Research interview with Christina Petroulaki Solomoy / Interviewee Solomoy, Christina Date interview: 2015 December 13 Geography creation: Greece. Language Greek Extent 1 digital file : MPEG-4. Credit Line United States Holocaust Memorial Museum Collection, courtesy of the Jeff and Toby Herr Foundation

Interviewee Solomoy, Christina Date interview: 2015 December 13 Geography creation: Greece. Language Greek Extent 1 digital file : MPEG-4. Credit Line United States Holocaust Memorial Museum Collection, courtesy of the Jeff and Toby Herr Foundation: Καλημέρα και ευχαριστούμε πολύ που μας συναντήσατε...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: United States Holocaust Memorial Museum 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:No restrictions on access
Διαθέσιμο Online:https://collections.ushmm.org/search/catalog/irn629217
Απομαγνητοφώνηση
Interviewee Solomoy, Christina Date interview: 2015 December 13 Geography creation: Greece. Language Greek Extent 1 digital file : MPEG-4. Credit Line United States Holocaust Memorial Museum Collection, courtesy of the Jeff and Toby Herr Foundation: Καλημέρα και ευχαριστούμε πολύ που μας συναντήσατε. Ονομάζομαι Νατάν Μπεϊράκ, θα μπορούσατε να μας πείτε το όνομά σας. Ποια χρονιά γεννηθήκατε, κύριε Χριστίνα? Ήμουν γεννηθήκατε το 1934. Ήμουν γεννηθήκατε στην Χανιά, στο σπίτι κοντά στο πόρτο. Και μεγαλώσατε όλα τα χρόνια στην Χανιά. Ήμουν γεννηθήκατε στην Χανιά και μόνο μεγαλώσατε όταν γεννηθήκατε. Πείτε μας κάτι για την οικογένειά σας. Πόσοι ήσασταν η μαμά, ο παπάς. Ήταν με τρία δόντρα, η μαμά και ο πατέρας. Και με τι ασχολιόταν ο πατέρας? Ο παπάς μου ήταν υπάλληλος στο δήμο. Και η μητέρα σας εργαζότανε. Η μητέρα μου έμεινε στο σπίτι. Είπατε ότι ήσασταν τρεις αδερφές. Θα μας πείτε τα ονόματα και τη σειρά. Ελένη, Παπαελένη, Πετρουλάκη, Παπαδάκη, Μαρία, Πετρουλάκη, Μαριέλη. Και εσείς στην Αθήνα. Και εσείς. Ήταν η αδερφή μου, Ελένη, Μαρία και εγώ. Είστε η μικρότερη, λοιπόν. Ναι. Στη γειτονιά που μεγαλώσατε είχατε εβραίους γειτονές? Βεβαίως. Πείτε μου. Απέντε απ' το σπίτι μας. Ήταν σε θάλασσα μέσα. Ήταν, λοιπόν, ένα στενό πήγαινα πάνω και μόλις γυρίζω στο στενό έτσι, ήταν απέναντί μας, ήταν άλλο ένα στενό και εκεί μέναν εβραίοι. Απέντε, ακριβώς από τη πίσω μέρη για το σπιτιού μας. Ναι, υπήρχαν εβραίοι στη γειτονιά μου. Το σπιτιού μας ήταν πάνω στο θάλασσα και υπήρχε μια διάρκεια που πήγαινε πάνω και η διάρκεια συνεχίστηκε. Οπότε, απ' το σπίτι μας, απ' το σπίτι μας, αν θέλετε, υπήρχε μια εβραίος οικογένειας που ζούσε εκεί. Ποιο ήταν το όνομα? Θυμάστε πώς τους λέγανε? Αυτή τη λέγανε κυρία Ρεβέκκα, για μάμου. Ήμουν στα βλειδάκια της και έξιζαν παράθυρο. Κουβηδιάζανε κάθε μέρα και είχαμε επαφές. Το όνομα της γυναίκας ήταν Ρεβέκκα, γιατί θυμάμαι τη μητέρα μου. Ήρθαμε στη μικρή διάρκεια που είχαμε και έρχονταν στο μπαλκονί και μιλούσαν κάθε μέρα. Ήταν λίγο σαν φιλενάδες με τη μητέρα μου. Πολύ φιλενάδες. Πολύ φιλενάδες με τη μητέρα μου. Ήταν πολύ κοντά με τη μητέρα μου, ήταν καλά φιλιά. Είχε παιδιά η κυρία Ρεβέκκα? Η κυρία Ρεβέκκα είχε μία κότη, Τάντα. Τάντα. Ελέλα! Τάντα, δεν τη λέρανε! Δεν πειράζει, δεν πειράζει. Τάντα, ναι, Τάντα. We want you to stare us. Και δυο αγόρια είχε. Η κυρία Ρεβέκκα είχε δύο αγόρια και μία γυναίκα. Η γυναίκα ονομάζεται Τάντα. Τα αγόρια δεν θυμάστε. Ούτε το παπά θυμάμαι. Δεν πειράζει. Οι αγόρια δεν θυμάμαι το όνομα τους. Και ο πατέρας δεν θυμάμαι το όνομα του. Και δεν θυμάστε το όνομα της οικογένειας? Σαμπατίνη, κάπως έτσι, ναι. Μπορεί να είναι κάτι σαν Σαμπατίνη, αλλά δεν είμαι σίγουρη. Δεν θυμάμαι το όνομα του. Και κανένα από τα παιδιά τους ήταν ή ήταν κοντά στην ηλικία σας? Όχι. Ήταν μεγάλες. Και η κόρη ήταν μεγάλη. Πιο μεγάλη από τη Λέλα που είναι μεγαλύτερη και από την αδερφή μου τη Μεσαία. Θα ήταν 30 εκείνη την εποχή. Όχι, όλοι ήταν πολύ αγόρια από εμάς. Ακόμα και η γυναίκα ήταν αγόρια από τη αγόρια μου η αδερφή μου. Έτσι, πρέπει να ήταν περίπου 30. Ήταν πολύ αγόρια από εμάς. Υπήρχαν άλλοι εβραίοι στην Ελλάδα? Υπήρχαν άλλοι εβραίοι στη γειτονιά μου ακριβώς, δεν υπήρχαν άλλοι. Μετά έσεβε σε κάποια στενά και πήγαινε στο παραδειάο εβραιακή που λέγαμε. Στην πραγματικότητα της γειτονιάς μου, δεν υπήρχαν άλλοι εβραίοι, αλλά μερικές δρόμους πάνω, πήγατε στην εβραϊκή γειτονιά. Και είχατε επισκεφτεί την εβραϊκή γειτονιά κάποτε? Πολλές φορές πήγα, είχα αστυμαθήτριες και παιδιά μου εκεί πέρα. Ήταν εβραίοι και εβραίοι. Ζούσαμε πολύ ομαλά στα χανιάδρα, είχαμε κανένα πρόβλημα στους ανθρώπους. Βέβαια θα πήγα, είχα φίλους ακόμα από τη σχολή που θα πήγαινα να παίξω. Αυτοί είχαν κάνει σαν γέτος, σημαίνω, εβραιακοί, τι λέγαμε παλιά εβραιακοί. Και σκορπισμένοι, τώρα όλα τα στενά, πίσω από το σπίτι μας είναι πολλά στενά, υπήρχαν οικογένειες με μονομένες. Αυτή η γειτονιά, σήμερα θα τη δημιουργήσουμε ως γέτο. Τη δημιουργήσαμε την παλιά γειτονιά της Ελληνίας και όλοι ζούσαν μαζί. Από το σπίτι μου, υπήρχαν πολλές άλλες δρόμοι, υπήρχαν και γεωργικές οικογένειες που ζούσαν μαζί, αλλά δεν ξέρω τους όνομα τους. Πότε το έκανες αυτό το γέτο, το γέτο που είπατε, την αποκαλούσε πότε έτσι η πόλη, απλά το λέτε για να καταλάβω. Όχι, το λέω σήμερα, γιατί στη σημερινή εποχή ήταν πραγματικά γέτο, δηλαδή μένανα αυτή μόνο. Μπορεί ανδιαμέσως να υπήρχαν μια ή δύο οικογένειες ελληνικές, αλλά σεφιδιωμένες και ραβημένες. Το γέτο μόνο, δεν το λέγαμε τότε, το λέγαμε για να καταλάβεις ότι ήταν μια περιοχή που ήταν κυρίως, μόνο οι Ιούς ζούσαν εκεί. Δεν ξέρω ακόμα αν υπήρχαν πολλές ελληνικές οικογένειες που ζούσαν μαζί. Οι σχόλοι της πόλης και οι Ιούς ήταν πραγματικά κοντά, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Ας πούμε ότι είχατε κάποιους ελληνικούς φίλους στη σχολή, μπορείτε να θυμάστε τους όνομα του φίλου σας? Όχι, δεν είχα φίλους. Αναφέρατε ότι είχατε συμμαθήτριες. Όχι, δεν είχα εγώ, δεν είχα. Έτσι μου είπατε πριν, είχα και συμμαθήτριες που παίζαμε. Παίζαμε, παίζαμε, όχι πως ήτανε συμμαθήτριες. Όχι. Εγώ πήγαινε και είμαστε έξι χρονών, τότε δεν πήγαινε στο σχολείο βέβαια και μετά δεν είχαμε καμιά συμμαθήτρια. Αλλά στην εβραϊκή γειτονιά που μου είπατε ότι πηγαίνατε να παίζετε, ήτανε φιλενάδες. Φιλενάδες, από τους δρόμους που παίζαμε, τότε παίζαμε πάρα πολύ και κατεβαίνανε αυτοί κάτω στη παραλία που ήτανε ένα μεγάλο πλατείο, όχι πως είναι τώρα, ούτε μαγαζιά, είχαμε τίποτα. Και παίζαμε εκεί πέρα παιχνίδια διάφορα. Στο σχολείο βέβαια δεν είχα ποτέ εσύ. Δεν είχα κλασμαίτες, επειδή ακόμα στην εποχή ήμουν αρκετά νέα. Δεν είχα κλασμαίτες και μετά δεν ήτανε εκεί. Αλλά οι γυναίκες που παίζαμε στο σχολείο βέβαια ήτανε παιδιά που ήξερα, επειδή έρχονταν στο μεγάλο σχολείο μπροστά από το σπίτι μας. Το σχολείο μπροστά δεν ήτανε όπως είναι τώρα, δεν υπήρχαν κομμάτια και άλλα πράγματα. Ήταν ανοιχτή, παίζαμε πολύ, οπότε έρχονταν στο σχολείο μου και εγώ πήγα στο σχολείο τους. Μπορούσαμε να παίζουμε πολύ στο σχολείο. Να ρωτήσω κάτι. Δεν είχα ακόμα κανένας που είχε κλασμαίτες, οπότε πιθανόμαστε ότι είχαν το δικό τους σχολείο. Θυμάστε κανένα όνομα από τα παιδιά που παίζατε στον δρόμο. Καμία δεν θυμάμαι. Υπάρχει κάτι άλλο που θυμάστε από τους Εβραίους εκείνα τα πρώτα χρόνια πριν τον πόλεμο, κάποια άλλη ανάμνηση που έχετε. Πριν τον πόλεμο τώρα δεν ήταν συνάδελος, ήταν πολύ μικρή. Το μόνο που ξέρω, ότι ήτανε πάρα πολύ αγαπημένοι, είχαμε κανένα πρόβλημα μεταξύ μας, Ένδυνες και Εβραίοι δηλαδή, αλλά τίποτε λεπτομέρεια, ούτε ήτανε φιλήσυχοι οι άνθρωποι, δεν έκανανε παζαριές ποτέ. Ήτανε καλοί έμποροι, ακούσε από τους εγγονείς μου και λένε, ήτανε πολύ τσιγούνιδες όμως, και φιλέναν τα λεφτά τους, και πήγες να δεις να αξιωνήσεις κάτι, και σου κάνουνε παζάρια, να το λέω ακόμα, Εβραϊκά παζάρια. Αυτά είναι πράγματα που λέγαν οι γονείς. Ναι, λέγαν οι γονείς μου. Τι μπορώ να γνωρίζω για αυτούς τους, δεν θυμάμαι πολύ για αυτό το χρόνο. Τι γνωρίζω από το τι γνωρίζω, το τι είπαν οι γονείς μου, ήτανε ότι ήτανε καλοί έμποροι, ότι ήτανε κομμάτια άνθρωποι, ότι οι σχέσεις στους Ελληνικούς στην Χανιά ήτανε πολύ πλαίσια. Επίσης, θυμάμαι ότι ήτανε τσιγούνιδες, και ότι αν πήγες στις αυτοί τους για να κομμάσεις κάτι, θα κομμάσουν πολύ. Και ακόμη σήμερα χρησιμοποιούμε αυτή την εμπρός, όπως το κομμάτι των Ελληνικών, ή το τρόπο που κομμάσουν οι Ελληνικοί. Αλλά ήτανε αλήθεια αγώνα, στο ίδιο χρόνο. Θυμάστε κανένα εβραϊκό μαγαζί που πηγαίνατε εσείς, ας πούμε, να... Τότε με δεν πήγανε τα μαγαζιά. Ούτε ξέρω πού ήτανε, μη να πεις τελειμπόλη τώρα έτσι που είναι, ήταν διαφορετικά, όλα διαφορετικά. Μένανε και άλλοι Εβραίοι σαχανιά, όχι από τη γειτονιά μου σε εκεί, μένανε και οι πλούσιοι, μένανε αυτά εδώ πιο κάτω, πιο πέρα. Έξω από τη γειτονιά. Ναι, έξω από το κέντρο που βλέπεις, το λέω τώρα δηλαδή, μένανε οι πλούσιοι, οι πλουσιότεροι. Και επίσης ξέρω ότι είχανε μαζέψει πάρα πολύ χρυσό, λίρες, σταφικά, τα οποία τα είχανε δώσει σε ένα Ελλήνα, να τους τα φυλάξει, για να τα πάρουνε, αν τυχόν, τους έφερνε οι Γερμανοί και τους τα παίρνανε, τους πιάνανε, γιατί ξέραν αυτοί, καταλαβαίνουνε, ότι κάποια μέρα θα τους πάρουνε οι Γερμανοί. Ποιοι το είχανε κάνει αυτό? Οι Εβραίοι, τα είχανε δώσει οι ίδιοι σε κάποιους ανθρώπους, εγώ δεν λέω ονόματος, αλλά δεν είμαι σίγουρη γι' αυτό. Αυτό που μου λέτε για το ότι οι Εβραίοι είχανε χρυσό και το αφήσανε σε κάποιους Έλληνες, ή σε κάποιον, το ακούσατε από ποιον, από πού το ακούσατε? Ακούσαμε σαν χανιάμ, και τώρα που μεγάλωσαμε να δει τώρα, ξέραμε τι είναι αυτό, δεν είναι ο τάδεο, και τάδεο, και τάδεο, τα αυτά που έκανε, γιατί μετά όλα τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα, τα πράγματα. Αυτά είναι λόγια που ακούσαμε στην πόλη, αλλά μετά την αγώνα, παρακολουθήσατε ότι κάποιοι άνθρωποι έγιναν καλύτεροι από ό,τι ήταν πριν, και στην πόλη, ακόμα και σήμερα, οι άνθρωποι λένε ότι είναι εκείνος ή άλλος άνθρωπος ή άλλος, αλλά αυτός ήταν ο στόχος που τους Ιουζούς έφεραν με αυτούς τους άνθρωποι, γιατί αισθανόταν ότι θα έρθουν. Άρα, έφεραν για ασφάλιση. Άρα, υπήρχε και αυτή, από τότε φαίνεται και αυτή η φήμη ότι είχαν οι Εβραίοι πολύ χρυσό. Ήταν καλά, ήταν καλοί έμποροι, είχαν μείνει στα χανιά πάρα πολλά χρόνια, και με το εμποριό τους και με τις δουλειές τους, και ξυπνάβε τους, πολύ έξυπνοι, κάμινα νεπτά οι άνθρωποι. Θυμάστε να ακούτε καμιά άλλη φήμη για τους Εβραίους, κάτι άλλο να λέγετε? Εγώ δεν θυμάμαι τίποτα κακό να λέγεται. Μάλιστα, θα πω να σου πω ότι εκεί που έμενε η κυρία Ρεβέκκα, ένα σπίτι χώριζε την κομμαντατούρ των Γερμανών. Ήταν ένα υπέροχο σπίτι. Δηλαδή, ήταν της κυρίας Ρεβέκας ένα κόμμα και μετά η κομμαντατούρ. Επίσης, τώρα ξυπνάω ότι η κομμαντατούρ της Ρεβέκας ήταν μόνο μοναδική από την εκπαιδευτική κομμαντατούρ όταν ήταν εδώ οι Γερμανοί. Δεν ξυπνάω κανένας άλλος γεγονός ή κανένας κακός γεγονός που είχε πει για τους Εβραίους. Όταν έρχονταν το Πάσχα, θυμάστε να λέγονται άλλα πράγματα για τους Εβραίους ή όχι? Όχι, όχι. Όχι, όχι. Όχι, όχι. Όχι, όχι, όχι. Θα φύγουμε στους δικαίους μας δικαιώματα και δεν μας ασχολούχαν. Δεν ξυπνάω κάτι να αλλάξει. Το χώρο, αυτό που είπε πριν, οι Εβραίοι είχαν χώρο. Ήταν πραγματικοί, ήταν καλούς ευρωπαίους και ήταν καλά. Και μάς ένας Εβραίος και υπάρχει και μια Λινίδα. Α, θυμάστε τέτοιο πράγμα. Αυτό το θυμάμαι τον Εβραία αυτό. Εγώ επίσης γνωρίζω για έναν Εβραία που είχε γνωρίσει με μια Χριστιανή. Τι γνωρίζεις για αυτόν τον Εβραία? Το θυμάστε, το θυμάστε, να μου το περιγράψετε. Για πείτε μου. Ξανθός ήταν, μικρόπρόσωπος. Το θυμάμαι. Ξυπνάω ότι ήταν ευρωπαίος. Ήταν ένας μικρός άνθρωπος, μπλόντος, με μικρό μυαλό. Και ήταν γνωρίζει με μια Χριστιανή. Έτσι, έγινε Χριστιανός ή έγινε Ιησούς? Άλλο. Άλλαξε θρησκεία αυτός ή άλλαξε θρησκεία εκείνη? Αυτό το ξέρω. Δεν το γνωρίζω. Δεν το ξέρω. Μάλλον αυτός πρέπει να έχει αλλάξει. Μάλλον, δεν ξέρω. Δεν ξέρω. Νομίζω ότι εκείνος θα αλλάξει, αλλά δεν ξέρω. Και τι είπαν οι άνθρωποι για αυτό το σχολείο? Θυμάστε να κουβεντιάζεται αυτό το ζευγάρι πολύ. Εμείς πηγαίνουμε από εκεί που τον είδαμε, όταν μεγαλώσαν. Μετά φύγαν οι Γερμανοί, αυτοί επιζήσανε. Γιατί όλες τις μέρες που δεν τους βρήκανε, ελάχιστος βέβαια, κρυφθήκαν, τους κρύπτουσαν οι Έλληνες, οι Δυτικοί και επιζήσανε. Ήταν μηνέργος, χοτρός, το θυμόμαστε ακόμα με το μηνέργο, τόσο χοτρός. Αυτό είναι μετά τον πόλεμο που μου λέτε. Ναι μετά τον πόλεμο, σας λέω. Ξέρω ότι είχε ένα κομμάτι όπου πήγαμε μετά την αγώνα, οπότε κάποιος τους πήρε, γιατί υπήρχαν μερικοί Γερμανοί που επιβιωθούσαν. Βιώθηκαν στις Ελληνικές μέρες και επιβιωθούσαν. Θυμάμαι. Ήταν στην Χανιά μετά την αγώνα. Θυμάμαι τον, και θυμάμαι και τον Μινέργο, ο οποίος ήταν ένας πολύ φατός άνθρωπος. Αλλά αυτά είναι όλα τα μυαλόδια μετά την αγώνα. Οι Εβραίοι ήταν έξυπνοι, ανοιχτοί, χρυσοί, στιγμένοι, τίποτα. Οι Εβραίοι ήταν καλοί έμποροι, μας είπατε. Ναι. Ήταν έξυπνοι, έντυμοι, ήταν τσιγκούνιδες και είχαν και πολύ χρυσό, μας είπατε. Θυμάστε κάτι άλλο, κάτι που θα τους περιέγραφε. Όχι τίποτα άλλο θυμάμαι. Εγώ ήμουν μικρή μωρέ τότε και δεν ήξερα τα... Α, ότι άκουε το πατέρα μου τη μάνα μετά. Ήταν πολύ νέα. Αλλά την ημέρα που τους πήραν, την ξέρω πολύ καλά, την έζησα εντώνος. Αυτό γνωρίζω. Ήταν πολύ νέα αυτή τη στιγμή. Αυτά είναι πράγματα που έχω ακούσει. Θυμάμαι, όμως, την ημέρα της δημοσιογραφίας τους, ήμουν εκεί και το έφυγα και ήταν ισχυρό. Θα τα πούμε μετά. Λέει θα φτάσουμε και στη στιγμή της... Όχι, λέει για την αδερφή μου, που είναι πιο μεγάλη, μπορεί να ξέρει πιο πολλά. Εντάξει, θέλω να σας ρωτήσω μία άλλη ερώτηση, πριν πάμε στην περίοδο της δημοσιογραφίας. Με άλλα μέρη, όπως η Καστορία, η Ιόνινα, η Τεφερονίκη, οι άνθρωποι μας είπαν πως, ως παιδιά, είπαν ότι δεν πρέπει να πηγαίνουν στη δημοσιογραφία, γιατί οι δημοσιογραφοί μπορούν να τους κρατήσουν και να τους βάλουν στιγμές για να βρουν το μυαλό τους. Μια τελευταία ερώτηση θα σας κάνει και μετά προχωρήσουμε στην περίοδο του πολέμου. Στις άλλες πόλεις της Ελλάδας, που βρεθήκαμε και κάνουμε τις ίδιες ερωτήσεις και κουβέντες με τον κόσμο, κάποιοι άνθρωποι θυμούνται, ειδικά την περίοδο του Πάσχα, να τους φοβερίζουν, αν θέλετε, οι μεγαλύτεροι, πάνε στην εβραϊκή γειτονιά γιατί θα τους βάλουν οι εβραίοι στα βελόνια. Θυμάστε να τα ακούτε αυτό, να το λένε άλλοι. Ποτέ, ποτέ έδωξε εγώ αυτό. Δεν είχαμε τέτοια πράγματα. Ποτέ έδωξε. Θυμάστε πώς ξεκίνησε η κατοχή για εσάς εδώ, πώς μπήκαν οι Γερμανοί, πότε το καταλάβατε εσείς. Το 1940, βέβαια αυτό. Δεν με πειράζουν οι μερμηνήσεις, εσείς τι θυμάστε. Εγώ ήμουνα μικρή, όπως σας είπα, θυμάμαι και μας πήρε ο μπαμπάς μου και φύγαν στο χωριό, στο πατριικό τους. Στο δικό του χωριό, γιατί πέσανε Γερμανοί στο Μάλεμε, ελεξπλουτιστές. Ήταν η καλύτερη ομάδα του Hitler, είχε στείλει εδώ, αν έχετε ακούσει. Ξεκίνησα ότι ο μπαμπάς μου πήρε όλους μας και φύγαμε στο χωριό του, γιατί υπήρχαν παρασκοτές που είχαν στείλει στο Μάλεμε. Αυτό ήταν μια ειδική ομάδα της Γερμανικής ομάδας. Είχε στείλει όλη την οικογένεια και μας πήρε στο χωριό του. Πόσο καιρό καθίσατε στο χωριό? Καθίσαμε χρόνια, χρόνια, χρόνια. Ο μπαμπάς μου δούλευε στα Χανιά στον ορειμό, γιατί ο μπαμπάς μπορούσε να φύγει. Και μείναμε με όλο το σόι του ο μπαμπάς μου, τις αδέρφια του, τις γυναίκες του δηλαδή, στο χωριό. Σε ποιο χωριό? Στο Ναπανιά. Και μετά πήγαμε σε άλλο χωριό, πιο ορεινό, να είμαστε λιγότερο κίνδυνο. Γιατί οι Γερμανοί, όταν πέσανε η ελευθοσέκη και το σκοτώσανε με τα θεκούργια και δεν είχαν όπλε, οι Κρητικοί, τα είχαν πάρει για το πόλεμο. Με τα θεκούργια μετά, ό,τι είχαν, τους σκοτώσανε. Έχα ακούσει και τη μάχη της Κρήτης, βέβαια. Αυτό ήταν φοβερό. Το χωριό που πήγαμε ήταν το Ναπανιά και μετά πήγαμε σε άλλο χωριό, πιο ορεινό, για να είμαστε λιγότερο κίνδυνοι. Πήγαμε για ένα χρόνο, ακόμα και πιο λιγότερο, στο χωριό. Γιατί όταν οι παρασκοτώσεις έκανε στην Κρήτη, η κοινωνική κοινωνία αντιμετωπίστηκε και τους έκανε με τίποτα. Ήταν φοβός ότι οι Γερμανοί μπορούσαν να κάνουν αντίπινα. Μα έκανε αντίπινα. Ένα ρόκλο χωριό την έκανε, την κάψανε όλοι και γράψανε εδώ υπήρχε Κάνδενος. Κοτώσανε όλο τον κόσμο. Και θυμάμαι, όταν πήγαμε στο χωριό της γιαγιάς μου από τη μαμά μου, πιο ψηλά, απέναντι ήταν ένα χωριό, ήταν ένας δοσίλογος Έλληνας και πρόδωσε τους Γερμανούς το τι κάτι κάνανε οι Έλληνες. Και τους πήραν εβδομήντα άντρες, ούτε ένα δεν αφήσανε στο σπίτι του. Και τους κοτώσανε με στενά χαράδρα και μέσα απέναντι ακούγαμε τις πιστολιές, ακόμα το θυμάμαι. Βέβαια. Οι Γερμανούς πραγματοποιήθηκαν, καθώς πήραν όλο το χωριό. Και όταν πήγαμε στο χωριό της γιαγιάς μου, που ήταν πιο ψηλά, απέναντι υπήρχε ένα άλλο χωριό που είχε κατασκευαστήρια. Και αυτή η κατασκευαστήρια πιστεύω ότι είπε κάτι στους Γερμανούς ή έδωσε τους μείγμα για δεν ξέρω τι. Αλλά 70 άνθρωποι της χωριότητας πήραν αφήσει και κατασκευαστήρια. Και θυμάμαι να ακούω τις πιστολιές. Ήταν πολύ σκληρός. Είχαμε στους πιστολιές. Το θυμάμαι πολύ βαρύτερα. Και δίνε και δεχαριστική βολή. Ήτανε πίσω και μικρά παιδάκια, μωρά, παπά. Ό,τι λέσανε στα σπίτια μέσα. Δεν έμεινε κανένα ημαλάθρος, δεν έμεινε χωρίς κανέναν άντρα. Και δεν τους έδινε όποτε, πώς να πω, ονόμαστε για μικρό σκέψη. Κούπτε κράσου. Κούπτε κράσου. Κούπτε κράσου. Κουπτε κράσου. Κούπτε κράσου. Κούπτε κράσου. Μετά, πήρε τώρα πιστεύοντας ότι οι άνθρωποι ήταν ντροί, δεν δε δεδεύονταν να επιβάλλουν. Ντροί. Ντροί. Και μέχρι πότε, θυμάστε, μέχρι πότε, καθίσατε στο χωριό πάνω στη γιαγιά, στο χωριό το πιο ψηλά. Δεν ξέρω ακριβώς πόσα χρόνια πήγα στο σχολείο και πήγα στη Χανιά, δεν θα μείναμε και πολύ. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στο σχολείο. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Άρα επιστρέψατε στα Χανιά για σχολείο, πήγα τα τέταρτα χρόνια και πήγα στη Χανιά. Οι Γερμανικοί αυτοί που ήταν εκεί, αυτός ο άνθρωπος που ήταν πραγματικά ενάντια στον Χίτρα, ακόμα και ήταν ένας από τους αυτοί του, θα πει ότι βλέπω πολύ σαν τη γυναίκα του. Θα έρθει και θα με πάει από το σπίτι και θα με πήγε στο σπίτι όπου είπε ότι είχε μια όμορφη, και θα έπαιξε πολλές φωτογραφίες από εμένα, αλλά δεν έκανε ποτέ την Μαδάμ Ρεβέκα, αυτοί οι Γερμανικοί. Ήταν μόνος αυτός ο αυτοίς. Ήταν οι λιγότεροι στρατιωμένοι στρατιωμένοι που έπαιξαν τη βράδυ και θα πήγανε στο σπίτι και θα φτιάξανε πρόβλημα. Ήταν έρθει ακόμα στο σπίτι μας και είχαμε ένα αυτοίς στρατιωμένος και ο πατέρας μου θα έδωσε διαφορετικές εμπορίες. Οι εμπορίες που μπορούσε να έδωσε ήταν όλα αυτά τα σακάτια από κομμάτια ή κάτι άλλο, τα οποία η μητέρα μου θα βρήκε στο σπίτι και θα φτιάξει, γιατί η μητέρα μου ήταν τόσο προορισμένη με εμάς, δεν είχε γεμάτος, ότι θα πήγαινε στρατιωμένοι στρατιωμένοι στρατιωμένοι και θα φτιάξανε πρόβλημα για τα μητέρα της και για την οικογένειά της να μην φτάνουν. Θυμάμαι όταν ο γερμανός στρατιωμένος πήγαινε, ήμουν κλάμα, γιατί πέφτει αρκετά αρχικά, πριν η αγώνα τελειώθηκε. Λέει στη μητέρα μου ότι πέφτω τώρα και αν επιβιώσω να επιβιώσω, θα έρθω πίσω για αυτήν την παιδιά και θα βοηθήσω να γίνει στρατιωμένη. Αναφέρα το ότι και η μαμά πήγαινε να βρει φαγητό, θυμάστε να πεινάει ο κόσμος πόλετς, κατωχής. Βέβαια πάρα πολύ. Να σου πω όχι στον Αθήνα, γιατί όλοι θα είχαν λίγο λαδάκι, παρότι το έπαιρναν οι Γερμανοί. Ό,τι τρόφιμα υπήρχε θα το έπαιρναν, τα χρογιά, τα πιτάσινα δηλαδή. Αλλά πάντα κάτι είχαν μεγάλες πίνες, στα Αθήνα δεν τις είχαμε. Αλλά ο κόσμος πεινούσε βέβαια. Εμένα η μαμά μου πήγε στο χωριό, ήταν εκεί το χωριό της και ο μπάνικ μάμπος ο χωριό ήταν, και της δίνανε συγγενείς, τις κρεμμύδια, πατάτες, αυτό ξέρω εγώ ότι είχαν ελάδι, ποτέ δεν πεινάσαμε. Και εμείς είχαμε δικαίες μας ελιές και μικρές μαζεύαμε τις ελιές που ήταν μέσα στο χωριό. Εμφανίζοντας ότι οι άνθρωποι ήταν χαμόνοι στην Χανιά αλλά όχι το χαμόνοι που δημιουργούνται στην Αθήνα, γιατί όλοι εδώ είχαν ένα λίγο, ένα λίγο όλιβοι, ένα λίγο κάτι, γιατί το χωριό είναι κοντά. Ακόμα και όλα τα παραγωγή, όλα τα χωριά που παραγωγήθηκαν ήταν εξαφανισμένα από τους Γερμανούς, όλοι είχαν κάτι. Η μαμά μου πήγε στο χωριό και ο πατέρας μου ήταν από ένα χωριό, όπως είπα. Όλοι θα έκαναν και φαγητό, θα έδωσαν και φαγητό, και φαγητό, και φαγητό, δεν ήταν χαμόνοι, αλλά υπήρχε χαμόνοι, όχι στο ίδιο επίπεδο που υπήρχε στην Αθήνα. Λέω να σας πω, αδερφή μου, το Εθθέρος που ήταν και ο Μάρχης, ο Μορφωμένος και ο Γόρος, πεινάσανε και δώσανε τα εξαφικά τους για να ζήσουν. Μπορώ να σας πω, όμως, μια ιστορία ή ένα πρόβλημα για τη μαμά μου, ο πατέρας και ο γόρος της αδερφής μου, ότι ακόμα ήξερα να είναι η κυβέρνηση ή η πρωτοβουλία. Ο πατέρας μας είπε πριν ότι ο μπαμπάς έβαζε τα σακιά με τις πατάτες για να σταματήσει τους Γερμανούς. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Ήταν και μελληνίδες, βέβαια, που κάνουνε παζάρα, τα ωραία πράγματα αυτά που κάνουνε τα πάρτι. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Ήταν και μελληνίδες, βέβαια, που κάνουνε παζάρα, τα ωραία πράγματα αυτά που κάνουνε τα πάρτι. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Οι Γερμανοί δεν μας πήραν πράγματα ούτε αλλού στη γειτονιά, όταν δεν ήταν θεμεθυσμένοι τώρα. Θυμάμαι, ναι, θυμάμαι την Αδερφή Ρεβέκκα. Η γειτονιά μας ήταν πολύ μικρή, οπότε ήρθαμε στον σπίτι στις πρώτε ώρες. Και έτσι είδαμε το σπίτι ανοίξει και θυμάμαι την αγώνα της. Λέγει, ευχαριστούμε να παρακολουθείτε τη δουλειά μου και να παρακολουθείτε τη δουλειά μου και να παρακολουθείτε τη δουλειά μου. Δεν έκανα ποτέ στο σπίτι της, θυμάμαι ότι δεν ήσουν πολύ καλές στο φαγητό, αλλά είχαν όμορφα πράγματα. Έτσι, ευχαριστούμε να παρακολουθείτε τη δουλειά μας. Βλέπετε το σπίτι ανοίξει, τα πόδια, τα πόδια... Ναι, όλα ανοίξανε όλα. Ναι, όλα ανοίξανε, θυμάμαι. Η κόρη της, η κόρη της έκανε μαθήματα αγγλικά, δηλαδή έκανε δίδασκαια. Η Νάντα, νάντα, νάντα, πώς έκανε, νάντα. Θυμάμαι, η φωτογραφία που έχω από την Μαδάμ Ρεβέκκα είναι ότι όλη την ημέρα βρισκόταν με τη γυναίκα της, και η γυναίκα της ήταν μοναδικός αγγλικός. Νομίζω ότι μάθει μοναδική, αλλά εκείνη την ημέρα όλα τα πόδια ανοίξανε. Και είχατε δει κανείς Γερμανούς? Θυμάστε να είδατε Γερμανούς μέσα στο σπίτι, έξω στο σπίτι. Όχι, όχι. Δεν θυμάμαι να είδατε τους Γερμανούς. Ποτέ δεν πήγαν οι Γερμανοί, ούτε να σου κάνουν κακό ποτέ. Όχι, εκείνη την ημέρα. Α, εκείνη την ημέρα είναι σκοπός, συμβάλλει, είναι σκοπό οι Γερμανοί. Και αυτός έφυγε, τα πάλεσαν εκεί πέρα τα πράγματα, και όπως άκουσαν, όπως ακούσαν, είδαμε κιόλας. Η μαμά μου είπε και τους λέει, μάλλε ντρέπεστε να παίρνουν των ανθρώπων τα πράγματα που είναι, οι άνθρωποι θα γυρίσουν. Δεν πήγανε γεπαντός, δηλαδή ορμήξανε οι κριτυργοί, θα πάρουν τα αντέρας. Και τα άλλα πράγματα τα ωραία που είχανε. Δεν είδα μόνο τον Γερμανικό στρατιώτη, αλλά μετά από λίγο πέφτει. Και θυμάμαι τα... τα... όμως, ένας αγγόνιος, ένας Αγγόνιος που μόλις είχε έναν αγγόνιο, ένας ίδιος αγγόνιο, ένας Αγγόνιος που είχε έναν αγγόνιο, ένας Αγγόνιο, ένας Αγγόνιο, ένας Αγγόνιο, ένας Αγγόνιο. Ήταν με ένας αγγόνιο, με έναν αγγόνιο, με έναν αγγόνιο. Αυτός ήταν ο μηχανισμός μου, ο Μιχανισμός μου, ο Μιχανισμός μου, ο Μιχανισμός μου, ο Μιχανισμός μου. Εσείς είδατε μόνο το φουρούρο, ποιος ήρθε να πάρει την οικογένεια, την Μαντάν Ρεμπέκα, ποιος την πήρε, πως πήγανε. Γερμανοί τους πήρανε. Ήταν μια φουρούρα, πιστεύω πως ήταν, τους πήρανε. Μαζεύονταν και στην κειτονιά και παραπάνω πάλι και άλλοι Εβραίοι, αυστηνά μέσα, και πήγανε, τους πήρανε όλοι μαζί. Υπήρχαν άλλοι Έλληνες, οπότε θα τους πήγανε. Ήταν Γερμανοί, δεν ξέρω πόσο πολλοί υπήρχαν στην οικογένεια. Λέτε όμως ότι δεν τους είδατε, δεν είδατε άλλους Γερμανούς, ή είδατε και ευθύμενα. Άτη ημέρα εκείνη εκεί που έγινε αυτό, όχι δεν είδαμε τους Γερμανούς άλλους, είδαμε την πόρτα να χωνάζει η Ρεμπέκα, να μας παίρνουνε, μας παίρνουνε, είδαμε την πόρτα που δυστυχώς ήταν ένα Γερμανό με τα κλειδιά, να κλείσει την πόρτα μου, να φυλάξει τα πράγματα μου. Ήταν Γερμανός σκοπός, ο οποίος μετά από λίγο έφυγε. Θυμάστε, είδατε την οικογένεια να φεύγει από το σπίτι ή δεν τους είδατε. Αυτό μας έκανε να φύγουμε μέσα, ο Ρήμανός, να φύγουμε, να φύγουμε. Ο Γερμανός σκοπός μας έκανε να φύγουμε μέσα, και είμαστε φοβάτες, πήγαμε μέσα. Άρα δεν τους είδατε να φεύγουν από το σπίτι την οικογένεια, την εβραϊκή. Ομαδικός όχι, δεν τους είδαμε. Οι Γερμανοί μας έκανε να φύγουμε μέσα. Και πόσο ώρα πέραξε αυτός ο φροντίος να εκολογήσει εκεί. Πόσο ώρα πέραξε αυτός ο φροντιός να εκολογήσει εκεί. Κάποια ώρα πιθανά. Και μετά οι γείτονες, οι Έλληνες, μπήκανε μέσα να πάρουν πράγμα. Κάποια ώρα πέραξε αυτός ο φροντίος να εκολογήσει εκεί. Κάποια ώρα πέραξε αυτός ο φροντίος να εκολογήσει εκεί. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Υπήρχαν κάποια πόρτα πάνω από όπου ζήσαμε. Σε αυτές τις δαντέλες, terrace, Θυμάστε να βλέπετε ανθρώπους να μπαίνουν μέσα και να βγαίνουν με πράγματα, ας πούμε μέσα από το σπίτι της Ματάν Ρεβέκκα. Εγώ, η μαμά μου έβλεπε, εγώ θα πάω να πιείτε, ναι, και τους χρώνα εδώ πάνω, μα δεν τροπεί αυτό που κάνετε, αφήστε το σπίτι των ανθρώπων, οι άλλοι θα γυρίσουν, θα γυρίσουν οι άλλοι, η μαμά μου έβλεπε, βέβαια έτσι έτσι έλεγε, όλα αυτή τώρα. Θυμάστε να αναγνωρίζει η μητέρα σας τους ανθρώπους, αυτούς να τους φωνάζει με το όνομά τους. Βέβαια γνωρίζει τους ανθρώπους, γιατί αυτοί ήταν άνθρωποι από τις δρόμους, κοντά. Θυμάστε ένα όνομα από αυτούς που... Δεν θέλω να πω όνομα. Δεν θέλω να πω όνομα, γιατί πέθαναν και δεν θέλω να πω όνομα. Οι περισσότεροι αυτοί είναι χωρίς κανείς και δεν θέλω να πω όνομα. Εντάξει, εάν δεν θέλεις να πεις, δεν πεις, αλλά θέλω να σου ρωτήσω, γιατί δεν θέλεις να πεις. Γιατί δεν θέλω να πω όνομα, γιατί δεν θέλω να πω όνομα, γιατί δεν θέλω να πω όνομα, γιατί δεν θέλω να πω όνομα. Γιατί δεν ζούνε αυτοί άνθρωποι, μπορούμε να ζούμε κάποιους κλωρανόμες τους και λόγω συγγενείς τους. Εσύ πού πας εσύ να κλαίγουμε, να μιλήσεις στον λόγο ύστερα. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν παιδιά και παππού. Δεν θέλω να πω ότι ήταν αυτή η γυναίκα που έκανε και η άλλη που έκανε. Αυτό δεν έχει αξία, μου φαίνεται. Είναι σημαντικό αυτή η εμπορία. Κανένας από αυτούς τους Εβραίους που τους μαζέψανε γύρισε. Κανείς. Αυτούς τους πήγαν στο στάδιο, είχαν τεμάσει το καΐχι, τους πήρε ονομαδικός και τους πήγαν στο καΐχι. Μεσοπένεχα τους πνίξανε. Αμέσως το μάθαμε. Αυτοί που τους μαζέψανε, μου είπατε, στο στάδιο. Αυτοί που τους μαζέψανε στο στάδιο και μετά πήγαν στον αεροπέδρομο και παντρευόμασαν. Ήταν γι'αυτόν πραγματικά. Δεν είχα κανένας άνθρωπος, δηλαδή δεν είχα κανένας που πήγαν από το στάδιο. Γιατί τους βάλετε κατευθείαν στο καΐχι και μετά από μια-δυο μέρες είπαν οι Εβραίοι, μη γύκανε όλοι. Πήγατε να τους δείτε στο στάδιο, μπορούσα κάμιζα να πλησιάσει. Όχι, όχι, καθόλου δεν πήγαμε. Δεν πήγαμε καθόλου. Ούτε τους είδαμε, ούτε πήγαμε, έτρευε κιόλας. Φόβο. Φόβο. Φόβο. Φόβο. Φόβο. Φόβο. Φόβο. Φόβο. Κι όλα ταıyor και είμαστε του ρώτης. Από την περίοδο της κατοχής, έτσι, δυνατή. Πάρα πολύ δυνατή, θυμάμαι, εκεί στο σπίτι μας, στη θάρασσα μέσα, ήταν ένα ξενοδοχείο, που μόλις μπήκαν οι Γερμανοί, το πιτάξανε, και έμενε και η οικογένεια μέσα. Έμενε και η οικογένεια μέσα στο ξενοδοχείο. Α, εκεί πήγαινε ο Σούμπερτ. Ήταν γενικό τικητής Κρήτης. Όταν ερχόταν ο Σούμπερτ, να σας πω, δεν κουνιόταν φύλλο στους ανθρώπους. Μένα μέσα κλεισμένη. Οι άνθρωποι που μέναν στο ξενοδοχείο, λέτε, ή όλοι... Όλοι, όλοι, όλη η παραλία, όλη η παραλία που περνάτε τώρα, ήταν ερκή. Ο Σούμπερτ και ο Σούμπερτ. Ο φόβος και ο τρόμος ήτανε. Ξεκίνησα πολύ δυνατή, ότι στο σπίτι μας, στο δρόμο μας, στο σπίτι μας, στο θάρασσα, υπήρχε ένα χωτέλ. Αυτό το χωτέλ είχε καταστρέψει από τους Γερμανούς. Η οικογένειά έμεινε μέσα. Αυτό ήταν το μέρος που ο Σούμπερτ, ο κυβερνήτης της Κρήτης, γερμανός, θα έρθει και θα επισκεφθεί. Και θυμάμαι την φόβο, και πόσο σιωπή και σιωπή ήταν όλα όταν ήταν εκεί. Ήταν πολύ φοβερός. Και όλη τη διάρκεια, όλη τη Σίφρον, οι άνθρωποι people stayed in their houses, they wouldn't come out. He was really feared and terrorized everyone. And how was it here when Hitler came to visit? I don't know, because I don't remember, but my husband who was in the military and for himself he translated the books that Hitler had written. He told me this extract that I recounted before, that he wanted to make Crete a floating hotel. And he translated a book by Paul Poppe, which is an excellent translation, but he didn't want to publish it outside, an excellent translation. He was a military man, my husband, and he followed the life of Hitler, that's why he translated for himself, he never published. And it's not that he was a Hitler enthusiast, but he was following his life. He didn't want to publish it, he didn't want to publish it. He didn't want to publish it, he didn't want to publish it. And how this Greek got the house? I don't know how they took this house. The house anyway wasn't owned by Rebecca. I don't think the house was owned by Madame Rebecca's family, but I can't know. I remember though that the Greek family came up. When the Turks took this area, they took many new houses and we gave them back to Turkey. These houses there had been exchanged with the Turkish population and a lot of people that came from Asia Minor in 1922-1924, they exchanged the properties they had on the Turkish side to properties on the seafront. That's why I think it couldn't have been theirs, but it might have been. You told us that the refugees were hiding and survived that way. Do you have any details about it, where they were hiding, who helped them? I know about two people, Minervos that was really fat and this other guy who I mentioned was married to a Greek. But their marriage took place after the war. Any of my colleagues have any questions? Anna, you want to ask something? One thing I wanted to ask was what was the reaction of your mother when she found out what happened with the boat and with her friend? Ok, can you please... My mother was... My mother was devastated, you know, she was a very clever woman, a very nice woman and she was very sensitive, she was devastated. And I remember, even though I was young, I remember that day that we found out, it was a very sad day, we were all sad, the whole family, the whole neighborhood. And you know that created hatred in us. Hatred towards... Towards the Germans. And the last question, do we have a photo? Photo? A general military person took of her. She has many photos. A lot of them were taken. Everyone wanted one of them and here I don't have any, there are some in Athens. You must have some here. There are some pictures that we have. Do you have any questions Anita? I would like to thank you very much for this conversation. I would like to thank you and your father, your husband, that my husband was a general soldier, he spent a month in his homeland, he admired the Greeks for their dignity, for their style, for the Arabs that were there, we went to Greece and the difference was huge. Always. My husband was a military person, he was a general and they spent a month in Israel and he really admired the Israelis for their style and how respectable they were and how different the things were there in comparison to the Gaza area that they visited and that's what you wanted me to say. And about the war, the six day war, maybe we should stop recording. Again thank you. I would like to ask you, I have two requests. First request, your permission please to use this recording we made here to use it in our museum. Do you agree? Why not? I don't think that it's very valuable but if you think so I think my sister can tell you more. We will also talk with your sister. For the time being in order to use this in our museum we need you to give us written permission so Anita will show you a form we have for that purpose. These are photos that were taken by this German officer. This is a very good one. This is a document. The name of this German officer was Werner. Werner? Werner is the one who took me out of the balcony of the commandant's house. Here you are in the commandant's house? Yes, here we are in the commandant's house. And I have a photo that he took me out of the door of the house and it says Marina propaganda company. But where do I have it? What does it say? Marina propaganda company.