Διάλεξη 11 / Διάλεξη 11 / Διάλεξη 11

Διάλεξη 11: Γεια σας, αγαπητές φίλες και φίλοι. Στην ενδέκατη διάλεξη του προπτυχιακού εαρινού μαθήματος του εκκλησιαστικού δικαίου θα ασχοληθούμε με το αγιοριτικό δίκιο, και εμπρό της με το αγιοριτικό δίκιο και τις πηγές του. Το αγιοριτικό δίκαιο, αν θεωρηθεί αυτοτελώς, περιλαμβάνει διατάξεις που α...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Κυριαζόπουλος Κυριάκος (Επίκουρος Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Εκκλησιαστικό Δίκαιο ΙΙ (Προπτυχιακό)
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=654a44bf
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 11: Γεια σας, αγαπητές φίλες και φίλοι. Στην ενδέκατη διάλεξη του προπτυχιακού εαρινού μαθήματος του εκκλησιαστικού δικαίου θα ασχοληθούμε με το αγιοριτικό δίκιο, και εμπρό της με το αγιοριτικό δίκιο και τις πηγές του. Το αγιοριτικό δίκαιο, αν θεωρηθεί αυτοτελώς, περιλαμβάνει διατάξεις που ανήκουν σε διάφορους κλάδους του δημοσίου δικαίου, εκτός από το εκκλησιαστικό. Η κλάδη αυτή είναι πρώτον το συνταγματικό δίκαιο, σχετικά με τον καθορισμό της θέσης του αγιώρου μέσα στο κράτος, την οργάνωσή του και τα προνόμια που του έχουν παραχωρηθεί. Δεύτερον, το διοικητικό δίκαιο ως προς το σύστημα διοικίσεως που επικρατεί στη Χερσόνησο του Άθω. Τρίτον, το δημόσιο διεθνές δίκαιο ως προς τους κανόνες του αγιοριτικού δικαίου που αποτέλεσαν αντικείμενο διεθνών συμβάσεων. Τέταρτον, το δικονομικό δίκαιο αστικό και ποινικό για την απονομή της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης στο Άγιο Όρος. Οι κύριες πηγές του αγιοριτικού δικαίου είναι το άρθρο 105 του συντάγματος, ο καταστρατικός χάρτης του Αγιο Όρους για τον οποίον έγινε λόγο στην προηγούμενη προηγουμένους και ο κυρωτικός του νόμος, δηλαδή το νομοθετικό διάταγμα 10, κάθος 16-9 του 1926, καθώς και διάφοροι παλαιότεροι και νεότεροι ειδικοί νόμοι. Το άρθρο 105 του συντάγματος, η κατοχύρωση του αγιοριτικού καθεστώτος, επαλαμβάνται στερεότυπα και μια μετάλλητη σχεδόν γλωσσική διατύπωση από το 1925 έως 1927 μέχρι σήμερα. Το άρθρο 105 ορίζει στην παράγραφο 1 «Η Χερσόνησος του Άθω από τη Μεγάλη Βίγλα και πέρα, η οποία αποτελεί την περιοχή του Αγιού Όρος, είναι σύμφωνα με το αρχαίο προνομιακό καθεστώς του, αυτοδίκει το τμήμα του ελληνικού κράτους, του οποίου η κυριαρχία πάνω σε αυτό παραμένει άθηκτη. Από πνευματική άποψη το Άγιο Όρος διατελεί υπό την άμεση δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Όλοι όσοι μονάζουν σε αυτό αποκτούν την ελληνική θαγένεια. Μόλις προσληφθούν ως δόκιμοι οι μοναχοί χωρίς άλλη διατύπωση». Παράγραφος 2 «Το Άγιο Όρος διοικείται σύμφωνα με το καθεστώς του από τις 20 Ιερές Μονές του, μεταξύ των οποίων είναι κατανεμημένη ολόκληρη η Χερσόνησος του Άθω, το έδαφος της οποίας είναι αναπαλλοτρίωτο. Η διοίκησή του ασκείται από αντιπροσώπους των Ιερών Μονών, οι οποίοι αποτελούν την Ιερά Κοινότητα. Δεν επιτρέπεται καμιά απολύτως μεταβολή στο διοικητικό σύστημα ή στον αριθμό των Μονών του Αγίου Όρος, ούτε στην Ιεραρχική τάξη και τη θέση τους προς τα υποτελή τους εξαρτήματα. Απαγορεύεται να εγκαταβιώνουν στο Άγιο Όρος ετερόδοξοι ή σχισματικοί». Παράγραφος 3. Ο λεπτομερής καθορισμός των αγιοειτικών καθεστότων και του τρόπου της λειτουργίας τους γίνεται από τον καταστρατικό χάρτη του Αγίου Όρος, τον οποίο με σύμπραξη του αντιπροσώπου του κράτους συντάσσουν και ψηφίζουν 20 Ιερές Μονές και τον επικυρώνουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Βουλή των Ελλήνων. Παράγραφος 4. Η ακριβή στήριση των αγιοειτικών καθεστότων τελεί ως προς το πνευματικό μέρος υπό την ανώτατη εποπτία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ως προς το διοικητικό μέρος υπό την εποπτία του κράτους, στο οποίο ανήκει αποκλειστικά και διαφύλαξη της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Παράγραφος 5. Οι πιο πάνω εξουσίες του κράτους ασκούνται από τον διοικητή, το οποίο τα δικαιώματα και καθήκοντα καθορίζονται με νόμο. Με νόμο επίσης καθορίζονται η δικαστική εξουσία που ασκούν οι μοναστηριακές αρχές, και η ειρή κοινότητα, καθώς και τα τελονιακά και φορολογικά πλεονεκτήματα του Αγίου Όρους. Η στερεότυπη επανάληψη της διατάξεως στην αρχική της μορφή από τα μεταγενέστερα συντάγματα δεν σημαίνει ότι η διατύπωση εκείνη ήταν άψογη από νομοτεχνική άποψη. Αντίθετα, μάλιστα έχουν διατύπωθεί δίκαιες επικρίσεις για έλλειψη συστηματικής διαρθρώσεως και λογικής σειρά στα θέματα που ρυθμίζει τη διάταξη για τη χαλαρότητα του ύφους και για τις παρατηρούμενες περιττωλογίες. Το περιεχόμενο το άρθρο 105 κατανέμεται στις πέντε παραγράφους το ως εξής. Πρώτοι παράγραφος, ορισμός της περιοχής του Αγίου Όρους. Δεύτερο, παροχή αυτοδιοικίσεως από την κυριαρχη ελληνική πολιτεία. Τρίτον, υπαγωγή στη μνευματική δικαιοδοσία του οικουμενικού πατριαρχείου. Και τέταρτον, αυτοδιοίκη της ελληνικής θαγένειας για όλους τους αγιορείτες, μοναχούς και δοκίμους. Παράγραφος δύο. Καθορισμός του τρόπου διοικίσεως του Αγίου Όρους. Θέσπιση του αναπαλλοτριώτου του εδάφους του. Απαγόρευση μεταβολής του διοικητικού συστήματος καθώς και του αριθμού των μονών και της τάξης τους τόσο μεταξύ τους όσο και σε σχέση με τα εξαρτήματά τους. Απαγόρευση εγκαταβιώσεως ευτεροδόξων ισχυσματικών. Παράγραφος τρία, διαδικασία καταρτίσεως του καταστατικού χάρτη. Καθιέρωση εποπτίες του οικουμενικού πατριαρχείου για τα πνευμαστικά ζητήματα και του κράτους για τα διοικητικά. Ανάληψη ευθύνης για διαφύλαξη δημόσιας τάξης και ασφάλειας από την πολιτεία. Παράγραφος πέντε. Ενάσχηση των κρατικών εξουσιών από τον διοικητή του Αγίου Όρους. Άσχηση δικαστικής εξουσίας από τις μοναστριακές αρχές και την ιερή κοινότητα. Τελονιακά και φορολογικά πλεονεκτήματα του Αγίου Όρους. Η διοικητική οργάνωση του Αγίου Όρους. Το Σύνταγμα καθιερώνει στο άρθρο 105 παράγραφος 1 την αυτοδιοίκηση του Αγίου Όρους. Αυτή ασκείται σε πρώτο βαθμό από τις 20 μονές και σε δεύτερο από την ιερή κοινότητα. Οι 20 μονές, τον οποίο ο ρυθμός δεν μπορεί κατά το Σύνταγμα να μεταβληθεί, σύμφωνα με την τάξη που αναφέρονται στο άρθρο 1 καταστατικού χάρτη Αγίου Όρους, είναι πρώτον η Μεγής της Λαύρας, δύο Βατοπεδίου, τρία Ιβίρων, τέσσερα Χιλιανδαρίου, πέντε Διονυσίου, έξι Κουτλουμουσίου, επτά Παντοκράτορος, οκτώ Ξιροποτάμου, εννέα Ζωγράφου, δέκα Δοχιαρίου, έντεκα Καρακάλου, δώδεκα Φιλοθέου, δέκα τρία Σίμωνος Πέτρας, δέκα τέσσερα Υιου Παύλου, δέκα πέντε Σταυρονικίτα, δέκα έξι Ξενοφόντος, δέκα επτά Γρηγορίου, δέκα οχτώ Εσφυγμένου, δέκα εννέα Ρωσικού, είκοσι Κωνσταμονίτου. Οι μονές αυτές χαρακτηρίζονται στο ίδιο άρθρο ως κυριαρχικές, βασιλικές, και σταυροπηγιακές. Με βάση την οργάνωση του μοναχικού βίου, οι μονές διακρίνονται, κατά το άρθρο 84 Καταστατικού Χάρτη Αγίου Όρους, σε κοινόβιες και σε ιδιοριθμές. Ως προς τη σχέση κοινοβίων και ιδιοριθμων μονών, το άρθρο 85 Καταστατικού Χάρτη Αγίου Όρους, απαγόρευε τη μετατροπή κοινόβιας μονής σε ιδιοριθμή, επέτρεπε όμως το αντίθετο, αν αποφασιζόταν από την απόλυτη πλειοψηφία των αδελφών της μονής, που έχουν καρεί πριν από έξι χρόνια τουλάχιστον και εκδιδόταν σχετικό πατριαρχικό συγγείλιο. Η προϋπόδηση αυτή πληρώθηκε στα 200 ως προς τις μονές Μεγής της Λαύρας, Βατοπεδίου, Ιβύρων, Χιλανδαρίου, Παντοκράτερος, Ξυροποτάμου, Δωχιαρίου, Φιλοθέου και Σταυρονικήτα, που κατά τη σύνταξη του καταστατικού χάρτη Αγιόρους ήταν ιδιοριθμες, έτσι ώστε κατά το 1992 όλοι οι κυρίαρχεσμονές στελούν υπό κοινοβιακό καθεστώς ως προς τη νομική προσωπικότητα των μονών. Ούτε το νομοθετικό διάταγμα, ούτε ο καταστατικός χάρτης Αγιόρους περιέχουν ρητή διάταξη. Φρονούμαι όμως ότι οι μονές έχουν νομική προσωπικότητα δημοσίου δικαίου και ασκούν ως κυρίαρχες στη διοικητική εξουσία, τόσο στην εσωτερική τους διοίκηση, όσο και στη διοίκηση των εξαρτημάτων τους. Ως εξαρτήματα χαρακτηρίζονται στα άρθρα 1, παράγραφος 2 και 126 καταστατικού χάρτη Αγιόρους, οι σκύτες, τα κελιά, οι καλύβες, τα ησυχαστήρια και τα καθίσματα. Η παραχώρηση της αυτοδιοίκησης πραγματοποιήθηκε από την ελληνική πολιτεία στο πλαίσιο του πολλαπλός εκδηλούμενος ευασμού της προς την Ορθόδοξη εκκλησία γενικώς και ειδικότερα προς την παράδοση της οποίας οι αγιοίτες πατέρες υπήρξαν θεματοφύλακες. Η παραχώρηση της αυτοδιοίκησεως, όπως επίσης και η χορίγηση σειράς ολόκληρης προνομίων προς το Άγιο Όρος, δεν αποτέλεσαν τη συνέπεια κάποιας δεσμεύσεως της πολιτείας ως διαδόχου του Οθωμανικού κράτους από το καθεστώς που είχε αρχικό στη Βυζαντινή και εκολούθως στη Οθωμανική αυτοκρατορία, γιατί τα διάφορα διοικητικά, δημοσυνομικά και άλλα προνόμια, των οποίων απείλαβε η μοναστική πολιτεία κατά τη διάρκεια των εν λόγω χρονικών περιόδων, αν παραχωρηθεί πρώτα από το Βυζαντινά αυτοκράτορα και αργότερα από το Σουλτάνο, όχι προς κάποιον ξενοκράτος ή περνός ξενοκράτους, αλλά προς δικούς τους υπηκόους, χωρίς την παραμικρή μείωση της αντίστοιχης κρατικής κυριαρχίας. Μοναστηριακές αρχές. Βασικά πρόσωπα για τη συγκρότηση των συλλογικών διοικητικών οργάνων στις Μονές είναι οι προηστάμενοι. Ο αριθμός τους σε κάθε Μονή ορίζεται από τον εσωτερικό της κανονισμό. Η ανάδειξή τους, όποτε κενωθεί θέση, γίνεται με εκλογή από τους άλλους προησταμένους της Μονής, χωρίς ανάμιξη της υπόλοιπης αδελφότητας. Όποιος εκλεγεί διατηρεί το αξίωμά του ισοβίως, εφόσον δεν μεσολαβίσει η καταδίκη με συνέπεια την έκτοσή της. Η εκλογή διενεργείται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει ο εσωτερικός κανονισμός κάθε Μονής. Τα προσόντα αναφέρονται στο άρθρο 108 Καταστατικού Χάρτη Αγίου Όρους με πολυγενικό τρόπο, χρηστότητα ήθους, ανεπίληπτος βίος, διευκεντική ικανότητα κλπ. Στις συνάξεις, οι προηστάμενοι παίρνουν το λόγο με ιεροχική τάξη και διατυπώνουν ελεύθερα τις απόψεις τους. Πάντοτε, όμως, μέσα στα όρια που επιβάλλει η ευπρέπεια. Σύμφωνα με το άρθρο 111, οι Μονές διοικούνται από τον Ηγούμενο, την Επιτροπή και τη Γεροντία. Για τη Γεροντία, δηλαδή τη σύναξη των προησταμένων και τη συγκρότησή της, μιλήσαμε προηγουμένως. Η Επιτροπή είναι ένα όργανο διμελές ή τριμελές, ανάλογα με τον εσωτερικό κανονισμό κάθε μιας Μονής, που εκλέγεται κάθε χρόνο από τη Γεροντία μεταξύ των μελών της. Ο Ηγούμενος είναι αίρετος και εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία από όλα τα μέλη της αδελφότητας, που έχουν τη μοναχική ιδιότητα από έξι τουλάχιστον χρόνια, ανεξάρτα από τον τόπο της κουράς, μέσα δηλαδή ή έξω από το Άγιο Όρος. Η εκλογή πραγματοποιείται, ύστερα από πρόσκληση της Γεροντίας, σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο επιλέγονται από κατάλογο υποψηφίων δύο πρόσωπα, μεταξύ των οποίων στο δεύτερο στάδιο εκλέγεται ο Ηγούμενος. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση μεταξύ των δύο. Εκλόγημε, καταρχήν, είναι οι πατέρες της Μονής. Τα προσόντα είναι, κατά το άρθρο 112 Καταστατικού Χάρτη Αγιο Όρος, πρώτον Χριστό ήθος, σταθερή ευσέβεια, ανεπίληπτη διαγωγή, το άρθρο 116 αποκλεί τους καταδικασμένους σε οποιαδήποτε ποινή για κατάχρηση μοναστηριακής περιουσίας, εγκύκλια και εκκλησιαστική παιδεία και διηγητική ικανότητα, δεύτερον ηλικία, 40 τουλάχιστον ετών, τρίτον μοναχική κουρά στο Άγιο Όρος, προτίμηση όσων είναι γραμμένη στο μοναχολόγιο της Μονής από δεκαετίες, αν η αδελφότητα όχι μόνον η εκλογής διαπιστώσει ότι κανένας στη Μονή δεν έχει τις παραπάνω προϋποθέσεις, τότε εξαιρετικώς επιτρέπεται η μετάκληση μοναχού άλλης Μονής. Ο Ηγούμενος εκπροσωπεί τη Μονή δικαστικός και εξωδίκως. Στην αποκλειστική του δικαιοδοσία ανήκει η πνευματική εξουσία πάνω στους αδελφούς της Μονής. Ασκώντας τη διοικητική εξουσία ο Ηγούμενος είναι υποχρεωμένος να συμπράττει με την Επιτροπή κατά τη διαχείριση των υποθέσεων της Μονής στα πλαίσια που διαγράφει το άρθρο 90 Καταστρατικού Χάρτη Αγίου Όρος. Σε γενικότερες φύσης συζητήματα όμως αποφαστική αρμοδιώτη έχει η Γεροντία. Των αποφάσεων της οποίας Ηγούμενος και Επιτροπή αποτελούν την εκδηλεστική αρχή. Στα γενικότερα θέματα ανήκουν μεταξύ άλλων η σύναψη συμβάσεων που δεσμεύουν τη Μονή, οι δικαστικές υποθέσεις και ο διορισμός δικηγόρων. Κάθε μονόπλευρη πράξη ενός από τα δύο όργανα Επιτροπής δηλαδή Ηγουμένου είναι άκυρη και οι διαφωνίες που προκύπτουν αμεσά τους επιλύονται από τη Γεροντία. Ο Ηγούμενος είναι σύμφωνα με το άρθρο 115 Καταστρατικού Χάρτη Αγιόρους Ισόβιος. Είναι όμως δυνατή η πάψη του εξαιτίας παρεκτροπών ή για ανεπάρκεια στην εκτέλεση των καθηκόντων του με απόφαση της Γεροντίας, ύστερα από έγγραφη συγκατάθεση της πλειοψηφίας των αδελφών της Μονής που έχουν δικαίωμα ψήφου. Είπαμε προηγουμένως ότι τα μοναστικά ιδρύματα διακρίνονται σε κυριέρχες μονές και σε εξαρτήματα μονών. Σκύτες, κελιά, καλύβες, σιχαστήρια και καθίσματα. Η διαβίωση στα εξαρτήματα αποτελεί μορφή αναχωρητικού βίου και γι' αυτό από τη μία μεριά υποστηρίζεται για χάρη της ηθικής τελειώσεως που επιδιώχεται με το μοναχικό βίο, απ' άλλοι όμως υποβάλλεται σε περιορισμούς για να μην υπράξουν εκτροπές και γίνει μέσο για επιδίουξη άλλων σκοπών. Τα εξαρτήματα, όπως το δηλώνει και ο όρος, έχουν απόλυτη εξάρτηση από την οικία κυρίαρχημονή που την παγιώνει το Σύνταγμα απαγορεύοντας κάθε μεταβολή της μεταξύ τους θέσεις. Άρθρο 105 παράγραφος 2 Συντάγματος, άρθρο 3 Καταστρατικού Χάρτη Αγίου Όρους. Επίσης απαγορεύεται, άρθρο 133 Καταστρατικού Χάρτη Αγίου Όρους, η μετατροπή εξαρτήματος σε άλλο, ανώτερης τάξης. Για κάθε οικοδομική εργασία στα εξαρτήματα απαιτείται άδεια της Μονής, αν πρόκειται για επισκευή και της ιερής κοινότητας, αν πρόκειται για νέα οικοδομή, η επέκταση του κτιρίου. Σε όλα τα εξαρτήματα εκτός από τις σκύτες, τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του δικαιούχου ή των δικαιούχων μοναχών καθορίζονται με τα καλούμενα ομόλογα που εκδίδουν οι κυρίαρχες Μονές. Οι σκύτοι είναι ένα άθροισμα κελιών, καλλιβών ή και μικρότερων οικημάτων, όπως οι συγχαστηρίων οικαθισμάτων, που αρχικά χτίστηκαν το υπόδειγμα της λάβρας γύρω από το ενδιέτημα παλαιότερου ασκητή με ένα ως τη μέση, το λεγόμενο κυριακό. Οι σκύτες διακρίνονται σε κοινόδιες και ιδιοριθμές. Καμιά διάταξη δεν επιβάλλει αμετάβλητη διατήρηση αυτού του καθεστότος, που ούτε απαγορεύεται ρητά η μεταβολή του τύπου της σκύτης. Λόγω αντιθέσεως προς το γενικότερο αγιοριτικό πνεύμα θα πρέπει να αποκλειστεί μετατροπή κοινόδιες σκύτης σε ιδιοριθμή, όχι όμως και το αντίθετο. Ως προς την τελετρία διαδικασία, σε αυτή την περίπτωση, θα ήταν δυνατό με βάση το άρθρο 143 καταστατικού χαρτί αγιόρους να γίνει ανάλογη αφαραμονή του άρθρο 85, δηλαδή έκδοση πατριαρχικού συγγυλίου, μετά από σχετική απόφαση κείας κυρίαρχης μονής και έγκριση της ιεράς κοινότητας. Η λειτουργία τους διέπεται από εσωτερικό κανονισμό που εγκρίνεται από την κυρίαρχη μονή. Τη δείξει ασκούν ο δικαίος, οι σύμβουλοι και η σύναξη των γερόντων. Ο δικαίος πρέπει να προέρχεται από τους γέροντες των καλλιβιών και να διαθέτει τα γνωστά για τα γιορετικά όργανα προσόντα ευσέβειας και διοικητικής ικανότητας. Εκλέγεται για αιτήσια θητεία από τους γέροντες κάθε Μάιο, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρο 151 καταστατικού χαρτί αγιόρους. Οι σύμβουλοι σε κάθε σκήτη είναι δύο ή τέσσερις. Οι μισοί εκλέγονται όπως και ο δικαίος και οι υπόλοιποι ορίζονται από την κυρίαρχη Μονή. Όλον η θητεία είναι η άυσια. Οι κύριες αρμοδιότητες του δικαίου είναι η τήρηση της εσωτερικής τάξης, η συμβαστική επίλυση δικών διαφορών, η διαφύλαξη των κημιλιών κλπ. Έχει υποχρέωση συνεργασίας με τους συμβούλους και κάθε μονόπλευροι έξω από τα συνηθισμένα καθήκοντά του ενέργεια, πάση ακυρότητα. Η σύναξη των γερόντων έχει αρμοδιότητα για τις σπουδαίες υποθέσεις της σκήτης, αλλά η αποφάσιση υπόκειται στην έγκριση της Μονής. Το κελλί είναι αγροτικό ήκιμα, όπου ασκείται ένας μοναχός, ο γέροντας του κελιού, που πρέπει να έχει ήδη εξηγειωθεί με τη μοναχική ζωή, ως μέλος της αδερφότεας της Κυριαρχης Μονής, ιδιότητα που τη διατηρεί και μετά την εγκατάστασή του στο κελλί. Ο γέροντας αυτός μπορεί να ακολουθείται από δύο ακόμα μοναχούς που αποτελούν τη συνοδεία του. Η ομάδα είναι δυνατόν να συμπληρωθεί με την πρόζυψη τριών τοπολί δοκίμων ή υποτακτικών, ώστε ο αριθμός των κατοίκων του κελιού να μην ξεπερνά τους έξι. Τα κελιά παραχωρούνται από την Κυριαρχη Μονή με δικά έγγραφα που ονομάζονται ομόλογα. Οι καλύβες, τα ησυχαστήρια και τα καθίσματα είναι εξαρτήματα μικρότερες σημασίες, όπου ασκείται κατά κανόνα ένας μόνο μοναχός. Άλλο εξάρτημα που έχει διαφορετική προέλευση και προορισμό είναι το μετόχι, το οποίο όμως η έννοια στο Αγιωτικό Δίκιο αποκλίνει σε σχέση με όσα είπαμε για την Εκκλησία της Ελλάδος. Από και με την περιέλευση σε Μονή του Αγιώρου ακινήτου που βρίσκεται μακριά από αυτήν συνιστάται μετόχι. Και τώρα προχωρούμε στην Ιερά Κοινότητα. Η Ιερά Κοινότητα είναι το δευτεροβάθμιο όργανο αυτοδιοικίσεως του Αγιώρου. Είναι σώμα διαρκές που εδρεύει στις καριές και αποτελείται από τους αντιπροσώπους των 20 κυρίαρχων Ιερών Μονών. Η ανάδειξή τους γίνεται με εκλογή βάσει του εσωτερικού κανονισμού κάθε Μονής το αργότερο μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο της χρονιάς. Η θητεία των αντιπροσώπων είναι τίσια με απεριόριστη δυνατότητα επανεκλογής. Εκλόγοι είναι όσοι μοναχοί έχουν συμπληρώσει το 30 έτος ηλικίας και διακρίνονται για σύννεση και ανεπιληπτοβίω. Η ύπαρξη εκκλησιαστικής μορφώσεως και εγκύκλιας παιδείας αποτελεί πρόσθετο προσών. Οι αντιπρόσωποι διαμένουν μόνιμα στις καριές και οφείλουν να μετέχουν τακτικά στις συνεδριάσεις του σώματος. Η αδικαιολόγητη απουσία τους επισύρει μετά την κλήση τους σε απολογία διάφορες κυρώσεις από επίπληξη μέχρι έτηση αντικατάστασης από τη μονή τους. Άρνηση της μονής να προβεί στην αντικατάσταση μπορεί να οδηγήσει στην απαγόρευση προστολής αντιπροσώπου για ένα διάστημα τριών έως έξι μηνών. Σε περίπτωση απουσίας ή κολύματος, ο αντιπρόσπος αναπληρώνεται από άλλον μοναχό της μονής ή από τον αντιπρόσωπο άλλης μονής, ύστερα από απόφαση της οικίας μονής που γνωστοποιείται στην ιερά κοινότητα. Δεν χωρεί αναπλήρωση στην άσκηση δικαστικών αρμοδιωτήτων. Απαγορεύεται επίσης σύγχρονη αναπλήρωση από τον ίδιο αντιπρόσωπο δύο από όντων συναδέλφων του. Οι αντιπρόσωποι είναι απόλυτα ίσοι μεταξύ τους και μόνο οι θέσεις τους στη συνεδρίαση ανταποκρίνονται στην αρχή τάξη των μονών. Πριν από τη συζήτηση, οφείλουν να ανημερώνουν τις μονές τους για τα θέματα της ημερήσιας διατάξεως και δεσμεύονται από τις οδηγίες τους, εφόσον πρόκειται για ζητήματα διοικητικά. Στην άσκηση των δικαστικών καθηκόνων τους είναι αντιθέτως αδέσμευτοι και κρίνουν κατά συνείδηση. Η ιρακοινότητα συνεδριάζει τακτικά τρεις φορές την εβδομάδα και έκτακτα όποτε παρουσιαστεί ανάγκη. Τελεπτομέρειες διεξαγωγής των συνεδριάσεων καθορίζονται από εσωτερικό κανονισμό που προβλέπεται στο άρθρο 17 Καταστρατικού Χάρτη Αγιοόρους. Σε εκτέλεση αυτής της διατάξης συντάχθηκε ο κανονισμός της 23-9-17-10 του 1931. Συζήτησεως των θεμάτων καθορίζει ημερήσια διάταξη που καταρτίζεται και διανέμεται από την ιερά επιστασία. Μια μέρα πριν από τη συζήτηση. Σε επίγουσες περιπτώσεις μπορεί η ιρακοινότητα να προτάξει τη συζήτηση ενός θέματος. Η συζήτηση διευθύνεται χωρίς δυνατότητα να πληρώσεως από τον πρώτο επιστάτη που έχει και την ευθύνη για τη διατήρηση τάξης. Με δυνατότητα να φτάσει με άδεια της συνάξεως μέχρι την αποβολή παρεκτρεπόμενου αντιπροσώπου. Αν ένας αντιπρόσωπος αποβληθεί δύο φορές, αντικαθίσταται υποχρετικά από τη μονή του. Η ιρακοινότητα έχει απαρτί αν παρευρίσκονται τα 2-3 από τα μέλη της, δηλαδή 14 αντιπρόσωποι. Η νόμιμη απαρτία διατηρείται αν για οποιοδήποτε λόγο απομακρυνθούν αντιπρόσωποι στη διάρκεια μιας συνεδριάσεως, εφόσον οι υπολοιπώμενοι είναι τουλάχιστον 11. Στις συνεδριάσεις μπορεί να παρίσταται με συμβουλευτική ψήφο και ο διοικητής του Αγιόρου σαν κλειθεί. Η πρόσκλησή του είναι υποχρεωτική αν ζητηθεί από 8 τουλάχιστον αντιπροσώπους. Στο σημείο αυτό διακόπτω με την παρουσίαση των θεμάτων που αφορούν την Ιερά Κοινότητα, διότι έληξε ο χρόνος της παρούσας διαλέξεως και θα επανέλθομαι με το ίδιο θέμα στην επόμενη δωδέκατη και τελευταία διαλέξή μας. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.