: Μπροσφέρα. Ωραία λοιπόν, χαίρετε, καλώς ήρθατε, ελπίζω να δημιουργήσαμε αρκετή προσμονή με την καθυστέρησή μας. Όπως σας ξέρετε θα περάσουμε λίγο χρόνο μαζί, θα φάμε, θα πιούμε, το πως θα κοιμηθούμε δεν το ξέρω. Ούτως ή άλλως στην αρχή είναι καλό σιγά σιγά να σερβίρουμε, να έρθουν τα ενοπνευματόδιωστε, μετά να αρχίσει να ρέει το πράγμα μαζί με το αλκοόλ. Οπότε ζήτησα στα παιδιά να ξεκινήσουν λίγο με τα, δεν ξέρω τι θέλετε να πιείτε ο καθένας. Και εγώ στην αρχή θα σας πω δυο-τρία πολύ γενικά πράγματα για να ζεσθάνουμε λίγο την ατμόσφαιρα. Το πρώτο πράγμα είναι ότι με λένε Αλέξανδρο, με προσκάλεσε η Ελευσίνια 2021 σήμερα να μιλήσω για τη δουλειά μου. Τώρα όπως καταλαβαίνετε αυτό είναι και εύκολο και δύσκολο. Πρώτα απ' όλα γιατί η δουλειά είναι ακόμα σε εξέλιξη, οπότε το να μιλάς για αυτήν σαν κάτι το οποίο είναι πίσω, είναι σαν να είσαι ζωντανός και να κάνεις επικίδιο του εαυτού σου. Οπότε για μένα η δουλειά είναι κάτι το οποίο είναι πάντα μπροστά. Παρ' όλα αυτά σήμερα θα προσπαθήσουμε να πάμε προς τα πίσω και σιγά σιγά νομίζω ότι και εγώ θα καταλάβω κάτι καλύτερα από αυτά που κάνω και γιατί τα κάνω. Οπότε δεν το αισθάνομαι σαν να είναι κάτι που το στείνω για εσάς, το στείνω για εμάς και ελπίζω ιστερόβουλα ότι και εγώ κάτι θα μάθω απόψε. Το πρώτο μεγάλο πρόβλημα είναι πώς τυτλοφορείται κανείς. Δεν ξέρω αν το είδατε αλλά όπου είναι το όνομά μου έχω παλέψει να μην μου βάλουνε τίποτα άλλο εκτός από το καλλιτέχνης. Σας διαβεβαιώ ότι αυτό σήμερα όχι μόνο στην Ελλάδα ακόμα περισσότερο στο εξωτερικό είναι πάρα πολύ δύσκολο. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να δεχτεί κανείς μία ιδιότητα η οποία είναι απλά καλλιτέχνης. Συνήθως πρέπει να βάλουνε δίπλα στοχαστής, στη Γαλλία φιλόσοφος, το οποίο είναι τραγικό, είναι τραγικό και τους εξηγώ μα πως οι φιλόσοφοι μόνο νεκροί μπορεί να αποδοθούν, πως θα είμαι φιλόσοφος. Από εκεί που έρχομαι δεν το κάνουμε αυτό, δεν λέμε κάποιον φιλόσοφο. Αλλά ακόμα περισσότερο νομίζω ότι έχει να κάνουμε το εξής. Ότι πριν από κάποια χρόνια το να είναι καλλιτέχνης και να μιλάει, να έχει λόγο ήτανε λίγο πιο εύκολο. Τώρα οι καλλιτέχνες δεν έχουνε λόγο. Σιγά σιγά είναι όλο και περισσότερο, είτε διασκεδαστές, όπως λέμε entertainers στα αγγλικά, είναι συχνά τεχνοκράτες, επειδή υπάρχει πολύ έντονη παρουσία της τεχνολογίας και επίσης επειδή συχνά όλοι αυτοί οι οποίοι τρέχουνε τα προγράμματα καλλιτεχνικά, το βλέπουνε πάρα πολύ τεχνοκρατικά και θέλουνε έναν ο οποίος θα μας μιλήσει για gender, θέλουμε έναν που να είναι από Ελλάδα τώρα που έχουνε κρίσει, επίσης θέλουμε κάποια γυναίκα γιατί το ποσοστό από γυναίκες που έχουμε είναι χαμηλό, είναι και από Συρία, τέλειο. Οπότε σιγά σιγά οι καλλιτέχνες γεμίζουνε τρύπες. Και είναι κομμάτια ενός μεγάλου puzzle που δεν απαιτεί ο καλλιτέχνης να έχει όντως κάτι να πει. Γιατί κάτι θα υποθεί και αυτό θα υποθεί χάρη στην σύνθεση που θα υπάρξει. Αυτό δεν είναι μόνο κακό, αλλά όμως το γεγονός ότι ένας καλλιτέχνης πρέπει να έχει μια άλλη ιδιότητα για να μπορεί να μιλήσει, νομίζω ότι είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Οπότε διαρκώς καθόμαστε και παλεύουμε και λέμε, καλλιτέχνης, μα καλλιτέχνης, μα καλλιτέχνης. Δεν μπορείτε να φανταστείτε κάθε φορά πόσες φορές πρέπει να έρθουμε και να επανέλθουμε σε αυτό το τόσο απλό και στοιχειώδες πράγμα. Οπότε και εγώ έρχομαι μπροστά σας και σας λέω αυτό το τελείως αόριστο καλλιτέχνης. Τώρα ας το ξαναπάρουμε όμως από την αρχή. Οι σπουδές μου αφορούν στα οικαστικά. Όμως η αλήθεια είναι ότι η πρώτη μου καλλιτέχνηκη γλώσσα αφορά το κείμενο και το γράψιμο. Σήμερα λοιπόν είχα μια σύγκρουση μέσα μου για ποια πλευρά και πώς να το πιάσω. Γιατί είναι τέτοια η διαδρομή που αν θα ήθελα να σας μιλήσω για το τι έκανα όταν πίστευα ότι είμαι ζωγράφος. Στην υγειά σας. Ευχαριστούμε που ξεκινάτε. Λοιπόν και θα έρθω και εγώ σε λίγο μαζί σας. Εάν σας έλεγα για την περιπέτειά μου στη ζωγραφική, ήδη θα μας έπαιρνε μια βραδιά. Άμα μετά σας έλεγα για την περίοδο που είμαι απεπισμένος ότι είμαι φωτογράφος και το πρώτο πράγμα που έκανα το πρωί ήταν να ανοίγω τα μάτια μου, να αρπάζω τη φωτογραφική μηχανή και να φωτογραφίζω το παράθυρο. Πάλι είναι σαν μια άλλη ζωή. Τελικά η απόφαση που πήραμε είναι η εξής. Επειδή όπως βλέπετε έχουμε λίγη τεχνολογία αλλά όπου μπαίνει τεχνολογία τα πράγματα γίνονται λίγο κουραστικά. Η έμφαση θα δοθεί σε αυτό που υπάρχει από την αρχή μέχρι σήμερα που είναι περισσότερο η σχέση μου με τα κείμενα. Οπότε όπως ήδη έχω ξεκινήσει να κάνω θέλω να σας μιλήσω κατά βάση για τη σχέση μου με το κείμενο, με τον λόγο και που και που αυτό πιθανά θα μας πάει και σε άλλα πράγματα. Γιατί δουλεύω πολύ στο θέατρο και τον χορό. Στην αρχή έκανα βίντεο παραστάσεων, όχι την τεκμηρίωση αλλά βίντεο που ήταν κομμάτι της παράστασης. Τώρα δουλεύω πολύ σαν ένας δραματουργός που πάει να πει σαν ένας άνθρωπος που συνοδεύει έναν χορογράφο ή έναν σκηνοθέτη για να φτιάξει τη σύνθεση που να υλοποιήσει το όραμά του. Αυτή είναι πλέον, αν θέλετε, η βασική μου δουλειά και ιδιότητα. Καλώς ήρθατε και ας σου νίκω. Λοιπόν, επίσης, όπως απόψε πολύ συχνά παρουσιάζω κείμενά μου και κατά πάσα πιθανότητα θα το συζητήσουμε λίγο παρεούλα, θα σας προτείνω και θα μου πείτε και εσείς τη γνώμη σας αν θα διαβάσουμε και ποιο θα διαβάσουμε, γιατί έχουμε διάφορες επιλογές και θα ήθελα να ξεκινήσω με κάτι το οποίο είναι στην ουσία το πρώτο ομοποιήμα. Κάπου εδώ είναι αυτό το τετράδιο, δεν ξέρω αν σας θυμίζει τίποτα, αυτοί που είναι πολύ νέοι φαντάζομαι, πιο πολύ από εσάς, ίσως καναδιώ κάτι να τιμούνται, έτσι. Λοιπόν, τετράδια Φίνιξ, είμαι έξι χρονών όταν γράφω το πρώτο μου πήμα, είμαι γεννημένος το 1973, από όταν είναι το 1979 και γράφω το εξής πήμα, το Καναρίνι. Καναρίνι, Καναρίνι, έλα για νερό, Καναρίνι μας καλό. Ευχαριστώ. Λοιπόν, ξέρετε τι νομίζω ότι είναι ενδιαφέρον σε αυτήν την περίπτωση, είναι ότι ντρέπομαι πάρα πολύ που το διαβάζουν. Το οποίο ένα από τα πράγματα που λέει είναι ότι δεν έχω χιούμορ και ότι δεν έχω αντιληφθεί ότι τε πειράζει, παιδάκι ήμουνα, παρ' όλα αυτά δεν το καταφέρνω. Θαυμάζω τους ανθρώπους οι οποίοι λένε εντάξει, όταν ήμουνα παιδάκι έκανα αυτό, έκανα εκείνο, εγώ δεν έχω αυτήν την απόσταση και όταν ήταν να σας το διαβάσω αυτό πραγματικά αισθάνθηκα μια ταραχή. Λοιπόν, ξεπερνώντας αυτό τον ογκώληθο, ήθελα να σας πω τα εξής. Ανακάλυψα κάποια στιγμή ότι κάτι συνέβαινε με τις λέξεις, ότι για μένα αυτό το πράγμα ήταν ζωτικής σημασίας, ότι το κέντρο μου είχε να κάνει με τον λόγο. Τώρα το πώς έγινε αυτό, αυτό που θυμάμαι είναι να περπατάω και με το ρυθμό του βαδίσματος μέσα μου να έρχονται λέξεις ασταμάτητα, σαν να μιλάει κάποιος άλλος και αυτές οι λέξεις ήταν πολύ δυνατές. Δεν ήξερα από που έρχονταν, είχα ένα ρυθμό που σιγά σιγά ανέβαινε. Πήγαινα δημοτικό, όπως σας λέω, είμαι πάρα πολύ μικρός και αισθάνθηκα ότι κάτι υπάρχει, ότι υπάρχει ένα δώρο, κάτι, αλλά ταυτόχρονα αισθανόμουν ότι μόνο όταν διάβαζα αρχαία ιστορία, την ιστορία ας πούμε για τον Θεμιστοκλή, μόνο εκεί υπήρχε χώρος για αυτού του είδους την ομιλία, γιατί ήταν σαν να μιλάω σε ένα φανταστικό τεράστιο κοινό, δηλαδή περπάταγα μόνος μου στην πλατεία της Αγίας Αναστασίας στον Περισσό και για κάποιο λόγο που δεν καταλάβαινα, ήταν σαν να μιλάω σε χιλιάδες ανθρώπους. Ξέρω ότι ακούει ήταν ισχυτικό, αλλά αυτή ήταν η στιγμή που αισθάνθηκα ότι εδώ κάτι συμβαίνει. Αισθάνθηκα ότι αυτό ήταν κάτι που θα με συνόδευε για πάντα. Και έτσι κατάλαβα ότι για μένα με τις λέξεις κάτι, κάτι συνέβαινε. Πρέπει να σας πω επίσης ότι άρχισα πολύ να μιλήσω. Επειδή η οικογένειά μου πιθανά γεννήθηκα στον Καναδά και ήρθαμε όταν ήμουνα πολύ μικρός, ίσως αυτή η αλλαγή γλωσσικού περιβάλλοντος προκάλεσε μια καθυστέρηση στην ομιλία. Αλλά με το που μίλησα, μάλλον από την αντίσταση μίλαγα εντυπωσιακά καλά. Ένα άλλο πράγμα το οποίο είναι καθοριστικό είναι ότι είχα την τύχη και την ατυχία ο πατέρας μου να είναι μαθηματικός, μηχανικός, ο οποίος ήθελε να ασχοληθεί με αφηρημένα μαθηματικά, αλλά τελικά επειδή εκείνη την εποχή αυτό ακούγονταν πολύ αόριστο, έγινε μηχανολόγος-μηχανικός. Αυτό τι σήμαινε? Πρώτον, ότι δεν υπήρχαν πολλοί άνθρωποι για να συζητάει μαζί τους θεωρία αριθμών, οπότε και οι τρεις του γη έχουν μισήσει τα μαθηματικά. Το δεύτερο όμως είναι το εξής, ότι σε πολύ μικρή ηλικία μας μιλούσε για πολύ βασικές έννοιες των θετικών επιστημών, δηλαδή για την άνωση με την πανιέρα το κλασικό αυτό ότι βάζεις κάτι μέσα σε ένα δοχείο που έχει νερό και πιέζει. Ή την τριβή, ή τον πυρήνα με τα ηλεκτρόνια και ότι η απόσταση των ηλεκτρονίων από τον πυρήνα είναι από εδώ μέχρι την Αθήνα και ότι ο πυρήνας είναι όσο το πιάτος, διάφορα τέτοια. Ενώ αυτά είναι πάρα πολύ, αν θέλετε, θετικά, επιστημονικά, η επίδραση που είχαν σε μένα ήταν τελείως αναστραμμένη. Εγώ άρχισα στις απέραντες ώρες μοναξιάς που είχα το καλοκαίρι να βλέπω τον κόσμο με αυτή την ακρίβεια και το αποτέλεσμα ήτανε μια τελείως ποιητική αντίληψη του κόσμου. Περνούσα ώρες μόνο στην παραλία, σε αυτή την παραλία όπου έμαθα μετά να κολυμπάω και όταν έριχνα μια πέτρα μέσα στη θάλασσα έλεγα να ανέβασα τη στάθμη του νερού σε όλο τον πλανήτη. Ή έριχνα την πέτρα και έλεγα τώρα οι ταλαντώσεις που προκαλούνται εκτείνονται μέχρι το σημείο που ξαναβρίσκουν τον εαυτό τους. Ή άκουγα κάποιον περπάταγε και άκουγα τα βήματα και έλεγα ένα κομμάτι της μάζας του τακουνιού σιγά σιγά εγκαταλείπεται καθοδόν. Δεν το έλεγα καθοδόν, δεν ξέρω με ποιες λέξεις το έλεγα, αλλά η σχέση μου ήτανε πλέον μέσα από μια υπερβολική ακρίβεια πήγαινα προς κάτι το οποίο ήτανε μάλλον ποιητικό και άρχισα τελικά να έχω την αίσθηση ότι ό,τι βλέπουμε δεν το βλέπουμε. Και αυτό μέσα από μια πολύ αυστηρή και συγκεκριμένη περιγραφή των πραγμάτων. Νομίζω ότι αυτά τα δύο ή ήδη δείχνουνε κάπως λίγο μια κατεύθυνση. Μετά υπάρχει μια άλλη στιγμή η οποία είναι πολύ σημαντική. Είναι ένα απόγευμα, βλέπω τηλεόραση, είμαι μόνος μου. Υπάρχει αυτή η αδικαιολόγητη θλίψη, η μελαγχολία του παιδικού απόγευματος που δεν συμβαίνει τίποτα και κάπου κάποιοι παίζουν μπάλα. Και είναι μια εκπομπή για τους σουρεαλιστές που εγώ εκείνη τη στιγμή δεν έχω κάποιο θέμα με τους σουρεαλιστές ακόμη. Και ακούω το εξής, ότι κάποια στιγμή μια ομάδα των σουρεαλιστών πήγε και χαστούκησε κάποιον γιατί είχε πει κάτι που το θεωρούσαν απρεπές. Η αλήθεια είναι ότι μετά μελετώντας ήταν λίγο πιο δικαιολογημένη η αντίδρασή τους, αλλά ο τρόπος που το παρουσίαζε αυτή η εκπομπή ήταν ότι ήταν λόγοι ποιητικοί αυτοί που τους είχαν κάνει να γανακτήσουν και να πάνε να τον χαστούκήσουν. Η αίσθηση λοιπόν για ένα παιδί σαν εμένα που μη με κοιτάτε τώρα, όλα αυτά είναι δύθενη, είμαι τραγικά τροπαλός. Η αίσθηση λοιπόν ότι, έλα Γιάννη, ελάτε, ελάτε, ελάτε, τι συγγνώμη, είναι δραματική πάυση. Η αίσθηση αυτή ότι κάποιος πήγε και χαστούκησε κάποιον γιατί ήθελε να, το αισθάνθηκα βαθιά, γιατί ήθελε να υπερασπιστεί την πίηση στον κόσμο, μου φάνηκε σαν ένα φοβερό άνοιγμα και νομίζω ότι αυτή η στιγμή άλλαξε τη ζωή μου. Τώρα που το λέω ακούγεται λίγο, αλλά είναι η αλήθεια, αυτό το χαστούκι που έριξαν κάποιοι άνθρωποι γιατί κάποιος έκανε κάτι που ήτανε, κατά κάποιον τρόπο, έλα, έλα, μην το σκέφτεσαι, δαγκώνω, ξεκινάω να δαγκώνω σε πέντε λεπτά. Οπότε νομίζω ότι αυτή είναι μια ακόμα στιγμή που με κάποιον τρόπο με όπλησε με μια τόλμη και με μια ανεπιθυμία να ζήσω τη ζωή μου ολόκληρη. Δεν τα κατάφερα, αλλά αυτή η επιθυμία μου έδωσε σε στιγμές που δεν το περίμενα ένα θάρρος το οποίο έρχονταν από πολύ μακριά και ήταν ακριβώς αυτή η ελάχιστη ασήμαντη στιγμή. Νομίζω ότι τώρα μπορούμε να τσουγκρίσουμε λίγο αφού έχω πει όλα αυτά, είμαι ο μόνος που δεν έχει να πιει οπότε πρέπει κάτι να κάνουμε, αλλά εγώ θα ήθελα λίγο τσίπουρο είναι η αλήθεια, δεν είμαι πολύ του κρασιού. Μήπως θα μπορούν… ναι και έχω πει μάλιστα ότι σήμερα θα πιω γιατί πίνω πολύ λίγο οπότε για να δούμε πού θα καταλήξουμε. Ναι γενικά προσπαθούμε να παριστάνουμε ότι δεν συμβαίνει τίποτα, έτσι ότι απλά ήρθατε να φάτε. Μην το παρακάνετε. Λοιπόν, όχι κι από εδώ κι από εδώ. Έλα, έλα, έλα, τον έπισες. Ευρυπίδη, Ευρυπίδη και ο guest star που σας έλεγα πριν λίγο, όπως σας είπα ο Ευρυπίδης Λασκαρίτης. Έλα, όλοι σε περιμένανε βρε Ευρυπίδη. Ναι, ναι, σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Λοιπόν, έχουμε κινητικότητα, ωραία. Τα έχασα τα καλύτερα. Λοιπόν... Καταρχήν τώρα που έχω και ποτήρι. Στην υγειά σας. Δεν τσουγκράμω όλον τον κόσμο. Τώρα μην υπερβάλλουμε, αλλά... Λοιπόν, ήθελα να σας κάνω μια ερώτηση. Υπάρχει κάποιος ο οποίος στην εφηβεία του δεν είχε αυτή την τελείως κλασική βαθιά κατάθλιψη. Υπάρχει κάποιος που πέρασε εφηβεία χαλαρή και ωραία, πέρασε έτσι, όχι. Εσύ? Τι κάνεις μωρέ φίλε που σε ξέρω κιόλας τώρα εξηγείται. Λοιπόν, σας ευχαριστώ. Μου δίνεται λίγο θάρρος να σας πω λοιπόν για την επόμενη σημαντική που νομίζω, έτσι νομίζω κρίση που συνέβη ακριβώς εκείνη την περίοδο. Λοιπόν, από όσα σας έχω πει νομίζω ήδη το ψηλιάζεστε, ήμουν ένα από αυτά τα εκνευριστικά παιδιά τα οποία διαβάζουν από το πρωί μέχρι το βράδυ, που όλοι οι συμμαθητές τους θέλουν να τον εκτελέσουνε, όπου έχει το χέρι του σηκωμένο έτσι σταθερά έχει πιάσει αράχνη και πιστεύω ότι... Λοιπόν, παρόλα αυτά η μελέτη τα βιβλία και η σκέψη δαγκώνει. Οπότε κάποια στιγμή μέσα από όλη αυτή την περιπέτεια, αυτό το ψάξιμο που γινότανε λίγο εξυπνακίστηκα, λίγο από ευκολία, κάποια στιγμή κάτι συμβαίνει και ραγίζουν τα πάντα. Γιατί κάποια στιγμή, πρώτα απ' όλα βλέπεις ότι όλες αυτές οι πληροφορίες, ότι τον του Ταγχαμμόν τον λένε... ότι το Ταγχαμμόν ήταν το μικρό του όνομα, δηλαδή δεν έχει καμία σημασία. Και ότι τελικά όλα αυτά με τα οποία φτιαχνόσουν αρχίζουν σιγά σιγά να διαλύονται. Το κεφάλι σου είναι γεμάτο με καταπληκτικά σκουπίδια και τι σου μένει. Και όχι μόνο αυτό, η στιγμή που πραγματικά αυτή η κρίση βάθει ακόμα περισσότερο, ήταν όταν συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να αγαπάει κανείς χωρίς ιδιοτέλεια. Ο καθένας έχει το δικό του θεματάκι, εγώ έτσι μπήκα μέσα στην διαλυτική εμπειρία της εφηβείας. Δεν θα πω πιο πολλά πάνω σε αυτό. Εδώ, εντάξει, ξέρετε, πάντως εκεί συνέβη κάτι. Γιατί στην πραγματικότητα βαθαίνοντας βαθαίνοντας βαθαίνες μέσα σε αυτό άρχισα να πετάω πράγματα. Και από εκεί που ήμουνα πολύ καλός μαθητής έγινα η σκιά του εαυτού μου. Και σιγά σιγά άρχισα να μην θέλω καθόλου να δείχνω τίδήποτε σε κανέναν και με κάποιον τρόπο άρχισα να απελευθερώνομαι από την αναπαράσταση του εαυτού μου. Με σκοτεινό τρόπο, πέφτοντας μέσα σε ένα πηγάδι χωρίς τυχόματα, όχι χωρίς πάτω, χωρίς τυχόματα, αλλά παρόλα αυτά αυτό ήταν μια πολύ σημαντική εμπειρία και άλλη μόνο αν δεν την είχα περάσει. Και όχι μόνον αυτό, αλλά, ναι, ναι μην αγχώνεσαι. Συνέβηκε κάτι άλλο που είναι ότι αυτό με βοήθησε λίγο να μην σκέφτομαι τα πράγματα με απόλυτο τρόπο. Δηλαδή πριν είχα απόλυτες ιδέες, δηλαδή η αγάπη, ας πούμε η δικαιοσύνη. Ξαφνικά είδα ότι υπάρχει ένα σημείο στο οποίο θα τίνω πιθανάς όλη μου τη ζωή, αλλά αυτό το σημείο δεν θα το φτάσω ποτέ. Κι αυτό κάτι έκανε και κάτι κάνει ακόμη. Λοιπόν, τώρα έχω μια παρόρμηση. Αναρωτιέμαι μήπως θα έπρεπε να σας διαβάσω ένα κάτι, ένα κείμενο για να πάμε κατευθείαν. Αλλά τι να σας διαβάσω, τώρα υπάρχουν διάφορα. Λοιπόν, σίγουρα κάτι δικό μου θα υποστείτε, δεν υπάρχει περίπτωση, αλλά το θέμα ποιο είναι. Ότι από μια στιγμή και μετά αισθάνθηκα ότι αυτό που ονομάζουμε πίηση είναι μια ιστορία η οποία πλέον έχει χάσει το ενδιαφέρον της. Για αυτό το λόγο άρχισα να σκέφτομαι τι είναι αυτό που με κάνει, ενώ με ενδιαφέρει τόσο πολύ η πίηση, τελικά να αισθάνομαι και τόση άποση. Ένας από τους λόγους ήταν ότι πλέον η πίηση ήταν βιβλιαράκια. Ωραία, ο καθένας όσοι γράφανε είχε μια προσήλωση στο βιβλίο. Θεωρούσαν ότι ο καρπός της πίησης είναι να γράφουν βιβλιαράκια. Οπότε αυτό που έκανα είναι ότι εγώ απέφυγα συστηματικά οποιαδήποτε έκδοση. Λαμβάνω την τιμή να σας πω ότι είμαι ένας ποιητής χωρίς ποιήματα. Γιατί δεν υπάρχουν πουθενά, άμα τα ψάξετε δεν θα τα βρείτε. Το άλλο επίσης που συνέβη είναι ότι κατάλαβα ότι με ενοχλούσε όλη αυτή η τάση για μικρά... Δεν ξέρω, χωράνε οι φίλοι μας καινούργοι. Όχι. Τι έγινε ρε παιδιά, αρχίσατε λίγο. Αυτό τώρα δεν ξέρω πώς θα το κάνουμε. Μπορούμε να βρούμε δυο-τρεις καρέκλες. Πόσο στεναιντά. Οι κυρίες. Κάτσουμε στα σκαλάκια. Καλά, εντάξει τώρα δεν ξέρω. Λοιπόν, απλά εγώ θα παραστήσω ότι Κατερίνα αν θες να ασχοληθείς λίγο να έχει το νου σου. Πάντως, εάν έρθουνε άλλοι δεν θα τους αφήσουμε να μπουν. Γιατί πλέον, οτιδήποτε διαβάσω δεν θα μπορούν να μπουν μέσα. Δηλαδή όλα αυτά που σας έχω πει, ήδη έχουμε κάνει μια μικρή διαδρομή. Παραπάνω μετά θα αρχίσει, δηλαδή τώρα αν διαβάσω κάτι θα είναι τελείως αχλό. Αν δεν έχουν ακούσει τα προηγούμενα που έχω πει. Λοιπόν. Κάντε και θόρυβο, βοηθάτε λίγο να μη μας πάρουμε στα σοβαρά. Απλά να το κάνουμε λίγο γρήγορα, αλλά χωρίς διασύνη γιατί πάλι, καταλάβατε. Λοιπόν, υπάρχει ένα κείμενο το οποίο λέγεται «Ο Βασίλης Θερλέγκα σατενίζει τον οκεανό». Αυτό που ήθελα να σας πω πριν είναι ότι τα κείμενά μου είναι κάπως εκτενοί. Δεν είναι μια μικρή εικόνα. Καμιά φορά είναι, αλλά δεν θα λειτουργούσε. Αυτά είναι να τα διαβάζει κανείς μόνος του. Αυτά που είναι να διαβάζουμε μαζί είναι λίγο πιο συναυλιακά. Και τα συναυλιακά είναι λίγο πιο… Έχουν λίγο ανεβασμένο τέμπο και έχουν λίγο διάρκεια για να πάμε κάπου. Γιατί άμα σας πω «και μπήκε το φως από το παράθυρο, τι ωραία, τι καλά», ok, το λέω με σαρκασμό, αλλά ok, το όπα δεν λειτουργεί. Αν να διαβάσουμε κάτι θα πρέπει να έχει λίγο μια μικρή διαδρομή. Πιθανά ο Βασίλης Θερλέγκας να περιμένει λίγο ακόμη. Υπάρχει ένα άλλο κείμενο, το οποίο το έχω διαβάσει πολλές φορές δημοσίως, το οποίο λέγεται «Θα Γράψω». Αυτό τώρα είναι μια πονεμένη ιστορία και πολύ γλυκιά ιστορία. Κάποτε χώρισα κι εγώ με έναν άνθρωπο, ο Γιώργος ατύχησε. Λοιπόν, δεν μπορούμε να πούμε «Όχι» στο Γιώργο. Στον Κώστα, αυτό είναι. Έλα ρε Κώστα, σου είπα και Γιώργο ότι είχα πει ότι ο επόμενος δεν μπαίνει. Εκεί το κάτσε. Τυμόμενο πρόσωπο. Λοιπόν, έλα κάτσε. Αυτό το ποίημα «Θα Γράψω» έχει την εξής ιστορία. Έχει την εξής ιστορία, λοιπόν. Χωρίζω με έναν άνθρωπο που ζήσαμε μαζί αρκετά χρόνια. Όσο είμαστε μαζί δεν γράφω ούτε μία λέξη, γιατί όλα ήταν μόνο για εκείνη. Και ξαφνικά μου στέλνει ένα μήνυμα και μου λέει «Αλλά για μένα δεν θα γράψεις ποτέ». Όπως καταλαβαίνετε αυτό αρχικά μέσα στην αφηφαίλειά μου. Με έκανε εξωφρενών. Μου πήρε λίγο καιρό, μετά κατάλαβα ότι ήταν πολύ γλυκό. Ήταν ένας άνθρωπος που σου λέει πολύ απλά ότι είναι σημαντικό για μένα να μ' αγαπάς. Κάτι τέτοιο. Όμως αυτό το «Δεν θα γράψεις ποτέ» μέσα μου άρχισε να λειτουργεί με ένα διαφορετικό τρόπο. Τι σημαίνει «Δεν θα γράψεις ποτέ», τι σημαίνει «Θα γράψεις για μένα». Και μου ήρθε η εξής παρόρμηση, να παραστήσω ότι γράφω για εκείνην ένα πείμα, αλλά στην οσία θα ήταν μια επιστολή που θα γραφότανε, όχι μόνο σε εκείνην και σε μένα, αλλά σε όλη την εποχή μου, στη γενιά μου, στους ανθρώπους που παλεύουν να αγαπήσουν ένας τον άλλον και δεν τα πολύ καταφέρνουν ή αυτό που καταφέρνουν δεν είναι ακριβώς αυτό που είχαν σκηνοθετήσει αρχικά. Τώρα το συγκεκριμένο αποτελείται από 12 μέρη. Το κάθε ένα είναι κάπως αυτοτελές, αλλά να το δοκιμάσουμε, ε? Λοιπόν, εσείς τι λέτε? Λοιπόν, για να δούμε. Στην υγειά σας. Λοιπόν, θα γράψω μότο, αλλά για μένα δεν θα γράψεις ποτέ. Θα γράψω ξανά ποιήματα και θα μιλήσω για τα μεγάλα παιδικά μάτια που αρπάζονται από τον ουρανό και από τα πράγματα και αποτελούν απόδειξη πως το ωραίο είναι δεμένο σφιχτά με το καλό. Και θα πω πως τρέχαμε στην αγκαλιά ο ένας του άλλου με χαρά και αλήθεια, που έχουν όσοι αναγνώρισαν και θαύμασαν και ντράπηκαν ο ένας τον άλλον σαν άνθρωποι, γιατί άνοιξαν τα μάτια και είδαν πως δεν χωράνε να δουν και σόπασαν ενώ φώναζαν μέσα τους μεσουρανούσε ο ήλιος τα μεσάνυχτα. Είναι καιρός, έτσι κι αλλιώς, να μιλήσουμε πάλι για τα πρώτα πράγματα που μοιάζαν κουρασμένα, την χαρά, την ομορφιά, την θλίψη και τον πόνο, την αγάπη, την ξενιτιά, τον χρόνο, την αδικία, την καταστροφή και την νοσταλία. Την άπονη κοινωνία. Οδηγούσα τη μηχανή και μέσα απ' τα δέντρα έπεφτε το φως στα μάτια σαν χρυσόσκονοι και έλεγα πάλι να γράψω αυτό το πήμα. Δυσκολεύομαι, είναι αλήθεια, όσο το σκέφτομαι αμφιβάλλω. Για κάποια πράγματα, ό,τι και να πεις, μοιάζει μισό και άδικο. Και στην πίεση δεν υπάρχει αδικία μεγάλη ή μικρή, γιατί εκεί βασιλεύει η προσοχή και όλα έχουν το ίδιο μέγεθος και όλα έχουν μια θέση. Οι γαλαξίες και το δωμάτιο που γράφεις. Λαοί σφαγμένοι που μείναν ξεχασμένοι και γατάκια που πεθαίνουν με σπασμούς πατημένα από αυτοκίνητα. Ο ήλιος στη δόξα του μεσημεριού και τα δάκτυλα ενός νεογέννη του παιδιού. Αθώοι στην αγχόνη και έρωτες εγωιστικοί που μείναμε να τη ζούμε φανταστικά μόνοι. Φλόγες θεολογικές και ιστορίες βαρετές που έμοιαζαν κάτι να κρύβουν αλλά δεν μάθαμε ποτέ με βεβαιότητα. Η πίεση αδιάκριτα κρατά μπροστά στο μυστήριο του κόσμου τους ανθρώπους και έτσι δίνει χώρο στο κάθε τι να εμφανιστεί. Το μίσος μαζί με τη λατρεία και το θαυμασμό. Η αηδεία με τον πόθο την επιθυμία. Η οδύνη και η χάρη της φιλοσοφίας όταν στέλνει ο Θεός σωτήρια τον ήλιο στο παράθυρο για να σε σώσει. Όταν ένα σκοτάδι σε φωτίζει και βλέπεις την άσφαλτο, τα κτίρια και τους περαστικούς σαν σκόνη του χρόνου και είσαι ήδη νεκρός. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο όμορφο και είσαι σίγουρος πως βλέπεις το πνεύμα του και κόβει την ανάσα η Αποκάλυψη. Όταν από την προσοχή την πολίτη να σταμάτηται θες κάθε τόσο λίγο χρόνο παραπάνω μες το χρόνο να πάρεις μια ανάσα γιατί όλα έχουν νόημα. Γιατί όλα λένε πως δεν χρειάζεται νόημα άλλο αλλού και ξέρεις τι λέω γιατί κάτι τέτοιες στιγμές μου κρατούσες στο χέρι και με φρόντιζες. Και σου έλεγα πως με πιάνει ανυπομονησία να δω τι γίνεται στο τέλος και ήταν τόση η καλωσύνη σου που πάλι δεν άντεχα και στεκώσουν πλάι μου και κρυβώσουν λίγο από τη δική σου αγωνία και η φωνή σου ήταν τόσο για μένα γεμάτη φωνές που έμοιαζε με γυρισμό στο σπίτι και καταλάβαινες διότι δεν σε ενδιέφερε να καταλάβεις αλλά να είμαι καλά. Θα γράψω για τα βράδια που κοιμόμασταν αγκαλιά σπίτι γεμάτο δακρυγόνα και κάτω από το παράθυρο η ιστορία έβαζε να μαλώνουν οι άνθρωποι ζητώντας έναν κόσμο δίκαιο άτσαλα μήχανα χωρίς δουλειά χωρίς φιλοσοφία χωρίς αγάπη δηλαδή για τίποτα. Μην ανησυχείς τέρι των παλιών ημερών που πονούσες και πονάς για την αδικία και με πείσμα βουβό ένιωθα τον πόνο αυτόν άχρηστο και ξένο γιατί εσύ το έλεγες θέλεις λίγη ειρήνη λίγη ασφάλεια και η ανθρωπότητα ήρθε στο παράθυρό σου να τσακωθεί να σηκώσει ερωτήσεις που δεν χωράνε σε κανένα χαρτί σε κανένα κορμί σε κανένα δωμάτιο που πλακώνουν τα βουνά της πόλης και τα σύννεφα και λιώνουν τους ανθρώπους. Ακόμα και στον ύπνο της καθημερινότητάς τους ερωτήσεις που κανένας δεν διατύπωσε σωστά ερωτήσεις με το ζόρι μεγάλες ασύκωτες βαριές και δεν γίνεται αλλιώς όμως παράδοξο αλήθεια είδες σκληρένουμε όταν παλεύουμε για το ωραίο το καλό το αληθινό κάτι σπουδαίο κρύβεται σε αυτό. Μήπως να σταματήσω θα γράψω θα γράψω Δήμητρα για σένα θα γράψω ποιήματα αφού το ζήτησες. Μα είσαστε τελείως βλαμμένες και θα πω πως ήθελες να με σκοτώσεις για να αισθάνεσαι ασφάλεια πως ήσουν ζηλιάρα πως δεν χαιρόσουν με τη χαρά μου πως μετρούσες πόσους άντρες και πόσες γυναίκες έβλεπα τη μέρα πως κι αν ήμουν γλυκός μαζί σου δεν μετρούσαι αφού ήμουν γλυκός με όλους πως δεν ήθελες να φοράω σορτσάκια πως μου έλεγες με διάφορους τρόπους πως έχω πλέον μεγαλώσει. Ώστε ένα πρωί ξαφνικά ήταν όμουν γέρος πως θεωρούσες παρεξηγήσιμη την περίεργεια το θαυμασμό και το ενδιαφέρον που είχα για όλους. Θα γράψω Δήμητρα θα γράψω κι όσα πω δεν θα τιμούν κανένα και θα αναρωτιέμαι πάλι μα ακίνδυνο πίμα δεν υπάρχει δεν καταλαβαίνετε και βέβαια θα πάρετε και θα πάρουμε αυτό που μας αξίζει. Αλλά θα σε ρωτήσω αν θες να γράψω το πραγματικό σου όνομα γιατί δικό μου ψεύτικο άλλο δεν έχω. Θα γράψω θα γράψω πίηματα ξανά θα μιλάνε πισματικά για την αγάπη ως ένιγμα. Η αγάπη δεν είναι συνέστημα δεν σταματά εκεί που σταματούν τα τραγούδια που ακούμε στα ταξί και αν επάντεχα μας αφορούν. Συνεχίζει και όσο προχωρά γίνεται πιο ελαφριά μετατρέπεται σε γνώση σιωπηλή ήρεμη ανοικτή απλωμένη σε όλα τα πράγματα σαν ξένη. Και ενώ θα γράφω δεν θα βλέπω το παράθυρο του τρένου και τα επάλυλα βουνά διάφανα στον αέρα μαγικά το ένα πίσω από το άλλο αμέτρητα. Γραμμές απαλές γαλάζιες τρεμάμενες οι πλαγιές ξανά και ξανά χαμός γίνεται γλιστράνε σαν κύματα αφρών παράφορον σε καταράκτες αθώρυβους του ουρανού που μείναν ακίνητοι για να μας δείξουν το νερό του χρόνου. Αέρας και τα βράχια και τα χώματα αέρας αίσθηση καθαρή που τυφλώνει και θα αφήσω την αγάπη για να μιλώ γι' αυτήν περίγελος. Αλλά δεν πειράζει η αγάπη σου ταιριάζει και η τιμή σου αξίζει και ένα πίημα σου πρέπει αλλά και μένα μου κάνει καλό. Θα γράψω θα γράψω ναι και είναι καιρός θα τα πω όλα γιατί αυτό το πίημα θα θέλει να αγκαλιάσει τα πάντα όπως εκείνες τις στιγμές που ήμασταν ένας άντρας και μια γυναίκα μαζί απέναντι στον κόσμο διψασμένοι πεινασμένοι ζωντανοί αγαπημένοι έτοιμοι. Και η αγάπη ήταν ένα άνοιγμα στον κόσμο και όχι απλώς ένας τρόπος να σε ασφαλείς να μην είσαι μόνος να βγάλεις τους άλλους έξω. Ναι είναι σπουδαίο πράγμα ένας άντρας και μια γυναίκα μαζί. Αυτό που φτιάχνουν δεν υπάρχει αλλιώς και δεν έχει όνομα και αν δεν σας συμβεί μην δρελαθείτε κιόλας δεν είναι εκεί το νόημα. Μην δρελαθείτε διότι αυτό που θέλω να γράψω οπωσδήποτε σε αυτό το πίημα είναι για αυτήν την αίσθηση για εκείνη την γνώση όπως δεν έχει καμία σημασία αν ήσουν ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος, ικανός ή ανήκανος κι άλλα κι όλα αυτά τα τέτοια αρκεί που ήσουν εκεί κάπου. Θα το γράψω αν και εντρέπω με λίγο αυτή τη σοφία την γράφω από μνήμης, την βρίσκω λίγο και αμέσως χάνεται και ξαναρχίζω να πονάω, να ξεχνάω την βαθιά, αδιάστατη, απερίγραπτη ζωή, την αγάπη. Θα γράψω ξανά και ξανά για το πρόσωπό σου το φωτεινό, το τριφερό, το αγαπημένο που δεν τελείωσε ποτέ, όπου είχα την τιμή να καθρεπτίζομαι για τις στιγμές που αρπάξαμε σφιχτά ο ένας τον άλλο και μείναμε ακίνητοι για πάντα, κάτι εξηγήθηκε. Και τα πρωινά που ξυπνούσα πριν από σένα εκεί είχες άπειρη υπομονή όταν σε πείραζα, εκεί είχες μάγουλα πρισμένα και χείλη τραγανά και κοιμώσουν όρθια, ενώ μου έδινες αναγκαστικά φιλιά στο λαιμό σαν αυτόματο, δροσοσταλίδες με μαλλιά ανακατεμένα, μήλο του βορά στα φύλλη τραγανό και ζουμερό ροδάκινο. Μήλο του Πηλίου, ροδάκινο του Βερμίου και στα φύλλη της Ροδόπης. Και από το παράθυρο της κουζίνας βλέπαμε τα περιστέρια να κουτσουλάνε στον φωταγωγό έτοιμα να μπουν να φάνε τις φρυγανιές που φαντάζονταν πως τρώγαμε. Και από το παράθυρο στο σαλόνι βλέπαμε μπουγάδες και κυρίες που απλώναν καλωσορίζοντάς μας λέγοντας για μας πράγματα άσχημα, νομίζοντας πως ήμασταν καινούργοι ένικοι. Και από το παράθυρο στο δωμάτιό σου βλέπαμε τον σκύλο του γείτονα που κοιτούσε από τον τσάμι ώρες ακίνητος σαν να περίμενε να τον σώσεις από τη σπιτική θαλπορή. Και θα γράψω πως μετά σε έκανε τηλέφωνο η μάνα σου που σ' αγαπάς τα αλήθεια και πως αλλιώς φανερό νερό και ζαχαρένια στήλη και σφιγγώσουν και άρχισες να με πιέζεις να γίνουμε σαν τους γονείς σου και δεν γινόταν. Είμαι πιο κοντός από τον πατέρα σου και δεν ξέρω και να οδηγώ αυτοκίνητο. Και άρχισες να μιλάς σαν να μη μιλάς εσύ και ήθελες ξαφνικά πράγματα που δεν ήθελες για να σε αφήσουν ήσυχοι αλλά δεν θα μας αφήσουν ποτέ ήσυχους τα θηρία που μας αγαπούν. Και είδα πως ένας άνθρωπος καλός, γιατί δεν βγήκες εσύ ένας άγγελος από του πουθενά ρόδο μου μόνο και παιδικό τραγούδι γίνεται ένα τέρας και δυσκολεύτηκα να μη χαθώ μες το θυμό και την ανοησία, μες την κατηγορία, μες την ευκολία. Εγώ που σε πήρα αγκαλιά, ζεστό ψωμί και δροσερό πεπόνι ζω πλέον μακριά σου. Θέλω όμως να ξέρεις αυτό που ξέρεις και να πω αυτό που θα ξεχνάς επίτηδες για να μπορείς να εκφράσεις την ανησυχία που σε τρώει και εσένα και όλους και τα πάντα. Και δεν ξέρουμε από που έρχεται αφού πίσω από την αιτία της κρύβεται άλλη αιτία και πίσω από αυτήν ξανά και ξανά χωρίς τέλος μακραίνουν και κάπου σβήνουν τα δισθεόρητα ελάχιστα ύχνη του φόβου και της ζωής και της ελπίδας. Είσαι φωτεινή, είσαι καλή, είσαι για μένα δώρο και σημείο της ζωής. Μην αμφιβάλλεις πια, με κούρασες. Θα γράψω ένα πείημα που να διαβάζετε φωναχτά ενάντια στην άνωστη περίσκεψη της πίησης που βλέπω γύρω μου και θα γίνει σαφορμή για όλα τα πρόσωπα ακόμα και εκείνα που σκέφτομαι πως δεν θα συναντήσω και σε μέρες μακρινές επόμενες θα ήθελα. Θα ήθελα να καταλάβουν την αγωνία των φίλων μου. Θα φαίνεται αστεία. Εκείνοι ίσως ξέρουν πως η πολυγαμία είναι εξίσου αφήσικη με τη μονογαμία, πως οι εμπειρίες δεν συλλέγονται, πως τα ταξίδια δεν ωφελούν σε τίποτα αν δεν ασκείς το νου, το σώμα, την ψυχή προσεκτικά. Θα ξέρουν πως όλα είναι ανοιχτά και πως δεν είναι η εφηεία και οι μετακινήσεις που κάνουν να ανοίγει το μυαλό, να παίρνει αέρα η ψυχή, πως αν δεν κινηγάς από εδώ και από εκεί συγκινήσεις τρομοκρατημένους από την Ανία θα δεις τα καθημερινά τοπία να ανοίγουν προς τα μέσα και οι δέκα χιλιάδες μορφές θα σταματήσουν πια να σε τυφλώνουν επειδή ακριβώς θες επιτέλους να δεις. Δες λοιπόν, όλες οι αποτυχίες ανάμεσα στους εραστές τώρα δοκιμάζονται, όλες τις αγωνίες, τους τύπους, τους συνδυασμούς, θα τους δοκιμάσουμε, θα επιμένουμε μέχρι να πάψουμε να ελπίζουμε σε αυτούς. Η αδυναμία μας να ζήσουμε μαζί δεν είναι δική μας, είναι η μετοχή μας σε μια εποχή που ξανασκέφτεται τα πράγματα και εμείς πληρωμένοι με φόβο και ελπίδα πως θα διασταυρωθούμε σε δρόμους, εκθέσεις, πορείες, ρεστοράν, περπατάμε μέσα στην πόλη, φεγγάρι και σπουργίτη και παράπονο ασταμάτητο κάτω απ' τον ήλιο, σε αναγνώρισα και τώρα σε χαιρετώ. Θα γράψω και θα θυμηθώ. Εσένα να κατεβαίνεις ανάμεσα στις μαργαρίτες κατά κίτρινες μια πλαγιά στους δελφούς, εσένα κατάξανθι με ένα λευκό φτεινό φόρεμα νύχτα και μας μπροστά στο φεγγάρι δυο ξένοι στα τουρκοβούμια, εσένα να εξαφανίζεις την ωραιότερη πίτσα που γνώρισε η ανθρωπότητα στη Χαλκιδική, εσένα να ψάχνεις που πάρκαρες ενώ βρέχει, ενώ είναι νύχτα, ενώ οι δρόμοι μοιάζουν ποτάμια, ενώ είμαι ράκος και περπατάω πίσω σε οπελπισμένος και κάνουμε κύκλους στα στενά στο κέντρο της Αθήνας. Εσένα και εμένα χέρι-χέρι στις συμπλοκές τα δακρυγόνα, τον πανικό στην πανεπιστημίου, εσένα και τα μεγάλα σου μάτια γεμάτα ανησυχίας σαν παιδί σε διάφορα μέρη, εσένα μεθυσμένο κορίτσι με προφορά βαριά της Σαλονίκης ξαφνικά να κοιτάς κάπως χαμένα, αόριστα και αυτό το θυμάμαι σε διάφορα μέρη, εσένα να κοιτάς το μπουκάλι της βότκας με ενθουσιασμό στο σαλόνι σου, εσένα να με βυθίζεις στα ορθά ανοιχτά μάτια σου ενώ περιμένεις να σου πω αν μου αρέσουν τα καινούργια σου παπούτσια στην μέση του εκάστοτε δωματίου, εσένα να οδηγείς ήρεμη, σίγουρη αποφασιστική ραλίστρια στους δρόμους της νότιας έβιας ενώ εγώ κοιτάω τα γεράκια να κάνουν κύκλους στον ουρανό, εσένα να διαβάζεις στην πλακόστρωτη πλατεία το μεσημέρι καλοκαίρι και οι σκιές των φίλων να στολίζουν τη λευκή σου μπλούζα στο πύλιο, εσένα να μου λες πως είναι φορές που με λυπάσαι με φωνή γεμάτη αηδεία ενώ με κατασπαράζει η βουβή θλίψη και η αναβλητικότητα αυτό στο σπίτι μου, εσένα να κοιτάς στην άσφαλτο για να αποφύγεις τον πανικό που σου προκαλεί το πλήθος για πρώτη φορά σε λαϊκή μετά από χρόνια στην καλλιδρομίου, εσένα βουρκωμένη να με ακίνητοποιείς λέγοντας δεν αντέχω άλλο, δεν ξέρω τι να κάνω στον δρόμο, στο κρύο που μας κύκλωνε κουρασμένους πριν ξημερώσει στο Λονδίνο και εγώ να αναβάλω επαόριστον τη δολοφονία που είχα αποφασίσει, εσένα χαμογελαστή και φωτεινή και έντιμη σε διάφορα μέρη ή μάλλον στην καρδιά μου μέσα και στο νου ναι να πίστεψε με επιτέλους να τελειώνουμε. Θα γράψω Δήμητρα για σένα πως μου ζήτησες και για μας, δεν θα κάνω αυτοκριτική, δεν θα φανώ δίκαιος, σωστός, μόνο θα σου πω πως οι άντρες μπροστά στον πόνο μένουν συχνά μουγγι, εσωστρεφείς και αυτό δεν σημαίνει πως δεν κάνουν σωστά, έτσι τους βγαίνει να κάθονται και να κοιτούν τον πόνο εν πολύς αμίλητη, υπάρχει κάτι καθηλωτικός αυτον τον κόμπου που ανεβαίνει και όπως τον δέχεσαι αδιαμαρτήρητα σαν να υπάρχει ομορφιά, αξιοπρέπεια που μόνο από τον πόνο πιστεύετε. Μπορώ να είμαι με τους φίλους μου και να μην καταλάβει κανείς πως καίγομαι, πως ξαφνικά ένας άνεμος ματαιότητας με χτυπά σε μια έρημο που κανείς δεν βλέπει και εγώ εκεί πηγαίνω, από εκεί έρχομαι, ακόμη και ουρλιαχτά μπορώ να σηκώσω που δεν ακούει κανείς. Ναι, όχι, Δήμητρα, θα το γράψω αυτό το ποίημα και όσο καλύτερα τα καταφέρω τόσο θα μοιάζει αντιφατικό, όπως η αλήθεια, η δικαιοσύνη, η πάλη για έναν καλύτερο κόσμο και τα παγωτά, όπως η βροχή πάνω στην θάλασσα και οι χαρές όσον πέθαναν και χάθηκαν τα ύχνη τους για πάντα. Δήμητρα, είναι παράξενο, είμαι αποφασισμένος να το γράψω αυτό το ποίημα, περίγελος να μιλώ για πράγματα κουρασμένα όπως η πίηση και η αγάπη και οι λόγοι της ζωής και η αξία που έζησαν μια φορά δύο άνθρωποι. Είμαι έτοιμος νομίζω και αυτό που θα θέλα αλλά ένα ποίημα μόνο δεν μπορεί να κάνει είναι να περπατάς και να γνωρίζεις πως έυγενες και γέμιζε ο ήλιος χρυσάθη τα μαλλιά σου, όχι γιατί είσαι όμορφη και ξανθιά αλλά γιατί είσαι καλή και τίμια, ευγενής, τολμηρή, ωραία και αν σαν γυναίκα θες να το ακούς συνέχεια πρέπει να το κρατήσεις μέσα σου και πια ποτέ όπου κι αν πας να μην το χάσεις. Αυτό έγινε και δεν θα τα αφαιρέσει κανείς εις τον αιώνα ούτε η λήθη ούτε η αγωνία που έχει μορφές πολλές και τίες συχνά απατηλές και κατασκευασμένες ούτε τα χρόνια που θα περάσουν ούτε ο θάνατος πίστεψέ με δεν έχω κάτι πιο πολύτιμο να δώσω τίποτα αυτό είναι τα πάντα. Θα γράψω Δήμητρα θα γράψω αλλά όχι σήμερα λάμπει τόσο που βλέπω το φως και με μάτια κλειστά όλα έχουν σταθεί δεν μπορώ δεν χρειάζεται να μιλήσω είναι ήδη ακίνητος ο κόσμος θα γράψω Δήμητρα και δεν θα αφήσω να με καταπιεί ούτε η θλίψη ούτε η χαρά και αυτό θέλω να κάνεις και εσύ και όταν κινδυνεύω θα θυμάμαι πάλι τα στέρια και τους γαλαξίες την μαγικά ασήμαντη ζωή μας και το φεγγάρι που αποκαλύπτεται ανάμεσα στα κτίρια ξαφνικά καθώς πηγαίνω σε όλα αυτά τα μέρη και τα περιστατικά που έχουν ήδη ξεχαστεί το φεγγάρι ανάσακομένη από κάλυψη του προφανούς μοναξιά ευπρόσδεκτη και φωτισμένη πέτρα και τα σύννεφα γύρω του και το μυαλό μου ακίνητο πάλι επιτέλους τέλειο και τα βουνά τα πελόρια βουνά που κατάπιε το σκοτάδι και έχουν χάσει το όνομά τους τέτοια πράγματα, τέτοια πράγματα με προστατεύουν και δεν μπορώ να ξεχωρίσω που βρίσκεται ο τρόμος και που η ομορφιά και αν είναι σιωπηλή η σιωπή το μόνο που ξέρω είναι πως δεν θα αφήσω να με καταπιεί ούτε η θλίψη ούτε η χαρά και έτσι η χαρά μου και η θλίψη θα βαθαίνει και θα ανοίγει και θα μενώνει με τα πράγματα με τους ανθρώπους δηλαδή και με τις πέτρες Τι θα λέγατε να τρώγατε κάτι? Τώρα θα ήθελα να μιλήσω και σιγά σιγά να δημιουργείτε λίγοι συγκέντρες ξανά. Τι τον εννοώ. Λοιπόν, τώρα θα ήθελα να μιλήσω και σιγά σιγά να δημιουργείτε λίγοι συγκέντρες ξανά. Τι τον εννοώ. Λοιπόν, τώρα θα ήθελα να μιλήσω και σιγά σιγά να δημιουργείτε λίγοι συγκέντρες ξανά. Τι τον εννοώ. Λοιπόν, τώρα θα ήθελα να μιλήσω και σιγά σιγά να δημιουργείτε λίγοι συγκέντρες ξανά. Τι τον εννοώ. Λοιπόν, τώρα θα ήθελα να μιλήσω και σιγά σιγά να δημιουργείτε λίγοι συγκέντρες ξανά. Τι τον εννοώ. Μέχρι τώρα μίλησα για το αρκετά προσωπικό κομμάτι ενός παιδιού, το οποίο μεγαλώνει, σιγά σιγά ανοίγεται. Παρ' όλα αυτά υπάρχει και μια άλλη διάσταση. Γεννιέμαι το 1973, πολιτεχνείο κτλ, μεγαλώνω την περίοδο της μεταπολίτευσης, με όσα όμορφα αυτό μπορεί να σημαίνει. Και είναι μια περίοδο στην οποία υπάρχει μια πολύ έντονη συζήτηση γύρω από τη νεοελληνική ταυτότητα. Τι σημαίνει όχι απλά να είμαι εγώ, αλλά τι σημαίνει να είσαι Έλληνας. Ή τέλος πάντων να είσαι εδώ, να είσαι από δω. Τι σημαίνει όλο αυτό το πράγμα. Εκείνη την περίοδο λοιπόν κάποια από σας μπορεί να το ζήσατε πιο έντονο από άλλους. Υπήρχε μια πολύ έντονη συζήτηση όσον αφορά τη σχέση μας με την Ευρώπη. Τότε δεν γινόταν με όρους οι οποίοι ήταν αποκλειστικά οικονομικοί, τουλάχιστον οι οποίοι ήταν επικεντρωμένοι στο οικονομικό. Είχαν να κάνουν περισσότερο με ζητήματα πολιτισμού. Εγώ λοιπόν, δεν ξέρω για σας, αλλά μεγάλωσα πραγματικά μέσα σε αυτή τη σύγκρουση. Υπήρχε ένα κομμάτι το οποίο είχε μια αίσθηση κάπως μεταφυσική. Ελάτε παιδιά, ελάτε. Υπήρχε μια μεταφυσική αίσθηση για την Ευρώπη. Η Ευρώπη για το ένα στρατόπεδο ήταν οτιδήποτε είναι σωστό, είναι αυτό που πρέπει να συγχρονιστούμε. Εξού και όρος εξυγχρονισμός. Σε αυτή την στάση ήταν κάπως απόλυτα. Ό,τι είναι η Ευρώπη είναι το καλό. Απ' την άλλη, υπήρχε μια άλλη στάση η οποία έλεγε ότι η Ευρώπη έρχεται και μας αλλοιώνει πολιτισμικά. Οπότε, εμείς είμαστε κάτι άλλο, το οποίο ήταν εξίσου στατικό. Δεν μου λέτε, αυτή η μουσική μπορεί να... Έχουμε λίγο πρόβλημα... ...να... Τι? Μπορεί, μπορεί. Λοιπόν, ωραία. Ναι, και για μένα τώρα είναι πιο εύκολο. Και έλεγα τι άλλαξε, κάτι άλλαξε. Ναι, ναι, ναι, ναι. Λοιπόν, ωραία. Λοιπόν, εκείνα τα χρόνια υπάρχει μια μεγάλη σύγκρουση. Υπάρχει μια αίσθηση ότι απ' τη μία υπάρχει το ένα καλό και σωστό, το οποίο είναι η Ευρώπη, το οποίο μάλιστα είναι απλό, είναι η Ευρώπη. Δεν έχει εσωτερικές εντάσεις, δεν έχει εσωτερικές συγκρούσεις, είναι ένα πράγμα. Και απ' την άλλη, υπήρχε ένα άλλο ένα πράγμα, το οποίο ήταν η Ελλάδα. Το οποίο είχε διάφορους εκδοχές, αλλά πάντα ο κάθε ένας έχει μια εκδοχή αρκετά στατική. Είτε πάταγε στην ιδεόδη αρχαιότητα, είτε πάταγε στο ιδεόδες Βυζάντιο, είτε πάταγε, δεν ξέρω, στην περίοδο της πρώτης Αθήνας, της πρώτης Ελλάδας, πάντα ήταν κάτι στατικό. Παρ' όλα αυτά, καμία απ' αυτές τις φωνές δεν ήταν τελείως λάθος. Όλες είχαν κάτι να πούνε. Στη δική μου πορεία, λοιπόν, κάποια στιγμή στάνθηκα ότι υπάρχει η ανάγκη αυτά τα δύο κάπως να γίνει μια σύνθεση. Και στάνθηκα ότι αν η γενιά από την οποία εγώ έπαιρνα υλικά για να θραφώ και να μεγαλώσω, έφτασε την συζήτηση μέχρι εκεί, η επόμενη θα έπρεπε να κάνει μια σύνθεση. Και κάπως έτσι βρέθηκα να πάω στη Γαλλία. Στην ουσία, κατά μία νέα, δεν πήγαινα στη Γαλλία γεμάτος από θαυμασμό, πήγαινα γεμάτος από μια πολύ κριτική, αν θέλετε, σχεδόν καχυποψία. Έχοντας μια πολύ βαθιά μελέτη πίσω μου του τι πάει να πει Ελλάδα, τι είναι οι διαφορετικές παραδόσεις και ποια είναι τα υλικά και πώς αυτά συντρίβονται και πετάγονται από το παράθυρο κάτω από μία πολύ άκρητη αγάπη για την Ευρώπη, ήμουνα κάπως επιφυλακτικός. Οπότε πήγα για να έχω μία προσωπική πείρα αυτού που κατά κάποιον τρόπο ήταν ο Άλλος, ο ιδεόδης Άλλος της κοινωνίας μέσα στην οποία μεγάλωσα. Εκείνα τα χρόνια έλεγα ότι πάω για να αγαπήσω τον εχθρό μου. Και όταν λέω εχθρό δεν το εννοώ με την απόλυτη έννοια, αλλά όντως μέσα στα παιχνίδια της ιστορίας αυτό το πνεύμα ερχόταν τελείως άκρητα και συνέτριβε όλα τα υλικά. Από τα πολύ απλά που μπορεί να είναι το καταπληκτικό σχήμα που έχουνε τα μπρίκια. Τα μπρίκια τα παλιά είναι ένα προϊόν πολύ υψηλού design το οποίο αυτή τη στιγμή μόνο ως folklore το βλέπουμε. Το γεγονός ότι είναι, αν έχετε δει, πλατή κάτω για να απορροφάσουμε το μεγαλύτερη θερμοκρασία, στενό απάνω, η ποιότητα του υλικού, το μήκος που έχει το χέρι, όλα αυτά είναι εξαιρετικά ακριβή αντικείμενα. Εμείς τα αντιμετωπίζουμε ως folklore. Αυτό είναι μια έκτοση. Από αυτό μέχρι, τι να σας πω, μέχρι μεθόδους καλλιέργειας. Ή τον τρόπο που χαιρετάμε ή δεν χαιρετάμε. Ακόμη και το γεγονός ότι στον δρόμο ρωτάς κάποιον για κάποιο δρόμο και ότι μετά δεν κάθεται να περιμένει καν να του πεις ευχαριστώ. Αυτό έχει σημασία. Γιατί το θεωρείο είναι απόλυτος φυσιολογικό ότι θα του μιλήσεις, θα σου μιλήσει, δεν χρειάζεται να το κάνουμε καμία υπόθεση και αμέσως φεύγει. Θα πω, δεν ήταν ότι υπήρχε ένας σωστός τρόπος που είναι να πούμε που εγώ λέω ευχαριστώ, όπως καταλαβαίνετε με τη Γαλλική μου πλέον, αυτό το λέω σε σημείο που και οι Γάλλοι ακόμα μου λέγανε σταμάτα. Παρ' όλα αυτά, όμως, καταλάβαινα ότι υπήρχαν υλικά πολιτισμικά, τα οποία είναι αυτές οι καθημερινές σχέσεις για τις οποίες μιλάγαμε και το πρωί, τα οποία σιγά σιγά χάνονταν και χάνονταν χωρίς κανέναν λόγο. Έτσι, λοιπόν, έζησα σχεδόν εφτά χρόνια στη Γαλλία και στο τέλος έφτασα να σκέφτομαι, να αγαπώ, να ονειρεύομαι στα Γαλλικά και με κάποιον τρόπο δεν μπορώ να μιλήσω για τον εαυτό μου χωρίς να μιλήσω και για τη Γαλλία. Όντας Έλληνας ή τέλος πάλι μεχόντας γεννηθείς αυτή η χώρα, νομίζω ότι έχω ήδη, όπως και εσείς, μια πολλαπλή ταυτότητα, είμαι και Οθωμανός, είμαι και λίγο βαβαρός, σαφώς έχω εβραϊκά στοιχεία, δηλαδή πάρα πολλές παραδόσεις. Μέσα σε όλη αυτή τη θολούρα, η ζωή το έφερε ώστε να στάνουμε και λίγο Γάλλος πια. Υπάρχουν κομμάτια της σκέψης μου, κάποιες ευαισθησίες, κάποια πράγματα που τα γνώρισα μέσα σε αυτή τη γλώσσα και σχεδόν δυσκολεύομαι να τα πω στα ελληνικά, πρέπει να μετακομίσω στα γαλλικά για να μπορέσω να τα εκφράσω και να τα διατυπώσω με ακρίβεια. Αυτή λοιπόν η περιπέτεια έγινε βέβαια έχοντας μια ανέσθηση ότι τα πράγματα μπορεί να πάνε προς κάτι φωτεινό, θεωρώντας ότι πάμε να κάνουμε μια σύνθεση, προς το παρόν υπάρχει μια σύγκρουση, τα πράγματα απέδειξαν ότι τελικά η σύγκρουση αυτή έγινε όλο και χειρότερη. Και εκεί συμβαίνει το εξής, ότι όταν σκάει το δεύτερο κύμα της συζήτησης γύρω από τη σχέση της Ελλάδας με την Ευρώπη, με τους όρους που έγινε, ξαφνικά κάτι αλλάζει. Μέχρι τότε η δουλειά μου ήταν πάρα πολύ κρυπτική. Αυτά που έκανα ήταν πολύ νυγματικά, δεν είχαν την αμεσότητα που έχουν τα κείμενα που σας διάβασα. Μέχρι τότε ήταν πολύ πιο ανοιχτά σχήματα, με μια ποιητικότητα, αφυρημένα σχήματα, κύματα. Έκανα βίντεο τα οποία ήταν τρεις γραμμές, οι οποίες μετακουνιόντουσταν έτσι για άπειρες ώρες. Πράγματα τα οποία, θα λέω έτσι γελώντας, αλλά είχαν το νόημά τους τότε. Όταν όμως ξεκινάει η περιπέτεια των τελευταίων χρόνων, κατά τη γνώμη, το 2007, με τις μεγάλες πυρκαγιές στην Πελοπόννησο, που κλιμακώνεται με το θάνατο του Αλέξανδρου Ριγορόπουλου και με την οικονομική συτρίβη το 2010, ξαφνικά εγώ, όπως και άλλοι αρκετοί συνάδελφοι, σταματάω την καλλιτεχνική μου παραγωγή. Και περνάνε κάποια χρόνια, όπου ξαφνικά βγαίνουμε στους δρόμους. Βγαίνουμε στους δρόμους, διεκδικούμε χώρο, διαπραγματευόμαστε την χρήση του δημοσίου χώρου και αυτό με κάποιο τρόπο αλλάζει και την καλλιτεχνική μου δουλειά. Αυτό είναι που με οδήγησε τα τελευταία χρόνια να ασχολούμαι με την ιστορία της πόλης. Η πόλη που ζω, που γνώρισα τον εαυτό μου, είναι η Αθήνα, οπότε έχω πραγματικά εστιάσει πάνω στην ιστορία των Αθηνών. Αλλά η Αθήνα με απασχολεί πολύ περισσότερο σαν να σκαθρέφτης ενός πράγματος που είναι πολύ πιο μεγάλο από την Αθήνα, γιατί την αντιμετωπίζω σαν ένα αρχείο, ειδικά της εποχής του 19ου αι. που ιδρύθηκε το νέο Ελληνικό κράτος και με κάποιο τρόπο αποτελεί την μνήμη της ευρωπαϊκής περιπέτειας. Γιατί ακόμα ζούμε σε μεγάλο βαθμό στο 19ο αι. στην Ευρώπη, την εποχή του θετικισμού, όλη μας οικονομική θεωρία πατάει στο 19ο αι. και όλα μας τα συστήματα σκέψεις στην πραγματικότητα, ενώ έχουμε τεχνολογικές αλλαγές που υποτίθεται έχουν κάνει επαναστάσεις στην πραγματικότητα, ακόμα βρισκόμαστε σε εκείνη την εποχή. Και γι' αυτό τον λόγο θα έλεγα ότι η Αθήνα παραμένει όπως όλα τα μέρη και η Αθήνα ένας πολύτιμος τόπος για να μπορείς κανείς να καταλάβει την ευρωπαϊκή περιπέτεια. Κάτι παρόμοια βέβαια συμβαίνει και στην Ελευσίνα που βρισκόμαστε εδώ τώρα. Δηλαδή η σχέση του ιερού αυτού λόφου, το πως τον κατασπαράζει μια βιομηχανία και τον μετατρέπει σιγά σιγά σε τσιμέντο, αυτή η συνείπαρξη της απόλυτης αποθέωσης της αρχαιότητας όταν δημιουργείται το νεοελληνικό κράτος και ταυτόχρονα μια τελείως άκρητη υποδούλωση στη βιομηχανία και στο κέρδος, μια σχέση η οποία εκθιάζει το ίδιο πράγμα που καταστρέφει, δείχνει ότι στον πυρήνα της Ευρώπης υπάρχει μια πολύ σοβαρή, όχι μία, πολλές, πολλαπλές και σημαντικές αντιφάσεις. Γι' αυτό το λόγο το να είναι κανείς στην Ελευσίνα για μένα έχει κάποιο νόημα που ξεπερνάει την περιπέτεια της Ελευσίνας και έτσι με βρίσκεται εδώ. Τώρα μέσα σε όλη αυτή την πορεία έχουν συμβεί πάρα πολλά πράγματα που κάποιες φορές όταν τα αφηγούμε είναι σαν να μιλάω για κάποιον άλλον άνθρωπο. Είναι πολύ παράξενο γιατί κάθε περίοδος είναι τόσο αρπακτική, τόσο ανταγωνιστική προς οτιδήποτε έχει συμβεί σε άλλες εποχές που ετείνεις να το ξεχνάς. Θα ήθελα λοιπόν να δοκιμάσω το εξής. Θα ήθελα πρώτα απ' όλα να πιούμε μαζί όλοι ένα ποτήρι για να έχω και εγώ την ευκαιρία να πιω λίγο τσίπουρο. Ας κάνουμε αυτό. Λοιπόν, στην υγειά σας και να δώσουμε και στον Σπύρο μας λίγο χρόνο να... λοιπόν... Λοιπόν, και θα ήθελα τώρα να σας διαβάσω μια σειρά από εικόνες. Ωραία, είναι εικόνες από ταξίδια. Το ένα ταξίδι είναι στην Σαρδηνία και το άλλο ταξίδι είναι στη Λήμνου. Ήταν σε μια συνεργασία που είχαμε κάνει με τον Ευρυπίδη όπου έκλευα τον ενεργοδότη μου και πού και πού καθόμουν και έγραφα. Άλλα πράγματα ασχετά. Λοιπόν, και τώρα θα τα αποκαλύψουμε. Λοιπόν, και θα σας διαβάσω μερικές εικόνες από αυτά τα ταξίδια τα οποία έχουν το εξής ενδιαφέρον ότι είναι ταξίδια έξω από την πόλη. Ωραία, είναι σε τόπους οι οποίοι είναι μακριά από την Αθήνα. Ξεκινάμε το πρώτο. Ο Σπύρος. Ο Σπύρος πάνω απ' όλα. Λοιπόν, ακίνηκε βέβαια σίγουρα ο Σπύρος πάνω απ' όλα. Τα μύδια πώς είναι? Όχι, όχι παιδιά έχω φάει πριν έρθω και επίσης άμα ξεκινάω να τρώω μετά θα έχω λίγο θέμα να μιλάω και τα λοιπά. Αλλά έτσι τρώω με τα μάτια, δεν βαριέσαι. Τρώτε εσείς. Λοιπόν, πάντως πρέπει να ομολογήσω ότι μας προσέξαν πάρα πολύ και μας έφεραν σε αυτό το μαγαζί που πραγματικά είναι εξαιρετικό. Λοιπόν, ευχαριστούμε. Δεν θέλω να σας το χαλάσω και τα... τι είναι αυτά, κουτσομούρες είναι? Ναι, δεν πρέπει να μένουν αυτά. Τέλος πάντων, θα διαβάσω ένα-δύο και μετά κάνω μια μικρή πάψη και μετά ξαναπιάνουμε. Λοιπόν, ακούστε λίγο. Ξυπνάω μέσα στη νύχτα. Δεν είναι η πρώτη φορά. Στο μοναδικό μου παράθυρο φαίνεται... Ξυπνάω μέσα στη νύχτα. Δεν είναι η πρώτη φορά. Στο μοναδικό μου παράθυρο φαίνεται πως το φεγγάρι λάμπει, είναι πανσέλινος, του Αυγούστου. Βγαίνω έξω στον κήπο. Όλα είναι σιωπηλά και βρίσκομαι απέναντι στην πανσέλινο. Η ίδια εικόνα μοιάζει και να σιωπά και να ορλιάζει. Μένω ακίνητος από τη γη να κοιτάω τη σελήνη, η δυό μας. Ξαφνικά αρχίζουν να σηκώνονται φωνές από το βάθος του τοπίου. Ένας γάιδαρος βγάζει μια παράφορη και τρομακτική φωνή που σκίζει τον αέρα και τις στιγμές επαναλητικά. Και μετά από διαφορετικά βάθη του τοπίου ακούγονται σκυλιά. Οι ήχοι αυτοί μοιάζει να έρχονται από άλλες εποχές. Είναι αρχαίοι, είναι εκτός χρόνου, είναι πριν και μετά από μένα. Τι λένε? Δεν ξέρω. Ό,τι και να είναι είναι τρομακτικό και άγριο, αμετακίνητο. Δεν είναι μια απάντηση αλλά μια ερώτηση που θέλουμε να ξεχνάμε. Που ήταν αυτή η φωνή ενώ κοιμόμουν. Που βρίσκομαι κάθε φορά και δεν την ακούω. Σιωπή. Το αυτοκίνητο τρέχει και τα μάτια γλιστράνε στο τοπίο χωρίς καμία κίνηση. Πάνω στους λόφους. Πάλι οι λόφοι και τα βουνά. Σκεπασμένα όλα με φυτά και δέντρα. Πυκνά τόσο που το χώμα χάνεται. Όλα μοιάζουν ίδια. Ξανά και ξανά. Λόφοι. Πράσινοι. Πυκνοί. Πυκνά χαμηλά δέντρα. Πυκνό βαθύ πράσινο. Και μια τεράστια πυκνή ζωή που μοιάζει ακίνητη, αμίλητη, αδιάφορη καθώς αναπτύσσεται αθώριβα. Μια ακίνητη κίνηση και μια ήρεμη ένταση παντού. Πάνω από όλα πλανάται μία σιωπή και το αυτοκίνητο προχωρά. Πάντα από πάνω ή από κάτω ή στα όρια γύρω υπάρχει η σιωπή και εκεί βρίσκονται οι αγέννητοι και οι νεκροί. Κάπου μέσα στη νύχτα μια τρικυμία χωρίς σύνορα σηκώνεται στην καρδιά του οκεανού. Τα πελόρια κύματα δεν φέρνουν τον τρόμο σε κανένα. Η μανία του ανέμου και οι όγκοι των νερών σπαράζουν. Κι όμως πάνω τους πιο πάνω μια αδυσσόπητη σιωπή γλιστρά την πελόρια κοιλιά της. Σαρδινία. Φάτε λίγη κουτσομούρα και πάμε να φάμε. Η καταιγίδα ερχόταν σιγά σιγά. Οι κεραυνοί έπεφταν σε διαφορετικές μεριές του ορίζοντα και μας κύκλωναν. Στο βάθος έπεφταν κατά πάνω στα νερά, κατακεράβνωναν το πέλαγος, έτριζε ουρανός και η θάλασσα αποκαλύπτονταν ξαφνικά. Μετά άρχισε ο άνεμος. Τα λιγοστά δέντρα άρχισαν να τραντάζονταν, να τραντάζονται και οι λάμψοι και οι βροντές να πλησιάζουν, όλο και περισσότερο. Η λάμψη στην αρχή τύναζε τη νύχτα σε μιαν άκρη. Σιγά σιγά όμως άνοιγε και αγκάλιαζε όλο και περισσότερο ορίζοντα, ως που φώτισε όλο το τοπίο. Και αλεπάλληλα μέσα στην καρδιά της νύχτας, μέσα στον άνεμο της κατεγίδας και την βροχή αποκάλυπτε πόσο ήρεμη, ατάραχη, απαθής ήταν οι λόφοι της λίμνου, αιώνες τώρα μέσα στο χαλασμό. Το απόγευμα είναι ήσυχο, ο ήλιος κρύβεται πίσω από τη δίγλα, η θάλασσα ακίνητη, ήσια, συμπαγής, τεντωμένη, λαμπερή σαν λαμαρίνα. Στο κέντρο του κόλπου εκβάλλει ένα μικρό ποτάμι που φούσκωσε λίγο η προχθεσινή κατεγίδα. Ένα κοπάδι χύνες πλέει μέσα στον κόλπο αργά, συντεταγμένα, αθώριβα, τόσο που κάτι αμφιβάλλει για το θέαμα. Ο καθρέφτης του νερού αναστρέφει τη μορφή τους που κολυμπά στον εαυτό της. Προχωρούν πάνω στα νερά σαν ακίνητες. Η κίνηση είναι τόσο αργή που δεν φαίνεται. Κάθε τόσο ανακαλύπτεις σαν υπνοτισμένος πως έχουν μετακινηθεί. Πλησιάζουν το μικρό ποτάμι και βγαίνουν στη ξηρά. Τίποτα δε μένει από αυτό το θαύμα. Τίποτα δε συμβαίνει, τίποτα δεν ακούγεται και βίαια γκρεμίζεται κάτι μέσα μας. Γκρεμίζεται κάτι μέσα μας. Αυτά τα κείμενα τα χρησιμοποίησα σε μια παράσταση που έχω παρουσιάσει τρεις φορές σε πολύ διαφορετικές εκδοχές για να μιλήσω για το θάνατο της μητέρας μου. Η μητέρα μου πέθανε πριν από τρία χρόνια και μία εβδομάδα μετά είχε κανονιστεί ότι θα πήγαινα στη Σαρδημία για έναν ολόκληρο μήνα. Ήταν πάρα πολύ παράξενο γιατί ξαφνικά βρέθηκα σε ένα residency όπου έπρεπε να συντροφεύσω νεότερους συναδέλφους από εμένα σε μια δημιουργική διαδικασία. Αλλά εγώ αισθανόμουν ότι όλο αυτό δεν είχε κανένα νόημα. Σαν να μην έφτανε αυτό έπρεπε στο τέλος να παρουσιάσω μια δουλειά. Αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω περί ανέμων και υδάτων και ταυτόχρονα ήμουνα τόσο κοντά στο γεγονός ώστε έμοιαζε λίγο πορνογραφικό. Δεν μπορούσα να μιλήσω γι' αυτό. Η κατάσταση όσο περνάγανε οι μέρες και τελείωνε ο μήνας γινόταν όλο και πιο δύσκολη γιατί εγώ δεν είχα καμία δύναμη και καμία διάθεση να μιλήσω για τίδήποτε. Απ' την άλλη καταλάβαινα ότι και μόνο ο τρόπος που υπήρχαμε στο χώρο ήταν σαν να ανάγκαζε τους ανθρώπους να μου ζητάνε να τους δείξω κάτι. Οπότε εν μέρει σαν να το προκαλούσα εγώ. Στο τέλος λοιπόν τι έκανα. Η Σαρντινία έχει κάποιους προϊστορικούς αρχαιολογικούς χώρους που έχουν εκτός από μονόλυθους με νηρ έχουν διατάξεις κυκλικές διατάξεις από πέτρες οι οποίες είναι τοποθετημένες κάποιες φορές μόνες τους κάποτε ένας κύκλος που ακουμπάει έναν άλλο κύκλο είναι πολύ μυστηριώδες πράγμα και πάρα πολύ απλό. Οπότε πιεσμένος μέσα από αυτό έκανα το εξής πήρα τους ανθρώπους σε ένα σημείο που είχαμε συναντηθεί καλή ώρα περπατήσαμε πέντε δέκα λεπτά πρώτα από όλα για να ξεπληθούμε από ό,τι κάναμε πριν και να έχουμε μια αίσθηση ότι είμαστε όλοι μαζί πήγαμε σε ένα σημείο αυτού του μεγάλου αρχαιολογικού χώρου που είχε ακριβώς μια τέτοια διάταξη και του ζήτησα να καθίσουμε όλοι μαζί σε αυτό τον κύκλο ο οποίος ήδη δίνει μια αίσθηση κάποιου πράγμαου μιας κοινότητας πατήσαμε λοιπόν στις πέτρες μιας παλιάς κοινότητας κάπως μιμηθήκαμε αυτό το σχήμα για να έρθουμε μαζί και τότε ζήτησα από μια συνάδελφο η οποία ήτανε ιταλίδα αλλά ήξερε καλά αγγλικά και γαλλικά της ζήτησα να καθίσει δίπλα μου και της είπα ότι σου λέω στα αγγλικά γιατί εγώ δεν μιλάω ιταλικά θα το λες εσύ στα ιταλικά δεν θα με κοιτάζεις ποτέ δεν θα μου απεθύνεις τον λόγο ποτέ ό,τι δεν καταλαβαίνεις θα λες ό,τι καταλαβαίνεις χωρίς καμία ανησυχία και χωρίς καμία πάυση οπότε εγώ ξαφνικά είχα τη δυνατότητα να μιλήσω χωρίς να μιλάω και να υπάρχει μια κάποια απόσταση ενώ ήμουνα εκεί και επίσης ήτανε σαν επειδή εγώ ήμουνα όρατος και έλεγα να μιλάει από μόνη της ήτανε σαν να είμαι κάποιο είδος πνεύματος ήτανε αρκετά απλό και τι έκανα μέσα σε αυτή την ιστορία άρχισα ακριβώς να λέω κάποιες από αυτές τις περιγραφές που ήδη μοιράστηκα μαζί σας εικόνες από διαφορετικά μέρη το οποίο έχει να κάνει με το γεγονός ότι η μητέρα μου ήθελε να ταξιδεύω παρεπτόντως ταξιδεύω πάρα πολύ δεν μου αρέσει καθόλου μου δημιουργεί φοβερή αγωνία και αισθάνομαι ότι είναι μάλλον γιατί ήθελε η μάνα μου να ταξιδεύω ένα πράγμα δηλαδή τραγικό και όχι μόνο αυτό και σε όποιον το λέω οι πιο πολλοί βέβαια αγαπούν τα ταξίδια εγώ ειλικρινά είμαι να μ' αρκετά αρκετά δηλαδή είναι πολύ μεγάλη ταλαιπωρία παρ' όλα αυτά αισθανόμουν ότι με κάποιον τρόπο έπρεπε να ταξιδεύω και σχεδόν χωρίς να το καταλάβω πως ήμουνα και είμαι ακόμη διαρκώς μία από εδώ μία από εκεί και αφού έχω μιλήσει για όλες αυτές τις εικόνες από όλα αυτά τα τοπία που είναι μακριά που μοιάζουνε κατοικημένα από κάτι που δεν ξέρω τι είναι στο τέλος που λέει αλλά ομολογούσα μέσα απ' τα χείλη της συναδέλφου αυτή τη δυσκολία και έτσι με αυτόν τον τρόπο μεταμόρφωσα αυτή τη συνθήκη την ανυπόφορη σε κάτι το οποίο έγινε παρηγοριά έτσι στην πραγματικότητα μπόρεσα να μιλήσω γι' αυτό το πράγμα χωρίς να μιλήσω με αυτό το πράγμα και μπόρεσα να είμαι μόνος μου ενώ ταυτόχρονα ήμουνα μαζί με όλους αυτούς τους ανθρώπους τώρα σκέφτομαι να κάνω το εξής να διαβάσω πολύ ωραίος όχι εντάξει το έχουμε σκεφτεί αυτό το πράγμα αυτό που πήρες αν το ανοίξεις θα είναι την αχθή πάντως να ξέρεις Λοιπόν, θέλω τώρα να σας διαβάσω ένα κείμενο το οποίο είναι από εκείνη την πρώτη περίοδο που σας έλεγα όπου έγραφα πράγματα και έκανα πράγματα το οποίο ήτανε κάπως πιο σχηματικά λίγο πιο ανοιχτά ωραία το πήραμε λίγο από τα μούτρα σας διάβασα αυτό που σας διάβασα στην αρχή και τώρα θα το κάνουμε λίγο πιο αφιριμένο έχει και αυτό μια κάποια διάρκεια λέγεται όταν ή η βροχή και τώρα έχω ανταγωνιστεί τον εαυτό μου εκεί λέω έχω ανταγωνιστεί τον εαυτό μου εκεί εντάξει το έπιασε το έπιασε αυτό ήθελα αυτό ήθελα λοιπόν και θα σας διαβάσω λοιπόν το όταν ή η βροχή. Ανοίγει σε μια μεγάλη οικογένεια κειμένων ίσως έχει ενδιαφέρον να σας πω πρωίν ότι ανοίγει σε μία ακριβώς σε μία σειρά καταλόγων που έχω γράψει υπάρχει ένας κατάλογος που λέγεται τα ρούχα που είναι μόνο για τα ρούχα υπάρχει ένας άλλος που είναι για το τσιγάρο δεν καπνίζω κιόλας και δεν κάπνιζα όταν το έγραψα μετά κάπνιζα για μια περίοδο και υπάρχει και ένα άλλο που είναι για το νερό και είναι φράσεις που μιλάνε για το νερό εδώ δεν είναι αυτό είναι θα δείτε τι είναι λοιπόν όταν ή η βροχή όταν θες να είσαι σε δύο μέρη ταυτόχρονα όταν θες ταυτόχρονα να ξεκουραστείς και να κουραστείς όταν δεν θες τίποτα όταν απλώς κοιτάς τον κόσμο όταν τη νύχτα ζητάς φως και τη μέρα σκοτάδι όταν κάπου στο σκοτάδι το πάρκο κουνιέται σύσσωμο όταν σβήνεις τα φώτα να γίνει σκοτάδι να ξεκουραστούν τα μάτια όταν αναγνωρίζεις κάποιον που συναντάς πρώτη φορά όταν ψάχνεις κάτι χαμένο οριστικά όταν ψάχνεις κάτι που δεν έχασες ποτέ όταν δίχως λόγο σταματούν όλοι να μιλούν όταν δεν έχεις τίποτα να μοιραστείς όταν η σάβρα δεν κάθεται να τη δεις όταν θες να ακουμπήσεις ή να συναντήσεις κάποιον που είναι αδύνατο να ακουμπήσεις ή να συναντήσεις όταν στο μουσείο ακουμπήσεις ένα άγαλμα κρυφά όταν το βλέμμα γυρνά με στο δωμάτιο ξανά και ξανά στα πράγματα όταν κάποιος είναι εδώ όταν χαρίζεις το αγαπημένο σου βιβλίο όταν όλοι εκτός από σένα βλέπουν τα αστέρια που πέφτουν όταν αντιλαμβάνεσαι πως βηματίζεις γύρω γύρω στο δωμάτιο όταν ο ήλιος διεκδικεί τον κόσμο τα βουνά τις πέτρες τα χόρτα όταν και στην καρδιά μας ξένοι είμαστε όταν ζευγάρια που ήταν μια φορά συναντιούνται ξαφνικά όταν μέσα από τα δέντρα βλέπεις να σηκώνεται το φεγγάρι και κάνει κρύο και δεν μπορείς να μείνεις έξω όταν έξω όλα είναι μούσκεμα όταν το βράδυ δεν είναι θλιμμένο ούτε χαρούμενο όταν ξυπνάς και δεν αναγνωρίζεις που είσαι όταν το αυτοκίνητο πηγαίνει και δεν θες να φτάσει ποτέ όταν φαίνονται στον ουρανό καρφωμένα τα βουνά όταν ανάμεσα στα δάκτυλα κάθεται το κρύο όταν το σπίρτο τα δάκτυλα φωτίζει όταν περπατάς στο φωτισμένο κόσμο όταν σε ακυνητοποιεί ένα αχνιστό πιάτο και ύστερα ένα φασόλι όταν αποκοιμιέσαι πάνω στο βιβλίο όταν κάποια χέρια σ' αγγίζουν όταν θες να μείνεις για πάντα στο κρεβάτι όταν παρακαλάς να χτυπήσει το τηλέφωνο όταν όσο μιλάτε τόσο αισθάνεστε ότι είναι περητό και συνεχίζεται όταν όλες οι σκέψεις της ημέρας μοιάζουν αυτόματες και ξένες όταν όπως και να ξαπλώσεις πονάς όταν μια στιγμή ανακαλύπτεις τα χέρια σου όταν η χαρά ή η λύπη του άλλου δεν σ' αγγίζει όταν ανεβαίνεις σκάλες στο σκοτάδι όταν όλοι κοιμούνται και το πάτωμα είναι παρκέ όταν δεν σου ταιριάζει το πρόσωπο σου όταν μια παρέα κορίτσια φλιαρεί όλο το σπίτι όταν ένα τραγούδι θα θυμίζει πλέον κάτι νέο όταν ένα παιδί που έμαθε πρόσφατα να περπατά όταν στο σπίτι δεν υπάρχει πουθενά ρολόι όταν ανάμεσα στα πέθκα απαντάς ένα ολάνθιστο δέντρο όταν ένας νέος άνδρας ξαφνικά περνά τρέχοντας όλος όταν στη στάση πρέπει να κοιτάξεις και το τρίτο κορίτσι που σκοτίνιασε όταν σε μια συνάντηση κάτι συνέβη που σου διαφεύγει όταν η βραδιά μένει μισή όταν ένα πρόσωπο δεν εξαντλείται όταν ακίνητα τα πουλιά στον ουρανό κοιτάς ακίνητος όταν μόνο η υπομονία απαντά στις αδυναμίες όταν στάζουν οι υδρορροές μουσικοί όταν δεν καταλαβαίνεις ένα βότσαλο και δεν καταλαβαίνεις γιατί επιμένεις ότι υπάρχει κάτι να καταλάβεις όταν καίει άμμος και περπατάς ξυπόλητος και τρέχεις αναγκαστικά και γρήγορα όταν στο μπαλκόνι φοβάσαι ότι θα πηδήξεις όταν κοιτάς τη νυχτερινή θάλασσα και τρομάζεις όταν κοιτάς όταν κοιτάς τη θάλασσα όταν όλα γίνονται λαφρά και ο χρόνος χαρά όταν σε μια στιγμή αντιλαμβάνεσαι την άνοιξη όταν σπάμε μια πέτρα και αυξάνεται η επιφάνεια του κόσμου όταν τη νύχτα η σκιά σου στο πεζοδρόμιο είναι τριπλή όταν προσπερνάς άνετα το γέρο που προχωρεί δύσκολα όταν ένας φίλος είναι άρρωστος και δεν έχεις χρόνο όταν μια στιγμή δεν έχεις χρόνο όταν όλα γίνονται λαφρά και ο χρόνος χαρά όταν σε μια στιγμή αντιλαμβάνεσαι την άνοιξη όταν σπά μια στιγμή συλλαμβάνεις το άπειρο σε συλλαμβάνει όταν μοιράζεσαι σιωπή όταν κάποιος σου διηγείται τη ζωή του όταν η χαρά σου πονάει αναγκαστικά κάποιον όταν δεν υπάρχει λύση στην ξένη δυστυχία όταν πίσω από τους τείχους δεν υπάρχει τίποτα όταν η καρδιά είναι γεμάτη βουνά όταν κοιτάς μια μήγα κατάματα όταν πας για ύπνο όταν ξυπνώντας να ξημερώσει όταν η μοναξιά ολοκληρώνεται όλα ένα γίνονται και θέλουμε κάποιος να αποφασίσει τη θέση μας όταν καταλαβαίνουμε καθώς πηγαίνουμε ότι χαμογελούμε όταν λες κάτι και κανείς δεν προσέχει όταν ξαφνικά το σπίτι ερημώνει και τα πράγματα ασιοπούν όταν νηστάζεις και δεν σε παίρνει ο ύπνος όταν πεινάς όλη την ώρα όταν σε κοιτά κοιάζοντας κάπου μακριά όταν ο ήλιος φαίνεται κρύβεται φαίνεται όταν αστράφτη και περιμένεις και δεν βροντά και κάτι σου λείπει όταν κατανοείς πως πριν ή μετά από σένα όλοι όσοι γνωρίζεις θα τελειώσουν όταν το μήλο που μασάς σε ξεκουφαίνει όταν μια αράχνη μικρή σου κρατά συντροφιά δίχως να το ξέρει όταν μια ατυχία κέρδος γίνεται όταν το σινεμά βγαίνεις και είναι νύχτα όταν κάποιον άγνωστο κάπου ξανά δες κάποτε όταν αλλάζεις πορεία ακολουθώντας μια φωνή όταν σε ξυπνά η βροχή όταν ο ήλιος εμφανίζεται μετά από μέρες όταν πάλι έφαγες πολύ όταν ένα παιδί κοιτά τη μητέρα του που κοιμάται όταν μεγάλος πλέον κοιτάς τη μητέρα σου που κοιμάται όταν καταφέρνεις να μιλήσεις αυτόν που σχεδόν μίσησες όταν πέφτεις για ύπνο απρόθυμος όταν ανάμεσα στις σελίδες βρύχεις κι η ψύχουλα από τη ρόπιτα όταν θυμάσαι γεγονότα που έχεις ξεχάσει και κάτι έχεις χάσει όταν δεν μπορείς να δεις τον καθρέφτη από τους υδρατμούς και ανοίγεις το παράθυρο και ακούς πουλιά και ένα τρένο μακριά όταν ανοίγεις όλο προσοχή μα κανείς δεν κοιμάται όταν ανοίγεις απρόθυμα την πόρτα γιατί ξέρεις τι θα ακολουθήσει όταν ανοίγεις την πόρτα και ανοίγει η βραδιά και ξέρεις πως απόψε κάτι θα συμβεί όταν δεν θέλεις να σ' αρέσει κάτι που σ' αρέσει όταν δεν βρίσκεις τα κλειδιά σου και δεν μπορείς να βγεις από το σπίτι όταν μιλάτε και σε κοιτάει στα χείλη όταν το πρώτο φιλί αργεί πολύ κοστίζει πολύ πλησιάζει πολύ όταν ξαφνικά ανακαλύπτεις ότι κάποιος είναι όμορφος όταν ξυπνάς και έχει νυχτώσει όταν καταλαβαίνεις ότι ήταν η τελευταία φορά που τον είδες όταν οι εξηγήσεις βλάπτουν όταν μια πεταλούδα στο τραπέζι σου ξεκουράζεται όταν οι άνθρωποι λένε για να περνάει ώρα βλακείες που δεν τους ενδιαφέρουν ούτε τους ίδιους όταν ώρα μετά αντιλαμβάνεστε ότι μιλάτε μόνοι σας όταν δεν καταλαβαίνεις γιατί έχεις τόσο καιρό να κοιμηθείς κάτω από ένα δέντρο όταν αντιλαμβάνεσαι ότι είσαι ο τελευταίος πελάτης και σε περιμένουν όταν ένα παιδί θέλει να παίξει και βαριέσαι όταν δίχως λόγο είσαι θλιμμένος όταν χαίρεσαι που ανακαλύπτεις πως ήσουν άδικος όταν έχεις αργήσει και το μετρό δεν συγκινείται όταν δεν ξέρεις με ποιον μιλάς στο τηλέφωνο όταν ο άνεμος σαρώνει ξαφνικά όταν κοιμώσουν έβρεξε όταν τελειώνεις ένα βιβλίο όταν αρχίζεις ένα γράμμα όταν μετακομίζεις και την πόρτα κλείνεις για τελευταία φορά όταν σε κοιτά και δεν απαντά όταν ανακαλύπτεις μια ρυτίδα όταν ένα παιδί απορεί εξατλητικά όταν η απάντηση είναι ερώτηση όταν σκιές των δέντρων τα φώτα της πόλης γεμίζουν τον δρόμο όταν ο δρόμος δίπλα γεμάτος οχήματα γεμάτα σώματα ζωές οριστικά άγνωστες λοιπόν δεν ξέρω τώρα τι έγινε με τις κουτσομούρες αλλά δεν γινόταν αλλιώς λοιπόν τι θες πάυση λοιπόν ε νομίζω ότι δεν θα σας εξατλήσω πολύ παραπάνω εντάξει είναι καλύτερα να φύγετε λίγο πεινασμένοι παρά μπαφιασμένοι δεν πιστεύω ότι καταλάβατε ακριβώς τι κάνω ελπίζω μάλιστα ότι δεν ότι πλέον σας έχω μπερδέψει τελείως αν σας παρηγορεί το γεγονός για πάρα πολλά χρόνια προσπαθούσα η δουλειά μου να μην μπορεί να προσδιοριστεί δηλαδή έκανα πράγματα επίτηδες πολύ διαφορετικά μεταξύ τους σε πολύ διαφορετικούς χώρους τα οποία δεν θα μπορούσε κανείς να τα περιγράψει αν δεν περιέγραφε τη στιγμή και τους ανθρώπους που ήταν εκεί αυτό που συμβαίνει τώρα δεν θα μπορέσω να το ξανακάνω ποτέ δεν θα ξανασυμβεί το ίδιο πουθενά και αυτό το ανεπανάληπτο λίγο άγαρπα λίγο βία λίγο υπερβολικά είναι αυτό που με προστάτευε πάντα από να χτίσω μια αν θέλετε κάπως καριέρα και νομίζω ότι αξίζει τελειώνοντας να αναφερθώ λίγο σε αυτό σας είπα όταν ξεκινάγαμε ότι κάποια στιγμή έζησα αυτήν την αποκαλυπτική ρογμή που είχε να κάνει με αυτήν την αίσθηση η συνειδοποίηση πόσο ανέφυκτο είναι να αγαπά κανείς χωρίς ιδιωτέλεα το ίδιο πράγμα συμβαίνει βέβαια και με την καλλιτεχνική λειτουργία και με όλες βέβαια τις δουλειές που όλοι με κάποιον τρόπο σίγουρα αισθανόμαστε κάτι προσφέρουμε έστω λίγο αλλά δεν μπορεί να υπάρξει μια δουλειά η οποία να είναι βιώσιμη χωρίς να αισθάνεσαι ότι κάτι αλίμονο είναι πολύ δύσκολο να το αντέξει κανείς. Λοιπόν σαν καλλιτέχνης υπήρχε το ανάλογο ότι αντιλαμβάνεσαι ότι πάντα παρουσιάζεις και πουλάς τον εαυτό σου και υπάρχει αυτό το πρόβλημα του ουναρκισμού το οποίο δεν πρέπει να το κατηγορούμε εύκολα γιατί το να αντέχω το βλέμμα σας εδώ δεν γίνεται αν δεν χτίσω κάποια πανοπλία. Δεν γίνεται να αντέξεις την έκθεση χωρίς να έχεις ήδη πιστεί με κάποια μπαρούφα για την αξία αυτού που κάνεις και που λες. Με τα χρόνια μπορεί αυτό να προχωρήσει να μην το χρειάζεσαι τόσο πολύ αλλά όταν ξεκινάς είναι ανόητος όποιος κρίνει κάποιον γιατί είναι ενάρκιστος όταν ξεκινά να μπει μέσα σε αυτήν την ανθρωποφάγα διαδικασία. Παρ' όλα αυτά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι εύκολο για κάποιον να συμφιλειωθεί με αυτήν την πλευρά. Και όταν ξεκινούσα λοιπόν ήθελα με κάποιο τρόπο αυτό το εμπόδιο κάπως να το ξεπεράσω. Δεν είχα πολύ γενεοδορία, έπαιρνα τον εαυτό μου πολύ στα σοβαρά οπότε πάντα πάλευα με αυτήν την τον αρκισισμό. Ας πούμε κάπως να τον βάλω κάτω, με έβαζε κάτω, δεν καταλάβαινα τι γινότανε και μου πήρε πολλά χρόνια για να μπορώ να κάνω αυτό που κάνω απόψε εδώ μαζί σας. Να σηκωθώ και να μοιραστώ κάποια πράγματα με αυτήν την αμεσότητα, χωρίς οθόνες, βίντεο, χωρίς εγκαταστάσεις, χωρίς τίποτα άλλο παρ' εκτός τη φωνή και το σώμα. Αυτό λοιπόν που συνέβη ήταν το εξής, άρχισα να μελετάω περιπτώσεις όπως ένας Γάλλος συγγραφέας ο Μωρίς Μπλανσόπου με ενδιέφερε πάρα πολύ ο οποίος δεν τον έβλεπε κανείς, ζούσε κάπου στην εξοχή της Γαλλίας στην Αιπαρχία και δεν συναντούσε σχεδόν κανέναν. Ή τον Άγιο Ιωάννη τον Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος έφτιαχνε την καλύβα του, μόλις έβλεπε άνθρωπο να πλησιάζει, καταλάβαινε ότι πλέον αρχίζει να γίνεται κατοικίσιμη αυτή η περιοχή, έκαιγε την καλύβα του, αυτό λένε Καυσοκαλυβίτη, και πήγε σε άλλο μέρος και την ξανάχτιζε, δηλαδή που εμφανιζόταν κάποιος άσχετος, αυτό ξανά την έκαιγε και έκανε αυτή τη δουλειά συνέχεια. Και υπάρχει ένας άλλος, ο J.D. Salinger, που έκανε κάτι παρόμοιο, ήταν τελείως δυσπρόσιτος. Όταν ήμουν, λοιπόν, στην Γαλλία, επειδή έκανα μια σειρά από δουλειές, που είχαν αναφορές ακριβώς σε αυτόν τον συγγραφέα, τον που σας ανέφερα πρώτο, τον Μουρίς Μπλανσο, κάποια στιγμή ένας από τους καθηγητές σχεδόν λήγησε από το γεγονός ότι οι αναφορές μου ήταν τόσο χτισμένες και μελετημένες, μου λέει σχεδόν τροπαλά, μήπως θα ήθελες να τον γνωρίσεις. Τώρα αυτό δεν ξέρω αν το φαντάζεστε, αλλά είναι σαν να βλέπεις το μονόκαιρο ένα τέτοιο πράγμα, ωραία. Και εκείνη τη στιγμή κατάλαβα όμως ότι δεν γινότανε, ήτανε τελείως αντίφαση, γιατί αυτό θα καθιστούσε τη σχέση μας μία θεαματική σχέση. Θα ήταν σαν να πηγαίνω στο ζωολογικό κήπο. Αυτό που είχα να του πω είχε να κάνει με το γεγονός ακριβώς ότι είχε αφανίσει τον εαυτό του. Δεν μπορούσε, ήταν ένα... Και τότε ξαφνικά είπα, θέλω, αλλά δεν γίνεται. Μέσα από αυτή τη διαδικασία έξανα να κατανοώ κάτι που ήταν ίσως στο μυαλό μου ήδη, που είναι ότι όλη αυτή η ιστορία με την εξαφάνιση που γίνεται με τόσο καθαρό τρόπο, ξαφνικά γινόταν ένα άλλο είδος εμφάνισης. Γινόταν ξανά θεαματικό. Ήταν ξανά ο σούπερ wow, το ότι ο τύπος δεν τον έβλεπε κανένας και όλοι ασχολιόταν με το πώς ήτανε και ποιος ήτανε και αν υπάρχει μια φωτογραφία του. Και ξαφνικά αυτό ανερούσε ακριβώς την... Και τότε κατάλαβα ότι η πραγματική εξαφάνιση πρέπει να εξαφανίσει την εξαφάνιση. Δεν πρέπει να φαίνεται ότι έχεις εξαφανιστεί. Πρέπει να είσαι συνέχεια εκεί και να μην το κάνεις θέμα. Οπότε ξανακατέληξα στο σημείο που είχα αρχίσει. Απλά η δουλειά μου πάντα είχε μια λογική ανταρτοπόλεμο. Δεν είχε ποτέ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Τώρα πια έχουν περάσει τα χρόνια και κατάλαβα ότι και σε αυτό απέτυχα. Και να σας εξηγήσω γιατί. Τι έγινε. Εάν μπείτε και ψάξετε να δείτε τη δουλειά μου, σας εγγυώμαι ότι θα μπερδευτείτε. Δεν θα βγάλει τάκρυ. Λοιπόν, αλλά αυτό τι είχε σαν αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα ήτανε ότι ναι μεν οι άνθρωποι δεν ξέρουν τη δουλειά μου. Οπότε δεν μπορούν να με βάλουν σε ένα κουτάκι. Αλλά ξέρουνε κάτι. Εμένα. Το μόνο που έμεινε τώρα που η δουλειά μου έχει εξαφανιστεί διάσπαρτη σε θράσματα από εδώ από εκεί, στις μνήμες ανθρώπων. Ξαφνικά το μόνο που μένει είμαι εγώ. Και ξαφνικά έγινε ακόμα πιο ανθρωποπαγιές και επικεντρωμένο σε εμένα. Οπότε, ειλικρινά, αισθάνομαι πλέον ότι ό,τι έχω προσπαθήσει να κάνω είναι απολύτως αποτυχημένο. Και ότι τώρα πια θα αρχίσω λίγο κάπως να το μαζεύω και να κραθιστώ τη δουλειά μου λίγο ορατή. Σήμερα αποτύχαμε απαταγοτός. Νομίζω ότι από αύριο θα βάλω τα πράγματα σε μια σειρά. Λοιπόν, από Δευτέρα, από Δευτέρα. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Είχε ενδιαφέρον και για μένα. Και δεν πειράζει που δεν έφαγα κουτσομούρες. Θα συνεχίσω να πίνω. Ναι, τώρα έχουν κρυώσει. Λοιπόν, αλλά εάν αντέξετε, αν με μείνουμε ακόμη παρακάτω και έχω πιεί λίγο, παριστάνοντας όμως ότι έχουμε τελειώσει, εντάξει, μπορεί και να κάνουμε καμιά υπερβολή και να ασφάλουμε παραπάνω μετά. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. |