Διάλεξη 7: Στο σημερινό μάθημα, θα αφήσουμε τον κόσμο του Παύλου και θα κινηθούμε σε έναν διαφορετικό κόσμο, στα Ευαγγέλια. Και, επειδή ακριβώς το μάθημα της Θεολογίας είναι αδύνατο να καλύψει όλες τις πτυχές της Θεολογίας της Καινής Διαθήκης, θέλει περισσότερο να δώσει ορισμένα στοιχεία και κυρίως να βοηθήσει σε μια προβληματική συζήτηση γενικότερη. Γι' αυτό ακριβώς το λόγο. Στο σημερινό μάθημα, θα επικεντρωθούμε κυρίως στην Θεολογία του Καταλουκάν Ευαγγελίου και σε μια πάρα πολύ συγκεκριμένη πτυχή του συγκεκριμένου Ευαγγελίου, στον τρόπο που παρουσιάζει και αντιλαμβάνεται τον Ιησού Χριστό. Θα δούμε λίγο τη Χριστολογία του Καταλουκάν Ευαγγελίου, γιατί γύρω από αυτήν την χριστολογική, θα λέγαμε, ανασκόπιση, σύντομη, στην χριστολογική τοποθέτηση του Ευαγγελιστή, τις χριστολογικές του προϋποθέσεις, ουσιαστικά αναπτύσσονται και όλες οι υπόλοιπες πτυχές διδασκαλίας του συγκεκριμένου Ευαγγελίου. Το θέμα, λοιπόν, του τρόπου με τους οποίους ο Ιησούς Χριστός παρουσιάζεται μέσα στον τρίτο Ευαγγελίου, αλλά και στις πράξεις, είναι ένα θέμα το οποίο αποτέλεσε, κατά κάποιον τρόπο, σημείο μεγάλης διαφωνίας, αν θέλετε έντονου, ακαδημαϊκού θεολογικού διαλόγου, τα τελευταία χρόνια. Γενικά η τάση που υπάρχει στην έρευνα είναι ότι, κατά χάσαμε από πολλές τάσεις, αλλά αν μπορούσαμε κάπως να τις ομαδοποιήσουμε, υπάρχουν δύο βασικές τάσεις. Η μία τάση στην έρευνα είναι συνήθως να εστιάζει κανείς την προσοχή του σε επιμέρους χριστολογικούς τίτλους μέσα στον Καταλουκάν Ευαγγέλιο, να εντοπίζει δηλαδή εκείνα τα στοιχεία μέσα στον Καταλουκάν Ευαγγέλιο, το οποίο με κάποιον τρόπο και τους τίτλους αναδεικνύουν ακριβώς την ταυτότητα του Ιησού. Η άλλη περίπτωση είναι να έχουμε μια πιο γενική ανάλυση της εικόνας του Ιησού, δηλαδή δεν κοιτάμε τους χριστολογικούς τίτλους ειδικά, αλλά πιάνουμε γενικότερα και αναλύουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Ιησούς εμφανίζεται μέσα στον Καταλουκάν όπως και στις πράξεις, τα οποία γενικά στην έρευνα σήμερα θεωρούνται ότι προέρχονται από τον ίδιο συγγραφέα. Ταυτόχρονα υπάρχει και μία άλλη τάση που εκδηλώνεται και είναι γενικότερη τάση μέσα στην έρευνα των Ευαγγελίων, ότι έχουμε μια μετατόπιση από τη διαχρονική στην περισσότερο συγχρονική ανάγνωση των κειμένων μας, δηλαδή εγκαταλείπνουμε σιγά σιγά τη συζήτηση για το ποιες είναι οι πηγές πίσω από το κείμενο του Λουκά και του κάθε Ευαγγελίου, όχι ότι τις αγνωούμε γιατί φυσικά πάνω της λαμβάνουμε υπόψη, αλλά ενδιαφέρει περισσότερο την έρευνα σιγά σιγά το γιατί είναι γραμμένο έτσι όπως είναι το κείμενο, γιατί τελικά συμπεριληφθήκαν όλα αυτά τα στοιχεία που συμπεριληφθήκαν μέσα στο συγκεκριμένο Ευαγγέλιο, γιατί ο τελικός συγγραφέας αυτού του κειμένου συμπεριλαμβάνει και αποδέχεται και επεξεργάζει όλα αυτά τα επιμέρους στοιχεία. Αυτά λοιπόν είναι οι βασικές ας πούμε θα λέγαμε μεθοδολογικές προϋποθέσεις και τάσεις, τις οποίες διακρίνουμε σήμερα στην έρευνα. Και στην παρουσίαση τώρα στο μαθήμα τους θα επικεντρωθούμε σε τρία βασικά θέματα. Το πρώτο είναι, θα δούμε ποια είναι τα βασικά χριστολογικά θέματα μέσα στο καταλουκάν Ευαγγέλιο, δεύτερον θα δούμε πως αυτά τα χριστολογικά θέματα ή χριστολογική τίτλια θέλετε εντάσσονται μέσα στην όλη αφήγηση του Ευαγγελίου και τρίτο θα δούμε τελικά ο Ιησούς Χριστός ποιο ρόλο παίζει μέσα στην δασκαλία του καταλουκάν Ευαγγελίου. Είναι μια σταδιακή θα λέγαμε προσέγγιση του θέματος. Πριν όμως πούμε αυτά, πολύ σύντομα να μιλήσουμε και να πούμε λίγα πράγματα για την ιστορία της έρευνας όσον αφορά τη χριστολογία του καταλουκάν Ευαγγελίου είναι ένα θέμα το οποίο έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την έρευνα, ιδίως από το 1950 και εξής. Μέχρι το 1950 γενικά οι ερευνητές δεν ενδιαφέρονται τόσο πολύ για το καταλουκάν Ευαγγελίου όσον αφορά τη ιστορία του καταλουκάν Ευαγγελίου αλλά περισσότερο διέφαση δίνουν στις πράξεις του Αποστόλου, γιατί θεωρούσαν ότι οι πράξεις του Αποστόλου περιέχουν τμήματα του αρχαιοχριστιανικού κηρύμματος και γι' αυτόν τον λόγο θεωρούσαν ότι είναι πολύ σημαντικό να δούμε εκεί το πώς παρουσιάζεται ο Ιησούς Χριστός μέσα σε αυτά τα κηρύμματα, όσον μιλήσει του Παύλου, του Πέτρου, εσύ με τα πράγματα έχουν αλλάξει την έρευνα όσον αφορά τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε το συγκεκριμένο υλικό. Από την άλλη μεριά το Ευαγγελίου το αντιμετώπιζε μέχρι το 1950 περίπου αρκετά επιφυλακτικά και του θεωρούσαν περισσότερο ένα προϊόν θα λέγαμε επεξεργασίας του συγκεκριμένου Ευαγγελιστή. Δηλαδή, φυσικά εδώ δεν βλέπουμε τόσο την αρχαία φωνή της Εκκλησίας αλλά και κυρίως την θεολογική φωνή του συγκεκριμένου συγγραφέα. Και η θέση γενικά ήτανε μέχρι τότε, οτι ουσιαστικά το Ευαγγέλιο έχει δεχθεί εκτενέστατη επεξεργασία το υλικό που έχει και επομένως είναι πάρα πολύ δύσκολο κάποιες φορές να πούμε ότι αυτό αντικατοπτρίζει μια αρχαία εποχή αλλά υπήρχε η άποψη ότι αντικατοπτρίζει μια ιστορική πραγματικότητα η οποία ήταν μεταγενέστερη από την εποχή των Αποστόλων. Αυτή η μελέτη που θα ταράζει τα ύδατα στα μέσα του 20ου αιώνα είναι η διατριβή του Χανς Κόντσερμαντ, ο οποίος αποτελεί θα λέγαμε σταθμό στη μελέτη της Χριστολογίας του κατά Λουκάν Ευαγγελίου και ο Κόντσερμαντ υποστρίζει το εξής, λέει ότι ουσιαστικά το κύριο πρόβλημα του Λουκάν, αυτό που έρχεται να αντιμετωπίσει ο Λουκάνς ήταν το θέμα της καθυστέρησης της παρουσίας, γιατί δηλαδή τελικά ενώ ο Ιησούς είπε ότι θα έρθει σύντομα ή τέλος που ήταν η πρώτη κοινότητα περιμένει ότι σύντομα θα έρθει ο Ιησούς, τελικά δεν έρχεται. Και αυτή ακριβώς η καθυστέρηση της παρουσίας είναι αυτή που αναγκάζει τον Ευαγγελιστή να επαναρμηνεύσει όλα τα στοιχεία της παράδοσης με έναν τρόπο τον οποίο διασώζει ουσιαστικά μέσα στο Ευαγγέλιό του. Έτσι για τον Λουκάν, λέει ο Κόντσελμαν, η βασιλεία του Θεού και μάλλον η παρουσία και η πραγμάτωση της βασιλείας του Θεού μεταφέρονται στο μέλλον. Και από την άλλη μεριά, ακριβώς επειδή μεταφέρονται στο μέλλον, τονίζει τη σημασία που έχει η Εκκλησία για το παρόν. Δηλαδή ο Κόντσελμαν χωρίζεται την ιστορία σε τρία μέρα. Είναι πάρα πολύ σημαντικό, μια πασική σκέψη του Κόντσελμαν είναι η εποχή του Ισραήλ και των προφητιών, είναι μετά η εποχή του Ιησού και μετά είναι η εποχή της Εκκλησίας και του Αγίου Πνεύματος και μετά από αυτό θα έρθει η παρουσία, αυτό που βλέπουμε τα μεταθέτει όλα στο μέλλον. Ο Ιησούς βέβαια καταλαμβάνει μέσα σε αυτό το σχήμα τη κεντρική θέση για τον Κόντσελμαν, γι' αυτό τον ονομάζει και Dimited Child, το μέσο του χρόνου, έτσι το κεντρικό σημείο μέσα στην ιστορία. Αλλά κατά την άποψη του, του Κόντσελμαν, δεν είναι ο Ιησούς το κύριο πρόσωπο, ο Θεός είναι, ο οποίος ουσιαστικά, βοηθά δια του Ιησού μέσα στον κόσμο. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που ο Ιησούς υποστηρίζει, είναι ότι τώρα έχει παρέλθει η εποχή του Ιησού Χριστού και ότι εμείς τώρα ζούμε στην εποχή της Εκκλησίας. Στην οποία εποχή της Εκκλησίας ο Ιησούς παραμένει παρόν μεν, αλλά όχι με μία φυσική παρουσία, αλλά ως ανάμνηση της Εκκλησίας. Γιατί ο Ιησούς πλέον έχει φύγει, είναι στον ουρανό και ουσιαστικά αυτό το οποίο τον διασώζει και τον καθιστά με κάποιον τρόπο παρόντα μέσα στην πραγματικότητα της Εκκλησίας, είναι η ανάμνηση που έχει η Εκκλησία για τον Ιησού Χριστό, που είναι η παράδοσή της. Οπωσδήποτε οι θέσεις του κόντσελμαν είναι αυτές που σηματοδοτούν ακριβώς την εξέλιξη της έρευνας από εκεί και πέρα, γιατί ακριβώς προκάλεσαν πάρα πολλές συζητήσεις και μία καλή μελέτη δεν είναι πάντα αυτή που έχει μία γενική αποδοχή, μία καλή μελέτη είναι αυτή που προκαλεί συζητήσεις και ένα γόνιμο διάλογο, ώστε να παράγονται καινούργιες ιδέες. Να πω λοιπόν φυσικό, η θέση του αυτή για αυτή την τριμερή διάκριση της ιστορίας, την οποία μάλιστα την κατανοεί και με στεγανά, δηλαδή μία εποχή δεν επικοινωνεί με την άλλη, αλλά τελειώνει μία εποχή, αρχίζει άλλη και ούτω καθεξής. Αυτή λοιπόν η θέση του δέχτηκε μεγάλες πολύ σκληρές κριτικοί. Από εκεί και πέρα όμως, το ότι ο Κόντσελμαν τόνισε ιδιαίτερα το γεγονός της σωτηρίας και το συνέδεσε με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, στον Καταλουκάν Ευαγγέλιο, είναι μια ιδέα η οποία ακόμα και σήμερα ισχύει όσως γενικά αποδεχτεί. Η κριτική που του ασκήθηκε του Κόντσελμαν είναι κυρίως ότι ουσιαστικά ο Λουκάζ δεν διαφέρει να μας πει την ιστορία της σωτηρίας, δεν διαφέρει να κάνει ένα σχήμα ιστορικό και να χωρίσει τις τρεις εποχές. Αλλά αυτό που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι να μιλήσει για την ίδια τη σωτηρία. Τι είναι αυτή η σωτηρία. Και το δεύτερο είναι ότι οι επικριτές του Κόντσελμαν δεν δέχονται ότι ο Ιησούς έχει έναν δευτερεύοντα ρόλο σε όλη αυτή την ιστορία. Πολύ δε περισσότερο θεωρούν ότι δεν πάβει να είναι παρόν μέσα στην εκκλησία, αφού τον βλέπουμε και στις πράξεις των Αποστόλων, που είναι εκείνο το κομμάτι της ιστορίας του Λουκά, που περιγράφει τη ζωή της εκκλησίας, τον βλέπουμε λοιπόν και σε εκείνο το κομμάτι ο Ιησούς να είναι παρόν μέσα στην εκκλησία, να εμφανίζεται, να δίνει εντολές και ουσιαστικά να καθοδηγεί την εκκλησία του. Από εκεί πέρα υπάρχει μια μεγάλη σειρά απομελέτες, οι οποίες ασχολήθηκαν ακριβώς με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Θα πω πολύ χαρακτηριστικά εδώ τον Άρλαντ Χουλτγκρέν και τον Κέρτχατ Βος. Ο Χουλτγκρέν τόνισε πολύ την έννοια της απολυτρωτικής χριστολογίας, δηλαδή μιας χριστολογίας η οποία έχει να κάνει με την έννοια της σωτηρίας. Και στη συνέχεια και ο Βος επίσης ασκηκριτικεί στον Κόντσελμαν και κυρίως ασχολείται, βλέπει το θέμα του Καταλουκάν Ευαγγελίου από τη δογματική του πλευρά. Ο Τζόελ Γκρίν είναι επίσης ένας από αυτούς οι οποίοι τόνισαν ακριβώς αυτό τον σωτηριώδη ρόλο, το απολυτρωτικό χαρακτήρα που έχει παρουσία του Ιησού στον κόσμο και συνέδεσε τον Ιησού με την προφητεία του Ισαία για τον δούλο του Ιαχβέ. Ο Φρίντες Σούτς κι αυτός κινήθηκε στο ίδιο μήκος κλίματος και τόνισε κυρίως το πάθος. Ο Λάμπε αργότερα είπε ότι ουσιαστικά ο Ιησούς προβάλλεται μέσα στο κείμενο του Καταλουκάν Ευαγγελίου για να λειτουργήσει ως παράδειγμα για την υπόλοιπη κοινότητα και ότι ο Λουκάς μέσα από το Καταλουκάν και τις πράξεις προσπαθεί να τονίσει ακριβώς τη στενή σχέση που πρέπει να αναπτυχθεί ανάμεσα στους πιστούς και τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, οι οποίοι επιτυχάνεται με δύο τρόπους. Πρώτον μέσω του Αγίου Πνεύματος, το οποίο είναι παρόμεσα στην Εκκλησία και δεύτερον μέσα από την επίκληση του ίδιου του ονόματος του Ιησού. Λίγο πέρα, μια σειρά από ερευνητές προσπάθησαν να εντοπίσουν μέσα στο Καταλουκάν Ευαγγέλιο κάποιες βασικές εκφράσεις, κάποιους βασικούς τίτλους για τον Ιησού Χριστό, οι οποίες θεωρούν ότι είναι το κύριο, θα λέγαμε, ο σκυρός πυρήνας της Χριστολογίας του Λουκά. Π.χ. ο Δέβιτ Μουσνερ παραλίζει τον Ιησού με τον Μωυσή και λέει ότι ακριβώς αυτό κάνει ο Λουκάς, τονίζει ότι είναι ο Μωυσής. Ο Ιησούς, ο οποίος είναι ο απεσταρμένος δηλαδή του Θεού, ο οποίος θα φέρει μια καινούργια διαθήκη με τον λαό του Θεού και θα φέρει τη σωτηρία. Ο Φέλιξ Γιλς μίλησε περισσότερο για τον προφητικό ρόλο του Ιησού και τον ίδιο ρόλο τονίζει και ο Ιωάννης Παναγόπουλος, ο δικός μας και νεοτιχτικός λόγος για αυτό το θέμα. Ο Ιαλ Έλης τόνισε ότι το βασικό στοιχείο στον καταλουκάν Ευαγγέλιο είναι η μεσιανικότητα του Ιησού και ο Λύνη για παράδειγμα επίσης μίλησε για την αισχατολογική διάσταση του προσώπου του Ιησού και στη συνέχεια υπάρχουν και μια σειρά απομελέτες οι οποίες ασχολήθηκαν κυρίως με το πρόσωπο του Ιησού ως θα λέγαμε του Κυρίου της ιστορίας και του κόσμου. Ανάμεσά τους πολύ σημαντικές είναι του Ερικ Φράκλινγκ και του Κέιβιν Γρόε, οι οποίοι λένε ότι ακριβώς όλα τα υπόλοιπα χριστολογικά θέματα είναι δευτερεύοντα μέσα στον καταλουκάν Ευαγγέλιο, αλλά αυτό που είναι σημαντικό είναι ακριβώς ότι ο Ιησούς είναι ο Κύριος, είναι ο Θεός, είναι μάλλον ο Μεσσίας, αλλά είναι και ο Κύριος και ο Θεός και υπάρχει και μια εκπλήρωση στον πρόσωπό του όλων των προφητείων της Παλαιάς Διαθήκης. Δηλαδή, ουσιαστικά αυτό που αναδεικνύει το Ευαγγέλιο, σύμφωνο με αυτούς τους δύο ερευνητές, είναι ότι ο όρος Κύριος, η ιδέα ότι ο Ιησούς είναι Κύριος, λειτουργεί με έναν τρόπο τέτοιο, ώστε να συνδέει όλες τις αφηγήσεις μέσα στον καταλουκάν Ευαγγέλιο, τις επεξεργάζεται έτσι ο συγγραφέας, ώστε μέσα από την κάθε μια και όλες μαζί να δεικνύεται αυτή η θέση. Μια πολύ σημαντική μελέτη είναι του Δάρελ Μποκ, ο οποίος ακριβώς συνεχίζοντας τη σκέψη, ακριβώς των προηγούμενων που είπα, ότι ο Λουκάς νετονίζει κυρίως ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και ότι ο Ιησούς εκπληρώνει μάλλον στο πρόσωπο του Ιησού όλες οι υποσχέσεις του Θεού για τον Μεσσία, ο Δάρελ Μποκ έρχεται τώρα να δει ακριβώς αυτή τη σχέση με την Παλαιά Διαθήκη και υποστρίζει λοιπόν ότι η Παλαιά Διαθήκη είναι το καλύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να καταλάβουμε τον τρόπο τον οποίο περιγράφεται ο Ιησούς στον καταλουκάν Ευαγγέλιο. Αλλά δεν δέχεται ότι η σχέση Παλαιάς και Ευαγγελίου είναι η σχέση απόδειξης μέσα από την Προφητεία. Αυτό που παραδείγματος χάρη βρίσκουμε σε άλλα κείμενα της Καινής Διαθήκης ή το υποστήριξε για παράδειγμα ένας ερευνητής, προσχολήθηκε ιδιαίτερα με τον Λουκά ο Μάρτιν Ρέζε. Ο Λουκάς δεν χρησιμοποιεί την προφητεία της Παλαιάς Διαθήκης για να αποδείξει τι είναι ο Ιησούς Χριστός, αλλά ο Βοκ υποστηρίζει ότι αυτό που κάνει ο Λουκάς είναι κήρυγμα μέσω της προφητείας και της προτύπωσης. Δηλαδή ο Λουκάς βλέπει τον Ιησού και το έργο του να προτυπώνεται και να το προφητεύουν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και αυτό το χρησιμοποιεί ως τυχείο στο κήρυγμά του για τον πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Όχι για να αποδείξει, πάτε εκεί για να δείτε ότι πραγματικά είναι ο Ιησούς Χριστός, αλλά για να εξηγήσει τι είναι ο Ιησούς Χριστός και για να μπορέσει να μεταφέρει καλύτερα το μήνυμά του. Ουσιαστικά για τον Βοκ ο Ιησούς παρουσιάζεται μέσα στον Κατολουκάν Ευαγγέλιο ως ο δούλος του Θεού, που είναι βασιλικής καταγωγής φυσικά, και ο οποίος έχει έναν μησιανικό ρόλο μέσα στον κόσμο και μια σωτριολογική δράση. Αυτό που παρατηρούμε γενικά στην έρευνα για τη Χριστολογία του Κατολουκάν Ευαγγέλιου, είναι ότι ενώ στα προημότερα στάδια της έρευνας έχουμε μια προτίμηση σε περισσότερο αναλυτικές και διαχρονικές προσεγγίσεις, όσο πλησιάζουμε στα τελευταία χρόνια της έρευνας, βλέπουμε περισσότερο διακειμένικές ή συγχρονικές αναγνώσεις του Κατολουκάν Ευαγγέλιου. Αυτό που είπα και πριν, ότι σιγά σιγά εγκαταλείπεται η διαχρονική ανάλυση και εκεί πορεβόμαστε προς την συγχρονική ανάλυση του κειμένου. Και αυτό που συνήθως τίθεται πλέον σε ερώτημα από πολλούς, είναι κατά πρόσωπο έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι υπάρχει μία συγκεκριμένη έννοια, η οποία είναι το κεντρικό θέμα του Κατολουκάν Ευαγγέλιου, να το απομονώσουμε δηλαδή αυτό το θέμα, και να δούμε κατά πόσο αυτή λειτουργεί μέσα στο Ευαγγέλιο. Αυτό που σήμερα τονίζεται, το τονίζει κυρίως ο Ντάγκλας Μπακβόλτερ, ο οποίος λέει ακριβώς ότι αδικούμε τον Λουκά, αν περιοριστούν μόνο σε έναν χριστολογικό τίτλο ή μόνο σε μία χριστολογική ιδέα, γιατί ο Λουκάς έχει ένα ευρύτατο φάσμα θριστολογικών ιδεών και θεμάτων, τα οποία είναι γνωστά και στο ακροατήριο. Τα έχουν δηλαδή υπόψη τους εκείνοι, και επομένως έχοντας αυτά υπόψη μπορούν να τον κατανοήσουν. Αυτό λοιπόν που προκύπτει από τη συζήτηση για την έρευνα, όσον αφορά το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, είναι ότι ουσιαστικά ανέδειξε μία σειρά από προβλήματα και μία σειρά θα λέγαμε από σκέψεις και από προβληματισμούς. Το πρώτο που μας έδειξε αυτή η μελέτη της έρευνας, είναι καταρχάς αυτή η πολυμορφία του χριστολογικού υλικού που υπάρχει μέσα στο Καταλουκάν Ευαγγέλιο. Υπάρχει ένα πολύ πλούσιο υλικό, το οποίο δεν είναι μία μόνο ιδέα, είναι πάρα πολλές ιδέες. Υπάρχει μία πολυμορφία, μία επικοιλία. Το δεύτερο που έθεσε ο ζήτημα η έρευνα, είναι από πού προέρχεται αυτό το υλικό. Και είπαμε ότι η διαχρονική ανάλυση ξεκινά από διάφορες θέσεις. Σήμερα στην έρευνα δεχόμαστε ότι ο Λουκάς έχει ως πηγή του το μάρκο και την πηγή των λογίων, αλλά έχει και ένα δικό του ιδιαίτερο υλικό, το οποίο έχει στη διάθεσή του. Και από εκεί και πέρα στις περισσότερες συγχρονικές αναλύσεις και αναγνώσεις, προστίθεται ως πηγή και η Παλαιά Διαθήκη. Και επίσης, ένα άλλο θέμα που τεύθει στην έρευνα, είναι το αν υπάρχει ένα μοτίβο, ένα θέμα, ένας τίτλος, το οποίο να λειτουργεί ως κρύκος που ενώνει όλη αυτήν την πολυμορφία του υλικού. Δηλαδή, αν υπάρχει κάτι το οποίο θα λέγαμε σαν την κλωστή με την οποία περνάνε οι χάνδρες ενός κοσμίματος και ενώνονται μεταξύ τους, αν υπάρχει αυτή η έννοια, η οποία να ενώνει όλες τις υπόλοιπες. Ένα άλλο θέμα βέβαια που τεύθει είναι κατά πόσο έχουμε την ίδια εικόνα για τον Ιησού Χριστό στο κατά Λουκά και στις πράξεις, αυτό που είπαμε πριν, έχει δει και ο Κόντσελμαν όταν λέει ότι ο Ιησούς πλέον πάβει να είναι παρόνος στη ζωή της Εκκλησίας, το οποίο περιγράφει το βιβλίο των πράξεων. Και φυσικά το ερώτημα γιατί τελικά ο Λουκάς επιλέγει όλη αυτή την πολυμορφία, γιατί τελικά παρουσιάζει με τον τρόπο που παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό. Αυτά λοιπόν είναι τα βασικότερα θέματα τα οποία λίγο πολύ τέθηκαν στην έρευνα. Αυτό λοιπόν που μας ενδιαφέρει πάρα πολύ, είναι καταπρώτο να δούμε αυτή την πολυμορφία. Πολύ εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει αυτή την πολυμορφία, το ότι δηλαδή έχουμε ένα διαφορετικό, ένα ποικίλο υλικό, το οποίο συνδέεται με τον ή τον άλλο τρόπο μεταξύ του, έτσι ώστε να αποτελέσει μία ενότητα. Το βρίσκουμε κυρίως στα πρώτα κεφάλαια του Καταλουκάν Ευαγγελίου, τα οποία είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα, αλλά το βρίσκουμε και στο κήρυμα του Ιησού στη Ναζαρέτη. Είπα και πριν ότι ένα θέμα που απασχόλησε την έρευνα είναι το θέμα των πηγών. Κατά πόσο δηλαδή τι είναι οι πηγές του, από πού παίρνει τις ιδέες του Λουκάς, από πού δανείζεται όλους αυτούς τους χριστολογικούς τίτλους, οι οποίοι είναι παρόμενες μέσα στο κείμενό μας. Ένα χαρακτηστικό παράδειγμα είναι η σχέση του Λουκά με τον Μάρκο. Είπα και πριν ότι μια βασική πηγή του Λουκά είναι ο Μάρκος. Ο Λουκάς λοιπόν αντιγράφει όλα τα χωρεία από το Καταμάρκων Ευαγγελίου, τα οποία για παράδειγμα περιέχουν τον όρο ιός του ανθρώπου. Ξέρω ένας βασικός χριστολογικός τίτλος της Αρχαίας Εκκλησίας, που σήμερα λέμε ότι κι ο ίδιος ο Ιησούς τον χρησιμοποίησε για τον εαυτό του. Χρησιμοποιεί λοιπόν τον όρο αυτόν όπου τον βρει από τον Μάρκο. Όποια χωρεία του Μάρκου έχουν αυτόν τον όρο, τον κρατάει, δεν τον αλλάζει. Το χρησιμοποιεί επίσης σε συνάφιες τις οποίες μοιράζεται και με τον Ματθαίο, ακόμα και σε περιπτώσεις που ο Ματθαίος εκεί δεν χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο. Υπάρχουν και περιπτώσεις που θα βρούμε τον όρο μόνο στον κατάλογκάνε Ευαγγέλιο και όχι πουθενάλλου, αλλά σε αυτήν την περίπτωση έχουμε το γενικότερο πρόβλημα που έχουμε όταν συζητάμε για το ιδιαίτερο υλικό του Λουκά. Δεν ξέρουμε αν είναι κάτι το οποίο το πήρε από την παράδοσή του ή το προσθέτει ο ίδιος. Σε κάθε αμμούς περίπτωση ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο αξιοποιεί την αρχαιότερη παράδοση για τον ιό του ανθρώπου. Και φυσικά ο Λουκάς ακολουθεί και την προηγούμενη παράδοση όσον αφορά το τι είναι, πώς χρησιμοποιείται αυτός ο όρος. Δηλαδή τον βρίσκουμε τον όρο να χρησιμοποιείται μόνο από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό και από κανέναν άλλο για τον Ιησού Χριστό και τον χρησιμοποιεί μόνο μέχρι το Πάθος και το Σταυρό. Από την Ανάσταση και μετά δεν βρίσκουμε τον όρο ιός του ανθρώπου μέσα στο κείμενο του Λουκά. Και επιπλέον θα λέγαμε το ιδιαίτερο στοιχείο του Λουκά στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι ο Ιησούς ως ιός του ανθρώπου συνδέεται με την ιδέα της προσευχής και της πίστης. Λέει ας πούμε άρα όταν θα έρθει ο ιός του ανθρώπου θα βρει την πίστη ανάμεσα στους ανθρώπους. Και συνδέεται με την δευτέρα παρουσία σαφώς όπως και στο Μάρκο και επιπλέον συνδέεται με τη δύναμη που έχει ο Ιησούς Χριστός. Ένας άλλος πολύ σημαντικός όρος είναι ο όρος ιός του Θεού, τον οποίο κι αυτόν τον υιοθετεί ο Λουκάς και τον χρησιμοποιεί. Και εδώ θα δούμε πάλι την ίδια τακτική. Ο Λουκάς χρησιμοποιεί τις πηγές του αλλά παρεμβαίνει δημιουργικά πολλές φορές προσθέτοντας στοιχεία σε αυτό το παραδοσιακό υλικό. Έτσι βλέπουμε ότι στο Λουκά ο Ιησούς ως Υιός του Θεού εμφανίζεται στις υπερικοπές στις οποίες δανείζεται ο Λουκάς από τον Μάρκο αλλά και στο δικό του υλικό, δηλαδή το βλέπουμε παντού αυτό το στοιχείο. Και ένα καλό παράδειγμα είναι όπως είπα και πριν, γιατί εδώ βλέπουμε ακριβώς στα πρώτα υπακεφάλαια ιδιαίτερα αυτή την συγκέντρωση χριστολογικών όρων, ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι στο Καταλουκάν Ευαγγέλιο στο πρώτο κεφάλαιο, η στίχη 1, 32 έως 35. Εδώ έχουμε το εξής και πολύ ενδιαφέρον, ότι βρίσκουμε δίπλα-δίπλα να παρατήθενται διαφορετικοί χριστολογικοί τίτλοι και διαφορετικές χριστολογικά μοτίβα και θέματα. Και για να βοηθήσω, το κομμάτι αυτό είναι από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Λέει λοιπόν εκεί ο Άγγελος, εστι Μαρία, μιλώντας για τον Ιησού Χριστό, «Ούτος, έστε Μέγας, και υιός υψής του κληθήσετε. Και δώσει αυτό ο Κύριος ο Θεός, των θρόνων Δαβίδ του Πατρός αυτού». Εδώ έχουμε τρεις βασικούς όρους. Μέγας, υιός του υψής του, δηλαδή υιός του Θεού, και απογόνος του Δαβίδα. Είναι βασική χριστολογική τίτλη. Και συνεχίζει στο στίχο 33 «και βασιλεύσει επί τον Νίκον Ιακώβης του σεώνας και της βασιλείας αυτού κέστε τέλος». Εδώ μπαίνει πάλι η Άγια της βασιλείας της δαβιδικής και μεσιανικής ιδιότητας του Ιησού. Και φυσικά μετά υπάρχει συζήτηση της Μαρίας με τον Άγγελο, πώς θα γίνει αυτό. Ο Άγγελος της λέει ότι θα γίνει αυτό με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Λέει «Πνεύμα Άγιον επελεύσετε επί σε και δύναμης υψής του επισκιάσεση, βιώ και το αιγενόμενον Άγιον κληθήσετε υιός Θεού». Επόμενος χριστολογικός τίτλος, υιός του Θεού. Μέγας, υιός του υψής του, απόγονος του Δαβίδ, βασιλιάς Μεσσίας και υιός του Θεού. Βλέπουμε λοιπόν πώς ο Λουκάς παίρνει όλους αυτούς τους τίτλους, συνδυάζει διαφορετικά στοιχεία της παράδοσης και οδηγεί ουσιαστικά όλα αυτά που λέει ο Άγγελος στην κορύφωση. Πραγματικά αποκαλύπτει ότι δεν είναι απλά απόγονος του Δαβίδ, δεν είναι απλά υιός του υψής του με την έννοια που ήταν ο βασιλιάς, γιατί ως το υψής του πολλές φορές στην Μαλάδια Αθήκη ονομάζεται ο βασιλιάς του Ισραήλ. Δεν είναι απλά κάποιος που θα βασιλεύσει, είναι ο υιός του Θεού. Βλέπουμε δηλαδή πόσο ο Λουκάς παίρνει όλους αυτούς τους τίτλους, τους βάζει πολύ αριστοτεχνικά μέσα στην αφήγησή του και οδηγεί την αφήγησή του στην κορύφωση και στην αποκάλυψη ακριβώς που γίνεται, στο τελευταίο ακριβώς φράση των στίχων που σας διάβασα. Αυτό λοιπόν θεωρούμε μια πρωτότυπη ιδέα. Μια ιδέα πρωτότυπη γενικά στον χριστιανισμό. Ο Λουκάς ουσιαστικά όμως εδώ βρίσκεται σε συμφωνία με όλη την υπόλοιπη παράδοση, γιατί παρόμοιες τάσεις βρίσκουμε και σε άλλα κείμενα της Καινής Διαθήκης, όπως το Ρωμαίου 1.3.4 ή στο 1.11 του Μάρκου, όπου ο Ιησούς χαρακτηρίζεται από τον Θεό στη βάπτιση ως ο Υιός του Θεού κτλ. Αυτή η τάση που έχει ο Λουκάς να συγκεντρώνει διαφορετικά χριστολογικά μοτίβα μέσα στην ίδια συνάφεια, φαίνεται και στον τρόπο που χρησιμοποιεί τον όρο κύριος πολλές φορές, γιατί είπαμε ότι ο όρος κύριος αποτέλεσε ένα ιδιαίτερο θέμα μέσα στην έρευνα, σύγχρονη έρευνα. Να ακρίβει ο όρος απαντάει 104 φορές μέσα στο Ευαγγέλιο και 107 μέσα στις πράξεις. Δεν είναι ιδιαίτερα αγάπητος τίτλος που χρησιμοποιείται για τον Ιησού, ενώ αντίθετα θα δούμε στα άλλα Ευαγγέλια δεν χρησιμοποιείται τόσο τακτικά ο όρος κύριος. Λοιπόν είναι μια όντως προτίμηση θα λέγαμε θεολογική του Λουκά. Στο Λουκά όμως, και αυτό δεν ενδιαφέρον, ο όρος δεν χαρακτηρίζει μόνο τον Ιησού, αλλά μπορεί να χαρακτηρίζει και τον ίδιο τον Θεό. Μπορεί να έχει και μια κοσμική σημασία, να χαρακτηρίζει έναν αφέντη θα λέγαμε, έναν κύριο όπως το χρησιμοποιούμε σήμερα. Και αυτό που λέει σήμερα η έρευνα είναι ότι ο Λουκάς γνωρίζει τον όρο από το χριστιανικό κύριμα, έτσι από την παράδοσή του και ότι γενικά ο Λουκάς αποφεύγει να παρουσιάζει τον Ιησού, να τον ονομάζουν κύριο οι άνθρωποι πριν την Ανάστασή του. Ως κύριο δηλαδή περισσότερο ο Λουκάς τον ονομάζει μετά την Ανάσταση. Υπάρχει όμως μια ενδιαφέρουσα εξαίρεση και αυτή η ενδιαφέρουσα εξαίρεση είναι στα πρώτα κεφάλαια του Καταλουκάνου. Θα πρέπει να πω εδώ ότι τα πρώτα δύο κεφάλαια του Καταλουκάνου Βακελείου, ή μάλλον γενικά μέχρι και το τέσσερα, τα οποία έχουν ένα προγραμματικό χαρακτήρα. Διαβάζοντας δηλαδή αυτά τα κεφάλαια θα δούμε στοιχεία τα οποία θα δούμε συνέχεια να τα αναπτύσσει ο Λουκάς σε όλη τη διάρκεια του κειμένου. Έτσι λοιπόν, στο 1.43 η Ελισάβετ, η οποία ήταν συγγενής της Μαρίας και η οποία έχει μείνει κι εκείνη έγκυος και περιμένει να γεννήσει τον Ιωάννη τον Βακτιστή, υποδέχεται τη Μαρία στο σπίτι της. Είναι και οι δυο έγκυες, περιμένουν και οι δυο παιδιά ξεχωριστά και όταν πλησιάζει η Μαρία το βρέφος στην κοιλιά της Ελισάβετ λέει, αφήγεσαι και σκίρτησε. Και η Ελισάβετ ουσιαστικά προσφωνεί την Μαρία εκείνη την ώρα έχοντας βιώσει αυτό το πράγμα και της λέει και πόθεν μη τούτο ή να έλθει η μήτυρ του Κυρίου μου πρός με και πώς είναι γι' αυτό να έλθει η μητέρα του Κυρίου μου. Αυτό το κύριος δεν είναι ο θεός της Παλαιάς Διαθήκης, εφόσον η Μαρία είναι η μητέρα του, αλλά είναι ο Ιησούς Χριστός. Ταυτόχρονα, όμως, μέσα στο Ευαγγέλιο, κατά Λουκάν, ο όρος κύριος χρησιμοποιείται για τον Γιαχβέ, για τον θεό της Παλαιάς Διαθήκης. Με αυτόν τον τρόπο ο Λουκάς κάνει κάτι πάρα πολύ έξυπνο και πολύ έμεσο. Ταυτίζει τον θεό της Παλαιάς Διαθήκης με τον Ιησού Χριστό. Λέει, δηλαδή, με ένα πάρα πολύ έξυπνο τρόπο, ότι ο Ιησούς είναι και ο Ιησούς της Παλαιάς Διαθήκης. Βρίσκεται στην ίδια ιδέα, είναι ο ίδιος ο Θεός. Ας σκεφτούμε ακριβώς και ό,τι είπε πριν ο Γαβριήλ στη Μαρία. Δηλαδή, βλέπουμε ότι χρησιμοποιείται ακριβώς η ίδια ιδέα. Επίσης, αν πάει κανείς και δει λίγο στο στίχο 78, όπου ο Ζαχαρίας μιλάει για το παιδί του, το οποίο είναι νεογέννητο, και θυμάστε ότι ο Ζαχαρίας είναι εκείνος ο οποίος δέχεται την επαγγελία του Γαβριήλ, αλλά δεν την πιστεύει και για αυτό που του λέει, δεν θα μπορείς να μιλήσεις μέχρι να γεννηθεί το παιδί σου. Όταν γεννιέται λοιπόν το παιδί και ο Ζαχαρίας λέει ποιο θα είναι το όνομα και λέει ότι θα είναι Ιωάννης, τότε πραγματικά μπορεί ξανά να μιλήσει και ξεσπάει σε έναν ύμνο στο οποίο ύμνο μιλάει για το παιδί του. Και λέει συγκεκριμένα ότι το παιδί του θα ονομαστεί προφήτης υψής του και ότι θα προπορευθεί του κυρίου για να ετοιμάσει την οδό του. Και ξέρουμε ότι αυτό το χωρίο εδώ που χρησιμοποιεί ο Ζαχαρίας είναι ένα χωρίο που έρχεται από την Παλαιά Διαθήκη από το Μαλαχία, όπου στο Μαλαχία αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να μιλήσει για τον Θεό για Χβέτσι, για τον Θεό του Ισραήλ. Και τι κάνει τώρα ο Λουκάς εδώ πέρα με αυτόν τον τρόπο. Οι αναγνώστες του Ευαγγελίου ξέρουν ότι ο Ζαχαρίας όταν μιλάει εδώ και λέει ότι θα προπορευθεί του κυρίου μου, εννοεί δηλαδή ότι ο Ιωάννης θα είναι ο προάγγελος και ο πρόδρομος του Ιησού Χριστού. Ξέρουμε όμως ότι στην Παλαιά Διαθήκη αυτή η προφητεία αφορά στο ίδιο το πρόσωπο του Θεού. Άρα κάνοντας θα λέγαμε μια εξίσωση λογική μπορούν να κάνουν τη σύνδεση του Ιησού με το Θεό του Ισραήλ. Βλέπετε ο Λουκάς έχει μια πάρα πολύ θα λέγαμε σύνθετη αλλά πάρα πολύ λογική σκέψη με την οποία κατορθώνει να δείξει στοιχεία της ταυτότητας του Ιησού. Και με αυτόν τον τρόπο ο Λουκάς ουσιαστικά τι κάνει, ουσιαστικά αποδίδει τον όρο κύριος, που είναι ο όρος που υπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη για τον Θεό του Ιησραήλ, τον αποδίδει στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Και κάνει αυτή λοιπόν τη σύνδεση. Και μάλιστα έχει και ένα άλλο χαρακτηστικό ο Λουκάς, ότι αυτό το κάνει σταδιακά μέσα στην αφήγησή του. Ο Λουκάς θα δούμε έρχεται και επανέρχεται σε κάποια θέματα και τα διηγείται και φαίνεται δεν τα επαναλαμβάνει, αλλά δεν τα επαναλαμβάνει ακριβώς, κάθε φορά που τα επαναλαμβάνει προσθέτει κάτι καινούριο. Θα λέγαμε στην εξίσωση. Με αποτέλεσμα κάθε φορά να προκάνεις και ένα περαιτέρω βήμα στην αναγνώριση και στην κατανόηση του Ιησού Χριστού. Και αυτό είναι ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο. Ένα παράδειγμα είναι για παράδειγμα το Λουκάς 1,16-37, 1,32-35 και 1,76 που βλέπουμε κάθε φορά ότι υπάρχει κάτι καινούριο. Στο πρώτο κείμενο τονίζεται ότι ο Ιωάννης ο βαπτιστής θα έχει τη δύναμη του ηλία, ότι θα προπορευθεί του Κυρίου και ότι θα καλέσει τον λαό σε επιστροφή. Στο δεύτερο κείμενο ο Λουκάς ουσιαστικά μιλάει για το πνεύμα και τη δύναμη για τα οποία μίλησε και πιο πριν σε σχέση με τον Ιωάννη τον βαπτιστή, αλλά τώρα θα τα συνδέσει με τον πρόσωπο του Ιησού. Αυτά τα δύο. Και μάλιστα με τον Ιησού ο οποίος είναι Υιός του Υψίστου. Εδώ τι κάνει ουσιαστικά. Ουσιαστικά μέσα συγκρίνει τον Ιωάννη με τον Ιησού. Δηλαδή από τη μία μεριά λέει ότι ο Ιωάννης θα έρθει και θα προπορευθεί του Κυρίου και εν πνεύματι και δυνάμι ηλίου θα κηρύξει. Από την άλλη μοσμεριά λέει ότι ο Ιησούς είναι αυτός ο Κύριος και ο Υψίστος για τον οποίο θα μιλήσει ο Ιωάννης. Επομένως εδώ βλέπουμε ότι αμέσως γίνεται μία διαφοροποιήση και ουσιαστικά αναδεικνύει τον Ιησούς ανώτερος. Γι' αυτό θα δείτε ότι στα πρώτα κεφάλαια έχουμε ουσιαστικά δύο παράλληλες ιστορίες. Έχουμε δύο παράλληλους Ευαγγελισμούς, τον Ευαγγελισμό του Ζαχαρία για τη γέννηση του Ιωάννη, τον Ευαγγελισμό της Μαρίας για τη γέννηση του Ιησού. Δύο εγκυμοσύνες, αναμονές θα τα λέγαμε για τη γέννηση και δύο γεννήσεις, τη γέννηση του Ιησού και τη γέννηση του Ιωάννη και τη γέννηση του Ιησού. Και στις παράλληλες ιστορίες ο Λουκάς προσθέτει κάθε φορά διάφορα πολλά στοιχεία τα οποία οδηγούν σε μία σύγκριση των δύο προσώπων και αυτό βυσικά αντικατοτρίζει και μία μεγάλη συζήτηση που υπάρχει στον αρχαίο γονοχριστιανισμό για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, τη σχέση του με τον Ιηλία, κατά πόσο είναι ο προφήτης Ιλίας ο οποίος θα ξαναέρθει στον κόσμο γιατί αυτό είναι μια πίστη του αρχαίου Ιουδαϊσμού και ποια είναι και η σχέση του με τον Ιωάννη τον βαπτιστή. Γιατί γνωρίζουμε ότι ήδη στην αρχαία εκκλησία εσωματώθηκαν πολύ νωρίς μαθητές του Ιωάννη τον βαπτιστή και προφανώς υπάρχει μία συζήτηση ποιος σαν δάσκαλος είναι ανώτερος και ποιος είναι ο πρωματικός Μεσσίας και ποιος είναι ο ρόλος του καθενός του Ιησού δηλαδή και του Ιωάννη μέσα στην ιστορία. Ένα άλλο παράδειγμα που μπορούμε να πούμε όσον αφορά τον όρο κύριους είναι το παράδειγμα που έχουμε στο δεύτερο κεφάλαιο στο στίχο 19 με την περιγραφή της γέννησης του Ιησού και μάλιστα εκεί ο άγγελος απευθύνεται στους βουσκούς όπως θυμάστε και τους λέει «Ετέ χθυμήν σήμερο σωτήρ, Ὡς ἐστὶν Χριστὸς, Κύριος ἐν πόλιν Δαβίδ». Εδώ τώρα έχουμε ένα σωρό πάλι τίτλους το ένα δίπλα στον άλλο. Μόλις πρώτον είναι ο Ωροσωτήρας, ο δεύτερος είναι Χριστός που είναι ο Μεσσίας, ο τρίτος είναι ο Ωρος Κύριος και τέταρτος είναι η δαβιδική καταγωγή του παιδιού που γεννιέται. Και μάλιστα είναι η μόνη φορά που βρίσκουμε στο Ευαγγέλιο τον Ωρο Σωτήρ, στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο εδώ. Αν και ο Λουκάνς πολλές φορές χρησιμοποιεί την έννοια της σωτηρίας, ποτέ δεν λέει ευθέως, δεν χαρακτηρίζει τον Ιησού Σωτήρα εκτός από εδώ. Είναι το μοναδικό σημείο. Αλλά το πολύ ενδιαφέρον είναι εδώ το πώς ο Λουκάνς συνδυάζει διαφορετικούς χριστολογικούς τίτλους, τους βάζει το ένα δίπλα στον άλλο, έτσι ώστε να δώσει τη δυνατότητα στον αναγνώστο του ή στον ακροατή, όπως στα αρχαία χρόνια το Ευαγγέλιο ακουγόταν και όλος όχι μόνο διαβαζόταν, για να κάνει ακριβού στις απαραίτητες συνδέσεις με την Παλαιά Διαθήκη, με το παρόν του και να καταλήξει σε αυτά τα συμπεράσματα που θέλει ο Λουκάνς να καταλήξει όσον αφορά την ταυτότητα του Ιησού. Άρα λοιπόν μέσα από αυτά τα τρία παραδείγματα που φέραμε, Υιός του Ανθρώπου, Υιός του Θεού και Κύριος, φαίνεται από μια μεριά η επικοιλία στους όρους και στα θέματα που χρησιμοποιεί ο Λουκάνς και από την άλλη μεριά την ικανότητα που έχει να τα συνδυάζει και να τα εντάσσει μέσα στη γενικότερη του αφήγηση. Άρα τώρα το ερώτημα που τίθεται και αυτό είναι το δεύτερο θέμα του μαθήματος είναι, μπορούμε να πούμε ότι ο Λουκάνς με κάποιο τρόπο προσπαθεί να δημιουργήσει μια ενότητα στην αφήγησή του. Έχεται μια στρατηγική που το κάνει αυτό ή απλώς παίρνει διάφορα στοιχεία και τα βάζει στην αφήγησή του και τα αφήνει εκεί έτσι ώστε να τα διαβάσει ο κάθε αναγνώσεις και να βγάλει τα συμπεράσματα του. Υπάρχει μια τάση που εκπροσωπεί τα απορισμένους ερευνητές που λέει ότι ουσιαστικά ο Λουκάνς χρησιμοποιεί πάρα πολύ ανοργάνωτα το υλικό του, το απλώς παίρνει από διάφορα σημεία και το εντάσσει μέσα στην αφήγησή του, χωρίς ωστόσο να κάνει μια επεξεργασία ή μια θεολογική προσέγγιση, ουσιαστικά παίρνει διάφορες παραδόσεις, ένα συλλέκτης θα λέγαμε παραδόσεις, τις οποίες τις εντάσσει μέσα στην ιστορία του. Ουσιαστικά αυτό που λέγεται είναι ένα βασικό ερώτημα που έχει αποσχολήσει την ΕΡΝΑ, δεν είναι μια απλή συζήτηση. Από την άλλη μου σημεριά, αυτό που πρέπει καταρχάς να σημειώσουμε εδώ, στον αντίλογο θα λέγαμε αυτής της τοποθέτησης, είναι ότι να ζητάμε από τον Λουκά να έχει μια συστηματική χρησιτολογία, είναι εξαιρετικά αναχρονιστικό. Βγήκε στα μαθήματα σχετικά με τον Παύλο, η συγγραφή της Καινής Διαθήκης, δεν είναι συστηματική θεολόγη, δεν γράφουν εχειρίδια δογματικής, όπου χωρίζουν τα κεφάλαια και λένε τώρα θα μιλήσω για την Χριστολογία, τώρα θα μιλήσω για την Εκκλησιολογία, μετά για την Θεολογία και την Εσγατολογία και το καθεξής. Αυτό που κάνουν είναι ουσιαστικά να γράφουν κείμενα που απευθύνεται σε συγκεκριμένες κοινότητες, οι οποίοι προσπαθούν να διδάξουν, αξιοποιώντας ένα υλικό το οποίο έχουν στη διάθεσή τους. Αυτό που είδαμε άλλωστε για τον Λουκά είναι ότι ο Λουκάς πραγματικά αξιοποιεί αυτό το υλικό και το επεξαργάζεται, δεν το παίρνει απλώς και το χρησιμοποιεί έτσι εντελώς άκρητα και εντελώς απρόσεκτα. Άρα αυτό που πρέπει ουσιαστικά να διακρίνουμε, να ερωτήσουμε είναι αν έχει συνοχή αυτός ο τρόπος, η εικόνα που προκύπτει του Ιησού καταρχάς και δεύτερον αν ναι πως του πετυχαίνει αυτό. Τι είναι αυτό το οποίο ουσιαστικά βοηθάει στο να δημιουργηθεί αυτή η συνεκτικότητα. Είπαμε ότι παλαιότερα στην έρευνα έγινε προσπάθεια να βρούμε αυτό που λέμε το κεντρικό θέμα, το light motif όπως λέγεται γιατί ο όρος αντλείται από την γερμανική ευρωλογία. Αλλά αυτή η προηγούμενη συζήτηση είδαμε ότι ουσιαστικά είναι ένα αποτέλεσμα να απομονώνει ένα τίτλο και να γνωρίζει όλη αυτή την πικίλη. Άρα πρέπει να βρούμε κάποιο άλλο τρόπο προσέγγισης για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό το οποίο τέλος πάντων μας απασχολεί. Αυτό που πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι ότι δεν έχουμε συστηματική θεολογία αυτό που είπα και πριν, αλλά αυτό που έχουμε στα Ευαγγέλια είναι αυτό που λέμε αφηγηματική θεολογία. Δηλαδή ουσιαστικά ο Ευαγγελιστής, ο Εκάστου Ευαγγελιστής θεολογεί αφηγούμενος μία ιστορία. Λέει μία ιστορία και μέσα από την ιστορία ουσιαστικά ξεδιπλώνει η θεολογική του σκέψη. Και αυτό που πρέπει να ξέρουμε είναι ότι όταν αφηγείται αυτή η ιστορία που αφηγείται δεν είναι απλώς ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο βάζει τις ιδέες του, αλλά η ιστορία και ο τρόπος που δομείται η ιστορία και ο τρόπος που παρουσιάζεται η ιστορία καθορίζεται από αυτές τις ιδέες. Ο τρόπος δηλαδή που ο Λουκάς παρουσιάζει την ιστορία του, αφηγείται την ιστορία για τον Ιησού, ουσιαστικά επηρεάζεται από τον τρόπο που ο ίδιος κατανοεί και ερμηνεύει το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό να το έχουμε υπόψη μας, όταν μιλάμε για την αφηγηματική θεολογία τον Ευαγγέλιο. Επομένως, αυτό που λίγο θα προσπαθήσουμε να δούμε τώρα τσι πολύ σύντομα, είναι να δούμε πώς αυτή η ιστορία ξετυλίγεται μέσα στο Ευαγγέλιο. Πώς δηλαδή η αφήγηση αυτή επηρεάζεται από τις ιδέες της Χριστολογικής, την ερμηνεία του προσώπου του Ιησού Χριστού και πώς η ίδια μετά αποδίδει ακριβώς αυτές τις ιδέες. Αν δούμε τα πρώτα δύο κεφάλαια του Ευαγγελίου, τα οποία τα λέμε συνήθως την προϊστορία του Ιησού Χριστού, ουσιαστικά περιγράφουν τη σύλληψη του, τη γέννηση του και την παιδική του ηλικία. Είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό κομμάτι του Ευαγγελίου, γιατί ακριβώς εδώ έχουμε προγραμματικά και προληπτικά πάρα πολλές από τις ιδέες που θα δούμε μετά στην υπόλοιπη αφήγηση. Βασικά εδώ έχουμε τρεις κεντρικές χριστολογικές ιδέες, τις οποίες βρίσκουμε. Πρώτον, η θεϊκή καταγωγή του Ιησού, ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού. Δεύτερον, η βασιλική του καταγωγή. Και τρίτον, ο Μησιανικός του ρόλος. Τρεις πολύ βασικές ιδέες, τις οποίες θα τις δούμε ξανά να εμφανίζονται και στα υπόλοιπα τμήματα του Ευαγγελίου. Στο τελευταίο δε μέρος, αφού του πρώτου μέρους, θα δούμε τον Ιησού το δεκαετή στο ναό, όπου ο Ιησούς προκάλεται το θαυμασμό των Ιουδαίων, γιατί απαντά στα ερωτήματά τους και αποδεικνύει ότι έχει μία βαθιά γνώση. Και εδώ, εισάγεται μία άλλη ιδέα. Αυτή της σοφίας του Ιησού. Έτσι, της μεγάλης σοφίας και ότι είναι διδάσκαλος. Είναι διδάσκαλος, ήδη από παιδί, ο οποίος είναι απαράμυλης δεινότητας και βαθής στόχας της σοφίας. Επίσης, σε αυτό το κομμάτι, θα δούμε ότι ο Ιησούς ονομάζεται... Μάλλον, αυτά που βλέπουμε τώρα εδώ, και κυρίως αυτό που εμφανίζεται στο τέλος του κειμένου μας, στο τέλος της ενότητας, ότι ο Ιησούς είναι διδάσκαλος, θα το δούμε μετά να διατρέχει όλα τα υπόλοιπα τμήματα του Ευαγγελίου. Δηλαδή, ήδη στο πρώτο μέρος, μας προετοιμάζει για αυτό που θα δούμε να υπάρχει στα υπόλοιπα κείμενα. Και μάλιστα, θα δούμε ξανά τον Ιησού να εμφανίζεται στο ναό και να διδάσκει στο τέλος της ζωής του. Θα το δούμε εδώ να δάσκει και να θαυμάζουν όλοι και να λένε ένα παιδί σοφίας, και θα το δούμε και στη συνέχεια, στο τέλος της ζωής του, όπου όμως τώρα πλέον οι Ιουδαίοι και οι γραμματίες δεν θα τον θαυμάσουν, αλλά αντίθετα αυτό θα τους προκαλέσει να προφασίσουν να τον σκοτώσουν. Θα δούμε δηλαδή δύο διαμέτρου αντίθετες συμπεριφορές, απέναντι στον Ιησού, ο οποίος διδάσκει με εξουσία. Και στη συνέχεια, στο δεύτερο μέρος του Ευαγγέλιου, το οποίο δεύτερο μέρος είναι από το 3 και 6, βρίσκουμε και πάλι χριστολογικά μοτίβα τα οποία τα βρήκαν και στο πρώτο μέρος. Όμως χάρη, την δαβητική καταγωγή του Ιησού, το μεσιανικό του χαρακτήρα, ή τη θέση του μέσα στο σχέδιο της σωτηρίας. Και αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, πώς δηλαδή επανέρχονται τα μοτίβα του πρώτου μέρους στο δεύτερο μέρος. Και θα δούμε στο τέλος, το νέο στοιχείο που εμφανίζεται σε αυτό το δεύτερο μέρος είναι η γενναολογία του Ιησού από τον Αδάμ. Αυτό είναι καινούριο στοιχείο. Ο Λουκάς επανέρχεται στα προηγούμενα και όπως είπα και πριν. Ξαναλέει την αφήγηση και προσθέτει κάτι καινούριο. Αυτό είναι μια αθρηστική λογική που ακολουθεί, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να τον παρακολουθήσει μέσα στην αφήγησή του. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο Λουκάς διασώζει μια γενναολογία του Ιησού, τους φυσικούς προγόνους του Ιησού, αλλά διαφορετική από τη γενναολογία που μας δίνει ο Ματθαίος. Στο Ματθαίο ο Ιησούς γενναλογείται από τον Αδάμ. Που είναι ο προπάτερος των Ιουδαίων και τον ίσδη κυρίως η Δαβηδική του γενιά. Στον Λουκά ο Ιησούς γενναλογείται από τον Αδάμ. Γιατί? Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί ακριβώς ο Ιησούς φαίνεται ότι μάλλον εδώ αποτελεί το συνδετικό κρίκο με όλη την ανθρωπότητα. Και Ιησούς εδώ υπάρχει αυτή η ιδέα που υπάρχει στο Λουκά, ότι η ισοτηρία δεν αφορά μόνο τον Ισραήλ, αλλά αφορά όλη την ανθρωπότητα. Γι' αυτό επιλέγει ως αρχικό πρόγωνο του Ιησού, όχι τον Αβραάμ, ο οποίος μπορούσαν οι Ιουδαίοι να δικαιωματικά να πούν ότι είναι ο δικός τους πρόγωνος, αλλά διαλέγει τον Αδάμ που είναι ο πρόγωνος όλης της ανθρωπότητας. Και βέβαια, εντάξει, υπάρχει μια θεωρία ότι ίσως εδώ πίσω από αυτό υπάρχει η παύλια διδασκαλία για τον Ιησού ως τον νέο Αδάμ. Δεν είναι ξεκάθαρο εδώ, δηλαδή δεν το λέει ξεκάθαρο το κείμενο μας, αλλά δεν είναι και απίθανο. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι γενναλογεί από τον Αδάμ, ουσιαστικά δίνει μια οικουμενική διάσταση στην ανθρώπιση του Ιησού Χριστού. Και μετά, στην επόμενη ενότητα, από το τέταρτο κεφάλαιο έως και το ένατο, ο Βουλουκάς μας δίνει την δραστηριότητα του Ιησού στη Γαλιλαία. Εδώ τα μοτίβα τα χριστολογικά που βρίσκουμε είναι τα ίδια που είχαμε και στα προηγούμενα κεφάλαια, αλλά προσθένουμε τώρα και κάποια καινούργια. Για παράδειγμα, μια πολύ σημαντική περικοπή είναι το κήρυγμα του Ιησού στη Ναζαρέτη. Ο Λουκάς είναι ο μόνος που μας διασώζει τι είπε ο Ιησούς όταν κήρυξε στη Ναζαρέτη. Και μάλιστα, το ενδιαφέρον είναι ότι ο Λουκάς τοποθετεί το κήρυγμα της Ναζαρέτης στην αρχή της δράσης του Ιησού. Δηλαδή, ξεκινάει ο Ιησούς στη δράση του με αυτό το κήρυγμα, ενώ σ' άλλους Ευαγγελιστές το κήρυγμα αυτό τοποθετεί λίγο πιο μετά στην ιστορία του Ιησού. Και γι' αυτό θεωρούμε, επειδή ακριβώς ξέρουμε πώς λειτουργεί ο Λουκάς, ότι το κήρυγμα αυτό έχει προγραμματικό χαρακτήρα. Αυτά δηλαδή που λέει στο κήρυγμα αυτό, ουσιαστικά προαναγκαίνουν όσα θα δούμε στη συνέχεια του Ευαγγελίου. Και πραγματικά εδώ είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον ότι ο Ιησούς, καταρχάς, αυτό που κυριαρχεί είναι το μοτίβο του διδασκάλου, έτσι, του διδασκάλου ο οποίος διδάσκει με σοφία και με εξουσία, και αυτό το βρούμε και στα λεγόμενα σουμάρια, στις μικρές, δηλαδή, περιλήψεις που βάζει ο Λουκάς για να συνδέσει διαφορετικά γεγονότα, για να καλύψει ο Λουκάς ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στη διοίγησή του, αλλά το κάνουν και άλλοι Ευαγγελιστές, βάζει ένα σουμάριο, μια περιλήψη, μια περιληπτική αφήγηση του τι έκανε ο Ιησούς για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτόν τον τρόπο αφηγηματικά μας πάει στο επόμενο επίπεδο. Και ακριβώς το ενδιαφέρον στο κήρυγμα στην Αζαρέτ, είναι ότι ο Ιησούς κηρύττει με βάση δύο κείμενα από τον Ισαία, έτσι, που ουσιαστικά ο Ιησούς λέει ότι είναι αυτός ο οποίος, πένει το κήρυγμα που λέει ότι ο Κύριος με έχρησε και με έστειλε να αναγγείλω το χαρμόσυνο μήνυμα στους τοχούς, θα θεραπεύσω τους συμπρημένους ψυχικά, στους αχμαλότους να κηρύξω απελευθέρωση και στους τυφλούς, ότι θα βρουν το φως τους, να φέρω λευτεριά στους τσακισμένους, να αναγγείλω του καιρού τον ερχομό, που ο Κύριος θα φέρει τη σωτηρία στον λαό του. Και εδώ ουσιαστικά ο Ιησούς λέει στη συνέχεια ότι αυτή η προφητεία εφαρμόζεται στο πρόσωπό μου. Λέει δηλαδή ότι ουσιαστικά με αυτόν τον τρόπο ο Λουκάς και ο Ιησούς βέβαια δείχνει ακριβώς ότι ήδη στην Παλαιά Διαθήκη προαναγγέλεται ο ερχομός του Ιησού και ο ρόλος του και ουσιαστικά αυτός βρίσκει πλέον εκπλήρωση όλη αυτή η προφητεία και όλο αυτό το σχέδιο της σωτηρίας βρίσκε πλέον εκπλήρωση στο πρόσωπο του Ιησού. Και επειδή ακριβώς ξέρουμε ότι αυτό το κείμενο όταν γράφτηκε αρχικά στον Ισαία αφορούσε τον ίδιο τον προφήτη, τον προφήτη Ισαία, έτσι ότι εκεί ήταν στη συνάφη ότι ο Θεός τον στέλνει τον προφήτη να μεταφέρει το μήνυμα, αλλά ο Ιησούς παίρνει τώρα αυτό και το εφαρμόζει στον εαυτό του, ουσιαστικά με κάποιο τρόπο λέει ότι και ο ίδιος είναι προφήτης, φυσικά πολύ ανώτερος από όλους τους προφήτες όπως θα φανεί στη συνέχεια μέσα στο κατάλλουκαν, αλλά μια καινούργια χριστολογική ιδέα που μπαίνει εδώ σε αυτό το μέρος του Ευαγγελίου είναι η προφητική ιδιότητα του Ιησού, ότι ο Ιησούς είναι και προφήτης και μάλιστα πολύ συχνά ο Ιησούς από εδώ και πέρα στο Ευαγγέλιο θα συγκριθεί με τον Ηλία και τον Ελλησέο, που είναι οι δύο μεγάλοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και μάλιστα ο Ηλίας είναι και προφήτης του Νεσχάτου γιατί ακριβώς επειδή αναλύφθηκε και δεν πέθανε, υπήρχε η πίστη στον Ιουδαϊσμό ότι θα ξαναέρθει και ο Ιησούς ουσιαστικά εμφανίζεται ως ο προφήτης, που είναι ανώτερος βέβαια από τον προφήτη Ηλία, ανώτερος από τον προφήτη Ελλησέο και είναι αυτός ο οποίος διδάσκει με εξουσία και δύναμη. Και τα δύο αυτά στοιχεία είναι καινούργια στοιχεία, υπάρχουν βέβαια σαν ιδέα νωρίτερα, είπαμε παρουσιάζεται ο Ιησούς ως δάσκαλος με εξουσία και τα δύο αυτά στοιχεία τα βρίσκουμε ξανά εδώ και μάλιστα ουσιαστικά αυτή η δύναμη και εξουσία που έχει να κάνει με το ότι ο Ιησούς νικάτω σατανά μέσα από τα διάφορα θαύματα που κάνει είναι και δείγμα ακριβώς ότι έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου, έχει έρθει πλέον η εποχή της βασιλίας. Αυτό που μπαίνει τώρα στο τέλος αυτού του μέρους είναι το θέμα του πάθους και ο ρόλος δηλαδή του Ιησού ως του Χριστού του Θεού, ως του δούλου του Θεού, ο οποίος θα θυσιαστεί για χάρη όλου. Και μετά ακριβώς εκεί τελειώνει αυτό και έχουμε αυτή την ομολογία, αρχίζει από τον πέτρο κατ' αρχάς και υπάρχει και σαν ιδέα να πτήσει στη συνέχεια σε διάφορους περικοπές, αρχίζει η ενότητα από το τέλος του ενάτου κεφαλαίου έως και το δεκατρία κεφάλαιο, στίχο 21, όπου περιγράφεται το ταξίδι του Ιησού από τη Γαλιλαία προς την Ιερουσαλήν. Και εδώ βέβαια κυριαρχεί το θέμα του πάθους και ο ρόλος του Ιησού ως του Μεσσία ο οποίος θα πάθει. Κυριαρχεί επίσης η σχέση του Ιησού με τον πατέρα του και οπωσδήποτε η αυθεντία και η εξουσία του Ιησού. Είναι ενδιαφέρον ότι βλέπουμε στο τέλος κάθε ενότητας εμφανίζεται ένα καινούριο θέμα, το οποίο στη συνέχεια ο Λουκάς το επεξεργάζεται αμέσως στο επόμενο. Χρησιμοποιείται και όλα τα προηγούμενα, έρχεται το καινούριο το οποίο το επεξεργάζεται, το τέλος προσθέτει πάλι κάτι καινούριο και πάει λέγοντας. Η επόμενη ενότητα από το 13 κεφάλαιο 22 στίχος μέχρι και το 21 κεφάλαιο 38 περιγράφει ουσιαστικά τις τελευταίες μέρες του Ιησού στην Ιερουσαλή. Και εδώ βέβαια ο Λουκάς σε γενικές δαμές ακολουθεί την πηγή των λογίων, αλλά και το Μάρκο έχει όμως και αρκετό ιδιαίτερο δικό του υλικό. Εδώ ουσιαστικά και πάλι κυριαρχεί το πάθος και ο θάνατος του Ιησού. Και είναι ενδιαφέρον ότι ο Ιησούς στο Καταλουκάν Ευαγγέλιο, στο 23 κεφάλαιο που αναφέρεται η σταύρωση του Ιησού, υπάρχει πάντα ένας πολύ ενδιαφέρον χριστολογικός τίτλος. Ειδικότερα, στο στίχο λοιπόν 35, οι άρχοντες λέει του λαού που κάθονται κάτω προσφωνούν τον Ιησού ως Χριστό του Θεού, ως δηλαδή τον Μεσσία και τον εκλεγμένο του Θεού. Εδώ είναι μια πάρα πολύ έξυπνη παρέμβαση στο κείμενο, όπου ο Λουκάς παρουσιάζει τους διώκτες, αυτούς τους οι οποίοι τέλος πάντων περιφωνούν τον Ιησού, να ομολογούν το τι είναι ο Χριστός, το τι είναι ο Μεσσίας. Και επίσης, αυτός ο όρος Χριστός ουσιαστικά δεν έχει να κάνει μόνο με το σταυρό, αλλά έχει να κάνει και με τη δόξα του Μεσσία. Έτσι, είναι ο εκλεγμένος από απεσταλμένους του Θεού. Και αυτό προετοιμάζει για το επόμενο βήμα που είναι η Ανάσταση. Επομένως, ήδη μέσα στο πάθος, μέσα από αυτή την ομολογία, αλλά και με τη συζήτηση που έχει ο Ιησούς με το ληστή επάνω στο σταυρό, που λέει σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο και ο ληστής του λέει τιμήσουμε στην βασιλεία σου, ουσιαστικά, ήδη εδώ προαναγγέλλεται το βασικό θέμα στις επόμενες εμμόνες που είναι η Ανάσταση. Έτσι, πλήνοντας την ενότητα, ουσιαστικά βάζει το καινούριο θέμα ο Λουκάς και με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να πούμε ότι ο Λουκάς ενώνει και σταδιακά προσθέτει στην αφήγησή του καινούργια στοιχεία ώστε να δώσει στο τέλος μια ολοκληρωμένη εικόνα. Άρα, λοιπόν, αυτό που μπορούμε να πούμε, συνοψίζοντας και φτάνοντας σιγά-σιγά στο τέλος της συζήτησης μας, είναι ότι ο Λουκάς χρησιμοποιεί τα επιμέρους θέματα, όμως δεν μπορούμε να πούμε ότι ένα από αυτά κυριαρχεί παντού, γιατί είδαμε ότι υπάρχουν θέματα τα οποία έρχονται, προσθέτεται κάτι καινούριο, το οποίο το επιξεργάζεται στην επόμενη ενότητα, μετά κάτι καινούριο, μετά κάτι καινούριο. Επομένως, είναι ίσως αναγκαίο να δούμε αν υπάρχει κάποιος τρόπος με τον οποίο ο Λουκάς... Δηλαδή, αν δεν είναι τελικά ένα μοτίβο αυτό που χρησιμοποιεί, ή αν χρησιμοποιεί κάτι άλλο, κάποια άλλη στρατηγική για να ενώσει αυτά τα θέματα. Και είδαμε ότι μία είναι ο τρόπος που αφηγείται. Ότι έρχεται σε ένα θέμα και προσθέτει κάθε φορά κάτι καινούριο και πάει παραπέρα. Ωστόσο, και δείχνουν βασικές θεολογικές ιδέες μέσα στο καταλουκάνευαγγέλλιο, λειτουργούν όσες θα λέγαμε οι συνεκτικές γραμμές που ενώνουν όλες τις ιδέες. Η πρώτη είναι ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος. Γιατί θα δούμε ότι σε όλη την ιστορία, από την αρχή μέχρι το τέλος, το Άγιο Πνεύμα είναι παρόν. Είναι το Ευαγγέλιο που κατεξοχήν μιλάει για το Άγιο Πνεύμα και στην προϊστορία του Ιησού το Άγιο Πνεύμα θα έρθει, λέει, και θα σε επισκιάσει και έτσι θα γεννήσεις τον Υιώ του Υψίσπου. Το Πνεύμα είναι αυτό που στηρίζει τον Ιησού, ουσιαστικά τον βοηθάει να εκπληρώσει το έργο του και ακόμα και ο Ιωάννης όταν προφητεύει, το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό το οποίο λειτουργεί και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, επομένως είναι το πρώτο, γι' αυτό και μάλιστα πολλές φορές γίνεται λόγος για πνευματολογική χρηστολογία στο Λουκά, δηλαδή ότι υπάρχει ένας συνδυασμός του Πνεύματος και του όσων λέγονται για τον Ιησού Χριστό. Και ένα καλό παράδειγμα γι' αυτό είναι δύο χωροί από το Καταλουκάν Ευαγγέλιο. Το ένα είναι από το 12 κεφάλαιο, στοίχη 11-12 και το δεύτερο είναι από το κεφάλαιο 21, στοίχη 14-15. Λέει λοιπόν στο 12, 11-12, λέει ο Ιησούς στους μαθητές, «όταν δε εισφέρουσιν εμάς επί της αναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μην μνήσετε πως ή τι απολογίσετε ή τι είπητε». Το «Γαρ Άγιον Πνεύμα» διδάξει εμάς, εν αυτή τη ώρα, αδύπιν. Όταν πάτε λέει, μην εσάχω θύδι τι πρέπει να πείτε, το Άγιον Πνεύμα θα σας διδάξει τι πρέπει να κάνετε. Σε ένα αντίστοιχο χωρίο, στο 21 κεφάλαιο, ο Ιησούς πάλι λέει, «θέτε ούτε ουν εν τες καρδίες ημών μη προμελετάν απολογηθήνια». Μην τιμάς δηλαδή τις απολογίες σας, «εγώ γαρ δώσω ημήν στόμα και σοφία» ή «ου δινίσονται αντιστοίνε» ή «αντιπείν άπαντες οι αντικείμενοι ημήν». Εγώ θα σας δώσω, το Άγιο Πνεύμα, εγώ. Αλλά αυτό τι σημαίνει, ουδιασιαστικά μέσα στη σκέψη του Λουκά, αυτό τα δύο συνδέονται. Γιατί ακριβώς το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό, το οποίο συνοδεύει τον Ιησού Χριστό σε όλη τη διάρκεια της επίγειας δράσεως του. Κι επομένως αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Και το δεύτερο, πολύ σημαντικό που λειτουργεί ως μία τεχνική σύνδεσης όλων αυτών των επιμέρους μοτίβων και ιδεών, είναι αυτό που λέμε η χριστοκεντρική ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης μέσα στο τρίτο Ευαγγέλιο. Μπορεί να μην αναφέρει πάρα πολλά παλαιδευτικά χωρεία το καταλουκάν Ευαγγέλιο, έχει πάρα πολλές έμισης αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτό που λέμε διακειμενικές συνδέσεις με την Παλαιά Διαθήκη. Ουσιαστικά ο Λουκάς κατανοεί ότι η αποστολή του Ιησού είναι η απάντηση στις προσδοκίες των ανθρώπων της Παλαιάς Διαθήκης και η απάντηση σε όλες τις υποσχέσεις του Θεού που δόθηκαν μέσα στην ιστορία. Και τον βλέπουμε λοιπόν τον Ιησού πάρα πολύ συχνά ο ίδιος να τρέχει σε γραφές και να λέει ότι όλα γίνονται γιατί έτσι είπαν οι γραφές. Προϋποθέτει ότι οι γραφές μίλησαν για τον Ιησού και κάθε φορά, όπως είπα, σε κάθε καινούργια ενότητα προσθέτηκε κάτι καινούργιο προκειμένου ακριβώς να δείξει και αυτήν τη σύνδεση με την Παλαιά Διαθήκη. Και ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι αυτό που κάνει ο Λουκάς με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί. Ο Λουκάς προσδίδει στον Ιησού μέσα από τη γλώσσα που χρησιμοποιεί και από τις εκφράσεις χαρακτηριστικά προς όπον της Παλαιάς Διαθήκης. Είπαμε πριν ότι κάνει μια σύνδεση με τον Ελισέο και τον Ηλία, δεν την κάνει ευθαίως, την κάνει με αυτόν τον τρόπο. Ο Ιησούς κάνει κάποιες κινήσεις, λέει κάποια πράγματα τα οποία θυμίζουν τον Ηλία και τον Ελισέο. Όχι για να ταυτιστεί με τον Ηλία και τον Ελισέο, αλλά για να μπορέσουν να κάνουν μια σύγκριση και να το θεωρήσουν ως ανώτερο από τον Ηλία και τον Ελισέο. Και ένα χαρακτηστικό παράδειγμα είναι το θαύμα με τη θεραπεία του γιού της χείρας της Νάη. Και ένα άλλο στοιχείο που έχει ενδιαφέρον εδώ είναι ότι ο Λουκάς, ειδικά στα πρώτα κεφάλαια, μιμείται πάρα πολύ τη γλώσσα της Παλαιάς Διαθήκης, της Μετάφρασης των Εβδομήκων. Διαβάζοντας, νομίζει κανείς ότι διαβάζει Παλαιά Διαθήκη. Αυτό έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον. Γιατί αυτό μας οδηγεί στην αρχή της συζήτησής μας για το αν μπορούμε να μιλήσουμε γιατί στεγανά χωρισμένα κομμάτια της ιστορίας της σωτηρίας. Ο Κόντσαν Μανίπλτι αυτά είναι ξεχωριστά μεταξύ τους. Όμως, για παράδειγμα ο Λουκάς κάνει αυτήν την αναδρομή στην Παλαιά Διαθήκη και όχι μόνο κάνει αναδρομή. Μιμείται τη γλώσσα της Παλαιάς Διαθήκης. Θέλει να δείξει ακριβώς ότι βλέπει ότι η Παλαιά Διαθήκη ουσιαστικά εκβάλλει μέσα στην ιστορία του Ιησού Χριστού. Άρα δεν μπορούμε να πούμε ότι το ένα είναι ανεξάρτητο ή στεγανά χωρισμένα από το άλλο, αλλά είναι οργανικά συνδεδεμένα και κατά αντίστοιχο τρόπο το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός εμφανίζεται στις πράξεις αποτελεί το κέντρο του κηρύγματος της εκκλησίας, αποτελεί την εμπειρία της εκκλησίας, ουσιαστικά δημιουργεί ένα δεύτερο συνεκτικό κρίκο μεταξύ της εποχής του Ιησού και της εποχής της εκκλησίας. Επομένως θα ήταν πραγματικά άδικο να κάνουμε μια τέτοια πολύ στεγανή διάκριση της ιστορίας και μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον Κόντσελμαν ότι ο Ιησούς είναι το κέντρο της ιστορίας, όχι επειδή καταλαβαίνει την κεντρική ενότητα αυτής της ιστορίας, αλλά γιατί είναι εκείνος που δίνει νόημα και στις άλλες δύο εποχές. Και στην προηγούμενη γιατί αποτελεί την εκκληρωσία της και στην επόμενη γιατί ουσιαστικά είναι αυτός που του νοηματοδοτεί. |