Διάλεξη 8: Μετά από την περίοδο όμως, αυτή που αναφέραμε στο προηγούμενο μάθημα, την περίοδο δηλαδή κατά την οποία ο χριστιανισμός αντιπαρατέθηκε με έναν τρόπο απολογητικό, αλλά και στη συνέχεια είπαμε και πολεμικό, με την οποία ο χριστιανισμός αντιπαρατέθηκε με έναν τρόπο απολογητικό, αλλά και στη συνέχεια είπαμε και πολεμικό ακόμη προς την Ιουδαϊκή θρησκεία, προς τον Ιουδαϊσμό, αλλά και προς την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, που ήταν δύο παράγοντες οι οποίοι δίοξαν τον χριστιανισμό έξωθεν, όχι από μέσα. Έχουμε παράλληλα με το φαινόμενο αυτό, με την ανάπτυξη του φαινομένου της αρχαίας απολογητικής για να εμφανίσουν, είπαμε, οι αρχαίοι απολογητές να προασπιστούν ως ιωνί δικηγόροι της εκκλησίας αυτού του άγνωστον θρησκευτικού μορφώματος, το οποίο προκαλούσε με την διδασκαλία του τόσο τους Ιουδαίους όσο και τους εθνικούς, να παρουσιάσουν τη διδασκαλία της εκκλησίας και να απολογηθούν για όλες εκείνες τις κατηγορίες που προσάπτονταν εις βάρος της διδασκαλίας του χριστιανισμού. Έχουμε παράλληλα ένα φαινόμενο το οποίο αναπτύσσεται εσωτερικά στην εκκλησία. Αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται για πρώτη φορά ήδη από την εποχή των Αποστόλων και καταγράφεται και στις πράξεις των Αποστόλων, αλλά και σε διάφορες επιστολές στις οποίες τι γίνεται. Καταπολεμάται, καταπολεμείται το φαινόμενο των αιρέσιων, διαφόρων αιρέσιων. Εκείνο καταρχήν το οποίο θα πρέπει να πούμε είναι ότι ο όρος αίρεσις αρχικά δεν νοηματοδοτούνταν, δεν είχε την σημασία με την οποία σήμερα χρησιμοποιούμε τον όρο αυτό όταν μιλούμε για τις χριστιανικές αιρέσεις. Από το αίρεο με αιρούμε εκλέγω, προτιμώ επομένως και ο όρος αίρεσις εμφανίζεται κυρίως ως προς το σκέλος της εμφανίσεως και της αναπτύξεως διαφόρων φιλοσοφικών συστημάτων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένας όρος ο οποίος αρχικά δεν είναι καθόλου θρησκευτικά χρωματισμένος. Αντίστοιχα, τα πρόσωπα τα οποία προκαλούσαν, δημιουργούσαν αυτές τις νέες διδασκαλίες ήταν πρόσωπα τα οποία λειτουργούσαν στο πλαίσιο αυτών των σχολών που μνημονεύσαμε στο προηγούμενο μάθημα, των φιλοσοφικών ας τις πούμε σχολών. Και οι οποίες όπως σας είπα είχαν καθαρά ένα τέτοιο προσωποκεντρικό χαρακτήρα δηλαδή δημιουργούνταν πέριξ ενός φιλοσόφου μιας προσωπικότητας που διατύπωνε ένα φιλοσοφικό σύστημα ή μια σχετική διδασκαλία και δημιουργούνταν έτσι πέριξ αυτού του προσώπου μια σχολή. Αυτές οι σχολές λοιπόν εξελίχθηκαν μέσα στο χώρο του χριστιανισμού σε κάποιες διαφορετικές αποκλήσεις από την διδασκαλία των εκκλησιαστικών κοινοτήτων και τα πρόσωπα φυσικά τα οποία είχαν συστήσει αυτές τις σχολές και διετύπωναν αυτές τις ερέσεις, τις διαφορετικές δηλαδή προσεγγίσεις στη διδασκαλία του χριστιανισμού ονομάστηκαν ερεσιάρχες. Δηλαδή ηγούντο των ερέσεων αυτών. Έτσι λοιπόν σταδιακά αποδόθηκε στις ερέσεις τον όρο έρεση αυτή η έννοια με την οποία και σήμερα χρησιμοποιούμε τον όρο έρεση, χριστιανική έρεση και ερετική δηλαδή η διδασκαλία εκείνη η οποία αποκλίνει από την ορθή δόξα, από την ορθή διδασκαλία, από την επίσημη διδασκαλία της εκκλησίας τόσο ως προς τις δογματικές της παραμέτρους όσο και ως προς το τη διδασκαλία της για τα θέματα ηθικής φύσεως δηλαδή για τα θέματα της ζωής των χριστιανών. Το κύριο γνώρισμα των ερέσεων για να κατατάξουμε μια τέτοια διδασκαλία μέσα στον χώρο των ερέσεων είναι ότι διατηρούσαν τα βασικά γνωρίσματα της χριστιανικής πίστης. Δηλαδή την αναφορά στον τριαδικό θεό, την αναφορά στο πρόσωπο του Χριστού, στο πνεύμα. Θα δούμε όμως πώς διαφοροποιούνται αυτές όλες οι διδασκαλίες μέσα στον χώρο των ερετικών. Και βέβαια θα δούμε ότι η σημαντικότερη αίρεση η οποία προέκυψε ήδη από αυτή την πρόημη περίοδο και εξελίχθηκε και στους μεταγενέστερους αιώνες εμφανίζεται ως και στο τέλος σχεδόν της ύστερης αρχαιότητας, είναι η αίρεση του γνωστικισμού, για την οποία όπως θα δούμε δεν θα πρέπει να αναφερόμαστε κατακρίβια για μια χριστιανική αίρεση. Θα δούμε ακριβώς τι ήταν ο γνωστικισμός. Ο γνωστικισμός είναι η πιο ίσως σοβαρή από πλευράς διαδώσεως περίπτωση ενός συστήματος, μιας αιρέσεως, που θα δούμε ότι δεν είναι καθαρά θρησκευτική ή χριστιανική η αίρεση αυτή και γνώρισε μεγάλη διάδοση μέσα από διαφορετικά πρόσωπα με διαφοροποιήσεις ως προς την σχετική γνωστική διδασκαλία την οποία διετύπωσαν. Το γεγονός τώρα ότι όπως είπαμε ο χριστιανισμός ξεπίδησε μέσα από τα σπλάχνα του Ιουδαϊκού κόσμου στην Παλαιστίνη, ο ίδιος ο Χριστός, η Απόστολή του, ο Απόστολος Παύλος, ήταν Εβραίοι στην καταγωγή, ήταν Ιουδαίοι ως προς το θρίσκευμα, αυτό και μόνο ερμηνεύει το γεγονός ότι οι πρώτες αιρέσεις οι οποίες εμφανίζονται είναι οι λεγόμενες Ιουδαΐζουσες αιρέσεις, είναι οι Ιουδαΐζοντες Χριστιανοί. Αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία μέσα στην ενότητα των αιρέσεων και όπως ήδη έχουμε, σας έχω αναφέρει, ασχολήθηκαν με το ζήτημα των Ιουδαϊζών, των Χριστιανών, όχι μόνον οι Απόστολοι στις επιστολές τους ή όπως βλέπουμε στις πράξεις των Αποστόλων, το βασικό ζήτημα το οποίο ταλανίζει ακόμη και τους ίδιους τους Αποστόλους. Αν θα πρέπει το κήρυγμα του Χριστιανισμού να παραμείνει μέσα εντός των πλαισίων του Ιουδαϊκού κόσμου ή αν θα πρέπει να υπερκεράσει τα όρια του Ιουδαϊσμού, θα σας θυμίσω την αντιπαράθεση που είχαν ο Απόστολος Παύλος με τον Απόστολο Πέτρο για το θέμα αυτό και την επιμονή του Παύλου ότι θα πρέπει να φύγουν μπροστά και να ξεφύγουν από τα όρια αυτά του Ιουδαϊκού κόσμου. Παρά τα αυτά πολλοί Χριστιανοί, πολλά πρόσωπα τα οποία προέρχονταν από τον Ιουδαϊσμό και είχαν εισέλθει μέσα στην Εκκλησία, προϊόντος του χρόνου μετέφεραν στοιχεία του Ιουδαϊσμού σε ένα κυρίαρχο πλαίσιο μέσα στη διδασκαλία των κοινοτήτων τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να δημιουργηθούν, όπως ήδη σας έχω αναφέρει, διάφορες χριστιανικές κοινότητες Ιουδαϊζών των Χριστιανών. Θα σας θυμίσω όταν μιλήσαμε για τις εκκλησιαστικές διατάξεις, τις περίφημες Αποστολικές Διαταγές, τις Διαταγές των Αποστόλων, που είπαμε ότι είναι ένα κείμενο του τέταρτου αιώνα, του τέλους του τέταρτου αιώνα, που προέρχεται από μια τέτοια κοινότητα Ιουδαϊζών των της Συρίας και από πού το διαπιστώνουμε αυτό, από την κεντρική θέση, η οποία δίδεται στην ισχύ της ημέρας του Σαββάτου, στην κυρίαρχη παρουσία της ημέρας του Σαββάτου, που γνωρίζουμε ότι στον Ιουδαϊσμό ακριβώς η ημέρα, η αφιερωμένη στον Θεό ημέρα είναι η ημέρα του Σαββάτου ακόμη και σήμερα. Στον χώρο τώρα του Ιουδαϊσμού εμφανίζονται διάφορες επίσης, διάφορες παρεκκλήσεις, δηλαδή δεν έχουμε μια ενιαία διδασκαλία των Ιουδαϊζών των Χριστιανών. Η πιο βασική είναι αυτή που βλέπετε εδώ πέρα στην διαφάνεια, η ομάδα των μοναρχιανών Ιουδαϊζών των Χριστιανών, μοναρχιανοί. Τι σημαίνει μοναρχιανοί, σημαίνει ότι υιοθετούσαν και προέβαλαν το στοιχείο της αποληταρχίας του ενός Θεού. Μονοθευστική θρησκεία ο Ιουδαϊσμός, δεν υπάρχει αναφορά σε πρόσωπα μέσα στην θεότητα, στον Ιουδαϊσμό. Εντάξει, ένας είναι ο Θεός, κατά συνέπεια αυτός ο ένας Θεός, ο μόνος Θεός είναι αυτό το στοιχείο το οποίο υπερτονίζεται από αυτούς τους Ιουδαϊζών των Χριστιανών, που ονομάζονται μοναρχιανοί και βέβαια τους συναντούμε μέσα στις πηγές και στα αντιαιρετικά συγγράμματα για τα οποία θα μιλήσουμε και αυτής της περίοδου, της πρώτης αντιαιρετικούς συγγραφής όπως είναι ο Άγιος Ιρηνέος Λιώνος και αργότερα ο υπόλοιτος Ρώμης, αλλά και ο μεγάλος αντιαιρετικός συγγραφέας του 4ου αιώνα που είναι ο Άγιος Επιφάνιος Κυπρού, ο οποίος συγκέντρωσε όλες τις τότε γνωστές ερέσεις μέσα στο Πανάριό του και στον Αγκιρωτό και τις αναιροί μία προς μία, τους αναφέρουν ως τροπικούς μοναρχιανούς ή και με τον όρο Πατροπασχείτες. Η όρη είναι ενδεικτική του περιεχομένου της διδασκαλίας. Τροπικοί μοναρχιανοί με την έννοια ότι ο Θεός είναι ένας, αλλά εκδηλώθηκε μέσα στην ιστορία με διαφορετικούς τρόπους, με διαφορετικές μορφές, γι' αυτό και ονομάστηκαν τροπικοί αυτοί οι μοναρχιανοί. Ή το γεγονός ότι ακριβώς μέσα στο πλαίσιο αυτής της μονοθεϊστικής απολιταρχίας ταύτιζαν το πρόσωπο του Πατέρα με τον Υιό. Και γι' αυτό ακριβώς στον λόγο θεωρούσαν ότι δεν έπαθε ο Υιός, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος το οποίο ενυθρόπησε, αλλά έπαθε ο Πατήρ, ο Ένας. Η μία θεότητα έπαθε. Και γι' αυτό ονομάζονται πατροπασχίτες. Δηλαδή έπαθε ο Πατέρας και τα άλλα πρόσωπα που εμφανίζονταν στη δασκαλία του χριστιανισμού δεν ήταν τίποτε περισσότερα από μορφές, από τρόπους με τους οποίους εμφανιζόταν αυτός ο Ένας θεός ο Πατέρας. Γι' αυτό ακριβώς στον λόγο στους τροπικούς μοναρχιανούς υπάρχει συναντάτετο στοιχείο της αρνίσεως της θεότητας του Υιού. Ο Υιός δεν είναι θεός, αλλά είναι ακριβώς μία ενέργεια, είναι ένας τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο Ένας θεός. Και έχουμε αρκετές τέτοιες περιπτώσεις, οι Ουδαϊζόντων, η πολύ γνωστή περίπτωση του Σίμωνος του Μάγου από την εποχή της Καινής Διαθήκης. Ο νοητός οπραξίας στη Ρώμη είναι ένα φαινόμενο το οποίο κατά κύριο λόγο εμφανίζεται στην εκκλησία της Ρώμης, το φαινόμενο των τροπικών μοναρχιανών και έχει να κάνει με την ανάπτυξη και των διαφόρων φιλοσοφικών σχολών. στη Ρώμη κατά τον δεύτερο και τον τρίτο αιώνα αργότερα. Και μία άλλη έκφραση των Ουδαϊζόντων Χριστιανών έρχεται μέσα από έναν μεγάλο αιρεσιάρχη, ένα από τους πρώτους αιρεσιάρχες του κύκλου των Ουδαϊζόντων που είναι ο Σαβέλιος. Ο Σαβέλιος ζει, δρά στις αρχές του τρίτου αιώνα και διαμορφώνει ένα συγκεκριμένο σύστημα το οποίο ονομάζεται, μας είναι γνωστό, ως Σαβελιανισμός. Εδώ τώρα έχουμε ακριβώς αυτό το στοιχείο του μοναρχιανισμού, η θεία ουσία. Αυτό που ονομάζεται είναι στοιχείο το οποίο το προσλαβάνει ο Σαβέλιος από την Αριστοτελική Φιλοσοφία, όπου γίνεται ο λόγος για τον Θεό ως την πρώτη ουσία. Γι' αυτό είπαμε ότι επιδρούν παρότι είναι μορφές του Ιουδαϊσμού, της επιβίωσης του Ιουδαϊσμού μέσα στον Χριστιανισμό, οι Ιουδαϊζόντες Χριστιανοί, ωστόσο προσλαβάνουν πάρα πολλά στοιχεία όπως και γενικότερα ιερέσεις από τον εθνικό κόσμο και κυρίως από την Ελληνική Φιλοσοφία. Έτσι λοιπόν κάνει αναφορά στη διδασκαλία του για την θεία ουσία, προς την πρώτη ουσία όπως είπαμε, στην οποία αναφέρεται ο Αριστοτέλης και τα πρόσωπα, δεν είναι πρόσωπα, αλλά μιλάει για προσωπία ή τρόπους της θείας ουσίας, η οποία αποκαλύφθηκε με τρία διαφορετικά προσωπία ή με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Ο Σαβέλιος, ο Σαβελιανισμός, υπήρξε ένα από τα πιο ισχυρά συστήματα τα οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει η εκκλησία μέσα από τους αντιαιρετικούς θεολόγους της. Μια άλλη ομάδα Ιουδαϊζόντων είναι αυτή οι οποίοι ονομάζονται Ιοθετιστές. Επίσης ο όρος δηλώνει το περιεχόμενο της διδασκαλίας αυτών των Ιουδαϊζόντων Χριστιανών ο Ιησούς. Δεν υπήρξε Θεός υποστατικά, Υιός και Λόγος του Θεού υποστατικά, αλλά Θεός δια Ιοθεσίας, σύμφωνα με τη διδασκαλία τους. Έλαβε την Ιοθεσία, έλαβε το χρίσμα της Ιοθεσίας, αυτό το οποίο το συναντούμε μέσα στην διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, η διδασκαλία του για την Ιοθεσία, για όλους τους Χριστιανούς, όλα τα μέλη της εκκλησίας, ότι είμαστε κλητή δια Ιοθεσίας. Αποδίδεται λοιπόν αυτό το στοιχείο στον Ιησού, επομένως έχουμε και εδώ άρνηση της θεότητας του Υιού, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος. Και σε αυτό το πνεύμα κινούνται και άλλοι ερετικοί με σημαντικότερο στη διάρκεια του 3ου αιώνα, στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα, τον Παύλο τον Σαμοσατέα. Από τα Σαμώσατα της Μικράς Ασίας, ένας πολύ σημαντικός ερετικός, ο Παύλος ο Σαμοσατέας. Βλέπετε ότι η διδασκαλία του αφορά σε δυνάμεις απρόσωπες. Δεν υπάρχει το πρόσωπο για το οποίο γίνεται τόσος λόγος μέσα στην τριαδολογική διδασκαλία και αργότερα και στη Χριστολογία και στην Πνευματολογία, τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Είναι απρόσωπες αυτές οι δυνάμεις και ο λόγος και το πνεύμα. Ο λόγος, είπαμε, είναι ένας όρος τον οποίο επίσης τον προσλαμβάνουν οι ερετικοί αυτής της περιόδου από τον πλατωνισμό και από την στοϊκή φιλοσοφία. Και στην περίπτωση της διδασκαλίας του Παύλου Τουσαμποσατέα, αυτό το οποίο για πρώτη φορά διατυπώνεται είναι ότι ταυτίστηκε ο λόγος ως μία θεία δύναμη. Είπαμε ότι αυτό το οποίο ιδιαίτερα τονίζεται από τους απολογητές είναι ότι ο λόγος και όπως σας ανέφερα, σας ανέπτυξα την περίπτωση του Αγίου Ιουστίνου που κάνει αναφορά ιδιαίτερη στο ζήτημα του λόγου, της χρήσεως του όρου λόγος που συναντούμε ήδη στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο. Εν αρχή είναι ο λόγος. Αυτός ο λόγος, είπαμε, ότι δεν είναι μία δύναμη, όπως εδώ επανέρχεται, ως μία θεία δύναμη στη διδασκαλία του Παύλου του Σαμοσατέα, αλλά είναι πρόσωπο στη διδασκαλία του χριστιανισμού. Εδώ, λοιπόν, επανέρχεται ως μία θεία δύναμη, όχι ως ένα πρόσωπο, η οποία έρχεται και επενεργεί σε ένα ανθρώπινο πρόσωπο, στον Χριστό. Ο Χριστός, ο οποίος είναι ένας απλός άνθρωπος, προσλαμβάνει αυτήν τη θεία δύναμη. Δεν έχουμε, δηλαδή, ένωση στο πρόσωπο του Χριστού, ένωση της θείας με την ανθρώπινη φύση. Το αξιοσημείωτο στην περίπτωση αυτής της διδασκαλίας του Παύλου του Σαμοσατέα είναι ότι έχουμε για πρώτη φορά συνοδική καταδίκη. Για πρώτη φορά που συναντούμε μία σύνοδο, μετά βέβαια από την αποστολική σύνοδο που καταγράφεται στις πράξεις των Αποστόλων. Έχουμε συνοδική καταδίκη και, μάλιστα, έχουμε αλεπάλληλες συνοδούς που προκλήθηκαν, προσέξτε, έχουμε δύο συνοδούς που συνήθαν στην Αντιόχεια από τον επίσκοπο της Κεσαρίας, τον Φιρμιλίνο. Το σημαντικό είναι ότι οι σύνοδοι αυτές προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας ενός Ρωμαίου αυτοκράτορα ο οποίος δεν είχε ασπαστεί τον χριστιανισμό και με την παρέμβαση του, κατά κάποιο τρόπο, του αυτοκράτορα Αυρυλιανού. Το 272 έχουμε την σύγκληση της πρώτης συνοδού και λίγο αργότερα της δεύτερης συνοδού και αποφασίζεται από τον Αυρυλιανό, με ένα επίσημο διάταγμα του αυτοκράτορα, να εφαρμοστούν οι αποφάσεις οι οποίες ελείφθησαν τις δύο αυτές συνοδούς οι καταδικαστικές αποφάσεις εις βάρος του Παύλου του Σαμοσατέα. Μία άλλη σημαντική αίρεση, εξαιρετικά σημαντική, είναι ο μοντανισμός. Πολλές φορές θα γίνει αναφορά σε διάφορα μαθήματα και στην ιστορία των δογμάτων αλλά και σε άλλα μαθήματα, η αναφορά σε αυτήν την αίρεση. Έχει ένα βασικό γνώρισμα η αίρεση αυτή. Η σαγάγη πάλι είναι μια μορφή χριστιανικού προφητισμού. Η σαγάγη πολύ ισχυρά το προφητικό στοιχείο, το προφητικό και το αποκαλυπτικό στοιχείο μέσα στις εκκλησιαστικές κοινότητες. Ο μοντανός, εξού και ονομάστηκε ο ιδρυτής αυτής της Ερέσος, εξού και ονομάστηκε μοντανισμός η αίρεση αυτή, ζει στα μέσα του δεύτερου αιώνα, προσδιορίζεται γύρω στο 156 μετά Χριστόν η παρουσία του, στη Φρηγία, στην περιοχή της Φρηγίας, στην απαρχία της Φρηγίας, είναι στις εσωτερικές απαρχίες της Μικράς Ασίας και μέσα από τη δασκαλία του εισάγεται ακριβώς αυτό το έντονο προφητικό και αποκαλυπτικό στοιχείο με ιδιαίτερα έντονες της αισχατολογικές αποχρώσεις. Δηλαδή, οι οπαδοί του μοντανού ήταν αυτοί οι οποίοι ανέμεναν, προσδοκούσαν τη συντέλεια του κόσμου την περίοδο αυτή. Προσδοκούσαν τα αίσχατα, ότι θα έρθει η συντέλεια του κόσμου. Ο μοντανός είναι σημαντικό να πούμε ότι ήταν πρώην ιερέας της Κιβέλης, στην Φρηγεία, είναι ένας χώρος της Φρηγείας, στον οποίο ιδιαίτερα άνθουσε η λατρεία της Κιβέλης. Και εμφανίζεται ο ίδιος ως φορέας της Θείας Αποκάλυψης. Σύμφωνα με τις πηγές που μας έχουν σωθεί για το πρόσωπό του, για τη διδασκαλία του, υποστήριζε, χρησιμοποιούσε αυτήν τη χαρακτηριστική φράση «Εγώ ή μη ο Πατήρ και ο Υιός και ο Παράκλητος». Όχι ταυτιζόμενος υποστατικά με τον Τριαδικό Θεό, ότι ο ίδιος ήταν μια προσωποποίηση του Θεού, αλλά ότι ο ίδιος λειτουργούσε ως όργανο, ως φορέας της Θείας Αποκάλυψης. Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο είναι ότι στη διδασκαλία του Μοντανισμού εμφανίζεται ιδιαίτερα μια αυστηρότητα ως προς τα ήθη. Γνωρίζουμε ότι ακριβώς το αντίθετο συνέβαινε στη λατρεία της Κιβέλης. Έχουμε και μια κατανάκλαση διδασκαλία, καταντίδραση προς τη λατρεία της Κιβέλης στην περιοχή της Φρηγίας, αυστηρότητα στον βίο των Χριστιανών και βλέπουμε ακριβώς ότι αναπτύσσεται στον χώρο αυτό στις εσωτερικές επαρχίες της Μικράς Ασίας και της Συρίας εμφανίζεται ιδιαίτερα το στοιχείο αυτό των εγκρατητικών τάσεων. Οι εγκρατήτες που είπαμε ότι ένας εξ' αυτόν υπήρξε και ο Σύριος αυτός, ο Σύρος στην καταγωγή απολογητής της Αρχαίας Εκκλησίας, ο Τατιανός που είπαμε ότι ήταν ένας από τους ηγέτες των εγκρατητών. Είναι στοιχεία τα οποία εμφανίζονται και στην Ανατολή και στη Δύση, παρόμοια στοιχεία εμφανίζονται και σε εγκρατήτες της Δύσεως και σύμφωνα με τη δασκελέα του Μοντανού έχουμε ακριβώς την περίπτωση των τριών θανάσιμων θα μπορούσαμε να πούμε αμαρτυμάτων. Τρία βαρέα αμαρτήματα τα οποία είναι ασυγχώρητα και τα οποία είναι η αποστασία, η άρνηση δηλαδή της πίστης, η μυχία και ο φόνος. Αυτά είναι τα τρία βασικά αμαρτήματα τα οποία πρέσβευε ο Μοντανός και ο Μοντανισμός ότι είναι τα πλέον βαρέα αμαρτήματα και γι' αυτό ακριβώς στον λόγο έχουμε μια επέκταση, ιδίως ως προς το ζήτημα της μυχίας, έχουμε μια επέκταση της δασκαλίας του Μοντανισμού ακόμη και στο σημείο να απαγορεύεται ο γάμος. Έχουμε την αναφορά σε μαθήτριες του Μοντανού, οι περισσότερες από αυτές τα ονόματά τους που μας έχουν σωθεί, οι Πρίσκυλα και άλλες, έχουν όλες λατινικά ονόματα και ίσως υποφός και ακριβώς την σχέση που είχε ο Μοντανισμός ακριβώς με τους εγκρατητικούς κύκλους της Δύσεως, δεν είχε παντρευτεί καμία, απέριπταν τον γάμο. Και εκτός από την απαγόρευση του γάμου έχουμε και ένα άλλο στοιχείο μέσα στο πλαίσιο αυτού του ενθουσιαστικού κλίματος που δημιουργούσε αυτός ο χριστιανικός προφητισμός του Μοντανισμού, που είναι η επιδίωξη του μαρτυρίου. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο και βλέπουμε πάρα πολλές περιπτώσεις μαρτύρων να προέρχονται από τους κύκλους των εκκλησιών οπαδών του Μοντανού. Και αυτό είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα το οποίο απασχόλησε τους συγγραφείς του δευτέρου αιώνος και του τρίτου αιώνος και επίσημα έχουμε και συνοδικά κείμενα συνοδικές αποφάσεις στον 4ο αιώνα αργότερα που μιλούν ότι δεν θα πρέπει οι χριστιανοί των εκκλησιαστικών κοινοτήτων να προσφεύγουν και να καταφεύγουν στους τάφους των μαρτύρων που ήταν οπαδοί του Μοντανού ή και άλλων ενθουσιαστικών αιρέσεων διότι το μαρτύριό τους χαρακτηρίζεται διότι το μαρτύριό τους υπήρξε κενό δεν ήταν κενό με έψιλον δεν υφίσταται στην ουσία μαρτύριο διότι δεν γνώριζαν και δεν αναγνώριζαν τη θεότητα του Χριστού. Έτσι λοιπόν υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα το οποίο αναφύγεται και ως προς το ζήτημα της μεγάλης εξάπλωσης της φυγής της επιδίωξης του μαρτυρίου από τους κύκλους των Μοντανιστών. Και τώρα πάμε στην πιο ευρύτατα διαδεδομένη αίρεση στον αρχαίο κόσμο η οποία όπως είπαμε παρέμεινε για πολλούς αιώνες όχι την πλέον επικίνδυνη αλλά την ευρύτερα διαδεδομένη που είναι η αίρεση του γνωστικισμού. Η αίρεση του γνωστικισμού έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Καταχρηστικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρησιμοποιούμε τον όρο αίρεση για τον γνωστικισμό δεδομένου ότι αναγνωρίζονται μέσα στο σύστημα αυτό στη διδασκαλία του γνωστικισμού αναγνωρίζονται στοιχεία και φιλοσοφικά και θρησκευτικά γενικότερα όχι χριστιανικά κατά ανάγκη και θρησκευτικά γενικότερα. Για αυτό ακριβώς τον λόγο λέμε ότι για την ακρίβεια πρόκειται για μια παραφιλοσοφική και παραθρησκευτική κίνηση. Δεν είναι κατουσιαν μια χριστιανική αίρεση παρά το γεγονός ότι εμφανίστηκε και εξαπλώθηκε μέσα στους κύκλους των χριστιανικών κοινοτήτων. Έχουμε σήμερα πάρα πολλά κείμενα που μας έχουν διασωθεί από κύκλους γνωστικών αιρετικών. Οι ανακαλύψεις που έγιναν κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ου αιώνα στα σπήλαια της νεκράς θαλάσσης στον Κουμράν ή στον Αγγ Χαμαντί στην Άνο Αίγυπτο κτλ έχουν φέρει στο φως τέτοια πρόημα κείμενα που ανήκουν σε ομάδες γνωστικών και που ακριβώς δείχνουν την βαθύτατη επίδραση που είχε στην διδασκαλία αυτών των αιρετικών. Ιδιαίτερα η φιλοσοφία και μάλιστα η πλατωνική φιλοσοφία είναι αξιοσημείωτο και θα πρέπει να το πούμε επειδή οι γνωστικοί εμφανίζονται στον χώρο της Μεσοποταμίας και κυρίως της Αιγύπτου δηλαδή ένα χώρο όπου αργότερα εμφανίζεται πολλούς αιώνες αργότερα το Ισλάμ ότι το Ισλάμ έχει προσλάβει συνήθως σήμερα λέμε ότι το Ισλάμ προσέλαβε στοιχεία από τον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό από Ιουδαίους και Χριστιανούς με τους οποίους είχε έλθει σε επαθή ο Μωάμεθ και έτσι μεταφέρθηκαν διάφορα στοιχεία από την Ιουδαϊκή θρησκεία και από τον Χριστιανισμό παρεφθαρμένα μέσα στη διδασκαλία του Κοράνιου. Ωστόσο εάν δούμε ακριβέστερα διάφορα επιμέρους ζητήματα θα διαπιστώσουμε ότι τη σημαντικότερη επίδραση στο Κοράνιο στην διδασκαλία του Ισλάμ την επέφεραν οι ομάδες διαφόρων γνωστικών. Υπάρχουν δηλαδή έντονα στοιχεία του γνωστικισμού τα οποία έχουν ισρεύσει και έχουν κυρίαρχη θέση μέσα στη διδασκαλία του Ισλάμ. Γιατί γνωστικισμός, γιατί κυρίαρχος στοιχείο αυτής της Ερένσιος είναι η γνώση. Η γνώση όμως προσέξτε υπάρχει η θεία γνώση, υπάρχει η κοσμική γνώση, υπάρχει η θεία γνώση, η γνώση του Θεού στην οποία οδηγείται ο άνθρωπος σύμφωνα με τη διδασκαλία της εκκλησίας δια της μετοχής στις θείες ενέργειες και της εμπειρίας των χριστιανών αλλά εδώ η γνώση ως ερμηνεία για τα διάφορα ζητήματα περί Θεού, περί κόσμου και περί ζωής την οποίαν όμως γνώση, η οποίαν δυνατότητα αυτής της ερμηνείας δίνεται, παρέχεται μόνον σε αυτά τα πρόσωπα τα οποία έχουν πετύχει, επιτύχει μία ανώτατη να φτάσουν σε ένα ανώτατο ύψος πνευματικών εμπειριών και διακρίνει αυτούς οι οποίοι κατέχουν τη γνώση, τους γνωστικούς από τους υπολοίπους ανθρώπους έχουμε λοιπόν εδώ την χρήση της νόησης, των αισθήσεων, της έκστασης και της διέστησης είναι τα τέσσερα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στη διδασκαλία του γνωστικισμού διαμορφώνεται στην ελληνιστική περίοδο δηλαδή πάρα πολύ πρόημα και όπως είπαμε έχει συγκριτιστική προέλευση επειδή εμφανίζονται αναμεμιγμένα διάφορα στοιχεία φιλοσοφικά και θρησκευτικά επαναλαμβάνω όχι μόνο από τον χριστιανισμό, ούτε μόνο από τον Ιουδαϊσμό αλλά και από άλλες ανατολικές θρησκείες από τον χώρο δηλαδή στον οποίο αναπτύχθηκε ο γνωστικισμός αλλά κυρίως είπαμε το θεμέλιο του γνωστικισμού είναι το πλατωνικό σύστημα ιδεών είναι η πλατωνική διδασκαλία περί των ιδεών και ασφαλώς υπάρχει σύνδεση και με άλλες αντιλήψεις τις ορφικές αντιλήψεις περί Θεού για τον υλικό κόσμο κτλ τα προσπερνούμε αυτά για να δούμε τα πιο σημαντικά εδώ τα τρία στρώματα δημιουργίας του γνωστικισμού το πλατωνικό σύστημα ιδεών όπως είπαμε η γνώση των ιδεών το πρώτο επίπεδο το δεύτερο το πρώτο στρώμα το δεύτερο στρώμα οι διάφορες ανατολικές θρησκευτικές δοξασίες ιδιαίτερα με αποκαλυπτικό περιεχόμενο όπως είναι τα ονομαζόμενα ερμητικά κείμενα τα ερμητικά κείμενα είναι μια ομάδα κειμένων που φέρονται στον αρχαίο ιδεολατρικό κόσμο ότι προήθαν από τον Θεό Ερμή τον αντίστοιχο Αιγυπτιακό Θεό Θοθ που είναι μία ακριβώς μεταφορά η αντιστοίχηση του Ερμή που είπαμε που ξέρουμε που γνωρίζουμε από την αρχαία ελληνική θρησκεία ότι είναι αυτός ο οποίος μεταφέρει τη διδασκαλία των θεών στους ανθρώπους και τα λοιπά και ένα ιουδαϊκό στρώμα πάρα πολύ σημαντικό με τον Φίλωνα τον Ιουδαίο μια σπουδαία μορφή πάρα πολύ σημαντική μορφή ο Φίλωνο Ιουδαίος θα πούμε κάποια πράγματα για τον Φίλωνα σε κάποια από τα επόμενά μας μαθήματα και με τους Εσέους που είναι οι κοινότητες αυτές των γνωστικών χριστιανών οι οποίοι αναφέρονται ακριβώς στην απόκρυψη των μυστηρίων της γνώσεως είπαμε ότι αποκαλύπτονται μόνο στους γνωστικούς μόνο στα πρόσωπα αυτά τα οποία έχουν επιτύχει την ανώτατη έλευση σε ένα ανώτατο πνευματικό και βιωματικό επίπεδο η αναφορά στη Θεία Μονάδα που είναι ένα στοιχείο το οποίο εμφανίζεται και στον πλατωνισμό και σε διάφορες θρησκείες τον Ιουδαισμό και τα λοιπά η εγκόσμια διαρχία ο κόσμος κείται μεταξύ καλού και κακού και προστίθεται μέσα σε αυτή τη διδασκαλία το πρόσωπο του Χριστού με ένα τελείως όμως διαφορετικό πρόσωπο εδώ τώρα θα δούμε πολύ σύντομα γιατί δεν έχουμε πολύ χρόνο τις διάφορες ομάδες των γνωστικών οι αντινομιστές μια πολύ σημαντική ομάδα γνωστικοί οι οποίοι απέριπταν τον νόμο γι' αυτό και ονομάζονται αντινομιστές απέριπταν το Μοσαϊκό νόμο μιλούν για δύο θεότητες τον άγνωστο θεό στον οποίον αναφέρεται ο Παύλος στην Αθήνα που είναι η ύψη στη θεότητα και υπάρχει και ο δημιουργός η Ιουδαϊκή θεότητα που είναι ένας κακός θεός ο δημιουργός είναι ένας κακός θεός επιφέρει με τη δημιουργία το κακό μέσα στον κόσμο ο άνθρωπος Ιησούς δέχεται τον Χριστό κατά τη στιγμή του βαπτίσματος του και κηρύττει τον άγνωστο θεό δηλαδή την ύψη στη θεότητα τον καλό θεό εντάξει αυτή είναι η διδασκαλία των αντινομιστών γενικότερα βλέπουμε εδώ πέρα ότι στον κύκλο των αντινομιστών έχουμε τους Νικολαϊτες και τους Καρποκρατιανούς τι είναι οι Νικολαϊτες γίνεται αναφορά και από τον Απόστολο Παύλο για τους Νικολαϊτες στην προσεφεσίους επιστολή τι ήταν οι Νικολαϊτες ήταν ακριβώς μια έκφραση της τάσεως που υπάρχει είτε με τη μορφή των εγκρατητών μέσα στον χώρο του γνωστικισμού είτε αυτήν την τάση των Νικολαϊτών να καταπολεμηθεί η σάρκα ως ο φορέας το σήμα αυτό το οποίο είναι μια διδασκαλία που τη συναντούμε στον πλατωνισμό ότι το σώμα είναι σήμα της ψυχής του ανθρώπου δηλαδή είναι ο τάφος της ψυχής του ανθρώπου το κακό λοιπόν σώμα πρέπει να καταπολεμηθεί με δύο τρόπους είτε με την παντελίστέρηση και αυτό είναι η έκφραση του εγκρατητισμού την υπερβολική νηστεία η οποία εξαδλεί το κακό σώμα δεν τροφοδοτεί την ύπαρξη του κακού σώματος είτε και με τον αντίστροφο με τον αντίθετο τρόπο δηλαδή με την κατάχρηση των γενετισίων παθών με την κατάχρηση του σώματος ακριβώς ως κάτι το οποίο βρίσκεται μακριά είναι αποστασιοποιημένο από την αθάνατη ψυχή και πρέπει να καταπολεμηθεί. Ως φορέας ακριβώς της προϊόν του δημιουργού Θεού, του Θεού που επιφέρει το κακό στον κόσμο. Οι οφείτες ονομάζονταν έτσι γιατί έδιναν προσέδιδαν στις λατρευτικές ουσυνάξεις ιδιαίτερη θέση στον όφι με τους συμβολισμούς της παλαιάς διαδίκησης. Στη διδασκαλία τους υπερρυψώνεται ο όφης του προπατορικού αμαρτήματος, ο οποίος έσωσε με τις υποδείξεις του τους πρωτόπλαστους από το σκότος της δημιουργίας. Βλέπετε μια τελείως αντίστροφη εικόνα ως προς την διδασκαλία και της παλαιάς διαδίκησης αλλά και της καινής διαδίκησης. Ο Ουαλεντίνος, επίσης αρχηγός μιας από τις σημαντικότερες ομάδες γνωστικών των Ουαλεντινιανών, από τις πιο σημαντικές ομάδες που καταπολέμησαν την παύλια θεολογία οι Ουαλεντινιανοί, όπως και ο Βασιλίδης και αργότερα ο Βαρδισάνης, θα σταθώ περισσότερο στον Μαρκίωνα που είναι μια πολύ χαρακτηριστική περίπτωση, ένας ελληνικής καταγωγής εύπορος των μέσων του δευτέρου αιώνων, δευτέρου αιώνος χριστιανός, ο οποίος ιδιαίτερα υπερτόνησε στη διδασκαλία του την αντίθεση μεταξύ της παλαιάς διαδίκησης του νόμου και της καινής διαδίκησης της Χάριτος. Μάλιστα στον Μαρκίωνα οφείλουμε την πρώτη δημιουργία ενός κατά τη δική του διδασκαλία κανόνα των γνησιών κειμένων της Αγίας Γραφής, που απορρίπτει πάρα πολλά από τα γνήσια κείμενα του κανόνα της Κενής Διαθήκης. Και σύμφωνα με την διδασκαλία του εμφανίζονται και εδώ βλέπετε αυτός ο διαλισμός, η διαρχία, δύο αντίρροπες ηθικές δυνάμεις, η δικαιοσύνη από τη μία πλευρά και η αγάπη από την άλλη. Και δύο λόγια για την αίρεση του μανιχαϊσμού, γνωστικισμός η προηγούμενη αίρεση, μανιχαϊσμός η αίρεση αυτή, η οποία υπήρξε κατά κυριολεξία η πλέον επικίνδυνη αίρεση. Δηλαδή ο μανιχαϊσμός είναι μία αίρεση η οποία βλέπουμε να μετασχηματίζεται, να μεταμορφώνεται και να επιβιώνει για πάρα πολλούς αιώνες μέσα στην εκκλησιαστική ιστορία. Ήδη πρώτο εμφανίζεται, οφείλει την αθετηρία του σε έναν Πέρσι θεολόγο, τον Μάνεντα, ο Μάνης, εξού και μανιχαϊσμός το σύστημα αυτό, διαρχικό σύστημα. Όπως συναντούμε δηλαδή την διαρχία με, θα δείτε στο βιβλίο σας υπάρχει μια, ένα ολόκληρο πλέγμα σχέσεων με τους αιώνες, τον Χριστό ο οποίος έρχεται με τη μορφή ενός αιώνα και τα λοιπά στο γνωστικισμό, κυρίως όμως με το στοιχείο της διαρχίας, του διαλυσμού αυτού, το συναντούμε και εδώ με τη διαρχία του μανιχαϊσμού, η αρχή του φωτός και η αρχή του σκότους, του καλού και του κακού, ο Θεός στον οποίο αντιπαρατήθεται η ύλη, ο υλικός κόσμος και τα λοιπά και βλέπετε και εδώ, κατάταξη σε αιώνες στον μανιχαϊσμό, που οι αιώνες δεν έχουν την έννοια την οποίαν προσδίδουμε εμείς ως μια χρονική περίοδο στον μανιχαϊσμό, αλλά συνιστούν κατώτερες θεότητες. Και η δημιουργία του κόσμου προσδιορίζεται στον δεύτερο αιώνα, προϋπάρχουν βέβαια και άλλοι αιώνες, ενώ η έλευση του Χριστού στον τρίτο αιώνα. Βλέπετε ότι υπάρχει μια ανασύνθεση. Τώρα αυτό το οποίο είπαμε μέχρι τώρα για τις διάφορες, πολύ συνοπτικά, γιατί δεν έχουμε χρόνο, για τις διάφορες ερετικές ομάδες, είναι η γενική εικόνα που ήθελα να έχετε για τις ερέσεις, τις σημαντικότερες ερέσεις που εμφανίστηκαν στη διάρκεια των πρώτων αιώνων, ως τον τέταρτο αιώνα που θα μιλήσουμε για την αντιμετώπιση των ερέσεων στο επόμενό μας μάθημα, των ερέσεων του τετάρτου αιώνα, που έχουμε επίσημα πλέον διαμορφωμένα συστήματα τριαδολογικών ερέσεων. Εκείνο όμως το οποίο θέλω ιδιαίτερα να συγκρατήσετε είναι ο τρόπος με τον οποίο η Εκκλησία αντέδρασε στις ερέσεις, αντιμετώπισε τις ερέσεις και συνοψίζονται σε πέντε βασικά σημεία οι ενέργειες με τις οποίες η Εκκλησία αντέδρασε και καταπολέμησε τους ερετικούς, τις ερετικές ομάδες. Το πρώτο στοιχείο, η πρώτη κίνηση είναι η σταθεροποίηση του κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης, της διδασκαλίας δηλαδή των Αποστόλων, όπως μας είναι γνωστή σήμερα. Ο κύκλος όλων αυτών, όλων αυτών των βιβλίων που αποτελούν το ενιαίο σώμα της Καινής Διαθήκης. Σας είπα ότι ήδη μια τέτοια πρώτη κίνηση είχε γίνει στα μέσα, στις πρώτες δεκαετίες του δεύτερου μισού του δεύτερου αιώνου, από τον Μαρκίωνα. Έτσι λοιπόν δεν είναι τυχαίο ότι εμφανίζεται πολύ πρώημα με ένα κείμενο το οποίο μας έχει σωθεί και ονομάζεται κατάλογος του Μουρατόρη, από τον επιστήμονα ο οποίος το μελέτησε το κείμενο αυτό, το εντόπισε και το μελέτησε και χρονολογείται στο 180 με 200 μετά Χριστόν, δηλαδή στο τέλος του δεύτερου αιώνα. Είναι ο πρώτος κατάλογος ενός κανώνα με τη μορφή του κανώνα των βιβλίων της Αγίας Γραφής. Σταθεροποιείται λοιπόν ο κανώνας. Προκύπτει η ανάγκη να αποκρυσταλωθούν ποια κείμενα είναι τα γνήσια κείμενα που έγραψαν οι Απόστολοι και οι μαθητές τους και αυτά να συμπεριληφθούν μέσα στον κύκλο των κειμένων της Καινής Διαθήκης. Το δεύτερο μέτρο το οποίο έλαβε ήταν να καταρτήσει επισκοπικούς καταλόγους. Γιατί αυτό? Λόγω ότι οι ερετικοί ακριβώς εστίαζαν την προσοχή τους στην προέλευση τους από εκκλησιαστικές κοινότητες, από ομάδες που διασφάλιζαν και συνέδεαν την παρουσία τους με την διδασκαλία κάποιων Αποστόλων. Δηλαδή προσπαθούσαν να επικυρώσουν τη διδασκαλία τους τονίζοντας ότι προέρχονται από εκκλησιαστικές κοινότητες που είχαν ιδρυθεί από Αποστόλους ή από τον στενό κύκλο των 12 Αποστόλων, είτε από τον ευρύτερο κύκλο των 70 μαθητών είτε και των μαθητών των Αποστόλων. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο κατήρτισε η Εκκλησία Επισκοπικούς Καταλόγους τα γνωστά δίπτυχα. Σήμερα ο όρος είναι κατά κάποιο τρόπο διαφορετικός, διαφοροποιημένος, έχουμε όμως πολύ πρόημα αναφορές για την ύπαρξη διπτύχων. Και τα δίπτυχα ήταν ακριβώς η κατάλογη εκείνη, τους οποίους στηρούσε η κάθε Εκκλησία με τα ονόματα των επισκόπων της. Μάλιστα ο εξοβελισμός του ονόματος ενός επισκόπου από τα δίπτυχα, επερχόταν μόνο στην περίπτωση που ο επίσκοπος αυτός παρέκλινε της ορθής διδασκαλίας της πίστης. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση, θα σας αναφέρω, είναι η περίπτωση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ακριβώς βλέπουμε εκεί ότι υπάρχει μια φιλονικία για την παραμονή του ονόματος του στα δίπτυχα των εκκλησιών, ή για τον εξοβελισμό του ονόματος του. Και συμμετέχει σε αυτή τη φιλονικία και ο Κύριος Αλεξανδρίας, που υπήρξε ένας από τους πολεμίους του προσώπου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, πατέρας της εκκλησίας και ο Χρυσόστομος, πατέρας της εκκλησίας και ο Κύριος Αλεξανδρίας. Είναι μια πάρα πολύ χαρακτηριστική περίπτωση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούσαν τα δίπτυχα. Και βέβαια τα δίπτυχα ήταν κείμενα τα οποία αναγινώσκονταν επ' εκκλησίας. Και σήμερα βέβαια έχουν πολλά από τα δίπτυχα, με τη μορφή των επισκοπικών καταλόγων, έχουν εσωματωθεί στο λεγόμενο Συνοδικό της Ορθοδοξίας, ή στα τοπικά συνοδικά των διαφόρων εκκλησιών. Υπήρχε, ας πούμε, και στη Θεσσαλονίκη, γνωρίζουμε από τις πηγές, ότι υπήρχε και μας έχει διασωθεί τμήμα ενός τέτοιου επισκοπικού καταλόγου που ονομάζεται Συνοδικό της Θεσσαλονίκης. Επικοιρονόταν λοιπόν με τους επισκοπικούς καταλόγους ακριβώς αυτή η συνέχεια, το στοιχείο της αποστολικής διαδοχής, της προέλευσης δηλαδή των επισκόπων, των ηγετών, των ποιμένων, των εκκλησιαστικών κοινοτήτων από την αποστολική βάση. Η αφετηρία τους δηλαδή ήταν οι ίδιοι οι Απόστολοι αυτοί που τους έδωσαν το χρήσμα και τη διαδοχή της πίστεως. Το τρίτο στοιχείο, ότι έχουμε πλέον έναν περιορισμό μέσα στη λατρεία, μια περιχαράκωση των ζητημάτων της λατρείας, των στοιχείων της λατρείας μέσα στις εκκλησιαστικές κοινότητες. Ξέρουμε ότι στις πρώτες εκκλησιαστικές κοινότητες τα ζητήματα της λατρείας λειτουργούσαν με έναν τρόπο πιο χαλαρό, ως προς τα κείμενα τα οποία αναγινώσκονταν ή τους ύμνους οι οποίοι ψάλλονταν. Τουλάχιστον μας έχουν σωθεί κάποια τέτοια κείμενα, κάποια από τα οποία μάλιστα ανήκουν και σε τέτοιες ερετικές ομάδες. Για να αποκλειστούν λοιπόν τα κείμενα τα οποία προέρχονταν από τις ερετικές ομάδες, θα δούμε ότι και οι Αριανοί είχαν κάνει τέτοιες συλλογές κειμένων, τη Θαλία και άλλοι κύκλοι, η Οδέ Σολομόντος και άλλα τέτοια κείμενα, πρόημα ασματικά κείμενα, η Εκκλησία σταθεροποίησε τα κείμενα τα οποία συμπεριληφθήκαν μέσα στις λατρευτικές συνάξεις. Και τα κείμενα αυτά είχαν τον χαρακτήρα αναγνωσμάτων, ασφαλώς ήταν αναγνώσματα τα οποία προέρχονταν και από τα κείμενα του κανόνα της Καινής Διαθήκης, αλλά και από τα κείμενα τα οποία συγγράφονταν και σχετίζονταν με τις μνήμες, είτε με τις εορτές, οι οποίες σταδιακά καθιερώθηκαν στις εκκλησιαστικές συνάξεις, είτε και με τις μνήμες των τοπικών αγίων, τα μαρτυρολόγια τους δηλαδή. Εξού και αργότερα τα σύντομα αυτά υπομνήματα που διαβάζονταν ονομάστηκαν συναξάρια, γιατί ήταν κείμενα τα οποία διαβάζονταν στις συνάξεις, στις εκκλησιαστικές συνάξεις. Έχουμε λοιπόν αναγνώσματα, έχουμε κεντρική θέση του κηρύγματος, που είπαμε ότι είναι η άγραφη παράδοση η οποία δια του προφορικού αυτού μέσου, δια του κηρύγματος επιβιώνει και διαδίδεται, παραδίδεται από τους επιμένες της εκκλησίας στα μέλη της εκκλησίας. Η διαμόρφωση ύμνων, έχουμε πολύ πρόημες αναφορές, ήδη ύμνους συναντούμε, κείμενα πρόημα, υμνογραφικά κείμενα συναντούμε και μέσα στα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Οι βιβλικοί θεολόγοι έχουν δουλέψει πολύ στο ζήτημα αυτό, της αρχαϊκής υμνογραφίας που συναντούμε μέσα στα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Την χρήση των ψαλμών που έχουν μια κυρίαρχη θέση του βιβλίου των ψαλμών από την Παλαιά Διαθήκη. Και είναι χαρακτηριστικό να πούμε ότι στις πρώτα λειτουργικά κείμενα, τα οποία μας έχουν σωθεί, αλλά ακόμη και σήμερα στην υπάρχουσα λατρεία, οι ψαλμοί έχουν κυρίαρχη θέση. Γι' αυτό και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει ιδιαίτερα ότι ο Δαβίδι είναι και η αρχή και το μέσον και το τέλος της λατρείας. Εντάξει, δηλαδή οι δαβητικοί ψαλμοί κυριαρχούν μέσα στη λατρεία και βέβαια η δημιουργία διαφόρων ευχών, προσευχών δηλαδή, οι οποίες τυποποιούνται και όπως γνωρίζετε καταγράφονται σε συλλογές που προσναβάνουν τον χαρακτήρα των ευχολογίων. Δύο ακόμα στοιχεία, δύο ακόμη μέσα με τα οποία καταπολέμησε η Εκκλησία τους Ερετικούς, είναι η χρήση των ομολογιών, των ομολογιών πίστεως, είναι είτε σύντομα σύμβολα πίστεως από τοπικές εκκλησίες, είτε και από επισκόπους, από διακεκριμένα πρόσωπα, από πατέρες της Εκκλησίας. Έχουμε δηλαδή και σύμβολα που προέρχονται, που μας παραδίδονται με το όνομα συγκεκριμένων προσώπων, για παράδειγμα το Αθανασιανό σύμβολο που είναι μια μεγάλη ιστορία, είτε κατά κύριο λόγο τα συμβολικά αυτά κείμενα, τα πρώιμα σύμβολα τα οποία συναντούμε, διατυπώνονται στις διάφορες συνόδους. Είναι κείμενα, κατά κύριο λόγο αυτά εμφανίζονται με έναν τρόπο, είτε τονίζοντας την πίστη στο πρόσωπο του Θεού, στον τριαδικό Θεό, στον ένα Θεό, γι' αυτό και ονομάζονται μόνομεροι σύμβολα, είτε στον Θεό και στον Ιησού Χριστό ως τον Σωτήρα του κόσμου και ονομάζονται διμεροι σύμβολα, είτε εκφράζουν, διατυπώνουν πίστη στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, δηλαδή είναι τριμεροι σύμβολα, όπως είναι το σύμβολο της πίστεως, το οποίο και σήμερα αναγινόσουμε στις λατρευτικές συνάξεις, που είναι ένα τριμερές σύμβολο. Πιστεύω εις έναν Θεό Πατέρα Παντοκράτορα και εις έναν Κύριον Ιησού Χριστό και εις το Πνεύμα το Άγιον. Τριμερές σύμβολο. Μάλιστα, κάποιες φορές γίνονται και τετραμεροί στο σύμβολο της πίστεως, έχουμε και την πίστη στην μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Επισέρχεται λοιπόν και το ζήτημα της πίστης στην Εκκλησία και καθίστανται έτσι τα σύμβολα αυτά τετραμεροί. Και βέβαια, η πρόημη χρήση και συμβολικών σημείων, όπως είναι ιδιαίτερα το σημείο που διατυπωνόταν από τους Χριστιανούς με τα γράμματα ηχθείς, που και ο σύμβολο, ο ηχθείς που έχουμε χρήσει αυτού του συμβόλου πολύ συχνή και έχουν εντοπισθεί τέτοια σύμβολα με τον ηχθεί με το ψάρι στις κατακόμβες. Στις κατακόμβες έχουμε πολύ συχνά την χάραξη αυτού του συμβόλου που δηλώνει τι είναι το αρκτικό λέξο θα μπορούσαμε να πούμε, τα αρχές των γραμμάτων Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρε, δηλαδή έχουμε μία ομολογία πίστεως. Ένα πρόημο σύμβολο με έναν τόσο συμβολικό τρόπο. Και βέβαια κατεξοχήν με τα αντιαιρετικά συγγράμματα που εμφανίζονται από τον δεύτερο αιώνα και στη διάρκεια του τρίτου αιώνα δυστυχώς δεν μας σώζονται πολλά αντιαιρετικά συγγράμματα. Θα αναφερθούμε στους δύο σημαντικότερους συγγραφείς που είναι αυτής της περιόδου, που προέρχονται από την περίοδο αυτή και κείμενά τους μας έχουν σωθεί, όπως είπαμε τον Ιρινέο Λιόνος και τον υπόλοιτο Ρώμης. Αυτά τα πέντε σημεία θέλω ιδιαίτερα τονίζω να τα προσέξετε. Και πάμε τώρα, αναφερόμενοι στους αντιαιρετικούς συγγραφείς, να δούμε κάποια πράγματα για τον Ιρινέο Λιόνος. Ο Ιρινέος είναι μία από τις σπουδαιότερες μορφές αυτής της περιόδου, μεγάλη πατερική μορφή, άγιος της εκκλησίας, θυμάται ως άγιος από την εκκλησία, βλέπετε ότι ζει κατά το δεύτερο μισό του δευτέρου αιώνος ως τις αρχές του τρίτου αιώνος και γνωρίζουμε για τον Ιρινέο από τις πληροφορίες που μας δίνει ο Ευσέβιος Κεσαρίας κατά κύριο λόγο, ότι ο Ιρινέος ήταν καταρχήν μικρασιάτης. Παρ' ό,τι εμφανίζεται και μας είναι γνωστός ως επίσκοπος Λιόνος του Λουκδούνου, η εκκλησία η οποία μας είναι γνωστή από το σπουδαίο μαρτύριο, από τα πρώτα μαρτύρια που μας έχουν σωθεί, των μαρτύρων της εκκλησίας του Λουκδούνου και της Βιέννης, που πιθανότατα συγγραφέας και αυτού του κειμένου, υπήρξε ο Ιρινέος ως πρεσβύτερος της εκκλησίας της Λιόνος. Μεταβαίνει και καθίσταται πρεσβύτερος στη Λιόν, από την Μικρά Ασία, το 177 μ.Χ. δηλαδή λίγο πριν τον διωγμό αυτόν κατά τη διάρκεια του οποίου μαρτύρησαν μια μεγάλη ομάδα και ο επίσκοπος της εκκλησίας του Λουκδούνου. Ο Ιρινέος, γνωρίζουμε ότι είχε μεταφέρει, πώς απέφυγε το μαρτύριο ο Ιρινέος. Ο Ιρινέος είχε μεταβεί για να μεταφέρει μια επιστολή του επισκόπου της Λιόνος, είχε μεταβεί στη Ρώμη και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο κατά τη διάρκεια της μεταβάσεως του στη Ρώμη συνελήθησαν οι υπόλοιποι χριστιανοί και μαρτύρησαν και έτσι γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν μαρτύρησε το 178 και ο Ιρινέος όντας πρεσβύτερος. Ο Ευσέβιος αναφέρει ότι είχε υπάρξει, είχε διατελέσει μαθητής του Αγίου Πολικάρπους Μύρνης, για τον οποίον μιλήσαμε στους Αποστολικούς Πατέρες αυτής της ηγετικής φυσιογνωμίας στον μικρασιατικό χριστιανισμό, στον μικρασιατικό χώρο, στις κοινότητες, τις χριστιανικές κοινότητες της Μικράς Ασίας. Και γνωρίζουμε ότι ανέπτυξε πολύ σημαντική εκκλησιαστική δράση και για τη διάδοση του χριστιανισμού, κυρίως για την καταπολέμηση των ερεσίων όπως προκύπτει από το διασωθέν έργο του, αλλά και για τη διευθέτηση διαφόρων εκκλησιαστικών ζητημάτων για τα οποία είχε μεταβεί και στην Ρώμη την περίοδο που είπαμε ότι ξέσπασε ο διωγμός στην Λειών. Τελικά μαρτύρησε και ο ίδιος επί σεπτημίου Σεβίρου το 202 μετά Χριστών. Αυτά είναι πολύ σύντομα, με ένα πολύ σύντομο τρόπο. Δυστυχώς δεν έχουμε χρόνο για να πούμε περισσότερα πράγματα για τον Ιρηνέο, για να αναφερθούμε κυρίως στο έργο του και στη θεολογία του. Από το έργο του, το διασωθέν έργο του, το οποίο σε πολύ μεγάλο βαθμό μας έχει διασωθεί όπως θα δούμε σε μεταφράσεις, όχι στην πρωτότυπη μορφή του. Ο Ιρηνέος ήταν ελληνόφωνος. Κατά συνέπεια το έργο του θα έπρεπε να μας έχει διασωθεί κατά κύριο λόγο ως στην ελληνική γλώσσα. Πολλά δε μάλλον που στην Δύση την περίοδο αυτή η ελληνική γλώσσα είναι η γλώσσα των χριστιανικών κοινοτήτων και της Δύσσος ακόμα και στη λατρεία. Η λατυνική γλώσσα επιβάλλεται σε μια μεταρρύθμιση που γίνεται επί Παπαδάμασου στα μέσα του 4ου αιώνα, δηλαδή πολύ πριν, 1,5 αιώνα μετά από την εποχή που έζησε ο Άγιος Ιρηνέος, εμφανίζεται πολύ καλός γνώστης καταρχήν των χριστιανικών πηγών και των ευαγγελικών κειμένων, των Αποστολικών κειμένων, αλλά και των υπόλοιπων κειμένων που κυκλοφορούσαν από χριστιανούς συγγραφής, όπως και της εκκλησιαστικής καταστάσεως. Το σημαντικότερο έργο του είναι αυτό που βλέπετε στην διαφάνεια, μας παραδίδεται με το τίτλο «Έλεχος και ανατροπή της ψευδονήμου γνώσεως». Σώζεται στα λατυνικά και έχει υπάρξει μια προσπάθεια αποκατάστασης στο ελληνικό πρωτότυπο, το οποίο έχει απολεστεί και από τους εκδότες του έργου αυτού στη σειρά Σουρ-Σκρετιέν που σας είχα δείξει, και εκεί υπάρχει μια προσπάθεια αποκατάστασης του ελληνικού πρωτοτύπου, αλλά και στην Ελλάδα από έναν αρχιμανδρίτη και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Μακεδονίας, τον πατέρα Ιρινέο Χατζεφρεμίδη, έχει υπάρξει επίσης μια προσπάθεια αποκατάστασης του αρχικού κειμένου αυτού του πολύ σημαντικού έργου του ελέγχου και ανατροπής της ψευδονήμου γνώσεως. Βλέπετε ότι υπάρχουν, ήδη από τον τίτλο, σημειώνονται οι δύο κύριες παράμετρη αυτού του έργου. Ο έλεγχος, δηλαδή να διακρυβωθεί, να ελεγχθεί το περιεχόμενο πιάς της ψευδονήμου γνώσεως. Μιας γνώσης που αφορά δηλαδή κυρίως τις γνωστικές αιρέσεις. Δεν περιορίζεται βέβαια ο Ιρινέος μόνο στις διάφορες παραφειάδες του γνωστικισμού, αλλά αναφέρεται και σε άλλες αιρέσεις. Και το δεύτερο στοιχείο που εμφανίζεται στο δεύτερο μέρος του έργου του είναι η ανατροπή, δηλαδή η ανασκευή. Είναι ένα διπωλικό σχήμα το οποίο εμφανίζεται σε όλα τα αντιαιρετικά συγγράμματα. Δηλαδή η έκθεση της διδασκαλίας των αιρέσεων και η ανέρεση της διδασκαλίας τους, η ανατροπή των δοξασιών, των αιρετικών διδασκαλιών, όπως ήταν γνωστές στους χριστιανούς συγγραφείς αυτής της εποχής. Δεδομένου ότι πάρα πολλά κείμενα από τα κείμενα των αιρετικών δεν μας σώζονται σήμερα για ευνόητους λόγους. Είπαμε ότι έχουν σωθεί κυρίως σε περιθωριακές κοινότητες των αιρετικών, όπως ήταν αυτά τα κείμενα που σας ανέφερα στον Κουμραν, στον Αγ Χαμαντί, που βρέθηκαν μέσα σε σπηλιές και τα λοιπά. Τι δηλώνει αυτό? Ή μάλλον έρχεται σε απόλυτη συνάθεια με το γεγονός ότι κατά κύριο λόγο τα αιρετικά κείμενα, ιδιαίτερα σε αυτή την πρωίμη περίοδο, καταδικάζονταν συνοδικά στον διαπηράς αφανισμό τους. Σε αρκετούς κανόνες που σχετίζονται με τέτοια κείμενα, όπως είναι ο 63ος κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, που δεν είναι αναφορά σε κάποια τέτοια κείμενα γνωστικών και άλλων αιρετικών και μανυχαίων, λέει, δηλώνεται στο τέλος, η ποινή, ας το πούμε, για την αντιμετώπιση των αιρέσεων που αντιπροσώπιζαν τα κείμενα αυτά, ήταν «ποιροί παραδίδωσθαι», να παραδοθούν στη φωτιά. Και ξέρουμε ότι αυτή η ποινή, γιατί πρόκειται για ποινή, είναι δηλαδή καταγεγραμμένη στο δίκαιο, όχι μόνο της εκκλησίας, αλλά είναι μια ποινή την οποία τη συναντούμε πάρα πολύ νωρίς και στο ελληνικό δίκαιο και στο ρωμαϊκό δίκαιο. Έχουμε την παράδοση στη φωτιά κειμένων τα οποία αντιστρατεύονταν στην επίσημη πολιτική θεωρία των Ελλήνων ή αργότερα στον ρωμαϊκό κόσμο, κείμενα τα οποία αντιστρατεύονταν στους ρωμαίους αυτοκράτορες παραδίδονταν επισήμως με διατάγματα στη φωτιά. Έτσι λοιπόν υιοθετείται ένα τέτοιο μέτρο σε κάποιους κανόνες και για τα κείμενα αυτά και γι' αυτόν τον λόγο σήμερα δεν μας έχουν σωθεί πολλά στοιχεία για τις αιρέσεις αυτές. Κυρίως μπορούμε να ανασυγκροτήσουμε τη διδασκαλία αυτών των αιρέσεων μέσα από τη συστηματική ανέερεσή τους που έχουμε στα αντιαιρετικά κείμενα. Δηλαδή και στα κείμενα του Ιρινέου και του Υπολίτου και αργότερα του Επιφανίου. Έχουμε αναφορές, ad hoc αναφορές, αυτούσιας αναφορές στη διδασκαλία των διαφόρων αιρετικών ομάδων και έτσι πληροφορούμαστε το περιεχόμενο της διδασκαλίας τους. Εδώ βλέπετε το πώς διαχωρίζονται τα διάφορα βιβλία αυτού του κειμένου, η έκθεση περί των Ουαλεντιανών για το Σίμονα το Μάγο με τα γενέστερους αιρετικούς. Στο δεύτερο βιβλίο έχουμε όπως είπαμε την ανασκευή της διδασκαλίας τους. Στο πρώτο έχουμε την έκθεση του περιεχομένου της διδασκαλίας τους και στο δεύτερο την ανασκευή. Στο τρίτο ως πέμπτο βιβλίο τι έχουμε, έχουμε έκθεση της ακριβούς πίστεως θα μπορούσαμε να πούμε για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο τον οποίον χρησιμοποιεί αρκετούς αιώνες αργότερα ο Άγιος Ιάννης ο Δαμασκινός που γράφει ένα έργο με τον τίτλο έκθεσης ακριβής της ορθοδόξου πίστεως. Έτσι λοιπόν έχουμε το περίπου, το δεύτερο μέρος αυτού του έργου είναι η διατύπωση της ορθόδοξης διδασκαλίας στα κεφάλαια αυτά. Είπαμε ότι δεν περιλαμβάνει μόνον αναφορά σε ερετικές ομάδες πολλά δε μάλλον μόνο στους γνωστικούς όπως είναι ο Αλεντινιανίος ή μονομάγος και τα λοιπά αλλά έχουμε και αναφορά σε άλλα φαινόμενα όπως ήταν η μαγεία. Αποτελεί πολύτιμη πηγή για το φαινόμενο της μαγείας σε αυτή την πρωίμη περίοδο ή άλλες δυσδαιμονίες αυτής της εποχής που καταγράφονται, ειδωλολατρικές δυσδαιμονίες που καταγράφονται και καταπολεμούνται στο έργο του Αγίου Ιρινέου. Και το δεύτερο κείμενό του, το δεύτερο έργο του που μας έχει σωθεί επίσης σε μετάφραση αυτή τη φορά αρμενική έχει τον τίτλο επίδειξης του αποστολικού κηρύγματος. Εδώ έχουμε ένα πιο σαφές και δομημένο κείμενο διατύπωσης της Ορθόδοξης Διδασκαλίας. Μια επιτομή δεδομένου ότι το κείμενο αυτό δεν είναι τόσο μεγάλο, δεν έχει την έκταση που έχει το προηγούμενο, μια επιτομή της χριστιανικής πίστης με αποκλειστική χρήση των κειμένων και των μαρτυριών της εκκλησιαστικής παράδοσης δηλαδή και της γραπτής και της άγραφης παραδόσεως για την οποία κάνει λόγο και ο Άγιος Ιρηνέος. Είναι από τους πρώτους ο οποίος διακρίνει τις δύο μορφές και μάλιστα σε μια ισότιμη σχέση τις δύο μορφές της παράδοσης. Τώρα ως προς την θεολογία, τα βασικά στοιχεία της θεολογίας του. Ο Άγιος Ιρηνέος είναι ο πρώτος ο οποίος χρησιμοποιεί τον όρο κανόν πίστεως. Αναφέρεται στον κανόνα της πίστος, θεωρώντας ότι ο κανόνας της πίστος είναι οτιδήποτε μας παραδίδεται κατά την διάρκεια, κατά την στιγμή, κατά την περίοδο μάλλον όχι την στιγμή, κατά την περίοδο της κατηχήσεώς μας. Γνωρίζουμε ότι η κατήχηση στην εκκλησία αποτελούσε μια πολύ ουσιαστική περίοδο στην προπαρασκευαστική πριν από την βάπτιση των χριστιανών. Ένα στοιχείο το οποίο δυστυχώς στις μέρες μας έχει ατονήσει επικίνδυνα και που οφείλεται σε αυτό και η ψύχρανση θα μπορούσαμε να πούμε της πίστης των σύγχρονων χριστιανών και στον δυτικό κόσμο γενικότερα, αλλά ακόμη και στον ορθόδοξο κόσμο. Το στοιχείο της κατηχήσεως έχει ατονήσει σε πολύ μεγάλο βάθμο. Βλέπουμε ότι στην πρόημη αυτήν περίοδο, και θα δούμε όταν θα μιλήσουμε και για τον Άγιο Κύριλο Ιεροσολήμων, μας έχουν σωθεί ολόκληρα έργα που αποτελούν συστήματα κατηχήσεως. Μυσταγωγικές κατηχήσεις ονομάζονται, δηλαδή κείμενα τα οποία σχετίζονται ακριβώς με τη διατύπωση όλης αυτής της διδασκαλίας που παραδιδόταν στους προσερχόμενους προς το Άγιον Φότισμα ή προς το Άγιον Βάπτισμα, προς τα νέα μέλη της εκκλησίας. Και βέβαια και στον Ιρεινέο υπάρχει εν υπάρχει μέσα στο έργο του και ένα σύμβολο της πίστεως, που είναι βασικό δομικό στοιχείο αυτής της κατηχήσεως. Είπαμε ότι κάνει λόγο για την διπλή παράδοση από τους πρώτους οι οποίοι αναφέρονται στην διπλή παράδοση, στην άγραφη και στη γραπτή παράδοση που θα δούμε ότι εξελίσσεται η διδασκαλία αυτή και στους μεταγενέστερους συγγραφείς και στους Αλεξανδρυνούς Θεολόγους αλλά και στους Καπαδόκες, ιδιαίτερα με τον Μέγα Βασίλειο. Ο Άγιος Ιρηνέος επίσης είπαμε ότι αποτελεί πολύ καλό γνώστη της εκκλησιαστικής παράδοσης και των εκκλησιαστικών κειμένων της εποχής του, γι' αυτό και εμφανίζεται εγκρατέστατος βιβλικός θεολόγος. Κατά κύριο λόγο στα έργα του χρησιμοποιεί τα βιβλικά κείμενα και μάλιστα αναφέρεται στο πλαίσιο της γραπτής παραδόσεως, του κλάδου της γραπτής παραδόσεως, αναφέρεται στο χρησιμοποιεί τον όρο τετράμορφον Ευαγγέλιο. Είναι η μία ενιαία διδασκαλία του Χριστού για τον τρόπο με τον οποίο έζησε και δίδαξε και κυρίως για τη διδασκαλία του Χριστού που εμφανίζεται με τέσσερις μορφές μέσα από τις τέσσερις Ευαγγελικές διηγήσεις. Ήδη είδαμε ότι ο Τατιανός χρησιμοποιεί μία παρεμφερή όρο ακριβώς για να δείξει αυτή τη συμφωνία των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Τονίζει ιδιαίτερα ο Ιρινέος, βρισκόμαστε στην περίοδο κατά την οποίαν ιδιαίτερα τονίζεται από τους θεολόγους της Εκκλησίας η ενότητα και η καθολικότητα της Εκκλησίας. Είναι λοιπόν ένας συγγραφέας που τονίζει ιδιαίτερα το στοιχείο της ενότητας και της καθολικότητας της Εκκλησίας. Το είδαμε αυτό στον κυρίως στις επιστολές του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου. Πού αλλού το είδαμε, το βλέπουμε στον Ιρινέο και το βλέπουμε την ίδια εποχή και στον λατινικό κόσμο στην Καρχιδόνα από τον Άγιο Κυπριανό Καρχιδόνος, ο οποίος ιδιαίτερα μιλάει για το ζήτημα της ενότητας της Εκκλησίας. «De Ecclesiae Unitate» είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του Αγίου Κυπριανού που μας έχει σωθεί. Περί τις ενότητες της Εκκλησίας και εκεί μάλιστα γίνεται μια απολυτοποίηση θα μπορούσαμε να πούμε αυτής της ενότητας με τον υπερτονισμό ότι και από τον Ιρινέο και από άλλους συγγραφείς ιδιαίτερα τονίζουν απέναντι σε αυτές τις διασπαστικές τάσεις των αιρετικών, των αιρέσεων της εποχής τους το στοιχείο της μοναδικότητας που εν υπάρχει μέσα στην Εκκλησία. Τονίζει ας πούμε σημειώνει ο Κυπριανός ότι δεν υπάρχει σωτηρία εκτός της Εκκλησίας. «Extra Ecclesia, nulla salus». Καμία σωτηρία εκτός της Εκκλησίας. Ιδιαίτερα τονίζει το στοιχείο, το αποφατικό στοιχείο της γνώσης του Θεού. Η αγνωσία του Θεού που είναι το πρώτο στοιχείο το οποίο διαπιστώνεται από τον άνθρωπο ως δημιούργημα του Θεού. Το δημιούργημα δεν μπορεί να γνωρίζει τον δημιουργό του. Επομένως είναι δύσκολο να διερευνήσουμε την ουσία του Θεού, αδύνατον. Είναι από τους βασικούς θεολόγους που εισαγάγουν αυτό το οποίο αργότερα από τον Κλίμεντα τον Αλεξανδρέα και εφ. εμφανίζεται ως αποφατική θεολογία. Και επίσης το στοιχείο της ενότητας κάνει ιδιαίτερα λόγο για τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, η θεολογία του Αγίου Ιρινέου, την ενότητα των προσώπων της Αγίας Τριάδος και τον υποστατικό χωρισμό των προσώπων της Αγίας Τριάδος. Αυτά μπορούμε να πούμε ότι είναι τα βασικά στοιχεία της θεολογίας του έργου του Αγίου Ιρινέου. Και να περάσουμε πολύ σύντομα στον τελευταίο αντιαιρετικό θεολόγο, μεγάλο θεολόγο, ο οποίος είναι ο Υπόλητος Ρώμης. Υπόλητος Ρώμης. Ποιος είναι ο Υπόλητος Ρώμης, ήδη σας τον έχω αναφέρει. Τον έχουμε αναφέρει όταν μιλήσαμε για τις πρόημες εκκλησιαστικές διατάξεις. Εκεί αναφερθήκαμε σε ένα έργο που είναι το μοναδικό, η μοναδική πρόημη εκκλησιαστική διάταξη που είναι επώνυμη, μας παραδίδεται επωνύμως. Ανήκει στον Υπόλητο Ρώμης και αυτή είναι η Αποστολική Παράδοση. Ο Υπόλητος Ρώμης είναι και αυτός έχει ελληνική καταγωγή, θεωρεί το τελευταίος μεγάλος Έλληνας συγγραφέας της Δύσεως. Μας είναι γνωστός γιατί ενεπλάκει σε μία εκκλησιαστική διαμάχη στη Ρώμη με την ύπαρξη παράλληλων επισκοπών, τη διαμάχη για την γνησιότητα της Αποστολικής Διαδοχής. Συγκρούστηκε λοιπόν με τον Κάλιστο, με τον επίσκοπο Ρώμης Κάλιστο και εξαιτίας αυτής της συγκρούσεως δημιουργήθηκε ένα σχίσμα το οποίο προήλθε από τον Υπόλητο τελικά. Γνωρίζουμε ότι είχε πραγματοποιήσει σημαντικές φιλοσοφικές σχολές και σύμφωνα με τις πηγές για το πρόσωπό του αναφέρεται ότι διατηρούσε πάντοτε, φορούσε το φιλοσοφικό τριβόνιο δηλαδή το ένδυμα αυτό το ιδιαίτερο ένδυμα το οποίο φορούσαν οι φιλόσοφοι στην αρχαιότητα και τελικά γνωρίζουμε ότι εξορίστηκε ως χριστιανός στην Σαρδική. Ποια είναι η Σαρδική, ποια πόλη είναι η Σαρδική, γνωρίζετε με ποια πόλη συνταυτίζεται η Σαρδική, η αρχαία Σαρδική. Γνωρίζει κανένας, έχουμε στο δεύτερο μισό του τέταρτου αιώνα θα δούμε στο επόμενο μάθημα συγκαλείται εκεί μια σημαντική σύνοδος. Η σύνοδος της Αρδικής, ποια ήταν αυτή η πόλη, είναι η συμπερινή Σόφια της Βουλγαρίας και σήμερα στη Σόφια αν θα πάτε έχουν εντοπιστεί από τους αριθμολόγους ερήπια σε αρκετά μεγάλη έκταση της αρχαίας Σαρδικής και μάλιστα ένα τμήμα των ερήπιων τους όπως έχουμε τις ανάλογες χρήσεις και εδώ στη Θεσσαλονίκη αλλά και στο Μετρό της Αθήνας των αρχαίων υπολοιμάτων των πόλεων, έτσι παρουσιάζονται σε μία μορφή μουσιακή και τα κτίρια της αρχαίας Σαρδικής που έχουν εντοπιστεί κατά τη διάνοξη εκεί του υπόγειου σιδηροδρόμου στη Σόφια. Εξωρίστηκε λοιπόν στη Σαρδική γύρω στο 236 μετά Χριστόν όπου και απεβίωσε εξώριστος ο υπόλοιτος Ρώμης. Κάποιοι από κάποιες πηγές θεωρείται ότι υπήρξε και μαθητής του Αγίου Ιρηνέου ο υπόλοιτος και γι' αυτό στην ουσία συνεχίζει την παράδοση αυτή της αντιαιρετικής συγγραφής του Ιρηνέου. Επίσης είναι πολύ σημαντικό ότι μας έχει σωθεί ένα αρχαίο άγαλμα του υπολίτου από τα αγάλματα που είχαν δημιουργηθεί αργότερα στη διάρκεια του 4ου αιώνα. Ένας Ανδριάντας του ο οποίος το σημαντικό αυτόν τον Ανδριάντα είναι ότι αναγράφονται στην βάση του Ανδριάντα αυτού του υπολίτου αναγράφονται τα έργα του. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ένα τεκμήριο για το συγγραφικό του έργο και για τα αυθεντικά έργα του υπολίτου Ρώμης και βέβαια αυτό που γνωρίζουμε αργότερα είναι ότι οι οπαδοί του υπολίτου ενώθηκαν με μια άλλη πολύ σημαντική έρεση της Δύσεως τους Νοβατιανούς που τους καταπολεμάε όπως γνωρίζουμε ιδιαίτερα ο Άγιος Αυγουστίνος στο έργο του και άλλη συγγραφής στην Δύση. Μια έρεση που κυρίως εξαπλώθηκε στο χώρο της Αφρικής και της Δύσεως. Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι ότι και εδώ έχουμε απώλεια. Χάθηκαν τα πρωτότυπα έργα του και μας έχουν σωθεί τα έργα του σε ανατολικές μεταφράσεις. Αυτά είναι τα έργα του υπολίτου που μας έχουν σωθεί. Το πρώτο είναι και θα τελειώσουμε εδώ πέρα παιδιά κάντε λίγο υπομονή. Το πρώτο έργο του είναι το κατεξοχήν αντιαιρετικό σύγγραμμά του Κατά Πασόν των Ερέσεων Έλεγχος. Βλέπετε και η επιγραφή του μιμείται την επιγραφή του έργου του Αγίου Ιρηνέου Λιώνωση. Κατά Πασόν των Ερέσεων Έλεγχος σε δέκα βιβλία τα οποία δομούνται όπως βλέπετε. Τα τέσσερα πρώτα βιβλία, στα τέσσερα πρώτα παρουσιάζονται τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα. Επίσης οι διάφορες λατρίες στον αρχαίο κόσμο, η μαγεία, η αστρολογία. Πέντε βιβλία στα οποία ανασκευάζεται η διδασκαλία 30 ερέσεων, των 30 σημαντικότερων ερέσεων. Και ένα μόνο βιβλίο το τελευταίο το οποίο προσθέθηκε πιθανότατα αργότερα. Στο οποίο έχουμε έκθεση επίσης της Ορθόδοξης Πίστης. Επίσης μας έχουν σωθεί, είπαμε μιλήσαμε για την Αποστολική Παράδοση, μας έχει σωθεί ένα υπόμνημα στο βιβλίο του Δανίηλ, στον προφήτη Δανίηλ με το όνομα του υπολοίτου Ρώμης. Και έχει μεγάλη σημασία γιατί είναι το πρώτο ερμηνευτικό υπόμνημα που μας σώζεται στον αρχαίο χριστιανισμό. Το πρώτο πλήρες ερμηνευτικό υπόμνημα σε ένα βιβλίο της Αγίας Γραφής για την ακρίβεια της Παλαιάς Διαθήκης. Το πρώτο ερμηνευτικό υπόμνημα προέρχεται από τον υπόλοιτο Ρώμης. Κυρίως το όνομά του έχει συνδεθεί με τις διάφορες εσχατολογικές και κυρίως τις χιλιαστικές ερμηνίες. Γι' αυτό θα δείτε ότι στις μεταγενέστερες ερμηνίες στο βιβλίο της Αποκάλυψης το όνομα του υπολοίτου χρησιμοποιείται και επανέρχεται συχνά. Εξαιτίας αυτού του έργου του Περιχριστού και Αντιχρίστου στο οποίο κάνει ακριβώς επιχειρή μια ερμηνεία του τμήματος εκείνου της Αποκαλύψιος που σχετίζεται με την έλευση του Χριστού και του Αντιχρίστου και τα έσχατα του κόσμου. Και τέλος μας έχει παραδοθεί και ένα σύντομο ιστορικό έργο με την ονομασία χρονικών του Αγίου υπολοίτου. Αυτά πολύ σύντομα για τις σημαντικότερες αιρέσεις των πρώτων αιώνων και τους δύο κυριότερους, όπως είπαμε, αντιαιρετικούς συγγραφείς από τους οποίους γνωρίζουμε το περιεχόμενο αυτών των αιρέσεων κατά τη διάρκεια του δεύτερου και του τρίτου αιώνα. Δυστυχώς δεν είχαμε χρόνο. Θα το κάνουμε στο επόμενο μάθημα, γιατί δεν υπάρχει ο χρόνος μας. Ήθελα να παρουσιάσουμε σήμερα και την Αλεξανδρινή Θεολογία. Δυστυχώς θα πρέπει να τα συντάμουμε λίγο τις ενότητες αυτές. Στο επόμενο μάθημα, μαζί με την αναφορά μας στον Μέγα Αθανάσιο, θα ξεκινήσουμε από την Αλεξανδρινή Σχολή, την οποία συνεχίζει κατά βάση. Δεν τελειώσαμε. Την Αλεξανδρινή Θεολογική Παράδοση, που θα δούμε, συνεχίζει ο Μέγας Αθανάσιος ως Πατριάρχης Αλεξανδρίας και ως το πρόσωπο εκείνο, το οποίο ιδιαίτερα προέβαλε ακριβώς μέσα από το θεολογικό του έργο, και το προσωπικό του θεολογικό έργο, και μέσα από το έργο της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, αυτήν την παράδοση που εδρεώθηκε, την θεολογική παράδοση, την δογματική παράδοση που εδρεώθηκε από την Αλεξανδρινή Θεολογική Σχολή. Ιδιαίτερα τον Οριγένη, που είπαμε ότι είναι ο θεολόγος εκείνος, που επέδρασε καταλυτικά στους μεγάλους συγγραφείς, στους μεγάλους πατέρες του Δετάρτου μετά Χριστόν αιώνος. Θα τα δούμε στο επόμενό μας μάθημα όλα αυτά. Υπάρχει κάποια ερώτηση? |