: Καλησπέρα. Σας καλωσορίζουμε σε μία νέα εκπομπή από το Ρώτα το Χαμόγελο, το Χαμόγελο του Παιδιού. Βρισκόμαστε εδώ στο Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα Εξαφανισμένα και η Ποεκμετάλλευση Παιδιά. Ονομάζομαι Εδωροθέ Λοΐζου, είμαι ψυχολόγος εδώ στο Χαμόγελο του Παιδιού. Καλησπέρα κι από εμένα. Ονομάζομαι Χρήσος Φουσιάνης, είμαι κι εγώ ψυχολόγος εδώ στο Χαμόγελο του Παιδιού. Σήμερα η εκπομπή μας έχει θέμα την επικοινωνία. Ένα θέμα που θεωρούμε έτσι αρκετά επίκαιρο. Λαμβάνουμε πάρα πολλές κλίσεις, πάρα πολλά μηνύματα, αιτήματα από γονείς αποκπαιδευτικούς που αφορούν το θέμα αυτό. Θα μιλήσουμε λίγο για κάποιες δεξιότητες αποτελεσματικής επικοινωνίας και θα περιμένουμε και τις δικές σας ερωτήσεις, τα δικά σας σχόλια, είτε μέσω του τσάτ εδώ στην εκπομπή μας, είτε στη γραμμή source 156. Ακριβώς, ακριβώς. Οπότε ξεκινώντας να μιλήσουμε για το από πού ξεκινά η επικοινωνία. Μιλάμε για τα συστήματα που υπάρχουν γενικότερα τόσο στην τάξη τα παιδιά, όσο και στην οικογένεια. Είναι απαραίτητο λοιπόν να δούμε ότι πολλές φορές τα προβλήματα που υπάρχουν σε όλα αυτά τα πλαίσια ξεκινούν από την αδυναμία είτε των ογονέων με τα παιδιά είτε μεταξύ των παιδιών, να επικοινωνήσουν τις ανάγκες τους, τις σκέψεις τους, τα συναισθήματά τους. Η επικοινωνία όμως είναι μόνο η λεκτική, είναι μόνο το να συζητάμε με κάποιον. Όχι. Είναι σίγουρα και η μη λεκτική, το μη λεκτικό κομμάτι, όπου σε αυτό υπάρχει μια πολύ πολύ σημαντική διάσταση που θα την συζητήσουμε έτσι σε λίγο. Ο στόχος λοιπόν της επικοινωνίας είναι να εκφράσουμε ό,τι μας απασχολεί. Τώρα λοιπόν θα δούμε ποια μπορεί να είναι τα εμπόδια αυτής της επικοδομητικής επικοινωνίας. Όπως σας είπαμε δυστυχώς είναι ένα θέμα που απασχολεί πάρα πολλούς γιατί βλέπουμε ότι συμβαίνει μέσα σε πολλές οικογένες να υπάρχουν αρκετά εμπόδια στην επικοινωνία και στο ζευγάριο όπως είπε και ο Χρήστος. Θα σας δώσουμε λοιπόν κάποια παραδείγματα από κάποια τέτοια εμπόδια, τα οποία μπορείτε να δείτε και στον εαυτό σας αν όντως συμβαίνουν, να τα αναγνωρίσετε, να δούμε πώς μπορούμε να τα διορθώσουμε. Πολλές φορές λοιπόν βλέπουμε στα ζευγάρια, γιατί και απ' τα ζευγάρια ξεκινάει όλο αυτό και περνάει και στα παιδιά βέβαια, ότι οι δηλώσεις τους χρωματίζονται από μια έτσι κριτική. Τέτοιες δηλώσεις εμπλέκουν βέβαια το ζευγάρι στη διαδικασία ποιος έχει δίκιο, ποιος έχει άδικο, στο να βγει κάποιος δικαιωμένος, να βγει κάποιος νικημένος και κάποιος αιτημένος. Δεν είναι αυτός ο στόχος, έτσι. Πολλές φορές επίσης βλέπουμε ότι όσο πιο δυνατά είναι και τα συναισθήματα σε ένα ζευγάρι, τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες να εμπλακεί το ζευγάρι σε τέτοιες δηλώσεις φορτισμένες. Ο στόχος, λοιπόν, δεν είναι, όπως είπαμε, κάποιος να βγει νικημένος ή αιτημένος. Ο στόχος είναι να υπάρχει μια μοιβαία κατανόηση. Όταν αυτό υπάρχει στο ζευγάρι, αυτό αυτομάτως περνάει και στα παιδιά. Σαν μοτίβος, σαν πρότυπο συμπεριφοράς. Ακριβώς. Ακριβώς. Επικοινωνίας. Και θα πρέπει αυτό που είναι επίσης πολύ σημαντικό σ' ένα ζευγάρι, το κάθε ένα μέλος της οικογένειας και τους ζεύους, να διατηρεί την οντότητά του, να διαφοροποιεί δηλαδή τον εαυτό του στη σχέση του με τον άλλον. Να μην ταυτίζεται ακριβώς, απόλυτα, για να μπορεί να υπάρχει μια καλύτερη επικοινωνία. Για να δούμε, λοιπόν, τα εμπόδια και σε ένα γενικότερο πλαίσιο, όχι μόνο στο ζευγάρι ανάμεσα, αλλά και σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Γιατί θεωρούμε ότι η σημερινή εκπομπή, ίσως, μας βοηθήσει και σε αυτό. Η επικοινωνία θέλουμε να είναι όσο πιο αποτελεσματική, και καλή σε όλες τις ανθρώπινες μας σχέσεις, έτσι. Θα το εστιάσουμε σίγουρα στο θέμα των παιδιών, και λόγω του ότι είμαστε ένα σύλληβος για τα παιδιά, αλλά μπείτε στη διαδικασία να δείτε σε όλες τις σχέσεις τις ανθρώπινες που έχετε, τι εμπόδια υπάρχουν. Έτσι, έχουμε κάποια tips εδώ, τα οποία παρατηρούμε ότι συμβαίνουν σε πολλούς ανθρώπους. Ας πούμε, πολλοί άνθρωποι ασχολούνται με τα δικά τους θέματα και δεν παρακολουθούν το μήνυμα που μπορεί να τους δώσει ένας άλλος άνθρωπος. Κάτι άλλο που επίσης γίνεται πάρα πολύ συχνά, είναι ότι ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ να πούμε αυτό που έχουμε στο μυαλό μας, να πούμε όσο μας μιλάει ο άλλος, που όσο μας μιλάει δεν μπορούμε να τον παρακολουθήσουμε, γιατί σκεφτόμαστε τι θα πούμε εμείς μετά, τι θα τον συμβουλέψουμε, τι θα κρίνουμε. Επίσης, κάτι άλλο είναι ότι πολλές φορές είμαστε τόσο σίγουροι ότι ξέρουμε τι θα πει ο άλλος, ώστε μπορούμε να διαστρεβλώσουμε το μήνυμά του ανάλογο με τις δικές μας προσδοκίες. Έχουμε εμείς δηλαδή ήδη κάτι στο μυαλό μας, για αυτό που θέλει να πούμε. Και να το τροποποιήσουμε στην ουσία αυτό που έχουμε. Και ακριβώς. Προσπαθούμε να διαστρεβλώσουμε τα λεγόμενα του άλλου. Για να ταιριάξει στον δικό μας, αυτό ακριβώς Χρήστο. Οι άνθρωποι παρακολουθούν λοιπόν τον άλλον πολλές φορές και για να τον κρίνουν και να τον αξιολογήσουν. Και αυτό είναι κάτι που το κάνουμε συχνά, όχι συνειδητά, είναι μια ασυνείδητη διαδικασία. Άλλα εμπόδια στην αποτελεσματική επικοινωνία είναι οι εντολές που δίνουμε πολλές φορές και οι γονείς. Ή απειλές στα παιδιά. Ειδικά στις δυσκολίες με τη συμπεριφορά των παιδιών. Πάρα πολύ συχνό φαινόμενο, όντως το βλέπουμε αυτό. Ακόμη και οι συμβουλές που θεωρούμε οι γονείς ότι είναι ο ρόλος μας να δίνουμε συμβουλές, πολλές φορές και αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο εμπόδιο στην επικοινωνία. Το να κάνουμε συνέχεια δηλαδή υποδείξεις στο παιδί. Το να κάνουμε κριτική. Επίσης ακόμη και ο έπαινος είναι κάποιες φορές εμπόδιο όταν γίνεται πάρα πολύ συχνά. Και χωρίς να υπάρξει. Ακριβώς, ακριβώς. Όταν γίνεται με τέτοια συχνότητα. Ερμηνείες. Πολλές φορές δηλαδή όταν ερμηνεύουμε τα λεγόμενα κάποιου παιδιού και τη συμπεριφορά του και αυτό επίσης είναι ένα εμπόδιο. Και πολλά άλλα που θα τα συζητήσουμε και στην πορεία. Τα αποτελέσματα τώρα μιας κακής επικοινωνίας. Αυτά που φαντάζεστε ή που μπορεί να έχετε δει σε πολλές οικογένειες. Πολλές συγκρούσεις μέσα στην οικογένεια. Ένα παιδί πολύ ευαιρέθηστο, επιθετικό ή αμυντικό. Η τάση του παιδιού για απομόνωση. Πολλές φορές μια κακή επικοινωνία μέσα στην οικογένεια και στο σύστημα της οικογένειας κάνει το παιδί να θέλει να σταματήσει και να επικοινωνεί εντελώς. Να μην μιλάει. Πολλές φορές μας λένε οι γονείς ότι το παιδί δεν μιλάει, δεν μου θέλει το μήνυμα που θέλει. Μερικές φορές είναι δημοσιακό ότι υπάρχουν φορές που τα παιδιά δεν μιλούν, δηλαδή δεν εκφράζουν τις ανάγκες τους. Υπάρχει και ο άλλος πόλος στο άλλο άκρο που τα παιδιά μπορεί να αποκτήσουν ακόμα και επιλεκτική ελαλλία λόγω της οσκήτη μέσα μπορεί να βάχουν έντονες συγκρούσεις ότι δεν επικοινωνούνται οι ανάγκες σωστά ή το παιδί προσεγγίζεται με ένα ζεστό τρόπο. Ναι, συμβαίνει πράγματι, πράγματι. Ένα παιδί μπερδεμένο, να μην καταλαβαίνει τι νιώθει καλά, να μην αισθάνεται αποδεκτό από τους γύρω του, να μην μπορεί να εκφραστεί ειλικρινά και ανοιχτά, αυτά είναι έτσι κάποια αποτελέσματα κακής επικοινωνίας. Τώρα, να δούμε σιγά σιγά λοιπόν επειδή σήμερα όπως καταλάβατε θέλουμε να προτείνουμε και κάποιους τρόπους επιτυχημένης επικοινωνίας, ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της επιτυχημένης επικοινωνίας. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της επιτυχημένης επικοινωνίας, ποια είναι τα ωφέλ της γενικότερα. Ένας επιτυχημένης επικοινωνίας είναι να βελτιώσουν τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, μεταξύ των ανθρώπων που εμπλέγονται σε διάφορα συστήματα, στην οικογένεια, στο σχολείο, στις παρέες, σε οποιαδήποτε σχέση. Μέσα λοιπόν από μια καλή επικοινωνία βρίσκονται λύσεις και αμοιβαία και ενεργοποιώντας ο καθένας τις δικές του στρατηγικές, να βρει την λύση έπειτα από μια διαδικασία συζήτησης, μια διαλεκτικής, να κατανοήσουν τα αισθήματα που υπάρχουν, να μαθαίνουν, ειδικά τα παιδιά, να εκφράζουν τα συναισθήματά τους, κάτι που είναι πάρα πολύ αποφορτιστικό και πολύ βοηθητικό τελικά για να εξελιχθούν, ξεπερνώντας τα προβληματά τους, μέσα από αυτό να αυξήσουν την αυτοεκτίμησή τους και τελικά να γίνουν άνθρωποι υπεύθυνοι που έχουν προσανατολισμούς, έχουν στόχους και νιώθουν ότι μπορούν να αντιμετωπίζουν την οποιαδήποτε δυσκολία τους. Έτσι λοιπόν κάποιες βασικές προϋποθέσεις για την αποτελεσματική επικοινωνία κυρίως μεταξύ των γονέων αλλά και γενικότερα μεταξύ των ανθρώπων είναι η γνώση και η αποδοχή του αυτού μας, η γνώση και η αποδοχή για το άλλο άτομο, οι δυναμίες, οι δυσκολίες αλλά και τα προτερήματα ώστε να αξιοποιηθούν καταλλήλως το νιάξιμο, βασικό το νιάξιμο, όταν επικοινωνεί ένας γονάζ με το παιδί αυτό που προτεύει πιστεύω ότι είναι να νιώσει το παιδί ότι πραγματικά ο γονέας ή ο εκπαιδευτικός νοιάζεται για το προβλήμα του και δεν θέλει απλά να δώσει μία δικαιωτική λύση. Και αυτό που λέγαμε και πριν, να μην έχουμε στο μυαλό μας τι λύση θα δώσουμε, πρώτα να νοιαστούμε για τον άλλο. Να νοιαστούμε, να δούμε κατά θέση όπου μπορεί να προκύπτει το κάθε πρόβλημα, να μπορέσει το παιδί να μας εμπιστευθεί ώστε τελικά να ανοίξει όλο το ψυχικό κόσμο και έτσι να συζητήσει μαζί μας. Ωραία. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν μετά έτσι από αυτή την εισαγωγή για την καλή και την κακή επικοινωνία να δούμε τι είναι επικοινωνία, πώς θα μπορούσαμε να ορίσουμε την επικοινωνία. Η επικοινωνία ουσιαστικά, αυτό ίσως δηλαδή μας βοηθήσει να δούμε και τι σημαίνει επικοινωνία και πώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε σωστά, είναι ουσιαστικά η προσπάθεια ενός ανθρώπου να στείλει ένα μήνυμα σε έναν άλλον με τη συνειδητική πρόθεση να του προκαλέσει και μία αντίδραση. Σκεφτείτε το λίγο αυτό, δεν λέω κάτι απλά για να το πω, θέλω να προκαλέσω μία αντίδραση στον άλλον, έτσι, είτε είναι θετική είτε είναι αρνητική, έτσι υπάρχει μία αλληλεπίδραση στην επικοινωνία, γι' αυτό και στην επικοινωνία υπάρχουν παραπάνω από ένα άτομα. Δεν όμως μιλάμε για μονόλογο, μιλάμε για σκέψεις, πώς επιτελείται η επικοινωνία, υπάρχουν διάφοροι τρόποι, υπάρχει ομιλία, υπάρχει η αλληλεπίδραση γενικά, δηλαδή ακόμη και με την απλή σωματική παρουσία έχουμε μία επικοινωνία έτσι με τον άλλον και υπάρχουν και οι αισθήσεις, η επικοινωνία μπορεί να γίνει και μέσω της όρασης, της ακοής, της ώσπρησης, όλα αυτά είναι τρόποι με τους οποίους μπορούμε να επικοινωνήσουμε κάτι. Κάτι που είναι πολύ σημαντικό και θα το πούμε πολλές φορές σήμερα στην εκπομπή μας είναι ότι η επικοινωνία μπορεί να είναι και λεκτική αλλά και μη λεκτική. Και μάλιστα ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της επικοινωνίας είναι το μη λεκτικό. Το μεγαλύτερο νομίζω. Είναι το μεγαλύτερο, ναι, ναι, θα το πούμε και μετά. Οπότε αφήνουμε αυτό μία ανωτελεία για να μιλήσουμε μετά για τη λεκτική επικοινωνία. Ο τρόπος λοιπόν που όντως επικοινωνούμε κάτι είναι ότι στέλνουμε ένα μήνυμα στον απέναντί μας, του δίνουμε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που χρειάζεται ο άλλος για να καταλάβει το δικό μας πλαίσιο αναφοράς, είναι αυτό που λέγαμε πριν, να φύγει λίγο από το δικό του, να καταλάβει αυτό που εμείς θέλουμε να του δώσουμε, αποσαφηνίζουμε ακόμη και εμείς, αυτό είναι καλό να το κάνετε, ότι το μήνυμα είναι δικό μας, προσωπικό, δεν μεταφέρω τις απόψεις κάποιου άλλου, ή αν όντως μεταφέρω τις απόψεις κάποιου άλλου, να το κάνω ξεκάθαρο, βεβαιώνουμε ότι τα λεκτικά και τα μη λεκτικά μηνύματα που στέλνω στον άλλον δεν αποκλείνουνε πάρα πολύ μεταξύ τους. Έχει μια συνέπεια δηλαδή. Ακριβώς, και ότι το μήνυμά μου γενικότερα έχει μια συνέπεια, μια σταθερότητα, έτσι, αυτός είναι ο τρόπος που μεταδίδω ένα μήνυμα. Ποιοι είναι οι κανόνες καλής επικοινωνίας στην μετάδοση ενός μηνύματος. Να υπάρχει συμφωνία, όπως είπαμε, ανάμεσα σε αυτό που λέμε και σε αυτό που δείχνουμε, επίσης ανάμεσα σε αυτό που λέμε και σε αυτό που κάνουμε, αυτό το βλέπουμε πολύ και στις κλήσεις που λαμβάνουμε και στη γραμμή, ότι πολλοί γονείς άλλο θέλουν να πούνε αλλά άλλο δείχνουν με τις πράξεις τους, να είμαστε σαφείς. Να είναι πολύ σημαντικό ακόμα και ο τρόπος που λειτουργούν τα γνωρίσματα του προσώπου. Να θέλουμε να εκφράσουμε κάτι στα παιδιά για να τα βάλουμε σε όρια, για να τους υποδείξουμε μια συμπεριφορά, να επισημάνουμε κάτι, μόνο και μόνο οι εκφράσεις του προσώπου μας είναι τέτοιες που ενώ ο λόγος μας μπορεί να είναι ικανοποιητικός, να είναι σωστός, οι εκφράσεις είναι τέτοιες που μακρύνουν το παιδί. Να είναι πολύ σημαντικό, είναι αυτό που λέγαμε το πιο σημαντικό κομμάτι. Θέλουμε πάντα το μήνυμά μας να είναι σαφές και συγκεκριμένο. Διασαφηνίζουμε λοιπόν τι είναι αυτό το οποίο θέλω να προσέξεις εσύ στο μήνυμα που σου στέλνω. Πάντα περιμένουμε να ολοκληρώσουμε αυτό που έχουμε να πούμε. Ακούμε το μήνυμα που μας δίνεται χωρίς να το παραποιούμε και δείχνουμε με κάποιους τρόπους μη λεκτικής επικοινωνίας και λεκτικής ότι ακούμε τον άλλον. Θα είναι ένα νεύμα, θα είναι μια μικρή νίξη, κάτι που θα δείξουμε στον άλλον. Μια ένδειξη ότι βρισκόμαστε εκεί και το προσέχουμε. Ακριβώς. Και κάτι άλλο που είναι επίσης πολύ σημαντικό είναι να τσεκάρουμε και με τον άλλον ότι ακούσαμε σωστά το μήνυμα που μας έστειλε. Πώς μπορούμε να το κάνουμε αυτό. Όταν τελειώσει και το ολοκληρώσει μπορούμε να το επαναλάβουμε με κάποιον τρόπο με μία μικρή παράφραση. Θα μιλήσουμε μετά για την παράφραση πιο αναλυτικά και να δούμε αν όντως καταλάβαμε αυτό που μας είπε έτσι ή αν όντως το παραποιήσαμε εμείς έχοντας τις δικές μας σκέψεις που επίσης γίνεται πολύ συχνά. Οπότε προχωρώντας θα δούμε λίγο πιο συγκεκριμένα και ποια είναι τα γνωρίσματα της αποτελεσματικής επικοινωνίας. Ξεκινώντας λοιπόν από την ενσυνέστητη κατανόηση για την οποία θα μιλήσουμε σε λίγο. Θεωρούμε ένα βασικότατο γνώρισμα να προχωρήσει, να εξελιχθεί μια σχέση με ειλικρίνεια, με εμπιστοσύνη και με αμοιβεότα. Είναι ο σεβασμός, είναι η γνησιότητα, είναι η ζεστασιά στον λόγο και στον τρόπο που σχετίζονται οι άνθρωποι, η ευκρινία ότι ένα μήνυμα είναι καλό να γίνεται κατανοητό εύκολα. Στον άλλο, ειδικά όταν μιλάμε για παιδιά και ειδικά όταν υπάρχουν δυσκολίες, η αυτοαποκάλυψη είναι μια πολύ καλή τεχνική, είναι μια πολύ καλή δεξιότητα, βοηθά και τους γονείς, ώστε να κερδίσουν, να εκμεεύσουν στην ουσία αυτές τις δύσκολες σκέψεις των παιδιών και τους εκπαιδευτικούς. Η αυτοαποκάλυψη είναι δηλαδή να μπορούν οι γονείς να βγάλουν και ένα δικό τους κομμάτι προς τα παιδιά. Να μιλήσουν για μια αντίστοιχη εμπειρία που μπορεί να έρθανε όταν ήταν αυτή η παιδιά ή στην παρούσα φάση. Να μιλήσουν δηλαδή ότι κι εγώ όταν βλέπω ένα στιτέσου είχα περάσει κάτι αντίστοιχο και ένιωσα με αυτό τον τρόπο. Έτσι, ίσως να νιώσουν και τα παιδιά ότι οι γονείς τους είναι και αυτοί οι άνθρωποι, έχουν τα συναισθήματα που είναι κοντά στα δικά τους και έτσι να νιώσουν λίγο πιο άνετα για να συζητήσουν μαζί τους. Ο άμεσος στόχος ούτως ή άλλως είναι να βοηθηθούν, να βοηθεί το άτομο που μας δίνει ένα μήνυμα, να μπορέσει να το μοιραστεί, να αποφορτιστεί και να βρει κάποιες καλές συμβουλές, ώστε το ίδιο συνεργατικά ίσως ή και μόνο να βρει κάποιες λύσεις. Τι είναι λοιπόν η ενσυνέσθητη κατανόηση. Η ενσυνέσθητη κατανόηση πολύ συχνά ίσως να ακούτε κι εσείς για το τι είναι η ενσυνέσθηση. Η ενσυνέσθηση λοιπόν είναι το να μπορούμε να μπαίνουμε στη θέση του άλλου, να νιώθουμε το συναισθηματικό κομμάτι, το νόημα που δίνει ο άνθρωπος, το παιδί στην προκειμένη περίπτωση γενικότερα στις λέξεις και να μπορούμε χωρίς να ταυτιζόμαστε με τον άνθρωπο αυτό με το παιδί, να κατανοούμε τι βρίσκεται, να νιώθουμε όλο το πλαίσιο του μηνύματος που επικοινωνεί μαζί μας. Αυτό είναι πάρα πάρα πολύ βασικό στην να προχωρήσει η επικοινωνία μας. Μπορούμε να δώσουμε και ένα παράδειγμα για να το καταλάβουμε καλύτερα την ενσυνέσθηση. Για ένα παράδειγμα, αν είναι ένα παιδί στο σχολείο, στο διάλειμμα, και θέλει να περιφερθεί στον εκπαιδευτικό λέγοντας ότι, κυρία, τα παιδιά δεν παίζουν μαζί μου στο διάλειμμα και νιώθω μόνη μου, για παράδειγμα. Μόνο και μόνο αυτό, αν παρατηρήσατε ίσως και τα χαρακτηριστικά του προσώπου μου, έλαβαν μια μορφή φιλήψης. Αν, λοιπόν, ο δάσκαλος εκείνη τη στιγμή ξεπεράσει όλο το μήνυμα του παιδιού και πει, εντάξει, δεν πειράζει τώρα, τελείωσε το διάλειμμα, πάμε πάλι για μάθημα ή θα βρω εγώ τα παιδιά, ποιοι είναι αυτοί να τους μιλήσω, εκείνη τη στιγμή μάλλον το παιδί δεν έχει πάρει αυτό που θέλει, δηλαδή αυτό το νιάξιμο, αυτήν την φροντίδα, ότι εγώ είμαι εδώ, θα προσπαθήσουμε να το βρούμε μαζί, να σε βοηθήσω να δούμε τι θα κάνουμε. Μια καλή, λοιπόν, απάντηση, μια καλή προσέγγιση είναι το, αφού βλέπει και ο δάσκαλος τα χαρακτηριστικά του και το συνεσματικό του κομμάτου, ότι νιώθω ότι είσαι κάπως αναχωρημένη, ότι είσαι λίγο θλιμμένη. Μήπως θες να το συζητήσουμε λίγο περισσότερο ή έλα εδώ να δούμε τι θα κάνουμε. Να του δώσει και λίγο ένα το βήμα να μιλήσει λίγο περισσότερο. Να πει απλά ποιά είναι αυτά τα παιδιά, θα πάρω και τον ρόλο σου και τα ρωτάω εγώ μόνο. Να πει ρωτική λύση κατά κάποιο τρόπο. Ναι, ισχύει αυτό. Να δούμε τώρα λίγο πιο πρακτικά κάποιες δεξιότητες. Ωραία. Θα σας πούμε κάποιες από τις πολύ βασικές και λεκτικές και μη λεκτικές δεξιότητες επικοινωνίας για να το δούμε λίγο πιο πρακτικά ποιες είναι αυτές οι δεξιότητες που όλο λέμε και λέμε. Να ξεκινήσετε κι εσείς να τις εφαρμόζετε όσο μπορείτε και να δώσουμε και κάποια παραδείγματα για την καθεμία, έτσι να προσπαθήσουμε να τις καταλάβετε λίγο καλύτερα. Μία από τις πρώτες δεξιότητες λεκτικής επικοινωνίας είναι οι ερωτήσεις. Οι ερωτήσεις είναι κάτι που υπάρχει στην επικοινωνία μας διαρκώς. Κάνουμε ερωτήσεις συνέχεια. Τώρα, οι ερωτήσεις έχουν μια χρησιμότητα και γι' αυτό υπάρχουν και είναι και τόσο συχνές. Σε κάθε συνομιλία χρησιμοποιούμε ερωτήσεις. Στοχεύουν είτε στο να λάβουμε κάποια πληροφόρηση παραπάνω, να διευκρινίσουμε κάτι, να ανοιχνεύσουμε κάτι και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Μπορεί να τις έχετε ξανακούσει να δούμε τώρα ποια είναι η χρήση της κάθε μιας κατηγορίας. Είναι οι λεγόμενες κλειστές ερωτήσεις και οι ανοιχτές ερωτήσεις, ακριβώς. Με τις κλειστές ερωτήσεις περιμένουμε μία μονολεκτική απάντηση από τον άλλον, ένα ναι, ένα όχι. Είναι και αυτές χρήσιμες, γιατί πολλές φορές μπορεί να θέλουμε να διευκρινίσουμε κάτι ή να πάρουμε μια συγκεκριμένη πληροφορία. Εννοείς αυτό? Ναι. Ακριβώς, ακριβώς. Υπάρχουν όμως και ανοιχτές ερωτήσεις, οι οποίες ενθαρρύνουν λίγο περισσότερο το άλλο άτομο να μιλήσει, να ανοιχτεί, να μπεί λίγο πιο μέσα στις σκέψεις και στα συναισθήματά του. Και αυτό είναι που προτείνουμε και σε εσάς να αρχίσετε να δοκιμάζετε. Πολλές φορές με τις κλειστές ερωτήσεις καθοδηγούμε τον άλλον στο τι θέλουμε να μας απαντήσει. Δηλαδή, μας λέει κάτι ένα παιδί και του λέμε φοβήθηκε σε, περιμένουμε να μας πει είναι ή όχι. Ενώ αν του πούμε πώς ένιωσες, θα ξεκινήσει μόνος του να μας πει πώς ένιωσες. Να σας δώσουμε και ένα παράδειγμα που έχουμε εδώ σημειώσει. Ένας μπαμπάς ας πούμε στον εφτά χρονογιό του μπορεί να πει μάκι θέλω να σου μιλήσω δύο λεπτά, εντελώς τυχαία άκουσα μια συζήτηση που είπες με κάτι άλλα παιδιά στη γειτονιά, θα ήθελες να μου μιλήσεις λίγο περισσότερο γι' αυτό. Αυτό είναι μια ανοιχτή ερώτηση. Αντίστοιχα ο ίδιος πατέρας θα μπορούσε να πει στον παιδί του, θέλω να σου μιλήσω δύο λεπτά για αυτή τη συζήτηση που είδα ότι είχες μετά άλλα παιδιά. Φοβήθηκες αυτό που λέγαμε και πριν. Το παιδί θα μιλήσει ένα ναι ή ένα όχι και κάπου εκεί θα τελειώσει η συζήτηση. Ενώ στην πρώτη περίπτωση η ανοιχτή ερώτηση θα βοηθήσει να ανοιχτεί λίγο περισσότερο η επικοινωνία. Οπότε βοηθάει πολύ. Ξεκινήστε λίγο με τις ανοιχτές ερωτήσεις να τις χρησιμοποιείτε να δείτε λίγο την επίδρασή τους. Μία άλλη πολύ βασική δεξιότητα λεκτικής επικοινωνίας είναι η ενθάρινση. Πολλές φορές όταν συζητάμε με ένα άλλο πρόσωπο μπορεί να μην είναι απαραίτητο ότι θέλουμε να μας πει κάτι. Μπορεί απλά να θέλουμε να μιλήσουμε, να βγάλουμε κάτι δικό μας και να νιώσουμε ότι όλος μας ακούει προσεκτικά. Ουσιαστικά τι πρέπει να κάνουμε εμείς ως συνομιλητές όλου αυτού θα πρέπει να δείχνουμε με κάποιο τρόπο ότι παρακολουθούμε και να ενθαρρύνουμε τον άλλον να συνεχίσει να μιλάει. Ότι είμαστε κοινό μαζί του και τον ακούμε προσεκτικά. Ακριβώς, ότι είμαστε μαζί του. Οι μικρές ενθαρρύνσεις μπορεί να είναι όπως είχαμε πει και πριν που αναφέραμε, κάποιες νίξεις, κάποια νεύματα στο κεφάλι, κάποιες μικρές λέξεις που να δείχνουν ότι ναι σε καταλαβαίνω, συνέχισε κτλ. Οπότε η ενθάρινση είναι κάτι το οποίο καλό είναι να το χρησιμοποιούμε γιατί ο άλλος μπορεί να μιλάει για ώρα και να μην καταλαβαίνει αν είμαστε εκεί. Εδώ θα θέλαμε να σας πούμε και ένα κομμάτι άλλο πολύ σημαντικό που έχει να κάνει με τη σιωπή. Η σιωπή πολλές φορές αποφεύγεται και ειδικά στις οικογενειακές σχέσεις που όλα τρέχουν και δεν προλαβαίνουμε και θέλουμε να τα λύσουμε όλα γρήγορα. Η σιωπή όμως είναι κάτι πολύ βασικό που θα πρέπει στο σωστό χρόνο να χρησιμοποιείται για να δώσουμε σε ένα παιδί το χρόνο να εκφραστεί, να σκεφτεί λίγο παραπάνω κάτι. Γιατί το να το διακόπτουμε συνέχεια λέγοντας κάποια πράγματα μπορεί να μην το βοηθήσει τόσο. Οπότε ίσως να χρησιμοποιούμε λίγο παραπάνω τη σιωπή εκεί που νιώθουμε ότι το παιδί μπορεί να τη χρειάζεται. Και κάτι πολύ σημαντικό είναι και η σωστή χρήση της σιωπής αλλά και το δεν ξέρω. Ένας γονέας, ένας άνθρωπος ευθύνης να πει πολύ απλά ότι δεν ξέρω τι είναι αυτό. Δεν μπορούν να γνωρίζουν ότι οι γονείς ή οι δάσκαλοι στα μάτια των παιδιών έχουν όλες τις απαντήσεις, είναι παντοδύναμη, δεν είναι ανάγκη αυτό τελικά αυτό το στερεότυπο να υπάρχει για πάντα. Είναι καλό και οι γονείς να πούν ότι δεν ξέρω ή να σοπάσουν όταν δεν έχουν κάτι που μπορούν να γνωρίζουν με σιγουριά ώστε να πούν στα παιδιά τους. Οπότε υπάρχει μια χρησιμότητα και στη σιωπή και στο να παραδεχόμαστε ακριβώς ότι δεν ξέρουμε. Μια άλλη τεχνική για την σωστή, για την καλή αποτελεσματική επικοινωνία είναι αντανάκληση των συναισθημάτων. Με λίγα λόγια τι κάνουμε, προσεγγίζουμε τη συναισθηματική πλευρά του μηνύματος του συνομιλητή μας, να δώσουμε απλά ένα παράδειγμα. Ένα παιδί πηγαίνει στον πατέρα του και του λέει ότι τσακώθηκα με τη μαμά, όλο μου φωνάζει γιατί θα αποτύχω στις εξετάσεις, δεν ξέρω τι να κάνω όταν μου λέει αυτά τα πράγματα, γιατί δεν με στηρίζει όπως κάνουν οι γονείς των άλλων παιδιών. Σε αυτό το σημείο η αντανάκληση των συναισθημάτων είναι ότι ο πατέρας μπορεί να δείξει τι μπορεί να νιώθει το παιδί. Δηλαδή να δώσει ένα ενδεχόμενο συνέστημα από βάση του κλαισίου. Νιώθω ότι είσαι θυμωμένος με τη μητέρα σου. Σε πληγώνει το γεγονός ότι δεν σου δείχνει εμπιστοσύνη, είτε με ερώτηση είτε με μια απλή κατάφαση ότι μήπως συμβαίνει αυτό. Και ούτως ή άλλως όταν αντανάκλαμε ένα συνέστημα δεν είναι και σίγουρο ότι έχουμε καταλάβει το σωστό συνέστημα. Ακριβώς. Είναι αυτό που λέγαμε και πριν. Μπορούμε να πούμε ότι εγώ κατάλαβα ότι νιώθω θυμωμένος. Το παιδί αυτό θα μας το επιβεβαιώσει ή όχι. Σημαντικό σε αυτό είναι να πούμε ότι καλό είναι όταν επικοινωνούμε το παιδί, ώστε να βάλουμε κάποια όρια για την συμπεριφορά του να μιλάμε και στο πρώτο ενδικό πρόσωπο. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουμε τελικά να αποδίδουμε την αιτία της αρνητικής μας σχέσης, όχι στο πρόσωπο του παιδιού, να τον κατεγορηποιούμε δηλαδή, αλλά στη συμπεριφορά. Ότι έκανες αυτό το οποίο δεν μου αρέσει, μου δημιουργεί εμένα αυτό το συνέστημα, προσμένω από σένα αυτήν την αλλαγή συμπεριφοράς. Ή να το συζητήσουμε τέλος πάντων σίγουρα, ναι. Έτσι. Άλλη τεχνική αποτελεσματικής επικοινωνίας είναι η παράφραση. Απαραφράζουμε κάποια από τα λεγόμενα του παιδιού, όταν προσπαθεί να μας πει ένα μήνυμα, μια σκέψη που έχει, ώστε καταρχάς να κατανοήσουμε τι πραγματικά μας λένε, να τις αφηνήσουμε δηλαδή ότι όντως εννοεί αυτό που κατανοήσαμε, να συνοψήσουμε τα όσα ελέγχτηκαν από το ίδιο και να του δείξουμε ότι το παρακολουθούμε προσεκτικά, ότι είμαστε εκεί και το ακούμε. Έτσι, λοιπόν, ένα παράδειγμα είναι ότι ένα παιδί μας λέει, για παράδειγμα, δεν θέλω να μην φοβάμαι να δοκιμάζω αθλημάτα. Θα επιθυμούσα να μπορούσα απλά να λάβω μέρος σε αυτά, χωρίς να σκέφτομαι ότι μπορεί να μην τα καταφέρω καλά, ή να νιώθω μηχανία γιατί θα σκέφτομαι ότι όλοι αλλοί με βλέπουν. Η παράδειξη, λοιπόν, είναι η εξής. Θα επιθυμούσες να δοκιμάζεις τις ικανότητές σου σε νέα αθλήματα, αλλά φοβάσεις αν θα τα καταφέρεις, αν θα τα καταφέρεις καλά, γιατί θα σκεφτούν οι άλλοι για σένα, όταν σε βλέπουν. Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, με αυτή τη μικρή σύνοψη, το παιδί έρχεται λίγο πιο κοντά και το ίδιο με τα δικά του συναισθήματα και με τις πραγματικές του σκέψεις. Με τους φόβους, εντεχωμένως, με το άγχος που τον κάνει να ακολείεται και να μην μπορεί να συνεχίσει. Μας λέει πώς μπορεί να είναι αποτελεσματική επικοινωνία ανάμεσα στο παιδί και στο γονιό που δεν μένει μαζί του. Ωραία. Αυτό, ευχαριστούμε πάρα πολύ χαρά για το ερώτημά σου. Μπορεί, λοιπόν, όντως κάποιοι γονείς να είναι χωρισμένοι και να χρειάζεται μια παραπάνω, ίσως, προσπάθεια να έχουμε επικοινωνία με το παιδί. Εδώ, ίσως, μιλάμε και για την πρακτική δυσκολία της απόστασης. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι η απόσταση θα είναι το αίτιο που δεν θα επικοινωνούμε με το παιδί. Πάλι μπορούμε με όλους αυτούς τους τρόπους που έχουμε ήδη πει να δείξουμε τον ενδιαφέρον μας στο παιδί, να του δείξουμε, λοιπόν, ότι όντως να ζόμαστε, ότι το ακούμε, να του δίνουμε χρόνο τις λίγες φορές, δηλαδή τις όσες φορές επικοινωνούμε και μιλάμε μαζί του, να του δίνουμε τον χρόνο να μας μιλήσει για τον ίδιο, ότι το καταλαβαίνουμε, ότι το συναισθανόμαστε. Παρότι έχουμε χωρίσει τον Σέλος με τη μητέρα του, παρότι δεν βρισκόμαστε καθημερινά στο σπίτι μαζί του, είμαστε εκεί για να ακούσουμε τις φκέψεις, τις δυσκολίες του, τα συναισθήματά του, τους προβληματισμούς του, οτιδήποτε. Σαφώς υπάρχει δυσκολία όταν δεν υπάρχει διαζώσης επικοινωνίας και όταν κιόλας υπάρχει και το διαζύγιο. Ωστόσο τίποτα δεν μας πάβει από το ρόλο μας ως γονείς. Είναι καλό με οποιαδήποτε δεξιότητα έχουμε να δείχνουμε τον ενδιαφέρον μας στο παιδί, ίσως και με περιορισμένο χρόνο. Γιατί νιώθω ότι θα καταλάβει όταν ένας γονέας είναι παρόν έστω και με το συνέστημά του λίγο πιο νοέρα από την πρακτικά. Άλλωστε και η συχνότητα δεν είναι ουσιαστικά, δεν είναι η ουσία της επικοινωνίας, ακριβώς, ακριβώς. Θα θέλαμε για λίγο το φρόνο σας και για τη μη λεκτική επικοινωνία να πούμε 2-3 πράγματα, γιατί όπως σας είπαμε στην αρχή είναι και ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της επικοινωνίας, όπως είπε και ο Χρήστος, το 85% της επικοινωνίας περίπου είναι η μη λεκτική. Να δώσουμε λοιπόν 2-3 συμβουλές για το πώς μπορούμε να επικοινωνούμε κάτι σωστά με τη μη λεκτική μας επικοινωνία. Ένα πολύ βασικό κομμάτι της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι η οπτική επαφή. Η οπτική επαφή, δηλαδή τον κοιτάμε τον άλλον στα μάτια, είναι κάτι το οποίο μας δίνει το 100% της προσοχής, δείχνουμε ότι είμαστε εκεί, ότι προσέχουμε τον άλλον, δείχνει ότι εμπλεκόμαστε προσωπικά σε αυτό που ο άλλος μας θέλει να μας δώσει, να μας πει, δημιουργεί πάντα ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Εδώ θέλουμε βέβαια και έναν αστερίσκο, ότι πολλές φορές όταν κοιτάμε ακριβώς το τρόπο, στο πολύ επίμονο τρόπο, μάλλον αποθαρρύνει τον άλλον, μάλλον το κάνει να αποθαρρύνει, γιατί δημιουργεί μια άβολη συνθήκη ενδεχόμενη. Ακριβώς, ακριβώς. Πρέπει να το προσαρμόζουμε στην κάθε συνθήκη και στο περιεχόμενο του μηνύματος, σωστά. Να δίνουμε την εντύπωση λοιπόν ότι ενδιαφερόμαστε. Το άλλο είναι η γλώσσα του σώματος. Η γλώσσα του σώματος τι εννοούμε? Εννοούμε τη στάση του σώματος μας, τις κινήσεις, τις χειρονομίες που κάνουμε, ακόμα και την απόσταση που κρατάμε από το συνομιλητή μας. Ειδικότερα εδώ στις δυτικές κοινωνίες. Η σωστή αν θέλετε ή η στάση που δείχνει ότι όντως ακούμε και προσέχουμε τον άλλον είναι μια ελαφρία κλήση προς τα εμπρός. Έτσι, μια ήρεμη στάση του σώματος. Δεν χρειάζεται να δείχνουμε ένταση με το σώμα μας. Ήρεμο το σώμα μας. Να είμαστε πολύ νευρικοί. Ακριβώς. Να ακουνιόμαστε πολύ και αυτά. Να έχουμε μια φυσική απόσταση από τον άλλον. Η φυσική απόσταση, θα μου πείτε, είναι κάτι πολύ υποκειμενικό και γι' αυτό είναι όσο πιστεύουμε ότι αντέχουμε εμείς και ο άλλος στην απόσταση αυτή. Μια πολύ μακριμή απόσταση μπορεί να δείξει μια διαφορεία. Μια πολύ κοντινή μπορεί να δείξει το συνέσθημα της απειλής. Σκεφτείτε κιόλας στη γλώσσα του σώματος ένα παράδειγμα του παιδιού σας, το οποίο πολλές φορές μπορεί να καθίσει με τα χέρια σταυρωμένα έτσι. Αυτό δε δείχνει από τη στάση του σώματος και μόνο μία αμυντική στάση, μία επιθετική. Οπότε καταλαβαίνουμε και παίρνουμε πάρα πολλά μηνύματα από αυτό. Από άλλα μηνύματα μπορούμε να πάρουμε σίγουρα από τις εκφράσεις του προσώπου μας. Όταν κάποιος παιδί μας πλησιάζει ώστε να μας μιλήσει γιατί που το προβληματίζει, το να δείχνουμε με το πρόσωπό μας ότι είμαστε αλλού, ότι διαφορούμε ή ότι είμαστε πολύ βιαστικοί ώστε να μας πει αυτό που έχει να μας πει. Απλά επειδή είμαστε γονείς, επειδή είμαστε δάσκαλα να το ακούσουμε και να το προσπεράσουμε, όπως αντιλαμβάνεσαι το παιδί θα σταματήσει πολύ γρήγορα. Αυτό που έλεγε δεν θα κερδίσει κανείς τίποτα και το παιδί θα μείνει με πολλές απορίες και αβοήθητο. Οι εκφράσεις λοιπόν του προσώπου μας, να είμαστε εκεί, να είμαστε ζεστά, να είναι ήρεμες πάλι, καταφατικά να μπορούμε να γνεύουμε στο παιδί δείχνοντάς ότι βλέπουμε, ακούμε αυτό που μας λέει, να χαμογελάμε ελαφριά, να είμαστε φιλικοί και να δείχνουμε κάποιο ενδιαφέρον στο παιδί. Πολύ πολύ σημαντικό το πρόσωπό μας να εκφράζει το περιεχόμενο, το συνέστημα από αυτά που μας λέει το ίδιο το παιδί. Πάρα πάρα πολύ βασικό. Εδώ να δώσουμε και ένα παράδειγμα, Χρήστο. Μπορεί ένα παιδί να μας πει ότι σήμερα ήταν πολύ ωραία στο σχολείο και εμείς να θέλουμε αντίστοιχα να δούμε αν το καταλάβαμε καλά το μήνυμά του, πάλι οι εκφράσεις του προσώπου του μπορεί να μας δώσουν μια τέτοια πληροφορία. Συνεχίζοντας το φωνητικό ύφος του ατόμου, δηλαδή των συνομιλητών, ο ρυθμός της ομιλίας μας, η έντασή μας, ο τόνος που συζητούμε είναι αυτός που θα δείξει ενδιαφέρον η αδιαφορία ως προς αυτά που λαμβάνουμε. Και πώς θα συνεχιστεί τελικά η συζήτηση, αν θα συνεχιστεί περιοτικά τελείως ή αν θα συνεχιστεί με ένα ποιοτικό τρόπο, ώστε να πάρουμε αυτά που το παιδί έχει να μας πει. Οπότε, κλείνοντας, λίγο θα απαντήσουμε και σε κάποια ερωτήματα που έχουμε, κλείνοντας λοιπόν κάποια έτσι tips, κάποιες συμβουλές άμεσες για τις κανόνες της καλής επικοινωνίας, με λίγα λόγια να πούμε το εξής, έτσι να συνοψήσουμε, ακούστε το παιδί προσεκτικά όταν σας μιλάει, κοιτώντας στα μάτια, με τον τρόπο που είπαμε, όχι με την επιμονή, απλά με τον ενδιαφέρον. Μην το διακόπτετε, αφήστε τον να ολοκληρώσει τη σκέψη, αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, μην αλλάζετε θέμα, με αυτόν τον τρόπο που τους άλλωσε το παιδί θα νιώσει ότι είναι ασήμαντο αυτό που σας λέει και ότι εσείς δεν το κρίνετε ως σημαντικό. Αν δεν έχετε κάτι να πείτε, όπως σημαίνει προηγουμένως, μην είστε σιωπηλοί, δεν είναι απαραίτητο για τα πάντα να έχουμε λύσεις. Ο τόνος της φωνής μας να είναι ήρεμος, να είναι η στάση του σώματος μας χαλαρή, να είμαστε προσεγγίσιμοι απέναντι στο παιδί και να μην ξεχνάει ότι το σώμα μαρτυρά ακριβώς αυτό που νιώθουμε, αυτό που αισθανόμαστε, οπότε είναι καλό να είμαστε ειλικρινείς. Να επιλέξουμε ότι αυτό που θα συζητήσουμε με το παιδί θα γίνει σε μια στιγμή που πράγματι μπορούμε να το κάνουμε. Όχι ότι είναι εκείνη τη στιγμή επίγον, αν δεν νιώθουμε ή κανείς να το κάνουμε σε μια δεδομένη στιγμή, ας το αφήσουμε για ένα δεύτερο χρόνο, ίσως να είμαστε πιο αποτελεσματικοί. Να μην κάνουμε άλλα πράγματα παράλληλα όταν το παιδί συζητάει κάτι σημαντικό μαζί μας. Βασικό, το παιδί μας θέλει γενικά κοντά του, μόνο και μόνο η παρουσία μας στον χώρο είναι αποφορτιστική και βοηθητική έως το παιδί να ξεκινήσει να συζητά. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που ήρθε τώρα, μια εικόνα που βλέπουμε πολύ στις μεσες οικογένειες. Μια μαμά που εκείνη τη στιγμή μπορεί να μαγειρεύει κάτι και το παιδί γυρνάει από το σχολείο και θέλει να της πει τα νέα του ή να πει κάτι. Πολλές φορές βλέπουμε μια μαμά η οποία δεν γυρνάει καν να το κοιτάξει, συνεχίζει να κάνει τις δουλειές, προφανώς γιατί δεν υπάρχει χρόνος, εκεί όμως χάνεται ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της επικοινωνίας. Ακριβώς. Και το να μην βοβαρδίζουμε το παιδί με ερωτήσεις. Το παιδί να είστε σίγουροι ότι όταν έχετε δημιουργήσει όλο το πλαίσιο ώστε να μπορεί να έρθει κοντά σας και να σας συζητήσει, θα το κάνει. Θα έρθει και θα σας μιλήσει. Δεν είναι και να το βοβαρδίζετε και να μην κρίνετε την συμπεριφορά, να μην έχετε μόνο αξιολογητικό ύφος απέναντί του. Είναι κάποια βασικά, κάποια βασική κανόνιση επιδρομητικής επικοινωνίας. Ένα άλλο επίσης πολύ σημαντικό είναι το οποίο έτσι και εμείς πολύ συχνά… Τι να κάνετε να πούμε τώρα. Ναι, ακριβώς. Για την καλή επικοινωνία, το οποίο πολύ συχνά προτείνουμε στους γονείς. Να τονίζουμε τα θετικά στοιχεία του παιδιού, τα προτερήματά του, τις ικανότητές του. Αυτό βοηθάει πάρα πολύ το παιδί να νιώθει πιο σίγουρος για τον εαυτό του, πιο σίγουρο. Προσπαθήστε να μπείτε στη θέση του παιδιού. Αυτό απαντάει και λίγο στο ερώτημα που μας έχει έρθει. Θα το πούμε σε λιγάκι. Για να μπορέσουμε να καταλάβουμε πώς νιώθει το παιδί μας, να χρησιμοποιούμε την ενσυνέστηση. Ως γονείς γνωρίζουμε και εμείς ότι συχνά ξεχνάμε ότι ήδη είχαμε πιθανότητα παρόμοια βιώματα με τα παιδιά μας στην παιδική και φιβική ηλικία όταν ήμασταν και εμείς. Και προσπαθήστε να καταλάβετε τα πραγματικά συναισθήματα που κρύβονται πίσω από τα λόγια του παιδιού. Αυτό που λέγαμε και πριν για τη μη λεκτική επικοινωνία. Τι πραγματικά κρύβεται πίσω από αυτό που μας λέει, το οποίο μπορεί να μην είναι ακριβώς αυτό που δείχνει η όλη του στάση. Τι είναι ακριβώς τα συναισθήματά του. Αν θέλετε να δώσουμε λίγο χρόνο τώρα και για κάποιες ερωτήσεις. Μια ερώτηση από τον κύριο Πάμπου είναι ότι ενδεχομένως το παιδί του είναι 6 χρονών, αν είναι σε θέση να έχει ενσυνέσθηση. Εμπειρικά μιλώντας, ειδικά σε αυτή την ηλικία τα παιδιά σε διπλώνουν σε όλο της το εύρος την ενσυνέσθηση. Ακριβώς. Αρκεί βέβαια να υπάρχει μια ανάλογη διδαχή και από το σπίτι ή από το σχολείο. Η ενσυνέσθηση είναι κάτι το οποίο ίσως να υπάρχει και να μαθαίνεται. Κι όταν λέω ίσως χρησιμοποιείται ίσως γενικά. Αλλά ειδικά σε αυτή την ηλικία που δεν υπάρχουν τόσα πολλά φίλτρα, τόσα πολλές δεύτερες σκέψεις, σε όλο της το εύρος η ενσυνέσθηση μπορεί να είναι ορατή είτε με τα άλλα παιδιά είτε με τα αδερφιά. Αυτορμήτως βγαίνει από τα παιδιά. Αρκεί βέβαια να υπάρχει μια αντίστοιχη γονική πρακτική στο σπίτι. Ακριβώς. Και γι' αυτό κι εμείς σας προτείνουμε και μέσα από αυτή την εκπομπή να αρχίσετε όλα αυτά να τα εφαρμόζετε σιγά σιγά. Να το βλέπουνε τα παιδιά όλο αυτό που συμβαίνει μέσα στην οικογένεια, ειδικά το κομμάτι της ενσυνέσθησης. Είναι νομίζω και η όλη ουσία της παρουσιασίας μας. Ειδικά μέσα από την ενσυνέσθηση να καταλαβαίνουν ότι τους νάζεστε και άρα αυτομάτως η υπόλοιπη επικοινωνία θα πάει καλά. Όταν βλέπουν από εσάς ότι πραγματικά υπάρχει νέξο, ότι μπορείτε να καταλάβετε και να μπείτε στη θέση τους. Έτσι. Αυτό σίγουρα είναι καλό. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Ευχαριστούμε. Περιμένουμε οτιδήποτε άλλο θέλετε να μας ρωτήσετε. Όποιαδήποτε απορία στην Εθνική Γραμμή ΣΟΥ στο 1056. Είπεν θυμίζουμε ότι είναι ανώνυμη. Είναι δωρεάν και 24 ώρες εννοείται. Στελεχώνεται από ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Οπότε θα δώσουμε πάλι ρεντεβού για την εβδομαδιαία μας εκπομπή Ρώτα το Χαμόγελο την επόμενη εβδομάδα. Σας ευχαριστούμε πολύ. Να είστε καλά. |