Διάλεξη 7 / Διάλεξη 7 / 7η Διάλεξη

7η Διάλεξη: Για σήμερα θα προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε και τις δύο κατηγορίες. Οι δύο κατηγορίες που θα συζητήσουμε είναι η κόφωση και η τύφλωση. Μαζί με την βαρυκοεία στην περίπτωση της κόφωσης... και μαζί με τα προβλήματα όρασης, με την ελληματική όραση, μαζί με την τύφλωση. Άρα, το πρώτο μισό τ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Παντελιάδου Σουζάνα (Καθηγήτρια)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής / Ειδική αγωγή και αποτελεσματική διδασκαλία
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Μη-Εμπορική
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=1731430b
Απομαγνητοφώνηση
7η Διάλεξη: Για σήμερα θα προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε και τις δύο κατηγορίες. Οι δύο κατηγορίες που θα συζητήσουμε είναι η κόφωση και η τύφλωση. Μαζί με την βαρυκοεία στην περίπτωση της κόφωσης... και μαζί με τα προβλήματα όρασης, με την ελληματική όραση, μαζί με την τύφλωση. Άρα, το πρώτο μισό της συνάντησής μας θα το αφιερώσουμε στα προβλήματα και στις λύσεις... που έχουμε για τα κοφά άτομα και το δεύτερο για τα τυφλά. Έτσι, μετά την εμπειρία που είχαμε εδώ όλες μαζί... σε σχέση με τα ιατρικά ερωτήματα που γεννιώνται... μόλις αναφέρω κάτι που έχει να κάνει με ιατρικό όρο... προσπάθησα να μην έχουμε πολλά τέτοια, για να μην εστιάσουμε σε αυτά, γιατί δεν είναι αυτός ο στόχος μας. Άρα, για σήμερα λοιπόν, σε ό,τι αφορά πρώτα τα κοφά, πρέπει να πω ξεκινώντας για τα κοφά... ότι είναι μία από τις πιο γοητευτικές, έτσι όπως το λέω, με αυτόν τον όρο, κατηγορίες στην ειδική αγωγή. Υπάρχουν εδώ ανάμεσά μας κάποιες που να κάνουν νοηματική, είδατε. Υπάρχουν κάποιες που να κάνουν μπρειλ, μία. Υπάρχουν κάποιες που να είναι θελώντρες σε κάποιο δομή κινητικής αναπηρίας, μία. Είδατε λοιπόν, ενώ για τη νοηματική είσαστε τέσσερις και αν ήμασταν όλοι σίγουρα θα ήσασταν πολύ περισσότεροι. Τα τελευταία δέκα-δεκαπέντε χρόνια, ο χώρος των κοφών έχει μπει πολύ δυναμικά. Και είναι πάρα πολύ γοητευτική ως κατηγορία γιατί είναι εκείνη η κατηγορία η οποία αρνείται ότι είναι ανάπηρη. Μιλάνε για μία και θα το δούμε γιατί αναφέρονται, αυτοπροσδιορίζονται ως μία πολιτισμική μειονότητα και όχι ως μία αναπηρία. Έχουν ένα εξαιρετικά γοητευτικό επίσης παρελθόν, βιβλιογραφίας, αφηγήσεων, προσωπικών ιστοριών, κινήματος, που όποιος θέλει να ασχοληθεί με αυτή την κατηγορία σίγουρα μπορεί να βρει πάρα πολύ ενδιαφέροντα θέματα. Εμείς λοιπόν θα ξεκινήσουμε όπως βλέπετε μετά τον ορισμό ακριβώς να αναφερόμαστε πρώτα-πρώτα στην κοινότητα κοφών και στη συνέχεια να δούμε πραγματικά ποια είναι τα προβλήματα, τι κατηγορίες υπάρχουν και τι μπορούμε να κάνουμε για την αντιμετώπιση των προβλήματων και την εκπαίδευση του κοφού παιδιού. Εάν τώρα περάσουμε στον ορισμό, εδώ όπως θα δείτε υπάρχουν τρεις βασικοί όροι. Υπάρχει ο όρος κοφός που έχει το κ μικρό όμως, υπάρχει ο όρος βαρύκος και αυτοί σας είναι πιο εύκολα κατανοητοί και υπάρχει και ο όρος κοφός με το κ κυφαλαίο. Πότε ένα άτομο θεωρείται κοφό. Προσέξτε τώρα, είτε φοράει ακουστικά είτε όχι, δεν μπορεί να αντιληφθεί την ομιλία όταν την ακούει. Επίσης χρησιμοποιεί οπτικά ερεθίσματα και ο βαθμός απώλειας πρέπει να είναι πάνω από 70 δεσιμπέλ. Τι θα πει αυτό, ότι δεν ακούει τίποτε που είναι χαμηλότερης έντασης από 70 δεσιμπέλ. Πάμε στο βαρύκο. Στο βαρύκο τώρα πώς το ρίζουμε κάποιον βαρύκο, ο οποίος πάλι είτε φοράει ακουστικά είτε όχι. Δηλαδή ακόμη και όταν φοράει ακουστικά δεν έρχεται πλήρης αποκατάσταση της επικοινωνίας του, δυσκολεύεται να κατανοήσει την ομιλία με την ακοή και κινείται περίπου σε αυτά τα όρια, αυτά θα τα δούμε αναλυτικά. Αυτό που έχει σημασία μέχρι στιγμής δηλαδή η διάκριση κοφός-βαρύκος έχει να κάνει με το πόσο δεν ακούει. Έτσι, από ποιο επίπεδο και πάνω. Ερχόμαστε τώρα στον τρίτο όρο που είναι κοφός με κ κεφαλαίο. Εδώ λοιπόν δεν έχει σημασία το πόσο ακούει ή το πόσο δεν ακούει. Γι' αυτό σημειώνουμε ότι θεωρούμε κοφό με κ κεφαλαίο ένα άτομο που ανεξάρτητα από την απόλυα ακοής, ανεξάρτητα από το βαθμό της απόλυας της ακοής, ανήκηται στην κοινότητα των κοφών. Δηλαδή, και εδώ θα αναφερθούμε αναλυτικά βέβαια τι θα πει κοινότητα κοφών. Να ρωτήσω τα παιδιά που πηγαίνουν και κάνουν νοηματική. Έχετε γίνονται αναφορές πριν να μάθετε τη νοηματική στην κοινότητα των κοφών. Βεβαίως, είναι το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να μάθει κανείς πριν αρχίσει ακόμα να μαθαίνει τη νοηματική. Γιατί? Γιατί η νοηματική είναι η βασικότερη διάσταση της κοινότητας των κοφών. Πάμε τώρα να δούμε αυτή η κοινότητα των κοφών. Να ρωτήσω καταρχάς, έχετε ακούσει τον όρο? Έχετε υπόψη σας κάποια ομάδα που να κινείται στην κοινότητα των κοφών. Να κάνει κάτι ιδιαίτερο. Έχετε ας πούμε το θέατρο κοφών, το έχετε υπόψη σας? Εσείς που ασχολείστε, έτσι μάλλον εσείς έχετε και περισσότερο τις γνώσεις. Τώρα, τι ονομάζουμε κοινότητα των κοφών. Και για να είμαι πιο σαφής, τι ονομάζουν οι κοφοί κοινότητα των κοφών. Γιατί υπάρχει ένας μεγάλος αυτοπροσδιορισμός. Είναι μια ομάδα ανθρώπων που περιλαμβάνει κοφά, βαρύκοα, αλλά και ακούοντα. Για να ανήκει κανείς στην κοινότητα των κοφών, δεν είναι απαραίτητο να μην ακούει. Δεν έχει να κάνει με την απώλεια της ακοής ή όχι. Μπορεί να είμαι ακούον, αλλά να ανήκω στην κοινότητα των κοφών. Γιατί μοιράζομαι αυτά εδώ που βλέπουμε, μοιράζομαι την κοινή γλώσσα. Ποια γλώσσα νοηματική, έτσι. Έχω κοινές εμπειρίες, δηλαδή ζω με την κοινότητα των κοφών, ζω με κοφούς. Πηγαίνω δηλαδή στα κλαμπς των κοφών. Πηγαίνω στην εκκλησία των κοφών, κάνω παρέα με αυτούς, έχω κοινωνικές σχέσεις με αυτούς. Και άρα μέσα από αυτές τις κοινές εμπειρίες μοιράζομαι τι? Κοινές αξίες. Αν τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά, τι περιλαμβάνει, τι οριοθετεί, τι συγκροτεί την κοινότητα των κοφών, έχουμε πρώτο πάνω από όλα, η χρήση της νοηματικής γλώσσας. Είναι αποκλειστικό προνόμιο των κοφών ή των βαρύκων η χρήση της νοηματικής γλώσσας. Όχι βέβαια, οποιοςδήποτε τη μάθει μπορεί να τη χρησιμοποιεί. Δεύτερο στοιχείο της κοινότητας των κοφών, η διαφοροποίηση από άλλες ομάδες ατόμων με αναπηρία. Η κοινότητα των κοφών, το ανέφερα ήδη, το υπογραμμίζουμε, δεν θεωρεί την κόφωση αναπηρία. Τη θεωρεί πολιτισμική διαφορά. Τα μέλη της δικής τους κοινότητας, πολύ συχνά τι κάνουν, σχεδόν όλα ανήκουν στην ευρύτερη κοινωνία. Είναι το τυπικό δηλαδή μιας πολιτισμικής κοινότητας. Σκεφτείτε λίγο τους Έλληνες το 50 ή το 60 στην Αυστραλία. Είχαν τη δική τους κοινότητα, σαν μετανάστες, που μοιράζονταν τη γλώσσα, τις αξίες, τις κοινές εμπειρίες και τα λοιπά. Δεν ανήκαν όμως συγχρόνως και σε τι. Και στη μεγάλη κοινότητα, την ευρύτερη, που ήταν και άλλες πολιτισμικές κοινότητες. Με την ίδια λογική αντιλαμβανόμαστε και την κοινότητα των κοφών. Τώρα, αυτή η ευρύτερη κοινωνία όμως είναι ακοκεντρική. Το σύνολο της κοινωνίας δεν επικοινωνεί με τι, με τη νοηματική. Και στη συντριπτική πλειοψηφία θεωρεί την κόφωση ως αναπηρία. Άρα σε αυτό το στοιχείο βρίσκονται σε αντιπαράθεση, η δική τους αξία της δικής τους κοινότητας με τις αξίες της ευρύτερης κοινότητας. Στην κοινότητα των κοφών γίνεται κάποιος μέλος ευκολότερα όταν έχει γονείς κοφούς. Γιατί εκεί είναι άμεσο. Δηλαδή αν έχεις γονείς κοφούς αμέσως θεωρείς μέλος της κοινότητας. Το αναφέρουμε και κάτω στο πώς γίνεται. Και επίσης η κοινότητα των κοφών είναι ενδογαμική. Δηλαδή οι κοφοί με κ κεφαλαίο παντρεύονται μέσα στην κοινότητά τους. Είναι επιλογή αυτό. Δεν σημαίνει αυτό ότι παντρεύονται κοφό με κ μικρό. Μπορεί να παντρευτούν ακούοντα, αλλά μέλος της κοινότητας των κοφών. Κατανοητεί η διαφορά. Άρα, αν κάποιος θέλει να γίνει μέλος της κοινότητας των κοφών, πρώτα απ' όλα πρέπει να μιλάνε την ίδια γλώσσα. Εάν δεν μιλάς τη νοηματική, εάν δεν επικοινωνείς με τη νοηματική, τότε δεν μπορείς να είσαι μέλος της κοινότητας. Επίσης, αν έχεις κοφούς γονείς. Επίσης, εάν ταυτίζεσαι, θεωρείς τον εαυτό σου, δηλαδή κοφό με κ κεφαλαίο, και έχεις τη θετική στάση και θεωρείς την κόφωση ως πολιτισμική ιδιαιτερότητα. Και όχι ως αναπηρία. Γίνεται λίγο κατανοητό. Η κοινότητα των κοφών είναι μια πολύ δυνατή κοινότητα. Και στην κοινότητα των κοφών δεν είναι εύκολο να μπει κανείς. Και δεν είναι εύκολο να μπει κανείς, γιατί σκεφτείτε ότι αυτή η ίδια ευρύτερη κοινωνία, που τους θεωρεί ανάπηρους, θέλει να έχει και σχέση όμως μαζί τους. Αν αισθάνονται όμως ότι δεν υπάρχει η ταύτιση αξιών, τότε κλείνει. Εκτός από εσάς που μαθαίνετε τη νοηματική υπόλοιπη, έχετε βρεθεί σε χώρο όπου υπάρχουν πολλοί κοφοί? Μιλάς τη νοηματική? Όχι. Τι έκανες? Μια φίλη μου είχε μάθει τη νοηματική και έκανε παρέα με αστυφούς και είμαι δικαιωμένη τώρα. Και πώς ήτανε, αισθάνθηκες δηλαδή αποκλεισμένη, αισθάνθηκες ότι... Πώς επικοινωνούσες? Με τα είμαστε, με τα είμαστε. Οπότε είμαστε όσοι μπορούμε να κοινωνήσουμε. Εγώ με τον Λικάρντεγο το είξερα και είμαι με τον Λικάρντεγο. Και αν το χάσαμε γίνονταν μετά. Γίνονταν μετά η διερμηνία, ναι. Πολλές φορές οι κοφοί κατηγορούνται για έπαρση. Έτσι, και για το ότι δεν κάνουν αρκετή προσπάθεια για να επικοινωνήσουν με ανθρώπους που δεν γνωρίζουν τη νοηματική. Αυτό θα πρέπει κάθε φορά, πριν τοποθετηθούμε και πριν κρίνουμε κάποιους, θα πρέπει να προσπαθούμε να μπούμε στη θέση τους. Δηλαδή πώς είναι ένας άνθρωπος να πρέπει να κάνει συνέχεια προσπάθεια, έτσι, για να τον καταλάβουν και για να επικοινωνήσει. Και γιατί να το κάνει, εάν μπορεί να επικοινωνήσει με κάποιους άλλους, για να έχει μια πλήρη ζωή μέσα από τη νοηματική και μέσα από την κοινότητα κοφών. Σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπου η κοινότητα των κοφών είναι ακόμη πιο ισχυρή και ακόμη πιο διευρυμένη, όπου υπάρχουν πλαίσεις, δηλαδή μπορεί κάποιος να ζει στην καθημερινότητα χωρίς να χρειαστεί προφορική επικοινωνία, μπορεί να πάει να σηκωθεί το πρωί να ψωνίσει, να επικοινωνήσει, να πάει σε τράπεζα, να πάει στη δουλειά του, να πάει μετά στο θέατρο, να πάει στο γυμναστήριο και όλα αυτά είναι πάντα με τη νοηματική. Εκεί δεν χρειάζεται να πείσεις στον οποιοδήποτε ή να αισθάνεσαι τι ελειμματικός. Εάν βρεθείτε σε παρέα κοφών, οι οποίοι όλοι επικοινωνούν νοηματίζουν και εσείς δεν έχετε ούτε διερμηνεία ούτε κανέναν, θα αισθανθείτε πάρα πολύ άσχημα. Γιατί? Γιατί οι άλλοι θα γελούν και δεν θα ξέρετε γιατί γελούν. Γιατί θα σας μιλούν με τον δικό τους τρόπο, με τη γλώσσα τους και δεν θα μπορείτε να καταλάβετε. Και αυτή είναι η εμπειρία των κοφών, όταν τι κάνουν, όταν κινούνται εκτός της κοινότητας. Άρα είναι λογικό να επιλέγουν πάρα πολύ συχνά, να ζουν μια ολόκληρη ζωή εντός της κοινότητας. Βέβαια όλα αυτά σιγά σιγά αλλάζουν εξαιτίας των κοχλιακών εφητευμάτων. Έχει αλλάξει λίγο η εικόνα της κοινότητας των κοφών και της κόφωσης. Παντού. Η κοινότητα δεν είναι ένας χώρος, δεν είναι μια πόλη, ένα χωριό, πέντε μαγαζιά. Η κοινότητα των κοφών είναι άνθρωποι πολλοί που μοιράζονται την ίδια γλώσσα, τις ίδιες αξίες, τις ίδιες εμπειρίες. Αυτό τι σημαίνει λοιπόν, θα δούμε για παράδειγμα ότι, για να το εξηγήσω, όταν τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο κοφών, και ζουν μεταξύ τους όλοι κοφοί και επικοινωνούν όλοι με τη νοηματική, αυτό είναι μέρος της κοινότητάς τους. Αν υπάρχει ένας κοφός με κ μικρό, ο οποίος πηγαίνει σε ένα σχολείο της γειτονιάς και μεγαλώνει, τελειώνει το σχολείο της γειτονιάς, και μετά όταν είναι 18-19 χρονών, θέλει να πάει να βρει τους ομοίους του, δηλαδή να βρει τους υπόλοιπους κοφούς, θα τους συναντήσει σε συλλόγους, σε συγκεκριμένες ενώσεις, σε συγκεκριμένες εκκλησίες, όπου γίνεται η λειτουργία, αν τον ενδιαφέρουν οι εκκλησίες. Υπάρχουν δηλαδή διαφορετικές ομάδες και δομές και μαγαζιά, αλλά δεν είναι ένας χώρος. Αυτό για την κοινότητα των κοφών, για να καταλάβουμε λίγο το συνολικό πλαίσιο. Τώρα, θα περάσουμε λίγο γρήγορα τα πιο ιατρικά. Τι είναι η βαρυκοεία και η κόφος. Είναι μια βλάβη σε κάποιο μέρος του αυτιού. Αυτή η βλάβη μπορεί να είναι, περνάμε εδώ, η αγωγημότητας, που τι σημαίνει. Όταν ακούω, άμα χτυπήσω εδώ, τι είναι, φεύγουν οι κύματα ηχητικά, έρχονται, περνούν από το εξωτερικό αυτοί, περνάνε από το μέσο, το τύμπανο κτλ. και μετά γίνεται ηλεκτρικό ουσιαστικά ρεύμα, για να περάσει, να ερεθήσει το ακουστικό νεύρο και άρα αυτό θα πει ακούω. Όταν το πρόβλημα είναι στη μεταφορά του ήχου, τότε είναι η αγωγημότητας. Και είναι τα λιγότερο σοβαρά προβλήματα αυτά. Όταν όμως το πρόβλημα είναι τι, στο εσωτερικό αυτοί, στα νευροεσθητήρια ή στο ακουστικό νεύρο, τότε τα ονομάζουμε νευροεσθητριακά. Πολύ απλό. Αυτό πολύ λίγο να το δείξω, για να ξέρουμε. Εδώ είναι το εξωτερικό αυτοί, το μέσο αυτοί και το εσωτερικό αυτοί. Όταν το πρόβλημα λοιπόν είναι μέχρι εδώ, έτσι, μέχρι και το τύμπανο, τότε λέμε ότι είναι αγωγημότητας. Από κει και πέρα είναι το νευροεσθητριακό και υπάρχουν και μικτές. Δεν χρειάζεται να τα θυμάστε αυτά, μην σας πιάνει κάτι ιδιαίτερο. Τώρα, μέχρι στιγμής έχουμε πει ότι υπάρχει η βαρυκοεία και υπάρχει και η κόφωση. Δεν είναι η μοναδική ταξινόμηση. Μπορούμε και πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι όπως σε κάθε αναπηρία, σε κάθε άλλη κατηγορία, έχουμε τι? Πολύ μεγάλη διαφοροποίηση. Έτσι και σε ό,τι αφορά τη βαρυκοεία και την κόφωση, έχουμε πάλι διαφοροποίηση. Ανάλογα με τι? Πρώτον, ανάλογα με τη φύση, το είπαμε, αν είναι αγωγημότητας είναι νευροεσθητριακή. Δεύτερον, ανάλογα με το πότε λειτούργησε, πότε δημιουργήθηκε. Δηλαδή, ο όποιος αιτιολογικός παράγοντος πότε έδρασε. Και επίσης, πότε εμφανίστηκε. Άρα, αυτά τα τρία έχουν μεγάλη σημασία γιατί καθορίζουν τις συνέπειες για την επικοινωνία. Για την ανάπτυξη του λόγου και άρα για την επικοινωνία του βαρύκου ή του κοφού ατόμου. Ναι. Γεια σας. Τώρα, αν προχωρήσουμε, εμείς θα μας ενδιαφέρει... Εδώ μην διαβάζετε τα πολλά, είναι τα ιατρικά που θα τα περάσω γρήγορα. Άρα, απλά να τα έχετε ακούσει, αν τα δείτε κάπου σε κάποια διάγνωση γραμμένα λίγο να έχετε υπόψη σας τι είναι. Έχουμε λοιπόν τη συγγενή, την κληρονομική και την επίκτητη. Οι συγγενείς και η κληρονομική είναι αυτές που οφείλονται σε προγενητικά έτια. Και μπορεί να είναι τα έτια είτε κληρονομικά, δηλαδή να είναι γονιδιακής φύσης, είτε να είναι κάτι που συνέβη όσο το παιδί ήταν κατά την εμβρυική περίοδο. Και από εκεί και πέρα έχουμε την επίκτητη, που είναι μετά την γέννηση. Η επίκτητη βέβαια, και έχει τεράστια σημασία, μπορεί να συμβεί μέσα στα δύο χρόνια τα πρώτα του παιδιού, μπορεί να συμβεί μετά και μπορεί να συμβεί πότε, στα εβδομήντα. Δεν έχουν τις ίδιες συνέπειες όπως καταλαβαίνουμε. Πάμε τώρα να δούμε το βαθμό ακουστίκησης απώλειας. Από 20 έως 39 είναι ελαφρά βαρυκοΐα. Από 40 έως 69 μέτρια παραμένουμε στη βαρυκοΐα. Από 70 έως 91, προσέξτε, είναι σοβαρή βαρυκοΐα ήσον πάλι κόφωση. Γιατί οτιδήποτε είναι από 70 και πάνω, έτσι, απώλεια, θεωρείται κόφωση. Αλλά πολύ σοβαρή βαρυκοΐα, πλήρη συκόφωση, είναι από 90 δεσιμπέλ και πάνω. Για να καταλάβουμε λίγο τι σημαίνουν τώρα αυτά, δείτε λίγο εδώ πέρα. Εδώ τι έχουμε, καταρχάς τα δεσιμπέλ τι είναι, είναι η ένταση του ήχου. Έτσι, ο ήχος όμως δεν έχει μόνο ένταση, έχει και συχνότητα. Δηλαδή έχουμε πολύ οξίες ήχους, έχουμε ήχους τους οποίους εμείς δεν ακούμε, ακούν τα ζώα. Γιατί είναι σε μια συχνότητα που το ανθρώπινο αυτί δεν μπορεί να επεξεργαστεί, ήχο. Άρα, όταν σκεφτόμαστε για απώλεια ακοής, σκεφτόμαστε όχι μόνο πόσο δυνατός, αλλά και σε ποια συχνότητα, γιατί αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία στις συνέπειες, στην επικοινωνία. Εδώ λοιπόν, έχουμε τα δεσιμπέλ, η γραμμή επάνω, εκεί στα 20 περίπου, είναι τι? Η κανονική ακοή. Έτσι όπως το βλέπετε. Υπάρχουν όμως διαφορετικές συχνότητες. Τι παρατηρείτε, η ομιλία του ανθρώπου είναι σε όλες τις συχνότητες? Εκεί οι δυο κυρίες στη μέση που μιλάνε. Είναι σεξιστικό το σχέδιο. Δεν είναι σε όλες, παιδιά. Άρα, αν κάνω την ερώτηση, πότε είναι πιο σοβαρή μια απώλεια ακοής. Όταν βρίσκεται στις συχνότητες από 2.000 έως 8.000 Hz ή όταν βρίσκεται στις συχνότητες 500 με 2.000 Hz. Ακριβώς, 500 με 2.000 Hz. Μπορεί εγώ να έχω απώλεια ακοής 60, αλλά να την έχω στις πολύ υψηλές συχνότητες. Αυτές που δεν επηρεάζουν, δηλαδή, την ομιλία. Και εσύ να έχεις 60, αλλά στις συχνότητες στις οποίες κινείται η ανθρώπινη ομιλία. Εσύ θα έχεις πολύ σοβαρό πρόβλημα επικοινωνίας, εγώ δεν θα έχω. Έτσι, άρα όταν λέμε ότι κάποιος είναι κοφός, δεν έχει σημασία μόνο, ξαναλέω, η ένταση που μπορεί να ακούσει, αλλά και σε ποια συχνότητα, είναι η απώλεια. Αν δείτε τώρα, για να μην τα πάρουμε ένα-ένα, αυτό που θέλω να θυμάστε είναι ότι 500 με 2.000 είναι η ανθρώπινη ομιλία. Αυτό όταν θύγεται έχει σοβαρές συνέπειες στη δυνατότητα επικοινωνίας με τον προφορικό λόγο. Από εκεί και πέρα, στις πολύ χαμηλές ή στις πολύ ύψηλες, δεν μας επηρεάζει τόσο πολύ. Σε ό,τι αφορά την ένταση, είπαμε 70 το όριο και 90. Εάν δηλαδή δεν μπορεί ένα άτομο να ακούσει το κομπρεσέρ, το φορτηγό, το χλωκοπτικό, το τηλέφωνο, τη μηχανή, αν δεν μπορεί να ακούσει αεροπλάνο, αυτά όλα είναι στην κόφωση. Αν κάποιος δεν μπορεί να ακούσει το πέταγμα που κάνει το πουλί τα φτερά, δεν θεωρείται τίποτα σοβαρό. Αν δεν ακούει το τιν-τιν-τιν της βρύσης, είναι πολύ τυχερός. Είναι δύσκολα πράγματα αυτά, όταν θες να κοιμηθείς. Μια εικόνα λοιπόν, τι θα πει βαρύκος και τι θα πει κοφός. Τώρα, είπαμε ότι υπάρχει έντονη διαφοροποίηση. Όχι μόνο λοιπόν, ως προς το πόσο δεν ακούει, ως προς το ποιες συχνότητες δεν ακούει, πολύ σημαντικό, πότε ξεκίνησε η κόφωση. Γιατί όπως είπαμε, οι δύο σοβαρές κατηγορίες είναι ποιες, βασικές κατηγορίες. Προγλωσικά κόφω παιδί, μεταγλωσικά κόφω παιδί. Αν ένα παιδί εμφανίσει την απώλεια της ακοής, πριν την ηλικία των 2-3 ετών, τότε ονομάζεται προγλωσσικό. Γιατί η γλώσσα ξεκινάει η ανάπτυξή της από την ώρα που γεννιόμαστε. Όμως ολοκληρώνεται περίπου στα 3 χρόνια. Αν ένα παιδί λοιπόν πριν ακόμα αποκτήσει τη γλώσσα, δηλαδή πριν ακόμα έχει μάθει πώς είναι τα φωνήματα, οι λέξεις, πώς τονίζω, πώς εκφράζω, τι χρειάδινω στη φωνή μου, τι ένταση δίνω στη φωνή μου. Αυτό είναι προγλωσσικά. Αυτές είναι οι πιο δύσκολες περιπτώσεις, βέβαια. Διότι εάν δεν έχεις ακούσει, είναι δύσκολο να παράγεις. Ομιλίας. Βεβαίως, έχουν περισσότερα προβλήματα ομιλίας. Και δεν είναι μόνο η άρθρωση, είναι και η χρειά της φωνής, είναι και η ένταση της φωνής. Γιατί όλα αυτά πώς τα μαθαίνουμε, σαν παιδιά? Τα μαθαίνουμε ακούγοντας τους άλλους... και φτιάχνοντας την έκφρασή μας ανάλογα με αυτό που ακούμε. Το μεταγλωσικά κωφοπεδί, όταν έχει ήδη αναπτύξει η γλώσσα, ξέρει τι, παιδιά. Ξέρει πώς να προφέρει το κ. Άρα, όταν θα έρθει να διαβάσει ή να μιλήσει, ξέρει πώς να το πει. Θα χρειαστεί πολύ λιγότερη λογοθεραπεία από ότι ένα προγλωσικά κωφοπεδί. Τώρα, πώς βρίσκουμε, πώς κάνουμε τη διάγνωση, της βαρυκοΐας ή της κόφωσης. Έχουμε δύο ευρύτερες κατηγορίες πάλι. Τις υποκειμενικές και τις αντικειμενικές μετρήσεις. Εάν εγώ έρθω πίσω σου, από εδώ, έτσι όπως είσαι, και κάνω αυτό, και σου λέω γύρνα εκεί που, έτσι και γυρίζεις εσύ. Πολύ ωραία. Αυτό, όμως, θα μπορούσε να έχει γυρίσει και για άλλο λόγο. Τυχαία. Θα μπορούσε. Είναι υποκειμενικό. Αν έχω ένα μικρό παιδάκι, και κάνω το ίδιο πράγμα, γίνεται ακόμη πιο υποκειμενικό. Άρα υπάρχουν μέθοδοι που μετράμε την ακοή, οι οποίες έχουν η στοιχεία υποκειμενικότητας, και υπάρχουν και άλλες οι οποίες είναι εντελώς αντικειμενικές. Υποκειμενικά. Τοπική ακοωμετρία. Αντίστοιχες ασκήσεις που κάνουμε. Δηλαδή, ουσιαστικά, έχει το παιδί τα ακουστικά. Έχετε κάνει ακόωγραμμα κανείς? Από εδώ. Θες να μας πεις πώς το έκανες ή να το πω εγώ. Δεν θυμάσαι. Είσαι σε ένα θάλαμο, φοράς τα ακουστικά, και σου μαθαίνουν όταν ακούς κάτι συγκεκριμένο, ή να πατάς το κουμπάκι, ή αν είσαι παιδί να σηκώνεις το χέρι σου. Έτσι, για να δουν που ακριβώς και σε δεσιμπέλαρ και συχνότητα. Είναι η ομιλητική ακοωμετρία, όπου αυτό που εκφράζει, το ερέθισμα δηλαδή, είναι ομιλία. Άρα σε ποιες συχνότητες? Πεντακόσια, δυο χιλιάδες. Έχουμε την ανοίχτευση κινητικό... Α, μάλιστα, αντανακλαστικό σε νεογέννητα και βρέφη. Όταν έχεις ένα νεογέννητο ή ένα βρέφος, ούτε ομιλία, ούτε πάτα το κουμπάκι ή σήκωσε το χεράκι, έτσι, άρα ουσιαστικά τι κάνουμε, κάνουμε έναν ήχο και βλέπουμε αν γυρίζει το κεφάλι. Αν τρομάζει. Κανονικά σε πολύ μικρές ηλικίες, όταν κάνει έναν ήχο, το παιδί πρέπει να αντιδράσει με κάποιον τρόπο. Και την ανταπόκρισε την πέγνειο ακουωμετρία, τόπα, όπου μέσα από παιχνίδι δίνουμε διάφορα ερεθίσματα, για να δούμε εάν το παιδί θα ανταποκριθεί. Όλα αυτά όμως είναι υποκειμενικές. Οι αντικειμενικές, ναι. Αυτό με τα βρέφη τώρα βλέπουμε, όταν είναι με τη γκλίμακα βράζονται. Στη γκλίμακα, είναι η γκλίμακα... Βράζονται, βλέπουν το όνομά του και κοιτάζουν, θα θυμώσει, αφού το εγγυρίζεται και πάνε. Ναι, τα βρέφη είναι πολύ μικρότερα, έτσι, αλλά και για τα παιδιά έχουμε το αν γυρίζει. Πρώτα απ' όλα έχουμε. Πριν από αυτό, αν τρομάζει, αν γυρίζει σε οικία φωνή, έτσι, και μετά αργότερα έρχεται το όνομα. Δηλαδή, όταν βλέπουμε ότι τα παιδιά ακούνε τη φωνή της μητέρας ή του ανθρώπου που τα προσέχει. Ψάχνουν να βρουν, γυρίζουν. Ενώ, αν ακούσουν κάτι το οποίο δεν τους είναι οικείο, δεν γυρνάνε. Άρα είναι τα διάφορα στάρια ανάλογα με την ηλικία του παιδιού. Απλώς επειδή είχα τη σέβη τα Άκια, ήτανε μπερφάκι, γιατί το έλεγε ένα όνομα, ας πούμε, συνέχεια, μέχρι να γυρίσει. Όχι. Μπράβο, κοίταξε ένα ωραίο θέμα που βάζει. Εάν το παιδί θυμώσει, αν ο όρος είναι να θυμώσει για να γυρίσει, δηλαδή να ενοχληθεί, έτσι, ουσιαστικά θα μπορούσε, αντί να το λέει τόσες φορές, να του κάνει ένα πολύ ενοχλητικό ήχο και θα γυρνούσε το παιδί. Επίσης, όμως, είναι υποκειμενικό. Δηλαδή δεν ξέρεις σε ποιο κατώφλι ήχου, έτσι δεν είναι. Μπαίνουν πολλοί υποκειμενικές παράμετρες. Στα μικρά παιδιά, έτσι, στα μωράκια, πάντα ξεκινάμε από τέτοιους τρόπους. Αν δούμε ότι ένα παιδί δεν αντιδρά, τότε περνάμε στους πιο αντικειμενικούς τρόπους, όπου η πιο γνωστή είναι η τυμπανομετρία, όπου ουσιαστικά τι κάνουμε, βλέπουμε αν δουλεύει η αγωγημότητα. Δεν περιμένουμε από το παιδί να αντιδράσει με κανένα τρόπο. Βλέπουμε πώς πάλλεται το τύμπανό του. Άρα, αν φτάνει εκεί, ο ήχος. Και επίσης προκλητά δυναμικά, όπου εδώ βλέπουμε πώς αντιδράει νευροεσθητηριακά όταν προκαλούμε έναν ήχο. Αν δηλαδή θέλουμε να δούμε αγωγημότητα, επάνω. Αν θέλουμε να δούμε νευροεσθητηριακά προβλήματα, τα προκλητά δυναμικά. Αυτά όμως δεν τα κάνουμε σε όλα τα παιδιά. Δηλαδή, θα πρέπει να υποπτευόμαστε ότι υπάρχει ένα πρόβλημα για να περάσουμε σε τέτοιου τύπου αξιολογήσεις. Είναι δυστυχώς η διάγνωση της κόφωσης και της βαρυκοΐας στη χώρα μας, πολλές φορές αργεί πολύ. Δεν είναι μέσα στις τυπικές και συστηματικές διαγνωστικές εξετάσεις. Και δυστυχώς, αρκετοί παιδίατροι δεν δίνουν τόση σημασία σε κάτι τέτοιο. Αν, λοιπόν, οι γονείς καθυστερήσουν λίγο, στηριχθούν λίγο περισσότερο στο ότι το παιδί μπορεί να οριμάζει ακόμη, τότε χάνεται πολύτιμος χρόνος, πολύτιμος χρόνος παρέμβασης. Κάτι άσχετα, κοίτας στη σχολή, ένα παιδί το οποίο δεν άκουγε, αλλά άκουγε μόνο τις διεθνήσεις της διαόρασης και περπατούσε και παραλάμπανε συνέδεια της διεθνής μόνο αυτό, και μόνο από τη δασκάλα του. Αν το μιλούσαμε εμείς, δεν μας άκουγε ό,τι της διεθνής και της δασκάλα του. Εσύ τι σκέφτεσαι, ότι αυτό το παιδί που άκουγε τις διαφημίσεις και τη δασκάλα του, αλλά όχι εσάς, είχε απώλεια ακοείς, δηλαδή δεν μπορούσε να προσλάβει ήχο. Όχι, άρα άκουγε. Ακούω αυτό θα πει. Τι δεν έκανε... Μας λέγανε ότι δεν ακούει, είναι το φως. Και έλεγα πώς γίνεται, δεν ακούει μόνο τις διαφημίσεις. Τις διαφημίσεις που τις άκουγε? Εννοώ ήταν στο σπίτι του και σας είχαν πει ότι στο σπίτι του ακούει τις διαφημίσεις. Και έρχονταν και το μόνο που έλεγε, σ' αμάξιστου, ήταν οι διαφημίσεις. Και άκουγε και τη δασκάλα του. Χωρίς να υπάρχει... Αλλά που μιλούσε κανονικά, αλλά βέβαια, αλλά που μιλούσε κανονικά όχι σαν διαφημίσεις. Μάλιστα. Ήδες όσο, αν σε ρωτήσω τρίτη φορά, θα μου δώσεις κι άλλα στοιχεία. Γιατί. Τι θα πει ακούω τη δασκάλα μου. Εάν η δασκάλα μιλάει, αν ήτανε και λίγο προετοιμασμένη, θα επέλεγε να έχει καθαρή άρθρωση, να χρησιμοποιεί περιορισμένο λεξιλόγιο, ίσως εκείνη την ώρα να δείχνει κιόλας. Κι άρα θα φαινόταν, ως να ακούει. Αντίστοιχα στις διαφημίσεις, οι διαφημίσεις τι είναι? Είναι κάτι το ίδιο που επαναλαμβάνεται. Αν είχε μία αντιδιαφήμιση την έβλεπε, δηλαδή ποια διαφήμιση σου έρχεται στο νου, για να μην κάνω εγώ και κατηγορηθώ. Είμαστε ότι έλεγε το πρόγραμμα των καναλιών, ότι απόψε το βράδυ στις εννιά θα δείξει αυτό το serial. Στις δέκα αυτό. Ναι, άρα το απόψε το βράδυ στις εννιά το έλεγε συνέχεια. Και επίσης στην τηλεόραση έβλεπε το serial. Μπορεί να μην άκουγε ούτε αυτό. Άρα υπάρχει μία περίπτωση ότι το παιδί άκουγε μία χαρά... και επέλεγε για όποιον λόγο, δεν ήταν κοφό, δηλαδή δεν ήταν κοφό μόνο. Και υπάρχει και η άλλη περίπτωση, όπου ήταν κοφό, αλλά μπορούσε να μαθαίνει με το συνδυασμό εικόνας, ή να κάνει χιλιανάγνωση σε κάποιες απλές λέξεις. Έχω παρασχετικά με αυτό, όταν είχα πάει να μην ακούω όρμα, νομίζω ότι δεν ακούω κάποια πράγματα, ή ότι μου μιλάνε και δεν ακούγε και έκανε. Και μου είπε ότι με τα μιλήξα δεν σου νιώθω να σου πω μια χαρά. Και μου λέει αυτό, ακούς ό,τι θέλεις να ακούσεις. Μου λέει να σνακλίνει τον κέφαλο σνακλίνει μία κουρτίνα, και σαν να μην υπάρχει, σαν να μην ακούμε, ό,τι δεν μας ενδιαφέρει. Και απλά λέει εκείνης μας αυτό που θέλεις να ακούσεις. Δεν θα έπαιρνα στα σοβαρά μία τέτοιου τύπου ερμηνεία από έναν επιστήμονα. Ειδικά όταν πάει ένας συνήλικας και του το λέει. Αλλά δεν ξέρω με τις συχνότητες, ό,τι αυτά είπαμε στον γιατρό. Θα τα δείτε εκεί. Τώρα, έστω ότι δεν ακούει, τι δυνατότητες υπάρχουν, για ποιο λόγο, με ποιο στόχο, την ενίσχυση του ήχου. Όχι το να μάθει να μιλάει, όχι το να μάθει να επικοινωνεί, απλά να ενισχύσουμε τον ήχο που περνά. Το πιο γνωστό είναι τι? Τα ακουστικά. Τα ακουστικά σήμερα έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίζουν ατομικά τις συχνότητες, να ρυθμίζονται με βάση τις συχνότητες που έχει την απώλεια. Και άρα, όχι απλώς, παιδιά, να μεγενθύνονται όλοι οι ήχοι, αυτό που συνέβαινε παλιά. Άμα μιλήσατε με παππούδες και γιαγιάδες, λέγανε, δεν μπορώ, σφυρίζει μες στα αυτοί μου, δεν μπορώ, ή τα ακούω όλα δυνατά, ή δεν ακούω τίποτε. Τώρα πια, με τις ατομικές ρυθμίσεις, η ενίσχυση του ήχου είναι πολύ πιο ακριβής. Βεβαίως, τα ακουστικά θέλουμε συνεχή έλεγχο και συνεχή ρύθμιση. Δεν βάζω ένα ακουστικό ούτε στο παιδί, ούτε στον ενήλικα. Και αυτό είναι τελείωσε. Επίσης, τα ακουστικά, μόνο να το εξηγήσουμε, μπορεί να είναι οπιστοοτιαία, θα τα έχετε δει, μπορεί να είναι ενδοτιαία, να είναι μέσα στο αυτί, ή μπορεί να είναι αρκετά μεγάλα που τα κουβαλάμε. Τα ακουστικά σωματικού τύπου. Αυτά δεν είναι ευρεία η χρήση τους. Χρησιμοποιούνται σε ποιες περιπτώσεις. Μόνο εάν υπάρχει πολύ σοβαρό πρόβλημα, αλλά να υπάρχουν και συνοδά προβλήματα, που δεν επιτρέπουν στο παιδί να κρατήσει ακουστικό. Εντάξει. Αυτά που είναι κεντρικημένα μέσα στη λεφτάή μας. Αυτά δεν είναι ακουστικά. Έχει ακουστικό και ένα καλουριάκι. Αυτά θα πάμε παρακάτω. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε για να ενισχύσουμε τον ήχο, που στο περιβάλλον, σε μία τάξη, αν υποθέσουμε ότι εδώ μεταξύ μας υπήρχαν άτομα κοφά, που δεν επικοινωνούσαν με τη νοηματική και μπορούσαν να ευνοηθούν από την ενίσχυση του ήχου. Τότε δημιουργείται ένα κλειστό κύκλωμα. Καταρχάς πρέπει να είναι με έναν τρόπο φτιαγμένη η αίθουσα, μονομένη ώστε να μην έχει πολλούς θορύβους. Και μετά έχω εγώ εδώ έναν πομπό. Έχει το παιδί τον δέκτη και άρα ενώ εγώ μιλώ, ακούει, δεν με ακούει από το περιβάλλον, με ακούει από τον δικό του δέκτη. Είναι μια εσωτερική μας επικοινωνία, ώστε να μην μεγεθύνονται όλοι οι θόρυβοι. Αυτό χρησιμοποιήθηκε για πολλές δεκαετίες ως κεντρικός τρόπος ένταξης των παιδιών στις σχολικές τάξεις. Αυτό ήταν πολύ θετικό, όσο αφορά τη δυνατότητα του παιδιού να παρακολουθεί τη δασκάλα, αλλά βέβαια δεν μπορούσε να παρακολουθεί το τι γίνεται με τα υπόλοιπα παιδιά. Εγώ είχα κρεμασμένο εδώ τον Πομπό, αλλά όταν μιλούσε ένα παιδί και ρωτούσε κάτι ή μιλούσαν μεταξύ τους, το κοφό παιδί δεν άκουγε. Άρα αφορά μόνο τον δάσκαλο, την επικοινωνία δασκάλου και παιδιού. Χρησιμοποιείται και στην Ελλάδα σε ορισμένα σχολεία. Πάμε τώρα στη μεγάλη... Δεν μπορούσε να είναι μόνος το πούριστο. Δεν μπορούσε να είναι μόνος το πούριστο. Όχι. Προφανώς δεν ξέρω γιατί τεχνικά δεν θα μπορούσε να γίνει. Πιθανά να μην γινόταν τεχνικά, δεν το ξέρω. Αλλά και οικονομικά. Αλλά και οι συνένες των παιδιών των άλλων. Γιατί για σκεφτείτε, μέσα σε μία τάξη, όπως τώρα καλή ώρα μιλάει και εκείνη, μιλάει και εκείνη, μιλάει και εκείνη. Αν εσείς ήσουναν κοφή, θα άκουγες εμένα και αυτές τις τρεις. Γιατί δεν θα κάνουν τα παιδιά να κλείνουν και να ανοίγουν, να κλείνουν και να ανοίγουν. Άρα μαζεύονταν όλα. Αυτό είχε σαν στόχο τι να κάνει. Να δώσει πρόσβαση στην διδασκαλία. Να μπορεί δηλαδή το παιδί, χωρίς να δέχεται όλους τους τωρίβους της τάξης, να εστιάζει σε αυτό που διδάσκει η εκπαιδευτικός. Πάμε τώρα στα κοχλιακά εφητεύματα. Τα κοχλιακά εφητεύματα είναι... Καταρχάς τα έχετε ακούσει σαν όρο. Καθόλου, ναι. Είναι η εφεύρεση που αλλάζει το πρόσωπο της κόφωσης. Και αλλάζει τον πληθυσμό των κοφών. Και αλλάζει και σε ισαγωγικά απειλεί την κοινότητα των κοφών. Γιατί δίνει τη δυνατότητα σε προγλωσικούς κοφούς με κ μικρό να ακούσουν. Και αυτό σε τι παραπέμπει, σε θεραπεία. Άρα, όλη η έννοια της κόφωσης του κοφού με κ κεφαλαίο... ως κοινότητα κοφών, πολιτισμική διαφορά, που άρα δεν χρειάζεται να θεραπευτεί, δέχεται πάρα πολλές πιέσεις. Τώρα, πρώτο σημείο. Τα κοχλιακά εφητεύματα δεν είναι ενίσχυση ήχου. Δεν είναι δυνατοικοστάκουστικά. Δεν λειτουργούν στο να μεγενθύνουν τον εισερχόμενο ήχο. Από τι αποτελούνται? Ένα μικρόφωνο, έναν επεξεργαστή λόγου, δύο ποινία και ηλεκτρόδια. Τοποθετούνται με, γι' αυτό τα λέμε, εφητεύματα. Με επέμβαση, με εγχείρηση. Τι κάνει? Αυτό που κάνει είναι να ενεργοποιεί νευρικές ύνες. Δηλαδή, αν το ακουστικό νεύρο συνολικά δεν δουλεύει, πηγαίνει και το ερεθίζει, για να μπορέσει να δουλέψει. Το κοχλιακό εφήτευμα το είπαμε, όμως. Εδώ τώρα τι πρέπει να πούμε στα κοχλιακά εφητεύματα. Τα κοχλιακά εφητεύματα είναι ακριβά. Πρώτον. Δεύτερον, έχουμε περιπτώσεις κοχλιακών εφητευμάτων πολύ επιτυχής. Και έχουμε περιπτώσεις κοχλιακών εφητευμάτων ανεπιτυχής. Διότι δεν είναι για όλους. Εάν όσοι ασχολούνται με τα κοχλιακά εφητεύματα, είναι έμπειροι και έντιμοι, τότε προβαίνουν σε μια σειρά από αξιολογήσεις, ακολογικές, ραντιολογικές, έτσι, ώστε νευρολογικές, ώστε να δούνε αν... η κάθε περίπτωση είναι κατάλληλη για να γίνει ο κοχλιακός εφητεύμα. Άρα δεν είναι για όλους. Σε περίπτωση που αποτύχει η χειριστή, δηλαδή ο κοχλός παραμέτρικος χρόνος σκέφτεται να αλλάζει κάτι ή έχει μεγαλύτερη βλάβη. Όχι, δεν έχει μεγαλύτερη βλάβη. Έχει πολύ χαμένο χρόνο. Το αποτύχει βέβαια, έχουμε μία περίπτωση, να μην είναι κατάλληλη η περίπτωση συγκεκριμένη για να μπει ο κοχλιακός εφήτευμα. Δυστυχώς όμως οι περισσότερες περιπτώσεις, θα τις πω, δεν θα πω αποτυχίες χαμηλής, αποτελεσματικότητας, είναι γιατί. Γιατί η πιο σημαντική δουλειά όταν μπει το κοχλιακό εφήτευμα είναι αφού μπει και μετά. Αφού γίνει το κοχλιακό εφήτευμα δεν αρχίζει ξαφνικά. Ο άνθρωπος να ακούει μια χαρά. Θέλει εκπαίδευση, θέλει υποστήριξη, θέλει εκπαίδευση πολύ συστηματική, για να μπορέσει να είναι απολύτως λειτουργικός ο κοφός. Έχω μια τέτοια ιδέα από δύο μαθητές, υποστήριζα φένες στην παράλληλη σύγκριση δύο μαθητές οικογένειακας, πρώτης δημοτικού, ήταν δύο κοριτζάκια έγκυσης ηγείας και πάνω από τελευταία χρόνια και ιδίως από 18 μηνών. Η μία η οποία είχε κατάλληλου στήριξη και από λογοθεραπεία αλλά και από την οικογένεια, ήταν πολύ νεαρόνια η οικογένεια, το παιδί είχε αναπτύξει πάρα πολύ, είχε πάρα πολύ καλή λογοθεραπεία. Το δεύτερο λογοθεραπεία, το οποίο υποστηρισόταν 6 μήνες λογοθεραπεία ένα χρόνο χωρίς παλεύοντας, δεν είχε καθόλου καλή ανάπτυξη, ούτε του προφορικού λόγου και της κατανοήσης. Τα περισσότερα προβλήματα από εκεί προκύπτουν, έτσι, από την έλλειψη συστηματικής μακρόχρονης παρέμβασης μετά, δηλαδή διδασκαλίας. Αν ξέρουμε ότι 90% από τις 90% περιπτώσεις κόφωσης είναι από ακούοντες γονείς, θεωρείται ότι η επιλογή του κοχλιακού εμφυτεύματος γίνεται συχνά από τους γονείς ή όχι? Πώς το σκέφτεστε? Επειδή τα περισσότερα κοφά παιδιά γεννιούνται από ακούοντες γονείς. Αυτοί οι γονείς θέλουν ένα ακούον παιδί. Επίσης δεν θεωρούν την κόφωση πολιτισμική διαφορά, τη θεωρούν αναπηρία και άρα θέλουν να τη διορθώσουν. Όταν το παιδί γεννιέται από κοφούς γονείς και είναι κοφό, δεν πάει κανένας κοφός γονιός να το κάνει ακούον το παιδί, γιατί δεν το θεωρεί αναπηρία. Γι' αυτό και βρίσκει πρόσφορο έδαφος η διεύρυση της χρήσης του κοκλιακού εμφυτεύματος. Καλά την κάνεις την ερώτηση. Όλοι οι κοφοί με κάπα μικρό, δηλαδή με απώλεια ακοείς, δεν ανήκουν στην κοινότητα των κοφών. Υπάρχουν κοφοί οι οποίοι είναι προφοριστές, όπως λέμε, δηλαδή μιλούν με χιλιανά, διαβάζουν τα χείλη και έχουν εκπαιδευτεί με απίστευτα σκληρές λογοθεραπείες και αρθρώνουν κάποιον λόγο. Και οι οποίοι δεν θέλουν να είναι έτσι στην κοινότητα των κοφών. Και εδώ το εάν ένα παιδί που γεννιέται κοφό θα οδηγηθεί στην κοινότητα των κοφών και σε κατάλληλη εκπαίδευση γι' αυτό ή όχι, εξαρτάται βεβαίως από τους γονείς του. Τα κοφά παιδιά δεν επιλέγουν. Πότε επιλέγουν? Στην εφηβία και μετά. Γι' αυτό και ξέρουμε από έρευνες, είναι απολύτως καταγεγραμμένο, κοφά παιδιά τα οποία πήγαν σε σχολεία, διδάχθηκαν επικοινωνία προφορικοί. Πήγαν σε σχολεία κόοντων. Όταν φτάνουν στην εφηβία, αρχίζουν και αναζητούν κοφά παιδιά που νοηματίζουν. Και πηγαίνουν στην κοινότητα κοφών. Γιατί στην εφηβία τι ψάχνουμε όλοι. Τους ομοίους, αποδοχή, αυτούς που μας καταλαβαίνουν και την επικοινωνία. Άρα η αρχική επιλογή του τρόπου επικοινωνίας και του αν θα είναι κ μικρό ή κ κεφαλαίο, δεν είναι του ανθρώπου, δεν είναι του ατόμου, είναι του γονιών. Άρα αφού έχουμε πει ότι 90% των παιδιών που γεννιούνται, οι γονείς τους είναι ακούοντες, αυτό που αναζητούν είναι έναν τρόπο να επικοινωνήσουν με τα παιδιά τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις τώρα, άλλοι επιλέγουν την επικοινωνία με τον προφορικό λόγο. Και άρα προσπαθούν από πολύ νωρίς να διδάξουν στο παιδί προφορικό λόγο μέσω της λογοθεραπείας. Και άλλοι βέβαια επιλέγουν να μάθουν τη νοηματική για να ξεκινήσουν την επικοινωνία με το παιδί τους. Αυτό που η έρευνα μας λέει, αυτό είναι το πιο σημαντικό. Όσο πιο νωρίς επιλεγεί με σαφήνια τρόπος επικοινωνίας και καλλιεργηθεί, τόσο καλύτερη γλώσσα θα αναπτύξει το παιδί. Ποιες είναι αυτοί οι μέθοδοι επικοινωνίας. Πρώτη, προφορικό ακουστική. Όπως καταλαβαίνετε εδώ τι έχει. Έχει ενίσχυση του ήχου, οπωσδήποτε. Είτε θα είναι κοχλιακό εμφύτευμα, που δεν είναι ενίσχυση του ήχου, αλλά παρεμβαίνει έτσι ώστε να ακούει το παιδί. Είτε θα είναι ακουστικό. Άρα έχουμε την έμφαση στην ακουστική εκπαίδευση. Δηλαδή εκπαιδεύεται το παιδί, είτε αν έχει το κοχλιακό εμφύτευμα, είτε αν έχει υπολύπουσα ακοή με το ακουστικό, πώς να την αξιοποιεί καλύτερα. Και εκπαιδεύεται επίσης στο πώς να μιλά. Πώς με λογοθεραπεία. Εάν μπείτε στο διαδίκτυο, μπορείτε να βρείτε αρκετά στιγμιότυπα για το πώς, χρησιμοποιώντας τις δονήσεις, την αναπνοή και τον καθρέφτη, διδάσκουν στα παιδιά οι λογοθεραπευτές πώς να σχηματίζουν, να τοποθετούν τη γλώσσα, να βγάζουν τον αέρα έτσι ώστε να μπορούν να αρθρώνουν. Νομίζω ότι είχαμε αναφέρει ότι ούτως στην κινητική αναπηρία όταν μιλούσαμε, ότι η ομιλία είναι κινητική δεξιότητα. Άρα πρέπει να εκπαιδευτεί κινητικά για να παράγει ομιλία. Δεν είναι όμως μόνο αυτό για τον κοφό. Γιατί για να παράγω ομιλία, είναι ένα στοιχείο που το χρειάζομαι, χρειάζεται να έχω όμως και τη γλώσσα, δηλαδή να έχω έννοιες. Και αυτό επίσης χρειάζεται να τον διδαχθούν τα παιδιά. Δεν χρησιμοποιείται όσοι εδώ τώρα, όσοι επιλέγουν την προφορικοακουστική μέθοδο, απαγορεύουν τη χρήση νοηματικής. Δεν τα συνδυάζουν, είναι καθαρά προφοριστές. Και βέβαια για να καταλάβουν τους ομιλούντες, χρησιμοποιούν την χιλιανάγνωση. Όσοι επιλέγουν αυτή τη μέθοδο επικοινωνίας με τα παιδιά, συνήθως δηλώνουν βαρύκοοι και όχι κοφοί, ακόμη και αν η απώλεια της ακοής είναι πολύ πολύ σημαντική. Αλλά επειδή δεν θέλουν την ταύτιση με τους κοφούς, ουσιαστικά ονομάζουν τον εαυτό τους βαρύκο. Μπορεί να είναι σοβαρή βαρυκοία, αλλά επιλέγουν το βαρυκοία, όχι το κόφος. Αν ένα παιδί έχει αναπτύξει, απαγορεύεται να το πούμε τι θα πει απαγορεύεται. Αν ένα παιδί ξέρει ήδη τη νοηματική, θα χρειαστεί πολύ μεγάλη καταπίεση για να μην τη χρησιμοποιήσει. Δεν νομίζω ότι θα επιλέξει κανείς κάτι τέτοιο. Αυτό τι σημαίνει εδώ, σημαίνει ότι όταν εγώ ξεκινάω με το μικρό μου παιδί, να προσπαθώ να επικοινωνήσω σε αυτή τη μέθοδο, αν το παιδί κάνει κάποιο νόημα, δεν το χρησιμοποιώ για να τον διδάξω την έννοια, αν διαφορώ γι' αυτό δεν το χρησιμοποιώ και προσπαθώ να δει την κίνησή μου και να το πει. Αυτό εννοούμε ότι απαγορεύεται. Βεβαίως, θα πρέπει να τονίσουμε εδώ τι. Υπάρχουν τέτοια διεθνή στοιχεία, αλλά να μείνουμε στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα, μέχρι το 1988, απαγορευόταν στα σχολεία κοφών η χρήση της νοηματικής. Έχουμε περιπτώσεις όπου στα παιδιά δένανε τα χέρια, για να μην νοηματίζουν. Δεν έπρεπε. Και είχαμε και τη φεδρή εικόνα, τι να κάνουν τα κοφά στο διάλειμμα, επειδή τους απαγόρευαν, να νοηματίζουν από πίσω, για να μην τους δουν. Και έβλεπε στους κοφούς να προχωράνε ο ένας έτσι, και από πίσω ο άλλος έτσι, και μετά γυρνούσε το παιδί, και μετά γυρνούσε πάλι έτσι, για να μπορέσουν να συνενοηθούν. Ήταν απαγορευμένη η χρήση της νοηματικής, διότι θεωρούνταν ότι παρεμβάλλεται αρνητικά, έτσι στην εκμάθηση της ομιλούμενης γλώσσας. Επειδή είναι άλλη γλώσσα. Βέβαια δεν ήταν αδεκτό ότι είναι άλλη γλώσσα στην Ελλάδα, έτσι. Και μόνο όταν έγινε πρόεδρο στα σχολεία Κωφών η Βενέτα Ιλαμπροπούλου, μόνο τότε, τουλάχιστον έπαψε να ισχύει σε πρώτη φάση η απαγόρευση, και μετά αργότερα αναγνωρίστηκε και η ελληνική νοηματική, ως πρώτη γλώσσα για τους κοφούς. Τώρα, ολική επικοινωνία, άρα έχουμε προφορικοακουστική, που σημαίνει χιλεανάγνωση και προσπάθεια για μεγένθηση του ήχου, για αξιοποίηση πολυματικής ακοής και προφορική έκφραση. Πάμε τώρα στην ολική επικοινωνία. Εδώ ο στόχος είναι να μάθει το παιδί τη γλώσσα, δηλαδή να επικοινωνήσει με οποιοδήποτε τρόπο. Όπως θέλει. Χιλεανάγνωση, χιλεανάγνωση. Νοήματα, νοηματική, νοηματική. Δακτυλικό αλφάβητο, δακτυλικό αλφάβητο. Και ακουστικό, και ακουστικό. Δηλαδή, στην ολική επικοινωνία χρησιμοποιούμε κάθε πιθανό τρόπο, για να δημιουργήσουμε στο παιδί γλώσσα. Δηλαδή τι? Τις έννοιες. Για να μπορεί να εκφράζει αυτό που θέλει, να κατανοεί και να δημιουργεί νέες έννοιες. Αυτή είναι η γλώσσα. Η ολική επικοινωνία. Και εδώ θα σας ζητήσω... Αυτό είναι σαφές, θα το συγκρίνουμε τώρα. Νομίζω ότι είναι απλό να το διαφοροποιήσει κανείς από την ακουστικό προφορική, έτσι? Γιατί εδώ χρησιμοποιούμε και δακτυλικό αλφάβητο, για να συγκροτήσουμε την έννοια. Δηλαδή, αν εγώ θέλω να δώσω στο παιδί την έννοια της διάθλασης, μπορώ να χρησιμοποιήσω και προφορική επικοινωνία, και μπορώ να του το δείξω σε εικόνα. Και να του δώσω ένα νόημα από τη νοηματική αν υπάρχει. Και να του το συλλαβήσω με το δακτυλικό αλφάβητο. Ό,τι χρειάζεται για να δημιουργήσει την έννοια. Εντάξει. Πάμε τώρα στη διγλωσσή εκπαίδευση. Ακουστικό προφορική, ολική και η διγλωσσία. Εδώ τώρα η βάση είναι η χρήση της ελληνικής νοηματικής γλώσσας. Αυτήν χρησιμοποιούμε. Και εδώ η ελληνική νοηματική γλώσσα θεωρείται τι? Η μητρική, η πρώτη γλώσσα. Ενώ οι ομιλούμενοι διδάσκεται μετά. Στο σχολείο λοιπόν, σαν δεύτερη γλώσσα. Άρα ο κωφός μαθαίνει τις έννοιες, μαθαίνει να εκφράζεται μέσα από τη νοηματική. Και όταν πηγαίνει στο σχολείο και μαθαίνει τι γραπτό λόγο, επειδή η νοηματική δεν είναι γραπτή γλώσσα, τότε διδάσκεται την ελληνική, αλλά ως δεύτερη. Δηλαδή, αν θέλω να του μάθω τη φωνολογία της ελληνικής γραπτής, του τη μαθαίνω χρησιμοποιώντας, επικοινωνώντας με τη νοηματική. Άρα το ονομάζουμε δίγλωση γιατί, όπως οι δίγλωστοι έχουν. Έχουν μια μητρική και μια άλλη, ή δύο που μαθαίνουν μετά. Μπορούμε να χρησιμοποιούμε τον προφορικό λόγο, χρησιμοποιούμε τα ακουστικά υπολήματα, χρησιμοποιούμε και χιλιοανάγνωση. Δεν απαγορεύονται δηλαδή αυτά. Αλλά όλα αυτά τα χρησιμοποιούμε γιατί? Για να επεξηγήσουμε και να υποστηρίξουμε την εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας, αφού μάθει πρώτα τη νοηματική. Είναι σαφή η διάκριση κυρίως μεταξύ της δεύτερης, της ολικής και της δίγλωσης. Το γεγονός ότι χρησιμοποιούμε και χιλιοανάγνωση, και χρησιμοποιούμε και ακουστικό αυτό, δεν χαρακτηρίζει τη μέθοδο. Αυτό που χαρακτηρίζει και διακρίνει τις δύο μεθόδους επικοινωνίας, είναι τι, αν η νοηματική είναι θεωρείται μητρική γλώσσα ή όχι. Τι ξέρουμε από την έρευνα τώρα. Ξέρουμε ότι τα παιδιά που... Τα κοφά παιδιά, τα οποία έχουν ως μητρική γλώσσα, τη νοηματική, μαθαίνουν πιο εύκολα τελικά και τη δεύτερη γλώσσα. Αυτό που χρειάζονται τα κοφά παιδιά, είναι τι, να αναπτύξουν γλώσσα την κατάλληλη περίοδο που αναπτύσσουν όλα τα παιδιά τη γλώσσα. Αυτό είναι το βασικό. Πρέπει δηλαδή από τη γέννηση, αν είναι το παιδί γενετής κοφό, αμέσως και ειδικά το προγλωσσικό, πρέπει να αναπτύξει γλώσσα. Ένα παιδί που δεν αναπτύξει γλώσσα, δεν αναπτύξει τι, σκέψε. Δεν έχει τρόπο να οργανώσει τις πληροφορίες χωρίς γλώσσα. Αν δεν έχω και τρόπο να ονοματίσω κάτι, είναι αδύνατον τι να κάνω. Να το κατανοήσω και να αναπτύξω πάνω σε αυτό νέες έννοιες. Άρα είναι πάρα πολύ σημαντική η ανάπτυξη μιας γλώσσας και ενώ υπάρχουν πολλά ευρήματα αντιφατικά, παγκοσμίως πια έχει γίνει σαφές ότι η έγκαιρη εκμάθηση επικοινωνίας και ανάπτυξης γλώσσας με τη νοηματική, δεν εμποδίζει το παιδί να μάθει την δεύτερη γλώσσα. Αυτό που το εμποδίζει είναι δύο πράγματα. Αν αργήσει να έχει τρόπο επικοινωνίας και δεύτερον, αν δεν του διδάσκεται η δεύτερη γλώσσα με σωστό τρόπο. Γιατί έχουμε και αυτά τα ζητήματα. Πώς διδάσκεται η γλώσσα. Εδώ προσέξτε, λέμε πώς διδάσκεται τι η γλώσσα. Δεν εννοούμε πώς διδάσκεται η προφορική γλώσσα ή η νοηματική γλώσσα, εννοούμε η γλώσσα. Ό,τι και να είναι. Δηλαδή, γιατί και εκεί υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι. Οι πιο γνωστοί είναι οι δύο πιο γνωστές μέθοδοι, η φυσική μέθοδος και οι δομημένοι. Στη φυσική μέθοδο που ονομάζεται και Λέξιγκτον, γιατί στα σχολεία Λέξιντον, στη Νέα Υόρκη στην Αμερική, εκεί αναπτύχθηκε. Εκεί τι κάνουμε, εκεί προσπαθούμε να διδάξουμε τη γλώσσα, έτσι όπως είναι και στα υπόλοιπα παιδιά. Τα υπόλοιπα παιδιά πώς μαθαίνουν τη γλώσσα τα μωρά? Πώς το μαθαίνουν? Πώς ξέρουν ότι αυτό είναι κλειδί, και ότι κλειδί είναι κάτι που το βάζω στην πόρτα για να ανοίξω. Πώς το μαθαίνει ένα παιδί, ναι. Άρα, το βλέπει το κλειδί, έτσι, το ακούει, το βλέπει με το δακτυλικό αλφάβητο το κλειδί, το χρησιμοποιούμε για να ανοίξουμε την πόρτα πολλές φορές, αλλά δεν ξεκινάω εγώ να λέω, θα πάω σήμερα και θα διδάξω το κλειδί. Αλλά γίνεται τι, γι' αυτό ότι λέμε φυσική μέθοδο, χρησιμοποιούμε κάθε επιθανή επικοινωνιακή ανάγκη, που βγάζει το παιδί ως αφορμή και διδάσκουμε. Αυτό τι σημαίνει ότι δεν έχω εξαρχίσει, ότι σήμερα θα διδάξω λεξιλόγιο σχετικό με την τάξη. Σήμερα θα διδάξω λεξιλόγιο σχετικό με το φαγητό. Όχι, ότι η επικοινωνία φέρνει στην επιφάνεια. Σε αντίθεση με τη δομημένη μέθοδο, όπου εκ των προτέρων έχουμε προγραμματισμένη διδασκαλία, προγραμματισμένο λεξιλόγιο, προγραμματισμένα γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα, και είναι ένας πολύ συστηματικός τρόπος, αλλά δεν ξεκινάει από τις επικοινωνιακές ανάγκες των παιδιών. Ξεκινάει από τη δομή της γλώσσας. Και γι' αυτό ονομάζεται δομημένη μέθοδος. Τώρα, σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση παιδιού, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς λοιπόν, ωραία, τι πρέπει να κάνουμε. Πρέπει να διδάσκουμε το παιδί πρώτα νοηματική ή να διδάσκουμε προφορικά. Πρέπει να το διδάσκουμε με τη φυσική μέθοδο ή με τη δομημένη μέθοδο. Αυτά όλα εξαρτώνται. Και εξαρτώνται από τι? Εξαρτώνται από τα χαρακτηριστικά του παιδιού. Τι θα πει χαρακτηριστικά του παιδιού? Απόλια, απώλια κοείς, ταπεραμέντο, επιμονή, τα πάντα μπορεί να παίζουν ρόλο. Οι γονείς τι ζητάνε. Φανταστείτε, έρχονται δύο γονείς που σου λένε ότι το παιδί μου θέλω να μιλήσει. Ε, τι να κάνω εγώ να τους πείσω ότι είναι καλύτερο να μάθουν νοηματικοί, για να αναπτύξουν τη γλώσσα του παιδιού τους. Αν δεν μπορέσω, δεν έχει νόημα αν αυτό είναι το καλύτερο, αν εγώ πιστεύω σαν ειδικός ότι αυτό είναι το καλύτερο, θα πρέπει να σεβαστώ και τους γονείς. Το τι εκπαιδευτικοί υπάρχουν, το τι προγράμματα υπάρχουν. Κάθε φορά που κρίνεται με ποιον τρόπο πρέπει να διδαχτεί ένα παιδί, ποιον τρόπο επικοινωνίας πρέπει να επιλέξουμε, σε ποιο σχολείο πρέπει να πάει, τι ακουστικό θα βάλει, αν θα κάνει οικογλιακό εμφύτευμα και όλα τα υπόλοιπα, πάντα το κρίνουμε με βάση το συγκεκριμένο παιδί, τους συγκεκριμένους γονείς, το συγκεκριμένο πλαίσιο. Δεν υπάρχει ένα που να είναι καλύτερο για όλους. Σε ό,τι αφορά τα σχολεία, τι δυνατότητες έχουμε. Πρώτα απ' όλα έχουμε τα σχολεία κοφών. Εδώ στη Θεσσαλονίκη υπάρχει σχολείο κοφών. Υπάρχει. Στην Κέρκυρα υπάρχει σχολείο κοφών. Στη Δημητσάνα υπάρχει σχολείο κοφών. Σίγουρα όχι. Τι σημαίνει αυτό, ότι σχολεία κοφών δεν υπάρχουν σε κάθε περιοχή. Άρα τα σχολεία κοφών έχουν ορισμένα θετικά και ορισμένα αρνητικά στοιχεία. Πρώτα απ' όλα τα σχολεία κοφών είναι πάρα πολύ υποστηρικτικά και αποδέχονται και χαίρονται, και μαγνητίζονται και πανηγυρίζουν με τη διαφορετικότητα των παιδιών. Κανένα κοφό παιδί που πάει σε σχολείο κοφών δεν είναι έλλειμματικό. Και δεν αισθάνεται καμία στιγμή έλλειμματικό. Αυτό έχει τεράστια σημασία βέβαια. Η έμφαση δίνεται στη γλωσσική ανάπτυξη και είναι μικρές ομάδες παιδιών. Επίσης πολύ σημαντικό. Γιατί? Γιατί η υποστήριξη που δινητικά μπορούν να έχουν στη μάθηση είναι πολύ σημαντική. Τα σχολεία κοφών έχουν πολύ μεγάλη ιστορία, όπως βλέπετε. Γιατί εκεί γεννήθηκε, καλλιεργήθηκε, αναπτύχθηκε η ελληνική νοηματική γλώσσα. Επίσης, γιατί μέσα από εκεί, απ' το πλαίσιο, τα κοφά παιδιά έρχονται σε επαφή με τι? Με κοφούς ενήλικες και θετικά πρότυπα. Εάν δηλαδή στα σχολεία κοφών, ειδικά, διδάσκουν κοφή, τότε καταλαβαίνετε ότι κάθε παιδί που πάει βλέπει απέναντί του έναν πετυχημένο κοφό. Και βεβαίως δίνουν τη δυνατότητα της αλληλεπίδρασης με τα κοφά παιδιά. Θα πω ένα πράγμα μόνο κι αν θέλετε το βρίσκετε μόνοι σας. Σχέση επαφής, σε ό,τι αφορά την επαφή με τους κοφούς ενήλικες. Για παράδειγμα, υπάρχουν σε άλλες χώρες πανεπιστήμια που είναι για κοφούς. Όπως είναι το Gallaudet University. Το Gallaudet είναι από κοφούς για κοφούς με κοφούς. Δηλαδή δεν μπορεί να διδάξει κανείς αν δεν είναι κοφός ή αν δεν νοηματίζει πλήρως. Επίσης, απαγορεύεται ο πρόεδρος του πανεπιστήμιου να είναι ακούον. Πρέπει να είναι κοφός. Αυτό βέβαια δίνει μία αυτοεκτίμηση και μία δυνατότητα στους κοφούς νέους, πάρα πολύ σημαντική σε σχέση με την ανάπτυξή τους και τα θετικά πρότυπα. Τώρα, τα σχολεία. Αυτό που θέλει είναι διάκριση ελληνική. Αν είναι μόνο αμύθυτο, ας είναι ασχολείο, δεν μπορεί να διδάξει κανείς αν δεν είναι κοφός ή αν δεν νοηματίζει πλήρως. Αν έχει επιλέξει να λειτουργεί και να ζει σαν κοφός, τότε είναι καλοδεχούμενος. Δεν είσαι υποχρεωμένη να πας στον Καλοντέτ. Πάνε, έχει άλλα πανεπιστήμια. Γιατί θέλεις να πας εσύ στον Καλοντέτ. Γιατί ένας ακούν θα διάλεγε να πάει στον Καλοντέτ. Φανταστείτε αν υπάρχουν 10.000 πανεπιστήμια στην Αμερική. Υπάρχει ένα, το οποίο διδάσκει στη νοηματική. Εάν θες εσύ να πας εκεί, δεν θα πρέπει να αποδεχτείς τη νοηματική. Ποια είναι η διάκριση? Αν νοηματίζεις και είσαι κοφή με κεφαλαίο Κ, φυσικά και πηγαίνεις. Δεν είναι ιατρικό. Με ποια έννοια ότι οι κοφοί διεκδικούν να έχουν την πολιτισμική τους ταυτότητα. Και άρα σου λένε, αν την αποδέχεσαι, τότε ανήκεις εδώ. Αν δεν την αποδέχεσαι, φανταστείτε ότι υπάρχουν διάφορα σχολεία εκκλησιαστικά. Τα οποία δέχονται μόνο τα παιδιά του δόγματος και τα λοιπά. Κάνουν διακρίσεις προς τους άλλους. Αν δεν θες αυτό το δόγμα, πασκελού. Τώρα, τα σχολεία κοφών έχουμε τα ημερήσια, αλλά έχουμε και οικοτροφία. Εδώ στη Θεσσαλονίκη έχουμε και οικοτροφείο, γιατί ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν παντού, τι αναγκάζονται τα κοφά παιδιά να κάνουν. Να φεύγουν σε πολύ μικρές ηλικίες από τους γονείς τους και να μένουν σε οικοτροφείο. Αυτό είναι ένα σοβαρό θέμα και έχει οδηγήσει, αν θέλετε, αρκετά προς την ένταξη των κοφών όταν αυτή είναι εφικτή και επιθυμητή. Τώρα, στα γενικά σχολεία έχουμε τρεις δυνατότητες. Η πρώτη δυνατότητα είναι στο τμήμα καρονικός και στο τμήμα ένταξης, που είναι μια αρκετά γνωστή σας ρύθμιση. Η δεύτερη εδώ είναι τι, παραμένει στην τυπική τάξη, αλλά, όπως ήταν η Σοφία, έχει παράλληλη στήριξη ή έχει διερμηναία, που βρίσκεται διαρκώς εκεί για να μπορεί να του δίνει την πρόσβαση στην διδασκαλία. Και η τρίτη περίπτωση είναι σε ειδική τάξη. Δηλαδή, είναι το σχολείο των οκόντων και υπάρχει μία τάξη που είναι μόνο για κοφά παιδιά. Αυτό δεν χρησιμοποιείται πολύ. Ήχε χρησιμοποιούνταν και εδώ στη Μαλακοπή παλιά. Στην περίπτωση των οκόντων, ποια είναι η διαφορά τους παρανιστήριξης και των ειδικημένων? Τεράστια! Ναι, ναι, διότι στην Ελλάδα που ζούμε δώσανε παράλληλη στήριξη σε κοφό, και ο εκπαιδευτικός της παράλληλης στήριξης δεν ήξερε νοηματική. Φαντάζομαι ότι η παράλληλη στήριξη είναι νοηματική στην ουσία. Ναι, κι εγώ το ίδιο φαντάζομαι. Δεν έχεις άδικο, ακριβώς έτσι. Προσέξτε τώρα όμως. Ο διερμηναίας, φανταστείτε έναν διερμηναία απλό, δεν είναι ακριβώς έτσι. Εμείς αυτό που θέλουμε και το πιο σωστό είναι να υπάρχει παράλληλη στήριξη, δηλαδή ειδικός εκπαιδευτικός, ο οποίος γνωηματίζει, ξέρει νοηματική. Αυτό είναι το ζητούμενο. Δεν ταυτίζεται με το διερμηναία, διότι ο διερμηναίας το μόνο που ξέρει είναι νοηματική. Αν δηλαδή το παιδί κάπου κολλήσει σε μια έννοια φυσικής, ο διερμηναίας δεν μπορεί και δεν απαιτείται από αυτόν, να ξέρει να εξηγήσει την έννοια. Ο εκπαιδευτικός της παράλληλης στήριξης που γνωρίζει τη νοηματική, πρέπει να ξέρει να το εξηγήσει. Ο διερμηναίας θα πάει και ό,τι λέει ο εκπαιδευτικός θα το λέει σε νοηματική. Δηλαδή του δίνει την πρόσβαση στη διδασκαλία που γίνεται. Δεν μπορεί να δώσει πρόσβαση στη μάθηση, ούτε μπορεί να υποστηρίξει. Ο διερμηναίας δίνει πρόσβαση στο τι συμβαίνει στην τάξη. Αλλά δεν είναι δάσκαλος, ο διερμηναίας δεν είναι υποχρεωτικά δάσκαλος. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Στην ειδική αγωγή, τους παιδοκόσμους της ειδικής αγωγής ποιώνει το πανεπιστήμιο, γύρεται μάθημα με νοηματική ιστία ή δεν πρέπει πραγματικά? Καταρχάς, τα πρέπει να δούμε ανάλογα με το τμήμα, με την περίοδο κλπ. Αυτή τη στιγμή δεν ξέρω τι γίνεται στο ειδική εισαγωγής. Όταν ήμασταν εμείς, ήταν υποχρεωτικά μέχρι να έπρεπε να πάρουν υποχρεωτικά νοηματικοί, όσοι ήταν της κατεύθυνσης κόφωση. Και έπαιρναν τέσσερα, όχι όλοι. Βέβαια, τα δύο πρώτα επίπεδα της νοηματικής ήταν υποχρεωτικά και για όσους έπαιρναν την κατεύθυνση αυτισμός. Αλλά όχι για όλους. Γιατί θα έπρεπε όλοι. Γιατί όταν εις το δημόζευσης θέλουν να κάνεις παράλληλη συντήρηση, αν σου τύχει το κοπαιδάκι, και εσύ δεν είχες την κατεύθυνση, τα σχολεία τι θα κάνεις? Δεν θα πας. Καταρχάς, θα σε πάρουν, διότι είναι προϋπόθεση να σε πάρουν. Τουλάχιστον, η κοφή είναι, όπως είπα, και εγωιτευτική ομάδα, αλλά είναι και πολύ ισχυρή. Δηλαδή δεν περνάς από πάνω τους εύκολα. Έχουνε θεμελιώσει ορισμένα δικαιώματα και καλά κάνουν και τα υπερασπίζονται. Ποιοι είναι οι κρίσιμοι παράγοντες τώρα? Και κυρίως θέλω να σταθώ σε ποιους. Στην έγκαιρη παρέμβαση, στην υιοθέτηση ευέλικτων στρατηγικών διδασκαλίας, και στην αλλαγή της τάσης των εκπαιδευτικών και των μαθητών του σχολείου. Πρώτον, έγκαιρη παρέμβαση. Έγκαιρη παρέμβαση συνήθως σε ποια ηλικία γίνεται, πώς το καταλαβαίνετε? Άρα για τα κοφά είναι σημείο μηδέν, από τη γέννηση. Από την πρώτη στιγμή, γι' αυτό και είναι πολύ σημαντικό η διάγνωση να γίνει έγκαιρα. Έτσι ώστε πολύ γρήγορα να γίνει η παρέμβαση. Θα πρέπει να κατανοήσουμε όμως ότι σε αυτές τις περιπτώσεις η έγκαιρη παρέμβαση δεν αφορά το μωρό. Αφορά ποιους τους γονείς. Ουσιαστικά δηλαδή στηρίζουμε τους γονείς στην επικοινωνία τους, στην εκμάθηση τρόπων επικοινωνίας με το παιδί. Άρα η πρώτη εκπαίδευση του κοφού παιδιού γίνεται μέσα από την έγκαιρη εκπαίδευση των γονιών. Και αυτή η έγκαιρη παρέμβαση κυρίως κατευθύνεται στην εκμάθηση της νοηματικής από τους γονείς, έτσι ώστε να μπορέσουν να δημιουργήσουν κώδικα επικοινωνίας, γλώσσα επικοινωνίας με το παιδί τους. Επίσης στην έγκαιρη παρέμβαση έχουμε ένα μεγάλο κομμάτι κατανόησης της κόφωσης, εξικίωσης με την κόφωση. Γιατί ένας γονιός ακούγον που αποκτάει ένα κοφό παιδί δεν την έχει, δεν ξέρει τίποτε γι' αυτό. Θα πρέπει να γνωρίσει την κόφωση για να μπορέσει να αντιμετωπίσει και το παιδί του ως μη ανάπηρο. Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά, είδα πολύ τους σαφή τα ερευνητικά δεδομένα, ότι κοφά παιδιά κοφών γονέων τα πηγαίνουν καλύτερα στη μάθηση. Γιατί από την πρώτη στιγμή που γεννιούνται, πρώτον αναπτύσσουν γλώσσα, δεν έχουν κανένα έλλειμμα στη γλώσσα, και δεύτερον έχουν υψηλή αυτοεκτίμηση, γιατί δεν τα βλέπουν οι ίδιοι οι γονείς τους ως ελλειματικά. Άρα η έγκαιρη παρέμβαση αξιοποιεί αυτά τα δεδομένα για να μπορέσει να υποστηρίξει τα παιδιά. Αν πάμε τώρα στην υιοθέτηση των ευέλικτων στρατηγικών διδασκαλίας, ανεξάρτητα από την απόφαση για το που θα φοιτήσει ένας μαθητής, αν θα είναι σχολείο κοφών, αν θα είναι τμήμα ένταξης, αυτό που έχει σημασία είναι η τρόπη διδασκαλίας να είναι ευέλικτη. Δηλαδή να αξιοποιούν κάθε δυνατό μέσο υποστήριξης των κοφών μαθητών. Οι κοφοί μαθητές, ξέρετε, είτε από τα σχολεία κοφών, είτε από τα τυπικά σχολεία, έχουνε τεράστια προβλήματα μάθησης. Όταν πάρετε το γραπτό ενός κοφού μαθητή, θυμίζει πάρα πολύ το γραπτό ενός δυσλεξικού μαθητή. Πολλές φορές είναι δύσκολο να το ξεχωρίσεις. Το λεξιλόγιο δεν είναι πλούσιο, τα λάθη είναι πάρα πολλά, η σύνταξη είναι πολύ προβληματική. Γιατί, ή δεν έχουν αναπτύξει γλώσσα, ή έχουν τη μητρική γλώσσα, την μητρική γλώσσα επικοινωνίας, την νοηματική, αλλά δεν έχουν διδαχτεί αρκετά συστηματικά την ελληνική γλώσσα και άρα αντιμετωπίζουν προβλήματα στη μάθησή τους. Δυστυχώς, το εκπαιδευτικό σύστημα δεν έχει καταφέρει να διδάξει με επιτυχία τα κοφά παιδιά, τα οποία μπορούν απολύτως να μάθουν. Δεν έχουν περιορισμούς γνωστικούς. Έρχομαστε στη στάση των εκπαιδευτικών. Ναι, ή θέλεις κάτι να ρωτήσεις. Μαθαίνουν τη γλώσσα ανάλογα με το τι επιλογή κάνουν οι γονείς τους για την πρώτη τους γλώσσα. Αν η πρώτη τους γλώσσα είναι η νοηματική ή αν η πρώτη τους γλώσσα είναι η ελληνική, αν θα βάλουν οικοχλιακό εμφύτευμα, αν θα βάλουν ακουστικό βαρυκοΐας και θα ακολουθήσουν και στις δύο περιπτώσεις υποστήριξη λογοθεραπευτική, αυτό εξαρτά είναι επιλογή των γονέων, έτσι. Αλλά το σημαντικό είναι η ανάπτυξη της γλώσσας, όχι της ομιλίας της γλώσσας, όποια είναι αυτή. Ένα παιδί πρέπει να υποστηριχθεί πάρα πολύ γρήγορα για να αναπτύξει η γλώσσα. Έτσι, ένας σημείο καμπής. Και ένα δεύτερο είναι, με όποιον τρόπο το κάνει αυτό, όταν θα πάει να δαχθεί τη γραπτή ελληνική, να χρησιμοποιηθούν ευέλικτες μέθοδοι ώστε να τη μάθει. Είναι πολύ σημαντικό. Μια μεγάλη κριτική στα σχολεία κοφών, είναι ότι οι απόφητοι των σχολείων κοφών έχουν χαμηλό μαθησιακό επίπεδο. Μαθησιακό, όχι γνωστικό. Δεν έχει να κάνει με τις γνωστικές ικανότητες αυτό, αλλά με το τι έμαθαν. Και αυτή είναι μια πολύ σοβαρή κριτική, η οποία δεν συνδέεται με τους περιορισμούς των παιδιών, αλλά συνδέεται με τις δυνατότητες που είχε αναπτύξει στο σχολείο να υποστηρίζει τη μάθησή τους. Και να έρθω στην αλλαγή στάσης, να το δούμε μαζί με τους κοφούς και τη σχολική ένταξη. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια βλέπουμε ένα μεγάλο ενδιαφέρον της ευρύτερης κοινότητας για τους κοφούς. Οι νοηματικοί είναι πάρα πολύ δημοφιλείς. Έτσι, ακόμη και στο σχολείο του δημοτικού στα βιβλία υπάρχει ένα μάθημα για τη νοηματική. Βέβαια το μπερδεύουνε νοηματικοί με δαχτυλικό αλφάβι το μαζί. Αλλά τουλάχιστον εμφανίζονται εκεί μέσα. Τώρα, τι ξέρουμε για τη σχολική ένταξη. Πρέπει να πούμε ότι η κοινότητα των κοφών δεν τοποθετείται θετικά προς την συνεκπαίδευση. Προς το να εκπαιδεύονται τα κοφά τα παιδιά μέσα στις τυπικές τάξεις. Ξέρουμε επίσης ότι, από την άλλη μεριά, όταν τα παιδιά εκπαιδεύονται στις τυπικές τάξεις, ή σε ειδικές τάξεις κοφών, τότε είναι κοντά στο σπίτι τους. Δεν αναγκάζονται να φύγουν για να μένουν σε οικοτροφείο. Γιατί σχολεία κοφών δεν μπορεί να υπάρχουν σε κάθε περιοχή της Ελλάδας. Την αλλαγή στάση την είπαμε ότι είναι πιο θετική, έτσι, τώρα. Όταν είναι στην ένταξη, πολλές φορές έχουν δυσκολίες επικοινωνίας με τα υπόλοιπα παιδιά και συμμετοχής. Διότι ο τερμηναίας τι θα κάνει, θα πηγαίνει μαζί με το παιδάκι να παίζει γύρω-γύρω. Τα υπόλοιπα παιδιά θα πρέπει τι να κάνουν να μάθουν να επικοινωνούν. Αυτό δεν έχει γίνει ακόμη. Επίσης έχουμε το πρόβλημα που αυτό το αναφέραμε ήδη. Τα παιδιά μέσα στην τυπική τάξη καταλαβαίνουν ότι σε ορισμένα θέματα που αφορούν επικοινωνία μειωνεκτούν. Ότι είναι διαφορετική. Ότι δεν μπορούν να δώσουν πλήρως τον εαυτό τους και να γίνουν κατανοητά και να συμμετέχουν πλήρως. Και αυτό πιθανά να τους κάνει είτε να κλείνονται, είτε να αισθάνονται ελειματικοί. Επίσης έχουμε ότι μέσα στα σχολεία ακόοντων παιδιών, τα κοφά παιδιά που μπορούν να υπάρχουν είναι λίγα. Φανταστείτε ένα σχολείο ακόοντων. Πόσα κοφά? Πολλές υπάρχουν περιπτώσεις που είναι ένα. Αυτή είναι η χειρότερη περίπτωση ένταξη που μπορεί να γίνει. Δηλαδή το παιδί δεν έχει κανέναν να ταυτιστεί. Ή μπορεί να είναι, πάει το δευτεράκι, δημοτικού, και το άλλο εκεί πάρει και ένα στην έκτη. Και τι έγινε, θα ασχοληθεί ποτέ το έκτης δημοτικού με το δευτέρας, αν αποκλείεται. Αυτά είναι λίγο τα αρνητικά. Επίσης ξέρουμε το σημαντικότερο από όλα, ότι οι κοφήμαθητές έχουν αρνητικές εμπειρίες. Εδώ όμως πρέπει να σταθούμε λίγο. Οι κοφήμαθητές που σήμερα μιλούν για τις εμπειρίες τους είναι 18, 20, 25. Άρα πήγαν σε ένα άλλο σχολείο από αυτό που σήμερα υπάρχει σε σχέση με αποδοχή ή με υποστήριξη. Αυτό το λέω απλώς, όχι για να πω ότι έχουν άδικο ή δίκιο, αλλά ότι πιθανόν στο μέλλον να έχουμε και κοφούς απόφητους τυπικών σχολείων που να δηλώνουν και θετικές εμπειρίες. Όμως μέχρι τώρα οι εμπειρίες τους είναι θετικές. Μέχρι τώρα είναι η μοναδική ομάδα η οποία δεν θέλει να ενταχθεί στο τυπικό σχολείο. Μέχρι τώρα η εκπαιδευτική κοφών, που ασχολούνται με την εκπαίδευση των κοφών, είναι η μόνη εκπαιδευτική που είναι αρνητική προς την ένταξη των κοφών. Άρα είναι μια ομάδα στο χώρο της ειδικής αγωγής που έχει αρκετές αντιρίσεις σε ό,τι αφορά την πλήρη ένταξή τους. Το έτημα των κοφών, συνήθως, αυτό που προβάλλουν προς τα έξω, δεν μας ενδιαφέρει η ένταξη μόνο, μας ενδιαφέρει η συμμετοχή. Αν είναι να μπορούμε να είμαστε κάπου και να συμμετέχουμε, τότε ναι. Αν όχι όμως, δεν προτιμούν, επειδή έχουν τη δυνατότητα να ζουν μια πλήρη ζωή μέσα από την κοινότητά τους. Δεν χρησιμοποιήσα καθόλου τον όρο κοφάλαλο, γιατί δεν είναι δόκιμος. Ο κοφάλαλος ξεκινούσε από τη λογική ότι δεν έχει, είναι κοφός και επίσης δεν μπορεί τι να κάνει να μιλήσει. Πράγμα το οποίο πρώτον δεν είναι αληθές, υπάρχουν κοφοί που μιλούν, δεύτερον οι κοφοί με κ κεφαλαίο θεωρούν ότι μιλούν, αλλά μιλούν τη νοηματική γλώσσα. Άρα ο κοφάλαλος δεν γίνεται δεκτό από κανέναν, γι' αυτό δεν το χρησιμοποιώ. Βεβαίως, χρησιμοποιείται και μάλιστα πολλές φορές υπάρχουν και κάποιοι που δίνουν και καρτελάκια εκεί που τρώτε έξω και κάποιοι λένε είμαι κοφός και κάποιοι λένε είμαι κοφάλαλος. Το κοφάλαλος δεν χρησιμοποιείται πουθενά, κυρίως γιατί η νοηματική είναι η επίσημη λαλιά των κοφών. Δηλαδή πολύ συχνά μπορείτε να πείτε νοηματίζει ή μιλάει με νοηματική, εκφράζεται δηλαδή με νοηματική. Για να μιλήσω εγώ, για να πω δηλαδή τώρα, τι θα πρέπει να συμβεί, θα πρέπει να έχω ακούσει το τ, το ο, το α, το τώρα, έτσι. Να το έχω ακούσει πολλές φορές έτσι ώστε να έχω προσπαθήσει αργότερα να πω το, το, το και όταν λέω το το ακούω, ταιριάζει με αυτό το το που είπα εγώ. Δηλαδή το μικρό παιδί μαθαίνει να μιλάει και λέει τοπι, εάν εσύ είσαι μωρό και εγώ ουδέποτε χρησιμοποιήσω μαζί σου τη λέξη τοπι, αλλά λέω μπάλα, δεν λέω τοπι. Εσύ πώς θα ξέρεις ότι αυτό το λένε τοπι, αν μάλιστα το λέω τοπι και θες να το πεις και εσύ τοπι και ξεκινάς να το πεις σε μωρό και λες πόπι. Έχεις μέσα σου την ηχητική εικόνα, το άκουσμα τοπι και όταν το λες πόπι, πας το συγκρίνεις και λες όχι, δεν ακούγεται το ίδιο και μετά μπορείς να προσπαθείς να το ξαναπείς. Και φυσικά σιγά σιγά τα λες σωστά. Ένα κοφό παιδί δεν έχει ακουστική εικόνα για το το, για το μα, για το κά και άρα είναι αδύνατον τι να κάνει. Να το πει αυθόρμητα, έτσι, πρώτον. Άρα θα πρέπει να το διδαχθεί είτε με την κίνηση, με τον καθρέφτη, με τη σωστή τοποθέτης, με τη λογοθεραπεία, αλλά επίσης δεν θα μπορεί κάθε φορά που το λέει να το ακούσει αν το λέει σωστά, έτσι. Γι' αυτό, κυρίως η προγλωσική κοφή, κοιτάξτε, αν έχω αναπτύξει γλώσσα και τα έχω όλα αυτά, φυσικά μιλάω. Αν χάσω την ακοήμα από κάτι εκφιλιστικό πέντε χρονών, φυσικά μιλάω, διότι έχω ολοκληρώσει τη γλώσσα πια, έτσι. Αν είναι προγλωσικά κοφή, τότε ακόμη κι αν διδαχτώ να μιλώ, θα είναι πολύ δύσκολο να μιλώ όπως ένας ακούω. Όταν είχα πάει στην Αμερική για σπουδές, και φυσικά στην αρχή μιλούσα τα αγγλικά με έναν άλφα τρόπο, μια προφορά και τα λοιπά, είχα πάει στην τράπεζα. Λέω λοιπόν στην τράπεζα στον υπάλληλο κάτι και μου απαντάει... Are you deaf or a foreigner? Γιατί? Ήταν κοφός και έκανε χιλιανάγνωση, δεν με άκουγε. Ο τρόπος που μιλούσα εγώ, έτσι, κατάλαβε αμέσως ότι αυτή δεν, η δικιά μας είναι, σου λέω, είναι κοφή και γι' αυτό τι δεν κάνει, δεν τοποθετεί σωστά, δεν με άκουσε, αλλά κατάλαβε ότι ο τρόπος με τον οποίο αρθρώνω δεν είναι ορθός. Άρα είμαι κοφή και άρα το έχω μάθει τεχνητά αυτό, είμαι ξένη και άρα πάλι δεν αρθρώνω σωστά, έτσι. Άρα αφθόρμητα ένας κοφός δεν μπορεί να αρθρώσει, παιδιά, σωστά. Θα πρέπει να το διδαχτεί και πάλι, αν ακούσετε κοφούς να μιλούν, μπορεί να έχουν, να ανεβοκατεβαίνει η ένταση της φωνής τους, έτσι, να είναι πιο ξίσο τόνος, να αλλάζει η χρειά, γιατί όλα αυτά τα ρυθμίζουμε, πώς, μέσα από την ακοή, εντάξει. Λέγεσαι βαρύκος ή κοφός όχι ανάλογα με το πότε αποκτάς το πρόβλημα, αλλά με το πόσο απώλεια ακοής έχεις. Λέγεσαι κοφός με κ κεφαλαίο επειδή το επιλέγεις. Επίσης, ο βαρύκος είναι αυτός που βγάζει κάποιες κραυγές, ίσως ποιος είναι οι ενόητοι φίλοι που μπορούν να μιλήσουν καθόλου. Είναι κοφούς, οι οποίοι δεν μιλάνε καθόλου. Καταρχάς, κραυγές βγάζουν όλοι. Ποιος σας είπε, σας, ότι άμα πας να βαρέσει ένα κοφό που δεν μιλάει, δεν θα φωνάξει. Αυτή την εικόνα έχετε, δεν φωνάζουν όταν δεν ισχύει αυτό το πράγμα. Παιδιά, οι κραυγοί τι είναι, είναι ο αέρας που βγάζω από μέσα. Αυτό όμως, για να γίνει ομιλία, χρειάζεται να έχω κατάλληλες κινητικές δεξιότητες. Άρα, όλοι έχουν ήχο, όλοι παράγουν ήχο. Εκτός εάν τους λείπει, δεν έχει να κάνει την κόφωση αυτό, υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν λάρυγγα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν παράγουν, δυσκολεύονται σε αυτό. Ή έχω κάτι στις φωνητικές μου χορβές. Αυτό είναι άλλες κατηγορίες, αλλά όλοι οι κοφοί παράγουν ήχο. Άλλο ήχος, ενώ άλλοι μιλούν. Αυτό έχει να κάνει με το πώς με έμαθαν τη νοηματική, σε ποια ηλικία, αν διτάχτηκαν παράλληλα και πόσο καλά ξέρουν την δεύτερη γλώσσα, την ομιλούμενη, γιατί όταν την ξέρεις, τη χρησιμοποιείς και αυτή πιθανά συγχρόνως. Αλλά όχι ότι δεν παράγουν ήχο, δεν είναι βουβή. Αλλά δεν παράγουν αφθόρμητα, χωρίς διδασκαλία και μάθηση, ομιλία. Διότι η ομιλία χρειάζεται, για να παράγω ορθώς κάτι, θα πρέπει να το έχω ακούσει πρώτα, αλλιώς δεν μπορώ να το παράγω. Υπάρχουν ορισμένοι κοφοί, οι οποίοι θερρούν τον εαυτό τους βαρύκο, τους οποίους δεν θα τους καταλάβετε ότι είναι κοφοί. Δηλαδή είναι μεταγλωσική κοφή, εγώ έχω φοιτήτρια μεταγλωσική κοφή, η οποία όταν μιλάει δεν την καταλαβαίνεις καθόλου, και μάλιστα επειδή δεν μου το είχε πει κιόλας, δεν ήξερα ότι είναι κοφή. Και μόνο όταν κάποια στιγμή έσκυψα κάτω, μίλησα και γύρισα για να μου απαντήσει, και την είδα που με κοιτούσε και τη ρώτησα, είσαι κοφή? Και μου λέει ναι. Ήταν κοφή με κάπα μικρό σίγουρα, αυτό είναι βέβαιο. Άρα υπάρχουν, ξαναλέω ότι κάθε περίπτωση εξαρτάται πάρα πολύ από το πότε άρχισε η απόλυα της ακοής. Ένας προγλωσσικά κοφός είναι πάρα πολύ δύσκολο να έχει ομιλία, η οποία να μην αναγνωρίζεται ως διαφορετική. Αλλά μπορεί τι να είναι κατανοητή. Βεβαίως ένας κοφός ο οποίος μιλά θα πρέπει να μπορεί να διαβάζει τα δικά μου χείλη. Και αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο, παιδιά. Εάν, για παράδειγμα... Τι είπα? Δεν είπα καταλάβετε όμως, είπα θα χορεύετε καλύτερα. Γιατί είπα αν συνεχίσω να μιλάω και να χορεύω όπως τώρα. Αλλά γιατί συνδυάζεται πράγματα, αυτό όμως δεν σας δίνει πάντα. Τη σωστή κατανόηση. Πόσο μάλλον, αν σκύψω, αν γυρίσω, τότε πλέον έχει χαθεί η κατανόηση.