id |
353b970a-9dd8-4fe5-8b10-db680e696009
|
title |
Στάθης Σταυρόπουλος: Αυτογνωσία ή βαρβαρότητα | Ομιλία στη Λωζάννη 26.11.2017 /
|
spellingShingle |
Στάθης Σταυρόπουλος: Αυτογνωσία ή βαρβαρότητα | Ομιλία στη Λωζάννη 26.11.2017 /
|
publisher |
Chrysostomos Bakouras
|
url |
https://www.youtube.com/watch?v=t83Y7fzx1Dc&list=PLHTRW8q23EuJtAvliFtCsWHRS3wf2yRUa
|
publishDate |
2019
|
language |
el
|
thumbnail |
http://oava-admin-api.datascouting.com/static/3845/2601/3912/e8ef/4108/318f/5aee/23bf/384526013912e8ef4108318f5aee23bf.jpg
|
organizationType_txt |
Ιδιωτικοί φορείς
|
durationNormalPlayTime_txt |
4224
|
genre |
Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
|
genre_facet |
Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
|
asr_txt |
Είμαστε κοντά στον Στάθη τον Σταυρόπουλο, τον αγαπημένο μας Στάθη που πρωτού τον παρουσιάσουμε με κάποια στοιχεία για όσους δεν τον γνωρίζουμε από εσάς. Πάνω από όλα είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και να πούμε ένας ελεύθερος άνθρωπος από τους λίγους αυτής της στιγμής στην Ελλάδα που μπορούν και εκφράζουν δυνόμους ελεύθερα και με κόστος. Μεγάλη μας χαρά. Πολλοί από εμάς το παρακολουθούμε από τα παιδικά μας χρόνια στις στείλες τους, στις εφημερίδες. Να πούμε ότι η σκητσογραφή του 81 σπούδασε οικονομικά και συγχοροθεσία κινηματογράφου πριν. Ξεκίνησαν το ριζοσπάστη, συνέχισε στα νέα, στην ευθροτυπία. Θυμάστε που έκλεισε η ευθροτυπία μετά, συνέχισε στη real news και στην ιστοσελίδα ενικός του Χατζινικολάου. Και πρόσφατα από τη real news μεταπλήθησε στο ποντίκι. Στην ιστοσελίδα ποντίκι, καθημερινά με στείλες. Βεβαίως κάθε μία από αυτές τις μετακομίσεις έχει και μια ιστορία, έτσι, να διηγηθεί, πικρή. Όμως ο Στάθης, ξέρουμε έτσι τη σημασία του και την απήγησή του στην Ελλάδα. Και αυτό έχει σημασία που βρίσκει, κάθε φορά βρίσκει βήμα να μας λέει αυτά που έχουμε ανάγκη να ακούσουμε. Έχει συνεργαστεί βεβαίως και με περιοδικά. Έχει εκδόσει πάλι από 30 άλμπουμα με σκίτσα, έχει κάνει εξώφυλλα βίσκων, έχει γράψει στους 4 στροχούς, στα επίκαιρα, στο περιοδικό μετρό όπου είμαστε. Έχει κάνει κορογραφήσεις τραγουδιών, έχει κάνει εκφέσεις, σχημάζοντα πριν από αρκετά χρόνια στη Βασιλία, ήταν η πρώτη φορά που είχε έρθει στην Ελβετία, μια ομαδική έκθεση με άλλους σκητσογράφους. Και βρήκα σε εμείς στο σελίδα, στο τέλος γράφει έχει δύο γείους και καλλιεργεί καστανιές. Ίσως θέλει να μας πει κάτι για αυτό. Ευχαριστούμε πάρα πολύ, μην πω περισσότερα. Ευχαριστούμε πάρα πολύ που είστε εδώ. Να πούμε ότι η μέλης έχει ανάγκη και από μέλη με ίτα για να μπορεί να κάνει και μέλη με γιώτα. Έτσι λοιπόν η συνδρομή είναι πάρα πολύ σημαντική για να μπορούμε να συνεχίσουμε και να κάνουμε και άλλα πράγματα και να πουρευτούμε μαζί έτσι για κάτι ακόμα παραπέρα. Ευχαριστούμε πάρα πολύ και δίνω τον λόγο στ' άνθρωπο. Ευχαριστώ. Κυρίες και κύριοι, πατέρα Αλέξανδρε, είναι μεγάλη η χαρά για μένα που είμαι εδώ και βέβαια η πρόσφυση της μέλης σας με τιμά ιδιαίτερα. Είναι αλήθεια ότι πολλά χρόνια τώρα κάνω αυτήν την δουλειά, ταξιδεύω και στον κόσμο, άλλοτε για επαγγελματικούς λόγους, άλλοτε για να δω τι γίνεται. Και πάντα οι κοινότητες, οι ελληνικές είναι κάτι πάρα πολύ συγκινητικό, όσο κοντά ή μακριά κι αν βρίσκονται από την Ελλάδα. Συνεπώς σας λέω ότι είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που είμαι μαζί σας απόψε και σας ευχαριστώ πολύ που ήρθατε. Θα μιλήσουμε για την κατάσταση της χώρας μας και θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με ένα μικρό χρονικό που πάει πίσω στα παλιά χρόνια. Θα λέει να σας αρχίσουμε από τα βασικά. Η Δημοκρατία στην αρχαία Ελλάδα γεννήθηκε από την εξέλιξη του πολέμου, από τη μετατροπή δηλαδή των συγκρούσεων των αριστοκρατών της ηρωικής εποχής στις συγκρούσεις των πολιτών, κοπλητών σε μαζική κλίμακα. Η Λιάδα περιγράφει το πρόημο στάδιο αυτής της διαδικασίας ενός μικτού πολέμου και ηρώων και μαζών. Η ολοκλήρωση αυτής της εξέλιξης σε συγκρούς εκπαρατάξεως τοποθετεί τους γεωργούς τον ίδιο συνασπισμό με τους γεωκτήμονες, με αποτέλεσμα πρώτη, εφόσον πλέον μοιράζονται κοινούς κινδύνους με τους δεύτερους και μεταξύ τους, να απαιτήσουν και τα αντίστοιχα πολιτικά δικαιώματα. Η μετάβαση αυτής στις διάφορες πόλεις και κράτη είναι ανομοιογενής, αλλά στην Αθήνα φτάνει στη δελική της μορφή την άμεση λαϊκή δημοκρατία. Αυτή η δημοκρατία διέργησε μόνο πενήντα χρόνια, αλλά επηρέασε την ανθρωπότητα διαπαντός, διότι με τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου ο ελληνισμός έγινε παγκόσμιος. Για τους ίδιους λόγους γεννήθηκε και η δημοκρατία στη Ρώμη, αλλά η εξέλιξη της εκεί σταμάτησε σε ένα αντιπροσωπευτικό, ισότι αφορά το λαοσύστημα, μιας ολιγαρχίας περίπου 400 οικογενειών, οι αρχηγοί των οποίων λειτουργούσαν ως οπλαρχηγοί και ταυτόχρονος ως κλευτοκοτάδες περιοπής, δημιουργώντας με τη δεύτερη ιδιότητά τους την πελατεία, που τους έδινε στη συνέχεια τη θέση τους στην εξουσία. Οι ομοιότητες με τις σημερινές αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες δεν είναι καθόλου τυχαίες, διότι οι ομοι πρώτοι αντελήφθει ότι ο πόνομος είναι μία επικερδής εργολαβία, που είναι κρίμα να μένει στο επίπεδο των εισβολών, της λεηλασίας και του πιάτσιχου, αλλά που πρέπει να αποτελεί την ουσία του κράτους και την πεντουσία της πολιτικής. Πολλούς αιώνες μετά την αρχαιότητα, κλασική και ιστερή, ένας πρόσως βασιλικός αξιωματικός, τέχνο του διαφωτισμού, Κλαούζιβιτς, βλέποντας τη γέννηση της Αστικής Δημοκρατίας με τη Γαλλική Επανέσταση και την είσοδο των μαζών στην ιστορία μέσω του λαϊκού μαζικού κρατεύματος που οργάνωσε ο Ναπολέων, αποφάνθηκε το περίφημο ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής μία δαμέσα. Ερθουσιώδες με αυτή τη διακήρυξη πήρξε ο Χίτλερ και όλοι οι σκοτεινίκους στο δία του αντιδιαφωτισμού, όμως γοητευμένοι με αυτή τη ρύση του Κλαούζιβιτς υπήρξαν και πολλοί μαρξιστές, ίσως διότι στην πραγματικότητα η ρύση αυτή είναι ένας γρίφος που μπορεί να διαβαστεί και ανάποδα, ότι δηλαδή η πολιτική είναι η συνέχιση του πολέμου μία δαμέσα. Και βεβαίως όσο διαφορά την ταξική πάλι, όντως η πολιτική είναι η διαχείρηση ενός αένα ο πολέμου μέσα στις ίδιες τις κοινωνίες. Σε μια ιδεαλιστική αγγροσαξονική προσέγγιση ο Κίγκαν στο βιβλίο του «Η ιστορία του πολέμου» προσπάθησε να εξορκήσει τον Κλαούζιβιτς λέγοντας ότι η πολιτική εν τέλει πρέπει να είναι η κατάργηση του πολέμου. Αφελής προσέγγιση που όμως χρησιμοποιήθηκε σφόδρα από τις ισχυρές δυνάμεις στην προπαγάνδα τους. Η κοινωνία των εθνών, ο ΥΕ, ακόμα και το ΜΕΤΟ, το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, όλοι προκρίνουν την ειρήνη δίνοντας κάθε φορά απλώς διαφορετικά ονόματα στον πόλεμο. Σε μια εξευτελισμένη εκδοχή της «Πάξη Ρωμάνα» έχουμε φτάσει σήμερα να ονομάζουμε τις εμπεριελιστικές ανθρωποσφαλιές, ανθρωπιστικές επεμβάσεις και τους αναπόφευχτους τανάδους των αμάχων παράπλευρες απώλειες. Γιατί όμως αυτή η μακρά εισαγωγή περί πολέμου και ειρήνης, περί πολιτικής και δημοκρατίας. Για τρεις λόγους. Πρώτον, η Ελλάδα υπέστη πολεμική εισβολή. Δεύτερον, η Ελλάδα έχασε πόλεμο εν καιρό ειρήνης. Και τρίτον, ο Ελληνισμός, ευρισκόμενος σε μια διαδικασία ιστορικής αποδρομής, ενώ συμβαριτισμού, αν προτιμάτε, πιστεύε πολύς πως έχει υπογράψει συμβόλαιο με τον Θεό ότι δεν θα πολεμήσει ποτέ ξανά. Ότι δηλαδή θα διάγει διαρκώς εν ειρήνη, αν εξαρτήτως, αν μπορεί να την υπερασπιστεί αυτή την ειρήνη. Οι διαπιστώσεις αυτές, αν είναι ορθές, εγείρουν δύο ερωτήματα. Πρώτον, γιατί υπέστη η Ελλάδα πολεμική εισβολή ή αν θέλετε ανθρωπιστική επέμβαση για τη σωτηρία της. Και δεύτερον, πώς αυτό έγινε κατορθωτό. Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο που ταυτόχρονος αποτελεί και το χρονικό της κρίσης. Η Ελλάδα είχε ένα διοκομμένο χρέος, το οποίο εξυπηρετούσε με όλο και μεγαλύτερη δυσκολία. Το 2010 η ήδη χώρα έκλεινε μία 20 ετία ψευδούς ευμάρειας. Η κρίση εξυπηρέτησης του χρέους ήταν πρώτον πυλών, όμως ερμή ανοιχτή αυτή η κρίση δανεισμού έγινε κρίση χρέους. Τα στατιστικά πάνω στα οποία στηρίχτηκε αυτή η δραματική αλλαγή των πολιτικών εκτιμήσεων, και στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, είναι και ήταν πάντα θέμα δημιουργικής λογιστικής, δηλαδή ενός πολιτικού χειρισμού κατατοδοκούν. Άλλο νόημα μπορούσε να δοθεί στατιστικά τη μία μέρα κι άλλο την άλλη. Σε ένα περιβάλλον πολλών υπερχρεωμένων χωρών, το ελληνικό χρέος, το χρέος δηλαδή μιας οικονομίας που κινείται στο 2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, έγινε τάχα ο εφιάλτης της ευρωπαϊκής οικονομικής συνοχής. Σε ένα πλανήτη που το παγκόσμιο χρέος όλων προς όλους, ή όλων εναντίον όλων, αγγίζει το ελληνικιώδες ποσό των 330 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, τα ελληνικά ομόλογα απειλούσαν έφτιας να τηνάξουν στον αέρα το ευρώ, τις αγορές στο Τόκιο και τις πρωτικές ανάπτυξεις στη Μαδαγασκάρη. Ακόμα και σήμερα, τύπισαν τον Τάισεν Μπλουμ, δηλώνουν ότι όλα έγιναν, ακόμα και τα λάθος, όπως χαρακτηρίζουν τα μνημονία, για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Πρόκειται για ανοησίες. Αυτή η πλευρά του προβλήματος, η μετατροπή δηλαδή του ελληνικού χρέους της τράπεζας σε χρέος στα κράτη, θα μπορούσε να λυθεί με μια σειρά ΣΟΑΠΣ, όπως γίνεται σε πλήθος χώρων. Τα ΣΟΑΠΣ είναι η μετατροπή του χρέους σε ομόλογα με νέες ημερομηνίες, ούτως ώστε να μπορεί να γίνει μια διευθέτηση στην δευτερογενική αγορά και διάφορες άλλες εξυπηρετήσεις που κρατάνε τις οικονομίες έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί ζωντανές, όπως τη γαλλική ή την ιταλική. Στην έτσι κι αλλιώς λογιστική οικονομία της παγκοσμοϊποίησης, τα εργαλεία χειραγώλησης αυτής της φούσκας είναι πάρα πολλά. Όμως δεν έγινε έτσι. Η κρίση δανεισμού εχρύστη κρίση χρέους και η Ελλάδα υπέστη οικονομική εισβολή και εν το άμα πολιτική. Το χρέος μετατράπηκε με συνοδικές διαδικασίες σε ένα εργαλείο για τη δημιουργία μιας νέος διπουχόρας. Έτσι η Ελλάδα μεταβλήθηκε σε επικεία χρέους. Αυτό αμέσως την κατέστησε προτεκτοράτο. Και ταυτόχρονος η δική οικονομική ζώνη. Με ανώτατο στάδιο αυτό που συμβαίνει σήμερα. Τη μετατροπή της χώρας σε ζωτικό χώρο της Γερμανίας. Όσο αναπτυγιαστικός κι αν είναι αυτός ο όρος, ζωτικός χώρος. Γιατί συνέβησαν όλα αυτά? Πριν απαντήσουμε σε αυτό και για να καταλάβουμε τον βάθος του ερωτήματος που τίθεται, και θα σας δούμε το αποτέλεσμα όσον έγινα. Η Ελλάδα σήμερα είναι μια χώρα χωρίς σύνταγμα. Δεν έχει αυτεξούσιο. Βρίσκεται υποκατεστώς εντολής, όπως βρισκόταν η Συρία, υποκατεστός γαλλικής εντολής στο Μοσοπόλεμο. Η εθνική περιουσία δεν έχει ασυλία. Η δημόσια περιουσία και οι υποδομές της χώρας λεηλατούνται. Η εργασία και ο πολιτισμός της εργασίας ανασκολοπίζονται. Τους θεσμούς, όπως για Λιουδάς θα τα ανομάζουμε και αντιδροϊκά, όταν τελειώσουν τα μνημόνια θα διαδεχθεί η Επιτροπία. Η χώρα θα βρίσκεται σε καθεστώς επιτήρησης για τα επόμενα 99 χρόνια. Η Ολλάδα μπήκε σε καθεστώς εντολής με το χρέος του 120% του ΑΕΠ, το ακαθάριστο εθνικό εισοδήματος. Σήμερα με το ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά 25%, 35% και 40% το χρέος καλμπάζει στο 180% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους αριθμούς αγγίζει τα 320 δις, είναι ένα εθιαλτικό νούμερο. Το ασφαλιστικό σύστημα κατέρευσε και συνεχίζει να υποβαθμίζεται. Οι μιστοί και τα ημερονίστια τίνουν σε επίπεδα Βουλγαρίας. Η υπερφορολόγηση ξεπερνάει κάθε όριο αγριότητας που μπορούν να αντιμετωπίσουν τα νοικοκυριά. Έχουμε παιδιά που πλέον υποσετίζονται. Σε μεγάλη κλίμακα και σε μεγάλο ποσοστό και σε μεγάλη διάρκεια. Οι νεολέαλα και πλήθως ενήλικοι Έλληνες μεταναστεύουν. Περίπου μισό εκατομμύριο έχουν σκορπιστεί στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ενώ ένα εκατομμύριο από το εγχώριο εργατικό δυναμικό παραμένει άνεργο. Με όσους εργάζονται να αντιμετωπίζουν κάθε μορφή ευέλικτης εργασίας. Οι περισσότεροι χαμηλώνεις διπλέον και συχνά απλήρωτοι. Το ένα τρίτο του λαού ζει στο όριο και κάτω από το όριο της φτώχειας. Η μεσαία τάξη της σπραγγή και απεσχνάζεται. Πρόκειται για ένα μυφιάλπι. Η υγεία υποβαθμίζεται. Η παιδεία σκοπίμως υπονομεύεται. Ενώ όλες οι παθογένειες της ψευδούς ευμάρειας του παρελθόντος έχουν παροξελθεί. Οι Έλληνες έχουν χάσει τη χαρά της ζωής, διάγουμε απελπισμένοι και απειλούνται από ένα δημογραφικότε τελεσμένο ιστορικό διαστάσιο. Η χώρα αντιμετωπίζει πρόβλημα δημογραφικής επιβίωσης στο εγγυής μέλλον. Για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες ο Ελληνισμός έρχεται αντιμέτωπος με τους κινδύνους που συνεπάγεται η έλλειψη εθνικής στρατηγικής. Η Ελλάδα έχασε πόλεμο και τώρα βρίσκεται υπό καταστώς κατοχής. Γιατί όμως τα πάθαμε όλα αυτά εμείς και γιατί μπόρεσα να μας τα κάνουν όλα αυτά οι άλλοι, εν προκειμένου οι τράπεζες και το πολιτικό τους προσωπικό. Πόσοι δανειστές με τα τράπεζια της αδυνάστασης. Γιατί η χώρα επέστρεψε από την έμμεση ξενοκρατία στην άμεση. Διότι ο κακτελισμός αλλάζει. Και η κατασκευή πλέον χωρών, κρατών, πίπου, προτεκτοράτου, ζωνών επιρροής, όπως η Ελλάδα, είναι άμεση προτεραιότητα. Η λεγόμενη ελεύθερη αγορά αποδειχνύεται ως η πιο άγρια, διευθυνόμενη οικονομία που εμφανίσως του συστήματος. Τίποτα το ελεύθερο δεν υπάρχει σε αυτή την αγορά. Όλα λειτουργούν με κανόνες. Μιας τρομακτικής γραφειοκρατίας, που ενδρέμει στις Βιξέλλες, και μπροστά στην οποία η σοβιετική γραφειοκρατία ήταν απλώς ένα αστείο. Η γραφειοκρατία αυτή ορίζει, για να σας δώσω ένα παράδειγμα, ακόμα και τον τρόπο που ένας παραγωγός στη Μεσαινία θα βγάλει το λάδι του. Όταν θα πάει ο παραγωγός στο λιτουργείο πρέπει να πληρώσει σε χρήμα. Δεν μπορεί να πληρώσει σε προϊόν, όπως μπορούσε να κάνει παλιά. Αν επίσης θελήσει να πουλήσει το προϊόν για να βγάλει λεφτά, θα υποστεί μια φορολόγηση και μια διαδικασία, και τέλει δεν θα έχει καμία σημασία να πουλήσει αυτό το προϊόν. Αυτό δεν λέγεται ελεύθερη αγορά, λέγεται διευθυνόμενη οικονομία. Και είναι μια διευθυνόμενη οικονομία θεοδαλικού τύπου. Με εκστρεμιστικό τρόπο εμφανίζεται και ενώ διακρίνει στα αντίθετα, γι' αυτό πλέον λέμε και το κέντρο εκστρεμιστικό, οδηγεί τους ανθρώπους σε μια κατάσταση σκλαβιάς όλο και πιο πολύ. Ο ανταγωνισμός δεν είναι παρά αυτό που ήταν πάντα, ο μονόδρομος για την επικράτηση του ισχυρότερου με κατάληξη την δημιουργία των μονοπολίων και των λιγοπολίων. Όμως το σύστημα χαρακτηρίζεται πλέον από μία σεσόρευση λογιστικών αξιών, δηλαδή από μία σεσόρευση ψευδούς πλούτου. Τον εμπράγματο πλούτο, αυτόν δηλαδή που έχει αντίκρισμα σε πραγματικές αξίες, αυτή τη στιγμή κατέχει το 0,01% του παγκόσμιου πληθυσμού, σε ποσοστό που υπερβαίνει το 70% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 98% του πληθυσμού της Γης έχει πρόσβαση στο 2% του παγκόσμιου πλούτου. Οι αριθμοί έρχονται κατευθείαν την κόλαση από όπου θα έρθει και ο επόμενος πόλεμος. Παρ' ό,τι ο καπιταλισμός είναι ένα αηλήθιο σύστημα που ανακυκλώνει τις κρίσεις του. Και ζει από αυτές. Οι καπιταλιστές είναι εφείς. Ανήθικοι και αφιλοσόφιτοι, αλλά εφείς. Διαπιστώνουν λοιπόν ότι ο προσπορισμός πραγματικού πλούτου προκύττει από την επιστροφή στην εκμετάλλευση στις σπεναξίες. Από την επιστροφή δηλαδή στη φθηνή εργατική δύναμη. Όσο κι αν αυτό συνεπάγεται, είναι μέρος της εργατικής τάξης επιστροφή στην εποχή των τίκεμς, από πλευράς τρόπους ζωής. Η παγκοσμιοποίηση στην πραγματικότητα έχει εκπνεύσει. Και η ομοριανοποιημένη σκέψη κρατιέται ζωντανή για να καλύπτει ακριβώς αυτό το γεγονός. Ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας και της παραγωγής αλλάζει. Η Κίνα, για παράδειγμα, δημιουργεί εσωτερική αγορά, ενώ η Γερμανία χρειάζεται στη φθηνή εργατική δύναμη πιο κοντάτες. Σε ειδικές οικονομικές ζώνες, σε ζωτικούς χώρους. Στης Λοβακίας φερειπίνει την Ελλάδα ή τη Ρουμανία, σε ένα μέρος Πολωνίας. Για αυτό το χρέος, όπως είπαμε, χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο. Για να φτιαχτούν νέο τύπου χώρες και ζώνες. Ο νεοφιλελευθερισμός ο ίδιος απέτυχε. Στην πραγματικότητα τα τελευταία 20 χρόνια αποτυχάνει παντού. Όμως η επανάληψη των αποτυχιών του είναι η επιτυχία του. Διότι κάθε αποτυχία που επιτυχάνει παράγει ακόμα πιο πολύ ευριότητα, ακόμα πιο χρήσιμη για το επόμενο στάδιο μεταμόρφωσης και ανασυγκρότησης του συστήματος. Για παράδειγμα, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα με τη βίαια αποδόμηση του πολιτισμού της εργασίας, συνέβη και συμβαίνει στη Γερμανία πιο ήπια, αρχείς γεννωμένης ήδη από τη δεκαετία του 90 με την Ατζέτας Ρέντερ, που χαμήλωσε τα μεροκάματα που εισήγαλε το επίδομα, την εξάρτηση δηλαδή από τον κράτος, ως μέρος του μισθού και με πολλούς άλλους τρόπους. Συμβαίνει τώρα στη Γαλλία με τον Μακρόν και λίγο πιο πριν είχε συμβεί με τον Ολάν, όπως συνέβη επίσης στην Αγγλία με τον Μπλερ να ολοκληρώνει το έργο της Στράτσαρ. Αυτές οι οργανωμένες μεταμορφώσεις στην οικονομία της αγοράς καθίστανται δυνατές με τις μεταμορφώσεις σε πολιτικό και πολιτιακό επίπεδο, με κορυφαίο φαινόμενο την αποδυνάμωση της αστικής δημοκρατίας. Σήμερα η αστική τάξη χρειάζεται όλο και λιγότερο τη δημοκρατία. Διωμιστείνει όλο και περισσότερο προς την τυραννίδα. Η Γαλλία για παράδειγμα βρίσκεται σε καθεστός έκτακτης ανάγκης εδώ και τρία σχεδόν χρόνια χωρίς να κουνιέται φύλλο. Η δύση με τους πολέμους που εξαπολύει πετυχαίνει πολλούς τόκους. Πρώτο, λέει λατή τις χώρες θύματα. Δεύτερον, διαχειρίζεται την αντίδρασή τους ενισχύοντας τον αυταρχισμό στο δικό της ασωτερικό με πρόσχημα την τρομοκρατική απειλή. Μια όντως αληθινή απειλή που όμως η δύση εκτρέφει. Τρίτον, αποκτά ακόμα πιο φτεινό εργατικό δυναμικό μέσο των προσφύγων ρισχάροντας ακόμα και κινδύνους από ανεξέλεγχτες παραμέτρους του προσφυγικού. Πόσο όμως κατάφερε η αστική τάξη να πετύχει αυτό που πέτυχαν και οι ρωμαίοι Κέσαρες κρατώντας από τη δημοκρατία τις τελετές της και δολοφονώντας την ουσία της. Διότι όντως σήμερα η σημειολογία της δημοκρατίας είναι πιο ζωντανή παρά ποτέ, αλλά η ουσία της πνέει τα λίστια. Σήμερα η τυραννία της πολιτικής ορθότητας έχει φτάσει να χαρακτηρίζει έγκλημα γνώμης ό,τι εκείνη προγράφει. Τα αρτομικά δικαιώματα δίνουν μια επίφαση δημοκρατικότητας στο θάνατο των προσωπικών και των συλλογικών δικαιωμάτων. Η προπαγάνδα τρομοκρατή και η επιδοτούμενη τέχνη ναρκώνει. Πώς έγιναν όλα αυτά? Πώς εμσωματώθηκε η σοσιαλδημοκρατία στο νεοφιλοδεθρησμό? Γιατί το κομμουνιστικό κίνημα εκφυλίστηκε σε εξυγχρονιστικά και αριστερίστικα παρακολουθήματα των κυριαρχών δυνάμεων της δεξιάς. Σήμερα, αν δούμε την Ευρώπη και ευρύτερα την Δύση με τα μάτια της ιστορίες, θα διαπιστώσουμε, μάλλον με τρόμο, ότι συμβαίνουν δύο θανάσιμα φαινόμενα και τα δύο μαζί. Εις ό,τι αφορά τις ειδουμπεριαλιστικές αντιθέσεις, η Δύση βρίσκεται ακριβώς πριν από το 1914. Και εις όσο αφορούν τις πολιτικές δυνάμεις και τις πολιτικές εξελίξεις, η Δύση βρίσκεται ακριβώς στο Μεσοπόλον. Πρόκειται για ένα εκκληκτικό τάμπ, πολεμικός ανταγωνισμός των μεγάλων κρατών μεταξύ τους και εκφυλισμός των δημοκρατιών στο εσωτερικό των κρατών. Όπως γίνεται, ας πούμε, με τον πατριτικό νόμο στις Συνωμένες Πολιτείες και αλλού. Αυτό το τάμπ με τη σειρά του παράγει μια ακόμα χειρότερη δυστοπία. Στη Δύση το σύστημα, ο Μακρόν, και το αντισύστημα, ο Τραμ, κάνουν κνήδια ακριβώς δουλειά. Το σύστημα αποξενώνει τους λαούς από το πολίτεμα, παράγοντας ταυτόχρονος το αντισύστημα, που υποδέχεται και χειραγωγεί την οργή τους. Μπροστά στον κίνδυνο του αντισυστήματος, που εκφράζει παραδείγματος χάρη Λεπέν στη Γαλλία, η Γαλλία ψηφίζει μακρό, αλλά η χώρα έτσι κινείται προς την ίδια δεξιά κατεύθυνση. Η δεξιά πολιτική των δημοκρατικών στη ΣΥΠΑ οδηγεί τις απογοητευμένες ΜΑΖΕ στην αγγελιά του Τραμ. Την επόμενη φορά που αυτές οι ΜΑΖΕ θα ψηφίσουν πάλι δημοκρατικούς, το σύστημα θα έχει ήδη μετακινηθεί ακόμα πιο δεξιά. Η Μέρκελ εξορκίζει τον κύρινο της ακροδεξιάς στη Γερμανία και συνεργάζεται με τους φασίσσες στο Κίεβο. Με έναν λόγο σύστημα και αντισύστημα έχουν βάλει τους λόγους στη μέση. Οικονομικός εκμετάλλευσης δυναμώνει όλο και πιο πολύ και πολιτικός η δημοκρατία γίνεται όλο και πιο πολύ ένα άδειο που κάμες. Σ' αυτές τις τάσεις στη Δύση σήμερα δεν υπάρχει ουσιώδης αντίλογος, διότι η αριστερά των μαζών, σωσιαρδημοκρατική και κομμουνιστική, έχει εκπνεύσει. Μαζί της εξέπνευσαν και τα αποτελέσματα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα οποία αναθωρούνται παντού εις βάρος των εργαζομένων. Για την παρακμή της αριστεράς τένει σημαντικοί παράγοντες όπως ο εκθυλισμός της Σοβιετικής Ένωσης και η μακρόχρονη κατάρρευσή της, όπως φταί επίσης και η εντροπία που παρουσίασε η αριστερά στη Δύση αρχής γεννωμένης με το Μάι του 1968, όταν διακηρύχτηκε τη σπράγμαση ότι πρέπει να διαρρικθεί και εν τέλει διαρρύχθηκε ο δοσμός των διανομένων με την εργατική τάξη. Η συρρήχρωση του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και η ξαέρευση του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν πλέον θέμα χρόνου, ενώ η προσχώρηση των τότε αριστεριστών στο σημερινό σύστημα εξουσίας αποδειχνύει το ρόλο που μπορεί να παίξει η διανόηση, όταν αποκόβεται από τις ηθικές και φιλοσοφικές της υποχρεώσεις, απέναντι στο λόγο. Ο ευρωκουμμουνισμός, δηλαδή ο γαλλικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό ή το ιταλικό πείραμα, χάθηκε μέσα σε ένα κοσμοπολίτικο πορτό που ήθελε την έννοια του έθνους ξεπερασμένη, την ύπαρση του κράτους εμπόδιο για την παγκοσμιοποιημένη οικονομία των εταιριών και το διεθνισμό μια γραφική ιδεοληψία. Το εθνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξαγόταν η ταξική πάλι ξεπεράστηκε για να μην διεξάγεται καθόλου. Από καείδια του ευρωκουμμουνισμού και περιτρίματα του υπαρτού σοσιαλισμού ανέλαβα να μήσουν τις ΜΑΖΑΣ στον μεταμοντερνισμό, δηλαδή την αλήθεια του καθενός δίχως την επώδειξη της, και τον πολυπολιτισμό, δηλαδή τον εκφυλισμό της σώσμωσης των πολιτισμών σε ταξικά και τοξικά γέτο. Η αποξένωση των ΜΑΖΑΣ από τον αμοραλισμό τέτοιων παραλογισμών ήταν αναπόφεκτη. Ο κυρίαρχος πολιτισμός, επιδοτούμενος και ριχός, διότι έμεινε πλέον μακριά από τα προβλήματα των ανθρώπων, τα κυρίαχα μήμια που αποκόπηκαν από τη δημοκρατική τους ευθύνη απέναντι στους πολίτες, προκαλούσαν και αποστροφή στον λαό και προκαλούν, ο οποίος σιγά σιγά ξέπεσε μέσω του lifestyle να ζει τη ζωή αλλωνών, συνήθως φθηνών ειδώνων, ενώ το αυτοχρόνο σε παιδεία με πρόταγμα τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την παρεογή, άρχισε να δημιουργεί τον μονοσύμματο άνθρωπο, τον αφιλοσόφητο, τον μονίρι και εν τέλει τον ιδιότη. Όλα αυτά συνέψαν και στην Ελλάδα. Η προετοιμασία των Ελλήνων να ξαναγίνουν ραλιάδες πέρασε κυρίως μέσα από τα ΑΕΙ, την κυρίαρχη ιδεολογία με φορεί στα ΜΕΕ και την ενσωμάτωση της αριστεράς των πρετόριων μέσω του Πρυτανίου. Η αριστερά που όταν ήρθε στα πράγματα προσκύνησε, δεν έπεσε από τον ουρανό, προέλθα την αριστερά που είχε ήδη εκφυλιστεί. Για να καταλάβουμε τι έγινε στην Ελλάδα, πρέπει να δούμε τι είναι η Ελλάδα. Η χώρα αυτή ως κράτος προέλθα από επανάσταση. Ως κράτος επίσης είναι ένα από τα παλαιότερα στη σύγχρονη Ευρώπη και ταυτόχρονος εθνικώς ομοιογενές, κατά 95% ποσοσμό σπάνιο στην Υπηρό μας. Η εθνική ομοιογένεια του ελληνικού κράτους προέκυψε από τη συρρήκνωση του εθνικού ελληνισμού, παρά ταύτα, η ελληνική διασπορά εξακολουθεί να είναι σημαντική, και ο ελληνισμός να υπάρχει ιωνία αυτοξύσεως σε δύο κράτη, το ελλαδικό και το κυπριακό. Μετά την καταστροφή του 1922, η ελληνική εθνικιαστική τάξη έχασε τις φιλοδοξίες της για εθνική κυριαρχία και προσκολήθηκε στις ξένες δυνάμεις, ενδυναμώνοντας το έμπακρο την παθολογία της ξενοκρατίας, που άλλωστε σημάδεψε το νεαρό κράτος από τη γέννησή του. Οι Έλληνες δεν παρακολούθησαν με ευκολία αυτή την επιλογή της εθνικής τάξης, όπως αποδεικνύουν η εθνική αντίσταση, οι αγώνες υπέρ της Κύπρου, οι αγώνες υπέρ της Δημοκρατίας, ο αντιδικτακτορικός αγώνας, το σκίρτημα της μεταπολίτευσης, και εν τέλει σήμερα οι αγανακτισμένοι και το εξ το δημοψήφισμα. Εδώ να σημειώσουμε ότι οι αγανακτισμένοι ως τελευταία αναλαμπή της αντιστασιακής ιδιοπροσωπίας των Ελλήνων συγκοφαντήθηκαν εντόνως. Από τη μεν ποικιλόνιμη δεξιά δηλαδή τους εξιχρονιστές και τους νεοφιλελεύθερους, διότι η δυοίδα των κύρδεων μιας Ιωνίας εκκλησίας του Δήμου να λειτουργεί, αποδέτην την κομμουνιστική αριστερά διότι η σεχταριστική αντίληψη ότι είναι επικύρδενο κάθε τίποτε να ελέγχουμε πριτάνευσε πάλι. Αντί η κομμουνιστική αριστερά να δει στους αγανακτισμένους, τους αγανακτισμένους ως μαζικό χώρο μέσα στον οποίο θα μπορούσε να ζημώσει τις ιδέες της, αποστασιωπήθηκε. Κατεβολώντας και από πάνω τους πολίτες ότι αναθέτουν τάχα τη λύση των προβλημάτων τους σε αλλοτριούς σωτήρες. Ήταν μια τραγική στάση που στιγμάτισε τις εξελίξεις και κράτησε ατελέσφαλες τις προσπάθειες του λαού και στην Ελλάδα, με απόγεχο και στην Ευρώπη. Παρά τα αυτά, οι Έλληνες επανήλθαν. Επανασυσπηρώθηκαν εκ νέου στο δημοψήφισμα. Άνοιοι οι ίδιοι ανέπτεσαν ο Δέος και ο Κρτώλαος, που λέει και ο ποιητής. Οι Έλληνες έκαναν ό,τι μπορούσαν. Αλλά δεν είχαν ιγέτες που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν αυτή την προσπάθεια του λαού. Οι Έλληνες είχαν κάνει για μία ακόμα φορά, είχαν δώσει για μία ακόμα φορά τη μάχη τους, ασχέτουσαν οι πολιτικές δυνάμεις που εμπιστεύτηκαν, αποδείθηκαν ανάξιας. Από πού όμως προέρχεται αυτός ο ιδίστροπος με την εξουσία χαρακτήρας των Ελλήνων, ο συχνά αντιστασιακός. Πώς ένας λαός που έβγαλε τόσους ευριακύλους, έβγαλε περισσότερους ήρωες, αγίους και αντάρτες. Ο Ράσιμαν παρατηρεί και ο Μπέκ αποδεικνύει, βυζαντινολόγηκε ήδη, ότι το ίδιο το πολίτεμα στο Βυζάντιο νομιμοποιούσε την Επανάσταση όταν η εξουσία ήταν άδικη. Αυτό το αίσθημα δικαίου συνόδευσε την ανασυγκρότηση των Ελλήνων σε κοινότητα, με εθνική αυτογνωσία πια, μετά την κατάρρευση του ρωμαϊκού αυτονόητου το 1204. Αυτή η κριτική διάθεση προς την εξουσία δεν άφησε την Ορθοδοξία από την πρώτη της αρχή να εξελιχθεί σε κεσαροπαπισμό. Την πετέτρεψε από διώκτη των κλασικών γραμμάτων σε θιασσότη και στη συνέχεια την οδήγησε να παίξει σημαντικό ρόλο στον πρόημο ελληνικό ανθρωπισμό, όπως ονομάζουν τώρα και στη Δύση την Παλαιολόγη αναγενήσε. Αυτή η αίσθηση δικαίου που η παιδεία και η παράδοση μετέδιδα, μας έδωσαν τους μεουμάρτυρες και τους χλέφτες. Τον τόνο στην πορεία του λαού δεν τον έδωσαν οι Κοτζαμπασίδες και το μέρος της εκκλησίας που συνεργάστηκε, αλλά οι κοινότητες και ο λαϊκός κλήρος. Όταν διαβάζουμε τους δυτικούς περιγητές στα Βαλκάνια κατά την Τουρκοκρατία, τους βλέπουμε να διαπιστώνουν δύο πράγματα. Πρώτον, την αυτογνωσία των βοσκών, των γεωργών, των ψαράδων, εκείνοι που οργάνωνε η παράδοσή τους μέσα τους, ο δημόδης λαϊκός πολιτισμός, και δεύτερον, την ανησυχία που οδηγούσε σε συχνές εξεργεύσεις τους αντικειμένους, εκείνους που η χαρακτηριστική ανομία των Τούρκων έπνιγε. Σε αυτό το υπόβαθρο, το οποίο παρατηρεί και ο Φίλεη και ο Γόρντον και ο Λόρνδος Μπάιρον, Φίλεη και ο Γόρντον υπήρξαν άκρη στα πηγή που έδαβαν μέρος στην Επανάσταση και έγραψαν για τους Έλληνες, παρ' ότι ο Γόρντος στη συνέχεια τους απαρνήθηκε. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι οι αρχικές του παρατηρήσεις Σε αυτό το υπόβαθρο, ο διαφωτισμός και η Γαλλική Επανάσταση θα ήταν αδύνατο να μην οδηγήσουν σε ένα ρήγα μια φιλική εταιρεία και μια Επανάσταση που επιτέλους επικράτησε. Ο πλούτος των Εμπόρων δεν ήταν αρκετός. Κι αν πλούτιζαν εκείνη την εποχή, εκείνο που καθόρισε τα πράγματα ήταν ο καημός. Αυτός έγινε το Σύνταγμα της Τριζίνας, η Επανάσταση του 1843, ο μακεδονικός αγώνας. Αυτός ο καημός βάθυνε με την καταστροφή του 1822 και αυτός έβγαλε τους αντάρθες του Κλανή στην κατοχή. Ο καημός για το δίκιο. Αυτός ο καημός ήταν που βρήκε τη λέξη «λευθεριάει θάνατος» το 1821, τη φράση «λευθεριάει θάνατος». Ο καημός για την ολοκλήρωση της Επανάστασης χαρακτήρησε τους Έλληνες του 1940. Με τον ίδιο τρόπο, το άδικο των μετεμφιλιοπολεμικών κυβερνήσεων πήρε ως απάντηση τη μεγάλη επίεση, τη μεγάλη μουσική, τη μεγάλη λογοτεχνία, το θέατρο, τη ζωγραφική, που εξέφρασαν το χαρακτήρα του λαού και το 50, και το 60, και το 70, και το 80. Ε, λοιπόν, αυτή η ιδιοπροσωπία των Ελλήνων, αυτή η αντιστασιακή τους προδιάθεση, έπρεπε να εξαλληφθεί. Και αυτό ακριβώς ζήσαμε κατά τις δεκαετίες της ψευδούς ευμάριας. Την υπονόμευση της λαϊκής αυτογνωσίας, την αποκοπή των Ελλήνων από τον πολιτισμό τους, λόγιο και λαϊκό, την ενοχοποίηση της ιδιαιτερότητάς τους, της αξιοπρέπειας, της γνήμης. Προς τούτου επισταδεύτηκε η λύφη, το αντίθετο της αλήθειας, μια χίδινα αριστερά που υπερετούσε από ακαδημαϊκές και πολιτικές θέσεις της κυβερνήσης του δικοματισμού, συχνά με το αζημίωτα, ανέλαβε να κάνει στους πολίτες πλήσα κεφάλου. Ο πατριωτισμός ταυτίστηκε με τον εθνικισμό. Οι Έλληνες έγιναν έθνης, κομπλεξικοί Βαλκάνοι, ανάδελφοι και θρησκόγευτοι και αργότερα χαρακτηρίστηκαν τεμπέλιδες και λαμόγια και εν τέλει λαϊκιστές. Λαϊκιστές δεν ήτανε πλέον η δημαγωγή, αλλά ο ίδιος ο λαός. Πήγε η εδωλογική τρομοκρατία σύννεφο. Ο λαός θα έπρεπε να μείνει ορφανός από αγίους και ποιητές, θα έπρεπε να ξεχάσει τα πάθη του διότι τάχα γεννούν μίσος και συνεπώς να επαναλάβει τα λάθη του. Η Ουσονούπο προετοιμασία του Προτεκτοράτου χρειαζόταν ένα λαό ενοχικό, καχύπορτο με τον εαυτό του, ανήκανο να αντιδράσει στο κακό που τον περίμενε. Και τώρα που μιλάμε το κακό που έχει βρει τη χώρα μας είναι δυτό. Από τη μια η σταθεροποίηση του Προτεκτοράτου και από την άλλη το ξερίζωμα του αντιστασιακού φρονήματος του λαού. Η πολιτική υποταγή προϋποθέτει πολιτιστική συντριβή. Και προς τούτο η συνησφορά της αριστεράς που γονάτισε είναι χτίμητη για τους επικυριέρχους. Η διακήρυξη του «δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς» υψώνεται σε λάβαρο του νέου ραγιαδεσμού. Ο αριστερά με την κατεξοχή αντιστασιακή παράδοση μεταλλάσσεται σε εντολοδόχο των εγχώριων δυνατών και των ξένων επικυριέρχων. Ο Επιτάφιος αφαιρείται από τη Διδακτέη. Ο Μεγαλέξανδρος η ελληνιστική εποχή το Βυζάντιο υποβαθμίζονται κι άλλο. Έφνης οι Έλληνες συνεποσφάζουν τους Τούρκους στη Τρυπολιτσά. Οι ερβανίτες σουλιώτες πετάνε τις γυναίκες τους στο ζάλοδο για να ξεφύγουν από τους Τούρκους πιο ευκίνητοι και ανάλαφροι, ο Ελλήτης είναι εθνικιστής και οι ίδιοι Έλληνες είναι ένα επινόημα του διαφωτισμού. Η Επανάσταση λένε γέννησε τους Έλληνες και δεν ήταν οι Έλληνες που κάνανε την Επανάσταση. Το λογικό ερώτημα τότε ποιος την έκανε αυτή την Επανάσταση παραμένει αναπάντητο. Δεν αισθάνονται καν την υποχρέωση να απαντήσουν. Πρόειται για μια Πανάσταση αγνός του πατρός και μητρός. Χύμαρια μάθιας και εμπάθιας πνίγουν τα τελευταία χρόνια τα δημόσια πράγματα στην Ελλάδα. Έχει τρωθεί από όλα αυτά ο λαός, έχει χάσει την αυτογνωσία του, άγνωστο. Η αίσθηση που μπορεί να έχει κανείς για κάτι τέτοιο δεν είναι σαφής, πέζατε. Για παράδειγμα, όλοι πίστευαν ότι οι Κύπριοι τα είχαν παρατήσει με το κυπριακό. Όταν όμως ήρθε το σχέδιο ΑΝΑ και ένιωσαν ότι κινδυνεύει η υπόστασή τους, εξανέστησαν. Επαναστάθησαν. Νιώθουν σήμερα οι Έλληνες ότι κινδυνεύει η υπόστασή τους ή βρίσκονται σε κατάσταση σοπ και δέος, απογοητευμένοι, απελπισμένοι και εν τέλει αποβλακωμένοι. Κατάφεραν οι βαλτίοι αυτών των δυο-τριών δεκατειών να θολώσουν την πρόσβαση του λαού στην ψυχή του. Αυτό είναι το ερώτημα της εγκυρίας. Και δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολο. Η ιστορία διδάσκει ότι πάντα ένα 10% του λαού είναι εκείνο που κάνει τη διαφορά. Η ιστορία, όμως, επίσης διδάσκει ότι αν αυτό το 10% αν το άλλα σ' αυτό μαραμθεί, τότε το υπόλοιπο του πράγματος χάνεται. Οι λαοί γράφουν ιστορίες όταν ξέρουν την ιστορία τους. Όταν το 10% γρηγορεί και παρακινεί τους αφρούς ανθρώπους, που δεν είναι εδώ ούτε ήρωες ούτε άγιοι, να κινηθούν και να μεγαλουργήσουν. Σήμερα οι Έλληνες που γρηγορούν φαίνεται σαν να δίνουν μάχεπη στους φυλακών. Οι Λατίνοι έλεγαν ότι «Ηντε ράδε μας σήλεν τυλαγιες», ότι δηλαδή στον πόλεμο οι νόμοι σιουπούν. Στην Ελλάδα τώρα οι νόμοι εφαρμόζουν τα αποτελέσματα του πολέμου που χάσαμε, κάνοντας τη ζωή των ανθρώπων όλο το χειρότερο. Δεν είναι νόμοι που σιουπούν, είναι νόμοι που φωνάζουν. Που φωνάζουν υπέρ της υποταγής και τις αναγκαιότητες για αυτή την υποταγή σαν να είναι ο μοναδικός υπαρκτός πλέον δρόμος. Επιστρέφοντας στον Κλαούζεβιτς θα λέγαμε ότι ο πόλεμος στην Ελλάδα είναι η πολιτική της Ένωσης εναντίον όλων των ασθενέστερων κρατών της Ευρώπης. Ο πειρασμός της Γερμανίας για ένα τέταρτο ραϊκ με ειρηνικά μέσα είναι ο πειρασμός του ολοκληρωτισμού και εν τέλει του πολέμου. Η απόδειξη όλων αυτών βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας. Αν μου βρείτε έναν μόνο νόμο, που τα τελευταία είκοσι έτη θεσμοθετήθηκε υπέρ των εργαζωμένων οπουδήποτε στη Δύση, τότε όσα είπαμε σήμερα μπορεί και να σηκώνω ένα στοχασμό. Όμως, ούτε ένας τέτοιος νόμος δεν υπάρχει. Και όταν δεν το βλέπουμε, είναι σαν να λέμε στον εαυτό μας ότι «Μωρένι ο Κύριος ον βούλεται από λέση». Εκτός και ακούμε στον εαυτό μας ότι «Τέλει αιρετή και τόλμουν η ελευθερία». Σας ευχαριστώ. Ελπίζω να μη σας κούρασε, αν θέλετε να συζητήσουμε κάτι από αυτά που είπαμε στη διάθεσή σας. Ελπίζω να μη σας τάραξα, να μη σας υπάνε κάπου σοκώδι. Μόνο ας συσπειρωθούμε γύρω από το τελευταίο που σας είπα, που συνεπάγει με την τέχνη να ξαναβρούμε την τόλμη στον ερωτή μας. Με κουβέντες και με ψέματα δεν γίνεται τίποτα. Με σαξιές τόροι και κουκαμάρες, που λέγονται για να παγιωθεί αυτή η κατάσταση, δεν έχουμε καμία ελπίδα. Όμως τα πράγματα είναι δύσκολα, διότι στην ιστορία δεν εξεγείρονται συχνά οι άνθρωποι. Ξέρετε, είναι λίγο κνά τα πράγματα. Οι Έλληνες προσπάθησαν τρεις φορές. Προσπάθησαν ακόμα και με τον Σαμαρά, όταν εμφανιζόταν αντικτημονιακώς. Προσπάθησαν με τους αγνακτισμένους. Προσπάθησαν με τον Δημοψήφ. Έχουν προδοθεί και τις τρεις. Στη χώρα δεν γίνεται κουβέντα για τη μεγάλη νομοτεχνία, για αυτό που είπα τώρα, εγώ τελειώνω, τελειώνει η ελευθερία. Στα αρχαία χρονών τα έχω στηγραφικό. Είναι μεγάλος ο κύμνος, είναι κίνδυνος ιστορικής αποδομής. Θα ήθελα να σας ρωτήσω κάτι. Πώς βλέπετε, πώς διακρίνετε εσείς το μέλλον από εδώ και πέρα και τι ελπίδα υπάρχει για εμάς τους ψηφοφόρους. Εγώ, ας πούμε, ψήφισα πρώτη φορά το 81, όταν ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέο. Αυτή ήταν η πρώτη μεπηρία. Και τελευταία διαψεύστηκα και τ' άλλη. Κάποια φορά ένιωσα ότι με έχουν πιάσει κορόιδο. Γιατί ήλπισα. Ναι, σας ευχαριστούμε. Πώς διακρίνετε εσείς που είστε και περισσότερο μέσα στα πράγματα λόγω του ότι βιώνετε την ελληνική πραγματικότητα, εμείς μόνο από το διαδικτύο και από ό,τι ακούμε, ξέρουμε κάποια πράγματα. Έχουμε ελπίδα. Τι βλέπετε? Ελπίδα υπάρχει πάντα. Εγώ προσωπικά είμαι ιστορικά αισιόδοξος. Αν και τώρα που έχω μεγαλώσει έχω χάσει ένα μέρος αυτής της τάσης ζωής. Και το έχω αντικαταστήσει με ένα άλλο που λέει απλά ότι ακόμα κι αν ο κόσμος δεν αλλάζει πρέπει να ζούμε σαν να μπορούμε να το μελάξουμε για να ζήσουμε τουλάχιστον καλά μέσα στη ψυχή μας. Το πρόβλημα που φύγεται έχει και διεθνές και εθνικό επίπεδο. Δηλαδή τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει αυτή η ροπή και η φορά των πραγμάτων. Εδώ η ιστορία απαντάει ότι ας πούμε το 1914 κανείς δεν υποψιαζότανε τι θα ακολουθούσαν. Ότι το 1848 η Ευρώπη σαρώθηκε από ένα κύμα ελευθερίας. Η αλήθεια είναι ότι συντώματα ρογμών σε αυτό το σύστημα που έχει κατηδηλυθεί τα τελευταία 20 χρόνια έχουν ακτίσει να εμφανίζονται. Πολλά από αυτά μπορεί να αναδέξει όπως οι ποντέμους ή ο συνασπισμός ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν εμφανιστεί εκείνες οι ρογμές που μας προειδοποιούν ότι η μισανθρωπία, η απανθρωπία, η απληστία, η αφροσύνη, η βλακία δεν μπορούν να μείνουν παντοδύναμας. Βέβαια μπορούν να οδηγήσουν σε ένα φρικτό πόλεμο και η αναγέννηση να προκύψει όπως το 17 από τα ερήπια μιας Ευρώπης ή ενός κόσμου εμπολής καταστραμμένη. Υπάρχει όμως και η ελπίδα να συμβεί κάτι τέτοιο νωρίτερα. Τώρα δεν είναι κανείς σε θέση και πολύ περισσότερο εγώ και το λέω αυτό γιατί η επεξεργασία των πληροφοριών δεν σημαίνει ότι μπορούμε και να προβλέψουμε σημαντικά πράγματα, μπορεί να ψυχανελμιζόμαστε προσωπικά και εδώ υπάρχει εκείνο να μπερδευτούμε με τους ευσεβήμιους μας πόθους ή να κοιτάζουμε λίγο την λογική της ιστορίας γιατί η ιστορία έχει κανόνας, έχει και αυτοί τους νόμους της. Ο καπιταλισμός δεν καταλαβαίνει Χριστώ θα με επιτρέψετε να εκφραστώ έτσι Πατέρα Αλέξανδρε. Από τη στιγμή που μπορεί να αρπάζει και να μην βρίσκεται αντίσταση τα αρπάζει όλο και περισσότερο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε τέλεια απόγνωση αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε εξέγερηση. Και δεν ξέρουμε αν κάπου εμφανιστεί η προτική μιας εξέγερησης, τι συνέπειες θα έχει στο υπόλοιπο των πραγμάτων. Είναι μια λυσίδα τα πράγματα. Επειδή η γενιά δική μου ήταν υπεραισιόδοξη για την Επανάσταση πάρα πολλά χρόνια, σήμερα γινόμαστε επιφλακτικοί στο να έχουμε θάρρος και θάρρυτα για αυτή την εκδοχή της πορείας των πραγμάτων και γι' αυτό δείχνουμε αυτές τις επιφυλάξεις. Πιθανόν οι νεότεροι που δεν έχουν τις αμαρτίες στις δικές μας, στις πλάτες τους και επειδή βέβαια δεν καταλαβαίνουμε ένα μέρος της συμπεριφοράς τους αλλά είναι η πρώτη γενιά που διαβάζει τόσο πολύ διότι το διαδίκτυρο είναι μια διαρκής ανάγκη. Δηλαδή όταν εγώ ήμουν παιδάκι ο πατέρας μου μου εδηγεί το πώς του θάνει και μεγάλωσε ο κόσμος όταν έφυγε απ' το λόφο του χωριού του και εγώ είχα στα πράγματα μόνο χάρτινη πρόσβαση και αυτή περιορισμένη. Διάβαζα κανένα κλασικό εικονογραφημένο, δανειζόμουνε κανένα βιβλίο από τη βιβλιοθήκη. Σήμερα πια με τον εαυτό μου να καταλαβαίνει και μάλιστα συνέβη ένα πολύ όμορφο στιγμό πριν με ένα νεαρό παιδάκι, το οποίο με ρώτησε κάτι που εγώ για αυτό είχα να ρωτηθεί στα τριάντα μου. Θέλω να πω δηλαδή ότι εμείς πρέπει να είμαστε πάρα πολύ συγκρατημένοι στην ερμηνεία της εποχής και να μην κρινιάζουμε τόσο πολύ όταν δεν βλέπουμε στους νέους αυτό που θα θέλαμε δηλαδή μια πιο έντενη εκδοχή κάποιας ρωπής προς την εξέλιξη. Μπορεί αυτό να συμβεί τη σπράγμαση για τους λόγους που συνήθως συμβαίνει οι οποίοι παρά τη μαρξιστική ανάλυση και τη λιμνιστική που κάνουμε που είναι σωστή, είχε και μία άλλη παράμετρο που είχαμε υποτιμήσει που είναι του ηθικών του πράγματος. Δηλαδή άνθρωποι μπορούν να εξηγηρυθούν για λόγους αναζήτης του δικαίου. Οι Έλληνες σώθηκαν όλα αυτά τα χρόνια της οικοκρατίας που δεν υπήρχε προηγούμενο δύο και τριών αιώνων σε κάθε περιοχή κατοχής και συλλογικά τεσσάρων αιώνων να σωθεί ένας λαός παρά μόνο επειδή είχε αίσθημα δικαίου. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση αν το ψάξουμε. Δεν πιστεύω ότι το αίσθημα δεν μπορεί να είναι ένα γενικευμένο αίσθημα σε πολλές γενιές, σε πολλούς λαούς και σε πολλές εποχές. Εκεί εστιάζω τις ελπίδες. Ευχαριστώ πολύ. Τολμώ να πω μια άλλη. Δεν θέλω να είμαι καθόλου ειδικός στο θέμα του αθλητικού σας. Σχέση με αυτή που είπατε. Νομίζω, η κατηνή μου λόγη είναι ότι σήμερα, έτσι όπως είναι τα πράγματα, το σημαντικότερο δεν είναι να περιμένουμε έναν άνθρωπο ή ένα κόμμα να αλλάξει τα πράγματα. Είναι το θέμα της αυτογνωσίας. Ότι πριν γίνει πιο δύσκολη εξέγερηση ή αλλαγή, δεν ξέρω πώς μπορούμε να το δημιουργήσουμε αυτό, πρώτα σαν λαός πρέπει να βρούμε τα ευτυχικά μας. Μέσα από την ιστορία μας και η αυτογνωσία, επηρέχει πάντα για ένα μέρος πένθους. Δεν μπορείς να βρεις τον εαυτό σου χωρίς να πένθεις για κάτι, χωρίς να κάνεις αυτοκριτική, χωρίς να λυπηθεί. Πρέπει να είσαι συλλητή και δεμένη για να περάσεις το σχέδιο μας. Έρε το χρυσάφι για όποιον ήθελε να το πάρει από τις βρύσσες. Και όμως, ο απλός άνθρωπος, αυτός που εγώ πιθανό να είχα κοροϊδεύσει μια στιγμή στη ζωή μου, ότι ακούει ή ξέρω εγώ σκυλάδες και δεν έχει μυρουδιά, το έκανε το θάρμα του. Θέλω να πω δηλαδή ότι ναι. Όλα αυτά, σας λέω, πάντα έχουν το στοιχείο της αμφιβολίας. Σας έλεγα πριν για το 10% που κάνει τη διαφορά. Δεν έχει κανέναν νόημα να κάνει αυτό το 10% τη διαφορά, αν δεν είναι οργοποιητή του 80. Αυτή είναι η σχέση. Απλώς ο λαός, όπως έλεγε ο Βάρναντς, είναι ο γκνός. Δεν μπορεί να είναι συνέχεια στο Μετερίζη, απαιτεί όμως ο λαός να είναι στο Μετερίζη, ο Άγιος του, ο ήρωάς του, ο ποιητής του. Και ποιο ήταν το κόλπο τα τελευταία 20 χρόνια να μείνει ορφανός ο λαός από Άγιο, Ποιητή, Καντάρτης. Τότε θα καταρρεύσει και η μέσα του Λάμψερ. Δεν ξέρω να σας πω αν έχουμε διαβεί αυτό το σημείο. Πιστεύω και ελπίζω πως δεν το έχουμε. Πιστεύω δηλαδή ότι κάποια στιγμή αυτός που έχει τη Λάμψερ και δεν ξέρει, δεν μοιάζεται γι' αυτό, θα λειτουργήσει ακριβώς επειδή έχει τη Λάμψερ. Και δεν λέω μόνο για τους Έλληνες. Παρότι εμείς έχουμε έντονο πένθος στην ιστορία μας, μιλώ για όλους τους λόγους. Μιλώ για το Βέλγο, ο οποίος κάποια στιγμή θα πει δεν πάει άλλο. Πόσο άλλο θα πάει. Πόσο άλλο μπορεί να δουλεύει ένας άνθρωπος γνωρίζοντας ότι η επόμενη μέρα δεν θα είναι καλύτερη. Πότε, σε ποια εποχή της ιστορίας έγινε αυτό. Οι άνθρωποι χάνανε πολέμους και ξανακτίζαν τα σπήλια τους. Και μετά τα ξανακτίζαν. Τώρα γκρεμίζονται για να γκρεμιστούν, για να μην έχεις σπίτι να φύγεις. Οι προστηριασμοί που θα γίνουν στην Ελλάδα θα έχουν βιβλικές διαστάσεις. Αυτό λοιπόν πιστεύω, ότι μπορεί με το 10% να συντηρεί τα πράγματα, αλλά κάποια στιγμή θα κάνει τη βροντόδη του επέμβαση του επόμενου οδότου. Θα ήθελα να ξέρω ποιος είναι ο ορισμός σας για τον Έλληνα. Τι είναι ο Έλληνας? Είναι ο Αρχαίος, είναι εκείνος που κολέμψε το 1821, αυτός που ακούει σκυλάδι θα του λέει τι είναι ο Έλληνας, τι χαρακτηρίζει έναν Έλληνα. Κατευθύν, επειδή είναι Αρχαίος λαός οι Έλληνες και έχουν κάνει πολλές μεταβάσεις σε διαφυλικές καταστάσεις, εύκολα θα μπορούσε κανείς να τους διασπάσει την ενότητά τους. Να πει ότι ο βυζαντινός τύπος ανθρώπου, όσο δεν είναι διαφορετικός από τον πλασικό τύπο, ήταν ο Έλληνας. Αν σπουδάσουμε στα πράγματα θα δει ότι μέσα από τις μεταβάσεις παίρναγαν ημιότητες. Δεν είναι μόνο η γλώσσα μας που μαρτυρεί τη συνέχεια των Ελλήνων, είναι τα είδη τους, η παράδοσή τους. Από τα λαλάκια που λέμε στη Μάνη που τα λέγανε λαλάκια και αρχαίοι, μέχρι τον μπακλαβά που σ' αρέσει και που είναι αρχαίο γλυκό. Υπήρχε μια διαδικασία ο ελληνισμός, υπέστη μια οικομονική εξάπλωση. Αυτό του έδωσε μια διαμορφία. Διότι εάν δεν είχε γίνει, αν ο Αλέξανδρος δεν είχε πάει τον ελληνισμό στα πέδρα του κόσμου, πιθανόν να ξέραμε για τους Έλληνες όσα ξέρουμε και για τους Ετρούτσκους. Αυτό όμως το ξάπλωμα φόρτωσε τους Έλληνες με πολλές πρίκες, σε πολλά μέρη της γης και με πολλές συμπεριφορές. Εκείνο που τους ένωνε ήταν η κοινή λαλιά όταν ήταν στην έμδοξη εποχή τους και ασκούσαν από θέση ισχύος τις λειτουργίες της ύπαρξής τους και το αίσθημα της κοινότητας όταν βρέθηκαν σε θέση σύνταση. Δηλαδή, αν ψάξετε να βρείτε τι είναι οι Έλληνες, αν διαβάσετε για παράδειγμα την ιστορία των Αθηνών του Γρηγορόβιους, θα δείτε ότι περιγράφει χαρακτήρες της κλασικής εποχής ή χαρακτήρες της σύγχρονης εποχής του Ψηρή. Είναι το ίδιο διοικησίσοφοι, το ίδιο πειρακτήρια, το ίδιο ενθουσιώδεις, το ίδιο ατομιστές αλλά στα ζώρικα συλλογικήν συνασπίζονται, έχουν κάποια χαρακτηριστικά τα οποία περνάνε από γενιά σε γενιά, με τα τραγούδια, σκοτώθηκε ο Μανιάτης στον βόλαμο του 40, οι σύντροφοι του γύρω κάνανε χορό πριν να τον θάψουν. Αυτό έρχεται χιλιάδες χρόνια πριν. Με αυτή την έννοια λοιπόν οι άνθρωποι αποκτούν οι δύο προσωπίες. Οι Ιταλοί έχουν άλλες, εμείς έχουμε άλλες. Εμείς θέλαμε έναν Χριστό φύλο, εκείνοι θέλαμε έναν Χριστό τιμωρό. Ο καθολικισμός για παράδειγμα. Γιατί, γιατί προέρχονταν από μια πιο εξουσιαστική πολιτική πληρονομιά. Εμείς ήμασταν λίγο πιο επαναστάτες. Με αυτή την έννοια λοιπόν βρίσκει κανείς την ιδιαμορφία του Εβραίου, του Κινέζου, του Έλληνα, του Ιταλού, η οποία όταν περιπτήσε μία κατάσταση χιλόπιτας λόγω πολιτικής ορθότητας, δεν βρήκε σε τίποτα. Αυτή η εξωμείωση ότι όλοι είναι ήδη και όλοι τα κάνουν όλα με τον ίδιο τρόπο, μπορεί να αφορά τα εμπορικά μαγαζιά, όπου σε έναν δρόμο στο Πεκίνο και σε έναν δρόμο στο Λονδίνο, βλέπεις την ίδια αρχιτεκτονική, την ίδια βιτρίνα, τα ίδια προϊόντα, περίπου τις ίδιες τιμές και την ίδια λογική. Δεν αφορά και δεν αφορούσε ποτέ τους ανθρώπους. Αν δεν υπήρχε η ιδιομορφία, δεν θα υπήρχε ο ιταλικός νεογραντισμός. Αν δεν υπήρχε η ιδιομορφία, δεν θα γινόταν ποτέ ο ξεσηκωμός στην Ισπανία υπέρ της δημοκρατίας. Δεν θα ζωγράφησαν την κουέρνικα ο Πικάζου. Θα ήταν όλα θέματα πολιτικής ορθότητας. Δεν θα υπήρχαν μεγάλη ζωγράφη, θα υπήρχαν οι καστικοί, αυτοί που κοροϊδεύουν τον κόσμο τραβώντας ένα σπάγκο από έναν τύχο και λένε «εωρείται η πλάση». Δηλαδή, χωρίς κόπο, χωρίς μόχδο, χωρίς ενδιαφέρον για τους ανθρώπους, για την ψυχή τους, για τα δράματά τους, για την αγωνία τους. Πέστε μου κάτι που αφορά τη μεγάλη τέχνη, ακόμα και το εκκλησιαστικό τελετουργικό. Και δεν έχει να κάνει αυτό, ή τις κόκκινες σημαίες ή τις αφήσες. Δεν έχει να κάνει αυτό με τον τρόπο ζωής των ανθρώπων, με τα προβλήματά τους. Άρα, λοιπόν, αν η τέχνη δεν μπορεί να κοροϊδεύσει μια φορά, δεν θα μπορούσε και δεν θα έπρεπε να κοροϊδεύει πολιτική δέκα. Εμείς, όμως, βιώνουμε 30 χρόνια πολιτικής κοροϊδίας σε διεθνές επίπεδες. Και αυτό γυρίζει την ανθρωπότητα στον κίνδυνο των δύο προηγουμένων κομπυρισμών πολεμών. Διότι, όπως σας είπα και πριν, η Ευρώπη στο εσωτερικό της έχει φαινόμενα μεσοπολέμου. Η ακροδεξιά ανεβαίνει στην Αυστρία, η ακροδεξιά ανεβαίνει στην Λαλανδία, οι φασίστες κυβερούν στο Κίεβο, προκειμένου να αποφύγουμε την ακροδεξιά από πιο δεξιά, στο μακρόν. Το σύστημα είναι αρκετά έξυπνο για να παράλει το αντισύστημα, οχι τρελό αντισύστημα είναι. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Τι γίνεται όταν επαλαμβάνεται η ιστορία, μια φάσα. Η φάσα αυτή μπορεί να με νοσταγείς όμως. Ψάχνοντας, λοιπόν, για να καταλύψω στο ερώτημά σας τους Έλληνες, είναι όπως όταν ψάχνουμε όλα τα πράγματα. Να δούμε ποιοι είναι, τι ιδιομορφίες έχουν, τι είναι οι Ιταλίοι, τι είναι οι Βρετανοί. Γιατί ένας Βρετανός είναι ευχαριστημένος με ένα μηνιάτικο των χιλιών λιρών σε ένα κατασκότεινο σπίτι και πιστεύει ότι κυριαρχεί και όλα στον κόσμο, ζούντας έτσι. Δεν είναι θέμα ιδιομορφίες. Άλλοι μπορούν να θεωρήσουν ότι δεν υπάρχουν ιδιομορφίες, ότι όλοι είμαστε ίδιοι. Είναι ένας αποβλακρυνόμενος και το σύστημα χρειάζεται ακριβώς αυτό, βλάκες. Θα θέλα να ρωτήσω πώς σχολιάζετε, εσείς από τη πλευρά σας, το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, τους νεότερους, και βάζω και τον εαυτό μου μέσα, γιατί ανήκω σε αυτή τη γενιά ουσιαστικά, υπάρχει μια κάση να απέχουμε οι νέοι από τις εκκληγές, ακριβώς γιατί όλοι απογοητευμένοι από τα διαφορετικά κόμματα, δεν βρίσκουμε του φαινά τον εκπρόσωπό μας. Και έρχεται το αντιποιήμα που λέει μάμου αυτόν τον τρόπο ενισχύεται περισσότερο το ίδιο υπάρχον σύστημα. Και είναι μετά τα φαινόμενα που ενδεχομένως πιο έντονα υπάρχουν στην Αμερική που ήδη χρόνια τώρα ο λαός, που κατά πλειοψηφία δεν προσέχεται στις κάλπες. Πώς το βλέπετε εσείς αυτό το φαινόμενο στην Ελλάδα και τελικά πώς μπορεί να κινηθεί ένας νέος άνθρωπος σήμερα μέσα σε αυτό το χάος το πολιτικό. Κοιτάξτε, είναι ένα φαινόμενο που και στην Ελλάδα διευρύνεται, δηλαδή πάμε από αποχή σε αποχή, κατά μεγαλύτερο ποσοστό από εκλογές σε εκλογές. Και βέβαια είναι και ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο. Το 40% ψήφισε στην Γαλλία, αν θυμάμαι καλά, στις εκλογές τελευταίες. Και βέβαια ούτε καν το 30% δεν πιάνουν εκλογές στις ΗΠΑ. Είναι μια παρενέργεια ακριβώς της λειτουργίας του συστήματος. Εφόσον το σύστημα δεν παράγει αποτέλεσμα που να έχει σχέση με το λαό, που σας έλεγα πριν μου έχουμε να δούμε φιλολαϊκό νόμο καμιά 32 χρόνια, και επειδή όλες οι απόπειρες της αριστεράς να αντιδράσεις σε αυτό το πράγμα είναι και αυτές αποτυχημένες, γι' αυτό έχουμε αυτή την συμπεριφορά. Και βέβαια αυτοί που απαίχνουν γνωρίζουν ότι η αποχή τους ενισχύει εκείνους που συμμετεύουν. Διότι με ένα ποσοστό 40% του εκλογικού σώματος βγάζεις άλλο ποσοστό με πολύ λιγότερους ψήφους στο Κενογούλιο. Αλλά δεν είναι μόνο το θέμα της αντιπροσώπης, είναι το θέμα της συμμετοχής στα κοινά. Είναι αλήθεια ότι την περίοδο της ψευδούς ευμάρειας, που όχι μόνο για μας αλλά για πολλές χώρες τα τελευταία 20 με 30 χρόνια έχει επικρατήσει, το φαινόμενο συνοδεύεται από την αποξένωση, το πολίτευμα και την ιδιώτευση. Δεν νομίζω ότι μπορεί να συμβεί τίποτα αντίθετο και διαφορετικό ως προς αυτό, αν δεν συμβεί κάτι αντίθετο και διαφορετικό στον κεντική πολιτική σκηνή ή στο λαϊκό περιβάλλον της κάθε χώρας. Όσο δηλαδή το πολίτευμα λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο θα αποξενώνει όλο και πιο πολύ τους πολίτες και όσο η πολιτική λειτουργία υποφελούμενη των προνομίων που αποκτά υπερετώντας στις εταιρείες, όταν δηλαδή μεταβάλλονται οι πολιτικοί σε πολιτικό προσωπικότητα των εταιριών, άλλο τόσο θα απογοητεύουν τους ανθρώπους. Η αντίδραση σε αυτό είναι μέσα στην απλώς διευρυστία που σας περιέγραψα πριν. Δεν νομίζω ότι αντιμετωπίζεται με ηλεκτρονικές κοινότητες, διότι εκεί επικρατεί επίσης ένα χάος το οποίο επίσης χειραγωγείται και αν χειραγωγείται τώρα κατά ένα ποσοστό στο εγγυσμένο θα χειραγωγείται κατά πολύ ισχυρότερο. Η επίθαση δημοκρατικότητας που έχει το διαδίκτυο δεν είναι ακριβώς η αλήθεια του πράγματος, διότι δεν είναι χαζές εξουσίες, χειραγωγούν, κατευθείνουν καταρχήν τη γηνή γνώμη. Να σας πω ότι στις τελευταίες εκλογές στην Ελλάδα τα τρολ αριθμούσαν χιλιάδες και όχι εκατοντάδες όλων των κομμάτων, όπου βασιζόταν η πολιτική των κομμάτων σε αυτά για να διακυπηρεωθεί σε ψήφο, όχι σε γνώση, όχι σε πρόγραμμα, όχι σε τίποτα, αλλά απλώς στην τελική στιγμή της ψήφου. Με ένα λόγο δημιουργείται ένα οργουελικό περιβάλλον, ένα περιβάλλον πολύ δύσκολο να ανατραπεί, που έχει χαρακτήρα χειραγώγησης, έτσι όπως το περιγράφει ο Κάξλη στο «Θαμαστό καινούργιο κόσμο» ή ο Τζακ Λόντων στη «Συντερένια Φτέρνα», δηλαδή ανθρώπων οι οποίοι είναι προγραμματισμένοι. Μερικά φαινόμενα μας αποθαρρύνουν τελείως, γιατί βλέπουμε νέους ανθρώπους που θέλουν να προγραμματιστούν, συγκινώντας από απλά πράγματα όπως είναι οι συνολαγές και φτάνοντας από λίπλα. Αλλά όπως σας είπα και πριν, η πορεία του συστήματος προς όλη αυτήν την ολοκληρωτική διαμόρφωση των κοινωνιών μπορεί να είναι μια πορεία υπονομευμένη, επειδή οι άνθρωποι θα αντιδράσουν ηθικά. Και αν αντιδράσουν ηθικά, θα αντιδράσουν και ταξικά, διότι δεν μπορεί να, σας έλεγα πριν, το 0,01 του πληθυσμού κατέχει το πλούτο της γης. Δεν συνέβη ποτέ αυτό. Όταν πήγαιναμε στο σχολείο και αναθέναμε τα έκκαια της κατάραυσης των Ρωμαίων, για παράδειγμα, λέγαμε για την απόσταση πλούτου και φτώχειας, αναφορώμενη στα Λατιφούδια, στους Σουδούλους κλπ. Τα μεγέθη είχαν μια λογική. Σήμερα τα μεγέθη δεν έχουν καμία απολύτως λογική. Έρχονται από ένα παράλληλο σύμπαν, έχουν μια κβατική διάσταση. Είναι στην πνευματικότητα κατανοητική. Και μάλιστα με δυτό τρόπο. Ο υπάρχουν και μετρούμενος πλούτος στην πνευματικότητα δεν υπάρχει. Και υπάρχει ο εμπράγματος, ο οποίος όμως για να τον προσφοριστούν πλέον πρέπει να οδηγήσουν εφιά της μάζας της σκλαβιά εκ νέου. Εκεί είναι η ρογμία, λέγουμε. Θα ήθελα να ρωτήσω το εξής. Επειδή ακριβώς αναφέρατε ότι είστε στις παλιφές της ασουσίας για πάρα πολλά πρόεδια. Μάλιστα, τα σκίτσα σας, τα οποία είναι φωτογραφίες, χωρίς να γράφουν, δίνουν χίλες λέξεις. Επειδή είπατε κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Το σημαντικό είναι θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία. Ποια κατά την άποψή σας, γιατί ασκείται και επινοεί, είναι η πρακτική εφαρμογή της αρετής, της τόλμης, για να αποκτήσει ο ελληνικός λαός την ελευθερία. Κοιτάξτε, η κλασική απάντηση σε αυτό που λέτε, και η οποία απάντηση είχε μεγάλη αξία λίγο παλιότερα και κάλεται μεγάλο μέρος στον δημοσιογραφικό κόσμο, ήταν ότι πρέπει οι δημοσιογράφοι να έχουν συνέστηση ότι υπερετώνεται η δημοκρατία. Δεν είναι ένα τυχαίο επαγγένειμα. Η ίδια μας ιδεοδολογία και το ίδιο μας το σωματίο και το καταστατικό του, προβλέπουν και έχουν πρόγειες τις σχέσεις του επαγγένειματος με τα συμφέροντα του λαού και της δημοκρατίας. Αυτό με τα χρόνια έγινε άδειο πουκάμισο, όσοι κατέφευαν σε αυτό, οι άλλοι νόμιζαν ότι λένε μεγάλα λόγια. Αυτό που μας έχει απομείνει τώρα πια σε σχέση με αυτό το ζήτημα, σε συνθήκες ίντας για τη δημοσιογραφία, χάριν του λαού και σε συνθήκες που το επάγγελμα αυτό πλέον έχει λεηλατηθεί από τους ισχυρούς και έχει χειραγωγηθεί από την πολιτική, μια πολιτική όμως που δεν έχει καμία σχέση με τα συμφέροντα του λαού, αλλά με τα σφαίροντα των τριών. Αυτό που μας μένει όσον επιμένουμε σε αυτά που κάποτε ήταν ο κανόνας μας, είναι η ειλικρίνεια. Δηλαδή, με τον κύρινο του λάθος το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να λέω αυτό που νομίζω ότι είναι αλήθεια. Δεν μπορώ να οργανώσω αυτήν την στάση σε ευρύτερο πλαίσιο, διότι δεν υπάρχουν δυνάμεις για να το κάνω. Δεν είμαστε πολίτες. Και διότι όσοι υπάρχουν για να προσπαθούν να φέρονται με αυτόν τον τρόπο είναι εγκαταλανημένοι και από τα σύμμαχα κάποτε κόμματα. Διότι αν έχει διαφθαρεί ο ΣΥΡΙΖΑ ή έχει αποστασιοποιηθεί τον ΚΚΕ ή δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι η αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ, τότε όπως καταλαβαίνετε οι συνθήκες στις οποίες ασκείται αυτό το επαγγελμα γίνονται δύσκολες. Κάποτε οι διευθυντές όταν θέλαναν να μας πειράξουν ή μας λέγανε «Μα καλά, τι νομίζετε ότι υποσωπείτε» είχαμε να το απαντήσουμε κάτι. Ένα 5% ενός κόμματος, την καλή μαρτυρία των αναγνωστών, η μόνη δύναμη που είχαμε άλλωστε πάντοτε είναι αυτή που μας δίναν οι αναγνώστες. Σήμερα παίρνουμε το ρίσκο της μοναχικότητας. Διότι ακόμα και αν εκπροσωπείς κάτι αυτό είναι τόσο ισχνό και έχει τόσο λιγοειδικό βάρος πόσο παίρνουμε το κεφάλι, άνετα. Σημαίνει αυτό ότι παρατάμε τίποτα, όχι το αντίθετο, με μεγαλύτερο πείσμα δεν παρατάμε τίποτα. Απλώς πλέον πρέπει να ξέρουν οι άνθρωποι αφού μεταξύ τους δεν επικοινωνούν οριζόδια ώστε να υπάρχουν οργανώσεις, συλλογικότητες, σωματεία και επικοινωνούν με έναν τρόπο κάθετα, δηλαδή με ανθρώπους που όπως κι εγώ είναι κοντά στην εξουσία έστω και σε διαμάχη μαζί της, πρέπει να ξέρουν ότι ή θα ενισχύσουν τον μοναχικό που το παλεύει ή θα χάσουν ένα ακόμα προμαχώνα. Συνήθως συμβαίνει το δεύτερο. Και αυτό οφείλεται στη γενική τάση που υπάρχει στην κοινωνία, που περιγράψατε πάρα πολύ καλά, ότι τίποτα δεν γίνεται, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο, όλοι μας προδίδουνε, δεν έχει καμία σημασία. Αυτό είναι μεν αλήθεια κατά μέρος, ίσως και μεγα, αλλά ταυτόχρονα παράγει και μια δική του αλήθεια, που κάνει τα πράγματα χειρότερα. Δεν ξέρω πώς μπορεί να αντιδράσει κανείς από εμάς αυτό, διότι η εποχή που προτείναμε φρούδες ελπίδες, όχι επίτηδες, όχι άτιμα, αλλά επειδή είχαμε κάνει λάθος. Εγώ υποστηρίξα το ΣΥΡΙΖΑ ας πούμε. Παρήλθα. Συνεπώς τώρα πρέπει κάποιοι να ξαναρχίσουν από την αρχή από τους μεγαλύτερους και κάποιοι από τους νεότερους να έχουν αντιληφθεί τι γίνεται. Και εκεί έχουμε μεγάλο πρόβλημα, που βλάζει στη δουλειά τη δικιά μου. Δεν βλέπουμε νεότερους σε ικανό αριθμό που να έχουν αντιληφθεί τι γίνεται. Προσαρμόζονται οι νεότεροι συνάδελφοι στο κατεστραμένο τοπίο, στη διστοπία, που είναι σήμερα τα ΜΜΕ, ένας βορβαρδισμένος τόπος που ακόμα και οι ιδιοκτήτες, ακόμα και οι διεθυντές φέρονται σαν τρομαγμένα τροκτικά και πηγαίνουν από λαγούμι σε λαγουμί για δύο λόγους. Ο ένας είναι οι αμαρτίες τους, διότι χωρίς τη βοήθεια του τύπου δεν θα παίρναγαν τα μνημόνια, για να εκφραστώ απλά και όχι πολύπλοκα σε σχέση με ακόμα περισσότερα πράγματα. Κατά δεύτερον, ενώ σκάψανε το λάγκο του κοσμάκι και βέβαια θα πέφτανε μέσα εκεί ήδη και εν τέλει έπεσαν, ο κλάδος καταστρέφεται μην υπολογίζοντας δίκαιους κι άνθρωπους. Μόνο στην ψυχή ορισμένων ανθρώπων μερικοί ξεχωρίζονται, αλλά και σ' αυτούς, η ελπίδα είναι μετρημένη γιατί η ισχύστος είναι μετρημένη. Δεν έχουμε την ισχύ που είχαμε κακό. Συνεπώς, όταν η καταστροφή έχει να κάνει με το ίδιο το σώμα της δημοσιογραφίας, αλλά και ταυτόχρονα με τους τελευταίους προμάχους της, το πράγμα γίνεται ζόριο. Και επιτείνεται όλο αυτό το πράγμα γιατί δεν έχει πλέον εξέχουσες, δεν λένε τίποτα τα νέα σήμερα, δεν λέει τίποτα το έθνος. Σήμερα λέει το διαδίκτυο. Το διαδίκτυο όμως είναι ένα χάος, όπου μέσα εκεί υπάρχει μόνο η εκλεκτική και επιλεκτική επικοινωνία. Αυτό πάντα κρύβει έναν κίνδυνο ελληντισμού, αριστοκρατικής συμπεριφοράς. Βρήκα το φίλο μου, βρήκα το κολλητό μου, το like μου, το έτσι μου, το αλλιώς μου, περνάω την ημέρα. Αλλά δίπλα το μεροκάμα το καταστρέφεται. Η χώρα πολίτε, η Γερμανία είναι το τέταρτο ράι. Όταν τα γράφεις αυτά και σε διαβάζουν 25.000 άνθρωποι από 10 εκατομμύρια, τα μεγέθη είναι συντριπτικά εναντίον σου. Βεβαίως μόνο σε στιγμές κρίσης μπορούν να μεγεθυθούν αυτά τα μεγέθη. Και εκεί που σε διαβάζανε 10.000 θα σε διαβάσανε 1 εκατομμύριο. Γι' αυτό και εμείς κάνουμε αγώνα συντήρησης, να κρατήσουμε αυτές τις 10.000, να κρατήσουμε αυτές τις 15.000. Και αν γίνει κάτι, να απλωθεί ο σπόρος.
|
_version_ |
1782816405210529792
|
description |
: Είμαστε κοντά στον Στάθη τον Σταυρόπουλο, τον αγαπημένο μας Στάθη που πρωτού τον παρουσιάσουμε με κάποια στοιχεία για όσους δεν τον γνωρίζουμε από εσάς. Πάνω από όλα είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και να πούμε ένας ελεύθερος άνθρωπος από τους λίγους αυτής της στιγμής στην Ελλάδα που μπορούν και εκφράζουν δυνόμους ελεύθερα και με κόστος. Μεγάλη μας χαρά. Πολλοί από εμάς το παρακολουθούμε από τα παιδικά μας χρόνια στις στείλες τους, στις εφημερίδες. Να πούμε ότι η σκητσογραφή του 81 σπούδασε οικονομικά και συγχοροθεσία κινηματογράφου πριν. Ξεκίνησαν το ριζοσπάστη, συνέχισε στα νέα, στην ευθροτυπία. Θυμάστε που έκλεισε η ευθροτυπία μετά, συνέχισε στη real news και στην ιστοσελίδα ενικός του Χατζινικολάου. Και πρόσφατα από τη real news μεταπλήθησε στο ποντίκι. Στην ιστοσελίδα ποντίκι, καθημερινά με στείλες. Βεβαίως κάθε μία από αυτές τις μετακομίσεις έχει και μια ιστορία, έτσι, να διηγηθεί, πικρή. Όμως ο Στάθης, ξέρουμε έτσι τη σημασία του και την απήγησή του στην Ελλάδα. Και αυτό έχει σημασία που βρίσκει, κάθε φορά βρίσκει βήμα να μας λέει αυτά που έχουμε ανάγκη να ακούσουμε. Έχει συνεργαστεί βεβαίως και με περιοδικά. Έχει εκδόσει πάλι από 30 άλμπουμα με σκίτσα, έχει κάνει εξώφυλλα βίσκων, έχει γράψει στους 4 στροχούς, στα επίκαιρα, στο περιοδικό μετρό όπου είμαστε. Έχει κάνει κορογραφήσεις τραγουδιών, έχει κάνει εκφέσεις, σχημάζοντα πριν από αρκετά χρόνια στη Βασιλία, ήταν η πρώτη φορά που είχε έρθει στην Ελβετία, μια ομαδική έκθεση με άλλους σκητσογράφους. Και βρήκα σε εμείς στο σελίδα, στο τέλος γράφει έχει δύο γείους και καλλιεργεί καστανιές. Ίσως θέλει να μας πει κάτι για αυτό. Ευχαριστούμε πάρα πολύ, μην πω περισσότερα. Ευχαριστούμε πάρα πολύ που είστε εδώ. Να πούμε ότι η μέλης έχει ανάγκη και από μέλη με ίτα για να μπορεί να κάνει και μέλη με γιώτα. Έτσι λοιπόν η συνδρομή είναι πάρα πολύ σημαντική για να μπορούμε να συνεχίσουμε και να κάνουμε και άλλα πράγματα και να πουρευτούμε μαζί έτσι για κάτι ακόμα παραπέρα. Ευχαριστούμε πάρα πολύ και δίνω τον λόγο στ' άνθρωπο. Ευχαριστώ. Κυρίες και κύριοι, πατέρα Αλέξανδρε, είναι μεγάλη η χαρά για μένα που είμαι εδώ και βέβαια η πρόσφυση της μέλης σας με τιμά ιδιαίτερα. Είναι αλήθεια ότι πολλά χρόνια τώρα κάνω αυτήν την δουλειά, ταξιδεύω και στον κόσμο, άλλοτε για επαγγελματικούς λόγους, άλλοτε για να δω τι γίνεται. Και πάντα οι κοινότητες, οι ελληνικές είναι κάτι πάρα πολύ συγκινητικό, όσο κοντά ή μακριά κι αν βρίσκονται από την Ελλάδα. Συνεπώς σας λέω ότι είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που είμαι μαζί σας απόψε και σας ευχαριστώ πολύ που ήρθατε. Θα μιλήσουμε για την κατάσταση της χώρας μας και θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με ένα μικρό χρονικό που πάει πίσω στα παλιά χρόνια. Θα λέει να σας αρχίσουμε από τα βασικά. Η Δημοκρατία στην αρχαία Ελλάδα γεννήθηκε από την εξέλιξη του πολέμου, από τη μετατροπή δηλαδή των συγκρούσεων των αριστοκρατών της ηρωικής εποχής στις συγκρούσεις των πολιτών, κοπλητών σε μαζική κλίμακα. Η Λιάδα περιγράφει το πρόημο στάδιο αυτής της διαδικασίας ενός μικτού πολέμου και ηρώων και μαζών. Η ολοκλήρωση αυτής της εξέλιξης σε συγκρούς εκπαρατάξεως τοποθετεί τους γεωργούς τον ίδιο συνασπισμό με τους γεωκτήμονες, με αποτέλεσμα πρώτη, εφόσον πλέον μοιράζονται κοινούς κινδύνους με τους δεύτερους και μεταξύ τους, να απαιτήσουν και τα αντίστοιχα πολιτικά δικαιώματα. Η μετάβαση αυτής στις διάφορες πόλεις και κράτη είναι ανομοιογενής, αλλά στην Αθήνα φτάνει στη δελική της μορφή την άμεση λαϊκή δημοκρατία. Αυτή η δημοκρατία διέργησε μόνο πενήντα χρόνια, αλλά επηρέασε την ανθρωπότητα διαπαντός, διότι με τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου ο ελληνισμός έγινε παγκόσμιος. Για τους ίδιους λόγους γεννήθηκε και η δημοκρατία στη Ρώμη, αλλά η εξέλιξη της εκεί σταμάτησε σε ένα αντιπροσωπευτικό, ισότι αφορά το λαοσύστημα, μιας ολιγαρχίας περίπου 400 οικογενειών, οι αρχηγοί των οποίων λειτουργούσαν ως οπλαρχηγοί και ταυτόχρονος ως κλευτοκοτάδες περιοπής, δημιουργώντας με τη δεύτερη ιδιότητά τους την πελατεία, που τους έδινε στη συνέχεια τη θέση τους στην εξουσία. Οι ομοιότητες με τις σημερινές αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες δεν είναι καθόλου τυχαίες, διότι οι ομοι πρώτοι αντελήφθει ότι ο πόνομος είναι μία επικερδής εργολαβία, που είναι κρίμα να μένει στο επίπεδο των εισβολών, της λεηλασίας και του πιάτσιχου, αλλά που πρέπει να αποτελεί την ουσία του κράτους και την πεντουσία της πολιτικής. Πολλούς αιώνες μετά την αρχαιότητα, κλασική και ιστερή, ένας πρόσως βασιλικός αξιωματικός, τέχνο του διαφωτισμού, Κλαούζιβιτς, βλέποντας τη γέννηση της Αστικής Δημοκρατίας με τη Γαλλική Επανέσταση και την είσοδο των μαζών στην ιστορία μέσω του λαϊκού μαζικού κρατεύματος που οργάνωσε ο Ναπολέων, αποφάνθηκε το περίφημο ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής μία δαμέσα. Ερθουσιώδες με αυτή τη διακήρυξη πήρξε ο Χίτλερ και όλοι οι σκοτεινίκους στο δία του αντιδιαφωτισμού, όμως γοητευμένοι με αυτή τη ρύση του Κλαούζιβιτς υπήρξαν και πολλοί μαρξιστές, ίσως διότι στην πραγματικότητα η ρύση αυτή είναι ένας γρίφος που μπορεί να διαβαστεί και ανάποδα, ότι δηλαδή η πολιτική είναι η συνέχιση του πολέμου μία δαμέσα. Και βεβαίως όσο διαφορά την ταξική πάλι, όντως η πολιτική είναι η διαχείρηση ενός αένα ο πολέμου μέσα στις ίδιες τις κοινωνίες. Σε μια ιδεαλιστική αγγροσαξονική προσέγγιση ο Κίγκαν στο βιβλίο του «Η ιστορία του πολέμου» προσπάθησε να εξορκήσει τον Κλαούζιβιτς λέγοντας ότι η πολιτική εν τέλει πρέπει να είναι η κατάργηση του πολέμου. Αφελής προσέγγιση που όμως χρησιμοποιήθηκε σφόδρα από τις ισχυρές δυνάμεις στην προπαγάνδα τους. Η κοινωνία των εθνών, ο ΥΕ, ακόμα και το ΜΕΤΟ, το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, όλοι προκρίνουν την ειρήνη δίνοντας κάθε φορά απλώς διαφορετικά ονόματα στον πόλεμο. Σε μια εξευτελισμένη εκδοχή της «Πάξη Ρωμάνα» έχουμε φτάσει σήμερα να ονομάζουμε τις εμπεριελιστικές ανθρωποσφαλιές, ανθρωπιστικές επεμβάσεις και τους αναπόφευχτους τανάδους των αμάχων παράπλευρες απώλειες. Γιατί όμως αυτή η μακρά εισαγωγή περί πολέμου και ειρήνης, περί πολιτικής και δημοκρατίας. Για τρεις λόγους. Πρώτον, η Ελλάδα υπέστη πολεμική εισβολή. Δεύτερον, η Ελλάδα έχασε πόλεμο εν καιρό ειρήνης. Και τρίτον, ο Ελληνισμός, ευρισκόμενος σε μια διαδικασία ιστορικής αποδρομής, ενώ συμβαριτισμού, αν προτιμάτε, πιστεύε πολύς πως έχει υπογράψει συμβόλαιο με τον Θεό ότι δεν θα πολεμήσει ποτέ ξανά. Ότι δηλαδή θα διάγει διαρκώς εν ειρήνη, αν εξαρτήτως, αν μπορεί να την υπερασπιστεί αυτή την ειρήνη. Οι διαπιστώσεις αυτές, αν είναι ορθές, εγείρουν δύο ερωτήματα. Πρώτον, γιατί υπέστη η Ελλάδα πολεμική εισβολή ή αν θέλετε ανθρωπιστική επέμβαση για τη σωτηρία της. Και δεύτερον, πώς αυτό έγινε κατορθωτό. Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο που ταυτόχρονος αποτελεί και το χρονικό της κρίσης. Η Ελλάδα είχε ένα διοκομμένο χρέος, το οποίο εξυπηρετούσε με όλο και μεγαλύτερη δυσκολία. Το 2010 η ήδη χώρα έκλεινε μία 20 ετία ψευδούς ευμάρειας. Η κρίση εξυπηρέτησης του χρέους ήταν πρώτον πυλών, όμως ερμή ανοιχτή αυτή η κρίση δανεισμού έγινε κρίση χρέους. Τα στατιστικά πάνω στα οποία στηρίχτηκε αυτή η δραματική αλλαγή των πολιτικών εκτιμήσεων, και στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, είναι και ήταν πάντα θέμα δημιουργικής λογιστικής, δηλαδή ενός πολιτικού χειρισμού κατατοδοκούν. Άλλο νόημα μπορούσε να δοθεί στατιστικά τη μία μέρα κι άλλο την άλλη. Σε ένα περιβάλλον πολλών υπερχρεωμένων χωρών, το ελληνικό χρέος, το χρέος δηλαδή μιας οικονομίας που κινείται στο 2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, έγινε τάχα ο εφιάλτης της ευρωπαϊκής οικονομικής συνοχής. Σε ένα πλανήτη που το παγκόσμιο χρέος όλων προς όλους, ή όλων εναντίον όλων, αγγίζει το ελληνικιώδες ποσό των 330 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, τα ελληνικά ομόλογα απειλούσαν έφτιας να τηνάξουν στον αέρα το ευρώ, τις αγορές στο Τόκιο και τις πρωτικές ανάπτυξεις στη Μαδαγασκάρη. Ακόμα και σήμερα, τύπισαν τον Τάισεν Μπλουμ, δηλώνουν ότι όλα έγιναν, ακόμα και τα λάθος, όπως χαρακτηρίζουν τα μνημονία, για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Πρόκειται για ανοησίες. Αυτή η πλευρά του προβλήματος, η μετατροπή δηλαδή του ελληνικού χρέους της τράπεζας σε χρέος στα κράτη, θα μπορούσε να λυθεί με μια σειρά ΣΟΑΠΣ, όπως γίνεται σε πλήθος χώρων. Τα ΣΟΑΠΣ είναι η μετατροπή του χρέους σε ομόλογα με νέες ημερομηνίες, ούτως ώστε να μπορεί να γίνει μια διευθέτηση στην δευτερογενική αγορά και διάφορες άλλες εξυπηρετήσεις που κρατάνε τις οικονομίες έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί ζωντανές, όπως τη γαλλική ή την ιταλική. Στην έτσι κι αλλιώς λογιστική οικονομία της παγκοσμοϊποίησης, τα εργαλεία χειραγώλησης αυτής της φούσκας είναι πάρα πολλά. Όμως δεν έγινε έτσι. Η κρίση δανεισμού εχρύστη κρίση χρέους και η Ελλάδα υπέστη οικονομική εισβολή και εν το άμα πολιτική. Το χρέος μετατράπηκε με συνοδικές διαδικασίες σε ένα εργαλείο για τη δημιουργία μιας νέος διπουχόρας. Έτσι η Ελλάδα μεταβλήθηκε σε επικεία χρέους. Αυτό αμέσως την κατέστησε προτεκτοράτο. Και ταυτόχρονος η δική οικονομική ζώνη. Με ανώτατο στάδιο αυτό που συμβαίνει σήμερα. Τη μετατροπή της χώρας σε ζωτικό χώρο της Γερμανίας. Όσο αναπτυγιαστικός κι αν είναι αυτός ο όρος, ζωτικός χώρος. Γιατί συνέβησαν όλα αυτά? Πριν απαντήσουμε σε αυτό και για να καταλάβουμε τον βάθος του ερωτήματος που τίθεται, και θα σας δούμε το αποτέλεσμα όσον έγινα. Η Ελλάδα σήμερα είναι μια χώρα χωρίς σύνταγμα. Δεν έχει αυτεξούσιο. Βρίσκεται υποκατεστώς εντολής, όπως βρισκόταν η Συρία, υποκατεστός γαλλικής εντολής στο Μοσοπόλεμο. Η εθνική περιουσία δεν έχει ασυλία. Η δημόσια περιουσία και οι υποδομές της χώρας λεηλατούνται. Η εργασία και ο πολιτισμός της εργασίας ανασκολοπίζονται. Τους θεσμούς, όπως για Λιουδάς θα τα ανομάζουμε και αντιδροϊκά, όταν τελειώσουν τα μνημόνια θα διαδεχθεί η Επιτροπία. Η χώρα θα βρίσκεται σε καθεστώς επιτήρησης για τα επόμενα 99 χρόνια. Η Ολλάδα μπήκε σε καθεστώς εντολής με το χρέος του 120% του ΑΕΠ, το ακαθάριστο εθνικό εισοδήματος. Σήμερα με το ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά 25%, 35% και 40% το χρέος καλμπάζει στο 180% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους αριθμούς αγγίζει τα 320 δις, είναι ένα εθιαλτικό νούμερο. Το ασφαλιστικό σύστημα κατέρευσε και συνεχίζει να υποβαθμίζεται. Οι μιστοί και τα ημερονίστια τίνουν σε επίπεδα Βουλγαρίας. Η υπερφορολόγηση ξεπερνάει κάθε όριο αγριότητας που μπορούν να αντιμετωπίσουν τα νοικοκυριά. Έχουμε παιδιά που πλέον υποσετίζονται. Σε μεγάλη κλίμακα και σε μεγάλο ποσοστό και σε μεγάλη διάρκεια. Οι νεολέαλα και πλήθως ενήλικοι Έλληνες μεταναστεύουν. Περίπου μισό εκατομμύριο έχουν σκορπιστεί στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ενώ ένα εκατομμύριο από το εγχώριο εργατικό δυναμικό παραμένει άνεργο. Με όσους εργάζονται να αντιμετωπίζουν κάθε μορφή ευέλικτης εργασίας. Οι περισσότεροι χαμηλώνεις διπλέον και συχνά απλήρωτοι. Το ένα τρίτο του λαού ζει στο όριο και κάτω από το όριο της φτώχειας. Η μεσαία τάξη της σπραγγή και απεσχνάζεται. Πρόκειται για ένα μυφιάλπι. Η υγεία υποβαθμίζεται. Η παιδεία σκοπίμως υπονομεύεται. Ενώ όλες οι παθογένειες της ψευδούς ευμάρειας του παρελθόντος έχουν παροξελθεί. Οι Έλληνες έχουν χάσει τη χαρά της ζωής, διάγουμε απελπισμένοι και απειλούνται από ένα δημογραφικότε τελεσμένο ιστορικό διαστάσιο. Η χώρα αντιμετωπίζει πρόβλημα δημογραφικής επιβίωσης στο εγγυής μέλλον. Για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες ο Ελληνισμός έρχεται αντιμέτωπος με τους κινδύνους που συνεπάγεται η έλλειψη εθνικής στρατηγικής. Η Ελλάδα έχασε πόλεμο και τώρα βρίσκεται υπό καταστώς κατοχής. Γιατί όμως τα πάθαμε όλα αυτά εμείς και γιατί μπόρεσα να μας τα κάνουν όλα αυτά οι άλλοι, εν προκειμένου οι τράπεζες και το πολιτικό τους προσωπικό. Πόσοι δανειστές με τα τράπεζια της αδυνάστασης. Γιατί η χώρα επέστρεψε από την έμμεση ξενοκρατία στην άμεση. Διότι ο κακτελισμός αλλάζει. Και η κατασκευή πλέον χωρών, κρατών, πίπου, προτεκτοράτου, ζωνών επιρροής, όπως η Ελλάδα, είναι άμεση προτεραιότητα. Η λεγόμενη ελεύθερη αγορά αποδειχνύεται ως η πιο άγρια, διευθυνόμενη οικονομία που εμφανίσως του συστήματος. Τίποτα το ελεύθερο δεν υπάρχει σε αυτή την αγορά. Όλα λειτουργούν με κανόνες. Μιας τρομακτικής γραφειοκρατίας, που ενδρέμει στις Βιξέλλες, και μπροστά στην οποία η σοβιετική γραφειοκρατία ήταν απλώς ένα αστείο. Η γραφειοκρατία αυτή ορίζει, για να σας δώσω ένα παράδειγμα, ακόμα και τον τρόπο που ένας παραγωγός στη Μεσαινία θα βγάλει το λάδι του. Όταν θα πάει ο παραγωγός στο λιτουργείο πρέπει να πληρώσει σε χρήμα. Δεν μπορεί να πληρώσει σε προϊόν, όπως μπορούσε να κάνει παλιά. Αν επίσης θελήσει να πουλήσει το προϊόν για να βγάλει λεφτά, θα υποστεί μια φορολόγηση και μια διαδικασία, και τέλει δεν θα έχει καμία σημασία να πουλήσει αυτό το προϊόν. Αυτό δεν λέγεται ελεύθερη αγορά, λέγεται διευθυνόμενη οικονομία. Και είναι μια διευθυνόμενη οικονομία θεοδαλικού τύπου. Με εκστρεμιστικό τρόπο εμφανίζεται και ενώ διακρίνει στα αντίθετα, γι' αυτό πλέον λέμε και το κέντρο εκστρεμιστικό, οδηγεί τους ανθρώπους σε μια κατάσταση σκλαβιάς όλο και πιο πολύ. Ο ανταγωνισμός δεν είναι παρά αυτό που ήταν πάντα, ο μονόδρομος για την επικράτηση του ισχυρότερου με κατάληξη την δημιουργία των μονοπολίων και των λιγοπολίων. Όμως το σύστημα χαρακτηρίζεται πλέον από μία σεσόρευση λογιστικών αξιών, δηλαδή από μία σεσόρευση ψευδούς πλούτου. Τον εμπράγματο πλούτο, αυτόν δηλαδή που έχει αντίκρισμα σε πραγματικές αξίες, αυτή τη στιγμή κατέχει το 0,01% του παγκόσμιου πληθυσμού, σε ποσοστό που υπερβαίνει το 70% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 98% του πληθυσμού της Γης έχει πρόσβαση στο 2% του παγκόσμιου πλούτου. Οι αριθμοί έρχονται κατευθείαν την κόλαση από όπου θα έρθει και ο επόμενος πόλεμος. Παρ' ό,τι ο καπιταλισμός είναι ένα αηλήθιο σύστημα που ανακυκλώνει τις κρίσεις του. Και ζει από αυτές. Οι καπιταλιστές είναι εφείς. Ανήθικοι και αφιλοσόφιτοι, αλλά εφείς. Διαπιστώνουν λοιπόν ότι ο προσπορισμός πραγματικού πλούτου προκύττει από την επιστροφή στην εκμετάλλευση στις σπεναξίες. Από την επιστροφή δηλαδή στη φθηνή εργατική δύναμη. Όσο κι αν αυτό συνεπάγεται, είναι μέρος της εργατικής τάξης επιστροφή στην εποχή των τίκεμς, από πλευράς τρόπους ζωής. Η παγκοσμιοποίηση στην πραγματικότητα έχει εκπνεύσει. Και η ομοριανοποιημένη σκέψη κρατιέται ζωντανή για να καλύπτει ακριβώς αυτό το γεγονός. Ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας και της παραγωγής αλλάζει. Η Κίνα, για παράδειγμα, δημιουργεί εσωτερική αγορά, ενώ η Γερμανία χρειάζεται στη φθηνή εργατική δύναμη πιο κοντάτες. Σε ειδικές οικονομικές ζώνες, σε ζωτικούς χώρους. Στης Λοβακίας φερειπίνει την Ελλάδα ή τη Ρουμανία, σε ένα μέρος Πολωνίας. Για αυτό το χρέος, όπως είπαμε, χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο. Για να φτιαχτούν νέο τύπου χώρες και ζώνες. Ο νεοφιλελευθερισμός ο ίδιος απέτυχε. Στην πραγματικότητα τα τελευταία 20 χρόνια αποτυχάνει παντού. Όμως η επανάληψη των αποτυχιών του είναι η επιτυχία του. Διότι κάθε αποτυχία που επιτυχάνει παράγει ακόμα πιο πολύ ευριότητα, ακόμα πιο χρήσιμη για το επόμενο στάδιο μεταμόρφωσης και ανασυγκρότησης του συστήματος. Για παράδειγμα, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα με τη βίαια αποδόμηση του πολιτισμού της εργασίας, συνέβη και συμβαίνει στη Γερμανία πιο ήπια, αρχείς γεννωμένης ήδη από τη δεκαετία του 90 με την Ατζέτας Ρέντερ, που χαμήλωσε τα μεροκάματα που εισήγαλε το επίδομα, την εξάρτηση δηλαδή από τον κράτος, ως μέρος του μισθού και με πολλούς άλλους τρόπους. Συμβαίνει τώρα στη Γαλλία με τον Μακρόν και λίγο πιο πριν είχε συμβεί με τον Ολάν, όπως συνέβη επίσης στην Αγγλία με τον Μπλερ να ολοκληρώνει το έργο της Στράτσαρ. Αυτές οι οργανωμένες μεταμορφώσεις στην οικονομία της αγοράς καθίστανται δυνατές με τις μεταμορφώσεις σε πολιτικό και πολιτιακό επίπεδο, με κορυφαίο φαινόμενο την αποδυνάμωση της αστικής δημοκρατίας. Σήμερα η αστική τάξη χρειάζεται όλο και λιγότερο τη δημοκρατία. Διωμιστείνει όλο και περισσότερο προς την τυραννίδα. Η Γαλλία για παράδειγμα βρίσκεται σε καθεστός έκτακτης ανάγκης εδώ και τρία σχεδόν χρόνια χωρίς να κουνιέται φύλλο. Η δύση με τους πολέμους που εξαπολύει πετυχαίνει πολλούς τόκους. Πρώτο, λέει λατή τις χώρες θύματα. Δεύτερον, διαχειρίζεται την αντίδρασή τους ενισχύοντας τον αυταρχισμό στο δικό της ασωτερικό με πρόσχημα την τρομοκρατική απειλή. Μια όντως αληθινή απειλή που όμως η δύση εκτρέφει. Τρίτον, αποκτά ακόμα πιο φτεινό εργατικό δυναμικό μέσο των προσφύγων ρισχάροντας ακόμα και κινδύνους από ανεξέλεγχτες παραμέτρους του προσφυγικού. Πόσο όμως κατάφερε η αστική τάξη να πετύχει αυτό που πέτυχαν και οι ρωμαίοι Κέσαρες κρατώντας από τη δημοκρατία τις τελετές της και δολοφονώντας την ουσία της. Διότι όντως σήμερα η σημειολογία της δημοκρατίας είναι πιο ζωντανή παρά ποτέ, αλλά η ουσία της πνέει τα λίστια. Σήμερα η τυραννία της πολιτικής ορθότητας έχει φτάσει να χαρακτηρίζει έγκλημα γνώμης ό,τι εκείνη προγράφει. Τα αρτομικά δικαιώματα δίνουν μια επίφαση δημοκρατικότητας στο θάνατο των προσωπικών και των συλλογικών δικαιωμάτων. Η προπαγάνδα τρομοκρατή και η επιδοτούμενη τέχνη ναρκώνει. Πώς έγιναν όλα αυτά? Πώς εμσωματώθηκε η σοσιαλδημοκρατία στο νεοφιλοδεθρησμό? Γιατί το κομμουνιστικό κίνημα εκφυλίστηκε σε εξυγχρονιστικά και αριστερίστικα παρακολουθήματα των κυριαρχών δυνάμεων της δεξιάς. Σήμερα, αν δούμε την Ευρώπη και ευρύτερα την Δύση με τα μάτια της ιστορίες, θα διαπιστώσουμε, μάλλον με τρόμο, ότι συμβαίνουν δύο θανάσιμα φαινόμενα και τα δύο μαζί. Εις ό,τι αφορά τις ειδουμπεριαλιστικές αντιθέσεις, η Δύση βρίσκεται ακριβώς πριν από το 1914. Και εις όσο αφορούν τις πολιτικές δυνάμεις και τις πολιτικές εξελίξεις, η Δύση βρίσκεται ακριβώς στο Μεσοπόλον. Πρόκειται για ένα εκκληκτικό τάμπ, πολεμικός ανταγωνισμός των μεγάλων κρατών μεταξύ τους και εκφυλισμός των δημοκρατιών στο εσωτερικό των κρατών. Όπως γίνεται, ας πούμε, με τον πατριτικό νόμο στις Συνωμένες Πολιτείες και αλλού. Αυτό το τάμπ με τη σειρά του παράγει μια ακόμα χειρότερη δυστοπία. Στη Δύση το σύστημα, ο Μακρόν, και το αντισύστημα, ο Τραμ, κάνουν κνήδια ακριβώς δουλειά. Το σύστημα αποξενώνει τους λαούς από το πολίτεμα, παράγοντας ταυτόχρονος το αντισύστημα, που υποδέχεται και χειραγωγεί την οργή τους. Μπροστά στον κίνδυνο του αντισυστήματος, που εκφράζει παραδείγματος χάρη Λεπέν στη Γαλλία, η Γαλλία ψηφίζει μακρό, αλλά η χώρα έτσι κινείται προς την ίδια δεξιά κατεύθυνση. Η δεξιά πολιτική των δημοκρατικών στη ΣΥΠΑ οδηγεί τις απογοητευμένες ΜΑΖΕ στην αγγελιά του Τραμ. Την επόμενη φορά που αυτές οι ΜΑΖΕ θα ψηφίσουν πάλι δημοκρατικούς, το σύστημα θα έχει ήδη μετακινηθεί ακόμα πιο δεξιά. Η Μέρκελ εξορκίζει τον κύρινο της ακροδεξιάς στη Γερμανία και συνεργάζεται με τους φασίσσες στο Κίεβο. Με έναν λόγο σύστημα και αντισύστημα έχουν βάλει τους λόγους στη μέση. Οικονομικός εκμετάλλευσης δυναμώνει όλο και πιο πολύ και πολιτικός η δημοκρατία γίνεται όλο και πιο πολύ ένα άδειο που κάμες. Σ' αυτές τις τάσεις στη Δύση σήμερα δεν υπάρχει ουσιώδης αντίλογος, διότι η αριστερά των μαζών, σωσιαρδημοκρατική και κομμουνιστική, έχει εκπνεύσει. Μαζί της εξέπνευσαν και τα αποτελέσματα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα οποία αναθωρούνται παντού εις βάρος των εργαζομένων. Για την παρακμή της αριστεράς τένει σημαντικοί παράγοντες όπως ο εκθυλισμός της Σοβιετικής Ένωσης και η μακρόχρονη κατάρρευσή της, όπως φταί επίσης και η εντροπία που παρουσίασε η αριστερά στη Δύση αρχής γεννωμένης με το Μάι του 1968, όταν διακηρύχτηκε τη σπράγμαση ότι πρέπει να διαρρικθεί και εν τέλει διαρρύχθηκε ο δοσμός των διανομένων με την εργατική τάξη. Η συρρήχρωση του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και η ξαέρευση του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν πλέον θέμα χρόνου, ενώ η προσχώρηση των τότε αριστεριστών στο σημερινό σύστημα εξουσίας αποδειχνύει το ρόλο που μπορεί να παίξει η διανόηση, όταν αποκόβεται από τις ηθικές και φιλοσοφικές της υποχρεώσεις, απέναντι στο λόγο. Ο ευρωκουμμουνισμός, δηλαδή ο γαλλικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό ή το ιταλικό πείραμα, χάθηκε μέσα σε ένα κοσμοπολίτικο πορτό που ήθελε την έννοια του έθνους ξεπερασμένη, την ύπαρση του κράτους εμπόδιο για την παγκοσμιοποιημένη οικονομία των εταιριών και το διεθνισμό μια γραφική ιδεοληψία. Το εθνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξαγόταν η ταξική πάλι ξεπεράστηκε για να μην διεξάγεται καθόλου. Από καείδια του ευρωκουμμουνισμού και περιτρίματα του υπαρτού σοσιαλισμού ανέλαβα να μήσουν τις ΜΑΖΑΣ στον μεταμοντερνισμό, δηλαδή την αλήθεια του καθενός δίχως την επώδειξη της, και τον πολυπολιτισμό, δηλαδή τον εκφυλισμό της σώσμωσης των πολιτισμών σε ταξικά και τοξικά γέτο. Η αποξένωση των ΜΑΖΑΣ από τον αμοραλισμό τέτοιων παραλογισμών ήταν αναπόφεκτη. Ο κυρίαρχος πολιτισμός, επιδοτούμενος και ριχός, διότι έμεινε πλέον μακριά από τα προβλήματα των ανθρώπων, τα κυρίαχα μήμια που αποκόπηκαν από τη δημοκρατική τους ευθύνη απέναντι στους πολίτες, προκαλούσαν και αποστροφή στον λαό και προκαλούν, ο οποίος σιγά σιγά ξέπεσε μέσω του lifestyle να ζει τη ζωή αλλωνών, συνήθως φθηνών ειδώνων, ενώ το αυτοχρόνο σε παιδεία με πρόταγμα τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την παρεογή, άρχισε να δημιουργεί τον μονοσύμματο άνθρωπο, τον αφιλοσόφητο, τον μονίρι και εν τέλει τον ιδιότη. Όλα αυτά συνέψαν και στην Ελλάδα. Η προετοιμασία των Ελλήνων να ξαναγίνουν ραλιάδες πέρασε κυρίως μέσα από τα ΑΕΙ, την κυρίαρχη ιδεολογία με φορεί στα ΜΕΕ και την ενσωμάτωση της αριστεράς των πρετόριων μέσω του Πρυτανίου. Η αριστερά που όταν ήρθε στα πράγματα προσκύνησε, δεν έπεσε από τον ουρανό, προέλθα την αριστερά που είχε ήδη εκφυλιστεί. Για να καταλάβουμε τι έγινε στην Ελλάδα, πρέπει να δούμε τι είναι η Ελλάδα. Η χώρα αυτή ως κράτος προέλθα από επανάσταση. Ως κράτος επίσης είναι ένα από τα παλαιότερα στη σύγχρονη Ευρώπη και ταυτόχρονος εθνικώς ομοιογενές, κατά 95% ποσοσμό σπάνιο στην Υπηρό μας. Η εθνική ομοιογένεια του ελληνικού κράτους προέκυψε από τη συρρήκνωση του εθνικού ελληνισμού, παρά ταύτα, η ελληνική διασπορά εξακολουθεί να είναι σημαντική, και ο ελληνισμός να υπάρχει ιωνία αυτοξύσεως σε δύο κράτη, το ελλαδικό και το κυπριακό. Μετά την καταστροφή του 1922, η ελληνική εθνικιαστική τάξη έχασε τις φιλοδοξίες της για εθνική κυριαρχία και προσκολήθηκε στις ξένες δυνάμεις, ενδυναμώνοντας το έμπακρο την παθολογία της ξενοκρατίας, που άλλωστε σημάδεψε το νεαρό κράτος από τη γέννησή του. Οι Έλληνες δεν παρακολούθησαν με ευκολία αυτή την επιλογή της εθνικής τάξης, όπως αποδεικνύουν η εθνική αντίσταση, οι αγώνες υπέρ της Κύπρου, οι αγώνες υπέρ της Δημοκρατίας, ο αντιδικτακτορικός αγώνας, το σκίρτημα της μεταπολίτευσης, και εν τέλει σήμερα οι αγανακτισμένοι και το εξ το δημοψήφισμα. Εδώ να σημειώσουμε ότι οι αγανακτισμένοι ως τελευταία αναλαμπή της αντιστασιακής ιδιοπροσωπίας των Ελλήνων συγκοφαντήθηκαν εντόνως. Από τη μεν ποικιλόνιμη δεξιά δηλαδή τους εξιχρονιστές και τους νεοφιλελεύθερους, διότι η δυοίδα των κύρδεων μιας Ιωνίας εκκλησίας του Δήμου να λειτουργεί, αποδέτην την κομμουνιστική αριστερά διότι η σεχταριστική αντίληψη ότι είναι επικύρδενο κάθε τίποτε να ελέγχουμε πριτάνευσε πάλι. Αντί η κομμουνιστική αριστερά να δει στους αγανακτισμένους, τους αγανακτισμένους ως μαζικό χώρο μέσα στον οποίο θα μπορούσε να ζημώσει τις ιδέες της, αποστασιωπήθηκε. Κατεβολώντας και από πάνω τους πολίτες ότι αναθέτουν τάχα τη λύση των προβλημάτων τους σε αλλοτριούς σωτήρες. Ήταν μια τραγική στάση που στιγμάτισε τις εξελίξεις και κράτησε ατελέσφαλες τις προσπάθειες του λαού και στην Ελλάδα, με απόγεχο και στην Ευρώπη. Παρά τα αυτά, οι Έλληνες επανήλθαν. Επανασυσπηρώθηκαν εκ νέου στο δημοψήφισμα. Άνοιοι οι ίδιοι ανέπτεσαν ο Δέος και ο Κρτώλαος, που λέει και ο ποιητής. Οι Έλληνες έκαναν ό,τι μπορούσαν. Αλλά δεν είχαν ιγέτες που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν αυτή την προσπάθεια του λαού. Οι Έλληνες είχαν κάνει για μία ακόμα φορά, είχαν δώσει για μία ακόμα φορά τη μάχη τους, ασχέτουσαν οι πολιτικές δυνάμεις που εμπιστεύτηκαν, αποδείθηκαν ανάξιας. Από πού όμως προέρχεται αυτός ο ιδίστροπος με την εξουσία χαρακτήρας των Ελλήνων, ο συχνά αντιστασιακός. Πώς ένας λαός που έβγαλε τόσους ευριακύλους, έβγαλε περισσότερους ήρωες, αγίους και αντάρτες. Ο Ράσιμαν παρατηρεί και ο Μπέκ αποδεικνύει, βυζαντινολόγηκε ήδη, ότι το ίδιο το πολίτεμα στο Βυζάντιο νομιμοποιούσε την Επανάσταση όταν η εξουσία ήταν άδικη. Αυτό το αίσθημα δικαίου συνόδευσε την ανασυγκρότηση των Ελλήνων σε κοινότητα, με εθνική αυτογνωσία πια, μετά την κατάρρευση του ρωμαϊκού αυτονόητου το 1204. Αυτή η κριτική διάθεση προς την εξουσία δεν άφησε την Ορθοδοξία από την πρώτη της αρχή να εξελιχθεί σε κεσαροπαπισμό. Την πετέτρεψε από διώκτη των κλασικών γραμμάτων σε θιασσότη και στη συνέχεια την οδήγησε να παίξει σημαντικό ρόλο στον πρόημο ελληνικό ανθρωπισμό, όπως ονομάζουν τώρα και στη Δύση την Παλαιολόγη αναγενήσε. Αυτή η αίσθηση δικαίου που η παιδεία και η παράδοση μετέδιδα, μας έδωσαν τους μεουμάρτυρες και τους χλέφτες. Τον τόνο στην πορεία του λαού δεν τον έδωσαν οι Κοτζαμπασίδες και το μέρος της εκκλησίας που συνεργάστηκε, αλλά οι κοινότητες και ο λαϊκός κλήρος. Όταν διαβάζουμε τους δυτικούς περιγητές στα Βαλκάνια κατά την Τουρκοκρατία, τους βλέπουμε να διαπιστώνουν δύο πράγματα. Πρώτον, την αυτογνωσία των βοσκών, των γεωργών, των ψαράδων, εκείνοι που οργάνωνε η παράδοσή τους μέσα τους, ο δημόδης λαϊκός πολιτισμός, και δεύτερον, την ανησυχία που οδηγούσε σε συχνές εξεργεύσεις τους αντικειμένους, εκείνους που η χαρακτηριστική ανομία των Τούρκων έπνιγε. Σε αυτό το υπόβαθρο, το οποίο παρατηρεί και ο Φίλεη και ο Γόρντον και ο Λόρνδος Μπάιρον, Φίλεη και ο Γόρντον υπήρξαν άκρη στα πηγή που έδαβαν μέρος στην Επανάσταση και έγραψαν για τους Έλληνες, παρ' ότι ο Γόρντος στη συνέχεια τους απαρνήθηκε. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι οι αρχικές του παρατηρήσεις Σε αυτό το υπόβαθρο, ο διαφωτισμός και η Γαλλική Επανάσταση θα ήταν αδύνατο να μην οδηγήσουν σε ένα ρήγα μια φιλική εταιρεία και μια Επανάσταση που επιτέλους επικράτησε. Ο πλούτος των Εμπόρων δεν ήταν αρκετός. Κι αν πλούτιζαν εκείνη την εποχή, εκείνο που καθόρισε τα πράγματα ήταν ο καημός. Αυτός έγινε το Σύνταγμα της Τριζίνας, η Επανάσταση του 1843, ο μακεδονικός αγώνας. Αυτός ο καημός βάθυνε με την καταστροφή του 1822 και αυτός έβγαλε τους αντάρθες του Κλανή στην κατοχή. Ο καημός για το δίκιο. Αυτός ο καημός ήταν που βρήκε τη λέξη «λευθεριάει θάνατος» το 1821, τη φράση «λευθεριάει θάνατος». Ο καημός για την ολοκλήρωση της Επανάστασης χαρακτήρησε τους Έλληνες του 1940. Με τον ίδιο τρόπο, το άδικο των μετεμφιλιοπολεμικών κυβερνήσεων πήρε ως απάντηση τη μεγάλη επίεση, τη μεγάλη μουσική, τη μεγάλη λογοτεχνία, το θέατρο, τη ζωγραφική, που εξέφρασαν το χαρακτήρα του λαού και το 50, και το 60, και το 70, και το 80. Ε, λοιπόν, αυτή η ιδιοπροσωπία των Ελλήνων, αυτή η αντιστασιακή τους προδιάθεση, έπρεπε να εξαλληφθεί. Και αυτό ακριβώς ζήσαμε κατά τις δεκαετίες της ψευδούς ευμάριας. Την υπονόμευση της λαϊκής αυτογνωσίας, την αποκοπή των Ελλήνων από τον πολιτισμό τους, λόγιο και λαϊκό, την ενοχοποίηση της ιδιαιτερότητάς τους, της αξιοπρέπειας, της γνήμης. Προς τούτου επισταδεύτηκε η λύφη, το αντίθετο της αλήθειας, μια χίδινα αριστερά που υπερετούσε από ακαδημαϊκές και πολιτικές θέσεις της κυβερνήσης του δικοματισμού, συχνά με το αζημίωτα, ανέλαβε να κάνει στους πολίτες πλήσα κεφάλου. Ο πατριωτισμός ταυτίστηκε με τον εθνικισμό. Οι Έλληνες έγιναν έθνης, κομπλεξικοί Βαλκάνοι, ανάδελφοι και θρησκόγευτοι και αργότερα χαρακτηρίστηκαν τεμπέλιδες και λαμόγια και εν τέλει λαϊκιστές. Λαϊκιστές δεν ήτανε πλέον η δημαγωγή, αλλά ο ίδιος ο λαός. Πήγε η εδωλογική τρομοκρατία σύννεφο. Ο λαός θα έπρεπε να μείνει ορφανός από αγίους και ποιητές, θα έπρεπε να ξεχάσει τα πάθη του διότι τάχα γεννούν μίσος και συνεπώς να επαναλάβει τα λάθη του. Η Ουσονούπο προετοιμασία του Προτεκτοράτου χρειαζόταν ένα λαό ενοχικό, καχύπορτο με τον εαυτό του, ανήκανο να αντιδράσει στο κακό που τον περίμενε. Και τώρα που μιλάμε το κακό που έχει βρει τη χώρα μας είναι δυτό. Από τη μια η σταθεροποίηση του Προτεκτοράτου και από την άλλη το ξερίζωμα του αντιστασιακού φρονήματος του λαού. Η πολιτική υποταγή προϋποθέτει πολιτιστική συντριβή. Και προς τούτο η συνησφορά της αριστεράς που γονάτισε είναι χτίμητη για τους επικυριέρχους. Η διακήρυξη του «δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς» υψώνεται σε λάβαρο του νέου ραγιαδεσμού. Ο αριστερά με την κατεξοχή αντιστασιακή παράδοση μεταλλάσσεται σε εντολοδόχο των εγχώριων δυνατών και των ξένων επικυριέρχων. Ο Επιτάφιος αφαιρείται από τη Διδακτέη. Ο Μεγαλέξανδρος η ελληνιστική εποχή το Βυζάντιο υποβαθμίζονται κι άλλο. Έφνης οι Έλληνες συνεποσφάζουν τους Τούρκους στη Τρυπολιτσά. Οι ερβανίτες σουλιώτες πετάνε τις γυναίκες τους στο ζάλοδο για να ξεφύγουν από τους Τούρκους πιο ευκίνητοι και ανάλαφροι, ο Ελλήτης είναι εθνικιστής και οι ίδιοι Έλληνες είναι ένα επινόημα του διαφωτισμού. Η Επανάσταση λένε γέννησε τους Έλληνες και δεν ήταν οι Έλληνες που κάνανε την Επανάσταση. Το λογικό ερώτημα τότε ποιος την έκανε αυτή την Επανάσταση παραμένει αναπάντητο. Δεν αισθάνονται καν την υποχρέωση να απαντήσουν. Πρόειται για μια Πανάσταση αγνός του πατρός και μητρός. Χύμαρια μάθιας και εμπάθιας πνίγουν τα τελευταία χρόνια τα δημόσια πράγματα στην Ελλάδα. Έχει τρωθεί από όλα αυτά ο λαός, έχει χάσει την αυτογνωσία του, άγνωστο. Η αίσθηση που μπορεί να έχει κανείς για κάτι τέτοιο δεν είναι σαφής, πέζατε. Για παράδειγμα, όλοι πίστευαν ότι οι Κύπριοι τα είχαν παρατήσει με το κυπριακό. Όταν όμως ήρθε το σχέδιο ΑΝΑ και ένιωσαν ότι κινδυνεύει η υπόστασή τους, εξανέστησαν. Επαναστάθησαν. Νιώθουν σήμερα οι Έλληνες ότι κινδυνεύει η υπόστασή τους ή βρίσκονται σε κατάσταση σοπ και δέος, απογοητευμένοι, απελπισμένοι και εν τέλει αποβλακωμένοι. Κατάφεραν οι βαλτίοι αυτών των δυο-τριών δεκατειών να θολώσουν την πρόσβαση του λαού στην ψυχή του. Αυτό είναι το ερώτημα της εγκυρίας. Και δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολο. Η ιστορία διδάσκει ότι πάντα ένα 10% του λαού είναι εκείνο που κάνει τη διαφορά. Η ιστορία, όμως, επίσης διδάσκει ότι αν αυτό το 10% αν το άλλα σ' αυτό μαραμθεί, τότε το υπόλοιπο του πράγματος χάνεται. Οι λαοί γράφουν ιστορίες όταν ξέρουν την ιστορία τους. Όταν το 10% γρηγορεί και παρακινεί τους αφρούς ανθρώπους, που δεν είναι εδώ ούτε ήρωες ούτε άγιοι, να κινηθούν και να μεγαλουργήσουν. Σήμερα οι Έλληνες που γρηγορούν φαίνεται σαν να δίνουν μάχεπη στους φυλακών. Οι Λατίνοι έλεγαν ότι «Ηντε ράδε μας σήλεν τυλαγιες», ότι δηλαδή στον πόλεμο οι νόμοι σιουπούν. Στην Ελλάδα τώρα οι νόμοι εφαρμόζουν τα αποτελέσματα του πολέμου που χάσαμε, κάνοντας τη ζωή των ανθρώπων όλο το χειρότερο. Δεν είναι νόμοι που σιουπούν, είναι νόμοι που φωνάζουν. Που φωνάζουν υπέρ της υποταγής και τις αναγκαιότητες για αυτή την υποταγή σαν να είναι ο μοναδικός υπαρκτός πλέον δρόμος. Επιστρέφοντας στον Κλαούζεβιτς θα λέγαμε ότι ο πόλεμος στην Ελλάδα είναι η πολιτική της Ένωσης εναντίον όλων των ασθενέστερων κρατών της Ευρώπης. Ο πειρασμός της Γερμανίας για ένα τέταρτο ραϊκ με ειρηνικά μέσα είναι ο πειρασμός του ολοκληρωτισμού και εν τέλει του πολέμου. Η απόδειξη όλων αυτών βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας. Αν μου βρείτε έναν μόνο νόμο, που τα τελευταία είκοσι έτη θεσμοθετήθηκε υπέρ των εργαζωμένων οπουδήποτε στη Δύση, τότε όσα είπαμε σήμερα μπορεί και να σηκώνω ένα στοχασμό. Όμως, ούτε ένας τέτοιος νόμος δεν υπάρχει. Και όταν δεν το βλέπουμε, είναι σαν να λέμε στον εαυτό μας ότι «Μωρένι ο Κύριος ον βούλεται από λέση». Εκτός και ακούμε στον εαυτό μας ότι «Τέλει αιρετή και τόλμουν η ελευθερία». Σας ευχαριστώ. Ελπίζω να μη σας κούρασε, αν θέλετε να συζητήσουμε κάτι από αυτά που είπαμε στη διάθεσή σας. Ελπίζω να μη σας τάραξα, να μη σας υπάνε κάπου σοκώδι. Μόνο ας συσπειρωθούμε γύρω από το τελευταίο που σας είπα, που συνεπάγει με την τέχνη να ξαναβρούμε την τόλμη στον ερωτή μας. Με κουβέντες και με ψέματα δεν γίνεται τίποτα. Με σαξιές τόροι και κουκαμάρες, που λέγονται για να παγιωθεί αυτή η κατάσταση, δεν έχουμε καμία ελπίδα. Όμως τα πράγματα είναι δύσκολα, διότι στην ιστορία δεν εξεγείρονται συχνά οι άνθρωποι. Ξέρετε, είναι λίγο κνά τα πράγματα. Οι Έλληνες προσπάθησαν τρεις φορές. Προσπάθησαν ακόμα και με τον Σαμαρά, όταν εμφανιζόταν αντικτημονιακώς. Προσπάθησαν με τους αγνακτισμένους. Προσπάθησαν με τον Δημοψήφ. Έχουν προδοθεί και τις τρεις. Στη χώρα δεν γίνεται κουβέντα για τη μεγάλη νομοτεχνία, για αυτό που είπα τώρα, εγώ τελειώνω, τελειώνει η ελευθερία. Στα αρχαία χρονών τα έχω στηγραφικό. Είναι μεγάλος ο κύμνος, είναι κίνδυνος ιστορικής αποδομής. Θα ήθελα να σας ρωτήσω κάτι. Πώς βλέπετε, πώς διακρίνετε εσείς το μέλλον από εδώ και πέρα και τι ελπίδα υπάρχει για εμάς τους ψηφοφόρους. Εγώ, ας πούμε, ψήφισα πρώτη φορά το 81, όταν ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέο. Αυτή ήταν η πρώτη μεπηρία. Και τελευταία διαψεύστηκα και τ' άλλη. Κάποια φορά ένιωσα ότι με έχουν πιάσει κορόιδο. Γιατί ήλπισα. Ναι, σας ευχαριστούμε. Πώς διακρίνετε εσείς που είστε και περισσότερο μέσα στα πράγματα λόγω του ότι βιώνετε την ελληνική πραγματικότητα, εμείς μόνο από το διαδικτύο και από ό,τι ακούμε, ξέρουμε κάποια πράγματα. Έχουμε ελπίδα. Τι βλέπετε? Ελπίδα υπάρχει πάντα. Εγώ προσωπικά είμαι ιστορικά αισιόδοξος. Αν και τώρα που έχω μεγαλώσει έχω χάσει ένα μέρος αυτής της τάσης ζωής. Και το έχω αντικαταστήσει με ένα άλλο που λέει απλά ότι ακόμα κι αν ο κόσμος δεν αλλάζει πρέπει να ζούμε σαν να μπορούμε να το μελάξουμε για να ζήσουμε τουλάχιστον καλά μέσα στη ψυχή μας. Το πρόβλημα που φύγεται έχει και διεθνές και εθνικό επίπεδο. Δηλαδή τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει αυτή η ροπή και η φορά των πραγμάτων. Εδώ η ιστορία απαντάει ότι ας πούμε το 1914 κανείς δεν υποψιαζότανε τι θα ακολουθούσαν. Ότι το 1848 η Ευρώπη σαρώθηκε από ένα κύμα ελευθερίας. Η αλήθεια είναι ότι συντώματα ρογμών σε αυτό το σύστημα που έχει κατηδηλυθεί τα τελευταία 20 χρόνια έχουν ακτίσει να εμφανίζονται. Πολλά από αυτά μπορεί να αναδέξει όπως οι ποντέμους ή ο συνασπισμός ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν εμφανιστεί εκείνες οι ρογμές που μας προειδοποιούν ότι η μισανθρωπία, η απανθρωπία, η απληστία, η αφροσύνη, η βλακία δεν μπορούν να μείνουν παντοδύναμας. Βέβαια μπορούν να οδηγήσουν σε ένα φρικτό πόλεμο και η αναγέννηση να προκύψει όπως το 17 από τα ερήπια μιας Ευρώπης ή ενός κόσμου εμπολής καταστραμμένη. Υπάρχει όμως και η ελπίδα να συμβεί κάτι τέτοιο νωρίτερα. Τώρα δεν είναι κανείς σε θέση και πολύ περισσότερο εγώ και το λέω αυτό γιατί η επεξεργασία των πληροφοριών δεν σημαίνει ότι μπορούμε και να προβλέψουμε σημαντικά πράγματα, μπορεί να ψυχανελμιζόμαστε προσωπικά και εδώ υπάρχει εκείνο να μπερδευτούμε με τους ευσεβήμιους μας πόθους ή να κοιτάζουμε λίγο την λογική της ιστορίας γιατί η ιστορία έχει κανόνας, έχει και αυτοί τους νόμους της. Ο καπιταλισμός δεν καταλαβαίνει Χριστώ θα με επιτρέψετε να εκφραστώ έτσι Πατέρα Αλέξανδρε. Από τη στιγμή που μπορεί να αρπάζει και να μην βρίσκεται αντίσταση τα αρπάζει όλο και περισσότερο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε τέλεια απόγνωση αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε εξέγερηση. Και δεν ξέρουμε αν κάπου εμφανιστεί η προτική μιας εξέγερησης, τι συνέπειες θα έχει στο υπόλοιπο των πραγμάτων. Είναι μια λυσίδα τα πράγματα. Επειδή η γενιά δική μου ήταν υπεραισιόδοξη για την Επανάσταση πάρα πολλά χρόνια, σήμερα γινόμαστε επιφλακτικοί στο να έχουμε θάρρος και θάρρυτα για αυτή την εκδοχή της πορείας των πραγμάτων και γι' αυτό δείχνουμε αυτές τις επιφυλάξεις. Πιθανόν οι νεότεροι που δεν έχουν τις αμαρτίες στις δικές μας, στις πλάτες τους και επειδή βέβαια δεν καταλαβαίνουμε ένα μέρος της συμπεριφοράς τους αλλά είναι η πρώτη γενιά που διαβάζει τόσο πολύ διότι το διαδίκτυρο είναι μια διαρκής ανάγκη. Δηλαδή όταν εγώ ήμουν παιδάκι ο πατέρας μου μου εδηγεί το πώς του θάνει και μεγάλωσε ο κόσμος όταν έφυγε απ' το λόφο του χωριού του και εγώ είχα στα πράγματα μόνο χάρτινη πρόσβαση και αυτή περιορισμένη. Διάβαζα κανένα κλασικό εικονογραφημένο, δανειζόμουνε κανένα βιβλίο από τη βιβλιοθήκη. Σήμερα πια με τον εαυτό μου να καταλαβαίνει και μάλιστα συνέβη ένα πολύ όμορφο στιγμό πριν με ένα νεαρό παιδάκι, το οποίο με ρώτησε κάτι που εγώ για αυτό είχα να ρωτηθεί στα τριάντα μου. Θέλω να πω δηλαδή ότι εμείς πρέπει να είμαστε πάρα πολύ συγκρατημένοι στην ερμηνεία της εποχής και να μην κρινιάζουμε τόσο πολύ όταν δεν βλέπουμε στους νέους αυτό που θα θέλαμε δηλαδή μια πιο έντενη εκδοχή κάποιας ρωπής προς την εξέλιξη. Μπορεί αυτό να συμβεί τη σπράγμαση για τους λόγους που συνήθως συμβαίνει οι οποίοι παρά τη μαρξιστική ανάλυση και τη λιμνιστική που κάνουμε που είναι σωστή, είχε και μία άλλη παράμετρο που είχαμε υποτιμήσει που είναι του ηθικών του πράγματος. Δηλαδή άνθρωποι μπορούν να εξηγηρυθούν για λόγους αναζήτης του δικαίου. Οι Έλληνες σώθηκαν όλα αυτά τα χρόνια της οικοκρατίας που δεν υπήρχε προηγούμενο δύο και τριών αιώνων σε κάθε περιοχή κατοχής και συλλογικά τεσσάρων αιώνων να σωθεί ένας λαός παρά μόνο επειδή είχε αίσθημα δικαίου. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση αν το ψάξουμε. Δεν πιστεύω ότι το αίσθημα δεν μπορεί να είναι ένα γενικευμένο αίσθημα σε πολλές γενιές, σε πολλούς λαούς και σε πολλές εποχές. Εκεί εστιάζω τις ελπίδες. Ευχαριστώ πολύ. Τολμώ να πω μια άλλη. Δεν θέλω να είμαι καθόλου ειδικός στο θέμα του αθλητικού σας. Σχέση με αυτή που είπατε. Νομίζω, η κατηνή μου λόγη είναι ότι σήμερα, έτσι όπως είναι τα πράγματα, το σημαντικότερο δεν είναι να περιμένουμε έναν άνθρωπο ή ένα κόμμα να αλλάξει τα πράγματα. Είναι το θέμα της αυτογνωσίας. Ότι πριν γίνει πιο δύσκολη εξέγερηση ή αλλαγή, δεν ξέρω πώς μπορούμε να το δημιουργήσουμε αυτό, πρώτα σαν λαός πρέπει να βρούμε τα ευτυχικά μας. Μέσα από την ιστορία μας και η αυτογνωσία, επηρέχει πάντα για ένα μέρος πένθους. Δεν μπορείς να βρεις τον εαυτό σου χωρίς να πένθεις για κάτι, χωρίς να κάνεις αυτοκριτική, χωρίς να λυπηθεί. Πρέπει να είσαι συλλητή και δεμένη για να περάσεις το σχέδιο μας. Έρε το χρυσάφι για όποιον ήθελε να το πάρει από τις βρύσσες. Και όμως, ο απλός άνθρωπος, αυτός που εγώ πιθανό να είχα κοροϊδεύσει μια στιγμή στη ζωή μου, ότι ακούει ή ξέρω εγώ σκυλάδες και δεν έχει μυρουδιά, το έκανε το θάρμα του. Θέλω να πω δηλαδή ότι ναι. Όλα αυτά, σας λέω, πάντα έχουν το στοιχείο της αμφιβολίας. Σας έλεγα πριν για το 10% που κάνει τη διαφορά. Δεν έχει κανέναν νόημα να κάνει αυτό το 10% τη διαφορά, αν δεν είναι οργοποιητή του 80. Αυτή είναι η σχέση. Απλώς ο λαός, όπως έλεγε ο Βάρναντς, είναι ο γκνός. Δεν μπορεί να είναι συνέχεια στο Μετερίζη, απαιτεί όμως ο λαός να είναι στο Μετερίζη, ο Άγιος του, ο ήρωάς του, ο ποιητής του. Και ποιο ήταν το κόλπο τα τελευταία 20 χρόνια να μείνει ορφανός ο λαός από Άγιο, Ποιητή, Καντάρτης. Τότε θα καταρρεύσει και η μέσα του Λάμψερ. Δεν ξέρω να σας πω αν έχουμε διαβεί αυτό το σημείο. Πιστεύω και ελπίζω πως δεν το έχουμε. Πιστεύω δηλαδή ότι κάποια στιγμή αυτός που έχει τη Λάμψερ και δεν ξέρει, δεν μοιάζεται γι' αυτό, θα λειτουργήσει ακριβώς επειδή έχει τη Λάμψερ. Και δεν λέω μόνο για τους Έλληνες. Παρότι εμείς έχουμε έντονο πένθος στην ιστορία μας, μιλώ για όλους τους λόγους. Μιλώ για το Βέλγο, ο οποίος κάποια στιγμή θα πει δεν πάει άλλο. Πόσο άλλο θα πάει. Πόσο άλλο μπορεί να δουλεύει ένας άνθρωπος γνωρίζοντας ότι η επόμενη μέρα δεν θα είναι καλύτερη. Πότε, σε ποια εποχή της ιστορίας έγινε αυτό. Οι άνθρωποι χάνανε πολέμους και ξανακτίζαν τα σπήλια τους. Και μετά τα ξανακτίζαν. Τώρα γκρεμίζονται για να γκρεμιστούν, για να μην έχεις σπίτι να φύγεις. Οι προστηριασμοί που θα γίνουν στην Ελλάδα θα έχουν βιβλικές διαστάσεις. Αυτό λοιπόν πιστεύω, ότι μπορεί με το 10% να συντηρεί τα πράγματα, αλλά κάποια στιγμή θα κάνει τη βροντόδη του επέμβαση του επόμενου οδότου. Θα ήθελα να ξέρω ποιος είναι ο ορισμός σας για τον Έλληνα. Τι είναι ο Έλληνας? Είναι ο Αρχαίος, είναι εκείνος που κολέμψε το 1821, αυτός που ακούει σκυλάδι θα του λέει τι είναι ο Έλληνας, τι χαρακτηρίζει έναν Έλληνα. Κατευθύν, επειδή είναι Αρχαίος λαός οι Έλληνες και έχουν κάνει πολλές μεταβάσεις σε διαφυλικές καταστάσεις, εύκολα θα μπορούσε κανείς να τους διασπάσει την ενότητά τους. Να πει ότι ο βυζαντινός τύπος ανθρώπου, όσο δεν είναι διαφορετικός από τον πλασικό τύπο, ήταν ο Έλληνας. Αν σπουδάσουμε στα πράγματα θα δει ότι μέσα από τις μεταβάσεις παίρναγαν ημιότητες. Δεν είναι μόνο η γλώσσα μας που μαρτυρεί τη συνέχεια των Ελλήνων, είναι τα είδη τους, η παράδοσή τους. Από τα λαλάκια που λέμε στη Μάνη που τα λέγανε λαλάκια και αρχαίοι, μέχρι τον μπακλαβά που σ' αρέσει και που είναι αρχαίο γλυκό. Υπήρχε μια διαδικασία ο ελληνισμός, υπέστη μια οικομονική εξάπλωση. Αυτό του έδωσε μια διαμορφία. Διότι εάν δεν είχε γίνει, αν ο Αλέξανδρος δεν είχε πάει τον ελληνισμό στα πέδρα του κόσμου, πιθανόν να ξέραμε για τους Έλληνες όσα ξέρουμε και για τους Ετρούτσκους. Αυτό όμως το ξάπλωμα φόρτωσε τους Έλληνες με πολλές πρίκες, σε πολλά μέρη της γης και με πολλές συμπεριφορές. Εκείνο που τους ένωνε ήταν η κοινή λαλιά όταν ήταν στην έμδοξη εποχή τους και ασκούσαν από θέση ισχύος τις λειτουργίες της ύπαρξής τους και το αίσθημα της κοινότητας όταν βρέθηκαν σε θέση σύνταση. Δηλαδή, αν ψάξετε να βρείτε τι είναι οι Έλληνες, αν διαβάσετε για παράδειγμα την ιστορία των Αθηνών του Γρηγορόβιους, θα δείτε ότι περιγράφει χαρακτήρες της κλασικής εποχής ή χαρακτήρες της σύγχρονης εποχής του Ψηρή. Είναι το ίδιο διοικησίσοφοι, το ίδιο πειρακτήρια, το ίδιο ενθουσιώδεις, το ίδιο ατομιστές αλλά στα ζώρικα συλλογικήν συνασπίζονται, έχουν κάποια χαρακτηριστικά τα οποία περνάνε από γενιά σε γενιά, με τα τραγούδια, σκοτώθηκε ο Μανιάτης στον βόλαμο του 40, οι σύντροφοι του γύρω κάνανε χορό πριν να τον θάψουν. Αυτό έρχεται χιλιάδες χρόνια πριν. Με αυτή την έννοια λοιπόν οι άνθρωποι αποκτούν οι δύο προσωπίες. Οι Ιταλοί έχουν άλλες, εμείς έχουμε άλλες. Εμείς θέλαμε έναν Χριστό φύλο, εκείνοι θέλαμε έναν Χριστό τιμωρό. Ο καθολικισμός για παράδειγμα. Γιατί, γιατί προέρχονταν από μια πιο εξουσιαστική πολιτική πληρονομιά. Εμείς ήμασταν λίγο πιο επαναστάτες. Με αυτή την έννοια λοιπόν βρίσκει κανείς την ιδιαμορφία του Εβραίου, του Κινέζου, του Έλληνα, του Ιταλού, η οποία όταν περιπτήσε μία κατάσταση χιλόπιτας λόγω πολιτικής ορθότητας, δεν βρήκε σε τίποτα. Αυτή η εξωμείωση ότι όλοι είναι ήδη και όλοι τα κάνουν όλα με τον ίδιο τρόπο, μπορεί να αφορά τα εμπορικά μαγαζιά, όπου σε έναν δρόμο στο Πεκίνο και σε έναν δρόμο στο Λονδίνο, βλέπεις την ίδια αρχιτεκτονική, την ίδια βιτρίνα, τα ίδια προϊόντα, περίπου τις ίδιες τιμές και την ίδια λογική. Δεν αφορά και δεν αφορούσε ποτέ τους ανθρώπους. Αν δεν υπήρχε η ιδιομορφία, δεν θα υπήρχε ο ιταλικός νεογραντισμός. Αν δεν υπήρχε η ιδιομορφία, δεν θα γινόταν ποτέ ο ξεσηκωμός στην Ισπανία υπέρ της δημοκρατίας. Δεν θα ζωγράφησαν την κουέρνικα ο Πικάζου. Θα ήταν όλα θέματα πολιτικής ορθότητας. Δεν θα υπήρχαν μεγάλη ζωγράφη, θα υπήρχαν οι καστικοί, αυτοί που κοροϊδεύουν τον κόσμο τραβώντας ένα σπάγκο από έναν τύχο και λένε «εωρείται η πλάση». Δηλαδή, χωρίς κόπο, χωρίς μόχδο, χωρίς ενδιαφέρον για τους ανθρώπους, για την ψυχή τους, για τα δράματά τους, για την αγωνία τους. Πέστε μου κάτι που αφορά τη μεγάλη τέχνη, ακόμα και το εκκλησιαστικό τελετουργικό. Και δεν έχει να κάνει αυτό, ή τις κόκκινες σημαίες ή τις αφήσες. Δεν έχει να κάνει αυτό με τον τρόπο ζωής των ανθρώπων, με τα προβλήματά τους. Άρα, λοιπόν, αν η τέχνη δεν μπορεί να κοροϊδεύσει μια φορά, δεν θα μπορούσε και δεν θα έπρεπε να κοροϊδεύει πολιτική δέκα. Εμείς, όμως, βιώνουμε 30 χρόνια πολιτικής κοροϊδίας σε διεθνές επίπεδες. Και αυτό γυρίζει την ανθρωπότητα στον κίνδυνο των δύο προηγουμένων κομπυρισμών πολεμών. Διότι, όπως σας είπα και πριν, η Ευρώπη στο εσωτερικό της έχει φαινόμενα μεσοπολέμου. Η ακροδεξιά ανεβαίνει στην Αυστρία, η ακροδεξιά ανεβαίνει στην Λαλανδία, οι φασίστες κυβερούν στο Κίεβο, προκειμένου να αποφύγουμε την ακροδεξιά από πιο δεξιά, στο μακρόν. Το σύστημα είναι αρκετά έξυπνο για να παράλει το αντισύστημα, οχι τρελό αντισύστημα είναι. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Τι γίνεται όταν επαλαμβάνεται η ιστορία, μια φάσα. Η φάσα αυτή μπορεί να με νοσταγείς όμως. Ψάχνοντας, λοιπόν, για να καταλύψω στο ερώτημά σας τους Έλληνες, είναι όπως όταν ψάχνουμε όλα τα πράγματα. Να δούμε ποιοι είναι, τι ιδιομορφίες έχουν, τι είναι οι Ιταλίοι, τι είναι οι Βρετανοί. Γιατί ένας Βρετανός είναι ευχαριστημένος με ένα μηνιάτικο των χιλιών λιρών σε ένα κατασκότεινο σπίτι και πιστεύει ότι κυριαρχεί και όλα στον κόσμο, ζούντας έτσι. Δεν είναι θέμα ιδιομορφίες. Άλλοι μπορούν να θεωρήσουν ότι δεν υπάρχουν ιδιομορφίες, ότι όλοι είμαστε ίδιοι. Είναι ένας αποβλακρυνόμενος και το σύστημα χρειάζεται ακριβώς αυτό, βλάκες. Θα θέλα να ρωτήσω πώς σχολιάζετε, εσείς από τη πλευρά σας, το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, τους νεότερους, και βάζω και τον εαυτό μου μέσα, γιατί ανήκω σε αυτή τη γενιά ουσιαστικά, υπάρχει μια κάση να απέχουμε οι νέοι από τις εκκληγές, ακριβώς γιατί όλοι απογοητευμένοι από τα διαφορετικά κόμματα, δεν βρίσκουμε του φαινά τον εκπρόσωπό μας. Και έρχεται το αντιποιήμα που λέει μάμου αυτόν τον τρόπο ενισχύεται περισσότερο το ίδιο υπάρχον σύστημα. Και είναι μετά τα φαινόμενα που ενδεχομένως πιο έντονα υπάρχουν στην Αμερική που ήδη χρόνια τώρα ο λαός, που κατά πλειοψηφία δεν προσέχεται στις κάλπες. Πώς το βλέπετε εσείς αυτό το φαινόμενο στην Ελλάδα και τελικά πώς μπορεί να κινηθεί ένας νέος άνθρωπος σήμερα μέσα σε αυτό το χάος το πολιτικό. Κοιτάξτε, είναι ένα φαινόμενο που και στην Ελλάδα διευρύνεται, δηλαδή πάμε από αποχή σε αποχή, κατά μεγαλύτερο ποσοστό από εκλογές σε εκλογές. Και βέβαια είναι και ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο. Το 40% ψήφισε στην Γαλλία, αν θυμάμαι καλά, στις εκλογές τελευταίες. Και βέβαια ούτε καν το 30% δεν πιάνουν εκλογές στις ΗΠΑ. Είναι μια παρενέργεια ακριβώς της λειτουργίας του συστήματος. Εφόσον το σύστημα δεν παράγει αποτέλεσμα που να έχει σχέση με το λαό, που σας έλεγα πριν μου έχουμε να δούμε φιλολαϊκό νόμο καμιά 32 χρόνια, και επειδή όλες οι απόπειρες της αριστεράς να αντιδράσεις σε αυτό το πράγμα είναι και αυτές αποτυχημένες, γι' αυτό έχουμε αυτή την συμπεριφορά. Και βέβαια αυτοί που απαίχνουν γνωρίζουν ότι η αποχή τους ενισχύει εκείνους που συμμετεύουν. Διότι με ένα ποσοστό 40% του εκλογικού σώματος βγάζεις άλλο ποσοστό με πολύ λιγότερους ψήφους στο Κενογούλιο. Αλλά δεν είναι μόνο το θέμα της αντιπροσώπης, είναι το θέμα της συμμετοχής στα κοινά. Είναι αλήθεια ότι την περίοδο της ψευδούς ευμάρειας, που όχι μόνο για μας αλλά για πολλές χώρες τα τελευταία 20 με 30 χρόνια έχει επικρατήσει, το φαινόμενο συνοδεύεται από την αποξένωση, το πολίτευμα και την ιδιώτευση. Δεν νομίζω ότι μπορεί να συμβεί τίποτα αντίθετο και διαφορετικό ως προς αυτό, αν δεν συμβεί κάτι αντίθετο και διαφορετικό στον κεντική πολιτική σκηνή ή στο λαϊκό περιβάλλον της κάθε χώρας. Όσο δηλαδή το πολίτευμα λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο θα αποξενώνει όλο και πιο πολύ τους πολίτες και όσο η πολιτική λειτουργία υποφελούμενη των προνομίων που αποκτά υπερετώντας στις εταιρείες, όταν δηλαδή μεταβάλλονται οι πολιτικοί σε πολιτικό προσωπικότητα των εταιριών, άλλο τόσο θα απογοητεύουν τους ανθρώπους. Η αντίδραση σε αυτό είναι μέσα στην απλώς διευρυστία που σας περιέγραψα πριν. Δεν νομίζω ότι αντιμετωπίζεται με ηλεκτρονικές κοινότητες, διότι εκεί επικρατεί επίσης ένα χάος το οποίο επίσης χειραγωγείται και αν χειραγωγείται τώρα κατά ένα ποσοστό στο εγγυσμένο θα χειραγωγείται κατά πολύ ισχυρότερο. Η επίθαση δημοκρατικότητας που έχει το διαδίκτυο δεν είναι ακριβώς η αλήθεια του πράγματος, διότι δεν είναι χαζές εξουσίες, χειραγωγούν, κατευθείνουν καταρχήν τη γηνή γνώμη. Να σας πω ότι στις τελευταίες εκλογές στην Ελλάδα τα τρολ αριθμούσαν χιλιάδες και όχι εκατοντάδες όλων των κομμάτων, όπου βασιζόταν η πολιτική των κομμάτων σε αυτά για να διακυπηρεωθεί σε ψήφο, όχι σε γνώση, όχι σε πρόγραμμα, όχι σε τίποτα, αλλά απλώς στην τελική στιγμή της ψήφου. Με ένα λόγο δημιουργείται ένα οργουελικό περιβάλλον, ένα περιβάλλον πολύ δύσκολο να ανατραπεί, που έχει χαρακτήρα χειραγώγησης, έτσι όπως το περιγράφει ο Κάξλη στο «Θαμαστό καινούργιο κόσμο» ή ο Τζακ Λόντων στη «Συντερένια Φτέρνα», δηλαδή ανθρώπων οι οποίοι είναι προγραμματισμένοι. Μερικά φαινόμενα μας αποθαρρύνουν τελείως, γιατί βλέπουμε νέους ανθρώπους που θέλουν να προγραμματιστούν, συγκινώντας από απλά πράγματα όπως είναι οι συνολαγές και φτάνοντας από λίπλα. Αλλά όπως σας είπα και πριν, η πορεία του συστήματος προς όλη αυτήν την ολοκληρωτική διαμόρφωση των κοινωνιών μπορεί να είναι μια πορεία υπονομευμένη, επειδή οι άνθρωποι θα αντιδράσουν ηθικά. Και αν αντιδράσουν ηθικά, θα αντιδράσουν και ταξικά, διότι δεν μπορεί να, σας έλεγα πριν, το 0,01 του πληθυσμού κατέχει το πλούτο της γης. Δεν συνέβη ποτέ αυτό. Όταν πήγαιναμε στο σχολείο και αναθέναμε τα έκκαια της κατάραυσης των Ρωμαίων, για παράδειγμα, λέγαμε για την απόσταση πλούτου και φτώχειας, αναφορώμενη στα Λατιφούδια, στους Σουδούλους κλπ. Τα μεγέθη είχαν μια λογική. Σήμερα τα μεγέθη δεν έχουν καμία απολύτως λογική. Έρχονται από ένα παράλληλο σύμπαν, έχουν μια κβατική διάσταση. Είναι στην πνευματικότητα κατανοητική. Και μάλιστα με δυτό τρόπο. Ο υπάρχουν και μετρούμενος πλούτος στην πνευματικότητα δεν υπάρχει. Και υπάρχει ο εμπράγματος, ο οποίος όμως για να τον προσφοριστούν πλέον πρέπει να οδηγήσουν εφιά της μάζας της σκλαβιά εκ νέου. Εκεί είναι η ρογμία, λέγουμε. Θα ήθελα να ρωτήσω το εξής. Επειδή ακριβώς αναφέρατε ότι είστε στις παλιφές της ασουσίας για πάρα πολλά πρόεδια. Μάλιστα, τα σκίτσα σας, τα οποία είναι φωτογραφίες, χωρίς να γράφουν, δίνουν χίλες λέξεις. Επειδή είπατε κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Το σημαντικό είναι θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία. Ποια κατά την άποψή σας, γιατί ασκείται και επινοεί, είναι η πρακτική εφαρμογή της αρετής, της τόλμης, για να αποκτήσει ο ελληνικός λαός την ελευθερία. Κοιτάξτε, η κλασική απάντηση σε αυτό που λέτε, και η οποία απάντηση είχε μεγάλη αξία λίγο παλιότερα και κάλεται μεγάλο μέρος στον δημοσιογραφικό κόσμο, ήταν ότι πρέπει οι δημοσιογράφοι να έχουν συνέστηση ότι υπερετώνεται η δημοκρατία. Δεν είναι ένα τυχαίο επαγγένειμα. Η ίδια μας ιδεοδολογία και το ίδιο μας το σωματίο και το καταστατικό του, προβλέπουν και έχουν πρόγειες τις σχέσεις του επαγγένειματος με τα συμφέροντα του λαού και της δημοκρατίας. Αυτό με τα χρόνια έγινε άδειο πουκάμισο, όσοι κατέφευαν σε αυτό, οι άλλοι νόμιζαν ότι λένε μεγάλα λόγια. Αυτό που μας έχει απομείνει τώρα πια σε σχέση με αυτό το ζήτημα, σε συνθήκες ίντας για τη δημοσιογραφία, χάριν του λαού και σε συνθήκες που το επάγγελμα αυτό πλέον έχει λεηλατηθεί από τους ισχυρούς και έχει χειραγωγηθεί από την πολιτική, μια πολιτική όμως που δεν έχει καμία σχέση με τα συμφέροντα του λαού, αλλά με τα σφαίροντα των τριών. Αυτό που μας μένει όσον επιμένουμε σε αυτά που κάποτε ήταν ο κανόνας μας, είναι η ειλικρίνεια. Δηλαδή, με τον κύρινο του λάθος το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να λέω αυτό που νομίζω ότι είναι αλήθεια. Δεν μπορώ να οργανώσω αυτήν την στάση σε ευρύτερο πλαίσιο, διότι δεν υπάρχουν δυνάμεις για να το κάνω. Δεν είμαστε πολίτες. Και διότι όσοι υπάρχουν για να προσπαθούν να φέρονται με αυτόν τον τρόπο είναι εγκαταλανημένοι και από τα σύμμαχα κάποτε κόμματα. Διότι αν έχει διαφθαρεί ο ΣΥΡΙΖΑ ή έχει αποστασιοποιηθεί τον ΚΚΕ ή δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι η αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ, τότε όπως καταλαβαίνετε οι συνθήκες στις οποίες ασκείται αυτό το επαγγελμα γίνονται δύσκολες. Κάποτε οι διευθυντές όταν θέλαναν να μας πειράξουν ή μας λέγανε «Μα καλά, τι νομίζετε ότι υποσωπείτε» είχαμε να το απαντήσουμε κάτι. Ένα 5% ενός κόμματος, την καλή μαρτυρία των αναγνωστών, η μόνη δύναμη που είχαμε άλλωστε πάντοτε είναι αυτή που μας δίναν οι αναγνώστες. Σήμερα παίρνουμε το ρίσκο της μοναχικότητας. Διότι ακόμα και αν εκπροσωπείς κάτι αυτό είναι τόσο ισχνό και έχει τόσο λιγοειδικό βάρος πόσο παίρνουμε το κεφάλι, άνετα. Σημαίνει αυτό ότι παρατάμε τίποτα, όχι το αντίθετο, με μεγαλύτερο πείσμα δεν παρατάμε τίποτα. Απλώς πλέον πρέπει να ξέρουν οι άνθρωποι αφού μεταξύ τους δεν επικοινωνούν οριζόδια ώστε να υπάρχουν οργανώσεις, συλλογικότητες, σωματεία και επικοινωνούν με έναν τρόπο κάθετα, δηλαδή με ανθρώπους που όπως κι εγώ είναι κοντά στην εξουσία έστω και σε διαμάχη μαζί της, πρέπει να ξέρουν ότι ή θα ενισχύσουν τον μοναχικό που το παλεύει ή θα χάσουν ένα ακόμα προμαχώνα. Συνήθως συμβαίνει το δεύτερο. Και αυτό οφείλεται στη γενική τάση που υπάρχει στην κοινωνία, που περιγράψατε πάρα πολύ καλά, ότι τίποτα δεν γίνεται, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο, όλοι μας προδίδουνε, δεν έχει καμία σημασία. Αυτό είναι μεν αλήθεια κατά μέρος, ίσως και μεγα, αλλά ταυτόχρονα παράγει και μια δική του αλήθεια, που κάνει τα πράγματα χειρότερα. Δεν ξέρω πώς μπορεί να αντιδράσει κανείς από εμάς αυτό, διότι η εποχή που προτείναμε φρούδες ελπίδες, όχι επίτηδες, όχι άτιμα, αλλά επειδή είχαμε κάνει λάθος. Εγώ υποστηρίξα το ΣΥΡΙΖΑ ας πούμε. Παρήλθα. Συνεπώς τώρα πρέπει κάποιοι να ξαναρχίσουν από την αρχή από τους μεγαλύτερους και κάποιοι από τους νεότερους να έχουν αντιληφθεί τι γίνεται. Και εκεί έχουμε μεγάλο πρόβλημα, που βλάζει στη δουλειά τη δικιά μου. Δεν βλέπουμε νεότερους σε ικανό αριθμό που να έχουν αντιληφθεί τι γίνεται. Προσαρμόζονται οι νεότεροι συνάδελφοι στο κατεστραμένο τοπίο, στη διστοπία, που είναι σήμερα τα ΜΜΕ, ένας βορβαρδισμένος τόπος που ακόμα και οι ιδιοκτήτες, ακόμα και οι διεθυντές φέρονται σαν τρομαγμένα τροκτικά και πηγαίνουν από λαγούμι σε λαγουμί για δύο λόγους. Ο ένας είναι οι αμαρτίες τους, διότι χωρίς τη βοήθεια του τύπου δεν θα παίρναγαν τα μνημόνια, για να εκφραστώ απλά και όχι πολύπλοκα σε σχέση με ακόμα περισσότερα πράγματα. Κατά δεύτερον, ενώ σκάψανε το λάγκο του κοσμάκι και βέβαια θα πέφτανε μέσα εκεί ήδη και εν τέλει έπεσαν, ο κλάδος καταστρέφεται μην υπολογίζοντας δίκαιους κι άνθρωπους. Μόνο στην ψυχή ορισμένων ανθρώπων μερικοί ξεχωρίζονται, αλλά και σ' αυτούς, η ελπίδα είναι μετρημένη γιατί η ισχύστος είναι μετρημένη. Δεν έχουμε την ισχύ που είχαμε κακό. Συνεπώς, όταν η καταστροφή έχει να κάνει με το ίδιο το σώμα της δημοσιογραφίας, αλλά και ταυτόχρονα με τους τελευταίους προμάχους της, το πράγμα γίνεται ζόριο. Και επιτείνεται όλο αυτό το πράγμα γιατί δεν έχει πλέον εξέχουσες, δεν λένε τίποτα τα νέα σήμερα, δεν λέει τίποτα το έθνος. Σήμερα λέει το διαδίκτυο. Το διαδίκτυο όμως είναι ένα χάος, όπου μέσα εκεί υπάρχει μόνο η εκλεκτική και επιλεκτική επικοινωνία. Αυτό πάντα κρύβει έναν κίνδυνο ελληντισμού, αριστοκρατικής συμπεριφοράς. Βρήκα το φίλο μου, βρήκα το κολλητό μου, το like μου, το έτσι μου, το αλλιώς μου, περνάω την ημέρα. Αλλά δίπλα το μεροκάμα το καταστρέφεται. Η χώρα πολίτε, η Γερμανία είναι το τέταρτο ράι. Όταν τα γράφεις αυτά και σε διαβάζουν 25.000 άνθρωποι από 10 εκατομμύρια, τα μεγέθη είναι συντριπτικά εναντίον σου. Βεβαίως μόνο σε στιγμές κρίσης μπορούν να μεγεθυθούν αυτά τα μεγέθη. Και εκεί που σε διαβάζανε 10.000 θα σε διαβάσανε 1 εκατομμύριο. Γι' αυτό και εμείς κάνουμε αγώνα συντήρησης, να κρατήσουμε αυτές τις 10.000, να κρατήσουμε αυτές τις 15.000. Και αν γίνει κάτι, να απλωθεί ο σπόρος.
|