Ημερολόγιο 2017.Χρωματικοί τύποι αιγοπροβάτων /

: Σας καλωσορίζουμε στην παρουσίαση κινημερολογίου του 2017 ομίλου της Ερονιβάδου, το οποίο έχει μια ξεχωριστή θεματική. Αποτελεί, ας το πούμε, κατά κάποιο τρόπο και μια συνέχεια των προηγούμενων εκδόσων του ομίλου. Το καλύτερο είναι ότι και αυτό είναι καλό για τον ομιλό μας. Ας και όταν το αναλάζου...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Πολιτιστικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=9KdVUZFmUV8&list=PLF_TSWFK8X_O_0A8Hmh_04RACYy9nvU7S
Απομαγνητοφώνηση
: Σας καλωσορίζουμε στην παρουσίαση κινημερολογίου του 2017 ομίλου της Ερονιβάδου, το οποίο έχει μια ξεχωριστή θεματική. Αποτελεί, ας το πούμε, κατά κάποιο τρόπο και μια συνέχεια των προηγούμενων εκδόσων του ομίλου. Το καλύτερο είναι ότι και αυτό είναι καλό για τον ομιλό μας. Ας και όταν το αναλάζουμε τα συμβούλια ή οτιδήποτε άλλο, υπάρχει μια σειρά και μια συνέχεια σε ορισμένα πράγματα που θεωρούνται καλές πρωτοβουλίες. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε αναγκασμένοι και λόγω των καιρών να αλλάξουμε κάποια πράγματα. Για παράδειγμα να πω ότι παλιότερα εκδίδανε το περιοδικό, το οποίο είχε εκμεληθεί ο προηγούμενος πρόεδρος μας, το Τάσος Βασιάλης. Ήταν μια καταπληκτική έκδοση. Αλλά δυστυχώς οι κερίες άλλαξαν. Είναι πλέον αρκετά πολύ δάπανο για να το αντέξει ο πολιτιστικός ομίλος. Οπότε περιοριζόμαστε σε κάτι άλλο. Η αρχή έγινε από το προηγούμενο Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο επανέφερε την έκδοση του ημερολογίου, με πολύ όμορφες εκδόσεις και με τη συνδρομή του κεντρικού μας ομιλητή, σήμερα του κ. Αντώνα Βαρβούκη, ο οποίος όπως τα γνωρίζετε οι περισσότεροι είναι υπεύθυνος και για την καινούργια μας έκδοση, και η οποία αποτελεί κατά κάποιο τρόπο μια συνέχεια, ασχολείται ας το πω έτσι και με το βλάχικο στοιχείο, αλλά κυρίως με τις παραδόσεις του κουριού μας. Με τα βιώματα, με τις εικόνες που είχαμε εμείς οι μικρότεροι, εσείς οι λίγο μεγαλύτεροι ακόμα πιο έντονες και σιγά σιγά χτίζουμε επάνω σε αυτό το πράγμα την εικόνα, την παράδοσή μας. Έχει θέμα τους χρωματισμούς, το ημερολόγιο μας έχει θέμα τους χρωματισμούς των βεβοπροβάτων, των κοπαδιών και ιδίως αυτών που αταμόναμε στις δικές μας περιοχές, στα δικά μας τα λιβάρια. Είναι μια δουλειά η οποία είναι αντιμοσίευτη. Ο κ. Βουσμούκης επέλεξε να παρουσιάζει, ας το πούμε κατά κάποιο τρόπο, ένα πρώτο δείρμα αυτής της δουλειάς μέσα από το ημερολόγιο του πολιτιστικού ομιλού. Τον ευχαριστούμε πάρα πολύ γι' αυτό. Θέλω να απευθύνω και ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους που με τις χορηγίες τους βοήθησαν έτσι ώστε ο πολιτιστικός ομιλός να εκδόσει χωρίς κανένα απόλυτος κόστος αυτή τη σειρά των ημερολογίων, αλλά βέβαια όπως ξέρετε αυτά είναι ανταποδοτικά. Όλα τα χρήματα που θα εισπράξουμε από τα ημερολόγια θα πάνε για τις εκδηλώσεις που θα αναλάβει ο πολιτιστικός ομιλός το επόμενο διάστημα, ο κύριος όπως τον οποίον όπως ξέρετε είναι το καλοκαίρι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα ξεκινήσουμε το καλοκαίρι. Εδώ να μου δίνετε ευκαιρία να πω ότι η επόμενη μας εκδήλωση, ας το πούμε συνάντησή μας, θα είναι για να γιορτάσουμε τα φώτα στο Ξερολίβαδο, καιρό επιτρέποτος, με εκκλησιασμό κανονικά, δεδάσεις του σταυρού στα νερά της Λίμνη, βάραθμα, και μετά την καθιερωμένη δεξίωση που ακολουθεί στο κύριο του πολιτιστικού ομίλου, στο Ξερολίβαδο. Θα ακολουθήσουν και άλλες εκδηλώσεις, σίγουρα θα κάνουμε την βοήθεια της πίτας, και θα μεταφέρσουμε το χορό, ας μου επιτραπεί αυτό, όπως το συζητήσαμε και με το υπόλοιπο Συμβούλιο, για λίγο αργότερα, γιατί κακά πσεύματα πολύ συλλογη, πολλές εκδηλώσεις γίνονται στο Δωδεκαήμερο και λίγο μετά, κοντά στα Χριστούγεννα, οπότε δεν θα θέλαμε να φορτώνουμε παραπάνω εκδηλώσεις ανθρώπους και μέλη, φίλους του χωριού και του ομίλου, που θέλουν να πάνε να στηρίξουν και άλλες εκδηλώσεις. Ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σας. Έχουμε ημερολόγια για να διαθέσουμε σε όποιον θέλει από τώρα να ξεκινήσει και να μας βοηθήσει σε αυτή την προσπάθεια. Να είστε καλά. Να ευχηθώ από τώρα καλή χρονιά και καλά Χριστούγεννα σε όσους δεν θα μπορούν να βρεθούν με το επόμενο διάστημα. Θα δώσω τον λόγο στο Γιάννη Τζαμίτρο, τον φροντιδάσκαλό μας, ο οποίος έκανε μια πολύ καλή βουλιά με τις φωτογραφίες και θα κάνει μια εισαγωγή να μας μιλήσει για το βλάχικο κοπάδι. Και αμέσως μετά θα ακολουθήσει ο κ. Αντώνης Βούκης, ο οποίος θα μας παρουσιάσει τη δική του δουλειά για το ημερολόγιο. Σας ευχαριστώ πολύ. Καλησπέρα σας. Θα επιχειρήσω σε λιγότερο από 10 λεπτά να κάνω μια μικρή εισαγωγή στο θέμα του φετινού ημερολογιού του 2017, που είναι η χρωματική τύπη των οπροβάτων. Έτσι θα κάνω μια γενική αναφορά στο παραδοσιακό κτινοτροφικό κοπάδι. Βέβαια υπάρχουν ακόμα κτινοτροφικά κοπάδια στον τόπο μας, όμως δεν έχουν την παλιά έγκλη και έκταση την παρελθόν τους. Ο σύγχρονος τρόπος της ζωής συρρήκνωσε αυτό το παραδοσιακό επάντλωμα, όπως και άλλα τέτοια παρελφεροί. Το έξι κοπάδι, κουπίι στα βάχικα, μάλλον παράγεται από το αρχαιοελληνικό κόπτο, αλλά εμφανίζεται μεταγιανέστερα ως υποκοριστικό του ουσιαστικού κοπίι, που σημαίνει τμήμα, τεμάχιο, άρα κοπάδι σημαίνει τμήμα πολλών ατόμων του ίδιου είδους μαζί. Υπάρχει και μια άλλη άποψη, την διάβασα στο βιβλίο «Τσεριγκάτα του Κατσαρού» του Νίκου. Το κοπάδι είναι ένα τμήμα του τσεριγκάτου, που αποκόπτεται από τα υπόλοιπα τμήματά του λόγω διαφορετικότητας και αρκετές φορές για έναν ξεφοριστό προορισμό. Ένα στερφοκόπαδα, γαλαροκόπαδα, κοπάδια από βάρκον, ογγυδιό, κλπ. Όπως και να έχει πάντος, η συντήρηση ενός κοπαδιού είναι μια επίπονη εργασία και ένας καλός κοινότροφος οφείλει να δουλεύει με γνώση και σύστημα. Να ξέρει τι πρέπει να κάνει στον κύκλο του χρόνου και στον κύκλο της ζωής των ζώων του. Πρέπει να πούμε ότι τα αιγοπρόβατα στο παρελθόν ζούσαν περισσότερο χρόνο, γιατί ήταν σκληρά αγοπημένα και έβγαιναν το καλοκαίρι στο βουνό. Τα αιγοπρόβατα ζούν περίπου δώδεκα χρόνια και η ηλικία τους διακρίνεται από τα δόντια. Στο βέρμιο οι σαρακατσάνοι είχαν μόνο πρόβατα, ενώ οι βλάχοι είχαν απ' όλα, και πρόβατα και γίδια και βράδες κλπ. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι οι ξύροι βαδιώτες είχαν περισσότερο γίδια και είχαν ως επιτοπλίστων για χημαδιά την περιοχή της Βέρειας, γιατί εκεί υπήρχανε πουρνάλια, ενώ οι σελιώτες είχανε περισσότερο πρόβατα. Δεν σημαίνει ότι δεν είχαν γίδια, αλλά είχαν περισσότερο πρόβατα. Και πολλοί από αυτούς ξεχειμόνιαζαν στον γάμο της Βέρειας και παλαπερά. Τα κουπάδια στη βοσκή παλιά ήταν χωρισμένα σε γαλάρια, δηλαδή γαλακτοφόρα, μητρίτσες τα βλάχια. Σε στήρα, στάρπη στα βλάχια. Και σε απογαλακτισμένα χρονιάρικα διτούλια γίδια, με τα ταλιά μαζεία. Αυτά ήταν μαζί με τα ταλιά. Ή σε χρονιάρικα ζιγούρια πρόβατα, τα λέγανε στα βλάχια ματινοί, μαζί με τα κρυάρια. Οι κτινοτρόφοι ήξεραν πότε θα σφάξουν και γενικά ήξεραν τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η ανανέωση και ο πολλοπροσιασμός του κομπαδιού. Κάθε κομπάδι είχε τα γκισέμια του, γκίτσινι στα βλάχια. Δηλαδή αυτά που ήταν επικεφαλείς και που ήξεραν τον δρόμο και τον προορισμό. Τα αιγοπρόβατα είχαν πολλών ειδών κουδούνια. Ήταν μεγάλη η περηφάνεια για τον Τσέλιγκα να έχει τα καλύτερα κουδούνια με τις καλύτερες φωνές. Έτσι όταν έργαζαν κουδούνια στην Άννηση έλεγαν πως «τσιδερώνουν» ή «αρματώνουν» το κομπάδι. Τα αιγοπρόβατα, το καθένα τους, είχε ονόματα. Ανάλογα με το χρώμα, όπως τώρα διαπραγματεύεται το φιτινό μας είναι λόγιο, τα κέρατα, το σημάδι, ανάλογα με το σημάδι στα αυτιά τους, ανάλογα με τις ρόγιες τους, είχαν διάφορα ονόματα κτλ. Και είναι βέβαια σίγουρο ότι ο κτυνοτρόφος γνώριζε όλα τα ζώα με το χαρακτηριστικό του όνομα. Θα ξέρω όλα απ' έξω. Παλιά κάθε Τσιλιγκάτο είχε τους βοσκούς που τους πλήρωνε για τη βοσκή και όλες τις άλλες δουλειές και τους σμίχτες. Οι σμίχτες ήταν κτυνοτρόφοι με δικά τους μικρά κουπάρια που τα σμήγανε στο Τσιλιγκάτο κάτω από την επίκλεψη του αρχιτσέλιγκα. Η μορφή του Τσιλιγκάτου είναι ένας πανάρχιος τρόπος άτικου αλλά πολύ προσεδοφόρου συνετερισμού και δεν είναι τώρα του παρόνδοση να το ανελίσουμε. Έχω κάνει μια σχετική εργασία είναι αυτό. Υπάρχουν αρκετά εργαλεία των βοσκών που δεν τα βλέπουμε συχνά τώρα και έτσι λίγο να τα αναφέρω να τα σκαλίσω στη νύμη των παλιών. Το τυροφάι ή το γαλοδέρμα το λέγανε φοάνι, τσέλα ή μπούκλα, ο τροβάς το λέγαμε τάστο, ταπνάκια δηλαδή κάτι ξέμινα που βάτα, ο σουγιάς κεστόρα, η γνήσια η πλίτσα κρυλίκου και το απάνω μέρος κερλιμπάνο και άλλα πολλά. Σημαντικό προστατευτικό έρδειμα για τον Ποτσονπάνο ήταν η γνωστή κάπα με διάφορες μορφές. Εδικτικά αναφέρω το ταλαγάνι που ήταν με κατσούλα και μανίκια μέχρι το γόνατο και το ταμπάρι που ήταν χωρίς κατσούλα με μανίκια και έφτανε μέχρι τον αστράγαδο. Και τα δύο βέβαια ήταν αδιάβραχα και υφαντά με πρόβληο και γυδίσιο μαλλιαντίστικα. Τα πρόβατα βόσκουν διαφορετικά από τα γύδια. Δεν έχουμε βέβαια το κοκορέλο για να το αναλύσουμε αυτό. Εκείνο που πρέπει να αναφέρουμε είναι ότι όταν ο ήλιος ανέβαινε ψηλά από τις 10 ας πούμε το πρωί μέχρι τις 4.30 περίπου, τα πρόβατα στάλυζαν, δηλαδή δεν έβοσκαν αλλά κάθονταν σε ένα σκιαρό μέρος στο στάδο. Στα βλάχικα αμυρίτσι. Επίσης για να αναπληρωθεί ο βοσκός γύρω στις δύο τα μεσάνυχτα, ξυπνάει το κοπάδι που είναι στο γρέκι. Το γρέκι λένε έναν πρόχεινο χώρο για ξεκούραστη. Μάσσου είναι στα βλάχικα. Και το βοσκί κάνει δυό ώρες. Αυτό λέγεται σκάρος. Άρα λοιπόν το πρωί είναι σκάλο, το μεσάκι την ημέρα, ενώ σκάρος το βράδυ. Έξω και βοσκάρος που είναι η μελωδία που παίζει ο βοσκός με τη φλογέρα αυτήν την ήσυχη ώρα που παίζει σκάρο. Από κίπου έρχεται. Το αλάτισμα των ζών είναι απαραίτητο τόσο για τη διατροφή τους όσο και για να φέρει γάλα. Έτσι υπήρχαν οι ειδικά και σταθερά μέρη οι αλαταριές. Σερρήνη. Όπου αυτά αλατίζονταν. Όσον αφορά τις ασθένειες των ζών παλιότερα οι ίδιοι οι κτηνοτρόφοι αντιμετώπιζαν με την εμπειρία τους τα προβλήματα αυτά. Πρέπει να αναφερθούν βέβαια και τα τσομπανόσκυλα που προστατεύουν το κοπάδι και αυτά σπάνια κοιμούνται όταν ο βοσκός ή το κοπάδι συχάζει. Και έρχομαι στο τέλος, να μη σας κουράσω, οφείλουμε να αναφέρομαι ενδεικτικά και για τα μανδρεά. Τα μανδρεά διαχωρίζονταν σε κόρδες, κόρδοι, σε πρωβατομάντρια, μάντραι και σε γιδομάντρια και πριλιάς και στους οβωρούς. Οι κόρδες ήταν πρόχαιρα μανδρεά και οι οβωροί ήταν χώροι για άλογα και μουλάρια. Τις καλοκαιρινές κόρδες, οι βλάχοι τις λέγανε στο ξερολίβαδο «κεσιάρι». Αν θυμάστε το τραγούδι «ξερολίβαδο πάρε μου σάτου» που «κεσιάρι μου δω ρε λίγα» περιτριγισμένο από «κεσιάρι» είναι τα μανδρεά, τα οποία λέμε τα χρησιμοποίησαν μόνο για τα γίδια, ήταν για άρμα και μια γρήγορη τυροκόμιση. Τα κανονικά μανδρεά όμως φτιάχνονταν με μεγάλη μαεστρία, είχε πολύ μεγάλη δουλειά και μεγάλη προσοχή. Και καιμήναν τα ζώα τη νύχτα για προστασία σε δύσκολους καιρός. Οι στρούγγες ήταν δίπλα στα μανδρεά, ήταν ξεχωριστή χώροι για άρμα και στήνονταν συνήθως από γενάρι μέχρι το Μάρτι. Μπορούν να υποθούν πολλά πράγματα για το πτυνοτροφικό κοπάδι και τους πτυνοτρόφους, όμως δεν έχουμε τον απαραίτητο χρόνο. Θα μου πει κανείς γιατί αυτή η αναφορά στο πτυνοτροφικό κοπάδι, ενδιαφέρεται το σύγχρονο άνθρωπο αυτό το θέμα. Ναι, πιθανόν έχει δίκιο. Ωστόσο η σημερινή αναφορά μου αποτελεί φόρο κοινής στους προγόνους μας, οι οποίοι για αιώνες ακολουθούσαν το επάνγερμα του πτυνοτρόφου με τον παραδοσιακό τρόπο. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν συνδεδεμένοι περισσότερο με τη φύση, με τη φύση, με το κεφαλαίο φύλλο. Πράγμα που δεν συμβαίνει και τόσο στους ίδιους τους επαγγελματίες της σύγχρονής μας εποχής. Αυτοί είχανε ως αποτέλεσμα την περισσότερο ποιοτική και φυσική και γνήσια παράδειγμα του παράδειγματος των προγόνων τους. Άφθανα παράδειγματα μπορούν να ισχυρουπήσουν αυτή την άποψη. Ένα παράδειγμα μόνος σας. Και ποιος δεν επιθυμεί να πάρει, να προμηθευτεί μια φέτα φτιαγμένη παραδοσιακά και κατευθείαν να την ορθρώφω για παράδειγμα το ξεκολληβάλο ας πούμε. Είναι πιο νόστιμη, πιο γνήσια, πιο καλή. Τελειώνοντας αυτή τη σύντομη υπομονή θέτω το ερώτημα. Μήπως η αποσύνδεση του σύγχρονου ανθρώπου από τη φύση και η τεχνολογική παρέμβασή του σε αυτή προκαλέσει καταστροφικά αποκαλέσματα στην ίδια τη φύση και κατεπέκταση και στον ίδιο τον άνθρωπο. Σας ευχαριστώ. Λοιπόν θα πάρει ως συγχορηγενός μας ο κύριος ομιγητής ο Αντώνης Βισβουίκης. Ευχαριστώ για όλους εσείς που ήρθατε συλλογματικά προς το θέμα του ημερώδου. Καλησπέρα σας. Αμβούλσαβε για τη λέξη κοπή. Εμείς τη λέμε κουπή και στην Ήπειρο τη λένε κοπή. Αλλού τη λένε κοπάδι. Το κοπάδι είναι υποχωριστικό όπως λέμε πόδι, ποδάρι. Κοπή θα μπορούσε να προκύψει και από το γεγονός ότι τα ζώα τα σφάζουμε όπως λέμε σφαχτά. Τα ζώα τα λένε και σφαχτά. Πώς τα σφαχτά έχεις? Μπαίνει ο χασάτης στο μέσο. Στην Κρήτη το κοπάδι λέγεται κουράδι. Σε εμάς το κουράδι είναι τα πόβλητα του προβάδου. Το κουράδι πρόκειψε από την κουρά που σημαίνει ότι είναι ζώα τα οποία τα κουρέπουν. Η κουρά, το κουράδι. Κουρά λοιπόν σημαίνει αρχικά κοπάδι και μετά είναι από κουρά κουράδι. Και υπάρχει και μια προεξήγηση μεταξύ ενός ρουμελιώτη και ενός Κρητικού. Λέει η Ρουμελιώτης ότι όταν ήρθατε στην Κρήτη αντί να πολεμάτε να μας λευθερώσετε, μας φάγατε τα κουράδια. Εμείς φάγαμε κουράδια. Τι είναι αυτά που μας λέτε. Άλλα ενώσιονες, άλλα ο άλλος. Δεν έχω τη διάρκεια να σας το πω απ' έξω. Το μάθημα το ξέρουμε καλά. Αλλά θα σας τα διαβάσω από μέσα για να έχουν συνοχή τα όσα τα ακούσαμε. Η σύνταξη ημερολογίων από τον πολιτιστικό ομιλίου μας έχει γίνει πια θεσμός. Καθώς τα ημερολόγια του αξιολογούνται δίκαια ως συλλεκτικά. Τόσο για την ποιότητα όσο και για το περιεχόμενό τους. Με αφορμή τα ημερολόγια του πολιστικού ομιλίου Ξιρολυβάδου η μνήμη μου ανατρέχει στα περασμένα χρόνια όταν παιδιά του λαογραφικού συλλόγου Βλάκων Βέρειας μου ζήτησαν να τους φέρω φωτογραφίες από τα καλυμάρμαρα κτίρια. Πουστολίζουν την Αθήνα και που είναι προσφορά των μεγάλων Βλάκων εθνικών ευεργετών. Ανάμεσα στις φωτογραφίες τις οποίες προσκόμισα ήταν το Βλάκων Βέρειας. Ανάμεσα στις φωτογραφίες της οποίες προσκόμισα ήταν το Βλάκων Βέρειας. Ανάμεσα στις φωτογραφίες της οποίες προσκόμισα ήταν το Βλάκων Βέρειας. Ανάμεσα στις φωτογραφίες της οποίες προσκόμισα ήταν το Βλάκων Βέρειας. Ανάμεσα στις φωτογραφίες της οποίες προσκόμισα ήταν και λεπτομερείς καλέσθητες εικόνες από το πιο ωραίο νεοκλασικό κτήλο του κόσμου, την Ακαδημία Αθηνών, δωρεά του Σίμονα Σίνα από τη Μοσχόπολη. Η εντύπωση την οποία είχε προκαλέσει το ημερολόγιο εκείνο, σε πολλούς συμπορείτες μας περιόδες, ήταν η κατάπληξη. Ανάμεσα αυτοί αγνούσαν την προσφέρα των αρμάνων πλάχων στο νεοσύστατο τότε ελληνικό κράτος, του οποίου κράτος οι Βλάχοι έστισαν με τις δωρεές τους το μεγαλύτερο μέρος της υποδομής του. Δεν υπήρχε πολύ. Αλλά ενώ μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι για την προσφορά μας στον καθεαυτό χώρο του αστικού πολιτισμού, όπως για παράδειγμα είναι η περίκτωση με τη στέγαση του Ανώτατου Τεχνολογικού Ιδρύματος της χώρας μας, ενώ το μετσόβιο πολιτεχνείο, καθώς και με τη στέγαση του Ανώτατου επίσης πνευματικού Ιδρύματος, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά όλης της γης, το οποίο ίδρυμα η Ακαδημία Αθηνών έπρεπε με βάση αυτό που συμβολίζει να συντονίζει τον πνευματικό παλμό σε πλανητικό επίπεδο, πράγμα όμως που δεν το κατόρθωσε. Και ενώ, επαναλαμβάνω, είμαστε υπερήφανοι για την παραπάνω και όχι μόνο προσφορά στο χώρο του αστικού πολιτισμού, εξίσου υπερήφανοι μπορούμε να είμαστε και στον χώρο του λαϊκού μας πολιτισμού. Συστατικά, του λαϊκού μας πολιτισμού είναι, όχι μόνο το πνευματικό παλμό σε πλανητικό επίπεδο, αλλά και το πνευματικό παλμό σε πλανητικό επίπεδο. Συστατικά, του λαϊκού μας πολιτισμού είναι η υφαντική, η αργυροχρυσοχοϊκή, η ξυλογριφτική, η αγιογραφική τέχνη, τα ήθη και έθιμα, αρέτσι, καθώς και η νεολατινική μας γλώσσα. Η γλώσσα μας κάλυπτε κάποτε τις καθημερινές επικοινωνιακές ανάγκες, ενώ η εθνική μας γλώσσα, η ελληνική, που ήταν για δημόσια χρήση και για την επικοινωνία με τους άλλους συνέλληνες. Στο Λατινωργινές ιδίωμα των πλάχων έχουν αποκρισταλωθεί ωραία δομημένα παραμύρια, φρύλοι και παραδόσεις μοναδικής πνευματικής αξίας, θέμα που Θεού θέλοντος θα παρουσιάσουμε στο ημερολόγιο του 2018. Με την ευκαιρία θα να τρέξουμε στα ημερολόγια των προηγούμενων ετών με εφετηρία το έτος 2013. Το θέμα του ημερολογίου αυτού είναι τα τοπονήμια του ξυρολυβάδου. Την προτεραιότητα στο θέμα τοπονήμια μας την επέβαλε η ανάγκη να μείνουν οι τοποθεσίες του χωριού μας σημαδεμένες με το όνομά τους για χάρη των επόμενων γενεών. Οι ονομασίες των διάφορων σημείων στην ευρύτερη χώρα του ξυρολύβαδου μεταβιβάζονταν παλιά από τους μεγαλύτερους τους νεότερους, καθώς οι ηλικιωμένοι και νέοι ζούσαν στο φυσικό του περιβάλλον και διαχειρίζονταν τα βοσκοτόπια με την ταινοτροφία και τα δάση με την ηλιοτομία. Ο λαϊκός πολιτισμός ήταν τότε σε άμεση επαφή με τη φύση και διατηρούνταν μέσα από την προφορική παράδοση. Σήμερα όμως που οι ξυρολυβατιώτες ζούνε ως παραθεριστές στο χωριό τους, η μνήμη γύρω από τα τοπονήμεα ξεθοριάζει και οι ονομασίες κατά λάθος συχνά μετακινούνται και επέρχεται σύγχυση ως προς τον ακριβή αντοπισμό των σημείων όπου αναφέρονται. Κατά συνέπεια το ημερολόγιο του 2013 είναι πράγματι συλλεκτικό, όπως αναγράφεται και στο εξώφυλλό του. Συντηρεί την τοπονημιακή μνήμη και όποιος το συμβουλεύεται, γνωρίζει τα κύρια τουλάχιστον τοπονήμεα του ξυρολύβατο και αισθάνεται ενταγμένος σε οικείο, σε δικό του και ό,τι θέλω και ανώνυμο χώρο. Το δεύτερο ημερολόγιο εκείνο του 2014 με θέμα «Αρμάνι Πλάχι Κηρατζίδες» υποδηλώνει το επάγγελμα που δεν διακοινούσε μόνο τα υλικά αγαθά από τον ένα στον άλλο τόπο, αλλά διακοινούσε ταυτόχρονα και ιδέες και πολιτισμό, καθώς οι «Βλάχια Γωγιάτες» ή αλλιώς «Κηρατζίδες» έρχονταν σε επαφή με πόλεις και χώρες, όχι μόνο της Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης, αλλά έφταναν μέχρι τον όγκο της Ρωσίας που βρίσκεται προς την Αγία Πετρούπονη και ακόμα βορειότερα μέχρι τη Νότια Λαπονία. Τις αποστάσεις αυτές, οι «Παλί Κηρατζίδες» δεν τις διέσχιζαν με αεροπλάνα ή με τα φτερά της φαντασίας, όπως εμείς τώρα, αλλά μεταφορτωμένα με αγαθά αλογομούλαρά τους. Αυτή, λοιπόν, τη δόξα, αυτή την στεριανή οδυπορική εποπία, η οδύσια, πέστε την, δεν ήταν εύκολο να την παραβλέψουμε. Αυτό τιμήσαμε τη μνήμη των ανώνυμων πιονιέρων της Ελληνοβαλκανικής Αθήπνησης. Να σημειωθεί ότι οι Κηρατζίδες δεν ήταν εξεντεμένοι για χρόνια από τον τόπο τους, καθώς ήταν αυτοί που ασταμάτητα πηγαινοέρχονταν μεταφέροντας γνώσεις και πληροφορίες για τον έξω κόσμο της εποχής της Οθωμανικής κυριαρχίας. Αυτό και ο Γάλλος Πουκεβίλ που περιφερόταν στην Πίνδο παρομοίασε τους βλάχους με εργατικές μέλησες που φωλιάζουν σε σχισμές ορεινών βράχων γεμίζοντας τις κυψέλες με μέλη από που ξεκόβονται κομμάτια και τρέφονται και τα άλλα ζωντανά. Το τρίτο συλλεκτικό ημερολόγιο είναι αυτό του έτους 2015 με θέμα «Δέντρα και θάμιοι του ξυρολιβάδου». Για την καλύτερη γνωριμία με το φυσικό περιβάλλον του χωριού μας και συμπληρωματικά προστατό πονή μεά του, κρίναμε ότι έπρεπε οι νεότεροι γενναίες να γνωρίσουν τα δέντρα και τους θάμιους τόσο του δάσους όσο και του χωριού. Οξιές φάτσοι, πέφκα κίνη, γάβροι κάρπινγοι, κράτεγοι κυψέοι, κρανιές κόρνοι, φλαμουριές φιλουρέοι ή τέοι τίγοι, βουζιές βουζ, τζερνικές προύμοι, γορτσιές γόρτσα, βελανιδιές κουπάτσι, έλατα μπράτς, είναι τα δώδεκα δέντρα που συνοδεύουν τους δώδεκα μήνες του έτους και φέρνουν στο νου μας την πράσινη επένδυση του αγαπημένου μας χωριού και του ευρύτερου περιβάλλοντός του. Στον πρόλογο του ημερολογίου αυτού, γραμμένο από τον Γιάννη Τσαμίτρο, φίλο και πολίτενο συνεργάτης στη σύνταξη του κάθε έπλους ημερολογίου, σημαίνεται πως μέχρι το 1945 στο Σέλι δούλευαν 800 αργαλείς. Κάθε σπίτι κι ένας αργαλιός. Κάπες, φλοκάτες, στροσίδια, μπλανκέτες, τάστρι, τροβάδες, τάγιστα, σκουτιά, μάλινες κάρτσες, λεπούτσ, κατασάρκια, καθώς και άλλα προϊόντα των αργαλιών και των χεριών, συνέθεταν παλιά την εικόνα με τον ζεστό βλάχικο πολιτισμό, όπως χωρίς υπερβολή μπορεί κανείς να τον χαρακτηρίσει. Όσο για τους συμβολισμούς που παρουστάμουν τα σχέδια των πλάχιων ηφαντών τα έχω γράψει στο ίδιο ημερολόγιο αυτό του 2016. Και δικά η διαπίστοση είναι πως τα ηφαντά σχέδια των αργμάνων βλάχων ανάγονται σε αρχαίους χρόνους. Αυτό το είπε ο ακαδημαϊκός και ιστορικός Νικόρος Δέης που είπε εντελώς αξιόλογα είναι τα ηφαντά των βλάχων που η τέχνη τους μας ανάγησε προηγούμενους αιώνες. Ήταν διστακτικοί οι ερευνητές με τους βλάχους και τα λέγαν μεμισόλογα. Ο Δέαν Δρόνικος είπε στον συντοπίτη μας, στο συγχωριά μας τον Φιλότα Μπέλλα ότι τα σύμβολα της αρχαίας τέχνης βρίσκονται στα ηφαντά των βλάχων. Με την ευκαιρία 50 χρόνων παρουσίας στα πολιτιστικά δρόμενα του χωριού μας από το 1966 που δημιουργήθηκε ο τουριστικός και κατόπιν εκπολιτιστικός όμυλος ξυρολυβάδου το θέμα που επιλέξαν ήταν τα ηφαντά των αρμάνων βλάχων. Ένα θέμα για το οποίο γράφτηκαν πολλά ενώ μπορούσαν να γραφτούν περισσότερα. Και αυτός είναι ο τελικός αρχαίος. Παρακαλώ, κύριέ μου, να μη με εγκατήσω. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσουμε. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσουμε. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσουμε. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσουμε. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσουμε. Αν δεν εμφανίσουμε πρέπει να με εγκατήσουμε. Κατά thing is possible. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσουμε. Αν δεν εμφανίσουμε, πρέπει να με εγκατήσω. Όπως δεν εμφανίσετε καν Jeez, milestone. Προαίν Hodisdiges θυμίζ product. για το σκοπό αυτό επιλέξαμε την πιο ενδιαφέρουσα πλευρά της με της ονομασίας γυριών και προβάτων με βάση των χρωματικών τους τύπων. Οι ονομασίες αυτές καθιερώθηκαν στα πλαίσια της βλάχης γλώσσας και διαχείθηκαν όχι μόνο στον στεριανό χώρο της Ελλάδας, αλλά και σε γλώσσες της Βαλκανικής. Στη σύνταξη των ημερολογίων, πέρα από την καλέσθητη εμφάνιση τους, φροντίσαμε ώστε τα κείμενά τους να έχουν και επιστημονικό ενδεφέρον και να μην περιορίζονται σε απλή μόνο περιγραφή. Αυτό τους δίνει επιπλέον αξία και μας δεσμένει να τα διατηρούμε στην άκρη σαν κάτι που με τα χρόνια δεν πάει να είναι χρήσιμο στη συντήρηση της πολιτιστικής μας μνήμης, στην κολλήζα της οποίας μνήμης εντάσσονται εικόνες από όμορφες πλευρές της αξιοζήλευτης αρμάνικης κουρτούρας. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας. Αν έχει να κάνει κανείς καμιά ερώτηση και να είμαστε και σύντομοι, βέβαια, γιατί ο χρόνος έτριξε ή λίγη, δεν ξέρω. Η κυρία Δήμητρα Κουτόβα μου είπε αν υπάρχει κανένα έθιμο βλάχικο που να ταιριάζει για την καλοσχεδίνωση παραμονής στο ξυρολίβαδο. Και δυστυχώς δεν συμπήκτουμε απόλυτα. Είπα για το μεταφιεσμένο, τα λιγμουτσάρια που λέμε στα βλάχια, τα ρογκατσάρια, αλλά αυτό είναι χειμωνιάτικη γιορτή που έχει πολύ βάθος και πολύ ενδιαφέρον, αλλά δεν μπορούμε να την αναπαραστήσουμε στο ξυρολίβαδο. Να αναβιώσουμε το έθιμο του κλήδωνα και αυτό πάλι δεν συμπλήκτει, γιατί είναι τον Ιούνιο και δεν είναι τον Ιούλιο. Και έτσι τι να κάνουμε, το γάμο, παρατραπηγνάνουμε το γάμο. Να κάνουμε ένα γάμο. Αλλά τώρα συνηθίζονται οι πολιτικοί. Ποίηστε. Και τρανός χορός. Τρανός χορός. Στο ξυρολίβαδο δεν τον θυμούνται τον τρανόχορο. Είχα ρωτήσει τον Μπαρμπαδημοσθένη, τον Δημοσθένη, τον Χατζιγόγο, ο οποίος ήξερε πολλά πράγματα για τους βλάχους, γιατί μελέτησε γαλλικά κείμενα, ρουμάνικα, ελληνικά και μου λέει δεν θυμόταν τον τρανόχορο, ο οποίος επιβιώνει στην Πίνδο βέβαια και στο Μπλάτσι, στη Βλάστρα, στην κλησούρα. Η βάπτιση, η ιδιαιτερότητα, η βάπτιση η μπλάγικη. Ποια? Όταν βαπτίζαν τα μωρά. Όχι, τίποτε, αφού είμαστε ορθόδοξοι. Δεν ρίχνει βάπτιση. Τώρα που ανέφερες για το τρανόχορο, στον γάμο η οικογένεια δημοσθένει μαζί με μια παιδιά από την οικογένεια του Πατροδεξίου ότι είχαν τηλεθεριάσει και είχαν κάνει ένα μεγάλο χορό του 1927 στην Κουμαριά και υπάρχει φωτογραφία. Τρανός χορός. Αλλά παραπατήμαστε δεν το θυμόταν. Είναι γαμβριάτικος. Αν ήταν με όργανα, δεν ήταν ο χορός που για τον τραπέζι είδαμε. Είχε στη μέση κομμένο ταμπουράκι. Ο καθαυτό κύκλιος χορός που εκτελείται με την ευκαιρία θρησκευτικών γιορτών στην Πίνδο και μάνια παρόμοια τα όργανα δεν τα αφήνουν να παίζουν. Γιατί είναι θρησκευτικός χορός, ακολουθεί την ορθόδοξη γραμμή όπου μουσικά όργανα δεν υπάρχουν στην Θεία Λατρεία στους ορθόδοξους νέους. Και αυτό να φέρεται και από τον Πλάτωνα, ο οποίος τον ανεβάζει στον ουρανό και λέει ότι ο ρόκολος χορός είναι αυτός που έχουν τα... οι μεγάλοι αστέρες που κάνουν τη χορεία, χορεία τι λέει μάλλον, και χορεύουν τον κοσμικό χορό. Ο κύκλιος χορός, ο οποίος δεν είναι ακριβώς σιφτός, μοιάζει με το σιφτό, αλλά ωραία περιγραφή έχουμε από τον Τάκη Καπαχατζή. Τον παρουσιάζει ως κλασικό χορό και τον έχει ελληνικό, ο οποίος μελετάει και τα άλλα στοιχεία, την ενδυμασία των βλάχων, το τραγούδι και πιάνει αρβαντοβλάχικα τραγούδι και βρίσκεται ότι κύκλιμα κάτω είναι ελληνική, όπως και η ενδυμασία. Και ο χορός αυτός, ειδικά ο τρανός, λέγεται κόρος στα βλάχια, είναι ο κατεξουχήν χορός. Είναι χορός της κοινότητας. Τον είχαν οι αρχαίοι δωρείς, δεν τον έχουν οι σημερινείς σπαρτιάτες που μιλούν ελληνικά, αλλά το έχουν οι βλάχοι που μιλούν λατινικά. Ναι, βλέπετε στο εξώφυλλο τον άγνωστο βοσκό, κοινοτρόφωνο. Είναι στημένος, θα γράφουμε αυτά βέβαια, στην αυλή της πινακοθήκης του Μετσόβου, από τον Ευάγγελο Αβέρωφ, του οποίου η ιδεολογία, πέρα από αριστερά και δεξιά, είναι σύγχρονη για την οικονομική μας κατάσταση της σημερινής. Δεν την ακολουθήσαμε καν. Και έτσι φτάσαμε στη φτώχεια, διότι ο Αβέρωφ πίστευε στην παραγωγική ήπανθρο και στον πολιτισμό. Και απόδειξη είναι ακριβώς η πινακοθήκη. Με στερίσεις, ο Αβέρωφ, γιατί δεν εξασκούσε κανένα επάντων πλουσίου δοφόρου, αγόρασε πίνακιας ελλήνων ζωγράφων. Και έκανε την πινακοθήκη με τρεις-τέσσερις ορόφους που πάνε προς την κατηφόρα, ένας όροφος είναι επιφανειακός, οι άλλοι ακολουθούν τον διαμόρφωση του εδάφους. Και σήμερα το Μέτσοφο μπορεί να είναι υπερήφανο μεταξύ των άλλων και για την πινακοθήκη. Στην αυλή της πινακοθήκης έστισε δύο αγάλματα. Έναν για τον άγνωστο πτυνοπρόφορο και έναν για τον άγνωστο δασσεργάτη. Τον παρουσιάζει με ένα τσεκούρι και την φουστανέλα. Στο αρχοντικό του αγγραφού στον περίβολο έμβλημα είναι το κεφάλι του κρυαριού. Και αυτό είναι στοιχείο ότι ο κόσμος αυτός σκεφτόταν παραβογικά και όχι παρασιτικά. Εδώ έχουμε τις γύρες και τις προβατίνες που λέμε «δέαλι». Η λέξη «βέλος» στα αλσλάβικα είναι άσπρος. Η Βλάκη έχει η λέξη «άλμπω» να την πει, αλλά χρησιμοποιεί ξένες λέξεις της ή και δικές της περιθωριακές για να ξεκορύσει η ονομασία. Γιατί ενάντια λέγει «άλμπι», «ένωμη» και άλλα πράγματα. Δε άλλα, εννοεί την άσπρη προβατίνα, όχι την άσπρη γίδα. Την άσπρη γίδα τη λέει «φλόρα». Να η «φλόρα». Είναι η άσπρη γίδα, «φλόρα». Και είναι μοναδική λατινογενής γλώσσα. Δεν το έχει η Ρουμάνκη, δεν το έχει η Τανική, η Γαλλική, η Ισπανική. Το «φλόρα» με την έννοια «άσπρος». Μέσα στο μηδείο του Κατσαρός, «φλόρα» λένε και τα άσπρες προβάτες. Η Σαρκατσάνη είναι από τη πρώτη χέρι λατινόητα. Παλιά ήταν. Και κάποιος είπε, για να μην μιλάνε πλάχικα, σημαίνει ότι δεν ήταν στην πίλντο όταν οι Ρωμαίοι ήταν εδώ. Είναι και αυτόν την επιχείρηση. Αν μας ακούσαν θα μας το πείσουν όμως, γιατί είναι αρχαιοέλληνος όπως λένε ήδη. Μου σβουρά. Κανονικά το «φλόρα» περιέχει και το κίτερνο, το «φλουρή» που λένε. Έγινε κίτερνο σαν «φλουρή». Και η «φλόρα» είναι η θεάτρια των Ανδέων, η «χλωρίδα» η δική μας. Τώρα είναι «λάιου». Το «λάιου» κοιτάζουν το κρυάρι. Το «λάιου» έχει βάθος αιτιμολογικό, διότι «λάιος» οι Έλληνες αιτιμολόγοι προσωλόγοι το ανάγνουν στο «λάγιος», το «λαγό». Ο «λαπός» όμως είναι χακίχρωματος και κατεμένα είναι αρχαία ελληνική λέξη. Και είναι από το «λεός» με άλφα γιώτα «λαϊός». Α, με συγχωρείτε εμένα. Έχετε δίκιο εκεί. Είστε ευνοημένοι χωρίς μικρόφωνο. Λοιπόν, «λάιος» οι Έλληνες αιτιμολόγοι το λένε ότι είναι από το «λάγιος». «Λάγιος» από το «λαγό». Ο «λαγός» έχει χακίχρωμα. Κατεμένα είναι από το «λεός» με άλφα γιώτα που οι Θεσσαλείοι το λένε «λάιος». Ανεβάζουν τον τόνο οι Θεσσαλείοι. Όπως και οι Ρωμαίοι οι Θεσσαλείοι ανέβαζαν τον τόνο. Το «ποτάμο» το λένε «απόταμος». Ο «στρατημός» «στράτημος» και ο «θλιβερός» «άνημος» «θλιβερός». Λάιος. «Λάιος» είναι ο «αριστερός». Όταν ο άνθρωπος έρχεται από την καλύβα του ή από τη σπηλιά το πρωί, στα αριστερά είχε το βορά και στα δεξιά είχε τον ήλιο. Ό,τι κακό ήταν ερχόταν από τα αριστερά. Μην το πάμε ιδιολογικά, το πάμε στο φυσικό χώρο. Υπάρχει ένα τραγούδι της Ελαφίνας που λέει «όλα τα λάθια περπατούν, όλα τα τροσουλούνται, μόνο μια Αφίνα ταπεινία δεν πάει μαζί μετά όλα τα πόζερβα πηγαίνει, τα πόσκια περπατεί, τα πόζερβα πηγαίνει». «Απόσκια» είναι τα σκοτεινά. «Απόσκια» τα αριστερά. Το αριστερό ταυτίζεται με το σκοτεινό το σκυερό. Γι' αυτό λένε ότι τα μούσκλια, τα αριστερά, βαρώνται στα ζερβά τα μέρη, στα βορεινά δηλαδή, στα σκοτεινά. Τα σκυερά γιατί εκμεταλλεύονται την υγρασία. Αυτό για το Λάιος και ο ίδιος ο Λάιος της Νυθολογίας, ο πατέρας του Ηδίποδα, ήταν Λάιος άτυχος γιατί τον σκότει ο γιος του και όλα τα σχετικά. Κι άλλα πολλά, γιατί όταν μπήκε μέσα σκοτεινά, μέσα με άλλους συνδρόφους του έγινε η πολλαΐδα, δηλαδή μαύρος και έγινε και κοράκια, έγιναν οι σύντροφοι του και λοιπά. Όλα σχετίζονται με το μαύρο. Και έφτασαν ακόμη, δεν το ανακάλυψαν αυτό το πράγμα. Και εμείς είχαμε το φράσος να το παρουσιάζουμε έτσι. Μπορεί να το τραβούμε απ' τα μάγια, δεν ξέρω. Αν πονέσει θα μας φωνάξει. Λοιπόν, κόρβου κόρβα. Αυτή η λέξη εξειδικεύεται για τα χίδια. Και παράδειγμα από το κόρβου στο λαδνικό, κορμπό στα Γαλλικά, είναι ο κόρακας. Είναι μαύρος ο κόρακας και είναι μεταφορική χρήση, να λέμε το μαύρο χίδι κόρβ, κόρβου κόρβ. Μάλιστα. Βλέπετε ότι το μαύρο πρόβατο λέγεται λάιν και το μαύρο χίδι κόρβ. Αυτό σημαίνει εξειδικευμένη χρήση όρων. Καθεαυτόκτεντροφική ορολογία. Λοιπόν, κόρβα. Και στην Ήπειρο έχω διαβάσει κείμενα που η γυναίκα λέει κόρμπα κόρμπα τι έπαθα, ελληνικά. Κόρμπα κόρμπα τι έπαθα, η μαύρη μου τι έπαθα. Λοιπόν, αυτή είναι η κουάτσινα, όπως λέμε εμείς οι βράχοι. Και οι χασιώτες το λένε κουάτσινα, οι σαρακατσάντες το λένε κάτσινα. Και το λένε κάτσινα και οι άλλοι Έλληνες γιατί το «ο» είναι ασθενές, δεν έχει τόνο. Το «ο» στο «α» κουάτσινα. Στο «α» πέφτει ο τόνος και έτσι δέτηκε κουάτσινα. Παίρνω την ευκαιρία να σας πω κάτι που νομίζω το έχω γράψει τώρα. Ένας γέρος από τον Ασπροπόταμο μου λέει «Έρα παιδί μου, κάποτε οι κουάτσινες προβατίνες ήταν σαν τις βουνήσια σπέρδικες. Ήταν κεντυμένα κόκκινα γύρω γύρω το μάτι, στίγματα. Τώρα έχουν παλώματα, τώρα είναι σαν μπασούρικα, μπασίνα στα κεφάλια, λεωρωμένα δηλαδή, με μεγάλα στίγματα χρωματικά». Και πραγματικά αυτό δεν είναι το κάτσινα, το καθαπτό, αλλά δεν βρήκαμε, έχουν αλλάξει οι φυλές και δεν βρήκαμε ούτε κάτσινα ούτε κάλισσα παλιά. Δεν ξέρω τώρα ο Γιάννης αν βρήκε κανένα. Κάλισσο αυθεντικό. Αυτό είναι η γίδα, η μούστρα. Α, το μπάλιο. Το μπάλιο σχετίζεται... Οποιονδήποτε ζώο έχει άσπρη τούφα εδώ. Και ο άνθρωπος αν έχει και μια τούφα άσπρη που λένε μπάλιος, στα σώματα υπάρχει ένας που τον απομείνει. Υπάρχει ένας που τον απομείνει. Στα σώματα υπάρχει ένας που από μικρός είχε μια άσπρη τούφα και τον λέγαν μπαλιούκας. Είναι ελληνική λέξη. Σχετίζεται με το ομερικό βαλίος. Ήταν ένας από τους ύπους του Αχιλέα. Στη Θεσσαλία λεγόταν βάλιος και στα Βλάδικα μπάλιος. Αλλά στα Βλάδικα επιπλέον, το σάλι όταν βγαίνει αφρό, και από εδώ είναι και η Λύσα. Η Λύσα θα πει άσπρη ετοιμολογικά. Γιατί το σκυλί όταν βγάζει άσπρα, άσπρους αφρούς από το στόμα. Και τα ηλίσια παιδεία με ένα η, όπως στα πλάκια λέμε ρίζο, προθετικό α, εδώ είναι προθετικό η, είναι η ηλίσια παιδεία που θα πει φωτεινά παιδεία. Με ύψιλον είναι το λούξ, το φως. Η λούνα, το φιγάρι κλπ. Αυτό είναι το μπάλιο. Επιπλέον η Βλάχη, το ασβό, είναι ένα ζώο που την ημέρα κοιμάται και το βράδυ βόσκι, είναι σαν γουρουνάκι έτσι μοιάζει, έχει άσπρη ράχη και το λέμε βαλιαντός. Βαλιαντός, χάθηκε αυτή η λέξη στα Βλάδικα, αλλά υπάρχει σε αυτή τη λέξη. Θα πει αυτό που έχει άσπρη ράχη, βαλιαντός. Ό,τι έχει λάμψει σχετίζεται με το άσπρο. Ο λαός το διαφανέζει. Το νερό μέσα στον κουβά θα το πει, τι χρώμα έχει ρε, το νερό άσπρο είναι. Μπέλπισσο. Ναι, το μπέλπισσο είναι το άσπρο. Το πολύ άσπρο. Το γελυστερό άσπρο. Και το διαφανές ο λαός το σχετίζει με το άσπρο. Ενώ το άσπρο είναι χρώμα, το διαφανές είναι ό,τι πιο άχρωμο υπάρχει. Αρχαιοτυπικά από μέσα το συνδέει με το καθαρό χρώμα, που ουσιαστικά δεν είναι καθαρό, γιατί είναι σύνθετο, όπως ξέρουμε. Το λέει άσπρο. Μούσκρα. Μπράβο, Γιάννη, γιατί εγώ βρήκα μούσκρες, που είχαν μπαλώματα και όχι αυτό το μοσαϊκό, με άσπρα και μαύρα στίγματα. Μούσκρα είναι από το λατινικό. Μούσκα είναι η μήδα. Μούσκουρους είναι η μηγίτσα. Και η Βλάχη Τολάντα πολλές φορές το κάνει ρο, και γίνεται μούσκουρους και μετά χάνει συντομές μούσκρα. Δεν ξέρω τώρα η μούσκουρη αν έχει κανένα σχέση με γίδα. Μαύριο με στίγματα, άσπρο. Ναι, το έχω βρει στην Βελοκόνο. Μούσκουρη, να λένε τη γίδα. Μέχρι την έξω από τη Σπάρτια έχω βρει βλάχικες ο Μασίας και κούσκουρ έχω βρει και τσούγκο βόδι έχω βρει και όλα αυτά βλάχικα. Λοιπόν, κάπου και η Βλάχικα έχει εγκαιδευνοποιηθεί χάρη στην ταινοτροφή. Αυτή είναι η Καλέσσια. Καλέσσια είναι η προβατίνα που έχει μαύρα στίγματα γύρω από το μάτι. Δεν το βάλα το Καλέσσιο. Είναι αυτό εδώ. Το ημερολόγιο είναι αυτό εδώ. Μήνας Ιούλιος. Καλέσσιο. Καλέσσιο η Βλάχικη λέει τον ωραίο νέο ή την ωραία νέα που έχει μαύρα μάτια, μαύρο φρίδι και ωραία χαρακτηριστικά. Καλέσσιο. Η λέξη καλ έχει πολύ βάθος, μας πάει μέχρι την Ιδία. Η θεά καλή είναι η θεά, η μαύρη θεά, οι Ιαγωνιστικοί κάτσεσαν τη μαύρη Αθηνά θα λέγαμε που ξεσηκώθηκαν. Οι Έλληνες δεν υπάρχει μαύρη Αθηνή, υπάρχει μαύρη Αθηνά όπως υπάρχει και η μαύρη Παναγιά. Στα Βλάχικα, στη Μερία της Αλάια λέγεται η Παναγιά που φοράει σκούρα μπλε ρούχα που είναι βυζαντινά και η Βλάχικη το προτιμάει το σκούρο μπλε ρούχο. Το σκούρο μπλε συγχαίεται με το μαύρο και το μαύρο είναι το χρώμα της γονιμότητας. Οι Άρτημοι σαν θεά γονιμότητας παρουσιαζόταν πολλές φορές με πολλούς μαστούς, αν και ήταν παρθένος, να έχει μαύρους μαστούς γιατί το μαύρο είναι το χρώμα της γονιμότητας και είναι το χρώμα το θηλυκό. Το μαύρο είναι το χρώμα το θηλυκό. Πιο σύντομα είδος, ναι καλά δεν χρειάζεται. Το καλέσσιος πρέπει να έρθει από τη Νότια Ιταλία. Τα Βλάχικα και τα Ρουμάνικα ήταν από τη Νότια Ιταλία, πέρασαν από την Εγνατία και πήραν προς Βοράνο. Άλλες λατινικές γλώσσες στο χώρο της κεντρικής Ευρώπης και προς τη Βόρεια Σερβία ήταν από τη Βόρεια Ιταλία. Ενώ τα Βλάχικα της Πίντου και τα Ρουμάνικα είναι από τη Νότια Ιταλία. Εκεί ένα ζώο για να το θυσιάσουν έπρεπε να είναι καλέσσιος, να είναι άσπρο και να έχει μαύρα στίγματα. Και στην στερεά Ελλάδα όταν θέλω να πω και αυτός είναι ευνοημένος, από την παρέα λένε γιατί δεν δουλεύει ο Γιώργος, Κάλισσος τον έχουμε. Άρα ο Κάλισσος ήταν το ιερό πρόσωπο του Σεβαστώ. Λοιπόν, αυτό είναι η Γκέσα και αυτό έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον. Η Γκέσα γίδα είναι αυτή που είναι μαύρη και έχει καθετικές γραμμές. Και προέρχεται από το λατινικό λαϊκό γκέπτιους. Γίνεται γκέπτιους και γίνεται γκέτσος στα Ιταλικά. Οι Γερμανοί γλωσσολόγοι και οι Έλληνες το ανάγνωσαν στο σλαβικό κόζιε που στημαίνει γίδα αλλά δεν έχει καμιά σχέση. Είναι χρωματικός τύπος. Στα Ιταλικά γίτσου ή γκέτσου είναι το γεράκι. Το γεράκι είναι καθετή χρώμα. Και στα νότια των Γρεβελών σε ιδιώματα τοπικά βρήκα ένα ένειγμα. Γίδα γκέσα του Μαλή από μέσα. Τι είναι το κάστανο επειδή είναι καθετή χρώμα. Καθάρα πράγματα. Κατά το Αιγύπτιος γγέσος ή γγιώσος. Γγιώσα λέμε την Γρυσούζα Πεθερά η γυναίκα. Έχει πάρει άσχημη εξέλιξη το γγιώσος γγέσος. Λοιάρο είναι το παρταλό ζώο. Το λοιάρο ασπρόμαυρο ή ασπροκόκκινο. Και προέρχεται από το ελληνικό χλιαρός. Επειδή το χλιαρό νερό δεν είναι ούτε κρύο ούτε ζεστό. Οπότε το χρώμα λίγο μαύρο λίγο άσπρο είναι η λιάβα. Ρούσα και ρούσο είναι το κόκκινο. Ρούσα που λέμε ρούσα και ξανθιά. Παράγεται και αυτό από λατινική ρίζα. Ρούπια, ρούς και λοιπά. Πάμε στην κανούτα. Η κανούτα έχει πάρα πολλή ενδεφέρον. Είχε χαθεί. Η κανούτα γίδα είναι η σταχτιά. Δεν είναι η κρύζα που λέμε ακριβώς. Αλλά πρέπει να έχει το χρώμα της σταχτις. Ούτε αυτή είναι η καθαυτό κανούτα. Κανούτα τη λέμε αλλά το κανούτο είναι όπως είναι η σταχτι. Το χρώμα της σταχτις. Κανούτο είναι λατινικό. Στα λατινικά είναι κάνω όπως και στις κερδιτικές γλώσσες. Κάνω θα πει άσπρος. Υπάρχουν και άλλες συλλέξεις στα λατινικά. Άλμπους, κάντιτους για το άσπρο. Στα λατινικά όμως κάνω και κανούτο. Το κανούτο στα ιταλικά σημαίνει άσπρος. Στα πλάτη και κανούτο είναι ο γκρίσος. Στα λατινικά το κανούτο είναι άσπρος, άλλο και άσπρος και άλλο και γκρίσος. Διοριστεύουν οι ονομασίες στον χώρο και των φυτών και των χρωμάτων. Με την ίδια λέξη μπορείς να πεις άλλα πράγματα. Στα αρχαία ελληνικά κιανούς είναι ο μπλε. Ο γαλάζιος. Αλλά είναι και ο μαύρος. Κιανόθριξ είναι ο μαυρότριχος. Επειδή το μπλε όταν σκουρένει γίνεται μαύρος στο τέλος. Εδώ έχουμε το πουδρούς. Είναι η λέξη υπρηδική όπως την χαρακτήρησα. Διότι έχει το ποδάρι που είναι ελληνικό και το ους που είναι βλάχικο. Τσουτσουρούς που λέμε. Πιτσούρ, όχι τσουρούς. Ένα σε ους. Κουπούσα. Κουπούσα, ναι. Τσουτσουρούς, ποδαράκι. Και ποδάρι και ους. Πουδρούς. Είναι το ζώο, το άλογο κυρίως. Και η γίδα και η προβατίνα. Και η αγγελάδα που είναι μαύρη και έχει άσπρα πόδια. Ή είναι άσπρη και έχει μαύρα πόδια. Αυτό είναι το πουδρούς. Έχουμε άλλο γιάννη, δεν έχουμε. Μπαρτζο. Α, Μπαρτζο. Θεός θα το κάνει Μπαρτζο. Επέμεναν οι φινοτρόφοι στη Βέρεια ότι Μπαρτζο είναι η γίδα που έχει κόκκινα μαύρα. Για μένα Μπαρτζο είναι η γίδα που έχει γραμμές ανοιχτόχρωμες, μπες. Όχι καφετιές. Όπως είναι η Γκέσα, αντί να έχει καφετιές έχει ανοιχτόχρωμες μπες. Γιατί παράγεται από το αλβανικό μπάρτ, που θα πει άσπρος. Μπάρτ. Στα Ρουμάνικα ο παιδαρχός επειδή είναι άσπρος λέγεται μπάρτζα. Στα ελληνικά λέει ο παιδαρχός είναι άσπρος. Ο παιδαρχός είναι ασπρόμαυρος. Τέλαρ είναι μαύρος και αργός είναι ο άσπρος. Άργελος που λέμε. Αυτά. Σας ευχαριστώ για την προσοχή. Καμιά ερώτηση έτσι για το καλό της κουβέντας που λέμε. Όχι ερώτηση αλλά να ευχαριστήσω το θερμάγιο της πληροφορίας, της εξαιρετικημένης που λέμε σήμερα. Όλοι μας ζούμε το καλοκαίρι στο Ξεοδύναμο, έχουμε και τα γλύδια και τα πρόβατα να παρατηρούμε, αλλά κάτω από μια τέτοια προσέγγιση αναλυτική, ακαδημαϊκή, επιστημονική δεν την είχαμε. Γιατί για να είναι βλάχος. Για αυτό δίνουμε μεγάλες ευχαριστίες. Πάντα ευχαριστώ. Και να μας προσφέρει ο αγαπητής Αντώνης συνεχώς, το χρυσό, το γλούτο. Να είσαι καλά και εσύ που στέργασες στον Σύλλογο και του έδωσες μακροβιότητα. Ο κόσμος το κάνει. Έμαστε υπνοήσεις, οντότητα. Ε, οντότητα πράγματα. Λέμε πόξι και λόγω μετσάτι. Κάτι συνολικό. Να ευχαριστήσουμε τον κυρατόλητο μας, που πέρα από τις πληροφορίες που μας έδωσε, μας ταξίδευε το βιβλίο, σε αυτούς τους πιο αδενές εποχές. Και φαντάζομαι ότι, τουλάχιστον εγώ έτσι το βλέπω, και κάποιος που δεν έχει τα προηγούμενα ημερολόγια αξίζει τον κόπο έστω και για τις πληροφορίες αυτές που περιέχουν και για τη σειρά με την οποία μας θα τοποθέτεις εδώ ο μιλήτης μας να τα βρει, να τα αποκτήσει, έτσι το να τα διαβάσει, και όχι για το αντίτιμό τους, πλούς για τις πληροφορίες τους. Ευχαριστούμε για την παρουσία σας, ευχαριστούμε τον κύριο Αντών Βουσμπουκη για ό,τι ετοίμασε, τον Γιάννη που επιμελήθηκε στις φωτοπαραβείες και έτρεξε, έψαξε να βρει στα κοπάρια έτσι χαρακτηριστικούς τύπους, να βγει εδώ καλοτάξιδο το ημερολόγιό μας, να ταξιδέψει και σε πολλά χέρια έστω και για να διαβαστεί, όχι, όπως είπα, να μείνει απλώς εις το ράφι. Να πω ότι ανανεώνει με το ραντεβού μας για τις 6 Ιανουαρίου, που θα γίνει η εκδήλωση για τα φώτα στο Ξερολίβαδο, και επόμενες θα ακολουθήσουμε, για να συνεχίσουμε να πούμε σιγά σιγά προς την άρχηση, για το καλοκαίρι να θα υπάρχει και ο χείρος όπως θα θελώσουμε. Σας ευχαριστούμε πολύ, καλό βράδυ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ.