Εκκλησιαστικό Δίκαιο ΙΙ (Μεταπτυχιακό): Υπόσχεσθαι, αγαπητές φίλες και φίλοι, στην τέταρτη διάλεξη του μεταπτυχιακού του εκκλησιαστικού δικαίου του πρώτο έτους Ιαρινού Εξαμίνου συνεχίζομαι την εξέταση και τον σχολιασμό της έκθεσης του Ειδικού Ισυγητή για τη Θρησκευτική Λευθερία της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάνων του ΟΗΕ, η οποία αφορά τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στην Κύπρο. Στην προηγούμενη τρίτη διάλεξη είχαμε ασχοληθεί με το μέρος της έκθεσης του Ειδικού Ισυγητή, η οποία αφορούσε το συνταγματικό καθεστώς των θρησκευτικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο. Τώρα συνεχίζομαι με τα συμπεράσματα και τις ιστάσεις του Ειδικού Ισυγητή, οι οποίες περιέχονται στο τελευταίο μέρος της έκθεσης του για την Κύπρο. Και καταρχήν συμπεράσματα. Στην παράγραφο 70 ο Ειδικός Ισυγητής είναι επεπισμένος ότι η πολιτική σύγκρουση στην Κύπρο δεν προέρχεται από θρησκευτικές διαφορές καθεαυτές. Γεώνες λαοί διαφορετικών θρησκευτικών προσανατολισμών, συγκεκριμένα χριστιανοί και μουσουρμάνοι, έχουν από μακρού ζήσει ειρνικά δίπλα-δίπλα. Ένα επίτεγμα το οποίο φαίνεται να έχει επιζήσει σε ένα ορισμένο βαθμό σε διάφορες πολιτικές κρίσεις και συγκρούσεις που έχουν επηρεάσει το νησί. Μάλλον οι πολιτικές εντάσεις οι οποίες συνεχίζουν να επηρεάζουν το νησί μπορούν να έχουν μια επίδραση στην πλήρη ανάπτυξη της ελευθερίας θρησκείας ή κοσμοθεωρίας για το καθένα, καθώς και στη σχέση μεταξύ των διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων. Εφόσον οι εθνωτικές και θρησκευτικές προσχωρήσεις άλληλο συνδέονται αδιαχώριστα. Την παράγραφο 71 ο ειδικός ηγητής αναφέρει σχεδόν όλοι οι συνομιλητές με τους οποίους αυτός είχε την ευκαιρία να αλληλεπιδράσει, να συζητήσει κατά τη διάρκεια της αποστολής του και συμφώνησαν ότι η κατάσταση έχει σαφώς βελτιωθεί τα πρόσφατα χρόνια με θετικές επιπτώσεις και για την απόλαυση της ελευθερίας θρησκείας ή κοσμοθεωρίας σε όλο το νησί. Αυτό έχει γίνει κυρίως με το άνοιγμα ενός αριθμού σημείων διάβασης από το έτος 2003, το οποίο επιτρέπει στους ανθρώπους, αν και όχι σε όλους, να κινούνται λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερα και να έχουν πρόσβαση σε θρησκευτικές θέσεις περιλαμβανομένων εκκλησιών, τζαμνιών, ταιμενών δηλαδή, και κοιμητηρίων που προηγουμένως δεν ήταν προσβάσιμα σε αυτούς. Συγκεκριμένα μέλη θρησκευτικών ιμιονότητων που έχουν ζήσει σε κατάσταση απομόνωσης για πολλά χρόνια, τώρα είναι ικανή να είναι σε επαφή με μέλη των οικογενειών τους, φίλους και μέλη της κοινότητάς τους από την οποία είχαν χωριστεί. Ο ειδικός ηγετής άκουσε ιστορίες κίνησης για οικογενειακές επανενοποιήσεις και ανθρώπους που ανακάλυψαν κοινούς δεσμούς με άλλους όταν επισκέφτηκαν τα παραδοσιακά τους χωριά. Πολό τι έχει ενημερωθεί για κάποια επεισόδια και προσβολές, για παράδειγμα στο πλαίσιο γεγονότων σπόρ διάφοροι συζητητές, δόνυσαν ότι το άνοιγμα των σημείων διάβασης το 2003 δεν έχει ευτυχώς οδηγήσει σε αυξανόμενη φυσική βία μεταξύ των κοινοτήτων. Αυτό καθεαυτό είναι πολύ θετικό φαινόμενο δεδομένης της τραυματικής ιστορίας του πολέμου, της μετατόπισης και της συνεχιζόμενης στέρησης της περιουσίας, καθώς και της καταστροφής και της βεβίλωσης θρησκευτικών χώρων. Στην Παράγραφο 72 ο ειδικός σηγητής αναφέρει «Η συνολική εικόνα του νησιού διαπωτίζεται κατά μεγάλο μέρος από την πραγματικότητα του δίκοινοτισμού, η οποία έχει επιπτώσεις για την κατάσταση της ελευθερίας, θρησκείας και κοσμοθεωρίας». Τα βασικά χαρακτηριστικά του δίκοινοτισμού κατοχυρώθηκαν στο Σύνταγμα του 1960 της Δημοκρατίας της Κύπρου, σε σχέση με τη θρησκεία. Ο δίκοινοτισμός κυρίως αναφέρεται στην Ελληνιορθόδοξη Εκκλησία και επιπλέον στις τρεις επίσημες θρησκευτικές μειονότητες των Αρμενίων, των Μαρωνιτών και των Λατίνων που έχουν συνδεθεί συλλογικά με την ελληνική κοινότητα. Και από την άλλη στο Ισλάμ. Ενώ αυτή η κατανόηση του δικοινοτισμού αναμφίβολα αντανακλά μια ιστορική και σύγχρονη πραγματικότητα, η θρησκευτική διαφοροποίηση σε όλο το νησί έχει, de facto, αναπτυχθεί πέραν των ορίων αυτής της αντίληψης. Για παράδειγμα, μετανάστες, έπικοι και απογονείς τους έχουν αλλάξει το θρησκευτικό τοπίο στο βόρειο και στο νότιο μέρος και έχουν φτάσει στο νησί νέες θρησκευτικές κοινότητες. Ο ειδικός ηγητής άκουσε επίσης για διαφωνίες μεταξύ ανθρώπων που έχουν τροπία κοσμική και πιο συντηρητικών θρησκευόμενων πιστών. Στην Παράγραφο 73 ο ειδικός ηγητής συνεχίζει ότι απευθύνει διάφορες πρακτικές συστάσεις στη κυβέρνηση της Δημοκρατίας Κύπρου, στις de facto αρχές του βόρειου μέρους και σε άλλους. Ότι θα ήθελε να επαναλάβει τη σημασία της διασφάλισης ότι δεν υπάρχει προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων χωριστή, αλλά όλα τα πρόσωπα μπορούν αποτελεσματικά να απολαμβάνουν τα θεμελιώδη δικαιώματα, περιλαμβανομένη σε ελευθερίας θρησκείας ή κοσμοθεωρίας, οπουδήποτε ζουν. Τις συστάσεις για τη κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κύπρου. Στην παράγραφο 74 ο ειδικός εισηγητής αναφέρει ότι η κυβέρνηση δημοκρατίας της Κύπρου έπρεπε περαιτέρω να πτήξει την υπάρχουσα πολιτική της εκτίμησης, σεβασμού της θρησκευτικής και κοσμοθεωρητικής διαφοροποίησης με μία οπτική να περιλαμβάνει τις μικρές κοινότητες, καθώς και τις κοινότητες που δεν έχουν μια μακριά ιστορική παρουσία στην Κύπρου. Προκειμένου να εγγυηθεί για τον κάθε ένα την πλήρη και χωρίς διακρίσεις απόλαυση της ελευθερίας της θρησκείας ή κοσμοθεωρίας, τα μέλη εκείνων των θρησκευτικών κοινοτήτων που εμπίπτουν εκτός του πλαισίου εκείνων των θρησκιών που έχουν υπάρξει ιστορικώς παρούσες στο νησί, θα πρέπει επίσης να υποφελούνται από τις υφιστάμενες επιχορηγήσεις πελαμβανομένης της οικονομικής υποστήριξης για τα θρησκευτικά σχολεία, της παρουσίας στα μέσα ενημέρωσης και της κάλυψης στο σχολικό αναλυτικό πρόγραμμα και στα βιβλία διδασκαλίας. Στην παράγραφο 75 ο ειδικός εισηγητής αναφέρει ότι οποιαδήποτε υφιστάμενα εμπόδια που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν, ειδικά για μικρές και μη παραδοσιακές θρησκευτικές και κοσμοθεωρητικές κοινότητες, να ιδρύουν, να ανηγείρουν θρησκευτικά κτίρια, χώρους λατρείας και κοιμητήρια και να αγοράζουν ακίνητα για αυτούς τους σκοπούς, θα πρέπει να αναλυθούν και να παύσουν να υπάρχουν. Στην παράγραφο 76 η Κυβέρνηση θα έπρεπε καλύτερα να υποστηρίζει τις μουσουμανικές κοινότητες στο νότιο μέρος, ειδικά προσφέροντας θρησκευτική εκπαίδευση για τους μουσουρμάνους μαθητές στη βάση εκούσια συμμετοχής και περαιτέρω χρηματοδοτώντας την υποδομή που χρειάζεται για τη θρησκευτική κοινωνική ζωή. Αυτό πελαμβάν τη λειτουργία κοιμητηρίων για τη διεξαγωγή αξιοπρεπών ενταφιασμών. Στην παράγραφο 77 η Κυβέρνηση θα πρέπει να σέβεται τα προσκυνήματα πελαμβανομένων των επισκέψεων στο χαλάς Σουλτάν Τεκέ ως ένα σημαντικό μέρος της ελευθερίας, θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Στην παράγραφο 78 η Κυβέρνηση θα έπρεπε να διασφαλίσει ότι κατά τη διάρκεια της σχολικής εκπαίδευσης κανένας μαθητής δεν θα πρέπει να εκτίθεται στο μάθημα των θρησκευτικών και γενικών σε θρησκευτική εκπαίδευση που έρχεται σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις του ή της πεποιθήσεις της ή της πεποιθήσεις των γονέων ή των νόμιμων κηδαιμόνων. Το δικαίωμα σε απαλλαγή από τη θρησκευτική εκπαίδευση από το μάθημα των θρησκευτικών θα έπρεπε να είναι εγγυημένο όχι μόνο δε γιούρε αλλά και στην πράξη. Παράγραφο 79 θα έπρεπε να διασφαλιστεί ότι οι μαθητές δεν εκτίθενται σε επίεση για να συμμετέχουν σε θρησκευτικές ιεροτελεστίες περιλαμβανομένων των εξομολογήσεων σε ιερέα στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης. Η σχολική εκπαίδευση θα πρέπει να περιλαμβάνει η αντικειμενική ενημέρωση για τη διαφοροποίηση των θρησκειών και κοσμοθεριών προάγοντας έτσι την πολυπροοπτικότητα, δηλαδή τις πολλές θρησκευτικές και κοσμοθεωρητικές προοπτικές. Όπως τώρα εξετάζεται στα απογράμματα που σχεδιάζονται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Παράγραφος 80. Η Κυβέρνηση θα πρέπει να διασφαλίσει ότι αυτοί που ζητούν άσυλο δεν εκτοπίζονται σε μια χώρα στην οποία μπορούν να αντιμετωπίσουν το σοβαρό κίνδυνο θρησκευτικής δίωξης. Και πλήρη συμμόρφωση με την αρχή των εφαρμόσυμων, των ισχυών των διεθνών στάνταρτς. Από τις συστάσεις του ειδικού Ισυγητή για τη Σκεφτική Λευθερία προς την Κυβέρνηση Δημοκρατίας της Κύπρου, μπορούμε να επισημάνομαι ορισμένα σημεία τα οποία πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής. Ο δικός Ισυγητής υποστηρίζει ότι οι επιχορηγήσεις οικονομικές θα πρέπει να επεκταθούν από την κυβέρνηση της Κύπρου πέραν των πέντε αναγνωρισμένων θεσκευμάτων, δηλαδή της Ελληνοαρθόδοξης Εκκλησίας, της Μουσουμανικής Κοινότητας, της Αρμενικής Εκκλησίας, της Μαρωνιτικής Καθολικής και της Λατινικής Καθολικής. Βέβαια, ο δικός Ισυγητής καθότι γερμανικής καταγωγής παραξενεύεται από τη χρήση του όρου «Λατίνος καθολικός», γι' αυτό την έννοια «Λατίνος» την βάζει σε εισαγωγικά. Αλλά αυτός είναι ένας όρος του κανονικού δικαίου της Καθολικής Εκκλησίας. Λατινική Εκκλησία, ένας ρυθμός, και οι ανατολικές εκκλησίες που ακολουθούν τους ανατολικούς ρυθμούς τον άλλο κώδικα κανόνων των ανατολικών, καθολικών ή ουνητικών κατά την ορθόδοξη αντίληψη εκκλησιών. Επίσης, ο ειδικός εισηγητής, η Αθλησκευτική Λευθερία, ζητά καλύτερη υποστήριξη των μουσουρμανικών κοινοτήτων στο Νότιο μέρος. Ζητά σεβασμό των μουσουρμανικών προσκυνημάτων. Συνειστά κανένας μαθητής στη διάρκεια της σχολικής εκπαίδευσης να μην εκτίθεται στο μάθημα των θρησκευτικών εναντίον των πεποιθήσεων ή των πεποιθήσεων της ή των πεποιθήσεων των γονέων ή των όμων κηδαιμόνων του. Επίσης, οι μαθητές δεν θα πρέπει να εκτίθεται σε πίεση συμμετοχής σε θρησκευτικές ιεροτελεστίες, δηλαδή σε προσευχές, καθώς και σε εξομολογήσεις σε ιερέα στο πλαίσιο του σχολείου. Δηλαδή, ο ειδικός εισηγητής προωθεί ένα ισχυρότερο μοντέλο κοσμικού κράτους από το υφιστάμενο, το οποίο επηρεάζεται από την ορθόδοξη παράδοση στην Κύπρο. Συνειστά επίσης μεταβολή του περιεχομένου του μαθήματος των θρησκευτικών, ούτως ώστε να περιλαμβάνει πολλές προοπτικές θρησκευτικές και κοσμοθεωρητικές, οι οποίες να δίνονται ως αντικειμενική ενημέρωση διαφοράς θρησκευμάτων και κοσμοθεωριών στους μαθητές. Επίσης, παίρνουμε ενημέρωση από αυτόν ότι αυτό σχεδιάζεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου. Στη συνέχεια, ο ειδικός σηγητής προχωρεί σε συστάσεις προς τις de facto αρχές στο βόρειο μέρος του νησιού. Στην παράγραφο 81, οι de facto αρχές θα πρέπει να δώσουν οδηγίες στην αστυνομία, σε ισαγωγικά, στο βόρειο μέρος, να απέχουν οποιαδήποτε συμπεριφορά, η οποία θα μπορούσε να έχει ένα αποτέλεσμα προσβλητικό για τις δραστηριότητες των θρησκευτικών κοινοτήτων. Για παράδειγμα, με τη βιντεοσκόπηση και τη κινηματογράφηση συνελεύσεων των πιστών. Παράγραφος 82, οι de facto αρχές θα πρέπει να επανεξετάσουν τους υφιστάμενους περιορισμούς στο βόρειο μέρος για την προσβασιμότητα των θρησκευτικών κτιρίων, τόπων ή κοιμητηριών και για τη διεξαγωγή θρησκευτικών ακολουθειών σε αυστηρή συμμόρφωση με το άρθρο 18, παράγραφος 3 του Διεθνού Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, δηλαδή της διάταξης για τους νόμιμους κατά το διεθνές δίκαιο περιορισμούς και το άρθρο είναι παράγραφος 3 της διακήρυξης του έτους 1981 της Γενικής Συνερεύσης το ΙΕ. Παράγραφος 83, οι de facto αρχές θα πρέπει να ερευνούν επιμελώς ισχυρισμούς βανδαλισμού θρησκευτικών τόπων και κοιμητρίων στο βόρειο μέρος. Αυτό θα πρέπει να βοηθά να οικοδομηθεί μία σχέση εμπιστοσύνης με τις θρησκευτικές μειονότητες, ειδικά τις χριστιανικές μειονότητες που ζουν στο βόρειο μέρος. Παράγραφος 84, οι de facto αρχές θα πρέπει να χειρίζονται τους ισχυρισμούς τληρονομιάς των χριστιανικών μειονότητες στο βόρειο μέρος, περιλαμβανομένων των ζητημάτων ιδιοκτησίας, ακυνήτων, κατά ένα δίκαιο και διαφανή τρόπο. Αυτό θα είναι ένα σημαντικό σημάδι για τις χριστιανικές μειονότητες, ότι έχουν μακρόχρονες προοπτικές στην περιοχή. 85, οι de facto αρχές θα πρέπει να σέβονται το δικαίωμα των θρησκευτικών ηγετών να επισκέπτονται τις κοινότητές τους στο βόρειο μέρος, χωρίς παράνομους κατά το διεθνές δίκαιο περιορισμούς. 86, η θρησκευτική και ηθική εκπαίδευση, που βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στην ισλαμική διδασκαλία, στα δημόσια σχολεία στο βόρειο μέρος, θα πρέπει να συνδέεται με μια επιλογή για απαλλαγή. Οι διαδικασίες απαλλαγής θα πρέπει να είναι εύκολες και δεν θα πρέπει να έχουν de jure ή de facto τιμωρυθμικά αποτελέσματα. 87, το δικαίωμα στην αντίρρηση συνειδήσεως στην στρατιωτική θητεία θα πρέπει να αναγνωριστεί, οι αντιρρυσίες συνείδησης θα πρέπει να έχουν την επιλογή να εκτελούν ενλακτική πολιτική θητεία, η οποία θα πρέπει να είναι συμβατή με τους λόγους τους για αντίρρηση συνειδήσεως και δεν πρέπει να έχει τιμωρυθμικά αποτελέσματα. Τι είναι τα σπουδαιότερα σημεία των συστάσεων του ειδικού εισηγητή για τις de facto αρχές στο βόρειο μέρος της Κύπρου. Ότι θα πρέπει να δώσουν οδηγίες στη λεγόμενη αστυνομία, στο βόρειο μέρος, να απέχουν από σήμερη φορά που θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα προσβλητικό για τις δραστηριότητες των σκεφτικών κοινωνιών, όπως να κινηματογραφούν τις συνελεύσεις των πιστών. Δεύτερον, θα πρέπει οι de facto αρχές να αναθεωρήσουν τους υφιστάμνους περιορισμούς για την προσβασιμότητα στα θρησκευτικά οικοδομήματα, τόπους και κοιμητήρια και για τη διεξαγωγή των θρησκευτικών ηρωτελεστίων. Δηλαδή, τους περιορισμούς στην ελευθερία εκδίδεωσης της θρησκείας, να τους αναθεωρήσουν με βάση τα διεθνή standards των περιορισμών, των νόμιμων κατά το διεθνές δίκιο, που ρολέπονται από το άρθρο 18 παράγραφος 3 του Διεθνού Συμφώνου για Τομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και από το άρθρο 1 παράγραφος 3 της διακήρυξης του 1981. Θα πρέπει επίσης οι de facto αρχές να ερευνούν επιμελώς ισχυρισμούς βανδαλισμού θρησκευτικών τόπων και κοιμητήριων. Θα πρέπει να σέβονται το δικαίωμα των θρησκευτικών ηγετών να επισκέπτονται τις κοινότητές τους στο βόρειο μέρος. Από το μάθημα των θρησκευτικών που είναι μουσουρμανικό θα πρέπει να προβλέπονται απαλλαγές για αυτούς που δεν είναι μουσουρμάνοι προφανώς και θα πρέπει να αναγνωριστεί το δικαίωμα της συναντήρης συνειδήσεως από τις de facto αρχές του βόρειου μέρους της Κύπρου. Στο σημείο αυτό, τελείωσε η τέταρτη διάλεξη του μεταπτυχιακού του εκκλησιαστικού δικαίου του πρώτου έτους Ιανουεξαμίνου. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας. |