Διάλεξη 5 / Διάλεξη 5 / Διάλεξη 5

Διάλεξη 5: Σε αυτήν την διάλεξη, θα αρχίσουμε να ασχολούμαστε με τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στην εσωτερική ένωμη τάξη. Σε αυτήν την διάλεξη, θα αρχίσουμε να ασχολούμαστε με τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στην εσωτερική ένωμη τάξη. Θα δούμε μία επισκόπηση και μία ερμηνευτική προσέγγιση...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Κυριαζόπουλος Κυριάκος (Επίκουρος Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Εκκλησιαστικό Δίκαιο Ι (Προπτυχιακό)
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=ffa65cae
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 5: Σε αυτήν την διάλεξη, θα αρχίσουμε να ασχολούμαστε με τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στην εσωτερική ένωμη τάξη. Σε αυτήν την διάλεξη, θα αρχίσουμε να ασχολούμαστε με τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στην εσωτερική ένωμη τάξη. Θα δούμε μία επισκόπηση και μία ερμηνευτική προσέγγιση στα πλαίσια του χρόνου που έχουμε των θρησκευτικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ξεκινάμε στο Σύνταγμα. Ξεκινάμε με το άρθρο 5. Ελεύθερη ανάπτυξη προσωπικότητας. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβεράζει το Σύνταγμα ή τα χριστά ήθη. Αυτή η διάταξη για την ελεύθερη ανάπτυξη προσωπικότητας συμπυκνώνει, θα μπορούσαμε να πούμε, σε μία διάταξη, όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία αναπτύσσονται σε λεπτομερέςτερές διατάξεις. Άρθρο 13. Θρησκευτική ελευθερία. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η μία ομάδα δικαιωμάτων, οι οποίες ανήκουν στην θρησκευτική ελευθερία, έχουν το όνομα ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης. Η άλλη ομάδα δικαιωμάτων έχει το όνομα ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας. Αλλά τώρα ας μιλήσουμε για την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης. Αυτή δεν υπόκειται καθόλου σε περιορισμούς. Στην παράγραφο 2 αναγνωρίζεται η ελευθερία της λατρείας. Κάθε γνωστή θρησκευτική είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνταν εμπόδιστα υπό την προστασία των όμων. Σε αυτή τη στραματική διάταξη γίνεται λόγος μόνο για την ελευθερία της λατρείας. Αλλά η ελευθερία της λατρείας δεν είναι μόνη της ένα δικαίωμα το οποίο εντάσσεται στη γενικότερη ομάδα δικαιωμάτων που αποτελούν την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας. Αλλά αποτελεί μία εκδήλωση της ελευθερίας εκδήλωσης θρησκείας. Ένα μερικότερο δικαίωμα της ελευθερίας εκδήλωσης θρησκείας. Συνεπώς θα πρέπει αυτή η διάταξη να ερμηνευθεί ως προς τον όρο της λατρεία με τον όρο εκδήλωσης θρησκείας υπεπίδησης. Ούτως ώστε να προσαρμοστεί στην ερμηνεία του Άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προκειμένου να εκπληρωθούν οι εθνίες υποχρεώσεις της χώρας στα θέματα των θρησκευτικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η παράγραφος 1 στο εδάφιο 2 αναγνωρίζει την αρχή της ισότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων στην απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Αναφέρεται στις ισκευτικές πεποιθήσεις ως δινητικό κριτήριο πρόκλησης διακρίσεων οι οποίες πρέπει να αποφευχθούν. Το εδάφιο 2 της παράγραφου 2 αφορά περιορισμούς στην ελευθερία της λατρείας αλλά και γενικότερα εκδήλωσης θρησκείας. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπει να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χριστά ήθη. Από πολλούς συγγραφείς αλλά και από την ομολογία και το εδάφιο 3 αυτής της ίδιας παράγραφου «ο προσιλητησμός απαγορεύεται» θεωρείται ως ένας περιορισμός στην ελευθερία της λατρείας. Αλλά αυτή η άποψη δεν μπορεί να θεωρηθεί σωστή διότι ο προσιλητησμός δεν αποτελεί περιορισμός της ελευθερίας της λατρείας αλλά ενός άλλου μερικότερο δικαιώματος που αποραίει από την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας, δηλαδή την ελευθερία δασκαλίας θρησκείας υπεποίθησης. Είναι λοιπόν περιορισμός της ελευθερίας δασκαλίας υπεποίθησης η απαγόρευση του προσιλητησμού. Στην παράγραφο 4 συναντούμε και άλλους περιορισμούς. Η εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το κράτος και η άρνηση συμμόρφωσης προς τους νόμους είναι δυο περιορισμοί. Δεν είναι όμως ορθή η νομοτεχνική διατύπωση του συντάγματος διότι αναφέρει ότι κανένας δεν μπορεί εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το κράτος ή να αναθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους. Διότι είπαμε ότι η ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων ή η ελευθερία της συνείδησης που είναι το ίδιο πράγμα δεν υπόκειται καθόλου σε περιορισμούς. Επομένως, η εκδήλωση των θρησκευτικών πεποιθήσεων, δηλαδή η εκδήλωση της θρησκείας, υπόκειται και σε αυτούς τους περιορισμούς, δηλαδή της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων προς το κράτος και της συμμορφώσεως προς τους νόμους. Αυτοί οι περιορισμοί προβλέπονται από το Σύνταγμα. Δεν προβλέπονται αυτοτελώς από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπινων Δικαιωμάτων στο άρθρο 9. Ταράγραφος 5 του ίδιου άρθρου ορίζει ότι κανένας όλος δεν επιβάλλεται χωρίς νόμο που ορίζει και τον τίπο του. Αυτή η διάταξη εντάσσεται στο άρθρο 13, διότι από την ελευθερία εκδήλωσης, από την ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων ή από την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης, λέει και ένα μερικότερο δικαίωμα αυτό του μη εξαναγκασμού κάποιου να δώσει έναν όρκο, τον οποίον δεν επιτρέπει η θρησκευτική του συνείδηση. Στην παράδειγμα 3, η λειτουργία όλων των γνωστών θρησκειών υπόκειται στην ίδια υποπτία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της, όπως και η λειτουργία της εμπικρατούσας θρησκείας. Υποστηρίζεται ότι ναι μεν προβλέπεται συνταγματικώς αυτός ο περιορισμός της ελευθερίας εκδήλωσης της θρησκείας, δηλαδή να υπόκεινται η λειτουργία όλων των γνωστών θρησκειών στην ίδια υποπτία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της, όπως εκείνη τις εμπικρατούσας θρησκείας. Πλεινόμως, η εμπικρατούσα θρησκεία κατέχει ξεχωριστή θέση στο Σύνταγμα, στο άρθρο 3 και στην οικία διάλεξη. Όταν θα μιλήσουμε για την εμπικρατούσα θρησκεία θα δώσουμε τις διάφορες ερμηνευτικές εκδοχές του όρου «εμπικρατούσα θρησκεία» και ποια υπερισχύει στην πράξη. Πλεινόμως, είναι διαφορετική η θέση διότι έχουμε τουλάχιστον μια συνταγματική αναγνώριση μιας θρησκείας, της εμπικρατούσας. Οι άλλες αναγνωρίζονται ως γνωστές. Η εμπικρατούσα ξεχωριστά. Και υποστηρίζεται από κάποιους συγγραφείς ότι δεν θα έπρεπε η εποπτία της πολιτείας να είναι η ίδια ως προς όλους τους σκεφτικούς λειτουργούς και να υπόκεινται η λειτουργή στις ίδιες υποκρόσεις απέναντις της πολιτείας, όπως και εκείνης της εμπικρατούσας, δηλαδή δεν είναι οι ίδιες οι θέσεις, οι θεσμικές της εμπικρατούσας θρησκείας και των άλλων γνωστών θρησκίων. Θα δούμε στη συνέχεια κάποιες ειδικές περιπτώσεις ορκοδοσίας. Το άρθρο 33 ο όρκος Προέδρου της Δημοκρατίας ορίζει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, δίνει ενώπιον της Βουλής ένα συγκεκριμένο όρκο τον οποίο αναφέρει το Σύνταγμα. Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιέρα της Τριάδας να φυλάσω το Σύνταγμα και τους νόμους κλπ. Τι ερμηνεία μπορούμε να κάνουμε σε σχέση με τη θρησκευτική συνείδηση του ορκυζόμενου Προέδρου της Δημοκρατίας. Προβλέπεται ένα συγκεκριμένο θρησκευτικός τύπος όρκου στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιέρα της Τριάδας. Αυτός ο τύπος όρκου ανταποκρίνεται στα χριστιανικά θρησκεύματα και μάλιστα στα τριαδολογικά. Διότι τα αντιτριαδολογικά χριστιανικά θρησκεύματα δεν αποδέχονται το δόγμα της Αγίας Τριάδας. Συνεπώς έρχεται σε αντίθεση με τη θρησκευτική συνείδηση των αντιτριαδικών ένας τέτοιος τύπος θρησκευτικών. Επίσης, μουσουλμάνοι ή άλλα θρησκεύματα δεν έχουν το δόγμα της Αγίας Τριάδας. Συνεπώς έρχεται σε αντίθεση με τη θρησκευτική συνείδηση των μουσουλμάνων ή των άλλων θρησκευμάτων αυτός ο τύπος ορκοδοσίας προέδρος της Δημοκρατίας, αν ο ορκυζόμενος πρός της Δημοκρατίας έχει τέτοια θρησκευτική συνείδηση. Υποστηρίχθηκαν διάφορες απόψεις, ότι θα πρέπει να είναι ορθόδοξος ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, μια άποψη, άλλη άποψη ότι θα πρέπει να είναι χριστιανός, άλλη άποψη ότι θα πρέπει αναλογικά να εφαρμοστεί το άρθρο 59 του συντάγματος που αφορά τον όρκο των βουλευτών, που ορίζει «ορκίζουμε στο όνομα της Αγίας και Μούσιας και αδερφής της Τριάδας, δεν πιστώ στην πατρίδα και το μικροδημοκρατικό πολίτευμα για την όρκομοσία βουλευτών, χριστιανών, τριαδικών». Αλλά άλλο, θρησκοί ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή του δικού τους δόγματος. Ένας άθεος στη δημή και τη συνείδησή του. Ένας ο οποίος δεν θέλει να δώσει όρκο σύμφωνα με τη δική του θρησκεία, όπως είναι η Ορθόδοξη που δεν επιτρέπει τον όρκο, πλην όμως, επί μεγάλο χρονικό διάστημα, η ελληνική νομοθεσία επέβαλε στους Ορθοδόξους στη χρήση όρκου θρησκευτικού. Οι αλλοθρησκοί ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν όρκο σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή του δικού τους δόγματος. Υποστήριζουν, λοιπόν, κάποιοι συγγραφείς ότι αναλογικά αυτή η διάδοξη του 19 θα έπρεπε να εφαρμοστεί και στην περίπτωση του όρκου του πρόεδρου δημοκρατίας, εάν ο πρόεδρος δημοκρατίας δεν ήταν χριστιανός τριαδικός. Η θρησκευτική, λοιπόν, ελευθερία στο άρθρο 13 αποτελείται από δύο ομάδες δικαιωμάτων, οι οποίες ακούν στο όνομα «Ελευθερία της σκεφτικής συνήτησης» και «Ελευθερία της λατρείας» ή καλύτερα «ερημνευόμενος, ορθά αυτός ο όρος διασταλτικά», «ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας». Η ελευθερία της σκεφτικής συνήτησης περιλαμβάνει διάφορα επιμέρους δικαιώματα. Η ελευθερία της κατοχής θρησκευτικών πεποιθήσεων, θρησκευτικών, μη θρησκευτικών ή αιθεϊστικών. Η ελευθερία φανερώσεως ή μη φανερώσεως των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Η ελευθερία αλλαγής θρησκευτικών πεποιθήσεων. Η ελευθερία από τον εξαναγκασμό σε πράξεις ή παραλήψεις αντίθετες με θρησκευτικές πεποιθήσεις, όπως είναι η υποχρεωτική συμμετοχή ετεροθρύσκων και αλλοθρύσκων μαθητών στο ορθόδοξο μάθημα των θρησκευτικών ή υποχρεωτική λήψη θρησκευτικά απαγορευμένης τροφής αποκρατούμενο. Στην ελευθερία από τον εξαναγκασμό εντάσσεται ένα άλλο μερικότερο δικαίωμα, που είναι η ελευθερία από τον εξαναγκασμό σε όλο κο αντίθετας προς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, με τον οποίο μιλήσαμε προηγουμένως. Το άρθρο 407 του κώδικα πολιτικής δικονομίας προλέπει ότι ο μάρτυρας δεν υποχρεούται να εξεταστεί, πριν εξεταστεί να δηλώσει τη θρησκεία του. Το άρθρο 408 του ίδιου κώδικα πολιτικής δικονομίας ορίζει ότι ο μάρτυρας ερωτάται αν προτιμά να δώσει θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο. Προβλέπεται ο τύπος του χριστιανικού όρκου, ορκίζουμε ενώπιον του Θεού. Οι πιστοί των γνωστών θρησκειών ορκίζονται κατά τον τύπο της θρησκείας τους αν αναγνωρίζει το θρησκευτικό όρκο. Το άρθρο 220 του κώδικα ποινικής δικονομίας. Οι ορθόδοξοι υποχρεούνται σε θρησκευτικό όρκο. Οι πιστοί γνωστών θρησκειών ορκίζονται κατά τον τύπο της θρησκείας τους αν αναγνωρίζει το θρησκευτικό όρκο. Σε αντίθετη περίπτωση, αυτοί όπως και οι άθεοι δίνουν διαβεβαίωση με επίκλυση της θυμής και της συνειδείας τους. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπιών Δικαιωμάτων στην απόφαση του Δημητράς και άλλη κατά Ελλάδος της 8 Ιανουαρίου 2013 έκρινε τον υποχρεωτικό θρησκευτικό όρκο στα ποινικά δικαστήρια ως αντίθετο στη θρησκευτική ελευθερία διότι εξαναγκάζει στην αποκάλυψη των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Θα αναφέρομαι στη συνέχεια ενδεικτικά ορισμένα από τα μερικότερα δικαιώματα που αποραίουν από την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή λατρείας, όπως αναφέρει το Σύνταγμα, αλλά που εμείς ερμηνεύουμε τον όρο λατρεία διασταλτικά περιλαμβάνοντας κάθε μορφή εκδήλωσης θρησκείας, μία από τις οποίες είναι και η λατρεία. Η ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας περιλαμβάνει την ελευθερία της λατρείας, την ελευθερία της διδασκαλίας θρησκείας, την ελευθερία οργάνωσης θρησκείας, την ελευθερία απόκτησης νομικής προσωπικότητας από θρησκευτικούς οργανισμούς, έχοντας σαν νομική βάση είτε την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας, κατά μία ερμηνευτική εκδοχή, είτε την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας σε συνδυασμό με την ελευθερία του συνεταιρίστητα για θρησκευτικούς σκοπούς. Άλλη μερικότερη ελευθερία που αποραίει από την ελευθερία εκδήλωσης, η ελευθερία ανάδειξης θρησκευτικών ηγετών και λειτουργών από το οικείο θρησκευμά. Όλες αυτές τις μερικές ελευθερίες που απορρέπουν η ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας, τις αναφέραμε μόνον ενδεικτικώς. Όσον αφορά την ελευθερία δασκαλίας θρησκείας, σε αυτήν εντάσσονται κάποιες επιμέρους ελευθερίες. Η ελευθερία δασκαλίας θρησκείας, όπως είναι η ελευθερία δασκαλίας θρησκείας προς εκείνους που δεν ανήκουν στη δασκόμενη θρησκεία, προκειμένου να αλλάξουν τη δικιά τους θρησκεία και να υιοθετήσουν τη δασκόμενη θρησκεία. Άλλη μερικότερη ελευθερία της εκδήλωσης θρησκείας, το δικαίωμα των γονέων για επιλογή της σκεφτικής εκπαίδευσης των παιδιών τους. Άλλη μερικότερη ελευθερία της ελευθερίας δασκαλίας θρησκείας, το δικαίωμα συστάσεως και λειτουργίας θρησκευτικών εκπαιδευτηρίων. Θα μείνουμε για λίγο στο θέμα της ελευθερίας της λατρείας. Στο θέμα της ελευθερίας της λατρείας έχουμε μία άνοιση, μεταχείριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας Ελλάδος και των λοιπών θρησκευμάτων. Σημειωτέωνο ότι η απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με βάση την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και της ισότητας πρέπει να γίνεται στη βάση της ισότητας. Όμως παρόλα αυτά συναντούμε μία άνοιση μεταχείρισης της Ορθόδοξης Εκκλησίας Ελλάδος και των λοιπών θρησκευμάτων στο θέμα της ελευθερίας της λατρείας. Όσον αφορά την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, υπάρχει ο κανονισμός 207 του 213 της διαρκού σειράς Συνόδου «περιοργανώσεως, αρμοδιωτήτων, συγκροτήσεως, λειτουργίας της υπερεσίας δομήσεως και του κεντρικού συμβουλίου εκκλησιαστικής, αρχιτεκτονικής της Εκκλησίας της Ελλάδος». Δηλαδή, ο κανονισμός αυτός της διαρκούς σειράς Συνόδου είναι μια κανονιστική πράξη, που εκδίδεται με βάση μια διάταξη του καταστατικού χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, που είναι ο νόμος 590 το 1977, η οποία αναφέρει ότι η διαρκή σειρά Σύνοδος εκδίδει κανονισμούς για να ρυθμίσει ζητήματα που αφορούν την ίδια. Το τίμιμα εκδόσιας αδειών δομήσεως, της υπερεσίας δομήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκδίδει τις άδειες δομήσεως, αν και αυτές αποτελούν κρατική αρμοδιότητα για κάθε οικονομική εργασία που αφορούν σε ιερούς ναούς και προσκτήματά τους, εφόσον ανήκουν σε εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα του νόμου 590 το 1977, δεύτερον σε επισκοπία και τρίτον σε ιερές μονές. Θεωρώ ότι αυτή η αρμοδιότητα εκδόσιας αδειών δομήσεως από την υπερεσία δομήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι αντισταγματική, διότι αυτή η αρμοδιότητα δεν μπορεί να μεταβιβάζεται με κανονιστική πράξη σε ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, είναι μια κυβερνητική αρμοδιότητα και μπορεί να μεταβιβάζεται μόνο σε περιφερειακές υπηρεσίες κρατικές, όπως είναι οι πολεοδομίες που υπάγονται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος. Ενώ λοιπόν υπάρχει αυτή η προνομιακή μεταχείριση για την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος στο θέμα της έκδοσης αδειών δομήσεως, υπάρχει ένα ξεχωριστικό καθεστώς για τα υπόλοιπα θρησκεύματα, δηλαδή ετεροδόξους και ετεροθρίσκους, και θα δούμε τις νόμιμες προϋποθέσεις για την υποχρεωτική χωρίγηση άδειας ίδρυσης συλλειτουργίας, ανέγερσης συλλειτουργίας ναού, ευκτηρίου οίκου ή θρησκευτικού εντευκτηρίου. Διαφορετικών από εκείνους της επικρατούσας θρησκείας. Σε περίπτωση αρνητικής πράξης θα πρέπει να υπάρχει ειδική αιτιολογία προκειμένου να ελεγχθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Και στις προϋποθέσεις για την άδεια του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ανέγερση συλλειτουργίας ναών διαφορετικών από εκείνων της επικρατούσας. Έτιση 50 τουλάχιστον γειτονικών μεταξύ τους οικογενειών, οι οποίοι υπογράφεται από τους αρχηγούς των οικογενειών και οι οποίοι υποβάλλεται απευθείας στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. Δεύτερον, η περιοχή στην οποία διαμένουν οι αιτούντες να βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από άλλο ομόδοξο ναό. Και τρίτον, βεβαίωση του γνησίου των υπογραφών από την αστυνομική αρχή. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την άδεια του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ανέγραση λειτουργίας ευκτηρίων ήκων ή θρησκευτικών εντευκτηρίων. Πρώτον, έτιση των ενδιαφερομένων, οι οποίοι υποβάλλεται απευθείας στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων μέσω του πειμένα τους. Δεύτερον, βεβαίωση του γνησίου των υπογραφών από τον Δήμαρχο. Τρίτον, ουσιαστική λόγη για τη χωρίγηση της άδειας κρινόμενη από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. Προβλέπεται επίσης άδεια του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων για την είδης και λειτουργία ειρατικής σχολής ή σεμιναρίου ή μορφωτικού ιδρύματος διαφορετικών από εκείνων της επικρατούσας. Αυτό, λοιπόν, το νομικό πλαίσιο των διοικητικών αδειών του Υπουργείου Παιδείας προβλέπεται σε ένα παλαιό αλλά ισχύον νομοθητικό καθεστώς της εποχής δικτατορίας μεταξά, με τροποποιήσεις, οι οποίες έγιναν στη σύγχρονη εποχή, ξεκινώντας με την απόφαση Μανουσάκης κατά Ελλάδος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Αθροπίνων Δικαιωμάτων, που έκρινε ότι η ανάμιξη του ορθόδοξου μητροπολίτη στη διαδικασία εκδόσαιος μιας άδειας για την ανέρχητη λειτουργία νομίου ειχου, διευθυριού οίκου, ετεροδόξων ή ετεροθρίσκων, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας ετεροδόξων ή ετεροθρίσκων. Και επίσης ότι η ύπαρξη πραγματικής ανάγκης ιδρύσεως ναού ειχου διευθυριού οίκου, προβλεπόταν αυτή η ανάγκη μόνο για τους ναού στη νομοθεσία, αποτελεί μία προϋπόθεση η οποία δεν καθιστά δεσμευθική την έκδοση αποφάσεως, διότι είναι μία προϋπόθεση η οποία δεν έχει την βεβαιότητα εκπληρώσεως όπως έχουν οι άλλες προϋποθέσεις. Και συνεπώς και αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με ένα σύστημα υποχρεωτικής άδειας υποχρεωτικής, προλεπτικής άδειας υποχρεωτικής, εφόσον εκπληρωθούν προβλέψιμες προϋποθέσεις και δυνάμενες να εκπληρωθούν από τους αιτούντες. Στη συνέχεια θα δούμε άλλα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία όταν αποκτήσουν θρησκευτική διάσταση είναι και αυτά θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα. Άσχηλο της κατοικίας και συγκεκριμένα ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη, ιδιωτική και οικογενική ζωή έχει και θρησκευτική διάσταση. Το δικαίωμα του συνέρχεστε ως νοστό ελευθερίας της λατρείας είναι μια ειδική μορφή της ελευθερίας του συνέρχεστε. Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα. Το δικαίωμα του συναιτερίζεστε, οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνεισθούν ενώσεις και αδροσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν άσχητο δικαιώματος σε αυτό που προηγούμενη άδεια. Ισότητα των Ελλήνων, οι Έλληνες είναι η ίση ενώπιον του νόμου, η παράγραφος 6 μας ενδιαφέρει επίσης, κάθε Έλληνας μπορεί να φέρει όπλα, είναι υποχρεωμένος να συντελίσει την άμυνα της πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς των νόμων. Και έχει προσθεθεί μια ερμηνευτική δήλωση ότι η διάταξη αυτή δεν αποκλεί να προβλέπεται με νόμο η υποχρεωτική προσφορά άλλων υπηρεσιών εντός ή εκτός των νόπλων δυνάμεων, δηλαδή εναλλακτική θητεία, από όσους έχουν τεκμηριωμένη αντίρρηση συνειδήσεις για την εκτέλεση ενόπιση γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας. Μας ενδιαφέρει επίσης το άρθρο 16 που κατοχυρώνει την ελευθερία της τέχνης, της επιστήμης, της έρευνας και της διδασκαλίας. 1 στην παράγραφο 2 μας δίνεται ο σκοπός της παιδείας. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό νηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους ελεύθερους και υπεύθυνους τους πολίτες. Η ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης συνδέεται με την ύπαρξη του μαθήματος των θρησκευτικών στα δημόσια σχολεία. Το άρθρο 17 κατοχυρώνει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και προβλέπει τις προϋποθέσεις της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Το άρθρο 18 απαγορεύει την απαλλοτρίωση της αγροτικής ιδιοκτησίας των στανοπυριακών μονών Αγίας Αναστασίας Φαρμακολυτρίας στη Καλλικηδική, Βλατάδων στη Θεσσαρωνίκη και Ευαγγελιστή Ιωάννη Θεολόγου στην Πάτμο με εξαίρεση τα μετόχη. Επίσης, απαγορεύεται η απαλλοτρίωση περιουσίας που βρίσκεται στην Ελλάδα των Ματριαρχείων Αλεξανδρίας Αντιοχίας Κιεροσολύμων καθώς και της Ιερής Μονής του Σινά. Το άρθρο 24 επίσης μας ενδιαφέρει, το οποίο κατοχυρώνει την προστασία του φυσικού και αυτό μας ενδιαφέρει μας του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέσεις του κράτους και αδικαίωμα του καθενός. Στην έννοια της προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος συμπεριλαμβάνται η προστασία των θρησκευτικών πολιτιστικών αγαθών. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την προσοχή σας.