτικών του αντιπάλου. Λέγεται ότι δεν μπορούσε ή δεν είχε τη δυνατότητα ή ότι δεν το πληροφορήθηκε. Να μου επιτρέψω να σας πω ότι θα αδικούσα τον Ελευθέριο Μεγζέλλο αν πίστευα ότι δεν είναι πληροφορήτο ή δεν εγνώρισε. Για λόγους στους οποίους ο ίδιος ουδέποτε, κατά την άποψή μου, επαρκώς εξήγησε, επέτρεψε να συμβεί κάτι το οποίο είναι κατανοητό μέσα στο πλαίσιο μεσ' εθνικής καταστροφής, αλλά δεν υπάρχει στην πάρα μικρή αμφισμίτηση σήμερα ότι είναι συνιστά έγκλημα. Βεβαίως, βαρύτατα ατύχησαν οι εκτελεσθέντες στην νέα σκητή των καθηκόντων τους, αλλά πρωτότες δεν υπήρξαν και βεβαίως με κανέναν τρόπο δεν έπρεπε να εκτελεστούν. Και αν αυτό υποδηλώνει αυστηρότητα απέναντι στη μύμη του Ελευθεριού Μεγζέλλου, θα ήθελα να σας πω ότι δεν είμαι διατεθειμένος να κρίνω τον Μεγζέλλο με απλά κριτήρια. Ο Μεγζέλλος υπήρξε ένας πολιτικός γίγας για την Ελλάδα και κατά συνέπεια το επίπεδο των κριτηρίων με το οποίο κρίνεται και με το οποίο αξιολογείται δεν μπορεί να είναι το επίπεδο της τρέμουσας πολιτικής. Τι πρέπει να δούμε καθαρά από όλα αυτά. Στην αρχή αυτό το οποίο το επαγγελόμαστε συνεχώς και το ακολουθούμε σπανείως, δηλαδή την πλήρη αποφυγή της διχόνης. Φάνηκε καθαρά και είναι πολύ περίεργο διότι είναι τόσο πασιφανές, το επικαλούμαστε όλοι, αλλά δυστυχώς στο πολιτικό DNA της χώρας, ελάχιστα έχει καταφέρει να ενσωματωθεί, πρέπει να αποφεύγεται η διχόνη. Και η διχόνη δεν είναι μια ιδεατή έννοια κάπως στο υπερπέρα, αλλά είναι καθημερινή πολιτική πρακτική, είναι πολιτικός λόγος, είναι πολιτική αντίοψη. Το δεύτερο είναι η ανάληψη πολιτικού πόσους στην άσκηση τουλάχιστον της εξωτερικής πολιτικής. Ο Βενζέλος σε αυτό οφείλει να αποτελέσει φωτεινό παραδείγμα. Υπάρχουν δύο τεράστιες περιπτώσεις στην πολιτική του στρατιοδρομίδας, η οποία προκλητικά ενήριζε αντίθετα με την κοινή αντίληψη, με πλήρη αντίληψη του κόστους και με πλήρη διάθεση ανάληψης του κόστους. Το πρώτο είναι η γνωστή παρουσία του στην πλατεία συντάγματος, όταν βοούσε η πλατεία υπέρ της συντακτικής. Θυμάστε πολύ καλά, το ξέρετε όλοι, το θυμάστε όχι επειδή είναι της παρουσίας αλλά επειδή είναι της εκπαίδευσης. Φωνασκούσε η πλατεία συντακτική, απάντησε πρώτη φορά ο Βενζέλος «αναθεωρητική». Συνέχιζε η πλατεία συντακτική, οπότε απήθτησε ο Βενζέλος και τους είπε «ήπων αναθεωρητική». Και τελείωσε η συζήτηση εκεί. Και το δεύτερο, το λιγότερο γνωστό, είναι αυτό στο οποίο αναφερθήκαμε πριν, η Συνθήκη της Λοζάνδας. Δεν υπέγραψε η Συνθήκη της Λοζάνδας ο Βενζέλος με τον τρόπο που προηγουμένως σας είπα. Η σπίσμα της κυβερνήσεως των Αθηνών, όχι ως εντεταλμένος της, υπό τη λαϊκή αποδοχή και τον λαϊκό έδεκα. Δεχόταν συνεχώς χιλιάδες τηλεγραφήματα από προσφυγικούς συλλόγους, από πρόσφυγες, από άτομα που ανήκαν στο εκλογικό του σώμα, τα οποία τον χαρακτήριζαν συνεχώς προδότη. Άρα διαπραγματεύεται χωρίς την κάλυψη της κυβερνησίας του. Και με μια τεράστια πίεση απ' το δικό του εκλογικό σώμα. Τους πρόσφυγες, τους ανθρώπους που τον σύνειξαν στην τεράστια προσπάθειά του, οι οποίοι δεν του λένε απλώς διαφωνούμε, αλλά τον χαρακτηρίζουν προδότη. Και παρά ταυτό, πιστεύοντας ότι αυτή είναι η μόνη λύση για την πατρίδα και για το έθνος, υπογράφει τη συνθήκη της Λοζάνης αγνώντας. Η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να γίνεται με παραμέτρους δημοφιλίας ή εσωτερικής συνολικής αποδοχής. Όποιον τάση ή μοίρα να χειρίζει τα αυτά τα θέματα, οφείλει να τηρεί την παράδοση του μεγάλου αυτού ανθρώπου, που η φωτογραφία του βρίσκεται αριστερά μας εδώ στην πατρίδα του. Σας ευχαριστώ. Ευχαριστώ με τον κ. Δένδια. Μας έκανε μια ανάλυση, στάθηκε περισσότερο στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, με κάποιες προεκτάσεις στη συνέχεια. Η Λοζάνη, στην κρίσιμη στιγμή που ο Αλεξανδρής εμφανίστηκε, για να του διδάξει εξωτερική πολιτική, εντολοδόχος της κυβέρνησης Βονατά, κατά εντολή του Πλαστήρα, αλλά κυρίως κατά εντολή του Παγκαλού, η απάντηση του Βενζέλλου ήταν ότι αυτή τη συνθήκη θα τη βιούμε με το ρετσινόλαδο. Δεν υπήρχε άλλη λύση, δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα. Οι Αγγλογάλοι είχαν εγκαταλείψει κάθε διάθεση να στηρίξουν την Ελλάδα. Ο Κονδύλης είχε βγει και δήλωνε ότι αν οι Τούρκοι διέλθουν από την Ανατολκηθρά εκεί, οι Έλληνες θα σταματήσουν κάπου στην Αμεία, διότι ο δικός στρατός ήταν διαλυμμένος. Είχε βέβαια να συγκροτηθεί, να το αναγνωρίσουμε από τον Παγκαλού, αλλά η κατάσταση εξακολουθούσε να είναι δινή. Και βεβαίως αυτό που ζητούσε ο Βενζέλλος από την Ελληνική Κυβέρνηση, προκειμένου να επιτρέψει τον πόλεμο από τη Λοζάνη, ήταν να έχει την κάλυψη, διότι αυτό το ξεχνάμε συνεχώς, την κάλυψη της δικοσδομίας. Διότι ταυτόχρονα η Βουλγαρία ήθελε να αποφεληθεί για να εισβάλλει στην δευτική θράγη. Και ο Βενζέλλος ζήτησε από τον Αλεξανδρή να εξασφαλίσει την συμμαχία της δικοσδομίας στο θέμα της κατάληψης ανατονικής θράγης, αυτά μετά από τη μικρασέντικη καταστροφή. Μάλιστα έφτασε στο σημείο, να προτείνει στην ελληνική ηγεσία στην Αθήνα, ότι εάν γίνει κατορθοτόγικο, δηλαδή αναστηρίξει ένα ελληνοτοπικό πόλεμο, να δοθεί η Φλόρινα ως αντάλλαγμα στους μικροσλάγους, διότι ήταν οι μόνοι οι οποίοι μπορούσαν να παρέπουν στην περίπτωση που έκανε επιθετική ενέργεια η Βουλγαρία. Όλα αυτά δεν έγιναν, βέβαια, εφικτά. Οι Βουλγάδοι απέριψαν κάθε πρόταση, στήριξαν βέβαια διπλωματικά την Ελλάδα, αλλά η Συνθήκη της Λοζάνης ήταν η αναγκαία προϋπόθεση, για να συνέβει μια κατεστραμένη χώρα. Και μην ξεχνάμε ότι στην πραγματικότητα ήταν ένας πολιτικός τρίαμος. Οι Τούρκοι ζητούσαν τα πάντα, όταν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση της Λοζάνης. Εκλείωξη του Οικομενικού Πατριαρχείου, ολόκληρο τον πολεμικό στόλο της Ελλάδος, τη δυτική θράκη με δημοψήσεις μας, την ουδετεροποίηση των νησιών του Αιγαίου, τίποτα από αυτά δεν κέδεσαν. Τίποτα από αυτά δεν κέδεσαν. Ήταν λοιπόν ένας διπλωματικός τρίαμος ολχής και σημασία έχει ότι και σήμερα ακόμα, από τη μεριά της Τουρκίας, υπάρχει η αφυσβήτηση, προσπάθεια μάλλον αφυσβήτησης, της συνθήκης της Λοζάνης, η οποία όμως κατοχυρώνει τα σύνορα της χώρας μας. Και πρέπει να επαναλάβω μια μία ακόμη φορά, ότι μια συνθήκη ισχύει επάπυρον, αλλάζει μόνο με ένα πόλεμο. Αλλά θα ήθελα να ρωτήσω, σε αυτό το σημείο, ότι όπως γράφηκε ο Μαρκεζίνης, ο οποίος δεν είναι και ιδιαίτερα φιλόμερζελικός, λέει κάτι πολύ χαρακτήσικο, ότι αν είχε κερδίσει τις εκλογές του 1920 ο Μερζέλος, κατά πάσα πιθανότητα, η συνθήκη τόσων ευρών θα υφίστρα το μυάνο, αλλά όμως δεν θα ήταν η συνθήκη της Λοζάνης. Η χώρα θα είχε κερδίσει πολύ περισσότερα από όσα έχασε μετά τη μικρασιακή καταστροφή, και σε διαφορά την Ανατολική Θράκη. Οι Αφροσύνοι, αυτοί που διαδέχτηκαν το Μερζέλο, ήταν όταν μεσολάβισαν οι Αγγλογάλοι και έδιναν αυτονομία στη Σμύρνη. Να έφευγε βέβαια λοιπόν ο Κωνσταντός, έδιναν αυτονομία στη Σμύρνη και παραχώρησαν στην Ανατολική Θράκη στην Αλλάδα. Κάτι που είχαν αποδεχθεί οι Τούρκοι και το λέει και ο Ινωνού στην ενδεύξη που είχε δώσει στο Μαρκεζίνο. Το προσέφερα στο διαδόχος του Μερζέλου και το αρνήθηκαν. Ήθελαν πόλεμο στο Σαγκάρι. Τα αποτέλεσματα ήταν αναπόφευκτα. Αυτή η συζήτηση και οι προκειτάσεις και το θέμα του Κυπριακού, το οποίο είναι τεράστιο. Αυτό που ελέγχθη προηγουμένως ήταν πράγματι ότι η βασιλική κυβέρνηση του Ζαΐνη και όχι ο ίδιος ο Ζαΐνης, τα ανάπτωρα απέριξαν την πρόταση των Άγγλων για την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα. Αρνήθηκαν την προσφορά και μάλιστα και με το τέλος του πολέμου, αλλά ταυτόχρονα με την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Είχε προηγηθεί βέβαια η παρέτηση Βενζέλου και είχε διοριστεί μια κυβέρνηση ανακτορική, η οποία κατά εντολή των ανακτώρων απέριξε την πρόταση με την επίκληση όλοι οι κύκλοι εκεί, οι βασιλικές εφημερίδες, ισχυρίζονταν ότι θα μας δώσουν την Κύπρο, και θα μας δώσουν την Αθήνα και τους ιστομπόρια. Αυτή ήταν η απάντηση, διότι είχε γίνει μια λόκληρη διαδικασία, μια συνενόηση με το κόμμα του Φιλελευτέρου, και για να ξεκινήσει μια προσπάθεια από την Κύπρου και να έρθει ο αρχιεπίσκοπος της Κύπρου στην Αθήνα ξαφνικά και να αναγγελθεί η πρόταση των Αγγλων ώστε να εφνιδιαστεί ο Κωνσταντίνος και τα ανάκτωρα και να υποκύψουν. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε, διότι τα πολεμικά γεγονότητα επέστρεψαν την πρόταση και έτσι κάθηκε μία μοναδική ευκαιρία. Αλλά το Κυπριακό έτσι συνέχεια το 1931. Εκεί φαίνεται για μια ακόμη φορά ο ρεαλισμός και αποφασιστικότητα του Δεν Ζέρχ. Διότι και το 19, στη διαπραγματεύση για την ειρήνη, είχε φτάσει πολύ κοντά η Ένωση της Κυπρίας με την Ελλάδα. Και δεν ξέρω εάν θα είχε συμβεί, αν δεν είχε ακολουθήσει η κλογική του Ίτα το 1920. Αλλά το 1931 που έχουν αλλάξει τα πάντα, δεν δυστάζει να αποδοκιμάσει το κίνημα των Κυπρίων του 1931 που πήγε πάρα πολλά χρόνια πίσω το κυπριακό ζήτημα. Το αποδοκίμασε, βγήκε στη Βουλή, ενώ τους είχε προειδοποιήσει προσέξτε να ακολουθήσετε το παράδειγμα της Κρήτης. Η σταδιακή προσέγγεση προς την Ένωση. Να έχετε άρεστα σχέσεις με τους τουρκοκυπρίους. Μην τους αποξενώσετε. Διότι θα το πληρώσει Κύπρος. Τους πρότεινε ένα καθεστώς να διεκρυγκύσουν, ένα καθεστώς της Ινδίας, που το είχε πετύχει τότε η Ινδία. Αντα αυτού υπήρξε ένα κίνημα απονενοημένο, το οποίο πράγματι έφερε το κυπριακό πολλά χρόνια πίσω. Στο σημείο αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να σταματήσουμε αυτήν την πολύ ενδιαφέρονση συζήτηση. Θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Σταθάκη, ποιος μας έκανε πράγματι μια υψηλού επίπεδο διάλεξη, τον κ. Δένδια, που μας μίλησε ιδιαίτερα για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και που πράγματι η εξωτερική πολιτική είναι ένα εμπέστητο θέμα και εγώ επιτρέψα να προσθέσω να πω ότι οι κυβερνήσεις μετά το Βενζέλο φοβήθηκαν το πολιτικό κόστος πάρα πολύ σε μεγάλα εθνικά θέματα. Αλλά για αυτά ας συζητήσουμε μια άλλη φορά. Αυτό δηλαδή που ήταν ο ευθρός του Βενζέλο, ο λαϊκισμός και η δημαγωγία στην εξωτερική πολιτική, ατυχώς σαν κανόνας δεν πέρασα στην εξωτερική πολιτική των κυβερνήσεων, ιδιαίτερα στον Κυπριακό, με το άνοιγμα του Κυπριακού, με αυτό τον άθλιο τρόπο που ανοίχθηκε το Κυπριακό στον ΟΗΕ, παρά τις χοβερές προειδοποιήσεις που είχαμε από όλους, χωρίς συμμαχίες. Αυτό δηλαδή που πρέσβευε ο Βενζέλος ότι χωρίς συμμαχίες δεν μπορούσε να κάνεις εξωτερική πολιτική, αυτό κάναμε στον Κυπριακό, ανοίγοντάς τον στον ΟΗΕ. Ήταν μια μεγάλη αποτυχία η οποία κατέληξε στην Κυπριακτή τραγωδία. Κυρίες και κύριοι, ευχαριστούμε πάρα πολύ για την παρουσία σας, ήταν μια εξαιρετική βραμμιά.