: ΠΑΝΕΠΕΣΤΕΜΙΟΥ ΠΑΤΡΟΝ ΠΑΝΕΠΕΣΤΕΜΙΟΥ ΠΑΤΡΟΝ ΠΑΝΕΠΕΣΤΕΜΙΟΥ ΠΑΤΡΟΝ Το AppWebTV διαδικτυακό κανάλι του Πανεπιστημίου Πατρών βρέθηκε στο Συνεδριακό και Πολιτιστικό Κέντρο του Πανεπιστημίου με αφορμή μια εξαιρετική παράσταση, την Μεγάλη Χήμερα φυσικά αναφέρομαι, η οποία βρέθηκε στην Πόλη των Πατρών για ένα υπέροχο δύο ημέρο, Τετάρτη 30 και Πέμπτη 31 Μαΐου 2018. Δίπλα μου έχω την τιμή να έχω τον κ. Δημήτρη Τάρλου, σκηνοθέτη της παράστασης. Κύριε Τάρλου, καλησπέρα σας. Καλησπέρα κι εσάς. Ευχαριστούμε πάρα πολύ για την τιμή που μας κάνετε να συζητήσουμε για την Μεγάλη Χήμερα στο Διεδικταικό Κανάλι του Πανεπιστημίου Πατρών. Η χαρά είναι όλη δική μου γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό κατά τη γνώμη μου να συμμετέχει κανείς σε τέτοιου είδους εκπομπές. Το ίδιο έκανα και στην Κύπρο που είχαμε πάει πρόσφατα και το επίπεδο τους όπως και το δικό σας μου φάνηκε εξαιρετικά υψηλό και νομίζω ότι οφείλουμε να το κάνουμε αυτό. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Τα λόγια σας μας τιμούν ιδιαίτερα. Θέλετε να μας πείτε δύο λόγια για την παράσταση, για τη Μεγάλη Χήμερα. Η Μεγάλη Χήμερα είναι ένα από τα πολύ γνωστά μυστορήματα του Καραγάτσι που τυχάνει να είναι και παππούς μου και καταλαβαίνω ότι αυτή η σχέση είναι κάτι που εντριγάρει όσους ρωτάνε. Πρέπει όμως να καταλάβετε ότι παρότι υπάρχει αυτή η συγγενική σχέση, μια θεωρική παράσταση είναι μια θεωρική παράσταση. Όταν λοιπόν αρχίζεις και ασχολείσαι με κάτι, πάβει να είναι συγγενικό και γίνεται ένα νέο έργο, ένα νέο δημιούργημα. Η ιδέα για τη θεατροποίηση της Μεγάλης Χήμερας προέκυψε πριν από περίπου πέντε χρόνια και πραγματοποιήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Και θεώρησα ότι ήταν μια ενδιαφέρουσα πρόταση γιατί ποτέ δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο και το πρότεινα στο Γιώργο Λούκο με την προσδοκία ότι θα το δεχθεί. Και πραγματικά μας βοήθησε πολύ καθώς έγινε μια συμπαραγωγή μεταξύ του θεατροπορία και του Φεστιβάλ. Δεν μπορούσα βέβαια να φανταστώ για τη μακροεμέρευση και την επιτυχία της παράστασης, γιατί ποτέ δεν φαντάζεσαι κάτι τέτοιο όταν πραγματικά είσαι χωμένος μέσα σε κάτι. Ούτε ήταν και από την αρχή τόσο ξεκάθαρη αυτή η ανταπόκριση του κοινού, βέβαια πρέπει να πω ότι τα αισθήρια του Φεστιβάλ έγιναν ανάρπαστα μέσα σε 36 ώρες όταν βγήκαν. Αυτό με προειδέασε για την επιθυμία βέβαια του κόσμου να δει ένα έργο του Καραγάτης επισκηνής, αλλά η κριτική στάθηκε αρκετά επικριτικά ή και με απόσταση. Κράτησε μια απόσταση από τη δημιουργία αυτή. Οι λόγοι είναι διάφοροι και μπορούμε να τους πούμε, αλλά δεν νομίζω και τις παρούσεις. Πάντως η δική μου σχέση με το μυθιστόριμα είναι αρκετά βιωματική με την έννοια ότι το έργο αυτό διερευνά τη σχέση της Δύσης, της Δυτικής Ευρώπης με την Ελλάδα, την Ανατολή. Και καθότι και εγώ παιδί μικτής οικογένειας με πατέρα Αμερικάνο, ο οποίος ήρθε τη δεκαετία του 60 και έζησε εδώ για 15-17 έτη χωρίς να επιστρέψει ούτε μία φορά όπως και η Μαρίνα Μπαρέ, η πρωταγωνίστρα της Μεγάλης Χήμερας στην Ελλάδα, έχω την εμπειρία του τι σημαίνει να είσαι ξένος. Αλλά πέραν αυτού, εγώ ήθελα να διερευνήσω τι σημαίνει για τον καθένα μας να είναι ξένος στην ίδια του τη χώρα. Εγώ έχω την αίσθηση λοιπόν ότι πολλοί Έλληνες, πολλοί συνανθρωποί μας, πολλοί γυγενείς Έλληνες, αν και μπορεί να με ρωτήσεις γιατί εσύ δεν είσαι γυγενείς, μιλάς ελληνικά, η μητρική σου γλώσσα είναι η ελληνική, η μάνα σου είναι ελληνίδα, ναι, αλλά πολλές φορές έχω αισθανθεί μετέωρος σε αυτόν τον τόπο και αυτό είναι ένα θέμα προς διαρεύνηση. Τι μας κάνει να νιώθουμε ξένοι, τι σημαίνει να είσαι ξένος και πόσο αυτό είναι αν θέλεις και βοηθτικό στην ίδια την τέχνη, την δημιουργία, στην φοιτητική σας ζωή, πόσο μας κάνει να προσπαθούμε περισσότερο να επιπλέψουμε να δημιουργήσουμε μέσα στην δύσκολη ελληνική πραγματικότητα. Ήθελα να μιλήσω γι' αυτή η δυσκολία. Και νομίζω ότι με έναν έμμεσο τρόπο, γιατί εμένα δεν μ' αρέσει καθόλου να κουνάω το δάχτυλο ούτε να κάνω προφανείς συμβολισμούς, με έναν έμμεσο τρόπο μιλήσαμε γι' αυτή τη δυσκολία. Πραγματικά αυτό το θέμα που θύγεται είναι πάρα πολύ σημαντικό και εμείς ως νέα άτομα το αντιμετωπίζουμε καθημερινά και θα έλεγα άκρως επίκαιρο να αισθανόμαστε ξένοι ουσιαστικά στην ίδια μας τη χώρα, μιας και η ίδια η χώρα δεν μπορεί να αγκαλιάσει τα όνειρα του καθενός, ιδιαίτερα των νέων ατόμων. Και μια σκέψη που έχουμε λίγο πολύ όλοι μας, ίσως και στο πίσω μέρος του μυαλού μας και ίσως είμαστε ολοένα και αντιμέτωποι γι' αυτή η σκέψη έρχεται πιο μπροστά, είναι η ιδέα του εξωτερικού. Σίγουρα για ένα διάστημα είναι καλό, αλλά συνήθως όσοι φεύγουν και εκεί βρίσκουν ανταπόκριστα όνειρά τους, μένουν κιόλας. Και είναι κάτι στενάχωρο φαντάζομαι σίγουρα. Η Μεγάλη Χήμερα μιλάει βέβαια και για αυτές τις αμφιθυμίες τις οποίες περιγράφεις, δηλαδή από τη μία να φύγω να πάω στο εξωτερικό, από την άλλη όμως δεν είναι και τόσο εύκολο να φύγει κανείς με την έννοια ότι ξεριζώνεται από κάπου. Με τον ίδιο τρόπο λοιπόν και η Μαρίνα Μπαρέ, η οποία είναι μία καθολική Γαλίδα, ερωτεύεται την Ελλάδα, τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, η Ελληνίστρια, αλλά και τον νέο ελληνικό πολιτισμό. Έρχεται λοιπόν κυνηγημένη από τις Χήμερες της διότι μεγαλώνει σε ένα πολύ δύσκολο οικογενειακό περιβάλλον με μία μητέρα η οποία την ορθεί με έναν τρόπο στην πορνικότητα, δεν λέω στην πορνεία, λέω στην πορνικότητα σαν μία επιταγή σχεδόν, σαν αυτό είναι το πεπρωμένο της. Η απουσία πατέρα είναι σαφής και παίζει και αυτή το ρόλο της στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς της, ωστόσο πηγαίνει στην Ελλάδα με μεγάλες προσδοκίες και αυτές οι προσδοκίες διεψεύδονται ικτρά. Ενώ στην αρχή βρίσκει το ελληνικό φως εκθαμβωτικό, τελικά το βρίσκει εκτυφλωτικό έως αβάσταχτο. Αυτή λοιπόν η μεταστροφή μας κάνει να καταλάβουμε πόσο δύσκολη είναι η χώρα μας για όλους μας. Το θέμα επίσης της θρησκείας είναι κάτι το οποίο θύγεται με πολλούς τρόπους, δηλαδή πόσο διαφορετικά αντιμετωπίζει ακόμα και ένας άνθρωπος που δεν πιστεύει, πολλοί άνθρωποι στην Ελλάδα δεν θα έλεγα ότι είναι ακριβώς πιστή. Ωστόσο η ορθόδοξη διαπαιδαγόγηση ή αν θέλεις η ορθόδοξη ματιά στο τι είναι επιτρεπτό και τι δεν είναι, είναι τελείως διαφορετική από τη ματιά μιας γαλίδας, η οποία φέρει όλο αυτό το καθολικό βάρος της ενοχής και από αυτό καθοδηγείται. Όλα λοιπόν αυτά είναι ζητήματα που διερευνήσαμε μέσα από προσωπικές αφηγήσεις, δηλαδή όλοι οι ηθοποί καλούνται να καταθέσουν τη δική τους εμπειρία σε σχέση με αυτό. Λόγω χάρη η Αλεξάνδρα, αν μιλήσετε μαζί θα σε στοπί, αλλά ακόμα και αν δεν σε στοπίσετε λόγο, είναι κι αυτή η παιδί μεκτής οικογένειας. Κι αυτή λοιπόν έχει μητέρα καθολικιά, η Ταλίδα, κι αυτή ξέρει τι σημαίνει να είσαι και εδώ και εκεί ταυτόχρονα. Ή ο Μάξιμος Μούμουρις, κι αυτός έχει μια διπλή καταγωγή. Όλοι όμως είχαν να μας αφηγηθούν ιστορίες για αυτή την αίσθηση της αποξένωσης, θέλεγα. Βέβαια Άραπο, καταλαβαίνουμε σίγουρα, δεν είναι καθόλου τυχαία η επιτυχία. Το κοινό της Πάτρας επίσης αγκάλιασε την συγκεκριμένη παράσταση, όπως και γενικά το κοινό εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Επίσης να σας ρωτήσω, επειδή παίζεται και στην παράσταση, πώς είναι η εμπειρία της σκηνοθεσίας, της σκηνοθετικής προσέγγισης και βέβαια φυσικά και της προσωπικής σας σύνδεσης με το έργο και πώς είναι να παίζεις κιόλας, να είσαι μέρος, κομμάτι, ενεργό. Η εμπειρία του να σκηνοθετείς ένα έργο συγγενούς είναι, οπωσδήποτε, μια έκστρα δυσκολία, την οποία πρέπει να ξεπεράσεις, σας το είπα και στην αρχή, αυτή ξεπεράστηκε με το που μπήκαμε στη διαδικασία των προβών, ξέχασα τελείως πιανού ήταν αυτό το οποίο σκηνοθετώ. Τώρα η εμπειρία του να πατάω πάνω στη σκηνή ως ένας άγνωστος που στην πραγματικότητα είναι ο Καραγάτσης είναι περισσότερο μια ιρωνική, χιτσκοκική αναφορά, θα το δείτε και στην παράσταση, υπάρχει χρήση του κινητογράφου στην παράσταση και αυτό γίνεται για πολλούς λόγους. Ένας από τους λόγους είναι ότι τα πρόσωπα του μυθιστορήματος έχουν κάτι μεγαλύτερο από την πραγματική ζωή, δηλαδή έχεις την αίσθηση ότι η Μαρίνα Μπαρέ είναι μια κινηματογραφική ηρωίδα και οι κινηματογραφικοί ήρωες έχουν κάτι το άπιαστο, κάτι το μεγάλο, κάτι το υπέροχο, κάτι το πανέμορφο, κάτι τέλος πάντων που οι κινηθνητοί θεωρούν ως ιδανικό. Αυτή την ιδέα με την οποία παίζουμε, ο κινηματογράφος μας βοήθησε πάρα πολύ να την αναδείξουμε, γιατί το film noir, το μαυρό-ασπρο film το οποίο σκηνοθέτησε ο Χρήστος Δήμας και συσκηνοθετήσαμε, συνομιλεί με τη θεατρική δράση, τα κοντινά πλάνα, τα ακουστούμια εποχής, η ατμόσφαιρα του Μεσοπολέμου υπάρχουν στην οθόνη και μέσα από τα βλέμματα τα οποία διαγράφονται καθαρά στο κοντινό πλάνο, οπωσδήποτε αποτυπώνεται πολύ καλά ο ψυχισμός του ήρωα, αυτό είναι το ένα επίπεδο που μας βοηθά η ταινία και μέσα σε αυτό μπαίνω και εγώ ο δημιουργός δηλαδή που εισβάλλει στο δημιουργημά του, όπως ο καραγάτσις εισβάλλει στο μυθιτόριμα ή ο σκηνοθέτης εισβάλλει στην θεατρική παράσταση που σκηνοθέτησε, είναι λοιπόν λίγο ηρωνική, χιτσκοκική, ένα περασματάκι ξέρετε, της ταινίας περνάει απαρατήρητος κάποια στιγμή, κάπως έτσι λειτουργεί, το άλλο επίπεδο όμως που μας βοηθά η κινηματογραφική αφήγηση είναι στο να βαθύνει το πράγμα, να αποκτήσει πολλά επίπεδα, πολλούς χαρακτήρες, μέσα στην ταινία εμφανίζονται 40 ή 50 άτομα τα οποία ποτέ δεν θα μπορούσαν να είναι επισκηνείς και επίσης μας βοηθάει στην παρέσθηση, δηλαδή η Μαρίνα Μπαρέ ό,τι ζει στην Ελλάδα αλλά έχω την εντύπωση ότι και όλη της ζωή είναι σαν μια αρρώστια, σαν μια παρέσθηση, έρχεται στην Ελλάδα λοιπόν και ζούμε και εμείς μαζί της αυτή την παρέσθηση, η ταινία μας βοηθά πολύ σε αυτό γιατί δεν ξέρουμε εάν η Μαρίνα Μπαρέ είναι στη σκηνή ή στην οθόνη, εάν βγαίνει από τη σκηνή και μπαίνει στην οθόνη το αντίστροφο ή αν κινηματογραφικοί χαρακτήρες από την οθόνη συνομιλούν με ανθρώπους στη σκηνή, αυτό το περίεργο παιχνίδι που μοιάζει με το παιχνίδι με τους καθρέφτες, το Μέις που λένε, που βλέπεις το είδωλό σου παντού, είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον και ενδεχομένως το χρησιμοποιήσω και αλλού γιατί αυτή η αίσθηση της μαγείας ή της παρέσθησης είναι πάρα πολύ χρήσιμη στο θέατρο. Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι το θέατρο είναι μια αποτύπωση των ονείρων μας, δεν είναι μια αποτύπωση αυτού που ονομάζουμε ρεαλισμός, ο ρεαλισμός υπάρχει μέσα μόνο στο όνειρο. Ό,τι άλλο για μένα είναι πεζολογικό, δεν είναι θέατρο, είναι μια πεζολογική καταγραφή που στην πραγματικότητα δεν μας ενδιαφέρει και όποτε πέφτω και εγώ σε αυτή την παγίδα, γίνομαι λίγο προβλέψιμος και βαρετός. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μου αρέσει καθόλου στην τέχνη του θέατρου. Κύριε Ταρλούπ, πριν σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας, ένα μήνυμα που θέλετε να περάσετε και να απευθυνθείτε στους φοιτητές του Πανεπιστημίου Πατρών. Εγώ από ό,τι είδα, οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Πατρών έχουν ένα πολύ υψηλό επίπεδο και στηρίξανε, ήρθανε στην παράσταση μαζικά. Τους δόθηκε ευκαιρία με χαμηλό εισιτήριο να δουν την παράσταση από τον εξώστη που είναι μια χαρά, είναι ένα πάρα πολύ ωραίο, δεν θα έλεγα θέατρο γιατί δεν είναι ακριβώς θέατρο, είναι ένας συνειδριακός χώρος. Ωστόσο, μπορεί να υποδεχθεί με τις κατάλληλες μικρές τροποποιήσεις και εξυγχρονισμούς παραστάσεις όπως αυτήν. Εγώ είδα, λοιπόν, μια μεγάλη επιθυμία των φοιτητών εδώ να δουν θέατρο, να συνομιλήσουν όπως εσείς μαζί μας, να μας μιλήσουν μετά την παράσταση και αυτό είναι πάρα πολύ ελπιδοφόρο για το μέλλον της Ελλάδας συνολικά. Γιατί από εσάς, από τους ανθρώπους που αυτή τη στιγμή σπουδάζουν γιατροί ή οποιαδήποτε άλλη επιστήμη, περιμένουμε τη νέα γενιά που θα αλλάξει λίγο τον τρόπο σκέψης σε αυτή τη χώρα. Σας ευχαριστούμε πραγματικά πάρα πολύ για την παρουσία σας στο κανάλι του Πανεπιστημίου Πατρών. Να σας ευχηθούμε καλή συνέχεια και πάντα επιτυχίας στο έργο σας. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ και εύχομαι να μην είναι η τελευταία φορά που έρχομαι στην Πάτρα, άλλωστε σας υπενθυμίζω ότι ο Καραγάτσης πατρινός είναι. Δεν το ξέρουν πολύ, αλλά η οικογένεια του Καραγάτση, οι Ροδόπουλοι, είναι πατρινοί, οι οποίοι μετόκησαν στην Λάρισα. Άρα με μία έννοια είναι και πατρίδα μου. Έτσι, η δεσμή είναι άρεκτη. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Σας ευχαριστώ πολύ Μελιό. Στο Reportage είμαι η Λιόκα Τσιφάρα και ο Σπύρος Λόνος. |