Διάλεξη 11: Έτσι πdarούσα διάλεξη. Γεια σας, αγαπητοί φίλους και φίλοι. Στην παρούσα διάλεξη, θα ασχοληθούμε με τους οργανισμούς της εκκλησίας της Ελλάδος, οι οποίοι υποστηρίζουν την κεντρική διοικησία της και τη βοηθούν στην άσκηση των αρμοδιωτήτων της. Τέτοιοι οργανισμοί είναι τα συνοδικά γραφεία, οι συνοδικές επιτροπές και οι ειδικές συνοδικές επιτροπές, οι εκκλησιαστικοί οργανισμοί οι καθεαυτοί και οι εκκλησιαστικές υπηρεσίες. Για τα συνοδικά γραφεία και τις συνοδικές επιτροπές υπάρχουν οι εξής κανονισμοί. Κανονισμός 1 του 1970 περί Οργανισμού Διοικήσεως των Εκκλησιαστικών Σωμάτων και Οργάνων. Κανονισμός 20 του 1971 περί Λειτουργίας των Γραφείων της Διαρκού Συρά Συνόδου και των Μονήμων Συνοδικών Επιτροπών. Έχει σταθεί με τον κανονισμό 149 του 2002 το Γραφείο Αντιπροσωπίας της Εκκλησίας Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στην Ουνέσκο. Με τον κανονισμό 250 του 2013 συστάθηκε το Γραφείο Τύπου της Ιερά Συνόδου που συνιστά η υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος επί πεδού γραφείου. Για τις συνοδικές Επιτροπές και τις ειδικές συνοδικές Επιτροπές προβλέπει το άρθρο 10 του Καταστατικού Χάρτη. Δηλαδή το νόμο 590 του 1977. Ποιος είναι ο σκοπός των συνοδικών Επιτροπών? Προβλέπτε στην παράγραφο 1. Η μελέτη και η επεξεργασία των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, των συνελεύσεων της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, ένας σκοπός. Και ο δεύτερος σκοπός η υποβοήθηση όλου του έργου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και η εκτέλεση των αποφάσεων αυτών, δηλαδή της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Κάθε συνοδική επιτροπή, εκτός από εκείνη της Αρχηγραμματείας, αποτελείται από επτά μέλη, που είναι ειδική για τα θέματα της αρμοδιότητάς της. Από τα επτά μέλη, τα τέσσερα μέλη πρέπει να είναι κληρικοί, είτε αρχιερείς είτε μη αρχιερείς. Μεταξύ των αρχιερέων πρέπει να συγκαταλέγεται και ένας συνοδικός μητροπολίτης, που βορίζεται από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο στην αρχή κάθε συνοδικής περιόδου και για το χρόνο της αιτήσιας θυτίας αυτού ο συνοδικού, ο οποίος και αποτελεί το σύνδεσμο μεταξύ της Συνοδικής Επιτροπής και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Τα υπόλοιπα μέλη με ισάριθμους αναπληρωτές διορίζονται από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας για θυτία τεσσάρων ετών που μπορεί να ανανεωθεί. Η Συνοδική Επιτροπή επί της Αρχιγραμματείας αποτελείται μόνο από τρεις αρχιερείς, από τους οποίους ο ένας συνοδικός πορίζονται από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας. Ο Πρόεδρος κάθε Συνοδικής Επιτροπής είναι αυτός που έχει τα Πρεσβεία της Αρχιερωσύνης από τα αρχιερατικά μέλη, εκτός της Συνοδικής Επιτροπής επί των Οικονομικών, της οποίας προεδρεύει ο Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος και προτείνει τα υπόλοιπα μέλη. Τα λαϊκά μέλη της Συνοδικής Επιτροπής επί των Οικονομικών ορίζονται από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας, από καθηγητές οικονομικών μαθημάτων ανώτα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ανώτα τους υπαλλήλους των οικονομικών Υπουργίων της Τράπεζας Ελλάδος. Οι Συνοδικές Επιτροπές μπορούν να αποφασίζουν τη σύσταση υπό επιτροπών, σ' οποίες μπορούν να καλούν και μη μέλη τους. Οι κανονισμοί που αφορούν τις Συνοδικές Επιτροπές αποφασίζονται από την διαρκή Ιερά Σύνοδο και σ' αυτούς ρυθμίζονται τα θέματα συγκρότησης και αρμοδιωτήτων των Συνοδικών Επιτροπών, της οργάνωσης και λειτουργίας των γραφείων και του προσωπικού τους. Οι ειδικές Συνοδικές Επιτροπές συνισθώνται με απόφαση της Ιεράς Συνοδών της Ιεραρχίας και έχουν σκοπό τη μελέτη και διερεύνηση συγκεκριμένων θεμάτων. Ποιες είναι οι Συνοδικές Επιτροπές? Είναι δώδεκα, οι επί της αρχηγραμματείας, δεύτερον οι επί της εκκλησιαστικής τέχνης και μουσικής, τρίτον οι επί των δογματικών και νομοκανονικών ζητημάτων, τέταρτον οι επί της θείας λατρείας και του ποιημαντικού έργου, πέμπτον οι επί του μοναχικού βίου, έκτον οι επί της χριστιανικής αγωγής της νεότητας, έβδομον οι επί των διορθοδόξων και διαχριστιανικών σχέσεων, όχδον οι επί της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως και της επιμορφώσεως του εφημεριακού κλήρου, έναντων οι επί του τύπου των δημοσίων σχέσεων και της διαφωτίσεως, δέκατον οι επί των ερέσεων, ενδέκατον οι επί της κοινωνικής προνοίας και εφποιείας, και δωδέκατον οι επί των οικονομικών της εκκλησίας. Τιες είναι οι ειδικές συνοδικές επιτροπές και οι κανονισμοί τους. Πρώτον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Παρακολουθήσεως Ευρωπαϊκών Θεμάτων. Κανονισμός 99 του 1998. Περί συστάσεως και λειτουργίας της Ειδική Συνοδική Επιτροπής Παρακολουθήσεως Ευρωπαϊκών Θεμάτων. Δεύτερον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Βιοηθικής της Εκκλησίας Ελλάδος. Κανονισμός 101 του 1998. Περί συστάσεως οργανώσεως και λειτουργίας της Επιτροπής Βιοηθικής Εκκλησίας Ελλάδος. Τρίτον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Δια την Ακαδημία Εκκλησιαστικών Τεχνών. Κανονισμός 133 του 1999. Περί συστάσεως οργανώσεως και λειτουργίας της Ειδική Συνοδική Επιτροπής Δια την Ακαδημία Εκκλησιαστικών Τεχνών. Τέταρτον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Κανονισμός 134 του 1999. Πέμπτον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Γάμου Οικογενίας Προστασίας Παιδιού και Δημογραφικού Προβλήματος. Κανονισμός 135 του 1999. Έκτον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Επιδικών Πημαντικών Θεμάτων, AIDS Ναρκωτικά και λοιπά και Καταστάσεων, Νοσηλευτήρια, Φυλακές, Στρατός, Ναυτιλόμενοι, Πενθούντες και λοιπά. Κανονισμός 136 του 1999. Εύδομον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Για τα Χριστιανικά Μνημεία. Όχδον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Θείας και Πολιτικής Οικονομίας και Οικολογίας, Κανονισμός 138 του 1999. Ένατον, Ειδική Συνοδική Επιτροπή Λειτουργικής Αναγενήσεως, Κανονισμός 139 του 1999. Ειδική Συνοδική Επιτροπή Πολιτιστικής Ταυτότητος, Κανονισμός 140 του 1999. Ειδική Συνοδική Επιτροπή Μελέτης της Αρχαιολατρίας και της Νέοιδολατρίας. Ειδική Συνοδική Επιτροπή της Εκκλησίας Ελλάδος Περιγυνιακίων Θεωμάτων, Κανονισμός 153 του 2002. Ειδική Συνοδική Επιτροπή Μεταναστών, Προσφύγων και Παλληνοστούντων, Κανονισμός 172 του 2006. Ειδική Συνοδική Επιτροπή Αθλητισμού της Εκκλησίας Ελλάδος, Κανονισμός 168 του 2005. Και 15η Ειδική Συνοδική Επιτροπή Προσκυνηματικών Περιηγήσεων ή Θρησκευτικού Τουρισμού. Οι εκκλησιαδικές διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο προήμειο των κανονισμών, με βάσεις ο οποίες εκδίδονται δηλαδή αυτές οι κανονιστικές πράξεις, είναι οι διατάξεις του καταστρατικού χάρτη που επιτρέπουν στην Ιερά Σύνοδο της Εαρχίας ή στη Διαρκή Ρασύνοδο να εκδίδουν κανονισμούς, δηλαδή κανονιστικές πράξεις για τα θέματα που προβλέπονται στον καταστρατικό χάρτη. Γίνεται επίσης επίκληση όσον αφορά τους κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται από τη Διαρκή Ρασύνοδο, της διατάξειας εκείνης, το άρθρο 9 παράφου 4, που επιτρέπει την έκδοση κανονιστικών πράξεων για θέματα οργάνωσης των υπηρεσιών και ενικά της λειτουργίας της Διαρκούς Ιερά Σύνοδο. Οι εκκλησιαστικοί οργανισμοί και οι κανονισμοί τους. Υπάρχουν τρεις εκκλησιαστικοί οργανισμοί. Πρώτον, η Αποστολική Διακονία αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφο 4 του καταστρατικού χάρτη. Στην Αποστολική Διακονία αναφέρεται και το άρθρο 40 του καταστρατικού χάρτη, δηλαδή νομ 590 του 1977, που στην παράγραφο 1 ορίζει το σκοπό της. Είναι η μέρημνα για τον προγραμματισμό, τη διοργάνωση και την επίλυση του καθόλου ιραποστολικού και μορφοντικού έργου της Εκκλησίας και τελεί υπό την εποπτία και τον έλεγχο της Διαρκούς Ιερά Σύνοδου. Για την Αποστολική Διακονία δεν εκδίδεται κανονιστική πράξη, κανονισμός, αλλά προεδρικό διάταγμα ή στα πρόταση της Διαρκούς Ιερά Συνόδου, που ρυθμίζει τα θέματα των αρμοδιοτήτων, της διοικίσεως και της εγγέννη λειτουργίας Αποστολικής Διακονίας, όπως και των σχέσεών της προς τις συνοδικές επιτροπές και υπηρεσίες. Μέχρι στιγμής δεν έχει ακολουθεί τέτοιο προεδρικό διάταγμα, διότι ισχύει ένα πλέγμα νόμων για την Αποστολική Διακονία προγενέστερων, το νόμο 590 του 1977 για τον καταστρατικό χάρτη. Το Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας Ελλάδος, και αυτό αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σύμφωνα με το άλφα 1 παράγραφο 4 του καταστρατικού χάρτη, και το άλφα 49 του καταστρατικού χάρτη ρυθμίζει τα θέματα του Διορθόξου Κέντρου. Δημοσίου παράγραφο 1 ορίζεται ο σκοπός, είναι η προαγωγή των διορθοδόξων και διαχριστιανικών σχέσεων της Εκκλησίας Ελλάδος και η μέρημνα για την εξωτερική ιεραποστολική δράση της Εκκλησίας Ελλάδος. Κατόπισε Ζερνοήσιος με την εκκλησιαστική αρχή της κανονικής περιοχής, στην οποία πρόκειται να ασκηθεί η εξωτερική ιεραποστολική δράση της Εκκλησίας Ελλάδος. Τελεί υπό την εποπτία και τον έλεγχο της Διαρκούς Ιερασύνοδου. Όσον αφορά το Διορθόδοξο Κέντρο εκδίδεται κανονισμός από την Διαρκή Ιερασύνοδο, ο οποίος εγκρίνεται από την Ιερά Συνόδο της Ιεραρχίας σύμφωνα με την περάγραφο 3 του Άρθου 41 κατηθετικού χάρτη. Και ο κανονισμός αφορά τα θέματα αρμοδιωτήτων, οργανώσεως, διοικίσεως και εν γέννη λειτουργίας του Διορθόδοξου Κέντρου. Έχει εκδοθεί ο κανονισμός 132 του 1999. Τρίτον, το Ίδρυμα Βυζαντινής Μουσικολογίας. Έχει εκδοθεί γι' αυτό ο κανονισμός 17981. Οι υπηρεσίες της Ιερά Συνόδου είναι η Επικοινωνιακή και Μορφωτική Υπηρεσία. Δεύτερον, η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών. Και τρίτον, η Διεύθυνση Δημοσιονομικού Ελέγχου της Εκκλησίας Ελλάδος. Η Επικοινωνιακή και Μορφωτική Υπηρεσία. Για αυτήν έχει εκδοθεί ο κανονισμός 114 του 1909. Περισσυστάσεως και οργανώσεως Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας Ελλάδος. Ο κανονισμός 124 του 1999. Εσωτερικός κανονισμός του κλάδου ραδιοφωνίας Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας Ελλάδος. Όπως τροποποιήθηκε πρώτον από τον κανονισμό 189 του 2009. Περί αντικαταστάσεως του υπαρρυθμών 124 του 1999. Κανονισμό υπό τον τίτλο Εσωτερικός Κανονισμός του Κλάδου Ραδιοφωνίας της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας Ελλάδος. Δεύτερον από τον κανονισμό 177 του 2010. Προποποιήθηκε η συμπλήρωση του υπαρρυθμών 189 του 2009 κανονισμού. Υπό τον τίτλο Εσωτερικός Κανονισμός του Κλάδου Ραδιοφωνίας της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας Ελλάδος. Ο κανονισμός 126 του 1999, Εσωτερικός Κανονισμός του Κλάδου Εκδόσεων Πάσης Φύσεως της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας Ελλάδος. Η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών διέπεται από τον κανονισμό 240 του 2013. Και η Διεύθυνση Δημοσυνομικού Ελέγχου της Εκκλησίας Ελλάδος από τον κανονισμό 210 του 2010. Στην παρούσα διάλεξη θα ασχοληθούμε με δύο θέματα. Με τη διοίκηση και αξιοποίηση πυρουσίας των Μητροπόλεων και με τη διοίκηση και αξιοποίηση πυρουσίας των Ενωριών. Ξεκινάμε με το πρώτο θέμα, διοίκηση και αξιοποίηση πυρουσίας των Μητροπόλεων. Κάθε Μητρόπολη αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του Καθεστατικού Χάρτη, δηλαδή νόμου 590 του 1977. Ο όργανος διαχείρισης της περιουσίας της Μητρόπολης είναι ο Μητροπολίτης, όπως προκύπτει. Από το άρθρο 30 του Καθεστατικού Χάρτη. Από τον κανονισμό 58-1975, περιαρμοδιωτή των Κετρώπου Λειτουργίας των Μητροπολιτικών Συμβουλίων. Και από τους Ιερούς Κανόνες. Το άρθρο 30 ορίζει ότι η διαχείριση των νόμιμων εισφορών των Ιερών Ναών για συντήρηση των Μητροπολιτικών Γραφείων ή άλλες πρόσοδοι της Μητρόπολης, η διαχείριση αυτών των προσόδων διεξάγεται με ευθύνη του οικείου Μητροπολίτη, σύμφωνα με τις κανονιστικές αποφάσεις της Διαρκού Σιερά Συνόδου που δημοσιεύονται στη εφήμερα της κυβερνήσεως. Ο κανονισμός 58 του 1975 στο άρθρο 4 παράγραφος 1 προβλέπει ότι το Μητροπολιτικό Συμβούλιο καταρτίζει τον προϋπολογισμό και τον απολογισμό της Μητρόπολης. Και οι ιεροί κανόνες που προβλέπουν ότι είναι όργανο διαχείρισης περιουσίας της Μητρόπολης και ο Μητροπολίτης είναι οι κανόνες 38 και 41 αποστολική, 26 της 4ης της Κουμενικής Συνόδου, 12 της 7ης της Κουμενικής Συνόδου, 7 και 8 της Τοπικής Συνόδου της Γάνγκρας και 24 της Τοπικής Συνόδου Αντιοχίας. Δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα κανονιστική απόφαση Διαρκού Συνόδου για την οργάνωση, διοίκηση και λειτουργία των Μητροπόλεων ούτε για τη διαχείριση της περιουσίας τους. Επομένως, οι Μητροπολίτες δεν ενδεσμεύονται από καμία κανονιστική απόφαση της Διαρκού Συνόδου για το θέμα αυτό, αφού δεν έχει εκδοθεί τέτοια κανονιστική απόφαση. Με πρόταση του Μητροπολίτη διαρκής ένας σύνοδος εκδίδει κανονισμούς για την ειδική ρύθμιση επιμέρους Μητροπόλεων. Αυτό προβλέπεται στο άρθρο 29, παράγραφος 2, εδάφεια 9-2. Αποτελεί μια νέα τροποποίηση του καταστατικού χάρτη, που έγινε μέσα το 2014. Το πρώτο εδάφιο της παράγραφου 2 αφορά κανονισμούς που αφορούν οργάνωση, διοίκηση και λειτουργία, πελαμβανομένης και της διοικίσεως και διαχείρισεως της περιουσίας τους. Τον Μητροπόλεον γενικά, η οργάνωση λοιπόν δείξει και λειτουργία τον Μητροπόλεον, ρυθμίζεται με αποφάσεις της διαρκούς σειράς σύνοδου που δημοσιεύονται στη Φεβερνή της Κυβερνήσεως. Όσον αφορά ειδικούς κανονισμούς οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας των επιμέρους Μητροπόλεων, αυτή η κανονισμή εκδίδονται από τη διαρκή σειρά σύνοδο ή ύστερα από σχετική πρόοδηση του επιχώριου Μητροπολίτη. Με εισήγηση του Μητροπολίτη, η διαρκή σειρά σύνοδος εκδίδει κανονισμούς για τη διαχείριση και αξιοποίηση της περιουσίας κάθε νομικού προσώπου το άρθρο 1 παράρθρος 4, καταστατικού κάρτης τα οποία επελαμβάνονται και οι Μητροπόλοις. Σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2. Το άρθρο αυτό 46 παράγραφος 2 αποτρίττρων πρόσφατη του 2014 καταστατικού κάρτη και ορίζει ότι ο τρόπος διοίκησης, ελέγχου, διαφυλάξιος και καταγραφής, λογιστικής διαχειρίσεως, αναθέσεως, εκπονίσεως και διενέργειας έργων, μελετών, προμηθειών και υπηρεσιών, εκποίησεως και εκμιστώσεως και γενικά κάθε ζήτημα της διαχειρίσεως και αξιοποίησεως της περιουσίας κάθε νομικού προσώπου του άρθρο 1 παράγραφος 4 του παρόντος καθορίζεται κατόπινης εισηγήσεως του επιχώριου Μητροπολίτη του Παραμόδιου Οργάνωσης Εκκλησίας Ελλάδος προκειμένου και υπερουσία που διηγεί και διαχειρίζεται με κανονισμούς της Διακούς Συνόδου και βάση πνευρών κανόνων δημοσιευμένα από τα συνεφημένα της κυβερνήσεως. Δηλαδή τα θέματα δείξης και διαχείρισης των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων του άρθρου 1 παράγραφος 4 στο εκκλησιαστικό χάρτη, στα οποία επελαμβάνονται και οι Μητροπόλεις αλλά και οι Νορίες και οι Μονές και λοιπά, μπορούν να αριθμίζονται εξατομικευμένα με κανονισμούς της Διακούς Συνόδου ή στα πρόταση του οικείου Μητροπολίτη. Οι κανονισμοί που αφορούν δήκηση, διαχείριση, αξιοποίηση του Συνόδου της εκκλησιαστικής περιουσίας, ψηφίζονται μένα από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, αλλά πρέπει να εγκληθούν από την Ιερά Σύνοδο της Εργαλίας και να δημοσιευτούν σε εφημερίες της κυβερνήσεως. Σύμφωνα με την παράρυφο 3 του άρθρου 16, τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 1 παράρυφος 4 του Καστατικού Χάρτης, τα οποία περιλαμβάνονται και οι Μητροπόλοις, μπορούν να συνειστούν εμπορικές ιαστικές εταιρίες, μονοπρόσωπες ημεί, με αποκλειστικό σκοπό την υποστήριξη του σκεφτικού μονοφοτικού πολιτισμού και φιλανθρωπικού τους έργου. Δηλαδή, όλα τα νομικά πρόσωπα, τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα του άρθρου 1 παράρυφος 4 του Καστατικού Χάρτης, έχουν αυτή τη δυνατότητα να συνειστούν εταιρίες κάθε μορφής, εμπορικές ιαστικές, μονοπρόσωπες ημεί, σαν ιδρυτές και ο σκοπός τους, ο αποκλειστικός, είναι η υποστηρίξη του σκεφτικού μονοφοτικού πολιτισμού και φιλανθρωπικού τους έργου. Αυτή η δραστηριότητα, δηλαδή της ίδρυσης εταιριών, περιλαμβανομένων των εμπορικών κάθε μορφής, συνιστά μία κοσμική δραστηριότητα των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων. Είναι γνωστή διάκριση των δραστηριοτήτων των θρησκευτικών κοινοτήτων σε δραστηριότητες καθεαυτό-θρησκευτικές, σε δραστηριότητες, δηλαδή καθεαυτό-σκευτικές είναι αυτές που αναγνωρίζονται από τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα, σε δραστηριότητες θρησκευτικά-τιελογούμενες που αποβλέπουν συνεκπαίδευση, τη φιλανθρωπία και την ενημέρωση και σε κοσμικές δραστηριότητες. Επιπλέον, η ίδρυση εταιριών αφορά άσκηση κοσμικών δραστηριοτήτων, αλλά ο σκοπός είναι η υποστήριξη του θρησκευτικού, μορφωτικού, πολιτικού και φιλανθρωπικού τους έργου. Σε εταιρίες αυτές δεν επιτρέπεται, ορίζει το εδάφιο 2 της παράγραφο 3, ή με οποιοδήποτε τρόπο συμμετοχή φυσικού προσώπου ή νομικού προσώπου που επιδιώκει κερδοσκοπικό σκοπό. Με πρόταση του Μητροπολίτη και ύστερα από απόφαση διαρκού σειρά Συνόδου, εκποιούνται λόγω προφανούς εκκλησιαστικής ωφελίας προεκκλησιαστικά ακίνητα, στα οποία έχουν αναγερθεί οικοδομές που χρησιμοποιούνται ως γραφία Μητροπόλειων ή Ενοριακών Ναών, κατοικία Μητροπολιτών ή Εθνημερίων, ή τα οποία εξυπηρετούν άμεσα ή έμεσα την εκπλήρωση φιλανθρωπικών ή μορφωτικών σκοπών της Εκκλησίας Ελλάδος ή νομικών προσώπων αυτής, ορίζει το άρθρο 47, παράγραφος 1 του Καστατικού Χάρτη. «Στην κυριότητα του νομικού προσώπου της Μητρόπολης παραμένουν Ναοί διαλυμένοι ή διαλυόμενοι μονών», ορίζει το άρθρο 39, παράγραφος 3 δάφιο 2 Καστατικού Χάρτη. «Ος διαλυμένη μονή θεωρείται απ' την ομολογία όχι εκείνη που απλώς ενημώθηκε, αλλά εκείνη που με νομοθετική πράξη κρίθηκε μη διατηρητέα». Αρίου Πάγου, απόφαση 93 του 1938. Και τώρα μπαίνουμε στο δεύτερο θέμα, διοίκηση και αξιοποίηση υπερουσίας των ενωριών. Η ενωρία αποτελεί και αυτή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του Καστατικού Χάρτη. Η ρύθμιση της διαχείρισης της ενωριακής περιουσίας γίνεται με τον κανονισμό 8 του 1980. Όργανο διαχείρισης της περιουσίας ενωρίας των παρεκκλησίων και των εξοκλησίων που υπάγονται στον ενωριακό ναό είναι το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο. Η πόρη του ενωριακού ναού είναι η εισπράξη από την πόλη συκαιριών. Δεύτερον, οι προοριτικές εισφορές για ιεροπραξίες. Τρίτον, η εισπράξη από δίσκους κουτιά και ράνους. Τέταρτον, οι δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες. Πέμπτον, οι πρόσωποι από κινητή και ακίνητη περιουσία. Και έκτον, το προϊόν από εκποίηση αφιερωμάτων. Ποια είναι οι αρμοδιότητες του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου? Πρώτον, αποφασίζει τον ετήσιο προϋπολογισμό και τον υποβάλλει προς έγκριση στο Μητροπολιτικό Συμβούλιο το αργότερο μέχρι τέλους Νοεμβρίου του προηγούμενου έτους, στο οποίο αφορά το προϋπολογισμός. Το Μητροπολιτικό Συμβούλιο τον εγκρίνει και μπορεί να τον τροποποιήσει με την αναγραφή κονδηλίων, που δεν περιλαμβάνονται σε αυτόν. Κατά της έγκρισης του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, η οποία πραγματοποιείται μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή του προϋπολογισμού, επιτρέπεται προσφυγή προς την διαρκήρα σύνοδο μέσα σε 15 μέρες από την κοινοποίησή του μόνο για λόγους νομιμότητας. Ο Μητροπολίτης ασκέλεχε ο νομιμότητας της διοικίσεως και διαχειρήσεως του Εκκλησιαστικού Ναού. Δεύτερον, το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο αποφασίζει τον απολογισμό και τον υποβάλλει προσέγγιση στο Μητροπολιτικό Συμβούλιο, τωρακότερο μέχρι τέλος Φεβρουαρίου του επομένου έτους, το οποίο αφορά ο προϋπολογισμός. Κατά του απολογισμού μπορεί να υποβάλλει ένσταση στο Μητροπολιτικό Συμβούλιο κάθε νωρίτις, μέσα σε προθεσμί 8 ημερών, από την γνωστοποίησή του που γίνεται με θυροκολλησί του έξω από το Ναό. Κατά καταλογιστικής απόφασης του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, το οποίο πρέπει να εγκρίνει τον απολογισμό μέσα σε 6 μήνες από την υποβολή του, επιτρέπεται προσφυγή στη διαρχή Ιρασύνοδο διά του Μητροπολίτη μέσα σε 1 μήνα από την κοινοποίησή της. Το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο αποφασίζει για την αγορά, πώληση, δωρεά, ανταλλαγή και μίστοση ακινείτων και γενικότερα για την αξιοποίηση της αστικής και αγροτικής ενωριακής περιουσίας. Οι αποφάσεις του αυτές και γενικά όλες οι πράξεις του υποβάλλονται προς έγκριση στο Μητροπολιτικό Συμβούλιο, το οποίο μπορεί να τις εγκρίνει όπως έχουν, να τις τροποποιήσει ή να τις ακυρώσει. Μέσα σε προθεσμία 2 μηνών από την υποβολή της πράξης του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, διαφορετικά η πράξη είναι εκτελεστή, εμπί θεωρείται ότι εγκρήθηκε σιωπηρά, πλην των περιπτώσεων στις οποίες απαιτείται ρητή έγκριση του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Ρητή έγκριση απαιτείται στις περιπτώσεις 1. της δωρεάς ακυνήτου, 2. έγερσης αγωγής, 3. παρέτησης από έδικο μέσων, 4. κατάργησης δίκης, 5. εξόδικο ή δικαστικού συμβασμού, 6. συνομολόγησης δανείου. Η αποδοχή ή αποποίηση δωρεάς υπό όρο, κληρονομιάς ή κληροδοσίας δεν μπορεί να αποφασιστεί από το Ενωριακό Συμβούλιο, αλλά αποκλειστικά από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Κατά κάθε απόφαση του Μητροπολιτικού Συμβουλίου επιτρέπεται προσφυγή προς τη διαρκή ρασύνοδο μόνο για λόγους νοημοτητας από τον έχοντο ένομα συμφέρον. 4. Η εκμίστοση ή εκποίηση και κινητού ή ακυνήτου, η επιβάρινση ακυνήτων του Ενωριακού Ναού γίνεται με πλειοδοτικό διαγωνισμό σ' όρους το οποίο επιφασίζει το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο και εγκρίνει το Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Τα πρακτικά του διαγωνισμού πρέπει να εγκριθούν από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Κατεξέρεση, αν αποτύχει ο διαγωνισμός, μπορεί να γίνει απευθείας εκμίστοση ύστερα από έγκριση του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Η απευθείας εκμίστοση επιτρέπεται και όταν το μίστομα είναι πολύ μικρό. Της εκποίησης ή επιβάρινσης προηγείται εκτίμησης αξίας του πράγματος απ' την αρμόδια οικονομική εφορία και αν αυτή αρνηθεί ή αδυνατεί από τριμελή επιτροπή την οποία ορίζει το Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Για την ολοκλήρωση της σύμβασης εκμίστοσης εκποίησης ή επιβάρινσης απαιτείται και υπογραφή της σχετικής σύμβασης. Υποστηρίζεται ότι η αρμοδιώτερη παρέμβαση στα θέματα διοίκησης του Ενεργικού Συμβουλίου από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο παραβιάζει το άρθρο 21 του Συντάγματος και το άρθρο 6 παράγραφος 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπινων Δικαιωμάτων διότι δημιουργεί υπέρμετρη δέσμευση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου στα θέματα διοίκησης και διαχείρισης εκκλησιαστικής περιουσίας, ενωριακής περιουσίας από ένα άλλο όργανο διοίκησης άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου που είναι η Μητρόπολη. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας. |