Διάλεξη 12 / Διάλεξη 12 / Διάλεξη 12

Διάλεξη 12: ΤΟΟΝΟΝΟΝΟΣΤΗΜΑΛΑΣΟΣΗΣΗΣΗΣΑΣΕΝΑΣΕΝΑΣΕΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΣΗΣΕΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗ Εκκλησιαστικών Συμβάσεων, βρισκόμαστε στην εξέταση, την ερμηνεία και τον σχολιασμό της Διεθνούς Δημερούς Συμφωνίας του 1996, μεταξύ της Αγίας Έδρας και της Δημοκρατίας Κροατία...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Κυριαζόπουλος Κυριάκος (Επίκουρος Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Θεσμοί των Ευρωπαϊκών Λαών ΙI 19ος-20ος αιώνας
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=8e8e5246
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 12: ΤΟΟΝΟΝΟΝΟΣΤΗΜΑΛΑΣΟΣΗΣΗΣΗΣΑΣΕΝΑΣΕΝΑΣΕΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΣΗΣΕΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗΝΑΥΤΗ Εκκλησιαστικών Συμβάσεων, βρισκόμαστε στην εξέταση, την ερμηνεία και τον σχολιασμό της Διεθνούς Δημερούς Συμφωνίας του 1996, μεταξύ της Αγίας Έδρας και της Δημοκρατίας Κροατίας. Και συγκεκριμένα βρισκόμαστε στο άρθρο 10, το οποίο ορίζει στην παράγραφο 1. Τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα μπορούν να αποκτούν, να κατέχουν, να νέμονται ή να εκποιούν κινητά ή ακίνητα αγαθά, όπως και να αποκτούν και να εκποιούν περιουσιακά δικαιώματα, σύμφωνα με τις κανονικές διατάξεις και εκείνες της νομοθεσίας της Δημοκρατίας Κροατίας. Στην παράγραφο 2 προβλέπεται, τα νομικά πρόσωπα για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1, μπορούν να ιδρύουν ιδρύματα. Η δραστηριότητά τους όσον αφορά τα πολιτικά τους αποτελέσματα ρυθμίζεται σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της Δημοκρατίας Κροατίας. Το άσφαρο 10 αναφέρεται και αφορά την εκκλησιαστική υπερουσία και συγκεκριμένα, δηλαδή με άδεια ορολογία, αυτή που χρησιμοποιείται στον κώδικα κανονικού δικαίου της δρατηνικής εκκλησίας, μόνα τεμποράλια, δηλαδή πρόσκαιρα αγαθά, μόνα εκλέζειε τεμποράλια, πρόσκαιρα αγαθά της εκκλησίας που σημαίνει εκκλησιαστική υπερουσία. Αναγνωρίζει λοιπόν το άρθρο 10 αυτής της Διεθνούς Δημερούς Συμφωνίας μεταξύ Αγίας Έδρας και Δημοκρατίας της Κροατίας. Το δικαίωμα των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων της καθολικής εκκλησίας να αποκτούν, να κατέχουν, να νέμονται ή να εκποιούν κινητή ή ακίνητη περιουσία, καθώς και να αποκτούν ή να εκποιούν άλλα περιουσιακά δικαιώματα. Το νομικό πλαίσιο αυτών των δικαιωμάτων συνίσταται από τις διατάξεις του κανονικού δικαίου και από τις διατάξεις της νομοθεσίας της Κροατίας. Το άρθρο 11 στην παράγραφο 1 ορίζει «Η Καθολική Εκκλησία έχει το δικαίωμα να κατασκευάζει ναούς και εκκλησιαστικά κτίρια, να διευρύνει ή να τροποποιεί εκείνα που ήδη υπάρχουν, σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν στη Δημοκρατία της Κροατίας». Στην παράγραφο 2 προβλέπεται «Ο Υπαρχικός Επίσκοπος αποφασίζει για την ανάγκη κατασκευής εκκλησιαστικών κτιρίων και επιλέγει σχετικώς τον χώρο σε συμφωνία μετααρμόδια όργανα της Δημοκρατίας της Κροατίας». Και στην παράγραφο 3 διαλαμβάνεται ότι οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας της Κροατίας δεν θα παίρνουν υπόψιν τις αιτήσεις για την κατασκευή εκκλησιαστικών κτιρίων χωρίς να έχουν λάβει τη συνέναιση την γραπτή του Επαρχαιούχου Επισκόπου. Το άνθρωπο 11. Στην παράγραφο 1 αφορά το δικαίωμα της Καθολικής Εκκλησίας να κατασκευάζει ναούς και άλλα εκκλησιαστικά κτίρια. Να τα διευρύνει ή να τα τροποποιεί. Βεβαίως καθιερώνεται η υποχρέωσή της να ενεργεί στα πλαίσια των νόμων που ισχύουν για όλους στη Δημοκρατία της Κροατίας. Αρμόδιος για την κατασκευή εκκλησιαστικών οικοδομημάτων και ειδικότερα για την διαπίστοση της ανάγκης κατασκευής τέτοιων οικοδομημάτων είναι ο Επαρχαιούχος Επίσκοπος ο Αρμόδιος. Και είναι αυτός ο οποίος έχει το δικαίωμα να συμφωνεί με τα αρμόδια όργανα τα κρατικά, το χώρο στον οποίο θα χτιστούν αυτά τα εκκλησιαστικά κτίρια. Αυτή η αρμοδιότητα τον συμφωνεί με τα αρμόδια κρατικά όργανα είναι απαραίτητη για το λόγο ότι η ίδρυση ενός εκκλησιαστικού κτιρίου μπορεί να απαιτεί στον ανάγκη της τροποποίησης του πολεοδομικού σχεδίου για να καθοριστεί μέσα στο πολεοδομικό σχέδιο ποια θα είναι η θέση που θα προοριστεί για την ενέργεση του συγκεκριμένου εκκλησιαστικού κτιρίου. Η παράγωφος τρία αυτής διεθνούς δημιουργής συμφωνίας δεν επιτρέπει στις αρμόδιες κρατικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη τους αιτήσεις καθολικών πιστών για την κατασκευή εκκλησιαστικών κτιρίων αν προηγουμένως δεν έχουν λάβει τη γραπτή συνέναιση του επαρχιούχου επισκόπου. Και προχωρούμε στο άρθρο 12 της διεθνούς δημιουργής συμφωνίας μεταξύ Αγίας Έδρας και Δημοκρατίας Κροατίας. Στην παράγωφο 1 ορίζεται στην καθολική εκκλησία είναι εγγυμμένες ηλευθερία να τυπώνει, να δημοσιεύει και να διαδίδει βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες όπως και οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα που συνδέεται με την αποστολή της. Στην παράγωφο 2 αναφαίνεται η καθολική εκκλησία έχει πρόσβαση και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, εφημερίδες, ράδιο, τηλεόραση. Η καθολική εκκλησία έχει επίσης το δικαίωμα να ιδρύει και να διοικεί το δικό της ράδιο και τη δικιά της τηλεόραση σύμφωνα με τους νόμους της δημοκρατίας της Κρουατίας. Όλα αυτά τα δικαιώματα τα οποία είναι εγγυμμένα για την καθολική εκκλησία από την Κρουατία στο άρθρο 12 της Διεθνούς Πλημερούς Συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ τους για νομικές υποθέσεις αναφέρονται στην ελευθερία του τύπου. Αποτελούν ειδικότερες πτυχές αυτής ελευθερίας του τύπου. Όπως είναι η ελευθερία εκτυπώσεως, δημοσιεύσεως, διαδώσεως, βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών. Επίσης το δικαίωμα στην πρόσβαση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα δημόσια. Εθνημερίδες, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις. Το ίδιο δικαίωμά της ελευθερίας της έκφρασης για τους θρησκευτικούς της σκοπούς πιελαμβάνεται και το δικαίωμά της να ιδρύει και να διοικεί δικά της δικούς τις ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς ταθμούς. Αλλά επειδή αυτή η δραστηριότητα ενημέρωσης δεν είναι καθαρά θρησκευτική, αλλά είναι θρησκευτικά αιτιολογούμενη, γι' αυτό τον λόγο υποχρεούνται η Καθολική Εκκλησία κατά την άσχηση του δικαιωματώσης να ιδρύει και να διοικεί ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς ταθμούς υπέχει την υποχρέωση να συμμορφώνεται με τους σχετικούς νόμους της δημοκρατίας της Κροατίας. Και προχωρούμε στο άρθρο 13. Στην παράγραφο 1 το άρθρο 13 προβλέπεται ο κανονικός γάμος, δηλαδή ο γάμος κατ' ο κανονικό δίκιο της Καθολικής Εκκλησίας, από τη στιγμή της τελεσίστου παράγει πολιτιακά αποτελέσματα σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της δημοκρατίας της Κροατίας. Εάν δεν υπάρχουν πολιτιακά κολλήματα για τους συνάπτοντες τον γάμο και αν εκπληρώνονται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από το νόμο της δημοκρατίας της Κροατίας. Δηλαδή ο θρησκευτικός γάμος, ο οποίος συνάπτεται κατ' ο κανονικό δίκιο της Καθολικής Εκκλησίας, από τη τελεσίστου παράγει πολιτιακά αποτελέσματα υπό δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, εφόσον δεν υπάρχουν κολλήματα για τους συνάπτοντες τον γάμο και δεύτερον, εφόσον έχουν εκπληρωθεί οι προβλεπόμενες από το νόμο της δημοκρατίας της Κροατίας προϋποθέσεις. Οι παράγελφος δύο προβλέπει ο τρόπος και ο χρόνος, ο προβλεπόμενος για την καταχώρηση του κανονικού γάμου στο ρηξιαρχείο καθορίζονται από το αντίστοιχο νόμο της δημοκρατίας της Κροατίας. Σαφής διάταξη. Προχωρούμε στην παράγραφο τρία. Η προετοιμασία για τον κανονικό γάμο περιλαμβάνει την εκπαίδευση των μελλοντικών συζύγων πάνω στη διδασκαλία της εκκλησίας για τον εξαίρετο χαρακτήρα του μυστηρίου του γάμου, ειδικά για την ενότητα και το αδιάλειτό του, καθώς και για τα πολιτιακά αποτελέσματα του γαμικού δεσμού σύμφωνα με το νόμο της δημοκρατίας της Κροατίας. Η προετοιμασία λοιπόν που γίνεται από πλευράς των αρμόδιων θρησκευτικών λειτουργών των υποψήφιων συζύγων περιλαμβάνει την εκπαίδευση των υποψήφιων συζύγων πάνω στη διδασκαλία της καθολικής εκκλησίας που αφορά τη σημασία του μυστηρίου του γάμου και ειδικότερα την ενότητά του και το αδιαλειτό του. Πρώτον και δεύτερον η δασκαλία αυτή αφορά και τα πολιτιακά αποτελέσματα του γάμου και την αμυντομοθεσία της δημοκρατίας της Κροατίας. Ως γνωστόν το κανονικό δίκιο της καθολικής εκκλησίας δεν επιτρέπει το διαζύγιο παρά μόνο την ακύρωση γάμου από το αρμόδιο εκκλησιαστικό δικαστήριο. Για αυτό το λόγο, σε αυτή τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 13, γίνεται λόγος για διδασκαλία της καθολικής εκκλησίας προς τους μελλοντικούς συζύγους για τη σημασία του μυστηρίου του γάμου και ειδικά για την ενότητα και το αδιάλειτό του. Στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου 13 ορίζεται οι αποφάσεις των εκκλησιαστικών δικαστηρίων για την ακυρότητα του γάμου και εκείνες της ανώτατης αρχής της εκκλησίας για τη διάλειση του γαμικού δεσμού κοινοποιούνται στο αρμόδιο κρατικό δικαστήριο, προκειμένου να αναγκωριστεί το δεδικασμένο τους σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της δημοκρατίας, της κρατίας. Και η διάταξη αυτή είναι μεσαφήνια δεκομένη και αναφέρεται στην αναγνώριση του αδικασμένου των αποφάσεων των εκκλησιαστικών δικαστηρίων, είτε εκείνων που αφορούν την ακυρότητα του γάμου, είτε εκείνων που αφορούν το λύσιμο του γαμικού δεσμού από την ανώτατη εκκλησιαστική αρχή, δηλαδή από το Νότο Δικαστήριο της Ρωμαϊκής Ρώτα της Αγίας Έδρας. Οι αποφάσεις λοιπόν για αυτά τα ζητήματα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων κοινοποιούνται στο αρμό διοκρατικό δικαστήριο προκειμένου να αναγνωριστεί το αδικασμένο τους στη κρατική έννομη τάξη, σύμφωνα με τη νομοθεσία της κρατίας. Το άρθρο 14 ορίζει στην παράγραφο 1 «Η δημοκρατία της κρατίας αναγνωρίζει το δικαίωμα των πιστών να συνενώνονται σύμφωνα με τους σκοπούς της εκκλησίας». Όσον αφορά τα πολυγειακά αποτελέσματα της δραστηριότητάς τους, οι εν λόγω συνενώσεις ρυθμίζονται σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της δημοκρατίας της κρατίας. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι ο Κώδικας Κανονικού Δικαίου της Αθηνικής Εκκλησίας προβλέπει και τα σωματεία των πιστών κατά το Κανονικό Δίκιο. Η συμφωνία αυτή διεθνής μεταξύ Αγίας Έδρας και Δημοκρατίας Κρατίας αναγνωρίζει το δικαίωμα της συνένωσης των πιστών για την εξυπεράτηση των σκοπών της Καθολικής Εκκλησίας. Εάν ιδρυθούν σωματεία πιστών κατά το Κανονικό Δίκιο της Καθολικής Εκκλησίας, δεν αναγνωρίζονται αυτοδικαίως τα ένομα αποτελέσματα τους στην κρατική ένομη τάξη, διότι το εδάφιο 2 της πρώτης παραγράφου, το Άρχο 14, ορίζει ότι σε σχέση με τα πολιτικά αποτελέσματα της δραστηριότητός τους, αυτές οι συνενώσεις των πιστών για την εξυπηρέτηση των σκοπών της Καθολικής Εκκλησίας ρυθμίζονται από τις νομικές διατάξεις, δηλαδή από τη νομοθεσία της κρατίας. Η παράγραφος 2 του Άρχου 14 προβλέπει ότι η δημοκρατία της κρατίας εγγυάται στους καθολικούς και στις συνενώσεις τους και στους οργανισμούς τους η πλήρη ελευθερία δράσης και της δημόσιας δραστηριότητας, είτε προφορικά είτε γραπτά. Η παράγραφος 2 του Άρχου 14 δεν αφορά μόνο τους κληρικούς, αφορά όλους καθολικούς, κληρικούς, αφιερωμένους δηλαδή μοναχούς ή λαϊκούς και τις συνενώσεις τους ή τους οργανισμούς τους. Στους καθολικούς και στις συνενώσεις τους ή τους οργανισμούς τους η διάταξη αυτή εγγυάται την πλήρη ελευθερία δράσης και δημόσιας δραστηριότητας. Προφορικά ή γραπτά. Το άρθρο 15 ορίζει. Η Καθολική Εκκλησία έχει το δικαίωμα να ιδρύει εκπαιδευτικά ιδρύματα οποιοδήποτε βαθμού και να τα διοικεί σύμφωνα με τις δικές της διατάξεις στα πλαίσια του σεβασμού των νομικών διατάξεων της δημοκρατίας και κρατίας. Το άρθρο λοιπόν 15 αναγνωρίζει το δικαίωμα της Καθολικής Εκκλησίας που καταφάσκεται και στον κώδικα κανονικού δικαίου της Καθολικής Εκκλησίας να ιδρύει εκπαιδευτικούς οργανισμούς οποιοδήποτε βαθμού από τα νηπιαγωγεία μέχρι τα πανεπιστήμια. Όχι μόνο να ιδρύει αλλά και να τα διοικεί αυτά τα εκπαιδευτικά ιδρύματα σύμφωνα με την εσωτερική της νομοθεσία. Αλλά ταυτόχρονα ορίζει το άρθρο 15 πρέπει να εφαρμόζονται και οι σχετικές νομικές διατάξεις του κράτους της κρατίας διότι αν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν διδάσκουν αποκλειστικά την καθολική θρησκεία πράμα το οποίο θα συνιστούσε θρησκευτική δραστηριότητα δηλαδή αν διδάσκουν άλλες επιστήμες πέραν της γεωλογίας τότε αυτή η δραστηριότητά τους συνισθά μια θρησκευτικά ητιολογούμενη δραστηριότητα, η δασκαλία της εκπαίδευσης γενικής παιδείας αφορά μία θρησκευτικά ητιολογούμενη δραστηριότητα γι' αυτό διέπεται και από τις κρατικές διατάξεις πέραν των εκκλησιαστικών διατάξεων. Το άρθρο 17 της ίδιας Διεθνούς Διεμερούς Συμφωνίας μεταξύ Αγίας Έδρας και Δημοκρατίας Συγκρατίας ορίζει στην παράραφο 1 και η Καθολική Εκκλησία μπορεί ελεύθερα να οργανώνει οργανισμούς που αποβλέπουν στη διασφάλιση της φιλανθρωπικής δραστηριότητας και της κοινωνικής πρόνοιας σύμφωνα με τις σχετικές κρατικές διατάξεις. Στην παράφο 2 προλέπεται τα εκκλησιαστικά ιδρύματα που έχουν σκοπό φιλανθρωπικό και κοινωνικής πρόνοίας οι οργανισμοί που εξαρτώνται από την εκκλησία διέπονται σε συμφωνία με τα καταστατικά τους και απολαμβάνουν των ίδιων δικαιωμάτων και προνομίων με εκείνα τα ιδρύματα τα κρατικά που ιδρύονται για τους ίδιους σκοπούς. Στην παράγραφο 3 ορίζεται η Καθολική Εκκλησία και η Δημοκρατία της Κουρατίας θα συμφωνούν για την αμοιβαία συνεργασία των δικών τους φιλανθρωπικών και κοινωνικής πρόνοιας ιδρυμάτων. Στην παράγραφο 4 διαλαμβάνεται οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας της Κουρατίας και οι αρμόδιες εκκλησιαστικές αρχές θα θεσπίσουν με κοινή συμφωνία τους οικονομικούς πόρους τους οποίους η Δημοκρατία της Κουρατίας θα παράσχει στους οργανισμούς της Καθολικής Εκκλησίας για την υπηρεσία του κοινού συμφέροντος της κοινωνίας. Και στην παράγραφο 5 αναφέρεται όσον αφορά τα απολυκιακά αποτελέσματα οι οργανισμοί για τους οποίους πρόκειται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου διέπονται σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της Δημοκρατίας της Κουρατίας. Όχι μόνο η γενική παιδεία ως εκπαιδευτική δραστηριότητα αλλά και οι δραστηριότητες φιλανθρωπίας και κοινωνικής πρόνοιας εκλαμβάνονται από αυτήν την Διεθνή Διμερή Συμφωνία ως δραστηριότητες όχι καθαρά θρησκευτικές αλλά θρησκευτικά αιτιολογούμενες. Για αυτό, ναι μεν, η Καθολική Εκκλησία μπορεί ελεύθερα να ιδρύει κανόνι οργανισμούς φιλανθρωπικούς και κοινωνικής πρόνοιας πριν όμως πρέπει να συμμορφώνεται ως προς αυτά τα ζητήματα ίδρυσης και οργάνωσης αυτών των οργανισμών με την κρατική νομοθεσία. Στην παράγραφο 2 του ίδιου Άρθου 17 αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην αυτονομία της Καθολικής Εκκλησίας και σε σχέση με την ανάπτυξη αυτών των δραστηριοτήτων των φιλανθρωπικών και κοινωνικής πρόνοιας δεδομένου ότι θα διέπονται από τα δικά τους καταστατικά όπως ορίζει το Άρθρο 17. Και επιπλέον η ίδια διάταξη παρέχει τα ίδια δικαιώματα και τα ίδια προνόμια σε αυτούς τους οργανισμούς τους φιλανθρωπικούς και κοινωνικής πρόνοιας και εκείνους τους οποίους παρέχει το κράτος στους αντίστοιχους κρατικούς οργανισμούς. Στο σημείο αυτό ολοκληρώσαμε την εξέταση, την ερμηνεία και το σχολιασμό της Διεθνούς Δημερούς Συμφωνίας μεταξύ της Αγίας Έδρας και της Δημοκρατίας της Κρωτίας του έτους 1996 και επίσης περατώσαμε αυτή τη σειρά διαλέξεων με γενική θεματική το δίκαιο των κορδάτων και εκκλησιαστικών συμβάσεων. Όπως είναι κατανοητό, δεν θα μπορούσαμε να εξαλείσουμε αυτό το εκτεταμένο θέμα, παρά μόνο να δώσουμε μερικά ερεθίσματα, μερικές προκλήσεις με την ανάπτυξη αυτού του θέματος, ώστε όσοι ενδιαφέρονται να εντρυφήσουν περαιτέρω στη μελέτη αυτού του εξαιρετικά ενδιαφέροντος μέρους του συνολικού δικαίου των θρησκευμάτων, το οποίο αφορά το δίκαιο των κορδάτων και των εκκλησιαστικών συμβάσεων. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.