Διάλεξη 12 / Διάλεξη 12 / Διάλεξη 12

Διάλεξη 12: Στα προηγούμενα μας μαθήματα είδαμε την έννοια της καταλλαγής και ως μία μοντέλα ως που μια θεολογική προσέγγιση στη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο και είχαμε δει μέσα από διάφορα δημοκρατικά κείμενα πως αυτό το θέμα της καταλλαγής αναφαίνεται και πως θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ίσως σε...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Τσαλαμπούνη Αικατερίνη (Επίκουρη Καθηγήτρια)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας / Οικολογική ερμηνεία και Καινή Διαθήκη
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2014
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=d5d9b279
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 12: Στα προηγούμενα μας μαθήματα είδαμε την έννοια της καταλλαγής και ως μία μοντέλα ως που μια θεολογική προσέγγιση στη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο και είχαμε δει μέσα από διάφορα δημοκρατικά κείμενα πως αυτό το θέμα της καταλλαγής αναφαίνεται και πως θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ίσως σε μία συζήτηση στην οποία αυτή η οικολογική ή αν θέλετε η περιβαλλοντική διάσταση του ανθρώπου και τις σχέσεις του με το περιβάλλον της περιβαλλοντικός σχέσης του ανθρώπου και περιβάλλοντος μπορούν να γίνουν σαφείς και αρκετές. Τώρα, στο καινούργιο μας μάθημα, σήμερα θα δούμε ένα άλλο κείμενο από τις πράξεις του Αποστόλου. Είναι ιδιαίτερο κείμενο, βέβαια, οι πράξεις του Αποστόλου προφανώς παρακαλούν και κάποια έκπληξη περιμένωστα μπορούσε κανείς μέσα σε αυτό να εντοπίσει κάποια στοιχεία που θα παρουσιάσουν να είναι οικονομικό έκπληκτο. Ωστόσο, και στις πράξεις υπάρχουν οτιμόν και υπάρχουν και θέματα τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε έναν οικονομικό διάλογο σε ένα πάρα πολύ υγόνιμο τρόπο. Έτσι λοιπόν, θα δούμε σήμερα από το κείμενο μας ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο, το έβλεμο κεφάλαιο από τις πράξεις του Αποστόλου και θα δούμε εκεί το ρόλο που διαδραματίζει η Γη και επίσης τη σχέση που αναφαίνεται μεταξύ της Γης και των ανθρώπων αλλά και τη σχέση που υπάρχει μεταξύ της Γης και του Θεού. Και τώρα θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας, τελώς εισαγωγικά, μιλώντας για τις πράξεις του Αποστόλου, πρώτον, ότι πρόκειται για ένα κείμενο το οποίο έχει πάρα πολλά στοιχεία που μας παραπέμουν στην Παλαιά Διαφήκη. Υπάρχουν μοτίβα, υπάρχουν ιδέες τις οποίες απαντούν και στην Παλαιά Διαφήκη και αυτό γιατί ακριβώς, αυτό έχει πηγάζει κυρίως από την αντίληψη του συγγραφέα του κουβιλίου ότι όσα συμβαίνουν και στη ζωή της Εκκλησίας αποτελούν συνέχεια και εκπλήρωση, ουσιαστικά, των προφητείων της Παλαιάς Διαφήκης. Δηλαδή ο συγγραφέας, όπως κάνει και στο καταλουκάν Ευαγγέλιο, έτσι και στις πράξεις του Αποστόλου, ιδιαίτερα στα πρώτα κεφάλαια, τονίζει ακριβώς αυτή τη συνέχεια που υπάρχει μεταξύ των δύο Διαφηκών, μεταξύ της εποχής της προφητείας και της αγαμονής του Μεσσία και του Μεσσία. Και τώρα βέβαια, στις πράξεις του Αποστόλου, όπως είναι πλέον για τη ζωή της Εκκλησίας, ο συγγραφέας συνεχίζει να βλέπει και εκεί την ίδια πορεία και την ίδια εκπλήρωση και συνέχεια. Αυτό, λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό στοιχείο, το έχουμε υπόψη και έχει να κάνει και με το Θεό, το οποίο θα συζητήσουμε σήμερα. Και ένα βιβλίο της Πελάς Διθήκης, το οποίο διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο στο βιβλίο των Πράξων και των Αποστών, είναι το βιβλίο των Ψαρμών. Το βιβλίο των Ψαρμών είναι, βέβαια, ως ένα πολύ αγαπητό κείμενο, όχι μόνο στον αρχαίο Λιδαϊσμό, αλλά και στον αρχαίγονο Χριστιανισμό και στην Αρχαία Εκκλησία, που αποτελεί και σήμερα με το Λιδικό Βιβλίο της Εκκλησίας. Και είναι ένα βιβλίο, το οποίο κατά πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, πολύ συχνά αφήνει να αφανούν στοιχεία που δηλώνουν ακριβώς τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον ή τη σχέση του δημιουργού με τα δημιουργήματά του. Και μάλιστα προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι το δημιουργείο των Ψαρμών ιδιαίτερα αυτό, πολύ συχνά χρησιμοποιείται σήμερα στις εξηγητικές μελέτες που έχουν οικονομικό προσανατολισμό. Ο μέρος και εδώ, στις πράξεις των Ακοστόλων, έχουμε πάρα πολλά κείμενα από τους Ψαρμούς, πολλά μοτήλια και πολλά θέματα από τους Ψαρμούς, και ίσως και αυτό θα πρέπει να το λαμβάνουμε υπόψη για να μπορούμε να εξηγήσουμε ακριβώς ότι υπάρχουν κάποια κείμενα μέσα στις πράξεις τα οποία παρουσιάζουν αυτό το οικολογικό ενδιαφέρον, κυρίως κείμενα τα οποία κάνουν κρίση αυτού των Ψαρμικών θεμάτων και μοτήλων. Επίσης, την άλλη στοιχεία που πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι η αντίληψη που έχει ο συγγραφέας για την παγκόσμια ιστορία αλλά και για τον κόσμο, δηλαδή τα όρια του χρόνου και του τόπου, αλλά για τον συγγραφέα του τρίτου, εσείς με τον Μπράξο να προσπώνετε αυτού του που σήμερα με την παράδοση, δεν είναι άλλος από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Μέσα λοιπόν με αυτόν ο συγγραφέας προσπαθεί μάλλον μια οικουμενική αντίληψη, έχει μια πολύ σφαιρική αντίληψη για τον κόσμο και έχει και μια πολύ παντοραμική κατανοήση της ιστορίας. Τον ενδιαφέρει η ιστορία πάρα πολύ, τόσο στο τρίτο Ευαγγέλιο, στο Καταλουκάνο, όσο και στις πράξεις που αφορεί τη συνέχεια του Καταλουκάνου Ευαγγέλιου, τον ενδιαφέρει πάρα πολύ η ανθρώπινη ιστορία, την οποία την κατανοεί μέσα στην πορεία της πραγμάτωσης της οδηρείας και έχει μια πιο οικουμενική αντίληψη, πέρα από τα σήμερα δηλαδή της Παλαιστίνης για τη διάδοση του Ευαγγελίου. Η Γη λοιπόν, κατανοείται μέσα σε αυτό το βιβλίο, κυρίως των πράξεων των Ακωστών, ως ένα μέσο διάδοσης του Ευαγγελίου. Αυτό είναι ξεκάθαρο, διότι πάρα πολύ συγνά αυτή η γεωγραφική αντίληψη δείχνει, μάλλον μέσα από αυτές τις γεωγραφικές αναφορές, ο συγγραφός του καθή να δείξει ακριβώς πώς διαδίδεται το Ευαγγέλιο έως τα έσχατα της Γης. Αυτή είναι κιόλας μια από τις εφράσεις που υπάρχουν μέσα στο κείμενο και αποτελεί και κομμάτι της εντολής του αναστημένου Ιησού ήδη στο πρώτο κεφάλαιο του Μπράξου, όπως Αποστόμου από Ιησού δείχνει την εντολή να μαθητεύσουν οι μαθητές να μεταφέρουν το Ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο και έως εσχάτουν της Γης. Άρα λοιπόν η Γη είναι ο χώρος του επαγγελισμού, είναι ο χώρος που ουσιαστικά διαδραμαζήτησαν το γεωγραφικό χώρο του Ευαγγέλιου και ταυτόχρονα εκεί όπου οι άνθρωποι γίνονται αποδέκτες και η υπόλοιπη δημιουργία της Ευαγγέλιας. Και ταυτόχρονα η Γη παρουσιάζεται και αυτή μαζί με τους ανθρώπους ως αποδέκτης αυτούς τους επαγγελίους. Γι' αυτό συχνά μέσα στις πράξεις του Αποστόλου εμφανίζεται ο όρος Γη, πάρα πολύ συχνά. Επαντά 25 φορές στις πράξεις του Αποστόλου και το πιο ενδιαφέρον από όλα είναι ότι η μεγαλύτερη συχνή εμφάνισης του όρου Γη την έχουμε στο κεφάλαιο 7 των πράξεων. Δηλαδή από τις 25 φορές που έχουμε γενικά αναφορά στη Γη μέσα στις πράξεις του Αποστόλου, 10 από αυτές τις φορές είναι στο κεφάλαιο 7 των πράξεις του Αποστόλου. Αυτό το γεγονός ότι έχουμε μια συχνότητα ενός όρου πάντως και όταν αντιμετωπίζουμε να προσεγγίσουμε ο ίδιος 7 μας προκαλεί την απολία και οπωσδήποτε θέλουμε πάντως να εξηγήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό το πράγμα, δεν είναι τυχαίο προφανώς, αλλά προφανώς είναι απλά κάποια σκοπιμότητα. Αν δούμε τώρα το κεφάλαιο 7 πρώτα, σαν κεφάλαιο ζωνεστό είναι το κεφάλαιο που έχουμε την αθρολογία του Στεφάνου. Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό το κεφάλαιο και παίζει έναν καθοριστικό ρόλο μέσα στην αφήγηση, στην πλοκή του βιβλίου των πράξεων. Για να καταλάβουμε λίγο την πλοκή του βιβλίου των πράξεων, θα πρέπει πάλι να αντρέξουμε όπως είπα στο πρώτο κεφάλαιο και στην εντολή του Αναστημένου Ιησού, ο οποίος δίνει την εντολή στους μαθητές να μεταφέρουν το Ευαγγέλιο έξω από την Ερουσαλήν και ως τα όρια της Παλαστίνης και μετά μέχρι τα έσκατα της Ιησού. Και στο κεφάλαιο 7, όπου έχουμε ακριβώς όπως είπα την απολογία και έχουμε και τα γεγονότα που έχουμε να κάνουμε με τον πρωτομάρτυρα Στέφανο, στο κεφάλαιο λοιπόν 7 έχουμε ένα σημείο που είναι σημαντικό σημείο καμβίστερ λέγαμε στην πλοκή του βιβλίου. Και αυτό γιατί, αν λάβουμε υπόψη στο πώς λειτουργεί η αφήγηση μέσα στο καταλοκάρ Ευαγγέλιο, θα μπορούσαμε να την κατανοήσουμε ως κύκλους αφηγηματικούς. Ο πρώτος είναι η Ερουσόλυμα, στη συνέχεια έχουμε και την Παλαιστίνη και τη Σαμάρια, στη συνέχεια έχουμε την έξοδα από την Παλαιστίνη, το Ευαγγελείο, τα πέρακτα της Εκκλημένης, όπως εκείνη την επιχειρηματικότητα που είναι η Ρώμη και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Το ενδιαφέρον είναι ότι σε κάθε στιγμή που περνάνε από τον έναν κύκλο στον άλλο συμβαίνει κάποιο γεγονός, απροσδόκητο γεγονός, όχι πάντα ευχάριστο, το οποίο όμως οδηγεί στο επόμενο βήμα, στο επόμενο στάδιο της ιστορίας. Και αυτή είναι μία από τις τεχνικές, τις αφηγηματικές που έχει ο συγγραφέας στο βίντεο του πράξου και βλέπουμε ότι στην περίπτωση του προεδόνου κεφαλαίου είναι ακριβώς αυτό το σημείο όπου το Ευαγγέλιο θα φύγει από τα Ιεροσόλυμα και θα περάσει έξω από τα όρια τον Ιεροσολύμος, στη Σαμάρια και στην υπόλοιπο Παλαιστίνη και από κει στη συνέχεια θα εξέλθει και ως τα έσκατα της γης. Και ήδη σε αυτή την ιστορία εδώ προετοιμάζεται η μετάβαση και στον τρίτο κύκλο, αυτό δηλαδή προς τις χώρες, τις περιοχές έξω από την Παλαιστίνη με την εμφάνιση και ενός ακόμα προσώπου του Παύλου, ο οποίος εδώ εμφανίζεται ως διώκτης, στη συνέχεια όμως θα παρακολουθείς με την ιστορία του μέσα στο Βιβλίο των Πράξεων και μεταστραφεί για να προσχωρήσει και να γίνει μετά και ο πιο μεγάλος από τους αποστόλους και φυσικά και το κεντρικό πρόσωπο στο δεύτερο μέρος της Ιεροσολυματικής, στο δεύτερο μέρος του Βιβλίου των Πράξεων. Στο πρώτο λοιπόν μέρος, εδώ, στο έβδομο κεφάλαιο, συμβαίνει αυτό το γεγονός, το οποίο θα δώσει μια νέα πρωπή στα πράγματα, η κοινότητα Ιεροσολυματική που μένει εκεί και με παρουσιάστηκε ή στα πρώτα κεφάλαια με πολύ όμορφα χρώματα, μια ηγγλιακή εικόνα ειρήνης και αγάπης μεταξύ των Χριστών. Στο δεύτερο λοιπόν, σε αυτό το κεφάλαιο, στο έβδομο, εμφανίζεται ο Στέφανος, ο οποίος αποτελεί τον εκπρόσωπο, ήδη είχε εφανίσει από το κεφάλαιο, είναι ο εκπρόσωπος των Ελληνιστών. Είναι ένας από τους επτά Διακόνους, οι Ελληνιστές είναι οι Ιουδαίοι της διασποράς, οι οποίοι μιλούσαν πολιτικά. Από όσο γνωρίζουμε γι' αυτούς, είχαν μια πιο οικουμενική αντίληψη για τη διάδοση του περογγελίου και για τη σωτηρία. Ήτανε αρκετά κριτική απέναντι στο νόμο και στην τυπολατρική κατανόηση της πίστης στον Θεό. Ο Στέφανος λοιπόν συναμβάνεται, εγκατηγορείται για αυτές τις μυθές της από τους συνδέους και δικάζεται με έναν τρόπο που θυμίζει πάρα πολύ τον Ιησού Χριστό. Και στο κεφάλαιο αυτό απολογείται. Ο Θανατός του, ο οποίος θα περιγραφεί στο τέλος αυτού του κεφαλαίου, σαστικά δίνει την ώθηση με τον διωμό ο οποίος προκύπτει να φύγουν μεγεστικά κυρίως οι ελληνιστές από τα Ιωσόλυμα και να μεταφέρουν το Ευαγγέλιο στην Σαμαρία και στην πόλη του Παλιστίνη, να αρχίσουν να γίνουν τα ανοίγματα προς τους ελληνικούς, προς τους υπολλάτρες και στη συνέχεια αυτό να προετοιμάσουν την μετάβαση στον τρίτο κύκλο που, όπως είπα, είναι η έξοδος πλέον και από τον Παλιστίνη και η Ιωσόλυμα και στον λεγόμενο εθνικό πόσοκο. Τώρα, επομένως το 7α κεφάλαιο θα λέγαμε ότι καταλαβαίνει μια κεντρική θέση μέσα στην αφήγησή μας και βρίσκεται ακριβώς στην καρδιά αυτής της γενικότερης αφήγης, γενικότερης συνάφειας που γίνεται λόγος για την αύξηση του Ευαγγελίου παρά τις αρτουράσεις και τους διωμούς. Ο Στέφανος είναι ο κύριος πρόσωπος σε αυτήν την ιστορία. Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος παρουσιάζεται με χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου σοφού και παρουσιάζεται επίσης ως συνεχιστής των Αποστόλων. Εδώ βλέπουμε ακόμα ένα μοτίβο του Συγγραφέα, έχουμε τον Ιησού στη συνέχεια έχουμε τους δώδεκα Αποστόλους οι οποίοι δημιουργούν τη διαδοχή και ένας από αυτούς τους διάδοκους άξιος διάδοκος είναι ο Στέφανος και μάλιστα περιγράφεται με τέτοιον τρόπο όπως και οι Απόστολοι ακριβώς για να τονιστεί αυτή η συνέχεια του, η συνέχεια που υπάρχει μεταξύ των μαθητών και των Στέφανων. Έτσι λοιπόν βλέπουμε τους μαθητές όταν περιγράφονται στα πρώτα κεφάλαια των πράξεων να επιτελούν τα σχημία, τα θαύματα δηλαδή με τον ίδιο τρόπο που τα επιτελεί και ο Ιησούς, χρησιμοποιείται η ίδια ολογία, το ίδιο λεξιλόγιο όπως εκείνο που χρησιμοποιήθηκε στο καταλουκάν Ευαγγέλιο για να περιγραφεί η δράση του Ιησού και όταν έχουμε μια ενδοκιμενική όσον αφορά τα δύο λεπλιά να τα δούμε ως μία ενότητα σχέση μεταξύ των πράξεων και των Τουρκά και στη συνέχεια ο Στέφανος περιγράφεται πάλι με τον ίδιο τρόπο και ο Καταπομήμις θα λέγαμε τρόπο με τον οποίο περιγράφονται οι Απόστολοι και η θαυματονική τους δράση και στη συνέχεια θα λέγαμε μία συνέχεια μεταξύ των τριών αυτών των διαφορετικών σταθμών στη ιστορία της πρώτης εκκλησίας, Ιησούς, μαθητές και Στέφανος. Υπάρχουν όμως και πολλές έννοιες συνδέσεις σαφώς με τον Ιησού Χριστόχη μόνο με τους Αποστόλους, το πρώτο είναι η Σοφία, αρκεί να θυμιθούμε ότι και ο Ιησούς χαρακτηρίζεται στο κατανοκάν Ευαγγέλιο ως σοφός, ας θυμιθούμε την ιστορία με τον Ιησού ως δεδεκαετής στο Νεό όπου ο Ιησούς εμφανίζεται πραγματικά ως τέτοιος Σοφίας που αποστομώνει με τον τρόπο που πάντα τους σοφούς είναι και γραμματιζούμενους μαζεύοντας το Νεό και σημεία και τέρατα στο τρίτο Ευαγγέλιο στο κατανοκάν Ευαγγέλιο εκεί που αυτό δημιουργεί και τη σύνδεση και με την αυτές και κυρίως η έννοιση σχέση μεταξύ του Ιησού και του Στεφάνου βρίσκεται στην περιγραφή της δίκης και της θανάτωσης του. Στη δίκη λοιπόν και τη θανάτωση έχουμε το εξής χαρακτηριστικό όπως ο Ιησούς καταδικάζεται άδικα και όπως ο Ιησούς καταδικάζεται με τη χρήση ψευδομαρτήρων το ίδιο ακόμα συμβαίνει και με τον Στέφανο και ο Στέφανος εδώ καταδικάζεται με έναν άδικο τρόπο και επειδή ακριβώς υπήρξαν ψευδομάρτυλες. Ή τελικά θα με οδηγήσουν στη θανάτωση και όταν ο Στέφανος πεθαίνει πεθαίνει με τον ίδιο τρόπο που πεθαίνει ο Ιησούς συγχωρώντας τους εχθρούς του. Ο Ιησούς λέει άφησα αυτήν η σκουγαλίτα συντυπιούσιν, ο Στέφανος εδώ ξεψηχά λέγοντας κύριε εμείς τι είσαι σε αυτήν την ψευδομαρτία από αυτήν και η σύνδεση εδώ είναι σαφής, ο συγγραφές βοηθάει θα μάσει εδώ τον ουρανό στο να κάνει το συγκερμό καθώς ο Στέφανος κοιτά τον ουρανό και βλέπει τον Υιό του ανθρώπου, βλέπει τον Ιησού Χριστού ενώ στον ανθρώπινος όρος που παραπέμπει σαφώς τα Ευαγγέλια να κάθεται δεξιό του πατέρα του και να τον δέχεται. Έτσι λοιπόν ο Στέφανος είναι συνεχιστής των Αποστόλων, είναι ο άξιος μαθητής του Ιησού Χριστού και ας μην είναι από τους πρώτους μαθητές του, είναι όμως ο άξιος μαθητής του και ταυτόχρονα αποτελεί και το πρότυπο των Χριστιανών που διαβάζουν το βιβλίο των πράξεων γιατί όπως έχουν πάρα πολλές φορές αυτές οι αφηγήσεις έχουν και έναν ηθ χαρακτήρα, σκοπό έχουν να στηρίψουν, σκοπό έχουν όμως να διδάξουν, σκοπό έχουν όμως και να διαμορφώσουν το ήθος και τη νέα ταυτότητα των μελών της Εκκλησίας. Κοιτώντας λίγο τη δομή τώρα του κεφαλαίου 7, η οποία είναι σημαντική για να καταλάβουμε και τον λόγο που παίζει η γη μέσα σε όλη αυτή την αφήγηση, παρατείνουμε το εξής, ότι πριν από αυτή την αφηγήση του πράξεων 7, του πράξεως πράξης 7 συναγών, υπάρχει έναν μικρό σωμάριο, στο 6-7 ακολουθεί η δίκη του Στεφάνου, στο 6-8 έως 7-1 δηλαδή στο δεύτερο μέρος του κατάλληλου. Στη συνέχεια έχουμε το λόγο του Στεφάνου, από το 7-2 έως το 53, από το 7-54 έως το 8-1 έχουμε την περιγραφή της θανάτωσης του Στεφάνου και ακολουθεί ένα σωμάριο. Έχει να έχει, θα λέγαμε, μία οργάνωση χειραστή, εδώ, σωμάριο και τέλος πάλι σωμάριο, η δίκη του Στεφάνου, η εκτέλεση του Στεφάνου και στη μέση ο λόγος του Στεφάνου. Και διαβάζοντας αυτόν τον λόγο, που καταλαβαίνουμε, ξέρουμε ότι σε τέτοια συναχειραστή το κεντρικό κομμάτι, το κεντρικό κομμάτι είναι εκείνο το οποίο φέρνει την βαρύτητα ενός μιας ενότητας, εδώ σαφώς έχουμε μία ενότητα αφηγηματική, και ο λόγος του Στεφάνου είναι αυτός ο οποίος φέρνει την βαρύτητα, την θερμική βαρύτητα, αλλά και την αφηγηματική βαρύτητα, εδώ, στο κεφάλαιο όμως. Και αυτό για τη στενότητα, βάλλον, γενικότητα. Και αυτό γιατί, κατά πρώτον, όπως είπαμε, ο λόγος του είναι αυτός που προετοιμάζει ουσιαστικά και είναι ένας από τους λόγους εκείνους που δίνουν τα θεολογικά επιχειρήματα της Πρώτης Εκκλησίας για την έξοδο του Ευαγγελίου Στελέχνη, το οποίο θέλουμε να το βάλουμε με μεγάλη συζήτηση στο αρχαίο λογισμό, αν ο λογισμός του Ευαγγελίου Στελέχνη θα δίνει στα όρια του Ιουδαισμού ή αν πρέπει να επεκταθεί και πέρα-πέρα. Ο λόγος του Στεφάνου, λοιπόν, παρέχει μια θεολογική επιχειρματολογία η οποία ξεκινάει από την ίδια την Παλαιά Διεθύγη και το δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εδώ έχουμε μια διευθογραμμιστική καταγνώση της ιστορίας. Η ιστορία εδώ κατανοείται λοιπόν σε έναν δευτερονομιστικό, θα λέγαμε, θεολογικό τρόπο και αυτός είναι εξαιρετικά σημαντικός. Ας δούμε τώρα το πώς η υγεία εμφανίζεται μέσα στον λόγο του Στεφάνου. Το ενδιαφέρον λοιπόν είναι, είπαμε, ότι η υγεία εμφανίζεται έτσι και λίγος, πολλές φορές μέσα σε αυτή την ενότητα, 10 φορές, εντονικούς 5 που συνολικά εμφανίζεται μέσα στις πράξεις, και εμφανίζεται και στα τρία μέρη του λόγου. Εμφανίζεται στο πρώτο μέρος του λόγου, από το 7, 3, 4 έως 6, εμφανίζεται στους τύπους 7, 29 και 33 στο δεύτερο μέρος και εμφανίζεται και στο τρίτο μέρος, στο στίχο 36, 40 και 49. Το πρώτο μέρος για να βοηθήσω του λόγου είναι από το 7, 2 έως 19, το δεύτερο μέρος είναι από το 20 έως το 34, στο στίχο 34 και το τρίτο μέρος από το στίχο 35 έως το στίχο 43. Στο πρώτο μέρος η γη ορίζεται καταρχάς ως τοπος κατοικίας των ανθρώπων, είναι χώρος της ανθρώπινης παρουσίας και είναι χώρος που ταυτίζεται με το χώρο παρουσίας των λαών και των μονασμών. Υπάρχει λοιπόν ένας χώρος, έτσι όπως περιγράφεται σε αυτό το πρώτο μέρος, επικυριαρχίας των ανθρώπων ή αν θέλετε και ο χώρος η αρένα θα λέγαμε όπου διεξάγονται οι ανθρώπινοι αγώνες για την επικράτηση. Θα λέγαμε ότι λίγο πολύ η κατανοησία εδώ της γης είναι αποδέτερη ή ουσαλοντική. Είναι ένας χώρος στο οποίο πολλά συμβαίνουν και όλα όσα συμβαίνουν δεν είναι καλά. Προχωρώντας όμως στο δεύτερο μέρος, από το 20 έως το 34, θα δούμε εδώ στους στίχους 29 και 33 ότι τα πράγματα αλλάζουν ρυζικά στον τρόπο που κατανοείται εδώ η γη. Έτσι λοιπόν η γη εδώ και ιδιαίτερα στον στίχο 33 είναι ο χώρος όχι απλώς της ανθρώπινης κατοικίας αλλά είναι κυρίως ο τόπος που αντικατοπτρίζεται η αγιότητα του Θεού. Ας θυμηθούμε εκεί στο στίχο 33 το οποίο όπως είπα και πριν είναι χωρίο παρμένο και από την Παλαιάδεια Εθική λύσσοντο υπόδειγμα τον Ποδόσο, ο γάρ τόπος ενώ έστηκας γιε γιε εστην. Ήδη αφέρεται αυτό το χωρίο στον έξωτο και αφορά στην εμφάνιση του Θεού στο Μουσιαβανού στην πρώτη του συνάντηση βάλουμε την Καιόμενη Βάντου. Επομένως είναι η γη που αντικατοπτρίζει την αγιότητα του Θεού και είναι ο τόπος όπου οι άνθρωποι μπορούν να προσφέρουν την ανοιχτρία στον Θεό γιατί βρεσείς εδώ βλέποντας την βάτου προσκυνά και αναγνωρίζει τον Θεό ως τον Θεό. Στο τρίτο μέρος που είναι από των 35 στίχων και εξής όπου έχουμε και την κορύφωση της ομιλίας του Στεφάνου που είναι και περισσότερο κριτικός απέναντι στους Ιουδαίους και στη στάση που γενικά τυρούν απέναντι στον νόμο και στην πολλοεθρική τέλος πάνω κατανοήση που έχουν της θρησκείας και της πίστης του Θεού. Σε αυτό το ιδιαίτερα κριτικό κομμάτι, στους στίχους 36, 40 και 49 εμφανίζεται πάλι η Γη, η Γη λοιπόν εδώ εκτός ότι μπορεί να σημαίνει γενικότερα πάλι το χώρο κατοικίας του ανθρώπου, όπως συμβαίνει στο στίχο 36 και έχει και μια πιο θα λέγαμε σαφή σημασία και σημαίνει κυρίως θα λέγαμε τον τόπο εμφάνισης του Θεού και μάλιστα εδώ πάλι έχουμε έναν προφητικό λόγο «Ο ουρανός μου θρόνος, η δε γη υπό πόδια των παιδών». Δηλαδή εδώ πάλι βλέπουμε και πάλι τα μοτίβα τα παλαιοδηφικά για τα οποία μίλησαν στην αρχή, εμφανίζονται και εντάσχονται μέσα στον ουρανό και δίνεται εδώ κυρίως έμφαση στο ότι η Γη είναι ο τόπος φανέμουσης και κυριαρχίας του Θεού. Σε αυτό το κομμάτι, όπως είπαμε, υπάρχει γενικά μια κριτική απέναντι στον Ναό και απέναντι στις ανθρώπινες δημιουργήματα και στις ανθρώπινες κατασκευές. Είναι όπως είπα είναι ο αποδέχτης της κριτικής αυτής ο ίδιος ο Θεός και τονίζει διέτερα τη Γη πλέον ως τον τόπο φανέμουσης του Θεού, δηλαδή παραβάλλει θα λέγαμε η ανθρώπινη κατασκευή με την Γη ως το πόδι, ως το τόπο της φανέμουσης του Θεού. Επομένως εδώ και πάλι έχουμε οπωσδήποτε έναν οικολογικό διανισμό, αυτό που πολλές φορές εντοπίσαμε μέσα στα κείμενά μας, από μια πλευρά έχουμε τον Ουρανό και από την άλλη πλευρά έχουμε τη Γη, έχουμε όμως μια μετατόπιση από μία εντελώς ανθρωποκεντρική θεόριση. Δεν είναι πλέον ο άνθρωπος αυτός ο οποίος αποτελεί το κέντρο αυτής της σε αυτόν τον οικολογικό διανισμό, αλλά αυτός ο οποίος αποτελεί το σημείο αναφοράς είναι ο ίδιος ο Θεός. Έχουμε ένα στοιχείο που το βράχτησα και στο καταλουκάν Ευαγγέλιο στο προηγούμενο μισθήμα όταν μιλούσαμε ακριβώς για το κοσμοίδελο το οποίο υποθέτει εκεί στη αφήγηση της γέννησης, για το κοσμοίδελο του ουρανού και του υπόλοιπου κόσμου και του κόσμου των ανθρώπων και είπαμε ότι εκεί και πάλι αυτός ο ανθρωκεντρισμός ο οποίος οπωσδήποτε υπάρχει μέσα στα βιβλικά κείμενα έρεται και μετριάζεται με το γεγονός ότι μέσω της αναφοράς όλων των πραγμάτων στον ίδιο το Θεό και στην κίνητη περίπτωση στον Ιησού Χριστό το ίδιο ισχύει και εδώ και επομένως βλέπουμε λοιπόν εδώ στο κείμενό μας η γη να παίζει πάρα πολλούς ρόλους. Το Ιησού Χριστό είναι καθαιρά ουδέτερο όπως θα χρησιμοποιείται πάντοτε μέσα στα βιβλικά κείμενα ως τόπος κατοικίας των ανθρώπων έως τέλος ως ο τόπος που εμφανίζεται ο ίδιος ο Θεός, ο τόπος της ευρώτητας, της θρύλων. Είναι βέβαια οπωσδήποτε από μια μεριά η πραγματικότητα υποστηρή, η γη ως το τόπος των σειράξεων των ανθρώπων, των χώρων, της διακτήκης, των χώρων του ανταγραμμισμού, της αδικίας επανειλημμένα και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό στοιχείο και δεν το άνοιγε ο συγγραφέας εδώ ως πραγματικότητα. Από την άλλη μεριά ο τρόπος που κατανοείται εδώ η ιστορία και ο τρόπος που παρουσιάζεται μέσα σε αυτή την ιστορία της ορτυρίας η γη προϋποθέτει μια ιδέα η οποία σαφώς υπάρχει και στην Παλαιά Διαθήκη της αλληλεξάρτησης της γης και των ανθρώπων. Άνθρωποι και η γη είναι αλληλέδευτα μεταξύ τους, δεν μπορούν να ξεχωρίσουν μεταξύ τους και επομένως δεν μπορεί κανείς να κάνει το ένα χωρίς το άλλο. Αυτό φαίνεται πάρα πολύ καθαρά γιατί βλέπουμε μέσα στην ιστορία πως το περιγράφει ο Στέφαλος η γη να είναι ο τόπος που κατοικούν οι διάφοροι πατριλάρχες κατά καιρούς. Άνθρωπος ο Ελλάδος δεν τονί να πάνε σε συγκεκριμένους τόπους επί θαρκητοι ως γη. Όμως αυτό που είναι πολύ σημαντικό εδώ και το οποίο έχει νομίζω να μας δώσει κάτι για αυτή την οικοθεολογική μας συζήτηση είναι ότι η γη κατανοείται όχι μονάχα μέσα από τη λογική της αλληλεξάρτησης, όχι μονάχα ως χώρος της ανθρώπινης επικυριαρχίας, το οποίο βυσικά καταλαβαίνουμε ότι μπορεί να επεκταθεί να αναπτυχθεί σε μια καθαρά θα λέγαμε ανθρωποκεντρική λογική και ποιονοτολογία, αλλά εδώ η γη μέσα σε αυτό το κεφάλαιο και μέσα στο λόγο του Στεφάνου και διέντα σε εκείνη την κριτική αντιπαράθεση προς τα ανθρώπινα κατασκευάσματα της λατρείας του Θεού, η γη παρουσιάζεται ως ο τόπος της φανέρωσης της αγιότητας του Θεού. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, η έννοια της αγιότητας είναι ιδιαίτερα σημαντική μέσα στα βιβλικά και εμένα και ιδιαίτερα η έννοια της αγιότητας του ίδιου του Θεού, που αποτελεί στοιχείο ιδιαίτερα, η ποιοτικό χαρακτηριστικό θα λέγαμε του Θεού, της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι λοιπόν η γη είναι βέβαια ο τόπος που οι άνθρωποι κατοικούν, είναι βέβαια ο τόπος που συχνά διαπράττονται αδικίες, ο τόπος που οι άνθρωποι ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αλλά είναι ταυτόχρονα και αυτό αποτελεί μια πλέον συνητοποίηση πολύ σημαντική με μεγαλύτερες σημαντικές προκτάσεις στη συνέχεια και ως ο τόπος της φανέρωσης της αγιότητας του Θεού. Όπου ο Θεός όχι απλώς φαλεύονται, αλλά είναι και ο τόπος της επικυριαρχίας του, γιατί ακριβώς ως το λόγο του Στεφάνου, που χρησιμοποιόταν σε ένα πάλι οδιαθηκικά μοτήμα, εδώ ο λόγος του Στεφάνου λοιπόν χαρακτηρίζει τη γη ως το υποπόδιο των ποδών του Θεού. Άρα λοιπόν η γη είναι ταυτόχρονα τόπος της φανέρωσης του Θεού, είναι ταυτόχρονα όμως και τόπος ουσιαστικά κυριαρχίας του Θεού. Και εδώ ακριβώς θα λέγαμε ότι υπάρχει μια έμμεση κριτική και ένας μετριασμός της ανθρωποκεντρικής αντίληψης του κόσμου. Όπως είπαμε, στο κοσμοίδωμο εκείνης της εποχής και με εκείνη τη θέση καταλαμβάνει ο άνθρωπος, ο οποίος θεωρεί ότι όλα είναι δικά του και χρητικά, όνα τα χρησιμοποιεί όπως εκείνος κρίνει, ακόμα και μέσα στη λογική μιας παρεμμυνίας του γνωστού, όπως είπαμε και στα πρώτα μας μαθήματα, της γνωστής εντολής του αυξάνεσθε και πληθυμίσθη και κατακυριάρεσε την γη. Εδώ λοιπόν υπάρχει ένας μετριασμός ανθρωποκεντρικού μοντέλου και αυτής ανθρωποκεντρικής κατανόησης και υπάρχει και μια κριτική αυτής της σκληρά ανθρωποκεντρικής και μάλιστα οφελημιστικής, θα λέγαμε, αντίληψης του πραγμάτου, καθώς δεν είναι ο άνθρωπος ο τελικός κυριαρχός του κόσμου, αλλά κυριαρχός είναι ο ίδιος ο Θεός. Ο τόπος λοιπόν κυριαρχίας του Θεού είναι η γη και είναι και τόπος φανέρωσης του Θεού και φανέρωσης της ευλογίας και της οικερίας. Σε αυτόν τον κόσμο, σε αυτή τη γη, εμφανίζεται η χάρις του Θεού, εμφανίζεται η σοκρουρία, εμφανίζεται ο Θεός και σε αυτόν τον τόπο ουσιαστικά αποτελεί ταυτόχρονα και κατοικητή μου του ίδιου του Θεού. Αυτό λοιπόν δημιουργεί μια πολύ διαφορετική προοπτική ιστατά, αφισβήτητα βέβαια και αυτό κανείς πρέπει να το αντιμεγίσει. Το κείμενό μας είναι αφίσιμο από αυτή τη γη και αυτό είναι μια αλήθεια που πρέπει να την έχουμε πάνω την υπόψη και να μην την αποκρύπτουμε όταν μιλάμε για τα φιλικά κύματα. Όταν μιλάμε για τα φιλικά κύματα δεν μπορούν να χρησιμοποιούν να πάνε αμέσως σε μια οικοθεωρική συζήτηση ή θα πρέπει να συμβουλεύονται όμως εξαρχίσουν να μιλάμε για κείμενα που έχουν μια αφίσιμη στάση επέντη στη γη. Αυτό όπως ισχύει και εγώ, πραγματικά εδώ έχουμε μια στάση επέντη στη γη, η οποία από μια μεριά την διμετωπίζει ως το χώρο, είπαμε, της κυριαρχίας των ανθρώπων, ως την αρέλα των αγών και της ανοικίας αν θέλετε, εκδήλωσης ανοικίας των ανθρώπων από την άλλη μας μορδιά, είναι και ο χώρος της ευλογίας του Θεού. Βέβαια η βαρύτητα στην εμβουλία του Στεφάνου σαφώς πέφτει στο δεύτερο σκέλος, ότι η γη είναι ο χώρος της φανέρωσης του Θεού, η γη αποτελεί το εικόδιο του πέρα από τις ανθρώπινες κατασκευές, πέρα από τα ανθρώπινα κατασκευάσματα, αυτό που ουσιαστικά μετράει και αυτό που έχει αξία, είναι η ίδια υπαρουσία του Θεού μας στον κόσμο και το γεγονός ότι η γη χρησιμοποιείται ως μέσο για τη διάδοση του Ευαγγελίου και ως τόπος φανέρωσης της αγιόπωσης του Θεού. Αυτή η λογική, αυτή η θεωρητική σκέψη εδώ θα μπορούσε σε πολλά σημεία να μας βοηθήσει σε μια συζήτηση όσον αφορά τις σχέσεις ανθρώπων και δημιουργίας αφού και αυτή με τη σειρά της μετριάζει την ανθρωποκεντρική λογική και τα πάντα να έχουμε σημεία αναφορά στον άνθρωπο που αντιλαμβάνεται σε μια εντελώς οφεγνιστική λογική όλη τη δημιουργία και πάντα σε μία σχέση εκμετάλλευσης και επικυριαρχίας. Δεν είναι ο Θεός ο κυριαρχός του κόσμου αλλά ο ίδιος ο Θεός. Δεν είναι ο άνθρωπος ο κυριαρχός του κόσμου αλλά είναι ο Θεός ο Θεός ο οποίος μέσα σε αυτή τη γη τη δημιουργία του εκδηλώνει τη χάρη του και εκδηλώνει τη σοκυρία. Ο ίδιος ο κυριαρχός του κόσμου δεν θα μιλούσε να βρει κανείς, αποκτά μια ιδιαίτερη αξία και αυτό μπαίνει και μέσα στη σκέψη των συγγραφέων, των συγγραφέων των βράξων, μέσα στην προοπτική της ιστορίας της σοκυρίας. Η σοκυρία και η γη συνδέονται στενά μέσα από αυτή τη θεολογική θεώρηση της ανθρώπινης ιστορίας. Και επομένως θα μπορούσαμε να πούμε ότι κατά κάποιον τρόπο εδώ θα μπορούσε κανείς να αφοδράστη τη φωνή της γης η οποία μαρτυρεί ακριβώς ότι αυτή αποτελεί τον τόπο φανέρωσης του Θεού.