Διάλεξη 12: Αγαπητές φίλες και φίλοι, Στην παρούσα δωδέκατη και τελευταία διάλεξη του μεταπτυχιακού του εκκλησιαστικού δικαίου με θέμα οδηγίες για την εξέταση νομοθεσιών των κρατών που αφορούν την θρησκεία ή την κοσμοθεωρία από τις δύο επιστημονικές επιτροπές, δηλαδή της Επιτροπής της Βενετίας, του Συμβουλίου της Ευρώπης και του πάνελ ειδικών για τη θρησκευτική λευθερία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, παρουσιάζουμε, αναλύομαι και σχολιάζομαι τις κοινές οδηγίες του 2014 αυτών των δύο επιστημονικών επιτροπών για τη νομική προσωπικότητα των θρησκευτικών ή κοσμοθεωρητικών παιπηθήσεων, οι οποίες κοινές οδηγίες αναθεωρούν και επικυροποιούν το έκτο κεφάλαιο των οδηγιών του 2004 των ίδιων επιστημονικών επιτροπών. Βρισκόμαστε στο τρίτο μέρος που επηγράφεται θρησκευτικοί και κοσμοθεωρητικοί οργανισμοί και συγκεκριμένα είμαστε στην παράγραφο 33 την οποία είδαμε στην προηγούμενη διάλεξη και συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αναφέρει ότι η ανάκληση νομικής προσωπικότητας ενός θρησκευτικού ή κοσμοθεωρητικού οργανισμού θα πρέπει να αποτελεί την τελευταία λύση και η κοσμοθεσία θα πρέπει σε περίπτωση σοβαρών και επαναλαμβανόμενων παραδειάσεων διακίνησης δημόσιας τάξης θα πρέπει να προβλέπει μια γκάμα ελαφρότερων κυρώσεων που εφαρμόζονται σταδιακά και μόνον όταν εξαντιθούν όλες αυτές οι ελαφρότερες κυρώσεις μένουν να συνετιστεί και να επανέλθει στη νομιμότητα η λειτουργία του θρησκευτικού κοσμοθεωρητικού οργανισμού τότε μόνον θα πρέπει ως τελευταία λύση να εφαρμόζεται η ανάκληση νομικής προσωπικότητας του ελόγου οργανισμού διότι έχει ανάκληση αυτής σοβαρότητες συνέπειες στον καθεστώς του, στα οικονομικά του, στραστηριοτητές του Σαν παράδειγμα καλής πρακτικής αναφέρουν οι δύο επιτροπές την Ολλανδία στο ραστικό δίκαιο της Ολλανδίας ραστικός κώδικας για τα απογορευμένα νομικά πρόσωπα η διάλυση των νομικών προσώπων περιαμβανομένων των σκεφτικών κοινωντήτων με νομική προσωπικότητα ρυθμίστε ως εξής, άρθρο 2.20 Απαγόρευση νομικού προσώπου από το δικαστήριο όπου οι δραστηριότητες ενός νομικού προσώπου είναι αντίθετες στη δημόσια τάξη το πρωτοδικείο θα απαγορεύει και θα διαλύει το ελόγω νομικό πρόσωπο, ύστερα από αίτηση της αγγελίας 2. Όπου ο σκοπός ενός νομικού προσώπου, όπως καθορίζεται στον καταστατικό του είναι αντίθετο στη δημόσια τάξη το πρωτοδικείο θα διαλύει το ελόγω νομικό πρόσωπο, ύστερα από αίτηση της αγγελίας πριν τη διάλυση, το πρωτοδικείο μπορεί να χορηγήσει το νομικό πρόσωπο για μια συγκεκριμένη περίοδο χρονική, την ευκαιρία να προσαρμόσει το σκοπό του κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην είναι πλέον αντίθετος στη δημόσια τάξη Άρθρο 2.21 Διάλυση του νομικού προσώπου από το δικαστήριο Το πρωτοδικείο δεν διαλύει το νομικό πρόσωπο, αν το δικαστήριο έχει χορηγήσει στο νομικό πρόσωπο για συγκεκριμένη χρονική περίοδο τη δυνατότητα να συμμορφωθεί με τις αναγκαίες καταστατικές προϋποθέσεις και το νομικό πρόσωπο έχει εκπληρώσει αυτές τις προϋποθέσεις μέσα σε αυτήν την περίοδο Μετά λοιπόν από αυτό το παράδειγμα καλής πρακτικής στο συγκεκριμένο ζήτημα από την Ολλανδία προχωρούμε στην παράγραφο 34 των κοινών οδηγιών Η ανάκληση της νομικής προσωπικότητας από ένα θρησκευτικό ή κοσμοθεωρητικό οργανισμό δεν θα πρέπει οπωσδήποτε να συνεπάγεται ότι η θρησκευτική ή κοσμοθεωρητική κοινότητα ή εν λόγω ή τα επιμέρους μέλη της δεν θα απολαμβάνουν πλέον την προστασία της ελευθερίας της θρησκείας υπεπίδεσης ή άλλα ανθρώπινα δικαιώματα και θεμελιώδης ελευθερίες στερώνοντας τις εν λόγω κοινότητες από αυτά τα βασικά τους δικαιώματα ή ακόμα αποφασίζοντας την απαγόρευσή τους μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες για την θρησκευτική ζωή όλων των μελών τους και με αυτό το λόγο πρέπει να λαμβάνετε φροντίδα ώστε να μην τερματίζονται οι δραστηριότητες της θρησκευτικής κοινότητας απλώς διότι παρανόμησαν κάποια από τα επιμέρους μέλη της. Ενεργώντας έτσι θα επέβαλε μια συλλογική κύρωση στην κοινότητα ως σύνολο για δράσεις που δίκαια θα έπρεπε να αποδοθούν σε συγκεκριμένα άτομα. Έτσι, οποιασδήποτε παρανομίες ατομικών ηγετών και μελών των θρησκευτικών οργανισμών θα πρέπει να καταλογίζονται στο ελλογό πρόσωπο μέσω ποινικών, διοικητικών, ιαστικών διαδικασιών μάλλον παρά στην κοινότητα και τα άλλα μέλη. Οι δυο λοιπόν επιστημονικές επιστροπές σε αυτή την παράδειξη 34 μας λένε ότι η ανάκληση νομικής προσωπικότητας από ένα θρησκευτικό ή κοσμοθετικό οργανισμό ως τελευταία λύση δεν συνεπάγεται και την απαγόρευση της άσκησης από αυτήν ή από την θρησκευτική κοινότητα ή την κοσμοθεωτική κοινότητα και τα μέλη της των θρησκευτικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Άλλο ένα θέμα της ανάκλησης νομικής προσωπικότητας ενός θρησκευτικού ή κοσμοθεωτικού οργανισμού αλλά το ζήτημα της συνεχίσεως, της απολαύσεως των θρησκευτικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την θρησκευτική ή την κοσμοθεωτική κοινότητα και τα μέλη της. Αν έχουμε παρανομίες από ηγέτες μιας ενός θρησκευτικού ή κοσμοθεωτικού οργανισμού αυτές θα πρέπει να καταλογίζουν ότι όχι στην κοινότητα ως συνολό αλλά στα άτομα, τους ηγέτες οι οποίοι παρανόμησαν θα πρέπει να καταλογίζονται μέσω ποινικών, διοικητικών, υιαστικών διαδικασιών και όχι στην κοινότητα και στα μέλη της. Προχωρούμε στην παράραφο 35. Θα πρέπει να είναι δυνατό να διασφαλιστεί ένα αποτελεσματικό ένδικο μέσος σε εθνικό επίπεδο για μια απόφαση που δεν αναγνωρίζει ή που ανακαλεί τη νομική προσωπικότητα ενός θρησκευτικού ή ενός μιας θρησκευτικής ή κοσμοθεωτικής κοινότητας που έχει μια τέτοια διεκδίκηση στηριζόμενη σε επιχειρήματα για την απόκτηση νομικής προσωπικότητας. Τα κράτη έχουν μια γενική υποχρέωση να δίνουν πρακτικό αποτέλεσμα στους κανόνες του διεθνούς δικαίων ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως για παράδειγμα αυτούς που περιέχονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του διεθνού συμφώνου για τομικά και πολιτικά δικαιώματα στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και 13 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που απαιτούν οι διεθνείς κανόνες τα άτομα και οι κοινότητες να έχουν πρόσβαση στο δικαστήριο με αποτελεσματικό ένδικο μέσο. Οι θρησκευτικές ή κοσμοθεωρητικές κοινότητες επομένους έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν γρήγορες αποφάσεις για τις αιτήσεις απόκτησης νομικής προσωπικότητας και δικαίωμα σε ένδικο βοήθημα ή ένδικο μέσο. Ενώ υπάρχουν ένας αριθμός διαφορετικών συστημάτων για να διασφαλίσουν την πρόσβαση στη νομική προσωπικότητα πελαμβανομένων εκείνων όπου τα δικαστήρια λαμβάνουν την αρχική απόφαση και εκείνων όπου τα διοικητικά όργανα το κάνουν η πρόσβαση σε δικαστήριο και μια κατάλληλη και αποτελεσματική εξέταση σχετικών αποφάσεων θα πρέπει πάντοτε να είναι δυνατές. Αυτή η αρχή εφαρμόζεται ανεξάρτα από το εάν έναν εξάρτητο δικαστήριο αποφασίζει για τη νομική προσωπικότητα άμεσα ή αν μια τέτοια απόφαση λαμβάνεται από ένα διοικητικό όργανο, σε οποία περίπτωση ένας επακόλουθος έλεγχος της απόφασης θα πρέπει να ασκείται από έναν εξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο πληλαμβανομένο του δικαιώματος προσφυγής σε ανώτερο δικαστήριο. Στην παράδειγμα αυτή, 35, οι δυο επιστημονικές επιτροπές αναφέρονται στο θέμα του δικαιώματος σε αποτελεσματική προσφυγή, που είναι αναγνωρισμένο από τους διεθείς κανόνες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προσαρμοσμένο αυτό το δικαίωμα, στις περιπτώσεις απόρριψης μιας αίτησης για απόκτηση νομική προσωπικότητα ή ανάκλησης της νομικής προσωπικότητας. Και αναφέρουν δυο επιστημονικές επιτροπές, στην διαπαράγραφο 35, ότι αυτή η αποτελεσματική προσφυγή για την εξέταση αυτών των περιπτώσεων, δηλαδή απόφασης απόρριψης αίτησης για απόκτηση νομική προσωπικότητα, απόφασης για ανάκληση νομικής προσωπικότητας, θα πρέπει αυτές οι περιπτώσεις να αποτελούν μια δικαιοδοσία ενός δικαστηρίων εξάρτητου και αμερόληπτου, ανεξάρτητα από το αν η κρατική νομοθεσία προβλέπει ότι η απόφαση για την απόκτηση της νομικής προσωπικότητας ανήκει σε δικαστήριο ή σε διοικητική αρχή, ανεξάρτητα από αυτό το γεγονός, πρέπει να προβλέπεται από την κρατική νομοθεσία το δικαίωμα σε αποτελεσματική προσφυγή που είναι κατοχυρωμένο από το ΔΝΔ στις περιπτώσεις απόρριψης αίτησης για απόκτηση νομικής προσωπικότητας και ανάκλησης νομικής προσωπικότητας, καθώς και να προβλέπεται επίσης δικαίωμα και δικαίωμα έφεσης στην περίπτωση που απορριφθεί η έτηση προς το ανεξάρτο και αμερόληπτο δικαστήριο ενώπιον του οποίου ήχθει η υπόθεση της απόρριψης έτησης για απόκτηση νομικής προσωπικότητας ή ανάκληση της νομικής προσωπικότητας. Σαν παραδείγματα καλών πρακτικών στο συγκεκριμένο ζήτημα αναφέρονται η Ισπανία και η Δημοκρατία της Μολδαβίας. Στην Ισπανία μια θρησκευτική κοινότητα, της οποίας η έτηση για απόκτηση νομικής προσωπικότητας απορρίπτεται, μπορεί να χρησιμοποιήσει τα ακόλουθα ένδικα βοηθήματα. Μια διοικητική προσφυγή ενώπιον του Υπουργείου Δικαιοσύνης, πρώτο. Δεύτερον, μια δικαστική διαδικασία ενώπιον του Εθνικού Ανώτερου Δικαστηρίου, τρία. Μια διαδικασία ενώπιον του Ισπανικού Ανώτατου Δικαστηρίου. Σε περιπτώσεις νομικών λόγων που μπορούν να αποδοθούν στο Εθνικό Ανώτερο Δικαστήριο. Και τέταρτον, μια ειδική διαδικασία για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Στη Δημοκρατία της Μολδαβίας, σύμφωνα με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας, οι προσφεύγοντες πρώτα πρέπει να προχωρήσουν μέσω μιας μη δικαστικής διαδικασίας την επίλυση της υπόθεσης εναντίον των δημόσιων αρχών. Από όλα, μια αίτηση πρέπει να υποβοληθεί στο αρμόδιο Υπουργείο και αν μετά από 30 μέρες το Υπουργείο δεν απαντήσει ή αν η απάντηση του Υπουργείου δεν ικανοποιήσει τον προσφεύγοντα, ο προσφεύγον μπορεί να απευθυνθεί στο Δικαστηριό. Εάν η απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηριού δεν ικανοποιήσει τον προσφεύγοντα, τότε ο προσφεύγον μπορεί να ασκήσει έφεση στο εφετιείο και μετά από αυτό στο Μολοδαβικό Ανότατο Δικαστήριο. Μετά, λοιπόν, τις καλές πρακτικές στο συγκεκριμένο ζήτημα από την Ισπανία και την Μολδαβία, προχωρούμε στην παράγραφο 36 των κοινών οδηγίων του 2014. Σε περίπτωσης όπου νέες διατάξεις εισάγονται, νέες διατάξεις ψηφίζονται δηλαδή, νέες διατάξεις στο σύστημα που διέπει την πρόσβαση στην νομική προσωπικότητα των θρησκευτικών ή κοσμοθερωτικών κοινοτήτων, κατάλληλοι μεταβατικοί κανόνες θα πρέπει να εγγυώνται τα δικαιώματα των υφισταμένων κοινοτήτων. Δηλαδή τα κιακτημένα δικαιώματα των υφισταμένων κοινοτήτων. Όπου οι νόμοι έχουν αναδρομική ισχύ ή δεν προστατεύουν τα κιακτημένα συμφέροντα των θρησκευτικών ή κοσμοθερωτικών οργανισμών, για παράδειγμα, απαιτώντας επανυποβολή έτησης για νομική προσωπικότητα, δυνάμι νεοισαγόμενων κριτηρίων, το κράτος τελεί υπό το καθήκον να αποδείξει ότι, εν λόγω περιορισμή, είναι σύμφωνοι με τους διεθείς κανόνες για τους περιορισμούς στην ελευθερία εκδίδουσης θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Ειδικά, το κράτος πρέπει να αποδείξει τους ανδικημενικούς λόγους που θα δικαιολογούσαν μια αλλαγή στην υφιστάμη νομοθεσία και να αποδείξει ότι η προτεινόμενη νομοθεσία δεν παρεμβαίνει στην ελευθερία θρησκείας ή πεποίθησης περισσότερο από ότι είναι αυστηρός αναγκαίο. Υπό το φως αυτών των ανδικημενικών λόγων, οι θρησκευτικοί ή κοσμοθεωρικοί οργανισμοί δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε υπερβολικά επιβαρυντικά ή προκαλούντα διακρίσεις, μάλλον σε υπερβολικές επιβαρυντικές ή προκαλούντας διακρίσεις φόρους μεταβίβασης ή άλλα τέλη, εάν η μεταβίβαση των τίτλων στις περιουσίες που ανήκουν στην ιδιοκτησία από προηγούμενα νομικά πρόσωπα, απαιτείται από νέους κανονισμούς, από νέες κανονιστικές πράξεις. Τι θέλει να μας πει δηλαδή αυτή η παράγωφος 36. Θέλει να μας πει ότι εάν ψηφίζεται ένας νέος νόμος για την πρόσβαση στη νομική προσωπικότητα και αν υπάρχουν μεταβατικοί κανόνες οι οποίοι θύγουν και ακτιμένα δικαιώματα των ήδη υφιστάμενων θρησκευτικών ή κοσμοθεωτικών κοινοτήτων που έχουν ήδη αποκτήσει νομική προσωπικότητα με βάση προηγούμενου νόμου και αν θύγει ο νέος νόμος αυτά τα ακτιμένα δικαιώματα. Δηλαδή αν τους υποχρεώνει για παράδειγμα να ξανακάνουν αίτηση για να ξαναποχθήσουν νομική προσωπικότητα με βάση τις νέες προϋποθέσεις του νέου νόμου, το κράτος πρέπει να αποδείξει ότι αυτές οι διατάξεις είναι σύμφωνες του νέου νόμου που έχουν αναδρομική ισχύ για τις υφιστάμενες κοινότητες που έχουν νομική προσωπικότητα, ότι αυτές οι διατάξεις είναι σύμφωνες με τους διεθνείς κανόνες για την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Δηλαδή πρέπει να αποδείξει ότι υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι που δικαιολογούν αυτή την αλλαγή στην υπάρχουσα νομοθεσία και ότι πρέπει να αποδείξει ότι η νομοθεσία αυτή καινούρια δεν παρεμβαίνει στην ελευθερία της θρησκείας ή κοσμοθεωρίας περισσότερο από όσο είναι αναγκαίο εν ώψη αυτών των αντικειμενικών λόγων. Επίσης, εάν με βάση τον νέο νόμο υποχρεώνονται οι ηθιστάμενες κοινότητες να αποκτήσουν και πάλι νομική προσωπικότητα με βάση της προϋποθέσεις του νέου νόμου και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μεταβιβαστούν οι τίτλοι ιδιοκτησίας από τα προηγούμενα νομικά πρόσωπα των ίδιων κοινοτήτων στα νέα νομικά πρόσωπα που θα συσταθούν με το νέο νόμο. Τότε οι φόροι ή τα άλλα τέλη δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά επιβαλλοντικά ή να προκαλούν διακρίσεις. Και προχωρούμε στην παράγραφο 37. Τα κράτη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι αυτά τα δικαιώματα και οι αρχές ενσωματώνται αποτελεσματικά στην εθνική ενόμητάξη είτε σε νόμους είτε σε κανονιστικές πράξεις είτε σε πρακτικές ή και σε πολιτικές. Περαιτέρω, τα κράτη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι κρατικοί οξιωματούχοι και τα κρατικά όργανα που ασχολούνται με τη νομική προσωπικότητα των θρησκευτικών ή κοσμοθεωρητικών κοινοτήτων έχουν επίγνωση και ενεργούν σύμφωνα με τις αρχές που περιέχονται σε διεθνείς standards για την ελευθερία της θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Στη συνέχεια, πριν προχωρήσουμε στην καλή πρακτική να εξηγήσουμε λίγο την παράγραφο 37. Οι διεθνείς κανόνες, μας λέει η παράγραφος 37 των κοινών οδηγιών, οι διεθνείς κανόνες για την ελευθερία της θρησκείας θα πρέπει να ενσωματώνονται αποτελεσματικά στις εθνικές ένομες τάξεις, δηλαδή στους νόμους, στις κανονιστικές πράξεις, πρακτικές ακόμα και στις πολιτικές. Επίσης, οι κρατικοί αξιωματούχοι και τα κρατικά όγκανα θα πρέπει να γνωρίζουν να ενεργούν σύμφωνα με τις αρχές που περιέχονται στα διεθνείς standards, στους διεθνείς κανόνες για την ελευθερία της θρησκείας ή κοσμοθεωρίας, όταν έχουν αρμοδιότητα αυτοί οι κρατικοί αξιωματούχοι και τα κρατικά όργανα για τη νομική προσωπικότητα των θρησκευτικών ή κοσμοθεωρητικών κοινοτήτων. Στη συνέχεια, σαν παράδειγμα καλής πρακτικής στο συγκεκριμένο ζήτημα, οι κοινές οδηγίες των δύο επιστημονικών επιτροπών μας δίνουν τη Λετωνία. Στη Λετωνία το γραφείο καταχώρησης των θρησκευτικών οργανισμών, δηλαδή που αποκτούν νομική προσωπικότητα, εξετάζει αιτήσεις για νομική προσωπικότητα σύμφωνα με τους κανόνες διοικητικής διαδικασίας. Δηλαδή, αρμόδιο για την αναγνώριση και τη χορίγηση νομικής προσωπικότητας στη Λετωνία είναι η διοικητική υπερεσία. Σε συμφωνία λοιπόν με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 4 του κώδικα διοικητικής διαδικασίας, οι γενικές αρχές του δικαίου εφαρμόζονται και στην περίπτωση της απόκτησης νομικής προσωπικότητας. Δηλαδή, ποιες είναι οι αρχές αυτές. Η αρχή της συμμόρφωσης με τα δικαιώματα των ατόμων, η οποία απαιτεί όπως, όταν λαμβάνεται μια απόφαση, μια κρατική υπηρεσία πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με την προστασία των δικαιωμάτων και νόμων συμφερόντων του ατόμου. Δεύτερη διοικητική αρχή, γενική διοικητική αρχή, η αρχή της δικαιοσύνης, η οποία απαιτεί όπως μια κρατική υπηρεσία να ενεργεί σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της που καθορίζονται στην νομοθεσία και να μπορεί να χρησιμοποιεί τις αρμοδιότητές της μόνο σε συμφωνία με την έννοια και το σκοπό τους. Τρίτη αρχή διοικητική, γενική, η αρχή της εύλογης εφαρμογής του νόμου, σύμφωνα με την οποία μια κρατική υπηρεσία εφαρμόζει τον νόμο χρησιμοποιώντας βασικές μεθόδους νομικής ερμηνείας προκειμένου επιτύχει το πιο επίεικες και χρήσιμο αποτέλεσμα. Τέταρτη αρχή διοικητική, γενική, η αρχή της απαγόρευσης της αφτερεσίας, η οποία απαιτεί μια διοικητική πράξη να μπορεί μόνο να βασίζεται σε γεγονότα που είναι αναγκαία για να ληφθεί η απόφαση και σε αντικειμενικές και λογικές νομικές θεωρήσεις. Και πέμπτη γενική διοικητική αρχή, η αρχή της νομιμότητας, σύμφωνα με την οποία μια κρατική υπηρεσία να μπορεί να εκδίδει μία απόφαση βασιζόμενη μόνο στο σύνταγμα τον νόμο ή και το διεθνές δίκιο. Στο σημείο αυτό ολοκληρώσαμε και την δωδέκατη και τελευταία διάλεξη του μεταπτυχιακού του εκκλησιαστικού δικαίου με γενική θεματική οδηγίες για την εξέταση των νομοθεσιών των κρατών που αφορούν την ελευθερία θρησκείας και κοσμοθεωρίες από τις δύο επιστημονικές επιτροπές, δηλαδή από την Επιτροπή της Βενετίας, του Συμβουλίου της Ευρώπης και από το πάνε λιδικό για τη σκεφτική ελευθερία του ΟΟΚΕ και τη συνεργασία στην Ευρώπη. Όπως ήταν σαφές, η γενική θεματική δεν μπορούσε να καλύψει βεβαίως όλες τις διαλέξεις. Αρκεστήκαμε από τη γενική θεματική να περιοριστούμε στην παρουσίαση των πηγών αυτής της γενικής θεματικής, δηλαδή των διεθνών κανόνων για τη θρησκεία και την κοσμοθεωρία και συνεχεία να ασχοληθούμε με ένα ιδικότερο θέμα που αφορά τη νομική προσωπικότητα των θρησκευτικών ή κοσμοθεωρητικών κοινοτήτων από τη γενική θεματική, η οποία αποτελούσε το αντικείμενο του μεταπτυχιακού εκκλησιαστικού δικαίου. Ο κοπός των διαλέξεων δεν ήταν βεβαίως να εξαντήσει το θέμα, ήταν μόνο να δώσει ερεθίσματα προκειμένου να υπάρξει συνέχεια της έρευνας, η οποία αφορά τη γενική θεματική αυτού του σεμιναρίου, των διαλέξεων του μεταπτυχιακού εκκλησιαστικού δικαίου. Συνεπώς, ο μιλητής εκφράζοντας τις θερμές ευχαριστίες του για την παρακολούθηση αυτών των διαλέξεων, δεν θεωρεί ότι τελείωσε καμία θεματική, αλλά μόνον περιορίστηκε στο να ανοίξει τη θεματική, προκειμένου υπάρξει περαιτέρω διερεύνηση. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. |