Research interview with Dimitris Eleftheroglou / Interviewee Dimitris Eleftheroglou Date interview: 2014 September 09 Geography creation: Greece. Language Greek Extent 1 digital file : MPEG-4. Credit Line United States Holocaust Memorial Museum Collection, courtesy of the Jeff and Toby Herr Foundation

Interviewee Dimitris Eleftheroglou Date interview: 2014 September 09 Geography creation: Greece. Language Greek Extent 1 digital file : MPEG-4. Credit Line United States Holocaust Memorial Museum Collection, courtesy of the Jeff and Toby Herr Foundation: Καλησπέρα, λέει καλό πόλεμο. Καλώς σας βρήκα....

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: United States Holocaust Memorial Museum 2014
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:No restrictions on access
Διαθέσιμο Online:https://collections.ushmm.org/search/catalog/irn629187
Απομαγνητοφώνηση
Interviewee Dimitris Eleftheroglou Date interview: 2014 September 09 Geography creation: Greece. Language Greek Extent 1 digital file : MPEG-4. Credit Line United States Holocaust Memorial Museum Collection, courtesy of the Jeff and Toby Herr Foundation: Καλησπέρα, λέει καλό πόλεμο. Καλώς σας βρήκα. Ευχαριστώ πολύ που μας συναντήσατε και εγώ πολύ επιθύμουσα να σας συναντήσω. Γιατί έχω πολλά διαόματα στην παιδική μου ηλικία από ανθρώπους που χαθήκανε στα χρόνια αυτά τα δύσκολα. Πριν θα μας πείτε για όλες τις αναμνήσεις, αλλά κάνουμε πρώτα τις οραιμίες. Το όνομά μου είναι Νατάν Μπέιρακ, μπορείτε να μας πείτε και εσείς το δικό σας. Λέγομαι Δημήτρης, το επώνυμα μου είναι Λευθέροντλου, γεννήθηκα στο Δημοτικό, οι γονείς μου κατάλυπτονται αυτό το Δημοτικό, ο πατέρας μου έτυχε από οκτώ χρονών, επειδή έβγαινε οφελός, με εργαστήσε σε εβραϊκά μαγελιά. Το όνομά μου είναι Δημήτρης, το επώνυμα μου είναι Λευθέροντλου, γεννήθηκα στο Δημοτικό, οι γονείς μου κατάλυπτονται αυτό το Δημοτικό, επειδή έβγαινε οφελός, με εργαστήσε σε εβραϊκά μαγελιά. Ποια χρονιά γεννηθήκατε? Το 1931, Φεβρουάριο 1, 28. Ο πατέρας μου από οκτώ χρονών, έμεινε από έξι μηνών όμφανος, αλλά από οκτώ χρονών την εποχή εκεί είναι απαραίτητο έπρεπε να εργάζει όλα τα παιδάκια. Εργάστηκε σε καταστήματα εβραϊκά, σε μεγαλυαμόρους, έμαθε τα εβραϊκά, τα ισπανικά δε δανεινούσε, απτέστως και έτσι απέκτησε και συμβάτες από το εβραϊκό στοιχείο και τον αγαπούσαν και τον αγαπούσαν, δηλαδή μεγάλωσε μαζί τους. Ο πατέρας μου χάρισε τον πατέρα του από πέντε μήνες και πριν από τότε τα παιδιά έπρεπε να εργάζονται από πέντε μήνες, οπότε όταν ήταν πέντε μήνες ξεκίνησε να εργάζεται για πολλούς εβραϊκούς. Σε αυτόν τον τρόπο έγινε να γνωρίζει τη λαδίνα, η οποία εκείνη τη στιγμή ήταν η λαδίνα, η οποία ήταν η σπανική και αυτός ήταν ο λόγος που έγινε πολύ γνωστός με την εβραϊκή κοινότητα της πόλης και είχε φίλους και ήταν αγαπημένος από αυτούς. Συ είχατε την τύχη να γνωρίζετε κάποιους από τους εβραίους που ο πατέρας σας ήταν εσείς. Είδαμε τα περισσότερα μαγαζιά εβραϊκά, γείτονες, παραγείτονες δίπλα και οι γειτονές που μας περιέβαλαν ήταν εβραϊκές γειτονές. Ποιους από αυτούς θυμάστε πιο έντονα. Ναι μπορώ να σας πω είχα και συμμαθητάσεις. Τώρα ξεχνάω τα ονόματα πολλές φορές. Είχα σημαίνει γιατί όταν θα δίναμε από τον δημοτικό, τετάτη δημοτικό στο γυμνάσιο και μάλιστα προσπαθούσε να μου δώσει θάρρος ο γείτονάς μου αυτό το εβρεό πλούμα. Θάρρος, θάρρος, θα περάσετε, θα περάσετε, θα περάσετε και ο καημένος μου είπε χάθηκε. Αυτό το εβρεό πλούμα που ξεχνάω το όνομά του που ζούσε δίπλα μας, μου έδωσε θάρρος και μου είπε να μην ευγενείς, θα περάσουμε, μην ευγενείς. Από αυτά που μας λέτε καταλαβαίνουμε ότι ο πατέρας σας είχε καλές σχέσεις με την Εβραία. Πάρα πολύ καλές. Μπορώ να σας πω και στις ρομαντικά κάτι στοιχεία. Αφού ο πατέρας με ενεργειώθηκε και πήγε φαντάρος στην Μικρά Ασία στον πόλεμο του και γύρισε, ήθελε να μου ανοίξει ένα μπακάλιμο πάντο πολύ. Πήγε στους εβραίους και τους έθελαν και του λένε Θανάση πάρε ό,τι θέλεις, όποτε έξι με εσάς μας θα δίνεις τον βοήθησαν και ηθικά και οικονομικά. Πήγε στους εβραίους και τους έλεγε ότι αυτό είναι ό,τι ήθελε να κάνει. Και όλοι είπαν Θανάση, το όνομα του πατέρα του, παρακαλώ πάρε ό,τι θέλεις και ξεκινήστε το μπακάλι σας και όταν έχετε χρήματα θα μας δίνετε. Στην χειτονιά μας και δίπλα χειρό, ο πατέρας μου παραρώτρινε πολλούς φίλους του Εβραίους να διεσχύσουν το ποταμό Ευρώ, υπόψη ο Ευρώς χωρίζει Τουρκία-Ελλάδα, να τους περάσει η Αγγλία και να πάει στην Παλιστίνη, να ξεφύγουν. Αλλά δεν ξέρω για ποιο λόγο, μυρονορούσαν, κλαίρανε, ξέρανε πια και τους παιδί δεν ήθελαν να φύγουν, μόνο δυο. Αν πήγατε στην Τουρκία θα μπορούσαν να φύγουν στην Παλιστίνη, αλλά για κάποια λόγω που δεν ξέρω, ακόμα και αν ήξεραν τι έγινε, γιατί ήμουν κλάμα και κλάμαζαν, δεν ήθελαν να περάσουν και δεν ήθελαν να φύγουν. Ας παρακολουθήσουμε λίγο στις πιο σκοτεινές αναμνήσεις του πολέμου και να μιλήσουμε λίγο για πριν από τον πόλεμο, αυτά που θυμάστε εμείς, που είναι λίγο πιο ευχάριστα ίσως για εγώ. Μας περιγράφετε ότι ο πατέρας σας είχε πολύ καλές σχέσεις με τους Εβραίους, αλλά από αυτό που καταλαβαίνουμε είναι διηδικές του περιγραφές, είναι αυτά που σας είχε μεταφέρει εκείνος. Μα το έβλεπα εγώ, το ζούσα αυτό το πρόβλημα, διότι είχα το προνόμιο από τη φύση, από τριών χρόνων και μετά να θυμάμαι γεγονότα. Πλεονέκτημα, προτέρεμμα και όλα αυτά τα έμεινα και τα αποτύπωνα μέσα στο πνεύμα μου, τα κατέγραφα όλα. Άρα είχατε και εβραίους φίλους του πατέρα σας που έρχονταν στο σπίτι για να τον δούνε και να μιλήσουνε. Και εντάξει, όσον αφορά για τα σπίτια ήταν λίγο δύσκολο τότε, είδα κάποια εποχή που δεν είχαν την κατάλληλη επίπλουση τα σπίτια με τούν, τότε όταν τα Έλληνικά να δεχθούνε και το πολιτισμικό επίπεδο δεν ήταν όπως τώρα, καταλάβατε. Τα σπίτια ήταν λίγο διαφορετικά. Οι άνθρωποι δεν πήγαιναν σε άλλα σπίτια. Ίσως γιατί τα σπίτια δεν ήταν καλύτερα. Ίσως γιατί το επίπεδο της πολιτισμίας δεν ήταν τότε. Εγώ επόψη μπήκα σε εβραϊκό νηπιαγωγείο, γιατί δεν υπήρχαν τότε ελληνικά νηπιαγωγεία. Και το Εκκόπαιδο που ήταν το εβραϊκό σχολείο, ήταν τον παππούδο μου. Εκκόπαιδο το οποίο αναβάλασαν οι εβραϊκοί και έκαναν το σχολείο. Από τις περιγραφές σας, αυτό που καταλαβαίνουμε είναι ότι στην πόλη σας υπήρχανε καλές σχέσεις μεταξύ Εβραίου. Πολύ καλές σχέσεις, μόνο εκείνο που χαλούσε τη σχέση μου ήταν μεγάλη εβδομάδα. Ξέρετε τώρα τι γινόταν τη μεγάλη εβδομάδα. Τα θρησκευτικά πάθη. Μια απαραίτηση. Συνήθως, οι σχέσεις ήταν πολύ καλές. Αλλά πάντα έδωσαν λίγο σκληρότητα, αν θέλετε, και δύσκολα στιγμές, την εβδομάδα πριν την Ευρώπη. Αυτό έκανε, αν θέλετε, ότι τα απαραίτησαν. Υπήρχε ένας φανετισμός το σχετικός. Αλλά ήταν συγκεκριμένα την εβδομάδα αρχή, από ήδη και πέρα ξεχνόταν. Υπήρχε ένας φανετισμός το σχετικός. Αλλά ήταν συγκεκριμένα την εβδομάδα αρχή, από ήδη και πέρα ξεχνόταν. Τι είναι το τόσο ιδιαίτερο που συνέβαινε στην πόλη εκείνη τη μεγάλη εβδομάδα. Απλώς και μόνο οι θρησκόληπτες γυναίκες ξεκινούσαν από τα πάθη του Χριστού και τα λοιπά και τα λοιπά, όπου στα πρώτα και τα λοιπά, να μην συνεχίσω γιατί είναι. Και επηρεάζει την κοινή γνώμη, καταλάβατε, όταν μόνο ήταν συγκεκριμένα για μια εβδομάδα γεννόταν αυτό το πράγμα. Μετά ξεχνόταν όλα. Ήταν περισσότερα θρησκευτικές γυναίκες που ξεκινούσαν από την ιστορία, αν θέλετε, από την εβδομάδα πριν το Χριστό, όπου ο Χριστός είχε καταστροφηθεί και αυτός είχε καταστροφηθεί στους Ιησούς. Και θα έκαναν αίσθημα και αυτό θα δημιουργηθούσε μια ατμοσφαιρία που δεν ήταν τόσο φιλή. Αλλά αυτός ήταν πραγματικά ένας εβδομάδας εκείνη τη εβδομάδα. Αυτό που περιγράφετε δημοτικό του θυμίζουν και κάποιες άλλες ιστορίες, που έχετε ακούσει σε άλλες χώρες, που έχετε ακούσει σε άλλες χώρες, που έχετε ακούσει σε άλλες χώρες, που έχετε ακούσει σε άλλες χώρες, που έχετε ακούσει σε άλλες χώρες, που λένε ότι οι Εβραίοι χρησιμοποιούν αίμα από παιδιά για να φτιάξουν. Ναι, κάνουν αυτά, αυτά, τελείως αυτά. Δεν είχα να μην μεταναφέρω. Οι γεγιάδες, οι μανάδες, οι αγράμματα, ό,τι λέγανε οι παπάρες της Ευρώπης, έκανε την εκκλησία. Άρα θεωρείτε ότι όλοι αυτος ο θανατισμός, ίσως, ξεκίνησε από την Εκκλησία. Ήταν από την παράδοση, από την παράδοση. Κι αυτά που λέγανε τα εκκλησιαρχικά λιβλία πολλές φορές, πολύ φανατισμό, βέβαια, θέλω να πάω λίγο παραπέρα. Γιατί μεταξύ των χριστιανών δεν υπήρχε πόλεμος, είναι, η καθολική με τους οκτώδοξους, η καθολική με τους διαμαρτυνόχους. Τα έσχη που κάνανε οι καθολικοί, την εποχή του μεσαίωνα, που κέγαν τις γυναίκες, που κέγαν όσοι προσπαθούσαν να πούν την αλήθεια. Οι καθολικοί, οι καθολικοί στους Πρωτεστάντες, όλοι έκανε πολλή πόλη στην ιστορία, γι' αυτή την αλληλεγγύη φανατισμή. Πιστεύετε ότι υπάρχει κάτι σημαντικό που θέλετε να προσθέσετε για τις αναμνήσεις που έχετε πριν τον πόλεμο, κάτι που δεν είπαμε, κάτι που δεν ρωτήσαμε, κάτι που συστημάστε πολύ έντονα. Με τα παιδιά τα έβλεω, όλα επειδή είμασταν στην ίδια γειτονιά, παίζαμε, δηλαδή δεν ξεχωρίζουμε ένα με τον άλλο. Τα πειράγματα βέβαια υπήρχαν, αλλά δεν πάω να έχουμε κόντρες τίποτα. Αγαπημένοι ο καθένας παιδό πήγαινε εκεί που θα πρέπει. Μια ανάμνηση η οποία μου είναι συγκρονιστική, όταν οι διάφορες αρχόντισες ευρεοπούλες, διότι το εμπόριο, τις βιοτεχνίες, τις κατείχαν και οι Ευαίοι. Και ο μεγάλος Τζίβρεκ, τα μεταξωτά που είχε εργοστάσεις εδώ στην Αθήνα, μάζευε τους, εμείς θα λέγαμε, τα κουκούλη, το μετά, και είναι δουλειάς τους ανθρώπους. Μια από τις κυρίες από αυτές, όταν πριν έρθαν στο σημείο, ήρθαν, αγκαλιάζαν και φιλούσαν τα πατέρα μου όλη η γειτονιά, αγκαλιάζαν και φιλούσαν τα πατέρα μου. Έτσι, ο ένας όνομάς που θυμάμαι είναι Τζίβρεκ, και θα συγκρατήσει τα κουκούλη, και θα δώσει δουλειά στους ανθρώπους. Επίσης, θυμάμαι ότι όταν αυτές οι γυναίκες από τις καλές ελληνικές οικογένειες έπαιξαν, θα σταματήσουν στο σπίτι μας, και θα δώσουν στο σπίτι μας και θα αγκαλιάζουν και φιλούσαν τα πατέρα μου. Επίσης, θυμάμαι ότι η οικογένειά που ζούσε στο σπίτι μας, ήταν μια ελληνική οικογένειά, και ο αγκαλιάς της οικογένειάς ήταν ένας σπίτις. Επίσης, θυμάμαι ότι πριν ξεκίνησαν, μου έδωσαν ένα παραδοσιακό σπίτι, και δεν θα το ξεχάσω. Έτσι, εδώ, μόνο λεπτά, εσείς ήδη μιλήσατε για την αγώνα, μιλήσατε για την οικογένεια, για την οικογένεια, οικογένεια. Επίσης, θέλω να πάμε λίγο πιο σιγά σιγά, οπότε θέλω να ρωτήσει λίγο για την αρχή του πολέμου. Θα τα πούμε αυτά, όταν θα φτάσουν, να μην τα πούμε σε λίγο. Όχι, είναι τη συνέχεια του προηγουμένου θέματος. Μια ηγετός χάρισε στην αδερφή μου, που ήταν ένα χρονομερίδερ, δυό μπραχιολάκια αρσημένια, την αγκάδεση, έκλαιε και της λέει να τη θυμάσει. Θέλω πραγματικά να μιλήσω. Αυτό είναι ότι ένας άλλος πρόσφυγος που είχαμε, έδωσε στην αδερφή μου δύο σιγά σιγά πριν έφυγε, και της είπε ότι θέλω να τα κρατήσω και να τα θυμάμαι. Τι ήταν το όνομα αυτής της ζητώνης σας? Το όνομα Σοφίκα. Αλλά τα άλλα δεν μπορώ να θυμηθώ. Μπορώ να πω ορισμένα άλλα όνοματα από τη Σοφίκα. Να ξεκινήσουμε από την αρχή της κατοχής. Πότε, θυμάστε, θα μπορούσατε να μας περιγράψετε πώς μπήκαν οι Γερμανοί, πώς ήταν η ημέρα. Μετά την κατάρρευση των μετόπων, της Αλβανίας και της Μακεδονίας, όταν οι Γερμανοί μπήκαν πλέον, ενώ τους περιμένανε κομοτινή, ξάνθι, δράμα, τα οχερά του μεταξά τα λεωμένα, οι Γερμανοί, αφού κατέλαβαν την Οικοσταρία, μπήκαν μέσα στο Θεσσαρμίκρικα. Ήταν Απρίληος μήνας και θυμάμαι όλοι κλεισμένοι στα σπίτια μας, επειδή ήταν κεντρικός ο δρόμος, από τις γρίλες, θυμάμαι, να προηγούνται τα τρίχικα, και είναι δικός μας, ο μόνος που κυκλοφορούσε, δροπή δηλαδή για το στοιχείο, αν κάνεσαι τον πρώτον Γερμανό του και τον φιλούσε. Και ρωτάω τον πατέρα μου, ήταν και αυτός κρυμμένος παρακούδος, δεν θα πάνε τι κάνει αυτός, μου λέει είναι Γερμανόφιλος. Γενικά Μακεδονία Θράκη, από την Βουλγαρία, έγιναν από την Ιουγκοσλάβια, έγιναν εκεί και πήγαν. Και θυμάμαι ότι ήταν Απρίλη, και όλοι ήταν στα σπίτια τους, κρύβονταν πίσω από τις κλεισμένοι σπίτια. Και θυμάμαι να είμαι εκεί και να βλέπω την προσέγγιση του στρατιωμένου στρατιώματος, το πρώτο να έρθει, στρατιώματος στρατιωμένου στρατιώματος. Και θυμάμαι ότι δεν υπήρχε κανένας από τον Βουλγαρία, εκτός από έναν άνθρωπο, που θα πήγαινε στον πρώτο, στον πρωθυπουργό της προσέγγισης και τον χάζεται. Και θυμάμαι να ρωτήσω στον πατέρα μου, γιατί είναι εκεί, τι κάνει. Και ο πατέρας μου λέει, όχι, μην χαίρεσαι, είναι φίλος των Γερμανών. Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που αγκάλεζε τους Γερμανούς. Ένας νεαρός της εποχής εκείνης, δεν μπορώ να θυμηθώ το όνομά του, να ήταν 17-18 χρονών, ένας νεαρός. Αργότερα, πώς απέκτησε κάποιο ρόλο μέσα στην πόλη, μέσα στη διοίκηση, δεν πολύ κινήθηκε, δεν πολύ κινήθηκε, γιατί όταν άρχισε πλέον η αντίσταση, η οργάνωση, η αντίσταση, άρχισα με αυτοί τελικά και να κάνω και δουλέψεις μυστικά, να κάνω τις καταδόσεις και τα όλα τώρα μυστικά. Ανοιχτά, δεν είχε ρόλο, αλλά υπήρχε μια αντίσταση οργανωμένη στην πόλη, οπότε ανοιχτά δεν είχε θέση, αλλά πιθανόν είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους, και έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους, και έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Αυτό είναι ένας από τους ανθρώπους που έδωσαν όνομα και έδωσαν ανθρώπους. Η συζήτηση αυτή που περιγράψατε μεταξύ του ανθρώπου αυτού και του πατέρα σας, που του έλεγε ο πατέρας σας να μην... εσείς την ακούσατε αυτή τη συζήτηση είναι κάτι που ο πατέρας σας μετέφερε. Γιατί εγώ δυστυχώς, ευτυχώς ήμουνα περίεργος τύπος και έπαινα παντοχή και ήθελα να τα παρακολουθώ όλα, να τα καταγράφω. Και μετά γινόταν η κουβέντα στο σπίτι με τη μάνα με τα πατέρα και τα λοιπά και μέσα από την κουβέντα δεν μπορούσα να πω ότι όλα τα παρακολουθώ, ήμουνα παρός όλα. Το συγκεκριμένο αυτό θυμάστε το πατέρα σας να το λέει, σας τα παρώνει, θυμάστε το πατέρα σας να το μετεφέρει. Να το μεταφέρετε, να το μεταφέρετε. Για αυτό ο πατέρας μου, επειδή δεν μπορούσε να το φαινάει αυτό την κατρέφη, εντάχθηκε στην ελληνική αντίσταση. Κι εγώ 12 χρονών πως τορμούσε να εμπιστευθεί να μοιράζω το παράνομο τύπο της αντίστασης. Και γιατί ο πατέρας μου είπε ότι έπρεπε να κάνει κάτι, οπότε εμπιστεύτηκε στην ελληνική αντίσταση και αυτό ήταν όταν ήμουν 12 χρονών. Θα μου έδειξε πραγματική εμπιστευότητα, δεν ξέρω πώς, θα μου έδειξε την ελληνική αντίσταση της αντίστασης που κυριαζόταν και έπρεπε να κυριαζόταν στην πόλη μας. Θα επιστρέψουμε σε αυτό, γιατί πηγαίνετε από τη μία εποχή στην άλλη και προσπαθείτε... Μας είπατε πως είναι οι κρότες μέρες που ήρθαν οι Γερμανοί, πόσο άλλαξε για εσάς η καθημερινότητά σας, για εσάς και την οικογένειά σας από τη στιγμή που μπήκαν οι Γερμανοί στο δημοτικό, τι άλλαξε? Μετά την κατάρρευση του ορβανικού μετόπου ήδη άρχισε να μαυρίζει παντού η κατάσταση και όσο ήρθαν οι Γερμανοί πλέον, πρώτα επέβαλαν τη λεγόμενη δεκάτη. Δηλαδή κάθε παραγωγός αγρότης, κτηνοτρόφος κλπ έπρεπε να εκαταβάλει στους Γερμανοί στο 10% των προϊόντων που κατείχαν. Το πρώτο πράγμα που πραγματικά αλλάξει, είναι ότι όταν οι Γερμανοί ήρθαν, έπρεπε να τους δώσουν 10%. Όταν έπρεπε να τους δώσουν 10%, δεν είχαν τίποτα να μπούσουν. Τα πάντα ήταν νέκρα. Εγώ προσωπικά, ενώ είχαμε μια άνιση, μια ευχαία οικονομική ο πατέρας μου, με τις οικονομίες που είχα κάνει, δεν είχε την έπνευση να κάνει μια απαίδηση σε ένα χοράψι, σε ένα κτήμα, σε ένα μητέλο και με τον πληθυσμό τα χάσα όλα. Εγώ έδινα και 12 χρονών που υποτίθεται η οικογένειά μου ήταν σε επίπεδο πολλούς ακουλούργια, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Ο πατέρας μου είχε κάνει κάποια απαίδηση, αλλά δεν είχε επενδύσει σε χώρο, οπότε κατά τη διάρκεια της οικογένειάς, με τις ευθυνόμεσες απαίδες, πραγματικά χάσα, χάσε όλη την αξία του χρήματος. Ξέρω ότι στις χρονές των 11 και 12 χρονών, έπρεπε να δώσω αυτές τις μπέικες για να βρει κάποια χρήματος. Αυτό που περιγράφεται είναι ότι μετά που πήγαν οι Γερμανοί, υπήρχε έλλειψη φαγητού, υπήρχε δυσκολία. Μαύρα και σκοτεινά, όλα μαύρα και σκοτεινά, δυσκολία μεγάλη, τα μαγαζιά δεν είχαν να πουλήσουν τίποτα, άδεια τα λάθια. Εκείνοι που κατάθαραν να επιβιώνουν είναι οι ευρώτες που είχαν ένα ζώο, μια γελάτα, λίγα πρόοδα. Και εμείς κατά αυτόν τον τρόπο, επειδή είχα να έχουμε και λίγα φωραφάκια, πήρα ο πατέρας με ένα γαϊδουράκι, δυο προβατάκια, ένα κατσικούρα και με αυτά τα προσορθούσαμε να επιβιώσουν. Ξέρετε πώς άλλαξε η ζωή των Ευραίων από τη στιγμή που μπήκαν οι Γερμανοί σε δημοτικό. Υπήρχε γενικώς ένα κούβωμα. Κάτι αισθανόταν, αλλά δεν μπορούσαν να εξηγήσουν ονεισμένα γεγονότα. Ενώ ο πατέρας μου το σπαρότρυμι, όταν άρχισαν τα πράγματα να γίνονται φανερά, κάτι ακούγονταν. Να σας περάσω εγώ απέναντι με το γαϊδουράκι που έχω. Θα φορέσετε αγροτικά ρούχα, θα φορτώσουμε τις σαπιά και τα αγροτικά ρούχα. Και δεν θέλω ότι είστε αγρότες να φορέσετε απέναντι τον Αμβιατή. Γιατί έτσι απέναντι στην Ανδριανούπολη η Τουρκία τότε έπιζε ένα πρόστιχο ρόλο. Στην Ανδριανούπολη υπήρχαν δύο προξενεία, το αγγλικό και το γερμανικό. Όταν οι Γερμανοί προχωρούσαν, πολλούς που τους πιάνανε την ώρα που ταγνούσαν τον αύτος, επέτρεφαν τους Γερμανούς. Ξεκίνησα τον πατέρα μου. Βασικά, η ατμόσφαιρα ήταν πολύ βαθιά. Μπορούσαν να αισθάνονται ότι κάτι ήταν σωστό, αλλά δεν μπορούσαν να το βάλουν. Ξεκίνησα τον πατέρα μου. Βασικά, το βάλανε στον αγγλικό. Ήταν σαν εργασμένοι του χώρου. Και το βάλανε στον αγγλικό της Τουρκίας. Στην εποχή, στην Ανδριανούπολη, υπήρχαν μόνο οι Γερμανοί και οι Αγγλικοί. Οι Τουρκοί παίζονταν μεταξύ τους δύο. Αν οι Γερμανοί έκανε καλύτερα στην αγγλική και έγιναν, οι άνθρωποι που κατάφεραν στον αγγλικό, τους έδιναν στον Αγγλικοί. Αν ήταν η άλλη πλευρά, τους έδιναν στον Αγγλικοί και μπορούσαν να πηγαίνουν στο Παλαιστάι. Αυτό ποιος σας το είπε, ακούγατε τον πατέρα σας να το προτείνει ή σας το μετέφερε εκείνος ο Τουρκας. Μέσα στην οικογένειά μας, δυστυχώς ευτυχώς, όλα λεγόντουσαν. Ξέραμε ότι δεν μπορούμε να διαρρέψουμε τίποτα. Και γινόταν συζήτητες. Στην οικογένειά μας, μιλούσαμε για όλα τα πράγματα και αυτό είναι κάτι που θυμάμαι από τον πατέρα μου. Είχα την ευκαιρία ή την ευκαιρία να δημιουργηθώ τόσο αρχικά, αν δεν θέλετε. Δεν το ακούσατε μες στη κουβέντη, δεν το ακούσατε να προτείνει σε κάποιον από τους γείτονες, να το ακούσατε εσείς με τα δικά σας αυτιά. Όχι, όχι, δεν το άκουσα. Γιατί, πού να το λέει σε όποιονδήποτε γείτον αυτό το πράγμα. Το πες εμιστευτικά στους ίδιους. Για να ελπιτώστε, γιατί δεν τα βλέπω καλά τα πράγματα, γιατί τους αγαπούσε βαρυματικά. Τους κομμούσε τους ευρωπαίους, με αγάπησε μαζί τους, έδισε μαζί τους, έφαγε ψωμί μαζί τους. Όταν σας ρωτήθηκα για την αλληλεγγύη στην κατάσταση, στην κατάσταση των ίδιων, είπατε κυρίως ότι η ατμόσφαιρα έγινε βαρύα. Μπορείτε να γνωρίσετε συγκεκριμένες πράγματα που έγιναν με τους ίδιους και που δεν έγιναν με τους αλληλεγγύους. Τα πρώτα πράγματα που έγιναν με τους ίδιους, είναι ότι σε όλες τις ελληνικές σπηλές είχαμε τον αιώνα του Δαίβιου. Δεν θυμάμαι αλληλεγγύη για αυτήν την πέμπτη φορά. Αυτό είναι κάτι που είδατε ή θυμάστε το θυμάστε? Ήταν διάβολο αυτό όπως ο κόσμος αυτό έλεγε και το καημέρι του Ρισσιδόρ λέει θα πάρουν το κόσμος το έλεγε. Αφού ξεκινήσατε να περιγράφετε για τον εκτοπισμό, θα ήθελα να σας ρωτήσει πότε είναι η δημοκρατία των Ελλήνων. Ποια είναι η στιγμή που θυμάστε και καταλάβατε τι αρχίζουν οι Εβραίοι να τους μαζεύουν για να εκτοπιστούν. Το συμπλονιστικό της στιγμής ήταν ότι όταν πήγα για ένα μισοσχολείο κάποια στιγμή ήρθε κάποιος αγγελιοφόρος, δεν θυμάμαι ποιος ήταν. Είπα να μην πάει στα σπίτια τους, να πάει στη Συναγωγή όλα τα Εβραία. Ήταν πολύ σκληρός που είμαι σε σχολείο και υπάρχει ένα μισοσχολείο που έρχεται και λέει ότι όλοι οι ελληνικοί παιδιά πρέπει να μην πάει στα σπίτια τους, πρέπει να πάει στη Συναγωγή. Αυτό θυμάμαι πολύ πραγματικά. Δεν θυμάμαι ακριβώς τι στιγμή είναι, αν είναι 42 ή 43. Δεν θυμάμαι καθόλου. Ποιος ήταν ο αγγελιοφόρος που ήρθε στη σχολείο. Δεν τον είδα προσωπικά, αλλά είδα τους ημαϊτάδους και άλλα παιδιά, μπορεί να παρουσιάστηκε μέσω του καθηγητή του γυμναισιάρτη να μην παρουσιάστηκε ο ίδιος. Και είχα την ευτυχία, το ευτύχεμα υπάρχει στη δυστυχία τη γενικότητα, να έχουμε καθηγητή τον Ανδρόνικο. Ήμουν αρχαιολόγος που ανακάλυψε να ευρύματα της Βεργίνας του Φιλίπου του Ντάφου. Ο οποίος έφυγε από εκεί και βρέθηκε στην Παλαιστίνα. Γιατί έφυγε αυτός, δεν μπορούσε να ανοιχθεί την κατάσταση του αρχαιολόγου. Δεν μπορούσε να ανοιχθεί την κατάσταση του αρχαιολόγου. Εκείνη τη μέρα που θυμάστε τα Εβρεόπλα να φεύγουν από το σχολείο και να πάνε στη Συναγωγή, εσείς τι κάνατε, πού πήγατε μετά από το σχολείο. Άλλοι πήραν χαμπάρι, άλλοι δεν πήραν χαμπάρι, διότι δεν μπορούσαν να φανταστώ γιατί να πάνε στη Συναγωγή, δηλαδή δεν το πιάσανε. Σχολάστη με κανονικά πήγαμε στο σπίτι μας και από εκείνη πήρχε μια αγωγή, μαζεύουν τους Εβραίους, μαζεύουν τους Εβραίους. Αυτό θυμάμαι. Ξέρω ότι κάποιοι πήγαν και κάποιοι δεν, δεν μπορούσαν να σκέφτονται ότι η Συναγωγή ήταν κάτι κακό για τους, και θυμάμαι ότι πήγα και πήγα στο σπίτι μου. Και αυτό δεν το γνωρίζα προχθές επικοιμένες με την αδερφή μου, Είνωστα Δεδομάτικα, και της είπα σχετικά ότι θέλω να μιλήσω γι' αυτά. Γιατί ένας από τους Διασοφέντας, Ζουζέφ Ταραμουρούς, αυτόν τον είχαν πάρει οι Γερμανοί, το φορέσανε αυτό που το φορέσανε και τους πήγαινε σε κάθε σπίτι εβραϊκό που ήταν τα σπίθια όλα του, υποχρεώσα να υποδεικνύει που είναι τα σπίθια τα εβραϊκά. Αυτό δεν το θυμάστε, εσείς θα το αφαιρέσετε. Είπα στην αδερφή μου, η οποία ακόμα ζει στην Δημοτικό, και της είπα ότι θα δώσουμε αυτή την επεισοδοχή. Ζητήκα ότι υπήρχε αυτόν τον Γι' Αραμουλούστ που ήταν φορέστη από τους Γερμανοί να τους δείξει τα σπίθια, να τους δείξει τα σπίθια. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι που έβλεπα, είναι κάτι που μου είπε η αδερφή μου και υπήρχε. Λοιπόν, εκείνη την ημέρα πήγατε από την σχολή και είπατε ότι οι άνθρωποι ξεκίνησαν να μιλούσαν για τα σπίθια να γυρίσουν. Είδατε τα σπίθια να γυρίσουν? Στο δρόμο, ας πούμε, για το σπίτι. Τους είδαμε να διάζουν τα σπίθια όλα και να φεύγουν, να καθοδηγούν, να πάρουν στη Συναγωγή όλοι. Θυμάστε κάποιον συγκεκριμένο γείτονα, τον διπλανό ή κάποιον άλλο να φεύγει από το σπίτι. Εκείνο που θυμάμαι, την διπλανή οικογένεια που σας είπα που μου χάρισε ένα λευκάρι ποτάκια, κλαίγαν και ο Δήροντο. Αλλά δεν πιστεύαν ακόμα ότι θα πάθουν, πιστεύαν ότι θα πάνε κάπου, θα μαζευτούν Θεσσαλονίκη, δεν μπορούσε να το διανοηθούν. Δεν μπορώ να καταλάβω αυτό το πράγμα της. Τους ακούσατε να κλαίνε και να οδύρονται. Κάθε μέρα κλαίγαν, οι διπλανοί τους ακούγαν, μια αυλή μας χώρισε, τους κλαίγαν. Μου φαίνεται Ιάκωβος εδώ, το Ιακώβο, Ιακώβ λεγόταν ο άντρας. Ο Ιακώβος και η Πέρλα ήταν ο όνομα της ελληνικής οικογένειας, και θυμάμαι τους κλαίγοντας και κλαίγοντας κάθε νύχτα. Λέτε δηλαδή ότι εκείνοι ξέραν ότι τους περιμένει. Και ξέραν και δεν ξέραμε, υποψιαζόταν, αλλά χωρίς να είναι σίγουροι. Θα σας πάμε Θεσσαλονίκη, θα με λύπω, εκεί θα δημιουργήσετε, τους λέγαν κράτος, θα τους στείλουν πάνω στην Μπολονία, δεν τους παραπλένησαν. Ξέραν και δεν ήξεραν, είχαν το αίσθημα, αλλά δεν ήξεραν τι θα συμβαίνει. Λέγανε ότι θα τους στείλουν πάνω στην Θεσσαλονίκη και θα μπορούν να ξεκινήσουν πάνω στην Πόλεμ. Ποιος σας είπε ότι θα τους στείλουν στην Θεσσαλονίκη? Εφαίνεται όταν τους μαζέρανε, για να μην τους φρομοκρατήσουν και φτάσουν σε σημείο επαναστατικό, οπωσδήποτε τους είπαν, θα σας πάμε Θεσσαλονίκη και από εκεί θα γίνει αυτό που σας είπα. Και αυτό είναι κάτι που σας το μετέφερε κάποιος ή το φαντάζεστε εσύ? Εντάξει, νομίζω ότι όταν τους μαζέρανε θα στείλουν πάνω στην Θεσσαλονίκη και θα μπορούν να ξεκινήσουν πάνω στην Θεσσαλονίκη. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι που έκανε, είναι κάτι που μου είπαν ότι αυτό είναι το τρόπο που τους κρατήθηκαν. Άρα το που θυμάστε εσείς να βλέπετε είναι ότι οι γείτονες φεύγουν από τους σπίτι και περπατάνε προς τη Συναγωγή. Καντάφεραν να γηλυτώσουν δύο-τρεις, περάσαν τον εύρω, ένα παλικάρι και μια κοπέλα γείτονες, παλικάρι και ο σπεντάρις να ήταν και η κοπέλα και βρεθήκαν στην Παλιστίνη. Αυτή ήρθε από την Παλιστίνη και αγκαλές φιλιά με τον πατέρα μου ήρθε μετά από χρόνια όταν γύρισε από την Παλιστίνη. Αυτή είναι μια ιστορία που ακούσατε. Προσπαθώ να καταλάβω το επεισόδιο που είδατε. Αυτό που περιγράφετε είναι πάλι κάτι που μετά τον πόλεμο σας μετέφερε ο πατέρας σας για τους ανθρώπους αυτούς που φύγαν. Δεν τους θυμάστε εσείς να φεύγουν. Όχι, γιατί φύγαν συνομοτικά. Προσπαθούμε λίγο να καταλάβουμε τι είναι αυτό που εσείς είδατε με τα μάτια σας, γιατί είναι πάρα πολλά αυτά που γινόντουσαν. Δεν πήραμε χαπάρ που φύγανε πρώτον, αλλά όταν γύρισε η κοπέλα που ήρθε στο μαγαζί του πατέρα μου, αυτό το μαγαζί μεζά την κατοχή, αγκαλές, φυλάκια, καταλειπά. Ας μείνουμε λίγο στα χρόνια του πόλεμου. Εκτός από την οικογένεια που φεύγει, την γειτονική οικογένεια που πηγαίνει προς τη Συναγωγή, εκείνη τη μέρα του εκτοπισμού θυμάστε κάτι άλλο, όχι μόνο το πρόβλημα. Εκείνα που θυμάμαι, μετά τη Συναγωγή, όπως ήταν μαζεμένα, πηγαίνω στο Συντεροβουακό μου σταθμό, να τις ανεβάσω σε βαγουά, να τους πάρω για θεσσαλονίκη. Από μακριά βέβαια και όσο μπορούσαν να μπλησιάσουν έτσι πέρα, γιατί πολλοί από εμάς, παιδιά, προσπαθούσαν να τους πάνε λίγο νερά και να σταματήσουν, όσοι μπορούσαν να μπλησιάσουν. Μαζί με τους φίλους πήγαμε, ορισμένοι που ήταν πιο καπάτσοι καταφέρναν και πηγαίναν να φύγουν με έναν σταμνί, γιατί μεταξύ των Γερμανών ήταν και πολύ αυστριακή. Εγώ ήμουν μαζί με τους φίλους μου και κάποιοι από τους περισσότερους θα πήγαιναν πραγματικά κοντά και να τους δίνουν το νερό. Μεταξύ των Γερμανών υπήρχαν πολλοί αυστριακοί στους στρατιώτες και κάποτε οι Αυστριακοί προσπαθούσαν να μπλησιάσουν και να τους δίνουν το νερό. Έναν περιστατικό προσωπικό, προστά στο σπίτι, γιατί ήταν, σας περιγράφω, δύο μαγαζά και από πάνω το σπίτι με ένα πέντρικο δρόμος στην κατοχή. Μια παρέα παλικάρια δικά μας είχαν ένα φίλο Γερμανό και αυτός ο Γερμανός ήξερε Τούχικα, Βουλγάρικα και Ελληνικά. Βέβαια, ορισμένα παλικάρια χαίρανα να πιάσουν, γιατί πολλές φορές το κάνουν και από σκοπιμό ήταν. Αν μπορούσαν να πάρουν πληροφορίες να τις μεταφέρουν στην αντίσταση, και εγώ πιξηρίζω τώρα, να πούμε σαν στρατρία, δώδεκα χρόνια πήγα και χώθηκα εκεί. Και μαρπάλη και το ξύλο που έφερα από αυτόν τον Γερμανό δεν περιγράφεται. Ο Γερμανός, ο Τούχικος και ο Βουλγάρικος. Πιστεύω ότι πρέπει να είχε πληροφορίες. Εντάξει, αισθάνομαι ότι ήθελα να είμαι μέρος του. Κάποιες φορές είχαμε μιλήσει να πηγαίνουμε κοντά σε αυτές τις συζητήσεις, ώστε μπορούσαμε να δώσουμε πληροφορίες στην αντίσταση. Έτσι, πήγα κοντά και ήθελα να είμαι μέρος αυτού του ομάδου. Αυτό όμως δεν είναι εκείνες τις μέρες του εκτοπίσμου των Εβραίων, είναι κάτι καθένα. Είχε τελειώσει ο εκτοπισμός πλέον και άρχισε να φουντώνει η αντίσταση. Όχι, αυτή είναι μετά την αντίσταση. Μετά την αντίσταση, υπήρχε ένα φλόγιο, ένα σπέροχο της αντίστασης. Εγώ δεν το γνωρίζω, ίσως ήμουν σκληρός ή προσπαθούσα να είμαι δυνατός. Αυτός είναι ο λόγος που πήγα κοντά και ήθελα να ακούω τι είπαν. Μετά την ημέρα του εκτοπιστήματος, είπατε ότι είχατε δει την αντίσταση. Θα γυρίσουμε λίγο την ημέρα εκείνη που περιγράφεται ότι τα εβρεόπουλα φάνε τα πιστένια στη Συναγωγή. Δεν μπορούσα να θυμηθώ άνετα, δεν μπορούσα να ήταν την ίδια ημέρα, διότι όσοι μπορούσαν να τους υγιατρώσουν, οπωσδήποτε θα μείναν κανένα βράδυ και στα πέριξη, γιατί η Συναγωγή ήταν μέσα σε μια τόφια εβραϊκή γειτανιά. Δεν μπορούσα να είναι η ίδια ημέρα, διότι όσοι μπορούσαν να τους υγιατρώσουν, οπωσδήποτε θα μείναν κανένα βράδυ και στα πέριξη, γιατί η Συναγωγή ήταν μέσα στα πέριξη. Την ημέρα όμως που θυμάστε να φεύγει η γειτονική εβραϊκή οικογένεια, θεωρείτε ότι είναι η ίδια ημέρα με την Μπομπή προς το σάθμα του τρένου? Όχι, θυμάστε να είναι η ίδια ημέρα που έφυγε η γειτονική οικογένεια, δεν θυμάστε να φεύγει η γειτονική οικογένεια. Δεν θυμάμαι, δεν ξέρω αν είναι το ίδιο ημέρα και δεν θυμάμαι ακόμα, όχι αυτοί που φύγαν από τον Ευρώ, η οικογένεια που φυμάται από τον Ευρώ. Τι συνέβη στα σπίτια και στις περιουσίες και στα μαγαζιά των Εβραίων που φύσανε πίσω? Όλα τα μαγαζιά και τα σπίτια τα σφαγίσαν η Γερμανία. Πλήνει όμως ορισμένα τα οποία ήταν εκτεθειμένα έγινε το σχετικό πλάτσικο. Γενικότερα όλη η περιοσία η Εβραϊκή την πήρε η Εβραϊκή κοινότητα που είχε δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη και όλα αυτά μετά άρχισε να τα πουλάει και τα έσοδα όλα πηγαίναν στην Εβραϊκή κοινότητα που ήταν στη Θεσσαλονίκη. Εγώ λέω για την περίοδο του πολέμου. Όλα αυτά ήταν σφαγισμένα. Μετά την επαγγελματικότητα όλα αυτά τα σφαγισμένα ήταν σφαγισμένα, κανένας δεν μπορούσε να πάει. Μετά την πολέμου αυτή η πλατεία ήταν πηγαίνει στη κοινότητα της Θεσσαλονίκης και σιγά σιγά πήγαινε να κάνει χρήματα για την κοινότητα. Λέτε ότι κάποια σπίτια ή μαγαδιά λατυπήκανε, εσείς θυμάστε να το βλέπετε. Κοιτάξτε να δείτε, μέσα σε μια κοινωνία υπάρχουν οι σωστοί, υπάρχουν οι καλοί, υπάρχουν οι απατεώνες, υπάρχουν και του περιθωριού άνθρωποι. Σύντομα αυτοί του περιθωριού άμα βρουν χέρι από τίδήποτε κατάσταση να είναι θα κάνουν τίποτα. Αλλά εσείς δεν θυμάστε να βλέπετε, ούτε να βλέπετε κάποια σπίτια. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι ο Σοφίκας, αυτή τη γυναίκα που μιλήσα πριν, όταν πήγαιναν, κάποιος προσπαθούσε να πάει στο σπίτι του και έγινε αγκαλιά και ο Γερμανός τον αποτελούσε. Ποιος ήταν αυτός? Αυτός ήταν, τώρα όνομα δεν μπορώ να σε στώ, του θείου μου, της γυναίκας του, αξάδεφος ή αδερφός. Γιατί οι Γερμανοί, η νοοτροπία τους και η επιθυμία τους ήταν ότι φυσαυροί υπάρχουν, είτε λέγονται εικόνες είτε λέγονται χρυσά και τα λοιπά, να τα κάνουν όλα για να μην τα κάνουν οι άλλοι. Αυτό δημιουργήθηκε γιατί οι Γερμανοί, ως πρωτοβουλίες, κάτι που είχε κάποια αξία, ήθελαν να είναι εκεί, ακόμα και αν ήταν η θεσμική φωτιά από τις γυναίκες, ή αν ήταν από χρυσά ή κάποια αξία που ήθελαν να κρατήσουν για εσένα. Και πώς ξέρετε ότι αυτός εκτελέστηκε? Έγινε σούσουρος σε μια μικρή φοινωνία και αυτό το έκανε, επίτρεψε και μην το διέδουσαν για ένα απρός παραδειγματισμό. Αυτή είναι μια πολύ μικρή πόλη και αυτό είναι κάτι που μας έκανε και αυτό είναι κάτι που οι Γερμανοί έκανε δημιουργημένο γιατί ήθελαν να μας φοβάσουν. Έγινε κάποια κηδεία για αυτόν τον άνθρωπο? Ούτε ξέρουμε τι έγινε μετά, ποιος το οκούσε με κλεισιάση για να τον... θα τον θάψει ένα εσένα οικογενικό κύκλο. Δεν ξεχωρίζω ένα μεγαλύτερο φοινό για αυτόν τον άνθρωπο, είμαι σίγουρη ότι ήταν κλεισμένο σε ένα μικρό οικογενικό κύκλο ή κάτι τέτοιο. Τώρα πολλά γεγονότα από τους διεσοθέντες, έχω ορισμένα θέματα να συζητήσουμε όταν θα έρθει η ώρα μου. Λέει ότι έχει πολλά πράγματα που μπορεί να μιλήσει από τους ανθρώπους που επιβιώστηκαν και ήρθαν. Έχουμε μιλήσει τώρα για μία ώρα και όλα τα πράγματα που μιλήσα, νιώθω ότι υπάρχουν περισσότερα ερωτήσεις να βάλεις και έχεις πολύ περισσότερα να πεις. Είμαστε τώρα εδώ μία ώρα και μιλάμε και με όλα τα θέματα που έτσι έχουμε ακουμπήσει, αισθάνεται ότι έχετε πολλά παραπάνω να θυμηθείτε και να πείτε. Είμαστε τώρα εδώ μία ώρα και μιλάμε και με όλα τα θέματα που μιλήσα, αισθάνεται ότι έχετε πολλά παραπάνω να θυμηθείτε και να πείτε. Θέλω να σας προτείνει να ακούσω κάτι που δεν ξέρετε. Αυτό που θέλω να προτείνει είναι ότι επειδή νιώθω ότι χρειάζεται περισσότερο χρόνο και πιο πολύ για πλατετωμέρειες και επειδή αυτή η κάμερα δεν είναι μια επαγγελματική κάμερα, θα ήθελα να σας ζητήσει αν θα θέλατε να ξαναβρεθούμε με ποια επαγγελματική κάμερα και με περισσότερο χρόνο για να μπορέσουμε να τα πούμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια και τη συνέχεια και αυτά να τα ξαναπούμε. Και η επόμενη φορά που θα συναντηθούμε στις ερωτήσεις και συνέντευξη θα γίνουν όλα στα ελληνικά, δεν θα είναι αυτή η δυσκολία της μετάσπασης. Έχω ένα πρόγραμμα να φύγω για μια εβδομάδα έξω στη μέρα. Έχω ένα πρόγραμμα να φύγω την επόμενη εβδομάδα στην Εύβοια. Δεν την επόμενη εβδομάδα, σε δύο μήνες από τώρα. Δεν θα είστε στην Εύβοια ακόμα, θα είστε. Όχι, θα είμαστε στην Εύβοια. Θα είμαστε στην Εύβοια. Εντάξει, δεν θα είμαστε στην Εύβοια σε δύο μήνες. Είστε εντάξει, συμφωνείτε με αυτό. Δεν έχω πρόβλημα. Ωραία, ευχαριστώ. Στην περίπτωση, θα ήθελα να σας ρωτήσω υποδοχή, να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη σχέση που κάνουμε εδώ, να την χρησιμοποιήσουμε στο Μουσείο μας. Θα ήθελα όμως παρόλα αυτή τη συνέντευξη που κάναμε τώρα, παρόλα που θα κάνουμε για την επόμενη, να μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε στο Μουσείο για το αρχείο του Μουσείου. Δεν νομίζω να είπα τίποτα ούτε υπερβολικό, ούτε ανεδαφικο. Όλες συνέβησαν, άλλα άκουσα, άλλα είδα, άλλα και πολλά. Δηλαδή και άλλα πράγματα που σας είπα με τα ιδιαξοφέντες. Ειδικά ένας καρδιακός φίλος του πατέρα μου, απέναντι είχε κουρύα, επιμείνε, έρχονταν στο μαγαζί και του διεξότησε αυτός και οι τρεις κόρες του. Δεν έχω πρόβλημα με το Μουσείο που χρησιμοποιούσε το υπόλοιπο, γιατί δεν είχα πει τίποτα που δεν ήταν αλήθεια. Είναι πράγματα που είχα ή είδα, αλλά είναι πράγματα που έγιναν και είναι πράγματα που είναι αλήθεια. Έχω πολλά πράγματα να πω, ειδικά για αυτός ο φίλος του πατέρα μου που έρχεται, ένα μπαρμπαρ σπίτι, απέναντι στο σπίτι μας, ονομάζεται Ισραελ και υπήρχε μαζί του και τις δόντες του. Να το αφήσουμε για την επόμενη φορά, αυτό λέει, χρειαζόμαστε, θέλουμε σωστό να ρωτήσει, μην προσέχουν να κάνουν ρωτήσεις. Έχει δύο πράγματα που θα θέλα να σας ζητήσει τώρα λέει. Χρειαζόμαστε τη συγκανάδεσή σας για να χρησιμοποιηθεί στο αρχείο του Μουσείου Γραπτός, υπάρχει μια φόρμα που θα σας δώσω να τη διαβάσετε και θα τη συμπληρώσουμε και θα την υπογράψετε. Και το δεύτερο δεν ξέρω ποιο είναι αυτό που θέλω να πει. Και το άλλο που θέλω να ζητήσει είναι η αδελφή σας, πόσο χρόνο είναι, πόσο χρόνο είναι η αδελφή σας. Είναι μεγαλύτερη από εμένα. Είναι σε καλή κατάσταση, είναι στο δημοτικό, θα μπορούσε να μας μιλήσει ή ίσως και εκείνη. Δεν μπορεί γιατί έχει πρόβλημα με τα πόδια της, με τη μέση της, για να κηρυφθεί είναι πρόβλημα. Εμείς θα πηγαίναμε. Κοιτάξτε, παραπάνω απ' ό,τι σας είπα εγώ δεν νομίζω να σας πει πέντε πράγματάκια θυμάται, δεν μπορεί να θυμάται και πολλά πράγματα. Δεν είναι τόσο καλή κατάσταση, έχει τα πόδια της και τα πόδια της και δεν θυμάται τόσο καλά, δεν είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Παραπάνω απ' ό,τι σας είπα εγώ δεν νομίζω να σας πει πέντε πράγματα, δεν μπορεί να θυμάται και πολλά πράγματα. Δεν είναι τόσο καλή κατάσταση, έχει τα πόδια της και τα πόδια της και δεν θυμάται τόσο καλά, δεν είναι σε πολύ κατάσταση. Δεν είναι τόσο καλή κατάσταση, έχει τα πόδια της και τα πόδια της και δεν θυμάται τόσο καλά, δεν είναι σε πολύ κατάσταση. Δεν είναι τόσο καλή κατάσταση, έχει τα πόδια της και τα πόδια της και δεν θυμάται τόσο καλά, δεν είναι σε πολύ κατάσταση.