Διάλεξη 1 / Διάλεξη 1 / σύντομη περιγραφή

σύντομη περιγραφή: Το μάθημα αυτό, στη διαδικασία βαθμολόγησης, που είναι κάτι, συγγνώμη που ξέρω ότι σας ενδιαφέρει όλους, στηρίζεται στο σύστημα των προοριετικών τεστ, όπως και το μάθημα γεωθερμία. Δηλαδή η ιδέα είναι η εξής, υπάρχει μια τελική εξέταση, στην οποία παίρνετε ένα βαθμό και παίρνετε έ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Κατσιφαράκης Κωνσταντίνος (Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Πολιτικών Μηχανικών / Υδραυλική των Υπόγειων Ροών
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=edee2c73
Απομαγνητοφώνηση
σύντομη περιγραφή: Το μάθημα αυτό, στη διαδικασία βαθμολόγησης, που είναι κάτι, συγγνώμη που ξέρω ότι σας ενδιαφέρει όλους, στηρίζεται στο σύστημα των προοριετικών τεστ, όπως και το μάθημα γεωθερμία. Δηλαδή η ιδέα είναι η εξής, υπάρχει μια τελική εξέταση, στην οποία παίρνετε ένα βαθμό και παίρνετε ένα βαθμό. Και παράλληλα, κατά τη διάρκεια του εξαμήνου, σε ορισμένα μαθήματα και μάλιστα στο τέλος της παράδοσης, γίνονται τεστ. Πάνω σε αυτά που υπόθηκαν στο συγκεκριμένο μάθημα. Κάθε τεστ μετράει 10% του τελικού βαθμού, εάν είναι ο βαθμός του μάθημα. Κάθε τεστ μετράει 10% του τελικού βαθμού, εάν είναι ο βαθμός του μεγαλύτερος από τον τελικό βαθμό. Και τα τεστ είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους. Δηλαδή δεν βγαίνει κάποιος μέσος όρος στον τεστ. Γιατί μπορεί κάποιος, αν δώσουμε πέντε τεστ συνολικά, να έρθει στα τρία από αυτά, να πάρει στα δύο εννέα και στο ένα έξι και να έρθει να γράψει οκτώ. Δεν θα του μειωθεί, δεν θα βγει ένας μέσος όρος, θα μετρήσουν μόνο τα δύο εννιάρια. Και μάλιστα υπάρχει και ένας δεύτερος τρόπος υπολογισμού για την περίπτωση που κάποιος, για παράδειγμα, θα γράψει οκτώ τελικό βαθμό και δύο οκτάρια τεστ. Εκεί θα υπάρξει ένα προστατικό πρίμι για κάθε τεστ, ανάλογα με το βαθμό που έχει. Ενώ θα έχει πάρει, ας πούμε, σε δύο τεστ οκτώ και τελικό γραπτό οκτώ, θα πάει οκτώμιση ο βαθμός του. Εντάξει. Αυτό το σύστημα έχει δοκιμαστεί πολλά χρόνια, βοηθάει τα παιδιά να πάρουν καλούς βαθμούς και επίσης βοηθάει, νομίζω, να δημιουργεί διάθεση για παρακολούθηση του μαθήματος. Κάτι ξεχωριστό που έχει το φετινό μάθημα είναι ότι θα μαγνητοσκοπηθεί, που σημαίνει ότι θα ακούγεται η φωνή σας, θα ακούγονται οι ερωτήσεις σας. Θεωρώ ότι όσο πιο πολλές ερωτήσεις κάνετε τόσο το καλύτερο, όχι τόσο το χειρότερο, αλλιώς δεν έχει νόημα το μάθημα. Μπορείτε να πάρετε τρία βιβλία, να πάρτε κατεβάσεις και τις ασκήσεις. Υπάρχουν κάποιο βοηθητικό υλικό στο moodle πλέον, καταργήθηκε το blackboard, όπως ξέρετε. Άλλα μπορείτε να βρείτε το υλικό αυτό και θα ανανεώνετε στη διάρκεια του εξαμήνου. Υπάρχει κάποια απορία? Αν δεν υπάρχει κάποια απορία, να μπούμε στο πρώτο μάθημα, που είναι και εισαγωγικό εν πολύς. Θα προσπαθήσουμε καθ' εδώ να θυμηθούμε διάφορα πράγματα, τα οποία τα θεωρώ πάρα πολύ βασικά. Καταρχήν, να ξεκινήσουμε με τη συστηματική κατάταξη. Υπάρχει μια διάκριση των υδατικών πόρων σε επιφανειακό νερό, που είναι το νερό των λιμνών και των ποταμών, και σε υπόγειο νερό, που είναι το νερό που είναι αποθηκευμένο και κινείται στο έδαφος. Προσέξτε και τον όρο και κινείται στο έδαφος. Ή, αν θέλετε, έχει τη δυνατότητα κίνηση στο έδαφος, θα επανέλθω σε αυτό το σημείο στη συνέχεια. Ενώ, λοιπόν, αυτό φαίνεται τελείως ξεκάθαρο και νομίζει κανείς ότι μπορεί να κάνει έναν απόλυτο διαχωρισμό, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Και δεν είναι έτσι, γιατί υπάρχει ιδραυλική επικοινωνία μεταξύ τους. Νερά, υπόγεια μπορούν να γίνουν επιφανειακά και επιφανειακά να γίνουν υπόγεια. Για δώστε μου ένα παράδειγμα επικοινωνίας. Τι σας έρχεται στο μυαλό, πέρα από τις πηγές που τις αναφέρω αμέσως μετά ως ερώτηση. Πώς μπορούν να επικοινωνούν, ας πούμε, τα υπόγεια με τα επιφανειακά νερά. Αυτός είναι ένας τρόπος, πολύ σωστά, είναι οι λεγόμενες καταβόθρες, οι οποίες εμφανίζονται κυρίως σε καρστικά πετρώματα. Τα καρστικά πετρώματα, θα το επαναλάβουμε κι άλλη φορά, είναι ασβεστοληθικά πετρώματα, τα οποία στην αρχή είναι συμπαγή, δεν έχουν καινούς χώρους, άρα δεν επιτρέπουν την κίνηση νερού, αλλά στη συνέχεια υφίστανται την καρστική λεγόμενη διάβροση και μπορεί να καταλήξουν, αφού περάσουν από διάφορες ενδιάμενες μορφές, να δημιουργήσουν μεγάλους καινούς χώρους. Τα λεγόμενα καρστικά σπήλα που ξέρουμε όλοι που το οποίο είναι επισκέψιμα και τουριστικός αξιοποίησημα και σε πολλές περιπτώσεις έχουν και αξιοποιηθεί τουριστικά, όπου πραγματικά μπορεί να έχουμε και υπόγειο ποτάμι και υπόγειο λίμνη και ούτω καθεξής. Αλλά αυτά είναι μία περίπτωση που δεν είναι τόσο γενική θα έλεγα και να μην υπάρχουν αυτές οι καταβόθρες και να έχουμε κοκόδες υλικό. Πάλι, μπορεί νερό επιφανειακό να κινείται, ναι? Πάρα πολύ σωστά, πάρα πολύ σωστά. Αυτό ακριβώς δείχνει την επικοινωνία υπόγειων και επιφανειακών νερών και αυτό είναι το σύστημα που είχε αναπτύξει, πρωτοποριακά θα έλεγα, ο Μανώλης, ο γνωστός Μανώλης που είναι και πολύ στην επικαιρότητα αυτόν τον καιρό, στην Νάξο, στο απεράθρο της Νάξου, ακριβώς για την επαναφόρτιση των υπόγειων νερών. Και θα δούμε γιατί μας συμφέρει η επαναφόρτιση των υπόγειων νερών. Και κάποια κριτήρια για το που πρέπει να γιώνεται αυτή η αναβαθμή, τα μικρά φράγματα, ώστε να είναι αποτελεσματική αυτή η διαδικασία. Ακριβώς, λοιπόν, μέσα από τα εδαφικά στρώματα, αν δεν είναι φραγμένη, δεν είναι ιδατοστεγής, αν θέλετε, οπηθμένας του ποταμού ή της λίμνης, μπορεί να υπάρξει κινήση νερού. Και προσέξτε, και αυτό έχει σημασία, είπε ο συνάδελφος ότι τα ποτάμια ή οι λίμνες μπορεί να τροφοδοτήσουν τα υπόγεια νερά. Το αντίθετο είναι δυνατό. Βεβαίως είναι δυνατό. Αν δεν υπάρχει κάτι που να τα διαχωρίζει ένα διαπέρατο στρώμα, η κίνηση είναι αφίδρομη. Οπότε τι εξαρτάται, αν θα πάει από το ποτάμι στα υπόγεια νερά ή το ανάποδο. Από το υψόμετρο, αλλά τι υψόμετρο, για πες. Ακριβώς αυτό, και για να μην μπω στη μαθηματική έννοια της εξίωσης Μπερνούλη, να υπενθυμίσουμε στην βασική αρχή της υδραυλικής, που είπαμε και στο μάθημα κορμού υδραυλική και στο μάθημα της υπόγειας υδραυλικής, ότι το νερό πηγαίνει από τα ψηλά στα χαμηλά από μόνο του. Ψηλά και χαμηλά εννοούμε ενέργεια. Άρα εννοούμε τη στάθμη του υδραυλικού φορτίου. Θα επανέλθω πάλι στον ορισμό του υδραυλικού φορτίου, είτε στο τέλος του σημερινού μαθήματος, είτε στο επόμενο μάθημα. Η βασική αρχή πηγαίνει από τα ψηλά στα χαμηλά. Οι Αμερικάνοι, οι οποίοι είναι πρακτικοί σε τέτοια θέματα, έχουν και μία έκφραση. Θα την πω στα Αμερικάνικα με ελληνική προφορά. Water runs uphill towards money. Το οποίο σημαίνει ότι για να πας το νερό από τα χαμηλά στα ψηλά είναι, ας πούμε, στην πεδιάδα και να τον βάσεις σε ένα λόφο. Μπορείς να το κάνεις, θα πληρώσεις για να το κάνεις. Θα πληρώσεις γιατί, όχι μόνο θα κάνεις το κανάλι αυτό, είτε ούτως στο λόφο στην πεδιάδα θα έκανες το υδραυλικοαρούμα, αλλά θα ξοδεύεις ενέργεια, θα βάλεις μια αντλία λοιπόν, που σας παιδεύει και στο μάθημα της υδραυλικής, για να ανεβάσεις το νερό εκεί που θέλεις. Μπορείς να το κάνεις, αλλά δεν γίνεται από μόνο το πληρώνεις για να το κάνεις. Εντάξει, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα επικοινωνίας υπόγεων και επιφανειακών νερών είναι η λίμνη κορόνια. Και το πρόβλημά της, το έχετε ακούσει? Είναι μια πονεμένη ιστορία η λίμνη κορόνια. Πονεμένη ιστορία, γιατί φτάσαμε να πληρώνουμε και πρόστιμα από εκεί που θέλαμε να πάρουμε επιδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ανακηρύχθηκε σε προστατευμένο υγροβιώτοπο και προτάθηκαν κάποια έργα για να επιτευχθεί αυτή η προστασία, γιατί είχε διάφορες πιέσεις στα απόποιες. Το αποτέλεσμα ήταν να μην προστατευθεί και τελικά να τρώμε πρόστιμα επειδή την προστατεύσαμε και μάλιστα όχι επιστροφή χρημάτων που δόθηκαν για τα έργα, γιατί τα έργα έπρεπε να γίνουν και μετά να πληρωθούνε, αλλά πρόστιμο-πρόστιμο. Η λίμνη κορόνια είναι κοντά στη Θεσσαλονίκη, στο Λαγκαδά. Εντάξει, είναι η κορόνια εκεί βόλβη. Τουλάχιστον από το χάρτη της ξέρατε, αν έχετε πάει από την Εγνατία στην Καβάλα, για παράδειγμα, περνάτε πάνω από αυτές τις δύο λίμνες. Η δεύτερη βόλβη είναι λίμνη. Η κορόνια πρακτικά έχει πάψει να είναι λίμνη. Είχε διπλό πρόβλημα. Το ένα ήταν το ποιοτικό και τώρα ήταν το ποσοτικό. Το ποσοτικό πώς? Γιατί παίρνανε νερό για άρδευση. Απαγορεύθηκε να παίρνουν νερό για άρδευση μέσα από τη λίμνη. Όμως, εξακολούθησαν και εξακολουθούν να υπάρχουν γεωτρήσεις σε μια απόσταση μάλιστα από τη λίμνη. Αυτές επηρεάζουν τη λίμνη. Και παίρνουν νερό που αλλιώς θα κατέληγε στη λίμνη, αλλά αν οι στάθμους είναι πιο χαμηλά από τις στάθμους της λίμνης, μπορεί να κλέβουν και απευθείας νερό από τη λίμνη. Βλέπετε, λοιπόν, την επικοινωνία υπόγειων και επιφανειακών νερών. Είχε, όμως, και πρόβλημα ρίπανσης που ήταν πολύ σημαντικό και από τις διάχυτες πηγές ρίπων που λέμε, που είναι κυρίως τα νητρικά και τα κατάλληπα γενικά της αγροτικής δραστηριότητας, αλλά κυρίως επειδή είχαν βαφία και στην περιοχή του λαγκαδά, τα οποία ρίχναν τα λίματά τους στη λίμνη. Βέβαια, δυστυχώς, τα βαφία αυτά, κυκλοστοϊφαντουργίες γενικότερα, κλείσανε. Δεν θέλουμε, και αυτό σημαίνει βιώσιμη ανάπτυξη, να κλείσουν τα εργοστάσια για να έχουμε την καθαρή τη λίμνη, αλλά θέλουμε, όφωσον υπάρχει δυνατότητα, η τεχνική δυνατότητα, να πηγαίνουν λίματα τέτοιες ποιότητες που να μην καταστρέφουν τη λίμνη. Εντάξει, η ισορροπία ανάμεσα στην περιβαλλοντική προστασία και στην οικονομική ανάπτυξη δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτη και υπάρχουν και διάφορες συζητήσεις για φλέγοντα θέματα. Ίσως έχουμε καιρό να μιλήσουμε και για μια άλλη πραγματική περίπτωση στη βόρεια Ελλάδα κοντά σε εμάς, που είναι τι γίνεται με την εξόρυξη χρυσού στην βορειοαντολική Χαλκιδική, που είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα επίσης. Αλλά ας επανέλθουμε και από πρόβλημα μεγάλο με τα υπόγεια νερά, γι' αυτό εμπίπτει στο συγκεκριμένο μάθημα. Αλλά ας προχωρήσω, αφού πιστείκαμε όλοι ότι υπάρχει αυτή η επικοινωνία, με την ερώτηση αυτή. Οι πηγές είναι επιφανειακά ή υπόγεια νερά? Για να ακούσω την άποψή σας. Το συζητήσαμε κάποια στιγμή στον τομέα μεταξύ διδασκόντων. Καταλήξαμε βέβαια εύκολα στο κοινό συμπέρασμα, αλλά... Καλή απάντηση. Αλλά είσαι στο σωστό δρόμο, όντως. Αλλά είσαι στο σωστό δρόμο, όντως. Άρα λοιπόν να το πούμε αυτό είναι η διεπιφάνεια ανάμεσα στα επιφανειακά και στα υπόγεια νερά, μέχρι να βγούνε, είναι υπόγεια. Αφείς στιγμής βγούν, πλέον είναι επιφανειακά νερά. Γι' αυτό όταν κάνετε το υδατικό ισοζύγιο, το συνολικό υδατικό ισοζύγιο μιας περιοχής, που παίρνετε υπόψεως όλους τους υδατικούς πόρους, τις πήγες δεν τις λάβετε υπόψεως. Αν εξετάσετε το επιμέρους υδατικό ισοζύγιο των επιφανειακών νερών είναι συν, προστίθεται. Αν εξετάσετε το υδατικό ισοζύγιο των υπόγειων νερών είναι μίον, φεύγουν. Θυμίζω την έννοια του ισοζυγίου τη γενικότερη, ουσιαστικά το έχετε δει στην υδρολογία, είναι το ίδιο με ένα εισόδημα που έχουμε. Έχουμε ένα εισόδημα, παίρνουμε το μισθό μας, μπαίνει και κάτι ακόμα, αλλά ξοδεύουμε και αυτές είναι οι εκροές. Και κάτι μένει στο τέλος, που είναι είτε κανένα χρέος σε καμιά τράπεζα, είτε κάποιο πλεόνασμα. Κάτι ανάλογο είναι και με το υδατικό ισοζύγιο, το οποίο μας απασχολεί σε όλα αυτά τα μαθήματα. Είναι καθαρά, αν θέλετε να το πω πιο επιστημονικά προς την υδρευλική, είναι κάτι ανάλογο με την εξίωση συνέχειας. Νερό είτε δεν δημιουργείται εκ του μηδονός, από κάπου έρχεται στο σύστημά μας, και κάπου εκραιεί από το σύστημά μας. Γι' αυτό γενικά όταν μιλάμε για ισοζύγιο, διευκρινίζουμε για ποια οντότητα μιλάμε, είναι νερό ή είναι χρήματα, για παράδειγμα. Διευκρινίζουμε το τοπικό πλαίσιο, για ποια περιοχή μιλάμε, για την Κεντρική Μακεδονία, για όλη την Ελλάδα, για την Ευρώπη, εντάξει, για το απεράθο της Νάξου. Και μιλάμε και για το χρονικό πλαίσιο, που συνήθως για τους υδατικούς πόρους είναι το έτος. Γιατί αυτό μας ενδιαφέρει, να έχουμε, ας πούμε, πάρκια υπερετήσια στην πραγματικότητα, στους υδατικούς πόρους γενικότερα. Υπάρχει κάποιο σχόλιο, απορία για οτιδήποτε άλλο μέχρι σ' εδώ. Πάμε παρακάτω. Ναι. Ελάτε. Ναι, ναι. Υπόγειος Ρωές. Υπόγειος Ρωές. Ποιο είναι το πρόβλημα, το γενικότερο των υδατικών πόρων. Είναι ότι η ζήτηση αυξάνει. Ενώ η προσφορά παραμένει σταθερή, ή και μειώνονται, μιλάω παγκοσμίως. Και γιατί αυξάνει η ζήτηση, πρώτον γιατί αυξάνει το πληθυσμός, και μάλιστα εκρηκτικά σε πολλές χώρες, και μάλιστα τις χώρες που έχουν ήδη μεγάλο πληθυσμό, γι' αυτό δεν αντισταθμίζεται, ξέρω, παραδείγματος χάρη, από τη μείωση του πληθυσμού της Ελλάδος, η αύξηση του πληθυσμού της Ινδίας, μιλάμε και διαφορετικά τελείως μεγέθη. Έτσι, άρα υπάρχει μια ανισορροπία. Και δεύτερον, διότι αυξάνεται γενικώς η κατακεφαλήν κατανάλωση νερού. Και αυτό είναι απαραίτητο σε επαγγόσμιο επίπεδο, μιλώντας, για να επιτευχθεί σωστό, ανεκτό, αν θέλετε, επίπεδο διαβίωσης στις χώρες τις πτωχές. Μπορεί να πω ότι στον Καναδά ή στην Αμερική ή στην Φιλανδία, όταν λέμε Αμερικαίνο με τις ΗΠΑ, μπορεί να μειωνθεί η κατακεφαλήν κατανάλωση χωρίς να έχουμε επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής, αλλά δεν μπορώ να πω το ίδιο, παραδείγματος χάρη, για την Ιγερία, πιθανώς. Ή για κάποιες άλλες χώρες, οι οποίες είτε έχουν πολύ μεγάλο πληθυσμό είτε έχουν λίγους σχετικά ιδαντικούς πόρους. Αυτό είναι το γενικό πλαίσιο. Τι μειώνει τη διαθεσιμότητα των ιδαντικών πόρων? Η ρύπαση. Δηλαδή, μπορούν να χρηστευτούν κάποιοι ιδαντικοί πόροι, που παλιότερα χρησιμοποιούνταν, γιατί τώρα με διάφορες δραστηριότητες έχουμε ρυπάνει. Και είτε γίνονται τελείως άχρηστοι, είτε γίνονται ακριβοί. Άρα οικονομικώς μη εκμεταλλεύσιμοι. Γιατί, αν το σκεφτείτε, και τα λήματα τα οποία παράγουμε μπορούν να θεωρηθούν ιδαντικοί πόροι. Έχουμε τεχνική δυνατότητα να καθαρίσουμε τα λήματα μέχρι επίπεδο πόσυμου νερού. Είναι όμως σωστό, κι ας το σκεφτούμε όλοι μαζί, αυτό από περιβαλλοντική άποψη γενικά. Αφού έχουμε την τεχνική δυνατότητα να καθαρίσουμε τα αστικά λήματα, να μην πάω στα βιομηχανικά, τα οποία πιθανώς να θέλουν κάποιες πολύ ακριβές μεθόδους. Έχουμε την ικανότητα, την τεχνική δυνατότητα να τα καθαρίσουμε πλήρωση. Ας αφήσουμε και στην άκρη το οικονομικό που τσούζει φυσικά, αλλά δεν είναι αυτό που σκεφτάμε. Περιβαλλοντικά είναι σωστό. Όχι, γιατί? Γιατί όλα τα λαδοριάζει κάποια ενέργεια, η οποία θα είναι η βασιλιά δημόσυρα, ή θα κάψουμε κάποιο πληγμύδι, ας πούμε, για να εντυπνήσει κάτι. Ακριβώς αυτό που είπε ο συνάδελφος, κυρίως η ενέργεια και δεύτερον τα πρόσθετα που θα βάλουμε. Θα κάνουμε χλωρίωση για παράδειγμα. Εντάξει, κάπου θα πρέπει να παράγονται τα πρόσθετα που θα μπούνε και κάπου θα πρέπει να ξοδεύεται ενέργεια. Ακόμα χειρότερα να κάνουμε αντιστροφιώσμωση, που είναι ενεργοβόρα μέθοδος. Άρα, λοιπόν, περιβαλλοντικά, αφήνοντας στην άκρη το κόστος, είναι στο σημείο καθαρισμού λημάτων, είναι συνάρτηση και του τελικού αποδέκτη. Τι σημαίνει αυτό το πράγμα. Πολύ καλύτερη ποιότητα λημάτων, εκραιές πρέπει να έχουμε στην Κορώνια, επεξεργασμένων λημάτων εννοώ, ή σε κάποια κλειστή λίμνη. Μετά μπορούμε να έχουμε μεγαλύτερες ανοχές στη θάλασσα σε ένα κλειστό κόλπο, όπως είναι ο θερμαϊκός, ή μεγαλύτερες ανοχές αν πάμε στην ανοικτή θάλασσα. Άρα εξαρτάται και από τον αποδέκτη. Θα μου πει κανείς σε καμιά περίπτωση, δεν θα έπρεπε να κάνουμε τόσο καλό καθαρισμό, ώστε να πάμε σε ποιότητα πόσυμου νερού. Θα έλεγα εξαρτάται πάλι από τη διαθεσιμότητα των δατικών πόρων. Γιατί αν δεν έχουμε κάποια άλλη πηγή, τελικά θα το κάνουμε. Είναι το αντίστοιχο με την αφαλάτωση. Θα μπορούσε να δώσετε λύση στο πρόβλημα των ιδρατικών πόρων, εάν είχαμε μία φθηνή και περιβαλλοντικώς αποδεκτή μέθοδο αφαλάτωσης. Γιατί το μεγαλύτερο μέρος των ανθρωπινών δραστηριοτήτων και των ανθρωπινών πολιτισμών, αλλά και των δραστηριοτήτων, είναι συγκεντρωμένο σε παράκτηρες περιοχές. Αλληλού με το πρόβλημα των παράκτηρων περιοχών, θα ήμασταν εντάξει παγκοσμίως. Δεν έχουμε αυτήν την οικονομική και περιβαλλοντικώς αποδεκτή μέθοδο αφαλάτωσης. Όπως είπες προηγουμένως, πρέπει να καταναλώσουμε ηλεκτρική ενέργεια και αυτό είναι ένα σημαντικό θέμα ή κάποια άλλη μορφή ενέργειας. Και γι' αυτό στη Σαουδική Αιραμία και σε τέτοιες χώρες που είναι πλούσιες και έχουν κοιτάσματα πετρελαίου, κάνουν θερμική αφαλάτωση. Δηλαδή εξατμίζουν το νερό και το ξανασυμπυκνώνουν, γιατί έχουν πετρέλαιο, εντάξει, αλλά αυτό μέχρι πότε και με ποιες επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, εντάξει. Ένας άλλος παράγοντας που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι η κλιματική αλλαγή. Την ακούμε και εν μέρει την βλέπουμε. Να πω εδώ ότι το κύριο σημείο δεν είναι το τι θα γίνει με τη μίωση των βροχοπτώσεων σε επίπεδο έτους. Συγγνώμη, δηλαδή τουλάχιστον δεν το έχουμε δει αυτό στην Ελλάδα. Τι έχουμε δει όμως? Έχουμε δει μια επιταχύρω αλλαγή της κατανομής μέσα στον χρόνο. Δηλαδή έχουμε πιο ραγδαίες βροχοπτώσεις και τελευταία είδατε σε όλη την Ελλάδα, μιλάμε για κλιματική αλλαγή και δεν είπαμε ότι δεν έχουμε βροχή. Έπεσε παραπάνω βροχή και το χειρότερο έπεσε συγκεντρωμένη πολλή βροχή σε μικρό χρονικό διάστημα. Αυτή την εκμοί δεν μπορούμε να την αξιοποιήσουμε και δεν μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε με τα συνηθισμένα έργα. Πρέπει να γίνουν πιο ακριβά έργα, πιο δύσκολα έργα, για να μην έχουμε καταστροφές. Ή να παρθούν μέτρα τα οποία περιορίζουν την αξιοποίηση κάποιων εκτάσεων. Το τελευταίο, αν θυμάστε ότι είχατε μ' ακούσει στην συνείδηση, είναι ο συνείδης στον γεφύρι της Πλάκας. Είναι ένα γεφύρι που είχε σταθεί 200 χρόνια, που ήταν εμνημείο και που έφερνε χρήματα ή δινητικά θα μπορούσε να φέρει χρήματα σε μία περιοχή που είναι κάπως πίσω οικονομικά. Αυτό χάθηκε, πρέπει να ξαναγίνει. Άρα έχουμε το νερό από την μια μεριά ως πολύτιμο πόρο και από την άλλη μεριά ως κίνδυνο, όταν είναι περισσότερο από όσο μπορούμε να διαχειριστούμε στην πραγματικότητα. Εντάξει. Και αυτό λειτουργεί δυσμενώς, συνολικά. Άρα είναι δυσμενής η κλιματική αλλαγή, όχι κυρίως τουλάχιστον, διότι μειώθηκαν οι ευρωκοπτώσεις, αλλά γιατί άλλαξε η κατανομή τους το χρόνο, που σημαίνει μεγάλες εχμές αλλά και εχμές ξηρασίας, που επιτείνει την ανάγκη για εποχική αποθήκευση. Θα επανέλθουμε σε αυτό το σημείο αμέσως μετά. Προφανές είναι ότι η διαχείριση, την οποία λέμε, είναι ότι προσπαθούμε να ανακατανύμουμε τους ιδαντικούς πόρους στον χώρο και στον χρόνο προς όφελός μας. Το ερώτημα, όμως, είναι το βασικό ερώτημα τι αισθεί όφελος. Και θέτω ένα ερώτημα που θα δοσιετήσουμε σύντομα. Είναι οφέλη μία εκτροπή του αιχελόου. Έχετε ακούσει τις σχετικές συζητήσεις? Ο αιχελός είναι στην Ήπειρο. Εντάξει, περνάει σχετικά κοντά από το Θεσσαλικό Κάμπο. Ο Θεσσαλικός Κάμπος έχει έντονη αγροτική δραστηριότητα. Ο υπόγειος ορίζοντας που χρησιμοποιούνταν έχει πέσει πολύ. Θα επανέλθω σε αυτό το σημείο. Άρα, αν μη τι άλλο, έκανε πολύ ακριβή την άρντευση. Και, γιατί πάλι πρέπει να πάμε να ξοδέψουμε λεπτά για να φέρουμε από μία χαμηλή στάθμη ψηλά, που πλέον είναι ψηλά σε σχέση με τη στάθμη, δηλαδή την επιφάνεια του εδάφου στο νερό. Και μία λύση που συζητεί εδώ και χρόνια είναι η εκτροπή του αιχελόου. Δηλαδή να γίνουν κάποια έργα και ένα μέρος της παροχής του αιχελόου να διαχετεύονται στο Θεσσαλικό Κάμπο για την ίδρυυσή του. Και έγιναν, ξεκίνησαν να γίνουν κάποια έργα όπως το φράγμα της Μεσοχώρας. Και βέβαια να πω εδώ ότι άλλο είναι να πάρεις μία απόφαση πριν ξεκινήσει οποιοδήποτε έργο και άλλα με έχουν γίνει τα μισά έργα. Εντάξει. Κάποιος από εσάς το ξέρει το θέμα. Ε, τότε θα αναγκαστώ να πω την προσωπική μου άποψη, η οποία δεν είναι ξεκαθαρισμένη. Αλλά επειδή έχουν ξεκινήσει και έχουν γίνει κάποια έργα. Κατεμέ, θα πρέπει πρώτα να αξιοποιήσουμε τους τοπικούς ιδρυτικούς πόρους με τον καλύτερο τρόπο. Και θα πρέπει να γίνει και προσαρμογή των καλλιεριών. Προς λιγότερο υδροβόρες. Χωρίς να μειώσουμε τον πρωτογενή τομέα, βασιζόμαστε τον πρωτογενή τομέα. Δυστυχώς τον παραμελήσαμε τα τελευταία χρόνια και εξαιτίας πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες κακώς δεν συζητήθηκαν όπως έπρεπε να συζητηθούν. Κακώς ακολουθήθηκαν πολιτικές επιδοτήσεων προϊόντων κακής ποιότητος ή στραματικών επιδοτήσεων. Θα έπρεπε να ενισχυθεί η παραγωγή καλών προϊόντων. Εν πάση περιπτώση αυτό είναι ένα ενμέρι πολιτικό θέμα. Πρέπει λοιπόν να πάρουμε μέτρα εξυγχρονισμού της Γεωργίας και μέσα στον εξυγχρονισμό είναι η μείωση των αναγκών σε νερό για να πετύχουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε. Αλλά από ένα σημείο και πέρα πιθανώς θα πρέπει να υπάρχει μια τροφοδοσία από μια γειτονική ιδρολογική λεκάνη αν το νερό εκεί περισσεύει. Ή και με την κλιματική αλλαγή δημιουργεί και προβλήματα διαχείρισης σε καταστάσεις κοντά στις πλημμύρες. Εντάξει, όταν υπάρχει κίνδυνος πλημμυρών. Άρα, λοιπόν, αν αναλάμβανα αν έθιδε κάποιος τη λύση του προβλήματος δεν θα απαντούσα αμέσως. Θα έλεγα κάτσε να το σκεφτώ, να το μελετήσω, να ακούσω όλες τις απόψεις ώστε να έχω πραγματικά τεκμηριωμένη γνώμη για το θέμα. Πάντως, είναι μια κλασική περίπτωση όπου δεν εξεκάθαρα ότι είναι όφελος. Αν πάτε στους αγρός της Αλικού Κάμπου θα τραβήξουν οι χατζάροι. Αν πάτε στην άλλη μεριά, πάλι θα τραβήξουν οι χατζάροι. Εντάξει. Άρα, λοιπόν, το ερώτημα είναι εν μέρη ανοιχτό. Και βλέπετε πόσο δύσκολα είναι τα προβλήματα διαχείρισης τατικών πόρων όταν υπάρχει έλλειψη, δεν υπάρχει επάρκεια, αν θέλετε, αν υπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα, γι' αυτό και είναι σύγχρονη η επιστήμη διαχείρισης των δετικών πόρων. Εντάξει. Και αυτό που λέγεται ότι ο επόμενος πόλεμος θα γίνει για το νερό είναι βέβαια κάπως γλαφυρό, αλλά είναι εν μέρη αληθές. Ήδη έχουν γίνει κάποιες ενέργειες που είναι πολύ κοντά στον πόλεμο για το νερό. Και ειδικά τα φράγματα έχουν χρησιμοποιηθεί και ως μέσο πολιτικής πίεσης στις κατάντι χώρες από τις Ανάντη. Θα ήθελα να δούμε, τώρα γιατί δεν το αναφέραμε, κάνα δυο φορές, τη σχέση νερού και ενέργειες. Έχει αναγνωριστεί πλέον ότι το νερό και η ενέργεια είναι οντότητες αλληλέγδετες. Και σκεφτείτε και σε πλανητική κλίμακα, θα επανέλθω σε λίγο μιλώντας για τον ιδρολογικό κύκλο, αλλά και στην κλίμακα των έργων του ανθρώπου. Ο ιδρολογικός κύκλος, θα το δούμε αμέσως μετά, μας προσφέρει τα ανανεώσιμα από θέματα γλυκού νερού. Και αυτός δεν θα υπήρχε χωρίς ενέργεια του ήλιου. Έτσι. Αλλά προσέξτε και το νερό, χάρη στην εξαιτίας της ενέργειας που περικλεί, αλλά συνεχώς τη μορφή της επιφάνειας του πλανήτη. Διαβρώνει, προκαλεί κατολιστήσεις, αλλάζει τη μορφή της επιφάνειας του πλανήτη. Εδώ είπα χάρη στην εξαιτίας της. Για διαδιευκρινήστε μου τι σημαίνει το χάρης. Δώστε μου ένα παράδειγμα, ναι. Ανητικά. Περάσαμε καλά χάρη στον Γιώργο γιατί έλεγε ωραία ανέκδοτα. Έτσι. Θετικό. Δεν περάσαμε καλά εξαιτίας του Γιώργου που συνέχεια γκρίνιαζε. Και υπάρχει και μια συναφής έκφραση ακόμα. Πήγαμε στο party χάριν του Γιώργου, ενώ οι υπόλοιποι βαριόμασταν. Εντάξει, να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε αυτές τις τρεις εκφράσεις που συναντήσα, δουλέπω να μπερδεύονται. Αυτό το γενικό, αλλά και στην κλίμακα των ανθρώπων και των έργων του, είναι στενή η σχέση υδατικών και ενεργιακών πόρων. Δεν θα επεκταθώ σε αυτό, αναφέρω μόνο τα φράγματα. Ίσως προλάβουμε να κάνουμε μια ανοίξη για τα φράγματα. Ελπίζω μου στη Σασέπησα ότι η σχέση των δύο είναι στενή. Και επίσης τα μαθηματικά ομοιώματα, οι υπολογισμοί που κάνουμε για τη διαχείριση των ενεργιακών πόρων και των ενεργιακών πόρων είναι πολύ παρόμοιοι. Δηλαδή, αν μάθει κάποιος μεθόδους διαχείρισης ενεργιακών πόρων, μπορεί να τις μεταφέρει εύκολα στη διαχείριση ενεργιακών πόρων. Αυτά γενικά για τους υδατικούς πόρους θα πάμε να κάνουμε μια σύγκριση μεταξύ υπόγειων και επιφανειακών νερών. Δεν επειδή όταν απείσουσα τα υπόγεια νερά είναι καλύτερα από τα επιφανειακά. Θα ήταν λάθος άλλωστε κάτι τέτοιο. Απλά να επισημαίνω εξ αρχής ότι το καλύτερο τελικά εξαρτάται από την εκσταζόμενη περίπτωση και συνήθως περιλαμβάνει συνδυασμό των δύο. Απλά πρέπει να ξέρουμε πότε συμφέρει να πάμε περισσότερο στο ένα και πότε να πάμε περισσότερο στο άλλο. Ένα θέμα λοιπόν είναι η κατανομή στον χώρο. Γιατί τα υπόγεια νερά καταλαμβάνουν συνήθως μεγάλες εκτάσεις όταν αξιοποιήσουμε και μιλάμε για σχετικά μεγάλαια. Γιατί αν έχουμε ένα σπιτάκι στην εξοχή και είμαστε μακριά από το δίκτυο η ίδρυφης μπορεί να κάνουμε τοπικά ένα πηγάδι, να βρούμε νερό στα λίγα μέτρα και να καλύπτουμε τις ανάγκες της αγρυκίας. Αλλά μιλάμε για ανθρώπινες δραστηριότητες που έχουν περισσότερη ανάγκη. Και άλλωστε να πω εδώ ότι αστικοποίηση, δηλαδή η συγκέντρωση μεγάλων μέρους του πληθυσμού σε περιορισμένες περιοχές είναι αυτή η οποία δημιουργεί και τις ανισοροπίες. Στην Αθήνα φέρνουμε νερό από το Μόρνο. Ο Μόρνος είναι στη δυτική Ελλάδα, εντάξει. Στη Θεσσαλονίκη φέρνουμε από τον Αλιάκπονα και από την Αραβισσό. Από την Αραβισσό φέρνουμε οι ΠΟΙ και από τον Αλιάκπονα φέρνουμε οι Φανιακάκοι. Αυτό το καιρό είναι λίγο παραπάνω του Αλιάκπονα. Μέχρι να γίνει το έργο του Αλιάκπονα πέραμε 100% υπόγεια νερά στη Θεσσαλονίκη. Εντάξει, βλέπετε, λοιπόν, και τη σχέση μεταξύ των δύο. Συνήθως, λοιπόν, είναι κατανεμημένα στο χώρο, όταν θέλουμε να πάρουμε μικρές ποσοίδες από εδώ και από εκεί. Αλλιώς, και στα υπόγεια νερά πάμε στην Αραβισσό να τα μαζέψουμε, που έχουμε τις πλούσιες καρστικές πηγές. Όλο το πάικο είναι καρστικοποιημένο, διασβεστοληθικό, το οποίο έχει υποστεί διαύρωση, το νερό όλο κινείται φυσικά προς όλο. Ένα μεγάλο μέρος του προς την Αραβισσό, εκεί υπάρχουν οι πηγές, αναβλίζει το νερό, γίνονται και κάποιες γεωτρίσεις βοηθητικά, και έρχεται το νερό για τη Θεσσαλονίκη, παλαιότερα κάλυπται όλες τις ανάγκες, τώρα καλύπτει γύρω στις 45%. Εκεί όπου είναι βέβαιο, όμως, είναι ότι η επιφανειακή δατική πόρη είναι σε συγκεκριμένα σημεία του χώρου, ή έχουμε μια γραμμική κατανομή, όταν μιλάμε για ποτάμους, ή έχουμε τις λίμνες. Άρα σε πολλές περιπτώσεις, όχι σε όλες, εξαστάται από το που είμαστε σε σχέση με τους επιφανειακούς δατικούς πόρους, έχουν ένα πλεονέκτημα τα υπόγεια νερά. Το δεύτερο είναι η αιτήσια και η εποχική μεταβλητότητα, που στην ουσία είναι αυτό που δημιουργεί την ανάγκη αποθήκευσης. Εκείνο που ξέρουμε είναι τα υπόγεια, τα επιφανειακά νερά, αλλάζουν με τις εποχές του έτους. Γιατί υπέφτει η βροχή, γρήγορα συγκεντρώνονται είτε στις λίμνες, είτε στα ποτάμια, και κυρίως τα ποτάμια αποραίει και φτάνει στη θάλασσα, και ειδίως, ειδίως, όταν είμαστε σε περιοχές που είναι κοντά στις ακτές, γι' αυτό και έχουμε και μεγάλο πρόβλημα και σε νησιά τα οποία έχουνε πολύ βροχή. Γιατί αν δεν κάνουμε κάποιο έργο, δεν μπορούμε να το κρατήσουμε το νερό για την περίοδο του καλοκαιριού που το χρειαζόμαστε. Πόσο μάλλον είναι καρστικό το υπέδαφος, δηλαδή αν είναι σουρωτήρη, φεύγει γρήγορα το νερό και το υπόγειο. Και ακόμα τι άλλο παίζει ρόλο στα νησιά, άλλοι δύο παράγοντες δεσμενείς. Για να το πω, αλλιώς είναι η ίδια η Κρήτη και η ίδια η Ιθάκη. Για να διευκολύνω. Όχι, γιατί. Η έκταση. Η έκταση, ακριβώς. Σε μεγάλη έκταση υπάρχουν και μεγάλες αποστάσεις από τη θάλασσα, όπου μπορεί να συγκρατηθεί το νερό. Έτσι, και να μείνει, καθώς και είναι ταργά, για κάποιους μήνες το υπόγειο νερό. Ενώ στην Ιθάκη, που είναι και καρστική βέβαια η καημένη Ιθάκη, καημένη από την άποψη των ηδατικών πόρων, ενώ έχει πάρα πολύ βροχή η Ιθάκη και παρόλα αυτά έχει σταθμό αφαλάτωσης. Και το άλλο συναθέσμα αυτό είναι και το σχήμα. Άλλο είναι η Θάσος και άλλο είναι η Κάρπαθος. Η Θάσος έχει πιο ευνοϊκό σχήμα, είναι κάπως κυκλική. Η Κάρπαθος είναι μακρουλή. Εντάξει, πάλι δηλαδή έχουμε πολύ μικρή απόσταση και η Κάλλυμνος είναι μακρουλή. Έχει το ίδιο πρόβλημα. Έχουμε μικρή απόσταση από το πιο εσωτερικό σημείο του νησιού, να το πω, μέχρι την ακτή, που σημαίνει ότι και επιφανειακά φεύγει πολύ γρήγορα αλλά και η υπόγεια δεν έχει περιθώρια. Εντάξει. Αν αφήσουμε αυτές τις ακραίες περιπτώσεις, όπου είναι δύσκολο να κάνουμε κάτι και για τα επιφανειακά και τα υπόγεια στην Εδωχώρα, τα υπόγεια νερά και αν δεν είναι καστική η ειδροφορία, σκυνούνται αργά. Και επομένως έχουν ένα πλεονέκτημα. Πιθανώς μπορούμε να πάρουμε το νερό το καλοκαίρι, ενώ έπεσε η ειδροφορία στο χειμώνα με τη βροχή, χωρίς να κάνουμε κάποιο έργο. Για να το κάνουμε αυτό στα επιφανειακά νερά χρειαζόμαστε φράγματα. Άρα ένα δαρπανηρό έργο. Να κάνω εδώ μια ερώτηση. Τα φράγματα μπορεί να συνδυάζουν και παραγωγή ενεργίας, αλλά και αποθήκευση νερού για διάφορες χρήσεις. Έστω ότι έχουμε πολλά λεφτά, μπορούμε να κάνουμε φράγματα όπου να είναι. Ή υπάρχουν κάποιες ειδικές προϋποθέσεις, γιατί και αυτό είναι ένα θέμα. Και ποια είναι οι ειδικές προϋποθέσεις των φράγματων. Άρα να έχουμε αζιβοστολιτικά. Αζιβοστολιτικά δεν θέλουμε γιατί θα φύγει το νερό κάτω, αλλά τι να έχουμε. Ξεκίνησε να το πεις, αλλά πες το σωστά. Να έχουμε αδιαπέρατα στρώματα εδαφικά εκεί που θα κάνουμε εμείς μια τεχνητή λίμνη. Τι πήγες να πεις. Δεύτερο είναι περιβαλλοντικά, να κάνουμε καταστρέφη τους βιότοπους εκεί που βράζουν. Είναι οι βοηθάες τους. Αυτό επίσης το περιβαλλοντικό είναι ένα θέμα. Γιατί δημιουργεί ένα λιμνέο περιβάλλον εκεί που ήταν ποτάμιο. Και ακόμα περισσότερο είναι η κοινωνική επίπτωση από την κατάκληση, το κλίμα ί. Δηλαδή από το σκέπασμα με νερό μιας περιοχής η οποία μπορούσε να έχει ένα χωριό, για παράδειγμα. Κλασική περίπτωση πάλι μέσω χώρα. Όπου οι κάτοικοι εκεί πέρα δεν θέλουν να αφήσουν τον χωριό τους που θα γέμιζε με νερό. Παρ' ό,τι τα ανταλλάγματα της δεν ήταν ικανοποιητικά. Σας έλεγα πάρτε τη σπίτιά σας και τα 100 τετραγωνικά. Θα σας πληρώνουν για να πάρτε ένα σπίτι 100 τετραγωνικά στα τρίκαλα που είναι ακριβότερο. Μάλλον σύμφωνα χάνω και τα χωράφια μου που θα κάνω στα τετρίκαλα. Εντάξει. Η κοινωνική επίπτωση μπορεί να είναι σημαντική. Αλλά πέρα από αυτό υπάρχουν κάποιες τεχνικές προϋποθέσεις. Ο εμπλουτισμός στην υπόγειο νερό είναι επίσης ένα θέμα με τα φράγματα. Στον Ολιάκμανό όχι τόσο πολύ γιατί έχει αφήνονται αρκετό νερό, αλλά είναι ένα σημαντικό θέμα αυτό περιβαλλοντικό επίσης. Αλλά ως προϋπόθεση για να κάνεις κάπου φράγμα με σχετικός οικονομικός τρόπος, πρέπει να έχεις την κατάλληλη γεωμορφολογική διαμόρφωση της επιφάνισης του εδάφους. Δεν μπορείς να πάσεις σε ένα κάμπο και να κλείσεις γύρω γύρω φράγμα. Θα πρέπει να έχεις ας πω ένα φαράγγι, μια ρεματιά. Οπότε κλείνοντας και κατασκευάζοντας ένα σχετικός μικρό τεχνικό έργο, να μπορείς να δημιουργήσεις μια μεγάλη λίμνη από πίσω, ένα μεγάλο αποθηκευτικό χώρο. Γι' αυτό και αν προσέξετε, οι περισσότερες τεχνητές λίμνες έχουν επίμμηκε σχήμα. Δηλαδή, αν δείτε το χάρτη της Ελλάδος και δεν ξέρετε αν είναι φυσική ή τεχνητή λίμνη, ένα κριτήριο για να αποφασίσετε να σαφνίσετε κάποιος τι είναι αυτή η λίμνη, και με τεχνητή ή φυσική, αν τη δείτε να έχει πολύ επίμμηκε σχήμα, τότε θα πάτε μάλλον προς το τεχνητή. Εντάξει. Και επίσης, εκεί που θα κάνετε το φράγμα, να μπορεί γιοτεχνικά το έδαφος να το σηκώσει. Να υπάρχει δηλαδή κατάλληλο έδαφος θεμελίωσης. Άρα ωραία είναι τα φράγματα, και δείτε τα μεγάλα, αλλά έχουν πάρα πολλά προβλήματα για τη χωροθέτησή τους και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Δεν είναι ένα τίθε με εξορισμού κατά της κατασκευής φραγμάτων. Μακράνε μου αυτή η άποψη. Εντάξει. Και ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι όταν κάνουμε επιφανειακή αποθήκευση, έχουμε το θέμα της εξάτμισης. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό στην περίπτωση των νησιών του Αιγαίου και της Κύπρου με τη λιμνωδεξαμενές. Έχουμε μεγάλη εξάτμιση και γιατί έχουμε μεγάλη ηλιοφάνεια, αλλά και γιατί έχουμε ανέμους οι οποίοι επιτύνουν την εξάτμιση. Εντάξει. Άρα λοιπόν θα μου πείτε από τα υπόγεια νερά δεν έχουμε εξάτμιση στο διαπνοή. Έχουμε. Αλλά πολύ λιγότεροι. Έτσι. Άρα λοιπόν είναι ένα θέμα αυτό εδώ. Θα έλεγα να κάνουμε τώρα ένα διάλειμμα. Πάμε παρακάτω σε ένα ακόμα θέμα σύγκρισης. Είναι η ποιότητα των υπόγειων και των επιφανειακών νερών. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι ότι τα υπόγεια νερά είναι λιγότερο εκτεθειμένα στη ρύπαση. Προφανές είναι αυτό το πράγμα. Άρα κατά κανόνα, όχι πάντοτε, είναι λιγότερο ρύπαση. Μα είναι καλύτερης ποιότητας. Αυτό είναι το θετικό. Αν γυρίσουμε το νόμισμα από την άλλη μεριά, τότε έχουμε το αρνητικό. Ότι άπαξ και ρυπανθούν καθαρίζονται πιο δύσκολα. Και ίσως είναι και πιο ακριβώς ο καθαρισμός τους. Προσέξτε τι γίνεται. Στα επιφανειακά νερά μπορούμε να κάνουμε τα στραβά μάτια για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Είχαμε περιπτώσεις όπου ρυπάνθηκε ο αξιός από εκρουές στα σκόπια, ψώφισαν ψάρια και μετά από 10 μέρες η κατάσταση επανήλθε περίπου στα φυσιολογικά. Γιατί? Γιατί ό,τι οι ρύποι ξεπλήθηκαν πήγα στο θερμαϊκό. Βέβαια είχαμε κάποια ζημιές στο θερμαϊκό. Υπήρξε η μεγάλη αρέωση, ένα μεγάλο θέμα είναι η αρέωση. Είναι καλή γενικά ως φυσική διαργασία, αλλά είναι πραγματικά τραγικό να διαθέτει κάποια βιομηχανία, ας πούμε, να ξοδεύει, να σπαταλάει νερό καλής ποιότητας για να πετύχει την ποιότητα εκρουής που θέλει. Δηλαδή βγάζει λίματα με παροχή 10 λίτρα το δευτερόλεπτο, λέω τώρα, και επειδή έχει υπέρβαση ρήπων, τα ανακατεύει με άλλα 10 λίτρα καθαρό νερό και λέει ορίστε, η εκρουή μου είναι αυτή. Αυτό είναι πολύ κακή παράκαμψη, θα έλεγα, και όχι τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Αλλά η αρέωση ως φαινόμενο πράγματι βοηθάει στο να μειώνονται οι αρνητικές επιπτώσεις ανθρωπίνων δραστηριοτήτων ή να μειδενίζονται εν τέλει. Και γι' αυτό είπαμε προηγουμένως, ή αναφερθήκαμε προηγουμένως και στο θέμα το αποδέκτη. Η αρέωση είναι ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό και η ανανέωση. Εντάξει, στα υπόγειο νερά, εφόσον κινούνται αργά, δεν υπάρχει αυτό το εντός εισαγωγικό πλονέκτημα ουσιαστικά της έκπλησης. Αν έχουμε ρύπανση υπόγειων νερών και θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τον υδροφορέ, έχουμε δύο διαδικασίες. Η μία διαδικασία είναι άντληση και επεξεργασία. Μεγαλύτερο κόστος από αυτή τη θέση ρύπανση επιφανειακού νερού που δεν θα έχουμε τουλάχιστον την άντληση. Εντάξει. Και το δεύτερο πρόβλημα, η δεύτερη μέθοδος μάλλον είναι ο λεγόμενος υδροδυναμικός έλεγχος. Δηλαδή αποδεχόμαστε ότι σε μία περιοχή του υδροφορέα θα υπάρχει μία κυλίδα ρύπανσης και εμείς χρησιμοποιώντας και διατάζοντας κατάλληλα περιμετρικά της ρυπασμένης περιοχής πηγάδια και παίζοντας εντός εισαγωγικών καθορίζοντας σωστά τις αντλήσεις μπορούμε να εμποδίσουμε στην πραγματικότητα τη μετακίνηση του ρύπου σε μεγαλύτερη έκταση. Τον ελέγχουμε υδροδυναμικά. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όταν έχουμε τους λεγόμενους μη συντηρητικούς ρύπους ή καλύτερα, σε πιο ορθά ελληνικά, αν και ο όρος αυτός που ανέφερα έχει επικρατήσει, μη συντηρούμενους ρύπους. Η ρύπη είναι και το αντίθετο του συντηρητικού, είναι ο προδευτικός όπως ξέρουμε, δεν είναι κάτι τέτοιο, εντάξει, συντηρούμενους και μη συντηρούμενους ρύπους. Τι σημαίνει αυτό το πράγμα. Έχουμε κάποια βαριά μέταλα, ας πούμε, τα οποία ό,τι και να γίνει θα μείνουν εκεί μέσα στο νερό και δεν απαλασσόμαστε από αυτά ποτέ. Αυτός είναι ένας συντηρούμενος ή συντηρητικός ρύπος. Υπάρχουν μικροοργανισμοί, παθογόνοι, οι οποίοι αν μείνουν ένα χρονικό διάστημα στο υπέδαφος θα καταστραφούν. Ειδικά σε τέτοιες περιπτώσεις συμφέρει ο ιδροδυναμικός έλεγχος. Πάρα πολύ. Ουσιαστικά αν θυμάστε όσοι παρακολουθήσατε το μάθημα υπό η γιατραβληκή είχαμε μία άσκηση που λέγαμε το εξής. Ότι έχουμε μία λίμνη, τα νερά της έχουν μπωλευνθεί με παθογόνους μικροοργανισμούς, οι οποίοι ζουν στο περιβάλλον του ιδροφορέα για εξήνα του πολλούς μέρες. Και αντί να αντλήσουμε από τη λίμνη, ας πούμε ότι η λίμνη φτάνει μέχρι εδώ, κάνουμε μια γεώτρηση σε απόσταση 100 μέτρα από τη λίμνη. Θα είναι επικίνδυνα τα νερά της γεώτρησης, ναι ή όχι. Και αν θυμάστε ποιο ήταν το σκεπτικό, έπρεπε να υπολογίσουμε τον ελάχιστο χρόνο που χρειάζονται τα νερά για να φτάσουν από τη λίμνη στη γεώτρηση και αν ήταν μεγαλύτερος από 60 μέρες θα λέγαμε ότι τα νερά είναι ασφαλή. Βεβαίως, θα λέγαμε ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί το νερό της γεώτρησης, όπως δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί και το νερό της λίμνης. Και υπενθυμίζω εδώ την διαφορά μεταξύ καλού και κακού λάθους. Πιο σωστά, πολύ κακού και λιγότερο κακού λάθους. Εάν πούμε ότι ξέρεις τα νερά δεν είναι επικίνδυνα και ποιες θα, τότε κάνουμε το κακό λάθος. Γιατί μπορεί να μας αποστήλουμε κάποιους αιωνίους μονάς. Εντάξει, αν πούμε ότι το νερό ξέρεις είναι επικίνδυνο ενώ δεν είναι, πάλι κάνουμε λάθος. Υπάρχει οικονομικό κόστος, γιατί αυτός δεν θα το πιεί και θα πάρει επιαλωμένο, ας πούμε για παράδειγμα. Άρα θα υπάρχει μια οικονομική επιβάνηση. Αν είναι μια κοινότητα θα ψάξει να βρει κάποια άλλη πιο ακριβή πηγή υίδρευσης. Εντάξει, αλλά μεταξύ των δύο λαθών, χειρότερο είναι να σας αποστήλουμε κανέναν άνθρωπο. Εντάξει. Και να πω επίσης ότι δεν θα λέγαμε ότι ξέρεις με τις υπολογισμούς που κάνουμε το νερό είναι ακίνδυνο και ποιοί δεν το άφοβαν. Το νερό καταρχήν είναι ακίνδυνο και ελέγχεται το τακτικά. Γιατί κάναμε εμείς πολύ ωραίους υπολογισμούς, αλλά σε κάθε υπολογισμό, θα το δούμε και σε επόμενα μαθήματα και το έχουμε δει και σε άλλα μαθήματα προηγουμένου σκορμού, κάνουμε σειρά παραδοχών. Άρα μπορεί κάποια από τις παραδοχές που κάναμε να μην ισχύει και τα αποτελέσματα να μην είναι αυτά που μας έβγαλε ακόμα και ο υπολογιστής. Και δράττω με τις ευκαιρίες να υπενθυμίσω ή να επισημάνω ότι τα αποτελέσματα των υπολογιστών δεν είναι θέσφατα. Και πολλές φορές τα λάθη είναι ανοιχνεύσιμα, άλλες φορές δεν είναι ανοιχνεύσιμα. Και γι' αυτό πάντα επιμένω ότι πρέπει να έχουμε έναν τρόπο ποιοτικού ελέγχου των αποτελεσμάτων που μας δίνουν οι υπολογιστές. Για παράδειγμα, έχετε ένα πρόγραμμα υπολογισμού στατικών. Αν σας βγάλει κάπου ένα υποστήλωμα ένα μέτρο επί ένα μέτρο, θα πρέπει να καταλάβετε ότι κάτι δεν πήγε καλά εκεί πέρα. Και ότι δεν πήγε καλά, κάπου να πρέπει να δώσετε 0,2 και να σας δώσετε 2. Εντάξει. Πρέπει λοιπόν να έχουμε μία εικόνα για το τι περιμένουμε. Όχι την ακριβή λύση. Γιατί αν είχαμε την ακριβή λύση δεν θα κάναμε τίποτα. Θα το τράφαμε κατευθείαν. Αλλά ποιοτικά να βλέπουμε τι γίνεται. Αν έχετε ένα πρόβολο και βγάλετε ότι ο πλυσμός πρέπει να είναι από κάτω, πρέπει να παραξινευτείτε. Να το ξανακοιτάξετε. Γιατί φαντάζομαι ότι όλοι θυμάστε από τη σαντική ότι ο πλυσμός μπαίνει επάνω. Γιατί έχουμε τέτοιου τύπου κάμψι. Εντάξει. Αυτό πρέπει να υπάρχει και στα μαθήματα και στα θέματα μάλλον που έχουν να κάνουν με τους δρατικούς πόρους. Και είναι λίγο πιο δύσκολο να έχουμε αυτήν την αίσθηση του τι είναι εκτός του αναμενομένου, του τι είναι περίεργο και τι δεν είναι περίεργο. Προσέξτε λοιπόν αυτό το σημείο. Δεν μπορεί να έχετε ένα πηγάδι και να πείτε ότι θα βγάζει χίλια κυβικά την ώρα. Δεν βλέπω σε αποτελέσματα εξετάσεων. Χίλια κυβικά το δευτερόλεπτο έχει κάνει την ώρα. Αυτό είναι κάτι κοντά σε Αμαζώνιο. Εντάξει. Σύμφωνοι, την αίσθηση του κυβικού μέτρου πρέπει να την έχουμε στο μυαλό μας. Είναι πολύ ίσως αστείο αυτό που λέω, το λέω επειδή παίρνω γραπτά στις εξετάσεις. Ένα κυβικό μέτρο είναι ένα κασόνι που έχει πλευρά ένα μέτρο. Άρα, λοιπόν, το κυβικό μέτρο έχει χίλια λίτρα, γιατί εκεί γίνεται το λάθος, όχι το λίτρο χίλια κυβικά μέτρα. Εντάξει, το λίτρο είναι ένα κουτάκι πορτοκαλάδας, ας πούμε, τόσο. Άρα πολλά τέτοια κουτάκια χωράνε στον κασόνι. Δεν γίνεται το αντίθετο. Προσοχή, λοιπόν, στην τάξη μεγέθους των αποτελεσμάτων σε προβλήματα υδραυλικής γενικότερα. Αυτό το παράδειγμα που έφερα με τη λίμνη και την υγιότερη συνδύπλα στη λίμνη, που ουσιαστικά πάλι νερό της λίμνης παίρνουμε, αλλά παίρνουμε νερό καλύτερης ποιότητας, είναι μία από τις πιθανές ευεργετικές χρήσεις των υπόγειων νερών. Το φυσικό φιλτράρισμα. Και, μάλιστα, πολλές φορές εντάσσεται ένα τέτοιο σύστημα σε τριτοβάθμια επεξεργασία λημάτων. Αφού γίνει καλή επεξεργασία των λημάτων, μετά δεν τα χρησιμοποιούμε κατευθείαν, ιδίως σε άνευρες περιοχές που θέλουμε να τα αξιοποιήσουμε. Και είναι θεμητό αυτό, έχει βέβαια για να τα πιούμε, αλλά για να κάνουμε άρδευση. Τα διοχαιτεύουμε και σε έναν υπόγειο τροφορέ, ώστε αφήνουμε να τα λαμπικάρει, επιπλέον με φυσικό τρόπο και σχετικά αυθενό τρόπο, η κίνηση του νερού μέσα και από τον υπόγειο τροφορέ. Είναι ένα σημαντικό θέμα σε άνευρες περιοχές, σε νησιά. Η Κύπρος είναι προχωρημένη, ας πούμε, σε αυτό το τομέα, το Ισραήλ βεβαίως. Οι αραβικές χώρες της Μεσογείου ξεκινάνε εντατικά την προσπάθεια σε αυτό τομέα, της επαναχρησιμοποίησης επεξεργασμένων, όχι ανεπεξεργαστών λημάτων, και όχι για πόσοι. Αυτή λοιπόν είναι η γενική εικόνα για τους υδροφορείς σε σχέση με τα επιφανειακά νερά. Ξανατονίζω και μια ακόμη φορά, ιδιαίτερη προσοχή χρειάζονται οι καστικοί υδροφορείς. Οι καστικοί υδροφορείς ακριβώς επειδή έχουν μεγάλους καινούς χώρους, επανέλθουμε σε αυτό το σημείο, και επιτρέπουν μεγάλες ταχύτητες, είναι περίπου πιο κοντά πιθανό στα επιφανειακά νερά παρά στα υπόγεια. Δηλαδή, πιθανότατα να μην έχουμε αυτό το φιλτράρισμα όταν κινηθεί νερό μέσα από καστικούς υδροφορείς. Σύμφωνοι? Και ναι μεν αν έχουμε έναν καστικό υδροφορέα στην ενδοχώρα το Πάικο, είναι πολύ ευνοϊκό. Μαζεύεται το νερό, υδρεύεται η Θεσσαλονίκη, αλλά αν έχουμε καστικό υδροφορέα σε ένα νησί, όπως είπα και προηγουμένως, αυτό δεν είναι καθόλου ευνοϊκό. Αυτό το θέμα της ζήτης ενέργειας, ήδη λίγο πολύ το έχουμε πει, ας το ξανασχηματοποιήσουμε. Τα υπόγεια νερά γενικώς, για την αξιοποίηση των υπόγειων νερών, γενικώς χρειαζόμαστε φθηνά έργα. Εξαρτάται φυσικά από το βάθος της γεώτηρης που πρέπει να κάνουμε ως προς το κόστος κατασκευής και την στάθμη του υπόγειου νερού κατά το κόστος λειτουργίας. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα, προσέξτε το αυτό το πράγμα. Και ιδίως θα έχουμε υδροφορής υποπίεση. Ελπίζω κάποια από όλα αυτά να γράφει. Θα υπενθυμίσω με την ευκαιρία την έννοια του ιδραυλικού φορτίου. Μπορεί να βρίσκουμε εδώ τη στάθμη του υπόγειου νερού και να πρέπει να πάμε να ισχωρήσουμε αρκετά βαθιά μέχρι να βρούμε πιθανώς έναν διαπέρατο στρώμα για να μπορούμε να αντλούμε την ποσότητα νερού που θέλουμε. Αν κατεβάσουμε τη στάθμη εδώ κάτω κατά την άγριση γιατί τι σημαίνει εκμετάλλευση των υπόγειων νερών με μια υγεώτρηση. Εμείς επιδρομε μόνο στη θέση που είναι η υγεώτρηση. Τι κάνουμε εκμεταλλευόμαστε στην βασική αρχή της υπόγειας ιδραυλικής. Της ιδραυλικής γενικότερα που λέει το νερό πάει από τα ψηλά στα χαμηλά. Εμείς κατεβάζουμε τη στάθμη του νερού στη θέση της υγεώτρησης και αυτόματα το νερό από μια ευρύτερη περιοχή μέσα από την ακτή να επηρροείς της υγεώτρησης κινείται προς το χαμηλό σημείο που εμείς τεχνητά έχουμε δημιουργήσει. Και αν παίρνουμε αρκετό νερό με μικρή ταπείνωση της στάθμης, τότε ο ιδροφορέας είναι καλός, έχει ευνοϊκά χαρακτηριστικά, ενώ αν χρειάζεται να ρίξουμε πολύ τη στάθμη στο πηγάδι για να πάρουμε την ίδια παροχή ή αν τελικά δεν μπορούμε καν να πάρουμε την παροχή που έχουμε σχεδιάσει, τότε ο ιδροφορέας δεν είναι τόσο καλός και είναι εν τέλει πιο ακριβός. Λοιπόν, το κόστος στο δικό μας είναι για να ανεβάσουμε το νερό από αυτή τη στάθμη εδώ πάνω. Έτσι, αν κατεβεί πιο κάτω, ακόμα μεγαλύτερο κόστος. Κόστος λειτουργίας πλέον σε αντιδιαστολή με το κόστος κατασκευής, που αφού κάναμε τη γεώτρηση και φτάσαμε μέχρι εδώ πέρα κάτω και στις δύο περιπτώσεις είναι ίδιο. Εντάξει, έχουμε δύο παράγοντες κόστος. Το αρχικό που το πληρώνουμε εφάπαξ και το άλλο που το πληρώνουμε είναι η φορά που αξιοποιούμε τα υπόγεια νερά. Αντίθετα, αν κάνουμε ένα φράγμα, υπάρχει πιθανότητα, αφού πληρώσουμε τα λεφτά που πρέπει να πληρώσουμε αρχικά για την κατασκευή του έργου και αφού έχουμε βρει την κατάλληλη θέση και να το φτιάξουμε, πιθανώς να μην έχουμε κόστος λειτουργίας. Γιατί, αν είναι σχετικά ψηλά και εμείς θέλουμε να ιδρέψουμε μια πόλη που είναι πιο χαμηλά, πιθανώς να έχουμε αγωγό βαρύτητας. Τι σημαίνει αγωγός βαρύτητας, ναι? Μη χρειάζεται εμείς να δώσουμε, να αντλήσουμε. Φυσικά, δεν έχει σημασία μόνο η στάθη με τροφοδοσίας και η στάθη με τελική. Αν έχουμε ένα βουνό ανάμεσα και πρέπει να περάσουμε το βουνό, πιθανώς εκεί πρέπει να χρησιμοποιήσουμε αντλία. Και αυτό να είναι πιο φθινό από το να κάνουμε σύρανγκ, ας πούμε, το νερό χωρίς να χρειάζεται συνέχεια κόστος άντλησης. Και πολλές φορές δεν διαλέγουμε τη βέλτηση στη λύση, επειδή έχουμε, και δεν το λέω μόνο για τα ιδραυλικά έργα, το λέω και γενικότερα, παράδειγμα πολύ κλασικό, τα έργα οδοπίας, όταν έχουμε περιορισμό στο αρχικό κόστος ή στις τεχνικές δυνατότητες. Παλιά τα έργα οδοπίας έλεγαν ότι ακολουθούν οι δρόμοι, τη χάραξη του γαϊδάρου. Το έχετε ακούσει φαντάζουμε αυτό στην οδοπία. Αφήνουμε, λέει, ένα γάϊδαρο να πάει και βλέπουμε, επειδή ο γάϊδαρος ξέρει από μόνος το να πάει από το πιο αμαλό μέρος, και μετά λέμε πού πήει ο γάϊδαρος, εκεί να κάνουμε το δρόμο. Τώρα αυτό έχει καταργηθεί, γιατί έχουμε τεχνική δυνατότητα και σύραγγες να κάνουμε και κυλαδογέφερες να κάνουμε. Η Εγνατία, ας πούμε, είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα, που έχουμε αποστεί από τη χάραξη του γαϊδάρου και αυτό έχει πολύ μεγαλύτερο αρχικό κόστος και μεγαλύτερη τεχνική δυσκολία, αλλά έχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα από άποψη κυκλοφορίας και από περιβαλλοντική άποψη. Γιατί? Γιατί για να πάμε από εδώ στα Γιάννενα χρειαζόμαστε πολύ λιγότερο κάψιμο, πέρα από το χρόνο που ήταν έξι ώρες και γίναν δύο και κάτι, και με λιγότερα κάψιμα και αυτό είναι προσώφιλος του περιβάλλοντος, εν τέλει. Και γι' αυτό, να πω μια μικρή κακία, δεν ήταν καθόλου σωστή μάλλον η θέση κάποιων οικολόγων, που λέγανε επειδή είναι προστατευόμενη περιοχή οι εκβολές του Νέστου, να μην περάσει η γέφυρα της Εγκνατίας εκεί, αλλά να πάει πάνω και να ξανακατεύει κάτω. Πέραν του κόστος, μετά όλα τα αυτοκίνητα θα πρέπει να πηγαίνουν πάνω και να κατεβάνουν κάτω, πώς θα το κάνουν αυτό, θα καίχανε κάψιμα επιπλέον. Κάνε ίσως ένα λίγο πιο ακριβό έργο, μην φυτεύεις τρία βάθρα της γέφυρας μέσα στον υγρότοπο, αλλά πέρασε τον από εκεί που είναι η συντομότερη διαδρομή. Δηλαδή, ενώ είμαι υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά αυτό πρέπει να γίνεται με λογικό τρόπο, χωρίς υπερβολές. Θα αναφερθώ λίγο και στην ιστορία της στράγγισης των εδαφών. Ξέρετε, η στράγγιση συνδέεται και με τις αρδεύσεις. Το καλύτερο θεωρητικά είναι να κάνουμε στάγγινη άρδευση, όπου να βάζουμε όσο νερό ακριβώς χρειάζεται, να απορροφάται αυτό στο συνολό του από τα φυτά και να μην έχουμε προβλήματα ούτε απόληψης περισσότερης ποσότητας νερού από ένα ποτάμι, μια λίμνη, από κάπου αλλού, το οποίο θα εκτρέψουμε από την αρχική του διαδρομή, άρα θα έχουμε μια περιβαλλοντική επίπτωση, ούτε όμως και επίπτωση στον υδροφορέα από κάτω. Επίπτωση τι, όχι ποσοτική. Ίσα ίσα αυξάνεται το νερό του υδροφορέα. Αν από το αρδευτικό νερό εν μέρει απορροφάται και εν μέρει διηθείται στα βαθύτερα στρώματα, αλλά ποιοτικό. Και προσέξτε αυτό το πράγμα. Δηλαδή, αν το νερό αυτό που κατεβάζει λιπάσματα, φυτοφάρμακα, τότε μπορεί ποιοτικά πλέον να χρηστεύσει τον υδρατικό πόρο που είναι από κάτω, ενώ ποσοτικά τον ενισχύει. Άρα λοιπόν, πρέπει να βλέπουμε και τις δύο παραμέτρες. Σε πάση περιπτώση, σε πολλές περιπτώσεις, χρειαζόμαστε τη στράγγιση, δηλαδή να κατεβεί η στάθμη, να μην ανεβαίνει η στάθμη του υπόγειου νερού πολύ ψηλά, γιατί τότε κάνει κακό στα φυτά. Τα φυτά θέλουν το νερό, αλλά πολλά από αυτά, όσα δεν είναι υδροχαρεί, δεν θέλουν να είναι βυθισμένες οι ρίζες τους μέσα στο νερό. Εντάξει, αυτό τα βλάπτει. Άρα πρέπει να εξασφαλίσουμε αυτή την ισορροπία. Και τέλος, θα πω δύο λόγια για το θέμα των καθηζήσεων, γεωτεχνικό θέμα, το έχετε ακούσει φαντάζομαι σε διάφορα μαθήματα, του γεωτεχνικού τομέα, και εδώ βλέπουμε τη σύνδεση μεταξύ αυτών που διδάσκονται στο πλαίσιο του γεωτεχνικού τομέα και σε αυτά που διδάσκονται στο πλαίσιο του γεωτεχνικού. Υπερβολική άντληση υπόγειων νερών εγκυμονεί κινδύνους καθηζήσεων. Και έχουμε ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα κοντά στη Σαλονίκη, στο Καλοχώριν, είναι κανείς από εκεί. Ξέρετε τουλάχιστον που είναι? Πηγαίνοντας προς τα δυτικά είναι επί της παραλίας, δεν πάει κανείς εκεί να κάνει μπάνιο και η κατάσταση δυτικά του λιμάνιου δεν είναι καθόλου καλή. Αν και παλαιότερα εκεί υπήρχε ο κήπος των Πριγκίπων και μέχρι κάποια δεκαετία του περασμένου ώρα κάναν μπάνιο εκεί. Ήταν το παιχτσινάρι το ωραίο ακρογιάλι που λέει και το τραγούδι, αν το έχετε ακούσει. Εντάξει, τώρα η κατάσταση εκεί είναι θλιβερή γενικότερα σε εκείνη την περιοχή. Ο ΟΥΤ τότε, ο πρόγωνος της ΕΙΑΤ, της Εταιρείας Σύνδρευσης Αποχέδευσης της Σαλονίκης, είχε δυο τρίσεις και έχει, που τροφοδοτούσε με νερό εν μέρει της Θεσσαλονίκης. Εντάξει, το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχει καθίζιση του εδάφους. Είχα πάει πριν από χρόνια και είδα ξαφνικά μέσα στη θάλασσα μια σειρά από κολόνες της ΔΕΙ. Δεν ήταν κανείς χαζός από τη ΔΕΙ να πάει να βάλει κολόνες μέσα στη θάλασσα. Ήταν αχρηστευμένες ήδη βέβαια, δεν περνούσε από κυρεύμα. Αλλά έδειχναν που ήταν η ξηρά, η οποία τώρα είχε έρθει εκεί και είχε καθίσει. Και αποδείχθηκε ουσιαστικά ότι ήταν αποτέλεσμα αντλήσεων, γιατί όταν σταμάτησαν οι αντλήσεις, επιβραδίθηκε και πρακτικά έχει σταματήσει ο ρυθμός καθίσεις του εδάφους. Ένα παρόμοιο πρόβλημα είχαμε αντιμετωπίσει με τον κ. Ναγνωστόπουλο. Στο Σέδες, μάλλον στη Μίκρα, όχι στο Σέδες, στο αστρατοτικό αεροδρόμιο, είχαν ένα υπόστεγο για τα αεροπλάνα. Και είχε καθίσει από τη μία μεριά που ήταν κοντά σε μια γεώτρηση και αποδόθηκε η καθιζήση ακριβώς στο ότι γινόταν αυτή η μεγάλη άντληση, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, γιατί παρότι ο χώρος αυτός είναι περιφραγμένος, ένα κομμάτι του διδόταν σε κάποιον για καλλιέργεια, για να έχουν κάποια έσοδα. Και αυτό δημιουργούσε πρόβλημα διαφορικής καθίζησης, το οποίο φτυχώς δεν ήταν επικίνδυνο, γιατί προς τη στιγμή είχε απειληθεί ότι θα κλείσει όλο το υπόστιγμα, που ήταν θέμα πολλών χρημάτων, από υπεράλληλης υπόγειων νερών. Υπάρχει κάποιο σχόλιο? Συνοψίζοντας, λοιπόν, το πρώτο μέρος, να πω ότι τελικά οι υπόγειοδροφορίες έχουν διάφορες χρήσεις. Η κύρια και γνωστότερη είναι η παροχή νερού, η δεύτερη είναι η εποχική αποθήκευση νερού. Μπορούμε να τους χρησιμοποιήσουμε και θα δούμε με ποιες μεθόδους, για να... ήδη αναφέρθηκε αυτό στην αρχή του μαθήματος, με τα μικρά φράγματα που δημιουργήσαμε, που ευνοήθηκε η καθίσδιση του νερού. Πώς αγωγός μεταφοράς. Πώς αγωγός μεταφοράς. Μπορούμε να έχουμε εδώ ψηλή στάθμη και εδώ να κάνουμε μια σειρά εντλίσσεων. Θα φέρουμε το νερό προς εδώ. Ακόμα και εδώ, αν έχουμε ένα ποτάμι, κατεβάζοντας τη στάθμη δίπλα στο ποτάμι, δημιουργούμε ροή προς τα υπόγεια νερά και προς μια περιοχή που πιθανώς θέλουμε να μεταφορθεί το νερό. Μπορούμε με τεχνική παρέμβαση, βέβαια, να δημιουργήσουμε ροή νερού προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Ως φίλτρο καθαρισμού, αυτό που είπαμε εν εκτάση με το ότι αντί να πάρουμε το μολυσμένο νερό της λίμνης, το αντλούμε μετά από λίγο σε κάποια απόσταση όπου έχει φυσικώς καθαριστεί ή αυτό που είπαμε μιλώντας για την τριτοβάθμιμο καθαρισμό επί εξαρτιασμένων λημάτων. Και βέβαια, ως ένα μέσο ελέγχου της στάθμισης επιφανιακών νερών, αφού επικοινωνούν, αν κάνουμε άντληση από γεωτρίσεις που είναι κοντά σε ένα ποτάμι ή μία λίμνη, μπορούμε να ρίξουμε τη στάθμη της λίμνης. Να κάνω ένα μικρό σχηματάκι και γι' αυτό εδώ. Ας πούμε ότι εδώ είναι μία λίμνη, το μη κάνω. Η στάθμη του υπόγειου νερού είναι εδώ πέρα πάνω, πιο ψηλά. Τι έχουμε? Από τα ψηλά στα χαμηλά, τροφοδοσία της λίμνης από τα υπόγεια νερά. Κάνουμε εδώ μία γεώτριση, ας πούμε εδώ είναι η στάθμη του εδάφους. Κάνουμε εδώ μία γεώτριση, κατεβάζουμε τη στάθμη εδώ κάτω και δημιουργούμε μια τέτοια κατάσταση. Αντί να έχουμε τροφοδοσία της λίμνης, έχουμε μεταφορά νερού της στον υπόγειο υπροφορέα. Εντάξει. Αυτό βέβαια είναι μία, θα έλεγα κάπως, ακραία εφαρμογή. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι θα ρίξω τη στάθμη του εύρου όταν έχει κίνδυνο πλημμύρας με μία σειρά γεωτρίσεων. Θα είναι υπερβολικό να το χρησιμοποιήσει εκεί ως κύριο μέσο αντιπλημμυρικής προστασίας. Εκεί, αυτό που γίνεται που ακούμε κάποια φορά ότι σχεδιασμένα έσπασαν τα αναχώματα εκεί είναι αυτό. Για πείτε μου, γιατί αυτό θεωρείται αντιπλημμυρική προστασία? Δεν το έχετε ακούσει αυτό? Ότι σχεδιασμένα έσπασαν κάπου το ανάχωμα του εύρου για λόγους αντιπλημμυρικής προστασίας. Το αντίθετο μένο μου φαίνεται πολύ. Υψώνουμε τα αναχώματα κι άλλο για να μην ξεχειλήσει. Το να σπάσω, να κατεβάσω κάπου το ανάχωμα, πώς σας φαίνεται ως ιδέα? Έχει καμιά λογική ή τρελάθηκε το αφεντικό και δεν ξέρει τι κάνει? Να φύγει το νερό. Να φύγει το νερό να εκτονωθεί προς τα εκεί που θα κάνει τη μικρότερη βλάβη. Δηλαδή, αντί να πλημμυρίσει μια κομμόπολη, να πάει να πλημμυρίσει χωράφια. Κακό, κακό. Θα καταστραφεί η παραγωγή σιταριού, ας πούμε, μιας χρονιάς. Δεν θα ήταν πολύ πιο κακό να πλημμυρίσουν 100 σπίτια. Είναι η διαδικασία των λεκανών εκτόνωσης, που είναι μία μέθοδος που εντάσσεται στα λεγόμενα ίπια μέτρα διαχείρισης πλημμυρικών φαινομένων. Δεν αποτρέπουμε τελείως το κακό, αλλά το μετριάζουμε. Για αυτό, αν δείτε στη διεθνή βιβλιογραφία, υπάρχει ο όρος mitigation, μετριασμός των καταστροφών. Σπανίως μπορούμε να τις αποτρέψουμε τελείως, όταν τα φαινόμενα είναι πάρα πολύ έντονα. Ας ξεκινήσουμε τη δεύτερη ενότητα. Κοντερικά τα έχετε ξανακούσει, αφού τα περνάω γρήγορα. Διάφορα νούμερα που συνήθως ακούγεται το γενικό. Έχουμε γίνει ο μπλε πλανήτης και έχει πάρα πολύ νερό, αλλά από όλα αυτό το πολύ νερό είναι αλμυρό το περισσότερο. Άρα δεν είναι δεδομένος ιδιατικός πόρος. Για να γίνει ιδιατικός πόρος πρέπει να ξοδέψουμε ενέργεια, δηλαδή να κάνουμε αφαλάτωση. Αφήσουμε λοιπόν απ' έξω την αφαλάτωση το διαθέσιμο, κατά υπολογισμού, συνοκτόμιση επί 10 στη 15 κυβικά μέτρα. Αυτό το δείτε σε διάφορα βιβλία. Από αυτό το 98% είναι υπόγειο ιδιατική πόρη. Δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος είναι υπόγειο νερά. Και υπάρχει όμως ένα πρόβλημα και στα υπόγειο νερά ότι περίπου το 5% είναι αποθηκευμένο σε μεγάλο βάθος. Μεγαλύτερο από τα 800 μέτρα. Θα μου πείτε γιατί τα 800 μέτρα, γιατί εκεί περίπου έβγαινε το 5% όχι γιατί είναι κάποιο όριο φυσικό πολύ σημαντικό. Αυτό το σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα άντλησης, το είδαμε εκεί με τη γεώτρηση, κόστος κατασκευής αυξημένο για να πάρουμε νερό από μεγάλο βάθος και κόστος λειτουργίας που το πληρώνουμε συνεχώς για να το φέρνουμε στην επιφάνεια. Αλλά υπάρχει και πρόβλημα ποιότητας. Για να μου πείτε γιατί. Γιατί να είναι χειρότερο ποιοτικά ένα νερό που έρχεται από μεγάλο βάθος σε σχέση με ένα κατατεκμήριο έτσι, όχι πάντα, αλλά κατατεκμήριο σε σχέση με κάποιον που είναι πιο κοντά στην επιφάνεια δεν προστατεύεται καλύτερα αν έχουμε 800 μέτρα έδαφος από πάνω. Ναι. Για να φτάσει στα 800 μέτρα σημαίνει ότι έκανε μεγάλη βόλτα. Πέρασε απομένως από πολλά στρώματα και του δόθηκε εντός εισαγωγικών η ευκαιρία να διαλύσει και άρα να κουβαλάει επιβλαβή στοιχεία. Και ξέρετε το να έχει ας πούμε το νερό αρσενικό ή χρώμιο από μία φυσική πηγή. Δεν ήταν εφρά τυχαία αυτά δύο. Είναι δύο από τους ρήπους που είναι πολύ σημαντικοί και έχουν με πρόβλημα και στην Ελλάδα. Είναι εν τέλειο για τον διαχειριστή χειρότερο από το ότι να έχει μία ανθρωπογενή πηγή. Γιατί? Ας πούμε το κόστος είναι το ίδιο, γιατί ο ρήπος είναι ο ίδιος. Γιατί δεν μπορείς να πάρεις μέτρα. Δηλαδή πες ότι έχω μία βιομηχανία που ριπένει. Μπορώ να πω να την κλείνω. Ή μπορώ να πω ότι την υποχρεώ να κάνει τον καθαρισμό που πρέπει. Αν φυσικά δημιουργείται, αν φυσικά το νερό καθώς κινείται παίρνει από τα πετρώματα αυτά τα στοιχεία, δεν μπορώ να του πω, ξέρεις, μην πας από εκεί, αλλά έλα από εδώ στο πηγάδι μου, εντάξει. Αλλά δεν έχω εύκολα μέτρα, αν θέλετε, ή τουλάχιστον εύκολα από τεχνική άποψη, όχι από πολιτική άποψη, γιατί ο άλλος μπορεί να πει ότι είναι μία βιομηχανία και εγώ δεν την κλείνω, ό,τι και να κάνετε εσείς. Αλλά υπάρχει δυνατότητα να πεις, ότι αν δεν κάνεις αυτά, πάρεις αυτά και αυτά μέτρα, δεν θα λειτουργείς. Αλλιώς, όταν έχεις φυσικά πρόβλημα, τότε είναι μία από τις περιπτώσεις που πιθανώς είναι θεμητή η ανάμιξη. Αφού θέλεις να πάρεις νερό για να το πιεις, και αφού φυσικά σου δίνεται νερό από μία πηγή που έχει, ας πούμε, περιεκτικότητα πάνω από το όριο σερσενικό, ξέρετε τα όριο είναι και πολύ χαμηλό για το σερσενικό, για να είναι κατάλληλο προσπόση, τότε και έχεις παραδίπλα μία άλλη πηγή νερού, η οποία είναι κάτω από το όριο, μπορείς να πεις παίρνω ένα μέρος από εδώ και δύο από εκεί και φτιάχνω και παρέχω στον τελικό χρήστη ακίνδυνο νερό. Αυτό είναι θεμητό. Πραγματικά και γίνεται σε πολλές περιπτώσεις. Γιατί αλλιώς δεν θα μου φτάνει το νερό, τα δύο δεν μου φτάνουν, θέλω και το άλλο ποσοτικά και δεν θα μπορούσαμε να το βρω από κάπου όλοι, δεν θα μπορούσαμε να το βρω με οικονομικό τρόπο. Σύμφωνοι? Άρα λοιπόν, μας συμφέρει να έχουμε υπόγεια νερά τα οποία δεν έχουν μεγάλο βάθος, γιατί οι πιθανότητες να έχουν ρήπους, και μάλιστα δύσκολους ρήπους, είναι κατά κανόνα μικρότερα για τα υπόγεια νερά που έρχονται από ρηχά στρώματα. Ένα άλλο θέμα είναι και το θέμα της θερμοκρασίας, το οποίο είναι θετικόμενο για τη γεωθερμία, αλλά αρνητικό για άλλες χρήσεις, υπό την έννοια της διάβροσης πετρομάτων. Γιατί όταν κατεβαίνει το νερό σε μεγάλο βάθος, επίσης θερμαίνεται. Αν θερμανθεί, αυξάνεται η διαλυτική του ικανότητα. Αλλά ένας πρόσθετος λόγος, που μπορεί να έχει το νερό που είναι σε μεγάλο βάθος, αυξημένη περιακτικότητα σε ανεπιθύμητα συστατικά. Εντάξει. Και ερχόμαστε στον νητρολογικό κύκλο, τον οποίο προανέφερα στην προηγούμενη ώρα. Εδώ είναι ένα σχήμα το οποίο, ίσως δεν έχετε δει αυτό καθεαυτό, αλλά έχετε δει διάφορα παρόμοια. Τι είναι η νητρολογικός κύκλος? Είναι ο ένας κύκλος που δημιουργείται χάρης στην ενέργεια που ισραίει στη γη από τον ήλιο, που είτε τελικά συντελεί στον εξατμιστή το νερό της θάλασσας, δημιουργεί και τους ανέμους. Εμέσως η ηλιακή ενέργεια που έρχεται στη γη, η ηλιακή ενέργεια είναι ηλιογενής και αυτή, με τους ανέμους οι υδρατμοί που ανεβαίνουν και σχηματίζουν τα σύννεφα μεταφέρονται πάνω από την ξηρά, γίνεται συμπίκνωση, πέφτει υπό μορφή βροχή σε γενικότητα ατμοσφαιρικών κατακρυνισμάτων, χιόνι, ακόμα και χαλάζι, το οποίο στην αναβροχή είναι και αυτό καλό όπως λέει η παρημία, που συνήθως είναι κακό, φτάνει στην επιφάνεια της γης και εκεί γίνεται δύο πράγματα, είτε επιφανιακή απορροή είτε υπόγειο απορροή. Και αυτά τα δύο αναλάσσονται όπως είπαμε στην προηγούμενη ώρα και εδώ βλέπετε αν φαίνονται καλά αυτά τα βέλη, εδώ έχουμε υπόγειο νερό και εδώ δημιουργείται η πηγή, ξαναγίνεται επιφανιακό, έρχεται εδώ στη λίμνη, ξαναγίνεται υπόγειο και ούτω καθεξής. Και βέβαια έχουμε ένα σχετικό πλεονέκτημα με το χιόνι. Μπορεί να μου πει κανείς γιατί έχουμε σχετικό πλεονέκτημα με το χιόνι. Θα λιώσει αργά και θα τροφοδοτήσει αργά τα υπόγεια νερά, δεν θα απορρεύσει γρήγορα επιφανιακά. Αν έχουμε τα χιόνια, ευνοούν τον εμπλουτισμό των υπόγειων νερών. Είπα αυτή την έννοια είναι θετικό. Και μια παρατήρηση και λαϊκή παρατήρηση γνωστή είναι ότι οι πηγές δίνουν πολύ νερό την άνοιξη. Γιατί? Κοντά στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου. Προς το τέλος Απριλίου δηλαδή. Γιατί τότε έχει προχωρήσει το λιώσιμο των χιονιών και οι πηγές δίνουν περισσότερο νερό. Και αυτή τη σωστή υτρολογική παρατήρηση την έκαναν διάφοροι αγρότες που ζούσαν από παλιά. Και την ερμήνευσαν, είναι σωστή η παρατήρηση, άσχετο με την ερμηνεία που της δόθηκε, ότι ο Αγίου Γεωργίος που γιορτάζει σκοτώνει τον δράκοντα που εμποδίζει το νερό της πηγής να τρέξει. Εντάξει. Και γι' αυτό και το τραγούδι το πολύ γνωστό, ελπίζω, το τραγούδι που λέει «Άγιε μου Γιώργη Καβαλάρη, έβγα ψηλά στο κεφαλάρι». Το κεφαλάρι τι θα πει? Πηγή νερού. Το κεφαλάρι είναι πηγή νερού. Τον δράκο κοίτα να σκοτώσεις, την κοπελιά να ελευθερώσεις. Γιατί ο Αγιώργης ήταν και όμορφος Άγιος, οπότε ελευθέρωνα και μία κοπελιά παρεπιπτόντας που είχε πάρει ο δράκος. Εντάξει. Ακόμη λαϊκή παράδοση κάποιοι Άγιοι πήραν και ιδιότητες κάποιων αρχαίων θεών. Οι ίδιοι άνθρωποι που γίναν ξαφνικά χριστέ, δεν τα ξεχάσουν όλα τα προηγούμενα που ξέρανε. Εντάξει. Ας ξαναγυρίσουμε λοιπόν στο πιο επιστημονικό μέρος και συνοψίζοντας λέω ότι από ενεργική άποψη ο υδρολογικός κύκλος τροφοδοτείται από τον ήλιο. Άρα μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για μια μεγάλης κλίμακα σε ηλιακή απόσταξη. Μικρής κλίμακα σε ηλιακή απόσταξη κάνουμε εμείς για να πάρουμε χρήσιμο ιστοτικούς πόρους. Είναι μία μέθοδος αντί για την αντίστροφη οσμουση. Έχει το μειονέκτημα της μικρής απόδοσης σε μονάδα επιφάνειας, η οποία έχει χρησιμοποιηθεί παραίωτα και σε ελληνικά νησιά. Με ένα μεγάλο σταθμό που είχε γίνει στην Πάτμο ηλιακής απόσταξης. Αυτό είναι η μικρή κλίμακα. Στην πλανητική κλίμακα αυτό είναι η ηλιακή απόσταξη που μας δίνει τους ανανεώσιμους ιδαντικούς πόρους. Επειδή όμως αυτός ο ορισμός είναι κάπως πολύ τεχνοκρατικός, θα διαβάσω και έναν άλλο πολύ ωραίο ορισμό. Τις ταγώνες που υγράθηκαν από τη θέρμη του ήλιο και έγιναν υγρασία. Την υγροσκοπική μορφή του νερού που σχημάτισε τα σύννεφα. Τα νέφαλα που έγιναν ροχή. Είναι από το βιβλίο του Μανώλη Γλέζου, η Συνείδηση της Πετρέας Γης. Να πω παρεμπιπτόντως ότι σε ανήπωπτο χρονικό διάστημα, δηλαδή το 2001, το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών αναγώρευσε τον Μανώλη Γλέζο σε επίτιμο διδακτορά του. Για τη συνολική του προσφορά στον τόπο, αλλά και για την ειδική του προσφορά σε θέματα μηχανικού και ίδιος υδραυλικού μηχανικού, με αποκορύφωμα το έργο στην άξο για τον εμπλουτισμό ακριβώς στον υπόγειο νερών με τα μικρά φράγματα, τα οποία σε αντίθεση με τα φράγματα τα οποία αναφέραμε προηγουμένως, είναι μικρά πρώτα από όλα, δεν έχουν στόχο να μαζέψουν επιφανειακά το νερό και γι' αυτό κατασκευάζονται σε θέσεις όπου το έδαφος είναι εξαιρετικά περατό, ώστε να ευνοήσουν ακριβώς την κατήτηση. Θα πούμε και δυο λόγια γενικότερα για τον εμπλουτισμό στη συνέχεια του μαθήματος. Αυτός είναι ο πιο όμορφος ορισμός του υτρολογικού γύκλου, που τουλάχιστον εγώ έχω διαβάσει. Υπάρχει κανένα σχόλιο μέχρι σ' εδώ. Άρα πάμε να πούμε μερικούς ορισμούς. Τι είναι ιδροφορέας. Μιλήσαμε 100 φορές, αν ίσως ανέφραφε, τη λέξη στο σημερινό μάθημα το 100 είναι μια υπερβολή πάντως πολλές φορές, θεωρώντας ότι είναι κατανοητός. Αλλά ας την ορίσουμε καλύτερα για να είμαστε σίγουροι. Υδροφορέας καταρχάς είναι κάτι που φέρει νερό, αυτό μας λέει η λέξη. Έτσι, άρα περιέχει νερό το πρώτο χαρακτηριστικό του. Το δεύτερο όμως χαρακτηριστικό, που είναι απαραίτητο για να χαρακτηριστεί ένα εδαφικό στρώμα ως ιδροφορέας είναι να επιτρέπει τη διέλευση σημαντικών ποσοτήτων νερού. Ή αν θέλετε να το πούμε αλλιώς, μπορούμε να πάρουμε εμείς το νερό αντλώντας το, να επιτρέπει στο νερό να κινηθεί με δυνάμεις βαρύτητας, να στραγγίσει. Άρα λοιπόν ο ιδροφορέας, και αυτό το τονίζω γιατί είναι μια παρανόηση που βλέπω μερικές φορές στα μαθήματα, δεν είναι ένας κενός χώρος στο υπέδαφος, δεν είναι μια υπόγεια σπηλιά, αλλά είναι ένα εδαφικό στρώμα που έχει ας πούμε κόκκους, στερεό υλικό και ανάμεσά τους έχει καινούς χώρους. Και αυτοί οι κενοί χώροι δυνητικά μπορούν να γεμίσουν με νερό. Αλλά όχι απλώς μπορούν να γεμίσουν με νερό, αλλά δεν το συγκρατούν αυτό το νερό, το επιτρέπουν στη συνέχεια να φύγει αν δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, να πάει από τα ψηλά στα χαμηλά. Εντάξει. Για αυτό το λόγο έχετε ακούσει στο μάθημα της αδαφομηχανικής, στα μαθήματα του υγειοτεχνικού τομέα και στην υπόγειο τραυλική, ότι οι αργυλικοί σχηματισμοί είναι αδιαπέρατη, αν και περιέχουν νερό και μάλιστα μπορεί να περιέχουν και μεγάλες ποσότητες νερού. Έτσι δεν είναι. Δεν λέμε ότι στα φράγματα, τα χωμάτινα κάνουμε έναν πυρήνα από αργυλικό υλικό για να μην περνάει το νερό μέσα από τα φράγματα. Το έχετε ακούσει αυτά. Μπορούμε να κάνουμε φράγματα διαφόρων κατηγοριών. Μπορούμε να κάνουμε φράγματα από πετών. Τεχνητό υλικό 100%. Αλλά μπορούμε να κάνουμε και φράγματα από χωμάτινο υλικό. Συνήθως είναι ευθυνότερα αν υπάρχει διαθέσιμο υλικό για την κατασκευή του φράγματο σε μικρή απόσταση από τη θέση που έχουμε επιλέξει να το κατασκευάσουμε. Σε αυτή την περίπτωση θέλουμε οπωσδήποτε ένα στρώμα αδιαπέρατο, για να μην μου φεύγει νερό μέσα από το φράγμα. Και αυτό συνήθως είναι αργυλικό υλικό, όπως κάνουμε επιστρέψη με αργυλικό υλικό όταν κάνουμε χυτά, χωρίς υγειονομική σταφίση απορριμάτων. Είτε πρέπει να βάλουμε μεμβράνη πλαστική, θα τα πούμε αυτό στο μάθημα του 2016, που αφορά στη διαχείριση στερεών αποβλήτων, είτε έχουμε ένα στρώμα αργυλικό για να μιμποδίζει τα ζουμιά, ας το πούμε έτσι, που είναι ρυπασμένα και φεύγουν από τα σκουπίδια, να ρυπάνουν τα υπόγεια νερά. Και φυσικά επιλέγουμε σωστά τον χώρο να έχει παθητική ασφάλεια. Αφήνω αυτή την ανοικτή ουρά, αν έχουμε καιρό θα επανέλθω στο θέμα της παθητικής ασφάλειας, που είναι σημαντική για όλα τα έργα του μηχανικού. Λοιπόν, βάζουμε αργυλικό υλικό. Το αργυλικό υλικό έχει καινούς χώρους. Απλά είναι τόσο λεπτόκοκο και τόσο λεπτοί οι κενοί χώροι, που δημιουργούνται ημένια νερού, τα οποία συγκρατούνται, είναι προσκολλημένα πάνω στους κόκους, στους εδάφους. Το νερό υπάρχει, αλλά δεν μπορεί να διαφύγει, ούτε μπορεί να διέλθει. Και πώς καταλαβαίνουμε αυτό, είμαι σίγουρος ότι το έχετε ακούσει τα δαφομηχανικοί, ότι ένα αργυλικό υλικό περιέχει νερό, ή πώς μπορούμε να εκτιμήσουμε τι ποσοστό νερού περιέχει ένα αργυλικό υλικό, αφού δεν μπορούμε να το αντιλήσουμε. Τι κάνουμε? Ότι μια νοικοκυρά. Αλλά τι ακριβώς? Παρόμοια με κάτι που μπορεί να κάνει μια νοικοκυρά, ή ένας νοικοκύρης για να μην θεωρηθώ. Συγκρίνουμε το βάρος. Ναι, συγκρίνουμε το βάρος. Ναι, είναι κάποια σημαντικό δείγμα. Ουσιαστικά αυτό είναι, παίρνουμε το εδαφικό δείγμα, το ζυγίζουμε και συνέχεια το βάζουμε στο φούρνο. Σαν να κάνουμε κουλουράκια ας το πω έτσι. Τα κουλουράκια είναι πιο ελαφριά από το ζυμάρι που βάλουν ζυμαρχικά, έτσι, από το οποίο τα φτιάχνουμε. Γιατί? Γιατί κατά τη διάρκεια του ψησίματος φεύγει νερό που εμπεριέχεται. Ακριβώς το ίδιο γίνεται και με το δείγμα αργυλικού αδάφου. Η διαφορά είναι το εμπεριεχόμενο νερό το οποίο εξατμίστηκε. Μπορεί να εξατμιστεί, αφού μετατρέπεται σε ιδρατμό, να διαφύγει. Αλλά δεν μπορεί να στραγγίσει, από μόνο δεν μπορούμε εμείς να κάνουμε μια γεώτρηση να το αντλήσουμε. Άρα, λοιπόν, έχουμε αφενός μεν τους ιδροφορείς και αφετέρου τα υλικά τα οποία, είτε δεν επιτρέπουν την κίνηση του νερού, έστω κι αν το εμπεριέχουν, όπως είναι οι αργυλικοί αδαφικοί σχηματισμοί, είτε είναι φυσικά αδιαπέρατα υλικά, όπως είναι για παράδειγμα οι λεγόμενοι υγιείς γρανίδες και επανέλθωτος τον όρο υγιείς, στους οποίους δεν υπάρχουν καινείχ χώρι. Άρα δεν μπορεί να μπει μέσα νερό ούτε φυσικά και να διέλθει. Τι σημαίνει υγιείς γρανίδες, γενικά υγιές πέτρωμα, το χρησιμοποιούν κατακόρων υγεολόγια από τον όρο. Συμπαγές, το οποίο δεν έχει υποστή κατακερματισμού, και από κάποια παρέμβαση του ανθρώπου βάζουμε κάπου έναν κομπρεσέρα ας πούμε και ενώ έχουμε αρχικά μια άσφαλτο, η οποία είναι αδιαπέρατη γι' αυτό την κάνουμε άλλωστε, την ριγματώνουμε. Φυσικά, ποιες είναι οι δυνάμεις, οι φυσικές οι οποίες θα αρρωστήσουν, θα τστήσουν μη υγιές, όχι άρρωστο, ένα πέτρωμα. Την επόμενη φορά, νομίζω, στον Περκεράσο είχε καφέ στο μάθημα. Αυτό με πολύ αργούς ρυθμούς, το βασικό, η σεισμή. Η σεισμή, και η Ελλάδα είναι μια σεισμογενής χώρα, δηλαδή είναι δύσκολο στις περισσότερες περιοχές να βρεις αδιατάρακτος, να μην πω υγιείς, γρανίδες που δεν έχουν υποστεί κάποιο είδους καταπόνιση μηχανική. Όχι μόνο γρανίδες, όχι οποιοδήποτε πέτρωμα. Ανέφερα τους γρανίδες, είναι πολύ κλασικό πυρηγενές συμβαϊκές πέτρωμα και γιατί είναι και οικοδομικό υλικό. Το θέλουμε για διάφορες πολυτελείς κατασκευές. Έχει άλλα προβλήματές, τα οποία δεν είναι της παρούσης να αναφέρουμε. Υπάρχει κάποια απορία έως εδώ. Να κάνουμε το δεύτερο διάλειμμα, παρακαλώ δεκάλεπτο, και συνεχίζουμε. Πάμε λοιπόν και το τρίτο μέρος του μαθήματος. Είχαμε στο τέλος της προηγούμενης ώρας ορίσει τι είναι υδροφορέας και τι είναι αδιαπέρατη εδαφική σχηματισμή. Ας δούμε λοιπόν με μικροσκόπιο πλέον τους υδροφορείς. Ουσιαστικά αυτές είναι εικόνες πραγματικά που θα μπορείς να τις μικροσκοποιούν κανένας. Η πιο κοινή περίπτωση από όλες είναι αυτή εδώ. Δηλαδή έχουμε τους λεγόμενους προσχοσιγενείς υδροφορείς. Η λέξη του λέγει δημιουργήθηκαν από προσχώσεις. Το νερό των ποταμών κάνει διαβρώνει εκεί στις σκλητές των βουνών που έχει μεγάλες κλήσεις. Έχει μεγάλη ενέργεια, διαβρώνει υλικά. Όσο έχει ενέργεια μεγάλη μπορεί να τα κουβαλήσει στην πλάτη του. Όταν πιάνει τα παιδινά τμήματα και αρχίζει και να απλώνει και όλα, μειώνονται οι ταχύτητες. Άρα μειώνεται η ενέργεια που έχει και αρχίζει σιγά σιγά να τα ξεφορτώνεται. Και μάλιστα ξεφορτώνεται πρώτα από τα πιο βαριά και μετά τα πιο ελαφριά. Κι αυτό και δημιουργούνται και τα στροματοποιημένα εδάφια όπως θα δούμε σε επόμενα μαθήματα μιλώντας για την ανομοιογένεια και την ανισοτροπία των υλικών. Εντάξει. Η κλασική εικόνα που έχουμε είναι διάφοροι κόκκι, σχεδόν ατάκτος ερημένοι, που αφήνουν ανάμεσά τους καινούς χώρους. Και οι κόροι μπορεί να γεμίσουν με νερό. Άρα λοιπόν δημιουργείται ένας προσχοσιγενής υδροφορέας. Σε αυτό το μοτίβο, το γενικό, μπορεί να έχουμε κάποιες άλλες επιμέρους περιπτώσεις. Εδώ ας πούμε έχουμε μια μεγάλη διαβάθμιση του υλικού. Βλέπετε ανάμεσα στους μεγάλους κόκκους υπάρχουν και μικρότερες. Εκεί είναι μάλλον σπάνια περίπτωση όπου έχουμε τους κόκκους που δημιουργούν τους καινούς χώρους, αλλά είναι και οι ίδιοι πορόδες. Άρα έχουμε δύο κλίμακες πορόδους, εντάξει. Πιθανώς μας ενδιαφέρουν κυρίως οι μεγάλες δίοδοι. Κι ως μεγάλη χώρα αποθήκευσης και ως οδί ταχύτερης διακίνησης. Θα δούμε ότι κάπου παίζουν ρόλο και οι πιο στενές δίοδοι. Και εδώ έχουμε δύο τελείως διαφορετικές εικόνες. Γιατί εδώ έχουμε τελείως διαφορετικές συνθήκες γένεσης, δημιουργίας των υδροφορέων αυτών. Έχουμε αρχικό συμβαγή πετρώματα. Ας πούμε έναν υγιή γρανίτη ή έναν υγεία σβεστόλυθο με την έννοια που αναφέραμε στις προηγούμενες ώρες. Όπου είτε λόγω χημικής διαύρωσης περίπτωσης σβεστολύθων, είτε λόγω μηχανικής καταπώνησης, δημιουργούνται δευτερογενός και νέοι χώροι. Είναι το λεγόμενο δευτερογενές πορόδες. Οι χώροι αυτοί συνήθως διακρίνονται από κάποιες προτιμητές διευθύνσεις. Δηλαδή δημιουργούν ανισότροπους συντροφορείς. Το λέω αφού το ανέφερα τον όρο ανισότροπο, τον ορισμό του. Και θα τον επαναφέρω και σε επόμενα μαθήματα. Και μάλιστα το διακρίνω από τον όρο, την ανισοτροφία από την ομοιογένεια. Λέμε ότι ένα υλικό είναι ομογενές ή ομοιογενές, όταν σε όποια θέση και να πάμε, είτε πάω εδώ, είτε πάω εδώ, και μετρήσω μια ιδιότητα, για παράδειγμα την υδραυλική αγογημότητα, ή την διαπεραντόητο, όπως θέλετε, πείτε την, προς μια κατεύθυνση, την ίδια κατεύθυνση και στις δύο θέσεις, θα βρω την ίδια τιμή. Αυτό είναι ένα ομοιογενές υλικό. Το ισότροπο έχει να κάνει με το εξής, βοηθάει πάλι η λέξη. Δεν είμαι σε δύο θέσεις διαφορετικές, αλλά είμαι σε μία, σε αυτή τη θέση. Και τι κάνω, τρέπομαι, δεν τρέπομαι, τρέπομαι, γυρνάω γύρω γύρω. Και όπως και αν τραπώ, όπως και αν γυρίσω, βρίσκω ίση τιμή του εξεταζόμενου μεγέθους. Γιατί η ομοιογένεια και η ισότροπη έχουν να κάνουν με συγκεκριμένη εξεταζόμενη ιδιότητα. Αν, λοιπόν, δεν επηρεάζεται η τιμή από την κατεύθυνση, τότε το υλικό είναι ισότροπο. Άρα μπορούμε να έχουμε ομοιογενές και ισότροπο υλικό. Η καλύτερη περίπτωση για μας από άποψη μαθηματικής διαχείρισης του προβλήματος. Γιατί όσο πιο σύνθετα είναι τα πράγματα, τόσο πιο δύσκολες οι εξετάσεις που έχουμε να φτιάξουμε, καταρχήν και να λύσουμε στη συνέχεια. Μπορούμε να έχουμε ανομωγενές και ισότροπο, ομογενές και ανισότροπο υλικό και, στη γενική περίπτωση, ανομοιογενές και ανισότροπο. Τα περισσότερα υλικά είναι ανομοιογενή και ανισότροπα. Απλά σε πάρα πολλές περιπτώσεις μπορούμε να κάνουμε την παραδοχή της ομοιογένειας και της ισοτροπίας. Το οποίο διευκολύνει τους υπολογισμούς. Ό,τι και να κάνουμε σε όποιο φυσικό πρόβλημα και να προσπαθούμε να βρούμε λύσεις, άρα να εκφράσουμε τα φαινόμενα με μαθηματικά και στη συνέχεια να λύσουμε τις εξισώσεις, κάνουμε απλοποιητικές παραδοχές. Και το όριο είναι να μην φτάσουμε να λύνουμε άλλο πρόβλημα από αυτό που πάμε να λύσουμε, που θέλουμε να λύσουμε, ή που έχουμε στο μυαλό μας. Ψάχνουμε πάντα, ίσως χωρίς να το συνειδητοποιούμε, και σε αυτό συντελούν και οι κανονισμοί που μας δίνουν κατευθυντήρειες γραμμές, να βρούμε την ισορροπία ανάμεσα στην απλότητα των υπολογισμών και στην ακρίβεια των αποτελεσμάτων την οποία επιδιώκουμε. Εντάξει, αυτό στο έχουμε στο νου, θα το επαναφέρω και σε επόμενα μαθήματα. Λοιπόν, εκείνο εκεί μοιάζει περισσότερο το σχήμα, το σίγμα ταφ, μοιάζει περισσότερο με αρχικός συμπαγές υλικό, το οποίο έσπασε από σεισμούς. Γιατί βλέπετε έχει ρογμές με συγκεκριμένες διευθύσεις, που σημαίνουν ότι υπέστη συσμηκή καταπώνηση και επομένως άνοιξε όπως επέβαλε το αίτιο που η συσμηκή καταπώνηση να ανοίξει και επομένως εδώ αν κάνουμε την παραδοχή ότι είναι ισότροπο το υλικό, μπορεί να κάνουμε χοντρό λάθος. Δηλαδή μπορεί να φεύγει εύκολα το νερό προς αυτή την κατεύθυνση, αν δηλαδή η διαφορά ιδραυλικού φορτίου είναι κάθετη στον πίνακα να έχουμε μεγάλη ροή, ενώ στο ίδιο υλικό με διαφορά ιδραυλικού φορτίου, δηλαδή με κοινούν αίτιο προς την κάθετη κατεύθυνση να έχουμε πολύ μικρή ροή. Άρα σε αυτή την περίπτωση λογικά θα πρέπει να θεωρήσουμε το πρόβλημα της ανισοτροπίας να κάνουμε γενικότερη προσέγγιση μαθηματική, ενώ στην άλλη μπορούμε πιο εύκολα να θεωρήσουμε ότι το υλικό μας είναι ομογενές και ισότροπο και να εφαρμόσουμε μεταξύ των άλλων και τους απλούς τύπους που είδαμε στο μάθημα υπόγεια τραυλική του κορμού. Ας δούμε και αυτήν εδώ την εικόνα. Εδώ βέβαια είναι σχηματοποιημένα τα πράγματα, υποθέτω ότι οι κόκκι είναι τέλειες σφαίρες και θέλω να δείξω τη διαφορά που μπορεί να έχουμε στους καινούς χώρους τέλειες και ισομεγέθη σφαίρες, εδώ είναι το μ πάλι, καθαρά από τη διάταξή τους. Εδώ έχουμε τη διάταξη όπου έχουμε τους περισσότερους καινούς χώρους και εδώ μια διάταξη που είναι συμπυκνωμένο το έδαφος και βλέπουμε την ίσως ίδιος αριθμοσυρών και όμως εδώ η στάθμη του έδαφους είναι πιο ψηλή από αυτή εδώ. Εδώ έχουμε περίπτωση συμπύκνωσης του έδαφους, μετακινήθηκαν ας πούμε οι μπάλες και κάθισαν καλύτερα ανάμεσα στις μπάλες της προηγούμενης και το αποτέλεσμα ήταν να μειωθούν σημαντικά οι καινοί χώροι ενώ δεν έχουμε κάποια άλλη διαφορά μεταξύ των δύο. Θα επανέλθω σε αυτό το σχήμα αμέσως μετά να πω εδώ ότι, ή μάλλον ας το πω βλέποντας αυτό το σχήμα, ότι εδώ φαίνεται ότι μπορεί να κάνουμε μόνιμη ζημιά σε έναν υδροφορέα αν κάνουμε υπεράντληση και η υπεράντληση οδηγήσει σε καθεζίσεις του έδαφους. Θα έλεγε η Γανής ότι εντάξει, αντλήσαμε πολύ νερό τότε που το είχαμε ανάγκη, δεν είχαμε κάποιες σοβαρές κατασκευές πάνω στην επιφάνεια του εδάφους, δεχόμαστε και μια μικρή καθίζηση. Ε, δεν έγινε και τίποτα. Μειώσαμε τη δυνατότητα του εδάφους να αποθηκεύει νερό, γιατί στην αρχική κατάσταση είχε αυτούς τους καινούς χώρους, μετά την καθίζηση, έχουμε αυτήν εδώ την κατάσταση, χάθησε το έδαφος, αλλά δεν χάθηκε έδαφικό υλικό, απλά πατήθηκε. Οι κόκκιοι δηλαδή ήρθαν πιο κοντά, σε βάρος τι, των καινών χώρων. Έτσι δεν είναι. Άρα λοιπόν αυτός ο ιδροφορέας δεν θα μπορεί να πάρει την ίδια ποσότητα νερού, αν πέσει πολύ βροχή και εμείς σταματήσουμε τις αντλήσεις, όσο μπορούσε να πάρει προηγουμένως. Εντάξει. Ας δούμε ακόμα περισσότερο τον ρόλο των καινών χώρων. Πέρα από αυτά που είδαμε, δηλαδή το ποσοστό των καινών χώρων και το μέγεθος του κάθε επιμέρους καινού χώρου, σημασία έχει και η διασύνδεσή τους. Στα αγγλικά tortuosity, στα ελληνικά μεταφράστηκε πολύ επιτυχώς ως δεδαλώδες. Για σκεφτείτε το λίγο, ας κάνουμε πάλι ένα σχήμα εδώ. Ας πούμε ότι εδώ έχουμε έναν άλλο μεγάλο καινόχορο και μια πολύ μικρή διασύνδεση μεταξύ τους. Και από κάτω αυτή είναι η καινή χώρα που έχουμε σε αυτήν εδώ την περιοχή. Τα υπόλοιπα είναι συμπαγές. Και ας βλέπουμε, έστω, αυτήν εδώ την κατάσταση. Πού νομίζετε ότι θα κινηθεί πιο καλά το νερό, πιο εύκολα το νερό. Ή, αν πάμε ακόμα παραπάνω, σε αυτήν εδώ την κατάσταση. Όπου υπάρχουν ισόρροπα κατανεμημένοι καινοί χώροι, δεν θα κινηθεί πιο εύκολα εδώ παρά εκεί. Εδώ δημιουργείται ένα θέμα δυσκολίας κινησίας. Έχω δυο καινούς χώρους. Μπορεί να γεμίσουν κάπως με νερό, αλλά μετά πού θα πάει το νερό. Οι απομονωμένοι καινοί χώροι, καταρχήν, ουσιαστικά δεν παίζουν ρόλο από άποψη απ'ξιοπίεση του ιδροφορέα. Ή παίζουν ελάχιστο ρόλο. Μας ενδιαφέρει, λοιπόν, να υπάρχουν οι κατάλληλοι, όχι μόνο να υπάρχουν καινοί χώροι, αλλά να συνδέονται και με τέτοιο τρόπο, ώστε να διευκολύνεται η κίνηση του νερού. Είναι σαν να έχετε δυο μεγάλες πλατείες με αυτοκίνητα και να πουλήστε ένα δρόμο μεταξύ των δύο. Θα είναι εύκολη η κίνηση. Όχι. Εντάξει. Είπα και στην προηγούμενη ώρα ότι κυρίως μας ενδιαφέρουν οι μεγάλες δύοδοι όπου κινείται εύκολα το νερό. Αν πάμε σε προβλήματα ρύπανσης, που είναι ένα σημαντικό κομμάτι, το οποίο βέβαια εξητάζεται λίγο σε αυτό το μάθημα, έως ελάχιστα, και περισσότερο σε ένα μάθημα του 2016, που αναφέρεται ακριβώς στην προστασία και αποκατάσταση των υπόγειων νεροφορέων από τη ρύπανση. Αν πάμε, λοιπόν, σε τέτοια προβλήματα, μας ενδιαφέρουν δύο πράγματα. Μας ενδιαφέρει πόσο γρήγορα θα φτάσει ένας ρύπος που θα έχει δημιουργηθεί εκεί κάτω στη γειότριση που έχω εδώ, το πρώτο που με ενδιαφέρει από άποψη διαχείρισης, αλλά με ενδιαφέρει και κάτι άλλο. Πόσο γρήγορα θα καθαρίσει ο νεροφορέας. Να αρχίσουν να έχουν καθαρό νερό. Το πρώτο, το πόσο γρήγορα θα φτάσει, έχει να κάνει με τις μεγάλες, με τις ταχύες οδούς κίνησης. Έτσι, αν έχουμε μεγάλο πορόδες και εύκολη ακίνηση θα έρθει γρήγορα ο ρύπος, τόσο χειρότερο για μας. Η πλήρης απορρύπαση έχει να κάνει με στενούς δρόμους. Γιατί? Γιατί κάποιος ρύπος θα παγιδευτεί ή θα πάει να κινηθεί μέσα από τους στενότερους διόδους. Αυτός θα φτάσει αργά τελικά στη γειότριση μας, που σημαίνει ότι αν έχουμε έναν συντηρητικό ρύπο, όπως είπαμε στην προηγούμενη ώρα, που δεν καταστρέφεται, και από την άλλη μεριά επικίνδυνο ρύπο, που και σε μικρές περιεκτικότητες καθιστά το νερό ακατάλληλο, τότε είναι εξίσου σημαντικό για την επίλυση του προβλήματος να λάβουμε υπόψη μας και αυτές τις οδούς αργής κίνησης. Εντάξει. Άρα, το τι είναι κρίσιμο για ένα συγκεκριμένο πρόβλημα εξαρτάται και από το είδος του ρύπου. Εντάξει. Υπάρχει κάποια απορία ως εδώ. Ας πάμε να δούμε μια διαφοροποίηση των υπόγειων γενεωρών και τη διαφοροποίηση ανάμεσα στον μηχανικό ή σε αυτόν που ασχολείται με τη διαχείριση των υδατικών πόρων και στον γεωπόνο, ο οποίος είναι μια χαρά επιστήμονας, δεν υπάρχει κάποια μειωτική αναφορά, που όμως έχει ένα άλλο αντικείμενο, που είναι, και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό πραγματικά, το πώς να πληχθούν σωστά τα φυτά. Εντάξει. Αυτό, λοιπόν, εμάς μας ενδιαφέρει τι γίνεται από εδώ και κάτω. Ας εξηγήσω λίγο το σχήμα. Ας υποθέσουμε ότι έχουμε το εδαφικό υλικό που έχει τη δυστηροφορέχη, τους καινούς χώρους και κάπου σαν να είναι έναν διαπέρατο στρώμα. Έτσι, πέφτει νερό από πάνω, τι κάνει, αρχίζει να γεμίζει τους καινούς χώρους και κάπου φτάνει μέχρι ένα σημείο, μέχρι μία στάθμη, που από εκεί κάτω πρακτικά όλη καινή χώρα είναι γεμάτη με νερό. Και από εδώ και πάνω υπάρχει με νερό, αλλά δεν γεμίζει τους καινούς χώρους. Αυτό που ασχολείται με τους συντατικούς πόρους τους ενδιαφέρει η λεγόμενη κορεσμένη, δηλαδή γεμάτη με νερό, πλήρως γεμάτη με νερό ζώνη του εδάφους. Αυτό είναι ο προσεκμετάλλευσης στρατικός πόρος. Από εδώ και πάνω αφενώς μεν υπάρχει η λεγόμενη ζώνη του τρυχοειδούς, την οποία συνήθως αγνοούμε στους υπολογισμούς μας. Ξέρετε τι είναι τα τρυχοειδή φαινόμενα έτσι και τρυχοειδή σε ανήψωση, να μην επεκταθώ σε αυτό. Εμείς κάνουμε την απλοποιητική παραδοχή, να μη απλοποιητική παραδοχή, ότι έχουμε μια ελεύθερη επιφάνεια που διαχωρίζει το στρώμα, το οποίο τα κενά είναι γεμάτο με νερό, με το στρώμα το υπερκείμενο που δεν υπάρχει, που δεν είναι τα κενά γεμάτα με νερό, ενώ στην πραγματικότητα είναι μία ζώνη μικρού πάκους, αυτή την αγνοούμε συνήθως. Και από εδώ και πάνω υπάρχει αυτή η εδαφική υγρασία, η οποία και είναι απαραίτητη για τα φυτά. Υπάρχει η λεγόμενη ακόρες στη ζώνη, η οποία επιμέρους διακρίνεται στη ζώνη του εδαφικού νερού, την ενδιάμεση και τη ζώνη του τρυχοειδού, που την κατά κανόνα την αγνοούμε. Και αυτή είναι η ζώνη που είναι το αντικείμενο των αρδεύσεων και των στραγγίσεων. Υπάρχει μάθημα αρδεύσεων εκστήμα πολιτικών μηχανικών, δεν πάμε να υποκαταστήσουμε τους γεωπόνους, αλλά αν πρέπει να φτιάξετε, ας πούμε, ένα δίκτυο αρδεύσης, θα πρέπει να πάρτε από τον γεωπόνο, οπωσδήποτε, θα το κάνετε μόνοι σας, θα του πείτε τι ανάγκη, πόσο νερό πρέπει να σου δώσω για την καλλιέργεια που θέλεις, για να φτιάξω το δίκτυο. Και βέβαια υπάρχει η γκρίζα ζώνη μεταξύ όλων των επαγγελμάτων, γιατί πιθανώς και ο γεωπόνος μαθαίνει να κάνει το δίκτυο. Εντάξει. Αλλά αυτό είναι θέμα επαγγελματικών δικαιωμάτων και δεν θα επισέλθω περισσότερο. Θεωρώ πάντως ότι ο πολιτικός μηχανικός πρέπει να έχει τη δυνατότητα συνενόησης με μηχανικούς και επιστήμονες πολλών ειδικοτήτων. Είναι ένα είδος, αυτός ο γιατρός, όχι ο μηχανικός, ένα είδος παθολόγου, όπως ο παθολόγος είναι ο γενικός γιατρός, ο οποίος, όπως ξέρεις, πήγαν στο νυτοριονόλαλυγκολόγο ή πάνε στον καρδιολόγο. Και θα πρέπει να μπορεί να συνοηθεί με αυτές οι ειδικότητες. Κάτι αντίστοιχο είναι και ο πολιτικός μηχανικός. Πάμε να δούμε ένα ακόμα χαρακτηριστικό που έχουν οι υπόλοιποι ειδροφορείς και μάλιστα να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στη δυνατότητα εμπλουτισμού των υπόλοιπων κεντρών, όπου αναφερθήκαμε ήδη δύο φορές στις προηγούμενες ώρες. Θέλουμε σε πολλές περιπτώσεις να χρησιμοποιήσουμε τους ειδροφορείς ως μέσο αποθήκευσης νερού. Γιατί? Γιατί έχουμε πολύ νερό το χειμώνα και θέλουμε να το έχουμε και το καλοκαίρι. Εντάξει, κι ίσως είναι το πιο φθηνό. Έχουμε τρεις τρόπους για να κάνουμε εντεχνητό εμπλουτισμό. Μελεκάνες κατάκλησης, όπως είπα και προηγουμένως το κλίμα υψηλό. Τι σημαίνει αυτό? Έχουμε μια περιοχή, την πλημμυρίζουμε όλη με νερό. Προφανώς, όπως θα δούμε στη συνέχεια, κοίτα με το προηγούμενο σχήμα πρέπει να έχει κάποια χαρακτηριστικά. Αυτό, ίσως, είναι το πιο φθηνό, αλλά πρέπει να έχουμε διαθέσιμες αυτές τις εκτάσεις, στις οποίες να ανεχόμαστε ότι κάποιο χρονικό διάστημα θα είναι πλημμυρισμένες με νερό, αλλά θα μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο εκεί πέρα. Το δεύτερο είναι με τάφρος. Τι σημαίνει τάφρος? Ένα χαντάκι. Το ξαναλώ γιατί και αυτό πολύ συχνά μπερδεύεται, τι είναι τάφρος. Είναι λοιπόν ένα επίμι και στεχνητό όριγμα, ένα μεγάλο χαντάκι θα έλεγα. Και αυτό το μεγάλο χαντάκι, το ξέρετε ότι είναι μεγάλο και όχι μικρό χαντάκι από έναν λόγο κάπως άσχετο με την τραυλική ή με τα του μηχανικού. Στο γυμνάσιο δεν έχετε κάνει τα τραγούδια, τα δημόδι του, τα κριτικά τραγούδια για τον Δηγενή. Και τι λέει, όταν μονομαχεί με τον Χάροντα ο Δηγενής, λέει καταλήγει ένα από τις παραλλαγές, κιόθεν χτυπάει ο Δηγενής το αίμα βλάκι κάνει, κιόθεν χτυπάει ο Χάροντας το αίμα τάφρο, τράφο λέει κατά ακριβώς είναι η ίδια λέξη, κάνει. Επειδή ξέρουμε ότι νίκησε ο Χάροντας τον Δηγενή, ξέρουμε λοιπόν ότι η τάφρος είναι μεγάλο αυλάκι. Άρα λοιπόν δεν έχουμε αυλάκια τα οποία κάνουμε σε μέρος της διαθέσιμης έκτασης, ακριβώς επειδή θέλουμε να μην καταστρέψουμε πιθανώς καλλιέργειες ή οτιδήποτε άλλο έχουμε γύρω γύρω. Σκάβουμε χαντάγια, διοχαιτεύουμε το νερό και το αφήνουμε να διηθηθεί φυσικά και στις δύο αυτές μεθόδους προϋπόθεση είναι ότι ο υδροφορέας πρώτον έχει σχετικά ψηλή στάθμη, δεν είναι πολύ μακριά από την επιφάνεια του εδάφους και δεύτερον δεν μεσολαβεί αδιαπέρατο στρώμα. Γιατί αν μεσολαβεί αδιαπέρατο στρώμα και έχουμε την επιφάνεια του εδάφους εδώ δέκα μέτρα πιο κάτω, ένας στρώμα αδιαπέρατος πάχους δέκα μέτρων και θέλουμε να στείλουμε το νερό παρακάτω δεν θα μας κάνει τη χάρη. Άρα λοιπόν σε αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνεται αυτές οι μέρες είναι πιο φθηνές. Και πολλές φορές για να έχουμε τη διαθέσιμη έκταση και να έχει και τα χαρακτηριστικά που θέλουμε θα τα πούμε στη συνέχεια, πάμε σε παλές κοίτες ποταμών. Τα ποτάμια είναι κάπως ας το πούμε έτσι ζωντανά πράγματα, ειδικά στις παιδιάδες που να μην έχουν προκαθορισμένη κοίτη, αλλά με την πάρα του χρόνου η κοίτη τους να αλλάζει. Η βαθιά κοίτη τουλάχιστον, να μετατοπίζεται για διάφορους λόγους, τα ακούσατε φαντάζομαι σε άλλα μαθήματα. Άρα μένουν κομμάτια τα οποία παλαιότερα ήταν κοίτη ποταμού, έχουμε και την πηγή του νερού δίπλα, το ποτάμι όπως τρέχει τώρα και εύκολα μπορούμε να μεταφέρουμε το νερό από τη μία θέση στην άλλη και να το αφήσουμε να κατησδίσει. Μιλάμε πάντα για ιδροφορές, όπως είπαμε, με μικρού βάθος. Αν όμως δεν συνδρέχουν αυτά οι λόγοι, κυρίως αν οι ιδροφορές είναι βαθείς και παρεμβάλλεται αδιαπέρατος τρόμα, τότε θα πρέπει να τον φτάσουμε με γεώτρηση. Και αυτό, όπως καταλαβαίνετε, κοστίζει. Πρέπει να κατασκευάσεις τη γεώτρηση και να διοχετεύεις στη συνέχεια το νερό. Εάν, λοιπόν, το όφελος είναι μεγαλύτερο από το κέρδος, θα το κάνεις. Είναι πράγματα τα οποία θέλουν μελέτη. Ένας λόγος που δεν έχουν αναπτυχθεί τόσο αυτές οι μέθοδοι είναι ότι δεν έχουμε μετά τόσο καλό έλεγχο προς τα που θα πάει το νερό. Δηλαδή, μπορεί εμείς να κάνουμε κάπου επαναφόρτιση και αν βάζουμε 10, τελικά να παίρνουμε 7. Με τη στιγμή θα πάρουμε και τα 10, με τις 2-3 απόλεψεις που θα κάνουμε. Εντάξει. Ή μπορεί να πάρουμε ακόμα λιγότερο. Άρα θέλει προσεκτική μελέτη το σύστημα και πάντα δεν θα πάρεις όσο θα βάλεις. Σύμφωνοι. Άρα είναι ένα θέμα που πρέπει κανείς να το μελετήσει. Αυτά, λοιπόν, γενικώς για τη δυνατότητα τεχνητού εμπλουτισμού των υπόγειων νερών. Θα έρθουμε, λοιπόν, εδώ στο σχήμα αυτό που μας δείχνει μια λεκάνη κατάκλησης. Κάτω είναι ο υδροφορέας. Το κατά πόσο είναι κατάλληλη η περιοχή για να κάνουμε τεχνητό εμπλουτισμό εξαρτάται από τρεις παράγοντες. Από την επιφανειακή διήθυση, από τη βαθιά διήθυση και από την οριζόνια διαρροή. Το πρώτο έχει να κάνει με το πόσο εύκολα ας το πούμε έτσι ρουφάει το έδαφος στο νερό. Και αυτό βέβαια δεν είναι σταθερό χαρακτηριστικό. Αν χρησιμοποιήσουμε μια περιοχή ως λεκάνη κατάκλησης μπορεί μετά από την επόμενη χρονιά να δούμε ποιο δύσκολα κατεβαίνει το νερό. Και αυτό έχει να κάνει για παράδειγμα γιατί την πρώτη χρονιά που αφήσαμε αρκετό χρονικό διάστημα το νερό επάνω μέχρι να διηθηθεί. Το νερό δεν ήταν απεσταγμένο νερό προφανώς αλλά είχε για παράδειγμα λεπτό κοκοϊλικό μέσα. Αυτό το λεπτό κοκοϊλικό κατίζεσαι μαζί με το νερό. Πιθανώς όμως αν ξαναδούμε τα σχήματα με τους κόκους ήρθε και κάθισε εδώ ανάμεσα. Άρα τι έκανε μίωσε το πορόδες και μάλιστα στα παραεπιφανιακά στρώματα. Μίωσε τη δυνατότητα το ποσό των κενών χώρων. Εντάξει, άρα τη δυνατότητα να φεύγει το νερό. Ή ακόμη μπορεί η κόκκι αν το υλικό τους εμπίπτει σε κάποιες κατηγορίες κάπως να διονκωθούν. Άρα πάλι να εμποδίζεται την επόμενη χρονιά να μειώνεται, να είναι μειωμένος ο αρχικός ρυθμός διήθησης. Από εκεί και κάτω έχει να κάνει με το πόσο εύκολα μπορεί να κινηθεί το νερό μέσα στο εδαφικό στρώμα κατά την κατακόρυφη διεύθυνση. Και γενικότερα συνήθως η ικανότητα κίνησης κατά την κατακόρυφη διεύθυνση, η διαπερατότητα ή η υδραβληκή εγωγημότητα, υπάρχουν και οι δύο όροι κατά την κατακόρυφη διεύθυνση, είναι μικρότερη από την δυνατότητα κίνησης κατά την οριζόντια διεύθυνση. Αλλά λοιπόν και τα δύο νομίζω ότι είναι εύκολα αντιληπτά. Εκείνο που θα ήθελα να ρωτήσω είναι γιατί έχει σημασία και η δυνατότητα κίνησης κατά την οριζόντια διεύθυνση. Αυτό από πρώτη στιγμή φαίνεται ότι είναι υπερβολικό, αν το λάβω υπόψη μου. Είναι? Δεν φύγουν πως θα τα ξέρουν πως θα τα ξέρουν. Ακριβώς μας ενδιαφέρει και αυτό, γιατί αν υποθέσουμε ότι δεν μπορούν να φύγουν πως. Για κάποιο λόγο το νερό δεν μπορεί να φύγει προς τα δεξιά και τα αριστερά. Άρα τι θα κάνει, θα συσσορευτεί για κάπου, θα πλησιάσει την επιφάνεια του αδάφους και θα μειωθεί ο ρυθμός κάτι. Δεν θα μπορεί άμα το νερό φτάσει μέχρι εκεί παραπάνω να κατισδίσει από εκεί και πέρα. Να μπλοκάρει την κατισδίση. Άρα μας ενδιαφέρει να έχει και τη δυνατότητα εύκολης οριζόντιας κίνησης. Άρα για να είναι κατάλληλη μια περιοχή για τη δημιουργία λεκάνης κατάκλησης πρέπει να έχει και μεγάλη δυθυτικότητα επιφανειακή και να έχει εύκολη κίνηση προς τα κάτω, αλλά να μπορεί και το νερό να απομακρυνθεί πλευρικά. Να πω εδώ ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Υπάρχει μία μέθοδος διαχείρισης των νερών της βροχής, που λέγεται γενικό σκύπη βροχής. Και εφαρμόζονται και σαστικές και μυαστικές περιοχές. Η ιδέα είναι ότι όταν αστικοποιούμε μια περιοχή τι κάνουμε, ποια είναι η βασική επιρροή, η αρνητική μάλιστα, η αρνητική αλλαγή που κάνουμε σε ό,τι αφορά τους ιδριατικούς πόρους. Ακριβώς. Αδιαβροχοποιούμε την επιφάνεια του εδάφους, η οποία παλιότερα ήταν στη φυσική της κατάσταση, ήταν χώμα. Και το νερό κατίζεται ένα άλλο μέρος, έφευγε επιφανειακά. Και τώρα κάνοντας το αδιαβροχο, ουσιαστικά τι κάνουμε, όλο φεύγει επιφανειακά. Αποτέλεσμα να έχουμε πλημμύρες, να έχουμε την όχληση που όλοι ξέρουμε μέσα στα αστικά κέντρα, ειδικά όταν είναι ανεπαρκές το τεχνητό δίκτυο απορροής που φτιάχνουμε εμείς. Και στη Θεσσαλονίκη σε πάρα πολλά μέρη είναι ανεπαρκές. Και που εμφανίζονται προβλήματα, το έχετε παρατηρήσει, που πλημμυρίζουν οι δρόμοι, κυρίως τοπογραφικά. Ας πούμε γιατί πλημμυρίζει Αγίου Δημητρίου εδώ πέρα πάνω. Μπράβο. Όταν έχουμε μια κλήση, η οποία συναντάνε ένα οριζόντιο έδαφος, η Αγίου Δημητρίου είναι περίπου οριζόντια, έχουμε από πάνω 40 εκκλησιές, οι οποίες κατεβάζουν το νερό γρήγορα, δεν έχουμε τέτοιο σύστημα υπονόμων που να μπορεί να διαχειριστεί αυτές τις ποσότητες νερού και έχετε Αγίου Δημητρίου και γίνεται μικρή λίμνη. Λίμνη μικρού βάθους. Ουσιαστικά αν δείτε σε κάποιους δρόμους, για παράδειγμα την Κριακύρη εδώ παραπάνω που συναντά την Αγίου Δημητρίου, όταν πέσει έντονη η βροχόπτηση δημιουργείται υδραυλικό άλμα. Μικρό υδραυλικό άλμα. Το φαινόμενο του υδραυλικού άλματος που έχετε ακούσει στην υδραυλική σε μικροκλήμακα εμφανίζεται ακριβώς εκεί. Η ροή περνάει από υπερκρίσιμη σε υποκρίσιμη. Για να μαθαίνουν φοιτητές. Είμαστε και πάνω από το Πολυτεχνείο. Είναι εκπαιδευτικοί οι λόγοι όντως. Μία λύση είναι να ευνοήσουμε την κατίσδιση. Δηλαδή να δημιουργήσουμε κάποιους χώρους που μπορεί να είναι χώροι πρασίνου προϊπάρχοντες. Μπορεί να είναι προαύλια σχολείων, εκκλησιών ή άλλοι ελεύθεροι χώροι. Μπορεί να είναι κοίτες ρεμάτων όσοι έχουν απομείνει μέσα στον αστικό ιστό. Μπορεί να είναι χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να είναι αντιαπέρατη. Ακόμα και στο κτήριο της διοίκησης, αν πάτε, σε ένα τμήμα του χώρου στάθμευσης, έχουν κάποια στοιχεία από μπατών και ανάμεσα υπάρχει χώμα. Αυτό ευνοεί την κατίσδιση. Η ιδέα είναι να κάνουμε τέτοιες κατασκευές. Έχω δει και σε ιδιωτικούς χώρους. Μπροστά στο Δημαρχείο υπάρχει επίσης αυτή η κατασκευή. Ευνοούμε, πραγματικά, την καλύτερη διαχείριση του βροχυλου νερού στις αστικές περιοχές. Δεν μπορούν να εφαρμοστούν αυτές οι μέθοδοι, αποτυχάνουν, αν η στάθμη του υπόγειου νερού είναι κάτω από τη στάθμη του εδάφους. Γιατί δεν έχει το νερό που να πάει. Το αφήνουμε εμείς να μπει, αλλά μετά δεν μπορεί να φύγει. Και αυτό στην παραλία, ας πούμε, δεν μπορεί να το κάνεις αυτό το πράγμα. Να εφαρμοστούν τέτοιες μέθοδους. Αυτό είναι η συλλογή για δευτερεύουσες χρήσεις. Είναι κάτι παρεμφερές, εντάστοις στο ίδιο πλαίσιο. Η ιδέα κυρίως είναι να έχουμε δεξαμενές μικρές, όπου να συγκεντρώνουν το νερό της βροχής και να υποκαθιστεί, ας πούμε, τη χρήση για πότισμα, για πλήσιμο αυτοκινήτων. Στην καλύτερη περίπτωση, στα καζανάκια που έχουμε στις τουαλέτες και ούτω καθεξής. Είναι μια ιδέα που εφαρμόζεται αρκετά. Ουσιαστικά, βέβαια, πάμε να ανακαλύψουμε, πάλι, ή να ξαναχρησιμοποιήσουμε σε ένα πιο ψηλό εντός εισαγωγικό, τεχνικό επίποδο, αυτό που γίνονταν και γίνεται παραδοσιακά σε πάρα πολλές ημιάνυδρες περιοχές. Σε πολλά νησιά του Αιγαίου είχαμε συλλογή βροχυλού νερού. Επίπεδες στέγες, σωλήρες να κατεβαίνει το νερό στο υπόγειο και στη συνέχεια χρήση αυτού του νερού για τις δευτερεύουσες. Στις Αντορίνη, ας πούμε, υπάρχει, για παράδειγμα, και λειτουργεί εν μέρη. Η διαφορά είναι ότι αυτό πάει να γίνει και σε περιοχές που δεν είναι άνηδρες, για τη διαχείριση, για τη μείωση των προβλημάτων που προκαλούν οι πλημμύρες, για μετριασμό της πλημμυρικής όχλησης. Αυτό είναι το κάπος διαφορετικό που γίνεται τώρα με τη συλλογή του βροχυλού νερού. Αν ψάξετε rain barrels, βαρέλια βροχής, rain gardens και τα λοιπά, θα δείτε στο διαδίκτυο πάρα πολλά πράγματα σχετικά. Έχει ενδιαφέρον οι προσπάθειες μετριασμού των επιπτώσεων, της συγκέντρωσης των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, χωρίς απομείωση των ωφελών ή της άνεσης που έχουμε, έχουμε ισαίσθητα με αύξηση της άνεσης που έχουμε. Η διαχείριση του βροχυλού νερού στις αστικές περιοχές είναι κάτι το οποίο έρχεται και στην Ελλάδα τα λεφτά χρόνια, και είναι ένα θέμα που αξίζει στον κόπο να το δείτε. Λοιπόν, για να επανέλθουμε σε αυτά που λέγαμε και να κλείσουμε σιγά σιγά το σημερινό μάθημα, ας δούμε και μια καμπύλη. Εδώ δείχνει την επιφανειακή διήθυση πώς μειώνεται με το χρόνο. Εντάξει. Και θα κλείσουμε με τρεις διαφάνειες για την ταξινόμηση των ιδροφορέων. Εδώ βλέπετε ένα σχήμα που έχει διάφορους ιδροφορίες, διάφορες κατηγορίες ιδροφορέων. Η πρώτη περίπτωση είναι αυτός εδώ ιδροφορέας, είναι η απλή περίπτωση που είδαμε και προηγούμενα, το νερό αρχίται από πάνω, κατησδύει, βρίσκεται ένα διαπέρατο στρώμα και εδώ πέρα συγκεντρώνεται. Εντάξει. Είναι οι λεγόμενοι ιδροφορείς με ελεύθερη επιφάνεια ή φρεάτιοι ιδροφορείς από το φρέαρ που σημαίνει πηγάδι και στα αγγλικά είναι ελληνογενής ο όρος, είναι φρειάτικ. Έτσι, ελληνικά με αγγλική προφορά, εννοείται. Να πω εδώ την πρώτη φορά που άκουσα, το έβρυκα στα αγγλικά, νομίζω ότι φωνάζει τον Γιουρήκα. Γιουρήκα το λένε. Λέω τι έγινε, πούντος. Λοιπόν, εδώ από κάτω είναι άλλη κλασική περίπτωση που ξέρουμε και από πέρυσι από το μάθημα του Κορμού, η λεγόμενη περιορισμένη ιδροφορείς ή ιδροφορείς υποπίεση. Έχουμε τροφοδοσία από κάπου μακριά, αλλά σε αυτό εδώ το κομμάτι έχουμε νερό μεταξύ δύο αδιαπέρατον στρωμάτων. Η αναγκαία αλλά όχι η κανή συνθήκη για να έχουμε ιδροφορέα υποπίεση είναι η συγκεκριμένη γεωλογική διαμόρφωση τύπου σάντουιτς. Βέβαια δεν είναι ώρα για να λέω τέτοια. Έχουμε δηλαδή το πάνω αδιαπέρατο στρώμα, το κάτω αδιαπέρατο στρώμα και εδώ μέσα έχει μαζευτεί το νερό. Τι το καθιστά ιδροφορέα υποπίεση? Ότι η επιφάνεια του υδραυλικού φορτίου ή του υπιεζομετρικού φορτίου είναι εδώ πάνω. Δηλαδή τι σημαίνει αυτό το πράγμα? Ότι αν κάνουμε ένα πηγάδι και ξεχάσουμε ότι υπάρχει ο φρεάτιος ιδροφορέας, αν το πηγάδι κατεβεί μέχρι εδώ, σε ό,τι αφορά τον περιορισμένο ιδροφορέα, δεν θα βρίσκαμε νερό. Ή ας το κάνω εδώ για να μην μπερδεύονται τα σχήματα. Κάνουμε λοιπόν τη υγειότρισή μας. Φτάσαμε μέχρι εδώ, νερό δεν βρήκαμε. Κατεβαίνουμε πιο βαθιά, ισχωρούμε σε αυτό το στρώμα και εδώ το νερό όχι μόνο το βρίσκουμε, αλλά από μόνο του έρχεται κατεβαίνει εδώ πάνω. Είναι το αντίστοιχο με τους σωλήνες υδρευσης και αποχέτευσης. Ο ιδροφορέας με ελεύθερη επιφάνεια είναι το αντίστοιχο με ένα σωλήνα αποχέτευσης, που σε κανονικές συνθήκες λειτουργεί, όχι όταν πέφτει η βροχή και πλημμυρίζει και αποτυχάνει το σύστημα. Τι γίνεται, το νερό γεμίζει μέρος μόνο το σωλήνα. Και γιατί το κάνουμε αυτό το πράγμα, για να το θυμηθούμε και αυτό. Γιατί στα δίκτυα αποχέτευσης θέλουμε ροή, ιδίως λιμάτων, ακαθάρτων, θέλουμε ροή με ελεύθερη επιφάνεια. Ήπιαμε καφέ στο διάλειμμα. Δεν ήπιαμε. Ακριβώς να μην υπάρχει κίνδυνος να διαρέψει στο περιβάλλον. Φανταστείτε να τρυπήσει ένα σωλήνα αποχέτευσης, να έχει πίεση και να αμέσως έρχεται επάνω. Δεν θα ήταν το πιο ευχάριστο, το πιο υγιεινό. Αντιθέτως στα δίκτυα υποπίευσης, που είναι το αντίστοιχο των ειδροφορών υποπίεση, θέλουμε ακριβώς να μπορεί να έχει την πίεση νερώ, να ανέβει στο ψηλό σημείο. Το δίκτυο είναι στο έδαφος και όταν ανέβει στο έκτο όροφο. Εντάξει, υποχρεωτικά είναι η υποπίεση. Και μάλιστα για τον ίδιο λόγο, για πρόσεχο λόγο ασφάλειας, ποιο το υποχέτευτε πιο πάνω, το δίκτυο υποχέτευσης ή το δίκτυο ίδρευσης, ειδικά σε πόλεις όπως στη Θεσσαλονίκη, που βάζουμε ένα δίκτυο πάνω στο άλλο. Το ίδρευσης από πάνω, βεβαίως, γιατί ακόμα και στην περίπτωση που θα αποτύχουν και τα δύο δίκτυα, πάλι να μην δημιουργούνται οι συνθήκες δίστησης λοιμάτων στο δίκτυο ίδρευσης. Εντάξει, άρα λοιπόν το έναν υποπίευσης, το άλλο με λεύτερη επιφάνεια, και πάλι το δίκτυο ίδρευσης δεν πρέπει να το υποθετηθεί πιο ψηλά από το δίκτυο υποχέτευσης. Ανέφερα την έννοια του υδραυλικού φορτιού και κάποιος από εσάς είχε μιλήσει στην πρώτη ώρα που κάναμε μάθημα για το θεώρημα του Περνούλη. Και εκεί, στο θεώρημα του Περνούλη, αν θυμάστε, έχουμε τρεις στάθμες, έχουμε την πιεζομετρική γραμμή και την γραμμή ολικού φορτιού, υδραυλικού φορτιού, με το οποίο διαφέρομαι μεταξύ τους κατά πόσο σε ένα σωλήνα. Με τον όρο της ταχύτητας, το κινηματικό φορτίο, το β' δυα δύο ζ. Εντάξει. Άρα είναι δύο διακριτά πράγματα. Το πιεζομετρικό φορτίο είναι μέχρι μια στάθμη και από πάνω είναι η πρόσθετη ενέργεια που έχει λόγω κίνησης το νερό. Το β' δυα δύο ζ. Αυτό θεωρητικά εσύ για τα υπόγεια νερά. Μόνο που η βασική διαφορά είναι εδώ ότι το β' δυα δύο ζ είναι αμελητέο. Γιατί άλλο να έχουμε ταχύτητα δύο μέτρα το δευτερόλεπτο, άρα τέσσερα διαίκοση πάει με 0.2 και άλλο να έχουμε ταχύτητα δέκα στιγμών πέμπτη το δευτερόλεπτο στο δετράγωνο θα πάει δέκα στιγμών δεκάτω, διαρέσουμε και διαίκοση και ξαφανίζεται. Γι' αυτό και στα υπόγεια νερά, στην υπόγεια υδραυλική μιλάμε χωρίς να κάνουμε διάκριση για πιεζομετρικό φορτίο και υδραυλικό φορτίο ακόμα και στο μάθημα. Γιατί δεν υπάρχει πρακτική διαφορά. Είναι κάτι αμελητέο. Σύμφωνοι? Λοιπόν, διευκρινήσαμε τι είναι η ροή ουδροφορέας υποπίεση και τι είναι ουδροφορέας μελεύθερη επιφάνεια. Βλέπετε εδώ, ο υδροφορέας υποπίεση σε μερικές περιπτώσεις, αν η γραμμή του υδραυλικού φορτίου είναι πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, επιτρέπει, αν θέλετε, επιβάλλει στο νερό, εφόσον γίνει το πηγάδι, να πεταχτεί επάνω, να βγει στην επιφάνεια του εδάφους. Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για αρτεσιανούς υδροφορής. Δηλαδή, ο αρτεσιανός υδροφορέας είναι υπό κατηγορία των υδροφορέων υποπίεση, με κύριο χαρακτηριστικό ότι το νερό φτάνει αυτόματα στην επιφάνεια του εδάφους. Και βλέπετε ο ίδιος υδροφορέας, σε διαφορετική θέση, είναι απλά υδροφορέας υποπίεση, εδώ, σε αυτή την ζώνη, ενώ εδώ είναι αρτεσιανός. Φυσικά εμάς, όταν μας ενδιαφέρει να πάρουμε το νερό, θα θέλαμε να έχουμε πάντα αρτεσιανούς υδροφορής. Έρχεται το νερό από μόνο του. Σε άλλες περιπτώσεις, πρέπει να κάνουμε άντληση. Υπάρχει περίπτωση που να κάνουμε άντληση σε αρτεσιανό υδροφορέα. Πότε θα κάνουμε άντληση, αφού μας έρχεται το νερό από μόνο του. Θα κάνατε άντληση. Αν θέλουμε να το ανεβάσουμε ακόμα και ψηλά ή, το ίδιο πράγμα, αν θέλουμε μεγαλύτερη υπαροχή από ό,τι μας δίνει φυσικά. Οπότε τότε θα κάνουμε άντληση, αλλά πάλι θα ξοδεύουμε λιγότερα λεφτά. Εντάξει, γιατί θα ξεκινάμε με αναφορά αυτήν την πιεζομετρική γραμμή. Θα κατεβάζουμε τη στάθμη, ξέρω εγώ εδώ, για να παίρνουμε τη μεγαλύτερη υπαροχή που θέλουμε. Αυτές είναι οι δύο βασικές κατηγορίες υδροφορέων. Θα κλείσω με αυτήν την παρατήληση και από αυτήν θα ξεκινήσω το επόμενο μάθημα, μιλώντας για τον ρόλο αυτού εδώ του στρώματος. Το ανέφερα ως αδιαπέρατο στρώμα. Αυτή είναι η προσέγγιση του άσπρου-μαύρου. Ένα στρώμα το χαρακτηρίζουμε είτε υδροφορέα, είτε αδιαπέρατο. Αλλά στη φύση υπάρχουν διάφορες αποχρώσεις του γκρίζου, 50 και παραπάνω. Εντάξει, λοιπόν, μπορεί ένα στρώμα να έχει πολύ μικρότερη διαπερατότητα, δηλαδή να επιτρέπει πολύ πιο δύσκολα την κίνηση του νερού από κάτι που θα το χαρακτηρίζαμε υδροφορέα, δηλαδή από το στρώμα το πάνω και το κάτω, αλλά να μην είναι τελείως στεγανό. Αν κάνουμε αυτή τη σκέψη, είμαστε πιο κοντά στην πραγματικότητα. Εντάξει, και από τι εξαρτάται, λοιπόν, αν μπορούμε να θεωρήσουμε ένα τέτοιο στρώμα ως αδιαπέρατο ή που είναι το άλλο ως ήμιπερατό, και αν το ήμιπερατό μισοπερνάει το νερό, ποια είναι τα στοιχεία που θα πέρναμε υπόψη μας. Με αυτή την απάντηση που θα δώσετε, κλείνουμε το μάθημα. Όσο πιο γρήγορα απαντήσετε ή όσο πιο γρήγορα το αποφασίσουμε, τόσο πιο γρήγορα τελειώσει το μάθημα. Τι θα παίζει ρόλο. Και μια συνθήκη, καταρχήν, ας πούμε, από τη φύση του υλικού. Όσο πιο δύσκολο να επιτρέπει, όσο λιγότερους πόρους έχει, όσο πιο απομονωμένη και νυχόρια, όσο μεγαλύτερη δυσκολία παρέχει στην κίνηση του νερού, αναμονάδα μήκους, τόσο πιο κοντά πάει στο τελείως αδιαπέρατο. Ένα αυτό. Δεύτερο, πάλι φυσικό χαρακτηριστικό και μόνιμο, ας το πω έτσι, το πάχος του. Αν είναι πολύ λεπτό, τότε και η δυσκολία που συνολικά παρέχεται στην κίνηση του νερού είναι μικρή. Αν όμως έχει μεγάλο πάχος, τότε το ζορίζει το νερό και πάει πιο κοντά στο αδιαπέρατο. Αυτά είναι τα δύο μόνιμα χαρακτηριστικά. Και το τρίτο έχει να κάνει με το κοινού νέτιο. Για να δούμε λίγο αυτό το σχήμα. Τι θα προκαλέσει την κίνηση νερού μέσα από αυτό το αδιαπέρατο στρώμα, αν το θεωρήσουμε αδιαπέρατο. Ορίστε. Η διαφορά πίεσης. Η διαφορά πίεσης. Θα ήθελα να το πω. Η διαφορά ιδραυλικού φορτίου. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτή τη στάθμη και σε αυτή τη στάθμη. Αν το θεωρήσουμε λοιπόν αυτό είναι αδιαπέρατο, το νερό πρέπει να πάει από πάνω προς τα κάτω ή από κάτω προς τα πάνω. Από κάτω προς τα πάνω. Πολύ σωστά. Γιατί η κοινούς αδύναμη είναι η διαφορά ανάμεσα σε αυτή τη ψηλή στάθμη και σε αυτή τη χαμηλή στάθμη. Άρα το νερό θα πάει έτσι. Αν λοιπόν οι δύο στάθμες εξωθούν, προφανώς δεν θα υπάρχει κινήση του νερού. Λύοντας ένα πρόβλημα, όταν η διαφορά στάθμης είναι μεγάλη, να πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι ποσότητες νερού περνάνε μέσα από το στρώμα αυτό. Ενώ αν η διαφορά στάθμης είναι μικρή, να μπορούμε να το αγνοήσουμε. Λοιπόν, τα μόνιμα, ας το πω, χαρακτηριστικά του ίδιου του στρώματος, πάχος και διαπερατότητα και η ένταση του κινούντος αιτίου. Υπάρχει κάποια σκέψη, άποψη, κρίση, απορία, σχόλιο. Από εμένα ελεύθερη.