Αλλαγή παραδείγματος; Η πρόκληση μιας νέας συνταγματικής οργάνωσης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο: Αξιότιμοι προσοκημένοι της σημερινής εκδήλωσης, αγαπηστά της αγκαλυμαρικής κοινότητας, φίλες και φίλοι, αγαπητή μας Άννα. Ευχαριστώ θερμά τους οργάντες που μου δίνουν σήμερα την ευκαιρία να μιλήσω εδώ, στη πόλη του Τέμισου Παμισίνιου, σε μια εκδήλωση προς τιμή των αίμιστων φίλων και συναδέλφων, Τιμή Τιτσάνς και Γιώργο Παπαδημπέ. Ειλικρινά πιστεύω ότι τόσο αυτοί, όσο και οι άλλες εκδήλωσες που προηγήθηκαν, δεν είναι παρά ένα ελάχιστο μέρος από τον φιλόμενο φόρο τιμής, για όσα μας προσέφεραν, όχι μόνο με το έργο τους και τη διδασκαλία τους, αλλά και με το φιλό τους, επιστημονικό και ανθρώπινο πράγμα. Είναι αναφισβήτητο ότι τόσο η χώρα μας ειδικά, όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση ειδικότερα, βρέθηκε αντιμέτωπες με μια πρωτοφανή κρίση, που συντάραξε σε θέματα όλες τις παραδοχές και όλες τις δευθυρότητες που σφράγγισαν τις τελευταίες δεκαετίες, τόσο την ελληνική όσο και την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Είναι εμείς αναφίβορο ότι η πλέον προφανής και έκτηλη πλευρά της κρίσης είναι η οικονομική. Η πρωτοφανή σύγκριση των τελευταίων χρόνων οδήγησε σε ραπτέρ χειροτέρευση της ειδικότητας όλων σχεδόν των ευρωπαϊκών λαών και ιδίως του Νότου. Ενώ ο δικός μας, λόγω και των ιγέντρων οικονομικών μας των αφηλεινών, είναι μακράν το πιο κραυγαλείο θύμα της κρίσης. Ωστόσο, η οικονομική κρίση δεν είναι παρά η ορατική πλευρά του Βαγώβου. Πίσω από αυτή, σοβεί με άλλη κρίση, εντονότερη και ίσως σημαντικότερη, τόσος ευρωπαϊκό όσο και συγκριτικό επίπεδο. Πρόκειται προεφόντος για τη δομική κρίση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, καθώς οι θεσμικές και οι λειτουργικές αρτέλειες της ευρωζώνης όχι μόνο αναπροφοδοτούν και μελεθύνονται οι κρονικά προβλήματα, αλλά και αναδειχνούν ανάπτυφα την εγγενώσευματική και καταθανώς ατελέστον, υπό τις παρουσίες συνθήκες, συνταγματική οργάνωση της Ε.Ε., όπως αυτή έχει διαμορφωθεί μέσω αργώσεων διαδικασιών και αμύχανον ενίον δέκτυων μικρών θεσμικών πολιτικών. Παράλληλα όμως, η κρίση φαίνεται να αγκίζει πλέον και τη στεγματική τάξη της χώρας μας, η οποία κατά την περίοδο της κρίσης έδειξε να αποτελεί και η ίδια πλέον μέρος του προβλήματος, καθώς δεν πόρεσε να αποτρέψει κρακαλές παρακτορπές του πολιτικού συστημάτος, ενώ παρουσίασε κεφαλή σημεία κόπωσης, καθώς και έκδυρες αδυναμίες και ιστερήσεις. Πέρα, λοιπόν, από το ζήτημα της οικονομικής κρίσης κατά αυτό, το μεγάλο ερώτημα που κίθηται πλέον με αδυνάκωση μου είναι το ακόμα. Μήπως ήρθε η ώρα να υλοφευγηθούν ρισμικές θέσεις αντί των μεσοπλέσεων οικονομικών και πολιτικών που έχουν επικρατήσει έως τώρα, με αμφίβολα, αν όχι ανίβατα, τα αποτελέσματα, ή για να το πούμε αλλιώς, μήπως ήρθε η ώρα για αλλαγή παραδείγματος στη συνεργατική οργάνωση τόσο της Ευρώπης όσο της χώρας μας. Ας δούμε όμως το ρόλο αυτό πιο συγκεκρινά. Τα υγιεινή ελλείμματα και τα δοικαπροβλήματα στο συνταγματικό ετοχόνομα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι λίγο πολύ γνωστά και έχουν αναλυθεί σε βάθος από τους δυο τυπώμενους σήμερα άλλοι με τους συναδέλφους, οι οποίοι κυριολογικά άνοιξαν δρόμους στην μελέτη του σύγχρονου και ιδιότικου ευρωπαϊκού συνταγματισμού. Τι θα σημαίνει λοιπόν με βάση και της πολίτερης συσφοράκτους ανάγκη παραδείγματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα σημαίνει πρώτα και πάνω απ' όλα αμφισβήτηση της πρωτοκαθυμρίας του οικονομικού απέναντι στο πολιτικό και κατεπέκταση της πρωτοκαθυμρίας της ιδιωτικής κοινωνίας των αγορών απέναντι στην πολιτική κοινωνία των δημόσιων θεσμών και του Ιόρκη. Θα σημαίνει δηλαδή την αποκατάσταση μιας στοιχειών του ζέστρου πολιτικής αυτονομίας του Ευρωπαϊκού Δημόσιου Κόρου. Η αποκατάσταση όμως μιας τέτοιας αυτονομίας δεν είναι εύκολη υπόθεση. Και αυτό βέβαια δεν οφείλεται μόνο στον ηγεμονικό ρόλο που έχει αναλάβει σήμερα, de facto, το ισχυρότερο οικονομικά εθνικό κράτος της Ευρωζώνης. Το πρόβλημα αυτό, που είναι σχετικά πρόσωπο, έρχεται απλώς να προσθεθεί σε ένα πλέγμα παλαιότερον και προ πολλού διαπιστωμένων προβλημάτων, που δυσκαιρένουν ούτως ή άλλως την πορεία αποκατάστασης πολιτικής αυτονομίας του Ευρωπαϊκού Δημόσιου Κόρου. Πρώτον, διότι η πολιτική αυτή η αυτονομία είναι εξαρχής υπονομευμένη λόγω του πολλαπλά ελληματικού μοντέλου στιγματικής οργάνωσης που έχει επιτρατήσει ως τώρα. Και δεύτερον, διότι ναι μεν ο ρόλος και οι αρμοδιώτες των ευρωπαϊκών θεσμών διευρύνθηκαν στην υποδοχή της παγκοσμοποιήσεις, είναι όμως κατά ένα τρόπο πολιτικά μονομεροί και υπονομικά υπονομευμένοι. Το πρώτο λοιπόν που χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να επιτεχθεί η πολιτική της αυτονομίας, είναι η εγκατάλληψη του σημερινού εγγενός ερμαθώδικου και πολιτικο-οικονομικά νεροεκτικού μοντέλου, που προσπαθεί μάτια να εισοδοποιήσει ανάμεσα στο εθνικό και το εθνικό, ανάμεσα στους οικονομικά ισχυρούς και στους οικονομικά δυνάμους και συνάμως ανάμεσα στο ρόλο της μακράς ισχυρώς των αγορών, που προσπαθούν να τις επιβάλλουν ιδιωτικές εξουσίες του υπερθυντικού οικονομικού περιβάλλοντος και στο ρόλο του επαρκούσαντι βαρ στην ασυνδοσία των αγορών, που τον υπαγορεύει η παράδοση του ευρωπαϊκού νομικού και οικονομικού πολιτισμού. Με αυτή την επιλογή προϋποθέτει και συνεπάλλεται πρώτα και πάνω απ' όλα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει επιτέλους να υποθετήσει ισχυρούς και αποτελεσματικούς κοινωνικούς θεσμούς, οι οποίοι για να είναι τέτοιοι πρέπει ταυτόχρονα να διαθέτουν επαρκείς αρμοδιώτες και ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση. Στο σημείο αυτό, οι επιλογές συνεχίουν. Η πρώτη είναι να επιταχύνει τον μετασηματισμό των ισιών των σήμερα ασθενών ευρωπαϊκών κοινοκουδευτικών θεσμών, ώστε η Επιτροπή να μετασηματιστεί σε μια ισχυρή ευρωπαϊκή κυβέρνηση, που θα διτουργεί στο πρότυπο ενός ιδιότυπου οργανικού κοινοκουδευτισμού. Αυτό σημαίνει ιδίως διτλή εμπιστοσύνη. Αφενώσουμε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αθεταγωδέα από ένα δεύτερο ισχυρό ομορφητικό σώμα, στο οποίο πρέπει να υπροσωπούνται στον ολόκληρο δυνατό επίπεδο και με τη μέγιστη δυνατή αναλογική πάντως ισοτιμία θα κράθει μέλλον, με ιδικαίωμα αριθμού συγκυρίας για ένα σημαντικό αριθμό κρίσιμων πολιτικών αποφάσεων. Η δεύτερη επιλογή είναι να υιοθετηθεί έναν αρθικό μοντέλο, προέδειπο χαρακτήρα. Η αναλογή θα είναι πλέον δυστυχή, καθώς οι επικεφαλείς της εξουσίας θα εκλέγεται με άμεση επιλογή και θα διορίζει τη συνέχεια την Επιτροπή Ιδηλανδική Κυβέρνηση, ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και το δεύτερο νομορφητικό σώμα, στο οποίο θα υπροσωπούνται κατά ομορφέρο καθένα τη μέλη, δέχουν ακόμη σημαντικότερες ελευθευτικές θαυμαδιώτητες και ακόμα ισχυρότερο δικαιομάτιος συγκυλίας για κρίσιμες αποφάσεις. Μια τέτοια συνταγματική ένας συγκρότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης τελεί υπό δύο απαρήγγικες προϋποθέσεις. Πρώτον, ότι θα αποδοθεί ένα είδος ευρωπαϊκής υφαγγένειας προκειμόν να συγκροτηθεί ένας ενιαίος ευρωπαϊκός δήμος που θα αποτελέσει νέα παράγγελικη κοινωνικοποίησης του έτσι ανατομούμενου ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος και των επιμέρους οργάνωματος. Δεύτερον, ότι θα αναδιοργανωθεί το κομματικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ισχυρά πανευρωπαϊκά κόμματα που θα κατεύονται με τα αντικά τους ξεχωριστά ονόματα και σύγκρονα και θα αποτελέσουν πλέον τους κύρινους αντιπροσφεκτικούς θεσμούς για την πολιτική έκφραση των ευρωπαϊκών κοινωνικών δυνάμεων, κατεπέκταση δε, και τους καθοριστικούς μοχρούς για την επίτεξη ενός νέου υπερεθνικού πλέον πολιτικού κλουραλισμού που θα αποτελέσει την βάση της ουσιαστικής κοινωνικοπολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης. Μόνο μια τέτοια συνταγματική αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού οικοδομήματος που θα συνειάσει την δημοκρατία με την αποτελεσματική άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας μπορεί να επιτρέψει την αντιστοίχηση των ευρωπαϊκών θεσμών με τις προκλήσεις των γερόν, τόσο σε ό,τι αφορά την διασφάλιση της δημοσιολογικής πληθακίας και την αντιμετώπιση των ελλημάτων, όσο και σε ό,τι αφορά την άσκηση πρόσφορον για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική επιμερία πανευρωπαϊκών δημόσιων πολιτικών. Δεν μπορώ να επεκταθώ στο σημείο αυτό λόγω της έμψης χρόνου, είμαι όμως φεύγος ότι η ραντιότητα τέτοιων ισχυρών ικονομικών θεσμών και μηχανισμών θα έχει σημαντική και σε ποδέν σχήσης. Σπερνώ πάντως στο σημείο αυτό να προλάβω ένα εύκολο ερώτημα. Αν υιοδηλειθεί αυτή η νέα συνταγματική αντιτεκτονική, σε τι θα διαφέρει η Ευρωπαϊκένωση από τα υπάρχοντα νομοσποντιακά κράτη και πώς θα μπορούμε πλέον και αντιμετωπλάμε και την Ευρώπη των κρατών και των λαών, όπως θεραμένης ο Δημήτρης Τσάζος. Είναι αλήθεια ότι οι αλλαγές που σε αρνές βραμμές και αρνάγκες σχηματικά και ελληνικά περιέγραψα είναι πολύ πλησιέστερα στο νομοσποντιακό μοντέλο από όσο η συμμετοχή δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, υπό τις σπαρούς συμβείτες, η λογική αυτή, η λογική αυτή της οποίας προτερράτησε την κόρα μας στο Νομοσποντιακό Παναγιτριού, είναι ταυτόδονα πολύ πλησιέστερα πλέον και στη λογική της Ευρωπαϊκής Υπολιτίας, την οποία ανέφερε ο Δημήτρης Τσάζος. Η Ευρωπαϊκή Υπολιτία, αγαπητοί φίλοι, είναι μια έννοια δυναμική και όχι στατική. Για όσο διάσημα η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργούσε παράλληλα με ισχυρά και ευημερούντα εθνικά κράτη, η εμπιστοσύνη ανακτητήρισης νέας ισορροπίας ανάμεσα στο εθνικό και το υπερεθνικό, ήταν απολύτως δικαιωμημένη. Σήμερα όμως, ζούμε σε μια Ευρώπη ανίσχυρον και παραπεών των εθνικών κρατών και απασφαλών και φοβισμένων λαών, που είναι στην πραγματικά θύματα της κρίσης, διότι τιμωρούνται αυτοί για όσα έπρα έγραξαν οι διεφθαρμένες ενδοτικές και ανήκανε σημαντικές αιλήσεις των εθνικών κρατών. Ως εκ τούτου, η επιτάχυνση της πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης αποτελεί, όσο κερφέται το ψήμωρο, τη μόνη ορατή προοπτική για την διάσχυση σε ανώτερο επίπεδο, τόσο της εθνικής κυβεριαρχίας, όσο και των δημοκρατών και κοινωνικών κατακτήσεων, που επιτεύθηκαν στον πλαίσιο των εθνικών κρατών και αποτελούν τη ροζέα του ευρωπαϊκού νομικού και πολιτικού πολιτισμού. Αυτό, όμως, προϋποθέτει την τήρηση δύο βασικών προϋποθέσεων, που είναι, κατά την άποψή μου, και η πλέον σημαντική επισκημονική παρακαταθήκη των τιμώμενων σήμερα αιλήμιστων συναδέλφων. Πρώτον, ότι τόσο είναι τα βράκτιση μονεκτικών ανομονητήτων, όσο και η ασυνθήσή τους από ευρωπαϊκά πλαιόγραμμα, θα γίνει με όρους ευρύας δημοκρατικής νομιμοποίησης, ώστε να συνοδεύεται από ένα ισοτίναμο λαϊκής κυριαρχίας και να αποτελεί έτσι συνέχεια και όλη η οπιστοδρόμηση στη μακρά πορεία του δημοκρατισμού, του δημόσια κόρου και των διτουριών. Δεύτερον, ότι η ευρωπαϊκή νομιμοποίηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ούτε ενός αφτελούς και συχνά άκρη του φιλοευρωπαϊσμού, αλλά ούτε επί ενάς στενής και πολύ στιγμής λογικής για την εξυπηρέτηση αγοραίων συγκαρόνων. Αντίθετα, οφείλε να υπηρετεί τις προσδοκίες, τις ανησυχίες και τις ανάγκες ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμων, που αποτελούν την πλουραλιστική έκφραση του ευρωπαϊκού δήμου και παρέχουν έτσι το ασφαλέστερο υπόβαθρο και την καλύτερη εγκύση για τον δημοκρατικό και κοινωνικά χρήσιμο χαρακτήρα της. Υποτοπίζουν αυτό ένα χρήσιμο σημείο που συνδέεται με την αλλαγή παρατήγματος και το ότι πρέπει να επανεξεταστεί η σχέση του κρατούντος συστήματος της ΕΕ με τις ανοιγόμενες δυνάμεις της ευρωπαστικής αριστεράς, δεδομένου ότι αυτή κατά την άποψή μου, σε αντίθεση με την εθνική και λαϊκιστική δεξιά, είναι εξορισμού ενσωματώσιμου στο παραπάνω ενοπητικό εγχείρημα. Διότι είναι φανερό, για όποιον δεν βλέπει το παρόν με τα παραμορφωτικά γιανιά των παρελθόντων, ότι η ΕΕ προοπτικά είναι το μόνο ισχυρό πολιτιποθεσμικό αντίβαρο απέναντι στην επαπληλούμενη πολυγαρία των αγορών, που φιλοδοξεί να θυσιάσει στο κομμάτι του κέντρους όλες τις σημείς πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας. Ως εκ τούτου, η αλλαγή παραδείγματος του ευρωπαϊκή ένωση δεν συνδέεται μόνο μια νέα συνταγματικά ιδιωτική, που θα επιτρέφει την άσκηση ενιαίων και αποτελεσματικών πολιτικών στο περίοδο της οικονομίας, της άγγινας και της συγκεκριτής πολιτικής. Απαιτείται ταυτόχρονα ο αποκαρακτησμός των ευρωπαϊκών δεσμών από τη λογική ένωση μονόπλευρου οικονομικού και πολιτικού προσανατολισμού, που αποκλείει αντί να αρθείς δυνάμεις στην προσπάθεια εμπάθεισης της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτά στις πολύγενικές γραμμές, αγαπητοί φίλοι, για την αλλαγή παραδείγματος ευρωπαϊκότητας, ισχύει όμως το ίδιο και τη χώρα μας. Είναι γνωστό ότι το συνταγματικό μας υποδόμημα δεν ευφανίζει ανάλογα αποτείματα με αυτά της ευρωπαϊκής ένωσης. Το ελληνικό σύνταγμα του 1975 υπήρξε ένα πολύ σημαντικό σύνταγμα που σπράγησε την εποχή της ελλαπολίτευσης αλλά και επανασυνέδεσε με καθυστέρηση 30 χρόνων τον ελληνικό με τον ευρωπαϊκό σύνταγματισμό. Τι είναι ο καρακτηστικό του οποίου υπήρξαν οι ευρύτατες συναινές και συγκλήσεις που επιτέθηκαν ως προς τις θεμελιώνες επιλογές του. Αλληλίσθηκες συναινές επιτέθηκαν και στο ΣΤΑ το 1975, με μοναδική εξαίρεση σαν ο ιδιώτης του Πρόεδρου Δημοκρατίας, η κατάσταση των οποίων η παγωρεμένη από την προσωπική πολιτική στρατηγική του Κωνσταντίνου Καραμανίου είχε έντονα παρτερμανιστικό χαρακτήρα. Ωστόσο, οι αργοδιώτες αυτές, παρ' ό,τι δεν ασκήθηκαν, καταλήθηκαν κατά έναν μεγάλο μέρος με την πρώτη σαγμακτένα θόρηση του 1986, η παγωρεμένη φλαίρον από την πολιτική στρατηγική του Ανδρέμ Παπανδρέου και τις εκβουλίες του 1985. Το μοντέλο που το δικράτησε έκτοτε, έως και σήμερα, είναι αυτό της πλέον αυτοδυναμμένης επιβεβαιής της προεδρευόμενης δημοκρατίας. Το μοντέλο αυτό, όμως, ανέφυξε έμπροτα τις αλληλαμίες του κατά την πρόσφατη περίοδο της κρίσης, όταν η επιτραστική λειτουργία βρέθηκε χωρίς έναν δεύτερο ισχυρό κορύ, που θα μπορούσε να επερβεί το κατακερματισμένο κομματικό τοπίο για να λάβει ερωτικές πρωτοβουλίες και ανεπικράτηση εθνικά από φωτογραφικών, όπως συνέβη έστω και χωρίς εξόρκας ανοιδιότητας, στην περίπτωση της Ιταλίας ανοιδιότητας του Νεομολιτάνα. Ωστόσο, η άκρη της ειρήνης των πρωτογραφικών ανοιδιωτήτων δεν ήταν το μόνο συνταγματικό πρόβλημα που ανέβησε η κρίση. Καταρχάς, το Σύνταγμα μας δεν αποδείχθηκε εντέλει αυτό ούτε για τα έτια αυτής της κρίσης, είτε λόγω προβληματικών ρυθμίσεων, είτε λόγω της παράδειξης κρίσης μοναδικίσεων, επέτρεψε ή έστω δεν απέτρεψε, την επικράτηση ενός ιδιότητου κοινοϊκοπολιτικού καθεστοτισμού, με κύρια καταχριστικά την προνομιακή μεταχείριση του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου, τον καταδικτικό ρόλο του μαύρου θύματος, την ασυνωσία των ιδιωτικών ηλεκτρονικών μέσω ενημέρωσης, την κοινοβουλευτική φοροκρατία και τον πελαδιακό κρατισμό. Βεβαιωθέρω, το Σύνταγμα μας έστω και υπό την αδυσσόπητη πίεση του κύρου της ανάγκης, δεν αποδείχθηκε αρκούμινος αρκετρικό ούτε στην παραβιέση κοινωνικών και ατωνικών δικαιωμάτων, ούτε στην παρακροπιά σου προς την άσκηση του νομοθετικού έργου. Έχω διαδικώσει επανειλημμένα την αντίθεσή μου στον συσταρματικό λαϊκισμό, που γραφίζει αντισταρματικό τίποτε μη αρεστό πολιτικά, τροφοδοτώντας μία ισοκροτητική λογική, που θεωρεί ότι το Σύνταγμα έγινε ένα άνοιξης σημασίας του κουρελόδα, για να ότι μία παραβιάση πάνω μία παραβιάση κάτω δεν έχει σημασία. Ωστόσο, δεν μπορώ να παράβλεψω και το ότι πράγματι υπήρξε ένας ιδιότυπος συνταγματικός μύθρης αρτισμός, τον παραμοιάζουν με δόσεις, ώστε να τις συνηθίσουν οι πολίτες, αλλά και να τις καλύπτουν πιο εύκολα τα δικαστήματα. Ειδίως, δε, το Συμβούλιο του Κρατίας, το οποίο δυστυχώς, και υπάρχουν, που το λέω, στη πιο κρίσιμη στιγμή της μετατροπητικής ιστορίας του, έδωσε εξετάσεις στον ελεύθερο στερματικότατας και απέτυχη παντογοδός. Με αποκορύφωμα κατά την άποψή μου, αφενός μεν, την περίπτωση της επίτασης προσωπικών υπηρεσιών των εκπαιδευτικών και των εργαζομένων στους εταφορές, που την έκανε συνταγματική με μια ιδιολογία που προκαλεί θυμηδία, παρτετέρον δε, με την άκρως επιλεκτική και βαθύτατα συνδυνιακή αντιμετώπιση των ιστορογικών και κοινωνικών ασφαλιστικών και τελικοκόνων. Με βάση τελεπέρο, θεωρώ ότι στην απαρτή μας τάξη, παρότι δεν παρουσιάζεται τα ελλήματα και τα προβλήματα της Ευρωπαϊκής, χρειάζεται επίσης αλλαγή παραδείγματος. Αυτό σημαίνει ιδίως μια συνολική συνταγματική πολιτική, συνδεδεμένη με τις νέες ανάγκες της χώρας, η οποία πρώτον θα απομακρυθεί από την εμφανιβαρματική και αποσπασματική λογική της άρθρονις και άκρωνις αναφόρησης του 2001, και δεύτερον θέσιασε κυρίως στη Σοσάνδιο, Παθογέννης και Ισθαιρίσης, προκειμένου να υπάρξει θεσμική και εγκλητική αναβάτηση του ισχύων δοσηλάγματος, όπως άλλοζε πρώτη μαντζόου στους τόνους και η σήμερα τιμωμένη αίληση της Λάδας. Για τέτοια συνεργατική πολιτική κατά την άκρουση, σημαίνει προεκόνωστα ακόμηθα στο πεδίο της εργατικής οργάνωσης και του κύριας του πολιτέρματος. Από κατάσταση, κατ' αρχάς, του προέδρου της δημοκρατίας, στο ρόγελος του δημιστήτου πολιτέρματος, που δεν θα υπηρεθεί πλέον ιδιωτερής πολιτικές στρατηγικές. Αυτό σημαίνει ευρώτηση, ανάκτηση μεγάλων μέρους, αλλά όχι όλων των παλαιών αργοδηλήτων, σε συνδυαστούμε και κάθε ώρα σε ορισμένο νέο. Όπως η ανάκτηση της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηριών, μεταξύ περισσότερων αποδεινόμενων υποψηφιών, είτε από τους αντίστοιχες σχολομένειες, είτε από την παρακάτω αποδεινόμενη γερουσία, καθώς και η ανάκτηση των ηγεσιών των αριστάτητων αρχών, και πάλι μετά από πρόταση περισσότερων αποψηφιών, προκειμένου να σταματήσει η γελιοποίηση της ισχύουσας διαδικασίας, αλλά και κατά δεύτερον, του τρόπου ετοιμιλής του πρωέδους δημοκρατίας, είτε με την πρόβληψη εναλλακτικά άμεσης εκλογής, αν αντιπτύχει η τρίτη συμπορία, ο οποίος θέλει να πει για την πρόοδο του Ψουστών, είτε με την απευθείας καθαίρωση άμεσης εκλογής, η οποία σε κάθε μέρη, όπως δείχνει το παράδειγμα άλλων χωρών, και είναι συμπατεί με το πολίτευμα της προαδερφόμενης δημοκρατίας. Άρα, διάταξη επίσης νομοθετικής εξουσίας, με την καθιέρωση υγειωρουσίας, συγκροτούμενης από πελίταμε, που θα αφαιρεθούν αμφιλτοί, προκειμένου να ισχυτούν εγκύσεις ποιότητας και κύρους του νομοθετικού έργου, άρα και να υπηρετήσει ένα σώμα ερτώνετ ασκητικά αποστασιωπημένο από στενά κομματικές δοηλικές, ώστε να μπορεί να αναλάβει ιδιαίτερο ρόλο τόσο σε ερωτημένες κρίσιμες φορπές και νομοθετικού ελέγχου, όπως οι ισχυστατικές υπηρετές, όσο χρειζανάξει υψηλόμαθον δημόσιο λειτουργόλιο και άλλα παραπάνω. Τέλος, για να αποκυβεθεί αλλαγή παραδείγματος στο περίοδο της ελληνεστικής και νομοθετικής εξουσίας, θα άρκεται και να χτυπηθεί στη ρίζα την κακοδημονία του δημοτικού μας συστήματος, που ερρύντησε την τυραγεία, τις πικίλες εξουσιατικές παρεκβάσεις και τις αφέντες διαπροκές της κυβερνητικής προσοχίας, την παραπάνω σε ένα αρχείο αναρρύντηση πρέπει κατά την άκουση μου απαρρυγλίπτως να συνοδεθεί. Πρώτον, από την κατάληξη του ισχυού νοσταγού προτίμησης, που κατά την άκουση αποδειλεί στην χώρα μας την βασική αιτία της πηδιαρχίας, του μαύρου πολιτικού θρύματος της συναλλαγής, την πηγή της φαγματοκρατίας και την μητέρα όλων των πελατιακών παρεκτροπών. Δεύτερον, από την προσεκτική αλλαγή του εθνικού συστήματος, προκειμένου επιτεθεί μεν η διασφάλιση της συνταγματικής αρχής της ισοδυναμίας της ψήφου, χωρίς όμως να γνωρίζετε κύρος την ανάγκη κυβερνησιμότητας της χώρας, που αποτελεί και αυτήν έστω έμμεση και διαδροσοβατημένα συνταγματική παρεκτροπή, προτροπή της κόσμου. Τρίτον, από την ελλογισμένη και πολλαπλά ηγημένη καθιέρωση μορφών άμυσης δημοκρατίας, που θα εμβολιάσουν τις συνεργατικές δεδοκασίες, το κουρασμένο σώμα και τα αρκάνταρα κλαστικά της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, ανατρέποντας τις οικαρυτικές δρομικές των τεχνικών της εξουσίας και φένοντας αναπτρέψω το αέρα ανέλωσης και ανανοημακοτότησης των δημοκρατικών θεσμών. Μια άλλη σημαντική παράδειγμα στων αλλακών που συγκροτούν την απετούμη αλλαγή παραδείγματος είναι αυτή που αφορά την προστασία κρίσιμων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Πρόκειται πρώτης για την ανάγκη θωράκτησης των δικαιωμάτων ομαδικής δράσης, που ασβούνται συνολικά αλλά και υπηρετούν ιωνίδια μεσοδοτικά, ως προς την καθιέρωση ή ερθανογή κοινωνικών δικαιωμάτων. Η ιδέα προβάλλουσαν προκειμένου, πρέπει να το διαφέρουμε στη στερματική εγγύηση της συνολικής αυτονομίας, που τρώθηκε πάνω σαν τα τελευταία χρόνια, αφετέρουδες και από σαφήνιση των όρων για την κίνηξη απεργίας και την επίταξη προσωπικών εμπειριστών. Πρόκειται επίσης και για την αναγκαία ενίσχυσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, που ήταν τα μεγάλα θύματα της κρίσης. Στο σημείο αυτό, η συνταρματική πολιτική της αλλαγής παραδείγματος πρέπει να εκλειθεί πολύ προσεκτικά, κλείνα αποφασιστικά, ώστε να κλείσει οριστικά η αυτοσβήτηση του κανονιστικού χαρακτήρα των κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτό κατά την άποψη μπορεί να επηρεθεί μόνο με τη συνταρματική κατοκίνηση του εκκλημένου επίπεδου αξιοκρεπούς διαβίωσης, που είναι πολύ ευρύτερη και απίλως προτιμότερη από την κατοχύρωση ενός ελάχιστοι οικημένους θύματος. Κι αυτό γιατί προϋποθέτει, αλλά και συνεπάγεται για την πραγμά του ζήτης, την ταυτόχρονη κατοχύρωση, αλλά και την υπακόλουθη ενεργοποίηση ενός κυρού πύρινα όλων των κοινωνικών δικαιωμάτων, προσδίδοντας σε αυτά συγκεκριμένα και απευθείας διεσμευτικό εκτός συντάγματος κανονιστικών περιεχόνων. Η τελευταία επίσης της προτεινόμενης στερματικής πολιτικής για την αλλαγή παραδείγματος αφράτει την κακέρωση στερματικού διαστηρίου. Γνωρίζω και σέβομαι όλα τα επιχειρήματα υπέρ του ισχύοντος συστήματος, του παρελπίπτου δοσιαδιάκη του ΕΛΕ. Ωστόσο στην εποχή μας, και μεταδομένα τα όσα έχουμε σωβαθήσει, θεωρώ αυτά τα επιχειρήματα όλο και πιο θεωρητικά, όλο και πιο απομακρυσμένα από τη ζέρωσα πραγματικότητα του χώρου της ιδιωσύνης, με τις καταλαβαλλές αποτυχίες του ελέγχου στερματικότητας, ελεγκτικά παράδειγματα των οποίων ανέφεραν προηγουμένους, αλλά και με πολλαπλά νύματα μια συνονία της ηλικίας, που αφορά συχνά και θέματα στερματικότητας. Είναι φανερό η δικότα, ότι χρειαζόμαστε πρώτον έναν πολλαπλά εγκυημένο σύστημα προηγουμένου ελέγχου στερματικού ελέγχου και δεύτερον ένα ασφυράπτο μημένο σύστημα συγκεντρωτικού καταστατικού ελέγχου της στερματικότητας, προκειμένου αυτονός με έναν εγγυημένη ασφάλεια δικαίωμα, αφεντέρωρια συγκεκτικές υποθέσεις και ιδίως σησοβαρές να αντιμετωπίζονται περήγορα και αποτελεσματικά από δικαστές που θα μπορεί τους επάτους να τις εμβιλιάσουν στ' άνοιγμα τους. Περαιτέρω δέν το Συνταγματικό Κοδικαστήριο θα αναλάβει πέρα από τον έλεγχο του κύρου Συνεκλογών, που ανήκει σήμερα στο νότο του Εθικό Δικαστήριο, και να συγχειρώνει έλεγχο της συμπροτουργίας των κομμάτων ως συναγματικά προεργόνων θεσμών, ως συναγματικών προεργόνων θεσμών, που πρέπει πρώτον να σέβονται έμπρακτα τις αρχές και τις κανόνες της κομπρατίας και δεύτερον να οργανώνον ανάλογα και την τρισοκομματική τους δικτυουργία. Αυτό άλλωστε, ήταν μία ακόμα πολύτιμη θεωρητική συνησφορά των σήμερα τεμόνων ελληνικών συναδεύων, οι οποίοι θέλουν να τονίσω για μία ακόμη φορά, ότι άνοιξαν δρόμους, εμπλούντισαν στ' αγματική μας θεωρία, μας ενέπνευσαν και ξεκίνησαν με συμπρέμματα. Σας ευχαριστούμε πολύ. |