id |
5b6ec616-e257-495e-b985-f50820f1ecfc
|
title |
Ομιλία του κ. Αντώνη Μπουσμπούκη για τους Κιρατζήδες - Αγωγιάτες /
|
spellingShingle |
Ομιλία του κ. Αντώνη Μπουσμπούκη για τους Κιρατζήδες - Αγωγιάτες /
|
publisher |
Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας
|
url |
https://www.youtube.com/watch?v=VtniK8agfUc&list=PLF_TSWFK8X_O_0A8Hmh_04RACYy9nvU7S
|
publishDate |
2017
|
language |
el
|
thumbnail |
http://oava-admin-api.datascouting.com/static/82ff/4562/784a/8d82/20df/710c/38e4/85ac/82ff4562784a8d8220df710c38e485ac.webp
|
organizationType_txt |
Βιβλιοθήκες
|
durationNormalPlayTime_txt |
4523
|
genre |
Πολιτιστικές εκδηλώσεις
|
genre_facet |
Πολιτιστικές εκδηλώσεις
|
asr_txt |
Καλησπέρα σας, ο πολιστικός τόμινος Ξολυβάδου συνεχίζει τις γιορτές Βρεμμύγο 2013 και στην πόλη της Βερίας και θέλω να ευχαριστήσω για τη συμμετοχή σας, που έχουν κοντά μας τον Πρόεδρο του Συλλόγου Βλάκων Βερίας, τον αντιπρόσωπο του Συλλόγου Βλάκων Βεραιωτών η Μαθίας Νάουσας με έδρα το παλιό σκυλίτσι, την κυρία Αρχοντούλα Τζιμουλίγου Πρόεδρος του Συλλόγου Βλάκων και όλους τους, την αντιδήμαρχο κυρία Χωτάκη, τον Ηλία Τσαμίτρο και όποιους φίλους του Ξολυβάδου, πρόσωπους Συλλόγου και Βρεμμύγου, θα σας ευχαριστήσω και πάλι. Και θέλω να πω τούτο, ότι ο Σύλλογος, ο πολιστικός τόμινος Ξολυβάδου, οι φίλοι του Ξολυβάδου και οι ξολυβαριώτες έρχονται για τις επόμενες μέρες, τις γιορτινές, για όσους βρεθούμε και όσους δεν βρεθούμε, απανταθούν τους ξολυβαριώτες και τους φίλους μια καλή χρονιά, καλύτερη από ότι ήταν η θετινή και πιστεύω ότι την χρονιά που μας έρχεται, η καινούργια, θα είναι πιο επιδομτική για όλους τους φορείς, συλλόγους και για όλους μας γενικότερα. Οι γιορτές Βρεμμύγου 2013 συνεχίζουν τις συγκλώσεις στην πόλη της Βέριας και με ευκαιρία την έκδοση του ομολογίου του 2014 του Οκτωστικού Ομήλου Εξολυβάδου, με θέμα βλάκη και ρατζίδες αγωγιάτες, φιλοξενεί σήμερα το σχολιανό μας καθηγητή Βροσολογίας Αριστολίου Παρεπιστημίου Θεσσαωνίκη, τον κ. Αντώνη Βουγγί, ο οποίος θα μας ταξιδέψει με την ομιλία του, βάζοντας μας στον κόσμο τους. Είναι προφανές ότι, εν λόγω καθηγητής, εγγυάται επιστημονικά και αντικειμενικά την εγκυρότητα, την περιγραφή και η ανάλυση του θέματος και τον ευχαριστούμε θερμά εκκλημβάες από το καρδιάς. Δεν θα σας φουράσω πολύ. Τις επόμενες μέρες θα παρουσιαστεί το ημερολόγιο του Πολιστικού Ομήλου Εξολυβάδου, θα κάνουμε μια εκδήλωση, η οποία, όπως θα μέθαρα, αναφέρεται στους κυραντζίδες, αγοράτε τουλάχους, οι οποίοι έχουν δώσει πάρα πολλά στον τόπο μας και γενικότερα στην Ευρώπη και στην Βαρκανηγέννη. Θα σας δώσω τον Γιάννη το μόνο, να μην τον αγαπάτε, και κατόπινο κύριος Αντώνης. Ο Αντώνης... Ο Βεριότης Αντώνης Βουσπούκης σκούδασε ιστορία, αρχαιολογία, ιταλική φιλολογία και εξειδικεύτηκε στη ρωμανική γλωσσολογία στα πανεπιστήμια της Ρώμης, του Βουκουρισσίου και του Las Palmas, Ground Canaria της Ισπανίας. Δίδαξε γλωσσολογία στο ιταλικό τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστερτολίου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής του ίδιου πανεπιστημίου και γενικός γραμματέρας της Εταιρείας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Βόρειας Ελλάδας. Η μακροχρόνια πείρα στον χώρο νεοελληνικών διαλέκτων, την οποίαν απέκτησε ως επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Αθηνών και η βαθιά γνώση των ρωμανικών ιδιωμάτων της Βαλκανικής, του επέθρεψαν τη σύνταξη σχετικών άρθρων που περιλαμβάνονται στο έργο του «Εθνογλωσολογικά» το 2005. Έργα του μεταξύ των άλλων είναι 1. Πρώτον, το ρήμα της ΑΡΟΜΟΝΙΚΙΣ, Διδακτορική Διατριβή, 1982. 2. Αυθεντικές ιστορίες παραθυσικών φαινομένων από την Πίνδο. 3. Ουγγολίνο, προσέγγιση ενός δαντικούς συμβόλου. 4. Γλώσσα και ύφος στη Θεία Κωμοδία. 5. Σημασιολογικές μεταβολές από τα Λατινικά σε Βλάχικα και Ιτανικά ιδιώματα. 6. Βιργίλιος και Βεατρίκη, οδηγή του δάντη. Και σειρά αυτοτελών έργων σχετικών με την γραμματική δομή της Βλάχικης και της Ιτανικής Γλώσσας. Υπήρξε για μια εικοσαετία τακτικός ομιλητής στο Αλληκτό Πανεπιστήμιο του Δήμου της Θεσσαλονίκης καθώς και στο Βαφοπούλιο Πνευματικό Κέντρο. Σήμερα, ως ομότιμος καθηγητής, παραδίδει μαθήματα στο Μεταπτυχιακό Τμήμα της Ιταλικής Φιλονηγίας και κάνει διαλέξεις κυρίως σχετικά με τα ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία των αρμάνων Βλάχων. Το λόγο έχει ο καθηγητής. Ευχαριστώ και εγώ του συνδεδίστικου της Ακροσύνης Οδηγίας που μου δώσαν την ευκαιρία να μιλήσω για ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως είναι οι Κεραντζίδες Αγωλιάδες, το οποίο και θα αναπτήσω στη συνέχεια και θα δείτε την βαρύνουσα σημασία. Βλάχοι αρμάνιοδίτες, δηλαδή θύλακες οδικών διαβάσεων και αγωλιάδες Κεραντζίδες, μεταχωρείς ανθρώπων και αγαθών, στύχαινον κάποτε την πιο πολυσύγχνεστη και πιο σημαντική περιοχή του Ελληνοογωμαϊκού κόσμου, την Ήπειρο και τη Μακεδονία, τις οποίες διάσκυζαν η βασιλική οδός των Μακεδών και η γνατή οδός των Ρουμαίων στην αλλιώς Κάλετσε Μάρια, το μεγάλο δρόμο των βλάχων. Η πρώτη μπλαχόφωνια αγωλιάδες που καταγράφονται από την ιστορία είναι αυτή που στις αρχές του 7ου αιώνα συμπορεύονται με τον Βυζανιό στρατό σε εκστρατεία αντίον των Αβάρων, όταν η Μούλα του ενός, η Γέρνη του Φορτίωδε της Αποσκευές και ο σύντροφός του τον ειδοποιεί με το περιβόητο πια και πολύ βουλάχικο τόρμα τόρμα φράτε. Γέρνη Γέρνη αδερφέ. Η βλάχη, κατά τον ακαδημαϊκό και βυζαντινό λόγο Κωνσταντίνο Άμαντο, ήταν ο πιο πολύτροπος και ευκίνητος πληθυσμός της Βαλκανικής. Πολύτροπος με τα διάφορα επαγγελματά που εξασκούσε, όπως είναι οι τέχνες του σαμαρά, του οπλοποιού, του μαχαιρά, του ξυλουγού, του βιοτέχνη, μάλλον ουνιφαντών, του αγωλιάδες. Ήταν ευκίνητος πληθυσμός με τον Ιμινομαντισμό και τον Κερατζιλίκη. Δυο επαγγελματά από τα οποία ο Ιμινομαντισμός επέβαλε την εποχιακή μετακίνηση των κοπαδιών από το βουνό στον Κάβο και αντίστο. Ενώ το Κερατζιλίκη ασκούνταν σε συνεχή μετακίνηση από τον ένα στον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο. Καθώς έκαναν διαδοχικά αγώια. Η μονοκαλία για της φτυνοτροφίας και της υλοτομίας δημιουργεί ελλείμματα στη συντήρηση και τη διατροφή τους και συνεχώς την ανάγκη ανταλλαγής προϊόντων. Η ανταλλαγή προϊόντων προϊποθέτει τη μεταφορά τους και ευγνώει την άσκηση του επαγγελματοστογωγιάτη. Έτσι, η παρουσία βλάχων στις αγορές δημιουργούσε παλιά την εντύπωση ότι έφταναν λίγοι μόνο βλάχοι για να στυθεί ολόκληρο ο παζάρι. Αυτό ο λαός έλεγε το παρημειώδες, πέντε βλάχοι έναν παζάρι, ενώντας ότι οι βλάχοι κατέβαζαν για πόληση στο παζάρι ζώα πολλά, εγωπρόβατα και λογομούλαγα, μαλλοί και μαλλοί ναυφαντά και δεστέ δηλαδή ξυλία και ήδη ξυλογικής τέχνης όπως σκάφες, πυνακοτές, πληδοτίνακες κτλ. Όλα σε μεγάλη ποσότητα. Πέντε βλάχοι έναν παζάρι. Η κάθετη οικονομική ανάπτυξη των βλάχων κενοκύτων ξεκινάει από τον προσογενή τομέα της κτυνοτροφίας. Συνεχίζει με τη βιοτεχνική ετεξεργασία των προϊόντων της που το εμπόριο τους διανεργείται με τη μεσολάβηση των κερατζίδων για τη μεταφορά τους. Αυτή η κάθετη οικονομική ανάπτυξη κορυφώνεται τελικά με την ανάπτυξη απαράμυλων άργιων χρυσοχώρων, ικανών εμπόρων και επιχειρηματιών, καθώς και μεγάλων τραπεζιτών στην κεντρική Ευρώπη, όπως είναι ο Σίνας, ο Δούμπας και άλλοι. Έμποροι ή αλλιώς πραγματικθάδες ονομαζόμενοι τότε, με τους καλά οργανωμένους σχηματισμούς των κερατζίδων, έφταναν τα καραβάνια τους στην καρδιά αλλά και στις ασκατιές, στις άκρες όπως θα δούμε της Ευρώπης. Οι βλάχοι κερατζίδες μεταγόγια τους εξυτερέτησαν τρεις αυτοκρατορίες, την Ρωμαϊκή, την Βυζαντινή και την Οθωμαϊκή. Τελευταία φάση στον αστερισμό με τις Μούλες, λίγο πριν την οροσκυρή σχεδόν εξαφάνισης, ήταν η υπηρεσία βλάχων και όχι μόνον βέβαια, ημιονυγών στα αλβανικό μέτρο. Εδώ οι έντελοι βλάχοι κερατζίδες ξεχώρισαν και την ικανότητα να χειρίζονται τα σκληρόνιχα ορεινά μουλάλια τόσο στην αποτελεσματική μεταφορά προφών και πολεμοχωδίων, όσο και στη συντήρηση των υποσυγγίων τους μέσα σε δύσκολες πράγματις συνθήκες. Και διακρίθηαν τόσο πολύ ξεχωριστά στον ζωτικό χώρο των μεταφορών στη διάρκεια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου, που όταν ο στρατηγός Γιάννης Δασκαλόχρος συνάντησε τον Βεριώτη και σαμαρίνιο στην καταβολή Νικόλα Μπαλαβούτη, τον βραβευμένο με το σταυρό πολεμικής Ανδρίας, αναγνώρισε τη συμβολή τους μεταξύ σπερίφου λόγια. Αν στο μέτωπο δεν ήταν έμπειρη η μειωλυγή σαν εσάς τους βλάχους, δεν ξέρω πόσο θα μπορούσε να κρατήσει η άμυνά μας μέσα στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Κύριο επαγγελματικό εργαλείο στα χέρια των αγωγιατών του Μουλάρη είναι η βριτικό ζώο που συνδυάζει τα προσόντα των κονιών του. Εκείνα της Φοράδας και του Βαϊδάου είναι σαν τον σκληρό μπρούντζο που προκύπτει ως κράμα από μαλακά μέταλα, τον χαλκό και τον κασίτερο ή καλάι. Αυτή η σιγουρία την οποίαν εμπνέει το Μουλάρη και μάλιστα το θηλυκό η Μούλα που φεύγει μπροστά από τον Μούλο ως προς την στακρότητα, την αντοχή και την αιθία του, θα κάλει τον Κωστή Παλαμά να την προσλάβει ως όχημα στο πλητικό του ταξίδι στον Δωδεκάλογο του Λίπτου, όπου χαρακτηρίζει στέρεο το περπάτημά της και γερή την περπατησιά της. Στην Ανατολή και μάλιστα στην Περσία οι γέροντες θεωρούν πράξη την αιτυχία να νεύουν σε Μούλα. Και ρατζελίκια σκούσαν και παιδιά κτινοτρόφων, καθώς οι μονείς τους φρόντισαν πάντα κοντά στο τσελιγκάτο να υπάρχει και δικό τους καραβάνι, διότι, όπως έλεγαν, το καραβάνι είναι μαγαζί, καθώς έφερνε σίγουρο εισόδημα, πράγμα που δεν γινόταν απαραίτητα με το κοπάδι, που συχνά του απειλούσαν ασθένειες και βαρχημονιές. Η ζωή των καραβανάρων είχε τα καλά της, αλλά αφροπάντων είχε ταλεπορία, ωστόσο τους έδινε την αίσθηση της κερδισμένης ζωής της ζωής, δοκιμαζόταν μέσα από τον προσωπικό τους αγώνα, γι' αυτό ένιωθαν πάντα δυνατοί και χρήσινοι. Παραθέτω στη συνέχεια κείμενο μεταφρασμένο από τα βλάχικα των φρασαλογιωτών βλάχων της Αλβανίας, ως ενδεικτικό για τη δύσκολη ζωή των κυρατζήλων, που καταφορήθηκε στον δικτσιονάρον διαλέκτουλου Αρομούν του Τάκε Παπαχατζή. Αλληκάν φράτι του Τούτι Παρτζεμι, τρέχαμε αδερφέ μου σε όλα τα μέρη, μας περούσε η βροχή και δεν θέλαμε να το ξέρουμε, δηλαδή αδιαφορούσαμε. Παίρναμε λάτια από το Δειράχι και το πηγαίναμε στην Καβάια, καθόμασταν όσο καθόμασταν εκεί, παίρναμε τον δρόμο και φτάνουμε στο Πικίνι, εδώ δεν έλεγα πολλοί και πηγαίναμε πιο πέρα και φτάναμε στο Ελμπασάν. Από το Ελμπασάν φορτώνουμε άλλη πραγμάτια και κάναμε δυο μέρες για να φτάσουμε στην Κοριτσά. Από την Κοριτσά κατεβαίναμε στη Φλόρινα και από εκεί βρισκόμασταν στα Μπιτόλια Μοναστήρια. Για το αλάτι του Δειραχίου που αναφέρετε στο παραπάνω κείμενο, έχω την πληροφορία από τον Γιάννκο Κουκουτέγο, ότι ο μακαιοδρομάχος παππούς του Στέριος μαζί με άλλους βλάχους καρβανάδος από την Πέρια το κουβαλούσαν εκεί στο Δειράχι από την Τούζλα, τώρα Αλική της Κατερίνης. Τόσο το αλάτι όσο και ο ασφέστης έβαζε τους κυρατζίδες σε μεγάλη έγχνοια από τον φόβο της βροχής. Το μένα αλάτι η βροχή το λιώνει ενώ ο ασφέστης ανάδει με το νερό, κινδυνεύοντας να κάψει και το ζώο που το μεταφέρει. Γι' αυτό είχαν χοντράκια διάβροχα από γιδόμαλο σαΐσματα και κάλπες με τα οποία σκέπαζαν το φορτίο. Στο τελευταίο μουλάρι είχαν την καλλιγοδίκη με τα σύνεργα για βετάγωνα, αν κάποιο ζώο έκανε το πέταλό του. Με τα κοβώτσια κάρφωνα στον ήχο του ζώου τα πέταλα που ήταν δύο είδων, το συμπαγές πέταλο με το οποίο καλύγωναν τα υποζύγια και τον καλτσά, που βλαχίστηκαν κυλτσέ, για τα άμμογα που έσακαν κάρα. Αυτό ήταν άδειο στη μέση. Είχαν κι άλλα σύνεργα και ανάμεσά τους το τσεγγαροσούβλι για να ράγουν τη σαΐ όταν σε κάποιο σημείο κοβόταν. Και μια από τα μουλάρια πρωταγωνιστούσαν στις μεταφορές της τόσο αναγκαίες για την προαγωγή της ημικής όσο και της πνευματικής πρόοδου την εποχή εκείνη, θα σταθούμε για λίγο στην καταγραφή βασικών τους χρωματικών τύπων. Καράσα η Γκάλα είναι η μαύρη μούλα, Μπάρτζα η άσπρη μούλα, ενώ Μέρτζου ο άσπρος μούλος, Μάρα η καφετιά, Μαρέτζια η μικρή καφετιά Μάρα, Γκέσα η καφετιά με λίγο κόκκινο, Ψάρα η γκρίζα, Λάφα η μούλα με ανοιχτό μπες και μούλγο κεφάλι, Μάρακου ο δυνατός μαυροκαστανός μούλος, Πούλ ο κόκκινος μούλος και Γκόρι ο μεγανόσομος και δυνατός μούλος. Η πιο καλή εννοείται αποδοτική για την δουλειά η δικία των υποζηγιών αυτών είναι από τα 4 έως τα 10 τους χρόνια. Άλλογα και μουλάνια φορτώματα για πολύ κοντινές αφοστάσεις μέχρι 200 οκάδες ξύλα που τα πήγαιναν στη συνέντερος ή μέσα στο δάσος. Για μακρινές όμως αφοστάσεις ανάλογα και με το ζώο το φόρτωνα 80 πάνω κάτω οκάδες. Και για να μην πληγώνεται το υποζύγιο από το Σαμάρι καθώς πιεζόταν από το πάρος του φορτίου του έστρωναν κατάσαρκα μάρινο σάισμα ενώ από πάνω στο Σαμάρι για προστασία από τη βροχή έστρωναν σάισμα απογιδόμανο. Στα κακούλια του ζώου κεραμένο στο Σαμάρι προσάρμοζαν την εμπληματική κουπέρονα. Μια ειχαντή μικρή κουβέρτα που ανάλογα με το χωριό πρόεδρεσης του ιδιοκτήτη έφρυνε και τον χρωματικό κύκο κυρίως με τετραγωνάκια και λωρίδες. Αυτό γεννόταν προκειμένου να ξεχωρίζουν τα λογομούλαρα του Σαμαρινέων από εκείνα των περιβολιωτών και των κουπετσερέων. Για να μην αδιαφόρουν οι νέοι για το αγώγι, οι πατεράδες τους έλεγαν την εμπειρία πως όταν τα μουλάζια δουλεύουν τα Σαμάρια δεν χαλούν ενώ όταν κάθανται για μέρες χαλούν γιατί τα ζώα κυλιούνται μαζί με το Σαμάρι. Όταν το ταξίδι διαλκούσε μέρες πολλές, προμηθεύονταν για αυτούς ξηρά τροφή και για τα ζώα κρυφάρι σε σάκους που τα φόρτωναν σε ένα από τα πολλά μουλάρια. Την τροφή σε κρυφάρι την έβαζαν στο αλογοτάγιστο βλαχιστή λιγουτάστρο. Το περνούσαν στο κεφάλι του ζώου και είχαν καταμό να μην περνούν από πίσω του γιατί αγρύαναν και πλουτσούσε την ώρα εκείνη. Περισσότερο από τάλογα πλουτσούν τα μουλάρια και αυτό γιατί τα τελευταία είναι πιο νεύρια όπως το εξηγούν οι απογιάτες. Γι' αυτό είναι και πιο δουλευτά. Τα μουλάρια στα βλαχοχώρια της Γραβενιότητης Πίνδου ήταν πολλά σε κάθε χωριό. Ο κρυστάρης γράφικος ανάλογα με τις δυνατότητες κάθε κερατζή τα υποζήγια που αριθμούσαν. Τα 10, 15, 20, 30, 50, 100, 200 και κατεξής. Οι εύποροι καρβανάροι μας κληροφορεί ότι είχαν υπηρέτης. Οργανική συνέχεια των καρβανάρων της Δυτικής Μακεδονίας ήταν και οι κερατζήδες από την περιοχή της Βέρειας. Τον οποίον ο μεγάλος αριθμός μουλαριών κατάτομο προκαλούσε την έκπληξη των νότων Ελλήνων όταν μετά την απελευθέρωση του 1912 αντίκριζαν πολυάριθμα βλάχικα καρβάνια. Τις μεταφορές στην ευρύτερη είμαστε περιοχή ευνούσαν δύο μεγάλες αρτηρίες. Η Εγνατή Οδός που έξω από τη Θεσσανόκη έστρεπε προς τα βόρεια περνώντας από τα Ανατολικά της Δήμης Αχρίδας και η Βεσιλική Οδός του Φιλίπου η οποία διέσχιζε τα οροπέδια του Ξυρολίβαδο και της Κοζάνης και μέσα από τη χαράδρα της Τσούργιακας και το ΑΕΙΤΙΑΣ της Γρεβενιώτης Πίντου στα νότια της Αμαρίνας οδηγούσαν προς την Ήπειρο. Οι πολύματάκοι σώζονται στην Τσούργιακα και το Ξυρολίβαδο από όπου περνούσε και ο μεγαλοκαρβανάρης Ρώβας και ξεκουραζόταν στο μεγάλο χάνη του χωριού μας που μπορούσε να φορέσει κάπου 100 αλογομούλαρα. Και ενώ αυτό το δημοτικό τραμπούδι κίνησε ο Ρώβας για την βλαχιά να πάει μαθαίνουμε το όνομα ενός μεγάλου κυρατζή από τα Ζαγόρια από τον Γριστάρη μαθαίνουμε τα όνοματα των πιο ξαχωριστών καρβανάρων της Γρεβενιώτης Πίντου και της Πίντου προς την Ήπειρο. Του Βασιλάκη από τη Βόβουσα, των νησέων από το Περιβόλι του Χατζίπιου από τη Σαμαρίνα. Ένα από τους τελευταίους μεγάλους κυρατζήλες ήταν ο Βασίλης Νικολάου Γκώκας από τη Σμίξη που ιδιαιτέλεσε για χρόνια πολλά και πρόεδρος των Κερατζήλων. Ο Κρυστάρης αξιολόγηκε τους Σαμαριμέρους και τους Μετσοβίτες ως τους καλύτερους Σαμαράδες στο χώρο της Ελλάδας και της Αλβανίας. Και αυτό, γιατί τα αρχαιαθολοχόρια του τα είχαν ανεπτυγμένο υπερτροφικά το επάνγγελμα του Αγωγέτη. Κάποιοι από τους Καρβανάριδες είχαν και την ιδιαιότητα του έμπρο καθώς κουβαλούσαν με τα εχωζή για τους δικαίους πραγμάτια που την πουλούσαν για λογαριασμό τους. Η Μούλα, καθώς υπερήχει από το Μούλο φως προς την ικανότητα να ισορροπεί σε ορεινά μέρη, αντοχή και άλλα προσόντα που τις αναγνώριζαν οι Κερατζήλες, ήταν πολλές φορές το αποκλειστικά σχεδόν φορτηγό ζώο σε ένα καραβάνι δηλαδή είχαν μόνο Μούλες, πιο και Μούλους ή άλλογα. Έτσι η Μούλα, πρωτολάτης μπροστάει στο καραβάνι ονομαζόταν Κολαούζα. Της κρεμούσαν μεγάλο Κυπρί για να εντοπίσει δεύτερα η θέση του καραβανιού τόσο από τον Κερατζήλος όσο και από άλλες Μούλες όταν. Ξεμάκρυναν στην πορεία οι μία από την άλλη. Οι άλλες Μούλες αναγνώριζαν χάρη στον ρόλο της να είναι επί κεφαλής του καραβανιού και ποτέ καμιά δεν τις έπινε από μπροστά. Σίγουροι Κερατζήλες και ζώα ότι η Κολαούζα Μούλα γνώριζε τη διαδρομή, την άφηναν ανενόχητη και σταματούσε μόνον όταν, ύστερα από πορία τεσσάρων έως έξι ώρων, ανάλογα πάντα με το βάρος του φορτήου, τη ζέστα και τη δυσκολία του δρόμου ξεφόρτωναν για να πάλουν μια ανάσα άνθρωποι και ζώα. Και όπως η Μούλα Κολαούζος ήταν η κεφαλή του καραβανιού έτσι και ο Κερατζήλ Βάς, ο επικεφαλής ενωμένων καραβανιών, ανελάμμανε την ευθύνη της οριστής και ασφαλούς πορείας. Με τον πινέκι του, το άλογο ίπευσης, πηγαίνω ερχόταν για να επιβλέπει. Και όταν τη νύχτα ξεπέζευαν, αυτός απομακρυνόταν από τον καταπλησμό, έχοντας μαζί του τα χρήματα όλων των συντρόφων του, προκειμένου να τα προστατέψει από ολιστρικές επιδρομές. Μετά την ολιγόρη νυχτερινή ανάπτυξη, και παρά την κούραση και χωρίς ξυπνητήρια, η Κερατζήλ θα συμπώνονταν κοντά τρεις ώρες. Φόρτωναν και ξανάπτυναν την πορεία πριν τους ζώσει η ζέστα της ημέρας. Ο έναστρος ουρανός, με όλη τη φανγερή λαμπρότητα, τους καθοδηγούσε στο σωστό γρόμο με τους αστερισμούς, με βάση τους οποίους προσανατολίζονταν. Και σαν ο αυγερινός, ο φοροκομπός του ήλιου, έμενε μόνος στον αυτολικό σημείο του στερεώματος, λίγο πριν φταίξει έπιαναν τα μακρόσεπτα κερατζήλικα τραγούδια, ελληνικά και βλάδικα, που μεταρεθέναν. Τις επαναλήψεις τους ξεπούραζαν, ενώ επέφεραν στον χρόνο της μακράς πορείας να περνάει ανεπέστα. Οι κερατζήλες, διατρέχοντας ακατάπαυστα τον ελληνόφωνο χώρο, άκουγαν, μάθαιναν και τραγουδούσαν ελληνικά τραγούδια, καθώς το απαιτούσε και η δουλειά τους. Έτσι τα μετέχαραν και τα διέλθαν σε βλαχόφωνος και σε ελληνόφωνος. Τραγούδια κερατζήλικα, βλάχικα, έχει περιλάβει ο Τέχης Παπαγατζής στη συλλογή του «Ποεζία, Λύρικα, Ποκουλάρα». Ωστόσο, κι ένας φοιτητής της νομικής το 1978 στην Ανδέλα μου έλεγε ότι είχε συγκεντρώσει 150 περίπου κερατζήλικα τραγούδια. Ακολουθούν στη συνέχεια δύο σχετικά τραγούδια. Το πρώτο, καταγραμμένο από το Σύλλογο Βλάχων Παίριας, είναι καθαρά κερατζήλικο και καθραίως φτίζει τη νοσταλγία του κερατζή για τη φαμελιά του, ενώ οι φτώχια και οι ανάγκες της τον κρατάνε μακριά της. Το δεύτερο, από την πρέαζα και σήμερα δίστρατο, καταγράφηκε από τον Κώστα Παγανιά και αναφέρεται στον καίμο της κόρης για τον ξενικεμένο και αγαπημένο της, πιθανόντατα, κερατζήλικο. Ένα μεγαλύτερο, μεγαλύτερο βράδυ, όπου βρισκόμουν τα τραγούδια της, τα τραγούδια της. Ο διευθυντής δεν είχε σαρ. Είχα μιλήσει τα τραγούδια της και μιλούσα μ' αυτοί οι φτώχια. Είχα φύγει το βράδυ και μερικές φυγές. Δεν είχα τραγούδια και δεν είχα τραγούδια. Στα ομουλιάρια του Αρκουάρι σε μετάφερα. Ένα καλοκαίρι τρανό τρανό, ένα καλοκαίρι τρανό τρανό, που στα ξένα γυναίκα μου μένω, που στα ξένα γυναίκα μου μένω. Είπαμε ότι έχει πολλά ρε χρένη το κερατζήλικο τραγούδι. Το πουγγί με τα λάθη άδικα, καθόμουν και συνογιζόμουν γυναίκα και στο νου μου έφερνα τη δόλια φαμελιά μου. Πήρε το χινόκορο και με τις βροχές τα πρόβατα η τσουμπάνη ρουβολάνε. Μαλλιότο δεν έχω ο έρημος, μήτε κάπα. Και στέκω γυναίκα ο δόλιος μου με σταγιάζει. Δίστρατο, μπράζι. Τσι στα εχάτε μήγγε αρρου. Τσι στα εχάτε μήγγε αρρου. Θεάτα μου σάτεν. Στρα καρούδες η λιμιλιά μορ τζιόνι κερατζήλ. Τριτσί θεάτα μη σιντιλιά θεάτα μου σάτεν. Δινάμ τζιόνι τουξάνι τζιόνι κερατζήλ. Τσιν τα εχάτε σιντσλωδού θεάτα μου σάτεν. Βρήκα τούτε δυλαδάτα τζιόνι κερατζήλ. Μετάφησε. Τι στέκεσαι κόρη δίπλα στο ποτάμι κόρη μου όμορφη. Να πάνε στο ποτάμι να με πάρει μωρέ λεβέντι κερατζήλ. Γιατί κόρη μου να σε πάρει κόρη μου όμορφη. Γιατί έχω το λεβέντι μου στα ξένα λεβέντι κερατζήλ. Γιατί θέλεις κόρη μου να τον φέρω κόρη μου όμορφη την βρήκα μου όλη από τη μάνα μου λεβέντι κερατζήλ. Να σημειωθεί ότι τα καθεαυτό κερατζήλικα τραγούδια δεν χορεύονται. Καθώς είναι τραγούδια προσαρμοσμένα στις πραγματικές συνθήκες των στρατοπόπων αγγωγιατών που βρίσκονταν σε συνεχή πορεία πεζούρα ή καβάδα με το κεχρυμπαρέμιο χομπολόι στο χέρι. Καρακά, μακρόσεκτα, συχνά λιπητερά αληθινή σύντροφη του κερατζήλ στην Ατέγειο Κυπορία. Θα δούμε τώρα πώς σηματιζόταν ένα μεγάλο καραβάνι με μακρινό προορισμό. Στη Βοβούσα άκουσα τη σχετική παράδοση πως με την αρχή της καλοκαιρίας κερατζήλες που είχαν συγκεκριμένο προορισμό όπως παραδείγματος χάρη Σαλονίκη, Μοναστήρι, Κολιτσάδη, Ράχη, Πενηγράδη, Βουταπέστη και τα λοιπά, ξεκινούσαν από εκεί, περνούσαν από το Περιβόλι, την Αβδέρα, της Μίξη και της Αιμαρίνα κι όποια βογιάτες είχαν κοινό προορισμό ενσωματώναταν στο υποσυμματισμό μεγάλο καραβάνι και με επικεφαλής. Όπως είδαμε, τον Κερατζήμ Μπάσ, έναν καρπανάρο έμπειρο και ικανό για τις δύσκολες περιστάσεις που είχαν μπροστά τους ξεκινούσαν το τρομορρό γιό τους. Η ομοξυχία, όρος απαραίτητος για τη συνοχή και τη σωστή διεκτερέωση της Αφροστολίστων ήταν αφανερή σε περίπτωση εμφάνισης λιστών, οπότε αν υπολόγιζαν ότι ήταν του χεριού τους άρπαζε ο καθένας τη φορτοτήρα μια φούρκα γερή συνήθως από χρανιά που την είχαν πάντα πάνω σάμαρα και ρίχνονταν ομαδικά επάνω τους ή τεροβολούσαν με τα όπλα. Στο περιβόλι άκουσα γέροντα να μου λέει παλιά είχανε κοπάδια δεν λέω αλλά εμείς οι περισσότεροι ήμασταν κερατζίδες γι' αυτό και η φορεσιά μας ήτανε μαύρια. Τότε κοντά στην μαύρη ενδυμασία των περιβολιωτών θυμήθηκα ότι παλιά στο Μέτσοβο οι αγωγιάτας και οι εμποροβιοτέχνες φορούσαν δινίκλε δηλαδή τα γαλάζια εννοείται τα βαθιά γαλάζια ενώ οι κτηνοτρόφοι και ενδελουργοί άλμπιλε δηλαδή τάσπρα. Η ενδηματολογική του τη διάθεση υπήρχε και σε άλλα βραχοχώρια όπου οι κτηνοτρόφοι φορούσαν άσπρα και οι κερατζίδες μαύρα. Πριν από δεκαετίες ο έμπορος από τη Θεσσαλονίκη Κατσόχης μου είπε ότι στο χωριό του την Αυδέλα τα μουλάβια δημόσιας χρήσης ανέβαιναν στα 1500 μουλάβια κερατζίδια. Όμως, τον ίδιο χρόνο, την ίδια εποχή, η ελεύθερη Ελλάδα της Μελούνας τότε είχε ακριβώς 1500 βιομηχανικούς ύπους. Ο ίδιος έμπορος είχε πληροφορίες από γέροντες ότι οι κερατζίδες μας έφταναν στη νηψία της Γερμανίας, αλλά μέχρι το Νουγκοροτ της Ρωσίας, ανάμεσα από τη Μόσχα και την Πετούποη. Έτσι, όταν επέστρεφαν με την πολύτιμη φραμάτια και την παρέντιδα, γύριζαν στα σπίτια τους και ζητούσαν από τις γυναίκες να ανοίξουν την ποδιά, και εκεί γεμάτη περηφάνεια έριχναν τις χρυσές σιλίες που είχαν μαζέψει με τα κρυβά πληρωμένα αγόγια τους, εισπράγοντας ταυτόχρονα την ικανοτήσει ότι οι κόποι τους άρχισαν και δεν πήγαν χαμένοι. Το Νουγκοροτ στα βροηδικά της Μόσχας μου φαινόταν τότε ως άκρες των Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Αργότερα, όμως, ήρθε άλλη πληροφορία, τη φορά του και η προσωπική αυτού που μου την κατέθεσε. Τώρα, των Βελινεκές στην πορεία των αγωγιατών μας έφτασε μέχρι τα νότια της βόρειας Φιλανδίας, κοντά στη χώρα των Λαπόνων. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βρήκα πολλά σε ξένους περιγητές σχετικά με Αρμάνους και Ρατζίδες στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας. Ωστόσο, προτίμησα να καταγράψω ό,τι πρόλαβα να ακούσω από τους τελευταίους εν ζωή οι Κερατζίδες, πρωτού τα στοιχεία τους χαθούνε στη χωάνη του χρόνου. Από τους περιγητές παραθέτω μόνο την εκτίμηση ενός που δεν θυμάμαι πια το όνομά του, ότι είναι τυχερός ο ξένος που στην Τουρκία το έλαχε να έχει βλάχο οδηγό και αγοιάτη. Σε βλακοχόρια Μέντονο και Ρατζίδη βιοτεχνία και εμπόριο έδειξε κανείς αρχοντόσπιτα με βιβλιοθήκες, εμπλουτισμένες με βιβλία τρασικής παιδείας και ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, για τα οποία έγραψαν με θαυδημασμό ξένοι περιγητές που τα επισκέφτηκαν και όπου φιλοξενήθηκαν ενώ μπορούσαν ακόμα και να ενημερώνονται για την ισοτιμία των κυριότερων ευρωπαϊκών ομισμάτων. Και όλος αυτός ο πλούτος, υλικός και πνευματικός, μεταφέρθηκε στον τόπο μας από τους ακαταπονιτους και ακατάβλητους στρατοκόπους τους αγοιάτες. Ο κόσμος των Κερατζίδων, που τον σφυγλάτισε η περιπέτεια, η ευθύνη, η καρτερικότητα, η επαγρύπνηση, το πνεύμα συνεργασίας και τους πότισε η άρμη από τον ιδρότας της Μεγάλες Πορείας, έγραψε εποπία ηρήνης και φορτισμού, που στον καιρό της ακμής του δεν βρέθηκε κανείς να τη γράψει και να την απαθανατίσει. Μιμούμενοι το να είναι στο Ευάγγελο Αβέρος, που στην αυλή της Πενεκοθήκης στο Μέτσοφο έστισε το άγγλωμα του ανώνυμου βοσκού και του ανώνυμου ξυλοκόπου, θα πρόκεινα έστω και σε χρόνους οικονομικής δυσπραγίας, να στιθεί σε βλαχοχώρη σύμπλεγμα του ανώνυμου αγοιάτη με την ορεινή μούλα σε ένδειξη αναγνώρισης και αγνωμοσύνης για την πολύ κοινή κάποτε προσφορά τους. Ευχαριστώ για την προσοχή σας. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ Κυρατζίντο. Μέχρι τα 70, ο πατέρας μου και τα αδέρφια μου είχαν 17 κουλάδες από τους τελευταίους κυρατζίντες εδώ στην πόλη. Και εσύ έχεις τα πιο μεταφορετικά... Ακριβώς. Και ξεκοινώνιζα ακριβώς από εμπειρίες οικογενειακές, αλλά και ευρύτερα και με την ανασχόληση με τον Σύροβου Βράχο Βέριας. Αυτό που υπόδειγε από τον Βουζμούκια του φίλου τον Αντώνη, θέλω λίγο να το κάνω πιο εξειδικευμένο. Το 1926, με μαρτυρία του Αναστάση Χάτσιου, εδώ η Βέρια είχε 6.000 κυρατζίντες. Στην δεκαετία του 40, με μαρτυρίες επιβιώσμενων κυρατζίντες, είχαμε γύρω στα 4.000 μουράδια, από τα οποία τα πιο πολλά έγιναν τη σειρά στο Αλβανικό έπος. Δηλαδή τα πιο πολλά δεν γίνησαν, για να επιβεβαιώσω τη μεγάλη προσφορά των βράχων στο Αλβανικό έπος. Και δεν γίνησαν, όχι γιατί οι βλάχοι δεν μπορούσαν να κάνουν κουμάντου, αλλά πολλανθασμένες κινήσεις αυτού που δεν γνώριζαν. Έτσι ακριβώς, μου είπαν κυρατζίντες από τη Βέρια, εμείς τη λέγαμε και τους ανατέρους των κοινοματικούς μας, πέντε και έξι μουλάγια μπορείτε να κάνετε κουμάντου ο καθένας μας, αφήστε τα ζέμα, όχι είναι πολλά, ο καθένας από ένα. Εμείς γυρίσαμε με το ένα και εμείς γυρίσαμε και τα ζώα μας, οι υπόλοιποι που είχαν το ένα και οι ίδιοι πάντα κλειοπαγήματα και τα ζώα πάγωσαν. Ήταν θέμα άγνοια. Ένα. Και ένα δεύτερο, και παράπονο που εχάστηκε από κυρατζίντες μετά, ότι γι' αυτά δεν πήρανε ούτε μία δραχμή ακούγε, διότι όλοι στους κυρατζίντες ούτε μία δραχμή αποζημίωσαν. Θυμάμαι τρεις φορές και πάει ο πατέρας μου στην Έβρεσα, τώρα έγινε μια αποζημίωση, γιατί πήγε με έξι και γύρισε με ένα γεωλόγο που είπα, αλλά αποζημίωσε καμιά. Ωστόσο χαλάλει για την θερμησία, πραγματικά, στον οργαντικό έμπρος που τιμάει την Ελλάδα και τους Έλληνες. Ένα δεύτερο, αν επιτρέπεται, μπορώ να πω δύο λάγια από εμάς? Πολύ ωραία. Ένα δεύτερο. Οι ξένοι περιηγητές αναφέρουν τους λάθος, ήδη από το 1.100. Κάποιοι νομίζουν ότι βράχια να καλύψει θα είναι όταν τα τελευταία χρόνια με τους συλλόγους. Δεν είναι έτσι. Μια συστηματική μελέτη θα τη γνώριζε. Αντώνη, θα το ξέρεις, φαντάζουμε, αλλά δεν μπορεί να τις συμπεριλαμβείς όλα, ο Σιμόπουλος στο έμμο του «Πώς είδαν οι ξένοι περιηγητές στην Ελλάδα», που από σπάντων έλεγε σαν εφημερία, λέει, γύρω στο 1573 δεν κάνω λάθος, μια αποστολή με έναν Γάλλο αξιωματούχο πρέσβη πήει να εγκαταστατεί στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί λέει, από τον πρώην το σημερινό, για Κωνσταντινούπολη μέσω Βιλιπούπολη. Βιλιπούπολη ανδάμωσα ένα μεγάλο καναβάνι. Ήταν 300 βουλάρια και το οδηγούσαν βλάχοι αρματωμένοι. Με λίγα λόγια και οι ασφάλαιοι πολλές φορές, ή ήταν προσωπικοί δικοί τους, ή πολλές φορές, με μαρτύρις που έχω ακούσει, νικιάζανε κιόλας. Δηλαδή εκμισθώνανε για ασφάλαια. Ο Κρυστάλης μπορεί να φέρνει κι ο Αντώνης. Μιλάει για τα μεγάλα κυραντζίδικα ονόματα και τα λοιπά. Αλλά την ίδια εποχή, το 1813, ο πρόξενος στην αυλή του Αλή Πασάν, ο Πουκεβίρ, καθώς ευγόταν από τους αγόρους στην Κόνισσα, σε ένα χωριό της Χιονάδας, βρήκαν αυλάχωλοι, οι οποίοι ήταν ντόπιοι. Βλέπω και τα ονόματα όλα της περιοχής, και λέει ότι αυτός έκανε εμπόριο με τον Βουκουρέστη. Δηλαδή Αλβανία-Βουκουρέστη. Τα καραβάνια από τη Θεσσαλία, από τη Ζαγόρη, την Ήπειρο, από τη Μακεδονία, καταλήγα τα πιο πολλά στη Δαρματική, στο σημερινό Δειράχει, την αρχαία Επίδαμνο. Και ο Μπίκτορας Μπεράρ, ένας ελληνιστής Έλληνας, ελληνιστής Γάλλος, ο οποίος ασχολεί με τον Ρόμιρο, φιλέλληνας, αποκαλεί το λιμάνι, το τυράχελ, Βλάστικο λιμάνι. Γιατί εκεί καταλήγανε, από τη μια μεριά, καταλήγανε, λέμε, τα καραβάνια, από την άλλη, παραλαμβάνανε εμπορέμματα που ευρώτανε από τις αγορές Ιταλία, Βενετία, Λιβόλογου κτλ. Και για να μην κάνω κατάχρηση, μια φορά ακόμη. Είπα ο κ. Μουσγκούς, ο Φίβος Βαλδόνης, το εξής, και συγχωράω πολύ, ότι δεν μεταφέραν οι βλάχοι μόνο προϊόντα, μεταφέραν και ιδέες. Δύο μεγάλοι άγγλοι αρχαιολόγοι, οι ΟΕΣ και ο Τόνσον, που ήθελαν να κάνουν μελέτη στο Διμήνι, στο Βόλο, για τους νεοελυτικούς οικοίμους, ή να τα αναβάνουν καράστιο μεγάλο, στο Μαϊνέικο, που ανέβαινε το καλοκαίρι και το χρονό. Σε τι είναι αυτοί, με παγκέες, με κόσμοι, με φόδι, με λούτσοι. Όταν τους γνώρισα, τρία χρόνια τζοπουλούθησα. Και κοντά στα άλλα, υπάρχει ένα μυνού που πήραμε κάποια δεκαετία, μεταφάστηκε και στα ελληνικά, από το φίλος Τρικάλον, λέει το εξής. Η γυναίκα ακολουθά γενικά στη Νότια Βαλκανική τη μοίρα της γυναίκας. Να είναι υποδέστρια, να είναι στο σπίτι, να είναι κτλ. Όμως η γυναίκα στο σπίτι των βράχων είναι αλλιότητα. Είναι αφέντρα σε σχέση με τις γυναίκες άλλων εθνικών ομάδων. Αυτό το αποδίδε, κυρίως το κυρατζυλίκε, όπως είπε ο κύριος Πουσμούκης, μεταφέρανε και ιδέες. Ήδη στη Γαλλία είχαν αγγίσει ιδέες περισσότερας των ανθρώπων, του φίνου κλπ. Και αυτά περνούσαν πρώτα εδώ στην Αλλάδα, στη Βάκη, μετά τους κυρατζύλων. Ζητώ συγγνώμη για την παρέντα σας. Ο Περάς, παρότι ήταν φιλέγνας, επειδή εξήρε πολύ τον ρόλο των βλάκων και για τα σχολεία και την ελληνική γλώσσα του κοντά στα βλάχια. Την μιλούσαν άρεστα οι βλάχοι, και εμένως τα υπλάχια του Δηραχείρου. Θα ζήλευαν οι Αθηναίοι, λέει, την ελληνική γλώσσα των βλάχων του Δηραχείρου. Παρεξηγήθηκε πολύ από την άλλη πλευρά τον ελληνοκεντρικό, ας πούμε. Και τον είπαν μισέλληνα, γιατί επενεί πολύ τους βλάχους. Αλλά εμπλάχους έβρισκε μπροστά του, όχι δεν έβρισκε τους άλλους, αλλά οι βλάχοι ήταν οι πιο δραστοίδιοι. Αυτό που είπε ο Άμαντος, ο πιο πολίτερος και ευκίνητος πληθυστός βαρκανικής. Εκτός θέματος κυρατζίδου και λοιπά, αλλά στην ελλητικότητά σας. Στην Ελβετία σ' ένα καμπτόνι με ένα τρέτο ρομανικά. Δεν έχουν σχέση με τα βλάχια κάποια. Δεν έχουν σχέση, έχουν σχέση μόνο κοινής καταγωγής. Δηλαδή είναι από την ελληνική. Είναι εντόπια εκεί. Δηλαδή οι παλιοί ελβετοί ήταν όλοι ρετοί. Μετά έγιναν γερμανόφουνοι, γαλόφουνοι, ιταλόφωνοι. Και τώρα περιορίστηκαν στον αριθμό των 170.000. Βεβαίως και τα ελβετικά αυτοκίνητα φέρνουν το σήμα της Ελβετίας χρειασχραμένος στη ρετορική, στην ρετορωμάνια. Να σας ρωτήσω, δεν θα αποφύγω από το πειραγμό, κύριε Βουσέ. Αν έχετε δική σας ελευθερωμένα, όσον αφορά τον συσκεκρισμό των μεταφερωμένων όγκων εμπορευμάτων, όχι αγαπτών γενικά κυριαρχιών, αλλά και των κυρατζίδων προς πλάχικους οικισμούς ή πλάχικες πόλεις, που την εξίσθηκαν. Τέχνη μου σεφία από τον Ψώτσο τον Γιώργο και τώρα τελευταία από έναν επιθανή καθηγητή του ορκωτών χαρούγενη βάσει των φορολογικών καταστήμων. Οι Τούρκοι αιτισίως φορολογούσαν όλες τις αισθείες. Τώρα τα τελευταία χρόνια εκδίδονται αυτή η οικισμή και μάλιστα τώρα αυτό τον καιρό υπάρχει ένα κατάστιχο το οποίο αναφέρεται από Κομοτίνη ως δειράκιο. Βλέπουμε για παράδειγμα 1530 το που πλάχει έχει 54 εξαισθείες, η κλεισσούρα 76 είναι βέσκα έξι. Ρωτάω τον κύριο Γιώργο τον έξαφνε, πώς γίνεται αντεπίτα για παράδειγμα πλάχικοι οικισμοί οι οποίοι κατοικούνται από τους Ολτοφύλεκες. Να δούμε μια τεράστια υπάρχειση του κληθητού. Η απάντησή του είναι το καθαρό το νερό το οποίο υπήρχε ως παράμετρος οικισμού των βλάκων. Ενώ το γράφει και ο Κωστής Κωστής στα χρόνια της Πανούπλας, ενώ τα παιδινά μέρη εξαθαμίζονταν, αθαμίζονταν οι οικισμοί, οι βλάχοι εφαρξάνονταν πάρα πολύ. Εσείς με την έρευνά σας, όσον αφορά γιατί υπάρχουν μέρες, είναι φυσικό να υπάρχουν στοιχεία. Οι χειρατζήνες καθώς μεταφέραν τα εντορεύματα, ο όγκος των εμπορευμάτων αυτός έχει καμία αντιστοιχία με βλάσεις και δραστηρισμούς, θα ήταν πολύ τιμά αυτά τα εντορευμένα. Οι χειρατζήνες δεν μεταφέραν κάτους προϊόντα, εκτός αν ήθενε χειρατζήνες έμποροι. Ξέρανε πού διακινήθηκε το περισσότερο εμπόρευμα και πήγαν εκεί και έκαναν τα βόγια. Όταν λέω ότι βρέθηκαν στην Καλκούντα, δεν όχι ότι πήρανε εμπορέμματα από τη Μακεδονία όταν πήγαν στην Ινδική, αλλά φτάνανε στη Μικρά Ασία, αφήναν εκεί, παίρναν άλλο αγώγια, αγώγια κάνανε. Και μάχιστα στο Αφγανιστάν ο Ιώργος Ώξακός μου έλεγε ότι υπάρχει που είναι βλάχοι, οι οποίοι δεν λένε, ενώ μιλάνε νεολαντινικό οι δύο, αλλά που λένε ότι είναι Ρουμάνοι ή ότι είναι βλάχοι λένε, είμαστε αφού με τον Αλεξάνδρα όταν μιλάμε λέει κυπλώστα των Ρωμαίων και φορούσαν μαύρες φρυστανέλλες, αλλά κυρντζήτασαν και αυτοί, οι πρόγονοι τους. Τους βρήκε στο Κουκουρέστι όπου φοιτούσαν. Και έχω βρει στους πληθυσμούς των Λόφων στη βόρεια Ινδία φορούνε άσπρη εμπιμασία που θυμίζει φρυστανέλλα ελληνική. Και όταν μήνει ο Ανδρέας Ποπανδρέου όρμησαν να τον υποδεχθούν έτσι με ιδέτερες εκδηλώσεις από εκεί ο άλλος κόσμος. Και έχω πληροφορίες ότι αυτοί δεν ήταν Βλάχαιοι, αυτοί ήταν οι Μακεδόνες από παλιά. Ούμπιβια ή κολόνια ήταν οι Μακεδόνες στην μικρά ασία. Όπου υπήρχε δρόμος, υπήρχε και απεικία Μακεδόνων. Κάτι παρόμοια ήταν και με τους Βλάχους. Αλλά πώς πλήθηκε ο πληθυσμός των Βλάχικων χωριών. Διαδείθηκε η Μοσχόπολη. Είχε 60 χιλιάδες περίπου κατοίκους. Αυτοί επήχησαν χωριά όπως είδε τον Ιφαίο. Η πλησόρια είχε από πάντα πληθυσμό, βέβαια. Και όσο προστιμηναρώστηκε και τους ορεινούς τους έβρισκε. Στον Ασπροκόταμο είχε γίνει πανούκλα οι οποίοι είχε αποδεκατήσει χωριά όκληρα. Το χωριό Μιλιά στον Ασπροκόταμο κατοικείται από Ελληνόφωνος και όχι από Βλαχόφωνος. Οι οποίοι εγκαταστάθηκαν μετά που πέρασε η πανούκλα. Είχε ρημάξει εντελώς το χωρινό. Μήπως μπορούμε να προσδιορίσουμε χρονικά την πανουσία του Βλάχου στο Δευτί και στην Κακούλα έτσι λίγο μετά την έρευνα του έξαπτον κάποιου Βλάχου. Ο έξαπτος δεν έκανε έρευνα για την Κακούλα. Να σας πω, εγώ είχα ακούσει ότι ήταν στο Δελχή από τον Τζόν Σοσίδης. Από πολλά χρόνια, μπορεί να είχε πει Καλπούτα άνθρωπες. Βρήκα έναν ιερέ ελληνοορθόδοξο που μου λέει στην Καλπούτα υπάρχει ελληνοορθόδοξη εκκλησία και όχι στο Δελχή. Και τη μετακίνησα από το Δελχή. Εγώ για το Δελχή θυμόμουν τον Τζόν Σοσίδης στην Αθήνα τώρα ξεκίνα από χρόνια. Αλλά χρονικά, λίγο πιο νωρίτερα από τον Μεγαλέξανδρο Απότερα... Όχι, αυτό έγινε πριν από 200-300 χρόνια πραγματικά. Στη τηλεόραση πριν από χρόνια είχε δείξει για τους πραγματευτάδες που πηγαίνανε στην Ουγγαρία και σε αυτά τα μέρη. Και χρησιμοποιούσαν και το δώναβι που ήταν πλωτά από τάμη με τα ποταμόπλια. Και υπήρχαν και στοιχεία από τα νεκροταφεία που είχαν τους τάφους με τους σταυρούς και τα ονόματα. Έχει βγει και βιβλίο με τα άλλα. Ρώτησα σύνάνδροφο ερευνητή γλωσσολόγο Ούγγρος στην Ενταγωγή, που ξέρει καλά ελληνικά. Λέω, υπάρχουν βλάχηκες οικογένειες στον Δουδαπέστιο υπόνομα, λέει, έχουν αναμοιχθεί με τον Ελληνικό εκπληκτισμό και τα ονόματα τους σώζονται, λέει, στον κατάλογο των εταιρεγετών της Ουγγαρίας και στα νεκροταφεία όπου σώζονται μνημεία, έτσι, αξιόλογα και τα Βετρή Ουγγαρία, εκεί σώζονται τα υπόνομά τους. Ολόκληρο το ζέμον στους σχετικούς του δρόμους, τα τετράγωνα, τα φονικά είναι από βλάχους και την πληροφορία την έχω από πόντια ξαναγώ. Όταν περνούσαμε όλα αυτά, λέει, ήταν των βλάχων… Τα είχε δείξει τα σπίτια η τηλεόραση, τα είχε δείξει αυτά και τους βλάχους που ήτανε σε πλούσιοι σχετικά, δηλαδή με… Ναι, είδατε αν έφερα την Βιέννιος, πρωτεύουσα της κλασικής μουσικής, όπως και είναι. Υπάρχει ένας υπενυγμός. Ο Δούμπας εκεί έκανε το Μέγαρο φίλον της μουσικής. Όλη η Ευρώπη ακούει ζωντανή κλασική μουσική καθημερινά από το Μέγαρο που χάρισε στη Βιέννη ο Δούμπας, ο οποίος έκανε και πολλά γάλματα καλλιτεχνών και του Μεγάλου Αλεξάνδρου που δαμάζει τον Βουκεφάλα. Και αυτός ο Δούμπας ήτανε μοναδική μορφή για τον 19ο αιώνα και πέθανε ακριβώς το 1900. Έκτισε την Ευρωβουλεία. Είναι μεγάλο κεφάλαιο οι αγωγιάτες και όπως είπα αδικοί είχαν γιατί, στον περίοδο της Ακμής δηλαδή το 1750, θα έπρεπε να έχει καταγραφεί δηλαδή σε ποιους σταθμούς πώς η ψυχολογία τους, πώς μετακινούσαν τα εμπορέματα, π.χ. πώς περνούσαν το μπαμπάκι το λατρέο. Δεν το περνούσαν από τα τελονεία. Θα πρέπει να το περνούσαν με σχεδίες. Μπάζανε τα ζώα πάνω στη σχεδία, στις πλάβες, πώς θα λέγανε αυτά, τα πλαιούν μέσα στο ποτάμι. Αλλά μη φανταστείτε ότι περνούσανε κολυμπώνας, έλεγανε το μπαμπάκι. Είχα όμως και την ε, είχα και την πληροφορία ότι περνούσανε τα μεγάλα ποτάμια της Ευρώπης με ασκούς. Αλλά τέτοιο εμπόριμα, μάλλον απίθανο το θεώρησε, γι' αυτό δεν το έγραψε. Ο Κέσας όμως περνούσε τα ποτάμια βάζοντας ασκιά στις σκυλίες των ζώων και είχε και φορτιό. Δεν ήταν τα ζώα έτσι. Βέβαια σαμάρι δεν είχαν τότε, αλλά ήταν φορτωμένας. Και για να δώσουν άμοση, βάζανε από κάτω από τη γηλιά τους ασκούς, σωσίδια. Κάτι να σου πεις αυτό? Ναι. Υπάρχει πάλι περί ηγητής που λέει στον. Ναι. Πήγε από τη δρασματεία, από τον Τόμι, παίχτη Κωνσταντινούπολη και χρειάζονται 25 μέρες. Βλάχει κυρατζίδες, ξέρουν τα μονοπάτια και τις κάνουν, το κάνουν το δρόμο σε 15 μέρες. Και θυμάμαι μια κουβέντα με τον Κατσάνη, τον καθητή μοσολογίας στη Σβανήκη, που μου είχε πει τότε, καλά ήτσι, να ζητούμενο για τους νέους επιστήμονες, πως τα πού πρέπει τα παιδιά να κατεδύνται. Οι βλαχώστρατες, δηλαδή τα μονοπάτια των βλάχων που κινούνταν οι κυρατζίδες. Γιατί ακριβώς αυτό θα μας οδηγήσει και σε άλλες, θα λέμε και σε άλλες συνδρομάσματα, σχετικά με οικισμούς, σχετικά με δρόμους. Ναι, οι βλαχώστρατες είχαν ανάγκη αποφύλαξη. Και για να είναι ασφαλή η φύλαξη, έπρεπε να είναι πάλι βάχη. Γι' αυτό και το χάνια συνδυαζόταν με το κερατζιλίκι. Κερατζιλίκι, αρματολίκι και χάνια είναι αλληλέμβετ. Συγκυτουργούν. Και τα χάνια τότε, αυτά που ήταν αναβαθμισμένα και τα λέμε επανδοχεία, ήταν πράγματα, όπως είπα, άτοιπες ακαδημίας. Ήταν επανεπιστήμενοι για την εποχή εκείνη. Όχι εντός εσωτερικών, αλλά εκεί κατέφταναν άνθρωποι που είχαν δει πολλά τα μάτια τους, που είχαν ακούσει πολλούς και ο ένας μετέρθηκε τη γνώση στον άλλον. Στο χάνι γινόταν περισσότερη ανταλλαγή πληροφοριών και γνωριμιών από την γινόταν στις μεγαλού πόλεις. Ο κερατζής ξεφόρτωνε εκεί, έβρεπε, γνώριζε κάποιον, αλλά στο χάνι γινόταν συζητήσεις και γινόταν γνωριμίες. Αναφέρατε για το ΣΥΝΑ ότι ξεκίνησε όταν ήταν μικρός, ήταν και αυτός ο κερατζής. Δεν ήταν κερατζής. Έστειλε ο πατέρας του κερατζήρες να τον βάλουν από τις έρες. Ήταν μεγάλο σελθείο του. Και στη διαδρομή, επειδή το έχει από μέσα του, οι μεγάλοι άντρες φαίνονται από μικρή. Ο Αλέξανδρος ρωτούσε τους Πέρσις πριζεκτές, όταν πήγαν στην αυλή του πατέρα του, πώς είναι οργανωμένος ο στρατός των Περσών. Θα είχε στο νου του να πολεμήσει. Υποσυνείδητα όχι και συνήθως. Έτσι και αυτός ρωτούσε, αλήθεια λεπκού, μεταφέρετε τα προϊόντα, γιατί άκουγε ότι έκτισε η Αυστρία τα σύνορα με την Τουρκία. Από πού τα περνάτε, από εδώ, από εκεί, τα κράξει μας στο μυαλό του. Ποιες ήταν οι οδηγίες μετά. Εγώ απλώς ήθελα να τονίσετε, βέβαια ίσως είναι λίγο εκτός θέματος, και ποιοι άλλοι ήταν οι μεγάλοι εμπεριέτες Βλάχη. Αναφέρατε τον Σίτσα βέβαια, ποιοι άλλοι, ήταν ο Ζάπνας, ποιοι άλλοι. Είναι πολλοί, είναι πολλοί. Θα μας κατηγορήσουν και απλά και κομποριμοσύνη. Ναι, όταν είδα την εκδήλωση των Βλάχων, οι Βλάχοι τιμούν τους εμπεριέτες, και δεν προσθέσαμε το κτητικό τους εμπεριέτες τους, και λέω άλλες φάρες θα μπορούσαν να κάνουν αυτό. Όλοι μπορούν να τιμήσουν τους εμπεριέτες, αλλά εμείς τιμούμε τους εμπεριέτες μας, εμείς μπορούμε να το πούμε έτσι άνετα. Ενώ οι άλλοι τιμούν τους εθνικούς εμπεριέτες, για όλους οι εμπεριέτες τα χάρισαν, αλλά μπορούν να είναι από τη γενιά των Βλάχων, οι οποίοι έχουν μια τελειφάνια, είναι φιλόδοξοι και θέλουν να ακούγονται για προσφορές. Αυτό το έχουμε. Είναι εγωιστικό μένα, αλλά είναι και κινητήρια δύναμη. Από τον Ιουστινάνο, δηλαδή μέχρι τον Σίμο Νασίνα, τα μεγαλύτερα έργα έγιναν από αυτούς τους δύο. Ο ένας έκανε παρθενώνα, ο άλλος έκανε αγία Σοφία, δεν είναι αγία η Σοφία, είναι αγία του Θεού η Σοφία, δεν είναι κάποια αγία των εικόνων. Ο Περίπλης έκανε το Ναό της Θεάς της Σοφίας και ο Ιουστινάνος έκανε Ναό της Σοφίας του Θεού. Ενώ το ίδρυμα της Σοφίας, με την επιστημονική έννοια, το έκανε ο Σίμο Νησίνας. Η Ακαδημία Πλάτωνος που λέγεται Σνέα Ακαδημία και σήμερα λέγεται Ακαδημία Θυνών. Από τα θεμέλια μέχρι το τελευταίο κεραμμύδι είναι από τον Σίμο Νασίνα. Το Ρέτρο κτίριο, νεοπλασικό, δεν λέμε πλασικό, νεοπλασικό κτίριο, εκτίμηση αρχιτεκτόνα της Ουνέσου. Το άκουσα από ο καδημαϊκό. Καλό είναι να έχετε ερωτήσεις, γιατί γίνονται ζυμώσεις έτσι. Είχα κι άλλα να σας πω, αλλά θα παρατείνω τα δύο μιλήματα και ελεγόνισε να σας κοντρώ. Είδα την επαγγωγή του με ενδιαφέρον πράγμα, που τα γυαλιά δεν με εμπόριζαν, τους έκανε τα δικά μου γυαλιά, και με αυτά είχα διαλήψεις. Δηλαδή ο Ισχυνιανός είχαν πλάκους. Είχαν πλάκους, αφού είχε ανεψιά λουπεκίνα, λικοπούλα. Είχε ανεψιά που το λέμε προγέκτα, προβεβλημένη. Λατινόφωνος, βέβαια λατινόφωνος. Από την περιοχή των Σκοπίων, εκεί η Γεωργία. Το νησί ήταν ο Κωνσταντίνος. Και οι Μακεδόνες φύλαγαν την περιοχή που εκτείνεται από τη νης, την Αϊσό, όπως το λέγατε τότε, το Βελιγράδι και τον Τιδί. Το Τιδί είναι στα απορριβιτικά της Βουλγαρίας, πάνω στο Δούναμι. Δηλαδή, πιάνεις το Βελιγράδι που είναι στο Δούναμι, το Βιδίνιο και κατεβαίνεις, όλο αυτό δεν ήταν τρίγωνο. Ήταν μια αγκαταμένη περιοχή. Αλλά το νόκιο τύμα της περιοχής που φύλαγαν οι Μακεδόνες, ήταν αυτό. Πριν όμως να φυλάξουν αυτή την περιοχή, φύλαγαν την ίδια την σημερινή Ρουμανία που βρεκόταν Δακία. Και το λέει ξεκάθαρα από δύο κάσεις. Πέντων Μακεδονικών εν Δακία. Ήταν σύγχρονος, γιατί αυτός έγραψε την εκστρατεία του Τραγιανού, ο Διόμ Κάσιος. Τον ανζήτησα στο παρευθύμενο να τον ξαναδιαβάσω, δεν την βρήκα εκείνο, μόλις τον είπα, μέχρι τόσο που με ενδιέφερε. Το λέει ξεκάθαρα. Πέντων Μακεδονικών εν Δακία. Δηλαδή, πέντη Μακεδονική, λέγει όλα, υπηρετή στη Δακία. Τι έλεγε τους Δάκης. Ήταν σύγχρονος, γιατί αυτός έγραψε την εκστρατεία του Τραγιανού, ο Διόμ Κάσιος. Και αυτοί τους δίδεξαν τη γλώσσα. Άρα η γλώσσα από δω πήγαινε. Μετά υπάρχει και ένα άλλο... Εδώ πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα. Η γλώσσα έρχεται από τη Νότια Ιταλία. Από το Δειράχι ερχόταν και με τους νεγοδιατόρες. Ο νεγοδιατόρες ήταν όποιος προμήθευε το στρατό, το ρωμαϊκό, με όπλα, με πρόβατα, με σιτυρά. Γιατί ο στρατός δεν είχε απαντίας στον αποτήκες. Ο στρατηγός είχε χρήματα και πλήρωνε τους προμηθευτές, όπως είναι το αμερικανικό σύστημα. Η Αμερική δεν είναι κράτος που να έχει αποτήκες. Τα έχουν ιδιότητες. Και όποιος ταλαβέριζε με το ρωμαϊκό δημόσιο, έπρεπε να μιλάει Λατινικά για να συμμετεί. Δεν διάβραζαν όμυρο και ρίτορες όλοι οι Ρωμαίοι. Απετούσαν να ξέρουν τα Λατινικά. Ενώ με τη θρησκευτική γλώσσα ήρθε η εποχή που στη Ρώμη, κόντευε να ανακαθιερωθεί η Ελληνική, διότι το Ευαγγέλιο είχε γραφεί στα Ελληνικά, οι Κύριοι και στους Πορκοτών απ' την Ανατολή, είτε Εμπρέοι είτε Έλληνες μιλούσαν Λατινικά. Οι Βαλκανικοί όμως μιλούν τα Λατινικά. Και το άλλο που ήθελα να σας πω είναι ότι οι Μακεδόνες, εκτός που αποτελούσαν και ιδιαίτερο στρατιωτικό σώμα, πήγαγαν τον Καρακάλα του Υφιλοδοξησης να γίνει μεγάλος αλέξανδρος, το Παρικατούρα του Αλεξάνδρου ήταν τέλος καλός, είχε 16.000 επίλεκτους Μακεδόνες. Και αυτοί οι Μακεδόνες δεν ήταν Ρωμαίοι Μακεδόνες, ήταν Μακεδόνες που εκκλατινίστηκαν. Και πολλοί από αυτούς ήταν μέσα στο Πρετόριο, ήταν Πρετοριανοί. Δηλαδή 12.000 επίλεκτοι στρατιώτες Ρωμαίοι φύλαγαν τον αυτοκράτορα, όχι μάς στη Ρωμία αλλά και στα περίχορα για να έχει γράμμα σάμινας. Αλλά έπρεπε για να γίνεις Πρετοριανός να κατάγεσαι από την περιφέρεια η οποία είχε εκκρομαηστεί Λατινή γλωσσικά. Άρα αφού οι Μακεδόνες, και ενώ είπα πάντα ειδικό Μακεδόνες, είχαν εκκλατινιστεί, είχαν καταλάβει την εκκλησία του Πρετοριανού, έπρεπε να είναι από εκκλατινισμένες οικογένειες. Δεν γίνεται ούτε ο Άγιος. Για τους Πρετοριανούς την ευθεία ανακάλυψα, όχι προέρχονταν από την Ιταλία, δηλαδή από ο Λατινόφωνος, αλλά και από περιφερειακές περιοχές που είχαν εκκλατινιστεί. Τους εκτίμωσαν τους Έλληνες οι Ρωμαίοι, προσπαθούσαν να τους μιληθούνε, κάπου τα καθάβαιραν, αλλά όπου απαιτούσαν να υπηρετεί στο Ρωμαϊκό Δημόσιο, ζητούσαν να μάθεις τα Λατινικά. Δεν σου το επέβαναν, αλλά το καταλάβεις ότι δεν γίνεται αλλιώς, αφού η βρώσα ήταν η Λατινική. Α, είπατε πώς μιλήθηκαν οι πρώτοι Λατινόφωνοι, πρέπει να εμφανίστηκαν στο Δειράχη και στην Μακεδόνια Λύπερα. Οι Ρωμαίοι είχαν την αρχή του Διέλη και Βασίλη. Και τη δική Μακεδονία, που δεν είχε πλούτο να τη φορολογήσουν, ήθελε στρατόκοκοι να φυλάκουν τους άλλους. Όποια περιοχή ήταν πλούσα και δεν είχε κίνδυνο, ήτανε ανήκει στον Ρωμαϊκό λαό, δηλαδή στο Δήμο, τα έσοδα ερχόταν στο λαό της Ρώμης. Όποια περιοχή ήταν φτωχιά και επισφαλής, δηλαδή κινδύνευε από βαρβαρικές επιτρόπες, ήταν στρατιωτική περιοχή και ανήκει στον Αυτοκράτορα. Και όσες περιοχές ανήκαν στον Αυτοκράτορα, έδιναν στρατό και ο στρατός έπρεπε να μιλήσει λαθυνικά. Είχαμε τρεις Λεγιών, η έκτη ήταν στην Ήπειρο και την ώρα η Λυρία. Η πέμπτη ήταν από τους Μακεδόνες, η έβδομη ήταν από την Αχαΐα μέχρι τη Θεσσαλία και τη δυτική Ήπειρο. Δύο στην Μακεδονία. Η άλλη ποια ήτανε? Ήτανε μέχρι το 9 ή 4. Εγώ στον Θεό κάστηκε στον 2 να κάσσει, αυτό θα βρει, για αυτό ήθελα να το ξαναψάξω να βρω λεπτομέρειο, να δεν δώσω αυτό. Θα σας δώσω το αδειάκι, άμα χρειαστείτε για το αρχείο σου, από το 1 μέχρι το 9. Δηλαδή με τον ίδιο τρόπο δημιουργήθηκαν όλες οι λατινογενείς συγγροφές σας? Όχι. Υπάρχουν περιοχές στην Ισπανία, που δέχτηκαν Ρωμαίους αάπηκους το 150 π.Χ. Και από τον ίδιο χώρο της Ιταλίας φύγανε το 150 μ.Χ. και βλέπουμε στοιχεία που υπάρχουν στην Ιταλία την εποχή που έφυγε η πρώτη φωνιά. Και τα βρίσκουμε στον τόπο που εγκαταστάθηκαν οι άπηκοι αυτοί. Και έχουμε και το δεύτερο στρώμα. Αυτά, βέβαια, θέλουν πολύ βρωσολογική ανάλυση και κάποιοι κάθινε και τα βρίσκονται. Δηλαδή πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι Λατινογενείς, οι Σπανικά, Γαλλικά, Πορτοβαδές για... Πάντα εδέχονται... Πάνε με τον ίδιο τρόπο... Εντιδράσεις από... Όπως τα βλάκια ήταν. Κάπως έτσι. Αλλά τα βλάκια... Από την αφήδομη στιγμή του κατακτητή με το... Ναι, ναι, ναι. Τα βλάκια κράτησαν περισσότερο καθαρά την προφορά της Λατινογενική, από τη Γαλλική, παραδεισμώς, και την Ισπανική ακόμα. Σε πολλές περιθούς και την Ιταλική και τη Ρουμάνικη. Εμείς λέμε κλώτσι, οι Ιταλοί λένε κιότσε. Εμείς λέμε γκλέτς, γκλάκια, σοδατίνη, γκιάτσι ο Ιταλή. Πώς με τα Ιταλικά μοιάζονται λίγο περισσότερο από το ίδιο τρόπο. Όχι, όχι. Με πιάνουν. Επειδή τα Λουμάνικα μιλήθηκαν περισσότερο στο νότιο κοινό του Δουνάβης. Δηλαδή, δόχια από τον Δουνάβη. Και μετά έρχονταν οι Βάρβαροι. Η πιο ελλατινισμένη περιοχή ήταν η περιοχή της Παλιάς Βουλγαρίας, η Βόρεια Βουλγαρία. Εκεί βρέθηκαν και περισσότερες επίγραφές. Ήταν η Δάτσια Ριπένσις. Και επειδή οι στρατιώτες της Μακεδόνης μιλούσαν με τον εντόπιο πληθυσμό πια στα λατινικά, καθώς όλοι οι άπηκοι που πήγαν στη Δακία προέρχονταν από την Ανατολή. Δεν είχε από τη Δύση άπηγους. Όταν ο Τραγιανός κατέβαλε την Δακία, μετέφερε λατινόφωνες σημάσεις από την Ανατολή, όχι από τη Δύση. Αλλά η γλώσσα της Πίνδου και της Ρουμανίας είναι από τη Νότια Ιταλία. Γιατί βρισκόμαστε μεγάλη ομοιότητα. Ενώ στη Βαλματεία και βόρεια του Βελιγραδίου μέσα στη Μουγκαρία και τη Τσεχία μιλούνταν βλάχικα και νεολατινικά. Εκείνα είχαν από τη Βόρεια Ιταλία προέρχονται. Είτε και η Άντικη ήταν από εκεί, είτε το πάρε εδώ, το είχαμε τη Βόρεια Ιταλία. Ενώ τα δικά μας είναι από τη Νότια Ιταλία. Λου Πικουράδου είναι το κλασικό παράδειγμα. Συγνώμη, στο μπάρετ έξω λένε Λου Πικουράδου. Βάλτε το Λ στο τέλος, έχετε βλάχικο. Πικουράδου Λου. Και μάλιστα ο Πικουράδου λέγεται Λουφορεί ο κλέφτης. Συγνώμη, δηλαδή λέει Λουφορεί και λέγεται νοτρόφος. Νοτρόφος. Πέκουργε, δεν είναι τα πρόβλητα. Ε, ναι. Στα Λατινικά είναι άλλο πράγμα. Το θέκουμε σε αργότερο, γιατί σημαίνει σε το πρόβλημα. Σημαίνει γενικά ζωός. Περισσότερες λέξεις βιάζουν με τους Πορτογαλούς. Η Πορτογαλική έχει, ας πούμε, έχει χαλάσει πολλά σύμφωνα. Η Ισαβόνα λέγεται Δισμπόα. Αν πήγα στην Πορτογαλία, σύμφωνα καλύτερα. Λουφορεί. Λουσάπ, για να μπορέσεις να μιλήσεις. Έχει στις Πορτογαλούς προγόνους. Δική μας μουσικότητα έχει η πρόσα του Νιφαίου παλιά, του Ψοβερίου. Αυτή η Δυτική Μακεδονία, οι παλοί κάτοικοι που ήταν ερδρέοι, δηλαδή δεν μετακινούνταν, οι γυναίκες, είχαν την παλιά φορφά. Εμείς την έχουμε ξεπλύνει και ειδικά τα Βελιώτικα βλάχικα ακολουθούν πολύ τα νεοελληνικά. Στο Περιβόλιο είναι ΚΝΤΑΝ. Εμείς λέμε ΚΝΤΑΝ. Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό. Στο Περιβόλιο, δηλαδή, το λένε αυτό είναι η Βόλη βλάχικα, ΚΝΤΑΝ. Εμείς λέμε ΚΝΤΑΝ. Το ίδιο λένε και στο Ανασκορπόταμο, ΚΝΤΑΝ. Αυτό είναι ελληνικό. Λέμε ΑΝΤΟΝΙΩ στα Ιταλικά. Ήρθε ο πατήρ ΑΝΤΟΝΙΩς. ΑΝΤΟΝΙΩς λέμε, όχι ΑΝΤΟΝΙΩς. Ο Ιταλός θα λέει ΑΝΤΟΝΙΩ και ο Έδρας θα πει ο ΑΝΤΟΝΙΩς. Το Δ. Αυτό είναι η χειρότητα. Μπένω σε υγρασολογική. Δεν έχουμε χειρότητα. Ευχαριστώ πολύ. Θα ήθελα και ακούσατε με το σχόλιο σας. Μου σέβη ο ΑΝΤΟΝΙΩς. Ο χωριστικός ζώμενος του Λιβάδου ευχαριστεί πάρα πολύ τον κ. ΑΝΤΟΝΙΩς Μπούγκη. Μας ταξίδεψε εκεί που εμείς θέλουμε κάποια φορά να είμαστε πολύ πιο πισωναντιγιά. Να πάσουμε τόσο εστορικά από την ΑΝΤΟΝΙΩς Μπούγκη. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ. Θέλουμε να είμαστε πολύ πιο πισωναντιγιά. Να πάσουμε τόσο εστορικά από την ΑΝΤΟΝΙΩς Μπούγκη. Επίσης θέλουμε να συγχαρούμε τον σχολιανό μας κολυμβαδιώτη Λία Τσαμίτων ο οποίος ας πούμε και ο χωριστικός ζώμενος του Λιβάδου, το δεύτα σήμα. Και εις ο δαγιός του έχονται καλή πτυχία σε κοινωνία του καθημερινού. Λία να είσαι καλά και γερός και δυνατός. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Εγώ είμαστε καλές γιορτές και τις προσεχής ημέρες θα παρουσιάσουμε και τον καινούργιο γεμό λόγιο του Μοριστικού Ομίλου του Λιβάδου το οποίο όπως είπαμε έχει με θέμα και ο Αντίνης Σαμωγιάτης. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ, καλώς ήρθατε.
|
_version_ |
1782816184173854720
|
description |
: Καλησπέρα σας, ο πολιστικός τόμινος Ξολυβάδου συνεχίζει τις γιορτές Βρεμμύγο 2013 και στην πόλη της Βερίας και θέλω να ευχαριστήσω για τη συμμετοχή σας, που έχουν κοντά μας τον Πρόεδρο του Συλλόγου Βλάκων Βερίας, τον αντιπρόσωπο του Συλλόγου Βλάκων Βεραιωτών η Μαθίας Νάουσας με έδρα το παλιό σκυλίτσι, την κυρία Αρχοντούλα Τζιμουλίγου Πρόεδρος του Συλλόγου Βλάκων και όλους τους, την αντιδήμαρχο κυρία Χωτάκη, τον Ηλία Τσαμίτρο και όποιους φίλους του Ξολυβάδου, πρόσωπους Συλλόγου και Βρεμμύγου, θα σας ευχαριστήσω και πάλι. Και θέλω να πω τούτο, ότι ο Σύλλογος, ο πολιστικός τόμινος Ξολυβάδου, οι φίλοι του Ξολυβάδου και οι ξολυβαριώτες έρχονται για τις επόμενες μέρες, τις γιορτινές, για όσους βρεθούμε και όσους δεν βρεθούμε, απανταθούν τους ξολυβαριώτες και τους φίλους μια καλή χρονιά, καλύτερη από ότι ήταν η θετινή και πιστεύω ότι την χρονιά που μας έρχεται, η καινούργια, θα είναι πιο επιδομτική για όλους τους φορείς, συλλόγους και για όλους μας γενικότερα. Οι γιορτές Βρεμμύγου 2013 συνεχίζουν τις συγκλώσεις στην πόλη της Βέριας και με ευκαιρία την έκδοση του ομολογίου του 2014 του Οκτωστικού Ομήλου Εξολυβάδου, με θέμα βλάκη και ρατζίδες αγωγιάτες, φιλοξενεί σήμερα το σχολιανό μας καθηγητή Βροσολογίας Αριστολίου Παρεπιστημίου Θεσσαωνίκη, τον κ. Αντώνη Βουγγί, ο οποίος θα μας ταξιδέψει με την ομιλία του, βάζοντας μας στον κόσμο τους. Είναι προφανές ότι, εν λόγω καθηγητής, εγγυάται επιστημονικά και αντικειμενικά την εγκυρότητα, την περιγραφή και η ανάλυση του θέματος και τον ευχαριστούμε θερμά εκκλημβάες από το καρδιάς. Δεν θα σας φουράσω πολύ. Τις επόμενες μέρες θα παρουσιαστεί το ημερολόγιο του Πολιστικού Ομήλου Εξολυβάδου, θα κάνουμε μια εκδήλωση, η οποία, όπως θα μέθαρα, αναφέρεται στους κυραντζίδες, αγοράτε τουλάχους, οι οποίοι έχουν δώσει πάρα πολλά στον τόπο μας και γενικότερα στην Ευρώπη και στην Βαρκανηγέννη. Θα σας δώσω τον Γιάννη το μόνο, να μην τον αγαπάτε, και κατόπινο κύριος Αντώνης. Ο Αντώνης... Ο Βεριότης Αντώνης Βουσπούκης σκούδασε ιστορία, αρχαιολογία, ιταλική φιλολογία και εξειδικεύτηκε στη ρωμανική γλωσσολογία στα πανεπιστήμια της Ρώμης, του Βουκουρισσίου και του Las Palmas, Ground Canaria της Ισπανίας. Δίδαξε γλωσσολογία στο ιταλικό τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστερτολίου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής του ίδιου πανεπιστημίου και γενικός γραμματέρας της Εταιρείας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Βόρειας Ελλάδας. Η μακροχρόνια πείρα στον χώρο νεοελληνικών διαλέκτων, την οποίαν απέκτησε ως επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Αθηνών και η βαθιά γνώση των ρωμανικών ιδιωμάτων της Βαλκανικής, του επέθρεψαν τη σύνταξη σχετικών άρθρων που περιλαμβάνονται στο έργο του «Εθνογλωσολογικά» το 2005. Έργα του μεταξύ των άλλων είναι 1. Πρώτον, το ρήμα της ΑΡΟΜΟΝΙΚΙΣ, Διδακτορική Διατριβή, 1982. 2. Αυθεντικές ιστορίες παραθυσικών φαινομένων από την Πίνδο. 3. Ουγγολίνο, προσέγγιση ενός δαντικούς συμβόλου. 4. Γλώσσα και ύφος στη Θεία Κωμοδία. 5. Σημασιολογικές μεταβολές από τα Λατινικά σε Βλάχικα και Ιτανικά ιδιώματα. 6. Βιργίλιος και Βεατρίκη, οδηγή του δάντη. Και σειρά αυτοτελών έργων σχετικών με την γραμματική δομή της Βλάχικης και της Ιτανικής Γλώσσας. Υπήρξε για μια εικοσαετία τακτικός ομιλητής στο Αλληκτό Πανεπιστήμιο του Δήμου της Θεσσαλονίκης καθώς και στο Βαφοπούλιο Πνευματικό Κέντρο. Σήμερα, ως ομότιμος καθηγητής, παραδίδει μαθήματα στο Μεταπτυχιακό Τμήμα της Ιταλικής Φιλονηγίας και κάνει διαλέξεις κυρίως σχετικά με τα ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία των αρμάνων Βλάχων. Το λόγο έχει ο καθηγητής. Ευχαριστώ και εγώ του συνδεδίστικου της Ακροσύνης Οδηγίας που μου δώσαν την ευκαιρία να μιλήσω για ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως είναι οι Κεραντζίδες Αγωλιάδες, το οποίο και θα αναπτήσω στη συνέχεια και θα δείτε την βαρύνουσα σημασία. Βλάχοι αρμάνιοδίτες, δηλαδή θύλακες οδικών διαβάσεων και αγωλιάδες Κεραντζίδες, μεταχωρείς ανθρώπων και αγαθών, στύχαινον κάποτε την πιο πολυσύγχνεστη και πιο σημαντική περιοχή του Ελληνοογωμαϊκού κόσμου, την Ήπειρο και τη Μακεδονία, τις οποίες διάσκυζαν η βασιλική οδός των Μακεδών και η γνατή οδός των Ρουμαίων στην αλλιώς Κάλετσε Μάρια, το μεγάλο δρόμο των βλάχων. Η πρώτη μπλαχόφωνια αγωλιάδες που καταγράφονται από την ιστορία είναι αυτή που στις αρχές του 7ου αιώνα συμπορεύονται με τον Βυζανιό στρατό σε εκστρατεία αντίον των Αβάρων, όταν η Μούλα του ενός, η Γέρνη του Φορτίωδε της Αποσκευές και ο σύντροφός του τον ειδοποιεί με το περιβόητο πια και πολύ βουλάχικο τόρμα τόρμα φράτε. Γέρνη Γέρνη αδερφέ. Η βλάχη, κατά τον ακαδημαϊκό και βυζαντινό λόγο Κωνσταντίνο Άμαντο, ήταν ο πιο πολύτροπος και ευκίνητος πληθυσμός της Βαλκανικής. Πολύτροπος με τα διάφορα επαγγελματά που εξασκούσε, όπως είναι οι τέχνες του σαμαρά, του οπλοποιού, του μαχαιρά, του ξυλουγού, του βιοτέχνη, μάλλον ουνιφαντών, του αγωλιάδες. Ήταν ευκίνητος πληθυσμός με τον Ιμινομαντισμό και τον Κερατζιλίκη. Δυο επαγγελματά από τα οποία ο Ιμινομαντισμός επέβαλε την εποχιακή μετακίνηση των κοπαδιών από το βουνό στον Κάβο και αντίστο. Ενώ το Κερατζιλίκη ασκούνταν σε συνεχή μετακίνηση από τον ένα στον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο, από τον άλλο. Καθώς έκαναν διαδοχικά αγώια. Η μονοκαλία για της φτυνοτροφίας και της υλοτομίας δημιουργεί ελλείμματα στη συντήρηση και τη διατροφή τους και συνεχώς την ανάγκη ανταλλαγής προϊόντων. Η ανταλλαγή προϊόντων προϊποθέτει τη μεταφορά τους και ευγνώει την άσκηση του επαγγελματοστογωγιάτη. Έτσι, η παρουσία βλάχων στις αγορές δημιουργούσε παλιά την εντύπωση ότι έφταναν λίγοι μόνο βλάχοι για να στυθεί ολόκληρο ο παζάρι. Αυτό ο λαός έλεγε το παρημειώδες, πέντε βλάχοι έναν παζάρι, ενώντας ότι οι βλάχοι κατέβαζαν για πόληση στο παζάρι ζώα πολλά, εγωπρόβατα και λογομούλαγα, μαλλοί και μαλλοί ναυφαντά και δεστέ δηλαδή ξυλία και ήδη ξυλογικής τέχνης όπως σκάφες, πυνακοτές, πληδοτίνακες κτλ. Όλα σε μεγάλη ποσότητα. Πέντε βλάχοι έναν παζάρι. Η κάθετη οικονομική ανάπτυξη των βλάχων κενοκύτων ξεκινάει από τον προσογενή τομέα της κτυνοτροφίας. Συνεχίζει με τη βιοτεχνική ετεξεργασία των προϊόντων της που το εμπόριο τους διανεργείται με τη μεσολάβηση των κερατζίδων για τη μεταφορά τους. Αυτή η κάθετη οικονομική ανάπτυξη κορυφώνεται τελικά με την ανάπτυξη απαράμυλων άργιων χρυσοχώρων, ικανών εμπόρων και επιχειρηματιών, καθώς και μεγάλων τραπεζιτών στην κεντρική Ευρώπη, όπως είναι ο Σίνας, ο Δούμπας και άλλοι. Έμποροι ή αλλιώς πραγματικθάδες ονομαζόμενοι τότε, με τους καλά οργανωμένους σχηματισμούς των κερατζίδων, έφταναν τα καραβάνια τους στην καρδιά αλλά και στις ασκατιές, στις άκρες όπως θα δούμε της Ευρώπης. Οι βλάχοι κερατζίδες μεταγόγια τους εξυτερέτησαν τρεις αυτοκρατορίες, την Ρωμαϊκή, την Βυζαντινή και την Οθωμαϊκή. Τελευταία φάση στον αστερισμό με τις Μούλες, λίγο πριν την οροσκυρή σχεδόν εξαφάνισης, ήταν η υπηρεσία βλάχων και όχι μόνον βέβαια, ημιονυγών στα αλβανικό μέτρο. Εδώ οι έντελοι βλάχοι κερατζίδες ξεχώρισαν και την ικανότητα να χειρίζονται τα σκληρόνιχα ορεινά μουλάλια τόσο στην αποτελεσματική μεταφορά προφών και πολεμοχωδίων, όσο και στη συντήρηση των υποσυγγίων τους μέσα σε δύσκολες πράγματις συνθήκες. Και διακρίθηαν τόσο πολύ ξεχωριστά στον ζωτικό χώρο των μεταφορών στη διάρκεια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου, που όταν ο στρατηγός Γιάννης Δασκαλόχρος συνάντησε τον Βεριώτη και σαμαρίνιο στην καταβολή Νικόλα Μπαλαβούτη, τον βραβευμένο με το σταυρό πολεμικής Ανδρίας, αναγνώρισε τη συμβολή τους μεταξύ σπερίφου λόγια. Αν στο μέτωπο δεν ήταν έμπειρη η μειωλυγή σαν εσάς τους βλάχους, δεν ξέρω πόσο θα μπορούσε να κρατήσει η άμυνά μας μέσα στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Κύριο επαγγελματικό εργαλείο στα χέρια των αγωγιατών του Μουλάρη είναι η βριτικό ζώο που συνδυάζει τα προσόντα των κονιών του. Εκείνα της Φοράδας και του Βαϊδάου είναι σαν τον σκληρό μπρούντζο που προκύπτει ως κράμα από μαλακά μέταλα, τον χαλκό και τον κασίτερο ή καλάι. Αυτή η σιγουρία την οποίαν εμπνέει το Μουλάρη και μάλιστα το θηλυκό η Μούλα που φεύγει μπροστά από τον Μούλο ως προς την στακρότητα, την αντοχή και την αιθία του, θα κάλει τον Κωστή Παλαμά να την προσλάβει ως όχημα στο πλητικό του ταξίδι στον Δωδεκάλογο του Λίπτου, όπου χαρακτηρίζει στέρεο το περπάτημά της και γερή την περπατησιά της. Στην Ανατολή και μάλιστα στην Περσία οι γέροντες θεωρούν πράξη την αιτυχία να νεύουν σε Μούλα. Και ρατζελίκια σκούσαν και παιδιά κτινοτρόφων, καθώς οι μονείς τους φρόντισαν πάντα κοντά στο τσελιγκάτο να υπάρχει και δικό τους καραβάνι, διότι, όπως έλεγαν, το καραβάνι είναι μαγαζί, καθώς έφερνε σίγουρο εισόδημα, πράγμα που δεν γινόταν απαραίτητα με το κοπάδι, που συχνά του απειλούσαν ασθένειες και βαρχημονιές. Η ζωή των καραβανάρων είχε τα καλά της, αλλά αφροπάντων είχε ταλεπορία, ωστόσο τους έδινε την αίσθηση της κερδισμένης ζωής της ζωής, δοκιμαζόταν μέσα από τον προσωπικό τους αγώνα, γι' αυτό ένιωθαν πάντα δυνατοί και χρήσινοι. Παραθέτω στη συνέχεια κείμενο μεταφρασμένο από τα βλάχικα των φρασαλογιωτών βλάχων της Αλβανίας, ως ενδεικτικό για τη δύσκολη ζωή των κυρατζήλων, που καταφορήθηκε στον δικτσιονάρον διαλέκτουλου Αρομούν του Τάκε Παπαχατζή. Αλληκάν φράτι του Τούτι Παρτζεμι, τρέχαμε αδερφέ μου σε όλα τα μέρη, μας περούσε η βροχή και δεν θέλαμε να το ξέρουμε, δηλαδή αδιαφορούσαμε. Παίρναμε λάτια από το Δειράχι και το πηγαίναμε στην Καβάια, καθόμασταν όσο καθόμασταν εκεί, παίρναμε τον δρόμο και φτάνουμε στο Πικίνι, εδώ δεν έλεγα πολλοί και πηγαίναμε πιο πέρα και φτάναμε στο Ελμπασάν. Από το Ελμπασάν φορτώνουμε άλλη πραγμάτια και κάναμε δυο μέρες για να φτάσουμε στην Κοριτσά. Από την Κοριτσά κατεβαίναμε στη Φλόρινα και από εκεί βρισκόμασταν στα Μπιτόλια Μοναστήρια. Για το αλάτι του Δειραχίου που αναφέρετε στο παραπάνω κείμενο, έχω την πληροφορία από τον Γιάννκο Κουκουτέγο, ότι ο μακαιοδρομάχος παππούς του Στέριος μαζί με άλλους βλάχους καρβανάδος από την Πέρια το κουβαλούσαν εκεί στο Δειράχι από την Τούζλα, τώρα Αλική της Κατερίνης. Τόσο το αλάτι όσο και ο ασφέστης έβαζε τους κυρατζίδες σε μεγάλη έγχνοια από τον φόβο της βροχής. Το μένα αλάτι η βροχή το λιώνει ενώ ο ασφέστης ανάδει με το νερό, κινδυνεύοντας να κάψει και το ζώο που το μεταφέρει. Γι' αυτό είχαν χοντράκια διάβροχα από γιδόμαλο σαΐσματα και κάλπες με τα οποία σκέπαζαν το φορτίο. Στο τελευταίο μουλάρι είχαν την καλλιγοδίκη με τα σύνεργα για βετάγωνα, αν κάποιο ζώο έκανε το πέταλό του. Με τα κοβώτσια κάρφωνα στον ήχο του ζώου τα πέταλα που ήταν δύο είδων, το συμπαγές πέταλο με το οποίο καλύγωναν τα υποζύγια και τον καλτσά, που βλαχίστηκαν κυλτσέ, για τα άμμογα που έσακαν κάρα. Αυτό ήταν άδειο στη μέση. Είχαν κι άλλα σύνεργα και ανάμεσά τους το τσεγγαροσούβλι για να ράγουν τη σαΐ όταν σε κάποιο σημείο κοβόταν. Και μια από τα μουλάρια πρωταγωνιστούσαν στις μεταφορές της τόσο αναγκαίες για την προαγωγή της ημικής όσο και της πνευματικής πρόοδου την εποχή εκείνη, θα σταθούμε για λίγο στην καταγραφή βασικών τους χρωματικών τύπων. Καράσα η Γκάλα είναι η μαύρη μούλα, Μπάρτζα η άσπρη μούλα, ενώ Μέρτζου ο άσπρος μούλος, Μάρα η καφετιά, Μαρέτζια η μικρή καφετιά Μάρα, Γκέσα η καφετιά με λίγο κόκκινο, Ψάρα η γκρίζα, Λάφα η μούλα με ανοιχτό μπες και μούλγο κεφάλι, Μάρακου ο δυνατός μαυροκαστανός μούλος, Πούλ ο κόκκινος μούλος και Γκόρι ο μεγανόσομος και δυνατός μούλος. Η πιο καλή εννοείται αποδοτική για την δουλειά η δικία των υποζηγιών αυτών είναι από τα 4 έως τα 10 τους χρόνια. Άλλογα και μουλάνια φορτώματα για πολύ κοντινές αφοστάσεις μέχρι 200 οκάδες ξύλα που τα πήγαιναν στη συνέντερος ή μέσα στο δάσος. Για μακρινές όμως αφοστάσεις ανάλογα και με το ζώο το φόρτωνα 80 πάνω κάτω οκάδες. Και για να μην πληγώνεται το υποζύγιο από το Σαμάρι καθώς πιεζόταν από το πάρος του φορτίου του έστρωναν κατάσαρκα μάρινο σάισμα ενώ από πάνω στο Σαμάρι για προστασία από τη βροχή έστρωναν σάισμα απογιδόμανο. Στα κακούλια του ζώου κεραμένο στο Σαμάρι προσάρμοζαν την εμπληματική κουπέρονα. Μια ειχαντή μικρή κουβέρτα που ανάλογα με το χωριό πρόεδρεσης του ιδιοκτήτη έφρυνε και τον χρωματικό κύκο κυρίως με τετραγωνάκια και λωρίδες. Αυτό γεννόταν προκειμένου να ξεχωρίζουν τα λογομούλαρα του Σαμαρινέων από εκείνα των περιβολιωτών και των κουπετσερέων. Για να μην αδιαφόρουν οι νέοι για το αγώγι, οι πατεράδες τους έλεγαν την εμπειρία πως όταν τα μουλάζια δουλεύουν τα Σαμάρια δεν χαλούν ενώ όταν κάθανται για μέρες χαλούν γιατί τα ζώα κυλιούνται μαζί με το Σαμάρι. Όταν το ταξίδι διαλκούσε μέρες πολλές, προμηθεύονταν για αυτούς ξηρά τροφή και για τα ζώα κρυφάρι σε σάκους που τα φόρτωναν σε ένα από τα πολλά μουλάρια. Την τροφή σε κρυφάρι την έβαζαν στο αλογοτάγιστο βλαχιστή λιγουτάστρο. Το περνούσαν στο κεφάλι του ζώου και είχαν καταμό να μην περνούν από πίσω του γιατί αγρύαναν και πλουτσούσε την ώρα εκείνη. Περισσότερο από τάλογα πλουτσούν τα μουλάρια και αυτό γιατί τα τελευταία είναι πιο νεύρια όπως το εξηγούν οι απογιάτες. Γι' αυτό είναι και πιο δουλευτά. Τα μουλάρια στα βλαχοχώρια της Γραβενιότητης Πίνδου ήταν πολλά σε κάθε χωριό. Ο κρυστάρης γράφικος ανάλογα με τις δυνατότητες κάθε κερατζή τα υποζήγια που αριθμούσαν. Τα 10, 15, 20, 30, 50, 100, 200 και κατεξής. Οι εύποροι καρβανάροι μας κληροφορεί ότι είχαν υπηρέτης. Οργανική συνέχεια των καρβανάρων της Δυτικής Μακεδονίας ήταν και οι κερατζήδες από την περιοχή της Βέρειας. Τον οποίον ο μεγάλος αριθμός μουλαριών κατάτομο προκαλούσε την έκπληξη των νότων Ελλήνων όταν μετά την απελευθέρωση του 1912 αντίκριζαν πολυάριθμα βλάχικα καρβάνια. Τις μεταφορές στην ευρύτερη είμαστε περιοχή ευνούσαν δύο μεγάλες αρτηρίες. Η Εγνατή Οδός που έξω από τη Θεσσανόκη έστρεπε προς τα βόρεια περνώντας από τα Ανατολικά της Δήμης Αχρίδας και η Βεσιλική Οδός του Φιλίπου η οποία διέσχιζε τα οροπέδια του Ξυρολίβαδο και της Κοζάνης και μέσα από τη χαράδρα της Τσούργιακας και το ΑΕΙΤΙΑΣ της Γρεβενιώτης Πίντου στα νότια της Αμαρίνας οδηγούσαν προς την Ήπειρο. Οι πολύματάκοι σώζονται στην Τσούργιακα και το Ξυρολίβαδο από όπου περνούσε και ο μεγαλοκαρβανάρης Ρώβας και ξεκουραζόταν στο μεγάλο χάνη του χωριού μας που μπορούσε να φορέσει κάπου 100 αλογομούλαρα. Και ενώ αυτό το δημοτικό τραμπούδι κίνησε ο Ρώβας για την βλαχιά να πάει μαθαίνουμε το όνομα ενός μεγάλου κυρατζή από τα Ζαγόρια από τον Γριστάρη μαθαίνουμε τα όνοματα των πιο ξαχωριστών καρβανάρων της Γρεβενιώτης Πίντου και της Πίντου προς την Ήπειρο. Του Βασιλάκη από τη Βόβουσα, των νησέων από το Περιβόλι του Χατζίπιου από τη Σαμαρίνα. Ένα από τους τελευταίους μεγάλους κυρατζήλες ήταν ο Βασίλης Νικολάου Γκώκας από τη Σμίξη που ιδιαιτέλεσε για χρόνια πολλά και πρόεδρος των Κερατζήλων. Ο Κρυστάρης αξιολόγηκε τους Σαμαριμέρους και τους Μετσοβίτες ως τους καλύτερους Σαμαράδες στο χώρο της Ελλάδας και της Αλβανίας. Και αυτό, γιατί τα αρχαιαθολοχόρια του τα είχαν ανεπτυγμένο υπερτροφικά το επάνγγελμα του Αγωγέτη. Κάποιοι από τους Καρβανάριδες είχαν και την ιδιαιότητα του έμπρο καθώς κουβαλούσαν με τα εχωζή για τους δικαίους πραγμάτια που την πουλούσαν για λογαριασμό τους. Η Μούλα, καθώς υπερήχει από το Μούλο φως προς την ικανότητα να ισορροπεί σε ορεινά μέρη, αντοχή και άλλα προσόντα που τις αναγνώριζαν οι Κερατζήλες, ήταν πολλές φορές το αποκλειστικά σχεδόν φορτηγό ζώο σε ένα καραβάνι δηλαδή είχαν μόνο Μούλες, πιο και Μούλους ή άλλογα. Έτσι η Μούλα, πρωτολάτης μπροστάει στο καραβάνι ονομαζόταν Κολαούζα. Της κρεμούσαν μεγάλο Κυπρί για να εντοπίσει δεύτερα η θέση του καραβανιού τόσο από τον Κερατζήλος όσο και από άλλες Μούλες όταν. Ξεμάκρυναν στην πορεία οι μία από την άλλη. Οι άλλες Μούλες αναγνώριζαν χάρη στον ρόλο της να είναι επί κεφαλής του καραβανιού και ποτέ καμιά δεν τις έπινε από μπροστά. Σίγουροι Κερατζήλες και ζώα ότι η Κολαούζα Μούλα γνώριζε τη διαδρομή, την άφηναν ανενόχητη και σταματούσε μόνον όταν, ύστερα από πορία τεσσάρων έως έξι ώρων, ανάλογα πάντα με το βάρος του φορτήου, τη ζέστα και τη δυσκολία του δρόμου ξεφόρτωναν για να πάλουν μια ανάσα άνθρωποι και ζώα. Και όπως η Μούλα Κολαούζος ήταν η κεφαλή του καραβανιού έτσι και ο Κερατζήλ Βάς, ο επικεφαλής ενωμένων καραβανιών, ανελάμμανε την ευθύνη της οριστής και ασφαλούς πορείας. Με τον πινέκι του, το άλογο ίπευσης, πηγαίνω ερχόταν για να επιβλέπει. Και όταν τη νύχτα ξεπέζευαν, αυτός απομακρυνόταν από τον καταπλησμό, έχοντας μαζί του τα χρήματα όλων των συντρόφων του, προκειμένου να τα προστατέψει από ολιστρικές επιδρομές. Μετά την ολιγόρη νυχτερινή ανάπτυξη, και παρά την κούραση και χωρίς ξυπνητήρια, η Κερατζήλ θα συμπώνονταν κοντά τρεις ώρες. Φόρτωναν και ξανάπτυναν την πορεία πριν τους ζώσει η ζέστα της ημέρας. Ο έναστρος ουρανός, με όλη τη φανγερή λαμπρότητα, τους καθοδηγούσε στο σωστό γρόμο με τους αστερισμούς, με βάση τους οποίους προσανατολίζονταν. Και σαν ο αυγερινός, ο φοροκομπός του ήλιου, έμενε μόνος στον αυτολικό σημείο του στερεώματος, λίγο πριν φταίξει έπιαναν τα μακρόσεπτα κερατζήλικα τραγούδια, ελληνικά και βλάδικα, που μεταρεθέναν. Τις επαναλήψεις τους ξεπούραζαν, ενώ επέφεραν στον χρόνο της μακράς πορείας να περνάει ανεπέστα. Οι κερατζήλες, διατρέχοντας ακατάπαυστα τον ελληνόφωνο χώρο, άκουγαν, μάθαιναν και τραγουδούσαν ελληνικά τραγούδια, καθώς το απαιτούσε και η δουλειά τους. Έτσι τα μετέχαραν και τα διέλθαν σε βλαχόφωνος και σε ελληνόφωνος. Τραγούδια κερατζήλικα, βλάχικα, έχει περιλάβει ο Τέχης Παπαγατζής στη συλλογή του «Ποεζία, Λύρικα, Ποκουλάρα». Ωστόσο, κι ένας φοιτητής της νομικής το 1978 στην Ανδέλα μου έλεγε ότι είχε συγκεντρώσει 150 περίπου κερατζήλικα τραγούδια. Ακολουθούν στη συνέχεια δύο σχετικά τραγούδια. Το πρώτο, καταγραμμένο από το Σύλλογο Βλάχων Παίριας, είναι καθαρά κερατζήλικο και καθραίως φτίζει τη νοσταλγία του κερατζή για τη φαμελιά του, ενώ οι φτώχια και οι ανάγκες της τον κρατάνε μακριά της. Το δεύτερο, από την πρέαζα και σήμερα δίστρατο, καταγράφηκε από τον Κώστα Παγανιά και αναφέρεται στον καίμο της κόρης για τον ξενικεμένο και αγαπημένο της, πιθανόντατα, κερατζήλικο. Ένα μεγαλύτερο, μεγαλύτερο βράδυ, όπου βρισκόμουν τα τραγούδια της, τα τραγούδια της. Ο διευθυντής δεν είχε σαρ. Είχα μιλήσει τα τραγούδια της και μιλούσα μ' αυτοί οι φτώχια. Είχα φύγει το βράδυ και μερικές φυγές. Δεν είχα τραγούδια και δεν είχα τραγούδια. Στα ομουλιάρια του Αρκουάρι σε μετάφερα. Ένα καλοκαίρι τρανό τρανό, ένα καλοκαίρι τρανό τρανό, που στα ξένα γυναίκα μου μένω, που στα ξένα γυναίκα μου μένω. Είπαμε ότι έχει πολλά ρε χρένη το κερατζήλικο τραγούδι. Το πουγγί με τα λάθη άδικα, καθόμουν και συνογιζόμουν γυναίκα και στο νου μου έφερνα τη δόλια φαμελιά μου. Πήρε το χινόκορο και με τις βροχές τα πρόβατα η τσουμπάνη ρουβολάνε. Μαλλιότο δεν έχω ο έρημος, μήτε κάπα. Και στέκω γυναίκα ο δόλιος μου με σταγιάζει. Δίστρατο, μπράζι. Τσι στα εχάτε μήγγε αρρου. Τσι στα εχάτε μήγγε αρρου. Θεάτα μου σάτεν. Στρα καρούδες η λιμιλιά μορ τζιόνι κερατζήλ. Τριτσί θεάτα μη σιντιλιά θεάτα μου σάτεν. Δινάμ τζιόνι τουξάνι τζιόνι κερατζήλ. Τσιν τα εχάτε σιντσλωδού θεάτα μου σάτεν. Βρήκα τούτε δυλαδάτα τζιόνι κερατζήλ. Μετάφησε. Τι στέκεσαι κόρη δίπλα στο ποτάμι κόρη μου όμορφη. Να πάνε στο ποτάμι να με πάρει μωρέ λεβέντι κερατζήλ. Γιατί κόρη μου να σε πάρει κόρη μου όμορφη. Γιατί έχω το λεβέντι μου στα ξένα λεβέντι κερατζήλ. Γιατί θέλεις κόρη μου να τον φέρω κόρη μου όμορφη την βρήκα μου όλη από τη μάνα μου λεβέντι κερατζήλ. Να σημειωθεί ότι τα καθεαυτό κερατζήλικα τραγούδια δεν χορεύονται. Καθώς είναι τραγούδια προσαρμοσμένα στις πραγματικές συνθήκες των στρατοπόπων αγγωγιατών που βρίσκονταν σε συνεχή πορεία πεζούρα ή καβάδα με το κεχρυμπαρέμιο χομπολόι στο χέρι. Καρακά, μακρόσεκτα, συχνά λιπητερά αληθινή σύντροφη του κερατζήλ στην Ατέγειο Κυπορία. Θα δούμε τώρα πώς σηματιζόταν ένα μεγάλο καραβάνι με μακρινό προορισμό. Στη Βοβούσα άκουσα τη σχετική παράδοση πως με την αρχή της καλοκαιρίας κερατζήλες που είχαν συγκεκριμένο προορισμό όπως παραδείγματος χάρη Σαλονίκη, Μοναστήρι, Κολιτσάδη, Ράχη, Πενηγράδη, Βουταπέστη και τα λοιπά, ξεκινούσαν από εκεί, περνούσαν από το Περιβόλι, την Αβδέρα, της Μίξη και της Αιμαρίνα κι όποια βογιάτες είχαν κοινό προορισμό ενσωματώναταν στο υποσυμματισμό μεγάλο καραβάνι και με επικεφαλής. Όπως είδαμε, τον Κερατζήμ Μπάσ, έναν καρπανάρο έμπειρο και ικανό για τις δύσκολες περιστάσεις που είχαν μπροστά τους ξεκινούσαν το τρομορρό γιό τους. Η ομοξυχία, όρος απαραίτητος για τη συνοχή και τη σωστή διεκτερέωση της Αφροστολίστων ήταν αφανερή σε περίπτωση εμφάνισης λιστών, οπότε αν υπολόγιζαν ότι ήταν του χεριού τους άρπαζε ο καθένας τη φορτοτήρα μια φούρκα γερή συνήθως από χρανιά που την είχαν πάντα πάνω σάμαρα και ρίχνονταν ομαδικά επάνω τους ή τεροβολούσαν με τα όπλα. Στο περιβόλι άκουσα γέροντα να μου λέει παλιά είχανε κοπάδια δεν λέω αλλά εμείς οι περισσότεροι ήμασταν κερατζίδες γι' αυτό και η φορεσιά μας ήτανε μαύρια. Τότε κοντά στην μαύρη ενδυμασία των περιβολιωτών θυμήθηκα ότι παλιά στο Μέτσοβο οι αγωγιάτας και οι εμποροβιοτέχνες φορούσαν δινίκλε δηλαδή τα γαλάζια εννοείται τα βαθιά γαλάζια ενώ οι κτηνοτρόφοι και ενδελουργοί άλμπιλε δηλαδή τάσπρα. Η ενδηματολογική του τη διάθεση υπήρχε και σε άλλα βραχοχώρια όπου οι κτηνοτρόφοι φορούσαν άσπρα και οι κερατζίδες μαύρα. Πριν από δεκαετίες ο έμπορος από τη Θεσσαλονίκη Κατσόχης μου είπε ότι στο χωριό του την Αυδέλα τα μουλάβια δημόσιας χρήσης ανέβαιναν στα 1500 μουλάβια κερατζίδια. Όμως, τον ίδιο χρόνο, την ίδια εποχή, η ελεύθερη Ελλάδα της Μελούνας τότε είχε ακριβώς 1500 βιομηχανικούς ύπους. Ο ίδιος έμπορος είχε πληροφορίες από γέροντες ότι οι κερατζίδες μας έφταναν στη νηψία της Γερμανίας, αλλά μέχρι το Νουγκοροτ της Ρωσίας, ανάμεσα από τη Μόσχα και την Πετούποη. Έτσι, όταν επέστρεφαν με την πολύτιμη φραμάτια και την παρέντιδα, γύριζαν στα σπίτια τους και ζητούσαν από τις γυναίκες να ανοίξουν την ποδιά, και εκεί γεμάτη περηφάνεια έριχναν τις χρυσές σιλίες που είχαν μαζέψει με τα κρυβά πληρωμένα αγόγια τους, εισπράγοντας ταυτόχρονα την ικανοτήσει ότι οι κόποι τους άρχισαν και δεν πήγαν χαμένοι. Το Νουγκοροτ στα βροηδικά της Μόσχας μου φαινόταν τότε ως άκρες των Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Αργότερα, όμως, ήρθε άλλη πληροφορία, τη φορά του και η προσωπική αυτού που μου την κατέθεσε. Τώρα, των Βελινεκές στην πορεία των αγωγιατών μας έφτασε μέχρι τα νότια της βόρειας Φιλανδίας, κοντά στη χώρα των Λαπόνων. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βέβαια, το Βελινεκές στην πορεία των Αρμάνων και Ρατζίδων και απέδρατη σχετική πληροφορία σε νεομηθρολική τάση εφάντα στον Βλάχο. Βρήκα πολλά σε ξένους περιγητές σχετικά με Αρμάνους και Ρατζίδες στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας. Ωστόσο, προτίμησα να καταγράψω ό,τι πρόλαβα να ακούσω από τους τελευταίους εν ζωή οι Κερατζίδες, πρωτού τα στοιχεία τους χαθούνε στη χωάνη του χρόνου. Από τους περιγητές παραθέτω μόνο την εκτίμηση ενός που δεν θυμάμαι πια το όνομά του, ότι είναι τυχερός ο ξένος που στην Τουρκία το έλαχε να έχει βλάχο οδηγό και αγοιάτη. Σε βλακοχόρια Μέντονο και Ρατζίδη βιοτεχνία και εμπόριο έδειξε κανείς αρχοντόσπιτα με βιβλιοθήκες, εμπλουτισμένες με βιβλία τρασικής παιδείας και ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, για τα οποία έγραψαν με θαυδημασμό ξένοι περιγητές που τα επισκέφτηκαν και όπου φιλοξενήθηκαν ενώ μπορούσαν ακόμα και να ενημερώνονται για την ισοτιμία των κυριότερων ευρωπαϊκών ομισμάτων. Και όλος αυτός ο πλούτος, υλικός και πνευματικός, μεταφέρθηκε στον τόπο μας από τους ακαταπονιτους και ακατάβλητους στρατοκόπους τους αγοιάτες. Ο κόσμος των Κερατζίδων, που τον σφυγλάτισε η περιπέτεια, η ευθύνη, η καρτερικότητα, η επαγρύπνηση, το πνεύμα συνεργασίας και τους πότισε η άρμη από τον ιδρότας της Μεγάλες Πορείας, έγραψε εποπία ηρήνης και φορτισμού, που στον καιρό της ακμής του δεν βρέθηκε κανείς να τη γράψει και να την απαθανατίσει. Μιμούμενοι το να είναι στο Ευάγγελο Αβέρος, που στην αυλή της Πενεκοθήκης στο Μέτσοφο έστισε το άγγλωμα του ανώνυμου βοσκού και του ανώνυμου ξυλοκόπου, θα πρόκεινα έστω και σε χρόνους οικονομικής δυσπραγίας, να στιθεί σε βλαχοχώρη σύμπλεγμα του ανώνυμου αγοιάτη με την ορεινή μούλα σε ένδειξη αναγνώρισης και αγνωμοσύνης για την πολύ κοινή κάποτε προσφορά τους. Ευχαριστώ για την προσοχή σας. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ Κυρατζίντο. Μέχρι τα 70, ο πατέρας μου και τα αδέρφια μου είχαν 17 κουλάδες από τους τελευταίους κυρατζίντες εδώ στην πόλη. Και εσύ έχεις τα πιο μεταφορετικά... Ακριβώς. Και ξεκοινώνιζα ακριβώς από εμπειρίες οικογενειακές, αλλά και ευρύτερα και με την ανασχόληση με τον Σύροβου Βράχο Βέριας. Αυτό που υπόδειγε από τον Βουζμούκια του φίλου τον Αντώνη, θέλω λίγο να το κάνω πιο εξειδικευμένο. Το 1926, με μαρτυρία του Αναστάση Χάτσιου, εδώ η Βέρια είχε 6.000 κυρατζίντες. Στην δεκαετία του 40, με μαρτυρίες επιβιώσμενων κυρατζίντες, είχαμε γύρω στα 4.000 μουράδια, από τα οποία τα πιο πολλά έγιναν τη σειρά στο Αλβανικό έπος. Δηλαδή τα πιο πολλά δεν γίνησαν, για να επιβεβαιώσω τη μεγάλη προσφορά των βράχων στο Αλβανικό έπος. Και δεν γίνησαν, όχι γιατί οι βλάχοι δεν μπορούσαν να κάνουν κουμάντου, αλλά πολλανθασμένες κινήσεις αυτού που δεν γνώριζαν. Έτσι ακριβώς, μου είπαν κυρατζίντες από τη Βέρια, εμείς τη λέγαμε και τους ανατέρους των κοινοματικούς μας, πέντε και έξι μουλάγια μπορείτε να κάνετε κουμάντου ο καθένας μας, αφήστε τα ζέμα, όχι είναι πολλά, ο καθένας από ένα. Εμείς γυρίσαμε με το ένα και εμείς γυρίσαμε και τα ζώα μας, οι υπόλοιποι που είχαν το ένα και οι ίδιοι πάντα κλειοπαγήματα και τα ζώα πάγωσαν. Ήταν θέμα άγνοια. Ένα. Και ένα δεύτερο, και παράπονο που εχάστηκε από κυρατζίντες μετά, ότι γι' αυτά δεν πήρανε ούτε μία δραχμή ακούγε, διότι όλοι στους κυρατζίντες ούτε μία δραχμή αποζημίωσαν. Θυμάμαι τρεις φορές και πάει ο πατέρας μου στην Έβρεσα, τώρα έγινε μια αποζημίωση, γιατί πήγε με έξι και γύρισε με ένα γεωλόγο που είπα, αλλά αποζημίωσε καμιά. Ωστόσο χαλάλει για την θερμησία, πραγματικά, στον οργαντικό έμπρος που τιμάει την Ελλάδα και τους Έλληνες. Ένα δεύτερο, αν επιτρέπεται, μπορώ να πω δύο λάγια από εμάς? Πολύ ωραία. Ένα δεύτερο. Οι ξένοι περιηγητές αναφέρουν τους λάθος, ήδη από το 1.100. Κάποιοι νομίζουν ότι βράχια να καλύψει θα είναι όταν τα τελευταία χρόνια με τους συλλόγους. Δεν είναι έτσι. Μια συστηματική μελέτη θα τη γνώριζε. Αντώνη, θα το ξέρεις, φαντάζουμε, αλλά δεν μπορεί να τις συμπεριλαμβείς όλα, ο Σιμόπουλος στο έμμο του «Πώς είδαν οι ξένοι περιηγητές στην Ελλάδα», που από σπάντων έλεγε σαν εφημερία, λέει, γύρω στο 1573 δεν κάνω λάθος, μια αποστολή με έναν Γάλλο αξιωματούχο πρέσβη πήει να εγκαταστατεί στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί λέει, από τον πρώην το σημερινό, για Κωνσταντινούπολη μέσω Βιλιπούπολη. Βιλιπούπολη ανδάμωσα ένα μεγάλο καναβάνι. Ήταν 300 βουλάρια και το οδηγούσαν βλάχοι αρματωμένοι. Με λίγα λόγια και οι ασφάλαιοι πολλές φορές, ή ήταν προσωπικοί δικοί τους, ή πολλές φορές, με μαρτύρις που έχω ακούσει, νικιάζανε κιόλας. Δηλαδή εκμισθώνανε για ασφάλαια. Ο Κρυστάλης μπορεί να φέρνει κι ο Αντώνης. Μιλάει για τα μεγάλα κυραντζίδικα ονόματα και τα λοιπά. Αλλά την ίδια εποχή, το 1813, ο πρόξενος στην αυλή του Αλή Πασάν, ο Πουκεβίρ, καθώς ευγόταν από τους αγόρους στην Κόνισσα, σε ένα χωριό της Χιονάδας, βρήκαν αυλάχωλοι, οι οποίοι ήταν ντόπιοι. Βλέπω και τα ονόματα όλα της περιοχής, και λέει ότι αυτός έκανε εμπόριο με τον Βουκουρέστη. Δηλαδή Αλβανία-Βουκουρέστη. Τα καραβάνια από τη Θεσσαλία, από τη Ζαγόρη, την Ήπειρο, από τη Μακεδονία, καταλήγα τα πιο πολλά στη Δαρματική, στο σημερινό Δειράχει, την αρχαία Επίδαμνο. Και ο Μπίκτορας Μπεράρ, ένας ελληνιστής Έλληνας, ελληνιστής Γάλλος, ο οποίος ασχολεί με τον Ρόμιρο, φιλέλληνας, αποκαλεί το λιμάνι, το τυράχελ, Βλάστικο λιμάνι. Γιατί εκεί καταλήγανε, από τη μια μεριά, καταλήγανε, λέμε, τα καραβάνια, από την άλλη, παραλαμβάνανε εμπορέμματα που ευρώτανε από τις αγορές Ιταλία, Βενετία, Λιβόλογου κτλ. Και για να μην κάνω κατάχρηση, μια φορά ακόμη. Είπα ο κ. Μουσγκούς, ο Φίβος Βαλδόνης, το εξής, και συγχωράω πολύ, ότι δεν μεταφέραν οι βλάχοι μόνο προϊόντα, μεταφέραν και ιδέες. Δύο μεγάλοι άγγλοι αρχαιολόγοι, οι ΟΕΣ και ο Τόνσον, που ήθελαν να κάνουν μελέτη στο Διμήνι, στο Βόλο, για τους νεοελυτικούς οικοίμους, ή να τα αναβάνουν καράστιο μεγάλο, στο Μαϊνέικο, που ανέβαινε το καλοκαίρι και το χρονό. Σε τι είναι αυτοί, με παγκέες, με κόσμοι, με φόδι, με λούτσοι. Όταν τους γνώρισα, τρία χρόνια τζοπουλούθησα. Και κοντά στα άλλα, υπάρχει ένα μυνού που πήραμε κάποια δεκαετία, μεταφάστηκε και στα ελληνικά, από το φίλος Τρικάλον, λέει το εξής. Η γυναίκα ακολουθά γενικά στη Νότια Βαλκανική τη μοίρα της γυναίκας. Να είναι υποδέστρια, να είναι στο σπίτι, να είναι κτλ. Όμως η γυναίκα στο σπίτι των βράχων είναι αλλιότητα. Είναι αφέντρα σε σχέση με τις γυναίκες άλλων εθνικών ομάδων. Αυτό το αποδίδε, κυρίως το κυρατζυλίκε, όπως είπε ο κύριος Πουσμούκης, μεταφέρανε και ιδέες. Ήδη στη Γαλλία είχαν αγγίσει ιδέες περισσότερας των ανθρώπων, του φίνου κλπ. Και αυτά περνούσαν πρώτα εδώ στην Αλλάδα, στη Βάκη, μετά τους κυρατζύλων. Ζητώ συγγνώμη για την παρέντα σας. Ο Περάς, παρότι ήταν φιλέγνας, επειδή εξήρε πολύ τον ρόλο των βλάκων και για τα σχολεία και την ελληνική γλώσσα του κοντά στα βλάχια. Την μιλούσαν άρεστα οι βλάχοι, και εμένως τα υπλάχια του Δηραχείρου. Θα ζήλευαν οι Αθηναίοι, λέει, την ελληνική γλώσσα των βλάχων του Δηραχείρου. Παρεξηγήθηκε πολύ από την άλλη πλευρά τον ελληνοκεντρικό, ας πούμε. Και τον είπαν μισέλληνα, γιατί επενεί πολύ τους βλάχους. Αλλά εμπλάχους έβρισκε μπροστά του, όχι δεν έβρισκε τους άλλους, αλλά οι βλάχοι ήταν οι πιο δραστοίδιοι. Αυτό που είπε ο Άμαντος, ο πιο πολίτερος και ευκίνητος πληθυστός βαρκανικής. Εκτός θέματος κυρατζίδου και λοιπά, αλλά στην ελλητικότητά σας. Στην Ελβετία σ' ένα καμπτόνι με ένα τρέτο ρομανικά. Δεν έχουν σχέση με τα βλάχια κάποια. Δεν έχουν σχέση, έχουν σχέση μόνο κοινής καταγωγής. Δηλαδή είναι από την ελληνική. Είναι εντόπια εκεί. Δηλαδή οι παλιοί ελβετοί ήταν όλοι ρετοί. Μετά έγιναν γερμανόφουνοι, γαλόφουνοι, ιταλόφωνοι. Και τώρα περιορίστηκαν στον αριθμό των 170.000. Βεβαίως και τα ελβετικά αυτοκίνητα φέρνουν το σήμα της Ελβετίας χρειασχραμένος στη ρετορική, στην ρετορωμάνια. Να σας ρωτήσω, δεν θα αποφύγω από το πειραγμό, κύριε Βουσέ. Αν έχετε δική σας ελευθερωμένα, όσον αφορά τον συσκεκρισμό των μεταφερωμένων όγκων εμπορευμάτων, όχι αγαπτών γενικά κυριαρχιών, αλλά και των κυρατζίδων προς πλάχικους οικισμούς ή πλάχικες πόλεις, που την εξίσθηκαν. Τέχνη μου σεφία από τον Ψώτσο τον Γιώργο και τώρα τελευταία από έναν επιθανή καθηγητή του ορκωτών χαρούγενη βάσει των φορολογικών καταστήμων. Οι Τούρκοι αιτισίως φορολογούσαν όλες τις αισθείες. Τώρα τα τελευταία χρόνια εκδίδονται αυτή η οικισμή και μάλιστα τώρα αυτό τον καιρό υπάρχει ένα κατάστιχο το οποίο αναφέρεται από Κομοτίνη ως δειράκιο. Βλέπουμε για παράδειγμα 1530 το που πλάχει έχει 54 εξαισθείες, η κλεισσούρα 76 είναι βέσκα έξι. Ρωτάω τον κύριο Γιώργο τον έξαφνε, πώς γίνεται αντεπίτα για παράδειγμα πλάχικοι οικισμοί οι οποίοι κατοικούνται από τους Ολτοφύλεκες. Να δούμε μια τεράστια υπάρχειση του κληθητού. Η απάντησή του είναι το καθαρό το νερό το οποίο υπήρχε ως παράμετρος οικισμού των βλάκων. Ενώ το γράφει και ο Κωστής Κωστής στα χρόνια της Πανούπλας, ενώ τα παιδινά μέρη εξαθαμίζονταν, αθαμίζονταν οι οικισμοί, οι βλάχοι εφαρξάνονταν πάρα πολύ. Εσείς με την έρευνά σας, όσον αφορά γιατί υπάρχουν μέρες, είναι φυσικό να υπάρχουν στοιχεία. Οι χειρατζήνες καθώς μεταφέραν τα εντορεύματα, ο όγκος των εμπορευμάτων αυτός έχει καμία αντιστοιχία με βλάσεις και δραστηρισμούς, θα ήταν πολύ τιμά αυτά τα εντορευμένα. Οι χειρατζήνες δεν μεταφέραν κάτους προϊόντα, εκτός αν ήθενε χειρατζήνες έμποροι. Ξέρανε πού διακινήθηκε το περισσότερο εμπόρευμα και πήγαν εκεί και έκαναν τα βόγια. Όταν λέω ότι βρέθηκαν στην Καλκούντα, δεν όχι ότι πήρανε εμπορέμματα από τη Μακεδονία όταν πήγαν στην Ινδική, αλλά φτάνανε στη Μικρά Ασία, αφήναν εκεί, παίρναν άλλο αγώγια, αγώγια κάνανε. Και μάχιστα στο Αφγανιστάν ο Ιώργος Ώξακός μου έλεγε ότι υπάρχει που είναι βλάχοι, οι οποίοι δεν λένε, ενώ μιλάνε νεολαντινικό οι δύο, αλλά που λένε ότι είναι Ρουμάνοι ή ότι είναι βλάχοι λένε, είμαστε αφού με τον Αλεξάνδρα όταν μιλάμε λέει κυπλώστα των Ρωμαίων και φορούσαν μαύρες φρυστανέλλες, αλλά κυρντζήτασαν και αυτοί, οι πρόγονοι τους. Τους βρήκε στο Κουκουρέστι όπου φοιτούσαν. Και έχω βρει στους πληθυσμούς των Λόφων στη βόρεια Ινδία φορούνε άσπρη εμπιμασία που θυμίζει φρυστανέλλα ελληνική. Και όταν μήνει ο Ανδρέας Ποπανδρέου όρμησαν να τον υποδεχθούν έτσι με ιδέτερες εκδηλώσεις από εκεί ο άλλος κόσμος. Και έχω πληροφορίες ότι αυτοί δεν ήταν Βλάχαιοι, αυτοί ήταν οι Μακεδόνες από παλιά. Ούμπιβια ή κολόνια ήταν οι Μακεδόνες στην μικρά ασία. Όπου υπήρχε δρόμος, υπήρχε και απεικία Μακεδόνων. Κάτι παρόμοια ήταν και με τους Βλάχους. Αλλά πώς πλήθηκε ο πληθυσμός των Βλάχικων χωριών. Διαδείθηκε η Μοσχόπολη. Είχε 60 χιλιάδες περίπου κατοίκους. Αυτοί επήχησαν χωριά όπως είδε τον Ιφαίο. Η πλησόρια είχε από πάντα πληθυσμό, βέβαια. Και όσο προστιμηναρώστηκε και τους ορεινούς τους έβρισκε. Στον Ασπροκόταμο είχε γίνει πανούκλα οι οποίοι είχε αποδεκατήσει χωριά όκληρα. Το χωριό Μιλιά στον Ασπροκόταμο κατοικείται από Ελληνόφωνος και όχι από Βλαχόφωνος. Οι οποίοι εγκαταστάθηκαν μετά που πέρασε η πανούκλα. Είχε ρημάξει εντελώς το χωρινό. Μήπως μπορούμε να προσδιορίσουμε χρονικά την πανουσία του Βλάχου στο Δευτί και στην Κακούλα έτσι λίγο μετά την έρευνα του έξαπτον κάποιου Βλάχου. Ο έξαπτος δεν έκανε έρευνα για την Κακούλα. Να σας πω, εγώ είχα ακούσει ότι ήταν στο Δελχή από τον Τζόν Σοσίδης. Από πολλά χρόνια, μπορεί να είχε πει Καλπούτα άνθρωπες. Βρήκα έναν ιερέ ελληνοορθόδοξο που μου λέει στην Καλπούτα υπάρχει ελληνοορθόδοξη εκκλησία και όχι στο Δελχή. Και τη μετακίνησα από το Δελχή. Εγώ για το Δελχή θυμόμουν τον Τζόν Σοσίδης στην Αθήνα τώρα ξεκίνα από χρόνια. Αλλά χρονικά, λίγο πιο νωρίτερα από τον Μεγαλέξανδρο Απότερα... Όχι, αυτό έγινε πριν από 200-300 χρόνια πραγματικά. Στη τηλεόραση πριν από χρόνια είχε δείξει για τους πραγματευτάδες που πηγαίνανε στην Ουγγαρία και σε αυτά τα μέρη. Και χρησιμοποιούσαν και το δώναβι που ήταν πλωτά από τάμη με τα ποταμόπλια. Και υπήρχαν και στοιχεία από τα νεκροταφεία που είχαν τους τάφους με τους σταυρούς και τα ονόματα. Έχει βγει και βιβλίο με τα άλλα. Ρώτησα σύνάνδροφο ερευνητή γλωσσολόγο Ούγγρος στην Ενταγωγή, που ξέρει καλά ελληνικά. Λέω, υπάρχουν βλάχηκες οικογένειες στον Δουδαπέστιο υπόνομα, λέει, έχουν αναμοιχθεί με τον Ελληνικό εκπληκτισμό και τα ονόματα τους σώζονται, λέει, στον κατάλογο των εταιρεγετών της Ουγγαρίας και στα νεκροταφεία όπου σώζονται μνημεία, έτσι, αξιόλογα και τα Βετρή Ουγγαρία, εκεί σώζονται τα υπόνομά τους. Ολόκληρο το ζέμον στους σχετικούς του δρόμους, τα τετράγωνα, τα φονικά είναι από βλάχους και την πληροφορία την έχω από πόντια ξαναγώ. Όταν περνούσαμε όλα αυτά, λέει, ήταν των βλάχων… Τα είχε δείξει τα σπίτια η τηλεόραση, τα είχε δείξει αυτά και τους βλάχους που ήτανε σε πλούσιοι σχετικά, δηλαδή με… Ναι, είδατε αν έφερα την Βιέννιος, πρωτεύουσα της κλασικής μουσικής, όπως και είναι. Υπάρχει ένας υπενυγμός. Ο Δούμπας εκεί έκανε το Μέγαρο φίλον της μουσικής. Όλη η Ευρώπη ακούει ζωντανή κλασική μουσική καθημερινά από το Μέγαρο που χάρισε στη Βιέννη ο Δούμπας, ο οποίος έκανε και πολλά γάλματα καλλιτεχνών και του Μεγάλου Αλεξάνδρου που δαμάζει τον Βουκεφάλα. Και αυτός ο Δούμπας ήτανε μοναδική μορφή για τον 19ο αιώνα και πέθανε ακριβώς το 1900. Έκτισε την Ευρωβουλεία. Είναι μεγάλο κεφάλαιο οι αγωγιάτες και όπως είπα αδικοί είχαν γιατί, στον περίοδο της Ακμής δηλαδή το 1750, θα έπρεπε να έχει καταγραφεί δηλαδή σε ποιους σταθμούς πώς η ψυχολογία τους, πώς μετακινούσαν τα εμπορέματα, π.χ. πώς περνούσαν το μπαμπάκι το λατρέο. Δεν το περνούσαν από τα τελονεία. Θα πρέπει να το περνούσαν με σχεδίες. Μπάζανε τα ζώα πάνω στη σχεδία, στις πλάβες, πώς θα λέγανε αυτά, τα πλαιούν μέσα στο ποτάμι. Αλλά μη φανταστείτε ότι περνούσανε κολυμπώνας, έλεγανε το μπαμπάκι. Είχα όμως και την ε, είχα και την πληροφορία ότι περνούσανε τα μεγάλα ποτάμια της Ευρώπης με ασκούς. Αλλά τέτοιο εμπόριμα, μάλλον απίθανο το θεώρησε, γι' αυτό δεν το έγραψε. Ο Κέσας όμως περνούσε τα ποτάμια βάζοντας ασκιά στις σκυλίες των ζώων και είχε και φορτιό. Δεν ήταν τα ζώα έτσι. Βέβαια σαμάρι δεν είχαν τότε, αλλά ήταν φορτωμένας. Και για να δώσουν άμοση, βάζανε από κάτω από τη γηλιά τους ασκούς, σωσίδια. Κάτι να σου πεις αυτό? Ναι. Υπάρχει πάλι περί ηγητής που λέει στον. Ναι. Πήγε από τη δρασματεία, από τον Τόμι, παίχτη Κωνσταντινούπολη και χρειάζονται 25 μέρες. Βλάχει κυρατζίδες, ξέρουν τα μονοπάτια και τις κάνουν, το κάνουν το δρόμο σε 15 μέρες. Και θυμάμαι μια κουβέντα με τον Κατσάνη, τον καθητή μοσολογίας στη Σβανήκη, που μου είχε πει τότε, καλά ήτσι, να ζητούμενο για τους νέους επιστήμονες, πως τα πού πρέπει τα παιδιά να κατεδύνται. Οι βλαχώστρατες, δηλαδή τα μονοπάτια των βλάχων που κινούνταν οι κυρατζίδες. Γιατί ακριβώς αυτό θα μας οδηγήσει και σε άλλες, θα λέμε και σε άλλες συνδρομάσματα, σχετικά με οικισμούς, σχετικά με δρόμους. Ναι, οι βλαχώστρατες είχαν ανάγκη αποφύλαξη. Και για να είναι ασφαλή η φύλαξη, έπρεπε να είναι πάλι βάχη. Γι' αυτό και το χάνια συνδυαζόταν με το κερατζιλίκι. Κερατζιλίκι, αρματολίκι και χάνια είναι αλληλέμβετ. Συγκυτουργούν. Και τα χάνια τότε, αυτά που ήταν αναβαθμισμένα και τα λέμε επανδοχεία, ήταν πράγματα, όπως είπα, άτοιπες ακαδημίας. Ήταν επανεπιστήμενοι για την εποχή εκείνη. Όχι εντός εσωτερικών, αλλά εκεί κατέφταναν άνθρωποι που είχαν δει πολλά τα μάτια τους, που είχαν ακούσει πολλούς και ο ένας μετέρθηκε τη γνώση στον άλλον. Στο χάνι γινόταν περισσότερη ανταλλαγή πληροφοριών και γνωριμιών από την γινόταν στις μεγαλού πόλεις. Ο κερατζής ξεφόρτωνε εκεί, έβρεπε, γνώριζε κάποιον, αλλά στο χάνι γινόταν συζητήσεις και γινόταν γνωριμίες. Αναφέρατε για το ΣΥΝΑ ότι ξεκίνησε όταν ήταν μικρός, ήταν και αυτός ο κερατζής. Δεν ήταν κερατζής. Έστειλε ο πατέρας του κερατζήρες να τον βάλουν από τις έρες. Ήταν μεγάλο σελθείο του. Και στη διαδρομή, επειδή το έχει από μέσα του, οι μεγάλοι άντρες φαίνονται από μικρή. Ο Αλέξανδρος ρωτούσε τους Πέρσις πριζεκτές, όταν πήγαν στην αυλή του πατέρα του, πώς είναι οργανωμένος ο στρατός των Περσών. Θα είχε στο νου του να πολεμήσει. Υποσυνείδητα όχι και συνήθως. Έτσι και αυτός ρωτούσε, αλήθεια λεπκού, μεταφέρετε τα προϊόντα, γιατί άκουγε ότι έκτισε η Αυστρία τα σύνορα με την Τουρκία. Από πού τα περνάτε, από εδώ, από εκεί, τα κράξει μας στο μυαλό του. Ποιες ήταν οι οδηγίες μετά. Εγώ απλώς ήθελα να τονίσετε, βέβαια ίσως είναι λίγο εκτός θέματος, και ποιοι άλλοι ήταν οι μεγάλοι εμπεριέτες Βλάχη. Αναφέρατε τον Σίτσα βέβαια, ποιοι άλλοι, ήταν ο Ζάπνας, ποιοι άλλοι. Είναι πολλοί, είναι πολλοί. Θα μας κατηγορήσουν και απλά και κομποριμοσύνη. Ναι, όταν είδα την εκδήλωση των Βλάχων, οι Βλάχοι τιμούν τους εμπεριέτες, και δεν προσθέσαμε το κτητικό τους εμπεριέτες τους, και λέω άλλες φάρες θα μπορούσαν να κάνουν αυτό. Όλοι μπορούν να τιμήσουν τους εμπεριέτες, αλλά εμείς τιμούμε τους εμπεριέτες μας, εμείς μπορούμε να το πούμε έτσι άνετα. Ενώ οι άλλοι τιμούν τους εθνικούς εμπεριέτες, για όλους οι εμπεριέτες τα χάρισαν, αλλά μπορούν να είναι από τη γενιά των Βλάχων, οι οποίοι έχουν μια τελειφάνια, είναι φιλόδοξοι και θέλουν να ακούγονται για προσφορές. Αυτό το έχουμε. Είναι εγωιστικό μένα, αλλά είναι και κινητήρια δύναμη. Από τον Ιουστινάνο, δηλαδή μέχρι τον Σίμο Νασίνα, τα μεγαλύτερα έργα έγιναν από αυτούς τους δύο. Ο ένας έκανε παρθενώνα, ο άλλος έκανε αγία Σοφία, δεν είναι αγία η Σοφία, είναι αγία του Θεού η Σοφία, δεν είναι κάποια αγία των εικόνων. Ο Περίπλης έκανε το Ναό της Θεάς της Σοφίας και ο Ιουστινάνος έκανε Ναό της Σοφίας του Θεού. Ενώ το ίδρυμα της Σοφίας, με την επιστημονική έννοια, το έκανε ο Σίμο Νησίνας. Η Ακαδημία Πλάτωνος που λέγεται Σνέα Ακαδημία και σήμερα λέγεται Ακαδημία Θυνών. Από τα θεμέλια μέχρι το τελευταίο κεραμμύδι είναι από τον Σίμο Νασίνα. Το Ρέτρο κτίριο, νεοπλασικό, δεν λέμε πλασικό, νεοπλασικό κτίριο, εκτίμηση αρχιτεκτόνα της Ουνέσου. Το άκουσα από ο καδημαϊκό. Καλό είναι να έχετε ερωτήσεις, γιατί γίνονται ζυμώσεις έτσι. Είχα κι άλλα να σας πω, αλλά θα παρατείνω τα δύο μιλήματα και ελεγόνισε να σας κοντρώ. Είδα την επαγγωγή του με ενδιαφέρον πράγμα, που τα γυαλιά δεν με εμπόριζαν, τους έκανε τα δικά μου γυαλιά, και με αυτά είχα διαλήψεις. Δηλαδή ο Ισχυνιανός είχαν πλάκους. Είχαν πλάκους, αφού είχε ανεψιά λουπεκίνα, λικοπούλα. Είχε ανεψιά που το λέμε προγέκτα, προβεβλημένη. Λατινόφωνος, βέβαια λατινόφωνος. Από την περιοχή των Σκοπίων, εκεί η Γεωργία. Το νησί ήταν ο Κωνσταντίνος. Και οι Μακεδόνες φύλαγαν την περιοχή που εκτείνεται από τη νης, την Αϊσό, όπως το λέγατε τότε, το Βελιγράδι και τον Τιδί. Το Τιδί είναι στα απορριβιτικά της Βουλγαρίας, πάνω στο Δούναμι. Δηλαδή, πιάνεις το Βελιγράδι που είναι στο Δούναμι, το Βιδίνιο και κατεβαίνεις, όλο αυτό δεν ήταν τρίγωνο. Ήταν μια αγκαταμένη περιοχή. Αλλά το νόκιο τύμα της περιοχής που φύλαγαν οι Μακεδόνες, ήταν αυτό. Πριν όμως να φυλάξουν αυτή την περιοχή, φύλαγαν την ίδια την σημερινή Ρουμανία που βρεκόταν Δακία. Και το λέει ξεκάθαρα από δύο κάσεις. Πέντων Μακεδονικών εν Δακία. Ήταν σύγχρονος, γιατί αυτός έγραψε την εκστρατεία του Τραγιανού, ο Διόμ Κάσιος. Τον ανζήτησα στο παρευθύμενο να τον ξαναδιαβάσω, δεν την βρήκα εκείνο, μόλις τον είπα, μέχρι τόσο που με ενδιέφερε. Το λέει ξεκάθαρα. Πέντων Μακεδονικών εν Δακία. Δηλαδή, πέντη Μακεδονική, λέγει όλα, υπηρετή στη Δακία. Τι έλεγε τους Δάκης. Ήταν σύγχρονος, γιατί αυτός έγραψε την εκστρατεία του Τραγιανού, ο Διόμ Κάσιος. Και αυτοί τους δίδεξαν τη γλώσσα. Άρα η γλώσσα από δω πήγαινε. Μετά υπάρχει και ένα άλλο... Εδώ πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα. Η γλώσσα έρχεται από τη Νότια Ιταλία. Από το Δειράχι ερχόταν και με τους νεγοδιατόρες. Ο νεγοδιατόρες ήταν όποιος προμήθευε το στρατό, το ρωμαϊκό, με όπλα, με πρόβατα, με σιτυρά. Γιατί ο στρατός δεν είχε απαντίας στον αποτήκες. Ο στρατηγός είχε χρήματα και πλήρωνε τους προμηθευτές, όπως είναι το αμερικανικό σύστημα. Η Αμερική δεν είναι κράτος που να έχει αποτήκες. Τα έχουν ιδιότητες. Και όποιος ταλαβέριζε με το ρωμαϊκό δημόσιο, έπρεπε να μιλάει Λατινικά για να συμμετεί. Δεν διάβραζαν όμυρο και ρίτορες όλοι οι Ρωμαίοι. Απετούσαν να ξέρουν τα Λατινικά. Ενώ με τη θρησκευτική γλώσσα ήρθε η εποχή που στη Ρώμη, κόντευε να ανακαθιερωθεί η Ελληνική, διότι το Ευαγγέλιο είχε γραφεί στα Ελληνικά, οι Κύριοι και στους Πορκοτών απ' την Ανατολή, είτε Εμπρέοι είτε Έλληνες μιλούσαν Λατινικά. Οι Βαλκανικοί όμως μιλούν τα Λατινικά. Και το άλλο που ήθελα να σας πω είναι ότι οι Μακεδόνες, εκτός που αποτελούσαν και ιδιαίτερο στρατιωτικό σώμα, πήγαγαν τον Καρακάλα του Υφιλοδοξησης να γίνει μεγάλος αλέξανδρος, το Παρικατούρα του Αλεξάνδρου ήταν τέλος καλός, είχε 16.000 επίλεκτους Μακεδόνες. Και αυτοί οι Μακεδόνες δεν ήταν Ρωμαίοι Μακεδόνες, ήταν Μακεδόνες που εκκλατινίστηκαν. Και πολλοί από αυτούς ήταν μέσα στο Πρετόριο, ήταν Πρετοριανοί. Δηλαδή 12.000 επίλεκτοι στρατιώτες Ρωμαίοι φύλαγαν τον αυτοκράτορα, όχι μάς στη Ρωμία αλλά και στα περίχορα για να έχει γράμμα σάμινας. Αλλά έπρεπε για να γίνεις Πρετοριανός να κατάγεσαι από την περιφέρεια η οποία είχε εκκρομαηστεί Λατινή γλωσσικά. Άρα αφού οι Μακεδόνες, και ενώ είπα πάντα ειδικό Μακεδόνες, είχαν εκκλατινιστεί, είχαν καταλάβει την εκκλησία του Πρετοριανού, έπρεπε να είναι από εκκλατινισμένες οικογένειες. Δεν γίνεται ούτε ο Άγιος. Για τους Πρετοριανούς την ευθεία ανακάλυψα, όχι προέρχονταν από την Ιταλία, δηλαδή από ο Λατινόφωνος, αλλά και από περιφερειακές περιοχές που είχαν εκκλατινιστεί. Τους εκτίμωσαν τους Έλληνες οι Ρωμαίοι, προσπαθούσαν να τους μιληθούνε, κάπου τα καθάβαιραν, αλλά όπου απαιτούσαν να υπηρετεί στο Ρωμαϊκό Δημόσιο, ζητούσαν να μάθεις τα Λατινικά. Δεν σου το επέβαναν, αλλά το καταλάβεις ότι δεν γίνεται αλλιώς, αφού η βρώσα ήταν η Λατινική. Α, είπατε πώς μιλήθηκαν οι πρώτοι Λατινόφωνοι, πρέπει να εμφανίστηκαν στο Δειράχη και στην Μακεδόνια Λύπερα. Οι Ρωμαίοι είχαν την αρχή του Διέλη και Βασίλη. Και τη δική Μακεδονία, που δεν είχε πλούτο να τη φορολογήσουν, ήθελε στρατόκοκοι να φυλάκουν τους άλλους. Όποια περιοχή ήταν πλούσα και δεν είχε κίνδυνο, ήτανε ανήκει στον Ρωμαϊκό λαό, δηλαδή στο Δήμο, τα έσοδα ερχόταν στο λαό της Ρώμης. Όποια περιοχή ήταν φτωχιά και επισφαλής, δηλαδή κινδύνευε από βαρβαρικές επιτρόπες, ήταν στρατιωτική περιοχή και ανήκει στον Αυτοκράτορα. Και όσες περιοχές ανήκαν στον Αυτοκράτορα, έδιναν στρατό και ο στρατός έπρεπε να μιλήσει λαθυνικά. Είχαμε τρεις Λεγιών, η έκτη ήταν στην Ήπειρο και την ώρα η Λυρία. Η πέμπτη ήταν από τους Μακεδόνες, η έβδομη ήταν από την Αχαΐα μέχρι τη Θεσσαλία και τη δυτική Ήπειρο. Δύο στην Μακεδονία. Η άλλη ποια ήτανε? Ήτανε μέχρι το 9 ή 4. Εγώ στον Θεό κάστηκε στον 2 να κάσσει, αυτό θα βρει, για αυτό ήθελα να το ξαναψάξω να βρω λεπτομέρειο, να δεν δώσω αυτό. Θα σας δώσω το αδειάκι, άμα χρειαστείτε για το αρχείο σου, από το 1 μέχρι το 9. Δηλαδή με τον ίδιο τρόπο δημιουργήθηκαν όλες οι λατινογενείς συγγροφές σας? Όχι. Υπάρχουν περιοχές στην Ισπανία, που δέχτηκαν Ρωμαίους αάπηκους το 150 π.Χ. Και από τον ίδιο χώρο της Ιταλίας φύγανε το 150 μ.Χ. και βλέπουμε στοιχεία που υπάρχουν στην Ιταλία την εποχή που έφυγε η πρώτη φωνιά. Και τα βρίσκουμε στον τόπο που εγκαταστάθηκαν οι άπηκοι αυτοί. Και έχουμε και το δεύτερο στρώμα. Αυτά, βέβαια, θέλουν πολύ βρωσολογική ανάλυση και κάποιοι κάθινε και τα βρίσκονται. Δηλαδή πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι Λατινογενείς, οι Σπανικά, Γαλλικά, Πορτοβαδές για... Πάντα εδέχονται... Πάνε με τον ίδιο τρόπο... Εντιδράσεις από... Όπως τα βλάκια ήταν. Κάπως έτσι. Αλλά τα βλάκια... Από την αφήδομη στιγμή του κατακτητή με το... Ναι, ναι, ναι. Τα βλάκια κράτησαν περισσότερο καθαρά την προφορά της Λατινογενική, από τη Γαλλική, παραδεισμώς, και την Ισπανική ακόμα. Σε πολλές περιθούς και την Ιταλική και τη Ρουμάνικη. Εμείς λέμε κλώτσι, οι Ιταλοί λένε κιότσε. Εμείς λέμε γκλέτς, γκλάκια, σοδατίνη, γκιάτσι ο Ιταλή. Πώς με τα Ιταλικά μοιάζονται λίγο περισσότερο από το ίδιο τρόπο. Όχι, όχι. Με πιάνουν. Επειδή τα Λουμάνικα μιλήθηκαν περισσότερο στο νότιο κοινό του Δουνάβης. Δηλαδή, δόχια από τον Δουνάβη. Και μετά έρχονταν οι Βάρβαροι. Η πιο ελλατινισμένη περιοχή ήταν η περιοχή της Παλιάς Βουλγαρίας, η Βόρεια Βουλγαρία. Εκεί βρέθηκαν και περισσότερες επίγραφές. Ήταν η Δάτσια Ριπένσις. Και επειδή οι στρατιώτες της Μακεδόνης μιλούσαν με τον εντόπιο πληθυσμό πια στα λατινικά, καθώς όλοι οι άπηκοι που πήγαν στη Δακία προέρχονταν από την Ανατολή. Δεν είχε από τη Δύση άπηγους. Όταν ο Τραγιανός κατέβαλε την Δακία, μετέφερε λατινόφωνες σημάσεις από την Ανατολή, όχι από τη Δύση. Αλλά η γλώσσα της Πίνδου και της Ρουμανίας είναι από τη Νότια Ιταλία. Γιατί βρισκόμαστε μεγάλη ομοιότητα. Ενώ στη Βαλματεία και βόρεια του Βελιγραδίου μέσα στη Μουγκαρία και τη Τσεχία μιλούνταν βλάχικα και νεολατινικά. Εκείνα είχαν από τη Βόρεια Ιταλία προέρχονται. Είτε και η Άντικη ήταν από εκεί, είτε το πάρε εδώ, το είχαμε τη Βόρεια Ιταλία. Ενώ τα δικά μας είναι από τη Νότια Ιταλία. Λου Πικουράδου είναι το κλασικό παράδειγμα. Συγνώμη, στο μπάρετ έξω λένε Λου Πικουράδου. Βάλτε το Λ στο τέλος, έχετε βλάχικο. Πικουράδου Λου. Και μάλιστα ο Πικουράδου λέγεται Λουφορεί ο κλέφτης. Συγνώμη, δηλαδή λέει Λουφορεί και λέγεται νοτρόφος. Νοτρόφος. Πέκουργε, δεν είναι τα πρόβλητα. Ε, ναι. Στα Λατινικά είναι άλλο πράγμα. Το θέκουμε σε αργότερο, γιατί σημαίνει σε το πρόβλημα. Σημαίνει γενικά ζωός. Περισσότερες λέξεις βιάζουν με τους Πορτογαλούς. Η Πορτογαλική έχει, ας πούμε, έχει χαλάσει πολλά σύμφωνα. Η Ισαβόνα λέγεται Δισμπόα. Αν πήγα στην Πορτογαλία, σύμφωνα καλύτερα. Λουφορεί. Λουσάπ, για να μπορέσεις να μιλήσεις. Έχει στις Πορτογαλούς προγόνους. Δική μας μουσικότητα έχει η πρόσα του Νιφαίου παλιά, του Ψοβερίου. Αυτή η Δυτική Μακεδονία, οι παλοί κάτοικοι που ήταν ερδρέοι, δηλαδή δεν μετακινούνταν, οι γυναίκες, είχαν την παλιά φορφά. Εμείς την έχουμε ξεπλύνει και ειδικά τα Βελιώτικα βλάχικα ακολουθούν πολύ τα νεοελληνικά. Στο Περιβόλιο είναι ΚΝΤΑΝ. Εμείς λέμε ΚΝΤΑΝ. Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό. Στο Περιβόλιο, δηλαδή, το λένε αυτό είναι η Βόλη βλάχικα, ΚΝΤΑΝ. Εμείς λέμε ΚΝΤΑΝ. Το ίδιο λένε και στο Ανασκορπόταμο, ΚΝΤΑΝ. Αυτό είναι ελληνικό. Λέμε ΑΝΤΟΝΙΩ στα Ιταλικά. Ήρθε ο πατήρ ΑΝΤΟΝΙΩς. ΑΝΤΟΝΙΩς λέμε, όχι ΑΝΤΟΝΙΩς. Ο Ιταλός θα λέει ΑΝΤΟΝΙΩ και ο Έδρας θα πει ο ΑΝΤΟΝΙΩς. Το Δ. Αυτό είναι η χειρότητα. Μπένω σε υγρασολογική. Δεν έχουμε χειρότητα. Ευχαριστώ πολύ. Θα ήθελα και ακούσατε με το σχόλιο σας. Μου σέβη ο ΑΝΤΟΝΙΩς. Ο χωριστικός ζώμενος του Λιβάδου ευχαριστεί πάρα πολύ τον κ. ΑΝΤΟΝΙΩς Μπούγκη. Μας ταξίδεψε εκεί που εμείς θέλουμε κάποια φορά να είμαστε πολύ πιο πισωναντιγιά. Να πάσουμε τόσο εστορικά από την ΑΝΤΟΝΙΩς Μπούγκη. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ. Θέλουμε να είμαστε πολύ πιο πισωναντιγιά. Να πάσουμε τόσο εστορικά από την ΑΝΤΟΝΙΩς Μπούγκη. Επίσης θέλουμε να συγχαρούμε τον σχολιανό μας κολυμβαδιώτη Λία Τσαμίτων ο οποίος ας πούμε και ο χωριστικός ζώμενος του Λιβάδου, το δεύτα σήμα. Και εις ο δαγιός του έχονται καλή πτυχία σε κοινωνία του καθημερινού. Λία να είσαι καλά και γερός και δυνατός. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Εγώ είμαστε καλές γιορτές και τις προσεχής ημέρες θα παρουσιάσουμε και τον καινούργιο γεμό λόγιο του Μοριστικού Ομίλου του Λιβάδου το οποίο όπως είπαμε έχει με θέμα και ο Αντίνης Σαμωγιάτης. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ, καλώς ήρθατε.
|