Διάλεξη 7 / Διάλεξη 7 / Διάλεξη 7

Διάλεξη 7: Υπόσχεσθαι, φίλες και φίλοι. Βρισκόμαστε στη Δακτική Ενότητα Θρησκευτικά-Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ένωμη Τάξη. Και θα ασχοληθούμε με τους περιορισμούς στην ευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Υπόσχεσθαι, φίλες και φίλοι. Και θα ασχοληθούμε με τους περιορισμούς στην ευθερία εκδήλωσ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Κυριαζόπουλος Κυριάκος (Επίκουρος Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Εκκλησιαστικό Δίκαιο Ι (Προπτυχιακό)
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=5da748b7
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 7: Υπόσχεσθαι, φίλες και φίλοι. Βρισκόμαστε στη Δακτική Ενότητα Θρησκευτικά-Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ένωμη Τάξη. Και θα ασχοληθούμε με τους περιορισμούς στην ευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Υπόσχεσθαι, φίλες και φίλοι. Και θα ασχοληθούμε με τους περιορισμούς στην ευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Οι περιορισμοί αυτή είναι πέντε. Γνωστή θρησκεία, δημόσια τάξη, χρηστά ήθη, καθήκαν το απέναντι στο κράτος και συμμόρφωση με τους νόμους και προσιλητησμός. Στην παρόσα διάλεξη θα ασχοληθούμε με όλους αυτούς τους περιορισμούς εκτός εκείνου που αφορά τον προσιλητησμό, με τον οποίο θα ασχοληθούμε σε επόμενη διάλεξη. Το άρθρο 13 του Συντάγματος των Σωσνωστών, στην πράγμα 2, στο εδάφιο 2 ορίζει ότι άσχηση λατρείας δεν επιτρέπει να προσβάλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Και στο εδάφιο 3 ο προσιλητησμός απαγορεύεται. Έχουμε πει σε προηγούμενη διάλεξη ότι την νέη λατρεία θα πρέπει να την ερμηνεύουμε διαστατικά, προκειμένου να ενταρμονιστεί με την ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας το άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Αθροποίδου Δικαιωμάτων και γενικά των Διεθνών Στάνταρτς. Στην πράγμα 4 του ίδιου άρθρο 13 του Συντάγματος, κανένας δεν μπορεί εξαιτίας των θρησκευτικών υποεπιθύσεων να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το κράτος ή να αρνηθεί τη συμμόρφωση προς τους νόμους. Γνωστή θρησκεία. Γνωστή θρησκεία σημαίνει φανερή δρασκαλία και φανερή λατρεία, δηλαδή φανερή εκδήλωση θρησκείας ή κοσμοθεωρίας. Πριν το 1975, είχε δύο στοιχεία η έννοια της γνωστής θρησκείας. Το ένα είναι αυτό το οποίο ισχύει και τώρα και το άλλο είναι αυτό το οποίο δεν το εφαρμόζει το Συμβούλιο της Εμπικρατείας. Δηλαδή, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές να μην έρχονται σε αντίθεση με τη δημόσια τάξη ή τα χριστά ήθη. Βέβαια ως προς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις υπήρχε πρόβλημα, διότι η ελευθερία της συνείδησης ή των θρησκευτικών πεποιθήσεων είναι απεριόριστη. Δημόσια τάξη είναι το σύνολο των θεμελιωδών, πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και ηθικών αρχών και αντιλήψεων που επικρατούν στη χώρα. Χριστά ήθη. Δεν είναι όπως υποστηρίζεται στη θεωρία και στην ομολογία οι γενικές θεμελιώδεις και βασικές αντιλήψεις για την ηθική με βάση της αντιλήψης της πλειονότητας των μελών της ελληνικής κοινωνίας οι οποίοι ανήκουν στην Ορθόδοξη εκκλησία τουλάχιστον πολιτιστικός. Αλλά τι είναι τα χριστά ήθη. Κάτω το γενικό σχόλιο της Επιτροπής Συμφών για Τομικά και Πολιτικά Δικαιώματα το ΥΕ, η έννοια της ηθικής προκύπτει από πολλές κοινωνικές, φιλοσοφικές και θρησκευτικές παραδόσεις. Κατά συνέπεια, οι περιορισμοί στην ελευθερία εκδήλωσης, θρησκείας ή επεπίδησης για το σκοπό της προστασίας της ηθικής πρέπει να βασίζονται σε αρχές που δεν προκύπτουν αποκλειστικά από μία και μοναδική θρησκευτική παράδοση. Καθήκοντα απένοντι στο κράτος και συμμόρφωση με τους νόμους. Υπάρχει μια πρακτική αδυναμία διαχωρισμού τους, γι' αυτό συνεξετάζονται, διότι οι υποχρεώσεις των πολιτών αιάνδιου του κράτους θεσπίζονται με νόμους. Οι υποχρεώσεις των πολιτών δεν εννοούνται όλες, οι νόμιμες υποχρεώσεις τους, αλλά μόνο εκείνες που αφορούν σε ζωτικά συμφέροντα του κράτους ή αφορούν την ίδια την κρατική υπραξή. Νόμοι δεν είναι όλοι οι νόμοι, αλλά μόνο εκείνοι ποραφένονται στην προστασία συνταγματικός προστατευόμενου σπουδαίου ένωμο αγαθού του κοινωνικού συνόλου, όπως είναι η δημόσια τάξη, δημόσια ασφάλεια, δημόσια υγεία, δημόσια ηθική, δικαιώματα και ελευθερίες των άλλων. Και κάνουμε αυτή την ερμηνεία. Για να αναρμονίσουμε τους περιορισμούς, τους νόμους κατά την έννοια της συνταγματική, με τους περιορισμούς ελευθερίας, εκδήλωσης θρησκείας, το άρθρο 9 παράγραφος 2 του συντάγματος, ούτως ώστε η έννοια των νόμων κατά το ελληνικό συνταγμα να μην υπερβαίνει τους περιορισμούς της ελευθείας εκδήλωσης θρησκείας των διευθυντών στάνταρς. Οι νόμοι δεν αποτελούν περιορισμό της ελευθερίας της σκεφτικής συνείδησης, αλλά μόνο της ελευθερίας της εκδήλωσης θρησκείας υπεπιθύσεων. Η αντίρρυση συνειδήσεως στην εκπήρρωση καθηκόντων, απέραντι στο κράτος ή στη συμμόρφωση με νόμους, πρέπει να προβλέπεται από το νόμο για να εφαρμοστεί, πρέπει να προβλέπεται από το νόμο για να είναι νόμιμη η άσκησή της. Παράδειγμα, εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων. Δεν προβλέπεται αντίρρηση συνειδήσεως σε αυτήν την περίπτωση για το λόγο ότι η Κυβέρνηση και η Βουλή μπορούν να αποφασίζουν τη διάθεση των φόρων με βάση τον κρατικό προϋπολογισμό και δεν υπάρχει νόμος που να επιτρέπει αντίρρηση συνειδήσεως την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων. Μια ειδική για πολύ γνωστή περίπτωση, αντίρρηση συνειδήσεως σε εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης, είναι η αντίρρηση συνειδήσεως στη στρατιωτική θητεία και η πρόλεψη της εναλλακτικής κοινωνικής θητείας. Το δικαίωμα αυτό, αντίρρηση συνειδήσεως στη στρατιωτική θητεία, αναγνωρίζεται από το άρθρο 10, 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Το πιορίζει το δικαίωμα αντίρρησης, συνειδήσεως αναγνωρίζεται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκησή του. Το Σύνταγμα στο άρθρο 4 παράγραφος 6 ορίζει ότι κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρωμένος να συντελεί στην άμυνα της πατρίδας σύμφωνα με τους ορισμούς των νόμων. Προσθέθηκε μια ερμηνευτική δήλωση σε αυτή την συνταγματική διάταξη. Η διάταξη παράγραφου 6 δεν αποκλεί να προβλέπεται με νόμο η υποχρωτική προσφορά άλλων υπηρεσιών εντός ή εκτός των νόπλων δυνάμεων, δηλαδή εναλλακτική θητεία, από όσους έχουν τεκμηριωμένοι αντίρρησης συνειδήσεις για την εκτέλεση ένωπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας. Ως γνωστόν για πρώτη φορά το δικαίωμα αντίρρησης συνειδήσεως στη στρατιωτική θητεία με νόμο αναγνωρίστηκε το 1997, ύστερα από την επιτόπια επίσκεψη του ειδικού ισυγητή για τη θρησκευτική μισαλλοδοξία τότε σήμερα για τη θρησκευτική ελευθερία, το ΙΕ, ο οποίος συνέστησε στην έκθεσή του για την κατάσταση του ισχυτικού ανθρωπινων δικαιωμάτων στην Ελλάδα την κυβέρνηση της χώρας να θεσπίσει επιτέλους το δικαίωμα στην αντίρρηση συνειδήσεως και να προορέψει την ελλακτική κοινωνική θητεία. Ο σημερινός νόμος για την ελλακτική κοινωνική θητεία είναι ο 3.421 του 2005, στα άρθρα 60 έως 63, όπως τροποποιήθηκαν από τον νόμο 3883 του 2010 με το άρθρο 78. Στο άρθρο 59 ορίζεται ποιοι μπορούν να αναγνωρίζονται ως αντιρρυσίες συνείδησης. Όσοι, για λόγους συνείδησης, αρνούνται να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, επικαλούμενοι τις θρησκευτικές ή ιδιολογικές τους πεβηθήσεις. Μια περίπτωση θρησκευτικών πεβηθήσεων, οι οποίες επιτάσσουν την εκπλήρωση μη στρατιωτικής θητείας, είναι οι θρησκευτικές πεβηθήσεις των μαρτύρων του Γεχοβά. Στην παράγραφο 2 του άρθρο 59 διευκρινίζεται ότι οι λόγοι συνείδησης πρέπει να απορρέουν από μία γενική αντίληψη για τη ζωή, βασισμένη σε συνειδητές, θρησκευτικές φιλοσοφικές ή ηθικές πεποιθήσεις, που εφαρμόζονται από το άτομο απαράβατα και εκδηλώνονται με τύριση ανάλογης συμπεριφοράς. Ποιοι δεν επιτρέπεται να χαρακτηριστούν αντιλησίες συνείδησης. Πρώτον, όσοι έχουν υπηρετήσει ενωπλά για οσοδήποτε χρονικό διάστημα στις ελληνικές ή ξένες ενωπλές δυνάμεις ή στα σώματα ασφαλείας, μετά των ενστερτισμών των επιθύσεων που τους εμποδίζουν στην εκπλήρωση ενωπλής στρατιωτικής υποχρέωσης για λόγους συνείδησης. Δεύτερον, όσοι έχουν λάβει άδεια οπλοφορίας ή έχουν ζητήσει να τους χορηγηθεί τέτοια άδεια, καθώς και όσοι συμμετέχουν σε μεμονωμένες ή συλλογικές δραστηριότητες σκοπευτικών αγώνων, κυνηγίου ή παρόμοιων εκδηλώσεων, οι οποίες έχουν άμεση σχέση με τη χρήση όπλων. Τρίτον, όσοι έχουν καταδικαστεί η εκκρεμή σε βάρος τους ποινική δίωξη, για έγκλημα που έχει σχέση με χρήση όπλων, πυρομαχικών ή πάνομης βίας. Οι αντιερσίες συνείδησης πρέπει να εκπληρώσουν εναλλακτική υπηρεσία, η διάρκεια της οποίας είναι διπλάσια από εκείνοι που θα εκπληρώσουν αν υπηρετούσαν ενώπλος. Η εναλλακτική υπηρεσία συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, παράδειγμα υπηρεσία σε ταχυδρομικό ταμιευτήριο και εκπληρώνεται σε υπηρεσίες φορέων του δημόσιο τομέα, αλλά όμως όχι σε περιοχές εντός των Ομονατικής Θεσσαλονίκης γέννησης, καταγωγής ή διαμονής των ενδιαφερομένων, καθώς και μεγάλης πληθυσμιακής πυκνότητας αστικοκέντρων, οι οποίες καθορίζουν μια απόφαση του υπουργού αμήνας. Η υπαγωγή των αντιρισιών συνείδησης σε αυτό το καθεστώς γίνεται με απόφαση του υπουργού αμήνας, ύστερα απογνωμοδότηση ειδικής Επιτροπής, στην οποία συμμετέχουν οριζόμενοι με κοινή υπουργική απόφαση του υπουργού αμήνας οικονομίας και εθνικής παιδείας και θρησκευμάτων, δύο καθηγητές ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με ειδικότατη φιλοσοφία της κοινωνικής και πολιτικής επιστήμης ή της ψυχολογίας, δεύτερον, ένα σύμβουλο υπάλευρο του νομικού συμβουλίου του κράτους, τρίτον, δύο ανώτερους αξιωματικούς, έναν του στρατολογικού και έναν του υγειονομικού σώματος των όπλων δυνάμεων. Οι αναγνωριζόμενοι με απόφαση του υπουργού αμήνας αντιρισσίας συνείδησης υποχρεούνται να παρουσιαστούν για ανάληψη καθηκόντων όταν προσκληθούν απ' τσαρμόδιες στρατολογικές αρχές. Οι εκπληρώνονται σε ελλακτική υπηρεσία, δεν έχουν στρατιωτική ιδιότητα, θεωρούνται ιωνοί κατά τα γένναιση στους ένοπλους δυνάμεις, δεν καλύπτουν οργανικές θέσεις του φορέας των οποίων διατίθενται, αλλά εξομοιώνονται με τους υπαλλήλους του φορέας ό,τι αφορά την υγειονομική περίθελψη και γενικά τη διοικητική μέρημνα. Δικαιούνται τροφή και στέγη από τον φορέας των οποίων διατίθενται ή αν αυτός αδυνατεί, καταβάλτε σε αυτούς χρηματικό ποσό, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση του υπουργού αμήνας και οικονομικών και των συναρμόδιων υπουργών. Λοιπόν, ποιοι εκπίπτουν από το δικαίωμα εκπλήρωσης εναλλακτικής υπηρεσίας. Πρώτον, όσοι δεν μπορούν να χαρακτηριστούν αντιλησίες. Δεύτερον, όσοι κυρίζονται ανυπότακτοι λόγω μη παρουσίασή τους στον φορέα που διατέθηκαν μέσα στην καθοριζόμενη προθεσμία. Τρίτον, όσοι διαπράττουν πειθαρχικά ή ποινικά δικίματα τα οποία μπορούν να επιφέρουν για το προσωπικό του φορέας το οποίο διατέθηκαν απόλυση ή λύση της εργασιακής τους σχέσης. Όσοι συμπληρώσουν τον καθορισμένο χρόνο εναλλακτικής υπηρεσίας απολύονται από τον φορέας τον οποίο διατέθηκαν. Σε περίοδο πολέμου, οι διατάξεις για την εναλλακτική υπηρεσία μπορούν να αναστέλονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Η συνταγματική απαγόρευση ως γνωστόν συνάπτεται και με την ποινική τιμωρία του προσιλητησμού. Εσφαλμένα θεωρία και δικαστήρια θεωρούν τη συνταγματική απαγόρευση άσκησης προσιλητησμού ως περιορισμό της θρησκευτικής ελευθερίας. Σε καμία περίπτωση δεν είναι περιορισμός στην ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης η οποία είναι απεριόριστη. Δεν είναι περιορισμός στην ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας υπεπίθεσης, αλλά στην ελευθερία διδασκαλίας θρησκείας υπεπίθεσης, η οποία είναι μερικότερη ελευθερία σε σχέση με τη γενικότερη της ελευθερίας εκδήλωσης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε αποφάσεις του Κοκκινάκης κατά Ελλάδος του 1993 και Λαρίσης και άλλοι κατά Ελλάδος του 1998 έκρινε ότι ο ελληνικός νόμος για την ποινική τιμωρία του προσιλητησμού εναρμονίζεται 1 με το άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τη θρησκευτική ελευθερία εφόσον από σκοπή να τιμωρήσει τον καταχρηστικό προσιλητησμό και δεύτερον με τη διεθνή και συνταγματική αρχή νουλουμκρίμεν νουλαπένα συνελέτζε τσέρτα, δεδομένου ότι υπόψη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δεν είχε τεθεί το σύνολο της νομολογίας των εθνικών δικαστηρίων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν ορίζει όμως την έννοια του καταχρηστικού προσιλητησμού, λέει ότι δεν υπάρχει ανάγκη να τον ορίσει, αλλά μας παρέχει ένα κριτήριο διαγνώσεώς του, αν η άσκηση της ελευθερίας θρησκείας ή πεποίθησης είναι ασυμβίβαστη με το σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας των άλλων. Αυτό δεν είναι επιτυχές κριτήριο. Μόνον ο βίαιος εξαναγκασμός στην αλλαγή θρησκείας ή πεποίθησης συνιστάει απαγορευμένο προσιλητησμό και πρέπει να τιμωρείται. Κατά λοιπά το έγκλημα του προσιλητησμού έρχεται σε αντίθεση προς, πρώτον, τη Διεθνή και Σταγματική Αρχή νουλουμ κρίμεν νουλαπέναις νελέτζε τσέρτα, διότι πρώτον δεν τέθηκε υπόψη το σύνολο της νομολογίας όπως προείπαμε με τον Εθνικό Δικαστήριο νόπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστήριου Ανθρωπιών Δικαιωμάτων στη συγκεκριμένη υπόθεση και δεύτερον διότι οι αξιολογικές έννοιες με τις οποίες εκφράζονται τα μέσα τέλεσης δεν ανταποκρίνονται στο κριτήριο της ακριβούς νομοθετικής περιγραφής των ενιών αυτού του είδους και δεύτερον το έγκλημα του προσιλητησμού έρχεται σε αντίδυση προς την ελευθερία διδασκαλίας, θρησκείας υπεπίδησης. Ο ισχύων ελληνικός νόμος για την ποινική τιμωρία του προσιλητησμού, άρθρο 4 παράγραφος 2 αναγκαστικού νόμου 1363 του 1938 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 αναγκαστικού νόμου 1672 του 1939 ορίζει. Προσιλητησμός είναι ιδεία, ιδίως δηλαδή, οι διαπάσεις φύσιος παροχών ή διϋποσχέσεως διούτων ή άλλης ηθικής ηλικής περιθάλψεως, διαμέσων απατηλών, διακαταχρύσεως απειρίας ή εμπιστοσύνης ή διεκμεταλλεύσεως της ανάγκης της πνευματικής αδυναμίας ή κουφότητος, άμεσως ή έμεσως προσπάθεια προς διείστηση ή συνσκεφτική συνείδηση νετεροδόξων επί σκοπό μεταβολής του περιεχομένου αυτής. Το έγκλημα του προσιλισμού είναι τυπικό έγκλημα. Δεν ενδιαφέρει, δηλαδή, αν επιτεύχθηκε ο επιδιοκόμενος σκοπός ή αν τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν πρόσφορα για την επίτευξή του. Γίνεται χρήση αθέμητων μέσων ενδεικτικός και διαζευκτικός. Στρέφεται όχι μόνο κατά ετελοδόξου αλλά και κατά άλλου θρύσκου. Οι ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται είναι ποινή φυλάκισσης και χρηματική ποινή και οι υπαρρεπέμονες ποινικές κυρώσεις είναι η αστυνομική επιτήρηση ανοδράστης είναι Έλληνας και η απέλαση ανοδράστης είναι Αλουδαπός. Προβλέπονται και διοικητικές κυρώσεις. Εφασφαλμένα από τη θεωρία, τη διοίκηση και την ομολογία θεωρείται η μία άσκηση προσιλητησμού ότι αποτελεί προϋπόθεση της ελευθερίας της λατρείας. Έστω και με την εκδοχή ότι λαμβάνεται υπόψη μόνο γενική δραστηριότητα των μελών μιας θρησκευτικής κοινότητας και όχι μεμονωμένα περιστατικά διότι η απαγόραση προσιλητησμού κάτω σύνταγμα αποτελεί περιορισμό μόνο της ελευθερίας της δρασκαλίας θρησκείας υπεποίθησης. Υπάρχει ανάγκη τροποποίησης ή καλύτερα κατάργησης του ποινικού αδικίματος του προσιλητησμού. Θα έπρεπε ήδη να έχει γίνει με το νόμο 4301 του 2014 για την οργάνωση της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει. Στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με την απόφαση Κοκκινάκης κατά Ελλάδος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ενθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο νομικό μέρος της απόφασης αναφέρει ότι η Λευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, το άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης είναι ένα από τα θεμέλια μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Στη θρησκευτική της διάσταση είναι ένα από τα πιο ζωτικά στοιχεία που συμπορεύονται με την ταυτότητα των πιστών και για την αντίληψή τους για τη ζωή, αλλά είναι ένα πολύτιμο απόκτημα για άθεους αγνωστικιστές, σκεπτικιστές και αδιαφόρους. Ο προαλλησμός δεν μπορεί να διαχωριστεί από μια δημοκρατική κοινωνία. Το άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπινδικαιωμάτων είναι αντίστοιχο με το άρθρο 13 του Ελληνικού Συντάγματος. Ο μοναδικός σκοπός του νόμου 1363 του 38 που τιμωρεί τον προσλητησμό είναι η προστασία των επιθύσεων των άλλων από δραστηριότητες οι οποίες υπονομεύουν την αξιοπρέπεια και την προσωπικότητά τους. Στη συνέχεια το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προχωρά στην εφαρμογή αυτών των γενικών αρχών, των ομολογιακών, στην συγκεκριμένη υπόθεση και εφαρμόζει το γνωστό τεστ προκειμένου να εξακριβώσει αν η παρέμβαση στην ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας με την μηνική καταδίκη του προσλητησμού σε βάρος του Κοκκινάκη, η οποία επικυρώθηκε από τον Άριο Πάγο, εάν μπορεί να περάσει το τεστ που προβλέπεται από την δεύτερη παράγραφο του άρθρον 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Δηλαδή, εάν η παρέμβαση αυτή, δηλαδή η ποινική του καταδίκη, η κρατική παρέμβαση, εάν προβλέπεται από το νόμο, πρώτο στάδιο του τεστ. Δεύτερον, εάν επιδιώκει ένα νόμιμο σκοπό και οι νόμιοι σκοποί απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του άρθρον 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, είναι οι συγκεκριμένες πέντε μορφές δημοσίου συμφέροντος, οι οποίες απαριθμούνται εξαλληλυτικά. Δημόσια ασφάλεια, δημόσια τάξη, δημόσια υγεία, δημόσια εθνική, δικαιώματα και ελευθερίες των άλλων. Και τρίτον, εάν η κρατική παρέμβαση στην ελευθερία εκδίδουσης θρησκείας του Κοκκινάκη, η οποία επιδιώκει έναν από αυτούς τους πέντε σκοποί δημοσίου συμφέροντος, αν είναι αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία, δηλαδή αν πληρήθηκε η αρχή της αναλογικότητας. Όσον αφορά την πρώτη φάση του τεστ, εάν η κρατική παρέμβαση με την ποινική καταδίκη του Κοκκινάκη, αν προβλέπεται από το νόμο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκλεινε ότι η διατύπωση σε πολλούς νόμους δεν είναι απολύτως ακριβής. Οι διατάξεις του Ελληνικού Νόμου για τον Προσλητησμό εμπίρνουν σε αυτή τη κατηγορία. Η ερμηνεία και εφαρμογή αυτών των διατάξεων εξαρτάται από την πρακτική, δηλαδή από τη νομολογία των Εθνικών Δικαστηρίων. Και ότι υπάρχει ένα σύνολο πάγιας εθνικής νομολογίας. Αυτή η νομολογία έχει δημοσιευθεί και είναι προσβάσιμη. Συμπληρώνει το άρθρο 4 του Ποινικού Νόμου που τιμωρεί τον Προσλητησμό και ως εκ τούτου ο Κοκκινάκης ήταν σε θέση να ρυθμίσει τη συμπεριφορά του με βάση αυτόν τον Ποινικό Νόμο, όπως ερμηνεύεται από τη νομολογία. Όσον αφορά την αντισυνταγματικότητα αυτού του νόμου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι εθνικές αρχές είναι αυτές οι οποίες καταρχήν είναι αρμόδιες να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν το εσωτερικό δίκιο και ότι τα ελληνικά δικαστήρια που ασχολήθηκαν με αυτό το θέμα έκρυναν ότι αυτός ο Ποινικός Νόμος για τον Προσλητησμό είναι συνταγματικός. Κατόπιν αυτού έκρυνε ότι η ποινική παρέβαση, η κρατική με την ποινική καταδίκη του Κοκκινάκη προβλέπεται από το νόμο. Στη συνέχεια όσον αφορά τη δεύτερη φάση του τεστ έκρυνε ότι η κρατική παρέβαση στην ελευθερία και δίκαιος θρησκείας του Κοκκινάκη με την ποινική του καταδίκη επιδίωκε τον νόμιμο σκοπό της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων και συνέχεια μπήκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο τρίτο στάδιο, στη τρίτη φάση του τεστ. Εάν η κρατική παρέβαση με την ποινική καταδίκη του Κοκκινάκη είναι αναγκαία, η οποία επιδίωκε τον σκοπό της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων, αν είναι αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία. Στα συμβαλόμενα μέρη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είπε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, επαφήεται ένα ορισμένο περιθώριο εκτίμησης όσον αφορά την ύπαρξη και την έκθεση της ανάγκης κρατικής παρέβασης. Αλλά αυτό το περιθώριο εκτίμησης υπόκειται στον Ευρωπαϊκό Ελέγχο, ο οποίος καταλαμβάνει τόσο την νομοθεσία όσο και την νομολογία. Και είπε ότι το καθήκον του Ευρωπαϊκού Δικαστήριου είναι να αποφασίσει αν τα μέτρα που λαμβάνονται σε τα μέτρα παρέμβασης σε εθνικό επίπεδο αν δικαιολογούνται καταρχήν και αν είναι ανάλογα προς τον επιδιοκόμενο σκοπό. Έτσι λοιπόν σταθμίσε τις απαιτήσεις της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων, δηλαδή αυτόν τον επιδιοκόμενο νόμιμο σκοπό, με τη συμπεριφορά για την οποία ο προσφεύγον ο Κοκκινάκης κατηγορήθηκε. Στη συνέχεια το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο χρησιμοποίησε μια έκθεση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών του 1956, που κάνει μια διάκριση αυτή η έκθεση μεταξύ χριστιανικής μαρτυρίας και ανάρμοστοι προσιλητησμού. Ο ανάρμοστος προσιλητησμός συνιστά μια διαφθορά της έννοιας της χριστιανικής μαρτυρίας. Όπως είναι οι δραστηριότητες, προσφέρουν υλικά ή κοινωνικά πλαιονεκτήματα με σκοπό την απόκτηση νέων μελών ή που ασκούν δέους απίεση σε ανθρώπους που βρίσκονται σε απόγνωση ή σε ανάγκη ή που χρησιμοποιούν βία ή πλήσια κεφάλου. Αυτές είναι μορφές ανάρμοστοι προσιλητησμού που αναφέρονται στην έκθεση αυτή του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών. Βέβαια δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπινων Δικαιωμάτων μια έκθεση ενός διαχριστιανικού διεθνούς οργανισμού. Αλλά θα έπρεπε να ασχοληθεί με το θέμα με απολύτως νομική μεθοδολογία. Πράγμα το οποίο δεν έκανε γι' αυτό και απέφυγε να ορίσει και την έννοια του ανάρμοστοι προσιλητησμού. Και συνέχεια αποφάρθηκε ότι ο Ελληνικός Νόμος για τον προσιλητησμό είναι ασυμβίβαστος με το άρθρο νέα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Εάν δεν τιμωρεί μόνον τον προσιλητησμό ο οποίος είναι ανάρμοστος. Και στη συνέχεια κατέληξε ότι σε συγκεκριμένη περίπτωση τα Ελληνικά Δικαστήρια παραβίασαν την αρχή της αναλογικότητας με την καταδίκη του Κοκκινάκη την Ποινική, διότι δεν δικαιολόγησαν για ποιον λόγο προσπάθησε να πείσει τον γείτονά του με μέτρα, με μέσα τα οποία ήταν μη εύλογα. Και συνέχεια έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρο νέας της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Αθροπινών Δικαιωμάτων σε συγκεκριμένη περίπτωση. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την προσοχή σας.