ΜΙΤΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗΣ 17η ομιλία ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ /

: Ομιλία του Κύκλου Ομήτος Σαρειάδνης. Καλωσορίζομαι όλους τους φιλίστρους χειρακλειώτες, καλωσορίζομαι τους αρχαιολόγους που σήμερα εκπροσωπούνται σε μεγάλο αριθμό και μας χαροποίει αυτό ιδιαίτερα, την διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου, την κυρία Στέλλα Μανδαλάκη, η οποία θα προλογήσει και τον...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: ΔΗΜΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=hEk26WCE01k&list=PLITunReLRSuT9t2owFcyBY_GuvoPHqUiI
Απομαγνητοφώνηση
: Ομιλία του Κύκλου Ομήτος Σαρειάδνης. Καλωσορίζομαι όλους τους φιλίστρους χειρακλειώτες, καλωσορίζομαι τους αρχαιολόγους που σήμερα εκπροσωπούνται σε μεγάλο αριθμό και μας χαροποίει αυτό ιδιαίτερα, την διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου, την κυρία Στέλλα Μανδαλάκη, η οποία θα προλογήσει και τον ομιλητή, τις πρώην διευθύντριες του Μουσείου, κυρία Αλεξάνδρα Καρέτσου, κυρία Νότα Δημοπούλου και τον κύριο Γιώργο Ρεθιμιωτάκη, επίσης πρώην διευθυντή του Μουσείου. Καλωσορίζουμε τον πρώην Πρύτανη, κύριο Μιχάλη Ταρδάκη, την πρώην κοσμήτορα της μαθηματικής, κυρία Σουζάννα Παπαδοπούλου. Καλωσορίζουμε τον κύριο Νίκο Λεβεντάκη, πρώην Πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελτηρίου και τον κύριο Στέλιο Καστρινάκη, πρώην Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλόγου. Τους ξεναγούς μας, τους φιλολόγους και όλους τους ηρακλειότες που μας τιμούν σήμερα με την παρουσία τους. Αυτά όλα εκ μέρους της Προέδρος μας, της κυρίας Άννας Παπαχρονάκη, της Συντονιστικής Επιτροπής και της Οργανωτικής Επιτροπής αυτών των ομιλειών. Σήμερα θα συντονίσει την εκδήλωση ο κύριος Γρηγόρης Σιφάκης, ο οποίος είναι γλύπτης και γνωστός σε εσάς διότι έχει συντονίσει ήδη άλλες δύο ομιλίες. Κύριε Σιφάκη, έχετε τον λόγο. Καλημέρα σας. Καλημέρα σας. Ακούγομαι? Θα ήθελα να σας παρακαλέσω και στο τέλος να σας διαβάσω και δύο ανακοινώσεις και να μείνετε μέχρι τέλος. Ναι, δεν ακούγομαι? Πιο κοντά. Σας καλωσορίζω καταρχήν διότι, επαναλαμβάνω, χωρίς εσάς, δεν θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει τίποτα και χωρίς τους αξιόλογους και αξιότιμους ομιλητές μας. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ και καλώ την κυρία Μανδαλάκη, τη Στέλλα, τη διευθύτρια του Μουσείου, να παρουσιάσει τον κύριο Σιδηρόπουλο σαν επιστήμονα και ειδικό στην ομιλία που θα μας κάνει σήμερα στη διάλεξη σχετικά με το θέμα των νομισματών. Το λόγο ειστεί, κύριε Μανδαλάκη. Εντάξει, πούμε. Καλημέρα σας. Αξιότιμοι κύριοι Βασιλάκη, αξιότιμοι αμέλοι της Ευράκριας Πρωτοβουλίας, αγαπητοί συνάδελφοι, κυρίες και κύριοι. Η συμβολή μου στη σημερινή διάλεξη προλογίζοντας τον ομιλητή οφείλω να ομολογήσω δεν είναι ό,τι απλούστερο μου έχει ζητηθεί. Όχι γιατί το βιογραφικό του δεν είναι επαρκώς πλούσιο για να αντιληθούν τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν την προσωπικότητά του, ούτε γιατί η παρουσία του είναι άγνωστη στο κοινό της πόλης του Ηρακλίου και όχι μόνο. Οφείλει κυρίως στη μετριοπάθεια του χαρακτήρα του και στην αυστηρότητα που αντιμετωπίζει ο ίδιος τον εαυτό του, πράγμα που επιβάλλει τα όποια σχόλια να εντάσσονται σε συγκεκριμένα πλαίσια σαφώς καθορισμένα, τα οποία δεν θα υπερβαίνουν την αίσθηση του μέτρου, όπως το αντιλαμβάνεται ο μιλητής, σε σχέση με τη μέχρι τώρα επιστημονική του πορεία. Κινδυνεύοντας λοιπόν να ολιστήσω σε υπέρβαση των ορίων που έχει προσδιορίσει ο ίδιος για τον εαυτό του, θα προσπαθήσω να σκιαγραφίσω την επιστημονική του παρουσία. Ο Κλεάντης Σιδηρόπουλος, αν και γεννημένος της ΕΡΕΣ, με αφορμή της πανεπιστημιακής σπουδές του, συνδέθηκε με την Κρήτη, όπου έχει ουσιαστικά έδρα ζωής από τη δεκαετία του 80' ως σήμερα. Στο μεσοδιάστημα, φρόντισε να επεκτείνει τις γνώσεις του σε θέματα νομισματικής στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας στη Γερμανία και στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια στην Ιταλία. Μετράει συμμετοχές σε ανασκαφές και επιφανειακές αρχαιολογικές έρευνες σε διάφορες θέσεις στη Νότια Ελλάδα και την Κρήτη. Στον ανατολικό τομέα της αρχαίας Ελεύθερνας, ωστόσο, και στην αρχαία Μεσίνη, έχει επενδύσει δεκαετίες εργασιακού κόπου και έρευνας, συμμετέχοντας ενεργά, υπό την καθοδήγηση και διεύθυνση του καθηγητή Θέμελη, στην ανασκαφή κτιρίων κάθε είδους και εποχής από τα νεοειθικά έως και τα μεσεωνικά χρόνια, καθώς επίσης στη λειτουργική αναστήλωσή τους, παράλληλα με την καταγραφή των κινητών ευρημάτων και τις οργανωτικές υποχρεώσεις των εκάστων έργων. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε περιοδικά, συλλογικούς τόμους και πρακτικά συνεδρίων, επιμελήθηκε εκδόσεις με αντικείμενο την ομισματική και γενικότερα την οικονομική ιστορία της Δυτικής Ελλάδας και της Κρήτης από τα αρχαϊκά χρόνια ως την εποχή μας, συχνά σε συνεργασίες με συναδέλφους αρχαιολόγους και ιστορικούς. Λόγω της ενασχόλησής του με την αναστήλωση στην πράξη, έχει εμβαθύνει σε θέματα αρχιτεκτονικής για αρχαία μνημεία του ενδιαφέροντός του και οι απόψεις του έχουν καταγραφεί σε σχετικά δοκίμια. Παράλληλα, ασχολείται διεξοδικά με τη νεότερη ιστορία της Μεγαλονίσου και της πόλης του Ηρακλείου ειδικότερα επειδή θεωρεί ότι η ιστορία είναι μία, άσχετα αν την προσεγγίζει κανείς, μέσα από νομίσματα, επιγραφές, όστρα καγγίων ή αρχαιακά έγγραφα ελληνιστικών, βυζαντινών ή νεότερων χρόνων. Συνακόλουθα, η πληρέστερη κατανόηση του παρελθόντος οφείλει να διατρέχει εποχές και να αξιοποιεί κάθε δυνατή πηγή πληροφόρησης πέρα από τις βολικές, μοντέρνες επιστημονικές εξειδικεύσεις. Η ολιστική αυτή αντιμετώπιση της ιστορικής γνώσης προσδίδει οικιότητα και ανθρώπινη διάσταση στις επιστημονικές του προσεγγίσεις, μετατρέποντας τη στήρα επιστημονική πληροφορία σε καθημερινή ανθρώπινη ιστορία, ενώ ιστορική εξέλιξη αναλύεται σε ένα σύνολο από τέτοιες οικείες καθημερινές ιστορίες. Η βιωματική αυτή μελέτη και παρουσίαση του ιστορικού γίγνεσθε είναι φυσική συνέπεια της αγάπης του για την ομισματική και της βαθιάς γνώσης του επιστημονικού του αντικειμένου. Επί σειρά ετών, οι αρχαιολόγοι της Κρήτης απευθυνόμαστε στον Κλιανθη Σιδηρόπουλο για τη μελέτη των ομισμάτων που βρίσκουμε στις ανασκαφές. Η πρόσφαστη ένταξή τους στο επιστημονικό δυναμικό του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιρακλίου διασφάλισε την πληρότητα και εγκυρότητα της παρουσίασης της νομισματικής συλλογής, η οποία είναι δικό του έργο, όπως και η νομισματική έκθεση του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης. Στην παρούσα φάση, προετοιμάζει την αντίστοιχη έκθεση και για το Μουσείο Μεσαράς. Όντας σαν ήσυχο πνεύμα που γοητεύεται από το καινούριο και πλήτει γρήγορα με το παλιό, σχεδίασε και υλοποίησε καινοτόμες εκπαιδευτικές δράσεις που αναδεικνύουν τις συλλογές των προαναφερόμενων μουσείων, ενώ παράλληλα ως αρχαιολόγος του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιρακλίου επιμελείται τη διοργάνωση περιοδικής έκθεσης σε συνεργασία με τις εφορίες αρχαιοτήτων της Κρήτης. Αγαπητέ Κλεάνθη, ελπίζοντας ότι η προσωπική μου αίσθηση της γενικότερης παρουσίας σου συνάδει με τους δικούς σου αυστηρούς κανόνες αυτοεκτίμησης, σου παροδίδω το βήμα για να μας ταξιδέψεις στη γοητευτική ιστορία του Χάνδακα μέσα από τα τεκμήρια της νομισματικής. Θα σας ευχαριστώ. Κύριε Κλεάνθηνε, έχετε το λόγο. Εξάλλου, καλώς η κυρία Μαυδαλάκη, σας έδωσε το λόγο. Ναι, με σόκαρε και λίγο όμως. Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, από σήμερα μπορώ να συνυπολογίζω τον εαυτό μου στους τουχερούς εκείνους υπαλλήλους, που από παλιά μακάριζα, γιατί ο προηστάμενός τους είχε ξεχωριστά θετική άποψη γι' αυτούς και κυρίως δεν δίσταζε να την εκφράζει δημόσια. Ευχαριστώ λοιπόν θερμά την Στέλα Μαυδαλάκη για την καλημέρα της διάλεξης. Εννοείται ότι υπερέβαλε και θα με θυμηθείτε στο τέλος. Δεν είμαι λιγότερο ευγνώμων στην Ιράκλια πρωτοβουλία ως υποκινητή της παρούσας διάλεξης και βέβαια σε όλους εσάς ως λειτουργικά συμμέτοχους, κυρίως γιατί προτιμήσατε την ομισματική από τα τραπεζοκαθίσματα του Δουκικού Ανακτόρου ή την παραλία του Καρτερού. Η προφανή σκέψη των οργανωτών να διατάξουν τις ομιλίες σε μια χρονολογική σειρά περιεχομένου από τα προηστορικά ως τα νεότερα χρόνια φέρνει την σημερινή σε ρόλο ιστορικής επανάληψης. Ο τίτλος υπόσχεται ανασκόπηση από την αραβοκρατία ως το σήμερα. Κάποια πρόσφατα ευρήματα όμως από τις διαρκείς ανασκαφές στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιρακλίου ενθάρρυναν μια επιμήγκυνση του ταξιδιού με προημότερη εκκίνηση από προχριστιανικές εποχές. Ο χρόνος κάνει κύκλο. Από το ελληνιστικό Ιράκλειον ως το Ραπτ Ελχανδάκ και από εκεί στο τορινό Ιράκ. Στόχος μας είναι να περιλαμβάνει με τον απαραίτητο σχολιασμό και μέσα στα ιστορικά του συμφραζόμενα τις νομισματικές εκδόσεις που κόπηκαν στην πόλη, τα μολυδόβουλα, τα μετάλλια, τις ωζέλες ακόμα και τις φραγίδες που συσχετίζονται μαζί της αν διάφορα απαρήχθησαν εδώ ή απλώς βρέθηκαν για κάποιο λόγο και σκοπό στο έδαφός του. Το κνωσιακό, το κνώσιο Ιράκλειο, όπως λένε οι πηγές στη βαριά σκιά της άμεσης γειτονός του διατήρησε από την αρχαιότητα έως και τους πρόημους βυζαντινούς χρόνους τον χαρακτήρα του δορυφόρου. «Έχει δε πίνιον το Ιράκλειον η κνωσός», κατά το γεωγράφο Στράβωνα. Ο οικισμός, χωρίς ουσιαστικό ζωτικό χώρο διακριτό από εκείνον της κνωσού, δύσκολα θα αποκτούσε οικονομική, δημογραφική και πολιτική οντότητα ικανή για να την διαφοροποιήσει από την πόλη του Μίνωα. Το επιβεβαιώνουν τόσο η απλή γνώση της γεωγραφίας της περιοχής όσο και η κοινά παραδεχτεί κανόνες για τη σύσταση και αυτοτέλεια των αρχαιοελληνικών πόλεων. Εν τούτης, οι πηγές δείχνουν ότι σε κάποιες χρονικές περιόδους το επίνιον ή πολισμάτιον απέκτησε ή κέρδισε ή του χαρίστηκε μια πολιτειακή αυτονομία. Το υπονοεί η συμμετοχή του σε συνθήκες ασυλίας γύρω στα μέσα του τρίτου αιώνα ανάμεσα στη Μίλητο και την Κνωσό στο πλευρό της Δεύτερης. Το κείμενο λέει «διαφυλάττωμεν ταν φιλίαν και ταν έβνιαν ταν υπάρχουσαν εκ των πρότερων χρόνων προσαλήλους, καθάπερ δίκαιον εστί». Και υπογράφει Κνωσός και ακολουθεί κατά τα αυτά, δηλαδή ομοίως, Ηρακλαιότε. Συνηγορούν προξενικά ψηφίσματα προς τιμή Ηρακλαιωτών στη Γόρτινα και στην Άπτερα, των ελληνιστικών χρόνων επίσης. Στο ίδιο πνεύμα εξεταζόμενες οι νομισματικές εκδόσεις σε χαλκό που τις αποδίδανταν παλιότερα ως αβέβαιες, καθότι η κοπή νομίσματος προϋποθέτει πολιτιακά ανεξάρτητη εκδότηρη αρχή, γίνονται τώρα ασφαλέστερες. Στη βίβλο της κριτικής νομισματικής, το έργο του Ιωάννης Βορώνου, «Νομισματική δε λαχρέτ ανσιέν» αναφέρονται δύο παραλλαγές με όμοιες παραστάσεις. Στην διαφάνεια φαίνονται τα λήματα και δεξιά εικόνες τους. Στην κύρια όψη είναι πρόωρα καραβιού διακοσμημένη με ακροστόλιο και στρογγυλία σπίδα, ενώ στην πίσω ένα αστέρι. Ουσιαστική λεπτομέρεια το ότι στην δεύτερη υπάρχει το αρχικό γράμμα «η» του εθνικού ονόματος «Ιρακλειωτών» ίσως. Καθώς τρία στα τέσσερα γνωστά παραδείγματα έχουν ιρακλειώτικη προέλευση και σήμερα με τη διαφάνεια αυτή έρχονται να προσθεθούν άλλα δύο από τη νομισματική συλλογή του Μουσείου Ιρακλείου πάντα, νομίζουμε ότι μπορεί το Ιρακλείο να ενταχθεί πλέον στον κατάλογο των βέβαιων νομισματικά ενεργών πόλεων του νησιού. Δεδομένου ότι καμιάς άλλης τοπικής αρχαίας πόλης το όνομα δεν αρχίζει από «η». Για πιθανούς ητιακούς ακροατές να αναφέρω ότι οι ανασκαφές στην Ιτία-Σιτία δεν απέδωσαν τέτοια νομίσματα. Σαν να μην έφτανε αυτό, εντοπίστηκαν πρόσφατα στα άδητα του Μουσείου Ιρακλείου με καταγεγραμμένο χώρο έβρεσης την «κνοσό» δύο πανωμοιότυπα μεταξύ τους μικρά χάλκινα νομίσματα. Στη διαφάνεια σας δείχνω το καλύτερα διατηρημένο. Στην κύρια όψη εξάχορδη λίρα, στην άλλη κατακόρυφα το ρόπαλο του Ιρακλή και η συγκεκρομένη επειγραφή «Ιρακλέ» δηλαδή «Ιραγλιοτών». Δεν ξέρω αν μπορεί να καταλάβετε το σοκ της πρώτης αναγνώρισης. Πάντως μετά από αυτό αναζητήθηκε το νόμισμα αυτό στην τρέχουσα βιβλιογραφία και ως τώρα στάθηκε δυνατό να εντοπιστούν στο Βρετανικό Μουσείο δύο μόνο όμοια παραδείγματα αποδιδόμενα όμως στην Ιράκλεια της Καρίας. Όμως, στην ομοσμοτικοποία αυτής της μικρασιατικής πόλης η παράσταση της λίρας και κάθε ασχετικός θεός είναι εντελώς ξένη και χωρίς να βρίσκεται σε απαγορευτική απόσταση από το νησί μας δεν υπήρχαν ποτέ ανάλογα κριτικά ευρήματα της, τουλάχιστον τα γνωρίζουμε. Μάλιστα, τα βρετανικά αυτά μουσιακά κομμάτια δορήθηκαν το ένα από έμπορο της Μύρινης το 1841 και το δεύτερο από τον γνωστό για τις ανασκαφές του στην Ανατολική Κρήτη, αρχαιολόγο Ρίτσαρν Σύγκερα. Άρα, κάλλιστα μπορούν να προέρχονται ομοίως από την Κρήτη και επομένως να μη σχετίζονται με τη μικρασία. Αν και ακόμα η απόδοση της κοπής στην Ιράκλεια δεν έχει την επιθυμητή αρνητική τεκμηρίωση επί μικρασιατικού εδάφους, προτείνουμε ως πιθανή την προσγραφή της Ιράκλειο και όλες τις παραπάνω χάλκινες εκδόσεις που σας έδειξα ως το νομισματικό παρακολούθημα της αυτόνομης παρουσίας της κριτικής πόλης στον τρίτο προχωριστιανικό εώνα τουλάχιστον. Τεκαετίες τώρα ακούμε και διαβάζουμε ότι σε σωστικές ανασκαφές στην πόλη μας ανεβρίσκεται πληθώρα νομισμάτων. Έχουμε μόνο κάποια αόριστα νούμερα και αόριστους χαρακτηρισμούς χρονολογικούς. Δυστυχώς τα μόνο που δημοσιεύτηκαν ως τώρα είναι 51 κομμάτια από έρευνα του 1967 στο χώρο του Αγίου Πέτρου και συνοπτικά κάποια από το οικόπεδο των γραφείων του Μουσείου. Εγνώση λοιπόν της λειπτικότητας της πληροφορίες μας από τον ελληνιστικό οικισμό που δεν ξεπερνούσε ανατολικά τη σημερινή Οδόμποφορ, νότια την Δεδάλου, δυτικά την 25ης Αυγούστου ή φυσικά το αμουδερό Μικρό Λιμάνι, αθρίζουμε παραδείγματα από κοντινές λίγοες πολυπόλεις της κεντρικής Κρήτης όπως την Κνωσό, τη Ράβκο, τη Λίτο, τη Γόρτινα, δυτικότερα την Αξό, την Άπτερα και την Κιδονία. Εξοκριτικά μνημονεύονται άπαξ αργυρά ροδιακά. Όλα μάτυρες μιας εξωστρεφούς συναλλακτικής οικονομίας. Το ρωμαϊκό Ηράκλειο στα ίδια όρια επιβεβαιώνεται από τα αρχαιολογικά κατάλυπα οικισμού και νεκρονταφίων. Τις γραπτές πηγές επίσης, όπως πηχεί τον σταδιασμό, έναν οδηγό για τους ναυτιλωμένους που αναφέρει για το Ηράκλειο «Πόλης αισθήν, έχει λοιμένα και ύδωρο». Και με μονομένα ευρήματα, όπως αυτά της διαφάνειας, το επιβεβαιώνουν. Είναι εκδόσεις της ρωμαϊκής κολόνια γνωσιένσης και κρατικές αντίστοιχες της Ρώμης. Με την εκκλησιαστική πηγή που αναφέρει επίσκοπο Ιράκλειας αντί Ιράκλειου στη Σύνοδο της Αρδικής το 443, συνάδουν νομίσματα του 4ου αιώνα από την πόλη ανασκαφικά. Στην πρώτη Βυζαντινή περίοδο φαίνεται ότι η κατοίκηση επεκτείνεται πέρα από τα παλιά όρια της. Οικοδομικά κατάλυπα σε οικόπεδα, όπως στην οδό Κορονέου, στην Καστέλλα και αλλού, υποστηρίζονται από ευρήματα νομισμάτων Ιουστινιανού, Φωκά, Ιράκλειου και Κόνσταντα του 6ου και 7ου αιώνα δηλαδή. Πάντα καθημερινά χάλκινα, τυχαίες απώλειες προσεξίας. Η σιωπή των νομισμάτων στους σκοτεινούς λεγόμενους αιώνες 8ο και 9ο είναι κοινόστρο, όπως στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Το Ιράκλειο δεν θα μπορούσε να ξερρείται. Παρ' όλα αυτά, στα τέλη του 7ου ή στις αρχές του 8ου ίσως πρέπει να το αποθετηθεί η κατασκευή ενός διευρυμένου οχυρωματικού περίβολου που περιλάμβανε όλο το θαλασσινό μέτωπο βόρεια και ως τη σημερινή οδό Χάντακος στα δυτικά με τάφορο. Αυτόν που εντόπισαν σε διάφορες χρονικές τυρμές σωστικές ανασκαφές οικοπαίδων από συναδέλφους της μάχημης αρχαιολογίας. Εκεί και ο Θεόδωρος επίσκοπος Ιρακλίου Πόλεος στα 787 κατά το κείμενο. Τότε, κατά την ταπεινή μου γνώμη, πρωτονομάστηκε και Kastrum έναν όρο δηλαδή που είναι ρωμαϊκός, όχι βενετικός γιατί σε μια τέτοια περίπτωση θα καλούνταν Καστέλι. Θα θυμάστε ότι κάστρο και μεγάλο κάστρο είναι το Ιράκλειο όχι ποτέ Καστέλι όπως και τόσα άλλα στην Κρήτη. Καστέλι παντού. Και οι Άραβες αυτό το Kastrum μετάφρασαν σε Rapt και προσέδεσαν το προσιβωρικό Ελεχαντάκ κάστρο της τάφορα δηλαδή. Η πόλη μοιάζει να ενδυναμώνεται δημογραφικά να προφυλάσσεται με τείχος από τις όλο και πιο επικίνδυνες, όλο και πιο συχνές θαλασσινές αραβικές επιθέσεις. Και δεν πιστεύω ότι εξάντλησε το πληθυσμιακό απόθεμα της πρωτοβυζαντινής κνωσσού όπως έχει γραφτεί γιατί εξακολουθεί η κνωσσός να ζει όπως ανάμεσα στα άλλα και η κυκλοφορία των νομισμάτων στο έδαφος της δείχνει. Σχετικά πρόσφατα τέσσερα μολυβδόβουλα 7ου ή 8ου αιώνα προσέδεσαν το βάρος της μαρτυρίας τους καθώς προέρχονται από το βουλωτήριο της Μονής της Αγίας Θεοδότης προσέξτε τον οπισθότυπο της πόλεως κνωσσού. Είναι εκεί η κνωσσός. Η Μονή είναι στην πόλη Κνωσσό. Όσο λοιπόν και αν τα δύο οικιστικά κέντρα Ηράκλιο και Κνωσσός λειτουργούσαν ως συγκοινωνούντα δοχεία δεν είχαν ακόμα εξαλείψει η μία την άλλη όχι πριν την αραβική κατάκτηση του 829 η οποία θα αλλάξει τα δεδομένα για πρώτη φορά τόσο δραματικά υποβαθμίζοντας την Κνωσσό σε ασήμαντο, συγκριτικά, χωριό για πάντα. Από την άποψη της νομισματικής το αραβοκρατούμενο κάστορο της τάφρου θα γίνει έδρα νομισματοκοπείου μετά από πολλούς αιώνες. Στα 130 περίπου χρόνια της περιόδου εκδόσεις και στα τρία βασικά μέταλα χρυσό, άργυρο και χαλκό θα δουν το φως για την διευκόλυνση μιας οργανωμένης μικροοικονομίας στον κριτικό Εμηράτο. Η εμπαθής χαρακτηρισμή και η θρησκευτική αντιπαλότητα διόγγωσε για τους Άραβες ως κληρούς ληστές, πειρατές και σε λοιπά συναφεί επαγγέλματα μάλλον δεν ήταν απόλυτα ακριβής και δεν τους έβρισκε και τόσο αποκλειστικής απασχόλησης. Ποια στρατοκρατούμενη πολιτεία με τόσο περιορισμένη δημογραφική και γεωγραφική βάση θα νιαζόταν για διευκολύνσεις στις ειρηνικές συνελλαγές μεγάλης έως ελάχιστης αγοραστικής αξίας στην κάθε μέρα της κόβοντας δικά της νομίσματα και μάλιστα με ποσοτική έμφαση στα εμφτελή χάλκινα που κατά δεκάδες βρίσκονται στην πρωτεύουσα του Εμηράτου και μάλιστα δεν θα δίσταζε να χρησιμοποιήσει για τον ίδιο σκοπό νομίσματα του εχθρού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο χρυσός σόλιδος του Θεόφυλου και παραδειδόμενα σύγχρονα της αραβικής κατοχής Βυζαντινά χάλκινα νομίσματα με τόπο έβρεσης στη σημερινή πόλη του Ηρακλείου καθιστούν τις διάσπαρτες γραπτές μαρτυρίες για εμπορικές συναλλαγές των αραβοκρητών με τον χριστιανικό κόσμο αληθοφανέστεως. Το ίδιο δείχνουν και τα αντίστροφα ευρήματα η ανέβρεση δηλαδή στην Αθήνα, στην Κόρινθο στη Βυζαντινή Μικρασία αραβοκρητικών νομισμάτων. Είναι γνωστό ότι το πρώτο μουσουλμανικό διάλειμμα στο έδαφος του νησιού διέκοψε η ανακατάληψή του από το στράτευμα υπό τη διοίκηση του δωμέστηχου των σχολών Νικηφόρου Φωκά στα 961. Χίλια χρόνια μετά ένα εξαιρετικό έργο του γλύπτη Χρήστου Καπράλου θα συνδυαστεί με την επιλεγμένη συγκυρία του πρώτου κριτολογικού συνεδρίου που οργανώθηκε από την εκεί και παραγγελειοδότη του μνημείου για τον Φωκά όσο και του Μεταλίου που σας δείχνω. Διαθέτουμε αρχαιιακές μαρτυρίες που παραδίδουν την όλη πορεία της υλοποίησης του Μεταλίου και τα κόστι, καθώς και την αγωνιώδη αναζήτηση του χαράκτη να βρει ένα νομισματικό πρότυπο που το βρήκε αναγκαστικά στα χρόνια της αυτοκρατορικής θητείας του Φωκά, δηλαδή μερικά χρόνια μετά από τις κριτικές του Δάφνες. Το Άστι ανάμεσα στις δύο κατοχές, την αραβική και την βενετική, τους αιώνες της επανένταξής της δηλαδή στην Βεζαντινή επικράτεια, εδραιώθηκε ως το δημογραφικό και διοικητικό κέντρο της Κρήτης. Κατάλυπα εκκλησιαστικών αλλά και κοσμικών κτιρίων όπως παραδείγματος χάρη οργανωμένων δημόσιων λουτρών και τα σύγχρονα τους νομισματικά ευρήματα το υποστηρίζουν. Τότε συντελέστηκε και η μετάθεση της έδρας του Μητροπολίτη Κρήτης από την ερυπωμένη Γόρτινα, διατηρώνοντας όμως την εικονογραφία του Αγίου Τίτου στα Μολυβδόβουλα για την αναγκαία αίσθηση της συνέχειας. Για του λόγου το αληθές, στη διαφάνεια αποδίδονται τα Μολυβδόβουλα του Μητροπολίτη Κρήτης που αποκαλύτεσαν συγκεκριμένα πρόεδρος ή αρχιεπίσκοπος, όταν είχε έδρα όμως την ρωμαϊκή και πρωτοβυζαντινή πρωτεύουσα του νησιού, δηλαδή τη Γόρτινα, και εδώ η μετάβαση στο Χάνδακα με τον Αγιο Τίτο να παραμένει, έστω και μερικά, ως το σύμβολο για την κεφαλή της Κριτικής Εκκλησίας. Σύμβολο το οποίο παρέλαβαν και υιοθέτησαν και οι Βενετοί. Το βλέπετε στη σφραγίδα του πολιτικού τους δικαστηρίου όπου απλώς ο Τίτος, ο Άγιος Τίτος αποδίδεται με τον τρόπο των καθολικών. Κάτω, στο μετάλλιο για την επανακομιδή της Κάρας του, το 1965, ο Άγιος επανέρχεται στο βυζαντινό εικονογραφικό τυπικό. Ο εκκλησιαστικός τίτλος που εμφανίζεται στα μεσοβυζαντινά χρόνια γυρίζει σελίδα στο τοπονομικό της πόλης. Στο βαθμιακό έγγραφο αναφέρεται επίσκοπος της θεοσός του πόλεως Κνωσού ήτοι του Χάντακος. Και στην αρχή της Βενετοκρατίας επίσκοπους Κονόξο δε μπούργο κοιβητά της Κάντητε. Δηλαδή επίσκοπος Κνωσού στο βούργο της πόλεως Χάντακος. Χάντακας πλέον και τουλάχιστον ως επισκοπή ταυτίζεται και σε δεύτερο χρόνο ξαφανίζει το ονοματολογικό κατάλυπο της Κνωσού που θα μείνει μόνο για τις αρχαιογνωστικές αναζητήσεις του Μεσαίωνα και στις εικονογραφήσεις των λαμβυρίνθων. Στενά οικονομιστικά οι σωστικές ανασκαφές οικοπέδων απέδωσαν νομίσματα της εποχής αντίστοιχα με το υπόλοιπο νησί και το όλο Βυζάντιο σε Χαλκό όπου πλεονάζουν οι λεγόμενες φόλεις της μακεδονικής δυναστίας κοπές που λέγονται έτσι γιατί δεν αναγράφουν ονόματα αυτοκρατόρων και μετά τον καιρό των κομνίνιων αρχοντόπουλων τα τραχαία αποκράμα και τα μικρότερης αξίας τετάτηρα. Τα χρυσά υπέρπειρα που τυχαία βρέθηκαν κρυμμένα σε μικρό πύληνο αγγείο κοντά στον Πεντανάκη ίσως εξαιτίας του διάχειτου φόβου μετά την κατάληψη της βασιλεύωσας στρατιωτικούς στα 1204 ταιριάζουν καλά στις αποταμαιευτικές συνήθειες της βυζαντινής ελίτ στρατιωτικής ή εκκλησιαστικής συνήθως. Η γητίνιαση με το παράκτυο τείχος συνογωρεί υπέρ ενός εκπροσώπου της πρώτης στην περίπτωση μας. Η βενετωκρατούμενη Κρήτη ως γνωστό αποτελούσε από το 1211 ουσιαστικά τη σημαντικότερη αμπικία και την εκτενέστερη εδαφική επικράτεια της δημοκρατίας των Δόγιδων. Μεγάλη μπουκιά για ένα κράτος μητρόπολη διοικητικά απροετοίμαστο και δημογραφικά αδύναμο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι αναμνιστικά μετάλλια του απικισμού εκδόθηκαν όταν πια την είχε απολέσει οριστικά. Χαρακτηριστικό το απεικονιζόμενο, τιμητικό ενός από τους ηγέτες των Βενετών επίλειδων του Τζιωβάνη Μπαρμπαρίγκο. Στο ιδεαλιστικό ημίτομο πορτρέτο με τη σημαία του Αγίου Μάρκου η πίσω όψη προσθέτει μια φανταστική απεικόνιση της αποβίβασης στα 1211 των απίκων στο λιμάνι του Χάνδακα ενώ υπερήπταται θεϊκός σημάδι ο αετός του Δία με τον Κεραυνό στα νύχια του. Μόνο που τα τύχει βέβαια του 17ου αιώνα και όχι του 13ου. Πάντως, οι συνέπειες της βενετικής αδυναμίας φάνηκαν στους δύσκολους πρώτους αιώνες της κατοχής του νησιού με τους οργανωτικούς αυτοσχεδιασμούς, τις συγκρούσεις με τη μορφή επαναστάσεων και αποστατικών κινήσεων και με την οικονομική καχεξία. Έκφραση του ανέτοιμου του κράτους ήταν και η εκτενής αντιγραφή του βυζαντινού νομισματικού συστήματος από τη Βενετία σε ζητήματα υποδιαιρέσεων, εικονογραφίας, ακόμα και ονοματολογίας. Η υποχρεωτική πανσπεριμία των νομισμάτων που χρησιμοποιήθηκαν στις συναλλαγές με βυζαντινά, δίτικοευρωπαϊκά καθελογής, απικιακά φράγκικα της Ανατολής, ακόμα και αραβικά της Μέσης Ανατολής, πλάι στα αμυγός βενετικά, όπως τα κρόση της διαφάνειας, προκάλεσε τη δημιουργία ενός παράλληλου, άηλου λογιστικού νομισματικού συστήματος με βασικές μονάδες το υπέρπειρο, υπέρπερο και το δουκάτο, κορέντε, όπως λεγόταν, ή κρητικό. Οι σταθερές ισοτιμίες τις βλέπετε πάνω στην διαφάνεια μεταξύ των λογιστικών νομισμάτων χρησιμοποιούνταν στις εκτιμήσεις αξίας υπηρεσιών κινητών και ακυνήτων. Αλλά εισπράττονταν σε μεταλλικά, χρυσά, άργυρα ή χάλκινα νομίσματα κοιμενόμενων ισοτιμιών ή μέσω συναλλαγματικών ακόμα και σε είδος, αντιπαραγματισμός δηλαδή, ή σε υπηρεσίες. Κάθε πολεμική περιπέτεια, κάθε κοινωνική αναστάτωση, σειτοδία ή επιδημικός λοιμός, οικονομική ή νομισματική μεταρρύθμιση μεγάλωνε τη μψαλίδα ανάμεσα στις αντιστοιχίες των νομισμάτων από πολύτιμα μέταλλα και τον χάλκινο ή από υποβαθυμισμένο άργυρο. Μιλάμε για εκείνα ακριβώς τα νομίσματα που χρησιμοποιούσαν οι χαμηλές κοινωνικές, δηλαδή οικονομικές τάξεις. Όταν οικοδομούνταν ο Άγιος Φραγκίσκος το 14ο αιώνα, ο Χάντακας Κάντια έχει πια βενετική αύρα. Στέλνει τα περικισμένα παιδιά του ως τις πανεπιστημιακές έδρες της Εσπερίας και τον Παπικό Θρόνο. Παίρνει θέση στις περιγητικές αφηγήσεις και ο Λέων του Αγίου Μάρκου γεμίζει τα έγγραφα και τα πούγκια των Κριτικών. Όσο μεγαλύτερος και σημαντικότερος αστικός οργανισμός στο νησί έχει πολλαπλούς ρόλους. Διοικητικό και οικονομικό κέντρο, εμπορικό λιμάνι και καρδιά της στρατιωτικής ισχύος. Είναι δέλε αρλίας και αποτρεπτικό σπαθί από ταμίευμα πλούτου Εβραίου τοκογλήφου σε χρυσά τσεκίνια και αργυρές πικυλώνυμες υποδιαιρέσεις. Στόχος Οθωμανικών βλέψεων και προπύριο αντίστασης. Συγχρόνως. Εδώ, το μετάλλειο στα 1538, τιμητικό για τον Αντώνιο Νταμούλα, δούκα της Κρήτης, υπερασπιστή της πόλης στην παρολίγο μοιραία πολιορκία του Μπαρμπαρόσα. Την ρεαλιστική απόδοση του ηλικιωμένου αριστοκράτη εκτός από τις ρωμαϊκές καταβολές του, την ξαναβρίσκω και σε ένα σύγχρονο γλυπτό του Μιχάλη Σιφάκη που δεν είχε, βέβαια, την πρόθεση της αντιγραφής. Διαβάζω την ανάγκη της τόνωσης της τραυματισμένης από τον τρίτο τουρκοβενετικό πόλεμο συλλογικής αυτοπεποίθησης στα μετάλλεια για τον σεβαστό δούκα της Κρήτης, Μπερνάρτο Σοράντσο, που βλέπετε στη διαφάνεια. Η νομισματική ιστορία της Μεσαιωνικής πόλης περιγράφεται εξαιρετικά ρεαλιστικά και μέσα από τα αρχιακά καταλειπά της. Οι νοταριακές πράξεις με συναλλαγές κάθε είδους και λεπτομεριακές αναφορές στα χρησιμοποιούμενα νομίσματα των αγοραπολησιών ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, ασθούς και χωρικούς, ξένους ή ντόπιους ή με τα ιμβεντάρια της απογραφές των αποταμαγευμάτων μέσα σε ζωγραφιστές ξύλινες κασέλες, σε δερμάτινα πουγγιά ή σε κρυφές θέσεις των σπιτιών. Στα έγγραφα της διοίκησης συναντάμε ρυθμιστικά μέτρα της αγοράς, σε δικαστικές αποφάσεις, ζητήματα εγχρήματον, κληρονοδότημάτον ή περιπτώσεις κυβδηλίας που η ανασκαφή δεν μπορεί να μας γνωστοποιήσει. Μαζί με τα ανασκαφικά όμως ευρήματα μεταφέρουν τα έγγραφα με εντυπωσιακή ακρίβεια την εικόνα στον ερευνητή. Έως και λεωγοτεχνικά υποστηρικτικά τεκτημήρια μπορεί κανείς να εντοπίσει. Καλό παράδειγμα, η εκφραστική περιγραφή της καταστροφικής νομισματικής πολιτικής του προβλητητόρε Μαρίνο Καβάλη στη διάρκεια του τέταρτου τουρκοβενετικού πολέμου γύρω στα 1570, περιέχεται σε στίχους της εποχής. Εκεί στην Κρήτην έκαμε καμώματα περίσσα. Ως και πετσιά εβούλωνε και τρέχαν γιατρονίσια. Δηλαδή ο άνθρωπος σφράγιζε μέχρι και δέρματα και τα κυκλοφορούσε ως νομίσματα. Προφανώς δεν κυριολεκτεί, παραπέμπει όμως κατά τη γνώμη μου κάθε υπερβολή στις χάλκινες κοπές που εκδόθηκαν εδώ στον Χάνδακα υπέρπειρον που λογίζονταν ως αργυρά. Και ήταν τόσο προδήλως χάλκινοι ή κατά τον ποιητή πετσινοί οι όψοι τους που η επίγραφή στον οπισθότυπο θέλει να πείσει ότι είναι σών και καλά σημένια, λέει Αργέντι. Και γίναν δικαίως τόσο μισητά. Κάποια μάλιστα τα βρίσκουμε κομμένα και στρεβλωμένα. Δηλαδή σαν να τα εκδικούνταν οι χρήστες ώστε τα γνωστά παραδείγματα που τουλάχιστον γνωρίζω δεν μετράνε όλα τα δάχτυλα των χεριών μου αν και τα αρχεία βεβαιώνουν για μεγάλο ογκοπαραγωγής με αναγραφόμενο έτος έκδοσης το 1571 και 1573. Θεωρώ βασικό στίχημα στη συνεργασία των επιμέρους επιστημονικών κλάδων της μεσεωνικής κριτολογίας την ανασύσταση του κόστου ζωής των κατοίκων της πόλεως. Αφού ξεκαθαριστούν όμως οι ισοτιμίες τα λογιστικά από τα πραγματικά νομίσματα να συνταχθούν σειρές τιμών και αμοιβών σε όμια μέτρα για κάθε αντικείμενο αγορά πολυσίας και εργασίας από τον σκλάβο ως τον Σεντώνη και από το φτωχικό μονόσπιτο ως τον Φέουδο από το μεροκάμματο του εργάτη ως τον Μαΐστορα και το μισθό του Δούκα, γιατί τα ξέρουμε όλα αυτά απλώς είναι σε διάφορα νομίσματα πραγματικά ή λογιστικά. Πάντα όμως πρέπει να είναι αυτή η κατάλογη σε άμεση συνάρτηση με τον χρόνο καθώς σταθερότητα των αριθμών δεν υφίσταται αλλιώς θα συνεχίσουμε να διαβάζουμε στα κείμενα των ιστορικών παράτερες συγκρίσεις και αμύχανες παρατηρήσεις για μεγάλα ποσά, πολλά χρυσά νομίσματα και πλούσιες αμοιβές. Ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό κάθε φορά. Το πραγματικό τους περιεχόμενο όμως στην καθημερινότητα της αγοράς θα μας διαφεύγει. Δείγματος χάριν, η διαφάνεια περιέχει ένα μικρό πίνεκα με τιμές και κόστιοι για το 1549 όπως προκύπτει από τις πολύτιμες μεταγραφές του νοτοριακού αρχείου στις εκδόσεις της Βικελέας που δυστυχώς σταμάτησα. Προχωρώντας το χρόνο, γύρω στα 1600 μάλλον χρονολογείται ένα σπάνιο μετάλλιο το μόνο που βρέθηκε από ανασκαφές στην πόλη μας και μάλιστα αμέσως έξω από τον κύρια είσοδο του Αγίου Πέτρου τον Δωμίνικ Ανάν. Τυμά τον Θωμώ Ακυνάτη, μοναχό του τάγματος με ερευνητική και διδακτική δραστηριότητα όσο και πλούσιο συγγραφικό έργο που αναγνωρίστηκε γρήγορα στους πνευματικούς κύκλους της εποχής του ως σημαντικότατος θεολόγος και φιλόσοφος επιπρόσθετα μάλιστα από την Καθολική Εκκλησία ως Άγιος. Από έγγραφη πηγή των μέσων του 17ου αιώνα γνωρίζουμε ότι στο ναό του Αγίου Πέτρου φυλάσσονταν λείψανά του θεωρούμενα ως θαυματουργά. Η ακραία σπανιότητα έβρεσης μεταλλίων στην Κρήτη και ο άμεσος συσχετισμός της εικονογραφίας του συγκεκριμένου με την ιαματική ικανότητα που αποδίδονταν στα ωστά του Αγίου πώς ανατολίζει στη σκέψη ότι τα δύο αυτά θα μπορούσαν να συνδέονται. Δηλαδή η μεταφορά τους στην πόλη εξαιτίας της τρομερής επιδημίας πάνω όλους εκείνα τα χρόνια να είναι ταυτόχρονη. Το μετάλλιο να ήρθε ως συνοδευτικό και πιστοποίηση της γνησιότητας των λειψάνων. Μια υπόθεση εργασίας. Εκτός από το εκφραστικό πορτρέτο στην πίσω όψη διακρίνεται με δυσκολία λόγω της κακής κατάστασης διατήρησης και όχι εξαιτίας της κακής φωτογραφίας του ομιλούντος η επίγραφή με το βιβλικό απόσπασμα «Σάνιτας εν πίνης έγιους» στην μετάφραση των εβδομήκοντα «ΕΙΑΣΙΣ ΕΝΤΕΣΠΤΕΡΙΞΕΝ ΑΥΤΟΥ» και η εικονογράφησή του με ένα λοφόδες φανταστικό τοπίο που ορίζεται από δύο θαλερά πεύκα με βράχους και ίσως ανθρώπινες μορφές μπροστά σε οχυρό. Ψηλά προσωποποιημένος ο ήλιος. Όλα επίγραφές και παραστάσεις υποστηρίζουν σαφέστατα τις θεραπευτικές ιδιότητες του καθολικού αγίου και τις ιταλικές καταβολές του χαράκτη εξαιτίας των ομοιοτήτων με τυχογραφίες του ζωγράφου Φιλιππίνο Λύπη σε παρακλήση της Σάντα Μαρία Σόπρα Μινέρβα στη Ρώμη. Αντίθετα, καθαρά κανδιώτικης έμπνευσης, αν και κατασκευάστηκε στη Βενετία, είναι το μετάλλιο που τιμά το γνωστό σε όλους μας Φραγκίσκο Μοροζίν τον Πρεσβύτερο στα 1628. Είναι ο γενικός προβλεπτής στον οποίον πιστώνεται η ταχεία και αποτελεσματική λύση του προβλήματος ύδρευσης της πόλης. Βιτρίνα του έργου, η περίφημη κρίνη του Γιγκάντε, όπως τη λέγαν τότε, τα σημερινά κοινώς λιοντάρια λευόμενα. Στο πείωμα του Χάνδαξ, ο Χρυστόφορος Λιοντάκης γράφει «Γαόντεμ φλούμινε νον φούλμινε» και ας μην υπάρχει το νερό, το νιώθω. Λίγοι θα πρόσεξαν ότι ο ποιητής μεταγράφει το εφιολόγημα στην πίσω πλευρά του μεταλλίου όπου απεικονίζεται η κρίνη με το άγαλμα του Ποσειδώνα ως επίστρεψη και στον ουρανό πάνω από σύννεφα τον Δία, καθισμένος αετό, να αδιάζει προς τον διψασμένο Χάνδακα, ανφορέα γεμάτο με νερό. «Χαίρεται με το νερό και όχι με το κεραυνό», λέει η επίγραφή. Ο χαράκτης Κορμάνο επένδυσε στην παντεδογνωσία των τότε Καστρινών μια και οι πηγές του Γιούχτα, το βουνό του Δία, τροφοδοτούσαν την πόλη. Ο Λιοντάκης, μάλλον, πευθυνόταν σε νομισματολόγο. Την εποχή του τσιγάντε κυκλοφορούν και τα μόνα ελληνόγωσα νομίσματα που κόπηκαν στο βενετικό νομισματοκοπείο, αλλά με αποκλειστικό προορισμό την Κρήτη. Χάλκινα, βέβαια, με αναντίστοιχα υψηλή ονομαστική αξία σε σχέση με το πραγματικό κόστος του μετάλλου τους, το Ρνέσια 60, υπάρχει και αντίστοιχη έκδοση των 30 και 15. Η περίφημη σύγκληση που ακούμε συχνά του βενετικού και του κρητικού στοιχείου στα χρόνια αυτά εκφράζεται πολύ φτωχά, νομίζω, στο Ιωάννης Κορνίλιος Δούξ της Επιγραφής. Το φιλανθρωπικό ενεχειροδανηστήριο, γνωστό ως μόντεντι πιετά, προτείνω ως χώρο χρήσεις του αποικονιζόμενου λογιστικού κέρματος. Αυτό που οι ξένοι λένε Ζετών. Στη μία πλευρά του, το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου κάνει υπολογισμού σε άβακα, αντί να κρατά Ευαγγέλιο. Στην άλλη, είναι συμπυκνωμένος ο εσόπιος μύθος του Ανδαροκλή με το λιοντάρι. Το έσωσε ως γνωστό βγάζοντας το αγκάθι από το πόδι του, όπως το μόντεντι πιετά τα χρέη των αστών. Ο περίφημος Κρητικός Πόλεμος, η υπεροικοσαϊτής πολιορκία του Χάντακα από τους Τούρκους έως τη δραματική παράδοση του 1669, τροφοδοτεί σταθερά τις πένες των ιστορικών με περιγραφές ενός αγώνα που γρήγορα πήρε διαστάσεις Ιερού Πολέμου. Η νομισματική έχει να παραθέσει τις πυρετόδιες προσπάθειες για εξοικονόμηση των αναγκαίων του πολέμου με πλησθεοριστικές εκδόσεις ανάγκης, όπως αυτήν της διαφάνειας, τις χάλκινες δηλαδή 10 γαζέτες γκριμάνι, όπως λέγονται με βάση το όνομα του εκδότη, στα 1647, σίγουρα κομμένες στην πολιορκηκημένη πόλη, πράγμα κατεξέρεση λόγω της ανάγκης, με πρόχειρα μέσα κομμένες και μάλιστα πάνω σε παλιότερα κέρματα, πολύ μικρότερης αξίας, τα αντίστοιχα κέρματα πληθοριστικά και ανάγκης ενώ των 5 και 10 λιρών, με παράσταση του παντοκράτορα, παραπέμποντας αναμφίβολα στο λίθινο μετάλλιο της δυτικής πύλης των πολιορκηκημένων τυχών και τέλος, με τις γαζέτες τύπου Κάντια, προσακτικά χαραμένες στο βενετικό εργαστήριο για την Κρήτιο πάντα, που έχει πλέον περιοριστεί στο ασφιγκτιούντα χάντακα, γιατί Κάντια βέβαια για τους Βενετούς ήταν το νησί αλλά ήταν και η πόλη. Και έχει μια δραματικότητα, ένα νόμιζο που λέει Κάντια και πιστεύω ότι αυτός που το χάραξε ήξερε ότι είναι μόνο η πόλη. Ο πόλεμος όπου γείς συνιστά διαχρονικά θερμοκύπιο αποκρύψιων αποστρατιωτικούς που εμπιστεύονται στη γη την φύλαξη των χρυμάτων τους πριν τη μάχη. Το βλέπουμε σε όλες τα μέρη του κόσμου σε όλες τις εποχές. Από τα μιεύματα των επιτυθέμενων Οθωμανών μπορούμε να αναγνωρίσουμε σε θησαυρούς νομισμάτων από τις θέσεις Τσαλικάκη και Φορτέτσα, αφού γνωρίζουμε πως οι Τούρκοι τις κατήχαν, και τα περιεχόμενα αργυρά, κατά κανόνα κέρματα, είναι τουρκικές και δυτικοευρωπαϊκές κοπές, ισπανικά, γερμανικά και ολανδικά τάλυρα συνήθως, και ποτέ μα ποτέ λευκοβενετικές. Ανατρεχιαστικό το περιεχόμενο του συνόλου από τα καμίνια. Αποτελείται αποκλειστικά από ασημένια Λουιτζίνια της πενταετίας 1660-65 γαλλικών και ιταλικών νομισματοκοπείων. Λεία από ποιον άντυχο νεκρό του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος με ηγέτη ανάμεσα στ' άλλα τον αντιχέστερο Δούκα του Μποφόρ για τον οποίον κόπηκε των ζετών της εικόνας. Υπόσχεται ο πιστότυπος με την κόπηση του Λουιτζίνια με την κολόνα της φωτιάς που κατεβαίνει από τον ουρανό για να ανοίξει η θάλασσα να σωθούν προς την ελευθερία οι πολιορκημένοι όπως όταν ο Μωυσής χώρισε την ερηθρά θάλασσα οδηγώντας τους Εβραίους στην έξοδο από την Αίγυπτο. Μια διαφορετική εικόνα αποδίδει από τη μεριά των Αμυνομένων το ναυάγιο του περίφημου Λατερέζ. Η καταστροφική ανάφλεξη της 24 Ιουλίου του 1869 στον κόλμπο του Δερματά συμπαρέσυρε και τα ενυπάρχοντα νομίσματα. Διακρίνει κανείς τις τεβολώσεις και τα μικρά θραύσματά τους συνέπεια της βίαιης έκρηξης. Χρυσά Λουΐ του βασιλεύοντος Λουδοβίκου XIV ντόπιες και ρεάλια του Ισπανού βασιλιά Φίλιπου IV. Ικονογραφείται έτσι στην πραγματική αναφορά του Μπουνιαλή. Τότε πολλά πλεούμενα εφτάξανε στην Δία κείτονε τα φραντσέζικα με περισσά σολδία. Σολδία βέβαια έγραψε για λόγους μετρικούς εννοούσε περισσά χρήματα. Αυτό εγκομιστικός χαρακτήρας της παρακμάζουσας βενετικής δημοκρατίας που ηρωοποιεί τα τέκνα της σε μια ενστικτόδη προσπάθεια επιβίωσης που αναγιγνώσκεται στα πολλά αναλογικά μετάλια με τα οποία επιβραβεύει τα σημαίνοντα ηγετικά μέλη των αμυνομένων του Χάνδακα. Αποτελούν εξαιρετικούς μάρτυρες της μικροτεχνίας της εποχής που δεν έτυχαν, πόσο ξέρω, της δεούσας προσοχής από τους ειδικότερους. Στα περισσότερα, εκτός από τις προσωπογραφίες των δημομένων, προβάλλονται εμφανικά η πόλη και τα τείχη. Στην διαφάνεια, το μετάλιο του 1650 για τον Αλβίζε Μοτσενίγκο, ανώτατο στρατιωτικό διοικητή και τα ρωμαϊκά πρότυπα που χρησιμοποίησε ο μάσταρας, παριστάνει στην πίσω όψη κάτωψη των τειχών να στηρίζεται από τις προσωποποιήσεις της ελευθερίας και της αφθονίας. Την ίδια κάτωψη αναπαράγει γραμμικά το μετάλιο για τον Δούκα Λούκα Φραγγίσκο Μπάρμπαρο στα 1659 και το ακριβώς σύγχρονό του για τον γενικό προεβλεπτή Μάρκο Μπέμπο. Στο τελευταίο, ο μάλλον ολιγογράμματος αλλάπρικισμένος καλλιτέχνης μετέφερε αρκετά πιστά με προσεκτικές εγχαράξεις και υπομνηματιστικές επιγραφές στον τοπογραφικό της Κάντιας. Νομίζω το βλέπετε. Έχει γράψει Πόρτο, Τσιτά Βέκκια, Ανορθόγραφα, Ιλμπόργκο. Γράφει μάλιστα και Φόρα την Τσιτά, αγορές της πόλης, εκτός της πόλης που είναι λάθος, ήθελε να γράψει Φόσα την Τσιτά. Ερρυπωμένη πόλη παραλαμβάνουν οι Οθωμανοί στα 69, μα πλούτη δεν έβρυκαν κατά τον Πουνιαλή. Έφτιαξαν όμως το κύμα σε ρόλο αρχαιολόγου, φέρνει στο φως το κρυμμένο ταμείο του Οσμάν στην αποθήκη του στην πύλη του Μόλους στα 1732. Το κείμενο περιέχεται σε αυτήν την ζωγραφιά για μας που έχει μεταγράψει ο Σταυρινίδης. 245 χρυσά φλουριά κομμένα στην Αίγυπτο, κατάσχονται υπέρ του δημοσίου ταμείου. Κρέμισε το κύμα το τείχος, φάνηκε ανάμεσα στις πέτρες το πλήθος του αποταβημένου θησαυρού. Στην Καντιγέ, τα νομίσματα δεν κόπηκαν ποτέ. Άλλωστε η Αυτοκρατορία έχει εισέλθει ήδη σε μια περίοδο παρατεταμένης νομισματικής αστάθειας. Πιστοποιείται και από τα συχνά έγγραφα του τουρκικού αρχείου της πόλης με ισοτιμίες των τρεχών των νομισμάτων συμπεριλαμβάνοντας πάμπολα ευρωπαϊκά με ολοένα αυξανόμενες αντιστοιχίες σε αφερέγγια, άσπρα παράδες και γρόσια τουρκικά. Αντίθετα, γρόσια ασλάνια, δηλαδή τάλυρα με λιοντάρι των κάτω χωρών και ισπανικά ρεάλια άστυλα και δίσκτυλα, αυστριακές ρεγκίνες, συνιστούν συχνά συναλλακτικά μέσα των 19ου αιώνα, όμως αντικαθίσταται από έναν πυρετό χρυσού και γαλλικά οικοσόφραγκα, τα λεγόμενα λοήγγια, αγγλικές λίρες και αργυρά από όλον τον κόσμο κυριολεκτικά από την Αργεντινή μέχρι τη Βόρεια Ευρώπη. Μέχρι την καταβαράθρωση της τιμής του αργύρου στην δεκαετία του 1870-1880 που έκανε τον Άργυρο προτιμότερο σε κοσμήματα παρά σε νομίσματα εξαιτίας της ανακάλυψης νέων κοιτασμάτων στην Αμερική. Τότε βιώνει η Καντιγέ και την ενμιανοικτή κατάργηση των Χάλκινων μόλις μερικές δεκαετίες πριν εισαγμένον στην κυκλοφορία. Μόνο που η Καντιγέ, το κάστρο της καθομιλουμένης, στο μεταξύ έχει αλλάξει στα ελληνικά ονοματολογικό προσδιορισμό. Ήδη στα επαναστατικά κείμενα της δεκαετίας 1821 αναφέρεται ως Ηράκλεια ή Ηράκλειο σε μια προσπάθεια να διακηρύξει προφανώς την ελληνικότητά του και να διεκδικήσει την ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό. Διαδεδομένη είναι η άποψη ότι το τοπονίμιο επικράτησε από το 1830. Στην διαφάνεια καταθέτουμε τεκμήρια για την επίσημη αποδοχή του ονόματος από τις τουρκικές αρχές, όχι πια από επαναστατικές. Πρόκειται για σφραγίδες από το 1843 και μέχρι τη σύμβαση της Χαλέπας και σε όλες δίγλωσες ή μόνο ελληνικές αναγράφεται δημογέροντια, τράπεζα, νοσοκομείο, σχολείο, δημαρχείο και τα λοιπά, πάντα Ηρακλείου. Τα παρανομισματικά από κόμματα λαχείων και τα έγγραφα σταθερά εν Ηρακλείο. Μετά το 1878 θα αρχίσει να δανείζεται την ομισματική οικονογραφία της δωρικής κνωσού, θεωρώντας τον εαυτό του ιστορικά διάδοχό της. Ο Λαβύρινθος περνάει στην Επιτροπή Λαχείου, στο Γυμνάσιο, ο Μίνωας στο Δήμο ή στο λογότυπο Κνωσός. Μόνο η Εκκλησία έχασε τον οικονογραφικό της βιβματισμό. Η μακρόχρονη επικάλυψη του ναού του Αγίου Τίτου από το Πεζίρτζαμι πρόσφερε στον Άγιο Μηνά χρονικό προβάδισμα ώστε να υιοθετηθεί ως προστάτης της πόλης και να επιβληθεί από τον εντυπωσιακό ναό του αν και με πολύ μακρινές βυζαντινές ρίζες στην Κρήτη. Επιλέγοντας λίγο μετά η Μητρόπολη Κρήτης τον Καλόπιμισις απέκλεισε οριστικά την αποικόνιση του πρώτου επισκοπού Κρήτης. Το Ηράκλειο της Κρητικής Πολιτείας στην εφορία που δημιούργησε η Ελευθερία προσπαθεί να οργανωθεί σε νέες βάσεις. Κάθε είδος. Με μουσουλμάνο δήμαρχο στα 1900 αλλά με τοπογραφικό και αριθμημένους τους δρόμους. 1900. Με ενισχυμένες εμπορικές βλέψεις προς την Ευρώπη αλλά και εικονογραφικά δάνεια από το λαμπρό παρελθόν. Η μετάβαση από το νομισματικό σύστημα της Οθωμανικής Κρήτης στον δραχμικό της Πολιτείας γνωρίζουμε από επικίλες πηγές ότι δεν ήταν ούτε ταυτόχρονη, ούτε σύντομη ούτε κεωμαλή σε όλο το νησί. Στο Ηράκλειο φαίνεται ότι πέρα από τα νομοθετήματα και τις κανονιστικές διατάξεις συντελέστηκε στην καθημερινότητα της αγοράς με αργούς ρυθμούς μέσα στο 1900 και στις αρχές του 1901. Ενδεικτική η σύμβαση στις αρχές του 1900 για το ράψιμο των πύλων του Γυμνασίου Ηρακλίου όπου η τιμή ορίζεται σε «δραχμάς αθηναϊκάς» δύο και εξήκοντα. Οικονογράφηση της αλλαγής εδώ από το βιβλίο των βαπτίσεων του Αγίου Μηνά. Στις 3 Δεκέμβρη του 1900 ως δικαίωμα της εκκλησίας ο αγώχος Νικόλος Γιαλεράκης προσφέρει πέντε γρόσια. Μια εβδομάδα μετά τραβώντας μια απλή γραμμή χωρίζει ο Παπαμηνάς το παρελθόν απ' το παρόν. Η καταβολή του Μιχαήλ Κόρπη δραχμή μία. Και σε δραχμές τα αναφέρονται όλα τα κατοπινά ποσά. Η αθρόα κυκλοφορία των κερμάτων σε χαλκό και άργυρο με το πορτρέτο του ύπατο αρμοστή θα οριστικοποιήσει τη νέα εποχή. Η έκδοση χαρτονομισμάτων από την τράπεζα Κρήτης θα λύσει εν μέρη το πρόβλημα και για τις μεγάλες συναλλακτικές αξιές. Και λέω εν μέρη γιατί ο καθημερινός άνθρωπος από εμπεδομένη συνήθεια αιώνων προτιμά το μεταλλικό νόμισμα. Δείγμα μια σύμβαση εργασίας. Ο Πέπε Κάρολος, κάτοικος Ιρακλίου διευθυντής Κοφοδίου εδείλωσε ότι από σήμερον παραλαμβάνει στο εντάφθα καφοδίον του την Μαργαρό Σταυροπούλα Αϊδών κάτοικο Πειραιά ή να άδει εν αυτόν διένα μήνα από σήμερον και να πληρώνει σε αυτήν δι'εκάς την ημέρα καθήν θα εργάζεται δραχμές πέντε. Και ότι υποχρεούνται να πληρώνει σε αυτήν τα πέντε δραχμάς καθεκά στην καθόλον το διάστημα του μηνός. Τα άλλη ερωτημέρα δηλαδή. Όχι το άθρισμα στο τέλος ως μηνιάτικο σε χαρτιά εντιπαλάμι και ούτω βοήσουμεν κυριολεκτικά. Και ο Ρεγκινάκης στο περιόνιμο ζαχαροπλαστείο του το iLife στα Αχτάρικα θα κόψει για πολλά χρόνια διάφορες παραλλαγές των ψευδωνομισμάτων του αντί για μάρκες. Διευκολύνοντας με ψηλά τις συναλλαγές με τους πελάτες και τους εργαζόμενους του. Βλέπετε 25 και 50 λεπτά το μονόγραμμα Εμάνου Ρεγκινάκης iLife, όπως λέγαν οι Ρακλιώτες τότε. Υπογραφή το. Στην εθνική αγκαλιά μετά το 13 το Ρακλείο αφομειώνεται στην ομισματική ομοιογένεια της ελληνικής επικράτειας. Μένει να σημειώσουμε ως τοπική παραγωγή του είδους μόνο με τάλια όπως εκείνα για τον Νίκο Καζαντζάκη στη διαφάνεια ενδεικτικά μόνο δύο από αυτά τα έργα της Μπέλας Δραυτοπούλου και του Γιάννη Παρμακέλη ή το μετάλλιο για την ομαρχιακή αυτοδιοίκηση της ασπασίας Παπαδομπεράκη. Τέλος, να μνημονεύσουμε ευγνωμοσύνης ένεκεν τις πολύτιμες νομισματικές συλλογές του 20ου αιώνα από τον Στυλιανό Γιαμαλάκη τον Ευάγγελο Γαλένιανό και το ζεύγος Θένους και Νικολάου Μεταξά οι οποίες με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο βρήκαν τον δρόμο τους προς τις προθήκες των Ηρακλειώτικων Μουσείων δηλαδή της επιστήμης. Φίλες και φίλοι, η γιούνομονέτα η λατινική θεότητα που επικράτησε ως προστάτηδα της νομισματοκοπίας ανάγειτο επίθετό της στο ρήμα μονέρε λέει το λεξικό που σημαίνει θυμίζω προειδοποιώ διδάσκω. Η νομισματική όπως άλλωσα και συνολικά η ιστορία αποδείχθηκε τελικά ότι ούτε να διδάξει ούτε να προειδοποιήσει μπορεί. Η επανάληψη της ιστορίας είναι δεδομένη. Τουλάχιστον ας κρατήσει το ρόλο της μνημοσύνης να θυμίζει το παρελθόν σε όλα του τα στάδια να διασχίζει το ποτάμι της λύθης πατώντας αντίς ολιστειρές πέτρες και απόψεις σε ασφαλή νομίσματα στο Ηράκλειο και όπου αλλού. Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας. Ευχαριστούμε πάρα πολύ. Δεν φανταζόμουν ότι θα ήταν τόσο αναλυτική, απλή και πώς συνθέσατε τόσα πράγματα μέχρι πείηση, βαφτίσεις από νομίσματα, κυβερνήσεις κλπ. Κυρία Μανδαλάκη, λίγα είπατε για τον κ. Σιδηρόπουλο. Λίγα είπατε, σαν επιστήμονας είστε εκπηριωμένοι για τον κ. Σιδηρόπουλο. Θα ήθελα να σας παρακαλέσω να υποβάλετε ό,τι ερωτήματα έχετε διότι πράγματι και ερωτήματα δημιουργούνται αλλά και απορίες επίσης να ζητήσουμε και κάποιες διαφκρινήσεις ακόμα αν και ήταν τόσο αναλυτικός ο κ. Σιδηρόπουλος. Όποιος θέλει μπορεί να απευθύνει ερώτημα. Ο κ. Μαρινάκης, ο Μάρκος. Ευχαριστούμε για την πολύ ωραία ομιλία σας και ιδιαίτερα η παρουσίαση καταμένα τελείως άγνωστη των μεταλλείων τα οποία κυκλοφόρησαν ας πούμε επί Βενετοκρατία και λοιπά. Ήθελα να πω το εξής πράγμα. Παρουσιάσατε την Καβαλίνα. Ένα νόμισμα που κόπη το 1573 αυτή που παρουσιάσατε. Υπάρχει και το 1581, ναι. Το 1571 ήταν η πρώτη κοπή. Το είπα. Την οποία είχαν βάλει ένα επασίμομα με αποτέλεσμα να ξεφτήσει να κοροϊδεύουν τον Μαρίνο Δε Καβάλι, Καβαλίνα διότι ήταν ας πούμε τελείως ξεφτήλα το νόμισμα. Στη συνέχεια για να καλυφθεί αυτό το 1773 έκαναν άλλη τύπωση χωρίς να έχουνε καθόλου ασήμη. Αυτό παρουσιάσατε εκεί το 1773. Ήθελα να κάνω μια ερώτηση. Δεν έχω δει ποτέ και από τότε έχω μελετήσει κοπή του 1571. Όλα τα νομίσματα που είχα δει κατά τήσι, δεξιά, αριστερά ήτανε όλα το 1573. Του 571 δεν είδα. Συντοματικά επέλεξα το 1773. Ήταν καλύτερα διατηρημένο. Υπάρχει. Το είχαμε στείλει στην έκθεση που έγινε στο Βυζαντινό Μουσείο από ένα παράδειγμα και για τις δύο κοπές. Υπάρχουν, αλλά όπως είπα είναι πάρα πολύ περιορισμένα. Πρώτον γιατί οι άνθρωποι δεν τα θέλαναν να τα έχουν στα χέρια τους. Ήταν άχρηστα. Ήταν μια απάτη η κοπή τους. Και ξέρουμε ότι για έναν πολύ σύντομο χρονικό διάστημα τους δόθηκε η δυνατότητα να τα επιστρέψουν στον κράτος και να πάρουνε το αντίτιμο που το κράτος πάλι όρισε με την πραγματική τους αξία. Αλλά ήταν, από ό,τι φαίνεται, και η ανακύκλωση πολύ συνεπής, αποτελεσματική. Αλλά και η αντιπάθεια των κριτικών ομοίως, έτσι που όπως ανέφερα τα παραδείγματα που γνωρίζω εγώ προσωπικά από όλα τα μοσία της Κρήτης δεν είναι ούτε δέκα. Ευχαριστώ πολύ. Άλλος ερώτημα. Ωραία. Όχι, όχι, όχι. Κύριε Βασιλάκης. Και Σιδηρόπουλε, πραγματικά, ήταν εξαιρετική η ομιλία σας. Νομίζω ότι εγώ θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και να σας ευχαριστήσω και να σας ευχαριστήσω και να σας ευχαριστήσω και να σας ευχαριστήσω και να σας ευχαριστήσω και να σας ευχαριστήσω endure. Πολλές φορές να το φωτογραφίσω, αλλά μάλλον οι δυνατότητες μου δεν φτάνουν μέχρι εκεί. Εδώ περνάω τα γράμματα. ίτα, ρο, άλφα, κάπα, λάμδα, έψιλον, ιρακλέ. Είναι σαφέστερο, ελπίζω, τώρα. Ή όχι, κύριε Βασιλέκη. Όχι. Πάντως περιμένω ακόμα κάποιες απεντήσεις από τους συναδέλφους Γερμανούς που σκάβουν στη Μικρά Ασία. Όσο μπορούσα να ψάξω δεν έχει βρεθεί κανένα εκεί. Θα πρέπει όμως να ελεγχθεί ακόμα. Γι' αυτό βάζω ακόμα το τελευρατήματικό. Εν τότε όμως ξέρουμε ότι η Ιράκλια στον Λάτμου, όπως λέγεται, γιατί είναι στους πρόποδες του Λάτμου, έχει σαν βασική θεότητα την Αθηνά και τον Ιρακλή. Τίποτα σχετικό με λύρα. Καμία λύρα, κανένας από όλους μας τίποτα. Και το ρόπαλο είναι πάντα μέσα σε στεφάνι. Αυτό το μικρούλι χαρκινό και μάλιστα δύο κομμάτια από την γνωσσό είναι σαν να μου τα χαρίσατε εσείς για να με προκαλέξετε να αλλάξω τον τίτλο της ανακοίνωσης. Γιατί δεν είχα σκοπό να πάω τόσο πίσω στον χρόνο. Ελπίζω να επιβεβαιωθεί, γιατί θα είναι κάτι εξαιρετικό πραγματικά. Και φρέσκο, αν μου επιτρέπετε. Πώς θα αλλάξετε το τίτλο που είναι στην υποσχέσεις σας. Ευχαριστώ, αρκεί να το επιβεβαιώσω μέχρι τότε. Εγώ ήθελα να κάνω μια ερώτηση. Από τη συνέχεια, από τα τόσα σημαντικά που είπατε, ενώ συζητούσαμε για νομίσματα, κατάλαβα ότι τελικά εξέδιδε καθένας νομίσμα και παρουσιάζεται η ένδειξη τραπεζικός σύστημα. Μόνο επί αυτονομίας ακούγεται για τράπεζα ότι εκδίδει τράπεζα νόμιση. Πριν δεν υπήρχε μηχανισμός τραπεζικός για να εκδίδει, ο Ραγκινάκης, ας πούμε, εξέδιδε δικά του νομίσματα. Ναι, ο Ραγκινάκης το έκανε μόνο, ήταν εσωτερικής κατανάλωσης, ήταν αντί μάρκες. Γενικά τράπεζα ήταν για νομίσματα. Ξέρουμε ότι στη Βενετοκρατία υπήρχαν τράπεζα, στα Μεσαίωνα γενικά και στην Ευρώπη πάρα πολλές. Στην Κρήτη ήταν μάλλον άτυπες, δηλαδή υπήρχαν καλοί τοκοβολίφοι, έτσι που λειτουργούσαν σαν τράπεζες. Στην Τουρκοκρατία από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα υπάρχουν τράπεζες αλλά δεν έχουν εκδοτικό δικαίωμα. Δικαιούνται, τους έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα να κόβουν νομίσματα. Η τράπεζα Κρήτης ήταν ότι η σημερινή τράπεζα της Ελλάδος. Είχε αυτό το δικαίωμα να κδίδει χαρτονομίσματα, της είχε παραχωρηθεί με βάση τη σύμβαση και το ίδιο το κράτος, η Κρητική Πολιτεία ενώ, είχε την ευχαία να κόβει τα μεταλλικά κέρματα, ασημένια και χάλκινα, είχε υποσχεθεί στο διάταγμα για το νομισματικό σύστημα ότι θα έκαβε και χρυσά αλλά δεν φτάσανε τα όβολα. Παρακαλώ, τον κύριο Ταρουδάκη. Βέβαια, υπάρχουν ελάχιστες βέβαια, όχι μόνο ότι είναι Κρήτη εννοείται, γενικά από τους προχριστιανικούς χρόνους. Γνωρίζουμε ότι οι μήτρες ήταν από ρίχαλκο και τα νομίσματα όλα απλήν ελαχής των περιπτώσεων ήταν πεστά, αυτό δεν το διευκρινήσα τώρα, θεώρησα ότι το είχα καλύψει τις προηγούμενες φορές που είχατε την αντιχία να μ' ακούσατε. Όλα τα, νομίζω μέχρι και τους νεότερους χρόνους, ήταν πεστά, χτυπητά. Υπήρχαν δύο μήτρες, μία που ήταν σε ένα σταθερό αμώνι και την άλλη την κρατούσε ο τεχνίτης και χτυπούσε με σφυρί ένα δίσκο που είχε το μέγεθος και το βάρος το ορθό κάθε φορά, το οποίο έμπαινε ανάμεσά τους. Γι' αυτό και είναι πάρα πολλά κακοφτυπημένα με σπασμένες μήτρες ή έκεντρα της παραστάσης γιατί ήταν χειροποίητα κυριολεκτικά. Άλλο ερώτημα, παρακαλώ. Να ευχαριστήσουμε τον Γλέανθ για την πάρα πολύ εμπεριστατωμένη εξήγησή του και την εισαγωγή έτσι στον μαγικό κόσμο αυτών των νομισμάτων εγώ. Δεν σε ακούω γι' αυτό. Ακούγεται τώρα, ναι. Αυτό είναι σημαντικό. Το ερώτημα για μένα είναι κέραιο. Γι' αυτό θεωρώ ότι η νομισματική δεν μπορεί να εγκλωβίζεται στην ταύτιση των νομισμάτων ή σε αστεία στατιστικά που κάνει πλέον και το πιο απλό Excel. Κανείς πρέπει να πατήσει, να χρησιμοποιεί σαν αλφαβυτάρι τα νομίσματα και να κινηθεί πιο πέρα απ' αυτά. Και το ίδιο πρέπει να γίνει και στις νομισματικές εκθέσεις. Δηλαδή ένα νομισματικό μουσείο που δεν εκθέτει παρά μόνο νομίσματα, για μένα είναι λυπές. Γιατί δεν εκθέτει το μαλλί, δεν εκθέτει το ύφασμα, δεν εκθέτει τα κρασιά που χρησιμοποιήθηκαν σαν μέσο συναλλαγής και όλα αυτά στις διαφοροποιήσεις τους κατά εποχές. Αναμφίβολα το ζήτημα του εκθρηματισμού της οικονομίας είναι πολύ πιο σημαντικό από το αν εξέδωσε μια πόλη νόμισμα ή όχι. Και οφείλουμε να το παρακολουθήσουμε όσο οι πηγές μας το επιτρέπουν. Και αυτό σημαίνει κατά περίπτωσην επίγραφές, στα μεσονικά χρόνια τα έγγραφα και στα νεότερα επίσης. Αυτό όμως για την οικονομιατική σημαίνει ότι ανοίγει μπροστά του ένα άλλο πεδίο δουλειάς που δεν είναι μόνο σε μια μικρή αποθήκη νομισμάτων αλλά και στο χάος των εγγράφων. Είναι κέριο όμως. Ευχαριστώ και εγώ για τη διάλεξή σας, που ήταν πολύ επίπεδη και πολύ γλαφυρή αλλά ένα σωρό αερεθιστικά ζητήματα ανάμεσα τα οποία εγώ θα ήθελα να σταματήσω λίγο στην πρώτη φάση που παρουσιάσετε του Ηρακλίου σαν μιας χωρικής οντότητας ξεχωριστής από την γνωσσό. Δεν ξέρω τώρα κατά πόσον η παρουσία εδώ, Επισκόπου, θα μπορεί να τεκμεριωθεί μόνο από τις πηγές που επικαλεστήκατε αλλά γενικά το θέμα της αυτονόμησης του Ηρακλίου σε μια τόσο πρόημη φάση, αν είχατε την καλοσύνη λίγο να μας το... Ναι, αυτός είναι και ο λόγος που έκανα αυτήν την υπέρβαση και τροποποίησα το περιεχόμενο της παρουσίας γιατί θεώρησα ότι αυτά από τα καινούργια, για μένα τουλάχιστον, βρήματα έπρεπε να τα μάθετε. Είναι προβλήματα μεθοδολογικά και για την οικιστική και για την νομισματική. Το αν ήταν αυτόνομο το Ηρακλίο και έκοβε δικά του νομίσματα τόσο κοντά στη γνωσσό. Κανονικά ήταν στα μη αναμενόμενα. Εξού και η αμφισβήτηση των νομισμάτων που σας έδειξα με το απλό η, ότι είναι του Ηρακλίου. Αν και βρέθηκαν στην Κρήτη και όπως σας έδειξα βρέθηκαν κι άλλα στην Κρήτη. Τόσο πληθαίνουν οι μάρτυρες, τόσο πιο πιστικό γίνεται ότι πρόκειται για το Ηρακλίο. Και αν ρωτήσετε κάποιον που κάνει οικιστική ιστορία της Κρήτης, αν δείτε τις εκδόσεις του δασκάλων του Φαράκλα και από τις παλαιότερες, θα δείτε ότι κάτι τέτοιο είναι ασύνβατο. Είναι πολύ κοντά, δεν έχει έδαφος, δεν έχει χώρο να θρέψει τους κατοίκους της η πόλη και να σταθεί πολιτιακά. Όμως βλέποντας παραδείγματα όπως τη γειτονική Απολλονία στην Αγία Πελαγία, που δεν έχει περισσότερη εδαφική έκταση, ή τη Γαύδο, δύο μορφώματα που έκοψαν νομίσματα, αν και θα ήταν απίθανο μέχρι πριν από μερικά χρόνια να αποδεχόμασταν κάτι τέτοιο και μάλιστα ότι έκοψαν και νομίσματα, μπροστά σε αυτά το να κολλήσουμε και το Ηράκλειο, εάν επιβεβαιωθεί ότι η συγκεκριμένη είναι Ηρακλείου, δεν θα είναι πια παράτερο. Η περίπτωση του Ηρακλείου δεν θα είναι πια παράτερη. Η Απολλονία έχει σίγουρα νομίσματα δικά της, βρέθηκαν στις ανασκαφές, γράφουν ξεκάθαρα Απολλονιατάν. Η πόλη είναι εκεί και η αιταφική της έκταση περιορισμένη, γιατί όχι λοιπόν και το Ηράκλειο. Αυτό ήθελα να καταθέσω σήμερα και η κριτική σας είναι καλοδεχούμενη. Γιώργο. Ναι με ακούτε, ναι. Ήθελα να προεκτείνω αυτό το προβληματισμό προς τα πίσω, διότι για να καταλάβουμε τι γίνεται στα ελληνικά, ρωμαϊκά και υγιειπά χρόνια, πρέπει εδώ ειδικά... ...από το σαλάσσιν χρόνο, αυτό δημιουργεί... ...από το σαλάσσιν χρόνο, αυτό δημιουργεί... ...από το σαλάσσιν χρόνο, αυτό δημιουργεί... ...από το σαλάσσιν χρόνο, αυτό δημιουργεί... Σωστά, την παραλία είναι πολύ βοηθητική. Να προσθέσω ότι και η Απολλονία στην ουσία, από τη θάλασσα ζούσε και μάλιστα από την Πειρατεία. Και είχε σύμβολο στο νόμισμα πάλι μια πρόρα. Σύμπτωση, δεν νομίζω. Και για τη Γαύδο το ίδιο μπορούμε να πούμε και ότι ήταν άντρο Πειρατείας η Γαύδος στα μεσαιονικά χρόνια, το γνωρίζουμε. Η θάλασσα φυσικά έχει πολλές ώψεις. Πέρα από το οικονομικό όμως, αυτό που οικιστική θέτη και η νομισματική επιβεβαιώνει είναι ότι η πόλη που θα δεχτούμε ότι έκοψε νομίζουμε πρέπει να έχει και πολιτειακή οντότητα διακριτή. Και ο Πόρος προφανώς στα μεσαιονικά χρόνια από τις περιγραφές σου είχε κάτι τέτοιο. Και το Ηράκλειο αφέθηκε, πιστεύω, μια σύντομη φάση της ζωής του να διαθέτει κάτι τέτοιο. Αλλά όχι για πολύ. Οι γνωσσοί, όπως και άλλες εκκλητικές πόλεις, είχαν εξαιρετικά επεκτατικές στάσεις και πολύ γρήγορα, στον όψιμο τρίτο και στον δεύτερο, κυριολεκτικά κατάπιαν κάθε γειτονική μικρή. Συγγνώμη. Και ήθελα να σας ρωτήσω να αναφέρετε κάτι σχετικά με τα πλαστά νομίσματα. Αυτή τη στιγμή, παραδοσιακά, από ότι μιλήσαμε ακούσαμε για τα κανονικά νομίσματα. Διαμέσου όμως των εποχών αυτών κυκλοφόρησαν πλαστά νομίσματα. Από ποιες περιόδους, από πότε άρχισαν, γιατί, αλλά έχουν γίνει τότε, αλλά έχουν γίνει ενδιάμεσα, αλλά έχουν γίνονται τώρα. Έτσι, μια ιδέα να μας πείτε πέντε πράγματα. Θα ευχαριστώ πολύ. Τα κίβδηλα νομίσματα δημιουργήθηκαν την επόμενη μέρα από εκείνη που δημιουργήθηκε το νομίσμα. Είναι τόσο παλιά. Από τα εργαϊκά χρόνια γνωρίζουμε κίβδηλα, που σημαίνει υπόχαλκα, όπως τα λέγαν οι αρχαίοι, δηλαδή επάργυρα ή επίχρησα. Υπάρχουν νοημοθετικά κείμενα σε επειγραφές που ορίζουν αυστηρότατες πεινές, για την ακρίβεια θάνατο. Γνωρίζω πολύ καλά μια θανατική καταδίκη έξι συνενόχων στη Δήμη της Αχαίας για κειβδηλεία και μάλιστα γνωρίζουμε τέτοια κίβδηλα. Και στα Βυζαντινά χρόνια υπήρχαν πάρα πολλά επίχρησα, ειδικά του 4ου και 5ου αιώνα, εποχές που οι άνθρωποι δεν ξέραν τα κανονικά χρυσά παρά ελάχιστοι. Κυκλοφορούσαν κίβδηλα. Και μέχρι τις μέρες μας, καταγράφοντας το αποταμίευμα του ταμείου της Αρχίας Μεσίνης, εντόπισα ουκολύγα κίβδηλα κέρματα του ευρώ, φτιαγμένα σε πρέσα, με ανάποδες μήτρες. Δεν υπάρχει κενό. Και στην Κρήτη έχουμε περιπτώσεις κειβδηλείας, τις γνωρίζω από τα ίδια τα νομίσματα, τα οποία μάλιστα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο, μπορείτε να τα δείτε. Είναι κομμένα, ακυρωμένα, πάργυρα, υπόχαλκα, τέτοια. Η Βενετοκρατία βρήθη από περιπτώσεις. Έχουμε δικαστικές αποφάσεις σχετικές, κατά δίκαιες. Η Τουρκοκρατία βέβαια κατά κόρων. Στην Κρητική Πολιτεία θυμάμαι μια περίπτωση στο Μηλοπόταμο, θυμάμαι μια εξαγωγή κειβδηλείας από την Κρήτη στην Πάτρα. Πάρα πολλές περιπτώσεις, ασταμάτητα, όπως σας είπα, την επόμενη μέρα του νομίσματος. Ήπηκε και το κύβδι. Παρακαλώ, άλλη ερώτηση. Όχι, στο βάθος ο κύριος σπαθεί. Σπαθεί. Θέλω να ρωτήσω, αν και το αφήνατε να εννοηθεί, αυτό που κάποιος μπορεί να παρατηρήσει στο πέρασμα των χρόνων είναι πόσο πολύ επηρέαζει η ιδεολογία και η αλλαγή καθεστώτων και εξουσιών την κοπή νομισμάτων. Αναφέρω, σαν παράδειγμα, τα νομίσματα που είχε κόψει ο Μέχας Αλέξανδρος και τα οποία διακινούνταν στις κατακτημένες περιοχές. Από αυτά που είπατε, βλέπουμε μια αναλλαγή θεμάτων στα νομίσματα και στα μετάλλια, τα οποία συνουσία περιέχουν τις αλλαγές που υπάρχουν σε γεωπολιτικό επίπεδο και προσπαθούν να προωθήσουν κάποια θέματα ιδεολογικά στους υπηκόους. Ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι με τα ευρώ και τι συμβολίζουν τα ευρώ, τι εικόνες έχουν επάνω σε αντιδιασολή με τη δραχμή και πάει λέγοντας. Έχετε απόλυτο δίκιο. Επειδή ακριβώς η κοπή νομίσματος είναι έκφραση κρατική, χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον για να προωθήσει τις ιδέες, τις πεποίθησεις των κρατών, των καθεστώτων, των βασιλιάδων, των σουλτάνων και πάει λέγοντας. Ήταν το προσφορότερο μέσο σε έναν κόσμο χωρίς εφημερίδες, χωρίς τηλεόραση. Ήταν το καλύτερο προπαγανδιστικό μέσο, γιατί κόβονταν σε χιλιάδες, εκατομμύρια παραδείγματα και έφτανε στα χέγια του κάθε νος. Φρόντιζαν όλοι που έκοψαν νομίσματα πολύ προσεχτικά να διαλέξουν τις παραστάσεις και τις επίγραφες και τα επιμέρους σύμβολα, ακριβώς γιατί όλα κάτι θέλουν να πούν. Το παράδειγμα του Αλεξάνδρου που αναφέρετε είναι από τα χαρακτηριστικά. Από την Κρήτη, ας πούμε, αν περιοριστώ σε αυτό που βλέπουμε τώρα, είναι σαφές ότι η πόλη αυτή, όποια κι αν ήταν, ήθελε να πει ότι έχει πάτωρονα τον Ηρακλή. Το λέει η επίγραφή Ηρακλέ, Ηρακλεωτών, όχι Ηρακλία, Ηρακλίον. Οι επίγραφές είναι πάντα τα εθνικά. Έχει το ρόπαλο και από την άλλη με τη λύρα, προφανώς δηλώνει την παρουσία ενός ιερού του Απόλλωνα. Αντίστοιχα και Κνωσός, για να μηνω σε κριτικά παραδείγματα, προπαγανδίζει τον Μίνωα, τον Λαβύρινθο ως ιδρυτικό μύθο της πόλης και πάει λέγοντας. Η Βυζαντινή με τα χριστιανικά σύμβολα, μέχρι στις μέρες μας το είπατε και μόνο σας στο ευρώ. Εννοείται ότι όσο πιο πίσω στον χρόνο, τόσο πιο συμπυκνωμένες πληροφορίες μπορεί να περιέχει ένα νόμισμα άσχετα από το μέγεθος του. Αυτό που σας δείχνω είναι 1,5 γραμμάριο χαλκού και 11 χιλιωστά. Και λέει τόσα πολλά. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για όλα τα νομίσματα και φυσικά έχετε δίκιο σε αυτό που είπατε. Κύριε Βαρβαράκη. Πώς μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτό το κρίμα και να καταλάβουμε πού μπορούμε να συμβεί τη συνεχή κοινωνία και ό,τι στις αλλαγές γίνονται τα κάρτες, ό,τι μιλάνε για πίκο έτσι, δηλαδή για ένα πέρατο που είναι μεταφερόμενο μέσα από τους κοριστές. Αυτό που καταρχήν δηλώνει η σημερινή κατάσταση είναι ότι η κοινωνία μας δεν έχει πια ανάγκη τόσο παλιότερα ως μέσο προπαγάνθεσης για την ισχυαστική κατάργηση του κερματικού νομίσματος και ίσα πού επιβίωση των χαρτονομισμάτων είναι, νομίζω, ιδιο των καιρών. Και δεν μπορώ, ως νομισματολόγος, ούτε να ασχίσω κριτική, ούτε να αμφισβητήσω τη χρησιμοτητά του. Είναι γέννημα της τραπεζικής οικονομίας μας πια. Έχει αλλάξει εντελώς. Δεν είναι, όμως, σημερινό φαινόμενο. Ξέρετε ότι ήδη από την αναγέννηση οι τράπεζες λειτουργούν, υπήρχαν συναλλαγματικές και στην Κρήτη. Είχε αρχίσει να καταργείται το νόμισμα όταν υπήρχαν συναλλαγές επικίνδυνες. Ας πούμε, το να στείλεις χρήματα από εδώ στη Βενετιά σήμανε ότι μπορεί να βυθιστεί το καράβι, να το πιάσουν πειρατές. Με μια συναλλαγματική, που στα χείλη των πειρατών δεν έλεγε τίποτα απολύτως, με ένα τέτοιο μέσο πληρωμής μπορείς να κοιμάσαι πιο ήσυχος. Η σημερινή κοινωνία είναι αδύνατο να στηρεχθεί στο μεταλλικό νομίζωμα. Ήδη το είχαν υποθηκεύσει οι προηγούμενες γενιές. Και είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή. Για τα ζητήματα τα οικονομιστικά θα δηλώσω ανερμοδιότητα. Αυτό θα είναι ενδιαφέρον. Αλλά ό,τι γνωρίζουμε, θα είναι ενδιαφέρον να πούμε σε τι ποσότητες προκόπτωσαν τα βιβλίδες. Και ποιος καθόριζε αυτές τις ποσότητες. Γιατί, όπως γνωρίζουμε, υπάρχει ένα βιβλίδισμα. Για αυτό αναλαμβάνω την ευθύνη να σας πω, κύριε Ταρουδάκη, για το σήμερα. Επίσης, για τις καλά τεκμηριωμένες περιπτώσεις όπως, ας πούμε, τη Βενετία. Για να μείνω στα παραδείγματα που συζητήθηκαν στη διάλεξη. Ξέρουμε πολύ καλά από τα αρχεία της Τσέκα, του νομισματοκοπίου της, πως ακόπηκαν από κάθε υποδιέρεση κάθε χρονιά. Μάλιστα, τα νομίσματα έχουν και υπογραφές. Αν προσέξετε, πολλά νομίσματα έχουν πάνω αρχικά του υπεύθυνου χαράκτη. Έχουμε λοιπόν στοιχεία για τους αριθμούς των νομισμάτων στα μεσονικά και στα νεότερα χρόνια. Πιο πίσω, από το Βυζάντιο και παλαιότερα, η νομισματική προσπαθεί να ηκάσει με ένα παιχνίδι που δεν είναι καθόλου ευχάριστο. Προσπαθεί να βγάλει μέσα από τις μικρές αποκλήσεις των μητρών, που αποτυπώνονται στα νομίσματα με το θετικό τους, πόσες πολλές χρησιμοποιήθηκαν σε κάθε νόμισμα σε κάθε πόλη. Και υπάρχουν στατιστικά μοντέλα με βάση στο οποίο υπολογίζεται για κάθε σφραγίδα, πόσα νομίσματα προλάβαινε να κόψει πριν να σπάσει. Και είναι άλλα τα νούμερα για τον εμπροστότυπο, γιατί ήταν από κάτω και ήταν προστατευμένος, και άλλα τα νούμερα για τον οπιστότυπο που εισέπρατε πρώτος το χτύπημα του σφυριού. Έχουν γίνει λοιπόν υπολογισμοί και βγάζουνε γύρω στις 100 με 100 πλ. χιλιάδες νομίσματα, που μπορούσαν να κόψει μια μήτρα. Μπορούσε! Αυτό σημαίνει ότι είναι και πραγματικό όμως, έτσι. Υπάρχουν νομίσματα, ένα μάλιστα χαρακτηστικά υπάρχει στη βιτρίνα του Μουσείου Ηρακλείου, που έχει ραγισμένη τη μήτρα. Φαίνεται ένα σπάσιμο. Συνέχισε να τη χρησιμοποιεί ο μάστορας, παρόλο που είχε σπάσει, γιατί ήταν εμπελάστα να φτιάξει μια καινούργια ή να την επισκευάσεις. Μπορούμε, είναι λοιπόν μία από τις ευχάριστες εντός εισαγωικών προσχολήσεις του νομισματολόγου, να υπολογίσει σε κάθε νομισματοκοπείο, κάθε εποχή, κάθε υποδιέρεση, πόσες μήτρες έχει. Και υπάρχει φυσικά πολύ μεγάλη απόκλειση. Στην Απολλονία, να σας πω εκπείρας, ότι για τις περισσότερες υποδιερέσεις που έχω υπόψη μου, χρησιμοποιήθηκαν τρεις μήτρες. Τρεις με τέσσερις μήτρες. Αυτό σημαίνει αρκετές δεκάδες χιλιάδες νομίσματα, θεωρητικά. Γιατί τα παραδείγματα που έχουμε στα χέρια μας είναι ένα πολύ μικρό δείγμα. Δεν ξέρω αν σας κάλυψα. Σχετικά με την αναφορά σας στον Στράβωνα, θα ήθελα να θυμίσω ότι... Δεν σας ακούω, κυρία Καστίνα. Στον Στράβωνα, ναι, να μου θυμίσετε ότι ήταν κατά το ήμιση κρητικός. Εκτός από αυτό, θα ήθελα να θυμίσω ότι πριν λίγα χρόνια... Ματίου, ναι, ναι, ναι. Αυτό έχει λυθεί, όμως, ξέρετε. Ναι, ναι, ναι, ναι. Πολυσμάτια, ναι. Πολυσμάτια, ναι, ναι, ναι. Ναι, ναι. Α, μάλιστα, πολύ ωραία. Δικαίωσο γιατί ήταν αυτός που διαπίστωσε το σωλ οικισμό πόλης Μάτια, που δεν έβγαινε, βέβαια, έτσι κι αλλιώς από τα οικιστικά δεδομένα. Ευχαριστώ για την πενθύμηση. Περιμένουμε κι άλλη ερώτηση. Η παρέα είναι πολύ... Ναι, αλλά κάθοι κουράστηκαν. Και ο κύριος Σιδηρόπουλος... Αρκετά φλύερος. Αρκετά τεκμηριωμένες οι απαντήσεις, δεν είναι φλύερες. Θα ήθελα κι άλλη ερώτηση, παρακαλώ. Και κατηδύαμε, εντάξει. Ας μην κουράζουμε, ας σας πω. Εάν τελειώσαμε, να σας διαβάσω μια πρόσκληση από τους φίλους του Πανεπιστημίου Κρήτης. Τους φίλους του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχουμε την τιμή και τη χαρά να σας προσκαλέσουμε στις 19 ετήσια απονομή του βραβείου, εις μνήμη μεν ελάω Παρλαμά. Η ομιλίτρια η κυρία Τασσούλα Μιχαήλ Μανοήλ Μιχαήλ, η κυρία Τασσούλα Μιχαήλ Μάρκο Μιχαήλ, επίκουρη καθηγήτρια Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, την τετάρτη, αυτή την τετάρτη, στις 17 Μαΐου, 8 η ώρα, μετά μεσημβρία, στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, στο Ιράκλιο. Με τιμή, το οδηγικό συμβούλιο των φίλων του Πανεπιστημίου Κρήτης. Επίσης, θα ήθελα να σας διαβάσω και την πρόσκλησή μας για την 20η του Μαΐου, στην αίθουσα την ίδια, ώρα ίδια, 11 η ώρα, Σάββατο. Ο κύριος Δημήτρης Καρατζάνης, ταξίαρχος εν αποστρατία και τέος πρόεδρος δημοτικού συμβουλίου Ιρακλίου, θα μιλήσει με θέμα «Η μάχη της Κρήτης και η συμβολή του λαϊκού στοιχείου». Το νομιλητή θα προλογίσει ο κύριος Μανώλης Βασιλάκης, πολιτικός μηχανικός πρόεδρος Γοναχανοτικής Επιτροπής της Ιρακλίας Πρωτοβουλίας, στις εκδηλώσεις αυτές που κάνουμε. Την εκδήλωση θα συντονίσει ο κύριος Μιχάλης Αγριόγιανος, μηχανολόγος, μηχανικός μέλος Συντονιστικής Επιτροπής της Ιρακλίας Πρωτοβουλίας. Η παρουσία σας θα μας τιμήσει. Ο κύριος Βασιλάκης έχει το λόγο. Μια και είμαι επί της υποδοχής να καταγράψω με μεγάλη χαρά την παρουσία του βουλευτή κυρίου Σπύρου Δανέλη και του αντιπεριφερειάρχη Ιρακλίου κυρίου Ευρυπίδη Κουκιαδάκη. Μας τιμά η παρουσία σας, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Να πω επίσης, μια και έχουμε πολλούς... Α, είναι εδώ ο κύριος Καρατζάνιστ, γαλωσσορίζομαι. Είναι ο κύριος Δρακάκης, είναι η κυρία Μάρα Παναγιωτάκη από τους ομιλητές μας, ο κύριος Αντώνης Βασιλάκης, ευχαριστούμε όλους για την παρουσία. Να πω επίσης στους αρχαιολόγους, ειδικά και σε όλους εσάς, ότι ο διάσημος συνάδελφός σας, Άγγελος Χανιώτης, θα κλείσει αυτή τη σειρά των ομιλειών στη μεθ' επόμενη ομιλία, στις 27 Μαΐου, 11 ώρα το πρωί, εδώ. Θα μου επιτρέψετε να πω το τίτλο της ομιλίας της κυρίας Τασσούλα Μιχαήλ Μαρκομιχελάκη, που είναι τώρα καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ο τίτλος... Συγγνώμη, ήταν δικό μου λάθος, χίλια συγγνώμη, δεν το... Γιατί δεν έβλεπες προηγούμενος... Ξαναδιαβάζω το τίτλο της ομιλίας της κυρίας Μαρκομιχαήλ Μαρκομιχελάκη, είναι ο θρύνος του Αγίου Βιουερασίμου του Παλαδά για το Μεγάλο Κάστρο. Ευχαριστούμε τη κυρία Καστρινάκη για τη διευθύνηση. Συγγνώμη εγώ που διάβασα τη μία σελίδα μόνο. Συγγνώμη. Συγγνώμη. Συγγνώμη.