σύντομη περιγραφή: Στο σημερινό μας μάθημα θα περάσουμε στην δεύτερη μεγάλη ενότητα μάθηματων που θα μας απασχολήσει σε σχέση με το μάθημα αυτό που αφορά στους κολυβάδες, στους σημαντικούς αυτούς, στις σημαντικές αυτές θεολογικές μορφές του 18ου και του 19ου αιώνα και στο σχετικό έργο τους σε συνάρτηση όπως δηλώνεται και στο τέλος του μαθήματος με τους νεομάρτυρες, την ιδιαίτερη αυτή ομάδα αγίων, το φαινόμενο αυτό των νεομαρτύρων το οποίο θα εξετάσουμε από σήμερα και στα επόμενα μαθήματα που απομένουν στον κύκλο αυτών των μαθημάτων. Θα εξετάσουμε λοιπόν στο σημερινό μάθημα και στα μαθήματα των εβδομάδων που αφορούν στο μάθημα αυτό οτιδήποτε σχετίζεται με τους νεομάρτυρες ως ένα ιστορικό φαινόμενο που εμφανίζεται σε όλη την περίοδο της τοκοκρατίας και μέσα θα εξετάσουμε την παρουσία αυτού του φαινομένου και την ανάπτυξη αυτού του φαινομένου σε συνάρτηση με όλες εκείνες τις πηγές που σχετίζονται με την ομάδα των νεομαρτύρων και βέβαια θα προσέξουμε ιδιαίτερα θα δώσουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στα κείμενα εκείνα που προέρχονται από τους κολυβάδες δηλαδή από τα πρόσωπα όπως είπαμε που πρωταγωνίστησαν σε αυτόν τον θεολογικό αναβαπτισμό του 18ου και του 19ου αιώνα. Κατ' αρχή θα πρέπει να διευκρινήσουμε ότι μιλώντας για τους νεομάρτυρες και χρησιμοποιώντας τον όρο νεομάρτηρας δεν αναφερόμαστε σε πρόσωπα που όπως συνήθως αντιλαμβανόμαστε όταν ακούμε να χρησιμοποιείται ο όρος αυτός έζησαν στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Πρέπει να κάνουμε μία έρευνα και να διαπιστώσουμε ότι ο όρος νεομάρτης ή νέος μάρτης δηλαδή οι δύο όροι από τους οποίους απαρτίζεται αυτός ο σύνθετος όρος, ο όρος νεομάρτης εμφανίζεται πολύ πιο πρώημα, ήδη από την Βυζαντινή εποχή, από την μέση Βυζαντινή εποχή και μάλιστα πρωτοεμφανίζεται και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό σε σχέση με την εξειδίκευση του όρου νεομάρτηρας που συναντούμε στην περίοδο της Τουρκοκρατίας εμφανίζεται για πρόσωπα τα οποία καταρχήν μαρτύρησαν, χριστιανούς που μαρτύρησαν στην περίοδο κατάληψης των ανατολικών επαρχιών του Βυζαντίου από τους Άραβες και στο πλαίσιο διάχυσης του Ισλάμ στις επαρχίες, στις αραβικές αυτές χτίσεις που κατέλαβαν σταδιακά κατά τη διάρκεια του ΄ και στους μετέπειτα αιώνες οι Μουσουλμάνοι. Έτσι λοιπόν διαπιστώνουμε ότι στην ελληνόφωνη γραμματεία ο όρος πρωτοεμφανίζεται σε ένα αγιολογικό κείμενο για έναν άγιο αυτής της περίοδου του 8ου αιώνα, τον μάρτυρα Ηλία τον Νέο ή τον Ηλία τον Ενηλιοπόλη στην Ηλιοπόλη της Παλαιστίνης, ένα από τους πιο πρόημους μάρτυρες που μαρτυρούν μετά την εμφάνιση του Ισλάμ για τον οποίον έχει συγγραφεί ένα αρκετά μεγάλο μαρτύριό του που μας έχει διασωθεί από ένα πρόημο κείμενο που μας έχει διασωθεί από την περίοδο εκείνη. Στο προήμιο λοιπόν αυτού του κειμένου για πρώτη φορά χρησιμοποιείται ο όρος νεομάρτης όπως επίσης και σε άλλα κείμενα για τον Βάκχο τον Νέο και για άλλους μάρτυρες αυτής της εποχής από τους Μουσουλμάνους αλλά και στο πλαίσιο άλλων εσωτερικών ερίδων του Βυζαντίου βλέπουμε ότι επαναλαμβάνεται ο όρος αυτός νέος μάρτης στην ανάπτυξή του για να δηλώσει τους χριστιανούς εκείνους που μαρτύρησαν είτε από τους αλλοθρησκούς στην πιο πρόημη περίπτωση όπως είπαμε τα περιστατικά που καταγράφονται αφορούν στους χριστιανούς μάρτυρες από το Ισλάμ με την ανάπτυξη του ισλαμικού χαλιφάτου είτε σε δεύτερο χρόνο στην μεσοβυζαντινή περίοδο από τον 1ο αιώνα και μετά ως νέοι μάρτυρες καταγράφονται οι Ορθόδοξοι εκείνοι που υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο στο πλαίσιο της οικονομαχικής αίριδας μέσα στο Βυζάντιο πολύ δε περισσότερο οι χριστιανοί εκείνοι που μαρτυρούν στο πλαίσιο των πολεμικών αντιπαραθέσεων και των πολεμικών σειράξεων του Βυζαντίου με άλλους όμορους λαούς όπως ήταν για παράδειγμα οι Βούλγαροι όταν έχουμε τέτοιες πρόημες πριν από τις συνθήκες εκείνες που διαμορφώθηκαν από τα μέσα του 1ου αιώνα και μετά κυρίως μέσα από την εκκλησευτική πολιτική που άσκησε ο Πατριάρχης Φώτιος με το ιεραποστολικό έργο προς τους Σλάβους που ανέπτυξαν οι θεσσαλονικοί αδελφοί Κύριλος και Μεθώδιος. Σε πιο πρόημο λοιπόν χρόνο στις αρχές του 1ου αιώνα όταν έχουμε τις περίφημες βυζαντινοβουλγαρικές συγκρούσεις επί Νικηφόρου του 1ου έχουμε τότε την καταγραφή βυζαντινών στρατιωτών ή άλλων προσώπων που καταγράφονται στον κύκλο αυτόν τον λεγόμενο κύκλο των νεομαρτύρων του Βυζαντίου της βυζαντινής εποχής. Οι μάρτυρες λοιπόν του 811 είναι μια τέτοια περίπτωση που θα μπορούσαμε υπό την ευρύτερη έννοια και υπό την ευρύτερη πρόσληψη του όρου να την κατατάξουμε στον κύκλο των νεομαρτύρων του Βυζαντίου. Και βέβαια στην βυζαντινή εποχή στους μεταγενέστερους αιώνες, ιδίως από τον 13ο αιώνα και μετά, όταν πλέον τα διάφορα τουρκικά φύλλα καταλαβάνουν σταδιακά, όχι μόνο μετά την κατάληψη από τους Άραβες, όπως προαναφέραμε, της Παλαιστίνης, της Συρίας, της Αιγύπτου, όταν εμφανίζονται τα τουρκικά φύλλα και από την μάχη του Ματζικέρτ και μετά από τον 11ο και 12ο αιώνα καταγράφεται μία συρρήκνωση της βυζαντινής κυριαρχίας στο μικρασιατικό χώρο και στην ουσία έχουμε μία απώλεια του μικρασιατικού χώρου από αρκετά νωρίς. Καταγράφονται επίσης παρόμοιες περιπτώσεις χριστιανών που ανήκουν στους χριστιανικούς πληθυσμούς που εξακολουθούν να ζουν ως υπόδουλοι στους νέους αυτούς επικυρίαρχους των παλαιών αυτών βυζαντινών εδαφών, οι οποίοι κάτω από διάφορες συνθήκες καλούνται να ομολογήσουν την χριστιανική τους πίστη όταν εξωθούνται και πιέζονται για να εξωμώσουν και τελικά οδηγούνται στο μαρτύριο. Επίσης η πιο πρόημη περίπτωση αυτής της κατηγορίας νεομαρτύρων που εμφανίζουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τους μετέπειτα νεομάρτυρες θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε ως προδρόμους, ως προδρομικές μορφές των νεομαρτύρων της Τουρκοκρατίας και ως προς το ιστορικό πλαίσιο αλλά και τις ιστορικές συνθήκες αλλά και ως προς την σύνταξη, την συγγραφή των σχετικών κειμένων, των σχετικών δηλαδή μαρτυρίων που είναι κατουσίαν νεομαρτυρολογικά κείμενα, πρόημα νεομαρτυρολογικά κείμενα. Η πιο πρόημη τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του μάρτυρα Νικίτα του εν Σμύρνη που μαρτυρεί στη Σμύρνη, του μεγαλομάρτυρα Νικίτα όπως καταγράφεται σε κάποιες πηγές, μάρτυριο του οποίου συγγράφεται στη διάρκεια του 13ου αιώνα. Και βέβαια στο 14ο και στο 15ο αιώνα και άλλοι χριστιανοί που μαρτυρούν επίσης βιογραφούνται μέσα από ανώνυμα ή επώνυμα μαρτύρια όπως είναι για παράδειγμα το μαρτύριο του Μιχαήλ, του μάρτυρα Μιχαήλ του Νέου που μαρτυρεί στην Αλεξάνδρια και συγγράφεται το κείμενο αυτό από τον γνωστό βυζαντινό λόγιο τον Θεόδωρο τον Μετοχύτη ή το μαρτύριο του Γεωργίου του Νέου που μαρτυρεί στην Αδριανούπολη στις αρχές του 15ου αιώνα. Σε μια περίοδο δηλαδή κατά την οποία έχουμε απώλεια των βυζαντινών κτίσεων όχι μόνο στο μικρασιατικό χώρο αλλά και στον ευρωπαϊκό χώρο και μάλιστα στο χώρο της Θράκης όπου όπως γνωρίζουμε από τις βυζαντινές πηγές οι Τούρκοι καταλαμβάνουν διάφορες περιοχές και ασφαλώς την Αδριανούπολη που λειτουργεί ως κέντρο των εκστρατιών τους και της παρουσίας τους στον ευρωπαϊκό χώρο ήδη από τον 14ο αιώνα. Έτσι λοιπόν στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να πούμε καταρχήν ότι ο όρος νεομάρτης δηλώνει όλους εκείνους τους νέους μάρτυρες που επαναλαμβάνουν το πρωταρχικό αυτό γνώρισμα της πνευματικής ιστορίας του χριστιανισμού που είναι η ομολογία και η μαρτυρία της πίστεως στο πρόσωπο του Χριστού, της πίστεως στην χριστιανική διδασκαλία και της ομολογίας ότι οι Χριστιανοί αποτελούσαν μέλη της βυζαντινής εκκλησίας. Σε αυτή τη βάση τοποθετείται καταρχήν το ζήτημα των νεομαρτύρων, της χρήσεως του όρου νεομάρτης που γενικεύεται βέβαια από τον 15ο αιώνα και μετά όταν πλέον καταλαμβάνονται σταδιακά όλα τα βυζαντινά εδάφη και τελικά βέβαια καταλαμβάνεται και η ίδια η πρωτέγουσα του βυζαντινού κράτους στα μέσα του 15ου αιώνα. Γνωρίζουμε ότι η Τουρκοκρατία άλλωστε σε διάφορες περιοχές και εδώ στην Θεσσαλονίκη αλλά και στη Θράκη που αναφέραμε την Αδριανούπολη και πολύ νωρίτερα και στη Μικρασία είχε ξεκινήσει αρκετές δεκαετίες πριν από το χρονικό αυτό όριο που θέτουμε ως τεχνικό όριο για να ορίσουμε την έναρξη της περιόδου της οθωμανικής κυριαρχίας δηλαδή το έτος 1453 που είναι το έτος της αλώσεως της Κωνσταντινούπολης. Στη Θεσσαλονίκη γνωρίζουμε ότι ήδη η ορθωμανική κυριαρχία η Τουρκοκρατία είχε ξεκινήσει από το 1430 και το ίδιο βέβαια διαπιστώνουμε και νωρίτερα στην Θράκη ή στο Άγιον Όρος το οποίο καταλαβάνεται από τους Τούρκους το 1422 με 1423. Έτσι λοιπόν αρκετοί από αυτούς που χαρακτηρίζουμε ως πρόημους νεομάρτυρες, ως νεομάρτυρες του Βυζαντίου στην ουσία είναι οι χριστιανοί εκείνοι μάρτυρες οι οποίοι αποτελούν θα μπορούσαμε να πούμε τον συνδετικό κρίκο ή τον μεταβατικό της περίπτωσης εκείνης κατά τις οποίες έχουμε τη μετάβαση από το Βυζάντιο στην Τουρκοκρατία από τη βυζαντινή εποχή στην Τουρκοκρατία. Οι νεομάρτυρες εμφανίζονται λοιπόν ως ένα διαχρονικό φαινόμενο που θα μπορούσαμε να πούμε ότι εξελίσσεται σε περισσότερα από χίλια χρόνια αφού οι πιο όψιμοι νεομάρτυρες όπως θα δούμε και στα επόμενα μαθήματα καταγράφονται σε πηγές του 19ου ακόμη και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Και βέβαια θα άξιζε ίσως να επισημάνουμε ότι ακόμη και ο 20ος αιώνας σε όλη την χρονική του διάρκεια είναι μία περίοδος που κατεξοχήν διακρίνεται για το χριστιανικό μαρτύριο. Όχι στη μορφή που εμφανίζεται στις πρόημες αυτές πηγές της Βυζαντινής εποχής ή της Τρουκοκρατίας αλλά σε ένα παρεμφερές πλαίσιο αφού πάρα πολύ χριστιανοί είναι αυτοί που καταγράφεται και σε νεότερες πηγές των τελευταίων δεκαετιών το μαρτύριο τους και βέβαια είναι σε όλους μας γνωστή και αισθητοποιημένη με τον πιο επώδυνο τρόπο η απεικόνιση του μαρτυρίου, του φρικτού τρόπου με τον οποίον μαρτύρισαν πολλοί χριστιανοί και εξακολουθούν να μαρτυρούν σε περιοχές όπου αναπτύχθηκε ο ισλαμικός φονταμενταλισμός και οι πιο ακρές εκδοχές του ισλαμ και σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμη και νεότεροι χριστιανοί μαρτυρες συνεχίζουν αυτόν τον ευρύτερο κύκλο των νεομαρτύρων αξίζει να αναφέρουμε και να υπενθυμίσουμε και ως ένα μνημόσυνο, ως μια αναφορά στη μνήμη ενός σπουδαίου ανθρώπου που σχετίζεται, συνδέεται και με την θεολογική μας σχολή, τη θεολογική σχολή της Αισαλονίκης την πρόσφατη περίπτωση της απαγωγής και της πολύ πιθανής εκτέλεσης του Μητροπολίτη Χαλεπίου Παύλου ενός σπουδαίου εκκλησιαστικού άνδρα του Πατριαρχείου Αντιοχίας είχε σπουδάσει στη θεολογική μας σχολή πριν από μερικές δεκαετίες και πραγματοποίησε και τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές τους σπουδές στην σχολή μας και ήταν ένα πρόσωπο που υπήρξε ιδιαίτερα προσφυλές και αγαπητό σε πολλούς καθηγητές και συναδέλφους στην θεολογική σχολή της Αισαλονίκης Η βασική αιτία για την εμφάνιση του φαινομένου των νεομαρτύρων σχετίζεται ασφαλώς όπως είπαμε με την ερμηνεία της ισλαμικής διδασκαλίας από αρκετούς μουσουλμάνους οι οποίοι ερμήνευαν την διδασκαλία του κορανίου για το τζιχάδ για τον αγώνα του ισλαμ ως μία προτροπή για να οθήσουν όλους τους απίστους τους μη πιστούς και τους μη αφιερωμένους στο ισλαμ να τους εξοθήσουν στην ισλαμική θρησκεία Αυτό το φαινόμενο καταγράφεται ήδη όπως είπαμε από τις πρόημες βυζαντινές πηγές και όχι μόνο από τις βυζαντινές πηγές θα πρέπει να πούμε ότι καταγράφεται και σε άλλες πηγές είτε λατινικές πηγές είτε και ανατολικές πηγές δηλαδή σε κείμενα κοπτικά σε κείμενα σyριακά σε αρκετά σyριακά κείμενα δεδομένου ότι έχουμε αρκετούς νεομάρτυρες που εμφανίζονται ήδη από την πολύ πρόημη περίοδο από τον 8ο δηλαδή αιώνα και μαρτυρούν κατά τις δυναστίες των διαφόρων χαλιφάτων του ισλαμ που αναπτύσσονται στην περιοχή αυτή την δυναστία των ομαγιαδών ή αργότερα τις μεταγενέστερες ισλαμικές δυναστίες στο πλαίσιο της θρησκευτικής πολιτικής των οποίων μαρτύρησαν αρκετοί χριστιανοί και τα σχετικά οι σχετικές πληροφορίες προέρχονται όχι από ελληνόφωνες πηγές αλλά από αραβικά κείμενα ή σyριακά κείμενα τα οποία μας έχουν σωθεί ως σήμερα έτσι λοιπόν το πρωταρχικό στοιχείο θα μπορούσαμε να το εντοπίσουμε για την εφάνιση του φαινομένου των νεομαρτύρων να το εντοπίσουμε στον ισλαμικό φανατισμό, στον ζήλο των μουσουλμάνων να διαδώσουν την ισλαμική θρησκεία σε όλα εκείνα τα εδάφη και σε όλους εκείνους τους πληθυσμούς οι οποίοι ανήκαν στον χώρο, στη χώρα των απίστων γνωρίζουμε ότι στο κοράνιο, το κοράνιο διακρίνει γεωγραφικά την γη σε δύο περιοχές στον dar al-islam, στον χώρο του ισλαμ και στον dar al-harb, στον χώρο δηλαδή των απίστων με διαρκή προτροπή οι πιστοί του ισλαμ να κυριαρχήσουν στον dar al-harb δηλαδή να μετατραπεί ο χώρος των απίστων σε χώρο του ισλαμ. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο αναπτύχθηκε το τζιχάτ ακριβώς ως ένας πνευματικός αγώνας υποστηρίζεται από κάποιους μουσουλμάνους, ως ένας αγώνας όμως με προεκτάσεις σαφής σε μια πολεμική διάθεση και επιθετική διάθεση απέναντι σε όλους εκείνους τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς ή τα μη μουσουλμανικά κράτη. Και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο εμφανίζεται όπως είπαμε τόσο πρώιμα το φαινόμενο αυτό των νεομαρτύρων μέσα σε ένα πλαίσιο επικρατήσεως του ισλαμ σε όλες τις περιοχές εκείνες που καταλαμβάνονταν από τους μη μουσουλμανικούς λαούς. Ένα λοιπόν φαινόμενο που πολύ συχνά παρατηρείται και για το οποίο έχουμε αρκετές πληροφορίες ιδιαίτερα στο πλαίσιο της δημιουργίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι το φαινόμενο του εξισλαμισμού των διαφόρων πληθυσμών. Όχι μόνον ασφαλώς των χριστιανικών πληθυσμών ούτε μόνον των ορθόδοξων χριστιανικών πληθυσμών αλλά γενικότερα των αλλοθρησκών προς το Ισλάμ πληθυσμών. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο καταγράφονται βίαιοι εξισλαμισμοί σε περιορισμένη κλίμακα διαχρονικά σε όλη την Οθωμανική περίοδο. Αυτοί οι βίαιοι εξισλαμισμοί ασφαλώς οδήγησαν στην βίαιη εξομωσία πάρα πολλών χριστιανών και βέβαια όχι μόνον όπως είπαμε ορθοδόξων αλλά και καθολικών και αρμενίων και κοπτών στην Αίγυπτο και σε άλλες περιοχές και βέβαια στην εξομωσία και πολλών εβραίων. Έχουμε αρκετές αναφορές ότι στη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας πολλοί εβραίοι αναγκάζονταν να ασπαστούν το Ισλάμ για να επιβιώσουν μέσα στο νέο θρησκευτικό πλαίσιο το οποίο είχε δημιουργηθεί μέσα στην ανάπτυξη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, του Οθωμανικού κράτους. Και όπως είπαμε οι περιπτώσεις αυτών των βίαιων εξισλαμισμών δεν ήταν σπάνιες. Μάλιστα έχουμε αρκετές πληροφορίες όπως είπαμε για τέτοιες προσπάθειες βίαιου εξισλαμισμού από το Οθωμανικό κράτος είτε σε ένα γενικό επίπεδο σε όλο το Οθωμανικό κράτος είτε σε τοπικό επίπεδο σε διάφορες επαρχίες του Οθωμανικού κράτους όπου μάλιστα το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται οξύτερο μετά την εκδήλωση διαφόρων επαναστατικών κινημάτων. Συνήθως όταν είχαμε επαναστατικά κινήματα σε τοπικού κυρίως χαρακτήρα η καταστολή αυτών των επαναστατικών κινημάτων συνοδευόταν από την προσπάθεια και από την απόπειρα βίαιου εξισλαμισμού όσο το δυνατόν μεγαλύτερον πληθυσμών χριστιανικών αυτών των περιοχών. Έτσι λοιπόν καταγράφονται βίαιοι εξισλαμισμοί και στην Μικρά Ασία στον Πόντο όπου το φαινόμενο αυτό εξελίσσεται ήδη όπως είπαμε από την βυζαντινή εποχή και σε όλους τους μεταγενέστερους χρόνους και αργότερα στην Θράκη, στη Μακεδονία, στον Θεσσαλικό και στον Στερεολαδικό χώρο και στην Πελοπόννησο με εκδήλωση αυτού του φαινομένου των βίαιων εξισλαμισμών σε όλη τη διάρκεια και των τελευταίων αιώνων πριν από την εκδήλωση της ελληνικής επανάστασης δηλαδή και στον 17ο αλλά κυρίως και στον 18ο αιώνα έχουμε κατεπανάληψη την εκδήλωση τέτοιων εκτεταμένων εξισλαμισμών στην Πελοπόννησο ή στον Στερεολαδικό χώρο. Με το φαινόμενο δε αυτών των βίαιων εξισλαμισμών συνδέεται ένα άλλο επίσης πάρα πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο που είναι αυτό του κρυπτοχριστιανισμού, των κρυπτοχριστιανών που καταγράφονται σε αρκετές πηγές, σε αρκετά κείμενα που μας έχουν σωθεί από τις πιο πρόημες περιόδους ως και τη νεότερη ιστορική περίοδο και μας παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για μια συμπαθή και τραγική κατηγορία ανθρώπων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να βία να εξισλαμισθούν αλλά εν συνεχεία προσπαθούσαν να διατηρήσουν τη χριστιανική τους πίστη με έναν και κρυμμένο τρόπο, γι' αυτό και ονομάζονται κρυπτοχριστιανοί και καταγράφονται τέτοια περιστατικά ήδη από την βυζαντινή εποχή όταν διάφοροι χριστιανοί προσπαθούσαν να διατηρήσουν ταυτόχρονα και τη χριστιανική τους ιδιότητα. Το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού είναι ένα φαινόμενο με πολύ ενδιαφέρουσες πτυχές που μελετάται από τους ιστορικούς, δεν αφορά μόνο τους θεολόγους, αλλά μελετάται και από τους ιστορικούς του ελληνισμού και γνωρίζουμε ότι είναι ένα φαινόμενο το οποίο εξελίσσεται ακόμη και στις ημέρες μας σε διάφορες περιοχές. Εκείνο το οποίο έχει μεγάλη σημασία, δεν θα επεκταθούμε στην παρουσίαση άλλων θεμάτων που σχετίζονται με το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού, εκείνο όμως που έχει μεγάλη σημασία είναι ότι το φαινόμενο αυτό σε κάποιο βαθμό επηρέασε και την εμφάνιση των νεομαρτύρων. Σε αρκετά δηλαδή νεομαρτυρολογικά κείμενα προκύπτει ότι οι νεομάρτυρες, οι χριστιανοί αυτοί οι οποίοι οδηγήθηκαν τελικά στην απόφαση να μαρτυρήσουν, προέρχονταν από οικογένειες ή από κοινότητες κρυπτοχριστιανών. Από πρόσωπα δηλαδή τα οποία είχαν εξισλαμιστεί και τηρούσαν τα της χριστιανικής παραδόσεως και τα της χριστιανικής πίστεως κρυφά στην ζωή τους και στην παράδοσή τους. Από την εποχή της αλώσεως, από την εποχή της καταλήσεως του βυζαντινού κράτους και εντεύθεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι το φαινόμενο των νεομαρτύρων προσέλαβε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις. Γνωρίζουμε ότι στην εποχή αυτή, από την άλλο της Κωνσταντινουπόλης και μετά, έχουμε προϊόντος του χρόνου και με την πάροδο των αιώνων, μια εξέλιξη αυτού του φαινομένου που σχετίζεται ασφαλώς και με τις διάφορες, όπως είπαμε, ιστορικές συγκυρίες. Στην πολύ πρόημη περίοδο, αμέσως μετά την άλλο της Κωνσταντινουπόλης, έχουμε αναφορές και μάλιστα κάποιες είναι πάρα πολύ σημαντικές για την ανάπτυξη αυτού του φαινομένου στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες περιοχές της βυζαντινής αυτοκρατορίας και μάλιστα με τον πιο επίσημο τρόπο θα μπορούσαμε να πούμε ότι καταγράφεται η πρώτη σχετική αναφορά γενικότερα για τους νεομάρτυρες της βυζαντινής εκκλησίας, της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σε ένα κείμενο του πρώτου μετά την άλλοση Πατριάρχη του Κωνσταντινουπόλη, του Πατριάρχη Γενναδίου του Σχολαρίου. Ο Γενναδίος Σχολάριος γνωρίζουμε ότι υπήρξε ένας από τους σημαντικούς εκκλησιαστικούς άνδρες και εκκλησιαστικούς λογίους της εποχής αυτής του μετεχμείου του περάσματος από την βυζαντινή στην μεταβυζαντινή περίοδο ή στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μας είναι γνωστός για ένα πλούσιο έργο, θεολογικό έργο το οποίο παρίγαγε, που έχει όμως και αρκετά μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον το έργο αυτό. Και μάλιστα στο πλαίσιο αυτό γνωρίζουμε ότι ο Γενναδίος Σχολάριος εξεφώνησε διάφορα κείμενα που σχετίζονται με την αντιμετώπιση του Ισλάμ. Καταγράφονται κείμενα τα οποία από την νεότερη έρευνα θεωρούνται γνήσια έργα του ή αποδιδόμενα ψευδεπίγραφα έργα στον Γεννάδιο Σχολάριο για διαλόγους που μνημονεύονται, θεολογικούς διαλόγους που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του Πατριάρχη Γενναδίου Σχολαρίου και του Μωάμεθ του Δευτέρου του Πορθητή. Εκείνο όμως το οποίο έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι ότι σε μία επιμαντορική επιστολή του, σε μία εγκύκλειο του θα μπορούσαμε να πούμε επιμαντορική, η οποία χρονολογείται δύο μόλις χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινού Πόλεως το 1455, ο Γεννάδιος Σχολάριος κάνει μία σαφή νήξη, παρέχει μία σαφή αναφορά στους νεομάρτυρες. Και σημειώνει ότι απευθυνόμενος στους χριστιανούς που γνωρίζουμε ότι πλέον μετά την άλωση της Κωνσταντινού Πόλεως όλοι οι χριστιανοί χωρίς να υπάρχει διάκριση ομοφίλων ή αλλοφίλων, όλοι ανεξαιρέτως οι χριστιανοί οι οποίοι βρίσκονταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν ως πνευματικό σημείο αναφορά στους πνευματικό κέντρο το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ψηνόμενος λοιπόν προς τους χριστιανικούς πληθυσμούς, προς τους χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αυτήν την πειμαντορική επιστολή του, σημειώνει ακριβώς, τονίζει ιδιαίτερα αυτό το στοιχείο της εμφανίσεως των νεομαρτύρων ως μίας μάλιστα ηρωικής στάσεως των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σημειώνει ότι δεν πρέπει κανένας να αμφιβάλλει για εκείνους οι οποίοι και στις ημέρες στην εποχή εκείνη έπασχαν υπέρ της πίστεως βρισκόμενοι ανάμεσα στους βαρβάρους όπως σημειώνει χαρακτηριστικά και τους χαρακτηρίζει, τους ταυτίζει με τους αρχαίους μάρτυρες της εκκλησίας, ότι τα πρόσωπα αυτά δεν διαφέρουν σε τίποτε από τους παλαιούς γεωργίους, τους παλαιούς μερκουρίους, τους μάρτυρες, τους μεγάλους μάρτυρες, τους προκοπίους, οι οποίοι μάλιστα σε κάποιες φορές σημειώνει χαρακτηριστικά ο Γιαννάνδιος Κολάριος θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπήρξαν και σπουδαιότεροι από αυτούς τους αρχαίους μάρτυρες. Έτσι λοιπόν πάρα πολύ πρώιμα η μεγάλη εκκλησία, η μεγάλη του Χριστού εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα μπορούσαμε να πούμε ότι έθεσε την σφραγίδα της πάνω από το φαινόμενο αυτό, το φαινόμενο των νεομαρτύρων. Και μάλιστα διαπιστώνουμε ότι αυτή η σχέση της μεγάλης εκκλησίας με τους νεομάρτυρες, του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τους νεομάρτυρες, συνεχίστηκε και σε όλους τους μεταγενέστερους αιώνες. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη σχέση που διαπιστώνουμε ότι καλλιεργήθηκε, ότι αναπτύχθηκε μεταξύ διαφόρων νεομαρτύρων με κάποιους Πατριαρχείες της Κωνσταντινού Πόλεως. Αξίζει να αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι σε αυτό το μετέχμιο, το πέρασμα από την Βυζαντινή εποχή, στο τέλος της Παλαιολόγιας εποχής και το πέρασμα στην Τουρκοκρατία, έχουμε ήδη από τις πρώτες δεκαετίες τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα. Θα αναφέρουμε στο επόμενό μας μάθημα σε κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις προημών συλλογών με κείμενα που αναφέρονται στους νεομάρτυρες και οι οποίες γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι προέρχονται από εκκλησιαστικούς αξιωματούχους οι οποίοι ανήκαν στο προσωπικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Έτσι δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει μια σύνδεση και μια προώθηση του φαινομένου των νεομαρτύρων και μια έμμεση προτροπή της αντιστάσεως στις μεθοδεύσεις και στις πιέσεις των Μουσουλμάνων από μέρους των υπόδουλων χριστιανών, από τους ίδιους τους ταγούς της Ορθοδόξης Εκκλησίας, από το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εκείνο το οποίο αξίζει όμως να δούμε είναι ότι σε διάφορες περιόδους έχουμε και την καταγραφή πληροφοριών οι οποίες μάλιστα εμπλουτίζονται και από άλλες πηγές. Θα μιλήσουμε γενικότερα για τις νεομαρτυρολογικές πηγές στο επόμενο μας, στο επόμενο μάθημα. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι σε διάφορες πηγές, όχι μόνο δηλαδή στα κείμενα που ad hoc έχουν γραφεί για τους νεομάρτυρες, αλλά και σε άλλα σχετικά με τους νεομάρτυρες κείμενα, διασώζονται πληροφορίες που επιβεβαιώνουν αυτήν τη σχέση και την παρότριση, ιδιαίτερα προς τους εξωμότες, προς τους πρώην εξωμότες χριστιανούς, να ομολογήσουν την παρότριση από μέρους των οικουμενικών πατριαρχών και των αξιωματούχων, των οφικιάλιων του οικουμενικού πατριαρχείου, η παρότριση προς τους χριστιανούς να συνεχίσουν να ομολογούν την ορθόδοξη πίστη τους ή να ομολογήσουν μετά την εξωμωσία τους και πάλι την χριστιανική τους ιδιότητα. Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται ως ένα αυτόκλιτο θα μπορούσαμε να πούμε μαρτύριο, θα μιλήσουμε σε λίγο για τις διάφορες ομάδες των νεομαρτύρων. Αυτό το οποίο θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ είναι ότι στις πρώτες περιπτώσεις που καταγράφονται η σύνδεση αυτή με τους νεομάρτυρες σχετίζεται με την κατηγορία των λεγόμενων αυτόκλιτων νεομαρτύρων. Δηλαδή δεν είναι οι νεομάρτυρες αυτοί εξωμώτες, πρώην εξωμώτες. Πρώην χριστιανοί οι οποίοι έχουν εξωμώσει και στη συνέχεια οδηγούνται και πάλι στην απόφαση να ομολογήσουν την χριστιανική τους πίστη και την χριστιανική τους ιδιότητα. Αλλά είναι πρόσωπα τα οποία διακατέχονται χριστιανοί οι οποίοι διακατέχονται από ιδιαίτερο ζήλο και βλέποντας και αντιδρώντας στις πιέσεις οι οποίες αναπτύσσονται και εξελίσσονται από τους μουσουλμάνους αξιωματούχους τελικά οδηγούνται στην απόφαση να ομολογήσουν και να προκαλέσουν θα μπορούσαμε να πούμε με την ομολογία της πίστεως τους τους μουσουλμάνους για να μαρτυρήσουν και να προβληθούν και ως ένα παράδειγμα ως ένα σαφές υπόδειγμα παραμονής στην χριστιανική πίστη δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκουσίως αυτοσυνείδητα λειτουργούν ως τα πρόσωπα αυτά ως πρότυπα παραμονής και αιμονής στην χριστιανική πίστη. Μια τέτοια λοιπόν χαρακτηριστική περίπτωση είναι η περίπτωση των δύο πρώτων νεομαρτύρων που σχετίζονται με έναν οικουμενικό πατριάρχη και μάλιστα μία πολύ σημαντική εκκλησιαστική μορφή και άγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νίφωνα τον Δεύτερο. Για τον Νίφωνα τον Δεύτερο που γνωρίζουμε ότι ανήλθε κατεπανάληψη στον Οικουμενικό Θρόνο στο τέλος του 15ου αιώνα και συνεχίζει να ζει και στις αρχές του 16ου αιώνα, στην πρώτη δεκαετία του 16ου αιώνα. Καταγράφονται μεταξύ των πρώτων νεομαρτύρων της περίοδου της Τουρκοκρατίας. Μάλιστα και για τα δύο πρόσωπα αυτά ο Μακάριος και ο Ιωάσαφ, καταγράφονται μεταξύ των πρώτων νεομαρτύρων της περίοδου της Τουρκοκρατίας. Μάλιστα και για τα δύο πρόσωπα αυτά ο Μακάριος και ο Ιωάσαφ, οι σχετικές πληροφορίες εμπεριέχονται μέσα στον εκτενή βίο του που γνωρίζουμε ότι προέρχεται από έναν αγιορείτη λόγιο αξιωματούχο πρώτο του Αγίου Όρους τον Γαβριήλ και στην ελληνική εκδοχή αυτού του κειμένου που μας έχει σωθεί δίνονται αρκετές πληροφορίες τόσο για τον Μακάριο όσο και για τον Ιωάσαφ που μαρτύρησε μετά την οσιακή κίνηση του Αγίου Νίφωνα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ο Μακάριος όμως πληροφορούμαστε από το σχετικό κείμενο ότι διακατεχόμενος από τον ζήλο του μαρτυρίου και από την επιθυμία του μαρτυρίου τελικά δέχεται μια πληροφορία από το ίδιο το Άγιο Πνεύμα ότι ήταν επιθυμητή αυτή η βούληση του, ο ζήλος του για να μαρτυρήσει και γι' αυτό ακριβώς τον λόγο με την ευλογία του Γέροντα του του Πατριάρχη Νίφωνα εγκαταλείπει το Άγιον Όρος και τη Μονή Βατοπεδίου όπου τότε μόναζαν, ασκήτευαν ο Νίφωνας με τους μαθητές του για να φτάσει τελικά στην Θεσσαλονίκη όπου και οδηγήθηκε τελικά στο μαρτύριο. Το ίδιο πληροφορούμαστε συνεχώς και για τον Ιωάσα, για τον δεύτερο μαθητή του Νίφωνα. Βλέπουμε λοιπόν ότι θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήδη αυτή η πολύ πρόημη περίπτωση θέτει ένα πλαίσιο πνευματικής καθοδηγήσεως των πιο ένθερμων και των πιο ζηλωτών χριστιανών όπως ήταν οι μοναχοί στο μαρτύριο εφόσον ασφαλώς υφίσταντο οι σχετικές ιστορικές αναγκαιότητες. για να εκδηλωθεί το χριστιανικό μαρτύριο και αυτό πρέπει να το σημειώσουμε και να το επισημάνουμε ιδιαίτερα δεδομένου ότι έχουμε αρκετές αναφορές στα κείμενα της νομαρτυρολογικής γραμματείας όπου υπάρχει όπως και στην αρχαία εκκλησία μία αμφισβήτηση μία δικαιολογημένη αμφισβήτηση του αυτόκλιτου μαρτυρίου επειδή ακριβώς τόσο στην περίπτωση των μαρτύρων της αρχαίας εκκλησίας όσο και στην περίπτωση των νεομαρτύρων καταγράφονται περιπτώσεις ζηλωτών χριστιανών οι οποίοι αυτοβούλως εμφανίζονταν και προσπαθούσαν να διεγείρουν τους διώκτες τους τους μουσουλμάνους για να οδηγηθούν τελικά στο μαρτύριο τελικά όμως μετά την σκληρότητα των βασανιστήριων υπέκυπταν και αρνούνταν την πίστη τους στον Χριστό γι' αυτόν τον λόγο τόσο στην αρχαία εκκλησία όπως γνωρίζουμε συνέβη με την περίπτωση των πεπτοκότων, των λάψι και όλων αυτών που αυτόκλιτα οδηγούνταν στο μαρτύριο όσο και στην περίπτωση των νεομαρτύρων των ζηλωτών χριστιανών της τουχοκρατίας απαγορεύθηκε αυτή η αυτόβουλη ή αυτόκλιτη προσέλευση στο μαρτύριο ωστόσο έχουμε την επιβίωση των αυτοκλήτων νεομαρτύρων σε κάποιες περιπτώσεις ιδίως σε περιπτώσεις που σχετίζονται όπως θα δούμε με μοναχούς ή με πρόσωπα τα οποία προετοιμάζονται μέσα στον χώρο του μοναχισμού για το μαρτύριο Η περίπτωση λοιπόν των δύο αυτών πρώτων νεομαρτύρων, ωσιομαρτύρων όπως ονομάζονται γιατί οι νεομάρτυρες που προέρχονται από τον χώρο του μοναχισμού, υπήρξαν δηλαδή μοναχοί χαρακτηρίζονται με τον προσδιορισμό ωσιομάρτυρες Επαναλαμβάνεται το φαινόμενο αυτό σε σύνδεση δηλαδή με το οικουμενικό πατριαρχείο και στους μεταγενέστερους αιώνες και στον δέκατο όχι μόνο δηλαδή στον δέκατο έκτο αλλά και στον δέκατο έβδομο και στον δέκατο όχδο αιώνα με χαρακτηριστικά παραδείγματα θα μπορούσαμε να μνημονεύσουμε την περίπτωση του δαμασκινού του ωσιομάρτυρα δαμασκινού του Λαβριώτη ο οποίος συνδέεται με έναν πατριάρχη τον Διονύσιο τον τρίτο τον Βαρδαλή που εφυσυχάζει στην Μονή Μεγής της Λαύρας και τελικά μεταβαίνει στην Κωνσταντινούπολη για να μαρτυρήσει ή αργότερα με άλλους νεομάρτυρες οι οποίοι προετοιμάζονται πολλές φορές και με αλήπτες, με πνευματικούς δηλαδή οδηγούς τους ίδιους τους πατριάρχες όπως είναι η περίπτωση του Κωνσταντινού του Ιδρεού του νεομάρτυρα που σχετίστηκε ιδιαίτερα με τον εφυσυχάζοντα τότε στο Άγιον Όρος πατριάρχη Γρηγόριο τον Πέμπτο ή και αρκετές άλλες περιπτώσεις που εμφανίζονται όπως είπαμε στο δέκατο έβδομο και στη διάρκεια του δέκατου έβδομου και του δέκατου όγδου αιώνα. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι για τους νεομάρτυρες εκείνους που μαρτύρησαν, που κατευθύνθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για να ομολογήσουν την πίστη τους και να μαρτυρήσουν την Κωνσταντινούπολη καταγράφονται κάποιες περιπτώσεις. Η περίπτωση του Δαμασκινού που μνημονεύσαμε του Λαβριώτι είναι μια τέτοια περίπτωση ή η περίπτωση του ιερομάρτυρος Κυπριανού επίσης Αγιορίτη που μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη είναι μια δεύτερη τέτοια περίπτωση και αρκετές άλλες περιπτώσεις όπου οι Τούρκοι ακριβώς για να εκφοβίσουν τους χριστιανούς και ιδιαίτερα για να προκαλέσουν τον φόβο και την συστολή στους ορθόδοξους χριστιανούς της Κωνσταντινούπολης. Οδηγούσαν τα πρόσωπα αυτά για να μαρτυρήσουν έξω από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Καταγράφονται δηλαδή περιπτώσεις όπου αυτοί οι νεομάρτυρες μαρτύρησαν έξω από τη θύρα του Πατριαρχείου όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά όταν το Πατριαρχείο είχε εγκατασταθεί στο φανάρι θέλοντας να εκφοβίσουν ευρύτερα τους πολυπληθείς χριστιανούς οι οποίοι διέμεναν στη συνοικία στην περιοχή του φανάριου δηλαδή στην ιστορική αυτή έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου που υφίσταται που αποτελεί έδρα του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου και σήμερα. Αυτό λοιπόν είναι ένα σημαντικό στοιχείο δηλαδή η εκκλησιαστικοποίηση θα μπορούσαμε να πούμε του φαινομένου των νεομαρτύρων που είναι ένα ζήτημα πάρα πολύ ενδιαφέρον και με διάφορες παραμέτρους δεδομένου ότι όπως θα δούμε στους μεταγενέστερους χρόνους αμφισβητήθηκε η αγιότητα μιας κατηγορίας νεομαρτύρων όπως ήταν οι εξαρνησιχρίστων νεομάρτυρες. Ένα λοιπόν βασικό ζήτημα είναι αυτό της επιδοκιμασίας θα μπορούσαμε να πούμε του χριστιανικού μαρτυρίου από τα πιο επίσημα πρόσωπα όπως ήταν οι Οικουμενικοί Πατριάρχες. Και γνωρίζουμε ότι ακόμη και χριστιανοί οι οποίοι δεν είχαν ελληνική καταγωγή όπως είναι για παράδειγμα η χαρακτηριστική περίπτωση του ιερομάρτυρα Κωνσταντίου ή Κωνσταντίνου του Ρώσου ενός ρωσικής καταγωγής κληρικού ο οποίος ήταν εφημέριος της ρωσικής πρεσβείας της Κωνσταντινουπόλης και εξόμοσε αυτοβούλος για να επιστρέψει και πάλι στην χριστιανική πίστη και να οδηγηθεί τελικά στο μαρτύριο διαπιστώνεται από κείμενα όχι μόνο από τα νεομαρτυρολογικά. Δεν καταγράφεται στο μαρτύριό του αλλά σε μία άλλη πηγή που είναι ένα κείμενο περιηγητικού χαρακτήρα ότι πριν το μαρτύριό του ο Κωνσταντιος επικοινώνησε με τον τότε οικουμενικό πατριάρχη και αντάλλαξε μία σχετική αλληλογραφία ως προς το ζήτημα αυτό της επιστροφής του στη χριστιανική πίστη και ασφαλώς της ομολογίας του στην οποία οδηγούνταν οι πρώην αρνησίχριστοι που επέστρεφαν στην χριστιανική πίστη. Έχουμε λοιπόν όπως είπαμε το φαινόμενο των αρχικά των εξισλαμισμών και των ενσυνείδητων εξομωσιών που βασίζεται σε διάφορες αφορμές όπως αυτές προκύπτουν μέσα από τα κείμενα της νεομαρτυρολογικής γραμματείας. Αφορμές λοιπόν για το μαρτύριο θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε ότι είναι καταρχήν η εξίβριση της ίδιας της μουσουρμανικής θρησκείας. Το γεγονός δηλαδή ότι κάποιοι χριστιανοί εξίβριζαν τον Μωάμεθ ως ψευδοπροφήτη, ως πλάνο, ως λαοπλάνο όπως καταγράφεται άλλωστε ως προσωποποίηση του αντιχρίστου στις σχετικές ερμηνείες της Αποκαλύψιος που κυκλοφορούν στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Σας γνωρίζουμε ότι η περίπτωση του Μωάμεθ είναι μία από αυτές που καταγράφονται σε αυτές τις ερμηνείες ως η προσωποποίηση του αντιχρίστου. Η εξίβριση λοιπόν του προφήτη Μωάμεθ και της μουσουρμανικής θρησκείας ήταν μία τέτοια σημαντική αφορμή για να οδηγήσει τους Τούρκους στην σύλληψη των χριστιανών και να καταλήξει τελικά στο μαρτύριο αυτών των χριστιανών που συλλαμβάνονταν. Όπως επίσης και η χρήση σχετικών ενδυμάτων, αν κάποιος χριστιανός φορούσε το οθωμανικό, το τουρκικό σαρίκι, αυτό δηλαδή το καπέλο το οποίο φορούσαν μόνο οι μουσουλμάνοι για να διακρίνονται από τους υπόλοιπους αλλοθρησκούς οθωμανούς, υπικός της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή η σχετική οθωμανική-τουρκική ενδυμασία που φορούσαν οι μουσουλμάνοι, ακόμη και τα υποδείματα τα οποία φορούσαν οι μουσουλμάνοι, ήταν επίσης ένας λόγος για να θεωρηθεί ότι κάποιος χριστιανός ο οποίος φορούσε αυτά τα ενδύματα ότι είχε ασπαστεί το Ισλάμ και έχουμε την καταγραφή τέτοιων περιπτώσεων που χριστιανοί οι οποίοι για διαφόρους λόγους, χάρη ναστεισμού, είτε για να γλιτώσουν την επαχθή φορολογία που επέβαλαν οι οθωμανικές αρχές, χρησιμοποιούσαν αυτά τα ενδύματα, αλλά όταν συλλαμβάνονταν τελικά ομολογούσαν τη χριστιανική τους ιδιότητα και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο οδηγούνταν και στο μαρτύριο. Είναι πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση του νεομάρτυρα Αναστασίου εδώ στη Θεσσαλονίκη που για να εξυπηρετήσει το αφεντικό του που εμπορευόταν οι φάσματα, ακριβώς προσποιήθηκε ότι ήταν και ο ίδιος Μουσουλμάνος φορόντας τη σχετική ενδυμασία. Μια άλλη περίπτωση, μια άλλη αφορμή που οδηγούσε τελικά τους χριστιανούς στο μαρτύριο ήταν η ανάγνωση της ομολογίας πίστεως του Ισλάμ. Αυτό το στοιχείο θεωρούνταν από τους Μουσουλμάνους ότι αυτομάτως επέφερε την αλλαγή της θρησκείας στους αλλοθρησκούς οι οποίοι προέβαιναν στην ομολογία της πίστεως του Ισλάμ. Σε αυτό που θα λέγαμε σήμερα με χριστιανικούς όρους στην εκφώνηση, στην εκφορά του συμβόλου της πίστεως. Για το Ισλάμ γνωρίζουμε ότι είναι μία απλή φράση. Ένας είναι ο Θεός και ο προφήτης του ο Μωάμεδ. Αυτή λοιπόν η ομολογία, η σύντομη ομολογία πίστεως θα επέφερε αυτόματα την προσχώρηση ενός χριστιανού στο Ισλάμ, στην μουσουλμανική θρησκεία. Και αυτό συνέβαινε πολλές φορές πάλι μέσα σε ένα χαλαρό πλαίσιο, σε ένα πλαίσιο φιλικών σχέσεων που πολλές φορές ανέπτυσαν οι χριστιανοί με τους μουσουλμάνους, με τους Τούρκους. Ή ακόμη και έχουμε καταγράφονται περιτώσεις όπου αυτό συνέβαινε όταν ένας χριστιανός προσπαθούσε να μάθει την Οθωμανική γραφή από έναν Οθωμανό πολίτη ή έναν Οθωμανό δάσκαλο, ο οποίος πονηρά σκεπτόμενος του σύστηνε να γράψει με την Οθωμανική γραφή αυτή την ομολογία πίστεως. Έτσι λοιπόν αυτό οδηγούσε τους νέους χριστιανούς αυτόματα στην αναγκαιότητα να ασπαστούν το Ισλάμ. Η περίπτωση του νεαρού μόλις 19 χρονών του 19χρονου Νικόλαου του Καρπενισιώτη, ενός θαραλέου χριστιανού ο οποίος παρέμεινε σταθερός στη χριστιανική του πίστη, είναι μια τέτοια ακριβώς περίπτωση που επιβεβαιώνει τον πονηρό τρόπο με τον οποίο μεθόδευαν οι Μουσουλμάνοι την μεταστροφή των νέων χριστιανών στην Μουσουλμανική θρησκεία. Βέβαια πολλές φορές και οι ίδιοι οι χριστιανοί σε μια κατάσταση θυμού ή οργείς δήλωναν ότι θα ασπαστούν την Ισλαμική θρησκεία. Και εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στις σχετικές πηγές αυτό δεν σημειώνεται με κανέναν άλλο όρο παρά με τον όρο τουρκεύω. Δήλωναν δηλαδή ότι θα τουρκέψουν. Ο όρος τουρκεύω θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στις πρόημες αυτές νεομαρτυρολογικές πηγές δεν έχει εθνικά χαρακτηριστικά. Άλλωστε δεν έχουμε την διάκριση, την παρουσία των εθνικών ταυτότητων σε ένα τόσο πρόημο στάδιο, αλλά ακριβώς είναι ένας όρος θα μπορούσαμε να πούμε θρησκευτικά χρωματισμένος. Το να τουρκέψει κανείς δήλωνε ότι ασπάζεται το Ισλάμ. Και έχουμε αρκετές τέτοιες περιπτώσεις χριστιανών οι οποίοι σε κατάσταση οργής ή θυμού δήλωναν ότι θα τουρκέψουν. Και αυτό από τους παριστάμενους Τούρκους μεταφραζόταν σε μια επιθυμία τους να ασπαστούν το Ισλάμ. Γι' αυτό πολλές φορές ακόμη και αν την επόμενη στιγμή αρνούνταν ότι είχαν δηλώσει κάτι τέτοιο οι χριστιανοί και αρνούνταν να προχωρήσουν στην σχετική διαδικασία που προέβλεπε για τους άνδρες και την περιτωμή που προβλέπει το Ισλάμ. Αυτό το οποίο οι αρνησί χριστιαί έφεραν όπως σημειώνεται στις νεομαρτυρολογικές πηγές ως μια επώδυνη σφραγίδα του αντιχρίστου πάνω τους. Το ότι είχαν δηλαδή υποβληθεί στη μοσουμανική περιτώμη τελικά οδηγούσε η επιθυμία τους αυτή πολλές φορές αποτελούσε την αφορμή, την αφετηρία για να σύλληφθουν και να οδηγηθούν τελικά στο μαρτύριο. Άλλες αφορμές για να εκδηλωθεί το μαρτύριο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν οι διάφορες ερωτικές σχέσεις που καλλιεργούνταν μεταξύ χριστιανών με μουσουλμάνες γυναίκες ή το αντίστροφο μουσουλμάνων με χριστιανές γυναίκες. Οι αποτυχημένες προσπάθειές τους, ιδιαίτερα στην περίπτωση των χριστιανών γυναικών, όπως είναι στην περίπτωση των λίγων νεομαρτύρων γυναικών που μας είναι γνωστές, δηλαδή οι περιπτώσεις που καταγράφονται σχετίζονται με τέτοιες προσπάθειες μουσουλμάνων να δημιουργήσουν σχέσεις και να επιβάλλουν τη μουσουλμανική τους θρησκεία πάνω στις χριστιανές αυτές γυναίκες. Η περίπτωση της Αγίας Κυράνας της Όσας είναι μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ή η περίπτωση της νεομάρτυρος Αργυρής στην Προύσα επίσης μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση. Και βέβαια η προσπάθεια των χριστιανών από ζήλο να μεταστρέψουν κάποιον μουσουλμάνο στην χριστιανική θρησκεία επίσης οδηγούσε στην σύλληψή τους και στο μαρτύριο. Και ασφαλώς η συκοφαντία που πολλές φορές εκτοξευόταν από μουσουλμάνους για κάποιους χριστιανούς ότι τους είχαν κατηδίαν εκμυστηρευτεί ότι τους είχαν δηλώσει ότι επιθυμούσαν να ασπαστούν το Ισλάμ. Όταν λοιπόν οι συκοφάντες αυτοί οι ψευδομάρτηρες προσέρχονταν στον Τούρκο ιεροδίκη, στον δικαστή ή σε κάποιον αξιωματούχο και του δήλωναν για κάποιον χριστιανό ότι είχε εκφράσει αυτή την επιθυμία τότε συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν ενώπιον του δικαστή, του αξιωματούχου για να δηλώσει αν τελικά ασπαζόταν, εξέφραζε και επίσημα την πρόθεσή του να ασπαστεί το Ισλάμ και βέβαια στις περιπτώσεις αυτές των συκοφαντιών η άρνηση των χριστιανών ότι είχαν εκδηλώσει μια τέτοια πρόθεση οδηγούσε τελικά πάρα πολλές φορές στο βασανισμό τους και στο μαρτυρικό τους θάνατο. Και βέβαια μια τελευταία αφορμή που σε κάποιες περιπτώσεις διαπιστώνουμε ότι οδήγησε στο μαρτύριο είναι η προσπάθεια κάποιων χριστιανών να προβούν σε επανευαγγελισμό των υπόδουλων χριστιανικών πληθυσμών, δηλαδή στην ανάπτυξη ενός ιεραποστολικού έργου, ενός έργου επανευαγγελισμού και έχουμε βέβαια τέτοιες περιπτώσεις στην περίοδο της τουκοκρατίας που καταγράφονται όπως είναι πρώιμα η περίπτωση του οσιομάρτυρος Δαμιανού του Νέου ο οποίος εγκαταλείπει τη Μονή Φιλοθέου στο Άγιον Όρος για να προβεί σε ένα τέτοιο έργο εκ χριστιανισμού, επανευαγγελισμού στην περιοχή της Θεσσαλίας και τελικά να συλληφθεί και να μαρτυρήσει όπως καταγράφεται μάλιστα και σε σύγχρονες του μουσουλμανικές πηγές, σε πηγές που προέρχονται από τα Οθωμανικά αρχεία και βέβαια η πιο γνωστή μας περίπτωση η περίπτωση του Αγίου Κοσμά του Ετολού ο οποίος επίσης γνωρίζουμε ότι πραγματοποιεί σε ένα μοναδικό ιεραποστολικό έργο και τελικά βέβαια οδηγήθηκε στο συνελήφθη και οδηγήθηκε υπέστη τον διαπαχωνισμού θάνατο. Αυτές όλες λοιπόν οι αφορμές οδηγούσαν τελικά στο μαρτύριο και οδηγούσαν αρκετούς χριστιανούς στο μαρτύριο και βέβαια οδηγούσαν στην καταγραφή αυτού του μαρτυρίου και στην ανάπτυξη του φαινομένου των νεομαρτύρων. Τελικά η εκκλησία χωρίς να προβαίνει στην επίσημη διακήρυξη αυτών των νέων μαρτύρων της ενσωμάτωσε την λειτουργική μνήμη αυτών των προσώπων στο εορτολόγιό της και όπως θα δούμε και στο επόμενο μάθημα αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερη γραμματεία που σχετίζεται με την λειτουργική μνήμη και τη διαιώνιση της μνήμης αυτών των προσώπων των χριστιανών νεομαρτύρων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γενικότερα για την εκκλησία παρά το γεγονός ότι η περίοδος ιδιαίτερα της τουρκοκρατίας ή γενικότερα η περίοδος της κατοχής των εδαφών όπου ζούσαν οι χριστιανοί των ιστορικών εδαφών του Διζαντίου από τους μουσουλμάνους κατακτητές αποτέλεσε μια επώδυνη περίοδο για την εκκλησία, μια περίοδο διωγμού έστω και περιστασιακού διωγμού, ωστόσο πνευματικά για την εκκλησία θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπήρξε μια από τις πιο λαμπρές περίοδους αναδείξεως αυτού του μαρτυρικού φρονήματος που είναι ένα φρόνιμα έμφυτο για τους χριστιανούς και ως τέτοιο καλλιεργούνταν ήδη όπως γνωρίζουμε και στους χριστιανούς της αρχαίας εκκλησίας και γι' αυτό ακριβώς τον λόγο ενσωματώνονταν οι μνήμες των μαρτύρων της αρχαίας εκκλησίας μέσα στις λατρευτικές συνάξεις των χριστιανών στην αρχαία εκκλησία όχι μόνο ενσωματώνονταν και για τον προηθλικό των μνήμην όπως καταγράφεται δηλαδή για να μνημονεύεται και να παραμείνει το μνημόσυνο η μνήμη αυτών που είχαν αθλήσει των αρχαίων χριστιανών μαρτύρων αλλά και εις την των μελών των προετοιμασίας δηλαδή στο να προετοιμαστούν και άλλοι χριστιανοί να εμφορούνται από το ίδιο μαρτυρικό φρόνιμα και να είναι προετοιμασμένοι εάν οι περιστάσεις τους καλούσαν στην ομολογία της χριστιανικής τους πίστεως να είναι προετοιμασμένοι για να ομολογήσουν και να μαρτυρήσουν να οδηγηθούν στη μαρτυρία του ονόματος του Ιησού Χριστού. Γι' αυτό και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εμφανίζει στο προήμιο του νέου μαρτυρολογίου, θα μιλήσουμε εκτενέστερα για το νέο μαρτυρολόγιο σε ένα από τα επόμενά μας μαθήματα, εμφανίζει τους νεομάρτυρες ως την πιο λαμπρή σελίδα δόξας της εκκλησίας και σημειώνει ότι ο Θεός ευδόκησε να εμφανιστούν οι νεομάρτυρες για συγκεκριμένους λόγους, για να είναι ο ανακενισμός η παρουσία τους να αποτελέσει ανακενισμό της ορθόδοξης πίστης, για να παραμείνουν αναπολόγητοι κατά την ημέρα της κρίσεως όλοι εκείνοι οι αλλοθρησκοί οι οποίοι τους πολέμησαν και τους οδήγησαν στο μαρτύριο, για να είναι δόξα και καύχημα οι νεομάρτυρες της ορθόδοξης εκκλησίας και κατεσχύνει εκείνων των ετεροδόξων αναφερόμενους βέβαια στους μισιοναρίους τους παππικούς μισιοναρίους οι οποίοι κατηγορούσαν την ορθόδοξη εκκλησία ότι δεν είχε να επιδείξει νέους αγίους στην εποχή μετά το σχίσμα και βέβαια για να είναι οι νεομάρτυρες ένα παράδειγμα υπομονής για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς όλους τους υπόδουλους χριστιανούς που τυρανούνταν όπως σημειώνει χαρακτηριστικά υποκάτω εις τον βαρύν ζηγόν της αιχμαλωσίας και τέλος να είναι θάρρος και παρακίνηση οι νεομάρτυρες όπως είπαμε στο να μιμηθούν το μαρτυρικό έργο τους και οι μεταγενέστεροι χριστιανοί όλοι εκείνοι που εξαναγκάζονταν να εξομώσουν ούτως ώστε να διακατεχόμενοι από το σταθερό αυτό φρόνημα να αγνηθούν την εξομωσία και να παραμείνουν στεροί και ακλόνητοι στην ορθόδοξη πίστη. Έτσι λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι γενικότερα οι νεομάρτυρες εμφανίζονται, παρά το γεγονός ότι εμφανίζονται σε μια περίοδο διωγμού της εκκλησίας, εμφανίζονται ως ένα από τα πιο λαμπρά κεφάλαια της ιστορίας της εκκλησίας όπως άλλωστε ένα τέτοιο λαμπρό κεφάλαιο αποτελούν και οι μάρτυρες της αρχαίας εκκλησίας. Κλείνοντας το πρώτο αυτό μάθημα για τους νεομάρτυρες θα ήθελα μόνο να επισημάνω μια αναγκαία διευκρίνηση που πρέπει να κάνουμε σε σχέση με ένα ζήτημα που και στην εποχή μας επανέρχεται ως προς την διάκριση των νεομαρτύρων από τους εθνομάρτυρες. Είναι γεγονός μεγάλη συζήτηση ως προς το ποιοι είναι μάρτυρες της εκκλησίας δηλαδή ποιοι υπήρξαν νεομάρτυρες δηλαδή πρόσωπα στα οποία αποδίδει και οφείλει να αποδίδει τιμή η εκκλησία και ποια από αυτούς οι οποίοι γνώρισαν βίαιο θάνατο ιδιαίτερα κατά την περίοδο της τουργοκρατίας είναι εθνομάρτυρες. Χωρίς καμία αμφιβολία εθνομάρτυρες είναι όλα εκείνα τα πρόσωπα τα οποία υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο στο πλαίσιο κάποιων εξεγέρσεων, κάποιων πολιτικών εξεγέρσεων, κάποιων επαναστάσεων. Έχουμε γνωρίζουμε τέτοιες περιπτώσεις αρκετές, όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και σε άλλες περιοχές τοπικών εξεγέρσεων που καταπνίγηκαν στο αίμα, εξεγέρσεων οι οποίες ασφαλώς αποσκοπούσαν στην αποτείναξη του οθωμανικού ζυγού. Στον ελλαδικό χώρο γνωρίζουμε από τις πιο πρόημες περιπτώσεις την εξέγερση, την επανάσταση που καταπνίγηκε στο αίμα που οργανώθηκε όμως από έναν εκκλησιαστικό ηγέτη της Θεσσαλίας, τον Διονύσιο τον Μητροπολίτη Λαρίσι, τον Διονύσιο τον Φιλόσοφο τον οποίον οι Τούρκοι απεκάλεσαν σκυλόσοφο, που στο πλαίσιο αυτής της εξεγέρσεως μαρτύρησαν χωρίς όμως να συμμετέχουν σε αυτό το επαναστατικό κίνημα και κάποια άλλη εκκλησιαστική αξιωματούχη της Θεσσαλίας, όπως είναι ο ιερομάρτυρας Σεραφείμ ο επίσκοπος Φαναρίου και βέβαια σε πολύ μεταγενέστερο χρόνο, στη διάρκεια της επαναστάσεως του 1821 ένας σημαντικός αριθμός προσώπων που μαρτύρησαν. Τί θέτετε λοιπόν το ζήτημα εάν τα πρόσωπα αυτά που μαρτύρησαν στη διάρκεια της επαναστάσεως του 1821 είναι εθνομάρτυρες ή νεομάρτυρες της εκκλησίας. Εδώ θα πρέπει να διακρίνει κανείς ακριβώς τα περιστατικά και να διαγνώσει κάτω από ποιες συγκεκριμένες συνθήκες μαρτύρησαν τα πρόσωπα αυτά. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμη και πρόσωπα που σήμερα στη γενική συνείδηση του κόσμου θεωρούνται εθνομάρτυρες, όπως είναι για παράδειγμα ο Αθανάσιος Διάκος, κατ' ουσίαν με βάση της σωζόμενες πληροφορίες παρά το γεγονός ότι γνωρίζουμε ότι ο Αθανάσιος Διάκος συμμετείχε στο επαναστατικό αυτό κίνημα που εκδηλώθηκε κατά των Τούρκων, στην ουσία το μαρτύριό του είναι ένα μαρτύριο πίστεως. Είναι ένα μαρτύριο το οποίο σχετίζεται με την πίεση που ασκείται πάνω στο πρόσωπο αυτό να εξομώσει, να αρνηθεί δηλαδή την χριστιανική του ιδιότητα. Είναι όλη αυτή ακόμη και η λαϊκή αντίληψη που πέρασε και σε δημοτικά τραγούδια και στις άλλες δημόδιες διηγήσεις ως προς τον Αθανάσιο Διάκο, δέχεσαι διά και μου την πίστη σου να αλλάξει κτλ είναι λοιπόν το τελικό πλαίσιο που οδηγεί τους Τούρκους στην απόφαση του φοβερού αυτού θανάτου διανασκολοπισμού που αποφασίζεται για τον Αθανάσιο Διάκο είναι ακριβώς ένα μαρτύριο που τίθεται μέσα σε ένα χριστιανικό πλαίσιο. Ένα μαρτύριο το οποίο έπεται της πιέσεως την οποία ασκείται στον Αθανάσιο Διάκο για να εξομώσει. Στην περίπτωση που τουρκεύε η άρνηση δηλαδή να τουρκέψει ακριβώς είναι η ενσυνείδητη επιμονή αυτού του προσώπου στο να παραμείνει χριστιανός. Και γι' αυτό ακριβώς στο λόγο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο μαρτυρικός του θάνατος δεν είναι μόνο ένας θάνατος ο οποίος σχετίζεται με την συμμετοχή του σε μία επανάσταση, αλλά είναι και ένας θάνατος ο οποίος σχετίζεται, έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός χριστιανικού μαρτυρίου. Γι' αυτό ακριβώς στο λόγο θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στην διάκριση που κάνουμε μεταξύ των νεομαρτύρων και των εθνομαρτύρων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις όπου ακριβώς υποδηλώνεται αυτό το στοιχείο της προσπάθειας που καταβάλλεται για κάποιον χριστιανό να τουρκέψει, ακριβώς σχετίζεται με μία προσπάθεια μεταστροφής της θρησκευτικής ταυτότητας αυτού του προσώπου. Και γι' αυτό ακριβώς στο λόγο θα μπορούσαμε να πούμε ότι η επιμονή και η σταθερή αιμονή των προσώπων αυτόν να μην τουρκέψουν, δεν είναι μία άρνηση εθνικής ταυτότητας αλλά είναι μία άρνηση αλλαγής της θρησκευτικής τους ταυτότητας. Και γι' αυτό ακριβώς στο λόγο πολλοί από αυτούς τους μαρτύρες, τους εθνομάρτυρες είναι κατουσίαν και νεομάρτυρες. Στο σημείο αυτό ολοκληρώνουμε το πρώτο αυτό εισαγωγικό μάθημα για τους νεομάρτυρες και στο επόμενό μας μάθημα θα μας δοθεί η ευκαιρία να αναφερθούμε και στις ιδιαίτερες κατηγορίες των νεομαρτύρων, να παρουσιάσουμε τις ιδιαίτερες κατηγορίες των νεομαρτύρων αλλά και στην γραμματεία που σχετίζεται με τους νεομάρτυρες, στην πολύτιμη αυτή γραμματεία από την οποία αντλούμε πλήθος πληροφοριών που δεν σχετίζονται μόνο με τα πρόσωπα αυτά όπως θα δούμε αλλά σχετίζεται και με το ιστορικό πλαίσιο αυτής της εποχής και με την πνευματική θα μπορούσαμε να πούμε ιστορία του νεότερου ελληνισμού. |