Neograeca Medii Aevi VII - Αλέξανδρος Κατσιγιάννης /

: και πρότως ο Ιππηρότος Λόγιος και δάσκαλος ανακάλυψε το πρότυπο της κριτικής μυθιστορίας γύρω στο 1760. Πηγή του ΑΕΤΤΑ, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της κρίσης της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης,...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Ιστορικό Μουσείο Κρήτης 2013
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=x1QSdlU5U8E&list=PLgt5xY8eO6dN3IkbG2Uc7r8PDfp9gd50V
Απομαγνητοφώνηση
: και πρότως ο Ιππηρότος Λόγιος και δάσκαλος ανακάλυψε το πρότυπο της κριτικής μυθιστορίας γύρω στο 1760. Πηγή του ΑΕΤΤΑ, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της κρίσης της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, η οποία είναι η πρώτη στιγμή της Ευρώπης, τα οποία απόγγυνται στην Βιωθήκη της Σχολής. Τα χρονολόγια αυτά τετράδια καλύπτουν μια μεγάλη περίοδο από το 1818, όπου ήταν πιο φιλικάς διδάσκης της σχολής της Τεργέστης, ως κοινωτικός δάσκαλος, μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1860, λίγο πριν κλείστησαν τα μάτια του. Τα τετράδια αυτά αποτελούσαν τη μόνη μη συντροφιά τους σε όλες τις ερευνητικές τους ενασχολήσεις, σε λουλειοθήκες του εξωτερικού, επομένως αποκαλύπτουν έστω και αποσπασματικά ολόκληρο το έργο των ιφιολογικών και διτακτικών εργασιών. Εδώ θα εξεταστεί μία μοναχά, αδιελέγονται ως τώρα πτυχή του πολυσύθετου έργου του, η σχέση του με τα ελληνικά δημοδικείμενα, ο τρόπος διαχείρισης τους κατεπέκταση και ο σκοπός αυτών των ερευνών. Μια τέτοια προσέγγιση θα έμεινε επιτελής όμως, χωρίς τη θεώρηση της ειδικής θέσης του στον κόσμο της ελληνικής λογιωσύνης της δεύτερης δεκαετίας του 19ου αιώνα. Γεννημένα στο γραμμένο, κοντά στα Γιάννενα, μαθητής και αργότερα γαμπρός του Αθανάσιο Ψαλίδα, αποφυπτά από την καπλάνη σχολή για να μεταβεί με τους λιγωστούς χώρους του στην Άπολη, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο για μια ζωή, Κωνσταντίνο Ασόπιου, και να σπουδάσει αιτρική. Παρ' όλο που υπήρξε καλός μαθητής του Ψαλίδα, μονερός φιλυτάς μαγνητίστηκε από την ακτινοβολία του Αδαμάτου Κοραή και μαζί με τον Ασόπιου κατέληξαν οι δύο κυριότεροι επιγονείς του. Βόνιτσας, όχι Βονίτσις κατά φιλυτά, τον πειράζει ο πάντα καυστικός Ψαλίδα σε επιστολή του. Αμέσως μετά την Άπολη, διέτρεψε ένα χρόνο στο Παρίσι όπου και γνώρισε το χειό του δάσκαλο. Οι επίρροοι, που άσχησαν οι γλωστικές θέσεις του Κοραή στον φιλυτά, γνωστοποιείται νωρίς από τότε που ο τελευταίος μεταβαίνει στην τεριέστη τον Οκτώβριο του 18ου και αντικαθιστά τον Ασόπιου, αυτός ξεκινά για τον Γιόντινγκετ, και να διδάξει τη σχολή της τεριέστης. Η κατσιαντή Χερίνια έχει δημοσίαξει δύο εκθέσεις του φιλυτά, από τότε που ο τελευταίος δίδασκας στην τεριέστη, και όχι μόνο ο επίρρος της δάσκαλος εκφράζει το θαυμασμό του για τον Κοραή, αλλά η ορθυτή της γλωστικές του θέσεις αναφορικά με την κοινή ελληνική. Σημειώνει στην πρώτη έκθεση, παραθέπον, είναι ο κεφαλαιόδης σκοπός του σχολείου η συντήρησης και η καλλιέργεια της κοινής γλώσσης. Οι μελέτες της κοινής αυτής της γλώσσης ήταν αναγκαία από υπόθεση και για τον Κοραή, και καθώς μέσω της διόρθωσης της γεραικικής αντιπαραβαλόμενη με τα αρχαία ελληνικά, θα πραγματοποιούνταν η γλωσσική μεταρρύθμιση προς όφειλος του γένους. Όταν ο Φιλιτάς επισημένει στη δεύτερη έκθεσή του πως η γεραικική γλώσσα δεν είναι ούτε εχεί ιδέα οι βάρβαροι, όπως οι εκπρολήψεως ή αμάθειας στοχάζονται, απειχεί τις απόψεις του Κοραή για τους φανατικούς πολέμιους της γεραικικής, έτσι όπως εκφράζεται σε επιστολή του στον Αλέξανδρο Πασιλείου. Παραθέτω, εάν αυτοί δεν ευρίσκουσαν βοηθήματα εις τα φάρβαρα συγγράμματα των κρεκών, δι' αυτό τούτο δεν τα ευρίσκουσαν, οτι οι προλοιψήστον ή τους εμπόδεσαν ολότου ελληνική αναγνώσωση, ή τους έκαμε αναγνώσωση χωρίς σκέψη. Αντίθετα με την άποψη που κυριαρχεί ακόμα και σήμερα λόγω σχηματικών προσεγγίσεων, οτι ο Κοραής δηλαδή κρατά μια απόλυτα επικριτική στάση απέναντι στη δημόδη και του κρετική λογοτεχνία, κυρίως λόγω των γνωστών αλληλυτικών σχολειών του για τον Εδωτόκριτο, η χρήση των κειμένων αυτών μέσα στον εταρρυθμιστικό του έργο καταδικίνει κάτι διαφορετικό. Καταρχάς να επισημαθεί πως ο Κοραής σε ολόκληρη την πορεία του δεν παρουσιάστηκε ποτέ σαν κρετικός της λογοτεχνίας. Η ηθική και όχι αισθητική αρχή υποδιηγεται την κρετική του. Η σχέση που ανέπτυξε με την ελληνική ποιήση περιοριζόταν στη χρήση της τελευταίας ως γλωσσικής πηγής, γραμματικού υλικού και παράδειγμα ηθικής. Στην πολύτιμη και ανέκδοτη ελληνική γραμματική του, χειρόγραφο 447 της Βιβλιοθήκης της Χίου, γραμμένη κάπου στα 1796 και σε μέρος των Ατάκτων αργότερα, χρησιμοποίησε έργα της κρετικής λογοτεχνίας και άλλα δημόδια κείμενα ως πηγές λεξικογραφικού και γραμματικού υλικού. Στη γραμματική του, για παράδειγμα, ο Ερετόκριτος αποδελεί την κυριότερη πηγή της σχολαστικής του εργασίας. Διόρθωση της κρετικής, αντιπαραβαλώμενη με την αρχαία, χωρίς τον εξαρχαϊσμό της πρώτης ή πρόθεση για αναβίωση της δεύτερης. Εδώ είναι το μετασχημάτισον του Κοραΐ, μια διασκευή ας πούμε στον Ερετόκριτο και έτσι ακριβώς δουλεύει πάνω στα δημόδια κείμενα, προσπαθώντας να τα καθαρίσει. Νομίζω πως όταν ο Αλέξανδρος Βασιλείου βάζει τις φωνές στον Άνθιμο Γαζή, μια φορμή την επίθεση του τελευταίου στα δημοφιλή αναγνώσματα, μιλά ο Κοραΐς καθότου ιδιορθωτής των γραπτών του Βασιλείου. Πόσες λέξεις ελληνικάς δημορδιτάς του καταφρονούμενος Ερετόκριτος, των οποίων μεταχειριζόμεθα ξένας. Επομένως, το διακείδωμα είναι να αναδειχθεί και να επικυρωθεί η ελληνικότητα της γλώσσας της σχετικής λογοτεχνίας και κατεπέτταση η ελληνικότητα των ήδων των κειμένων. Στο περιβάλλον του σχεδισμού του Ερετόκριτου με τον Όμυρο, άλλος Όμυρος, ο Όμυρος της χειδαϊκής φιλολογίας. Ο Ραΐς, νομίζω, θεωρεί πως όσο πολύτιμη πηγή υπήρξαν τα έργα του Ομύρου για την αρχαία ελληνική γλώσσα, αντίστοιχα ο Ερετόκριτος είναι πολύτιμότερη πηγή για τη γραϊκική. Να επισημαθεί τέλος, όταν ο Παναγιού της Κοδρικάς, στο έργο της ζωής του, μελέτη της κοινής ελληνικής διαλέκτου, το 1718, επιτήθηται στον Κοδραϊκή, πολεμάει ακριβώς αυτή τη μεθολογική του κενατομεία, να χρησιμοποιεί δηλαδή τα νεοελληνικά έργα σαν πηγή της νεοελληνικής γλώσσας. Για τον Κοδρικά τα έργα αυτά δεν ήταν παρά ξένα λογήματα. Όταν ο Φιλιτάς, λοιπόν, διδάσκει στην Τεγέστη, η διαμάχη για τη θέση των δημοδών κειμένων στον δίκτυο λόγου της ελληνικής δουλειοσύνης είχε φτάσει στο αποκορυφωμά της. Η στάση του ξακάθαρα κοραϊκή και τα λόγια του για τον Κοδρικά δυό λογολογιεστικά. Παραθέτω, έχει όλα στα σκακία στις παιδερσίες των σχολήρυμας κλπ. Αυτή ήταν η νεοελληνική σκευή του Φιλιτά και τα μεθολογικά εργαλεία με τα οποία έχει αντρωθεί, όταν το 1819 στα 30 του χρόνια ξεκινά για την Οξφόρδη ώστε να εξασκήσει τη νεοτερική ελληλοδιδακτική μέθοδο κατά την επιθυμία του Γίλφορν και με χρήματα του Γίλφορν. Από το ζωντανό περιβάλλον της Τεγέστης ξαφνικά βρίσκεται στο μοντό Ισυχραστήριο της Οξφόρδης και του Τσάρτρι Σκουλ. Αυτό όμως που τον βαραίνει περισσότερο είναι η μοναξιά με μη κεφαλαίο όπως γράφει στον Ασσόπιον και έτσι και αλλιώς είναι σταρμένος και τροπαλός φιλυτάς, βρίσκεται και αντίδοτο στην αναμόκλευση των θησαυρών της Βοδριανής Βιβλιοτήκης με το βλέμμα στραμμένο στην ελληνική γραμματεία. Ως πάρεργο ξεκινά να βιβλιογραφεί παλιά ελληνικά βιβεία, τις περισσότερες φορές με έξιο σημείο της συνέπειας. Στα πρώι μας τα τετράδια οφείλει τα σημείωνα σταδιακά παλιές εκδόσεις δημοδών κειμένων με αποτέλεσμα να έχει συγκεντρώσει έναν ικανοποιητικό για την εποχή αριθμού ελληνικών βιβλίων τα οποία βιβλιογραφούνται για πρώτη φορά, όπως είναι ο «Κριτικός Πόλεμος» του Πουνιαλί το 1681, «Λόγι διδακτική Πατρός προς τον Υιό μου» 1543, μια μεπτωμερές θα την περιγραφεί το «Ανθους Χαρίτον» όπου το 1546, το μπορείτε να δείτε και το παράθυμα, όπου επισημαίνονται και στοιχεία της έκδοσης όπως το τυπογραφικό σήμα του Κουνάδου και γίνονται και τα αντίστοιχα σχόλια. Πολύτιμος οδηγός για την εργασία αυτή, στάθηκε ο πρώτος γνωστός σε εμάς εντυπώς αυτοτελής βιβλιοβολικός κατάλογος τον Σάρου Βόρτολη του 1712, τον οποίο ο Φιλιτάς χρησιμοποιεί επανελειμμένος όπως φαίνεται στα δετρά διά του. Η ύπαρξη και η σημασία αυτού του καταλόγου επισημάθηκε για πρώτη φορά στα 1986 από τον Μανούσαγο. Είναι αξιοσημείο ότι η ικανότητα του Φιλιτά να εντοπίζει και να επισημαίνει τους Ιώδες και να κάνει μια καλή χρήση των πηγών αλλά και της δευτερογενούς βιβλιογραφίας παλαιότερης ή σύγχρονης. Το αποτέλεσμα μιας τέτοια μεθοδικής εργασίας είναι και η βιβλιογράφηση άγνωστον εκδόσων μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, όπως το ορολόγιο του 1623 και ο Αλέξανδρος ο Μακεδόν του 1600. Ο Φιλιτάς δείχνει και μια προτίμηση στην κριτική λογοτεχνία από ερευνητικού ενδιαφέροντος φυσικά. Για παράδειγμα αντιγράφεται ολόκληρη εμποσκοπούλα από μεταγενέστερη του 1627 έκδοση παρόλο που ο Φιλιτάς σημειώνει και την πρώτη έκδοση των τίτλων. Ακολουθώντας τη μέθοδο της λεξιθυρίας, αφού κατά τον Κοραή αυτό πρέπει όχι το λεξιθύρας αλλά το γνωσιθύρας όνομα, σύντάσεις στο τέλος του ίδιου τεφραδίου εν έκανε ομπιτικό για την εποχή και τις συνθήκες γλωσσάρων από λέξεις και συντακτικά φαινόμενα της Βοσκοπούλας. Η φιλοδογική της συνειδησία τον σπρώχνει παραπέρα και όπως στην περίπτωση του πρότυπου του ερωτόκριτου έτσι και εδώ ο Φιλιτάς προσπαθεί να εντοπίσει, ανεπιτυχώς αυτή τη φορά, το πρότυπο της Βοσκοπούλας. Παράβαλε η γράφη με την αρχή ενός πύληματος μπαλάτα ενός Ιταλού του 13ου αιώνου στον Γουίδωνο Σκαλβακάντη. Σημειώνει και ακολουθούν την πρώτη εφτάστιγή της Ιταλικής μπαλάτας. Και η προημότερη προσπάθειά του να εντοπίσει το πρότυπο ενός κρετικού πύληματος. Πολύ αργότερα, στην Κέρκη Ραπιά, στο ίδιο τετράδιο που αναγράφεται η μικρή του μελέτη για την πηγή του ερωτόκριτου, προσπαθεί, ξανά ανεπιτυχώς, να εντοπίσει το πρότυπο της θυσίας του Αβράου. Γράφεται η θυσία Αβράου για στίχον. Κάπου ενθυμίθηνα ανέγνωσα ότι τούτον το πύλημα εφάνι πρώτον εις την Ιταλία το 1449 ως αρχή της δραματικής ποιήσειας. Ίσως, λοιπόν, το υμέτερον είναι η μετάφρασης ή μίμησης εκείνοντος το 30 δράματο. Και, σε δύο περιπτώσεις πάντως, το φυλογικό του αισθητήριο είναι σωστό, καθώς παινέται να γνωρίζει τις μεραδόσεις από τις οποίες προέρχονται υπό σκοπούλα και θυσία. Δεν αντιμετωπίζεται έως λαϊκή λογοτεχνία αυστηρά ή στίρες μιμήσης ιταλικών έργων, όπως η πλειοψηφία της ελληνικής λογιωσύνης στα 1820. Ίσως αυτή η φανιαϊκέται μεντόπωση των κριτικών έργων από τη λογιωσύνη της εποχής, πυροδοτεί και τα άσχημα σχόλιά του για το σύγγραμμα του William Martin Leake, το Researches in Greece, στο οποίο κατακρίνονται τα κριτικά έργα και γράφει στον Ασσόπλιο, το δε του Λιγ δεν είναι παραλληλεϊνή γραμματική ελληνότερον ακόμη λογιωσάριο και αναλύσεις δύθερτου ερωτόκριτου για τις ερωφίλες. Ένα από τα κριτικά έργα που τραβάει επίσης το ενδιαφέρον του είναι ο Απόκοπος. Χαρίστω φιλυτά, έχουμε την τύχη να νομοθοποιήσουμε την ύπαρξη της υποτιθέμενης έκδοσης του 1595 από το τυπογραφείο των Τζουλιάντι. Καθώς από αυτήν αντιγράφονται, πώς βλέπετε, οι πρώτοι 29 στίχοι. Επιπλέον, η έκδοση δεν είναι λανθάνουσα καθώς ακολουθώντας τα χνάρια του Φιλυτά, εντόπισε αντίτυπο στην ποδουλιανή βιβλιοθήκη προφανώς αυτό που εξέτασε ο ίδιος. Και θα αυτή τη στιγμή να πάντως εσχεστεί και ευχαριστώ για τον συνάδελφο Μεριτό Αλούμπι που μου έστειλε πολύ γρήγορα τις φωτογραφίες από την Oxford. Στους αμφρογημένους στίχους υπογραμμίζονται μονάχα τα παρέμφατα και σημειώνει και είναι δε περίεργο το πληγμάτιον τούτο ότι φυλάσσει τα παρέμφατα. Η ύπαρξη έναρθου απαρεμφάτους στην νεοελληνικό πείμα κι είναι την περίεργεια του Φιλυτά, καθώς υποδηλώνει τη σχέση για την εξάρτηση του πείματος από λογιότερες και αρχαιότερες μορφές πλητικού λόγου. Άλλωστε, η επαναφορά του απαρεμφάτους στην νεοελληνική γλώσσα αποτυλούσε έναν από τους πόθους των κοραϊκών. Αφήνοντας πίσω την παραγωγική μοναξία της Οξφόρδης, ταξιδεύοντας μέσω Βενετίας για να καταλήξει την Κέρκυρα, όπου το περίμενε μια θέση στην Ιόνιο Ακαδημία, ο Φιλυτάς δεν σταματά να βιβλιογραφεί. Αυτή τη φορά στη Δημόσια Βουλιαθήκη της Βενετίας, οι συνολικά βιβλιογραφούνται 35 βιβλία σπάνιες εκδόσεις γραμμένα στην απλοελληνική, εκ των οποίων τα 26 για πρώτη φορά. Παράλληλα, με το σχεδίασμα βιβλιογραφίας των δημοδών κειμένων, Φιλυτά συλλέγγει και πολλές πληροφορίες για Έλληνες λογές του 16ου και του 17ου αιώνα, όπως ο κ. Λούκαρης, ο Μάξιμος, ο Μαργόνιος, ο Ζαχαρίας, ο Κορδίλης, ο Ηλίας Μινιάτης και άλλοι πολλοί. Βασική του πληγή κιόλας είναι η Τουρκογκρέκια του Κρούσιου και από όσο γνωρίζω είναι ο πρώτος ερευνητής που αξιοποιεί την ηλίτου Κρούσιου από τόσο νωρίς. Στα πρώιμα τετράδια του είναι διάσπαρτα, ατελή βιογραφικά σημειώματα, τα οποία καταλήγουν σε μερικά καθαρογραμμένα και μεστά σημειώματα σε μεταγενέστερο τετράδι. Τέλος, την προσέγγιση της απλής γλώσσας και λογοτεχνίας ολοκληρώνουν διάσπαρτες παρημίες που ο Βιλτάς καταγράφει αφού είχε κατασταθεί πια στην Κέρκυρα και μετέπειτα στη Ζάκηθο ως λικιάρχης. Επίσης, σκόπεται στα 1825-1826 να δημοσιεύσει μια συλλογή δημοτικών τραγουδιών, αλλά ο Νικόλαος Πίκολος τον απέτρεψε γράφοντάς του πως τα έξοδα θα είναι πολλά καθώς η τυπογραφία μαστίζεται από οικονομική κρίση και τα τυπογραφίες κλείνουν το ένα μετά το άλλο στο Παρίσι, ενώ ο Φοριγγέλκ τον είχε ήδη προλάβει με την εξαιρετική του εργασία. Επομένως, η λύτω τετραδίων που αφορά τη γρηγική γλώσσα και τις αποτυπώσεις της στο πεδίο της λογοτεχνίας αναλύεται σε τρεις παραμέτρους. Πρώτον, βιβλιογραφία ελληνικών λογοτεχνικών και θρησκευτικών εντύπων, βιογραφίες λογίων και τρίτον, παρημίες και δημοτικά ιαστικά τραγούδια. Η περίπτωση του Φιλιτά καταδεικνύει πως, ήδη από το 1820, η παρατομκωραϊ ελληνική λογιωσύνη έχει διαμορφώσει τα μεθοδολογικά εργαλεία για την προσέγγιση της στα δημόνια έργα και τον λόγιο ή λαϊκό πολιτισμό που εκφράζεται σε απλή γλώσσα. Ο Ασώπιος, για παράδειγμα, ως δάσκαλος στην Τεριέστη του 18, χρησιμοποιεί παραδείγματα τον ερωτόκριτο και τα δημοτικά τραγούδια, με εξήγηση ομερικές εκφράσεις. Το ατελέσ και ανέκδοτο βιβλιογραφικό έργο του Φιλιτά είναι η προημότερη έκφραση της εθνικής ανάγκης για ένα κόρπος ελληνικών βιβλίων μετά την ανέκδοτη, επίσης το τότε εργασία του Γιώργιου Ζαβύρα, την οποία γνώριζε ο Φιλιτάς. Στο τετράδιο με αριθμό 304, γέρο στα 1845, ο Φιλιτάς σημειώνει στο εξώφυλο πιθανός τίτλους τα μελωδικά του φιλογραφικά πονήματα, τα οποία θα βασίζονται στην ηλίτου τετραδίων του, όπως «Περιαρχής και προόδου της ενεστώσης καταστάσεως της γρεγικής γλώσσης», «Περιαρχής και προόδου της γρεγικής ποιήσιος, ιστορία της βιβλιοθήκης της ελληνικής γρεγικής φιλολογίας από Αλώσιος μέχρι του 1821». Το σχέδιο για την έκδοση τέτοιων σύνθετων και μεγαλόκτων εργασιών δεν καρποφόρησε. Πρέπει να υποθέσουμε πως οι διδασκαλικές του εργασίες σε Κέρκυρα-Κριζάγιθο απορροφούσαν τον περισσότερο χρόνο του. Επίσης, τα τετάρια 307 και 346 αποτελούν σχεδιάσματα μιας γραμματικής της γρεγικής, κατά το παράδειγμα του Κοραΐν, η οποία είναι και αυτή απαιγής και φυσικά ανέκδοτη. Στην δεκαετία του 1830, λοιπόν, η βιογραφική προσέγγιση στη δημόδη γραμματεία και τη γρεγική γλώσσα είχε κατασταθεί ανάγκη εθνική και στη δεκαετία του 1840 το στενό περιβάλλον του Φιλιτά, οι πρώτοι αυτοί επίγονοι κατά κάποιον τρόπο του Κοραΐν, αρχίζουν να προβάλλουν το έργο τους που σχετίζεται με τη δημόδη γραμματεία. Ο Μοστοξίδης στα 1833 γράφει στον Φιλιτά «Σας παρακαλώ και σας προτρέπω να μην αφήσετε τα τελέσεις του έργου σας, επειδή θέλει να συμβάλλει στο να σκεπάσει πολλάς γυνότητας, τα οποία σπάσχε ακόμα η εθνική μας φιλολογία ως προς την Κρητική». Στα 1836 ο Ασώπιος αναγγέλλει πως θα εκδώσει την «Ειλιάδα του Λουκάνη» με προλεγόμενα, κάτι που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Η έκδοση της «Ειλιάδας» του 1526 είχε βιβλιογραφήθη αναλυτικά από το Φιλιτά στα «Τετρά διάττων» από το 1824, που είχε επεστρέψει την Κέρκυρα, καθώς αντίτυπό του είχε ο ίδιος ο Γιλφορντ. Στον «Εινομνήμονα» του 1943, παλιόμως τοξίδης, χρησιμοποιεί μερικές από τις σημείωσες του Φιλιτά για να συμπληρώσει το βιογραφικό και εργογραφικό του σημειώμα για τον Νικόλαο Σοφιανό, όπως πιθανότατα και για το προηγούμενο σημειώμα για την ελληνική σχολή της Ρώμης, στο «Τραδιο 305» του Φιλιτά υπάρχει μια σύντομη αλλά περιεκτική μελέτη ελληνικών κολέγιων της Ρώμης ακολουθούμενη από σύντομα βιογραφικά σημειώματα των τροφυμών του κολεγίου. Τόσο από τον «Εινομνήμονα» του Μουστοξίδη, στα 1945 εκδίδεται ο κατάλογος του Παπαδόπουλου Βρετού, βιβλιοθηκάρη του Ιονίου Ακαδημίας, φίλου και συνάδελφου του Φιλιτά. Ακόμα και η απήρια αυτή καταγραφή μέρος της βιβλιοθήκης του Κίλφορν χαιρετίζεται ως έργο εθνικό στην εφημερίδα νέων. Να συμμεθεί τέλος πως η διατριβή του Φιλιτά στις βιβλιοθήκες του εξωτερικού και η γνωριμία του με τα παλιά έντυπα για τον νεοελληνισμό βοήθησαν στη σύνταξη των ωραίων μελετών του για τον Ιωαννί και τον Καρτάνο και τον Μανώλη Γλυζούνη γύρω στα 1850. Συνοψίζοντας, τα χειρόγραφα σημειωματάρια του Φιλιτά συγκαταλέγονται στα πρώτα φανερώματα μιας νεοτερικής τάσης που εγκοινία τον κοραεί και αρχίζει να καρποφορεί στη δεκαετία του 1840. Πρόκειται για μια προσπάθεια χαρτογράφησης της δημόδους κραματείας του 16ου και 17ου αιώνα χωρίς φυσικά την έννοια που τους έδωσε ο κ. Κακλαμάντης. Προκειμένως, ο κ. Κακλαμάντης και ο κ. Κακλαμάντης δημιουργούνται στις δεκαετίας του 16ου αιώνα με μορφή βιογραφικών καταλόγων και βιοεργογραφικών σημειωμάτων. Φυσικά, ο κριτικός λόγος για την πλητική των λογοτεχνικών κειμένων αποσιάζει παντελώς καθώς η στόχοθεσία του Φιλιτά αφορά μονάχα τη γλωσσική και ιστορική διερεύνηση των έτων. Στην παράδοση αυτή της λογιοσύνης, έχετε στην προσπάθεια εξακρίβωσης των λογοτεχνικών προτύπων των κειμένων, κάτι που δεν μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από τη γνωριμία του με τα σύγχρονα φιλολογικά συγγράμματα της Δύσης και τις αυστηρότερες μεθοδολογικές προσυγγήσεις, αλλά και στην αυτοψία των πηγών σε έδαφος παρθένο για την εποχή, όπως είναι η Βιβλιοθήκη της Οξφόρδης της Βενετίας και του Παρισιού. Πάρα λοιπόν την αναμενόμενη απουσία λόγου περί λογοτεχνίας και ποιητικής, η κληρονομιά της φιλολογικής και ιστορικής συνέπειας των επιγόνων του Κοραΐ απέναντι στη δημόδη λογοτεχνία, τροφοδοτήμια διαρκώς αναπτυσσόμενη τάση, η οποία θα οδηγήσει στα τέλης δεκαετίας του 1860, σε περιπτώσεις όπως του Κωνσταντίνου Σάθα και του Εμίλε Γκραμ, οι οποίοι θέλουν τις βάσεις για την φιλολογική αποκατάσταση των κειμένων αυτόν, μέσω κριτικών εκδόσεων ματαιωμένων και παραματοποιημένων. Με τους νεαρούς αυτούς κοσμοπολίτες-πουδαστές και ταυτόχρονα δασκάλους, στα 1820, όπως ο Φιλιτάς, ο Ασώπιος, ο Στέφανος Κανέλλος ή ο Νικόλαος Πίκολος, οι οποίοι συνείψαν γερούς δεσμούς. Με την ευρωπαϊκή λογιωσύνη του καιρού, όπως με τον Φολγέι ή τον Λίκεν, ξεκινά ο αγώνας της αποκατάστασης των κειμένων στον κανόνα της νεοελληνικής λογοτεχνίας και γλώσσας, των δημοδών κειμένων που ακόμα και στη δεκαετία του 50 λογίζονται ως μη λινικά, αν προσέξει για παράδειγμα κανείς τα λεγόμενα του Σπυρίδω Αναζαμπέιδου ή του Αλέξανδρου Βρύζο Ραγκαβή, οι οποίοι ακολουθούν και μπλουτίζουν τις θέσεις του Κοδρικά και του Λιάκο Βουριού Ζινερουλού από τη μαθηματά τους του Γενέβη. Έχει ενδιαφέρον να αναλογιστεί κανείς πως η μάχη εναντίον της μοναξιάς ενός νεαρού σπουδαστή στη Δύση στα 1820 θα αποτελούσε μέρος λίγα χρόνια αργότερα μιας έντονης διαμάχης μεταξύ ελλήνων λογίων για την ελληνικότητα ή μη της Δημότης Γραμματείας, δηλαδή για το αν τα κείμενα αυτά νομιμοποιούνται ή όχι να λογίζονται ως στοιχεία της εθνικής και πολιτισμικής ταυτότητας του νεοελληνισμού. Η Δημότης Γραμματεία λογίζεται πλέον ως αδιερέγουτο πολιτισμικό πεδίο μεγάλης ιστορικής και εθνικής σημασίας που χωρίζει συστηματοποιήσεις. Γραμματολογικές αποτιμήσεις, έστω και σχεδιάσματα τέτοιου τύπου πρέπει να ειδωθούν διαθλασμένες μέσα τις ανάγκες κι ενός νεοσύστοτου έθνους κράτους που καλείται να διαχειριστεί τις συγκρουσιακές δυνάμεις του αυτοπροσδιορισμού και του ιτεροπροσδιορισμού, ενός κράτους που αναζητά την εθνική του ταυτότητα και στο πεδίο της λογοτεχνικής και γραμματολογικής ιστορίας. Φυσικά, ακόμα εις τη δεκαετία του 1860, όπου όταν και ο φιλητάς πεθαίνει, βρισκόμαστε μακριά από μία νηφάλια κριτική αποτιμήση της δημόδιος Γραμματείας, απαλλαγμένη από εθνικούς πόθους, γλωσσικά ζητήματα και σκοποθετική διαχείριση και πρόσδιψη των κειμένων. Σας ευχαριστώ πολύ.