"Ελληνική Δικαιοσύνη: Αναδιοργάνωση, λειτουργικότητα και αποτελεσματικότητα" (20/3/2018) /

: Αφού, λόγω της ισχύουσα συνταγματικής διάταξης, ο σημερινός δικαστής αναγκάζεται σε κάθε αποφασίδι του να γράφει απόφαση πολλών δεδομένων αποφάσεων και δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομέ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου 2018
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=_vtAthGoU-8&list=PLJpizJmCRHW055F5z0d5SgGD5NcjUtTWh
Απομαγνητοφώνηση
: Αφού, λόγω της ισχύουσα συνταγματικής διάταξης, ο σημερινός δικαστής αναγκάζεται σε κάθε αποφασίδι του να γράφει απόφαση πολλών δεδομένων αποφάσεων και δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων δεδομένων σκεφτείτε μόνο τον αριθμό των εκκραμουσών διαφορών από υπερχρεωμένα νοικοκυριά ή τις χιλιάδες εκκρεμής ποινικές υποθέσεις αφού το ευκολότερο πράγμα στην Ελλάδα είναι η κατάθεση Μινητήριας Αναφοράς. Επίσης οι θέσεις των εισαγγελέων ανέρχονται σε 23 στον Άριο Βάγου, 187 στο Εφετία και 393 στα Πρωτοδικία. Τέλος, η υποδομή των δικαστηρίων σε δικαστικούς υπαλλήλους και μηχανοργάνωση είναι υλπής και επιβάλλεται γενέα αύξηση του αριθμού των δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων που θα πρέπει να γίνει μετά τη λήξη των δημονίων. Η σχετική δαπάνη μπορεί να αντιμετωπιστεί από ιδίους πόρους των δικαστηρίων με μικρή αύξηση του ποσούτης ημερίσιας μετατροπής της ποινής. Σήμερα, το άρθρο 82 του Ποινικού Κόδικα επιτρέπει μετατροπή ποινής φυλάκης ή κάθεξης μέχρι 5 ετών σε χρηματική, που για κάθε μέρα μπορεί να ανέλθει από 5 έως 100 ευρώ. Δεύτερον, για την ταχύ όμως εκδίκαση των πολιτικών και ποινικών υποθέσεων είναι αναγκαία ευρύα οργανωτική αλλαγή, σταδιακά όμως εμπαρμαζόμα. Τονίζω τη λέξη «σταδιακά», με ευρύ αποκέντρωση των δικαστηρίων, με ίδρυση πολλών τοπικών πρωτοδικίων, ιδίως στις περιφέρειες Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας, με τελική κατάληξη κάθε δήμος στις περιφέρειες αυτές να έχει το πρωτοδικείο. Ενδεικτικά προτείνω σε πρώτη φάση, στην περιφέρεια Αττικής να λειτουργήσουν σταδιακά τα εξής επτά νέα πρωτοδικεία. Πρώτον πρωτοδικείο Καλλιτέας, δεύτερον πρωτοδικείο Νέας Ιωνίας, τρίτον πρωτοδικείο Αμαρουσίου, τέταρτον πρωτοδικείο Πειρυστερίου, πέμπτον πρωτοδικείο Μεγάρο, έκτο πρωτοδικείο Σπάτων και έβδομο πρωτοδικείο Νικέας. Σκεφτείτε ποια ταχύτητα εκδίκαση θα υπάρχει στις πολιτικές και ποινικές υποθέσεις, δηλαδή στον ορισμό σύντομης δικασίου, ενώ κάθε ημέρα θα εκδικάζεται μεγάλος αριθμός πηλικών υποθέσεων σε κάθε πρωτοδικείο. Οι δικηγόροι θα μπορούν να δικηγουρούν σε όλα τα δικαστήρια, αλλά θα ενισχυθούν και οι νέοι δικηγόροι που θα εγκατασταθούν σε περιοχές που έχουν ιδιαίτερη προσωπική προβολή. Και επειδή βρίσκομαι στην περιφέρα κεντρικής Μακεδονίας, προτείνω, εκτός από τον Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης που θα εξακολουθήσει να εκδικάζει και τις υποθέσεις των δήμων Αμπελοκύπων Μενεμένης και Πιλέας Κορτιάτης, να λειτουργήσουν τρία νέα δικαστήρια. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριάς για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Θέρμης. Το Πρωτοδικείο Ευόσμου για υποθέσεις των δήμων Κορδελιού, Ευόσμου, Παύλου, Μελά, Νέα Πόλους, Σικαιών, Χαλκιδόνος, Δέλκα και Ορακάστρου. Και το Πρωτοδικείο Λαγκαδά για υποθέσεις των δήμων Λαγκαδά και Βόλβης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Θέρμης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Βόλβης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Βόλβης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Βόλβης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Βόλβης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Βόλβης. Το Πρωτοδικείο Καλαμαριά για υποθέσεις των δήμων Καλαμαριάς, Θερμαϊκού και Βόλβης. Σήμερα, το άρθρο 307 του Κόδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι μόλις συμπληρωθεί οκτάμινο και δεν έχει εκδοθεί απόφαση σε κάθε υπόθεση, ο πρόεδρος του τριμελού συμβουλίου επιθεώρησης των δικαστηρίων ερευνά αν η καθυστέρηση είναι ή όχι δικαιολογημένη. Αν κρεθεί δικαιολογημένη, παρέχεται στο Δικαστήναια προθεσμία δύο μηνών για τη δημοσίευση της απόφασης του που καθυστερεί. Αν κρεθεί αδικαιολόγημένη ή αν παρέχεται άπρακτη και ιδίμενη προθεσμία που του κορυγήθηκε, ο δικαστής υποχρεούνται να επιστρέψει τη δικογραφία, άλλως αυτή του αφαιρείται με πράξη του δικαστή που διευθύνει το Δικαστήριο. Για την υπόθεση αυτή ακολούθες ορίζεται υποχρεωτικά νέα δικάσιμος για την εκνέωση της ίδιες εντός τριών μηνών για υποθέσεις ειδικών διαδικασιών και 6 μηνών για υποθέσεις τακτικής διαδικασίας από τη συμπλήρωση των παραπάνων προθεσμιών 8 ή 10 μηνών. Έτσι, διαιωνίζεται σήμερα η βραδίτητα στην έκδοση των αποφάσεων εάν ο διάδικος έχει την ατυχία να εκδικαστεί η υπόθεσή του από αωμελή ή αργόδικαστή και η διάταξη αυτή πρέπει να τροποποιηθεί. Μία λύση για να επιτύχουμε ταχία έκδοση δικαστικών αποφάσεων είναι να καθιερωθεί με νόμο, ύστερα από διαβούλευση του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τους Δικαστές ένα ελάχιστο όριο πολιτικών αποφάσεων κάθε κατηγορίας που θα πρέπει μηνιαίως να εκδίδει κάθε δικαστής αφού ληθούν υπόψη και οι μηνιαίες αποσχολείς του σε ποινικά ή άλλα κουρατήρια ή διασκέψεις. Άχι η λύση που θα μπορούσαμε να σκεφτούμε για τη διαχείτητα έκδοση των αποφάσεων είναι η θέσπιση καταβολής ενός ποσού κατά απόφασης των επιμελήδικαστή για επιβράδευσή του όταν εκδίτει την απόφασή του σε πολιτικές υποθέσεις ενός δημήνου κλημακούμενα από τον νόμο κατά κατηγορίες υποθέσεων. Το ποσό αυτό θα εξασφαλίζεται από έσοδο από τη μετατροπή ποινών. Παράλληλα θα πρέπει να έχει μίωση μηνιαίου μισθού ο αμελής δικαστής. Λίγα λόγια επίσης για υποθέσεις του ελεκτικού συνεδρίου και πώς μπορεί το Δικαστήριο αυτό να συμβάλει στην ταχύη απονομή της δικαιοσύνης σε επίλυση διαφορών. Σήμερα, σε περίπτωση έτησης οποιοδήποτε προς το κράτος ή του ΣΟΤΑ ή στα λοιπά νομικά πρόσωπα του δημοσίου για καταβολή σε αυτόν οφειλόμενης αξίουσις που αποδικρύεται με έγγραφα, δεν υπάρχει διάταξη νόμου που να τα υποχρεώνει σε έκδοση του οικείου χρηματικού εντάλματος πληρωμής, με συνέπεια η ικανοποίηση του δικαιούχου της αξίουσις να επαφίεται στην βούληση του υποχρέου και αν υπάρχει άρνησή του, ο δικαιούχος της αξίουσις υποχρεούνται αναγκαστικά να προσφέπτει στα αρμόδια δικαστήρια. Προτείνω στην περίπτωση αυτή να καθιερωθεί με νόμο ότι ο υπόχρεος για πληρωμή αξίουσις που αποδεικνύεται μόνο με έγγραφα, να εκδίδει υποχρεωτικά το οικείο χρηματικό ένταλμα πληρωμής και να το αποστέλει μαζί με τις τυχόν αντίθετες για την ομιμότητά του απόψης του στο αρμόδιο των προληπτικών έλεγχων κλιμάτια του Αλεκτικού Συνεδρίου, το οποίο θα αποφαίνεται οριστικά για την πληρωμή αυτού, οπότε ταχύτατα επιρρύεται η διαφορά, χωρίς αναγκαία προσφυγή σε άλλα αρμόδια δικαστήρια, επερχόμενες ελάφρυσης αυτών. Δεύτερον, σήμερα το Αλεκτικό Συνέδριο με την Ολομέλειά του γνωμοδοτεί σε ερωτήματα υπουργών για την έννοια διατάξεων νόμου που έχουν οικονομικές συνέπειες. Πιστεύω ότι σημαντικό μέτρο διαφάνειας και διευκότησης της διοικητικής δράσης είναι η σύσταση με νόμο νέο αυτοτελούς τμήματος του Συνεδρίου, που θα γνωμοδοτεί και σε ερωτήματα γενικών γραμματέων υπουργίων, περιφεριαρχών, δημάρχων, πριτάνεων, προέδρων διοικητικών συγκουλίων, νομικών προσώμων κλπ., για την έννοια ασαφών διατάξεων νόμων που έχουν οικονομικές συνέπειες. Και η γνώμη του θα δεσμεύει στη συνέχεια όλους τους επιτρόπους του Συνεδρίου κατά τον έλεγχο των σχετικών λογαριασμών. Τρίτον, το Σύνταγμα έχει αναθέσει στο ελεκτικό Συνέδριο την εκδίκαση υποθέσεων αστικής ευθύνης πολιτικών ή στρατιωτικών δημοσίων υπαλλήλων οτά ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για κάθε ζημία που από δόλο ή αμέλεια προξένησαν στον κράτος τους οτά ή στα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Όμως, μέχρι σήμερα, η αρμοδιότητα αυτή του Συνεδρίου σπανίως εφαρμόζεται για πληρωμή από την προσωπική περιουσία του υπετίου υπαλλήλου της ζημίας που αυτός προκάλεσε. Και τούτο, διότι το κράτος, όταν καταβάλει από ζημίως τα ζημιοθέται κατά το άρθρο 105 της Εισαγωγικού Νόμου Ταστικού Όδημος, δεν αποστέλει τη δικαστική απόφαση που το καταδίκασε στο Γενικό Επίτροπο του Συνεδρίου για να κινήσει ακολούθως κάτω του υπαλλήλου τη διαδικασία αναβογής. Επιβάλλεται για ενεργοποίηση της ευθύνης των υπαλλήλων ώστε να είναι προσεκτική στην τήρηση της νομιμότητας, να καθιερωθεί με ειδική διάταξη νόμου ότι απαραίτητο δικαιολογητικό καταβολή στις αποζημίωσες από το κράτος να είναι και το έγγραφο ενημέρωσης του Γενικού Επιτρόπου ώστε να κινηθεί ακόμα και η διαδικασία αναβογής σε βάρος του υπετίου υπαλλήλου. Τέταρτα, θα προσθέσω και μια πρόταση για θέμα επίκαιρος στην εποχή μας που άφθεται της δικαιοσύνης, δηλαδή για το θέμα πώς θα διευκολυνθεί η προσέλκηση επενδύσεων στη χώρα μας μέσω της δικαιοσύνης. Την πρόταση αυτή την διατύπωσα το πρώτον την 1η Μαΐου του 2015 στο 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ένωσης Ελλήνων Νομικών Υφέμβης στην Πύλλο. Εάν θέλουμε να προσελκίσουμε ιδιωτικές επενδύσεις πρέπει να καθιερώσουμε σαφές και σταθερό νομικό πλαίσιο για τις επενδύσεις και σταθερό φορολογικό σύστημα. Έτσι πρότεινα τη θέσπιση δύο διατάξεις. Πρώτα, εν όψει του άρθρο 94 παράγραφος 4 του Συντάγματος που επιτρέπει την ανάθεση σε δικαστήριο αρμοδιωτήτων διοικητικής φύσης, τη θέσπιση διάταξη δικού νόμου που θα αναθέσει με ειδική διαδικασία που αυτός θα ορίσει στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατίας στην προκαταβολική διοικητική κρίση, το αν συγκεκριμένη επένδυση σε ορισμένο χώρο παραδιάζει ή όχι συγκεκριμένες διατάξεις για την προσθεσία των δασών, του περιβάλλοντος, των αρχαιοτήτων, πολοδομικές διατάξεις, ή οποιαδήποτε άλλη απαραίτητη για την έκριση της επένδυσης διάταξης. Στη διαδικασία αυτή, ύστερα από δημόσια πρόσκληση, θα δικιούται να παρέμβει υπέρ η κατά της επένδυσης, οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Μετά τη διοικητική κρίση της Ολομέλειας, το δημόσιο εγκαθιστά τον επενδυτή για ελλοποίηση της επένδυσης. Ενώ συγχρόνος εντός μηνός από την κρίση της Ολομέλειας, όποιος έχει έννομο συμφέρον για όμοια δικαστική κρίση, θα μπορεί να προσφύγει στην Ολομέλεια. Και δεύτερον, διάταξες που θα επιβάλλει σταθερό φορολογικό σύστημα τους επενδυτές, τουλάχιστον δεκαεττούς διάρκειας, μη επιδεχόμενον τροποποιήσου, το οποίο θα είναι εκείνο που ισχύει κατά τον χρόνο έγκρισης της επένδυσης. Τελειώνοντας, θα κλείσω την εισήγησή μου, αναφέροντας λίγες φράσεις του ελευθερίου Βενιζέμου, από την ομιλία του στο Συμβούλιο της Επικρατείας 17 Μαΐου 1929, οι οποίες, αν παραφραστούν, είναι επίκαιρες στη σημερινή πραγματικότητα και πρέπει να τις ενθυμούνται οι δικαστές μας, είπε ο μεγάλος πολιτικός. Δυστυχώς κύριοι, ο ελληνικός λαός, ζήσας τόσους μήνους υπό ξένην δουλειά, εσυνήθισε να θεωρεί το κράτος εχθρικών, όπως πράγματίτο. Ο δέαιον της ελευθερίας δεν κατόρθωσε να του μεταβάλει την ψυχολογία αυτή. Εάν κατορθώσουμε, και είμαι βέβαιος ότι θα τα καταρθώσουμε, να εμπνεύσουμε και των τελευταίων πολίτην, που κατοικεί στα απότατα του κράτους ότι υπάρχουν δικαστές στας Αθήνας, που προστατεύουν κάθε πολίτη αδικούμενος και από την κυβέρνησην αυτήν, χωρίς να έχει ανάγκη ο πολίτης να προσφεύγει η σπλάγια μέσα και η συμποστήριξη των ισχυρών της ημέρας για να εύρει το δικαιόν του, βεβαιωθείτε ότι εγκαινιάζουμε ένα σταθμό ιστορικών της ζωής μας από αιώνους. Σας ευχαριστώ. Ευχαριστώ τον Κύριο Κούρτη. Νομίζω στο πρόβλημα, βασικά, της τραβίας αδομής δικαιοσύνης, μας πρότεραν μια σειρά από μέτρα οργανωτικά αλλαγήσης πολιτικής δικονομίας, που είναι και ειδικά αλλαγάκια πράγματα σχόλους νομικούς. Μας είπε όμως και ορισμένα πράγματα θεσμικής πίσεις, όπως για τον τρόπο επιλογής της υγιεσίας στον τρόπο δικαστηρίων, που είναι σήμερα, νομίζω, πολιτικό θέμα. Και πλέον έγραψε μια ενδιαφέρουσα εξήγηση, που επίσης απάντησε και η κοινωνία σήμερα, όπως θα επιταχύνουμε την προσέγγιση των απεντήσεων. Αυτά δύο, νομίζω, μπορούμε να κρατήσουμε και για τη συζήτηση. Για το θέμα της επιλογής στον τρόπο της υγιεσίας, υπάρχει ευρύτητα της συζήτησης σήμερα. Το πώς θα υποκατασταθεί το μονοπόλιο της κυβέρνησης να ορίζει τη νομική υγιεσία, είναι ένα άλλο τρόπο. Ήδη έκανα μια πρόταση ενός ευρύτητος συμβουλίου. Που δεν έχει κανένας συμβουλιοψηφίος. Υπάρχουν και άλλες προτάσεις, άλλες προθέσεις στην πρόταση να αποφασίζουν, εάν δεν ψηφιστεί ο πρόεδρος της Δημοκρατίας στους 180 ψήφους στην ίδια ψυχωρία, να ψηφιστεί σε περιφερειάρχες. Μπορεί να υπάρχει και ένα συμβούλιο από τους ορτάτους δικραστικούς. Υπάρχουν πάντως προτάσεις για να αυλυθεί αυτό το μονοπόλιο. Και αυτό, νομίζω, είναι σαβαρό. Να περάσουμε στο δεύτερο μολιτήρι των αγαπητών κ. Μερουδάκο, ο οποίος ανοίγει στην δικητική δικασία, αλλά και ως πρόεδρος της σχολής δικαστών έχει αυλύττατη εμπειρία εφόλεις της νομικής. Βέβαια, η εμπειρία δεν ολοκληρώνται ποτέ. Και γι'αυτό είναι χρήσιμες και αυτές οι συζητήσεις που κάνουμε για θέματα τα οποία θα συζητάμε, ξανασυζητάμε δεν έχουμε ποτέ τις συζητήσεις και δεν ξέρω αν βρίσκουμε ποτέ τις σωστές νύσεις. Να ευχαριστήσω θερμά το Υδρύμα των Ενερετών και των Νύσεων του Έμου, για τη δημή της πρόσκλησης και μάλιστα σε μια εκδήλωση που έχει ένα πολύ σημαντικό θέμα. Είναι ένα θέμα που απασχολεί τα δικαστήρια, απασχολεί το νομικό κόσμο βεβαίως, αλλά απασχολεί και την κοινωνία γενικότερα. Αυτήν την περίοδο κατά την οποία το ζήτημα της λειτουργίας της δικαιοσύνης έχει αποκτήσει μίζων αβαρήτητα αυτά τα χρόνια της λεγωμένης μνημονιακής περιόδου. Γιατί είναι κρίσιμο να έχει αξιοπιστεία η λειτουργία της δικαιοσύνης αυτήν την περίοδο, όταν βασικές πολιτικές επιλογές κλείνονται στα δικαστήρια και κλείνονται και στα δικαστήρια επίσης οι επεμβάσεις στα κοινωνικά δικαιώματα. Πριν πως τα θέματα της δικητικής δικαιοσύνης που είναι η εμπειρία μου μεγαλύτερη, θα επιχειρήσω κάποιες γενικότερες σκέψεις. Πλασικά θέλαμε τη δικαιοσύνη να είναι ανεξάρτητη. Από το 19ο αιώνα πολιτικά δουλειά κείμενα αυτό τονίζανε το στοιχείο της δικαστικής ανεξαρτησίας. Προϋπόθεση της δικής δίκης ήταν μέχρι πρότεινος η δυνατότητα πρόσβασης σε ένα όργανο που είναι ανεξάρτητο που αποτελείται από πρόσωπα που λειτουργούν με αμεροληψία και με εγγύσεις ανεξαρτησίας προσωπικής και πρωτοβουλικής. Δηλαδή σαν ένα όργανο που έχει τα αναγκαία στοιχεία για να χαρακτηριστεί η δικαστήρια. Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο κυρίως, όταν τα δικαστήρια των ευρωπαϊκών χωρών κατακλείστηκαν από μεγάλο αριθμό υποθέσεων, αν αρχίσει και η ευραβίτητα, ως στοιχείο της δίκης προσέφηκε και κάτι άλλο. Η γρήγορη εκβήκαση, όχι ακριβώς έτσι, η αποτελεσματική δικαστική προστασία, λέει η νοολογία του δικαστήριου της ομάδας των ανθρώπων, προεισποθέτει την έγκαιρη εκβήκαση του υποθέσεου. Έγκαιρη τι σημαίνει, σημαίνει όχι αδικαιολογήτως κατηστεριμένη, όχι αδικαιολογήτως γραβή. Εδώ χρειάζεται κάποια προσοχή όμως, χρειάζεται να μπορούμε ένα αστερίσμα. Η επιτάχυση δεν μπορεί να αναχθεί σε πρωταρχική μέρη να του δικαστεί ή σε μόνη μέρη να του δικαστεί, διότι αν θεωρηθεί αυτός ότι αυτός είναι ο βασικός σκοπός μιας δίκης, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να υποβαθμιστεί και στην οτροπία του δικαστή και στον γελό του, η σημασία της μιας επιμελούς εξέτασης κάθε υπόθεση, κάθε υπόθεση όμως, όχι μόνο των σοβαρών, των διασύρμων υποθέσεων, κάθε υπόθεσης. Πολλές φορές ο όρος δίκαις εξπρές που χρησιμοποιείται με θετικό πρόσωπο με εμένα με φοβίζει πολύ. Η νομολογία του δικαστηρίου των δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι γνωστή. Η Ελλάδα έχει καταδικαστεί πάρα πολλές φορές για παραβίαση της δίκης δίκης, διότι καθυστερή. Αυτό δεν σημαίνει με την Ελλάδα μόνο, σημαίνει και με άλλες χώρες αλλά σημαίνει πάρα πολύ και με την Ελλάδα. Πρέπει να πω ότι μέσω του διαλόγου των ευρωπαϊκών δικαστηριών με τα εθνικά δικαστήρια, ενός διαλόγου που προβλέπει τεχνισμικά αλλά αναπτύσσεται και στην πράξη το βλέπουμε, η νομολογία του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και του δικαστηρίου των δικαιωμάτων των ανθρώπων, οδήγησε σε μεταβολή της νοτροπίας και του Έλληνα δικαστήρια. Τον οδήγησε στον αγιοθετή λύσεις οι οποίες στηρίζονται σε μια διαφορετική θεώρηση και τον οδήγησε και σε επανεξέταση των πρακτικών τις οποίες εφάρμοζε ο Έλληνας δικαστής μέχρι το τέλος του προηγούμενου αιώνα, το δυο και άλλες περίπου. Είμαστε σε μια εποχή που δημιουργείται ένας ενιαίως δικαστικός ευρωπαϊκός χώρος στα πλαίσια του οποίου αναζητούνται μέθοδοι και πρακτικές για την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης με περαιτέρω βασικό ζητούμενο βεβαίως στην προάσπιση των δικαιωμάτων των πολετών, όχι όμως μόνο ως ατόμουν αλλά και ως οικονομικός δρόμων των υποκειμένων. Σε πολλές μελέτες και κείμενα πολιτικού και επιστημονικού χαρακτήρα επισημαίνεται με έμφαση ότι η αποτελεσματική δικαιοσύνη, δηλαδή η επίκαινη αλλά και η ορθή, η αντικειμενική και αμερώνη τη δικαιοσύνη αποτελεί ένα βασικό παράγοντα και της οικονομικής ανάπτυξης, το είπε προηγουμένως ο κ. Κούρτης. Και η ΕΕ δίνει μεγάλη σημασία στην καλή δουλειά των δικαστηρίων των χωρών μελών της και το Συμβούλιο της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συστήσει μια μονάδα γενικών πολιτικών για τη δικαιοσύνη και τα δικαστικά συστήματα στη γενική διεύθυνση της δικαιοσύνης και το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει συστήσει αυτό που λέγεται Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης που αποτελείται από δικαστές, από προσώπους του δικαστικού σώματος της κάθε χώρας του Συμβουλίου της Ευρώπης. Αυτοί οι δύο οργανισμοί παρακολουθούν τη λειτουργία των δικαστηρίων με βάση συγκεκριμένες στατιστικά και άλλα στοιχεία που αφορούν μόνο τον ρυθμό των υποθέσεων ή τα στοιχεία που συνάγονται από την δράση των δικαστηρίων αλλά και στοιχεία γενικότερου οικονομικού περιεχομένου. Και συντάσσει κάθε χρόνο ή κάθε δυο χρόνια με κάποιες εκθέσεις οι οποίες είναι ενδιαφέρουσες με την έννοια ότι βλέπει κανείς που βρίσκεται η χώρα μας μέσα στο ευρωπαϊκό χώρο από την πλευρά της απονομής της δικαιοσύνης. Τώρα, να έρθουμε στα δικά μας πράγματα. Τα θέματα που συνδέονται με την αυτοιρευματικότητα της δικαιοσύνης γίνονται θα έλεγα γύρω από δύο άξοδες. Πρώτον από οικονομικές ευθυνήσεις και από τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των δικαστηρίων των οποίων περιεγραμμάνονται βέβαια και τα θέματα που αφορούν το προσωπικό των ευθυνήσεων δικαστές και δικητικό προσωπικό. Θα αναφερθώ πολύ συντομάς σε κάποιες δικονομικές ευθυνήσεις για τη δικητική οικοσύνη και σε μια πρώτη σκέψη για τα αποτελέσματα της εφαρμογής αυτών των ευθυνήσεων. Τι έχει γίνει οι δεύτεροι δεκαπενταϊκοί αδελφοί. Εκείνο που έχει γίνει είναι να εισάγονται δικονομικές ρυθμίσεις, δικονομικού χαρακτήρα ρυθμίσεις με βασικό στόχο την αντιμετώπιση της βραβίστητας και για το στόχο αυτό πρέπει να μειωθούν οι εισαγόμενες υποθέσεις. Μίωση υποθέσεων. Μίωση υποθέσεων. Για να γίνει αυτό δημιουργούνται αυτηρότερες προϋποθέσεις άσκησης ελληνικών μέσων και αυστηρότερες προϋποθέσεις επίσης και για την άσκηση αδίκων υποχημάτων, δηλαδή προσφυγών που εισάγονται για πρώτη φάση στο δικαστήριο. Με βάση τις ρυθμίσεις αυτές σχεδόν, θα έλεγα, δεν έχουν άλλη. Αυτή που λένε ότι το ανταέβηκα μέσα της έφεσης και της έτσις ανέερεσης στον σημό λεπιπαιδείας κατά αποφάσεων των δικητικών δικαστήρων σχεδόν έχει καταργηθεί. Δεν θέλω να πω σε τέτοια δικονομικό χαρακτήρα ζητήματα, αλλά είναι πολύ δύσκολο να θεωρηθεί μια έτσις ή μια έφεση ή μια έτσις ανέερεσης ότι εισάγεται παραδευτώς στο σημό λεπιπαιδείας. Υπάρχουν και κάποιες τελευταίες θεωροποίησεις της δικητικής δικονομίας με ένα νόμο του 2017. Θεωρώ, διαβάζοντας τις διατάξεις, ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, δεν μπορεί κανείς να τις αξιολογήσει ακόμη, διότι είναι πρόσφατες, δεν έχουν εφαρμοστεί στην πράξη και δεν μπορεί να εξακουθούν συμπεράσματα. Πάντως, εισάγει θετικές ρεθμίσεις, όπως σας είπα, και εισάγει και νέες διαδικασίες. Εισάγει, ας πούμε, για πρώτη φορά στην δικητική διοίκη, την έννοια της δικαστικής μεσολάβησης. Μεσολάβησης. Αυτή η δικαστική μεσολάβηση είναι μια διαδικασία, η οποία, κατά τη γνώμη μου, θα διαφορεύει πολύ, θα εργαστούν πολύ τα δικαστήρια, θα οδηγήσει σε πιο γρήγορη λύση των διαφορών, διότι πραγματικά, δεν πιστεύω γιατί είναι πιο σωστή μια απόφαση ενός δικαστηρίου, που εκβήνεται με όλες τις εγγυήσεις, που θέλει η δικονομία για την έννοια της δικαστικής απόφασης, από μια λύση στην οποία συμφωνούν δυο διάδικοι, οι οποίοι βέβαια έχουν και τον ίδιο βάρος. Δεν λέμε ο εργοδότης και εργαζόμενος, αλλά δυο γείτονες, ας πούμε, αν συμφωνήσουν σε μια λύση, εγώ νομίζω πως αυτό είναι μια πιο δίκαιη ίσως, πολλές ώρες, λύση από μια λύση του δικαστήριου. Έχω μια επιφύλαξη εάν αυτή η διαδικασία θα προχωρήσει, διότι εξαρτάται πάρα πολύ από τους δικαστές που θα την εφαγνώσουν, αυτοί έχουν πρωτοβουλία, κυρίως, και έχονται νίμωση ότι το δικαστικό σώμα είναι ένα σώμα συνδυατικό από την άποψη, και αυτή την άποψη είναι ότι αποδέχονται και νοτομείες, νέα πράγματα που διαταράσουν λίγο, αλλάζουν λίγο τη διαδικασία της δουλειάς. Τώρα για την αποσυμφόρηση του Συμβουλή Επιτροπηδίας, το είπαμε, υπάρχει και ένα άλλο μέσο, το οποίο δεν είναι για την αποσυμφόρηση του Συμβουλή Επιτροπηδίας, αλλά είναι για την αποσυμφόρηση του δικαστήριου, αυτό που λέγεται η Πυλωτική Δή. Όταν σε μια ομάδα υποδόξα, όταν δίθεται ένα θέμα μίσο, το οποίο θα κατέληγε κάποτε στο Συμβουλή Επιτροπηδίας, και το οποίο δίθεται ένα νομικό θέμα που δίθεται σε μεγάλη κατηγορία υποθέσεων, σε μεγάλο ραθμό υποθέσεων, τότε υπάρχει δυνατότητα με κάποιες οδούς να οδηγηθεί κατευθείαν στο Συμβουλή της Επιτροπηδίας, το οποίο θα λύσει το νομικό θέμα και με βάση αυτή τη λύση που θα δώσει το Συμβουλή Επιτροπηδίας, θα είναι πολύ πιο εύκολη η κρίση τους, θα είναι λίγο αυτοπαντοποιημένη η κρίση τους, δηλαδή, και θα μπορούν να εκπληκάζουν, δεν θα χρειάζεται ακριβώς η εκπλήκαση με την ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ� Στους προϋποθέσεων ασκήσωσης εν δίκων βοηθημάτων και εν δίκων μέτων, νομίζω έχουν εξαντλήσει τα όριά τους, κρυφήκαν με ασυνταρματικά. Είναι, όμως, μέτρα ανάγκης, είναι περιορισμός του δικαιώματος πρόεδρος της Ελικαστήρια, του δικαιώματος της Ελικαστικής Προστασίας, άλλα περιθώρια δεν έχουν, να γίνουν πιο αυστηρά οι οικονομικές προϋποθέσεις, δεν νομίζω ότι υπάρχουν άλλα περιθώρια. Πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί το πράγμα, επειδή πράγματι η βραδίτη, τα ομιγάνωσαν από την υποθέασσον την βραδίτη, και επειδή, όπως ελέγχτηκε τον κ. Κούρτια, αυτό είναι το βασικό πρόβλημα του Ελληνικού Δικαστήριου. Υπάρχουν μερικά πράγματα πιο πρακτικά. Ας πούμε, μέχρι που να μπει αυτός ο περιορισμός ασκήσωσης εφαίσεων και ασκήσωσης εν ανερέσεις του Συμβούλου Δικαστίας, η διοίκηση, το νομικό συμβούλιο του κράτους, η διοίκηση προσέβαλε κάθε πράξη του διοικητικού πρωτοδικίου στο Συμβούλιο της Επικρατίας. Το έκανε πολλές φορές και για υποθέσεις που υπήρχε ήδη νομολογία του Συμβουλουδικού Επικρατίας, που είχε δικαιώσει τον βουλήτη, τον χρονογόμουν, ας πούμε, αλλά παρά τα αυτά ήθελαν να εξαντήσει το νομικό συμβούλιο του κράτους και το τελευταίο αντίκο μέσω του. Αυτό έχει δημιουργήσει έναν μεγάλο αριθμό υποθέσεων, ιδίως στα τμήματα τα φορολογικά, που ήτανε χωρίς ουσία, δηλαδή... Επανάλαβα τα ίδια πράγματα. Επανάλαβα τα ίδια πράγματα. Κάποτε μιλούσα με έναν πάραδο του νομικού συμβουλίου του κράτους, με ευχαίνειες σε τέτοιες υποθέσεις και τον ρωτούσα τι ελπίζεται. Μου λέει κάποιος και μου πείτε σε τι ασκήθηκε πιθανηγική αγωγή κατά κάποιος συνεδέμπονο που δεν έκανε έκθεση. Συνοφωμία δικαιολογημένη, αδικαιολόγητη, δεν ξέρω. Πρέπει λοιπόν να βρούμε άλλους τρόπους επίδεισης των διαφορών. Ένας τρόπος θα ήτανε αυτό που λέγαμε όταν εναλλακτικές μέθοδες επίδεισης των διαφορών. Το ένα είναι ονοστό η δικησία. Το άλλο είναι επίσης γνωστό στο νόμο, αλλά δεν είναι γνωστό να συμβράξει. Είναι η διαμεσολάβηση. Η διαμεσολάβηση βέβαια δεν είναι γνωστή από το 2010, είναι ο νόμος αρχικός. Πρόσθετα υπάρχει ένας δεύτερος νόμος υποτίθεται πιο σύγχρονος κατά κατέστησης νόμου από το 2010. Προβλέπτε για τις αστικές διαφορές, για τις ιδιοντικές διαφορές, όχι για τις δικαιητικές διαφορές. Και να βάζουμε ένα ερωτηματικό εάν μπορεί να επεκταθεί και στις ιδιοντικές διαφορές. Εγώ νομίζω ότι σε μεγάλη κατεγορία διαφορών θα μπορούσε. Εκεί δηλαδή που μια ιδιοντική διαφορά δεν διαφέρει κατά περιεχόμενο από μια ιδιοντική διαφορά. Αγωνιές αποζημίωσης, ας πούμε, κατά του δημοσίου. Αφού είπαμε λοιπόν ότι οι δικονομικές ρυθμίσεις δεν θα μας βοηθήσουν πια. Δεν θα βοηθηθούμε να ψάξουμε άλλες δικονομικές ρυθμίσεις. Εκείνο που μένει είναι να δούμε μήπως επιτύχουμε μια καλύτερη οργάνωση των δικαστηριών. Να επιτύχουμε οργανωτικά μέτρα. Οργανωτικά μέτρα που δεν είναι και νομικό θέμα, είναι θέμα της δικητικής επιστήμης. Πρέπει και στα δικαστήρια να εφαρμοστούν οι αρχές της δικητικής επιστήμης. Οι αρχές της δικητικής επιστήμης προσαρμοσμένες βέβαια στα δικαστήρια, που έχουν μια ιδιαιτερότητα, αλλά η ιδιαιτερότητα αυτή αφορά τον δικαιοδοτικό έργο. Όχι όμως και το έργο, όχι όμως και τη λειτουργία ενός δικαστηρίου ως υπηρεσίας. Τα τελευταία χρόνια, δηλαδή λίγο πριν από το 2000, τα τελευταία χρόνια που περιμένουμε είναι να αρχίσετε να αναγαπτίσετε ένας ειδικός κλάδος της δικητικής επιστήμης, η διοίκηση δικαστηρίων, κόρντ. Προς το σκοπό αυτό πρέπει και οι ίδιοι οι δικαστές να συμβάλλουν, διότι αυτοί έχουν την ειδικότερη γνώση των πραγμάτων των δικαστηρίων τους και μπορεί να υποδείξουν τις αδυναμίες, ώστε οι αρχές της οργάνωσης να προσαρμοστούν τις ανάγκες του δικαστήριου. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αναβεικνύεται και στους κόρντους του δικαστικού σώματος, η σημασία της καλής οργάνωσης των δικαστήριων. Όταν άρχισα τη σαδιοδρομία μου, ο Συμβούλος Επιχρετίας και για τα χρόνια μετά, θυμάμαι ότι το θέμα της οργάνωσης των δικαστήριων αποτελούσε ένα, στα μάτια και στο μυαλό των δικαστών, ήταν ένα θέμα υποδέστρων. Δεν ήταν έτσι το δικαιοδοτικό έργο που ήταν το μασικό. Θεωρούσαμε, οι δικαστές, ότι αυτό είναι έργο της Βουλειτίας, του Υπουργείου Δικαιοσύνης, και μόνο όταν βάζεται ένα οργανωτικό μέτρο που εθεωρείται ότι φύγει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, τότε παρενέβαινε το δικαστήριο, είτε εκπληκάζοντας κάποιες διαφορές που είχαν θέσει στο θέμα, είτε πολλές φορές και οικονομοδοτικά, όπως το υπολογωμένο του Συμβουλίου Πρωτοκρατίας το είχε κάνει αρκετές φορές. Το Συμβουλίο Πρωτοκρατίας τα τελευταία χρόνια, τόσο με τη γνωμοδοτική του αρμοδιότητα, γνωμοδοτική δηλαδή επεξεργασία σχεδίων προηγούμενων γιαταγμάτων, όσο και με την δικαστική του αρμοδιότητα, έχει, θα έλεγα, αναγάγει τα θέματα οργάνωσης της δικαιοσύνης νομική βάση ως νομικές προϋποθέσεις των αντίστοιχων ρυθμίσεων θα αναφερθώ σε κάποια παραδείγματα μετά. Δηλαδή δεν θεωρείτε, δεν αντιμετωπίζονται αυτά τα θέματα ότι είναι απλώς θέματα που ανοίγουν στις αρμοδιότητες και στη δικαιοσύνη της διοίκησης, αλλά είναι και θέματα νομιμότητας των εθνών ρυθμίσεων. Θα φέρω κάποια παραδείγματα. Για να ιδρυθεί ένα δικαστήριο, απητείται βιάταμα. Το βιάταμα υπήλαιται ύστερα από γνωμοδότηση της ονομέλιας του αντίστοιχου ανοιχτά του δικαστήριου, ανεπαγωγή της Συμβουλή Πρωτατίας, αλλά μετά τη γνωμοδότηση το σχέδιο διετάματος εισάγεται στο Συμβουλή Πρωτατίας για επεξεργασία όπως όλα τα κατανοηστικά διετάματα, το μετακανονιστικό διάταμα είναι και αυτό. Μέχρι τη δεκαετία του 90 το Συμβουλή Πρωτατίας ασκούσε τις αρμοδιότητές του, ότι θα αρμοδιώται ελέγχο της νομιμότητας ενός τέτοιου διατάγματος. Θα έλεγα σχεδόν τυπικά, δεν θεωρείτε πως είναι θέμα του υπουργιού. Κόνες φορές η τυπική ήταν η εξένταση ακόμη και αν το νομοδότηση, ας πούμε της ονομαγίας του Αλίου Πάου, ήταν αντίθετη προς αυτό που προβλέπει το διάταμα. Διότι είναι μια νομοδότηση που δεν απητεί το να είναι σύνδομη, δεν βλέπει τον υπουργό. Το Ελληνίδες, σας είπα, άλλαξε αυτή η νομολογία. Ήταν περιπτώσει η σύνδεσης νέων λεκαστηρίων, προκειμένως για πολιτικά εφετία, με τα οποία εκδόθηκαν πρακτικά επεξεργασίας, με τα οποία διαμορφώνονται και στη μίζωνα σκέψη, που είχε και συνέπειες βέβαιες στην υπαγωγή, κάποια νέα κριτήρια για την ονομιμότητα της ίδρυσης ενός νέων λεκαστηρίων. Κριτήρια ενός νομιμότητας που σχετίζονται με την οργάνωση του λεκαστηρίου. Σε πρακτικά αυτά, δεν είναι μόνο πρακτικά, είναι και ορισμένες αποφάσεις, αναφέρεται, συνοψίζω, τη μίζωνα σκέψη, η ίδρυση, η κατάρχηση και συγχώρευση λεκαστηρίων πρέπει να γίνεται με βλητήριο την έπληκτη λειτουργία της δικαιοσύνης και τη διασφάλιση της αποτελευματικότητας κατά την αγωνιμή της δικαιοσύνης και τη διασφάλιση και του κύρου των λεκαστηρίων. Πρέπει να υπάρχει πλήρη στεκμηρίωση, με βάση συγκεκριμένα πρόσφατα στοιχεία, καταλήλωση των ξεργασμένων, σε σχέση με την ικανοποίηση των σκοχών αυτών. Η τεκμηρίωση πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της κυφιστάμενης οικονομικής συγκυρίας. Αφού ληθούν υπόψη ο φόρτος εργασίας των ήδη κυφισταμένων δικαστηρίων, η διασφάλιση κατάλληλης της υποδομής του ίδρυσης της δικαστηρίου. Αναμελήτως, γιατί εδώ ένα δικαστήριο, ενώ δεν είχε εξασφαλιστεί ότι θα υπάρχουν δικαστές δόντους τελεφών, η δυνατότητα στελέπωσης και ορισμένα άλλα κριτήρια. Σε ένα πρακτικό, μάλιστα, το Συμβουλή Επικρατίας επικαλείται, σχεδόν επαναλαμβάνει η νομολογία του Γαλλικού Συμβουλή Επικρατίας, το οποίο ανοίγαγε το Γαλλικό Συμβουλή της Επικρατίας ως ότι είναι θεμελιώδου σημασίας η επίτευξη του στόχου της καλής διοίκησης των δικαστηρίων. Είπε, λοιπόν, το πρακτικό ότι η καλή διοίκηση αναλύεται στον εξ ορθολογισμό του χάρτη των δικαστηρίων, στη βελτίωση της χρησιμοποίησης των μέσων της δικαιοσύνης, υπό την έννοια της αποδοτικής αξιοποίησης σύστους. Δηλαδή, της παροχής στους δικαστές της δυνατότητας γόνιμης συνεργασίας ως προσγενικά ζητήματα και ως προσιδικά ζητήματα εξειδικευμένων κατά των δυνατών συνθέσεων. Τα στοιχεία αυτά δεν πρέπει να αξιοποιούνται μόνο προς την κατεύθυνση της αύξησης του αριθμού των δικαστηριών, αλλά και προς την κατεύθυνση της μίωσης ή της συγχόντευσής τους. Είναι, αν θέλετε, μια έμμεση υπόδειξη προς τη διοίκηση να εξετάζει ακόμα και την ανάγκη κατάρρισης των δικαστηρίων εκεί που λειτουργούν οι δικαστήρια τα οποία δεν θα έγραφαν αλτιβού. Αυτή η υπόδειξη, βέβαια, αγνοήθηκε. Όσες φορές ασχολήθηκε η Πατρισμού Λεπτοκρατίας ήταν επεκτός η σύνδεση νέων δικαστηρίων και όχι συγχονεύσουν ή καταργήσουν. Νομίζω για τα Ελληνοδικαίωμους, κύριε Πούτη, υπήρχε νόμος που το κόκκιζε αρκετά. Τώρα, για το θέμα της χωρταστικής οργάνωσης, έχει κάνει μια καλή μελέτη, από εκεί τα πέρα τα στοιχεία, τα πρισσότερα από αυτά, σε ορισμένα από τα πρακτικά μάλιστα γραμμένα. Συγχόντου κρατίας και πανεπιστημιακού. Μια άλλη κατηγορία συνομολογίας του Συμβουλίου Δικαστηρίας είναι με την ευκαιρία εγκρίσως του κανονισμού λειτουργίας των δικητών. Υπάρχει ένας νόμος που λέει ότι τα δικαστήρα πρέπει να έχουν έναν κανονισμό λειτουργίας, που εγκρίνεται με απόφαση της ισορρομένης του ανώτατου δικαστηρίου. Σε αυτά τα πρακτικά αναφέρεται ότι ελέγγεται κατά πόσο οι ρυθμίσεις του προσέγγισης κανονισμού εξυπηρετούν το σκοπό της έμπυσης της ισορρομένης του ανώτατου δικητών από πλευρά σταχίας εκπεραίωσης και ότι δεν είναι δυνατή η τροποποίηση της στάβης του κανονισμού με ρυθμίσεις που συνεπάγονται ευθαίως ή εμέσως επιβράτηση της εκβήκας των δικοθέσεων, όπως είναι η μείωση του αριθμού των δικασίων που προσδιορίζουν και αναδικάσουν. Θα σταματήσω εδώ και στη συζήτηση στο συμπρόσωπο δημιουργημένων συγκρόσεων πιο ιδικές. Ένα θέμα με το οποίο θα μπορώ να σταματήσω είναι ότι πολλές φορές λέμε ότι δυσδυντουργούν τα μεταστήρια στην Ελλάδα διότι δεν έχουν τους αναγκαίους πόρους. Αυτό είναι περίπου απειλές. Δεν είναι απόλυτως απειλές. Σε μία από τις εκπρέσεις στις οποίες αναφέρθηκα προηγουμένως για το 2014, είναι εκπρεσίως το 2016 που αναφέρονται στο 2014, βλέπουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται περίπου μάλλον χαμηλά στο ύψος της δαπάνης ανακάθηκων. Είναι 44 ευρώ ανακάθηκων. Μετατσή των 4 ομάδων, κατά δάσκο και χώρα, σε 4 ομάδες με αυτό το κριτήριο, τα πάνη ανακάθηκων, η Ελλάδα είναι στη δεύτερη από το τέλος. Είναι στη δεύτερη από το τέλος, είναι όμως μαζί στην ίδια ομάδα και η Ροδραβία, είναι και η Πορτογαλία, είναι και η Τσεχία, είναι η Βουλγαρία και η Ουγγανία, είναι και η Ουγγαρία και η Κολλονία και άλλες χώρες. Στην έκθεση του 2016 βλέπω βέβαια, διαπιστώνεται ότι οι κρατικές δαπάνες, οι οποίοι που δεδέθηκαν στο δικαστικό σύστημα αυξήθηκαν και αυξήθηκαν συμβαμβικά. Αυτή η αύξηση προκλήθηκε κυρίως από δύο πράγματα. Το ένα είναι η εγκατάσταση πληροφοριακού συστήματος στα δικαστήρια. Ανοίγω παρένθεση, ένα τέτοιο πληροφοριακό σύστημα αρκετά καλό λειτουργεί, εγκαταστάθηκε η εδικητική διοσύνη. Αυτός ήταν ο ένας λόγος να αύξησε τις δαπάνες. Και ο άλλος λόγος είναι ότι αυξήθηκαν τα κοντήρια που δεδέθηκαν για τη δικαστική συνδρομή. Ήταν οι χονιές που ο κόσμος είχε προχύνη και για να πάρει στα δικαστήρια ζητούσε εδικαστική συνδρομή. Θα μετήσω και πρώτα. Αυτό πάρα πολύ. Είπε πολλά ενδιαφέροντα. Ο καθένας κατάει αυτά που νομίζει ως ο δεύτερος. Εγώ θα κατήσω τρία. Βρώτομαι ότι η έγκυρη έκδοση απόφασης είναι υποχρέωση. Υποχρέωση και όχι αυτή, γι' αυτό και η Ελλάδα έχει πολλές καταδίκεις ως εμβούλιο της Ευρώπης λόγω καθυστές στην έκδοση απόφασης. Αυτό μου είναι σημαντικό. Δεύτερο, αναφέρει στην δικαστική μεσολάβεση, η ίδια μεσολάβεση. Αυτό που θέλω να σας πω είναι πλέον, εδώ και λίγα χρόνια, ο θεσμός μεσολάβεσης έχει υιοθετηθεί στην Ελλάδα. Δεν έχει ακόμα περπατήσει στην πράξη. Ωστόσο, επειδή έχουμε και την νέα γενιά, ουσιαστικά η μεσολάβεση είναι η ανακτική λύση και για την ανπόσχευση των δικαστηριών και για την μείωση των εξόδων και είναι η λύση του μέρος. Έξω έχει ακετά πετύχη. Εδώ δεν έχει ακόμα μπει στη συνείδηση στην πρακτική των ανθρώπων. Θα πρέπει σιγά σιγά να κατανοήσουν δικηγόροι, πολίτες κλπ. ότι έχουν συμφέρον να προσφύγουν στη μεσολάβεση. Είναι τεράστια η ευφέρεια. Υπάρχουν και οι μεγάλες επιχειρήσεις από το δικαστήριο. Να μπλέξουν με την οικονομικά, με τήσεις, με δικασίες. Το ανοίγεις σε λίγο διάστημα το πρόβλημά σου. Νομίζω πρέπει να τραβάσεις στον κόσμο. Και επίσης αναφέρεται και στο θυσμό της πληρωτικής δίκης, που είναι άλουστος. Λειτουργεί όμως στην πράξη, είπατε, και έχει κάποτε νέο. Εγώ δεν έχω τίποτα να πω, ο λόγος πρέπει να είναι σε εσάς. Να πω ότι ο λόγος ανήκει σε όλους και στους μη νομικούς. Για τον Θεό, δεν έφεραν όλους τους νομικούς, αλλά την κοινωνία. Όσοι, λοιπόν, θέλετε, κυρίως λέω, κυρίως πρώτα. Λοιπόν, ορίστε. Με το καλύτερο, κύριε Πρόεδρε. Βεβαίως. Πως μη γρικός, λοιπόν, πρέπει να ευχαριστώ τους δύο εξώδους. Ξέρετε, πραγματικά, κατελάνησα, ελπίζω σχεδόν όλα όσα είχε το παιδί. Δεν άκουσα, όμως, τα περίπου πολυνομίας που ακούγονται τακτικά, ως κάτι το οποίο επιβινώνει την αποτελεσματικότητα. Εγώ, νομίζω, νομίζω αρκετά καλά τους νόμους για τον ενός αντιπαίδευση. Και πρέπει να σας πω ότι ήδε και καιόνας, όταν έχετε ένα νόμο ή όχι νόμος, 49, ή 17, νομίζω, στην συνέχεια, τροπολογίες τροπολογιών κλπ., πώς είναι δυνατόν ο πολίτης να έχει κατά νόηση, που κατά πόσο θα είχε νόημα να προσφύγει ή όχι να μην προσφύγει, σε ελληνικά δικαστήρια. Και ένα ειδικό θέμα να μου επιτρέψει, το οποίο δεν το κατάλαβα ποτέ, δηλαδή έχω ζήσει πολλά χρόνια εκεί στο Ιστορικό. Καταπτύπτει ένας νόμος που σε βρούνει στην Επικαρδία. Και για τα επιβόματα των πανεπιστημιακών. Για ποιο λόγο η εφαρμογή, στην συνέχεια, του καθενός ο οποίος μπορεί να αποδείξει ότι εμπίπτει στην περίπτωση κατά την οποία, αδίκως αντιμετωπίστηκε από την πολιτεία, γιατί θα πρέπει αυτός να προσφύγει σε δικαστήριο, για να εισπράττουν κρίματα οι δικηγοροί. Είναι ένα ερώτημα. Θα μπορούσε να αυτομάτως... Θα μπορούσε να αυτομάτως επέκτες. Θα μπορούσε να αυτομάτως επέκτες. Θα μπορούσε να αυτομάτως επέκτες. Θα μπορούσε να αυτομάτως επέκτες. Θα μπορούσε να αυτομάτως επέκτες. Αυτή την αδυναμία προσπάθησε η πυροδική δίκη να την καλύψει... δεν την καλύπτει απόλυτος. Η πυροδική δίκη. Δηλαδή λύνεται σε το νομικό θέμα, το δικαιούνται ή δεν το δικαιούνται. Ή οποιοδήποτε είναι επίγοντο. Αυτό υποχρεώνει τα όποια δικαστήρια, στα οποία κρεμούν αντίστοιχες δίκαιες να συμμορφωθούν. Δεν θα το ξανασκεφτούν από την αρχή και να οδηγηθούν σε διαφορετική λύση. Αλλά παρακάτως το δικαιονομικό μας σύστημα δεν επιτρέπει αυτή την επέκταση. Πρέπει να γίνουν επιμέρειες που πρέπει ο καθένας. Αν μπορούμε να εφαμόσουμε το θεσμό επέκταση που είχε ο Σκούτης, για μάθει αυτό. Αν νομίζετε μπορούμε να περπατήσουμε. Εγώ να το σκεφτώ. Με βάση του δικαιονομικού σύστηματος δεν μπορεί να εφαμόσουμε. Το νέο. Θα έλεγα πρώτης ώψας ότι θα μπορούσε ένας νόμος να το προβλέψει. Αυτό είναι θετικό. Χωρίς να υπάρχουν συνταγματικά θέματα. Χωρίς να υπάρχουν συνταγματικά θέματα. Παρακαλώ. Α, ναι. Συγγνώμη. Αυτό μπορεί να γίνει με ένα νόμο. Εγώ να σας πω έτσι. Ήρθε ένας υπουργός δικαιοσύνης και με ρώτησε πόσες εγκρεμίες υποθέσεις έχει. Και στο τρίτο τμήμα του ελεκτικού συνεδρίου που ήταν υποθέσεις των στρατιωτικών, είχαμε από τις 35.000 υποθέσεις. Όλες είχαν αφορμή έναν νόμο ο οποίος είχε κρεθεί αντισταγματικός. Μου λέει γιατί υπάρχει αυτή η καθυστέραση. Μου λέει, κύριε Υπουργέ, εγώ μπορώ σε μια μέρα να σας βγάλω και τις 35.000 υποθέσεις. Έχετε σίστος του προϋπολογισμού κάθε μία από αυτές. Έχει 35.000 ευρώ για κάθε εξοματικό. Μόλις άκουσε αυτό, μου είπε, εμείς λοεκδίδουμε 100 αποφάσεις μηνιαίως. Έχουμε συνοηθεί με το Γενικό Λογιστήριο ότι μπορεί να πληρώνει 100 αποφάσεις. Όχι, μου λέει, συνεχίστε τη διαδικασία. Τώρα τι μπορεί να γίνει. Μπορεί να γίνει με ένα νόμο, να βγαίνει ατομική απόφαση για κάθε ένα, αλλά με ένα απλό πρακτικό. Ξέρετε, υπάρχει μία μεγάλη αμφιβολία σήμερα στο Ελεκτικό Συνέδριο, διότι καταθήκεται σωρία αγωγών. Ο νόμος για την Πηλωτική και τα Χειια Δίκη λέγει για προσφυγές. Και υπάρχει μεγάλη μέσα στο Δικαστήριο νομική συζήτηση, αν αφορά και τις αγωγές. Το τρίτο τμήμα από αυτούς τους στρατιωτικούς δέχεται ότι εμπίπτει στη διάταξη αυτή των προσφυγών και αγωγές, γιατί ήταν άγνωστος το ασθασμός του Ελεκτικού, και έχει βγάλει χιλιάδες αποφάσεις. Το δεύτερο τμήμα που έχει πολιτικούς συνταξιούχους στέκεται στη τυπική διάταξη του νόμου. Αγώ πιστεύω ότι αν μπει ένας λομοθέτης θα χρειαστεί όμως μια σελίδα για τον καθένα. Αποφάσεις, στάνταρ απόφαση για τον καθένα. Καλησπίδα. Καλησπίδα. Καλησπίδα. Διότι γίνονται πολλές προσφυγές. Δυστυχώς μετά καταλήγουμε να κάνουμε τις αγωγές. Προσφύγει. Γιατί δεν γίνεται ομαδική δηλαδή... Αγωγή δεν γίνεται ομαδική, επιτρέπεται, αλλά διαδικασία δεν επιτρέπει. Ομαδική αγωγή επιτρέπει. Υπάρχει πιο πρακτική λύση. Εάν δοθεί μια απόφαση, και μάλιστα με υπηρετική διοίκη, είναι σαφές ότι όλη η διάδικη του οικονομικού υποθέσεων θα δίκαιωθούν. Η πρακτική λύση θα ήταν μια καλόπιστη διοίκηση, μια καλό αντιδρομικούς διοίκηση, να θα ικανοποιήσει τα εκείματα πριν το 2000. Αλλά εδώ βλέπετε ότι ούτε η δυναμή δικαστικών αποφάσεων. Ούτε οι δικαστικές αποφάσεις οι ίδιες. Και ένα δεύτερο, ο κύριος Μούρθυς έχει κάνει κάτι προτάσεις, οι οποίες τις βλέπουν δηλαδή πολιτικές, γιατί δεν υλοποιούνται. Ποιος είναι ο λόγος δηλαδή που... Η υλοποίηση των προτάσεων είναι από εκεί στην πολιτική οικοσύνη, δεν από εκεί στην πολιτική οικοσύνη. Η δικαιοσύνη εφαρμόζει νόμους, δεν τις πείσουν. Ε, γιατί δεν προπατάει η διαδικαστική... Ε, εκεί δεν θέλουν. Ε, ενδεχομένως δικηγόροι, άλλοι που έχουν συμφέρατο παρεμβαίνουν, ενδεχομένως. Ε, αλλά δεν ομοθετούν οι δικαστές. Πάρα, μισό λεπτό, έχεις δει στον λόγο η κυρία και έχω να σε σηματάω. Ναι, ευχαριστήσω και εγώ τους διευθυντές. Σκληρό πρόβλημα στην δικαιοσύνη είναι η κραδίτητα, αλλά ποια είναι τα έθια της κραδίτητας, δεν τα εξετάσαμε. Για την κοινή γνώμη, το έθιο είναι αυτό που λέει και το ανέκδοτο, το γνωστό ανέκδοτο, ότι ο μπαμπάς σπούδασε το γιόνι πηγόρο και ο γιος τελείωσε την υπόθεση γρήγορα. Ότι δηλαδή, κατά κύριο λόγο, ευθέρονται οι ίδιοι οι δικηγόροι. Τα έθια της κραδίτητας νομίζω ότι πρέπει... Σαφίσαμε το συμβάσιο. Δεν ευθύνονται οι δικηγόροι, ευθύνονται ο νόμος. Όταν ο νόμος τις πολιτικές αποφάσεις, σας είπα, λέει οχτώ μήνες να βγάλεις απόφαση, σου δίνει και άλλους δυο μήνες και όταν δεν τις τελειώσεις τα άλλους δυο μήνες, ξαναβικάζεται η υπόθεση και ξαναπέφτεις κάποιον άλλον αργό δικαστή και αρχίζουμε άλλες μέρες οχτω μήνες, για σκεφτείτε πότε θα σας βγει απόφαση. Εμείς οι παλαιότεροι, γιατί βγάζαμε στο νομή, δεν υπήρχε νόμος, αλλά τότε αναρτάτο το ονομάς στην έφυσα δικαστών, αναρτάτο το οι δικαστές που είχαν κατηστέρηση του νομήνου. Ξέρετε πόσο ντρεπόμαστε να αναρτηθεί το ονομά μας. Όταν δεν ντρεπόμαστε. Έχουμε άλλες θέσεις. Θα ήθελα να εσείς να πείτε κάτι. Και το θέμα της πολυνομίας. Εγώ νομίζω ότι ευθύνονται λίγο και οι δικηγόροι. Για την πολυνομία. Όχι. Α, η πολυνομία ευθύνεται οι δικηγόροι. Εγώ νομίζω ότι ευθύνονται λίγο και οι δικηγόροι. Εγώ με δικηγόρος θεωρώ ότι έχει δίκιο. Αντιεδρούν στη διεμεσολάβηση. Απλάβο. Και αντιεδρούν, δεν ξέρω αν κάνει λάθος, αλλά με ευκολία προτερθεί το πελάτη τους. Να πω κάτι για τη διεμεσολάβηση. Προσφάτως έγινε μια συζήτηση στην Ένωση για την οικονομολόγου με το θεσμό της διεμεσολάβησης. Ξέρετε, έχει υπαγγόμενες διαφορές τα τροχέα, το γειτονικό δίκιο, ο μισθός, η ιατρική αμέλεια, εμπορικός σήμα, χρηματοευστριακές υποθέες. Όλα αυτά είναι σωστά. Προβλέπει και λεφτά. Το ερώτημα είναι να μπορεί ο απλός πολίτης, ο φτωχός, να δώσει για επιμέγεια γωνέων 170 ευρώ για να πάει στη διεμεσολάβηση. Θέλω να σας τονίσω ότι στη συγκεκτική έκθεση υπάρχει έκθεση της Επιτροπιστυμονικής Επιτρεπής της Γουλής, η οποία κρίνει αντισυνταγματικό το θεσμό της υποχρεωτικότητας. Νομίζω έχει ασχεθεί προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια. Εάν ο θεσμός αυτός δεν προέβλεπε χρήματα, θα έλεγα κι εγώ, όταν όμως λες του φτωχού ανθρώπου για την επιμέλεια του παιδιού σου να συμφωνείς με την γυναίκη σου και κατάθυσαν παράβολο 170 ευρώ, όταν παίρνει σύνταξ 500, πώς θα πάει στη διαμεσολάδος, μήπως τουστερούμε το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Αυτό είναι άλλο παράβολο που δεν το είχε ο πολιτικός. Είπαμε και μη νομικοί μιλάμε. Υπάρχει κάποιο θεσμικό στόχο που να πείθεται η φόβη της πολιτικής εξουσίας ή της πολιτικής για να τα νομοθετήσει, για να κάνει τις αλλαγές, στο ότι η συνταξιούχη δικαστής και βάζει τα πρόεδρη από εσείς, έχει μια συνολισμένη εμπειρία και καταθέτει αποτάσεις. Εδώ σε αυτό το μικρό κοινό που είμαστε σήμερα, κάποιο πιο θεσμοθετημένο τρόπο, θεσμοθετημένο τρόπος υπάρχει για να εκσταίτει, εν πάση περιπτώσει, η κέντρια εξουσίας, και δεν τα κάνει. Να γίνει πιο συμβουλευτικό όργανο για τον υπουργό της εξουσίας. Μήπως θα μπορούσα να δείτε και μια διαδικασία του να βγω προς τα ύψα αυτά, δηλαδή στη στιγμή που είναι το σύγχρονο βήμα. Να τα μάθει ο απλός δρός πως μπορεί να διευκολυνθεί η συμβουλευτική εξουσία. Γιατί καλά είναι η κυριακή, αλλά και το δεύτερο είναι η αρχαία της σκοτήριας. Αν κάνει το σκοτήριακο, θα σου έδωσε μια απόφαση, και είναι ενταίεια. Είναι άξιρο, ό,τι και αν είναι. Είναι δικαίωση, αν είναι δικαίωση, αν είναι δικαίωση. Είναι τρίτο, αλεξαντισία της δικαιοσύνης, αλλά ισονομία, δηλαδή είναι ισοτιμία, είναι ισοτιμία με τις άλλες εξουσίες. Να συμπληρώσω την πρώτη ερώτηση. Να συμπληρώσουμε. Οι νικαστικές ενώσεις, επιστήμονες είναι, αυτοί δεν βγάζουν κάποιες συμπεράσματα που θα ήταν λίγο πιο, αν θέλετε, αποτελεσματικά προς την πολιτεία, γιατί είναι ολόκυρες οι ενώσεις και όχι τα μεμονεμένα πρόσωπα που κατάλαβαν την ερώτηση του συναντέρου. Και να συμπληρώσω κι εγώ γιατί επιτρέπετε, γιατί το θέμα είναι ενδιαφέρον, ουσιαστικά αυτά που λένε σήμερα. Δεν είναι δυνατόν να πληθύνω σαν κροατήριο 30 άτομα. Πρέπει λοιπόν να βρεθεί ένας τρόπος πώς θα διαχειθεί στην κοινωνία το πρόβλημα για να συμμετάσσει και ο ευρύτης λαός σε αυτό το πράγμα. Αλλιώς δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Αυτό που είπε ο κύριος Κάθαρας, λέτε κι εσείς, να υπάρχει μια ευρύτητη συζήτηση, γιατί το θέμα, επαναλαμβάνω αυτή τη στιγμή, είναι το επαρρυθμό ένα θέμα της ελληνικής οικονομίας. Δεν είναι κάτι το οποίο είναι εξακολουθεί το θέμα. Αλλά πρέπει να έχουν τρόπο να εργοποιήσουν την κοινωνία για να μπορέσει να πιέσει προς την κατεύθυνση αυτή. Τώρα του λέω εσείς τις απαντήσεις. Ορίστε ο κύριος Βουλάκος. Ό,τι θερμοθετημένος φορέας δεν υπάρχουν οι δικαστικές ενώσεις. Υπάρχουν οι ολομένες στον δικαστήριο, που πολλές φορές κάνουνε δική τους πρωτοπουλία, προτάσεις. Άλλες φορές ερωτώνται τον Υπουργό, αλλά ούτε των ολομελιών των ανοδάτων δικαστήριων οι αποφάσεις είναι υποχρετικές. Ούτε υποχρετικών ερωτώνται. Οι δικαστικές ενώσεις και αυτές είναι ενώσεις συνδικαλιστικές. Αν πείσουν πολλές φορές υποβάλλουν αιτήματα που εκκλίνουν ανασυνόσεις που δημιουργούν και τριβές. Είναι συχνά συντεχνιακά. Υπάρχει ένας ανορθολογισμός στην κατανομή των θέσεων των δικαστών κατά παθμίδες. Κάθε φορά τα αιτήματα είναι να αυξηθούν οι θέσεις πρόγραμμα φετών. Και έτσι έχουμε φτάσει στο σημείο οι πρωτοδίκες να είναι λιγότεροι. Αυτό είναι γενικό. Στο γαλλικό δίκτυο, γιατί κάποτε είχαμε πάει με τον κ. Μενουδάκο, είχες έρθει πώς είσαι σχολή δικαστών στο Μπορντό. Εκεί οι δικαστές έχουν ορισμένη θητεία σε ορισμένο αντικείμενο. Τέσσερα-πέντε χρόνια οικογενειακό, πέντε άλλα χρόνια ποινικό. Εναλλάσσονται σε όλα και έχουν μεγάλη εξειδίκευση. Ενώ εμείς απαιτούμε από τον πρωτοδίκαιο, δηλαδή εγώ μιλάω τώρα για τα πολιτικά δικαστήρα, να ξέρει εμπορικό δίκιο, δίκιο σημάτων, οικογενειακό, άστικο, ό,τι θέλετε, ναυτικό. Δεν μπορεί να είναι ειδικός ο άνθρωπος, αλλά εκεί εναλλάσσονται οι δικαστές. Και η νέα γελιά έπαιδε με. Δεν ακούμε νέα γελιά. Με ερώτησα από την Ιωαλέα. Είναι της νομικής νοσοδεπτήριστης. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε. Ε, με ρωτήστε.