Στρατιωτική εκπαίδευση, καινοτομίες στο πεδίο του πολέμου.: Παρακαλώ, κύριε Παρακαλώ. Παρακαλώ, κύριε Παρακαλώ. Παρακαλώ, κύριε Παρακαλώ. Η Σύμβαση, που στην ουσία ανατρέπει τα πάντα, οι πόλεμοι που γίνονται με το σύνολο πια του πληθυσμού, δηλαδή η αστική τάξη αναθέτει στο σύνολο αυτό που οριοθετεί σαν έθνος την διεξαγωγή του πολέμου, με αντάλλαγμα την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, κάποια επίφαση συμμετοχής στα κοινά του συνολού των ανθρώπων που αποτελούν το ένα και το αυτοέθνος. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα για τα συμφέροντα του έθνους, τα οποία, αν θέλετε, είναι και τα συμφέροντα της αστικής τάξης, δηλαδή της ελίτ, των ελίτ που κυβερνούν το έθνος, να πολεμά το σύνολο του πληθυσμού. Είτερως, πάντων, αυτοί οι οποίοι καλούνται κατά καιρούς να πάνε στα πεδία των μαχών, να διεκδικήσουν αυτά που η κυβέρνησή τους, η εξουσία, το κράτος, αν θέλετε, βάζει σαν ιεραρχή, σαν στόχους, σαν καθήκοντα, σαν πολιτική λογική. Υπάρχει ένα διάλειμμα στην εξέλιξη των πραγμάτων. Οι δυνάμεις που απελευθέρωσε η Γαλλική Επανάσταση ήταν πάρα πολύ σημαντικές και χρειάστηκε, αν θέλετε, δύο πράγματα που προκαλέσαν την αντίδραση. Το πρώτο είναι ότι η ταξική, η κοινωνική, η πολιτική, η αντίδραση των αριστοκρατών του παλαιού καθεστότος και των μοναρχών, επίσης, που τους εκπροσωπούν του παλαιού καθεστότος, αλλά ταυτόχρονα ξεπηδάει και μια νέα μορφή αντίστασης στον Απολέοντα, στους Γάλλους. Η αντίσταση, η εθνική θα λέγαμε, ή η προεθνική, δηλαδή το γεγονός ότι κράτη, όπως η Αυστρία, όπως η Ρωσία, όπως η Πρωσία, αντιτίθονται σε αυτήν την πρωτοκαθεδρία της Γαλλίας, σε αυτό που αυτοί βλέπουν ως Γαλλική κατάκτηση. Δηλαδή, αν θέλετε, δύο μεγάλα κύματα πνίγουν την Απολεόντια Αυτοκρατορική Γαλλία και μαζί της και την Γαλλία της Επανάστασης, της οποίας τις τείχες διαχειρίζεται ο Απολέοντας. Το ένα είναι το εθνικό, αυτή η εθνική κυνητοποίηση που δημιουργεί η Γαλλική Επανάσταση, όχι με το χαρακτήρα και τη μορφή του Γαλλικού Νασιών, του Γαλλικού Έθνους, αλλά με την ιδιόμορφη αν θέλετε αντίληψη που διαμορφώθηκε στη Ρωσία το 1812, είτε στην Προσία του 1812-13, αυτή την ιδέα του θρησκευτικού έθνους ή του έθνους με την κοινή πίστη ή του έθνους με την κοινηφιλή, στην δεύτερη περίπτωση, πάντα με την ιερή του γη, με την επικράτειά του, με τον λαό του, με όλα αυτά τα πράγματα. Καθώς επίσης και οι Βασιλείς, καθώς επίσης και οι ανταγωνιστές, η Αγγλία, οι οποίοι στα 1815 κλείνουν το κεφάλαιο των Απολεοντίων Πολέμων και στην Απολεοντίου Γαλλίας με μία στρατιωτική ήτα, με μία στρατιωτική μάχη, αν θέλετε με μία στρατιωτική σύγκρουση, η οποία καταλήγει στη γνωστή μάχη του Βατερλώ το καλοκαίρι του 1815 και που τελειώνει την απόπειρα του Ναπολέοντα να διαδώσει, αν θέλετε, να επιβάλλει, κατακτώντας για λογαριασμό της αστικής τάξης της Γαλλίας, της Γαλλίας της ίδιας, την υπόλοιπη Ευρώπη. Τελειώνει αυτή η περίοδος των πολέμων που πρακτικά ξεκίνησε από το 1792 για να τραβήξει μέχρι το 1815. Μας κάνει αυτό 23-24 χρόνια πολέμων. Δεν είναι και λίγα για την Ευρωπαϊκή Ήπειρο, αν και η διαφορά με το παρελθόν δεν βρίσκεται στη διάρκεια των πολέμων, βρίσκεται στη μορφή των πολέμων. Εδώ πια πολεμούν τα έθνη μεταξύ τους, πράγμα που σημαίνει ότι πολεμάει πάρα πολλούς κόσμος, καταρχήν σε σέση με το παρελθόν. Δεν νοούνται στρατοί των 15-20.000. Εδώ στις τελευταίες μάχες στην Απολειώντας εποχής, αντιπαρατάσσονται 500-600.000 στρατιώτες στο πεδίο της μάχης, στην Μάχη των Εθνών στη Λειψία για παράδειγμα. Πράγμα που προαναγγέλλει τις σύγχρονες μορφές του πεδίου της μάχης. Αυτές που γνωρίσαμε στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο ή στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτές τις μάχες, ξέρω εγώ, που στην ουσία την παρατάσσονται ενάμιση 1 εκατομμύριο στρατιώτες από τη μια και την άλλη μεριά. Όσους δηλαδή αντέχει το τεχνικό υπόβαθρο που συνοδεύει αυτούς τους στρατούς. Ήταν του Ναπολέοντα, το συνέδριο της Βιέννης και το πολιτικό σχήμα που γεννήθηκε από αυτό η Ερή Συμμαχία, είχαν ένα και μόνο στόχο, ένα και μόνο σκοπό, αυτό που στη Γαλλία ονομάστηκε ρεστορασιό. Και στα ελληνικά το ονομάζουμε παλινόρθωση. Δηλαδή αυτό το παλαιό καθεστώς, αυτό το καθεστώς των μοναρχών, φωτισμένων ημί, αυτό το καθεστώς των αριστοκρατών, επιχείρησε να ξαναστηθεί πάνω στα ερήπια που είχε αφήσει πίσω της, η πτώση των Απολέοντα, η δημοκρατική Γαλλία και αν θέλετε και η δημοκρατική Ευρώπη που πίστεψε στα μηνύματα τα Ναπολεόντια. Αυτές οι υποθέσεις στην ιστορία είναι τρομερά δύσκολες. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να γυρίσεις στο ρολόι του ιστορικού χρόνου πίσω στο παρελθόν. Όσο και αν το επιθυμείς, όσο και αν έχεις κερδίσει τον πόλεμο με αυτό το στόχο, όσο και αν έχεις, αν θέλετε, άφθονα πολιτικά εργαλεία για να επιβάλλεις αυτή την επιστροφή. Ξέρετε, η ιστορία άμα διαβεί ένα μονοπάτι, πολύ δύσκολα το ξαναπαίρνει να το ξαναδιασκήσει. Το πέρασε, τελείωσε, πάει στο επόμενο. Γι' αυτό λοιπόν και αυτή η περίοδος υπαρρυνόρθωσης είναι μια ιδιότροπη εποχή, είναι μια ιδιότροπη εποχή που θα λέγε κανείς ότι... θα λέγε, είναι ακριβώς εποχή καταστολής, εποχής εντάσεων, συγκρούσεων, καταστάσεων και αυτό εκφράζεται στη μορφή του πολέμου ή μάλλον στη μορφή του μη πολέμου. Η Ιρή Συμμαχία μισεί τον πόλεμο, αντιπαθεί τον πόλεμο, δεν προκρίνει τον πόλεμο και ειδικά τον πόλεμο μεταξύ δυνάμεων, μεταξύ κρατών. Κατανοεί μια εκεί που ο πόλεμος ήταν γενικός κανόνας στην Ευρώπη μέχρι το 1815 τα πάντα, όλα τα προβλήματα επιλύοντα με πόλεμο ξαφνικά έχουμε μια νέα πολιτική κατάσταση η οποία αρνείται το εργαλείο του πολέμου για την επίλυση των προβλημάτων. Η αιτία είναι προφανής και την καταλαβαίνουμε όλοι, είναι βαθύδα τα πολιτική. Δηλαδή, τα καθεστώτα αυτά είναι αμύχανα. Τα καθεστώτα αυτά, εντάξει, το φαντάζεστε, αλλά καλό είναι να τα περιγράψω. Πρόκειται για την απολυταρχία του Τσάρου της Ρωσίας, για την απολυταρχία της Βιέννης, της Αστρίας, για την βρετανική παρουσία, την απολυταρχία επίσης της Πρωσίας, έστω με όλα αυτά τα ζητήματα, βασιλιά της Πρωσίας, την Μεγάλη Βρετανία, την Μεγάλη Βρετανία φυσικά, και, αν θέλετε, την Γαλλία, η οποία πλέον έχει, ξαναέχει βασιλιά από την οικογένεια των Βουρβώνων, μάλιστα, ξαναέχει μια απόλυτη μοναρχία και μάλιστα, αν θέλετε, είναι κάτι το οποίο το τονίζει. Δηλαδή, είναι η εποχή που αποδίδονται στον βασιλιά της Γαλλίας πιο ισότερες μαγικές, θεραπευτικές ιδιότητες από τείχες των παρεθών. Προφανώς, τύνεται μια προσεκτική προπαγάνδα, ώστε να αποκτήσει έγλυ και κύρος το πρόσωπα του βασιλιά, το πρόσωπο της μοναρχίας και, ναι, δεν είναι πολύ αξιόπιστη η Γαλλία. Η Γαλλία βράζει από κάτω, δεν είναι πάρα πολύ αξιόπιστη. Παρ' όλα αυτά, αυτές είναι οι δυνάμεις οι οποίες κυριαρχούν και συντονίζουν τα ευρωπαϊκά ζητήματα μετά το 1815. Και είναι δυνάμεις οι οποίες γνωρίζουν ότι, εάν παρασχερθούν σε μεταξύ τους πολέμους, τότε υπάρχει ένα ερώτημα. Ποιος θα κάνει αυτούς τους πολέμους? Δεν θα ξαναδώσουν όπλα στον πολυκόσμο, δεν θα ξαναδώσουν αξιώματα στους αστούς, δεν θα χρειαστούν τη χρηματοδότηση της αστικής τάξης, τη μέρημνα της αστικής τάξης, την οργανωτική, τη συμμετοχή της αστικής τάξης ή των λαϊκών στρωμάτων στον πολέμο αυτό. Κατά συνέπεια η ιδέα του πολέμου εξοβελίζεται και, αν θέλετε, μαζί του αλλάζουν για ένα διάστημα και μορφή οι στρατοί του τότε κόσμου. Δηλαδή, οι στρατοί αυτοί περιορίζονται δραματικά σε μέγεθος, καταργείται η στρατιωτική θητεία και η υποχρέωση, η υποχρεωτική στράτευση, αυτό το λεβέα μας, αυτή η γενική επιστράτευση της Γαλλικής Επανάστασης. Δεν υπάρχει καμία μα καμία διάθεση σε αυτά τα καθεστώτα τα οποία έχουν απειληθεί στα προηγούμενα χρόνια να ξανακινητοποιήσουνε λαϊκές μάζες σε μεγάλη κλίμακα για λογοριασμό πολέμου. Και οι στρατοί γίνονται, οι στρατοί αποκτούνε μεγαλοπρεπέστατε στολές. Το υπικό όπλο της Αλιστοκρατίας, όπλο ακριβό, γίνεται το εκλεκτό όπλο αυτών των στρατών διότι, αν θέλετε, είναι και το καλύτερο όπλο για να κάνει τη δουλειά που κάνουν αυτοί οι στρατοί. Πραγματικά, αυτές οι στρατιωτικές δυνάμεις, οι γεμάτοι με ουσάρους, με δραγόνους, με κάθε είδους πομπόδι ονόματα και αντίστοιχα πομπόδι στολές, χρησιμοποιούνται, οι πόλεμοι που κάνουν είναι κυριολεκτικά πόλεμοι δημόσιας τάξης, θα λέγαμε. Αποκαθιστούν την τάξη εκεί όπου ξεσπούν επαναστάσεις. Εκεί όπου ξεσπούν επαναστάσεις, στη Νότια Ιταλία, στην Ισπανία, όπου κινείται κάτι, ας πούμε στην Πολωνία, όπου δημιουργείται μια οποιαδήποτε υποψία αναταραχής στρατεύματα αυτού των δυνάμεων και κυρίως τα πιο αξιόπιστα από αυτά, που είναι τα στρατεύματα του Τσάρου της Ρωσίας, σπεύγουν επί τόπου για να καταστήλουν τις επαναστάσεις αυτές. Από τη Λισαβώνα μέχρι την Άπολη και από την Άπολη μέχρι τη Βαρσοβία, τα στρατεύματα αυτά βρίσκονται εκεί για να επιβάλλουν την τάξη όπου διαταράσσεται. Φαινομενικά, μάλιστα για να αποφυφθεί ο πόλεμος, να συμπληρώσουμε και αυτό, σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι εταίροι αυτού του συστήματος, οι μεγάλοι γεμόνες της Ευρώπης, αυτοί οι οποίοι έχουν πάρει την εντολή να διατηρήσουν την τάξη της Γεραιάς Επείρου στο όνομα της θείας πρόνοιας, στο όνομα της θεϊκής τους, αν θέλετε, προνομιακής επικοινωνίας με το θείο. Λοιπόν, αυτοί οι γεμόνες συναντιώνται σε τακτά χρονικά διαστήματα και επιλύουν με ειρηνικό τρόπο τις τυχών μεταξύ τους διαφορές και, αν θέλετε, λαμβάνουν και μέτρα ενάντια στις οποίες επαναστάσεις εμφανίζονται. Αυτό το σύστημα δουλεύει χονδρικά μέχρι το 1821, δηλαδή χονδρικά περίπου 6 χρόνια. Και εκεί συναντάει μια πρώτη μορφή αν θέλετε αντίπλαξης. Αυτό συμβαίνει με δύο κύματα, με ένα επαναστατικό κύμα, μάλλον ενιαίο παρουσιάζεται τώρα με την απόσταση που έχουμε στον χρόνο και το οποίο από τη μία μεριά είναι σχετικά περιθωριακό σε σχέση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Είναι το κίνημα της ανεξαρτησίας, τις επαναστάσεις που ξεσπούν στη Λατινική Αμερική για την απελευθέρωση από την ισπανική επικοιοκρατία και αν θέλετε αυτά συνοδεύονται και με αναταραχές στη Μητρόπολη. Οι ταραχές στη Μητρόπολη διότι στην είδαν Ισπανία καταστέλονται εύκολα από την Ιρή Συμμαχία, αλλά το να σταλούν στρατεύματα ευρωπαϊκά, ρωσικά, αυστριακά, προσσικά ή οτιδήποτε άλλο στην Νότιο Αμερική ή στην Κεντρική Αμερική, αυτό είναι μια εξαιρετικά περίπλοκη υπόθεση πολύ περισσότερο που οι ΗΠΑ καλοβλέπουν αυτές τις επαναστάσεις οι οποίες θα διώξουν αυτή την αρχαϊκή ευρωπαϊκή δύναμη την Ισπανία από εδάφια αμερικανικά που επίπεδο θα λημιούν για το εμπόριο τους, για την οικονομική τους κίνηση και οι νεοσύστατες ΗΠΑ του καιρού εκείνου. Το δεύτερο και μας αφορά λίγο περισσότερο επαναστατικό φαινόμενο το οποίο ξεσπάει εκείνον τον καιρό είναι η ελληνική επανάσταση, μέρος του ανατολικού ζητήματος που έχει διαμορφωθεί, μέρος δηλαδή του ερωτήματος που ήδη βαραίνει σαν σκιά την Ευρώπη, τι θα γίνει με αυτό το μόρφωμα που ακόμα κυριαρχεί σε μεγάλο μέρος της Ευρωπαϊκής Επίρου και ονομάζεται Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτή η μεγάλη χώρα απειλείται από δύο μεριές, απειλείται από την επιθυμία της ισχυρής Ρωσίας, της ισχυρής πνεορωσίας, να κατέβει όσο το δυνατό νοτιότερα και αν είναι δυνατόν να αποκτήσει άμεση πρόσβαση στον μεγάλο εμπορικό θαλάσσιο δρόμο της Μεσογείου. Και από την άλλη η επιθυμία της Αγγλίας συγκρούεται με εκείνη της Ρωσίας πάνω στην Οθωμανική επικράτεια. Η επιθυμία της Μεγάλη Βρετανίας είναι να εμποδιστεί με τον έναν τον άλλον τρόπο να εμποδιστεί αυτή η κάθοδος της Ρωσίας νοτιότερα και σε καμία περίπτωση να μην έχει άμεση πρόσβαση στη Μεσόγειο θάλασσα, η οποία θεωρείται ήδη και μάλιστα 200 χρόνια εκείνο τον καιρό ήδη θεωρείτο βρετανική υπόθεση, καθαρά βρετανική υπόθεση. Η ελληνική επανάσταση, τις λεπτομέρειές της, τις ξέρουμε πώς συμβαίνει, για τι συμβαίνει, τι και πώς. Ξαναφέρνει στο προσκήνιο μερικές νέες καταστάσεις. Πρώτα απ' όλα ξαναβάζει την έννοια της απόκτησης πολιτικών δικαιωμάτων μέσα από την κινητοποίηση. Κοιτάξτε, η ελληνική επανάσταση δεν ήταν σε καμία περίπτωση αστική επανάσταση με την έννοια την κλασική, τη γαλλική, οτιδήποτε άλλο. Αν θέλετε, εμπεριείχει ψύγματα αυτού του. Ή μάλλον, δεν ήταν μια επανάσταση που είχε το βάθος, τη ριζοσπαστικότητα αυτών. Στην ουσία, πρόκειτο για μια σειρά από κοινωνικές ομάδες οι οποίες είχαν μια θέση στον αθωμανικό κόσμο και των οποίων τα συμφέροντα από καιρό είχαν έρθει σε προστριβή με τα συμφέροντα των οθωμανικών ελίττων του καιρού εκείνου. Μέρος των οποίων ήταν, ένα κομμάτι των φαναριωτών έρχεται σε σύγκρουση με την υψήλη πύλη, με την οθωμανική εξουσία διότι οι τάσεις για εξυγχρονισμό του οθωμανικού κράτους στην ουσία σημαίνουν και εκτουρκισμό της σουλτανικής διοίκησης. Πράγμα που σημαίνει ότι οι φαναριώτες, οι οποίοι έχουν την προνομιακή θέση των υψηλών αξιωματούχων της πύλης, ως χριστιανοί δεν απειλούν την εξουσία, δεν μπορεί να γίνει σουλτάνος ένας χριστιανός, ούτε καν μεγάλος βεζίλης δεν μπορεί να γίνει, αλλά μπορεί να γίνει δραγωμάνος, μπορεί να γίνει πάρα πάρα πολλά πράγματα στα αξιώματα και να κινείται μέσα στο παλάτι ως ακίνδυνο είδος, διότι ο αρχηγός των πιστών πρέπει οπωσδήποτε να είναι μουσουλμάνος. Ένας χριστιανός στο παλάτι μπορεί να κάνει τα πάντα εκτός από πραξικόπημα. Λοιπόν, γι' αυτόν τον λόγο έχουν επιφανείς και σπουδαίες θέσεις. Η προσπάθεια εκ τουρκισμού της οθωμανικής διοίκησης τους φέρνει σε σύγκρουση με αυτά τα ζητήματα. Μια σύγκρουση, η οποία τροφοδοτείται από τη διείσδιση των ρωσικών συμφερώντων και των ρωσικών πραγμάτων, με τα οποία οι φαναριώτες έρχονται σε επαφή στις ηγεμονίες μετά τη συνθήκη του Κιτσού Καναρτζή στο τέλος του προηγούμενου αιώνα. Εν πάση περίπτωση, αυτοί οι φαναριώτες, αυτοί οι προύχοδες του Μοριά, αυτοί οι καραβοκύριδες του Αιγαίου, όλα αυτά τα στρώματα τα οποία αποφασίζουν να διεκδικήσουν την απόσχησή τους από την οθωμανική αυτοκρατορία, για να κάνουν πόλεμο στην οθωμανική αυτοκρατορία χρησιμοποιούν μία παραπλήσια συνταγή, μία παραπλήσια συνταγή με εκείνηνα της Γαλλικής επανάστασης. Δηλαδή, στην ουσία, επειδή οι ίδιοι είναι πάρα πολύ λίγοι για να προχωρήσουν αυτόν τον πόλεμο, καλούν τα λαϊκά στρώματα της χώρας στο όνομα της ελευθερίας, της εθνικής ελευθερίας, στο όνομα της δημιουργίας ενός έθνους να πάρουν τα όπλα και να πολεμήσουν τον αστότε κατακτητή. Αυτό σημαίνει, δεν υπάρχει καμία σύμβαση κανονικά διατυπωμένη στην ελληνική επανάσταση, αλλά αυτή η ιδέα είναι βασική. Δηλαδή, αυτοί οι 10.000-15.000 ενόπλοι, οι οποίοι θα πολεμήσουν τον εχθρό στην ελληνική επανάσταση, τόσο είναι το μέγιστο του επαναστατικού στρατού που συγκεντρώνεται λόγω χάρη προς το τέλος της επανάστασης στις συγκρούσεις γύρω από την Ακρόπολη και τον Φάληρο και τον Πειραιά. Τα σώματα δεν ξεπερνούν τις 10.000-12.000, αλλά αυτό είναι. Η μόνη περίπτωση που έχουμε ένα σώμα επαναστατών που ξεπερνά αυτά τα μεγέθη είναι στην υπόθεση της Τριπολιτσάς που μαζεύονται τις παραμονές της Άλλος γίνονται 25-30.000 άτομα γύρω από την Τριπολιτσά, αλλά αυτοί είναι φικεριακοί στρατιώτες. Σε αυτούς, όχι στο σύνολο του πληθυσμού, δεν υπάρχει καμία τέτοια σύμβαση και ούτε υπάρχει και η ιδέα, όπως στη Γαλλία, της γενικής επιστράτευσης από το έθνος. Αυτά είναι απαγορευμένες έννοιες στον καιρό εκείνο. Θα χάλαγε το όνομα της ελληνικής επανάστασης στην Ευρώπη εάν καλούσε υπό τα όπλα τους πάντες. Κάποιοι τους χριστιανούσε ανάντια στην τυραννία, αλλά στην ουσία χρησιμοποιεί, δεν έχει τους μηχανισμούς, δεν έχει κανένα κράτος τύπου γαλλικού για να κάνει αυτές τις δουλειές. Στην ουσία, εκείνοι που αποκτούνε πρόσβαση στην εξουσία, έμμεση πρόσβαση, δηλαδή αυτοί που έχουν μια κάποια δυνατότητα στο νέο κράτος που δημιουργείται αυτοί οι ένοπλοι και πραγματικά οι οπλαρχικοί τους, αυτοί οι καπετανέοι, όλοι αυτοί οι αγωνιστές του 1821, οι οποίοι τον πραγματικό ηρωισμό τους στη διάρκεια της μάχης τον ανταλλάσσουν στο νέο ελληνικό κράτος με πολιτικά αξιώματα, διότι έτσι είναι η συνταγή της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά μοιάζει κάπως με αυτή. Λοιπόν, στην ουσία δηλαδή εδώ πέρα έχουμε και πάλι έναν πόλεμο, έναν πόλεμο εξαρτησίας για τη δημιουργία ενός έθνους, το οποίο επικαλείται αυτή την εθελοντική συμμετοχή του κόσμου με την αόριστη υπόσχεση ότι θα πάρει ελευθερίες, δηλαδή στην ουσία θα πάρει πολιτικά δικαιώματα εάν βοηθήσει τις ελίτ να φτιάξουνε το δικό τους κράτος την δική τους εξουσία. Δεν υπάρχει ιδέα επιστράτευσης. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει έναν οργάνωτο κράτος όπου κανείς δεν ξέρει πού γεννήθηκε, πότε γεννήθηκε, αν γεννήθηκε κλπ. Είναι πολύ σχετική η καταγραφή. Και στο κάτω κάτω τα κοιτάπια, τα χαρτιά της εποχής τα κατέχει η εκκλησία, άντε βγάλε άκρη. Λοιπόν, πάντως αυτή η ιδέα της εθελοντικής κινητοποίησης, η πενδουσία της ελληνικής επανάστασης δίνει ιδέες. Δίνει ιδέες για το ευρωπαϊκό 1830 που έρχεται. Αλλά η ελληνική επανάσταση είναι κάτι περισσότερο. Είναι κάτι περισσότερο. Οι ιδέες της Γαλλικής επανάστασης και πραγματικά η ιδέα ότι η πολιτική ελευθερία περνάει μέσα από τη στρατιωτική συμμετοχή, αυτές παραμένουν διάχυτες στην Ευρώπη ακόμα και όταν η παλινόρθωση έχει υπαγορεύει τους δικούς τους κανόνες. Αλλά περνούν υπόγεια. Εκφράζονται κυρίως με κάτι το οποίο ονομάζουμε συμβατικά, κάτι το οποίο περιέχει, έτσι γίνεται συνήθως στους ορισμούς και στις καταστάσεις. Συνήθως οι καταστάσεις περιλαμβάνουν πάρα πολλά πράγματα. Εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να τους δώσουμε έναν ενιαίο ορισμό και κατά συνέπεια εδώ χρησιμοποιούμε τη λέξη ρομαντισμός, κίνημα του ρομαντισμού για να περιγράψουμε πολλά διαφορετικά πράγματα. Ο ρομαντισμός αυτός έχει ένα σταθερό υπόβαθρο. Ότι αγωνίζομαι, πολεμώ, μετέχω στον πόλεμο για να κερδίσω την ελευθερία, για να κερδίσω πολιτικά δικαιώματα. Το αποτέλεσμα είναι ότι στο άκουσμα της ελληνικής επανάστασης, το φαντάζεστε δεν γίνεται επανάσταση στην Άπολη, δεν γίνεται επανάσταση στην Ισπανία, στην Σαββώνα κλπ. Είναι ειδικά φορτισμένη η υπόθεση της Ελλάδας, με την έννοια ότι ο ρομαντισμός βρίσκεται εκεί μια συνέχεια, ένα θεμέλιο. Δηλαδή στην Ελλάδα επαναστατεί όλο εκείνο το ελληνικό πνεύμα, που από τον καιρό του ουμανισμού και του διαφωτισμού δίνει, αν θέλετε επανεκκινή, έναν τρόπο σκέψης, έναν τρόπο αντιμετώπισης της επιστήμης, της πραγματικότητας, της φιλοσοφίας, των πάντων, που αργότερα θα γίνει σύγχρονη μορφή σκέψης. Εκεί συμβαίνει, σε αυτή την γενέθλια γη αυτών των ιδεών συμβαίνει αυτή η επανάσταση. Και συμβαίνει με τον τρόπο που θυμίζει πράγματα από το χθες. Βγαίνουν οι σημαντικοί και καλούν τους ασήμαντους να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους για να φτιάξουν όλοι μαζί ένα έθνος. Αυτό συγκινεί. Και έτσι λοιπόν, στρατιές από την πρώτη στιγμή που ξεσπά ελληνική επανάσταση, ή τελος πάντων μόλις φτάνουν οι ιδήσεις ότι κάτι συμβαίνει στην Ελλάδα, στρατιές εθελοντών πηγαίνουν να πολεμήσουν για λογριασμό της ελληνικής επανάστασης. Εντάξει, θα μου πείτε ότι πολλοί από αυτούς δεν είναι παραπροϊόντα του παρελθόντος, δηλαδή στην ουσία εφόσον έξι χρόνια πριν την ελληνική επανάσταση, μόλις έξι χρόνια έχουν περάσει από τότε που έκλεισε ο κύκλος των απολεοντίων πολέμων, το φαντάζεστε ότι η Ευρώπη είναι γεμάτη από δύο κατηγορίες απόβλητων ανθρώπων. Απόβλητοι πολεμιστές, πολεμιστές οι οποίοι πολέμησαν στους απολεών τους πολέμους, κάτω από οποιαδήποτε σημαία αν θέλετε, και τους οποίους αυτή η περίοδος της Ελλήνης που ακολουθεί το 1815, έχει αφήσει άνεργους. Υπάρχει πλήθος λοιπόν επαγγελματιών του πολέμου οι οποίοι ψάχνουν να βρουν ένα πόλεμο για να προσφέρουν υπηρεσίες και να στρατευθούν σε αυτό. Και αν θέλετε αυτή τους την τάση, αυτή τη βιοποριστική ανάγκη είναι και αυτό λιγάκι, ή αυτή τη φιλοδοξία να ξαναγίνουν στρατηγοί, να ξαναβάλουν διοικήσεις, να ξαναπάρουν κανόνια στα χέρια τους, να, να, να, όλα αυτά, τους κατευθύνουν σε κάτι που φαίνεται επαναστατικό, επαναστατικό κράτος, μια νέα εξουσία που γεννιέται και ξέρετε, όταν προσφέρεις σε μια νέα εξουσία που μόλις γεννιέται υπηρεσίες, έχεις βάσιμες πιθανότητες, αν επιζήσεις των δεινών, να μπεις σε καλή μεριά σε αυτό το νέο κράτος. Δεν θα ενοχλούσε κανένα να γίνει πρίγκιπας των δελφών με όσα έχουν ακουστεί, για το τι ήταν οι δελφοί στο πάλε ποτέ. Λοιπόν, υπάρχουν οι τυχοδιώκτες λοιπόν, αυτοί που βαδίζουν, υπάρχουν όμως και οι ρομαντικοί. Οι ρομαντικοί, οι οποίοι θεωρούν ότι δια του πολέμου, δια τη συμμετογή τους στον πόλεμο, αποκτούν το δικαίωμα, το κύρος, το ηθικό ανάστημα, το «vertu» που λένε οι Γάλλοι. Αυτή την αρετή θα το λέγαμε από την εποχή του Μακιαβέλη η λέξη, αλλά τώρα πια στο ρομαντισμό έχει εξελιχθεί. Όλη αυτή την αρετή η οποία οδηγεί στην ελευθερία, η οποία κατακτά την ελευθερία. Δεν είναι τυχαίο που ο μεγαλύτερος ρομαντικός ποιητής του καιρού εκείνου, ο Νόρτος Βίρονας, έρχεται, μετέχει ενεργά στην υπόθεση ελληνικής επανάστασης, στηρίξης ελληνικής επανάστασης και στο τέλος, μαζί με όλο αυτό το ρεύμα, το κύμα που ο ρομαντισμός τρέφει προς την Αλλάδα, έρχεται και ο ίδιος για να πεθάνει από την συνηθέστερη αιτία που πεθαίνουν όλοι αυτοί οι φιλέλληνες στην Ελλάδα από αρρώστια. Δεν είναι ούτε το κλίμα υγιεινό, ούτε οι συνθήκες κατάλληλες, ούτε η διατροφιάριστη, όλα αυτά μαζί είναι ικανα να σκοτώσουν κόσμο και κοσμάκες και όντως σκοτώσαν και περισσότερος μάλιστα οι αρρώστιες από τους σκότωσαν πολιμικές επιχειρήσεις ή σφαγές της επανάστασης. Λοιπόν, ξαναγεννιέται λοιπόν μια ιδέα ότι δια του πολέμου οι πολιτικοί, δηλαδή αυτό το οποίο συνέβη στη Γαλλική Επανάσταση όπου οι λαοί τους απέκτησαν ή τους υποσχέθηκαν πολιτικά δικαιώματα εάν και εφόσον πολεμήσουν για μια ιδέα για το έθνος, για την αστική τους τάξη, για τα σύμφεροντά της, για πολλά πράγματα, αλλά θα πάρουν εάν πολεμήσουν. Λοιπόν, αυτό εδώ μετατρέπει φιλόδοξους πολιτικούς γιατί οι ρομαντικοί κυρίως θέλουν να φτιάξουν ένα καθεστό στις χώρες τους ή να φτιάξουν τις χώρες τους, στην περίπτωση των Πολωνών, λόγου χάρη. Αυτούς, για να αποκτήσουν το δικαίωμα στην ελευθερία, για να αποκτήσουν το δικαίωμα το πολιτικό στη χώρα τους, για να αποκτήσουν το κύρος που, αν θέλετε, θα τους δώσει πολιτική υπόσταση και συνέχεια, έρχονται να πολεμήσουν και να πεθάνουν στην Ελλάδα. Αυτό δημιουργεί μια νέου τύπου ατμόσφαιρα. Αυτό το πήγαινε, έλα φίλε Ελλήνων, αυτή η συζήτηση που γίνεται για την Ελλάδα, αυτές οι συζητήσεις, είναι κάτι το οποίο, αν θέλετε πρώτα απ' όλα, σαστίζει την ιερή συμμαχία. Και, μάλιστα, αν θέλετε, υπάρχουν και εσωτερικές εντάσεις μέσα στην ιερή συμμαχία, να ξεσπάει η Ελληνική Επανάσταση. Διότι, ως τότε, τις Ευρωπαϊκές Επανάστασες, ευχαρίστως, μετά το 1815, ευχαρίστως τις κατέστειλε ο Ρωσικός Στρατός. Είναι δυνατόν ο Ρωσικός Στρατός να σταλεί στην εναντίον των Οθωμανών, αγωνιζόμενη η Ελλάδα, να καταστείλει την Ελληνική Επανάσταση. Πρώτον, υπάρχει διάχειτη μια υποψία, η οποία εν μέρει δεν είναι μόνο υποψία, ότι η Ρωσία, το λιγότερο που μπορούμε να πούμε, είδε με πολύ ευχάριστο μάτι το ξέσπασμα μιας Επανάστασης ενός ομόδοξου λαού, που μπορεί να γίνει εργαλείο και γέφυρα για την είσοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο. Πράγμα που αναγκάζει την Αγγλία να σπεύσει και να προλάβει καταστάσεις στο ελληνικό φαινόμενο. Αλλά το φαντάζεστε, κανείς δεν μπορεί να καταστείλει την Επανάσταση των Χριστιανών Ελλήνων, όχι γιατί είναι χριστιανοί, αυτοί είναι παγερά, αδεάφρος οποιονδήποτε, αλλά εάν τους τυπήσει η Αγγλία, ή αν τους τυπήσει η Ρωσία, πάρα πολύ απλά αυτοί έχουν την ευχέρεια να πάνε με τον άλλον. Να πάνε δηλαδή με την Αγγλική προστασία ή να πάνε με την Ρωσική προστασία, ανάλογα με το ποιος θα τους τυπήσει. Άρα κανείς δεν μπορεί να τους τυπήσει. Και έτσι η Ερή Συμμαχία βρίσκεται μπροστά σε μια Επανάσταση, που κινδυνεύει να τις κάνει χάλια ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά την οποία την Επανάσταση δεν μπορεί να καταστήλει, διότι πέρα από τα υπόλοιπα υπάρχει το ουσιαστικό ζήτημα του ανταγωνισμού για την έξοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο, το ανατολικό ζήτημα και στο οποίο δεν μπορεί πρακτικά να κάνει τίποτα. Και έτσι μέσα σε αυτή την αμυχανία ξαναγεννιέται αυτό το μεγάλο κίνημα του φιλινισμού, η Ελληνική Επανάσταση γίνεται η κατεξοχή πολεμική και πολιτική επιχείρηση του ρωμανδισμού, αυτού του υπόγειου και αόριστου μεταφυσικού σχεδόν ρέφματος υπέρ των δημοκρατικών ελευθεριών, αυτή η έκφραση των αστικών στρωμάτων για τα δικαιώματα που του στερήθηκε η παλινόρθωση του παλαιού καθεστότος. Στην Ελληνική Επανάσταση εφαλτήριο για τα υπόλοιπα και τα όσα μαθαίνονται παρά την απογοήτευση έτσι που αισθάνονται αυτοί οι φιλένες και αυτοί οι ρομαντικοί όταν το φαντάζεστε αντί να βρούνε αρχαίους Έλληνες να πολεμούνε σε θερμοπύλες βρίσκουν, αφήστε το ότι βρίσκουν είναι μάλλον θλιβερή περιγραφή, ποια είναι ακριβώς η κατάσταση των μπαϊδων και των προχώνδων και των φαναριωτών που διεκδικούν ενίωτε πολεμώντας και μεταξύ τους τη δημιουργία ενός κράτους που το βλέπουν ο καθένας με τελείως διαφορετικό τρόπο. Αλλά παρόλα αυτά είναι όλο αυτό το πράγμα το πολύ ρομαντικό και το πολύ σημαντικό είναι μία επανάσταση η οποία δοκιμάζει αν θέλετε τις αντοχές της ΕΡΙΣ Συμμαχίας και τελικά επικρατεί επ' αυτόν. Το πώς γίνεται, το πώς γίνεται, ποια είναι αυτή η επιρροή, δεν έχουμε παρά να ρίξουμε ενιαματιά στην μορφή που παίρνουν οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και κυρίως το Παρίσι στα 1830. Στα 1830 όταν ξεσπούν οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις στο Βέλγιο, στο Παρίσι, λίγο πολύ παντού στην Ευρώπη, οι επαναστάσεις αυτές από την πρώτη στιγμή είναι στρατιωτικές επιχειρήσεις. Δηλαδή όσοι κατεβαίνουν στους τρόμους φροντίζουν να οπλιστούν και φροντίζουν να κάνουν στρατιωτικές κινήσεις. Να φτιάξουν οδοφράγματα, να φτιάξουν παγίδες και τέτοια για να σταματήσουν το ιππικό κυρίως που είναι η βασική δύναμη καταστολής των αντιπάλων τους, να συγκρουστούν μαζί τους με μάχες κανονικές και τέλος πάντων να διεκδικήσουν πολιτικά δικαιώματα μέσα από τη συμμετοχή τους σε έναν επαναστατικό πόλεμο. Θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι αυτή η έκφραση του Συρμού στην περίοδο της αποαποικιοποίησης, ότι η εξουσία βρίσκεται στην κάνη του τουφεκιού, αυτό δεν ήταν κάτι το καινούριο, αυτό ήταν πολύ διάχειτο στο ευρωπαϊκό 1830 ή στο ευρωπαϊκό 1848. Εκείνοι που διεκδικούν πολιτική εξουσία, τα αστικά στρώματα και αστικές ελίτ που διεκδικούν πολιτικά δικαιώματα και πολιτική εξουσία, τα διεκδικούν αυτά διά του πολέμου. Παίζουν τους πολεμιστές, κάνουν τους πολεμιστές, γίνονται ενίωτε πολεμιστές να δώσουν μάχες, συνήθως χαμένες, γιατί οι άλλοι κατεβάζουν επαγγελματικό στρατό και όσο να είναι υπικό και πυροβολικό μαζί. Χαμένες, αλλά έχουν ενδιαφέρον ότι πριν γίνεις πολιτικός της ελευθερίας, πολιτικός της αστικής διακυβέρνησης του κόσμου, πρέπει να γίνεις πολεμιστής για να διεκδικήσεις αυτό το δικαίωμα. Αυτό είναι το, αν θέλετε, κατάληπο ή αν θέλετε η μεταφορά ή αν θέλετε η ρομαντική ιδέα περιπολητικής. Και μπεριέχει λίγο και κάτι ακόμα από το πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης. Στη Γαλλική Επανάσταση δεν έχει σημασία ο προσωπικός θάνατος, είναι στο όνομα του έθνους. Είναι σαν ένα ενιαίο ζωντανό σώμα το έθνος. Εάν χάσει μερικά μέλη του μέσα στην θεωρία που οδηγεί στις μάχες ένα στρατό, ο οποίος επιτίθεται πάνω στους αντιπάλους του μανιακά με εφόπλου νόχι. Λοιπόν, αν χάσει και μερικά μέλη του, η πατρίδα θα τα αντικαταστήσει. Η πατρίδα είναι εκείνο που πρέπει να μείνει ζωντανό. Και διά της πατρίδας ακόμη και οι νεκροί του πολέμου μένουν ζωντανοί. Και έτσι αυτό το ρομαντικό είδος πολέμου, δηλαδή στα μεθυστορήματα της εποχής, είναι περίπου, τι να σας πω, είναι περίπου ζητούμενο. Είναι στοιχείο μίησης και άνδρωσης, το να τρέξει ο νεαρός αστός. Είναι ούτε και ο νεαρός αστικοποιημένος αριστοκράτης να πάει να σκοτωθεί σε κάποιον πόλεμο που γίνεται πλησίον. Πώς θα γίνει κοινωνικό πρόσωπο, πώς θα γίνει πολιτικό πρόσωπο, πώς θα γίνει μέλος μιας ελίτ. Πώς θα υλοποιήσει τις πολιτικές και κοινωνικές του φιλοδοξίες ή τις πνευματικές του αναζητήσεις, αν δεν πάει να πάρει μέλος έναν πόλεμο και επιζητώντας μάλιστα τι είναι πιο επικίνδυνη θέση να πάει και να σκοτωθεί σε αυτόν. Είναι μια ρομαντική επιθυμία για αναμέτρηση και γι' αυτό καταστροφή. Είναι ο δρόμος για την πολιτική ανάδειξη, για την κοινωνική και την πολιτική ανάδειξη, την κοινωνική επιβεβαίωση και την ανάδειξη. Στα 1830, αυτή την ιδέα ότι κατεβαίνουμε στα χαρακόματα, στα οδοφράγματα ακόμη, χαρακόματα αργούνε πολύ, πρέπει να οργάνωθει ο πρώτος παγκόσμιος, κατεβαίνουμε στα οδοφράγματα για την ελευθερία, γνωρίζοντας ότι τα οδοφράγματα δεν είναι φτιαγμένα για να αντιμετωπίζουν εβολές πυροβολικού. Και ζητούμε τον ηρωικό θάνατο, είναι μάλιστα να βλέπετε, αν δείτε εικόνες από οδοφράγματα, το πώς είναι παραταχμένοι πάνω σε αυτά, είναι ότι πρέπει για να δίνουν στόχο. Οι ενθουσιώδες νέοι του Παρισιού, καταλαβαίνετε τι θα πει η ρομαντική για τον πόλεμο ιδέα. Αυτή η ρομαντική αν θέλετε αντιμετώπιση του πολέμου, λίγο πολύ κυριαρχεί και στον επίσημο πόλεμο πια. Να σας δώσω ένα παράδειγμα, ο πόλεμος Κριμαία στα 1854, δεν είναι ακριβώς, είναι πόλεμος από τη μια μεριά πριν πόλεμου αν είναι οι Ρώσοι και από την άλλη, μια κοινή εκστρατεία της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι εκστρατεύουν στην Κριμαία για να υποχρεώσουν τους Ρώσους να αφήσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία ήσυχη, να αναχαιτήσουν δηλαδή αυτήν την ροσική πίεση για κάθοδο στην Μεσόγειο. Λοιπόν, αυτός ο πόλεμος είναι ένας σκληρός πόλεμος, θα λέγαμε, προαναγγέλει καταστάσεις και λοιπά. Είναι μια, οι μένοι είναι οχυρωμένοι μέσα στα οχυρά και στα φρούρια της Ευαστούπολης, οι άλλοι είτε με το στόλο είτε με εφόδους του στρατού, πολιορκούν αυτή την πόλη. Είναι ένας πόλεμος θέσερων, ένας πόλεμος χαρά κομμάτων, ένας πόλεμος καθημερινής φθοράς, ένας πόλεμος όπου οι ασθένειες θερίζουν, η χολέρα πάνω απ' όλα, το φαντάζεστε σχεδόν θα λέγαμε ένα μοντέρνο είδος πολέμου. Θυμίζει, αν ξεχαρίσουμε τις ασθένειες, το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Λοιπόν, ποια είναι η εικόνα αυτού του πολέμου που αποτυπώνεται εκείνον τον καιρό και που αποτυπώνεται στη συνέχεια. Η εικόνα αυτή είναι στο μυθιστό ρημα, αργότερα και στον κινηματογράφο, δηλαδή όταν μας μιλάνε για πόλεμο της Κρυμμέας, εμείς δεν σκεφτόμαστε τις τρομερές ανθρωποσφαγές μπροστά στα φρούρια. Σκεφτόμαστε την επέλαση της ελαφράς ταξιαρχίας. Τι είναι αυτή η ελαφρά ταξιαρχία? Είναι μια ταξιαρχία Ινδικού υπικού, δηλαδή με Ινδούς και Βρετανούς αξιωματικούς και στελέχη Βρετανούς και Ινδούς υπείς, η οποία για λόγους προσωπικής εκδίκησης, για λόγους τιμής να ξεπλύνει από τυχίες που είχε το σύνταγμα αυτό, η ταξιαρχία αυτή, ας πούμε, στην Ινδία, στον πόλεμο του Αυγανισθάν κλπ. Αποφασίζει να κάνει μια επική επέλαση, πρόκειται για ελαφρύ υπικό, ενάντια στις πυροβολαρχίες των Ρώσων απέναντι, η οποία φυσικά είναι μια αυτοκτινική επιχείρηση, δηλαδή μια επέλασση του υπικού, αλλά το φαντάζεστε ότι δίνει μια πολύ ωραία εικονογραφία, αυτής της μανιασμένης θέλησης, της αναμέτρησης με το σίδερο, με τα πυροβόλα, με τα οχυρά, με όλα αυτά τα πράγματα ενός υπικού που ορμάει με λίσα και μανία, αλλά έχοντας ως κύριο όπλο τη σπάθη του υπικού, η οποία ως γνωστόν πολύ λίγα πράγματα μπορεί να κάνει απέναντι στη οχυρά και ακόμη λιγότερο απέναντι στη πυροβολικό. Είναι μια επική επέλασση η οποία χαρατηρίζει το. Και, αν θέλετε, από όλες τις επιχειρήσεις του πολέμου της Κρυμμέας αυτό έχει μείνει. Το πιο ρομαντικό. Και αυτό σφρακίζει τη ρομαντική εικόνα ενός πολέμου που, πιστέψτε με, ελάχιστα πράγματα που θα μπορούσαν να ονομαστούν ρομαντικά, έχει. Αυτό το παράδειγμα. Λίγο μετά η ρομαντική αντιμετώπιση του πολέμου μεταφέρεται στις ΗΠΑ όπου και βρίσκεται η αντιμέτωπη, αυτή η ιδέα, περιπολέμου βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πραγματικότητα η οποία την ξεπερνά. Πραγματικά, πραγματικά, ο Αμερικανικός Συμφύλιος Πόλεμος είναι ένα άλλο είδος πολέμου σε σχέση με όσα είχε γνωρίσει η ανθρωπότητα πριν, συμπεριλαμβανομένο, αν θέλετε, και όσον είχε γνωρίσει η Ευρώπη στον καιρό των Απολαιοντίων Πολέμων. Πολλές φορές έχουμε σκεφτεί ότι ίσως να είναι η ιδέα μας, ίσως να είναι η ιδέα μας, δεν ξέρουμε ακριβώς, γιατί εκείνο που αλλάζει πάνω απ' όλα είναι ότι για πρώτη φορά έχουμε την εικόνα ενός πολέμου, έχουμε ζωντανή την εικόνα ενός πολέμου. Αυτό το κυριολεκτό, το λέω κυριολεκτικά, διότι για πρώτη φορά έχουμε φωτογράφηση ενός πολέμου και αν θέλετε έχουμε μια αναγκαστικά διαστρεβλωτική φωτογράφηση ενός πολέμου. Το τεχνικό ζήτημα είναι πάρα πολύ απλό, οι φωτογραφίες εκείνου του καιρού στηριγμένες σε πλάκες με ασύμοι και διάφορα άλλα χημικά, δεν μπορούν να συλλάβουν, τα μέσα του κερουκίδου δεν μπορούν να συλλάβουν κίνηση. Η αποτύπωση στην πλάκα θέλει υπερβολικά μεγάλο χρόνο έκθεσης, κατά συνέπεια δεν μπορούν να προλάβουν κίνηση. Οπότε υπάρχουν δύο εκδοχές, να φωτογραφίζεις ακίνητους στρατιώτες, οι οποίοι πρέπει να μείνουν για πολύ ώρα ακίνητοι ή να φωτογραφίζεις νεκρούς στρατιώτες. Ο κόσμος ολόκληρος για πρώτη φορά συμμετέχει, βλέπει, παρακολουθεί έναν πόλεμο με δύο τρόπους. Πρώτον ακίνητους στρατιώτες, οι οποίοι κάθονται και περιμένουν ως κεριτοί και από την άλλη ατελείωτε σειρές νεκρών στρατιωτών. Και μάλιστα επειδή το δεύτερο είναι πιο εντυπωσιακό, ξαφνικά γεμίζει ο τόπος πειθαμένους. Θα μου πείτε, δεν είναι δυνατόν, δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε σωρούς πεθαμένους σε ένα πεδίο μάχης. Συνήθως αυτό συμβαίνει. Ναι, αλλά μέχρι τότε το περιγράφεις με λόγια, ενώ τώρα υπάρχει η εικόνα να σε πείσει. Δηλαδή υποθέτουμε στις μάχες του Μποροντίνο, στις μάχες του Αούστρελ, στις μάχες της Ιένας, βουνά θα είναι οι σκοτωμένοι. Αλλά επειδή αυτά τα επικονίζουν οι ζωγράφοι και οι ζωγράφοι συνήθως αδιαφορούν για τους σκοτωμένους, αλλά ζωγραφίζουν μεγάλες στιγμές, καμιά ειφοδοπή του ιππικού, βοβαρδισμούς ή αν θέλετε ακόμη και στις επικονίσεις που έχουμε της καταστροφής στην Απολαιόντια στρατιά στις γέφυρες του Μπερεζίνα. Ενώ είναι εμφανής η μαύρη κατάσταση του Γαλλικού στρατού που βοβαρδίζεται ενώ περνάει τις γέφυρες πάνω από ένα παγωμένο με παγόβουνα που το διασχίζουν με ποτάμι, δεν έχουμε πουθενά μάσας νεκρών, δεν ζωγραφίζονται αυτοί, φαίνεται η καταστροφή του Γαλλικού στρατού, ο θάνατος είναι απόμακρος και αόριστος, κάποιοι πέφτουν στο ποτάμι, κάπου σκάει οβίδα ανάμεσα σε συμπαγής όγκους ανθρώπων, δηλαδή το φαντάζεσαι ότι εκεί κάποιος το σκοτώθηκε, αλλά αυτό δεν το βλέπεις από κοντά. Στον Αμερικάνικο ειρήνη φύλλο είναι αυτό. Και έτσι ο πόλεμος αποκτά και μια επικοινωνιακή διάσταση νεοτύπου που μας κάνει να αναρωτιούμαστε εάν και λοιπά. Τι συμβαίνει λοιπόν σε αυτόν τον πόλεμο. Κατ' αρχήν ο ρομαντισμός με την έννοια που τον προδιαγράψαμε προηγουμένως, η ρομαντική ιδέα περί το πόλεμο, κάνει εφικτό αυτόν τον πόλεμο. Διότι όταν ξεκινάει ο Αμερικανικός Εμφύλιος, οι νομές πολιτείες Αμερικής είναι ένα κράτος το οποίο δεν έχει στρατό. Πάρα πολύ απλά. Στις νομές πολιτείες Αμερικής λειτουργεί αυτό το σύνδρομο Cronwell που λέμε. Δηλαδή ότι αν υπάρχει ένας μόνιμος στρατός σε μια χώρα η οποία είναι κοινοβουλευτική και προεδρική, πάρα πολύ απλά ο στρατός μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε από το Κοινοβούλιο είτε από τον Πρόεδρο για να καταστήλει ελευθερίας είτε της μιας πλευράς είτε της άλλης. Και πρόπαντος επειδή είναι χωρισμένοι σε πολιτείες, οι νομές πολιτείες Αμερικής, η τυχόν υπάρχει ξενός εννή εουρουστρατού θα μπορούσε να επιβάλλει μία ομοσπονδιακή πολιτική, μία συνολική πολιτική, πάνω στην ανεξαρτησία της κάθε μία από τις πολιτείες των ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο στρατός των ΗΠΑ όταν ξεκινάει ο εμφύλιος πόλεμος είναι αυτός που χρειάζεται για να πολεμάει τους Ινδιάνους στα δυτικά ή αν θέλετε αυτός που χρειάζεται, ο ελάχιστος που χρειάζεται για να αποδίδει τιμές στην Ουάσινγκτον στον εκάστοντο πρόεδρο της Αμερικανικής Δημοκρατίας. Αυτός είναι όλος ο στρατός. Πώς μπορεί να γίνει ένας μεγάλος πόλεμος σε μια χώρα που δεν έχει στρατό και όλα τα συνακόλουθα. Εδώ είναι ρωμαντισμός. Δηλαδή και από τη μία και από την άλλη πλευρά στο όνομα της ελευθερίας, το πέρασμα από την εφηβεία στο επίπεδο του άνδρα και λοιπά αυτό το πράγμα δημιουργεί κύματα εθελοντών τα οποία στο άκουσμα ότι κάπου γίνονται πόλεμος σπεύδουν να πολεμήσουν. Οι πολυτοφυλακές των πολιτιών που αρχίζουν αυτό το πόλεμο είναι στρατοί εθελοντών σε μαζική κλίμακα. Πολλοί αργότερα και όταν ο πόλεμος έχει προχωρήσει και έχουν διαρθρωθεί οι εξουσίες, δεν υπάρχει περίπτωση να μιλήσουμε για γενική επιστράτευση στον Αμερικάνικο Εμφύλιο Πόλεμο, αλλά έχουμε ένα είδος, ειδικά στο Νότο, διοικητικής στράτευσης. Πιστέψτε με σε καμία φάση του εμφυλίου πολέμου δεν λείπουν οι πολεμιστές από τη μία και στην άλλη μεριά και μιλάμε σε έναν πόλεμο που τουλάχιστον στην περιοχή της Σύνομοσπονδίας, της Confederation του Νότου δηλαδή, όπως το λέμε απλά, στρατεύθηκε το 20% του λευκού πληθυσμού, εννοούμε, με γίνονται παρεξηγήσεις, για να πολεμήσει σε αυτόν τον πόλεμο. Το 20% είναι ένα απίθανο ποσοστό ούτε στα τρομερότερα καθεστώτα γενικής επιστράτευσης δεν το πετυχένει κανείς. 10% του πληθυσμού είναι το μάξιμο που μπορεί να δώσει μια πολύ καλή επιστράτευση για να μην διαλυθεί η χώρα. Ο Νότος στρατολόγει 20% του πληθυσμού του, του συνολικού πληθυσμού του. Ο Βοράς λιγότερο, ο Βοράς έχει τους Ιρλανδούς μετανάστες που φτάνουν και ούτω καθεξής. Και φυσικά αυτός ο πόλεμος, ενώ είναι ένας φρικαλείος πόλεμος και επειδή τον γνωρίζουμε από το θάνατο, κυρίως από τις φωτογραφίες του θανάτου, μας μένει με ρομαντικό τρόπο. Και όταν μιλάμε σήμερα αμερικανικό εμφύλιο, μας έρχεται η πιο ρομαντικά πολεμική ταινία που έχει γυριστεί ποτέ. Μιλάω για το μυθιστόριμα και την ταινία, το όσα παίρνει ο άνεμος. Ο σκληρός αυτός πόλεμος εκεί πέρα γίνεται μία ρομαντικότατη σε όλες τις πτυχές ιστορίας. Δεν ονοώ στα αισθηματικά, ενώ σε πολλά άλλα πράγματα μεταξύ των οποίων και αυτοί καθεαυτοί η ιδέα της ύμπουσης. Σας θυμίζω μία, πώς τη λένε αυτοί, μία ατάκα του πρωταγωνιστή του Κλαρκ Κέιμπλ, αν δεν απατώ με, ο οποίος παρατάει σύξυλι τη Βίβιαν Λι, της οποίας σύζυγος την χάνει στην ταινία, και λέει ότι με γοητεύει η ιδέα μιας τελευταίας μάχης, σε αφήνω, ψάχνω να βρω που θα γίνει η τελευταία σύγκρουση, διότι γοητεύομαι από αυτήν, μια τελευταία μάχη. Αυτό είναι επιστέγασμα του ρομαντισμού. Και ο ρομαντισμός αυτόν τον σκληρό, σχεδόν σύγχρονο πόλεμο, με τα τρομερές απώλεις, με τα τεχνικά μέσα αλληλουσφαγής των ανθρώπων, αυτό το πράγμα τον κάνει δυνατό. Φυσικά αυτός ο ρομαντισμός, αυτός ο ρομαντισμός, έχουν να μετρηθούν με τα νέα όπλα, με τις νέες τεχνικές, με τις νέες δυνατότητες που έχει δώσει η βιομηχανική επανάσταση, με ένα νέο είδος πολέμου, και όλα αυτά τα πράγματα είναι καταδικασμένα να περάσουν σε δεύτερη σειρά μέσα σε αυτές τις συνθήκες του σύγχρονου πολέμου που προαναγγέλλονται. Να σταματήσουμε λίγο να κάνουμε ένα διάλειμμα και να συνεχίσουμε με το τι συμβαίνει στο τέλος, με την ύστερη αναλαμπή του ρομαντισμού στο τέλος του 19ου αιώνα και το πώς όλα αυτά καταλήγουν και πώς βαδίζουμε προς το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Μιλήσαμε για την παλληνόρθωση, για την προσπάθεια αναβίωσης των παλιών καθεστωτικών επαγγελματικών στρατών από την Ιερή Συμμαχία, για την ανάδειξη ενός νέου τύπου πολέμου, του ρομαντικού πολέμου, αν θέλετε σαν συνέχεια της ιδέας του πολιτικού πολέμου της Γαλλικής Επανάστασης. Να δούμε πώς αλλάζουν οι συνθήκες προς το τέλος του 19ου αιώνα. Πώς αλλάζουν οι συνθήκες καθώς ολοκληρώνεται η πρώτη φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης του κόσμου, καθώς ολοκληρώνεται αυτό που ονομάζουμε πρώτη βιομηχανική επανάσταση. Η επανάσταση των συνδυοδρόμων, θυμίζω, η επανάσταση των ατμοπλείων, η επανάσταση των δικτύων, του τηλεγράφου, των συνδυοδρομικών γραμμών, των τακτικών γραμμών αυσύπλογίας, όπου πλέον τα ατμόπλια έρχονται και φεύγουν σε τακτάχρονικά διαστήματα, όλα αυτά τα πράγματα. Και πώς μαζί τους, με αυτά τα νέα στοιχεία που παρουσιάζονται, αποτυγχάνει, εξαιτίας των αλλαγών που η τεχνική φέρνει στον πόλεμο και συνακόλουθα ο πόλεμος φέρνει στην πολιτική, καταδικάζεται αυτό που επιχειρήθηκε να γίνει η παλινόρθωση. Και ανοίγει ο δρόμος για να ανέβουν οι αστικές τάξεις στην εξουσία σε όλη την Ευρώπη. Να το εξηγήσουμε λίγο αυτό. Ας μείνουμε πρώτα στο τι συμβαίνει με τις τεχνικές αυτές δυνατότητες. Ξαφνικά, εκεί που τον παλαιό καιρό, οι ικανότητες των μεταφορών, οι ικανότητες των τεχνικών μέσων, ή, αν θέλετε, οι παραγωγικές δυνατότητες της βιομηχανίας, περιόριζαν τον αριθμό των ανθρώπων που μπορούν να βρεθούν αντιμέτωποι σε ένα πεδίο της μάχης. Το περιόριζαν, διότι άμα μαζέψεις πεντακόσες χιλιάδες άτομα, ένα εκατομμύριο άτομα, θα πρέπει να τα τροφοδοτείς κάθε μέρα με φαγητό και εφόδια για ένα εκατομμύριο άτομα. Και όταν η βιομηχανία είναι ικανή να σου φτιάξει πυροβόλα με μία ταχύτητα βολής πολλαπλάσια εκείνης των απολεοντίων πολέμων, με νέου τύπου βλήματα, με πυροβόλα τα οποία είναι ταχυβόλα πια διότι δεν γεμίζουνε από την έξοδο του σωλήνα, γεμίζουνε με κλίστρο από την πίσω μεριά και κατά συνέπεια μπορεί να ρίχνουνε οβίδες με πολύ μεγαλύτερο ρυθμό. Αυτό σημαίνει πολλά πράγματα αλλά κυρίως σημαίνει ότι πρέπει να κατασκευάζονται οβίδες, όλο ένα και πιο σύνθετες, με βιομηχανικό τρόπο σε ποσότητες πολύ μεγαλύτερες απ' ό,τι στον καιρό των απολέοντα, αλλά πρωπαντός ότι πρέπει αυτές οι οβίδες να υπάρχει ένα μεταφορικό σύστημα, ένα μεταφορικό δίκτυο, ικανό να τροφοδοτεί συνεχώς, να συνδέει τα εργοστάσια με τα πεδία της μάχης και να τροφοδοτεί συνεχώς με αυτά τα νέα τεχνικά μέσα καταστροφής τους εμπόλεμους στρατούς. Αυτό σημαίνει ότι καθώς ο συνδροδρόμος απλώναται παντού και καθώς δεν χρειάζονται πια τα μεγάλα ποτάμια, τα πλωτά, τους πρωτες αυτούς τους δρόμους για να ανεφοδιάσεις ένα μεγάλο στρατό, στην απολεόντιο καιρό θυμάστε ότι ή πρέπει να είσαι κοντά στη θάλασσα ή πρέπει να είσαι κοντά στο ποτάμι. Μόλις φύγεις από αυτά και δεν ακολουθείς τους δρόμους τους, τότε οι στρατοί αυτοί καταραίουν. Έλλειψη εφοδιασμού, έλλειψη δυνατοτήτων να τους εφοδιάσεις, πάρα πολύ απλά. Λοιπόν, οι τεχνικές αυτές νέες δυνατότητες έχουν μια πολιτική συνέπεια. Ακυρώνουν τους μικρούς επαγγελματικούς στρατούς, αυτούς της μοναρχικής παρουσόρθωσης. Το 1815, δηλαδή γύρω στα 1840, πολύ περισσότερο το 1850 και με απόλυτο τρόπο στα 1860 τυχόν αναμέτρηση μεταξύ κρατών. Και πιστέψτε με υπάρχουν πολύ ζωντανές αιτίες για αναμέτρηση μεταξύ ευρωπαϊκών στρατών. Καθώς βαδίζουμε προς τα μέσα του 19ου αιώνα, υπάρχει η υπόθεση της γερμανικής ενωπίησης, ποιος θα την κάνει, σίγουρα αυτή θα εμπεριέχει και τον πόλεμο μέσα. Και υπάρχει η περίπτωση της ιταλικής ενωπίησης, επίσης, δηλαδή η Ιταλία είναι ακόμα μια σειρά κρατών ανεξάρτων, οι οποίοι είναι παππικά ανεξάρτες πόλεις και ούτω καθεξής, και πρέπει κάπως να γίνει ο κράτος. Υπάρχουν όλα αυτά, εάν θέλετε και δευτερεύουσιες αιτίες, υπάρχει αυτή η συνεχής διαμάχη στα Βαλκάνια, ανάμεσα σε Ρώσους και Οθωμανική αυτοκρατορία, όπου αρθρώνονται πάνω τους οι βαλκανικοί εθνικισμοί και κινδύουν να ανατινάξουν όλη την υπόθεση των αέρα. Υπάρχει επίσης η περίπτωση της Πολωνίας στο Γουχάρι. Πολωνία δεν υπάρχει εκείνο τον καιρό. Οι Πολωνοί θα ήθελαν να υπάρξουν σαν ανεξάρτητο κράτος και είναι μια ανοιχτή πληγή, η οποία είναι ικανή να προκαλέσει πολέμους στην Ευρώπη. Υπάρχουν αιτίες για πόλεμους στην Ευρώπη σε αυτή την εποχή και φυσικά οι πόλεμοι αυτοί δεν υπάρχουν πια ως συνεκτικός δεσμός μεταξύ των αυτοκρατορών, βασιλέων, επίδοξων και λοιπά, διότι η Ιταλική ενωπίωση, η Πολωνία, η Γερμανική ενωπίωση, τα Βαλκάνια είναι αντιθέσεις μεταξύ των εταίρων εκείνου του καιρού. Και φυσικά κανείς δεν παίρνει το ρίσκο να βασιστεί σε μικρούς επαγγελματικούς στρατούς στη διεκδίκηση αυτών των μεγάλων πολιτικών συμφερόντων. Άρα οι στρατοί πρέπει να προσαρμοστούν στη βιομηχανική εποχή ή μάλλον να προσαρμοστούν στις δυνατότητες που δίνει αυτή η νέα βιομηχανική εποχή. Αυτό σημαίνει ότι οι στρατοί πρέπει να πάψουν, και ο πόλεμος μαζί, πρέπει να πάψουν την υπόθεση λίγων εκλεκτών, λίγο και σίγουρον για το καθεστώς εκλεκτών και να ξαναγυρίσουν οι πλατείας μάζες ανθρώπων στα πεδία των μαχών. Και έτσι προοδευτικά η ιδέα του στρατολογικού γραφείου, της στρατιωτικής θητείας, της στρατιωτικής υποχρέωσης, των εφεδριών, των κόσμων, της επιστράτευσης ολοένα και πιο γενικής μέχρι που να γίνει καθολική, όλα αυτά τα πράγματα επιστρέφουν στην στρατιωτική ζωή της Ευρώπη. Αυτό σημαντοδοτεί, αν θέλετε, τη μεγαλύτερη πολιτική αποτυχία της παλινόρθωσης, την αποτυχία του να αποτρέψει την ανάμειξη των μαζών, του πολλούς κόσμου, στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Δηλαδή, να εξεφανίσει αυτό το οποίο με τόσο τρομακτικό για την κρατούσα τάξη έγινε στην διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης και των Απολεοντίων Πολέμων. Εκεί αποτυγχάνει. Διότι πια η τεχνική καλή, επιτρέπει καλή σε αυτές τις μαζικές συγκρούσεις. Λοιπόν, αυτό είναι μια πολιτική αποτυχία της παλινόρθωσης που πραγματικά ξαναφέρνει τον πολλοί κόσμο στα πεδία των μαχών. Και μάλιστα, αν θέλετε, το πρώτο πείραμα αυτού του νέου τύπου πολέμου είναι ένα πείραμα το οποίο δεν προφταίνει να εκδηλωθεί σε όλοι τους συνέπειες, ούτε στους πολέμους για την Ιταλική Ενοποίηση. Οι πόλεμοι για την Ιταλική Ενοποίηση απασχολούν περιορισμένα στρατεύματα. Βρισκόμαστε ακόμη στρατούς οι οποίοι είναι καθεστωτικοί και σε ένα μεγάλο βαθμό είναι ακόμη ρομαντικοί στρατοί. Για παράδειγμα, τα στρατεύματα που συγκεντρώνει ο Γκαριβάλτη και η δική του είναι στρατεύματα επαναστατών, ρομαντικών, εθελοντών. Τα στρατεύματα του Ναπολέοντα του Τρίτου που ανακατεύονται στη Γαλλική υπόθεση είναι καθεστωτικά στρατεύματα. Είναι ο παγγελματικός στρατός του Ναπολέοντα του Τρίτου. Ακόμη δεν έχουμε μπει στις μαζικές. Γι' αυτό και οι πόλεμοι είναι των δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών ακόμη, οι μάχες όχι των εκατοντάδων χιλιάδων. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στην υπόθεση της γερμανικής ενοποίησης όπου η αναμέτρηση της προσίας με τη Δανία αρχικά ή με την Αυστρία στη συνέχεια είναι υποθέσης μιας μάχης και μόνης στην κάθε περίπτωση. Και μιας μάχης που κρίνεται πάρα πολύ εύκολα, η Σάντοβα είναι μια πολύ εύκολη μάχη. Τίποτα το κοινό με αυτά που συμβαίνουν στις Συνωμένες Πολιτείες Αμερικής, στις άκρες μέσες την ίδια εποχή. Αν και οι συγκρούσεις είναι ότι είναι πάρα πολύ σκληρές. Θυμίζω τη σύγκρουση του Σελφερίνου, έτσι που γέννησε και τον Διεθνή Ρυθρό Σταυρό, κατά κάποιο τρόπο. Δεν είναι όμως αυτές οι μαζικές και πολύχρονες συγκρούσεις, τις οποίες θα δούμε στη συνέχεια. Οι πρώτες περιπτώσεις που έχουμε, που αρχίζουν και εμφανίζονται, είναι μια ειρωνία της ιστορίας. Που αρχίζουν και εμφανίζονται αληθινά μαζικοί στρατοί στα πεδία των μαχών. Μάλιστα, οι στρατοί αυτοί κινητοποιούνται σε περιοχές, όπου δεν υπάρχουν ανεπτυγμένες υποδομές, όπως υπάρχουν στη Δυτική Ευρώπη. Είναι οι πόλεμοι που ξέρεις που στα Βαλκάνια, στη δεκαετία του 1870, ειδικά οι πόλεμοι του 1876-1877 στα Βαλκάνια, όπου βλέπουμε μαζικές κινητοποιήσεις στρατευμάτων σε χώρες δύσβατες, σε περιοχές δύσβατες, όπου μάλιστα υποδομές είναι σε άθλια κατάσταση και οι μεταφορές των εφοδίων των στρατευμάτων γίνονται με την παλιά, καλή, δοκιμασμένη, παραδοσιακή μέθοδο των αμαξιών που σέρνουνε βόδια, με την τρομερή ταχύτητα των 2-3 χιλιόμετρων την ώρα. Το φαντάζεστε ότι οι μαζικοί αυτοί στρατοί πεινάνε και ξεκληρίζονται από την πείνα της στερίσης και της ασθένειας, αλλά παρόλα αυτά είναι μια ένδειξη στη δεκαετία του 1870 ότι οι πόλεμοι πια θα είναι αναμετρήσεις μεταξύ πολλών ανθρώπων και ότι μία μάχη σαν εκείνη της Πλεύνας, μια πολιορκία τουρκικών οχυρώσεων από το ρωσικό στρατό για να περάσουν τα στενά της Πλεύνας, αυτά καταλαμβάνει τέτοια ποσότητα πυρομαχικών όπου πίσω από αυτήν πρέπει να υπάρχουν ατελείωτες φάλαγκες εφοδιασμού για να προλάβουν τις νέες συνθήκες του βιομηχανικού πολέμου. Το μάθημα αμέσως γίνεται αποδεκτό από όλους τους αποδέκτες στους οποίους κατευθύνεται και αυτή τη δεκαετία όπως και τη δεκαετία του 1880 έχουμε την απόλυτη επαναφορά της ιδέας της γενικής κινητοποίησης, της γενικής επιστράτευσης σε καιρό πολέμο. Δηλαδή στρατιωτική θητεία για προτοιμασία και μάλιστα είναι τόσο πια αυτή επανέρχεται με τέτοια δύναμη αυτή η ιδέα όπου στα σχολεία για παράδειγμα στο σχολικό σύστημα διαχαίεται η παιδαγωγική της στρατιωτικής προετοιμασίας. Δηλαδή η εισαγωγή μαθημάτων γυμναστικής, εισαγωγή μαθημάτων πειθαρχίας, εισαγωγή αν θέλετε πραγμάτων τα οποία βελτιώνουν την ηθική και σωματική κατάσταση των αγοριών είναι στα πλαίσια μιας προετοιμασίας για πόλεμο ο οποίος πλέον θα συμπεριλάβει τους πάντες. Φυσικά στρατιωτική θητεία και φυσικά όλο ένα και μεγαλύτερα στρατιωτικά γυμνάσια δεξιά καιριστερά, κινητοποιήσεις πια στρατιωτικές στολές να γεμίζει ο τόπος, όλο ένα και μεγαλύτερες προοπτικές για έναν πόλεμο του συνόλου των ανθρώπων στο οποίο θα μετέχουν το σύνολο των ανθρώπων. Που δεν θα είναι υπόθεση μικρών ομάδων μέσα στο σύνολο της κοινωνίας. Θα είναι ολόκληρη της κοινωνίας ή τουλάχιστον των ανδρών της κοινωνίας. Μέσα σε αυτή την ιστορία όμως επιβιώνει και ο ρωμαντικός πόλεμος. Πώς επιβιώνει ο ρωμαντικός πόλεμος? Αυτός ο μαζικός ευρωπαϊκός πόλεμος, ενώ όλοι τον προετοιμάζουν από τα 1870 και μετά, θα αργήσει πολύ να έρθει. Θα έρθει το 1914. Δηλαδή αυτό που βλέπουν είναι η στρατιωτική θητεία, είναι τα γυμνάσια, είναι ο πολίστρατός, ο κόσμος, αλλά δεν βλέπει πόλεμο ακόμη με αυτόν τον πολίστρατό. Αντίθετα βλέπει πραγματικό πόλεμο, εύκολο πόλεμο, εν μέρει ρωμαντικό πόλεμο και σίγουρα κανονικό έξω στον περίγυρο και μακριά από αυτόν της Ευρωπαϊκής Ιππήρου. Είναι η λεγόμενη Απικιακή Πόλεμη, η οποία είναι η τελευταία φάση της ρωμαντικής αντίληψης για τον πόλεμο. Τι συμβαίνει? Πολύ απλά δυο λόγια για το ιστορικό περίγυρο. Μετά την κρίση την οικονομική του 1873, η πίεση για την εξάπλωση του καπιταλιστικού συστήματος, του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε ολόκληρο τον κόσμο γιγαντώνεται και τα ευρωπαϊκά κράτη αναλαμβάνουν ανταγωνιζόμενα αλλά και ταυτόχρονα και συνεργαζόμενα μεταξύ τους να προωθήσουν την οικονομική αυτή ανάγκη, την εξάπλωση δηλαδή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής ολόκληρο τον κόσμο, σε ολόκληρη την οικουμένη. Και πραγματικά από το 1870 κυρίως, όχι ότι δεν έχει αρχίσει πριν η προεργασία αυτών των εξελίξεων, και βασιζόμενα σε παλιότερες απεικιακές θέσεις και περιπέτειες, τα ευρωπαϊκά κράτη ξεχύνονται σε ένα ανταγωνισμό κατακτήσεων όσο το δυνατόν περισσότερων εδαφών, όσο το δυνατόν πακρίτερα από την ευρωπαϊκή ήπειρο γίνεται. Περιοχές της γης, που μέχρι τότε ήταν απλά άγνωστες, αχαρτογράφητες, γίνονται απεικίες του στέματος, απεικίες της δημοκρατίας, απεικίες των ευρωπαϊκών κρατών. Και φυσικά αυτό εμπεριέχει τον πόλεμο. Και εμπεριέχει μάλιστα την ιδέα ενός σκληρότατου πολέμου, καθότι εδώ δεν είναι μόνο να κατακτήσεις, να υποτάξεις κλπ, πρέπει να συντρίψεις παραδοσιακούς τρόπους ζωής, ώστε να μετατρέψεις ένα φιλετικό σύστημα βασισμένο σε πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ των φυλών, των ανθρώπων, των εξουσιών, των τάξεων κλπ, να το συντρίψεις αυτό ώστε να το εντάξεις σε έναν καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, είτε θέλει είτε δεν θέλει. Και αυτό δεν μπορεί να περιμένει για τη σοβή ή πρώτη μεγάλη καπιταλιστική κρίση, είναι ο τρόπος, αυτή η εκμετάλλευση, η γρήγορη εκμετάλλευση, η αξιοποίηση των περιοχών που κατακτήθηκαν, είναι ο τρόπος για να βγει ο καπιταλισμός και μαζί του τα ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη από την κρίση αυτή. Τι το ρομαντικό μπορεί να έχει ένας πόλεμος υποταγής των ανθρώπων, καταναγκασμού των ανθρώπων, καταστροφής των παραδοσιακών τρόπων ζωής και των παραδοσιακών συμπεριφορών του. Το ρομαντικό είναι ότι όλα αυτά γίνονται για το καλό, ότι η εξόρμηση αυτή περιγράφεται ως εξόρμηση του πολιτισμένου ενάντια στον απολύτης του. Ότι είναι μια εξόρμηση, αν θέλετε, πιο βαριά και από την αένα η κίνηση των ιεραποστόλων για φωτισμό στη χριστιανική πίστη των βαρβάρων. Εδώ έχουμε κάτι πολύ πιο σημαντικό. Πρόκειται για την εισαγωγή των ανθρώπων αυτών που, άμα το δει κανείς από την ευρωπαϊκή σκοπιά, δεν έχουν ιστορία, στην παγκόσμια ιστορία. Δηλαδή στην υποταγή σε ένα κυρίαρχο σύστημα ευρωπαϊκό. Πρόκειται η εισαγωγή της ιστορίας και την εξαγωγή του πολιτισμού. Και φυσικά αυτό είναι θεάρηστο έργο, άξιο να κινητοποιήσει τους ρομαντικούς νέους να πάνε να πολεμήσουν γι' αυτό. Και στο κάτω κάτω πρόκειται για σχετικά εύκολους πολέμους. Δηλαδή οι ελάχιστες συμφορές που παθαίνουν ευρωπαϊκά στρατέχματα πολεμώντας βαρβάρους γίνονται έπως. Δηλαδή γίνονται οι μικρές μικρές δοκιμασίες. Είτε οι νίκες των Ζουλού, είτε οι νίκες των Ισλαμιστών, είτε οτιδήποτε άλλο, γίνεται το μικρό μικρό... ρίχνει λίγο πιπέρι, αν θέλετε, σε μια κατάσταση που ως τότε φέρεται εξαιρετικά εύκολη. Πραγματικά δεν υπάρχει στρατός μη ευρωπαϊκός στον τότε κόσμο ικανός να αντισταθεί σε ένα βρετανικό, γαλλικό, γερμανικό, ακόμη και πορτογαλικό θα έλεγε κανείς, εξαιρετικό σώμα. Βελγικό, λανδικό, οτι θέλετε βάλτε. Είναι τεράστιες οι διαφορές οπλισμού, λογικής οργάνωσης και ούτω καθεξής. Είναι εύκολος, αν θέλετε, εύκολος πόλεμος, δοκιμασία και ο ρωμαντισμός ξαν' αποκτάει πάνω σε αυτές τις απεικαιακές περιπέτειες τα δικαιώματά του. Ο καθενέως της Αγγλίας, πριν να παντρευτεί την εκλεκτή της καρδιάς του, πρέπει να πάει να γινει άνδρας, να δοκιμαστεί. Και συνήθως να πάρει μέρος σε κάποιο εκστρατευτικό σώμα που πάει να κατακτήσει τίποτα δυστυχισμένου στα πέρατα της γης. Πρέπει να κάνει αυτή τη θητεία και να γυρίσει να παντρευτεί την καλή του. Υπάρχουν τεράστιες πιθανότητες να γυρίσει διότι οι απώλειες είναι μάλλον συμβολικές σε αυτού του τύπου της εκστρατείας. Η τιμή της βρετανικής αριστοκρατίας περνάει από αυτό. Αν θέλεις στην Αγγλία να κάνεις πολιτική καριέρα στη συνέχεια, πρέπει να δηλώσεις εθελοντής σε μία από τις επικίνδυνες εκστρατείες του καιρού. Αν θέλετε να δώσω ένα πιο σαφές παράδειγμα, θυμίζω στη μάχη του Οντουρμάν για παράδειγμα. Οντουρμάν είναι στο Χαρτούμ στην εκστρατεία του λόρδου Κίτσενερ ενάντια στις δυνάμεις του Μαγντί, τους ισλαμιστές του Σουδάν. Πόσα διάσημα πρόσωπα δεν βρίσκονται στον θρόνο του Κίτσενερ μέσα. Και το πιο διάσημο από αυτά, το οποίο τότε θεμελιώνει την πολιτική του καριέρα, ο Βίστον Τσόρτσιλ, τον οποίον θα δείτε να φιγουράρει στην πρώτη σειρά, αυτό τον κάνει ένδοξο, στην πρώτη σειρά των ηρωικών Βρετανών στρατιωτών που ενίκησαν τους απίστους βαρβάρους, τους Δερβίσιδες, τους λένε περιφροντικά, στο Σουδάν. Μάλιστα ο Τσόρτσιλ φαίνεται στην πρώτη σειρά της εφόδου του βρετανικού ιππικού και διακρίνεται από τους άλλους, διότι ο Τσόρτσιλ έχει αίσθηση της επικοινωνίας θα λέγαμε, είναι γεννημένος πολιτικός. Και εκεί που η υπόλοιπη ταξιαρχία του ιππικού τραβάει το σπαθί για να επιτεθεί, ο Τσόρτσιλ τραβάει ένα γερμανικό αυτόματο πιστόλι. Και έτσι, ενώ όλοι κραβαίνουν τα σπαθιά τους ρωμώντας στον εχθρό, ο Τσόρτσιλ κρατάει το αυτόματο πιστόλι, ένα λούγγεραν, ένα πατώμε και ρίχνεται πάνω στον εχθρό. Βλέπετε αυτό τον κάνει, τον βάζει στην πολιτική. Αυτό τον βάζει. Είναι μια περίπου αναγκαία συνθήκη, η αναμέτρηση. Μην ξεχνάμε ότι όλες αυτές οι περιπέτειες συνοδεύονται από αναγνώσεις. Αμφέρεται, εμπεριέχουν ενιτσεισμό μέσα, εμπεριέχουν αναγνώσεις του Δαρβίνου, δηλαδή κάτι για τη σύγκρουση των ιδών, των πολιτισμών, κάποια πράγματα όπου εμπεριέχει. Εμπεριέχουν ρατσιστικές θεωρίες κάθε μορφή και είδους. Στην ουσία, πρόκειται για την αναμέτρηση του καλού με το κακό, όπου το κακό είναι ό,τι δεν είναι καπιδαλιστικό, δηλαδή ό,τι δεν είναι ευρωπαϊκό. Αυτό είναι πιθανόν αντιδραστικός ρομαντισμός, αλλά οπωσδήποτε ρομαντισμός. Και ο Λευκός Άνθρωπος, τον οποίον εξημούν τα μυθιστορίματα, οι μεγάλοι μυθιστοριωγράφοι της εποχής εκείνης. Θα θυμίζω του Κόνραν το μυθιστόριμα Ο Λόρδο Ζιμ, για την ιδέα του Λευκού Ανθρώπου και το τι κάνει εκεί. Λοιπόν, όλη αυτή η ιστορία περιέχει ρομαντισμό και περιέχει ένα είδος πολέμου εκ πολιτιστικού, πολέμου περιπέτεια, πολέμου αν όχι ευχάριστου, τουλάχιστον αναγκαίου, κάτι το οποίο κάνει τον Λευκό Άνθρωπο αντάξιο της φιλετικής θέσης που κατέγει στον κόσμο. Και τον καπιταλισμό, αν θέλετε, τον οδηγεί στα πέραδα της οικουμένης, τον οδηγεί στην κυριαρχία. Αυτό είναι το ρομαντικό, το ένα κομμάτι του ρομαντικού, η απεικιακή πόλεμη, αυτή η εύκολη απεικιακή πόλεμη, η κατάκτηση του κόσμου από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Υπάρχει και κάτι το οποίο δεν ισχύει για τα μεγάλα κράτη, ισχύει και για αυτά, τη συμμετοχή στον πόλεμο, αλλά για τα μικρότερα είναι περίπου κανόνας. Δηλαδή, εντάξει, δεν πολεμούν κάθε μέρα τα κράτη, τα μικρότερα ειδικά, αλλά να θυμίσω το γεγονός ότι όταν είσαι τέκνο της αριστοκρατίας, του χρήματος ή του αίματος, στον 19ο αιώνα και προφανώς οφείλεις να σπουδάσεις σε πάρα πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, αλλά και η Οθωμανική Αυτοκρατορία δίπλα. Για να μπεις στις αιλείτ, για να γίνεις αντάξειος στον αιλείτ, πρέπει να είσαι και επαγγελματίας του πολέμου. Γι' αυτό και οι στρατιωτικές σχολές είναι σχολές στις οποίες η άρχουσα τάξη, η αστική τάξη, αναπαράγει τις αιλείτ. Ιραρχείται, αρθρώνεται διά των στρατιωτικών σχολών. Το αποτέλεσμα είναι ότι μηχανική τέχνη και ιαρτροί ή τίποτε άλλο, όταν και η Αυτοκρατορία βγαίνουν από τον Τέρσανε, από τα μεγάλα σχολεία των μαθηματικών, του ναυτικού, παρακαλώ, του πολεμικού ναυτικού, στην περίπτωση, ειδικά, του Αυδού Λαζίζ, αντίθετα, πάρα πολύ, εδώ στην Ελλάδα, περνούν από τις σχολείες Βελπίδων και αργότερα γίνονται κυβερνήτες ή οτιδήποτε άλλο του κράτους. Ο στρατός, λοιπόν, είναι και εργαλείο δημιουργίας, αναδημιουργίας των αστικών ελείτ. Υπάρχουν και χειρότερα, όμως, το πλησίασμα ενός πολέμου που αρχίζει να διαφαίνεται ως ολοκληρωτικός. Το πρώτο από αυτά είναι ότι καλές αυτές οι περιπέτειες της απεγιοκρατίας, αλλά από εδώ και πέρα, οποιοςδήποτε ευρωπαϊκός πόλεμος, μετά το 1890, όταν ολοκληρώνται αυτή η φάση του απεικισμού, οποιοςδήποτε ευρωπαϊκός πόλεμος είναι καταδικασμένος να γίνει παγκόσμιος πόλεμος. Για να πω αυτό το λόγο, ότι η Ευρώπη έχει προβληθεί και οι αντιθέσεις της μας έχουν προβληθεί σε ολόκληρη την οικουμένη. Αυτό είναι το πρώτο ζήτημα. Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι μόλις πραγματικά τελειώνει αυτή η εξάπλωση στον κόσμο ολόκληρο και γίνεται ο απολογισμός αυτής της εξάπλωσης, αρχίζουν, όπως είναι φυσικό και όπως είναι και αναμενόμενο, αρχίζουν οι δυσαρέσκες, αρχίζουν οι ανταγωνισμοί. Το φαντάζεστε, η μοιρασιά των απεικειών του κόσμου δεν έχει γίνει με κανονικό τρόπο, δεν έχει γίνει με μοιρασιά κανονική και υπάρχουν πολύ δυσαρεστημένοι σε αυτό το πεδίο. Ανάμεσα στους φοβερά δυσαρεστημένους εμετριώνται η Γερμανία και η Ιταλία, οι οποίες καθώς στάσανε πολύ καθυστερημένα μόλις είχαν γίνει κράτη. Στο ζήτημα του απεικισμού δεν πρόλαβαν κανένα σοβαρό κομμάτι της εκτός Ευρώπης ανθρωπότητας για να κατακτήσουνε και να αξιοποιήσουνε και να βγάλουνε τα προβλήματά τους. Και πολύ άλλοι λόγοι, ότι μεταβάλλονται συνεχώς και οι πρώτες ήλες, το εργατικό δυναμικό και η φύση του που ζητάει κανείς από αυτές τις χώρες των απεικειών. Ξαφνικά εκείνοι οι χαμένοι της πρώτης διανομής, που έχουν εκκληρονομήσει ακτές της Αφρικής, ακτές της ερήμου για την ακρίβεια, στην Δυτική Αφρική, όταν το γκουανό, το λύπασμα που προέρχεται από τα πουλιά, όταν το γκουανό γίνεται το βασικό λύπασμα για την αγροτική οικονομία της Ευρώπης, αυτοί είναι ευνοημένοι, οι άλλοι μένουν απ' έξω από το κυνήγιο αυτού του λυπάσματος, και οι διαδοχικές δυσαρέσκες και κρίσεις στις ακτές του Μαρόκου, όπου η Γερμανία θέλει σώνι και καλά να αποκτήσει και αυτή με ίδιο στην εξόρυξη αυτού του πολύτιμου λυπάσματος. Πολλοί λόγοι. Τι φέρνουν αυτοί οι λόγοι. Εντάξει, το είπαμε ότι ήδη ο πόλεμος πια είναι υπόθεση ολόκληρου του έθνους, ολόκληρη της κοινωνίας. Οι πάντες έχουν υποχρέωση να πάνε στον πόλεμο, οι πάντες κάνουν στρατιωτική θητεία, εκπαιδεύονται στα όπλα, δίνονται στρατιώτες, γυμνάζονται, πείθονται, γαλουχούνται με προπαγάνδες εθνικές και ούτω καθεξής, προετοιμάζονται όλοι για να πάνε στον πόλεμο. Αυτό ήδη προκαλεί μια νέου τύπου οικονομική, αν θέλετε, δραστηριότητα στα μεγάλα και ισχυρά κράτη της Ευρώπης και του κόσμου. Η δραστηριότητα αυτή έχει να κάνει ότι αυτές οι κοινωνίες των στρατευμένων, γιατί και κοινωνίες πρόκειται πια για πολύ μεγάλα σώματα, ότι αυτές από μόνες τους είναι μεγάλες καταναλωτικές, αν μήτι άλλο, χωάνες, όπου πρέπει να τις ντύσεις, πρέπει να τις ταΐσεις, πρέπει να τους δώσεις όπλα, πρέπει να τους δώσεις πυρομαχικά, πρέπει να τους φτιάξεις κατοικίες, πρέπει να τους φτιάξεις μεταφορικά μέσα, πρέπει να τους ετοιμάσουμε πυροβόλα, πρέπει να καταναλώσεις τεράστιες ποσότες για να τους δείξεις πώς χρησιμοποιούνται τα όπλα με τα οποία τους γεμίσανε, και ούτω καθεξής. Και εντάξει, όταν είναι στο Περσικό, ήδη το οποίο δεν είναι αστείο, δηλαδή όταν έχεις κάθε χρόνο να καλέσεις υπό τα όπλα 100-200.000 στρατιώτες, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ξαναχτίσεις από την αρχή μια μικρή πόλη, να τους ξαναχτίσεις, να τους, να τους, και λοιπά, και λοιπά. Αυτό φυσικά έχει τεράστιες συνέπειες όταν αρθρώνται στο ναυτικό. Εκεί ο ανταγωνισμός δεν είναι πια, δεν είναι τουφέκια, δεν είναι πυροβόλα, δεν είναι κάρα, ή αν θέλετε στη συνέχεια, αυτοκίνητα, πρόκειται για πολεμικά πλοία τα οποία ενσωματώνουν όλες τις πρόοδους της τεχνικής σε ένα και μόνο σκαρή. Τα πλοία αυτά για τα όσα ήξερε ο τότε κόσμος μεγαλώνουν συνεχώς μέχρι που να γίνουν πραγματικά πλωτές πολιτείες. Ένα πολεμικό του 1880, ένα μεγάλο πολεμικό του 1880, ήταν 5.000 με 6.000 τόνους. Τα μεγαλύτερα πολεμικά του 1880 ήταν σε αυτό το εκτόπισμα. Αν θέλετε είναι ήδη μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με το ναυτικό του Νέλσονα όπου το μεγαλύτερο πλοίο του ναυτικού του Νέλσονα είχε ένα εκτόπισμα ιστιωφόρο ήταν φυσικά ξύλινο. Μάλιστα είχε ένα εκτόπισμα το πολύ 2.500 τόνους και αν θέλετε μια χωρητικότητα πολύ μικρότερη διότι ως γνωστόν το ξύλο είναι πολύ πιο βαρύ από το σίδερο, από το ατσάλι προπαντός είναι πολύ πιο βαρύ. Κατά συνέπεια τα ξύλινα πλοία έχουν πολύ μεγαλύτερο εκτόπισμα αλλά πολύ μικρότερη χωρητικότητα σε σχέση με τα μεταλλικά. Λοιπόν αυτό του 1880 το 5-6.000 τόνι περνάει στους 10-12-13.000 τόνους στην αρχή του 20ου αιώνα και πολύ γρήγορα στις παραμονές του π.ΠΠ έχει φτάσει στους 30-35 αρχίζον και σχεδιάζονται πλοία των 40.000 τόνων στην πρόκειται για μια ραγδαία αύξηση και φυσικά για ένα ραγδαίο κόστος. Και εδώ έχουμε μια νέα πολιτική παρενέργεια του πολέμου, δηλαδή ότι το κόστος της στρατιωτικής προετοιμασίας απορροφά ολοένα και περισσότερο από τα δημόσια οικονομικά αλλά και από τα κοινωνικά οικονομικά, δηλαδή από το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της κάθε χώρας ξεχωριστά. Αυτό είναι κάτι καινούριο στην κοινωνία, διότι ακόμη και στις πιο πολεμόχρες κοινωνίες του άλλοτε, ας πούμε στη Γαλλία του Λουδοβίκου του 14ου, πραγματικά υπήρχαν εποχές που το δημόσιο θησαυροφυλάκιο, δε λέω το βασιλικό διότι πλέον έχει γίνει δημόσιο το θησαυροφυλάκιο στη Γαλλία, το 70-80% των εξόδου του πηγαίνει για τις στρατιωτικές δαπάνες και το άλλο 20% για τις πολυτέλεις της αυλής. Αυτά είναι τα έξοδα τα βασικά, δεν έχει το κράτος να με ρημνήσει για τίποτα άλλο. Αλλά σε τελευταία ανάλυση αυτά τα ποσοστά δεν αντιπροσωπεύουν ένα πολύ σημαντικό μέρος από τη συνολική αξία της παραγωγής στην τότε Γαλλία. Εδώ δεν είναι μόνο τα δημόσια οικονομικά που υποφέρουν. Να σημειώσω ότι είναι το σχετικό το υποφέρουν, διότι εδώ έχουμε να κάνουμε με πολύ διευρυμένη βάση δημοσίων οικονομικών, καθότι τόσο στην ύσπραξη όσο και στην δαπάνες, γιατί το κράτος πια δεν έχει να ασχολείται μόνο το στρατό και τις αυλές των ηγεμόνων του, έχει να ασχολείται με εκπαίδευση, έχει να ασχολείται με υγεία, έχει να ασχολείται με υποδομές, με δρόμους, με λιμάνια, με το οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς ότι κάνει ένα σύγχρονο κράτος. Παρ' όλα αυτά, οι ανταγωνισμοί όλο ένα και μεγαλύτερα αυξάνουν το ποσοστό των χρημάτων που πηγαίνει σε όπλα ή σε επίστρατους στα δημόσια οικονομικά, αλλά και ταυτόχρονα διευρύνουν σε πρωτοφανή ύψη το ποσοστό του ακαθάριστο εθνικού προϊόντος του κάθε κράτος, που πηγαίνει σε εξοπλισμούς ή σε στρατιωτικά έξοδα κάθε μορφής και είδους. Αυτό δημιουργεί αυτό που ονομάζουμε οικονομία πολέμου, δηλαδή την αφιέρωση μέσα από ισχυρότατα κρατικά σχήματα ένα μεγάλο μέρος, την εκτροπή τους σε μη άμεσα παραγωγικές επενδύσεις, αλλά στην δημιουργία στρατών, στόλων, όλο ένα και πιο σύνθετον, όλο ένα πιο ακριβό, όλο ένα πιο μεγάλο και πιο δυναμικό. Και έτσι λοιπόν, σε αυτήν την περίοδο της belle époque της ωραίας εποχής, προετοιμάζεται κάτω στο υπόστρωμα ένας κόσμος, ο οποίος όλο ένα και πιο πολύ μοιάζει με κόσμο φτιαγμένο για πόλεμο. Υπάρχει μια αντίφαση εδώ παράξενο, δηλαδή καθώς η belle époque προχωρά, η πεποίθηση ότι ωραία δημιουργήθηκε η Ιταλία, δημιουργήθηκε η Γερμανία, δεν έγινε κανένας τεράστιος ευρωπαϊκός πόλεμος, δεν έγινε τίποτα που να μοιάζει με τους Ναπολεόντιους πολέμους. Κατά συνέπεια, κυκλοφορεί η πεποίθηση ότι η εποχή των πολέμων τελείωσε μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών. Πρώτον, διότι δεν θα ήταν σοφό να πολεμήσουν τα ευρωπαϊκά κράτη μεταξύ τους, διότι καθώς έχουνε κατακτήσει και ελέγχουν όλο τον υπόλοιπο κόσμο, δεν είναι σοφό να πολεμήσεις μπροστά στον υπόλοιπο κόσμο που ελέγχεις ανάμεσά σου, θα το εκμεταλλευτεί για να σου φύγει, να το πούμε απλά. Από τη μία υπάρχει η διάχειτη ιδέα ότι οι πόλεμοι έχουνε τελειώσει, άπαξ διαπαντός. Από την άλλη, η οικονομική λειτουργία, η κοινωνική προσαρμογή πάνω σε αυτά προετοιμάζει ένα και μόνο πράγμα τον πόλεμο. Δηλαδή, όταν οι παραγγελίες πολεμικών σκαφών αγγίζουν ή και ξεπερνούν ενίωτε στην Αγγλία ή στη Γερμανία, τις αντίστοιχες κατασκευές εμπορικών σκαφών, τότε κάτι συμβαίνει στον κόσμο αυτό. Αυτή η αντίφαση μας δίνει και τις τελευταίες αναλαμπές, αν θέλετε, ενός ρομαντισμού στην υπόθεση του πολέμου. Πιθανόν να μην γνωρίζετε ότι το Σεπτέμβριο του 1898, στην διαδικασία της διανομής της κεντρικής Αφρικής ανάμεσα στη Γαλλία, στο Βέλιο, στην Ιταλία, έμμεσα στη Ρωσία, μέσω Ιθιοπίας δηλαδή, και στην Αγγλία, οι Γάλλοι και οι Βρετανοί έφτασαν στα πρόθερα μιας μεταξύ τους στρατιωτικής σύγκρουσης. Για την ακρίβεια, το επεισόδιο αυτό, το οποίο είναι γνωστό ως το επεισόδιο της Φασόντα, φθινόπωρο, Σεπτέμβριος του 1898, έφερε αντιμέτωπα γαλλικά και βρετανικά στρατεύματα στις όχθες, παρακαλώ, του Λευκού Νείλου, κάπου κοντά στις πηγές του Νείλου, οι οποίες για όλους είχανε μεγάλη στρατηγική σημασία, και καθώς ούτω ένας έφευγε, ούτω άλλος έφευγε, η υπόθεση ότι είναι έτοιμη να αρπαχτούν η Γαλλία και η Αγγλία είναι έναν παγκόσμιο πόλεμο στα βάθη της Αφρικής, έναν πόλεμο που θα γύρισε τρομοκράτης σε όλο τον κόσμο. Στα 1899, με πρωτοβουλία του Τσάρου της Ρωσίας, συγκλήθηκε στην μικρή πόλη της Χάγης, η πρώτη λεγόμενη συνδυάσκεψη της Χάγης, στην οποία πήρανε μέρος όλες οι χώρες, οι οποίες βρέθηκαν στη σωστή μεριά της διανομής του κόσμου, οι ανεξάρτες χώρες και φυσικά οι απεικοκρατικές χώρες ανάμεσά τους. Εκεί ο πόλεμος χωρίστηκε, μπορούμε να πούμε, σε δύο κατηγορίες. Από τη μία ήταν η απεικιακή πόλεμη. Έγινε σαφές ότι στους απεικιακούς πολέμους, καθότι γίνονται στο όνομα του πολιτισμού, δηλαδή στους πολέμους των Λευκών ενάντια στους απεικιοκρατούμενους, τα πάντα ήταν περίπου επιτρεπτά. Αλλά, μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων, στην Ευρώπη, απαγορεύεται οποιαδήποτε είδος πολέμου, εκτός αν ο πόλεμος αυτός είναι καθαρός, αν είναι ιδανικός. Εάν διαβάσουμε σήμερα τη Συνθήκη της Χάγης, έχουμε την τάση να χασκογελάμε, αν και η Συνθήκη αυτή ισχύει ακόμα και στις μέρες μας και αποτελεί τη βάση του δικαίου του πολέμου. Χασκογελάμε διότι όλα τα όπλα τα οποία μόλις είχαν χρησιμοποιηθεί ενάντιας ηθαγενείς, κάθε χρώματος και φυλής, αυτά τα όπλα απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν σε πόλεμο μεταξύ Ευρωπαίων. Απαγορεύονται λόγου χάρη οι τρομοκρατικές σφαίρες ντουμ ντουμ, οι εκκληκτικές σφαίρες με τις οποίες σφαγιάζονται οιθαγενείς. Απαγορεύονται οι χαρασμένες σφαίρες. Απαγορεύεται σε πολλές περιπτώσεις το πολυβόλο. Απαγορεύεται οι νάρκοι. Απαγορεύονται τα συρματοπλέγματα. Απαγορεύονται όλα τα ύπουλα μέσα στους πολέμους τους ιδανικούς, στους πολέμους μεταξύ των λευκών. Ο πόλεμος χωρίζεται σε δυο κατηγορίες. Ο πόλεμος μεταξύ πολιτισμένων, ο οποίος θα είναι ένα είδος καθαρού πολέμου χωρίς βρώμικα όπλα να δημιουργούν προβλήματα σ' αυτόν. Και ένα είδος πολέμου εκπολιτισμού ενάντια σε βαρβάρους, σε αγρίους, σε ζώα στο οποίο τα πάντα επιτρέπονται. Το πιο αστείο είναι ότι στα 1907 η δεύτερη Χάγη φρόντισε να απαγορεύσει ακόμα τα δηλητηριώδια αέρια, φρόντισε να απαγορεύσει την τορπήλη, φρόντισε να απαγορεύσει ακόμα μία σειρά όπλων σκοτεινών και απαράδεκτον, πάλι καλά που δεν κράτησε μόνο τα σπαθιά και τα δόρατα. Εν πάση περιπτώσει, το φαντάζεστε ότι όλα όσα απαγορεύθηκαν στις δύο Χάγιες χρησιμοποιήθηκαν πάρα πολύ έντονα στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ερήμιν των σχετικών απαγορεύσεων που είχαν υπογραφεί εφτά χρόνια νωρίτερα. Με τούτα και με εκείνα, η ανθρωπότητα βρέθηκε εξαιρετικά απρόσμενα όρημη για να δώσει έναν παγκόσμιο πόλεμο στις 28 Ιουλίου του 1914, έναν ακριβώς μήνα μετά τη δολοφονία του διαδόχου του αυστρογγρικού θρόνου στο Σαράγεβο. Βρέθηκε πανέτοιμη, αν και ο τρόπος που ξεκίνησε ο πόλεμος εμπεριείχε λίγο από τον ρομανδισμό των παλαιότερων εποχών. Θεωρείται ότι η πρώτη φάση του πολέμου, εκείνη η φάση της αφέλειας που λέμε, όταν οι αντίπαλοι στρατοί κατέβηκαν με όλα τα διακοσμητικά στοιχεία του καιρού τους, να αναφερθώ το σώμα των Ουσάρων, του γερμανικού υπηκού με κίνες της καλαμένιας πανοπλίας του, λίγο αστείο για την εποχή των πολυβόλων, ή το γαλλικό πεζικό που κατέβηκε με κόκκινα παντελόνια. Θα λέγαμε ότι πρέπει για το καμουφλάζ των νέων εποχών. Ή το γερμανικό πεζικό που κατέβηκε έχοντας ένα δώρι πάνω στο κράνος του, ακριβώς για να δίνει στόχο, αλύτερο στόχο από μακριά. Λοιπόν, όλες αυτές οι αφέλειες περιορίστηκαν. Και αν θέλετε υπάρχει ένας, ότι η τελευταία ρομαντική εκδήλωση σε αυτόν τον πόλεμο, που τελειώνει μια ολόκληρη εποχή για την Ευρώπη, και τελειώνει την εποχή της Ευρώπης στον κόσμο, είναι τα Χριστούγεννα του 1914. Όταν τα Χριστούγεννα του 1914, και ενώ έχει διαψεφθεί η υπόσχεση που έχουνε δώσει οι κυβερνήσεις και τα επιτελεία στους εμπόλεμους, ότι δεν βαριέσαι, είναι ένας μικρός πόλεμος, σαν κι αυτούς που γνώρισε ο προηγουμένος αιώνας, και μέχρι τα Χριστούγεννα θα γυρίσουμε σπίτια μας, όλα αυτά διαψεύδονται, και οι φαντάροι κάνουνε για πρώτη φορά Χριστούγεννα, θα κάνουνε αρκετά Χριστούγεννα ακόμα εκεί, στα χαρά κόμματα που μόλις έχουν αρχίσει να φτιάχνονται, όταν τα όπλα τα σύγχρονα αποδεικνύουνε ότι η άμυνα έχει απόλυτο πλεονέκτημα πέρα στην επίθεση, και άρα ο πόλεμος βαλτώνει. Τα Χριστούγεννα αυτά σε εκτεταμένες ζώνες του δυτικού μετόπου, ο πόλεμος σταματά και οι στρατιώτες, ανεξάρτητα στο οποίο στρατό ανήκουνε, γιορτάζουνε μαζί τα Χριστούγεννα. Είναι, αν θέλετε, η τελευταία αναλαμπή ενός είδους πολέμου, του ρομαντικού πολέμου, που επέζησε χάρη στην απεικοκρατία λίγο περισσότερο από ό,τι του αναλογούσε στις τύχρονες τεχνικές περιόδους. Από εκεί και πέρα ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος ήταν ένας πόλεμος νέας γενιάς, ολοκληρωτικός, καταστροφικός, ο οποίος μάλιστα δεν είχε να κάνει τίποτα με αυτή καθε αυτή την τέχνη του πολέμου. Για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα μετεξελίχθηκε σε έναν πόλεμο υπολογισμού, θα λέγαμε. Είναι ο περίφημος πόλεμος φθοράς, που διατύπωσαν τα επιτελεία και που εξέφρασε κυρίως ο στρατηγός Νιβέλλα από τη γαλλική πλευρά, ή ο στρατηγός Λούντεδροφ από τη γερμανική πλευρά. Ο πόλεμος φθοράς δηλαδή στην ουσία ότι θαυθύρουμε την αντίπαλη κοινωνία στο σύνολό της, μέχρι η κοινωνία αυτή να δηλώσει αδυναμία να συνεχίσει τον πόλεμο. Αυτό είχε ως αναποτέλεσμα στον πόλεμο αυτό να γίνονται μάχες, να γίνονται συγκρούσεις, εκτουμοιόντως με την ελπίδα ότι ναι μ' ένα από μας θα γίνει μια εκατόν βυνεκρών, αλλά ίσως ο αντίπαλος στη μάχη αυτή έχει λίγο περισσότερα θύματα από εμείς. Με την ελπίδα ότι κάποιος από τους δύο θα τελειώσει πρώτος, θα τελειώσει αριθμητικά, θα τελειώσει υπολογιστικά. Σκεφτείτε έναν πόλεμο όπου αντιπαρατάσσονται 60 εκατομμύρια άνθρωποι στα πεδία των μαχών και που η προοπτική της νίκης του ενός επί του άλλου είναι να πεθάνει ένα αξιοστεύαστο ποσοστό από αυτά τα 60 εκατομμύρια των εμπολέμων. Τελικά θα το δούμε και στο επόμενο μάθημα, ο πόλεμος αυτός τα κατάφερε, σκότωσε γύρω στα 8 εκατομμύρια ανθρώπους και σε αυτούς πρέπει να προσθέσουμε και 7 εκατομμύρια οι οποίοι μείναν ανάπηροι. Ένα στους 4 από τους ενήλικες άνδρες της Ευρωπαϊκής Υπείρου. Αλλά εδώ ήδη αλλάζει η εποχή. Θα σταματήσουμε εδώ και θα μιλήσουμε στο επόμενο μάθημα για τους παγκόσμιους πολέμους. |