Διάλεξη 4: Υπόσχεσαι, αδερφή μου, για τη διάλεξη της Ευρωπαϊκής Ανθρώπης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Γεια σας, αγαπητοί φίλοι. Στη διάλεξη αυτή θα ασχοληθούμε με τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αποτελεί διεθνή οργανισμό, αλλά μία διακρατική ένωση, η οποία έχει αποκτήσει διάφορες διαστάσεις οικονομική, νομισματική, πολιτική, χωρίς μέχρι τελείως να αποτελεί ομοσπονδία. Θα εξτάσουμε την προστασία των σχετικών ανθρωπιών δικαιωμάτων στο πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο δευτερογενές ή παράγωγο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ξεκινάμε με την προστασία των σχετικών ανθρωπιών δικαιωμάτων στο πρωτογενές δίκαιο. Καταρχήν τα ανθρώπινα δικαιώματα στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από ιστορικής πλευράς. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάζιβα, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ενέργειας και η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ιδρύθηκαν για οικονομική συνεργασία μάλλον, παρά για την προαγωγή των ανθρωπινων δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Το ζήτημα των ανθρωπινων δικαιωμάτων έγινε μέρος της ατζέντας ως ευάθυνση της ολοκλήρωσης της Ευρωπαϊκής των διαφόρων τομέων που ανήκαν στα εθνικά κράτη. Κατά τη δεκαετία του 70 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της Δικαιοσύνης, χωρίς εντολή στις βασικές συνθήκες, επέκτινε τη δικαιοδοσία τους με τα δικαιώματα, ειδικά σε σχέση με το εργατικό δίκιο. Το Δικαστήριο έπτυξε τις λεγόμενες συνταγματικές παραδόσεις της Κινές σε όλα τα κράτη μέλη, οι οποίες εφαρμόστηκαν στις αποφάσεις του. Στο προήμιο της ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης του 1986 προβλέπεται η πολιτική δήλωση ότι η ευρωπαϊκή οικονομική κοινότητα είναι αποφασής μέλη να εργαστεί μαζί στην προαγωγή της δημοκρατίας, στη βάση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται στα συντάγματα και τους νόμους των κρατών μελών, στη Σύμβαση για την Προστασία των Ενθρωπινων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών και στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, ιδίως την ελευθερία, την ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη. Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η λεγόμενη του Maastricht του 1992, στο άρθρο 6 προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως είναι εγγυημένα από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για ανθρωπινων δικαιωμάτων και όπως προκύπτουν από τις συνταγματικές παραδόσεις, τις σκηνές στα κράτη-μέλη, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου. Άρθρο 6 παράφρος 2 της Ενοποιημένη Συνθήκης Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Συνθήκη του Amsterdam 1997 επανέλαβε τις αρχές Συνθήκης Ευρωπαϊκής Ένωσης και θέσπισε την εξουσία του δικαστηρίου να αποφασίζει αν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί σέβονται ή δεν σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα. Το κράτος-μέλος προαβιάζει σοβαρά το άρθρο 6. Μπορεί να υπαχθεί σε αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων αντιπροσώπευσης και ψήφου στο Συμβούλιο. Η Συνθήκη της Νίκιας του 2001 θέσπισε τη δυνατότητα συστάσεων προς τα κράτη-μέλη και διακήρυξε το μη νομικά υποχρεωτικό κείμενο του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Η Συνθήκη της Λεσαβώνας του 2007 κατέσσε το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, θμήμα του πρωτογενούς δικαίου, δηλαδή νομικός υποχρεωτικός. Θα εξτάσουμε τώρα την προστασία των θρησκευτικών ανθρωπινων δικαιωμάτων στο Χάρτη των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Κατ' αρχή διευκρινίζουμε ότι ο Χάρτης Θεμελιωδών Ελευθεριών περιλαμβάνει τρεις ομάδες δικαιωμάτων. Τα δικαιώματα ελευθερίας και ισότητας, δύο τα δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών και τρίτον τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Τα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα βεβαίως εντάσσονται στην πρώτη ομάδα των δικαιωμάτων ελευθερίας και ισότητας. Το άρθρο 10 του Χάρτη κατοχυρώνει την ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας. Όριζει κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας. Το δικαίωμα αυτό συνεπάγεται την ελευθερία μεταβολής θρησκεύματος υπό εμπιθύσεων, καθώς και εν ευθυρία εκδήλωσης του θρησκεύματος ή των επιθυσιών του ατομικά ή συλλογικά, δημόσια ή κατηδείαν, με τη λατρεία, την εκπαίδευση, την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων και τις θελετές. Δύο, το δικαίωμα αντίρρησης συνειδήσεως αναγνωρίστε σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκησή του. Όπως παρατηρούμε, το άρθρο 10 που αναγνωρίζει τη θρησκευτική ελευθερία, δεν έχει ολοκληρωμένη μορφή στο χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων, σε σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Σεβασία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αλλά όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ είναι και μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, οπότε η ερμηνεία του άρθρου 10 γίνεται σύμφωνα με την ερμηνεία του άρθρο 9 της ΕΕ. Η ιδιαιτηρότητα του χάρτη στο άρθρο 10 είναι ότι στην πράγμα 2 αναγνωρίζει το δικαίωμα αντίρρησης συνειδήσεως, το οποίο δεν αναγνωρίζεται στην ΕΕ. Το άρθρο 11 κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ιδεών χωρίς τα ανάμιξη δημοσίων αρχών και αδιακρύτων συνόρων. Η ελευθερία των μέσων μαζικής ενημέρους και η πολυφωνία τους είναι σεβαστές. Εφόσον αυτή η κοινή ελευθερία για όλους έχει θρησκευτική διάσταση, τότε εντάσσετε τα θρησκευτικά θρόματα δικαιώματα. Τότε μιλάμε για ελευθερία θρησκευτικής ή μη θρησκευτικής έκφρασης. Και βέβαιος της ελευθερίας των μέσων μαζικής ενημέρους και της πολυφωνίας τους απολαμβάνουν και οι θρησκευτικές ομάδες. Το άρθρο 12. Ελευθερία του συνέρχεσθε και του συνεταιρίζεσθε. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία του συνέρχεσθε, ειρνικώς, και στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθε σε όλα τα επίπεδα, ιδίως στον πολιτικό και τον συνδικαλιστικό τομέα, καθώς και στους τομείς που αναφέρονται στον πολίτη. Πράγμα που συνεπάγεται το δικαίωμα κάθε προσώπου να ιδρύει με άλλους συνδικαλιστικές ενώσεις και να προσχωρήσει αυτές για την περάσψη των συμφερόνων του κλπ. Η ελευθερία του συνέρχεσθε, ειρνικώς, είναι η γενικότερη μορφή της ελευθερίας της λατρείας. Και η ελευθερία του συνεταιρίζεσθε είναι απαραίτητη για την απόκτηση νομικής προσωπικότητας από τους θρησκευτικούς οργανισμούς. Σε συνδυασμό, βέβαιος, με την ελευθερία κλίτους της θρησκείας, όπως έχει δεχθεί η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστρειό Αθροπαιδιών Δικαιωμάτων. Άρθρο 7. Σεβασμός ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, των δικαιαστικών του και των επικοινωνιών του. Η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή έχει άμεση σχέση με την θρησκευτική ελευθερία. Δικαίωμα γάμου και δικαίωμα δημιουργίας οικογένειας. Το δικαίωμα γάμου και το δικαίωμα δημιουργίας οικογένειας διασφαλίζονται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκησή τους. Και το δικαίωμα γάμου και δικαίωμα δημιουργίας οικογένειας βεβαίως συνδέεται στενά με τη θρησκευτική ελευθερία. Τώρα η έννοια της οικογένειας αυτή την εποχή αλλάζει νόημα, διότι αρχίζουν και γίνονται δεκτές και άλλες μορφές πέραν της παραδοσιακής όπου είναι φιλοφιλικές οικογένειες. Ελευθερία της τέχνης και της επιστήμης. Η τέχνη και η επιστημονική έρευνα είναι ελεύθερες. Η ακαδημαϊκή ελευθερία σεβαστεί. Βέβαιος και η ελευθερία της τέχνης και της επιστήμης και η ακαδημαϊκή ελευθερία αποκτούν θρησκευτική διάσταση όταν ασκούνται από τους θρησκευτικούς οργανισμούς. Δικαίωμα εκπαίδευσης. Στην παράλυφα όταν για το Άρθο 14 για το δικαίωμα εκπαίδευσης προβλέπεται ότι ελευθερή ίδρυσης εκπαιδευτικών εδρυμάτων με σεβασμό των δημοκρατικών αρχών, καθώς και το δικαίωμα των γονέων να εξασφαλίζουν την εκπαίδευση και τη μόρφωση των γονέων τους σύμφωνα με τις σκεφτικές και φιλοσοφικές και παιδαγωγικές επεπιθύσεις τους γίνονται σεβαστά σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκησή τους. Δηλαδή αναγνωρίζετε το δικαίωμα των γονέων να εξασφαλίζουν την εκπαίδευση των παιδιών τους σύμφωνα με τις σκεφτικές, φιλοσοφικές και παιδαγωγικές επεπιθύσεις τους. Η Λευθερία του Επαγγέλματος και το Δικαίωμα Υργασίας το άρθρο 15 βεβαίως ενδιαφέρει και τους σκεφτικούς οργανισμούς διότι απασχολούν εργαζομένους. Το άρθρο 16 Επιχειρηματική Λευθερία αναγνωρίζεται σύμφωνα με το Δίκαιο της Ένωσης και τις Εθνικές Νομοθεσίες και Πρακτικές ενδιαφέρει και αποκτά θρησκευτική διάσταση όταν ασκείται από τους σκεφτικούς οργανισμούς διότι η Επιχειρηματική Λευθερία έχουν και οι θρησκευτικοί οργανισμοί. Το άρθρο 17 Δικαίωμα Υδιοκτησίας. Κάθε πρόσωπο δίκαιο είναι κύριος στο νομίμο σκτηθέν των αγαθών του να τα χρησιμοποιεί, να τα διαθέτει και να τα κληροδοτεί. Κανείς δεν μπορεί να στελείται της ιδιοκτησίας του παρά μόνον για λόγους δημόσιας ωφέλειας, περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις προβλέπονται στο νόμο και έναντι δίκαιης και έγκαιρης αποζημίουσης για την απώλειά της. Η χρήση των αγαθών μπορεί να υπόκτησε περιορισμούς από το νόμο, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο προς το γενικό συμφέρον. Αγνωρίζετε το Δικαίωμα Υδιοκτησίας, το οποίο αποκτά βεβαίως σκεφτική διάσταση όταν πρόκειται για ιδιοκτήτες που είναι θρησκευτικοί οργανισμοί. Στο άρθρο 21, απαγορεύονται οι διακρίσεις. Απαγορεύεται κάθε διάκριση ιδίως λογοφύλου, φυλής, χρώματος, εθνητοτικής καταγωγής και κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών γλώσεων, θρησκείας υπεπιθύσεων, πολιτικών φρονιμάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας, μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσεου προσανατολισμού. Στο πεδίο της εφαρμογής των εθνικών και την επιφύλαξη των δικών διαταξιών, τους απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω ήθαγένειας. Βλέπουμε λοιπόν ότι στο άρθρο 21 προσθέθηκε ως ένας λόγος διάκρισης και ο γενετήσεως προσανατολισμός στη σύγχρονη εποχή. Πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολιμορφία. Η Ένωση σέβεται την πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολιμορφία. Και ερχόμαστε στα θρησκευτικά ανθρώπινα δικαιώματα στο παράγωγο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθα προς το πρωτογενεστικό δίκαιο, το παράγωγο δίκαιο, δηλαδή οι κανονισμοί και οδηγίες, περιέχουν πολλιάρθμες διατάξεις που αφορούν τη θρησκεία. Οι διατάξεις αυτές είτε προβλέπουν ομοιόμορφες εξαιρέσεις σε ορισμένους ορισμούς του ευρωπαϊκού δικαίου, είτε επιτρέπουν εθνική μεταχείριση στα θρησκεύματα. Τώρα, τη μέλη ρυθμίζουν κυρίως τον εργάσιμο χρόνο και τους όρκους πίστεως. Εργάσιμος χρόνος, οδηγία, 2388. Όρκοι πίστεως, οδηγία, Συμβουλίου, 2878. Οι εξαιρέσεις προβλέπονται για τον εβραϊκό σφαγιασμό ζωών, κωσέρ, κανονισμός, 853-4, οδηγία, Συμβουλίου, 9523, οδηγία, Συμβουλίου, 9736. Η αναφορά σε θρησκευτικές εξαιρέσεις εσωματώνται μεν στο παράγωγο δίκιο, αλλά ο τρόπος της εφαρμογής της επαφήεται στις εθνικές νομοθεσίες. Ως εκ τούτου, μπορούν να υπάρκουν διαφορές στον τρόπο εφαρμογής των θρησκευτικών εξαιρέσεων από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με αυτή τη διάλεξη, θα ασχοληθούμε με κάποιες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης των Ευρωπαϊκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι είναι πολύ μικρή η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπινων Δικαιωμάτων, με συγχωρείτε, η νομολογία του Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα θρησκευτικών ανθρωπινων δικαιωμάτων, λόγω το ότι πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της Δικαιοσύνης απέκτησε αρμοδιότητα να εξετάζεται τα ζητήματα αυτά. Δεύτερον, διότι η εξέταση αυτή των ζητημάτων, δηλαδή της προστασίας των ανθρωπινων δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται και άρα και των θρησκευτικών ανθρωπινων δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από το χάρτη των θεμιληδιών ελευθεριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προστασία αυτή αφορά την εφαρμογή τους από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εν γένη από την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. Η απόφαση Stauder versus Stadtholm του 1969 δεν αφορά ειδικόστα σκεφτικά ανθρώπινα δικαιώματα. Αφορά μια απόφαση Εμπιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων του 1969 στη διάθεση βούτυρου σε χαμηλότερη τιμή προς τους δικαιούγους οδηγμένων προγραμμάτων κοινωνικής αρρογής. Εκεί υπήρχαν δύο γλωσσικές αποδόσεις. Οι Γερμανικοί, ότι τα κράτη πρέπει να λάβουν όλα τα μέτρα ώστε οι δικαιούχοι να μπορούν να αγοράσουν το ελόγο προϊόν, δεν μπορούν να το αγοράσουν παρά μόνο με επίδειξη δελτίου που έχει δοθεί στο όνομά τους, ενώ στις λυπές γλωσσικές αποδόσεις γίνεται λόγος για προσαγωγή εξατομικευμένου δελτίου, επιτρέποντας έτσι την εμφαρμογή άλλων μέσων ελέγχου. Εν τέλειο, κατέληξε το Δικαστήριο ότι επί μαχηδιάταξη πρέπει να εμμευθεί ότι δεν επιβάλλει, χωρίς πάντως να απαγορεύει, την ονομαστική εξατομίκευση των δικαιούχων. Αλλά αυτό δεν έχει τόσο σημασία για την προστασία των σχεστικών ανθρωπινων δικαιωμάτων, όσο η πρόημη αναφορά του Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης στα θεμελιώδικαιώματα του ατόμου σε μία παράγραφο αναφέρει «Με αυτή την ερμηνεία επί μαχηδιάταξη δεν προκύπτει καν ένα στοιχείο ικανό να θύξει στα θεμελιώδικαιώματα του ατόμου, που περιλαμβάνονται στις γενικές αρχές του κοινωντικού δικαίου, τον οποίο το σεβασμό εξασφαλίζει το Δικαστήριο». Θα προχωρήσουμε τώρα σε μία δεύτερη απόφαση. Πρέ εναντίον Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Βίβια Μπρέ. Βίβια Μπρέ, η κυρία Μπρέ βρατανικής εισαγένειας, εβραϊκού θρησκεύματος, κατέτησε έτσι για να προσδιευθεί σαν διερμηναίας στις ευρωπαϊκές κοινότητες, αλλά η ημερομηνία διεξαγωγής των Γραπτών Εκστάσεων συνέπτει με την πρώτη ημέρα της Εβραϊκής Εορτής της Υπεντηκοστής, κατά την οποία αναπαγορεύεται στους Ιουδαίους είτε να ταξιδεύουν είτε να εργάζονται. Γι' αυτό ζήτησε τη διεξαγωγή των Γραπτών Εκστάσεων σε άλλη ημερομηνία. Η Διοίκηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων απέριψε το έτημά της. Προσέφυγε η κυρία Μπρέ στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ισχυριζόμενοι ότι το άρθρο 27 των Κανονισμών προέβλεπε ότι οι υπάλληλοι θα επιλέγονται χωρίς αναφορά σε φυλή πιστεύω ή φίλο. Επίσης, στηρίχθηκε στο άρθρο 9 για τη θρησκευτική ελευθερία της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το Δικαστήριο της Δικαιοσύνης έκρινε ότι το συμφέρον των συμμετοιχών στον διαγωνισμό, πρέπει να σταθμιστεί με το υπηρεσιακό συμφέρον των ευρωπαϊκών κοινοτήτων. Αν ο υποψήφιος ειδοποιήσει εγκαίρως τη διοίκηση ότι υπάρχει πρόβλημα αναφερόμενο σκεφτικές του επίθεσης σε σχέση με την ημέρα διεξαγωγής του διαγωνισμού, εγκαίρως όμως την ειδοποιήσει, αυτό θα πρέπει να το λάβει υπόψη της η διοίκηση και θα πάει η ημερομηνία. Εάν όμως δεν υποβάλλει στη διοίκηση εγκαίρως αυτό το πρόβλημα που έχει η θρησκευτική βάση, τότε η διοίκηση δεν δεσμεύεται από τα νωρίς μια ημερομηνία καταβούληση. Σε διεκριμένη περίπτωση η κυρία Πρε καθυστέρησε, δηλαδή όχι εγκαίρως, ειδοποιήσε τη διοίκηση γι' αυτό το πρόβλημα με θρησκευτική βάση και ως εκ τούτου το δικαστήριο απέριψε την προσφυγή της. Και τώρα θα προχωρήσουμε σε μία τρίτη δικαστική απόφαση του δικαστηρίου. Η Νομένο Βασίλειο Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειος Ιλανδίας κατά συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το έτους 1996. Η Νομένο Βασίλειο ζήτησε από το δικαστήριο να ακυρώσει μία οδηγία, τη 93 κάθος 104 το 93, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας. Ο δεύτερος της οδηγίας ρυθμίζει το ελάχιστο χρόνο ημερήσιας και εβδομαδίας ανάπαυσης και αιτήσιας άδειας, καθώς και το χρόνο διαλύματος κατά τη μέγιστη εβδομαδία διάρκεια εργασίας. Ενδεικτικά, τα κράτη που χρειούνται να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει ανα 24 ώρα χρόνο απαύσιος ελάχιστης διάρκεια 11 συναπτών ωρών, χρόνο διαλύματος όταν ο χρόνος ημερήσιας εργασίας υπερβαίνει τις 6 ώρες, χρόνο του οποίου οι τεχνικές λεπτομέρειες καθορίζονται από τους κοινωνικούς εταίρους ή από την εθνική νομοθεσία, ένα ελάχιστο χρόνο συνεχούς αναπαύσιος 24 νωρών για κάθε περίοδο επτά ημερών, στον οποίο προσθέσονται οι 11 ώρες ημερήσιας αναπαύσιους προβλέπονται και συμπελαμβάνεται κατ' αρχήν η Κυριακή και τέλος αιτής η άδεια μεταπαδοχών 4 εβδομάδων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι όσον αφορά το άρθρο 5, δεύτερο εδάφιο της οδηγίας, πρέπει να τονιστεί ότι μολότι το ζήτημα αν η Κυριακή συμπελαμβάνεται στην 72 περίοδο αναπαύσιος, επαφέθηκε σε τελική ανάλυση στην κρίση των κρατών μελών, λαμβανομένης υπόψης μεταξύ άλλων της πικυλομορφίας των πολιτιστικών, εθνολογικών και θεσκευτικών παραγώντων στα διάφορα κράτη-μέλη, διότι το Συμβούλιο παρέλειψε να εξηγήσει για ποιο λόγο η Κυριακή ως ημέρα εβδομαδιέως αναπαύσεως παρουσιάζει στενότερη συνάφεια με την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων από ότι μια άλλη ημέρα της εβδομάδος. Έτσι, το Δικαστήριο έκρινε ότι έπρεπε να γίνει δεκτό το επικουρικό αίτημα της προσφεύγου σας κυβέρνησης και ακύρωσε το άρθρο 5, δεύτερο εδάφιο της οδηγίας. Και βλέπουμε ότι η ημερομηνία, η ημέρα εβδομαδίας ανάπαυσης δεν είναι υποχρονοτικός η Κυριακή, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκιο. Βέβαια, η οδηγία άφησε στα κράτη-μέλη να ορίσουν αν η Κυριακή συμπεριλαμβάνεται στην εβδομαδιαία περίεδο αναπαύσεως. Τα κράτη-μέλη είναι καταλληλότερα με την αρχή της επικουρικότητας να υιοθετήσουν την Κυριακή ως ημέρα εβδομαδίας ανάπαυσης, λαβάνοντας υπόψη πολιτιστικά, εθνολογικά, προτιστικούς, εθνολογικούς και θρησκευτικούς παράγοντες. Αλλά ο προβληματισμός της Βρετανικής Κυβέρνησης και του Δικαστηρίου ήταν ότι στην οδηγία τονίστηκε η Κυριακή. Η οποία Κυριακή είναι ημέρα αναπαύσεως για τους Χριστιανούς. Ενώ για τους Ιουσουλμάνους είναι η Παρασκευή και για τους Ιουδαίους είναι το Σάββατο. Αυτή η ιδιαίτερη από την σήμαση της Κυριακής. Υπήρξε αντικείμενο προβολής σχετικού ισχυρισμού εκ μέρους της Βρετανικής Κυβέρνησης ότι δεν εξηγεί η Επιτροπή. Γιατί την τονίζει ότι αυτή ιδίως είναι η ημέρα εβδομαδίας αναπαύσεως. Αυτό το έκανε δεκτό το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της Δικαιοσύνης. Ότι, δηλαδή, κακώς αναφέρεται η Κυριακή ειδικώς. Ότι ενδείχνηται η Κυριακή να είναι η ημέρα εβδομαδίας αναπαύσεως. Αρκούμενο στο ότι το ζήτημα αυτό με βάση την οδηγία επαφέθηκε, δηλαδή η καθιέρωση ημέρας εβδομαδίας ανάπαυσης επαφέθηκε στη δικαιοδοσία των κρατών μελών. Εδώ ολοκληρώνομαι μία αναφορά στη μικρή όντως νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστήριου της Δικαιοσύνης σε θέματα θρησκευτικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σας ευχαριστώ για την προσοχή σας. |