Διάλεξη 6: Είναι ένας φιλοσόφος που ρίχνει την έμπαση στην οντολογία, στον ον, ότι ο Ιησούς είναι ο Ιησούς, ο Ιησούς είναι ο Ιησούς. Υπάρχει ένας φιλοσόφος που λέει ότι ο Ιησούς είναι ο Ιησούς, ο Ιησούς είναι ο Ιησούς. Είναι ένας φιλοσόφος που λέει ότι ο Ιησούς είναι ο Ιησούς, ο Ιησούς είναι ο Ιησούς. Ότι απεχθάνονται την κίνηση και την αλλαγή. Και σήμερα θα κουβετιάζουμε ένα από τους καλύτερους μαθητές του, τον Ζίνωνα, τον Λεάτη. Γεννήθηκε το 485 π.Χ. Αυτό που ενδιαφέρει στην περίπτωση του Ζίνωνα, ήταν αντί για να καθίσει ο ίδιος και να προτείνει μια θεωρία, το ενδιαφέρον και το δικό του ήταν να δείξει τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις της άλλης σκέψης, που ασχολείται πιο πολύ με το γίγνεστε. Το δικό του το ενδιαφέρον ήταν στην αποδόμηση των όσων λένε οι άλλοι. Και ο Αριστοτέλης θεωρούσε τον Ζίνωνα σαν τον ευρετή της διαλεκτικής, όπου βέβαια η διαλεκτική στην περίπτωσή μας είναι η ρηστική. Μιλάμε δηλαδή για ένα καλπιοκάβγα. Αυτό που θα δούμε σήμερα μαζί είναι τα επιχειρήματα του Ζίνωνα, που θέλει να δείξει ότι αυτή η έννοια της κίνησης και της αλλαγής δεν στέκεται και να δείξει λοιπόν τις αδυναμίες αυτής της σκέψης. Θα τα πάρω ένα-ένα, σημερικά πράγματα μάλλον θα διαφωνήσουμε, σε άλλα θα δούμε πως μετά από τόσα χρόνια τα καταλαβαίνουμε καλύτερα, αλλά με κανένα τρόπο δεν μπορεί κανένας να ξεπεράσει τις παρατηρήσεις του Ζίνωνα που έχουν τη δική τους βάση. Λέει λοιπόν, αν υπάρχει μια πολλαπλότητα πραγμάτων και θεωρεί πως αυτά τα πράγματα που είναι και μεγάλα και μικρά, τότε θεωρεί ότι αυτά τα πράγματα μπορούμε να τα προσθέσουμε, να τα βάλουμε μαζί και να τα αφαιρέσουμε. Εάν τα βάλουμε τα πράγματα μαζί συνεχώς θα γίνονται και πιο μεγάλα, εάν προχωρήσουμε στην αφαίρεση λοιπόν θα γίνονται συνεχώς πιο μικρά. Τόσο μικρά, ώστε στο τέλος για να μην έχουν μέγεθος και τόσο μεγάλα ώστε να είναι άπειρα. Αυτή η λογική του Ζίνου να τη βλέπουμε ξανά και ξανά και ξανά. Δηλαδή, αν κάποιος του προτείνει κάτι, μπαίνει στον πειρασμό, την πρότυψε αυτή για να την πάρει και να την ξανακάνει ξανά και ξανά και ξανά, μέχρι να φτάσει στα οριά της. Εάν τα πράγματα μετά λέει είναι πολλά, τότε είναι και άπειρα. Πώς γίνεται αυτό? Γιατί ανάμεσα στα πράγματα, δηλαδή για να έχουμε τα πολλά τα πράγματα, θα πρέπει για να τα διακρίνουμε, να πούμε το ένα πράγμα πως είναι εδώ, το άλλο πράγμα πως είναι εκεί. Συνεχώς να υπάρχει ένα κενό ανάμεσα στα πράγματα. Στο κενό αυτό κάποιος μπορεί για να βάλει και άλλα πράγματα. Και συνεχώς, με τη λογική αυτή, για να φτάσουμε τελικά σε πράγματα που είναι άπειρα. Επιχειρήματα εναντίον της κίνησης. Η κίνηση λέει δεν υπάρχει, γιατί αυτό που κινείται, θα πρέπει να βάλει, αυτό που κινείται, θα πρέπει για να φτάσει στη μισή απόσταση, πριν φτάσει στο τέρμα. Λέει πως είναι πάρα πολύ λογικό. Μετά όμως και το συνεχίζει. Για να φτάσει όμως στη μισή απόσταση, θα πρέπει να φτάσει στο μισό της μισής απόστασης. Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Και το συνεχίζει ξανά και ξανά. Από το ένα δεύτερο πήγαμε στο ένα τέταρτο, στο ένα όγκο κτλ. Και συνεχώς διαιρώντας τις αποστάσεις, ο ταλέμπρος αυτός που θέλει για να κινηθεί, θα παραμείνει λοιπόν στο σημείο της εκκίνησης. Βλέπει κανένας ποιο είναι το λάθος του επιχειρήματος του ζήνωνα μετά από τόσα χρόνια. Το ξέρουμε βέβαια. Ποιο είναι το πρόβλημα όταν βάζουν... Ναι. Καταλάβατε ότι η εκκίνηση είναι ομοσχερά από το ένα έρα στο άλλο, το ένα ελεύθερο εστιμίσιο κλίμα... Σωστά, σωστά. Περασμένος δραστημός. Περασμένος δραστημός ουσιαστικά θεωρεί το χώρο τόσο τεθνό που μπορεί να περιεχθεί στο πάρα πολύ μικρές αποστάσεις. Σωστά. Ναι. Να σας αναρωτάω ποιος είναι ο προηγούμενος πρόβλημα τόσο έθνος από το ένα. Δεν έχουμε σχόλους, δεν έχουμε καλή διάρκεια. Δεν υπάρχει πλήρηση κάθε στιγμή. Ο προηγούμενος, ο αμέσως προηγούμενος από το ένα έθνο, και ο αμέσως πόλος από το άλλο έθνο. Ο επόμενος δεν υπήρξε η αμέσως προηγούμενο στιγμή, η αμέσως πόλος από το άλλο έθνο. Στους πραγματικούς δεν έχει πάει αυτό. Πιο πολύ μένει στους... Πιο πολύ θέτει να κάνει μια διαίρεση και μένει και στους δυτούς. Έχει μια ποσότητα, τη διωρώντια δύο. Μετά ακόμη ένα δύο πάει στο ένα τέταρτο. Πιστεύετε ότι όντως το βασάνισε το θέμα ώστε να πάει στον κολλητό τον αριθμό, που όντως δεν υπάρχει πρόβλημα ότι είναι ο πιο κολλητός αριθμός σαν κάποιον. Πιο πολύ πήγε και έμεινε σε μια διαίρεση. Έχω ένα διάστημα, το ένα. Το σπάω στη μέση, το ένα δεύτερο. Άρα του λέει το αλλονού για να φτάσει το ένα θα πρέπει να φτάσει το ένα δεύτερο. Για να φτάσει το ένα δεύτερο πρέπει να φτάσει το ένα τέταρτο κτλ. Και όλοι ξέρουμε από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου ότι το ένα δεύτερο, ή το ένα τέταρτο, ή το ένα ογδό, πρόκειται για γεωμετρική σειρά, αθρίζεται, και πάντως είναι πως ενίσχομαι με ένα. Αυτή είναι η δουλειά του Λάιμπνης και του Νεύθωνα. Αυτό που κρύβεται από πίσω σε όλη τη λογική του Ζήνονα είναι μια σύγκριση που θέλει να κάνει, που προφανώς είναι κάτι το πάρα πάρα πάρα πολύ συζητήσιμο, ανάμεσα στο συνεχές και το διακριτό. Και συνεπώς παίρνει αυτό το συνεχές διάστημα και το κόβει. Το κόβει στο ένα δεύτερο και μετά παίζει και με τις διαρρέσεις και αφήνει να εννοηθεί ότι αν αθρίσεις άπειρους όρους, επειδή οι όροι είναι άπειροι, θα πάρεις άπειρο. Το οποίο μάλλον ελέγχεται μετά από τόσους αιώνες χάρη στη δουλειά του Νεύθωνα. Πραγματικούς ερευνός όμως δεν το βλέπω να το βάζεις σαν θέμα. Το βλέπεις? Είμαι βέβαιος ότι αν αφεθούμε, εμείς οι υπόλοιποι, θα μπλέξουμε με μαθηματικούς καυγάδες. Δεν έχω καμία αντίρρηση, αλλά απλώς εμείς πρέπει να κάνουμε μια κακή προπόνηση οι υπόλοιποι. Αλλά δεν νομίζω ότι το θέμα του Ζίνωνα έχει να κάνει με πραγματικούς αριθμούς, που θέλουν να δεν κολλάσεις έναν κάποιο ρίζα 2, που θέλουν να δεν κολλάσεις έναν π. Λέει πως έχω το διάστημα και υφέρπει το πρόβλημα τους συνεχούς, πώς θα το συγκρίνουμε με το διακριτό και αυτό πιο πολύ είναι πρόβλημα και της φυσικής. Δηλαδή μιλάμε για το συνεχές, τις πράγματα κάνουμε στο διακριτό και με ένα τεράστιο πρόβλημα πώς από το διακριτό μπορεί κάποιος να ανασύρει το συνεχές, που είναι μια τρομακτική υπόθεση. Έχουμε συνηθίσει να μετράμε ένα, δύο, τρία και τα λοιπά και ξαφνικά κάποιος σου έρχεται και σου λέει «ξέρεις υπάρχει και το συνεχές» και η Λυκνάν δεν ξέρω πώς το ορίζεται με ακρίβεια τι είναι αυτό το συνεχές. Σίγουρα κρύβονται κάποιες λεπτές έννοιες και θα φτάσουμε, δηλαδή και στα επόμενα και τα θέματα που θα δείξουμε σε λίγο, πάλι βγαίνουν λεπτές έννοιες που προέρχονται από τα σύγχρονα τα μαθηματικά. Περφανώς υπάρχει ιστορία με τον Αχηλέα και τη Χελώνα. Ο Αχηλάς δεν μπορεί να φτάσει ποτέ τη Χελώνα. Πάλι λέει ότι ο Αχηλέας για να φτάσει τη Χελώνα πρέπει να διανύσει τη μισή απόσταση. Την ώρα που ο Αχηλέας διανύει τη μισή απόσταση η Χελώνα θα πάει λίγο πιο πέρα. Και άντε πάλι να τρέξει ο Αχηλέας να φτάσει τη Χελώνα θα πάει λίγο πιο πέρα και συνεπώς ο Αχηλέας και ο Ταχύπους ο Αχηλέας δεν πρόκειται να φτάσει ποτέ τη Χελώνα. Μια ωραία πρόταση υπάρχει στο κόπο λίγο για να σταθούμε είναι η εξής. Αυτό που κινείται, πάμε στην κίνηση που την απεχθάνονται όλοι οι ελεάτες, πραγμανός και ο Παρμενίδης και ο καλός του αγαπημένος μαθητής του ο Ζίνων, λέει αυτό που κινείται δεν κινείται ούτε στο χώρο που είναι ούτε στο χώρο που δεν είναι το κινούμενον ούτε ενώ έστη το όπου κινείται ούτε ενώ μη έστη. Και όντως συνιστά ένα κάποιο πρόβλημα, άμα σκεφτείτε πως έχουμε ένα βέλος, φεύγει το βέλος, αφήνει τη θέση Α πάει στη θέση Β και κάποιος μπορεί να πει το βέλος που βρίσκεται, προφανώς θα πάει κάποιος να καταφύσει εξισώσεις που ξέρουμε, θα γράψει μια ξύση κίνηση σε όλη τη χρονική στιγμή θα βρίσκεται εκεί και τα λοιπά, παραμείνει το ρώτημα αυτό το πράγμα που κινείται στο χώρο που βρίσκεται. Σας θυμίζω ότι όταν βλέπουμε μια ωραία ταινία, καθόμαστε με ένα παι και τη χαζεύουμε, μας δίνει αυτήν την αίσθηση της συνέχειας, ότι τα πάντα κινούνται, ότι όντως αφήνει τη θέση Α και πάει στη θέση Β, αλλά όλοι ξέρουμε επίσης πως δεν πρόκειται για τίποτα το συνεχές, ότι πρόκειται για κάποιες φωτογραφίες που πάρθηκαν σε ορισμένα τακτά χρονικά διαστήματα και επειδή λοιπόν η απόσταση αυτή είναι πάρα πολύ μικρή και το μάτι μας δεν μπορεί να την πιάσει, σε μας φαίνεται σαν να είναι κάτι το συνεχές. Άρα λοιπόν οι ελεάτες την κίνηση τη φαντάζονται σαν μια διαδοχή από ακυνησίες, είναι μια καλλιδοσκοπική κίνηση. Εκείνο όμως που είναι πάρα πολύ σημαντικό και σίγουρα πρέπει για αναφορά τους φυσικούς, τους κοσμαλόγους, είναι η εξής πρότασή του, όπου παίρνει πάντα μια πρόταση και την γενικεύει και την πάει στα άγχρα. Λέει λοιπόν κάτι, αν ο τόπος είναι κάτι, αν ο τόπος είναι κάτι, μέσα σε τι υπάρχει, η αίσθητη, ο τόπος εν την αίσθη. Είναι κάτι πολύ σημαντικό γιατί εκείνο που κάνουμε συνεχώς είναι να πάρουμε το αντικείμενο, να το βάλουμε σε ένα σημείο του χώρου, σε ένα σημείο του τόπου και ο Ζίνο λέει «Συγνώμη, εγώ δεν μπορώ να σταματήσω σε αυτό». Αν κάποιος έχει το δικαίωμα να εγκυβωτίζει τα αντικείμενα σε ένα τόπο, μπορεί μετά αυτό το πράγμα να το πάρει και να το ξαναπεί. Δηλαδή, εφόσον το αντικείμενο το έβαλες μέσα σε ένα τόπο, ο τόπος ο ίδιος που ανήκει, δεν πρέπει αυτό το τόπο για να το βάλεις κάπου αλλού και συνεχώς να πεις ότι αυτός ο τόπος θα πρέπει να ανήκει σε κάτι πιο μεγάλο που ξεπερνά και το τόπο. Έχουμε ένα πίνακα, το παίρνουμε το πίνακα και το βάζουμε και στο σπίτι μας, σε ένα τείχο. Ο τείχος ανήκει σε ένα ευρύτερο σύνολο στο σπίτι μας. Το σπίτι είναι στο δήμο Θεσσαλονίκης ή Θεσσαλονίκη ανήκει σε ένα πολύ πιο μεγάλο χώρο την ελληνική δημοκρατία, πάμε στην Ευρώπη και τα λοιπά, πάμε στο Σύμπαν και τελικά μπαίνει ένας κάποιος πειρασμός συνεχώς να ψάχνουμε να βρούμε ένα χώρο, ένα τόπο πιο μεγάλο για να εντάξουμε αυτό που ξέρουμε ήδη. Πώς το βλέπετε, έχουμε στην παρέμ μας κανένα από την κοσμολογία. Δεν έχει μια κάποια λογική ότι κατά κάποιον τρόπο υπάρχει αυτή η έννοια του χώρου και στο χώρο πάμε και ακουμπάμε, βάζουμε και τα πράγματα μας. Ποιος έχει φτιάξει το χώρο αυτό εδώ? Μας το χάρισε κάποιος και μας είπε, κοιτάξτε, ελάτε, έχουμε εδώ αυτό το χώρο και μπορείτε να ζωγραφήσετε. Και βάζουμε εκεί τα αντικείμενά μας. Το φτιάχνουμε το χώρο εμείς. Κάποιος μπορεί να σου πει, αν ξέρεις, ο χώρος και ο χρόνος γεννήθηκαν τη στιγμή της μεγάλης έκρηξης στον Μπιμπάνκα. Ακούγεται πάρα πολύ ωραία, αλλά στην πράξη δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει αυτό το πράγμα. Τι υπάρχει τώρα, τι πρώι υπάρχει και αν μπορούμε λοιπόν στην έννοια του χώρου να φανταστούμε κάτι σαν μια ιεραρχία όπου κάτι προηγείται και κάτι έπεται. Κάποιος κοινικός θα μπορούσε να το γυρίσει ανάποδα και να πει, ξέρεις, ο χώρος υπάρχει, γιατί έχω αυτό το πράγμα, έχω και αυτό εδώ και ανάμεσά τους υπάρχει μια απόσταση. Είναι αυτή η απόσταση που σου φτιάχνει το χώρο και λες ότι έχω το χώρο γιατί μπορείς να απλώσεις τη δική σου πραγμάτια. Πώς πάτε και απλώνετε τη δική σας μπουγάδα και απλώνετε και τα ρούχα σας και φτιάχνετε εκεί το χώρο για το δικό σας. Έχετε απλώσει την μπουγάδα σας. Λοιπόν, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι υπάρχει αυτός ο χώρος, γιατί έχουμε αντικείμενα και τα απλώνουμε και τα αντικείμενα τα ίδια με το δικό τους τρόπο φτιάχνουν το χώρο και μετράμε το χώρο πάλι με διαδικασίες που υπόκεινται στην Φυσική την ίδια. Θα στείλουμε μια φωτεινή αττίνα, θα γυρίσει πίσω, πόσο χρόνο θα κάνει, θα πούμε αυτή είναι η απόσταση που χωρίζει τον ένα γαλαξία από τον άλλο. Άρα το επιχείρημά του αυτό θα έλεγα πως είναι εξαιρετικά στέρεο και δεν απαντάται με εύκολο τρόπο. Ο χώρος, η χώρα, μια άλλη ωραία λέξη ελληνική, ο χώρος, η χώρα, δεν είναι ακριβώς το ίδιο. Λέμε συχνά ότι έλαβε χώρα. Έλαβε χώρα σημαίνει ότι συνέβη κάτι και το εντάξαμε μέσα στο χώρο. Και προφανώς αυτός ο τόπος και τα λοιπά μπορούμε για να φανταστούμε να γίνει συνεχώς τον έναν τόπο, τον εντάξει τον έναν άλλο, αυτός ή κάτι άλλο. Σας θυμίζει κάθε ολοκλήνη τι είναι τη ρωσκή κούκλα. Πώς το λέμε και τη ρωσκή κούκλα? Πώς? Μπράβο. Λοιπόν, λέμε πως έχουμε μια κούκλα, ανοίγουμε και βρίσκουμε μια άλλη μέσα, την ξανανοίγουμε μια άλλη και τα λοιπά. Ο Ζίνο λέει, κοιτάξτε, εγώ δεν έχω καμία διάθεση για να σταματήσω το παιχνίδι αυτό, θέλω λοιπόν να το συνεχίσω επάπειρο, ενώ στην περίπτωση της κούκλας βρίσκω τη μία κούκλα μέσα στην άλλη, στον τόπο έχω ένα τόπο, το βάζω πιο μεγάλο τόπο, τον άλλο σε πιο μεγάλο τόπο και έχω λοιπόν τη ματριώσκα των τόπων. Έχετε καμία παρατήρηση κυρίως όσοι προχωρείτε από τα μαθηματικά ή από τη φιλοσοφία πάνω σε αυτή τη λεπτή έννοια χώρος. Μας το χάρισε κάποιος και μας είπε ότι μπορείτε να παίξετε μπάλα, όπως λέμε πάμε να παίξουμε μπάλα και πάμε σε ένα γήπεδο και παίζουμε μπάλα στο γήπεδο. Το γήπεδο πρέπει να υπάρχει και πάμε να παίξουμε μπάλα. Εγώ θα ήθελα να πω ότι αυτή η ανάγκη που διουργείται για να βρίσκουμε το τόπο είναι όταν φτάνουμε στα όρια ουσιαστικά. Δηλαδή είναι από χίλια χρόνια που δεν είχαμε βγει έως από τη γη, τότε αυτή δεν ξέραμε την υπέροχη από έξω, οπότε ήταν υποθέσεις και έλεγαμε. Και φτάσαμε μετά στα όρια, είπαμε αυτό, δηλαδή όταν φτάσουμε μετά στα όρια του σύμβατος, αυτό θα πω, τότε θα μπορούμε να υποθέσουμε γιατί υπάρχει απ' έξω πέρα. Και εγώ θα πω ότι είναι αυτό που είπατε με τους κοινικούς, με την απόσταση να είστε δυνατοικημένοι. Ναι, αυτό. Δηλαδή πιστεύετε ότι υπάρχουν τα όρια του κόσμου και φτάνουμε εκεί στα όρια και κοιτάμε απ' έξω και… Εξάλλου για να το γυρίσω ανάποδα, μια και υπάρχουν φυσικοί εδώ, για να πω πως υπάρχει χώρος δεν πρέπει να στήσω κάτι, μια φάμπρικα. Ένα κάποιο πείραμα και να πω από εδώ μέχρι εκεί συνέβη το τέτοιο πράγμα. Είναι δυνατό κάποιος να φανταστεί ένα χώρο χωρίς να συμβαίνει κάτι. Μπορείτε στο μυαλό σας, ίσως, όταν κοιμάσετε να φτιάξετε ένα χώρο. Αλλά από τη λέξη την ίδια, ο χώρος, σημαίνει τι, ο χώρος είναι κάτι που χωρεί. Γιατί χωρεί τα πράγματά μας, τα πειράματά μας, τις επιδιώξεις μας, τις δράσεις μας. Ακόμα περισσότερο, μπορείτε να φανταστείτε ένα χώρο ή ένα τόπο που να μην συμβαίνει τίποτα. Το τι θα σημαίνει αυτό για εσάς, ότι κάπου υπάρχει ένας τόπος και δεν λαμβάνει χώρα τίποτα, ναι. Α, ναι, μόνο που, φυσικός είστε, τότε πρέπει να ξέρεις ότι με βάση την κυβαντική μηχανική, το κυβαντικό κενό δεν είναι τελείως άδειο, συμβαίνουν χίλια δυο πράγματα, και ίσως η σκοτεινή ενέργεια που έχουμε πριστοσύμπαν να ισχύεται με το κυβαντικό κενό. Το κυβαντικό το κενό δεν είναι άδειο, άδειο. Είναι άδειο από σματίδια, τα οποία με τράμα, αλλά υπάρχουν οι κυβαντικές διακυμάνσεις και υπάρχουν τα κυβαντικά φαινόμενα. Τώρα μια και το ανέφερα όμως. Κυβαντικές διακυμάνσεις. Ποιος αποκλεί, όταν δεν υπάρχει κυβαντικό κενό, κυβαντικές διακυμάνσεις, ποιος αποκλεί αυτό που λέμε τόπος, που πήγαμε τώρα, να είναι μια φυσαλίδα, ότι ξαφνικά από το τίποτα γεννιέται λοιπόν μια κυβαντική φυσαλίδα και αυτός είναι ο τόπος στον οποίο εμείς ζούμε. Άρα να φανταστούμε πως ο τόπος γεννιέται από το τίποτα και χάνεται στο τίποτα, προφανώς ο Ζίνων και ο Παρμενίδας θα μας σκυλοβρίζανε, γιατί είναι φάνταστα να γεννιωθούν ότι κάτι δεν υπάρχει γεννιέται και χάνεται, ψάχνουμε για το όν, το σταθερό, το αναλίατο, αλλά τα τελευταία μοντέλα που έχουμε στη Φυσκή και που λένε πάρα πάρα πολύ, είναι λοιπόν το Σύμπαν Γεννιέται σαν κυβαντική διακύμαση, σαν μια φούσκα λοιπόν και ζούμε μέσα σε μια φούσκα, όπου υπάρχει μια άλλη φούσκα και συνεπώς αυτό που λέμε Σύμπαν ο κόσμος είναι μια συλλογή από φυσαλίδες από διαφορετικούς χώρους και διαφορετικούς τόπους. Μου φαίνεται αν μπείτε στο Google πάτε και γράψετε Multiverse ή πολλαπλά σύμπαντα θα βρείτε κάποιες ιδέες του Βιλένκι που μιλάνε για τέτοια πράγματα. Αλλά για να ξαναγυρίσω στον Ζινωνά το επιχείρημά του είναι πάρα πάρα πολύ σημαντικό. Κάπου σε εμάς η αίσθηση είναι ότι ο τόπος υπάρχει σαν την αποθήκη που έχουμε στο σπίτι μας και πάμε και αφήνουμε και τα πράγματά μας και σε ρωτάει η μάνα σου πού το βάλες, α είναι και στην αποθήκη και ορίζεται σαν ο χώρος που βάζουμε πράγματα η αποθήκη υπάρχει αλλά μην κάποια στιγμή η αποθήκη δεν υπήρχε. Άρα λοιπόν αυτό το θέμα του τόπου, του χώρου και της χώρας υπάρχει πάντα και σαν θέμα στη φυσική και σαν θέμα στα μαθηματικά. Έχουμε λοιπόν και στον Παρμενίδη και στον Ζινωνά, στους Ελεάτες τον απόλυτο διαχωρισμό ανάμεσα στον ο και το μιόν. Και αυτό που θέλουν να δείξουν είναι την αιώνια αμετάβλητη πραγματικότητα. ΑΙΕΣΤΕ. Θέλγονται με αυτό ε. ΑΙΕΣΤΕ. Το μερό δεν ακούγεται. Είναι αυτό που υπάρχει πάντα. ΑΙΕΣΤΕ. Γιατί, και εδώ φτάνουμε τώρα στην λογική, γιατί αν γινόταν κάτι αναγκαστικά θα πρέπει να ήταν μηδέν πρωτού γίνει. Θα ήταν μηδέν για να γίνει κάτι. Και συνεχίζουν αυτοί, αλλά ουδέν εκ του μηδενός, η δουλειά απάντηση. Από το μηδέν δεν βγαίνει τίποτα. Μιλάμε για την καθαρή γνήσεα την ελληνική σκέψη. Από το μηδέν δεν βγαίνει τίποτα. Και το μηδέν ακόμα και στα μαθηματικά των Ελλήνων δεν υπάρχει. Άρα λοιπόν με Λύσα αρνούνται λοιπόν αυτό το μηδέν, το ανύπακτο. Και με ένα κάποιο δίκαιο και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης ονόμασαν τους Ελεάτες στασιώται του όλου. Είναι εκείνοι λοιπόν που σταματάνε το όλο. Δεν υπάρχει κίνηση. Και τους θεωρούν αφυσικοί. Έχουμε λοιπόν τους Ιωναίους που είναι οι υφεσικοί φιλόσοφοι και φτάνουμε στον Παρμενίδη και το Ζίνωνα που είναι οι αφυσικοί. Έχετε να πείτε τίποτα γι' αυτή την συνειδητή προσπάθεια διασφάλισης της οντολογίας, της σταθερότητας, γι' αυτή την απόρριψη της κίνησης της αλλαγής, της απόρριψης και του μηδενός και όλα είναι μια πάτη και συνεπώς πρέπει να ψάξουμε εκείνο το σταθερό το αναλείωτο στοιχείο. Ναι. Οι Λεάντες δεδέχονται την πραγματικότητα του δυνάμιου. Αν δεν δεχθούμε την πραγματικότητα του δυνάμιου δεν μπορεί να υπάρχει συνέχεια ούτε στο χρόνο και στη κίνηση. Αν δεν δεχθούμε μόνο την πραγματικότητα του ενεργείας, αυτόν από τα ένας συνέχεια δεν μπορεί να υπάρχει αριστοτελικά. Ναι, μου ακούγεται πολύ αριστοτελικό. Αμέσως εκεί θεμελιώνεται το σκεπτικό μας. Όταν μόνο τα ενεργεία πάνω τα προκύπτει η λογική της διακριτότητας. Δεν είναι στην λογική που η γραμμή σημακίζεται μόνο από διακριτά σημεία μεταξύ τους. Δεν θα είναι ενωμένα. Ενώ η δυνάμη και η αριθμότητα μπορεί να τα ενώσει. Γι' αυτό δεν ξέρω άνθρωποι που ενωούν ότι είναι η δυνάμη πραγματικότητα. Μα δεν σκέφτονται έτσι. Δεν νομίζω ότι ασχολήθηκαν αυτοί με αριστοτελικές έννοιες. Μέσα από ο Αριστοτέλης, για να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα ανάμεσα στην οντολογία και την κίνηση, εφεύρε αυτή την ιστορία του εν δυνάμη και εν ενεργία. Ναι, γιατί σύστηκα το χρόνο που είχαν αποδεικνύει με το δυνάμιο άνδρυα. Δεν ξέρω αν αυτό συνιστά μια απάντηση. Με λίγο θα μπούμε σε μια σύνθεση, γιατί έχουμε διαμορφώσει τους δύο πόλους σύγκρουσης. Το είναι, που κατά βάθος το αγαπάνε όλοι οι Ελληνες, και το γίνεσαι, την κίνηση. Και όλοι οι πόλοι θα προσπαθήσουν κατά κάποιο τρόπο να διασυμφαλίσουν την κίνηση, κρατώντας βέβαια και το όν. Λοιπόν, δεν υπάρχει κανένας Ελληνες που να λέει το όν δεν υπάρχει, που θα μπορούσε κάποιος να το συγχειριστεί. Και ότι τα πάντα είναι μια αλλαγή. Ακόμα και ο Ηράκλητος που λέει γίνεστε, γίνεστε, γίνεστε. Όταν λέει για τις αλλαγές, λέει οι αλλαγές γίνονται εις των αυτών λόγων. Είναι η επανάληψη, υπάρχει ένα μέτρο. Άρα λοιπόν, μιλάμε για κάτι πολύ θεμελιωμένο που είναι μέσα στη ρίζα της ελληνικής σκέψης. Και αυτοί που έρχονται μετά προσπαθούν να διαμορφώσουν ένα δίκιο πλαίσιο ώστε να διασωθεί η κίνηση και η αλλαγή και η απώλεια παρουσία του όντος. Κανένας δεν είπε το όν δεν υπάρχει και είναι μια απάτη το όντος όν. Άρα όλοι τους έχουν ανάγκη την καθερότητα για να πατήσουν κάπου. Απλώς ψάχνουν για μια ελευθερία για να διαμορφώσουν κάποια όρια μέσα στο οποίο θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για αλλαγή στη φύση, για κίνηση, μετάλλαξη κτλ κτλ. Εξάλλου, μεταξύ μας. Αν δεν υπάρχει ένα σταθερό στοιχείο για να πατήσουμε πως θα μπορούσαμε να μιλήσουμε. Αν τα πάντα αλλάζουν αλλάζουν αλλάζουν εμείς πως θα μπορούσαμε να πούμε κάτι που να έχει μια εγκυρότητα αν τα πάντα μπροστά μας αλλάζαν και δεν υπήρχε ένα στοιχείο στο οποίο μπορούμε να πούμε κοίταξε αυτό είναι ένα σταθερό στοιχείο και μπορούμε να πατήσουμε. Οπότε η ίδια η ανθρώπινη σκέψη έχει ανάγκη από μια κάποια αναφορά. Να πω ότι αρχίζω από εδώ αυτό είναι το σταθερό μου στοιχείο που μετά αργότερες θα αλλάζει μου δίνει πράγματα. Αλλά χρειάζεται μια σταθερή οντολογική αναφορά τουλάχιστον τουλάχιστον τουλάχιστον στα πλαίσια της αρχαίας ελληνικής σκέψης. Αλλού δεν ξέρω σε άλλα πλαίσια πιθανόν άλλοι να έχουν βρει μια άλλη λύση. Τίποτα άλλο για τους ελεάτες. Αν όχι θα περάσουμε τώρα στην απόπειρα της σύνθεσης. Έχουν τεθεί οι όροι της σύγκρουσης έχουν χωριστεί σε δύο στρατόπεδα όπου μπορεί κάποιος να βγει και να ψάξει μια σύνθεση που συνδυάζει το οντολογικό στοιχείο που αγαπάνε οι ελεάτες και το στοιχείο της κίνησης και της αλλαγής το γίνεστε. Αυτό λοιπόν που έχει προτεθεί είναι ότι υπάρχουν τα οντικά στοιχεία. Οντικά στοιχεία, κοιτάξτε, δεν είναι πια το «ον», υπάρχουν οντικά στοιχεία. Αυτά τα οντικά στοιχεία είναι αυτά που είναι απόλυτα, δευθύρονται, αιώνια. Άρα κάπου, κάπου, κάπου προσπαθούν να συνενέσουν με τον Παρμενίδη. Αυτά όμως τα οντικά στοιχεία κινούνται, κινούνται μέσα σε κενό χώρο. Αυτό προφανώς έχονται σε κόντρα με τον Παρμενίδη και με τον Ζίνανα που για αυτούς δεν υπήρχε ο κενός χώρος. Και είναι λοιπόν αυτή η κίνηση και η πολλαπλότητα των οντικών στοιχείων μέσα στον κενό χώρο που δίνει τι? Δίνει την μεταβαλόμενη πραγματικότητα που μας προσφέρει η εμπειρία. Το άλλο που βρήκανε είναι αυτές τις έννοιες της απώλειας, πως έχουμε κάτι και χάνεται. Δεν είναι απώλεια πως χάνεται τελείως, όχι. Αυτό που γίνεται είναι ότι τα οντικά στοιχεία, συναντάμε λοιπόν στα οντικά στοιχεία, το φαινόμενο της σύμμιξης και του διαχωρισμού. Δηλαδή μπορούμε να φανταστούμε ότι έχουμε τα οντικά στοιχεία που προχωρούν σε μια σύμμιξη, να έχουν κάτι άλλο, σε μας φαίνεται καινούριο, αλλά προήλθε από τη σύμμιξη αυτή, το γεωνοστήριο που τα βάλαμε μαζί, ή μπορούμε να συναντήσουμε το φαινόμενο του διαχωρισμού, το στοιχεία αυτό μπορεί να σπάσει λοιπόν στα υπόλοιπα στοιχεία και πάλι αυτό μπορεί να μας φανεί σε κάτι καινούριο, την ώρα που δεν είναι οντολογικά καινούριο. Ο Εμπεδοκλής από τον Ακράγκαντα γινήθηκε το 492 π.Χ., θεώρησε πως τα ριζώματα πάντων, δηλαδή αυτά που έχουμε στη διάθεσή μας σαν τα οντικά στοιχεία, πως είναι τέσσερα, γη, νερό, αέρας και φωτιά. Αυτά είναι και τα στοιχεία λοιπόν που δεν αλλάζουν, αλλά επειδή μπορούμε να φανταστούμε ότι υπάρχει το φαινόμενο της σύμμιξης και του διαχωρισμού, μπορούμε λοιπόν να δούμε την γένεση των επιμέρων πραγμάτων. Η σύμμιξη αυτή, μη φανταστείτε πως είναι κάτι τυχαίο, δηλαδή δεν τα παίρνω και τα κολλάω. Το κάθε ένα σώμα έχει τις δικές του τις απορροές και πάει και ψάχνει να βρει τους πόρους που υπάρχουν στο άλλο σώμα και κολλάνε λοιπόν οι απορροές στους πόρους που έχει το άλλο σώμα και έτσι φτιάχνουν λοιπόν το καινούργιο στοιχείο. Το άλλο το πάρα πολύ σημαντικό είναι ότι ο Εμπεδοκλής εισήγαγε δυνάμεις. Εισήγαγε λοιπόν τη φιλότητα και το νίκος. Το νίκος είναι από εκεί έχουμε τη φιλονικία. Η φιλότητα λοιπόν είναι μια δύναμη που ενώνει τα πράγματα και μας φτιάχνει τις αρμονικές δομές, ενώ το νίκος είναι που διαχωρίζει και τη μιουργή της μονομερής δομής. Η δράση του νίκους ακόμα παράγει δύνες, στροβιλική κίνηση και αποχωρίζει τα διάφορα στοιχεία. Άρα λοιπόν λόγω της δράσης του νίκους συμβαίνει να έχουμε στο κέντρο τη γη, γύρω γύρω το νερό, μετά ο αέρας και εξωτερικά η φωτιά. Παρατηρούμε κάτι το πάρα πάρα πολύ σημαντικό που χαρακτηρίζει ακόμα και τη δική μας σκέψη. Έχουμε ένα δισμό. Ο δισμός είναι η ύλη και οι δυνάμεις. Η ύλη δεν έχει την ικανότητα να φτιάχνει κάτι μόνη της. Υπάρχουν οι δυνάμεις που δρούνε πάνω στην ύλη και αυτή είναι ακόμα η σύγχρονη δικιά μας αντίληψη, πως έχουμε λοιπόν την ύλη και έχουμε δυνάμεις που δρούνε πάνω στην ύλη και συνεπώς έχουμε αφήσει εκείνη την αντίληψη που είχαμε στην αντίστοιση του ΣΥΟΝΕΣ του υλοζωισμού, ότι είναι κάτι το ζωντανό που μόνο του μπορεί να φτιάξει καταστάσεις. Ένας άλλος που προσπάθησε να προκαλέσει τη σύνθεση είναι ο Αναξαγόρες. Γεννήθηκε το 500 με 428 π.Χ. Γεννήθηκε στην Ιωνική πόλη Κλαζομενές και έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Αθήνα, όπου τον καταδίωξαν για τις ιδέες του. Θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η Ιωνία είναι ο τόπος του πολιτισμού, γιατί είναι ακόμα στο στάδιο της βαρβαρότητας και κυνηγάει κάθε μία νεοτερική ιδέα. Πιστεύει ότι η Ήλλη είναι απίρος διαιρετή σε ομοιομεροί και υπάρχουν σπέρματα. Τα σπέρματα φέρνουν όλους τους ποιοτικούς καθορισμούς που συναντάμε στην εμπειρική Ήλλη. Με άλλα λόγια, εάν σε ένα πράγμα δούμε πως είναι κόκκινο, αυτό σημαίνει ότι μέσα στο πράγμα αυτό υπάρχουν τα κόκκινα σπέρματα και είναι αυτά τα κόκκινα σπέρματα που δίνουν το κόκκινο πράγμα στο αντικείμενο. Το άλλο που λέει είναι ότι στο κάθε ένα πράγμα συμμετέχουν όλα τα σπέρματα και ανάλογα με την ποσότητα από το κάθε ένα σπέρμα θα πάρει το αντικείμενο της δικές του ιδιότητας, δηλαδή σε ένα αντικείμενο που έχει το κόκκινο χρώμα σημαίνει ότι τα κόκκινα σπέρματα θα είναι πολύ πιο σωτρά από τα άλλα σπέρματα. Συμφωνεί με τους ελεάτες για τη γέννηση και την καταστροφή ότι είναι πράγματα που δεν υπάρχουν. Άρα αυτό που συμβαίνει τι είναι, είναι τα σπέρματα αυτά που ενώνονται, αποχωρίζονται που δίνουν αυτό το αίσθημα της αλλαγής. Τώρα, κινητήρια δύναμη του κόσμου είναι ο νους. Άρα βλέπουμε ότι εδώ έχουμε δύο δυνάμεις, όπως στην περίπτωση λοιπόν με Επεδοκλή, τη Φιλόητα και τον Νίκος. Εδώ έχουμε λοιπόν μία δύναμη, το νου. Τι έκανε ο νους, είναι η δύναμη εκείνη που έδωσε στη Συμπαγή Μάζα την κίνηση. Άρα λοιπόν το γεγονός πως έχουμε κίνηση στο Σύμπαν το οφείλουμε στο νου. Το άλλο που συμβαίνει με το νου είναι ότι έχει τη γνωστική ικανότητα και επιδρόντας πάνω στην ύλη προκαλεί διακρίσεις. Σημαίνει ότι αν έχουμε ένα σωρό από πράγματα που είναι χύμα, αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο νους θα δράσει πάνω στα πράγματα, θα προκαλέσει τη διάκριση και θα μπορέσουμε χάρις το νου να ξεχωρίσουμε και τα πράγματα αυτά. Πώς το πετύχει αυτό, με μία στροβιλική κίνηση που θα δώσει στη Συμπαγή Μάζα και συνεπώς χάρις την κίνηση αυτή εδώ θα μπορέσουμε τα διαφορετικά πράγματα και να δούμε ποιο είναι ποιο. Ο νους τώρα τι είναι. Είναι το πιο λεπτό και καθαρό πράγμα που δεν αναμειγνύεται με τίποτα άλλο, έχει γνώση για το κάθε τι, εξουσιάζει τα πάντα και διακοσμοί τα πράγματα. Παρ' όλα αυτά, παρ' όλο που λέμε ο νους και ο νους, μη φανταστείτε ότι έχει να κάνει με μία πνευματική κατηγορία. Πρόκειται για ηλικοί δυναμοί που έχουν την ικανότητα του να διαχωρίζει και να διακρίνει τα πράγματα. Και προφανώς θα είμαστε τώρα στη μεγάλη σύνθεση, μια μεγάλη σύνθεση που έχει κρατήσει για 23 αιώνες και αναφέρομαι προφανώς το Λέθκυπο και το Δημόκριτο. Ο Λέθκυπος έχει ζήσει γύρω στο 430 π.Χ. και ο Δημόκριτος γύρω στο 460 με 370 π.Χ. και προφανώς είναι ο μαθητής του Λέθκυπου. Και είναι αυτοί που μας χάρισαν την ατομική θεωρία. Συμφώνιζαν μαζί με τους Ελεάτες ότι υπάρχει ένα όνο, αγένητο και άφρατο. Αλλά από την άλλη μεριά, για να καταλάβουν την κίνηση και τις μεταβολές, δέχτηκαν σε αντίθεση με τους Ελεάτες πως υπάρχει το κενό. Και η ύλη μπορεί, λοιπόν, για να κινηθεί στον κενό χώρο. Πήρα, λοιπόν, και το παράδειγμα και το ζήνονα, ότι αρχίζω κόβω, κόβω, κόβω, κόβω και αν την ιστορία αυτή τη συνεχίσω συνεχώς, θα φτάσω σε ένα σημείο που δεν θα υπάρχει η ύλη καθόλου, γιατί την έχω κόψει σε απειροστά κομμάτια και συνεπώς θα χάσω την ίδια την υπόσχεση της ύλης. Άρα, για να απαντήσω στο ζήνονα, εκείνο που πρότεινα είναι ότι είναι αδιανόητη η επάπειρο διέρεση της ύλης. Άρα, λοιπόν, σε ένα σημείο θα φτάσουμε στα έσχατα δομικά υλικά της φύσης, τα οποία θα είναι συμπαγί, να μην δέχονται άλλες διαιρέσεις και τα υλικά αυτά, λοιπόν, είναι τα άτομα. Άρα, λοιπόν, αυτή ήταν η πρότασή τους σε ένα κάποιον διάλογο με το ζήνονα. Τα άτομα αυτά μοιάζουν πάρα πολύ με το «ον» του Παρμενίδη. Είναι αιώνια, αμετάβλητα, αγένητα, άθρατα, ομογενή και άτμητα. Πλήνω, όμως, εκείνο το «ον» που μας χάρισε ο Παρμενίδης, που είναι κάτι το συμπαγιές, δεν έχει κανένα κενό, στη δική μας την περίπτωση τώρα με το Δημόκριτο, ο Παρμενίδης αυτό «ον» το θρηματίζει σε άπειρα κομμάτια. Άρα, λοιπόν, έχουμε αυτά τα άπειρα κομμάτια, τα οποία κινούνται μέσα στον άδειο χώρο. Τα άτομα διαφέρουν μεταξύ τους μόνο ως προς το σχήμα, το μέγεθος και τη σχετική τους διάταξη. Άρα, δεν έχουν το ίδιο σχήμα, δεν έχουν το ίδιο μέγεθος, σημαίνει πως τα σχήματα πως είναι δυνατό για να διαφέρουν, δεν είναι κύβι, δεν είναι σφαίρες, άρα τα σχήματα μπορούν για να διαφέρουν. Το μέγεθος, θα πρέπει να φανταστούμε πως υπάρχουν άτομα που είναι μικρά και άτομα που είναι μεγάλα. Και τη σχετική τους διάταξη, θα πρέπει να φανταστούμε πως στα άτομα αυτά υπάρχει το θέμα της διάταξης, πως το ένα πλησιάζει προς το άλλο. Αν πέσουμε σε ένα σώμα και βρούμε πως το σώμα αυτό είναι πιο ελαφρύ από ένα άλλο σώμα, του δύου όγκου, αυτό συμβαίνει επειδή υπάρχουν περισσότερα κενά μεταξύ των ατόμων που το συνθέτουν. Το οποίο μου φαίνεται πως ακούγεται και εύλογο. Έχουμε τον ίδιο όγκο, πηγαίνουμε και τα ζηγίζουμε, σύμφωνα λοιπόν με το δημοκριτό, αυτό συμβαίνει γιατί το ελαφρύ το σώμα έχει πάρα πολλά κενά. Και τα άτομα μέσα στο κενό πραγματοποιούν τις ανάρχιες κινήσεις. Δεν υπάρχει καμιά τάξη, δεν υπάρχει κανένας νόμος, τα άτομα κινούνται λοιπόν τελείως. Τελείως ελεύθερα στον άδειο χώρο, μέσα από συγκρούσεις. Άρα, στην περίπτωση λοιπόν των ατομικών, η κίνηση είναι σύμφητη με τη φύση των πραγμάτων και δεν χρειάζεται να επικαλεστούμε το κοινούν αίτιο που συναντήσαμε στον Εμπεδοκλή, όπου για να συμβεί κάτι, για να φτιάξουμε κάτι, θα πρέπει να έχουμε τις δυνάμεις που δρούνε λοιπόν πάνω στην ύλη. Εδώ δεν συμβαίνει κάτι έτσι, δεν έχουμε κάποια δύναμη που να δράει πάνω στα άτομα. Αλλά εκείνο που είναι πάρα πάρα πολύ σημαντικό στους ατομικούς, προχωράνε σε μια διάκριση που αξίζει τον Κόπο για να την προσέξουμε. Λένε λοιπόν ότι οι ιδιότητες των όντων διακρίνονται σε πρωτεύουσες και δευτερεύουσες. Μου φαίνεται πως κάνει ένα πολύ πολύ μεγάλο βήμα. Ή στη φυσική όταν έχουμε να μελετήσουμε ένα κάποιο φυσικό σύστημα ή η πρώτη μας και η πιο σημαντική δουλειά είναι να καταλάβουμε ποιο είναι αυτό το φυσικό σύστημα, τι είναι αυτό που το καθορίζει, ποια είναι η κύρια δύναμη που δρα πάνω του και μετά αφού το καταλάβουμε αυτό σε δεύτερη μοίρα και σε μια δεύτερη στιγμή μπορούμε να δούμε τις άλλες τις λεπτομέρειες. Άρα λοιπόν αυτό που μας λένε είναι οι ιδιότητες των όντων, πρέπει να τις ξεχωρίσουμε σε πρωτεύουσες και σε δευτερεύουσες. Ποιες είναι οι πρωτεύουσιες ιδιότητες? Είναι η βαριετητά και η πυκνότητα. Δηλαδή το πόσο πολύ ζηγίζει λοιπόν το σώμα είναι κάτι το πάρα πολύ σημαντικό και είναι η πρωτεύουσα ιδιότητα, το ίδιο συμβαίνει και με την πυκνότητα και ανήκουν που? Ανήκουν στα σώματα τα ίδια. Όλα τα υπόλοιπα που έχουν να κάνουν με τις αισθήσεις και πώς εμείς νιώθουμε τα σώματα τα ίδια ανήκουν στις δευτερεύουσες αισθήσεις ιδιότητας. Άρα στο μυαλό τους μέσα έχουν μια σημαντική προσπάθεια να ξεχωρίσουν σε αυτό που μελετάμε τι έχει να κάνει με την άμεση την εμπειρία που έχει να κάνει σχέση με τις δικές μας τις αισθήσεις και τι είναι αυτό το σημαντικό που χαρακτηρίζει τα σώματα τα ίδια και προέρχεται λοιπόν από τις πρωτεύουσες της ιδιότητες. Ποιες είναι οι δευτερεύουσες οι ιδιότητες της αναφέρουν νόμο γλυκή, νόμο πικρόν, νόμο θερμόν, νόμο ψυχρόν, νόμο χροί, εταιεί δε άτομα και κενόν που σημαίνει τι συμβατικά νόμο. Είναι μια σύμβαση για να πούμε τι είναι γλυκό, είναι μια σύμβαση να πούμε τι είναι πικρό, τι είναι ζεστό, τι είναι ψυχρό, είναι μια σύμβαση για να πούμε τι είναι χρώμα. Πραγματικά είναι τα άτομα και το κενό. Πώς σας φαίνεται αυτό με βάση την εμπειρία σας και μόσα ξέρουμε μετά από τόσες, τόσες, τόσες αιώνες. Έχουν δίκιο που κάνουν αυτήν την τόσο σημαντική διάκριση, έχουν πέσει έξω. Τι είναι θερμό και τι είναι ψυχρό είναι όντως μια κάποια σύμβαση που κρύβει κάτι από πίσω. Υπάρχει στα μαθήματα δευτεράς γυμνασίας, τρίτης γυμνασίας, για το τι συνιστά τη θερμότητα. Θυμάται κανένας, θυμάται καμία, κανένας φυσικός πώς θεωρούμε τη θερμότητα της μέρας μας εδώ και έναν αιώνα παραπάνω. Αλλά παραμένει το ρώτημα τι συνιστά η θερμότητα που έχει το σώμα το ίδιο. Σε τι οφείλεται η ψηλή θερμοκρασία που έχει ένα σώμα, ναι. Σωστά. Αυτό που λέμε θερμότητα δεν είναι τίποτα άλλο παρά η κίνηση τομωρίων που βρίσκονται μέσα στο σώμα. Αν η κίνηση αυτή είναι έντονη, αυτό σημαίνει ότι έχει υψηλή θερμοκρασία, υψηλή θερμότητα. Εάν τα άτομα δεν κινούνται, πάμε σε χαμηλές θερμοκρασίες, στο απόλυτο κενό, δεν κουνιέται τίποτα. Δεν κουνιέται φύλλο. Άρα λοιπόν, το να πούμε ότι κάτι είναι ζεστό, είναι ψυχρό, είναι όντως μια σύμβαση. Μέζουμε έξω στο θεμόμετρο, λέμε πω πω, έχει 28 βαθμούς, έχει ζέστη ή έχει 3 βαθμούς, έχει ψωφόακρη. Στην ουσία, αυτό που είναι από πίσω και είναι και το σταθερό και οντολογικό σε εισαγωγικά, είναι αυτά τα άτομα τα οποία κινούνται. Αν κινούνται πάρα πολύ, για δίποτε λόγο, έχουμε την ψηλή θερμοκρασία και μεγάλη θερμότητα. Ψυχρό σημαίνει πως δεν κινούνται. Συμφωνεί? Νόμο γλυκή, νόμο πικρό, είναι σύμβαση, τι λέτε? Πώς το βλέπετε? Είναι όντως μια σύμβαση, νόμο γλυκή, νόμο πικρό. Τι λέτε ρε παιδιά, ναι? Συμφωνεί σε λίγους αυτό που βλέπουμε και διαφέρει σε λίγους αυτό που έχει κάνει. Μπράβο, πότε πας στο καφενείο και λες εκεί για ένα καφέ και τον παραγγέλεις πώς? Δεν είναι γλυκό το τρόπο. Ε, το αρχαϊκό. Σε εμένα η ατέλεια του λεφόνου είναι στήσου τη θερμή σας. Από πότε κάποιος μπορεί να μιλήσει για την τελειότητα των ανθρωπήρων στήσων. Τι είναι γλυκό και τι είναι πικρό. Εδώ έχω δει καυγάδες πώς έχει κάνει άλλος και τον καφέ. Βαρύ γλυκός τώρα και μου είδες φαρμάκι. Άντε εκεί βγάλε άκρη. Λες και θα μπορούσε κάποιος να μετρήσει τι είναι το γλυκό και τι είναι πικρό. Ανάλογα τι έχεις φάει και πιο μπροστά, επιθανόν για να σου φαίνεται πικρό. Έτσι δεν είναι. Μετά από μια μπουγάτσα με παραγγείλεις καφέ, δεν πρέπει να πεις παραπάνω ζάχαρη. Άρα λοιπόν, γλυκό-πικρό είναι η κατεξοχή συμβάση. Έχουμε κάπου και στη γλώσσα τα αισθητήρια. Τι είναι γλυκό για κάποιον, τι είναι πικρό. Τι είναι η κατεξοχή συμβασία που έχει να κάνει με τις αισθήσεις μας. Και τι είναι αυτό που είναι το πραγματικό που όντως υπάρχει. Τα άτομα και η κίνησή τους. Πώς σας φαίνεται αυτό. Τα άτομα και η κίνησή τους. Οι φυσικοί τι λένε. Τα άτομα και η κίνησή τους. Πιστεύετε σαν πρόταση μας καλύπτει το 2014. Μέσα σ' άκρες. Μίλησε ότι τα άτομα αυτά εδώ δεν είναι όλα τα ίδια. Έχει τα ελαφριά, έχει τα βαριά, ενδιαφέρουστο σχήμα, το μέγεθος. Ανάλογα και με το σχήμα και το μέγεθος, κάποιος μπορεί να φανταστεί ότι αυτά κολλάνε, δεν κουλάνε. Άρα σίγουρα, επειδή δεν έχουν το ίδιο σχήμα, δεν έχουν το ίδιο μέγεθος, πιθανόν να υπάρχει μια κάποια δυναμική που να βοηθάει μερικά άτομα να κολλήσουν με κάποια άλλα. Αλλά σε μεγάλο βαθμό αυτό που μελετάμε πάντα είναι, είναι κάποια πράγματα, άτομα μόρια που κοινούνται. Και είναι η κίνηση λοιπόν αυτή που μας δίνει κάποια δυναμική που πρέπει να καταλάβω τώρα. Αν η δυναμική αυτή διαφέρει από κλάδο επιστήμης σε ένα άλλο, προφανώς διαφέρει. Αλλά αυτή η αίσθηση άτομα που κοινούνται έχει μια τρομερή τρομερή μεγάλη βάση. Το πάρα πολύ σημαντικό είναι πως ο δημόκριτος ανερεί τα φαινόμενα των αισθήσεων. Και αναδεικνύει λοιπόν σαν μοναδική πραγματικότητα τα άτομα και την κίνηση των ατόμων μέσα στο κενό. Είναι ένας υλιστής, βαθύτατα υλιστής, αλλά από την άλλη μεριά δεν ανήκει στους εμπειριστές. Δεν είναι ο τύπος που θα δει μια εμπειρία, θα κολλήσει πάνω σε αυτό και θα πει είδα, άκουσα, μύρισα. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι πέρα από το άκουσα, είδα, μύρισα κτλ να πάει πίσω από αυτό και να ανακαλύψει λοιπόν την πραγματικότητα που κρύβεται πίσω από τις αισθήσεις. Χωρίζει μάλιστα τη γνώση με ένα υπέρχο τρόπο. Λέει, υπάρχει σκοτεινή γνώση, γνώμη σκοτή. Πού λέτε για να αποδίδει τη σκοτεινή γνώση, τι λέτε για να θεωρεί αυτό σκοτεινή γνώση, γνώμη σκοτή. Τη σκοτεινή γνώση λοιπόν είναι η σκοτεινή γνώση η οποία προέρχεται από τις αισθήσεις, την όραση, την ακοή, την οσμή, την γεύση, την αφή και οδηγεί μόνο σε συμβάσεις. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι η αναζήτηση της πραγματικότητας, που είναι πια τα άτομα και το κενό, εκεί λέει που δεν μπορούμε να δούμε, δεν μπορούμε να ακούσουμε, δεν μπορούμε για να μυρίσουμε, δεν μπορούμε για να γευτούμε, δεν μπορούμε να ψάψουμε και εκεί έχουμε τη γνήσια γνώση, γνώμη γνησή, την οποία πώς τη βρίσκουμε? Τη βρίσκουμε με μια λεπτή νοητική εξεργασία τη λέει ως νόση λεπτότερων. Συνεχίζει και λέει πως η κατάκτηση λοιπόν της αληθινής γνώσης δεν είναι καθόλου εύκολο, μια και εν βυθό γαρ η αλήθεια. Η αλήθεια βρίσκεται στο βυθό, δεν την έχουμε μπροστά μας. Δεν την έχουμε μπροστά μας, να πάμε για να την ψάξουμε, για να την αγγίξουμε, πρέπει να ανασκάψουμε βαθιά και συνεπώς συναντάμε την αλήθεια στο βυθό. Κάπου όμως δεν σας ενοχλεί λίγο αυτό, δηλαδή με κάποια στιγμή θα λέει κάποιος ναι εντάξει, οι αισθήσεις μας πιθανών μερικές φορές μας οδηγούν σε μερικά λάθη, αλλά από άλλη μεριά, αν κάποιος κόψει τα αυτιά του, χάσει την ώραση, δεν μπορεί για να γεύεται, δεν μπορεί να ψάξει κάτι, τι είδους νόηση θα είναι αυτή, θα πάει αγγλιστής σε ένα δωμάτιο χωρίς να γεύεται, χωρίς να βλέπει και θα μπει στον κόπο του νόσε λεπτότερο. Πώς το βλέπετε αυτό? Πιστεύετε ότι αυτό μπορεί να γίνει? Αυτό εννοούσατε? Υπάρχει κανένας τρόπος, όπου αυτό το θέμα εμπειρία από τη μια μεριά, έχω την εμπειρία του τάδε πράγματος. Και από την άλλη μεριά, γιατί έχω τη νόηση και το σκέφτομαι, προσπαθώ για να το καταλάβω με κάποιους κανόνες. Αυτά τα δύο πράγματα θα πρέπει και αυτά για να τα θεωρήσουμε ότι είναι κάπως και σε σύγκρουση. Βλέπετε κάποια άλλη προσπάθεια που να εσωματώνει την εμπειρία μαζί με τη νόηση? Τι λέτε? Εσείς που ανήκετε στους εμπειριστές, στους αυτούς που πιστεύουν στη νοητική λειτουργία, πώς νιώθετε καλύτερα? Όταν σκέφτεστε, όταν μελετάτε ένα πράγμα, το ψάχνετε, το αγγίζετε, τι είναι αυτό που σας συγκινεί? Ναι? Η επαγωγική γνώση θα συνδυάζει σε τα δύο. Παράδειγμα, θα δούμε κάθε μέρα τη ρίξα να πει, επαγωγή για τα εμπειρία σου και την επόμενη μέρα θα συνδυάζει κάτι πράγμα. Το που συνδυάζουμε την εμπειρία σου μέσα. Σωστά. Η επαγωγική. Κάποιος θα μπορούσε και για να το ρωτήσει, συγγνώμη, συγγνώμη, συγγνώμη, δημόκριτε. Αυτό το νο σε λεπτότερο, πώς το πετυχαίνεις? Θα μας πει πως είναι τα άτομά μου, που είναι μέσα στον εγκέφαλό μου και κάνουν τις άτακτες κινήσεις. Αυτό το κοινήσιο μου δίνουνε αυτή τη νόηση. Και στις αισθήσεις δεν γίνεται κάτι παραπλήσιο. Δηλαδή, πού μπορούμε να φανταστούμε ότι όντως υπάρχει μια κάποια γραμμή που μπορεί να γεκορίσει τον κόσμο των αισθήσεων από τη μια μεριά και τον κόσμο της νόησης από την άλλη. Και όταν είναι παρατραβημένο, πιο πολύ υποθέτως θέλει να πει ότι αν γίνει κάνα μάτς και έχεις εμπειρίες σου και έχεις τη νόηση και τα δύο πράγματα δεν συμφωνούν πάρα πολύ, ρίξε το βάρος στη νόηση. Οι αισθήσεις μου το πιο πιθανό είναι να σε ξεγελάνε. Εξάλλου, χωρίζει την ύλη σε πρωτεύευσες ιδιότητες και σε δευτερεύουσες. Δεν τις απορρί τις ιδιότητες αυτές, απλώς λέει πως αυτές που έχουν σημασία είναι αυτές που συνδέονται με τα άτομα και την κίνηση των ατόμων. Αυτές, λοιπόν, είναι οι πρωτεύουσες ιδιότητες. Αυτό που είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για μένα... Περπάνε και οι πλάνοι στη νόηση, όχι στις αισθήσεις. Ο ίδιος που παίρνει στα λιαπόσα μάτρα, όταν πετύχταμε, είναι πλάνη της νόησης, όχι της αισθήσεων. Δηλαδή, οι αισθήσεις ορθά το δείχνουν οι αισθάλοι όπως είναι. Η εμμοινία είναι το πρόβλημα, που την εμμοινία εδώ εσύ βλέπεις, όχι η αισθήση. Κατά κάθε τρόπο. Δηλαδή, οι αισθήσεις κατά κάθε τρόπο. Η εμμοινία που είναι, που τώρα είναι πολλές εμφανιτικές καταγωγές, που είναι προγραμμένοι στις νοησίσεις, εκείνο μπορεί να βάβει. Κατά κάθε τρόπο, αληθινές πάντα είναι οι αισθήσεις, όχι το γεγονός, το παραθύριστο γεγονός. Όχι. Η αισθήση όχι είναι τεχνιά, την λόγω του πρινου αισθήσεων. Αυτό δεν είναι ψέμα. Ε, τώρα πάμε μέσα σε μεγάλη κουβέντα, τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα. Και ποιος είναι εκείνος που θα κρίνει την αλήθεια και την ψέμα. Θα πάμε στον ΠΑΠΑ όλοι μαζί. Θα μας δεχτείς, δεν είναι. Όχι, μόλις είπες μια πολύ μεγάλη λέξη. Θα με συγκλονίζει αυτό η αλήθεια. Περφανώς κάπου παίζεται ένα κάποιο παιχνίδι. Αυτό είναι το ασκηλισσικό παράδειγμα. Ποιο το? Όπως το άνοιγμα στιγμός με τον ήλιο. Ότι ο ήλιος είναι στα 200 μέτρα και πήγε και διένισε και τα 200 μέτρα και μπόρεσε να πιέσει τον ήλιο. Θα θέλαμε να δείξει πού βρίσκεται το σημείο της πλάνησης. Και πού βρίσκεται. Δεν είναι η πλάνηση της αισθήσης. Όσο έχεις την ίδια την νόησή. Δεν θα μπορούμε να το πω. Άρα, να μη σκεφτόμαστε. Κάτι το παράδειγμα όπως το σκεφτόμαστε. Δεν έχουμε δεδομένο το σπάλμα στη σύγκρινη της αισθήσης. Αλλά στο ίδιο το ακούμε. Υποθέτω κάτι παραπλήσιο μας λέει και ο Δημοκριπτός. Δεν μας λέει απλώς να σκεφτούμε. Λέει νώσε λεπτότερο. Κάνε μια πιο λεπτή δουλειά. Και σου λέει ξανά και ξανά ότι η αλήθεια είναι κρυμμένη βαθιά. Άρα δεν είναι κάτι θα το συναντήσεις για να σκάψεις τη λίγο. Θα πρέπει να σκάψεις πάρα πολύ βαθιά για να βρεις την αλήθεια. Άρα είναι μια ολόκληρη προσπάθεια. Στην οποία πρέπει εσύ να ασκηθείς. Ώστε να σκάψεις και να βρεις την αλήθεια. Μου φαίνεται το πολύ σημαντικό που κάνει και δεν κάνουν οι άλλοι. Είναι αυτή τη διάκριση ανάμεσα σε πρωτεύευσες ιδιότητες και σε δευτερεύευσες. Το θεωρώ ότι είναι το θερμέλιο της επιστήμης, της φιλοσοφίας, των μαθηματικών, της θεολογίας και των πάντων. Κάποιος μπαίνει στον κόπο και προχωρήσει την ιεράρχηση. Αυτό είναι το πρωτεύον. Αυτό είναι το δευτερεύον. Τριτεύον. Και ξέρει τι είναι το πιο σημαντικό. Τι είναι το άλλο που δεν είναι το σημαντικό. Και μπορεί αυτά να τα συσχετίζει και να τα μελετάει και να καταλήξει κάπου. Αν δεν έχετε την αίσθηση ποιο είναι και το πιο σημαντικό, πού πρέπει να έχει το βάρος, το έχει χάσει το παιχνίδι από πρώτο χέρι. Και όλα ας πούμε είναι κάπου χωμένα και βράζουνε όλα μαζί στο Ιο Καζάνι. Και έκανε την διακρισία του και τη θεωρώ πάρα πολύ σημαντική. Είπε ότι τα άλλα είναι νόμο. Σε μεγάλο βαθμό έχει δίκαιο. Δηλαδή πριν από λίγους αιώνες την θερμότητα, βλέπεις ένα υγρό που φεύγει από το ένα δοχείο και πάει στο άλλο. Μιλάμε δηλαδή για 17ο αιώνα. Η ιδέα ότι η θερμότητα είναι να κάνει με κίνηση ατόμων είναι 18ο και 1921. Κάτι πάρα πάρα πολύ πρόσφατο. Αυτός έχει την αίσθηση πολύ πολύ πιο νωρίς. Και ξάλλου δεν μας έδωσε ένα κακοί μπουσούλα, απλώς μας είπε το να προσέχουμε, έτσι. Εκείνο όμως που μου αρέσει και θέλω να σταθώ αφορά και τον Δημόκριτο αλλά και τον Πλάτων, δεν ξέρω να αναφέρω τους υπόλοιπους αρχαίους Έλληνες. Είναι στο θέμα της όρασης. Έχουν μια εξαιρετικά πρωτότυπη θεωρία. Τι είναι η όραση. Ας πούμε λοιπόν με τον Δημόκριτο. Εάν υπάρχει ένα αντικείμενο, νάτο, από το αντικείμενο αυτό φεύγουνε κάποιες ακτίνες, νάτες, και από το ρόντο υποκείμενο, νάτο, είναι αυτός που βλέπει, είναι κάποιες άλλες ακτίνες και συναντάνε τις ακτίνες αυτές κάπου στη μέση και εδώ λοιπόν σχηματίζεται το είδωλο. Άρα λοιπόν αυτό που βλέπουμε δεν είναι αυτό το πολύ κλασικό που έχουμε μάθει από τον Καρτέσιο, ότι έχονται οι ακτίνες, μπαίνουν μέσα στο μάτι και καταγράφονται στο μάτι και είναι ο φακός, που γυρίζει μετά και βλέπουμε το αντικείμενο. Όχι! Αυτό που λέει και ο Δημόκριτος και ο Πλάτωνας είναι ότι έχουμε τα φωσφόρα όματα. Φωσφόρα όματα. Τι σημαίνει λοιπόν φωσφόρα όματα? Είναι μάτια που κουβαλάνε φως και στέλνουν φως. Και το φως που βγαίνει λοιπόν από το μάτι συναντάει το φως που έρχεται από το αντικείμενο και μας φτιάχνει το είδωλο. Άρα για να δούμε θεαζόμαστε τις δύο αυτές πηγές από το αντικείμενο και από το υποκείμενο. Και η αλήθεια, μιαν και μιλούσαμε για αλήθεια, βρίσκεται κάπου στη μέση. Πώς σας φαίνεται? Πώς σας φαίνεται ρωτάω? Πρώτον, σαν ιδέα. Και δεύτερο, μιαν και μιλάμε για αλήθεια, αν έχει δώσει αλήθειας. Καμιά απάντηση? Κάτι ξέρεις εσύ και δεν το μοιράσαι με εμάς. Χαμογελάς, χαμογελάστα σε ώρα για να λέω κάτι θα υπάρχει εκεί μέσα. Μια άλλη πραγματικότητα. Ναι. Εγώ δεν κατάλαβα ένα κομμάτι, γιατί παράλυσα αυτή τη λογική. Το είδωλο βλέπεις και στη μέση. Στη μέση και βλέπω το είδωλο. Δηλαδή τότε όλης η αποστάση είναι, άμα εγώ το μπουκάλι βλέπω εκεί, αλλά εκεί είναι λίγο πιο πίσω. Όχι, στη μέση, στη μέση, στη μέση. Ε, τότε δεν καν την παικάλα. Ε, είναι στη μέση εκεί το είδωλο. Ε, αυτό δεν καν την παικάλα. Γιατί ο κομμάτρας, όταν το μπουκάλι θα το βλέπω στη μέση, δεν θα φτιάξω τίποτα. Προμακτικό το επιχειρήμα. Συγγνώμη, το όνομά σου? Φίλιππα. Φίλιππα, διάμαν του Θεού, να έρθω από τη δική σου μεριά. Δηλαδή, άσικοθείς και πλησιάζεις και το μπουκάλι. Ναι. Το πλησιάζεις. Τους στέλνεις αχτίνες και τους στέλνει αχτίνες. Το πλησιάζεις. Το είδωλο γίνεται συνεχώς και πιο κοντά και πιο κοντά. Την ώρα που θα πας να πλώσεις το χέρι σου είναι πάρα πάρα πολύ κοντά. Τώρα μη μου πεις όταν είναι στα 30% τι γίνεται, αλλά συνεχώς το είδωλο θα έρχεται πιο κοντά σε σένα και στον κουκάλι. Εξάλλου, συγγνώμη, στα νέα ελληνικά δεν έχετε ακούσει εκεί τη φράση «το μάτι του γυαλίζει»? Πιθανόν να έχει συνάθεια με αυτό. Το μάτι του γυαλίζει να στέλνει φως, παιδί μου, να γυαλίζει το μάτι του. Λοιπόν, περιμένω σχόλια. Αξίζει, είναι μια μπουρδά, είναι λάθος, έχει μια τρομακτική σημασία για εσάς. Προφανώς συναντάμε κάτι τελείως διαφορετικό. Στη μία περίπτωση είναι το αντικείμενο, είναι η ιστορία με τον Καρτέσιο, είναι το αντικείμενο που μας στέλνει τις φωτεινές ακτίνες του, καταγράφονται στο δικό μου το μάτι και εμείς είμαστε οι παθητικοί δέκτες. Κάποιος μου έλεγε ότι είναι το μάτι που στέλνει και τις ακτίνες, είναι το μάτι που είναι και το κυρίαρχο. Πώς έχω και τον προβολέα, τον παίρνω και τον προβολέα και φωτίζω κάτι και χάρης και τον προβολέα τον βλέπω, λέω, πώς έχω κανόν κουμάντο. Είμαι αυτός που βλέπει, ο Ρον, που κανονίζει τα πράγματα. Υπάρχει εδώ μια βουετιευτική εικόνα, υπέροχη, όπου το μάτι συνεργάζεται, το υποκείμενο συνεργάζεται με το αντικείμενο και η πραγματικότητα, το λέει είδωλο, είναι στην ουσία αυτό που βλέπουμε, στείνεται στη μέση, ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο. Δεν έχουμε κυριαρχία ούτε του ενός, ούτε του άλλου. Δεν έχουμε δει την εικόνα πως είμαι ένας παθητικός δέκτης. Εντάξει και δέχομαι και τα μηνύματα. Μερικές φορές είμαστε, δεν είμαστε? Όταν κάθεστε και βλέπετε τηλεόραση, τι είστε. Αλλά εν γένει στην εικόνα αυτή εδώ είναι τα φωσφόρα όματα, στέλνουν ακτίνες, έρχονται ακτίνες και συναντώνται. Και στη συνάντηση εκεί γεννιέται αυτό που βλέπω. Δεν έχουμε ούτε την κυριαρχία του αντικειμένου πάνω στο υποκείμενο, ούτε την κυριαρχία του υποκειμένου πάνω στο αντικείμενο. Ακούω σχόλια, δεν θα μιλήσει κανένας. Εδώ στέλνουμε το μάτι και το αντικείμενο στέλνουμε το ίδιο τρόπο. Και σημανίζεται το ίδιο τρόπο. Δεν μας ελπίζει το μάτι, δηλαδή το ίδιο τρόπο. Δηλαδή δεν πρέπει μια βάση, δηλαδή ο παιδισμός, δεν πρέπει μια βάση, δεν πρέπει μια βάση. Τώρα παίζει στο ρόλο του Ζίνωνα, εποθέτω. Δηλαδή, αν είχαμε στην παρέα μας τον Ζίνωνα, ο οποίος είναι μεγάλος αλήτης, θα μας έλεγε, συγγνώμη, αφού φεύγει αυτή η ακτίνα και φεύγει ακτίνα από το αντικείμενο, φτιάχνουμε στη μέση το είδωλο. Μετά όμως πρέπει να φύγουν ακτίνες από το είδωλο, να πάμε να συναντήσουμε το μάτι και κάπου στη μέση να έχουμε το καινούργιο είδωλο. Κι άντε πάλι κι άντε πάλι. Είναι αλήτης, δεν είναι. Πάντως, ποια ήταν η παρατήρησή σου ότι... Ότι εφόσον είναι το Ζίνωνα λίγο τραγωδότητη, βλέπει το μάτι του, δεν μπορεί να μεταλαμβάνει όμως εξυγκίνημα όλα αυτά. Εννοείς δηλαδή ότι το αντικείμενο δεν βλέπει εμάς? Το όνομα σου πώς? Γεωργία. Θα με συγχωρέσει, σας κάνω μια πολύ προσωπική ερώτηση. Θα με συγχωρέσει, εντάξει. Γεωργία, βγαίνεις από τον καλό σου και σε κοιτάς στα μάτια. Και τον κοιτάς στα μάτια. Πες μου ποιος βλέπει ποιο ώρα. Δηλαδή εκεί είναι ο καλός που βλέπει τη Γεωργία ή η Γεωργία που βλέπει και τον καλό της. Δηλαδή, το θέμα βλέπω είναι κάτι το πάρα πάρα πάρα πολύ λεπτό, πάρα πάρα πολύ δύσκολο και αυτή η ιστορία ότι το μάτι είναι η φωτογραφική μηχανή, εντάξει, έχω τη φωτογραφική μηχανή που έχει και το διάφραγμα, το ανοίγω, μπαίνει η ακτίνα και καταγράφει σε ένα φιλμ που είχαμε παλιά. Εδώ μεγάλωσα με εκείνη τις παλιές φωτογραφικές μηχανές. Μια Λάικα είχα και... Καταγράφεται πάνω στο φιλμ, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν μπορούμε για να το γενικεύσουμε. Δηλαδή, αν εσύ πεις, βλέπεις τον άλλο και αυτός βλέπει εσένα, κάπου συναντιούνται τα βλέμματά σας, σωστά. Άλλη αντίδραση. Κανένας φυσικός μπορεί, παιδιά, να επικαλεστεί την θεωρία που ξέρουμε για τα φωτόνια. Άγωμα του Θεού. Και αυτό επιμένω. Παιδιά, όταν εμείς οι φυσικοί στις θεωρίες μας μιλάμε για τα φωτόνια και προφανώς αυτό το σωματίδιο για μας είναι το φωτόνιο. Βλέπω λοιπόν, σημαίνει ότι υπάρχουν κάποια φωτόνια που ανταλλάσσονται. Στις θεωρίες μας, αυτό το μαθαίνουμε από τα πρώτα μαθήματα, όταν έχουμε λοιπόν το φαινόμενο σκέδασης ανάμεσα σε δύο σωματίδια, αυτό που λέμε είναι, έχουμε ανταλλαγή φωτονίων. Δεν είναι κανένα πονηρό σωματίδιο που τα πετάει στο ένα και το άλλο και το δέχεται. Άρα λοιπόν, έχουμε δύο ηλεκτρόνια, να τα, και τι κάνουνε, ανταλλάσσουν φωτόνια. Και εδώ μπορώ να βάλω το βέλος και έτσι, και έτσι. Δηλαδή, συγγνώμη, να το γράψω σαν δύο διαγράμματα Feynman. Μπορώ να φανταστώ λοιπόν ότι υπάρχει αυτό το διάγραμμα, αυτό είναι το σωματίδιο α, το σωματίδιο β, εδώ το φωτόνιο αφήνει το σωματίδιο α και πάει να συνεχίσει το β, και υπάρχει και το άλλο διάγραμμα που ισχύει και αυτό, εξίσου το ίδιο, όπου το φωτόνιο αφήνει το σωματίδιο β και πάει στο α. Λοιπόν, στην κυβαντική θεωρία, τα φωτόνια ανταλλάσσονται και φεύγουν από ένα σωματίδιο στο άλλο. Άρα, αν αυτό ισχύει στην κυβαντική θεωρία, που είναι η πιο ακριβής θεωρία που έχουμε φτιάξει ποτέ, που αφορά τα φωτόνια και την ύλη και τα φωτόνια ανταλλάσσονται, τότε δεν θα ήθελα τόσο παραταβημένο να πω ότι στο θέμα της ώρας ίσως συμβαίνει κάτι παραπάνω. Προφανώς το μάτι δεν είναι του ηλεκτρόνια, προφανώς και το άλλο εδώ είναι σώμα ολόκληρο. Αυτή η ιδέα ότι τα φωτόνια ανταλλάσσονται και φεύγουν και από το α πάνε στο β, από το β πάνε στο α είναι η ακριβής θεωρία και μοιάζει λίγο με αυτό. Εδώ βέβαια δεν έχουμε να σχηματίζεται κάτι στη μέση, αλλά δεν υπάρχει εκείνη η διάκριση που έχουμε συνειδητήσει τόσο πολύ, όπου το φως καταγράφεται στο μάτι μας. Θα πρέπει να σκεφτούμε ότι και το μάτι στέλνει ακτίνες φωτός. Συναψίζω. Δεν ξέρω αν σας βοήθησε να δείτε με άλλο μάτι τη θεωρία του Δημοκριτού. Συνεχίζω. Λοιπόν, το ατομικό σύστημα το χαρακτηρίζει η καθολικότητα και η πληρότητα. Μου φαίνεται ότι θα συμφωνήσουμε. Μιλάμε λοιπόν για ένα φιλόσοφο τον Δημοκριτου που είχε για μεγαλύτερη ευτυχία να βρει μια αιτιακή συνάφια, αιτιολογία, παρά να κερδίσει το στέμμα του βασιλεία της Περσίας. Πώς μπορούνε, για να ακούν αυτό, ότι βρίσκουν και πιο πολλοί να βρουν μια ανάλυση, μια απόδειξη παρά να κερδίσουν το στέμμα της Περσίας. Όταν τις μετρήσετε για τους βρείτε να μου το πείτε. Λοιπόν, κάτοχος όλων των γνώσεων και προβλημάτων της εποχής τους, ίσως τις ξεπέρασε μέσα από μια πρωτότυπη και εφιέστατη σύνθεση. Κατά το φρόνιμα, ένας από τους μεγαλύτερους ιδεαλιστές όλων των καιρών κατέθεσε μια φιλοσοφική πρόταση ηλιστική. Αναζητώντας τις εξηγήσεις για το φαίνεται και τη δυναμική της κίνησης, απέριψε τον πρωτόγονο εμπειρισμό. Και προτείνοντας μηχανικά μοντέλα, δεν αφέρεσε την κίνηση σαν κάτι που χαρακτηρίζει την ύλη. Και γράφω εδώ ότι 23 αιώνες αργότερα το σύστημα που πρότεινε αποτέλεσε το πλαίσιο για την επιστημονική επανάσταση. Μια και μιλάμε όμως τώρα, πιστεύετε ότι τα άτομα ακόμα ισχύουν ή είχετε ακούσει τελευταία ότι πιθανόν οι θεωρίες που έχουμε δεν είναι θεωρίες ατόμων αλλά είναι κάτι διαφορετικό. Τι θεωρείτε πιο είναι στη θεωρητική φυσική τον τελευταίο καιρό σαν πιο σύγχρονη θεωρία στη θέση της θεωρίας των ατόμων. Πώς? Βέβαια. Η θεωρία χορδών. Αν θέλετε λίγο για να δέσουμε και την πρόκληση, σας προσκαλώ για να σκεφτείτε ότι τα άτομα, άτομα, άτομα, άτομα έχει να κάνει με το διάκριτο. Ενώ μία θεωρία χορδών, έχουμε μία χορδή που είναι κάτι το συνεχές. Ο τρόπος σκέψης μας πέβγει και αφήνει το διακριτό ένα, δύο, τρία, πέντε άτομα και πάμε κάτι που είναι και το συνεχές σαν μία χορδή. Είναι πώς μπορούμε να ξαναπέσουμε σε όλες εκείνες τις ιστορίες του Ζίνωνα, που δεν είναι τόσο απλές από ότι φαίνονται, πώς να βρούμε ένα τρόπο συνάντησης ανάμεσα σε τι. Στις θεωρίες σαν τα άτομα που είναι οι θεωρίες του διάκριτου και στις άλλες θεωρίες που συναντάμε το συνεχές. Με άλλα λόγια, είναι εύκολο για έναν μαθηματικό, φυσικό να ενώσει από τη μία μεριά το διακριτό και το συνεχές. Σας βεβαιώνω ότι είναι δύσκολη άσκηση. Στα πλαίσια της θεωρίας των χορδών, πώς τα βλέπουμε τα άτομα, ξέρουμε, πώς αναδίονται τα άτομα σε μία θεωρία χορδών. Δεν άφησα πάρα πολύ καλά. Λες πως η χορδή παλέται και μετά τι γίνεται και πώς συνδέεται η παλώμενη χορδή με τα άτομα. Κανείς άλλος θυμάται παιδιά πώς από μία παλώμενη χορδή μπορούμε να συναντήσουμε τα άτομα. Πώς το φαντάζεσαι ή πώς το έχετε ακούσει. Όχι, σε ρωτάω σαν μουσικό. Πες την κιθάρα και τι ακούμε. Είναι η ήχη λοιπόν που σημαίνει πως η χορδή παλέται και οι τρόποι ταλάντωσης της χορδής τους αντιστοιχούμε στα σωματίδια μας. Άρα λοιπόν τα σωματίδια μας για μας, τα άτομα είναι αυτοί οι ιδιόριθμοι τρόποι της ταλάντωσης και της χορδής. Και το άτομό μας, αν θέλετε, δεν είναι αυτό το πάρα πολύ συμπαγές εκεί που υπάρχει, όπως το φαντάστηκε και ο Παρμενίδης και ο Ζίνο και ο Δημόκριτος και ο Πλάτον. Πιο πολύ είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος ταλάντωσης της χορδής. Άρα λοιπόν είναι κάτι σαν ήχος και σας αφήνω σε ανάσχεση να μου το πείτε την άλλη φορά. Αν αυτή η ήχη από την παλώμενη χορδή μας βράζουμε με κάποια μουσική και αν αυτή πρόκειται για τη μουσική του σύμπαντος και τι μουσική είναι αυτή. Αυτό θα μου το πείτε την άλλη φορά, εντάξει. Με τη βοήθεια του συναδέλφου σας, θα κρατήσω να τους παίξω και κάτι και πιθανά να πω κάτι. |