3η Διάλεξη του Κώστα Γεωργουσόπουλου, στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο του Δήμου Αλίμου. /

: Ποια ήταν αυτά τα αξιολόγιες εμπειρίες του ΣΥΣΟΝΤΕΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙ� Ήμαστε στο Απαρτχάιν, είμαστε σε αυτήν την διαμάχη μεταξύ Λευκών Απίκων και ντοπικού περιπτωχιτισμού, μισούσαμε το αρχαίο δράμα. Το μισούσαμε γιατί το θ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΗΜΟΥ ΑΛΙΜΟΥ 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=USt_A9M_0io&list=UC5uRYl1cQd2FpE4m1sS-zvA
Απομαγνητοφώνηση
: Ποια ήταν αυτά τα αξιολόγιες εμπειρίες του ΣΥΣΟΝΤΕΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙΚΟΙ� Ήμαστε στο Απαρτχάιν, είμαστε σε αυτήν την διαμάχη μεταξύ Λευκών Απίκων και ντοπικού περιπτωχιτισμού, μισούσαμε το αρχαίο δράμα. Το μισούσαμε γιατί το θεωρούσαμε ιδεολογία των Λευκών. Όταν έγινε όμως η μεταπολίτευση του Μαντέλλα και όταν καταλάβαμε τι είναι η Δημοκρατία, τότε βρήκαμε ότι μας αφορούσε και το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να ανεβάζουμε αντιγόνι. Και μάλιστα οι αντιγόνι που ανεβάσαμε στο Ιωχανάξμπουργκ, παίζονταν έτσι ώστε ο κρέων ήταν λευκός και οι αντιγόνι μαύροι. Αυτή είναι η μεγάλη ογγονιμότητα της τραγωδίας. Έτσι λοιπόν δεν υπάρχει κανένα από τα ανθρώπινα προβλήματα, τα μεγάλα προβλήματα, πολιτικά προβλήματα, κοινωνικά προβλήματα, αλλά και πολλές φορές από τα ανθρώπινα πάθη, τα ιδιωτικά ανθρώπινα πάθη, όμως εκείνα τα οποία έχουν επιπτώσεις πάνω στην ομάδα. Οι αρχαίοι δεν ασχολήθηκαν με πάθη τα οποία κρύβονται μέσα στο σπίτι και τα οποία μπορούν να μην αφορούν την κοινότητα. Το λέω αυτό για να καταλάβετε την διαφορά από τη Φίλιανα μέσα στην τραγωδία και στα μεγάλα κείμενα του αστικού θεατρικού δράματος. Τον Ήψεν, τον Στρινμπέρκ, τον Τσέχοφ, μεγάλη συγγραφή, ποιος δεν διαφέρθηκε ποτέ γιατί πέθανε η Ενντα Γκάμπλερ. Πήρε καμπάρι κανένας αν αυτοκτόνισε ή αν πέθανε από αρρώστια, ό,τι είπανε, ό,τι είπε το σπίτι της, όταν θέλω να πω, μέσα στα στενά πλαίσια της αστικής. Έμαθε κανένας ποτέ από τι κρεμάστηκε η κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα? Όχι, κλείνει τις πόρτες και λέει η κόρη μου πέθανε παρθένα, αυτό θα πούμε. Και αυτό μαθεύτηκε. Έμαθε ποτέ κανένας από τι πέθανε η Στέλλα Βιολάντι? Όχι. Πέθανα πάνω στη Σοφίτα από την πείνα που την καταδείξε ο πατέρας της γιατί τόλμησε να γράψει σ' ένα αγόρι που δεν του είχε πιαζό το χέρι, είμαι δική σου. Είσαι δική του, δική μου είσαι, Μωρή. Το Μωρή δεν είναι δικό μου, είναι το Ξενόπουλο. Αν διαβάσετε το διήγημα του Ξενόπουλο, οποίο προέρχεται η Στέλλα Βιολάντι, ο έρωσης σταυρωμένος, έτσι λέγονται το δίγημα, τελειώνει στο τέλος με την κηδεία της. Όπου ο πατέρας, αυτός που την έχει οδηγήσει στο θάνατο, δέχεται τη συλλυπητήρια, κλαίει, έχασα το καλύτερό μου παιδί. Και όταν φτάνουν στο σπίτι και κλείνει τις πόρτες λέει τέψια κι όσες ξεπορτίζουν. Όσες ξεπορτίζουν τέτοια να παθαίνουν. Αυτή είναι η αστυχήθηκη. Στο αρχαίο δράμα όμως, όλα αυτά τα μεγάλα πάθη, ακόμα και τα ανθρώπινα προσωπικά πάθη, γίνονται κομσπέ και αιτέρνη, κάτω από την οπτική της αιωνιότητας, κάτω από τον ουρανό. Δεν είναι τυχαία έρχεται το αγγίδι του αρχαίου δράματος από τη Φίλη. Αυτή η μισή σφαίρα που είναι το θέατρο, από εδώ οι κερκίδες, από εκεί το θέατρο, δείτε ότι είναι μισή σφαίρα, η άλλη μισή σφαίρα όμως είναι ο ουρανός. Είναι υπέθρια θέατρα. Και όλα γίνονται κάτω από την οπτική της αιωνιότητας. Εκεί κρίνονται και εκεί τίθενται προς συζήτηση. Αλλά όχι μόνο αυτό. Όχι μόνο αυτό. Έχει τρία στοιχεία το αρχαιοδράμα. Έχει τη σκηνή, όπου γίνονται τα μεγάλα πάθη. Έχει την ορχήστρα όπου υπάρχει ο χορός και οι θεατές. Αυτή είναι η αιωνιότητα. Μην ξεχνάτε εδώ ότι τιμάται η έννοια του θεατή. Ο χορός λέγεται θέατρο, δηλαδή ο τόπος όπου κάνεις θέατε. Αυτό σημαίνει θέατρο. Δεν υπάρχει θέατρο χωρίς θεατές. Για αυτούς γίνεται. Σε αυτούς απευθύνεται. Σε αυτούς λογοδοτεί και αυτοί κρίνουν. Ανάμεσα λοιπόν στις δυο αυτές που ήταν οντότητες, στην πόλη. Από εδώ ήταν η πόλης. Η αρχαία πόλης και μάλιστα με τη διάρθρωση της στις πρώτες αράδες καθόντουσαν οι άρχοντες, οι πρόγοντες. Ποιοι όμως αυτοί που κληρώνονταν κάθε φορά να είναι μέλη ουσιαστικά της διοίκησης, η οποία ήταν μηνιαία. Άντε να κάνει σκάνδαλο την εποχή εκείνη και διαπλοκεί. Ένα μήνα τα μίας. Ένα μήνα έφορος. Άλλος μετά διακληρώσεως, διακληρώσεως. Αυτή ήταν στην πρώτη σειρά όταν πεζόντουσαν τα έργα, ήταν κάποιοι τα μίας. Την επόμενη φορά όμως ήταν παραπάνω. Άλλο ήταν κάποιοι άλλοι στις πρώτες σειρές. Και πάνω-πάνω οι γυναίκες και οι δούλοι. Αυτή ήταν η διάρθρωση της πόλης και αυτή ήταν και η δομή της πόλης. Και στη μέση ο χορός. Οι υποκριτές, αυτοί που παίζανε τους τρεις ρόλους, ανεξαρτήτως πόσους ρόλους είχε το έργο, τρεις ήταν οι υποκριτές. Στην ακμή του θεάτρου, στο Σαββοκλή και στο Νευρυπίδη, στον Εσχύλο ήταν δύο. Με δύο παίχτηκαν οι Πέρσες. Με δύο παίχτηκαν οι Κέτιδες. Με δύο υποκριτές. Αυτοί μεταμφιέζονταν, φορούσαν άλλη στολή και άλλη παράπροσωπή και παίζανε διάφορους ρόλους. Αργότερα, όταν πλούτισε η πόλη, είπα να έχω με την πολιτεία και να πάρω μ' άλλον έναν. Διότι τους υποκριτές τους πλήρωναν πανάκριβα και δεν ήταν κανένας από ό,τι ξέρουμε από την ιστορία, Αθηναίος πολίτης. Σχεδόν δεν το καταδέχονταν οι Αθηναίοι να κάνουν αυτό το επάγγελμα. Τους βραβεύανε και ανεξάρτητα τους επιζητούσαν. Ήταν πάντα ξένοι. Ερχόντουσαν και απαιτούσαν. Πολλές φορές πράγματα που δεν τα είχε απαιτήσει ούτε η Κάλλας. Υπήρχε ο ηθοποιός Πόλος, που ξέρουμε το όνομά του, από την Αίγινη αυτός. Αιγινίτης. Ο οποίος έθεσε, όταν έγινε ο προάγων, είπε εγώ θέλω να μου καταβάλετε αύριο ένα τάλαντον χρυσού για να παίξω. Με τρία τάλαντα χρυσού είχε κάνει ο Θεμιστοκλής τους περσικούς αγώνας. Και τα πήρε. Γιατί ήταν θεσμός της δημοκρατίας. Έχουν να λειτουργήσει ο θεσμός. Τα πήρε τα λεφτά. Όπως επίσης ποτέ δεν αναβήθηκαν οι αγώνες οι τραγικοί ούτε καν στο λιμό. Όταν δηλαδή πέθαιναν περίπου το 1 τρίτον ολόκληρης του πληθυσμού της Αττικής, δεν αναβήθηκαν οι θεατρικές παραστάσεις. Ήταν σχολειό της δημοκρατίας. Και τα φθαγόνια ήταν η αξία της Πόλος προς τα έξω. Δεν απαγορευόταν η είσοδος ούτε στους Σπαρτιάτες την εποχή του Πολπονησιακού Πολέμου. Αν ήθελα στους Σπαρτιάτες να δει τραγωδία, ήταν ελεύθερη η είσοδος. Δεν τους ζητάγανε πιστοποιητικά. Είσαι επαφθαβή, είσαι έξω εχθρός. Μάλιστα ο Αριστοφάνης κάποια στιγμή στους Αχαρνείς, επειδή τον είχε μινήσει ο ηγέτης της εποχής εκείνης, ότι τον σηκωφαντεί, είχε πει ότι δεν είναι δυνατό να σηκωφαντεί στον ηγέτη της Πόλου στην ώρα που έχει πόλεμο. Έχει πόλεμο και εσύ να λες ότι είναι φαύλος, ότι είναι διαπλεκόμενος, και τέτοια πράγματα κάνοντας κριτικής στη σκηνή, νομεύσει ουσιαστικά το κύρος του μέσα στην Πόλη. Ο Αριστοφάνης βγήκε στους Αχαρνείς και έβαλε το χορό να πει, μα αυτό είναι η δημοκρατία. Διότι, όπως ξέρετε, έρχονται και ξένοι και βλέπουν τις παραστάσεις, και έρχονται και οι Σπαρτιάτες και βλέπουνε και λένε ρε εσύ, τι ναός είναι αυτός. Εν ώρα πολέμου κατορθώνουν και τολμούν να κάνουν κριτική κάθε τους τον ηγέτη τους. Αυτό είναι η δημοκρατία. Και δεν δικάστηκε. Αφώθηκε. Θέλω να πω, λοιπόν, ότι έμεινας μεγάλος θεσμός δημοκρατικός. Έτσι, λοιπόν, από το πρώτο κι όλος έργο, από τους Πέρσες, τίθενται προβλήματα που δεν είναι, δεν μπορούμε σήμερα να τα θεωρήσουμε, ότι είναι επικαιρικά. Και αυτό ακριβώς και έχει πάθει αυτή η μεγάλη διάρκεια αυτών των έργων. Δηλαδή, αν σχολούνται μονάχα με ένα επικαιρό θέμα της εποχής, που όταν ξεπεραστεί πια δεν μας αφορά. Ακόμα και σήμερα πολλά από τα παιδιά μας, δεν ξέρω, ξέρουν πολλά πράγματα για τη Σαλαμίνα. Αλλά αν δουν μια καλή παράσταση των Περσών, καταλαβαίνουν τι θέλει να πει αυτός ο παλιός παππούς ο Εσχύλος. Θέλει να πει ότι προσέξτε πάρα πολύ συμπολίτες την αλαζωνία της εξουσίας. Προσέξτε να δείτε πού μπορεί να φτάσει ένας αλαζόνας ηγέτης να πάρει στο λαιμό του κόσμο πολύ εξαιτίας της φιλοδοξίας του, της επιπολαιότητάς του ή του θράσουστο. Αν θέλετε να καταλάβετε τι λέει ο Εσχύλος, θυμηθεί γεν στις καταπληκτικές στιγμές από τον ντοκιμαντέρ γερμανικό την ώρα που καταραίει το Βερολίνο και ο Χίτλερ έτσι εδώ χαιρετάει παιδάκια και τους δίνει όπλα για να πάρουν να πολεμήσουν. Θυμάστε αυτή την εικόνα την καταπληκτική. Έχει γεράσει, είναι πια σε κατάρευση και συνεχίζει τον πόλεμο με το να αναθέτει την άμυνα της πόλης σε παιδιά 12 ετών. Αυτό είναι το τέλος των Περσών. Αυτό σημαίνει μεγάρος ποιητής. Να έχει προβλέψει το μέλλον. Να γιατί σας είπα ότι τελικά δυστυχώς η τραγωδία δεν διδάσκει τίποτα. Ότι τόσα χρόνια μας διδάσκει πού είναι το στραβό και εμείς κάνουμε συνέχεια το στραβό. Δηλαδή να μην γράφουμε τραγωδίες, να μην γράφουμε μεγάλα κείμενα, να γράφουμε. Και αυτή είναι η τιμή των ποιητών. Η τιμή των ποιητών είναι αυτή. Το ότι προβλέπουν, δείχνουν και λένε πρόσεξε και εμείς δεν τα θυμόμαστε αυτά. Τα ξεχνάμε οι λαοί. Μέσα στην αλαζωνία μας, μέσα στην εφηστεία από τους ρήτορες μας, από τους ρήτορες αυτούς, μέσα από τις ιδιολογικά μας στεγανά, δεν ακούμε τους μεγάλους ποιητές. Το δεύτερο σωζόμενο έργο της τραγωδίας. Το δεύτερο σωζόμενο έργο είναι στην ιστορία του κόσμου. Δεν υπάρχουν άλλα έργα να γράφονται θεατρικά. Δεν ξέρει το θέατρο η ανθρωπότης. Το 5ο αιώνα π.Χ. η ανθρωπότης δεν γνωρίζει την τέχνη θέατρο. Αυτό ασκείται μόνο στην Αττική, στην Αθήνα. Δεύτερο έργο λοιπόν μετά τους Πέρσες είναι οι Κέτιδες του Εσκύλου. Θέμα, η μετανάστευση. Ό,τι περνάμε σήμερα ακριβώς τα ίδια θέματα. Οι Κέτιδες σημαίνει αυτό. Άνθρωποι που ζητούν άσυλο. Αυτοί, πώς ήταν οι φίλοι μας, οι άνθρωποι της Ανατολής, οι ΣΥΡΙ. Πολίτες που έρχονται εδώ πέρα, πάνθουμε με προκοπή γιατροί, δικηγόροι κτλ. Οι οποίοι έρχονται και σούρνονται τώρα στις διάφορες κατασκηνώσεις. Και ζητάνε νερό και φάρμακα. Αυτοί είναι οι Κέτιδες. Αυτό σημαίνει Κέτις στα αρχιελληνικά. Αυτός έρχεται και προσπίπτη στο ναό και ζητάει άσυλο. Και τα προβλήματα, νομίζω σας το έλεγα την προηγούμενη φορά ή όχι. Τα προβλήματα τα οποία θέτει προς συζήτηση ο Εσκύλος είναι προβλήματα δικά μας αυριανά. Έχουν δικαίωμα να πάρουν άσυλο. Γιατί για να έχεις δικαίωμα να πάρεις άσυλο πρέπει να αδικήσεις από εκεί που ξεκίνησες. Πρέπει να φέρεις χαρτιά ότι αδικήσεις, ότι κυνηγείται η αλευθερία σου, κυνηγείται η φιλή σου, το χρώμα σου, η θρησκεία σου. Και ζητάς προστασία στο άλλο κράτος, το οποίο σέβεται αυτά τα δικαιώματα, το δικαίωμα το να έχεις τη θρησκεία σου, τη γλώσσα σου. Πάρουμε στην Αφρική αυτή τη στιγμή μακελιά που γίνεται τη γλώσσα. Γιατί η γλώσσα που έχουν άλλο ιδίωμα από φιλή σε φιλή, όχι άλλου είδους αμάρτημα, μιλάνε άλλη γλώσσα. Και ζητάς την προστασία. Πρέπει, λοιπόν, η χώρα που σε υποδέχεται να έχει πιστήρια ότι όντως αδικήσεις. Αν όμως είσαι φυγάς, γιατί αδίκησες, έκανες εγκλήματα εκεί, έκανες εκεί διαπλοκές, έκανες εκεί, πώς το λένε, ανταρσίες και δημιούργησες πρόβλημα στη χώρα σου, τότε πρέπει να εκδοθείς. Αυτό λένε οι διεθνείς συνθέκτες. Άλλο αν υπάρχουν μερικές χώρες που προστάτευσαν τους τέτοιους φυγάδες, θυμηθείτε την Αργεντινή, γεμάται από τους Ναζιστές. Όλοι οι Ναζιστές πήγαν στην Αργεντινή και βρήκαν άσυλο. Δεν εκδόθηκαν. Και αυτό πρέπει να συζητηθεί και αυτό κουβεντιάζεται στο εσχύλιο έργο, στις ηκέτητες του ισχυού για αυτό κουβεντιάζεται από την αρχή μέχρι τον τέλος. Το θέμα αν έχουν δικαίωμα ή δεν έχουνε. Και παράπλευρα τίθεται και ένα άλλο θέμα, επειδή οι διώκτες των ιρώων παραβιάζουν τους χώρους μέσα στους οποίους έχουν καταφύγει οι φυγάδες, δηλαδή οι ηκέτησες. Δηλαδή μπαίνουν μέσα στην Αθηναϊκή επικράτεια χωρίς να ζητήσουν την άδεια. Και φτάνουν μέχρι ακόμα και το ιερό άλσος, το οποίο έχουν καταφύγει οι ηκέτησες, ζητώντας άσυλο και παραβιάζουν και ιερό χώρο, τότε έχει δικαίωμα πια ο ηγέτης της πόλεως να έχει αιτία πολέμου. Κάζος Μπέλι τους κυνηγάει για άλλο νομικό θέμα. Αυτό που ονομάζουμε σήμερα προβλήματα διεθνούς δικαίου. Αυτά που ουσιαστικά εκδικάζει, πώς το λένε, στον Στρασβούργο. Αυτά θέτει προς συζήτηση ο Εσχύλος το 460 π.Χ. Να μείνω στην ορέστεια? Ένα κείμενο το οποίο δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένα ανθρώπινη ουσιαστικά οντότητα πνευματική, που να μην είναι όχι απασχολείς μέσα στο έργο. Ακόμα και αυτό που θα ονομάζαμε ψυχολογικά προβλήματα, το οποίο φαίνεται σαν αναχρονισμός σε μια περίοδη προχειρότητα εκ μέρους μας, γιατί την εποχή εκείνη δεν υπάρχει η επιστήμη της ψυχολογίας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η επιστήμη της ψυχολογίας δεν υπήρχαν προβλήματα ανάλογα. Κι αυτά ακόμα τα θέματα τα θύγει, θέματα τύψεων, που φτάνουν κάποια στιγμή σε αδιέξοδα και σε καταστάσεις καταθλιπτικές, με την έννοια της ψυχιατρικής καταθλιπτικές. Ο ρέστης παθαίνει κατάθλιψη για το φόνο της μάνας του. Φαινόμενα τα οποία μπορεί να περιγραφούν και μπορεί να περιγραφούν στιγμάτια θαυμάσια, από έναν πως θα είναι κλινικό ψυχολόγο. Πέφτει σε βυθιότητα, έτσι σκεπάζεται με τα χράνια του και δεν θέλει να ακούσει κουβέντα, έχει παραστήσεις ακουστικές. Δεν υπάρχουν τίποτα από τα ανθρώπινα προβλήματα, που να μην απασχολεί τους τραγικούς. Και βέβαια προβλήματα διαπολιτισμικά και αυτό είναι το πολύ σημαντικό για την εποχή μας. Ο Εσχύλος ονεβάζει τον προμηθέα δεσμότη, όταν είναι εξόριστος στη Σικελία. Έφυγε από την Αθηνά για δύο λόγους. Την πρώτη φορά διότι θύμωσε γιατί του πήρε τη νίκη ο Σοφοκλής, ανθρώπινο. Τη δεύτερη φορά όμως διότι ουσιαστικά οδηγήθηκε σε δίκη απιστίας, θα λέγαμε σήμερα, δίκη που έχει σχέση με την παραβίαση των κανόνων της πίστεως και ιδιαίτερα των μυστικών, των ελευσυνείων μυστηρίων. Ήταν μύστης ως ελευσύνειος. Γιατί το ίδιο είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ελευσύνα. Εκεί ήταν τα κτήματα του πατέρα του. Ήταν μύστης. Είχε μυθεί στα μυστηρία, αλλά βγήκε και μίλησε γι' αυτά. Αυτό ήταν έγκλημα καθώς Ιώσα. Δηλαδή, τυμωρείτο, όπως πολύ αργότερα, τυμωρήθηκε ένα λόγο τέτοια, τέτοιες είδους αποκαλύψεις ακόμα και με θύματα ανάλογους μεγέθους ηρώων, όπως ήταν ο Εσχύλος. Θυμηθείτε ότι 20 μέρες μετά από την πρεμιέρα του μαγεμένου αυλού, του Μότσαρτ, όπου αποκαλύπτονται όλες οι τελετές της μασονίας, βρέθηκε δωρεάν ο Ιωσήφ Ιωσήφ, τελετές της μασονίας, βρέθηκε δολοφωνημένος. Έχει όλη την αποκάλυψη της Μίσεως. Ήταν μασόνος ο Μότσαρτ. Το θεώρησε πολύ ωραίο θέμα και το πέρασε μέσα στο μαγεμένο αυλό και το συγχώρεσαν. Το ίδιο έπαχε ο Εσχύλος, τελικά θωώθηκε, αθήμωσε και έφυγε και πήγε στην Κάτου Ιταλία. Εκεί είναι μέσα την Προμηθέα Δεσμώτη. Και μέσα στον Προμηθέα Δεσμώτη, στο φινάλε, όταν τιμωρεί ο Δίας στον Προμηθέα για την παράβαση ουσιαστικά των θεϊκών κανόνων και παρέδωσε τα μυστικά των θεών και ειδικά τη φωτιά στους ανθρώπους, ανοίγει το βουνό και τον καταπίνει, έτσι αρχί τελειώνει το έργο, τον καταπίνει το βουνό. Ανοίγει δηλαδή ο Κάθκασος, στον οποίο είναι καθυλωμένος, ανοίγει και τον καταπίνει το βουνό ολόκληρο, κάτω. Έτσι τελειώνει το έργο. Την ίδια εποχή ξέρουμε σήμερα από τους σεισμολόγους και τους γεωλόγους, ότι έγινε μια από τις μεγαλύτερες εκρήξεις της έτωνας, που σημαίνει ότι αυτό που περιγράφει ο Εσχύλος εκεί είναι εμπειρία. Δεν είναι απλώς και μόνο ποιητική φαντασία. Δεν συνέλαβε κάτι που δεν μπορείς να το συλλάβει ο ανθρώπινος νους έως τότε. Και λες, αν είναι δυνατόν, πώς φαντάστηκε ότι μπορεί να συμβεί αυτό. Πονάει, αν δείτε το φινάλλε, λέει τρέμει η γη, που πετάει φλόγες, λέει τέτοια πράγματα προμηθέσεις. Λες, είναι δυνατόν. Τι φαντασία ήταν αυτήν τον ανθρώπου. Όχι. Ήταν ντοκουμέντο. Ήταν ντοκουμέντο. Καταγράφει μια εμπειρία ζωής, την εποχή εκείνη. Αλλά αυτό είναι η μεγαλή τέχνη. Να μπορείς να εντάξεις μια εμπειρία ζωής μέσα σε ένα μεγάλο μύθο, ο οποίος θα γίνει παγκόσμιος. Δεν είναι να προσχεμνώ ντοκιμαντέρ τα νέα της εβδομάδας. Αυτή λοιπόν ήταν μια πολύ σημαντική προσφορά. Αλλά εκείνος ο οποίος ουσιαστικά προχώρησε σε πολύ τολμηρές, πώς το λένε, μελέτες πάνω στο ανθρώπινο πρόβλημα, όχι για την ιδιοφιέστερος από τους άλλους, τους προηγούμενους, αλλά διότι είχε ανοιχτεί η Αθήνα πια στους ορίζοντες, δεν θα λέει κανένας, της Μεσογείου. Όταν πια υπήρχε μια μεγάλη επικοινωνία με τους λαούς της Ανατολής, πηγαίναν και έρχονταν τα πλοία τα εμπορικά, αλλά πέρα από εκεί είχαν ανθίσει πλέον οι μεγάλες απεικείες. Ήταν και το ότι κάποια στιγμή έγινε μια συναλληφή πολιτισμών, ένα πάντρεμα ανάμεσα στους πολιτισμούς. Οι Έλληνες είδαν πια την Ασία, είδαν την Αφρική. Μελέτησαν υποχρεωτικά, μετύχαν σε τελετές, ή παρίσταντο σε τελετές για τον ίσυδα, τον Ωσυρή, για τον Μπομολόχ. Βρισκόντουσαν ουσιαστικά ως ναύτες και έμποροι σε τελετές, που ήταν τελείως έξω από τη δική τους εμπειρία, για άλλους θεούς, άλλα ήθη. Αυτό δημιούργησε την ανάγκη να δουν τον κόσμο σχετικά. Άλλο να ζεις μέσα στην Αθήνα και να μην έχεις άλλον ορίζοντα από την πόλη σου και ότι υπάρχει και σε απασχολεί, έστω και όριμα, είναι τα προβλήματα της πόλεως σου. Κι άλλο να δεις ότι άλλοι λαοί, λίγο παραπέρα, λίγο παραέξω από σένα, έχουν τελείως διαφορετικά προβλήματα. Έξω από τη δική σου αντίληψη για την ηθική, έξω από τη δική σου αντίληψη. Έλεγα πριν για τις Σικέτιδες. Το πρόβλημα στις Σικέτιδες, το που θέλει είναι να ξεπεράσει ο βασιλιάς, ουσιαστία του Άργους, που ακριβώς είναι υποχρεωμένος να τις εκδώσει, διότι αυτές δεν έχουν, λένε ότι έχουν αδικηθεί στην Αίγυπτο. Λένε ότι εκεί τα πρώτα τους αδέρφια θέλουν να τις παντρευτούν και αυτοίς λένε ότι εμείς δεν θέλουμε εμμουμηκτικό γάμο. Όταν μελετάει τα κοιτάπια όμως ο βασιλιάς του Άργους που ζητάνε άσυλο, διαπιστώνει ότι στην Αίγυπτο η εμμουμηξία ήταν θεσμός επίσημος. Όλοι οι Φαραώ παντρεύονταν τις αδερφές τους. Αυτομάτως λοιπόν δεν μπορούσε, δεν ήταν αδικημένες εκεί, το καταμένουμε. Γι' αυτό και ανακάλυψε μετά την άλλη λύση, τη λύση της παραβίασης των συνόρων του και κάνει την άμυνα. Κάνει ρελάνος, πολιτική ρελάνος. Αλλάζει θέμα. Λοιπόν, εκπληκτικά πράγματα ακόμα και στη διπλωματική ιστορία. Θα ήθελα να πω, ακούμα και σήμερα παραδείγματα. Πόσες φορές δεν λέμε ότι η Τουρκία δημιουργεί θέμα στο Αιγαίο διότι έχει προβλήματα εσωτερικά. Αυτό κάνει και αυτός κάποια στιγμή. Αλλάζει τελείως αγέντα, όπως θα λέγαμε στην πολιτική. Τέτοια πράγματα συζητάνε στην Αθήνα, αγαπητοί φίλοι. Αλλά εκείνος που ανοίγει τα μεγάλα θέματα είναι ο Ευρυπήτης. Ο Ευρυπήτης ανοίγει τα μεγάλα θέματα, όχι γιατί είπα είμαι... Παρ' ό, ότι ήδη από την εποχή το ονομάστηκε τραγικότατος πάντων. Όταν λέμε τραγικότατος πάντων σημαίνει ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ήρωές του είναι πιο δισεπήλυτα και πιο, θα δε κανένας, βαθιά από τον προηγούμενο. Γιατί είναι κάτω από μια άλλη οπτική, σχεδόν παγκόσμια. Αυτός λοιπόν μελετάει και τον συσθετισμό των πολιτισμών. Τη συναλληφίου, όπως έλεγα πριν. Γι' αυτό και υπάρχουν δύο και δύο τραγωδίες του, που μελετάν ακριβώς την προσπάθεια ενσωμάτωσης ή αν θέλετε αφομείωσης ενός ξένου σε έναν άλλο τόπο. Η Μύδια είναι από τη Γεωργία και πρέπει να επιβιώσουμε στα ήθη, στα έθιμα και φυσικά στους κανόνες ηθικής της Ελλάδας. Η Φυγένια είναι Ελληνίδα, αλλά θα πρέπει να είναι ιερία σ' έναν λαό που θυσιάζει, που είναι η Τάβρη. Η Ελένη είναι μια Ελληνίδα και βρίσκεται ουσιαστικά να κυνηγέται και να γίνεται αντικείμενο ερωτικής βουλειμίας στην Αίγυπτο. Η Ανδρομάχη είναι γυναίκα του Έκτορα και είναι εχμάλλονται στην Ελλάδα, παντρεμένη με Έλληνα και ουσιαστικά πρέπει να προσαρμοστεί στα ήθη της Θεσσαλίας. Να αλλάξει νοοτροπία και να δεχτεί ακόμα και την ερωτική νομιμότητα ενός γάμου που δεν το έχει φανταστεί ποτέ, για σκεφτείτε μια βασίλισσα ή διάδοχο βασίλισσα της Ασίας να βρίσκεται στη Θεσσαλία, κόρη του δολοφών του άντρα της. Είναι παντρεμένη με τον γιο του Αγιλέα. Αυτά είναι τρομακτικά προβλήματα που προσπαθεί να τα προσεγγίσει ο Ευρυπίδης. Αυτό το θηρίο. Αλλά και όχι μόνο αυτά. Στις βάρκες κανένα άλλο είδους ουσιαστικά έρευνα. Έρχεται μια θρησκεία αγρία από την Ανατολή. Έρχεται ένας ομοφάγος και τελείως συναισθηματικά φορτισμένος Διόνυσος στη Θήβα να εκδικηθεί έναν ορθόφρονα ορθολογιστή και νομιμόφρονα ηγέτη. Ο Πενθέας είναι γαλός βασιλιάς. Έχει οργανώσει την πόλη του κατά τρόπο ορθολογιστικό. Και δεν μπορεί να φανταστεί ποτέ ότι μπορούν οι άνθρωποι να υφίστανται ή να υπόκεινται στα πάθη τους. Πώς θα βάσκεσθαν όταν κάποια στιγμή ένας νομιμόφρονος βασιλιάς, ο οποίος τα φαγόνα θα έβλεπε τις γυναίκες να ξεπροτίζουν να ανέβουν στο βουνό και να χορεύουν ή να βυζένουνε, πώς τα λένε, σκύμνους και να πίνουν και να οργιάζουν πάνω στο βουνό. Αυτό γίνεται. Αυτές είναι οι βάρκες. Και αυτούς τιμωρείται. Τιμωρείται, διαμελίζουν μέσα σε μια μανία, ουσιαστικά ανθρωποφαγικοί, τον διαμελίζουν. Ανάμεσα σε αυτούς που τον διαμελίζουν είναι η μητέρα του ίδια, η οποία κυκλοφορεί στο δρόμο μετά θριαμβεβόηγοντας με το κεφάλι του πάνω στο θύρσο, νομίζω να τους δίνει ο γιοντάρη. Η μεγάλη, δηλαδή, πώς τα λένε, έρευνα, τι μπορεί να συμβεί όταν οι άνθρωποι μπορούν να, επιτρέψτε μου, να υπέψουνε πως είναι ένα παράλογο ύπο, ο οποίος δεν ξερπάει στο γεμό. Είναι η εποχή που η Αθήνα, η Ελλάδα ολόκληρη περνάει αυτή την περίοδο. Έχει τελειώσει η Δημοκρατία. Όταν γράφονται οι βάρκες και γράφονται στη Μακεδονία, δεν γράφονται στην Αθήνα, έτσι έχει τελειώσει η Δημοκρατία. Έχουν έρθει και οι Τριάκοντα, έχει τυθεί η Αθήνα, έχουν τυθεί οι ήθισμοί της, έχουν γεγιωποιεί οι ήθισμοί της από τους Παρτιάντες. Και πλέον οι Αθηναίοι από την επομένη μετά αυτής της καταστροφής, γίνονται αστοί. Δηλαδή κλείνοντας το σπιτάκι τους, κοιτάναν το χωράφι τους, κοιτάναν το παιδί κοιμάται το βράδυ και λέει, δεν με ενδιαφέρει το πια τι κάνουν οι Άλλια πέξω, ότι το παιδί είναι εδώ, αυτό. Και αυτό βρέθηκε ένας άλλος μεγάλος ποιητής του καιρού να το αποτυπίσει, ο Μένανδρος. Ο Μένανδρος αυτά τα θέματα έχει στις κωμοδίες του. Τα θέματα του Αθηναίου αστού, που μιλάει ποτέ για πολιτική. Δεν μιλάει ποτέ για πολιτική. Μιλάει μονάχια τα συμφέροντά του, οι δούλοι του, τα προϊόντα του, οι τιμές της αγοράς, το κληρονομικό δίκαιο, τι θα κληρονομήσει, θα κληρονομίζει, αν έχει νόθα ή δεν έχει νόθα, παιδιά. Είναι γεμάτο νόθα, πώς ήταν οι κωμοδίες του Μονάνδρου. Ο καθένας νεαρός είχε ένα νόθο κάθε φορά. Και έχει τελειώσει δηλαδή η παλιά σεμνότης και η έκθεση προς τα σταγιούχα του βήμου. Για αυτό σας είπα πριν ότι η μεγάλη στιγμή του αρχαίου δράματος είναι ο χορός. Όσοι δεν καταλαβαίνουν από τους σύντονους κοινοθέτες τι νόημα έχει ο χορός, δεν καταλαβαίνουν ότι η τραγωδία είναι παιδί της δημοκρατίας. Και μόνο η ύπαρξη του χορού δείχνει ότι είναι δημοκρατικός θεσμός. Διότι ο χορός ουσιαστικά είναι το μέτρο. Είναι ισορροπία. Βλέπει αυτά που γίνονται στη σκηνή, εμωμιξίες, παιδοκτονίες, σύζυγοκτονίες, πατροκτονίες, αυτοκτονίες. Ξέρετε κανένα έργο που δεν έχει αυτά. Και τα κρύγει από κάτω ο δήμος. Γιατί ο χορός αποτελεί το δήμο. Είναι εκπρόσωπος του δήμου. Και είναι ανάμεσα στους άρχοντες που ασκούν εξουσία και στους ανθρώπους των παθών. Είναι ανάμεσα στην ορχήστρα. Είναι ένα φίλτρο κατά κάποιο τρόπο. Περνάνε αυτά τα πάθη και μέσα από την κριτική που γίνεται από το χορό, περνάνε στο ακροατήριο, στους θεατές. Και διδάσκουν. Να γιατί διδάσκει η τραγωδία. Ή νομίζουμε ότι διδάσκει ή θέλαμε να διδάσκει, αλλά δυστυχώς δεν διδάσκει τίποτα. Αυτό είναι το μεγάλο έγκλημα του ερχόμενου πολιτισμού, όχι μονάχα του δικού μας, του ελληνικού, παγκοσμίως. Όλοι οι λαοί, τώρα είμαστε οι πολιτισμένοι, τιμούν την τραγωδία, ανεβάζουν τα έργα, τα μελετούν στα πανεπιστήμια, οφείλουμε πάρα πολλά πράγματα στους μεγάλους φιλολόγους ολόκληρος του κόσμου. Αστιαβόμαστε. Εμείς είχαμε την περιπέτεια της Τουρκοκρατίας και μείναμε απέξω από αυτή την ιστορία, οφείλουμε όλα τα κείμενα σε αυτούς. Αυτοί εκδώσαν τα κείμενα, αυτοί τα σχολιάσαν τα κείμενα, αυτοί τα τεκμηριώσαν τα κείμενα, δεν υπάρχει εμβολία, σε αυτούς το χρωστάμε. Και ακόμα και σήμερα πάμε και αγοράζουμε τις εκδόσεις της Οξφόρδης ή τις εκδόσεις της Λειψίας για να διδάξουμε. Άρα είναι μια παγκόσμια σαφώς κοινωνομιά, αλλά πόσο βοήθησε το παγκόσμιο κοινό να διδαχθεί από αυτές τις εμπειρίες που κατέθεσαν οι Έλληνες. Ούτε καν στην εποχή τους, όχι μόνο στη δική μας. Οι τροάδες του Ευρυπίδη γράφονται ακριβώς για την καταστροφή της Λίμνου. Κλείνει το μάτι στους Αθηναίους ότι μιλάει για την τροάδα, για την Τροία και την καταστροφή της Τροίας που την ισοπέδωσαν οι Έλληνες. Και αφήσανε ορφανά και παιδιά και σκοτώνουν ακόμα και το Αστιανάκ, που ήταν παιδάκι τριών μηνών, τεσσάρων μηνών. Το γιο του έξω το πετάνε απάνω από τα τείχη επάνω και του σπάνω το κεφαλάκι το πάνω στα βράχια για να μην πάει διάδοχος. Και το παίρνει αυτό το πράγμα ο Ευρυπίδης και λέει ναι τα ίδια κάνετε κι εσείς όμως στους συμμάχους σας στο Αιγαίο. Ακριβώς τα ίδια. Επειδή οι λίμνοι αποφάσισαν να μην είναι στη Συμμαχία, όταν άρχισε ο πόλεμος μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιάντων, είπαν αυτοί εμείς είμαστε με τους Αθηναίους, ανήκουμε στο Νάτο. Και είπα δεν θέλουμε ρε παιδιά να είμαστε στο Νάτο. Δεν θέλουμε αυτή την ιστορία την εμπλοκή, θέλουμε να μένουμε στο νησάκι μας, να καλλιεργούμε τη γη μας, τα μπελάκια μας, για να μας αφήσει τις ήχους. Όχι. Με τα ζόρη πολιορκία του νησιού, έτσι. Και αφού την κατέλαβαν το νησί, έσφαξαν οι Αθηναίοι με δημοκρατικές διαδικασίες, με βουλή που σήκωσε τα χέρια τους απάνω και είπε ναι όλους τους άντρες από εφίβου και άνω. Οι βυδών από εφίβου και άνω λέει ο Θουκυδίδης. Τις δε γυναίκες και τα παιδιά, τα παιδιά κάτω απ' τα 16, τα πούλησαν δούλους. Τόσο, λέει ο Θουκυδίδης, ότι για πολλά χρόνια μετά η νήσος ήταν ακατοίκητος. Αυτά τα έκανε η Δημοκρατία. Η διάδοχη του Περιγκλή. Ποιος δίδαξε, λοιπόν, η τραγώδια. Θέλουμε να διώξουμε, να μη βλέπουμε το θηρίο κατά πρόσωπο. Όπως ο άλλος δεν ήθελε να δει το κεφάλι της. Γιατί, γιατί δεν μαθαίνουμε. Γιατί δεν μπορείς να διαβάζουμε τα πράγματα κάτω. Τι είναι αυτό που οδηγεί τον άνθρωπο. Να πιστέψει κανένας ότι μέσα στο ανθρώπινο κύταρο υπάρχει πάντα η έννοια της καταστροφής. Υπάρχουν και τέτοιες θεωρίες. Για πολλά χρόνια, ξέρετε, είχε μεγάλη δημοφιλία ένα έργο που λέγονταν ο εγκληματίες άνθρωπος. Το οποίο είχε μεταφράσει το Καλαντζάκι στα ελληνικά. Ήταν της μόδας την εποχή εκείνη. Που λέει ότι ο άνθρωπος γεννιέται, πως θα λέει, εγκληματίας. Δεν γίνεται. Δεν είναι οι συνθήκες που τον κάνουν. Αλλά γεννιέται μέσα. Υπάρχει ένα κύταρο, δηλαδή, μέσα εκεί, που αυτόν θα τον κάνει δολοφόνο. Ή θα τον κάνει τύραν, ή θα τον κάνει, πως θα λέει, επίωρκο. Γιατί έχει και ένα κύταρο μέσα τέτοιο. Δεν ισχύει πια αυτή η θεωρία, αλλά για πολλά χρόνια και αυτό το πράγμα συζητήθηκε. Τα τελευταία χρόνια άρχισαν να μελετιούνται κάτι τέτοια θέματα και εμφανίστηκε μια μελέτη ότι όποιος έχει στο DNA του ένα στοιχείο παραπάνω, θα πρέπει να τον προσέχουμε και πρέπει να τον βάλουμε, μάλλον, σε γυαλί, μέσα στη γυάλα. Έχει και αθωώθηκε ένας τέτοιος σε δικαστήριο της Ελβετίας. Πήγαν πως ήταν η ψυχίατρα και είπαν αυτός δεν μπορούσε, αυτό θα το έκανε οπωσδήποτε γιατί είναι μέσα στο DNA του. Το έχουν λιγάκι εξαφανίζει αυτό, αλλά καταλαβαίνετε πως θα συνέφερε αυτό να το ισχυριστούμε πια στη εποχή μας. Δε φταίω εγώ το DNA μου. Αλλά να προσέξουμε γιατί οι βιολόγοι σήμερα μας υπόσχονται να μπορούν να φτιάξουν ειβρύδια τέτοια, να φτιάξουν ανθρώπους που να είναι μόνο πολεμιστές, ανθρώπους που να είναι μόνο φιλόσοφοι, δηλαδή να δημιουργήσουν τέτοιου είδους συνθήκες, πρέπει να φτιάξουμε στρατούς, εργάτες, νομοθέτες. Αυτό, παρά λίγο, επιτρέψτε μου, είδα ότι μας πάγει τραγωδία, όσα φορά αν θέλουμε να κάνουμε επεκτάσεις, παρά λίγο να εφαρμοστεί στην Αμερική πριν από τον πόλεμο. Τότε εμφανίστηκε ένας πολύ μεγάλος ψυχιέτρος και ψυχολόγος, ο Σκίνερ. Ο Σκίνερ, λοιπόν, είχε πάρει το μεγαλύτερο κονδήλι που πήρε άνθρωπος ποτέ από υπουργείο για να μελετήσει το παιδαγωγικό σύστημα της Αμερικής. Αυτός, λοιπόν, έφτιαξε ένα πρόγραμμα, ο οποίος στηριζόταν απάνω στην έννοια της ιδιοφυίας, αλλά της ειδικής ιδιοφυίας. Έλεγε, αν ένα παιδί που είναι ανωρθόγραφο, δεν καταλαβαίνω, είναι απίθαρχο, αλλά είναι ιδιοφυία στα μαθηματικά, θα το ενισχύσω για να τον κάνω μαθηματικό μεγάλο, και ας είναι εγκληματίας, δεν είναι ενδιαφέρον. Και άρχισε να δημιουργείται ένα τέτοιο σύστημα. Και ευτυχώς, προσέξτε τη λέξη σου, ευτυχώς, την λέω και τρέμω, καταργήθηκε το κονδήλιό του, γιατί έπεσε στην πολεμική επιχείρηση μετά, πώς το λένε, το Περ Χάρμπορ. Μετά το Περ Χάρμπορ πήρε τα λεφτά τότε ο Ρούσβελτ και τα έριξε στην πολεμική, πώς είναι η τιμότητα της Αμερικής, αλλιώς αυτός θα έχει φτιάξει αυτό. Και πρέπει να σας πω, παρακολούθησα μαθήματα στην Αθήνα. Υπάρχουν τέσσερα-πέντε σχολεία στον κόσμο που εφαρμόζουν αυτό το σύστημα. Τα παιδιά δουλεύουν σε δικό τους γραφείο. Δεν κάνουν έθουσα μέσα. Άλλος είναι ιδιοφυία στα μαθηματικά, άλλος γράφει ωραία πείματα, άλλος κάνει στρατηγικές, άλλος έχει μονάχα πως είναι ικανότητες στη χημία, άλλος που είναι σχεδιαστής και μένει πίσω σε όλα τα μαθηματικά, δεν τον ενδιαφέρει. Αυτός προχωράει μόνος του, δηλαδή παίρνει μάστερ, πώς το λένε, στη φυσική και έρχεται εκεί για να γράψει το όνομά του. Και πήγα και το είδα εκεί, πώς ήταν, στο Χολαρώο που είχαν το ειδικό σχολείο και είδα αυτή τη γραφιάκια όπου δούλευε ο καθένας μεγαλοφύης ξεχωριστά από τους άλλους. Καταλαβαίνετε ότι δεν έλειπε καν και η έννοια της αλληλεγγύης, υπήρχε ένας ανταγωνισμός ποιος θα πάει πιο μπροστά, ποιος θα είναι αυτός ο οποίος θα προτείνει κάτι το οποίο θα είναι το εξτρά. Και έτσι και μας είπαν τότε εκεί οι δάσκαλοι, ξέρετε εδώ μέσα καλλιεργούμε νόμπελ. Λοιπόν, υπάρχουν ακόμα τέτοια κίνδυνη. Και αυτά τα θέτει ουσιαστικά ξανά η τραγωδία. Με τα δικά της μέσα, με τη δική της ουσιαστικά το δικό της μυθολογικό υπόβαθρο. Δεν υπάρχει καμία εμφιβολία με τα μέσα που είχαν την αποχή της εκείνης. Αλλά αν θέλουμε να κάνουμε τις αναγωγές. Να γιατί μας ενδιαφέρει σήμερα η τραγωδία. Ή τουλάχιστον μακάρι να μας ενδιαφέρε και να διδασκόμαστε από αυτήν. Δυστυχώς τα διαπιστώνουμε, αλλά όταν φεύγουμε από τις αίθουσες, όταν φεύγουμε από το βιβλίο, όταν φεύγουμε από την κατανόηση αυτών των κειμένων, το ξεχνάμε. Και μέσα μας ξανά εμφανίζεται πια ο εγωισμός, ο εγωκεντρισμός, οι φιλοδοξίες κπάσης φύσιος και αρχίζουμε να πατάμε επιπτωμάτων. Και να μην καταλαβαίνουμε τελικά ότι είμαστε τραγικά πρόσωπα. Μοιάζουμε ακριβώς με αυτούς όλους τους τις παρεκκλίνοντες της τραγωδίας, που τους σχολιάζει ο χορός, τους δείχνει τα λάθη τους. Ή, πώς τα λένε, έρχεται να κωδικοποιήσει ακριβώς το σωστό για να δούμε ακριβώς το λάθος. Αλλά τελικά δεν τους ακούμε. Και ξέρετε εδώ ας κάνω μια παρένθεση αυτού του είδους. Πιθανόν η νοοτροπία αυτή έχει οδηγήσει ιδιαίτερα πολλούς Ευρωπαίους σχηνοθέτες και μάλιστα πολλούς Έλληνες μαθητές Ευρωπαίων σχηνοθετών ή Ευρωπαϊκών αναλόγων σχολών, σιγά σιγά να εξαφανίζουν το χορό από τη τραγωδία. Τους ενοχλεί, τους ενοχλεί ο χορός ως εκπρόσωπος του δήμου. Εξέρουν τα πάθη της σκηνής, βλέπουμε αυτές τις ακρότεες επάνω στη σκηνή και την ομότητα αλλά δεν υπάρχει ο αντίλογος του χορού από κάτω. Ή τον υπονομεύουν το χορό, ή τον γελειοποιούν, ή στην καλύτερη περίπτωση έτσι τον απομονώνουν σε μια γωνιά για να μην τους πούμε τον ξεχάσανε. Και αυτό βλέπουμε πολύ συχνά να γίνεται, δεν ξέρουν τι να τον κάνουν το χορό. Και αυτό το καταλαβαίνει κανένας πιθανόνς ανθρώπος της Μέσα Ευρώπης οι οποίοι δεν μπόρεσαν ποτέ να συμβιβαστούν με την έννοια αυτού που ονομάστηκε παλιότερα άμεση δημοκρατία. Έχουν συνηθίσει στην καλύτερη περίπτωση στην έμεση δημοκρατία δηλαδή τους εκπροσώπους μας. Οι βουλευτές είναι αυτοί, οι δημοτικοί μας άρχοντες, οτιδήποτε οι οποίοι μας εκπροσωπούν και για 4 χρόνια τους αναθέτουμε τις ευθύνες. Στην αρχαιότητα δεν συνέβαινε αυτό. Ο κάθε πολίτης ήταν υπεύθυνος για ό,τι είχε συμβεί. Άμεσα. Αμέσως. Βέβαια ήταν τελείως άλλες συνθήκες σε μια μικρή πόλη. Με 30.000 ουσιαστικά πολίτες. Δεν υπήρχε παραπάνω πολίτες που ψηφίζαν η Αθήνα. Είχε 500.000 κατοίκους. Αλλά με βασιλικούς δούλους, τις γυναίκες και τους παρεπίδημους, ήταν 30 με 40.000 αυτοί που φτιάξαν αυτό το πολιτισμό. Αυτόν για τον οποίο καμαρώνουμε. Δεν ήταν παραπάνω από 40-50.000. Και όταν έπεσε και ο λοιμός, πολλές φορές λιγόστεψαν. Κατά το 1.3. Βιότι ήταν φυσικό κάποιο στιγμό ο λοιμός να έχει βλάψει περισσότερο αυτούς που ήταν πιο καλά τακτοποιημένοι. Οι άλλοι είχαν μάθει λιγάκι τη φτώχεια και όλη αυτή την πράγμα. Και το ξέρουμε πολύ συχνά ότι συμβαίνει αυτό. Οι άμαθοι, οι πιο καλοπερασάκηδες ουσιαστικά περνάνε δύσκολα κάμια φορά σε τέτοιες συνθήκες. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν ένα πολύ μεγάλο θεσμό. Και εκείνο που είναι και στον τίτλο της ομιλίας που σήμερα υποτήττω ότι εδώ σας προτείνω, είναι ότι δεν διδασκόμαστε γενικά. Και είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει όταν φύγετε από εδώ. Σκεφτείτε το. Γιατί. Όχι ότι δεν μας προβληματίζεμέναμε, γιατί προβληματίζεται διπλά. Γιατί είναι και το επαγγελμά μου εγώ κάθε τόσο να έρχομαι σε επαφή με αυτά τα πράγματα και να λέω τι φταίει και δεν μαθαίνουμε. Αφού παθαίνουμε και μας έχει αφήσει πίσω η ορέστεια αυτό το φοβερό δίλεξο. Πάθη-μάθος. Αυτή η φοβερή κουβέντα που πέφτει μέσα στην ορέστεια. Πάθη-μάθος. Μαθαίνω δια του πάθους. Όχι το πάθος με την έννοια το πάθημα. Στα αρχαία ελληνικά δεν σημαίνει αυτό η λέξη πάθος. Πιστεύω σε κάποιους που πιθανό κόμμα δεν έχουν επαφιά μες με τα ελληνικά. Η λέξη πάθος είναι από το ρήμα πάσχο και το ρήμα πάσχο είναι ενεργητικό ρήμα, δεν είναι παθητικό. Δεν σημαίνει πάντα βλάβει το πάθος. Στα αρχαία ελληνικά εννοώ. Σημαίνει μεταβολή. Σημαίνει μεταβολή. Άρα όσο μεταβάλλομαι μαθαίνω. Όσο τρίβομαι στα γεγονότα. Όσο είμαι αντικείμενο, πως το λένε, ερεθισμών, εκπομπός ερεθισμών και δέκτης ερεθισμών. Αλλιώνουμε. Αλλάζω κάθε φορά. Αλλάζουν οι συνθήκες. Αλλάζει τα σύνορα. Αλλάζει ο γείτονας. Αλλάζει η οικογένεια. Αλλάζει η διάθεσή μου. Τα πράγματα συγκεντρώνονται μέσα μου και δημιουργούν κανόνες, συμπεριφοράς. Είμαστε αποτέλεσμα των συνθηκών μέσα στις οποίες ζούμε. Και αυτό έπρεπε να κάνει και η παιδεία. Αυτό κάνει. Να μάθει και αυτό ακριβώς μας δίνει παραδείγματα από πολλές γνώσεις και από πολλές εμπειρίες ζωής για να μπορούμε να καταλάβουμε ότι ουσιαστικά ο άνθρωπος είναι αντικείμενο αλλιώσεων. Αλλιώνεται. Αλλάζει. Το αλλιώνωτο έχει την κακή σημασία της λέξης. Αλλάζει. Μεταμορφώνεται. Η έννοια της αλλαγής είναι η αιώνια μεγάλη λέξη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Η μεγάλη λέξη της αρχαίας. Όταν κάποια στιγμή στοχάζεται το θηρίο που ονομάζεται Ηράκλητος και έχει πίσω του το θαλί, έχει πίσω τους μεγάλους άλλους ανατολίτες φιλοσόφους, οι οποίοι ψάχναν να βρούνε πίσω από την πολυπλοκότητα των φαιρωμένων την αιτία. Από μια μεριά έχουμε την πικιλία των φαιρωμένων. Μήπως υπάρχει κάτι από το οποίο όλα ξεκινούν. Έρχεται ο Θαλίος και λέει ναι, το νερό. Το νερό είναι η ουσία των πραγμάτων. Όλος ο κόσμος είναι νερένιος. Πυκνός, αέριος. Το νερό ήταν το μόνο που μπορούσε να τους συναντήσει στις τρεις, πώς τα λένε, καταστάσεις. Ο σιγρό, ως αέριο και ως στερεό. Το νερό είναι πιο σαπόλα. Πυκνές και αραιές, ουσιαστικά νερένιες διαστάχει το νερό. Φελές, πιθανόν, δεν θα κάνω κριτική. Έρχεται ο άλλος και λέει όχι, είναι ο αέρας. Όχι, είναι τούτο. Και έρχεται ο Ηράκητος και διαπιστώνει μπαίνοντας στο ποτάμι. Κάψα ήτανε, ανατολή ήτανε, ανατολίτης ήτανε, έκανε περίπατο στο Μέανδρο ποταμό και κάποια στιγμή που λέει και η αγιά μου κάψωσε. Έβγαλε τα σαντάλιά του και μπήκε. Μες στο ποτάμι είναι ο δροσιστή. Βγήκε, έβαλε τα σαντάλια, πήγε εκεί παρακάτω, ξανακάψωσε. Και αναμπήκε. Και έκανε μια ερώτηση που δεν έχει κάνει ποτέ κανένας. Πόσες φορές ο ίδιος άνθρωπος μπορεί να μπει στο ίδιο ποτάμι. Διαπίστωση. Ούτε ο ίδιος άνθρωπος είναι, όταν μπει τη δεύτερη φορά, έχει αλλάξει. Ούτε είναι το ίδιο ποτάμι, έχει λύσει. Όλα ρέουν. Όλα αλλάζουν. Όλα αλλάζουν. Ναι, αλλά τι λέει ο Θαλής, ότι υπάρχει ένα σταθερό πράγμα. Τι λέει ο Αναξήμανδρος, τι λέει ο Αναξημένης, οι προηγούμενοι του. Λέει ότι υπάρχει κάτι από το οποίο ξεκινούν. Αν όλα αλλάζουν, δεν υπάρχει τίποτα σταθερό. Το βγαίνει τρόμος, φιλοσοφικός τρόμος. Αφού όλα αλλάζουν, δεν υπάρχει τίποτα σταθερό. Και τότε κάνει τη μεγάλο άλμα στον ανθρώπινο πολιτισμό, στην ανθρώπινη σκέψη. Λέει, ρε, υπάρχει κάτι πραγματικά σταθερό στον κόσμο, η αλλαγή. Η αλλαγή. Άρα η ουσία του σύμπαντος είναι η αλλαγή. Αυτό ονόμασε ο Ηράκλητος, αγάπη του, λόγων. Δεν έχει καμία σχέση με τα λόγια. Ο λόγος των πραγμάτων. Αυτός που κάνει τα πράγματα συνεχώς να αλλάζουν. Ένα είδος, πώς θα λένε, μήκητα, το οποίο συνεχώς, πώς θα λένε, δημιουργεί ζημόσεις. Αυτό είναι στην ουσία του τραγικού. Αυτά τα ξέρει ο Σοφοκλής. Αυτά τα ξέρει ο Ευρυπηδιατ. Είναι συνομιλητές όλων αυτών των ανθρώπων. Έχει έρθει ο Αναξαγόρας στην Αθήνα. Μαθητής ουσιαστικά και φίλος, σύγχρονος του Ηράκλητου. Ανυψιός της ασφασίας. Κυνηγημένος, όταν οι Πέρσες κατακυριεύουν την Ασία, έρχεται να βρει άσυλο στη θεία του. Και φέρνει το στοχασμό της Ανατολής, ηλιστικό, πώς τα λένε, τον φέρνει στην Αθήνα. Και αυτοί όλοι γίνονται ακροατές του. Όλοι. Είναι βέβαια οι Σοφιστές που έρχονται και αυτοί έρχονται από την Απάνου. Ο Πρωταγόρας έρχεται από τη Μακεδονία. Ο Ζίνων έρχεται από την Κάτω Ιταλία. Και κάνουν ζυμώσεις μέσα σε μια Αθήνα, όπου βρίσκονται σε μια συνεχής αναταραχή και σε μια συνεχές. Αυτό δημιουργεί την τραγωδία. Αυτό δημιουργεί τις συγκρούσεις μέσα στην τραγωδία. Αυτό σημαίνει αντιπαλότητα κρέοντος και αντιγώνης. Αυτό σημαίνει αντιπαλότητα κλητεμίστρας και αγαμέμνονα. Ορέστη και κλητεμίστρας. Αυτές οι συγκρούσεις, ο καθένας με αυτούς κουβαλάει διαφορετικά ήχη, διαφορετικές διάνοιας. Διαφορετικά διανοήματα, διαφορετικούς λόγους υπάρξεως. Διαφορετικά κανόνες ζωής. Και συγκρούονται ένας με τον άλλο. Και δεν είναι κανένας ένα δίκο παρακαλώ. Ο Μέγας Έγγελος. Ο Μέγας αυτός ο φιλόσοφος της Δύσης. Μαθητής του ήταν ο Μάρκης. Μαθητής του στο πανεπιστήμιο, κανονικός. Και είπε μάλιστα εγώ δεν έχω να προσθέσω τίποτα, έκανε μόνο μια απλή κίνηση, είπε ο Μάρκης. Επειδή ακριβώς ο δάσκαλος μου είχε βάλει ποσιαστία τη φιλοσοφία με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω, εγώ τον ανέστρεψα και τον έβαλε με τα πόδια κάτω και το κεφάλι απάνω. Λέει το ρε, έκανε ληστή. Αυτή είναι η διαφορά. Αλλιώς τα ίδια πράγματα προσβεύουμε για την έννοια της σχέσης των πραγμάτων και της διαλεκτικής. Αυτή είναι η καινούργια διαλεκτική. Αυτός λοιπόν, ο οποίος έγραψε το έργο του, έγραφε, δίδασκε, δεν έγραφε, δίδασκε στο Πανεμιστήμιο στα τελευταία χρόνια, στη Λειψία, το έργο του «Φιλοσοφία της Ιστορίας». Προσέξτε, όχι «Ιστορία της Ιστορίας». Είναι άλλο η «Ιστορία της Ιστορίας», που σημαίνει η ιστορία των διαφόρων φιλοσοφικών σχολών. Κι άλλο, η «Πιλοσοφία της Ιστορίας», δηλαδή να πάει να βρει στα αίτια για το οποία πράττουν οι άνθρωποι. Σε αυτό το βιβλίο του, λοιπόν, κατά τη διάρκεια των μαθημάτων πέθανε ο Έγγελος και οι μαθητές του μαζέψανε τις σημειώσεις του και βγάλανε την «Πιλοσοφία της Ιστορίας». Αυτή που κυκλώφω, είναι ένα μνημιώδες έργο, από τις σημειώσεις που είχαν οι φυγητές του. Εκεί λοιπόν λέει, ξέρετε που το στηρίζει όλο? Στη αντιγόνια. Ξεκινάει με την αντιγόνια του σοφοκλή και αναλύει τις σχέσεις. Από μέσα είναι η ιστορία. Έγις, εκκρέοντας, αντιγόνια. Δύο διαφορετικά, προσέξτε, δίκαια. Αυτό λέει κάποια στιγμή. Η ιστορία είναι πώς ήταν πόλεμος, αντιμαχία, διάλογος, μεταξύ δυο δικαίων. Όχι μεταξύ ενός δικαίου και ενός αδίκου. Μεταξύ δικαίου και ενός αδίκου είναι αγκαθακρίστη. Είναι ο δολοφόνος και ο инσπέκτορ. Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι σύγκρουση ανάμεσα σε δύο δίκαια. Ολοκληρωμένα δίκαια. Μεσοτερική, ουσιαστικά, λογική το καθένα από αυτά. Ο κρέοντας έχει τη δική του ασυστορική λογική. Δεν ξέρω να σας έλεγα, πριν από πολλά χρόνια, στους Δελφούς, κάθε δύο χρόνια κάναμε συμπόσια για το αρχαίο δράμα, παγκόσμια συνέδρια. Είμουνα μέλος της τριμελούς επιτροπήσεις που τα οργάνουν αυτά. Δεν υπάρχουν. Ποια λόγο για οικονομικούς λόγους δεν γίνονται αυτά. Γινόντου πουλάχιστον από 15 ολόκληρα χρόνια, κάθε μια διετία, μαζευόντουσαν περίπου 100 άνθρωποι από όλο τον κόσμο και μιλούσαν για το αρχαίο δράμα. Φιλόσοφοι, θεατρολόγοι, μεταφραστές κτλ. Μια φορά φωνάξαμε και τον Ζόρντ Στάινερ. Ο Ζόρντ Στάινερ είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι ζωντανός ακόμα χύρος στα 90, η μεγαλύτερη σημερινή προσωπικότητα στον κόσμο αυτός και ο Τσόμσκι, κατά τη γνώμη μου. Είναι μεγάλες μορφές παγκοσμίως με διαφορές μεταξύ τους και, αν θέλετε, τελείως διαφορετικές απόψα, αλλά με άλλες φυσικονομίες καταθέτουν. Ο Ζόρντ Στάινερ, ο οποίος τότε έγραφε το βιβλίο του που έχει μεταφραστεί ελληνικά, παρακαλώ, υπάρχει σε βιβλιοπωλία, εκδόσεις Καλέντις, «Λεζαντιγκόν» ή «Αντιγόνες» και πιάνει το μύθο της Αντιγόνης από το μύθο και φτάνει μέχρι τον Καραγκιώση. Όπου διχθυνανται στη φιλοσοφία, στη ψυχολογία, στη λαϊκό θέατρο, παντού. Όπου υπάρχει η έννοια αυτής, πώς λένε, της σύγκρουσης. Ήρθε λοιπόν και παρουσίασε ένα κεφάλαιο, τότε το γράφε το βιβλίο και διάβασε ένα κεφάλαιο από αυτό. Όταν τέλειωσε, ψάχνει μια γεμάτη αίθουσα με διεθνείς προσωπικότητες, θυμάμαι δίπλα μου καθόταν ο Σωγίνγκα, το βραβείο Νόμπελ από την Αφρική. Είπε, αγαπητοί Έλληνες, ο Στάνινας, πρέπει να σας εξημολογηθώ κάτι. Εγώ είμαι κεντροευρωπαίος. Έχω μεγαλώσει με την κουλτούρα την ευρωπαϊκή, καθηγητής πανεπιστημίων, ουσιαστικά διανοούμενος δυτικής κοπής. Λοιπόν, πρέπει να σας ομολογήσω ότι εγώ είμαι με τον Κρέοντα. Καταλαβαίνω τι θέλω να πω, δηλαδή με τον κράτος δικαίου. Αυτό που λέμε κράτος δικαίου, νόμοι, συντάγματα, συμφωνή, συγκρότηση του κράτους σε θεσμούς, αυτό είναι ο Κρέοντας. Το άλλο είναι το μανιακό. Αυτή είναι η αναρχούμενη φυσιολογία, η οποία λέει εγώ πιστεύω στους πεθαμένους. Εγώ εντλώ απ' τους πεθαμένους, εντλώ απ' την παράδοση, εντλώ απ' το συνέσθημα. Τι θα πω όταν πάω κάτω στον αδερφό μου τον πεθαμένο, τι θα πω, καταλαβαίνετε. Αυτό είναι ένα είδος παρέκλησης, αλλά πνεύμα ριά, όμως, είναι δίκαιο. Έχει ολοκληρωμένη άποψη για τον κόσμο και πεθαίνει γι' αυτό. Θα την πιστεύω με την αντιγόνια, δεν πέθαινε. Πέρω το. Αν κάποια στιγμή ο Κρέοντας, ο οποίος ήθελε, την είχε, την είφη την είχε, αφού δεν την παντρεύσαν τον έμωνα, ήταν ήδη αραμπονιασμένοι, να πει ας το καλώ και εσύ και εσύ και θα αφήσω, τα ξεχνάω όλα, έλα παντρευτεί να έχω αγκονάκια. Θα πιστεύω με ότι η αντιγόνια το εννοούσε, έπρεπε να πεθάνει για τις ιδέες τους, για να μπορούν να πιστεύουν, να πούμε, ρε αδερφέ, το είπε και το έκανε, αυτό το είπε και το έκανε, υπόθεση, αλλιώς το λέμε. Αν, λοιπόν, είχαμε συμβιβαστεί, όπου συμβαίνει πολλά πράγματα στη ζωή μας, θα παραβλέπουμε για να πάμε παρακάτω, δεν θα είχαμε αυτή τη μεγάλη ουσιαστικά προσωπικότητα, η οποία όντως είναι σκάνδαλο, γενικότερα, καταλαβαίνω, είναι σκάνδαλο σε σχέση με αυτά που προσβεβεί η πόλη. Όταν βγαίνει ο Κρέοντας και διακηρήσει αυτά που διακηρήσει στην αρχή, είναι κανένα από αυτά που δεν συμφωνείται από την κύρη. Είμαι φιλόλογος και βάζαμε χρόνια ολόκληρα θέματα από τον μονόλογο του Κρέοντα. Με αντίον της Αναρχίας, με αντίον του Κέρδους, αυτά δεν ήταν, δεν θα βάζαμε θέματα στις εκθέσεις. Δεν είναι ουσιαστικά οι αξίες του πολιτισμού που ονομάζουμε δυτικός πολιτισμός κτλ. Έχουν όμως δύο πείσματα, οι άνθρωποι αυτοί έχουν τον ίδιο χαρακτήρα θα λέγαμε, οι αρχαίοι θα λέγαμε το ίδιο ήθος, αλλά διαφέρουν ιδέες τους. Και συγκρούνται σχεδόν, είναι δύο τσακμακόπετρος, δηλαδή χαλάει κόσμο και μόλις συναντιούνται βάζουν φωτιά. Αυτό είναι το τραγικό ιδεόδας. Και αυτό βιώνει ακόμα η ανθρωπότητα και δεν είναι η διδαχτή βεβαίως, δεν ξέρω από μια μέρα για παλιά αν το είχε διδαχτή, τι κοινωνίες θα είχαμε φτιάξει, πιθανόν σαχλές μεταξύ μας λιγάκι, σαχλές κοινωνίες, λιγάκι ευνουχισμένες. Δεν σημαίνει ότι μας θρέφει αυτή η αντιπαλότητα, αλλά αυτή δημιουργεί τέχνη. Ξεκεφτείτε μια κοινωνία όπου δεν υπάρχουν πάθη, δεν θα υπάρχουν σχήλια, δεν θα υπάρχουν σοφοκλήδες, δεν θα υπάρχουν, πώς το λένε, Μπετόβεν. Δεν υπάρχουν Μπετόβεν, δεν υπάρχει αυτό πάθος. Όταν βρέθηκα κάποια στιγμή στο Βόνι και πήγα σε ένα μικρό μουσείο του Μπετόβεν, υπάρχουν κι άλλα μεγάλα μουσεία, ένα μικρό μουσείο και που κάθισε κάποια στιγμή στη Βόνι και του έχουν φτιάξει ένα δωμάτιο και έχουν μερικά κατάλυπά του. Η πρώτη εντύπωση ήταν ανατρεχιαστική όταν είδα σε μια κατασκευή σε ένα τέτοιο πράγμα, που έχει μέσα τα μπαστούνια του. Είχε μπαστούνια, αυτήν την εποχή είναι κάτι σημόδα στο μπαστούνια, αλλά τα μπαστούνια του Μπετόβεν όλα ήταν δαγκωμένα στην άκρη, διότι όταν άρχισε να μην ακούει δάγκωνε στην άκρη και έβαζε το άλλο μέσα στις χορδές, την άλλη άκρη, για να ακούει τον παλμό, το καταλαβαίνετε, να μεταφέρεται ο παλμός μέσα από το πράγμα. Τη τραγωδία είναι αυτή, να είσαι μουσικός που να μην ακούς. Απάνω όμως στο γραφείο, υπήρχε το εξώφυλλο της τρίτης συμφωνίας. Το πέμει με χειρόγραφο, το χειρόγραφό του δηλαδή, με αυτόγραφο, το εξώφυλλο της παρτιτούρας με τα γραμματά του. Lundrich von Beethoven, συμφωνία αριθμός 3 από κάτω. «Für Napoleon», για τον Απολέοντα. Και απάνω στο «Für Napoleon», δύο βιαστικές, πώς τα λένε, γραμμές από την Πένα, όταν πρόδωσε ολόκληρο το ιδανικό του και από κάτω με άλλα γράμματα ερωικά. Αφιερωμένοι στους νεκρούς. Είχε σβήσει ουσιαστικά το ιδανικό της επανάστασης. Εκείνος σ' εκείνους τους επαναστάτες ήταν τύρανος, ουσιαστικά αυτοκράτορο, πίσω έφτιαχνε αυτοκράτορες και τα άλογα του, το ξέρετε. Είχε ανακάνει αυτοκράτορα και ένα άλογο. Τέτοια λαζονία. Και τους υπηρέτες του, ουσιαστικά αυτούς που ξύναν τα αλογά τους. Η δυναστία της Νορβηγίας είναι ο πρώην άνθρωπος που έκανε, εξιστρίζε τα άλογα του Ναπολέοντα. Αυτός είναι ο πρόγωνος των βασιλιάδων της Νορβηγίας. Τον έκρυσε βασιλιά, όταν πήρε ανέβηκε και πάρε τον έκανε βασιλιά, τον υποκόμου του. Αυτό είναι η τραγωδία της ιστορίας όμως. Και δεν διδασκόμαστε από τον τρόπο με τον οποίο οι μεγάλοι τραγικοί δύο χιλιάδες χρόνια πριν μας λένε, κοιτάξτε να δείτε πού φτάνουν οι αλαζώνες. Κοιτάτε να δείτε πού σας οδηγούν οι αλαζώνες. Γιατί δεν κάνουμε τίποτα άλλο κάθε φορά, αγαπητοί φίλοι. Και δεν θέλω να κάνω τώρα το δάσκαλο. Δεν κάνουμε τίποτα άλλο από το να παραπλανιόμαστε κάθε φορά από τα οράματα αυτών των ιδεολογικών σαλτιμπάγκων. Και μετά να μετανιώνουμε για αυτούς, έτσι και να τους σέρνουμε στους δρόμους. Θυμήσετε πώς τέλειωσε ο Μουσουλίνι, πώς τέλειωσε κρεμασμένος μέσα σε μια πλατεία. Και ο Καντάφης. Θυμηθείτε αυτή την τραγωδία. Αυτή είναι η τραγωδία της ιστορίας. Και έχει προηγηθεί ένας αισχύλος και ένας οφωκρίς που τα έχουν πει, τα έχουν προαναγγείλει αυτά. Έτσι τελειώνει ο Δαμέμνονας. Δυστυχώς, ίσως αυτό είναι το μεγάλο μάθημα της ιστορίας. Ότι η ιστορία δεν διδάσκει τίποτα. Να είστε καλά. Αν υπάρχουν ερωτήσεις, πιστεύω πως θα υπάρχουν πάρα πολλές. Ευχαριστώ. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Να ρισκάρω. Καταρχάς να σας πω ότι στη 3η Γυμναστή του 87-88 είχα τη δραματική πείσ� που είδατε να γράψετε π успί underm cuenta Πρόσφατα ένας φίλος στην Καρδίτσα, που εκει κατάγομαι, είμαι εκπαιδευτικός, του είπα ότι βρήκα στο βαθодноγDENрοκέντρο Καρδίτσας πολλά βιβλία Μια βιβλία, είχε ακόμα αντίτυπα της δραματικής πίησης και μου ζήτησε και του, που έδωσα και τη διαβάζει τώρα. Θέλω να ρωτήσω το εξής, δεν ξέρω αν υπόθηκε τις προηγούμενες μέρες. Πόσο σίγουροι είμαστε ότι αυτές οι τραγωδίες των τριών τραγικών είναι οι καλύτερες, τα πιο δυνατά έργα. Είμαστε τόσο τυχεροί που σώθηκαν τα καλύτερα. Όχι, δεν ξέρω, δεν ξέρω αν είμαστε τυχεροί. Είμαστε άτοιχοι. Περίβερως δεν ξέρω αν είναι τα καλύτερα. Αν πιστέψουμε μερικά από αυτές τις πληροφορίες που έχουμε, δεν ήταν τα καλύτερα, τουλάχιστον για τους συγχρόνους τους. Δηλαδή, η Μίδια του Ευρυπίδη περίεδε το τρίτο γραβείο. Και ο Ιδίποδας, που το θεωρούμε το αριστούργημα των αιώνων, το δεύτερο, που σημαίνει ότι την εποχή εκείνη θεωρήθηκε κάποιο άλλο έργο καλύτερο. Αυτό δεν σημαίνει αν το σήμερα μας έχει διέσβωθει, θα συμφωνούσαμε, καταλαβαίνετε, έχουμε για ένανάξι οι αρχές μας, αν θέλετε οι συλλογισμοί μας και κατά κάποιο τρόπο τα επιχειρήματα που μπορεί να έχουμε για το ανθρώπινο βίο. Μπορεί να ενόχλησε, παράδειγμα, το θέμα, πώς τα λένε, της πατροκτονίας και της αιμωμιξίας εκείνη την εποχή, καταλαβαίνετε να πω. Μπορεί να ενόχλησε ως θέμα και όχι ως κείμενο, γιατί ως κείμενο είναι αριστούργημα, πρέπει να είσαι ηλίθιος άμα καταλάβεις τι αριστούργημα είναι αυτό το κείμενο, αλλά μπορεί όντως ως θέμα να μας ενοχλούσε. Δε βέβαια δεν είμαστε σίγουροι γι' αυτό. Μην ξεχνάτε, αγαπητοί φίλοι, ότι τα περισσότερα κείμενα αυτά, τα οφείλουμε σε χριστιανούς, σε καλόγερους χριστιανούς και δυτικούς και ανατολικούς, και αθωνίτες μουσικούς και βυζαντινούς, που σημαίνει ότι περνούν σε ένα φίλτρο χριστιανωσύνης και σε αρχές που είχαν να κάνουν με άλλους είδους πράγματα, με άλλη αντίληψη για την αμαρτία. Το τι διέσωσαν κάθε φορά, λοιπόν, είναι εκείνα που τους φαινόντουσαν τουλάχιστον πιο βατά ή που ήταν πιο παραδεκτά για τη συνειδησία τους. Και κάτι άλλο ακόμα. Πολλές φορές τα κριτήρια τους ήταν τελείως παράδοξε, που δεν μπορούμε να το φανταστούμε εμείς. Εδώ υπάρχει ακριβώς ένα μυστήριο. Τι είναι εκείνο που έκανε βυζαντινούς καλόγερους να διασώσουν τον Αριστοφάνη. Δεν ήταν βεβαίως οι βομολοχίες του. Όσο και αν πιστεύουμε στα μοναστήρια βομολοχούν οι καλόγεροι, αυτό είναι η σημασία. Όλοι οι μοναχικοί άνθρωποι βομολοχούν, οι ναυτικοί, οι καλόγεροι. Λοιπόν, όσοι έχουν οι αντροπαρέες. Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Τον διέσωσαν, διότι διαπίστοσαν. Οι διαπίστοναν ότι ο Αριστοφάνης διέσωζε την καθημερινή αθηναϊκή λαλιά. Σήμερα θα διασώζαμε το Σακελάριο, το Γιανακόπουλο, το Βζαθά. Ύστερα από δύο χιλιάδες χρόνια λέγαμε, έτσι μιλούσαν στην Αθήνα το 1950. Καταλάβατε? Δεν μιλούσαν έτσι ο Εσχύλος και ο Σοφοκλής. Δεν μιλούσαν έτσι ο Ευρυπίδης. Η γλώσσα του Ευρυπίδη, του Σοφοκλή και του Ποσθανεσχύλου, δεν μιλήθηκε ποτέ στην Αθήνα. Την εποχή που γράφεται η Αντιγόνη, ριτορεύει στη βουλή ο Λυσσίας, ριτορεύει στη βουλή ο Ισσοκράτης. Τι σχέση έχουν οι δυο γλώσσες, θέλετε να θέλα να πω. Αυτή είναι η γλώσσα, η καλλιεργημένη της πολιτικής έκφρασης της εποχής εκείνης. Που σημαίνει ότι ήταν μια ασυνδικός κώδικα στο θέατρο. Έτσι γράφουμε θέατρο. Με παλιές λέξεις, αντιλημμένες από το παλιό λεξιλόγιο, από τον Όμυρο κτλ. Ήταν ένα είδος κώδικα. Και να σας έλεγα μια άλλη φορά, το ίδιο συνέβη και με το κριτικό θέατρο. Ακριβώς το ίδιο. Όλες οι κριτικές κωμοδίες έχουν γραφτεί στο ανατολικό ιδίωμα της Κρήτης. Κι άλλα ακόμα, πώς το λένε, γραφόντουσαν στο δυτικό. Τόσο πολύ αργότερα, από όταν έγινε η μετανάστευση μετά την Τουρκοκρατία και πήγαν Κρήτες στα Επτάνησα, γράφουνε στα Επτάνησα κριτική διάλεκτο. Η Ευγένα του Μοντσελέζε έχει γραφτεί από Ζακίνθιο και έχει κριτικό ιδίωμα. Λέει, έτσι γράφουμε θέατρο. Ήταν κώδικας. Ενώ ο Αριστοφάνης έγραφτηκε θημερινότητα. Ήταν ο ψαθάς της εποχής. Το ψαθάς δεν κάνω σύγκριση ποιοτήτων. Μιλάω για τη γλώσσα. Λέει, υπάρχουν πολλά κριτήρια που διασώζονται μερικά κείμενα, που δεν μπορούμε να τα φανταστούμε εμείς. Άλλωτε είναι η γλώσσα, άλλωτε είναι ένας χαρακτήρας που κάτι τους θυμίζει κατά κάποιον τρόπο, άλλωτε είναι η πρωτοτυπία του μύθου που δεν το ξέρανε. Και άλλωτες φορές τα σύνδρομά τους, τα ηθικά. Αυτό δεν το πέθανε. Αυτό το πράγμα μιλάει για φοβερά πράγματα, δεν το αντιγράφει ο καλόγερος. Ή δεν είχε διάδοση. Μπορεί να το γράψανε, δεν μπουλήθηκε ρε παιδί μου, δεν τα αγοράζανε, τελειώσε. Δεν υπάρχει στην αγορά. Το άλλο που είχε μια πρώτη πέθα, το επαναλαμβάνε, το ξαναντιγράφανε και έφτανα σε εμάς. Μπορεί να ξέρουμε τα κριτήρια με το πέθανο. Είναι σίγουρο όμως ότι δεν είναι τα καλύτερα πιθανόν έργα. Είναι σίγουρο. Είναι και λογικό παράδοξο. Έχουμε 44 κείμενα που έχουν διασωθεί. Και στην αρχαία Αθήνα παιχτήκανε, αλλά από τη φύλλη, 1.200. Επί 100 χρόνια, τρεις τετραλογίες τη χρονιά. Δώδεκα έργα. Επί 1.000, 1.200. Από αυτά τα 1.200, οι τετραλογίες είχαν και ένα σατυρικό δράμα. Τα 100 χρόνια, λοιπόν, επί τρία, είχε 300 σατυρικά δράματα. Και έχει σωθεί μόνο ο κύκλωπος του Εμπεριπίδη. Τίποτα άλλο. Από τα 300, το ένα τρακουσιωστό, το καταμετανομό. Δεν μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα. Εκείνο που μπορούμε να καταλαβαίνουμε είναι ότι αυτά εμείς τα θεωρούμε αριστουργήματα και αλληλήμωνα αν υπήρχαν και καλύτερα που τα χάσαμε. Το άγχος είναι πολύ μεγαλύτερο. Αν υπάρχουν όντως έχουν χαθεί έργα πολύ πιο σημαντικά από αυτά, όταν αυτά τα θεωρούμε σήμερα εμείς αξεπέραστα. Πώς θα φανταστεί κανένας πότε. Υπάρχει κανένας σήμερα φιλόσοφ, φιλόλογος, φιλόδοξος και εγγραφιασή, που λέγεται Shakespeare, λέγεται Goethe, Schiller ή λέγεται Beckett που να μην ήθελε να έχει γράψει τη Μυδιά που πήρε το τρίτο βραβείο. Πώς? Και έλεγα πού γραφόταν, μόνο σε πέτρες, γιατί χασκή δεν υπήρχε τώρα. Είχα ρε Παπίρους είχανε. Παπίρους. Παπίρους, δεν ήταν βιαδεδομένα, δεν ήταν βιαδεδομένα κυρία μου αυτά. Δεν λεβίβαιρα ο καθένας να πάει να ψωνίσει αυτό το βιβλιοπώλιο Παπίρους. Κώστησαν πάρα πολύ. Ο αρχαίος πολιτισμός, μας το πούμε έτσι ομά, ο αρχαίος αθηναϊκός πολιτισμός ήταν πολιτισμός ακουστικός. Οι άνθρωποι μορφωθήκαν με το αυτοί, όχι με το μάτι. Με το μάτι χαιρόντουσαν την Ακρόπολη, χαιρόντουσαν τα αγγεία τους, τα αγάλματά τους. Τα κείμενα όμως τα ακούγανε. Μα απ' τους ρίτορες, απ' τη Βουλή, απ' το θέατρο. Υπήρχαν άνθρωποι που πεθάνανε και δεν ήταν ποτέ γραμμένη μια τραγωδία του Ευρυπίδη. Ποτέ, γιατί ήταν ποτέ ποτέ τεράστιο το κόστος. Πώς να μπορέσεις να πληροφορηθείς, πώς είχε δει όλο και την ηλιάδα γραμμένη. Ήταν μια ολόκληρη περιουσία, το φαντάζετε, γραμμένη σε Παπίρους όλη ηλιάδα. Μπορούν να είναι πλούσιοι και αυτοί που είχαν βιβλιοθήκες, κατά κάποιον τρόπο. Δηλαδή κάποιοι πλούσιοι που είχαν αυτή τη μανία. Δεν υπήρχαν. Ήταν λαϊκό ανάγλωσμα. Ήταν προφορικό. Ακούστε, γι' αυτό ακριβώς δεν πρέπει να σας φανεί παράξενο αυτό που λέει ο Πλάτων. Ο Πλάτων λέει ότι μισούσε τον Φεύθ. Ο Φεύθ κατ' την παράδοση ήταν ένας Αιγύπτιος που εφεύρεται η γραφή. Μισούσε τον Φεύθ διότι αυτός ανακάλυψε μια μέθοδο που κατέστρεφε τη μνήμη. Μέχρι τότε δεν υπήρχε κάτι τέτοιο και λειτουργούσε αλλιώς η μνήμη. Θα πάω στο σπίτι, θα βγάλω, θα κατεβάσω το λεξικό και θα το δω. Μέχρι την εποχή δεν υπήρχε κάτι τέτοιο και λειτουργούσε αλλιώς η μνήμη. Και έχει διαπιστωθεί, αγαπητοί φίλοι σήμερα, από ανθρώπους που ασχολούνται με τα προβλήματα του οργανισμικού μας, ότι χρησιμοποιούμε σε σχέση με τους Αρχαίους λιγότερο από τα 50% του εγκεφάλου μας, σε σχέση με τους Αρχαίους. Το υπόλοιπο έχει αρχίσει να δρανεί, δεν μας ενδιαφέρει. Για τον παλιότερο έπρεπε να διασώσουν πράγματα και ήταν συνεχώς ενδράσει ο εγκέφαλος και τα κοίταρά του. Θα το δω ρε, θα το δω. Θα πάω στο σπίτι να το δω. Θα διαβάσω εφημερίδα και θα πληροφορηθώ την εποχή. Εκείνη έπρεπε αυτό να κυκλοφορήσει, να γίνει ανταλλαγή, να γίνει ζήμωση καθημερινή. Ήταν τελείως άλλος τρόπος, πώς τα λένε, μόρφωσης. Τελείως άλλος. Τελειώσαμε από το τι κατάλαβα. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE