Διάλεξη 8: Στο προηγούμενο μάθημα συζητήσαμε γενικά για τις αναστάσιμες αρτηγήσεις στον κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και επίσης είδαμε την πρώτη περικοπή που αφορά μάλλον την Ανάσταση στον κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο. Είπαμε και τότε, θα το επαναλάβω και τώρα, ότι ουσιαστικά έχουμε δύο, θα λέγαμε, ενότητες αφηγήσεων για την Ανάσταση όπου το σκηνικό σε κάθε περίπτωση είναι διαφορετικό. Η πρώτη ενότητα ουσιαστικά αφορά εμφανίσεις του Ιησού στην Ιερουσαλή, ενώ η δεύτερη ενότητα, στο 21ο κεφάλαιο, αφορά εμφανίσεις του Ιησού στην Γαλλία. Ήδη και στα προηγούμενα μαθήματα επανειλημένα αναφερθήκαμε στις διαφορετικές παραδόσεις οι οποίες κυκλοφορούν στην Αρχαία Εκκλησία όσον αφορά την Ανάσταση. Είχαμε πει και παλαιότερα ότι ουσιαστικά έχουμε δύο ομάδες, δύο τύπους εμφανίσεων, οι οποίες φυσικά συνδέονται και με ομάδες χριστιανικές σε επιμέρους γεωγραφικές περιοχές. Το λεγόμενο γαλλιλαϊκό τύπο που βρέχεται κυρίως από τις πρώτες κοινότητες πιστών του Ιησού στη Γαλληνδέα και τον ισολυμητικό τύπο ο οποίος συνδέεται κυρίως με την κοινότητα της Ερουσαλίας. Άλλωστε θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας, έτσι πολύ σύντομα να πω, ότι στον αρχαίγον του χριστιανισμού, στα πρώτα πρωταγύρματα του χριστιανισμού, ουσιαστικά οι κοινότητες βρίσκονται στη Γαλληνδέα και στην Ερουσαλία, πολύ πριν δηλαδή το Ευαγγέλιο εξέλθει από τα σύλλαρα της Παλιστίνης και απλωδίζει με τον κόσμο. Και αυτό είναι πάρα πολύ λογικό, πρώτον γιατί στην Γαλληνδέα ο Ιησούς δίνει σε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και είναι πάρα πολύ μεγάλο μέρος στις δράσεις του, ουσιαστικά έχει να κάνει με αυτή την περιοχή. Είναι πάρα πολύ λογικό, επομένως, ότι εκεί δημιουργήθηκαν μικρές ομάδες, μικρή πυρήνες, θα λέγαμε, χριστιανικών κοινωνίων, ακολούθηκαν του Ιησού, άνθρωποι δηλαδή, οι οποίοι υπήρξαν μάρτυρες αυτοπτασκευτικού ή μάρτυρες, το θαυμάτο και τα διδασκαλίες του Ιησού στη Γαλληνδέα, ταυτόχρονα, όμως, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι για τη χριστιανική εκκλησία της ζωής του Ιησού έλαβε χώρα στα Ιεροσόλυμα, όχι μόνο γιατί τα Ιεροσόλυμα ήταν και το κέντρο, όπως είπαμε, του αρχαίου νοησμού και το σημείο αναφοράς, το σχετικό σημείο αναφοράς με κέντρο του Ναόφυσικα και τη λατρεία του, αλλά και τις προφητείες, κατεπέκταση για την αποκατάσταση του λαού του Ισραήλ στα έσχατα, αλλά και γιατί ακριβώς τα πολύ σημαντικά γεγονότα της ζωής του Ιησού, δηλαδή ο Σταυρός και η Ανάστασή του και η Ανάγνωση του, κατεπέκταση έλεγα χώρα στα Ιεροσόλυμα. Έτσι πως είναι πάρα πολύ λογικό να έχουμε αυτούς τους δυο τύπους και είναι ενδιαφέρον στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο διασώζονται μαρτυρίες και για τις δυο περιοχές εμφάνισης, όπως υπάρχει κάτι τίστοιχο στο Μακθέο, όχι όμως τόσο ευθενές, ενώ όπως είπαμε στο Μέλλον Λουκά, έχουμε μόνο αφηγήσεις οι οποίες αφορούν τις εμφανίσεις του Ιησού στη Γαλληναία και στο Καταμάρκο Νακαγγέλιο μόνο τον Άδη Τάφο και μία εντολή των Αγγέλων να μεταφέρσουν αυτές στο μήνυμα να συναντήσουν τον Ιησού στη Γαλλήλα, αλλά προφανώς αυτό απηχεί ακριβώς αυτή την παράδοση της Εκκλησίας για την εμφάνιση του Ανιστυμένου Ιησού στη Γαλλήλα. Συνεχίζοντας, λοιπόν, την εξέταση του πρώτου κεφαλαίου, του πρώτου από τα δύο κεφάλαια στο Καταγιάννη Αγγέλιο, το οποίο κάνει λόγο, περιγράφει και διασώζει τις αφηγήσεις για την Ανάσταση, θα προχωρήσουμε τώρα να δούμε τη δεύτερη αφηγήση, η οποία αφορά την εμφάνιση του Ιησού στη Μαρία τη Μαγδαλινία. Η Μαρία τη Μαγδαλινία, όπως έχουμε πει, επανειλημμένα είναι ένα πρόσωπο, το οποίο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή της Αρχαίας Εκκλησίας και ειδικότερα είναι αυτό το πρόσωπο, το οποίο βρίσκουμε επανειλημμένα στις εμφανίσεις του Ιησού στα διάφορα Ευαγγέλια. Είναι, θα έλεγα, το μόνο πρόσωπο, ουσιαστικά, η μόνη σταθερά, θα έλεγα, μέσα στην αφήγηση των Ευαγγελίων, ή μία από τις σταθερές για να είναι ακριβέστερη, στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, όσον σχετικών με την Ανάσταση. Όχι και μάγιστα και είναι κοινός σημείο στη Συνοπτική και η Ιωάννια παράδοση για την Ανάσταση του Ιησού. Επιπλέον, θα λέγαμε ότι είναι ένας μύτος ο οποίος διατρέχει όλες τις αφηγήσεις και αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Αυτό το στοιχείο, μπορεί τα πρόσωπα να αλλάζουν, το γυναικόντα, ο οποίος επισκέπτεται το τράφο, και αυτό αποτελεί επίσης με αμαρτυρία, με την Ανάσταση και μία επίσης σταθερά στην αφηγήση για την Ανάσταση. Όλες οι αφηγήσεις κάνουν λόγο για την επίσκεψη των γυναικών στο τράφο, αλλά τα πρόσωπα όμως πολλές φορές διαφορεύονται. Άλλο δύο, δύο, τρία, ένα. Σε κάθε περίπτωση είναι σίγουρα η Μαρία Μαδρανή ένα από αυτά τα πρόσωπα. Ειδικά στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτή η αναφορά στη μεγαλύτερη Μαδρανή. Πρώτον, ο Ιωάννης δεν ενδιασώζεται ο όνομα καμιάς άλλης γυναίκας που επισκέφτηκε τον τάφο του Ιησού, αλλά εστιάζει μόνο στη Μαρία τη Μαδρανή. Τη αναφέρει λοιπόν στην πρώτη αφήγηση, στους πρώτους στίχους του Οικοστοικεφαλαίου και στη συνέχεια αφιερώνει ένα ολόκληρο κομμάτι του Οικοστοικεφαλαίου στην ιδιαίτερη εμφάνιση του Ιησού στη Μαρία τη Μαδρανή και τη συζήτηση που έχει ο Ιησούς μαζί της. Βέβαια, εδώ γίνεται ένα ερώτημα το οποίο έχει απασχολήσει πολύ τη Μαρίνα. Γιατί έχουμε αυτή την επιπλέον αφήγηση στη Ιωάννια παράδοση. Γιατί δηλαδή ο Ιωάννης επανέρχεται στη Μαρία τη Μαδρανή και μάλιστα παραθέτει μια ολόκληρη συζήτηση και μια εμφάνιση του Ιησού στη Μαρία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, είναι σημανικό κατά τη γνώμη μας, αλλά ίσως όχι για τους λόγους που συχνά παλαιότερα, τέλος πάντων, εκτιμήθηκε. Καταρχάς, υπάρχει η θεωρία ότι εδώ ο Ιωάννης προσθέτει ένα εντελώς δικό του λοιπό ή είναι ουσιαστικά μια δική του παρέγραση στην αρχική αφήγηση των συνοπτικών για θεολογικούς λόγους. Γιατί η Μαρία η Μαδρανή είναι ένας από τους ενδιαφέροντες χαρακτήρες μέσα στο καρδιβάνιο Ευαγγέλιο, ο οποίος έχει την αξία του, όπως θα δούμε στο τέλος της σημερινής μας μαθήματος. Έτσι λοιπόν θεωρείται ότι όλη αυτή η αφήγηση ουσιαστικά είναι μια επεξεργασία από τον ίδιο Ευαγγελιστή, ο οποίος διάσωζε εδώ στα συνοπτικά κείμενα ότι η Μαρία η Μαδρανή ήταν μία από τις γυναίκες που επισκέφτηκαν εδώ. Η άλλη θεωρία είναι ότι εδώ δεν πρόκειται για μια προσθήκη δική του, του Ευαγγελιστή, αλλά ότι εδώ ο Ιωάννης ο συγγραφέας του Ταύτου Ευαγγελίου διασώζει εδώ μία παράδοση για τη Μαρία την Ευαγγελίου, η οποία είναι εξίσου αρχαία όπως και αυτή που έχουμε στα υπόλοιπα Ευαγγέλια. Οπωσδήποτε το θέμα είναι ανοιχτό και αυτό πάντα όταν την αντιμετωπίζουμε και συζητάμε για τις φυγές των Ευαγγελιστών, το έχουμε πει επαρουσιασμένα άλλωστε, είναι πάρα πολύ δύσκολο πολλές φορές να γνωρίζουμε τι κρύβεται πίσω από το κάθε Ευαγγέλιο, ειδικά διότι το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα. Σήμερα η Έλληνα έχει καταλήξει την παλαιότερη προσπάθεια εντοπισμού των πημών του διακατά Ιωάννη Ευαγγελίου, ιδιαίτερα μετά το έργο του Ρίτζβουλν Κούπμαν και όσων τον ακολούθησαν, το οποίο ακριβώς παρουσίασε μέσα και βρίσκοντας την ιδιωτική το οποίο δέχτηκε την αδυναμία ουσιαστικά να εντοπίσουμε και να διακρίνουμε αυτές τις πηγές, όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί ακριβώς το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο είναι ένα κείμενο το οποίο έχει δεχθεί πάρα πολύ έντονη επίξεργασία, χωρίς αυτό βέβαια να θυσβητεί την αρχική του προέλευση από τον Ιωάννη Κύκλου. Αυτό το γεγονός ότι έχει δεχθεί μία τόσο μεινάρη επεξεργασία, έχει ένα αποτέλεσμα σήμερα να είναι πάρα πολύ δύσκολο να διακρίνουμε τι ανήκει στις πηγές του Ιωάννη, τι ανήκει στις επιδράσεις ίσως των σημαντικών, τι ανήκει στην επεξεργασία που δέχεται από τον ίδιο τη μεταγκυβεστή, το παραδοσιακό υλικό και τι στο τέλος η ίδια κοινότητα έρχεται να προσθέσει την επεξεργαστή. Γι' αυτό σήμερα η έρευνα κινείται περισσότερο χάρις και στο πολύ σημαντικό έργο του Κουλπέβε, κινείται κυρίως προς την κατεύθυνση της ασυγχρονικής ανάγνωσης του εργατήλιου, όπου πλέον εδώ μας ενδιαφέρει όχι τόσο η ιστορία ασίδαξης του κειμένου, που όπως είπα είναι ένα έργο δύσκολο και μάλλον ατελέσχωρο στον προκειμένη περίπτωση, αλλά μας ενδιαφέρει περισσότερο να δούμε γιατί το κείμενό μας είναι έτσι όπως είναι, να το αντιμετωπίσουμε ως μία αφηγηματική ενότητα και εφαρμόζοντας κανόνες αφηγηματολογίας ή και κανόνες γενικότερα της συγχρονίας να μπορέσουμε να κατανοήσουμε το λόγο για την οποία παρουσιάζονται όπως παρουσιάζονται τα όσα παρουσιάζονται μέσα στο κείμενο, με τάρτα παγκοινή και κατεπέκτες να αναζητήσουμε και να κατανοήσουμε τη θεολογία αυτού του κειμένου. Γινόμαστε στο θέμα της Μαρία Συμμαγβαρινής, ανεξάρτητα από το ποια από τις δύο ερμηγίες θα δεχθούμε, είτε δεχθούμε δηλαδή ότι πρόκειται για μια ελεύθερη προσθήκη και επεξεργασία από τον τέταρτο Ευαγγελιστή, είτε δεχθούμε ότι εδώ πρόκειται για η παράδοση, η οποία ήδη υπάρχει και ο Ευαγγελιστής της Συνδέη με την παράδοση, με την προηγούμενη ιστορία αφήγηση για την επίσκεψη των γυναικών στον τάφο. Ένα σίγουρο ότι πρόκειται για μια, ότι η Μαρία Συμμαγβαρινή είναι ένα σημαντικό πρόσωπο στην Αρχαία Εκκλησία. Και όχι μόνο είναι σημαντικό, επίσης βεβαιωθεί ότι υπάρχει γύρω από αυτό το πρόσωπο ένας ιδιαίτερος κύκλος αφήγησεων, οι οποίες έχουν να κάνουν με τη δική αυτη συνάντηση και με τη δική αυτη συνεργαλία και μαθητία στον Ιησού Χριστό. Αυτό είναι επίσης σημαντικό γιατί μας οργεί σε πάρα πολύ ενδιαφέροντα συμποράσματα σε πολλά επίπεδα. Και όχι μόνο καθώς συναφορά την ιστορία του Αρχαίου Χριστιανισμού, μας βεβαιώνει την παρουσία γυναικών μέσα στο στενό κύκλο των συνεργατών του Ιησού και επίσης ανάμεσα στα πρόσωπα εκείνα που έχουν μια θέση αφητείας και μια θέση σημαντική. Το ότι βέβαια η Μαρία Μαρδαλινή δεν είναι όπως ο Πέτρος ή ο αγαπημένος μαθητής ή άλλοι μαθητές μέσα στο Ευαγγέλιο του συγκουμένου ή και γενικότερα στην Ευαγγελική παράδοση. Αυτό φυσικά, θα έρθει η εφεμνιστική ερμηνεία να μας πει ότι έχει να κάνει με τις κατριορχικές δομές εκείνης εποχής τις οποίες αναγκάζουν οι γυναίκες να λειτουργούν, θα λέγαμε, σε ένα δεύτερο επίπεδο στην αφήγηση, με σιωπηλές φωνές μέσα στην αφήγηση και επομένως αφαρμόζοντας την αρχή της υποψήρας είμαστε σε θέση να τις εντοπίσουμε, να τις ακούσουμε και να τις αναδείξουμε. Το ότι η Μαρή Μαγδαληνή επίσης είναι ένα σημαντικό πρόσωπο στην Αρχαία Εκκλησία έχει σημασία για να μας δείξει και ακριβώς τους φορείς της παράδοσης εκείνης της εποχής και συνάδει αυτό που βλέπουμε μέσα στα Ευαγγέλια με αυτό που γνωρίζουμε από την υπόλοιπη ιστορία της Αρχαίας Εκκλησίας. Ειδικότερα η Μαρή Μαγδαληνή στο Ανατολικό τουλάχιστον κτιμήμα της Χριστιανοσύνης διατήρησε πάντοι μια σημαντική θέση ήδη στην Αρθόδοξη Εκκλησία. Η Μαρή Μαγδαληνή χαρακτηρίζει τος εις Απόστολος, δηλαδή έχει μια θέση ίση με εκείνη τον υπόναποστόν. Δεν αφισβητήθηκε ο ρόλος αυτός της Μαρίας Μαγδαληνής και ποτέ δεν ερμηνεύθηκε με κάποιο διαφορετικό τρόπο το πρόσωπό της. Το ότι είναι σημαντικό πρόσωπο, το ότι είναι εις Απόστολος, αυτά τα όσα λέει ο Ιωάννης εδώ και οι υπόλοιποι Ευαγγελιστές τεχούνται μέσα και στα γνωστικά κείμενα, τα οποία προσλαμβάνουν και την προφορική αλλά και την γραπτή παράδοση του αρχαίου γνωστανισμού. Η Μαρή Μαγδαληνή παρουσιάζεται ως ένα πρόσωπο πάρα πολύ κοντά στον Ιησού και μάλιστα καθώς τα περισσότερα κείμενα, τα γνωστικά κείμενα, ουσιαστικά περιγράφουν, αναφέρονται στο κομμάτι εκείνο της ζωής του Ιησού μετά την Ενάσταση. Δηλαδή αναφέρονται κυρίως τον ασθημένο Κύριο και συναντήσει με τους μαθητές και διδασκαλείες που είναι ενδιαφέρονται και εκεί. Υπάρχει αυτή η σύννεση Μαρίας Μαγδαληνής με τον ασθημένο Ιησού. Τώρα, το γεγονός ότι πολλές φορές, και αυτό θα θεωρηθεί μια παρένθεση στο μάθημα, το γεγονός ότι η Μαρία Μαγδαληνή επανειμμένα θεωρείται ως ακούγεται πολλές φορές και στη λογοτεχνία, αλλά και σε φιλματογράφο, ότι είτε ήταν ιερομένη του Ιησού, είτε ήταν εμία πόρνη, αυτό έχει να κάνει με πολύ μεταγενέστερες προσλήψεις του κοινωνίου, κυρίως στο δυτικό χώρο, με το περίφημο κύριο του Πάπα Λιγολίου και του Διανόγου και όλη αυτή τη συζήτηση και τη φιλογραφία που ακολούθησε. Όμως, αν θέλουμε να είμαστε συνεχείς στις πηγές μας και θέλουμε να είμαστε ακριβείς, θα πρέπει να στηριχθούμε στα κείμενα που έχουμε αυτή τη στιγμή στα χέρια μας και με αυτού να απορρεθούμε. Κι επομένως θα μείνουμε σε αυτό, ότι από τα Ευαγγελικά κείμενα και κυρικότερα εδώ στο Καταλουάνι Ευαγγέλιο, τονίζεται ακόμη μια φορά και με μεγαλύτερη ασφαναένθραση το γεγονός ότι η Μαρία η Μαγνανή είναι ένα σημαντικό πρόσωπο της Αρχαίας Εκκλησίας και οι παραδόσεις που συνδυάζονται με το πρόσωπό της και τη συνάντηση με τον Ιησού είναι πάρα πολύ σημαντικές. Τόσο σημαντικές, ώστε τελικά να διασώζονται μέσα στα κείμενα μας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Αν πριν προχωρήσω στην ανάλυση της μεληθοποίησης, θα ήθελα πρώτα να την διαβάσω. Είναι μια γνωστή πολύ όμορφη ιστορία αυτή της συνάντησης του Ιησού με τη Μαρία την Μαγνανή. Λίγο πολύ όλοι την έχουμε ακούσει ή έχουμε δει και ζωγραφικούς πίνακες που αναπαραιστούν αυτή τη συνάντηση. Θα διαβάσω λοιπόν το Αρχαίο Κείμενο και φυσικά ο καθένας από σας μπορεί να δει τη μετάφραση και να μπορέσει να παρακολουθήσει το Αρχαίο Κείμενο. Μαρία δε ειστίκη προς το μνημείο κλαίουσα έξω. Όσον έκλαε παρέκυψεν εις το μνημείο και θεωρεί δυο αγγέλους ελευκείς κάθεζομένους, έναν προς τη κεφαλή και έναν προς τη σποσή όπου έχει το χωσόμα του Ιησού. Και λέγουσι αυτή εκείνη. Γίνεται κλαίης λέγε αυτοίς οτι ήραν τον Κύριο μου και ουκ είδα που έθηκαν αυτον. Και ταύτα υπούσε, εστράφησθα οπίσω και θεωρεί τον Κύριον εστώπε και ουκ είδη οτι Ιησούς εστι. Λέγε αυτοί ο Ιησούς. Γίνεται κλαίης τι να ζητείς εκείνη δοκούσα οτι ο Κυπουρώς εστι λέγει αυτον. Κύριε εις ευάστασας αυτον, υπέ μου που έθηκας αυτον και εγώ αυτό να ρω. Λέγε αυτοί ο Ιησούς. Μαρία. Στραφήσα εκείνη λέγει αυτό. Καβουνί. Ο λέγε τη διδάσκαλε. Λέγε αυτοί ο Ιησούς. Μη μου άκουτο. Ουπο γαρναβέβηκα προς τον πατέρα μου. Πορεύονται προς τους αδελφούς μου και είπε αυτοίς. Ανεβαίνω προς τον πατέρα μου και πατέρα ημών και θεόν μου και θεό ημών. Έρχεται η Μαρία η Μαρδαρινή. Απαγγέλουσα τις μαθητές ότι αιώρακε τον Κύριον και τα αυτά είπαν αυτοί. Να θυμίσω ότι ήδη νωρίτερα είχαμε την αφήγηση για την επίσκεψη της Μαρίας και αποσογλώνουν και τη συναπτική παραδοσκή των υπολογικών στον τάφο. Στη συνέχεια την αφήγηση της Μαρίας επιστρέφει στους μαθητές, τους δηλώνει ότι το σώμα του Ιησού λείπει και αυτοί επισκέφτονται στον τάφο για να εξακριβώσουν την αλήθεια του πράγματος. Και τώρα έρχομαστε ακριβώς σε αυτή την επόμενη ιστορία όπου η Μαρδαρινή εμφανίζεται και πάλι μπροστά στον τάφο. Ο στίχος λοιπόν 11 της περικοπής λειτουργεί ως εισαδογή στη συγκεκριμένη περικοπή. Οι στίχοι 12 ως 13 περιγράφουν τη συνάντηση της Μαρίας με τους δύο αγγέλους στον τάφο. Οι στίχοι 14 ως 17 τη συνάντηση με τον Ιησού. Και τέλος ο στίχος 18 αποτελεί την κατακλείδα της ιστορίας όπου η Μαρία μεταφέρει το μύθμα στους μαθητές. Ο στίχος 11 μας παρουσιάζει την Μαρδαρινή και πάλι να στέκεται μπροστά στον τάφο. Θρηνή η Μαρία, κλαίει λέει έξω από τον τάφο γιατί θεωρεί ότι έκλειψαν το σώμα του Ιησού. Αυτό μας παραπέμπει αυτώματα σε όσα μας είπε νωρίτερα στο στίχο 2. Όπου η Μαρία η Μαρδαρινή υποψιάζεται ότι το σώμα του Ιησού εκλάπει από τον τάφο και αυτό μεταφέρει στους μαθητές. Με αυτόν τον τρόπο, επαναλαμβάνοντας αυτήν την ιστορία, το που θα πει στη συνέχεια, ουσιαστικά δημιουργείται μία γέφυρα ανάμεσα στις διαφυγίσεις. Μια συμβιατικό πρόσωπο είναι η Μαρδαρινή. Το πρόβλημα είναι ωστόσο ότι υπάρχουν καλύτερα προβλήματα, να το πω καλύτερα, σε αυτήν την περιοχή, τα οποία θα τα εντοπίσουμε σε λίγο. Κατ' αρχάς, πηγαίνοντας στο στίχο 12 βλέπουμε ότι η Μαρία παρέκυψε. Αυτό το ρήμα, έσκυψε δηλαδή, να βρει μέσα στον τάφο. Αυτό το ρήμα το βρίσκουμε λίγο νωρίτερα με τον Πέτρο. Εκεί ωστόσο η αφήγησή μας, αν θυμόμαστε καλά, δεν αστιέσσε σε τίποτε άλλο παρά στο ίδιο το εσωτερικό του τάφου. Ο Πέτρος σκύβει και μέσα από τα μάτια του Πέτρου, οι αναγνώστες βλέπουν το εσωτερικό του τάφου. Και έχουμε μία περιγραφία, θυμάστε εκεί, των εντυμάτων του Ιησού, το Σουδάριον που είναι διπλονένο, τα υπόλοιπα όθον είναι τα νεκρικά δηλαδή σάβανα τα οποία βρίσκονται στη θέση τους. Ουσιαστικά, ο Πέτρος βρίσκεται από το μάτι του αναγνώστες και μέσα από αυτόν του βλέπουμε τον Άγιο τάφο. Εδώ το ενδιαφέρον εστρέφεται σε κάτι πολύ διαφορετικό. Η Μαρία σκύβει στον τάφο, αλλά δεν έχουμε την περιγραφή του τάφου, κάτι του εσωτερικού του τάφου όσον αφορά τα οθόνια και τα υπόλοιπα ταφικά εδήματα. Κάτι που πραγμαστά αποτελούσε μια απεριτή ίσως για τον συγγραφέ μας απαράληψη. Αλλά τώρα εισάγεται το κεντροβιστυχείο και αυτό το κεντροβιστυχείο είναι οι δύο Άγιοι. Η Μαρία δεν ασχολείται, ή αν θέλετε, η αφήγηση εδώ δεν ασχολείται με τον τάφο, με την τύχη του σώματος, αλλά με τον ίδιο, με τους δύο Αγγέλους. Εδώ έχουμε ουσιαστικά μια σύννεση και με την αφήγηση του Άγιου τάφου. Καταρχάς γιατί έχουμε τη Μαρία η οποία βλέπει τον Άγιο τάφο, με τον Άγιο τάφο, ωστόσο εδώ έχουμε το νέο στοιχείο του Αγγέλου. Και γεννούνται τα εξής ερωτήματα. Όταν ο Πέτρος έσκυψε δεν είδε τους Αγγέλους και κατά δεύτερο εδώ είναι η Μαρία που πρώτη φορά βλέπει τον Άγιο τάφο. Γιατί ας θυμηθούμε ότι στην προηγούμενη ενότητα δεν αναφέρεται ότι η Μαρία είδε τον Άγιο τάφος, ας μας λέει ότι είδε τρυμμένο την τέτρα στην άκρη και θεώρησε από αυτό ότι κάτι συνέβη με τον τάφο. Το νέο στοιχείο το οποίο μας ενδιαφέρει εδώ πλέον όταν η Μαρία στρέφει το βλέμμα της μέσα στον τάφο είναι οι δύο Άγγελοι. Όπως είπα πριν δεν αναφέρεται στον περιστατικό με τους μαθητές οι δύο Άγγελοι. Οι μαθητές πηγαίνουν, ο Πέτρος κοιτάει τον Άγιο τάφο, έχουμε την περιγραφή γιατί δεν παρακολουθεί σημαντικό και είπαμε ότι ίσως υπάρχει και μια διάθεση απολογητική στην προτιμένη περίπτωση γιατί ακριβώς πρέπει να γνωρίζουν για αναγνώστας τι ακριβώς συμβαίνει με τον τάφο και ότι ο τάφος ουσιαστικά είναι άδειος αλλά δεν έχει ήχνη διάρρυξης και κλοπής. Και τώρα εδώ η ιστορία μας φαίνεται να ξαναγυρίζει σε ένα στοιχείο το οποίο το γνωρίζουμε τη συλλογτική παράδοση και αυτό είναι οι Άγγελοι. Θα θυμάστε ότι Άγγελους είναι μέσα σε όλες τις αφηγήσεις, είναι και άλλος στοιχείο που λέει η αφηγή Θεοφάνειας και όπως είπα και στα προηγούμενα μαθήματα η Ανάσταση, όλες οι ανεστάσιμες αφηγήσεις περιέχουν στοιχεία αφηγήσεων Θεοφάνειας. Ωστόσο, πόσο στον Μάρκο όσο και στον Ματθαίο, ο Άγγελος είναι ένας, άρα και πάντε περιγράφεται λίγο πολύ με τον ίδιο τρόπο με τα λαμπρά ρούχα, τα λευκά ρούχα και είχαμε πει και τότε όταν συζητούσαμε την περικοπή στο Μάρκο ότι είναι μια ένδειξη ότι πρόκειται για πρόσωπο το οποίο προέρχεται από το ηθεικό κόσμο. Εδώ όμως έχουμε δύο Αγγέλους, καθ'νάλογο τρόπο πως έχουμε δύο Αγγέλους και στην αφήγηση του Λουκά. Οι δύο Άγγελοι, θα πω αυτό που είπα και στην αφήγηση στο Καταλουκάν, δηλώνουν ακριβώς να κάνουν υπερφανώς με τη μαρτυρία της Ιουδαϊκής παράδοσης ότι για να μπορέσει μια μαρτυρία να είναι αξιόπιστη θα πρέπει να υποστηρίστηται από δύο μάρτυρες. Εδώ υπάρχει ένα στοιχείο έμφασης ή υπογράμισης της αλήθειας του περιστατικού. Οι δύο λοιπόν Άγγελοι είναι σημαντικό στοιχείο, είναι στοιχείο θεωφάνιας, αν θέλετε να το πείτε. Και το ενδιαφέρον που πείσεις εδώ είναι να δούμε και πάλι αυτή τη συγγένεια και αυτή την επαφή μεταξύ της Ιωάννης παράδοσης και της παράδοσης που στιασόρισε το Καταλουκάν Ευαγγέλιο. Είχαμε μιλήσει και παλαιότερα γι' αυτό, δύο λόγια έτσι παραλειπτικά, γιατί υπάρχει μεγάλη συζήτηση για αυτή την πιθανή σχέση μεταξύ των δύο Ευαγγελίων. Επειδή φυσικά η συζήτηση δεν περιορίζεται μόνο στα χωριά τα σχετικά με την Ενάσταση, αλλά φορά πάρα πολλά σημεία επαφής μεταξύ των δύο Ευαγγελίων σε όλα και στα δύο Ευαγγέλια. Από την αρχή δηλαδή με τις αφήγησεις τους μόνους τετέλους. Φυσικά δεν πρόκειται για τις ίδιες ιστορίες, φυσικά δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Ιωάννης με κάποιο τρόπο αντιγράφει τον Λουκά. Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί είναι πολλές, η πιο επικρατεστική είναι ότι ο Ιωάννης και κοινωνικά του γνωρίζει το Καταλουκάν Ευαγγέλιο, σημαντί έχει μια κοινή παράδοση με τον Καταλουκάν Ευαγγέλιο προφορικία την οποία λύει, μία άλλη θέση θέλει να γνωρίζει το γραπτό κείμενο ο Ιωάννης του Καταλουκάν Ευαγγέλιου κλείως εξαιτίας του πολύ μεγάλης φραστικής συγγένειας σε πολλά σημεία. Υπάρχουν όπως είπα διάφορες θεωρίες, όλες είναι εξαιρετικά συναρπαστικές, βοητευτικές και φυσικά όλες αυτές όπως είπα και πριν, είναι θεωρίες, με την έννοια δηλαδή ότι όταν μιλάμε για πηγές, όταν μιλάμε για εξάρτηση ενός Ευαγγελίου από το άλλο, είμαστε προχωρημένοι πολλές φορές να κάνουμε εικασίες, οι οποίες βέβαια αποκτούν μεγαλύτερη εκκληρότητα και κινούνται περισσότερο στο χώρο προς την βεβαιότητα όταν έχουμε περισσότερες ενδείξεις μέσα από κειμενό. Σε κάθε περίπτωση εδώ, και θα μην λες αυτό αυτή τη στιγμή, είναι ένα σημείο επαφής των δύο Ευαγγελίων όσον αφορά την αφήγηση της Αμάστασης. Οι άγγελοι αυτοί, και αυτό είναι λίγο διαφορετικό από το καταλουκάν Ευαγγελίου, δηλαδή εκεί δεν μας δίνεται κάποια πληροφορία άλλων σωτέρων, οι άγγελοι εδώ στέκονται μέσα στον τάφο ένας, όπως λέει, μπρος την κεφαλή, εκεί θα ήταν το σώμα, και ένας προς τη σποσή, δηλαδή στέκονται στα δύο αυτά σημεία, όπου αρχικά ήταν το σώμα του Ιησού. Βέβαια, σαφώς αυτή η περιγραφή μας παραπέμπει στην προηγούμενη περιγραφή για τα τραφικά ενδείματα μέσα στο τάφο, γιατί αυτό να παρατήρει λίγο συνεργμός στον αναγνώστη και συνδυάζει τις δύο περικοπές. Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα εδώ η αφηγηματική τεχνική του συγγραφέα, είναι ουτευτικότητος θα λέγαμε στην αφήγησή του. Επίσης όμως, το γεγονός ότι αυτοί οι άγγελοι στέκονται εκεί που θα δουν το κεφάλι και εκεί που θα δουν τα πόδια του, δηλώνει και την απουσία του σώματος, αλλά δηλώνει επίσης ότι αυτή η απουσία την αφήγεται σε επόμενη, αλλά μάλλον εδώ έχουμε να κάνουμε κάτι πολύ διαφορετικό, το οποίο συνδέεται επίσης με το έργο του ίδιου του Θεού. Επιστρέφοντας ξανά στη Μαρία, θα λέγαμε αφηγηματικός φαγός, το γεγονός είναι ότι η Μαρία θέτει το ερώτημα, θέτει το ερώτημα στην απάντηση, απαντά μάλλον θα λέγαμε καλύτερα στους δύο αγγέλους οι οποίοι τώρα τη ρωτάνε γιατί κλαίει η Μαρία, εδώ επαναλαμβάνει ουσιαστικά, αυτό το οποίο είπε νωρίτερα στο στίχο δύο, ότι θεωρεί οτι η απουσία του σώματος οφείλεται σε κροπή. Και όπως είπα και πριν, αυτό δημιουργεί μια γέφυρα μεταξύ των δύο αφηγήσων. Υπάρχει ωστόσο ένα πρόβλημα εδώ, το οποίο έχει εντοπιστεί από τους Ελληνευτές και το πρόβλημα είναι ότι ακριβώς αμέσως δουλειά από αυτό, στο στίχο δηλαδή 14, η Μαρία δεν περιμένει την απάντηση των αγγέλων, δεν συνεχίζει τη συζήτηση μαζί τους, αλλά γυρίζει το κεφάλι προς τα πίσω και βλέπει τον Ιησού. Το ερώτημα λοιπόν που έχει τεθεί, που είναι εύλογο και το οποίο προκύπτει από την ίδια την αφηλυματική ρόλη, είναι γιατί εδώ η Μαρία δεν συνεχίζει τη συζήτηση και γιατί γυρίζει αλλού και έχουν επιτυπωθεί διάφορες θεωρίες. Η μία θεωρία είναι ότι εδώ βλέπουμε, θα λέγαμε, τη ραφή δύο διαφορετικών αφηγήσεων τις οποίες ο Ευαγγελιστής προσπαθεί να συνδυάσει. Παίρνει δηλαδή την ί, όσο δέχονται εδώ, αυτό πρόκειται για τελόσου, τελήνου διαπεξανασία από τον Ευαγγελιστή, ότι εδώ ο Ευαγγελιστής συνεχίζει με αυτά που θέλει ο ίδιος να πει και είναι σχετικά, θα λέγαμε, απρόσεχτος στον τρόπο που δένει αφανταστυχία. Τελείωσε αυτό εδώ, φαίνεται τώρα εδώ, γιατί ακριβώς ο Ευαγγελιστής δεν φεύγεται αλλού, εσείς να παρουσιάσετε τη Μαρία δεν φεύγεται αλλού, τελείωσε ότι εδώ δημιουργείται ένα μικρό αφηγηματικό κενό. Ή θέλετε μία αφηγηματική αμπουρία. Αυτό δεν είναι πιθανό, αλλά υπάρχει και μία άλλη εξήγηση η οποία συνδέεται, περισσότερο από αυτό που λέγαμε, συγκρονική ανάγνωση του κειμένου και αναζήτηση της αφηγηματικής ροής του κειμένου. Πολύ πιθανόν, δηλαδή, εδώ η Μαρία παρουσιάζει να στρέφεται μακριά από, να στρέφει το βλέμμα της μακριά από τους αγγέλους και προς τα πίσω, για να περάσουμε με αυτόν τον τρόπο στην επόμενη σκηνή της αφηγησίας μας. Όλο αυτό το κεφάλαιο είναι πολύ εντυπωσιακό, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο συναφέας αφηγεί τα γεγονότα και τον τρόπο με τον οποίο βάζει τον αναγνώστη μέσα στην ιστορία. Είπα και πριν, βλέπουμε τον Άδρυο Τάφο μέσα από τα μάτια του Πέτρου και συνέχεια μέσα από τα παρμάτια της Μαρίας. Ουσιαστικά έχουμε μια επιπτία όρου του σκηνικού μέσα από τα μάτια των γυρών αυτής της ιστορίας. Και αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο και όπως θα δούμε στη συνέχεια, έχει και τη θεολογική του αξία σε επίπεδο τουλάχιστον της κοινότητας. Προμένως, προσωπικά υιοθετώ εδώ τη γραμμή ότι ουσιαστικά πρόκειται για ένα αφηγηματικό τέχνασμα για να μεταβεύουμε στην επόμενη σκηνή. Η Μαρία λοιπόν βλέπει τον Ιησού, αλλά το κείμενο μας δηλώνει ότι ουκ ήδη, ότι Ιησού σε στείλει. Εδώ έχουμε το στοιχείο της Άγνειας, το μοτίβο αφέλετε της Άγνειας. Αυτό το μοτίβο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και είναι σχετισμένο στις αφηγήσεις Ανάστασης αλλά και στις αφηγήσεις Θεοφανιών στην Παλαιά Διαθήκη. Όσον αφορά τις αφηγήσεις Ανάστασης, δεν είναι η πρώτη φορά που συναντούμε αυτήν την άγνοια τον όσο συμμετέχουν στα λεμονότα. Γιατί το έχουμε δει πολύ ξεκάθαρα αυτό στο περιστατικό της Ευάννης του Ιησού στους μαθητές που πορεύονται προς αιμάους και θα θυμάστε εκεί ότι είχαμε ιδιαίτερα ασχοληθεί με το θέμα. Ευχαριστούμε ότι εκεί υπάρχει μια στατιακή αναγνώριση του Ιησού η οποία πραγματοποιείται μέσα από την εξήγηση των αρθών και συνέχεια μέσα από την κλάση του άρχιου και τότε είχαμε συστηθήσει και για τις ευχαριστιακές τα λέγαμε προεκτάσεις αυτού του μοτήλου. Εδώ έχουμε κάτι ανάλογο. Εδώ η Μαρία δεν αναγνωρίζει καταρχάς τον Ιησού. Ψηφικά έχουν δημιουργηθεί διάφορες θεωρίες γιατί δεν αναγνωρίζει η Μαρία τον Ιησού αν ο Ιησούς είχε αλλάξει τη μορφή του ή ακολουθώντας αυτό που λέγεται στο Μάρκος 16-12 για το ένα τέρα μορφή ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε σε άκρη βαθμές που γέροντας πως είναι ένα τέρα μορφή ή αν εδώ ακολουθείται η γραμμή που φαίνεται να υιοθετήκε στο καταλουκάνι απαγγέλεται και κρατούνται η αφθαρμή αυτό, ότι αυτοί είχαν την αδυναμία να αναγνωρίσουν τον Ιησού ο Ιάννης δεν μπαίνει σε τέτοιες λεπτομέρειες απέναντίες περιορίστε απλώς να τονίσει αυτό το στοιχείο της Άννης φυσικά καταλαβαίνουμε ότι αυτή η άγνοια θα διηγήσει μια αφηγηματική κορύφωση στη συνέχεια καθώς εμείς θα παρακολουθήσουμε το πως τελικά η Μαρία θα φτάσει να αναγνωρίσει τον Ιησού και μέσα από ποιες διαδρομές σε θεολογικό επίπεδο τώρα αυτή η άγνοια, αυτό το μοτίβο της άγνοιας που το βρίσκουμε τόσο ξεκάθαρα εδώ αλλά επίσης ξεκάθαρα και στο Καταλουκάλ Ευαγγέλιο και αυτό είναι επίσης ένα κοινό σημείο μεταξύ των δύο Ευαγγελίων να σημειώσω εδώ έτσι πολύ επιγραμματικά ότι οι συγγένειες δεν πρέπει πάντως να εξετάζονται μόνο στο επίπεδο στο φραστικό επίπεδο αν υπάρχουν φραστικοί συγγένεια μεταξύ δύο κειμένου αλλά θα πρέπει να μπορούν να ζητήσουν και σε άλλα επίπεδα όπως είναι στο επίπεδο το μοτίβο και το θέμα άλλο είπαν να έχουμε το ίδιο μοτίβο, το μοτίβο της Άδης όπως και στο Καταλουκάλ Ευαγγέλιο και όπως και εκεί αυτό έχει τη θεολογική του αξία Πολλοί νινευτές εδώ αλλά και οι αρχαιότεροι, οι νεότεροι νινευτές αλλά και οι αρχαιότεροι νινευτές εδώ ακριβώς την πατερική ενμία της περιγραφής συνδέουν εδώ το περιστατικό και συνδέουν αυτήν την άγνοια και τη σταδιακή αναγνώριση του Ιησού Απατομαρία με την επίδομωση και νομολογία της Ανάστασης στην οποία φτάνει ο πιστός και οι μαθητές που καταρχάς και συνέχει ο κάθε πιστός καθώς επίσης και την αποκάλυψη εμπνεύματη Θεού της αλήθειας ότι ο Χριστός είναι αστίτη και ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού Είπα και πριν, η αναγνώριση γίνεται σταδιακά αυτό είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στις αφηγήσεις της Ανάστασης δεν είναι κάτι το οποίο γίνεται από μια στιγμή στην άλλη και είναι και ρεαλιστικό αυτό το στοιχείο δηλαδή ακριβώς αυτή η μεταστροφή, αυτή η αναγνώριση, αυτή η επίδοση χρειάζεται το χρόνο της Η Μαρία λοιπόν γυρνά το βλέμμα της, βλέπει τον Ιησού και δεν τον αναγνωρίζει Όπως είπα και πριν έχουν δοθεί διάφορες εποχές γιατί δεν τον αναγνωρίζει σε κάθε περίπτωση όμως η Μαρία εδώ, όπως είναι και λόγο φανές και ταιριάζει απόλυτα με την αφήγησή μας θεωρεί ότι είναι ο Κυπουρώς και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι και στη συνοπτική παράδοση αλλά και εδώ τονίζεται ότι ο Ιησού σε τάφισε ένα κενό μνημείο και το κενό αυτό μνημείο είναι σε έναν κήπο Η Μαρία ήθελε να πω ότι θεωρεί προφανώς έβλογο αφού είναι σε έναν κήπο ότι ο άνθρωπος τον οποίο βλέπει και τον οποίο δεν τον αναγνωρίζει είναι ο Κυπουρώς του κήπου Αυτό βέβαια σε ένα αφηγηματικό επίπεδο, όπως είπαμε, λειτουργεί πάρα πολύ καλά γιατί ακριβώς με τη λογική ότι εδώ έχουμε ένα τάφο μέσα σε ένα κήπο η Μαρία δεν αναγνωρίζει ποιος είναι και καταλήξει ο συμπερισμός ότι είναι ο Κυπουρώς Στο δεύτερο όμως επίπεδο της ιστορίας του παραδόσου αυτή η αναφορά στον Κυπουρώ έχει 3 αξίαδες Γιατί γνωρίζουμε από αρχαίες Ιουδαϊκές πηγές ότι πολύ νωρίς ο Κυπουρώς στις Ιουδαϊκές αντιχριστιανικές, θα λέγαμε, αντίστοιχες της ανάστασης του Ιησού είναι ένα πρόσωπο σημαντικό Εκεί ο Κυπουρώς είναι αυτός ο οποίος είτε βρίσκει το κρυμμένο σώμα του Ιησού το οποίο το έχουν κρύψει με αυτές, είτε είναι εκείνος ο οποίος αφαιρεί το σώμα του Ιησού από το τάφο για να το δώσει μετά στους Ιουδαίους Μια πάρα πολύ χαρακτηριστική τέτοια αφήγηση είναι στην Τολιδόθη και Ιησού έχουμε μιλήσει και άλλη φορά για αυτό το κείμενο, είναι μεσαιολικό Ιουδαϊκό κείμενο δεν είμαστε απόλυτα βέβαια για την προέλευση του, ίσως που έρχεται από την περιοχή της Ιταλίας το κείμενο κείμενο, όπως είπα, είναι του Μεσαίωνα και πρέπει να ενταχθεί μέσα στη Συνάφεια το αντιπαραθέσω μεταξύ Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού της εποχής αλλά ουσιαστικά απηχεί αρχαιότερες παραδόσεις παραδόσεις που πολλές φορές βρίσκουν και στο Ταλμούφ, αλλά και σε άλλα Ιουδαϊκά κείμενα και επίσης και σε Χριστιανικά κείμενα σε κάθε περίπτωση σε αυτό το κείμενο ο Κυπουρώς είναι ο ίδιος ο Ιούδας ο Ιούδας ο οποίος εμφανίζεται ως ένας δίκαιος Ισραηλίδης ο οποίος αφαιρεί το σώμα του Ιησού από τον τάφο για να το προστατεύσει από πιθανή κλοπή εκ μέρους των μαθητών οι οποίοι μαθητές συνέχεια θα έλεγαν ότι ο Ιησούς αναστήθηκε και όταν οι μαθητές, όταν συμβαίνουν οι Ιουδαίοι το ζητούν και το αναζητούν γιατί ακριβώς οι μαθητές έχουν παρατάυτα διαδόση του Ιησούς αναστήθηκε ο Ιούδας το παραδείγει σε αυτούς και τότε διασύρρυκο και λοιπόν βέβαια και αυτό το σώμα του Ιησού από τους Ιουδαίους, οι οποίοι το σέρνουν μέσα στους δρόμους Ιουσαλντών βλέπετε ξεκάθαρα θα λέγαμε τον Ιουδαϊκό αντίλογο στη Χριστιανικό κειρίνα για την Ανάσταση και να πω εδώ ότι στην αρχαιότητα δεν υπάρχει αυτό που λέμε σήμερα που είναι η Καλλιγκορέκτη, τα θυμίδα πολλές φορές είναι κάτω από τη Ζώνη και επομένως μέσα στα πλαίσια αυτής της διαμάχης μεταξύ των δύο θρησκευτικών πραγματικοκύτων πολλές φορές οι ιστορίες που αναπαράγονται και ο διάλογος ο οποίος γίνεται κάθε άλλο παρά είναι αυτός που έχουμε σήμερα εμείς και δορίζουμε μέσα και μάλλον με όσο εκείνοι που θα έπρεπε να είναι μέσα στις σκεφτικές εταιρώδες Ο Κυπουρώς λοιπόν εδώ αφηγηματικά δεν υπάρχει πάρα πολύ καλά με την όλη αφήγηση απειχεί όμως πιθανόν, κατά πώς ερμηνεύουν και περισσότεροι κοινωνευτές εδώ μία αρχαία Ιουδαϊκή παράδοση όπου πάλι εκεί, όπως είπα, ο Κυπουρώς είναι ένα σημαντικό πρόσωπο Μαρή λοιπόν δεν αναμορίζει τον Ιησού, είπαμε έχουμε το μοτίβο της Άγινης και στο Κατά Ιωάννη το μοτίβο της Άγνιας πολλές φορές πηγαίνει μαζί με εκείνο το μοτίβο του που είναι πολύ γνωστό, το μοτίβο της παρεξίδισης Πολύ συχνά στον Κατά Ιωάννη Ευακέλη βλέπουμε ότι οι διάφοροι χαρακτήρες, τα διάφορα πρόσωπα τα οποία συζητούν με τον Ιησού δεν κατανοούν αυτά που τους λέει ο Ιησούς Πρέπει να γίνει ολόκληρη συζήτηση μέσα στην οποία η συζήτηση ο Ιησούς θα κάνει μία αποκάλυψη μια αποκάλυψη αλήθειας. Θα θυμίσω εδώ τη συζήτηση για τον Νικόδημο όπου ο Νικόδημος δεν καταλαβαίνει αυτό ότι πρέπει κανείς να γεννηθεί άλλοτερο και να γεννηθεί ξανά ή την ιστορία την πολύ γνωστή με τη Σαμαρίτιδα όπου η Σαμαρίτιδα δεν καταλαβαίνει αυτά που λέει ο Ιησούς για το ζωντανό νερό Και γίνεται μια συζήτηση και στις δύο περιτώσεις η οποία κατανοίγει τελικά στην αυτοαποκάλυψη του Ιησού και αυτό είναι ένα αφηγηματικό τέχνησμα του Ιωάννη το οποίο βέβαια θα πρέπει να το δούμε μέσα στο γενικότερο θεολογικό πλαίσιο του Ευαγγελίου όπου το θεολογικό πλαίσιο θέλει τον Νιό να παρουσιάσει ακριβώς τον Νιό του Θεού να κατεβαίνει στον κόσμο για να επιτελέσει το έργο του πατέρα του και ο λόγος αυτός είναι ο Ιός του Θεού δηλώντας ήδη από τον πρόλογο του Ευαγγελίου είναι αυτός που αποκαλύπτει σταδιακά μέσα στο Ευαγγέλιο για να φτάσουμε στην κορύφωση αυτής της αποκάλυψης στην ώρα, όπως λέει, του Ιησού ένας όρος πάρα πολύ συνηθισμένος μέσα στον κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο μια λέξη τελείων που δεν είχε ποτέ άλλο παρά η ώρα του σταδιού εδώ θα λέγαμε ότι το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο μοιάζει να έχει κάποιες επαφές με τον Καδαμάκου όπου και εκεί δεν θυμόμαστε ότι η δόξα του Μεσσία, Ιησού, δεν είναι καμία άλλη και η κορύφωση, αν θέλετε, του Ευαγγελίου είναι ακριβώς ο Σταυρός έχει δηλαδή κάποιες σημεία κορφής, αν και οι υπελογικές φάσεις είναι διαφορετικές σε κάθε Ευαγγέλιο αυτά τα λέω ωστόσο για να μπορεί κανείς να βάλει, να τοποθετήσει και το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο μέσα στο γενικότερο ιστορικό πλαίσιο του αρχαίου του χριστιανισμού υπάρχει λοιπόν το στοιχείο της παρεξήγησης το οποίο έχει να κάνει επίσης και με την τραγική ειρωνία του Ευαγγελίου για την τραγική ειρωνία του Ευαγγελίου έχουν λύσει πάρα πολύ ερμηνευτές μεταξύ των οποίων και ένας Έλληνας καθηγητής στην Αμερική ο Γιώργος, ο Τζόις Πασένιος οι οποίοι έχουν λύσει ακριβώς αυτά τα δραματικά στοιχεία που υπάρχουν μέσα στον κατά Ιωάννη Ευαγγελίου και ένα στοιχείο λοιπόν είναι η τραγική ειρωνία του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου και εδώ είναι πάρα πολύ εμφανής η τραγική ειρωνία ίσως περισσότερα από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο σημείο διότι ο ίδιος η Ευαγγελιστής μας αποκάλυψε ότι το πρόσωπο το οποίο συνδιαλέγεται η Μαρία δεν είναι ο Κυπουρώς, δεν είναι οποιοδήποτε πρόσωπο αλλά είναι ο ίδιος ο Ιησούς και η Μαρία απλώς δεν το γνωρίζει εμείς όμως που είμαστε υπαναγνώστες αναγνώστες γνωρίζουμε αυτή τη λεπτομέρεια η οποία είναι πάρα πολύ σημαντική η Μαρία λοιπόν δεν το γνωρίζει και ξεκινάει μια συζήτηση με το πρόσωπο αυτό το οποίο θεωρεί ως Κυπουρώ για να φτάσει τελικά και εκείνη να αναγνωρίσει αυτό που εμείς ήδη γνωρίζουμε ως Κυπουρώ γιατί δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η τραγική ειρωνία θα πρέπει να δοθεί πλέον μέσα στο εκκλησιολογικό της πλαίσιο ή αν θέλετε στο πλαίσιο μιας κοινότητας η οποία ακούει και διαβάζει το κειμενό της που είναι εκπληγός του καρτατόγραμμαγκένου Άρα λοιπόν έχουμε τραγική ειρωνία εδώ η οποία αναβιτύεται μέσα από αυτά τα δύο μοτίβα της άγνοιας και της παρεξήτησης Η Μαρία δεν γνωρίζει τον Ιησού επαναλαμβάνει την αγωνία της ότι κάποιος έκρεψε το σώμα του Ιησού μια αγωνία όπου ήταν πολύ συνηθισμένη στον αρχαίο κόσμο, ο αρχαίος κόσμος ζει με αυτή την αγωνία, μη νυχώνει και το σώμα του αγαπημένου τους νεκρού χαθεί, εκλαπεί, μαρτυρείται όπως είπα και στο προηγούμενο μάθημα τόσο σε εκείνες τις επιγραφές με τις κατάρες στα επιτάφια εκείνα ρομαϊκά και λινιστικά αλλά και στο λεγονελιστικό μυθιστόρυμα που πάρα πολλές φορές έχουμε τέτοιες αφηγήσεις και φυσικά στο βιβλίο και αρχαιολογική σκαπάτηση, ότι αυτός ο φόβος δεν κάτω άλλο παρά μη ρελιστικός ήταν αλλά φαίνεται ότι ήταν η συνηθιστακτική του αρχαίου κόσμου. Η Μαρία λοιπόν λέει ό,τι λέει στον Ιησού και ο Ιησούς τότε στρέφεται σε αυτήν και την αποκαλεί με το όνομά της, Μαρία Εδώ λοιπόν ο Ιησούς κάνει κάτι το οποίο βοηθά τη Μαρία να ανακαλέσει στην Μίμβιξ την προπασχάλια εποχή με τον Ιησού. Εδώ έχουμε την ίδια ροή που έχουμε και στην αφήγηση της εμφάνισης στην Δεμαγουστική και ο Ιησούς δεν λέει κάτι, συζητάει με τους μαθητές αλλά αυτοί δεν τον αναγνωρίζουν, κάνει όμως κάτι το οποίο βοηθά τους μαθητές να αναγνωρίσουν αυτός που κάθεται μαζί τους στο τραπέζι Παίρνει το ψωμί και το σπάζει με ανάλογο τρόπο όπως έκανε όσο είδε μαζί τους πριν από το σταυρό. Φυσικά εκεί όπως είπαμε υπάρχουν ευχαριστιακές αναφορές γιατί εκεί η έμφαση του Λουκάβρες και τα αλλού. Εδώ και μόνο η προσφώνηση της Μαρίας από τον Ιησού είναι αρκετή για να σήρει μέσα στη μνήμη της τη φωνή και τον πρόσωπο του Ιησού και αμέσως να τον αναγνωρίζει. Έτσι η Μαρία απαντά με τη δική της προσφώνηση προς τον Ιησού λέγοντάς τον ραβουνί. Το ραβουνί είναι μια πολύ συνηθισμένη παραλλαγή της λέξης ραβή και έχουν αντυπωθεί διάφορες θεωρίες για το τι μπορεί να είναι αυτή η λέξη. Σε κάθε περίπτωση αυτό που γνωρίζουμε από τα κείμενα του Αρχαίου Ιουριασμού είναι μια προσφυλής έκφραση στο Αρχαίο Ιουριασμό, όπου ξέρουμε άνωστε ή ραβείς, νεκτήρωλο, διεργαμάτης, δάσκαλοι και δηλώνει τον μεγάλο σεβασμό και την αγάπη προς το πρόσωπο του διδασκά. Μια ακόμα φορά θα βρούμε αυτόν τον όρο, στο Μάρκος 10,51, όπου ο γαρτιμέος ο τυφλός θα προκαλέσει με τον ίδιο τρόπο τον Ιησού. Θα πω ότι πολλοί λένε ότι αυτό ξενίζει δίκιο στον Μάρκο, θα πρέπει να σκεφτούμε όμως στον Μάρκο ότι το μοτίβο της τυφλότητας και της επίμισης είναι επίσης σημαντικό. Ο Μάρκος, αν θυμόμαστε καλά, παρουσιάζει τον Ιησού να μην τον καταλαβαίνει δική του, ωστόσο ένας τυφλός, όπως είπε ο γαρτιμέος, τον αναγνωρίζει και όχι μόνο τον αναγνωρίζει, δημιουργεί μια σχέση απόλυτης αφοσίωσης και πιστωσύνης με το πρόσωπο του Ιησού, το καλό είναι στον ραγμούνι. Έχουμε δηλαδή εκεί να κοντράσεις, θα λέγαμε, μια αντίθεση, με τον τρόπο που λειτουργούν οι μαθητές, ή ο όχλος, ή οι υπόλοιποι όσοι περιβάλλουν τον Ιησού και εκείνο, βέβαια εκεί, συνδέεται με το γενικότερο πλαίσιο και τις σκοπιμότητες που έχει το καταμάρκο Ναυαγγέλη. Η Μαρή λοιπόν, τον αναγνωρίζει, τον αποκαλεί ραμπονί και κάνει μια κίνηση, η οποία προκαλεί την αντίδραση του Ιησού, ο οποίος της λέει μη μου ακουνώ ειναι τάγγελε το περίφημο αυτό κολλείο, το οποίο επικράτησε και απασχόλησε μάλλον θα έλεγα πάρα πολύ στην ατουλική του απόλωση την έρευνα και την ερμηνεία και φυσικά θα δημόμαστε και πάρα πολλούς ζωογραφικούς πινέκες που θέλουν αυτό το τύπο. Η Μαρή λοιπόν προσπαθεί να αγγίξει τον Ιησού και αυτό παραπέμπει σε μια αντίστοιχη πληροφορία που έχουν το κατά Μαθαίον Ευαγγέλιο. Στο 28ο κεφάλαιο, στο στίπο 9, οι γυναίκες λέει αγγίξαν τον Ιησού, τον έπτυσαν, κράτησαν όπως λέει εκεί. Πολύ πιθανόν το άπτου εγώ, το άπτωνε να είναι σημαντικό με το κρατέο κρατό και είναι πιθανόν να συμβαίνει να έχουμε μία ανάλογη σκηνή όπως εκεί και στο Πατάνο Θεό όπου εκεί οι γυναίκες γονατίζουν και τους γινώσεις στην κάτω Ιησού και σε δίνωση της αφοσίωσης και της αγάπης τους αγγελιάζουν τα πόδια του. Κατά ανάλογο τρόπο ο Μαθανός και η Μαρή προσπαθούν να κάνουν κάτι εδώ αντίστοιχο. Εδώ σε κάθε περίπτωση έχουν μια αφήχηση της συνοπτικής παράδοσης. Ένα άλλο σημείο συγγένειας και επαφής Ιωάννιας και συνοπτικής παράδοσης. Ο Ιωάννης προφανώς γνωρίζει όσα γνωρίζουν και οι συνοπτικοί. Σε κάθε ενός περίπτωση εμπλουτίζει αυτές τις πληροφορίες και τις συμπληρώνει με όσα έχει και ο ίδιος στη διάθεσή του και όσα γνωρίζει η δικιά του κοινότητα. Αυτή η φράση του Ιησού «Προσταγή μη μου άπτου» όπου γάρανα παιδικά προς τον Πατέρα μου στη συνέχεια η επεξήγηση στο δεκαεφτά α, στο πρώτο μέρος του στίου του δεκαεφτά, ήταν ένα πολύ μεγάλο ερμηνευτικό ζήτημα, ένα πλούξιντε πέτου, όπως λέγεται στη γλώσσα της ερμηνείας. Τόσο η προσταγή «Προσταγή μη μου άπτου» όσο και στη συνέχεια η αιτιολόγηση αυτής της προσταγής, τότε ο Ιησούς δε γράβει διαφορά προς τον Πατέρα μου. Το «Προσταγή μη μου άπτου» λοιπόν, προσπαθήσαμε πολύ να το αποδώσουμε διάφορους τρόπους, ώστε να μπορέσουν κατά κάποιο τρόπο να δώσουν μια ερμηνευτική εξήγηση σε αυτό το παράδοξο λόγιο εδώ του Ιησού. Η πιο συνηθισμένη μετάφραση με το «Προσταγή μη με αγγίζεις». Μια άλλη πρόταση που έγινα από ορισμένους ερευνητές είναι ότι το «Προσταγή μη μου άπτου» εδώ έχει μια αντίστοιχη αξία και σημασία, όπως το «Μη φοβήσετε» που βρίσκουμε στα άλλα Ευαγγέλια όπου οι Άγγελοι κυρίως απευθύνονται ή ο Ιησούς απευθύνονται προς τις γυναίκες. Και τέλος υπάρχει και η μετάφραση «Μη με κρατάς, μη με αγγίζεις» δηλαδή, το οποίο έχει και αυτό τη δικιά του εξήγηση όπως θα πω στη συνέχεια. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να αποφασίσουμε εδώ εάν μένουμε μόνο στον πρώτο μέρος. Πρέπει δηλαδή να δούμε συνολικά το στίχο εδώ, κυρίως να δούμε το δεύτερο μέρος, για να αποφασίσουμε ποια μετάφραση θα μπορούσε να αποδώσει περισσότερο το αρχικό νόημα εδώ του στίχου. Το δεύτερο λοιπόν μέρος, όπως είπα, αυτή η αιτιολόγηση που μας δίνει το Εκακέντριο ο Ιησούς, που δίνει στη Μαρία ο Ιησούς, όπου ο Βαραναβέβηκα προς τον πατέρα μου, και συνέχεια αυτά που λέει «Πορεύει δε προς τους αδελφούς μου» και είπε αυτής «Αναβαίνει προς τον πατέρα μου και πατέρα μου και Θεό μου και Θεό μου» είναι το κλειδί θα λέγαμε αυτό το δεύτερο μέρος του στίχου για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε το τι θέλει να πει εδώ. Για πρώτη φορά εδώ στο κατά Ιωάννη Αυαγγέλιο διαπιστώνουμε μια διάκριση ανάμεσα στο γεγονός του Σταδρού και της Ανάστασης και στο γεγονός της Ανάληψης. Είναι η πρώτη φορά που υπάρχει μια αναφορά σε αυτά τα δύο γεγονότα στη ζωή του Ιησού. Και θα λέγαμε ότι εδώ για πρώτη φορά και δεν το βρίσκουμε εγώ στο κατά Ιωάννη Αυαγγέλιο φαίνεται αυτά τα δύο να έχουν μια χρονική απόσταση μεταξύ τους. Βέβαια αυτή η χρονική απόσταση τη διορίζουμε ήδη από το κατά Λουκάννη Αυαγγέλιο και κυρίως από τις πράξεις του Τουστόρου. Όπου μάλιστα εκεί μας δίνει και η χρονική διάρκεια της απόστασης μεταξύ των δύο γεγονότων. Εδώ όμως η απόσταση είναι πάρα πολύ μικρή. Είναι σχεδόν πιο πριν βέβαια στα Ευαγγέλια ήτανε ξεκάθαρη αυτή η απόσταση, αλλά πάρα πολύ κοντά. Στο Ευαγγέλιο μέχρι τώρα ήτανε πάρα πολύ κοντά αυτά τα δύο γεγονότα έτσι ώστε να μην γίνεται η διάκριση. Εδώ για πρώτη φορά γίνεται αυτή η διάκριση και φαίνεται ότι το περιστατικό αυτό με τη Μαρία πρέπει να τοποθεθεί ακόμα σε αυτήν την ενδιάμεση φάση. Ράμψα στον Θεό και στην Ανάστηση και την ενδερειά και την ανάληψη του Ιησού. Και αυτό το λέω. Γιατί όπως θα δούμε στη συνέχεια ό,τι θα συζητήσουμε την εμφάνιση του Ιησού στο Θωμά, εκεί ο Ιησούς δεν θα πει στο Θωμά μη με ακουμπάς. Αλλά τι θα του πει, έλα και ακούμπησέ με και πιάσε τις πληκές μου και δες ότι είμαι ο Ιησούς. Βέβαια πολύ ερνήνευσαν γι' αυτό φίλετος το γεγονός ότι ο Ιησούς ο Θεμός είναι άντρας, η Μαρία είναι γυναίκα. Αυτό δεν μπορεί να εσχύσει. Γιατί ήδη μιλήσαμε για τη σημασία που έχει η Μαρία, που μάθει να είναι μέσα στην Αρχαία Εκκλησία. Δεν πρέπει αυτό να είναι η σωστή ερμηνεία. Η ερμηνεία προφανώς είναι πολύ πιο συνθετή και έχει να κάνει με το θεολογικό πρόγραμμα του κατά Ιωάννη Ευαγγελία. Ο Ιωάννης γνωρίζει αυτή τη διάκριση μεταξύ της Ανάστασης και της Ανάρρεψης, όμως προσπαθεί και τονίζει ακριβώς την εγκύτητα αυτών των δύο περιστατικών, στους γεγονότων της ζωής του Σου, μια τέτοια εγκύτητα που σχεδόν τα κάνει να μην ξεχωρίσουν μεταξύ τους. Έτσι, εδώ, από το στίχο 17 και εξής, δηλαδή στους τελευταίους του συγκεκριμένου, της συγκεκριμένης περιποπής, έχουμε μια μετάβαση από τη μπλόσα της Ανάστασης, που είχαμε συναντήσει στους πρώτους στίχους του αρχήτου καθαρό, στη μπλόσα της Ανάρρεψης, η οποία είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα μετάβαση. Και ακριβώς το εγγρονός ότι γίνεται αυτή η συνάντηση, αυτή η σύνδεξη αυτών των δύο γεγονότων, δείχνει κάτι άλλο πολύ σημαντικό. Ότι, δηλαδή, εδώ, ο Ιωάννης, ο συγγραφός του Κάρτου Βαγγελίου, βλέπει όλα τα γεγονότα αυτά, κά σταυρό Ανάσταση και Ανάρρεψη, ως ουσιαστικά, πτυχές της ώρας αυτής της σημαντικής στιγμής της φανέρωσης της δόξας του Ιησού, η οποία, όπως είπαμε, είναι μια λέξη κλειδί μέσα στο Ευαγγέλιο του. Θα πρέπει να πω για το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, ότι προκειμένου να το κατανοήσουμε, θα πρέπει να βρούμε και τους ενδοκιμενικούς συνδέσμους. Δηλαδή, ο Ιωάννης, που χρησιμοποιεί ορισμένες λέξεις κλειδιά, τους οπωθεί σε διάφορα περιστατικά και η κάθε καινούργια εμφάνιση αυτής της λέξης, σωστικά παραπέμει στις προηγούμενες, που σωστικά εμπλουτίζει και συμβιερώνει τις νόσεις που είχαμε αποκτήσει, όσον αφορά τον ουσιαστικό προηγούμενες περιοδοτώσεις που είδαμε μπροστά. Έτσι λοιπόν, εδώ βλέπουμε ότι αυτά τα γεγονότα συναντιώνται, βλέπουμε δηλαδή μια απομάκρυση, κατά κάποιο τρόπο, από την παράδοση που μας διασώζει ο Λουκάς, χωρίς ωστόσο να είναι τόσο μεγάλη όσο φαίνεται. Δεν είναι τόσο μεγάλη, γιατί ο Ιωάννης φαίνεται να γνωρίζει και φαίνεται να φέρει σαν φως την ανάληψη. Και μάλιστα υπάρχει ένα άλλο σημείο, στο οποίο φαίνεται ακριβώς ότι το γεγονός της Μαρίας Μεθαλής είναι στην διάμεση αυτής της χρονικής στιγμής. Στο γεγονός ότι στο βουχεριστήριο του λόγου ο Ιησούς, ήδη αναφέρει ότι θα στείλει τον παράκλητο όταν θα ανέβει προς τον πατέρα του. Αν πάμε στην αμέσως επόμενη περικοπή όπου ο Ιησούς συναντά τους μαθητές, το πρώτο που τους λέει είναι λάβετε πνεύμα Άγιο. Άρα δηλαδή έχει ήδη πραγματοποιηθεί αυτή η συνάντηση του Ιηού με τον πατέρα του. Άρα αυτό είναι ενδιαφέρον στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, έχει να κάνει και με την αισχατολογία του Ευαγγελίου, έχει να κάνει και με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την ιστορία ο τέταλος Ευαγγελιστής, και με τον τρόπο που κατανοεί τη θέση της Σταύωσης της Ανάστασης και της Αμάριξης της ιστορίας της Σοβηρίας. Ο Ιησούς δίνει στην Μαρία μια εντολή, της λέει λοιπόν να μεταφέρει στους μαθητές ένα μήνυμα. Ένα μήνυμα το οποίο μας θυμίζει πάρα πολύ την αντίστοιχη εντολή που δίνει ο Ιησούς στον κατά Μαθαίον Επαγγέλιο 28 κεφάλαιο στο στίχο 10 στις μαθήτρες εκεί προς τους μαθητές. Βέβαια, όπως είπα, εδώ το λεξιλόγιο της Ανάστασης το οποίο βρίσκουμε εκεί αντικαθείται από τη φρασιολογία της Ανάληψης και εξηγήσαμε ήδη για ποιους λόγους γίνεται αυτό. Σε κάθε περίπτωση αυτό που λεπίζει σε ενδιαφέρον είναι ότι εδώ ο Ιησούς αποκαλύπτει τους μαθητές αδελφούς. Γενικά στα Ευαγγέλια οι μαθητές ονομάζονται μαθητές. Στον κατά Ιωάννη Ευαγγέλιου, στον αποθερτιστή Λιολόγο, βλέπουμε ότι ο Ιησούς ονομάζει τους μαθητές και φίλους. Εδώ για πρώτη φορά τους ονομάζει αδελφούς. Σαφούς εδώ δημιουργείται ένα συγκερμό, όπως το 10ο κεφάλαιο, όπου υπάρχει αυτή η συζήτηση γενικά για το τι θα γίνει όταν ο Ιησούς θα πάει στον ματέρα του, όταν ο Ιησούς θα φύγει και πώς θα ξανασυνδεθεί μαζί τους. Και εδώ το μήνυμα του Ιησού ανακαλεί στη μνήμη θέματα τα οποία ήδη τα έχει διαβραμακευθεί ο Ευαγγελιστής νωρίτερας το 14ο κεφάλαιο. Π.χ. τη σχέση των μαθητών με τον πατέρα του Ιησού ή τη χαρά όταν θα ξαναρεθούν και τέλος την αναφορά στον Παράκλη. Η Μαρία λοιπόν ακούει το μήνυμα και πλέον τώρα λειτουργεί ως μια πραγματική απόσταση. Έχει φτάσει στην Εκκλήνωση, έχει περάσει από την Άλλη Μια στην Αναβδόρηση και ενεργεί πλέον ως ένας άγγελος, ως ένας Απόστολος της Ανάστασης, μεταφέροντας και αυτοί το μήνυμα του Ιησού και μεταφέροντας αυτούς την πληροφορία ότι ο Ιησούς έχει αναστηθεί. Αυτό βέβαια το γεγονός ότι αναφέρουν τους μαθητές δημιουργεί τη γέφυρα τώρα και ότι θα δούμε στην επόμενη περιποπή που περιγράφεται ακριβώς η συνάντηση του Ιησού με τους μαθητές. Συνοψίζοντας αυτήν την πολύ όμορφη και τόσο πλούσια περιποπή, μπορούσαμε να πούμε ότι η περιποπή μας έχει στοιχεία της θεολογίας. Βλέπουμε πολλά στοιχεία της γενικότερης θεολογίας του Καταγιάννιου Βαγγελί, για να βαθύθερουμε το περιπομήμα, το οποίο φυσικά θα πρέπει κανείς να το σκεφτεί και να εγαφεί, για να κατανοήσει ακριβώς για το λόγο για το οποίο βρίσκεται αυτή η περιποπή, διασώζεται εδώ που διασώθηκε. Πρώτα πρώτα, το πρώτο και σημαντικό είναι αυτή η σύνδεση της Αγγρού και Ανάστασης με την Ανάληψη. Και είπα και νωρίτερα ότι αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που αντιλαμβάνει τον χρόνο και την ιστορία της οδηγίας ο πένταχος αποβιληστής. Επίσης, έχει να κάνει με αυτό που ονομάζει ώρα και δόξα του Λουσού. Δεν μπορούμε να τα διακρίνουμε τόσο εύκολα μεταξύ τους, θα ήταν μια πάρα πολύ σχουμαστική, ας το πω έτσι, στάση απέναντι στο κείμενό μας να προσπορεθείς μεταξύ αγορήσου, αυτό ακριβώς επειδή χάει ο Ιωάννης, να φέρνει τόσο κοντά όλα αυτά τα γεγοντά του. Ο Ιωάννης βλέπει δηλαδή, θα λέγαμε, πιο σημαντικά και ονειστικά, θα έλεγα, αυτή τη στιγμή, αυτή την ιστορία της οδηγίας, αυτή τη δόξα του Λουσού, αυτό που λέμε τώρα στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο. Και αυτό φυσικά έχει και τις δικές του αισχατολογικές προεκτάσεις με την έννοια ότι στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, ο τρόπος που κατανοείται η ιστορία είναι διαφορετικός με παράδειγμα το τρόπο που το καταλογάνει ο Ιωάννης Ευαγγέλιος, που βλέπει, ας πούμε, μια ευθύγρανη πορεία, όπου τα διάφορα γεγονότα λαμβάνουν τώρα και απορριβόμαστε στα αισχατολογικά, τα οποία βέβαια έχουν ήδη έρθει. Εδώ, η έλευσης ήδη στο παρόν με το πρόσωπο του Ιησού, των αισχάτων, είναι πολύ πιο ευφαλής και πιο έντονη από ό,τι στα υπόλοιπα Ευαγγέλια. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι ο Ιωάννης δεν περιμένει κάποια στιγμή το τέλος της ιστορίας, όχι αυτό το θέμα του. Απλά ο Ιωάννης αυλύνει αυτήν την, αν θέλετε, προσδοκία των αισχάτων, ή την οξύδητα που είχε αυτή η προσδοκία για παράδειγμα στους συνοπτικούς και κυρίως στο καταμάδι τον Ευαγγέλιο και τονίζει περισσότερο την παρουσία των αισχάτων ήδη μέσα στο παρόν. Έτσι, μέσα στο παρόν της κοινότητας, λαμβάνει χώρα η παιδικοστή και η ανάληψη. Μάλλον, είναι μια ανάσταση η ανάληψη του Ιησού και η παιδικοστή, όπως θα δούμε στη συνέχεια, όταν ο Ιησού στρέφεται στους χωριές και λέει «Λάβετε πνεύμα Άγιο». Έχει λοιπόν ενδιαφέρουσες, θα λέγαμε, αισχατολογικές προεκτάσεις της ιστορίας μας. Επιπλέον, κατά αυτή το πολύ ενδιαφέρον πρόσωπο πράγμα, σημείωνα στη περιοχή μας, είναι το πρόσωπο της Μαρίας. Για την ιστορία της παράδοσης, για τη σημασία της Μαρίας στην αρχαία εκκλησία, μιλήσαμε ήδη στην αρχαία του Μαθήνα. Κλείνουμε λοιπόν το μάθημα με τη θεολογική και συμβολική σημασία της Μαρίας, όταν πρέπει λίγο να σκεφτούμε τους χαρακτήρες, τα πρόσωπα δηλαδή που βρούνε μέσα στην αφήγηση του Καταϊόνιου Ευαγγελίου. Αυτό είναι ένα θεμητή προσέγγιση του κειμένου μας και σε καμία περίπτωση είναι να λιώνει, αν θέλετε, τη θεοπνευστία του κειμένου και το βαθύτερο θεολογικό του. Το αντίδικα μάθημα το αναδεικνύει πολύ περισσότερο. Οι Μαρίοι λοιπόν είναι στους σημαντικούς χαρακτήρες μέσα στον Καταϊόνι ευαγγέλιο, έστω και αν εμφανίζεται τόσο λίγο μέσα στην ιστορία του Ιησού. Είναι όμως σημαντική γιατί λειτουργεί ως ένας τύπος των μελών της κοινότητας, της εκκλησίας δηλαδή. Θα δείτε διαβάζοντας στο Ευαγγέλιο ότι υπάρχουν διάφοροι τύποι ανθρώπων, διάφοροι χαρακτήρες μέσα στο κείμενό μας. Οι μαθητές οι ίδιοι είναι όλοι μαζί ένας χαρακτήρας και υπημέρους μαθητές συναιτήσεις, υπημέρους χαρακτήρες, οι οποίοι λαμβάνουν, παίρνουν διαφορετική στάση, η οχτώ διαφορετική στάση απέρνει στο Ιησού, η οποία προφανώς αντικατοπτρίζει και την πραγματικότητα της κοινότητας. Δηλαδή, για να γίνω πιο συγκεκριμένη σε αναφορά τη Μαρία, η Μαρία και αυτή είναι ένα σύμβολο μελών της κοινότητας, της ίδιας της κοινότητας. Αν προσέξουν εδώ, η Μαρία είναι ένα πρόσωπο το οποίο δεν χρειάζεται αποδείξεις για να γνωρίσει ότι ο Ιησούς έχει αναστηθεί. Τη στάνει ότι ο Ιησούς την προσφωνεί. Στάνει αυτό το οποίο αναγκαλεί στη μυαλή της την προσωπική της σχέση με τον Ιησού. Είναι το πρόσωπο, λοιπόν, το οποίο αφόρμητα και μόλις του την καρδιά αναγνωρίζει τον αναστημένο Ιησού και τον ομολογεί. Δεν ζητάει εξηγήσεις, δεν ζητάει καμία διευκρινήση από τον Ιησού, τριστάνει ο λόγος του και αυτός είναι ένας χαρακτηριστικός άνθρωπος της πίστης. Έτσι, λοιπόν, η Μαρία είναι θελμή, θα λέγαμε, αποτελεί το σύμβολο όλων των ανθρώπων, των νελών της κοινότητας, οι οποίοι προσεγγίζουν τον Ιησού με πίστη και αχωσίωση. Χωρίς πολλές εξηγήσεις, χωρίς να βάζουν τη λογική τους σε μια διαδικασία απόδειξης, τριστάνει ο λόγος του Ιησού, τριστάνει προσωπική τη σχέση με τον Ιησού για να τον αναγνωρίσει και να τον ομολογεί και να τον πιστέψει ως τον κύριο, τον αναστημένο κύριο. Δεν είναι ο μόνος τύπος. Και αυτό είναι και η ομορφιά και η περιχώρηση, αν θέλετε, των Ευαγγελίων και δικότατα του κατ' ευαγγελίου. Βλέπουμε στη συνέχεια έναν άλλο τύπο ανθρώπων, ο οποίος επίσης μπορεί να γευθεί και να χαρεί την ομορφιά της Ανάστασης και να ζήσει την ώρα του Ιησού, αλλά ξεκινάς από διαφορετικές διαδρομές, ζητώντας απολύξεις, βάζοντας σε λειτουργία την λογική του. Σε κάθε περίπτωση όλες αυτές οι περιγραφές, όλα αυτά τα πρόσωπα μάλλον, όλη αυτή η χαρακτήρα στις περιγραφές μας, ουσιαστικά αντικατοπίζουν θα λέγαμε και το παρόν της κοινότητας, η οποία διαβάζει το κείμενο και όλοι οι αναγνώστες με κάποιο τρόπο μέσα από αυτές τις τεχνικές του Αγγελιστή, καλούνται να αναλάβουν και να διαλέξουν, να διαλέξουν μάλλον καταρχάς και να αναλάβουν ένα ρόλο από αυτούς τους ρόλους που βρίσκονται μέσα στο Ευαγγέλιο. Κάποιοι προφανώς ταυτίζονται, αισθάνονται, ταυτίζονται με την Μαρία, κάποιοι άλλοι αισθάνονται με τη Συνέχεια με τον Θεομά. Σε κάθε περίπτωση όμως το ίδιο το κείμενο προϋποθέτει ακριβώς και αφήνει χώρο για όλες αυτές τις κατημορίες ανθρώπων, για όλους αυτούς τους κατακτούρες. Και επομένως, από αυτήν την άοψη, το κείμενό μας έχει και ένα ενδιαφέρον, θα λέγαμε στην εκκλησιολογική του πλέον διάσταση και στη διάσταση παρόντως της κοινότητας, η οποία προσλαμβάνει, αποδέχεται το μήνυμα της Ανάστασης μέσα από το Ευαγγέλιο. |