Α. Δημουλά, Ζ. Καΐκα, "Νεολιθικά ειδώλια από την ανατολική Μακεδονία..." /

: Ανακοινώνουμε ότι η ομιλία του κυρίου Σταμάρτ Χατζετουλούση δεν θα γίνει, οπότε περνάμε στην επόμενη των κυρίων Αναστασία Δημουλά και Ζωής Καΐκα, με τίτλο «Νεολιτικά Εδόλια από την Ανατολική Μακεδονία» στο Αρχιολογικό Μουσείο της Αλλανίδης. Η κυρία Ζωή Καΐκα θα μιλήσει. Καλησπέρα. Στην ανακοίνωση...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: AMTh 2018
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=eMxSmBthKmg&list=PLEpOBHfJsEAYadEsrDiLVk5TdfDUP3PRd
Απομαγνητοφώνηση
: Ανακοινώνουμε ότι η ομιλία του κυρίου Σταμάρτ Χατζετουλούση δεν θα γίνει, οπότε περνάμε στην επόμενη των κυρίων Αναστασία Δημουλά και Ζωής Καΐκα, με τίτλο «Νεολιτικά Εδόλια από την Ανατολική Μακεδονία» στο Αρχιολογικό Μουσείο της Αλλανίδης. Η κυρία Ζωή Καΐκα θα μιλήσει. Καλησπέρα. Στην ανακοίνωση αυτή θα σας παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα της μελέτης 66 επίλυνων ειδωλίων από στασματικής διατήρησης που ανήκουσε στη συλλογή Τσάκου του Αρχιολογικού Μουσείου Πασιλονίκης, εκ των οποίων τα 28 αποτέλεσαν αντικείμενο της μετακτηχιακής μεργασίας. Από αυτή τη θέση θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε θερμά την διάθεση του Μουσείου για την άδεια μελέτης και τη φιλοξενία στους χώρους του. Τα υπόλοι είναι αποτέλεσμα επιφανειακής περισυλλογής από το Στομάτι Τσάκο και προέρχονται από εννιά θέσεις της Ανατολικής Μακεδονίας, στους νομούς Βράμμα, Σερόμ και Καβάδας. Σχεκόν τα μισά προέρχονται από τους Σταυρούς Βράμμας, από τα υπόλοιπα, τα περισσότερα περισυλλέχτηκαν από το Δοξά-Τεπέ, τη Δήμητρα και τη Τούμ-Βασελον, ενώ υπάρχει μικρή εκπροσώφιση με λάχιστα παραδείγματα και από άλλες θέσεις. Το Σύνολο των Ιγουλιών, με βάση τα οικονογραφικά παράλληλα από την Ελλάδα αλλά και την Βαλκανική, μπορεί να τοποθετηθεί χρονικά στην ευρύτερη νεολυθική περίοδο και ειδικότερα στην νότυρη τελική νολυθική. Στο υλικό διακρίνονται δύο θεματικές κατηγορίες, ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα ειδόλια. Με βάση την απόγωση της μοφής, τα ανθρωπόμορφα διακρίθηκαν σε δύο τύπους, τα σχηματοποιημένα και τα φυσιοκρατικά. Αν και η διάκριση αυτή δεν είναι πάντοτε εύκολη υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη ότι σε κάποιες πεκτώσεις, οι δύο αυτές θάσεις μπορεί να συνηπάχουν σε ένα υπόλοιο και οι δύο εκπροσωπούνται σχεδόν εις άξιες του εξεταζόμενου υλικού, μικρό προβάδισμα των σχηματικών. Στα σχηματοποιημένα διακρίνονται οι ακόληθρισεις των κατηγορίες, με απόλυξη σε τεποδική ή τετραποδική βάση χωρίς καμία έννοξη φύλλη, σε όλθια στάση με απόγωση του κορμού και των κάτων άκρων σε ένα συμπαγί όγκων με επίπεδη βάσης στήριξης, με νόσχημα κεφάλαια, κυρίως με τριγωνική απόδοση του προσώπου, με επίπεδο κορμό, τετραγωνικό σώμα και χέρια που υποδειλώνεται ως τριγωνικιάς επιφύσης. Τα φυσιοκρατικά επίσης περιλαμβάνουν τέσσερις υπο-ομάδες. Άνω κορμή πιθανών γυναικείων ειδωλίων με έντονη πλαστικότητα, κάτω κορμή με μικρή διόγκοση της έδρας, εγχάρακτα πνήματα κάτω άκρων με τονισμένους βουφούς και καθεστά ιδόλια τα οποία παρουσιάζουν μια μεγάλη ποικιλία παραλαγών, όπως μισοκαθιστά, με συμφιές κάθεσμα σε οκλάζουσα στάση, καθώς και ξεχωριστά βράσματα λυγισμένων κάτω άκρων. Στο σύνολο των ανθρωπόμουρφων συμπεριλαμβάνονται και τέσσερα τρίμματα ποδιών τα οποία σύμφωνα με τα παράλληλα ανήκουν σε ανθρωπομορφικά αγγεία, διατηρούντα από τον αστράβανο και κάτω, ενώ ορισμένα αποδίβουν τα δάχτυλα του ποδιού να εγχαράξεις. Η δεύτερη θεματική κατηγορία περιλαμβάνε τα ζωόμορφα τα οποία ταξινομπούνται σε δύο λιγομελείς ομάδες σε αυτοτελή ιδόλια και ζωόμορφες λαβές. Ανάμεσα αυτούς ξεχωρίζει ένα κέριδο λορτινού το οποίο απολύγει σε κυκλική βάση. Τα υπόλοιπα αναπαριστούν οικώση τα ζώα όπως εγωπρόβοτα και βοητεί. Στη συλλογή Τσάκου κυριαρχεί η ανθρώπινη μορφή καθώς 54 από αυτά είναι ανθρωπόμορφα και μόνο 6 ζωόμορφα. Ανάμεσα στα πρώτα συμπεριλαμβάνονται και λίγα παραδείγματα προέρχοντα από ανθρωπομορφικά αγγεία καθώς και δύο ανθρωπομορφες λαβές. Επίσης έχουμε ένα μικρογραφικό ομοίωμα επίπονου τραπεζιού ή καρέκλες. Ο προσδιορισμός του φύλου είναι σπάνιος και μόνο το 41% έχει αναγνωριστεί ως πιθανό γυναικείο με βάση την ύπαρξη στήθος σε δικού τριγόνου είτε σε συνδυασμό είτε χωριστά ενώ σε ορισμένα συνειπολογίστηκε διόγκωση της κοιλίας ή των φωθών. Μόνο ένα ανδρικό αναγνωρίστηκε γεγονός που δεν πρέπει να μας εκκλείσει αφού η απόδοση των ντρικού φύλου στην νεολυτική περίοδο είναι σπάνια. Παρ' όλα αυτά δεν μπορούμε να απορρίξουμε την πιθανότητα ότι μερικά από τα υπόλοιπα θράσματα μπορεί να είναι ανοίγνωσης ανδρικά καθώς η κατάσταση διατήρησης δεν επιτρέπει την αναγνώριση του φύλου. Τα παραφάνω σχετίζονται στενά με την κατάσταση της διατήρησης. Τα περισσότερα από τα ειδόλια της μελέτης είναι θράσματα κάτω άκρων. Σε αρκετά σώζεται τμήμα του άνω ή κάτω κορμού. Σε ένα μικρό χωσιστό διατηρείται το κεφάλι είτε μόνο του είτε μαζί με τμήμα του άνω κορμού. Τέλους μόνο εκτά από το σύνολο διατηρούνται σχεδόν με κέραια και αυτά είναι κυρίως σχηματικές μορφές ενώ ένα ανήκει στη ζωή της κατηγορίας. Η στάση μπορεί να διακριθεί με βεβαιότητα στα δεκαεπτά. Όλα ανήκουν στον καθιστό τύπο εκτός από δύο που αναπαριστούν ισοκαθιστές μορφές, έναν τύπο ευρύθατο διαδεωμένο στην Ανατολική Μακεδονία όπως το Τικηλιτάς και τη Δίνη. Επίσης, ανάμεσά τους ξεχωρίζει και μία οκλάζουσα μορφή, τύπος ό,τι και τόσο γνωστός στην περιοχή, αν και τελείπουν κάποια παραδείγματα. Ως κατηστά υπολογίζονται και τα δύο σχηματικά που απολύγουν σε τεποδική ή κατραποδική βάση, καθώς και ένα σχηματικό απειόσχημα. Όρθιοι θεωρούν το όλα τα υπόλοιπα, τα οποία σώζουν το μήμα του ανικορμού και το κάτω άκρα. Υπάρχουν εδάχιστες πληροφορίες όσον αφορά τα άνω άκρα. Μόνο σε τρία διατηρούνται τα χέρια ως μικρές τεχνολογικές αποφύσεις, ενώ σε δύο η περιοχή σημαδεύεται με διάθερτες οπές στο ύψος των όμων. Η διάθεση των χεριών συναντάται πολύ συχνά στους Σταυρούς αλλά και σε άλλες περιοχές του Βαλκανίου. Στα λίγα παραδείγματα που διακρίνεται η θέση των χεριών, αυτά είτε ακουμπούν στην κοιλιά είτε τοποθετούνται κάτω απ' το στήθος. Αναδικό ανερικό ιδόλιο, το χέρι πιθανόν ακουμπούσε τη γενετική περιοχή, η στάση γνωστήκε από παράριν στον δεσποιό. Τα κάτω άκρα ήταν συνήθως ενωμένα αλλά υπήρχε σαφής διαφορισμός ανάμεσα τους. Στα περισσότερα, οι άκρες των ποδιών αδροφού, ελάχιστα παρουσιάζουν πέρματα αλλά κανένα δεν φέρει ποδίματα. Κάποια χαρακτηριστικά τονίζονται ιδιαίτερα όπως ευθυνόσχημες μύτες των ουτοκόμοφων και το ρήχος των ζώνων. Γενικά η απόδοση των ανατομικών οικτωμεριών του προσώπου είναι πολύ αφαιρετική. Τα μάτια διαμορφώνονται τις περισσότερες φορές με πίεση των δαχτύλων και μόνο σε λίγες περιπτώσεις τονίζονται με εγχαράξεις, με κυκλικές εμπιέσεις ή κλαστικούς όντους. Τα αφιά αποδίδονται συνήθως τριγωνικά σε ελάχιστα κυκλικά και σε ένα από αυτά σημαδεύονται με οριζόντια για περισσότερες, ενώ το στόμα διακρίνεται μόνο σε δύο περιπτώσεις. Σύμφωνο με το σωζόμενο ύψος, τα ιδόλια μπορούν να διακριθούν σε τρεις κατηγορίες. Τα περισσότερα έχουν σωζόμενο ύψος από τρία ως έξι εκατοστά. Ανάμεσα τους τέσσερα διατηρούνται σχεδόν ακέρια. Εντυπωσιακός είναι ο μεθμός αυτών που ξεπερνούν τα έξι εκατοστά, από αυτά ξεχωρίζει ο καθιστός κορμός από την Τουμπα Σερών και ο δεξιός καθιστός μοιρός από το Δοξάτεπαι. Ελάχιστα είναι κάτω από τρία εκατοστά. Θα πρέπει εδώ να γίνει λόγος και για δύο θράσματα που ανήκουν στην κατηγορία των ιδολίων νικρού μεγέτους, αλλά και σε ένα παράδειγμα το οποίο σώζει το αριστερό μισό όθιο ιδολίο από το λαιμό και κάτω ύψος περίπου 8 εκατοστών. Προκειμένου να ερευνηθούν τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά του υλικού, μελετήθηκε η σχέση των τύπων των ιδολίων με την πρώτη ύλη και τη σύσταση του πυλού, το βαθμό επεξεργασίας της επιφάνειας, τη τεχνική κατασκευής τους και τη διακόσμιση τους. Όλα τα ιδόλια του εξοταζόμενου υλικού είναι κατασκευασμένα από πυλό, συνήθως λεπτόκοκο ή μεσόκοκο, σπάνια πεντρόκοκο, με χαλοζώες τριούχιος προσμήξεις και υψηλόκοσοστό με μαριγιές. Τα μεσά είναι ψημένα σε ομοιογενείς συνθήκες και τα υπόλοιπα σε ανεμοιογενείς, παρουσιάζοντας χρωματικές διαφοροποιήσεις. Είναι φακαπνού εντοπίζοντας αρκετά συχνά στην επιφάνεια ως αποτέλεσμα επαφής με φωτιά, είτε κατά την όπτιση, είτε κατά τη χρήση ή την οπότεση. Ανάμεσα στα ιδόλια από τη συλλογή Τσάκου μόνο 3 από τα 66 έχουν επιφάνεια κατέρβαστη, ενώ όλα τα υπόλοιπα παρουσιάζουν ηλιασμένη ή στυβωμένη επιφάνεια ή και τα δύο. Το χρώμα του επιχρύσματος είναι είτε ρυθροκό, είτε καστανό και σε μία περίπτωση κυτρινοκό. Αυτές τα τεχνικές κατασκευές των ιδολίων εμφανίζονται στο υπομελέτη υλικό. Τα περισσότερα είναι διαμορφωμένα από ένα κομμάτι πυλού, ακολουθούν εκείνα που είναι κατασκευασμένα από πυρήνες και μόνο δύο είναι εσωτερικά κενά. Στην τεχνική τους συλλαγούς όλου οι βοροπλάστης μπορούσαν να ακολουθήσει δύο διαφορετικούς τρόπους για την απόδοση των ανατονικών ή άλλων λεπτομεριών. Στο πρώτο με τράτζικα η τσίγγιμα του πυλού διαμορφώνονταν η μύτη, τα χέρια της αποφύσης αλλά και το στήθος. Εναδοκτικά μπορούσαν να πλάσουν χωριστά τις διάφορες λεπτομέρειες του ιδολίου και στη συνέχεια να το προσαμώσουν στον κυρίως κορμό. Αυτό παρατηρήθησαν στα κέρατα των ζώων των φωναγών καθώς και στο στήθος του ιδολίου από τη Δήμητρα τα οποία είναι φτιαγμένα χωριστά. Η μέθοδος κατασκευής είναι πολύ στενά συνδεμένη με την αναπαράσταση εντυπωθής. Δεν αποτελεί σύμπωση το λιγονός ότι η πλειοξηθία των σχηματικών μας ιδολίων είναι κατασκευασμένη από ένα κομμάτι πυλού. Λύκα έχουν πιο νατοραλιστικό πλάσιμο όπως οι δύο μοιατούρις ιδόλια, τα περισσότερα από τα καθιστά και σχεδόν όλα τα ζωόμορφα της συλλογής. Δεν είναι επίσης τυχαία ότι όλα τα ιδόλια τα οποία σώζονται ακαίρια ή σχεδόν ακαίρια είναι κατασκευασμένα από ένα κομμάτι πυλού. Το ίδιο ισχύει και για όσα σώζουν μεγάλο τμήμα του κορμού με ή χωρίς το κεφάλι. Φαίνεται λοιπόν ότι η τεχνική αυτή παράγει πιο συμπεριφορικές μορφές και γι' αυτό πιο ανθεκτικές στον χρόνο και στις φορές. Η τεχνική των πυρήμαν είναι πιο σπάνια και απαιτεί περισσότερο χρόνο. Και σε αυτήν υπάρχουν δύο επαναλλαγές, με έναν υπολοπλώς πυρήμα. Στην πρώτη εκδοχή η μορφή διαμορφώνεται απ' ένα κεντρικό πυρήμα και επιμέρους λεπτομέρειες πλάχονται χωριστά και επικολλούνται στον κυρίως κορμό. Το μισοξαπλωτό υδόλιο από τις σταυρούς ακολουθεί αυτή τη μέθοδο, καθώς οι επάλες στρώσεις του πυλού είναι ορατές στα σπασέματα της πλάτης και του μυρού. Στην δεύτερη εκδοχή κάθε τμήμα του σώματος κατασκευάζεται χωριστά και στη συνέχεια συνενώνονται με επικαλύψεις στρώσεων πυλού. Τα περισσότερα από τα ιδόλια αυτής της μεθόδου ανήκουν σε αυτή την εκδοχή. Όλα τα θερασματά κάτω άκρων προέρχονται από ιδόλια τα οποία ήταν αρχικά φλασμένα από πολλούς πυρήμας. Πιο συγκεκριμένα, 7 ήταν αρχικά φτιαγμένα από 3, 1 για τον άνω κορμό και 2 συμετρικούς για τον κάτω. Ωστόσο υπάρχουν και αυτά που αποτελούνται από δύο σκουλούς δηλαδή δύο κάθετα μισά τα οποία ενώνουν τις μερικές περιπτώσεις με τη χρήση συνδέσμου όπως υποδεικνύουν οι ουππές που υπάρχουν στην εσωτερική πιθάνη. Ενώ σε μία παραλλαγή της τεχνικής αυτής το ιδόλιο φαίνεται ότι απαρτίζεται από δύο μισά, ένα για τον άνω και ένα για τον κάτω κορμό. Αυτό ισχύει και για λίγα κατιστά παρδείγματα. Αυτά που είναι κατασκευασμένα από πολλούς πυρήνες είναι συνήθως πιο νοτοβολιστικά, γι' αυτό και τα περισσότερα πυσιοκρατικά καθώς και αρκετά από τα μεγάλα διαστάσεις παραδείγματα πλάχτονται με αυτή τη τεχνική. Από αυτά η πλειοψηφία ανήκει σε ιστάμενες μορφές. Στην τρίτη μέθοδο τα ιδόλια είναι κύλωστοι στο υλικό. Στην περίπτωση αυτή είτε κατασκευάζονται με τη λογική των αγγίων είτε είχαν στο κέντρο ένα πυρήνι από φαρτό υλικό. Η τεχνική αυτή δεν συναντάται πολύ συχνά στη Μακεδονία. Μόνο δύο παραδείγματα ετοπίστηκαν στο υποεξέταση υλικών. Το ένα είναι ένας μεγάλος διαστάσων κομμός με διακόσμηση εγωγαρτήτη, το άλλο είναι ένα ζώνγροχο κεφαλάκι με ιτερό ρήχος και χάρακτη διακόσμηση στην άλλη πιθάνοια της κεφαλίας. Από το σχετισμό της τεχνικής κατασκευής και των σημείων σπασίματος αποχαλείται ότι η πλειοψηφία των ιδολίων τα οποία φέρνουν σπασίματα στη μέση και στα κάτω άκρα είναι κατασκευασμένα με τη τεχνική του πυρήνι. Συνήθως δηλαδή διαχωρίζονται στα σημεία ένωσης τους. Από την άλλη πλευρά τα περισσότερα που είναι σπασμένα στο ύψος του λαιμού είναι διαμορφωμένα με τη τεχνική τους συμπαγούς όλους. Φαίνεται ότι όσα προέρχονται από ένα κομμάτι πυλού συνήθως πάνε στα πιο στενά και αδύναμα σημεία τους όπως είναι ο λαιμός, η μέση και τα χέρια. Από το σύνολο των ιδολίων μόνο 17 δεν φέρνουν ήχνη διακόσμησης ενώ τα διακοσμένα έρχονται σε 47 με τα εγχάρακτα να υπαρτερώνουν. Αυτά χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία μοτίβων τα οποία καλύπτουν συνήθως όλες τις σωζόμενες επιφάνειες. Σε 10 από αυτά έχει εντοπιστεί ένθετη λύση της εγχαράξης κυρίως λεπκή αλλά και ερυθρή σε μια περίπτωση. Ακολουθεί η πλαστική ανάγλυφη απόδοση κυρίως των ονοτομικών λεπτομερίων, για παράδειγμα άτια, χέρια, στήθος ή ακόμα και κόμμαση. Τέλος, έχουμε πολύ λίγα παραδείγματα με γραπτή διακόσμηση, η οποία δεν απαντάται συχνά στην περιοχή. Στο επομελέτη, η λοικό συνήθως συνδυάζεται με άλλους τύπους διακόσμησης, κυρίως με την πλαστική για την απόδοση τους στήθους, αλλά σπάνια και με την εγχάρακτη. Πρόκειται για λυτή διακόσμηση με γραμμικά μοτίβα και μόνο το υπογάστρο υποδηλώνεται με αναστραμμένο τρίγωνο. Σε τρία από αυτά εντοπίσατε διακόσμηση από γραφίτη, όπως και σε άλλες θέσεις της Ανατολικής Μακεδονίας κατά την νεότερη νεοπιτική, όπως η Ταγρή, το Ξάρτεπε και την Κηλιτάς. Αξιωσημείωτο το γεγονός ότι σχεδόν όλα ανοίχνουν σε πιθανόν γυναικείες μορφές. Όσον αφορά γενικά την διακόσμηση, εξαιρετικά συχνά είναι τα γραμμικά μοτίβα, ιδίως οι οριζόντιας γραμμές, και ακολουθούν οι παράλληλες τεχνοδευμένες και στιγμές. Η λιγότερη εμφανίζονται οι ανάλληλες γωνίες και τα σπυροειδή μοτίβα. Το τελευταίο παρατηρείται κατά κανόνος του βοθούς, η πιο σπάνια συγκλειδιακή χώρα, ενώ το πρώτο διακοσμί συνήθως στο λαιμό. Πολύ λίγα εμφανίσουν διαμπερίσωπες για να τονίσουν τα χέρια και τα αυτιά. Επίσης, οι τρεις ασύμετρες κάθετες δρομές που κοσμούν συχνά την περιοχή ανάμεσα στο στήθος ή την πλάτη, βρίσκουν τα παράλληλά τους σε πολλά σχηματικά υπόλοια των σταγρών. Από όλα τα παραπάντου, μπορούν εξαρθούν οριζημένες γενικές παρατηρήσεις που προφανώς ισχύουν για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας. Το υλικό υπαλληθέμει την περιοχή των ανθρωπόμορφων ενάντιτων ζωομορφων ειδωλίων, ενώ τα τελευταία αναπαριστούν όσο και το πλείστον εξημερωμένες αίδες. Δεν φαίνεται να υπηρεσκεί κανένας από τους δύο γνωστούς τρύπους ανεπαράστασης της μορφής, αφού και οι δύο τάσοι εκπροσωπούνται σχεδόν εις άξια και συνηπάρχει. Σχετικά με το φύλλο, θα λέγουμε ότι υπερτέρουν τα άφυλα γνώση του φύλλου ειδώλια και όχι τα γυναίκια. Τα τελευταία χαρακτηρίζονται συνήθως από δήλωση του στήθους και διόγγωση της έτρας, όχι όμως της κυλιακής χώρας σε αντίθεση με τη θνησαλία. Υπάρχει μια σαφής προτίμηση στις όρθιες μορφές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα κατηστά δεν εκπροσωπούνται. Αντίθετα, εμφανίζονται με αρκετά παραδείγματα, τα οποία παρουσιάζουν μια μεγάλη κυκλία από τύπους γνωστούς και από άλλες θέσεις της περιοχής. Αξίζει να αναφερθεί ότι τα περισσότερα από τα κατηστά είναι, πιθανόν, γυναικεία με διωκωμένους βουφούς. Η πλειονότητα των μορφών χαρακτηρίζεται από στακτικότητα και έλλειψη κίνησης. Από τα 25 κτήματα κορμών που σώζονται, μόνο σε 5 διακρίνεται η θέση των χεριών, ενώ όπου τα χέρια διατηρούνται, ακέραια, έχουν τη μοσφή τεχνικών οκουφίσεων. Οι τυνώσχημες μορφές και τα εγχάραπτα κτήματα κάτω άκρων φαίνονται ότι κυριαρχούν. Όσο στις τεχνικοί υπερέχουν τα ιδόλια που πλάθονται από ένα κομμάτι πυλού. Επιπρόσθετα, για μια ακόμη φορά, επιβεβαιώνεται η άμεση σχέση της αναπαράστασης της μορφής με την επιλογή της μεθόβου κατασκευής. Έτσι, σχηματικές μορφές χαριστάνονται πιο απλά, με ένα κομμάτι πυλού, ενώ πιο σύνθετες και φυσιοκρατικές, με πολλαυλούς πυρινές. Το εξεταζόμενο υλικό, αντιστοίχως, παρατηρείται ότι υπάρχει σχετισμός ανάμεσα στα σημεία σφασίματος και τη μέρχοδο κατασκευής όπως αναφέχθηκε παραπάνω. Το εξεταζόμενο υλικό αναδεικνύει τον κυρίαρχο λόγο της διακόσμισης στην ειδωλωταστική της Ανατολικής Μακεβονίας, με σαφή προτίμηση στην εχάραχτη ένωτη της γραφτής. Σε αντίθεση με τη Θεσσαλία, η διακόσμιση θεωρείται συμπληρωματικό στοιχείο. Το υλικό παρουσιάζει ομοιότητας με το ήδη δημοσιευμένο υλικό από τις Σταυρούς, τη Δήμητρα και το Κιτήλτας, αλλά και κοινά χαρακτηριστικά με τους πολιτισμούς Βίλσα και Καράνο από τον Βαρκανιό. Επίσης παρατηρεί τα συγγένεια με τη Θερμή και τα Πασιλικά, θέσεις που επιδεικνύουν επιδράσεις από την Ανατολική Μακεδονία. Στον τομέα της ερμηνευτικής προσέγγισης έχουν υποθεί πολλοί άρθμες προτάσεις που αποδεικνύουν την αδυναμία μιας ερμηνείας να καλύψει την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα και της χρήσης των ειδωριών. Επομένως, αποδεχόμαστε το πολύ σημαντικό χαρακτήρα τους και υπενθυμίζουμε τη μέγιστη σημασία των ανασκαφικών συμβραζωμένων προκειμένου να διευκολουθεί αυτό το κομμάτι της έδωσης. Δυστυχώς, η έλλειψη ανασκαφικών στοιχείων δεν μας επιτρέπει να προχωρήσουμε σε περιπτέρες μηνευτικές παρατηρήσεις στο υλικό που μελετήθηκε. Τα ειδόλια ως κατασκευές, ως ανθρώπινες αναπαραστάσεις και ως κώδικας επικοινωνίας έχουν να μας αποκαλύψουν πολλά ακόμα. Σας ευχαριστούμε πολύ.