: Το θέμα του εξυγχρονισμού που θα απασχολήσει αυτή τη συζήτηση μεταξύ μας, είναι ένα μόνιμο μοτήριο, το οποίο δεν είναι μόνο ένας παιδίς, αλλά ένας παιδιός. Και η συζήτηση είναι μια εξαγωγή, είναι μια εξαγωγή και είναι λίγο σημαντική. Και έχουμε δημιουργεί έναν παιδί, που είναι παιδί του καθένα, που είναι ο καθένας του καθένα, που είναι ο καθένας του καθένα, μεταξύ μας, είναι ένα μόνιμο μοτίβος σε όλο το 19ο αιώνα, όταν το ελληνικό κράτος έχει πια δημιουργηθεί, αλλά και πριν δημιουργηθεί ακόμα, γιατί δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι η ελληνική επανάσταση δεν έγινε μόνο από τους πολεμιστές που έλαβαν μέρος και από τους πρόκριτους, τέλος πάντων, από τους αρματολούς και από τους προκριτους, αλλά και από ορισμένους ξενόφερτους παράγοντες, όπως είναι ο Μαυροκορδάτος, ο Νέγρης, φαναριώτες κυρίως, αλλά άτομα που είχαν γνώση του έξω κόσμου και έφερναν συνεπώς μαζί τους και μια καταβολή ενός μελλοντικού ιδεόδου σκράτους, πώς θα είναι. Παράλληλα πρέπει να θυμηθούμε ότι η δυνατή επιρροή εκείνη την εποχή στην όλη τη Βαλκανική, που πρέπει να τη φανταστούμε σαν έναν απομονωμένο λίγο χώρο, απομονωμένο πολιτισμικά θέλω να πω, γιατί ήταν υπόθομανική δίκηση και κατοχή και παράλληλα μια αγροτική ως επιτοπλής των περιοχή. Οι αγρότες δεν μετακινούνται, εκτός αν είναι κτινοτρόφοι και έχουν κοπάδια και πάνε να τα πουλήσουν κάπου αλλού και συνεπώς είναι συντηρητικοί άνθρωποι, μέχρι από την εκκλησία, δεν έχουν ανισχίες για το τι γίνεται εκτός. Στην Ελλάδα υπήρξαν και οι έμποροι βέβαια ως τάξη ανθρώπων που μετακινήθηκε πάρα πολύ, πήγαινε και ερχόταν. Σημειώστε ότι τα σύνορα που υπάρχουν σήμερα στις χώρες τότε ήταν πολύ ρευστά. Μπορούσε κανείς να ταξιδεύει χωρίς διατυπώσεις πολλές, μέσα από τα βουνά, μέσα από τις πεδιάδες. Υπήρχαν κάποια σημεία ελέγχου αλλά ελάχιστα και χωρίς ενδιαφέρον να ελέγξουν και επιπλέον μπορούσε κανείς να πληρώσει κιόλας για να περάσει. Και έτσι όλοι οι βλάχοι ας πούμε της χερσονήσου του Έμμου, μέσα από τις βουνοκορφές από την Πίνδο έως την Ευρώπη, στα ευρωπαϊκά βουνά, περπατούσαν εύκολα από τη μία χώρα στην άλλη, πουλούσαν τα προϊόντα τους και έφεραν πίσω εκτός από τα κέρδη τους και τις ιδέες της χώρας που είχαν επισκεφθεί. Ποια είναι κυρίως το μεγάλο γεγονός που επηρεάζει πια την Ευρώπη παντού, η Γαλλική Επανάσταση και η συνέχεια. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης πρώτα, η επιστροφή της στη Βασιλεία αργότερα, αλλά η Γαλλική Επανάσταση πλέον είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί κανείς να το αγνοήσει. Και η ελληνική εξυγχρονιστική παράδοση βασίζεται ακριβώς στις καταβολές της Γαλλικής. Το διαφωτισμό με κύριο εκπρόσωπο τον Κοραΐ, ένα χιώτι έμπορο ο οποίος πήγε και σπούδασε στο εξωτερικό και αντί να γίνει έμπορος έφαγε τα λεφτά του πατέρα του σπουδάζοντας ιατροφιλόσοφος. Τότε η ιδέα του γιατρού ως φιλοσόφου ήταν πολύ σωστά γιατί είναι η γνώση του ανθρωπίνου σώματος πρώτα, πώς λειτουργεί και μετά η φιλοσοφία της ζωής, πώς πορεύεσαι. Ο Αδαμάντιος Κορέης ο οποίος εγκαταστάθηκε οριστικά στο Παρίσι έστελε στην Ελλάδα τις ιδέες του περί γαλλικής επαναστάσεως, περί διαφωτισμού, τσακωνόταν με την εκκλησία και απαντούσε σε κείμενα συνήθως χωρίς υπογραφή, ανυπόγραφα, που έλεγαν ότι καλώς οι Έλληνες βρίσκονται υπό των ζηγότων Οθωμανών γιατί έτσι εκτίουν την ποινή του Θεού για τις κακές τους συνήθειες του παρελθόντος. Και έλεγε ο Κορέης αυτά είναι ανοησίες, δεν εκτίουμε καμία ποινή ένας που γεννήθηκε σήμερα γιατί να οφείλει στο παρελθόν κάτι. Συνεπώς πρέπει να είμαστε ελεύθεροι γιατί μόνον ως ελεύθεροι μπορούν οι άνθρωποι να εξελιχθούν, να γίνουν καλύτεροι και να αριστεύσουν. Αυτές τις ιδέες οι οποίες δεν έρχονταν μόνο από τον Κορέη πρέπει να πω ότι οι βλάχοι της Ελλάδος έφεραν τις καταβολές της ευρωπαϊκής σκέψης και του διαφωτισμού στην Ελλάδα γιατί αυτοί που πηγαίνουν έρχονταν. Συνεχώς θυμίζω τον Ρήγα Φερέο, τον πιο διάσημο, βλάχο ας το πούμε έτσι και Έλληνα βέβαια με την έννοια της μόρφωσης. Πρέπει εδώ να πούμε ότι Έλληνας είναι κατεξοχήν αυτή την εποχή όποιος μετέχει στην ελληνική παιδεία. Δηλαδή όποιος ξέρει γράμματα ελληνικά γιατί δεν υπάρχουν και πολλά άλλα. Είναι κυρίως γλώσσα των μορφωμένων ανθρώπων και είναι και η γλώσσα που σου επιτρέπει να αλλάξεις και κοινωνικό περιβάλλον. Δηλαδή αν είσαι ένας αγράμματος αγρότης όταν γίνεις εγγράμματος ελληνόφωνος γίνεις Έλληνας. Και αυτό ισχύει και για τους Βούλγαρους και για τους Ρουμάνους και για τους Σέρβους πάρα πολλούς διότι οι δικές τους γλώσσες πρώτον δεν είχαν τη γραμματεία την ελληνική δεν είχαν τα σχολεία που υπήρχαν τα εκκλησιαστικά τα οποία ήταν όμως ελληνόφωνα βέβαια διότι εκείνη η παράδοση και η βίβλος από τα τέσσερα Ευαγγέλια τα τρία γράφτηκαν κατευθείαν στα ελληνικά. Και η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης το δεύτερο αιώνα π.Χ. από τους 70 ελληνίζοντες Εβραίους έγινε για να διαβάζουν οι Εβραίοι την Παλαιά Διαθήκη στην ελληνική γλώσσα. Διότι σας θυμίζω ότι τα σημερινά εβραϊκά η γλώσσα του Ισραήλ ήταν η γλώσσα του ιερατείου μόνον δεν τη μιλούσε ο μέσος Εβραίος. Ο μέσος Εβραίος ή μιλούσε αραμαϊκά όπως ο Χριστός δηλαδή την παλιά Συριακή ή η ελληνικά. Στη δε Αλεξάνδρια και στις απεικείες ελληνικές τα ελληνικά ήταν ο κανόνας. Το λέω αυτό για να πω τι σημασία έχει αυτή η παράδοση γλωσσική η οποία τη διαμορφώνει και τους ανθρώπους. Εμένα κάποτε μου είπε ένας καθηγητής στην Οκσχόρητε εσείς οι Έλληνες δεν είσαστε ράτσα, race, είσαστε παράδοση, μια πολιτισμική παράδοση. Και είχε δίκιο. Άρα όποιος ασπάζεται τα ελληνικά και την ελληνική γραμματεία είναι Έλληνας. Σταδιακά εξελινίζεται, σταδιακά εξελινίζεται. Πολύ ωραία. Ταυτίζεται με τον τρόπο που μιλάει, με τον τρόπο που σκέπτεται γιατί η γλώσσα και η σκέψη είναι πολύ κοντά. Λοιπόν, αυτή είναι η πραγματικότητα κυσική, είναι τη ρεστή εποχή και στα απομονωμένα Βαλκάνια. Δεν είναι τόσο απομονωμένα γιατί με τις οδούς του εμπορίου έρχονται και ιδέες οι ξένες. Και οι ξένες ιδέες γίνονται πρότυπος ζωής για πάρα πολύ κόσμο. Και έτσι σιγά σιγά η Ελλάδα βένει προς τον εξυγχρονισμό με αυτή τη μεταλαμπάδευση. Πρέπει επίσης να πούμε ότι και οι Βαβαροί επέξανε έναν εξυγχρονιστικότατο ρόλο. Άλλο τώρα αν τους καταμαρτυρούμε ότι ήταν η ξένη ακρίδα που ήρθε εδώ και μας πήρε το ψωμί. Εντάξει, πήρε το ψωμί ορισμένων ντόπιων. Αλλά παράλληλα άφησαν και ορισμένα καινούργια πράγματα, θεσμούς, τη δημιουργία θεσμών, που αυτή η χώρα τι θεσμούς είχε, Οθωμανικούς θεσμούς, κυρίως είχαν σχέση με τη φορολογία, πώς μαζεύει λεφτά για το κράτος του Οθωμανικού. Και αυτό δημιούργησε και τις κοινότητες και ό,τι θεσμούς είχαμε, τους προκρίτους. Οι προκριτοί ήταν κατά μέγιστο μέρος της λειτουργίας τους φοροσυλλέκτες. Μάζευαν λεφτά για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι αρματολοί ήταν χωροφύλακες και η εκκλησία διατηρούσε την παράδοση της ακυνησίας. Δεν ήθελαν αλλαγές, δεν ήθελαν επαναστάσεις. Και οι Οθωμανοί όσο ήταν έτσι η εκκλησία, λέγανε δικοί μας μπράβο. Είχαμε τρεις τέτοιους, αυτήν οι τρεις μεγάλοι θεσμοί. Αυτά όλα βέβαια ανατρέπονται με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, το οποίο είναι το πιο επαναστατικό γεγονός στην ελληνική ιστορία, διότι ένα κράτος είναι ένα άλλο θέμα πλέον και λειτουργεί και διαφορετικά. Και είναι και συγκεντρωτικό κράτος. Γιατί το πρότυπο του ελληνικού κράτους είναι το γαλλικό. Το γαλλικό κράτος της Γαλλικής Επανάστασης, που είχε αρχίσει να δημιουργείται με τους βασιλιάδες βέβαια την απολιταρχία, είναι κράτος που θέλει να ενωποιήσει όλο το λαό της επικράτειας δια του νόμου. Δηλαδή όλοι εξισώνονται ενώπιον του νόμου, θεωρητικά. Τώρα δεν λέω ότι λειτουργούσε πάντα έτσι το πράγμα, αλλά θεωρητικά ο νόμος εξισώνει τους πολίτες. Συνεπώς ένας ενιαίος νόμος, κι όχι κάθε περιοχή με τα δικά του φέουδα και τις ιδέες του κάθε φέουδου, γίνεται ένα σύγχρονο κράτος. Αυτό το συγκεντρωτικό κράτος είναι και το κράτος που επιθυμεί να φτιάξει η Ελλάδα με τον μαυροκορδάτο, με τον έγρι, με όσους γνωρίζουν τι θα πει ξένο κράτος. Και αυτό γίνεται κιόλας. Βέβαια, και εδώ είναι πάντα το μεγάλο πρόβλημα, η διάσταση, μάλλον η απόσταση από το κράτος αυτό που έχει θεσμούς, που είναι κράτος δικαίου, που έχει μια οικονομία συγκεντρωτική με την πραγματικότητα που επικρατεί στην ελληνική ύπεθρο, που είναι κατακερματισμένη και θα εξηγήσω τι εννοώ, αυτή η απόσταση δεν γεφυρώνεται ποτέ απολύτως στην ελληνική ιστορία, απλώς κάποτε η κοινωνία πλησιάζει προς το ιδεόδες μιας ενιαίας κοινωνίας, πολιτών, κι άλλοτε απομακρύνεται ανάλογα με την περίσταση και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η χώρα. Αυτό είναι ένα μοτίβο μόνιμο. Πλησιάζω, απομακρύνω, πλησιάζω, απομακρύνω. Μήπως μπορείτε να δώσετε κάποιο παράδειγμα. Βεβαίως. Η περίοδος του Καποδίστρια, που κράτησε πάρα πολύ λίγο, είναι μια προσπάθεια να προσεγγίσουμε αυτό το ιδεόδες του συγκεντρωτικού ενιαίου κράτους. Δεν πρόλαβε βέβαια, ο άνθρωπος έκανε πολλές μεταρρυθμίσεις, ήταν ένας θαυμαστός ηγέτης, αλλά δεν είχε καιρό. Μετά έχουμε μια περίοδο χάους εσωτερικών συγκρούσεων, εμφυλίων κλπ, όσο έρχεται ο όθον και εκεί πάλι γίνεται μια προσπάθεια με τους αντιβασιλείς να πλησιάσει η κοινωνία αυτό το ιδανικό. Ο χαριλός Τρικούπης, ο οποίος συνέλαβε τον εξυγχρονισμό με οικονομικούς όρους, είπε ότι αν δεν φάμε ψωμί και δεν έχουμε υποδομή για να δημιουργήσουμε ενιαίες αγορές, στη χώρα δεν πρόκειται ποτέ να πάμε πουθενά. Και κάνει αυτήν την τεράστια επένδυση σε σιδηροδρόμους που την εποχή εκείνη ήταν το μεγάλο ζητούμενο. Όλη η Ευρώπη φτιάχνει εντατικά σιδηροδρόμους για κρυβώς για να συνδέσει τις αγορές της Ευρωπαϊκής με τους τόπους παραγωγής, αυτό γίνεται και εδώ. Και ο Τρικούπης είναι ένας μεγάλος οπαδός του αντιπροσωπευτικού συστήματος, του βρετανικού κοινοβουλευτισμού, γιατί ως νέος θύτευσε στην Αγγλία με πατέρα πρέσβη της Ελλάδας στην Αγγλία, τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, τον σπουδαίο ιστορικό της Επανάστασης. Και έτσι έχουμε εδώ μια περίπτωση ενός αν πρέπει έναν άνθρωπο να ξεχωρίσουμε σαν καθαρή περίπτωση, ηγέτη που πιστεύει στον εξοχρονισμό και τα δίνει όλα και που ο ίδιος είναι τελείως όσο από όσο ξέρουμε, τουλάχιστον ανιδιοτελής, είναι ο Τρικούπης. Διότι αυτός ούτε παντρεύτηκε, ούτε έκανε περιουσία δικιά του, δεν άφησε τίποτα όταν πέθανε. Πράγμα που μας θυμίζει ότι οι παλιοί πολιτικοί κατέθεταν την περιουσία τους για να εκλέγονται και για να κάνουν τις εκλογές να μπορούν να επιπλέψουν. Και έζησε όλη τη ζωή με μια αδελφή που είχε η οποία επίσης δεν παντρεύτηκε. Η μυθιστορία λέει ότι αγαπούσε τον Δηληγιάννη που ήταν ο μεγάλος αντίπαλος του Τρικούπη και ότι αυτά όλα δεν ευοδόθηκαν και αυτή έμεινε στο ράφι με τον αδελφό Τρικούπη. Ο Τρικούπης είναι πράγματι ένα καθαρό παράδειγμα του καλού καγαθού πολιτικού του δεκάτου ενάτου αιώνα και δεν ήταν ο μόνος, ήταν πολλοί σαν αυτόν. Εδώ πρέπει να πούμε ότι ηγεσίες παίζουν μεγάλο ρόλο στην ελληνική ιστορία, οι πολιτικές ηγεσίες. Παίζουν λιγότερο ρόλο αν θέλετε σε άλλες χώρες της Ευρώπης με θεσμούς και με θεσμική οργάνωση. Στην Ελλάδα είναι σταθμή η καλή πολιτική και πράγματι ο ρόλος τους είναι διακριτός. Δεν είναι μια μηχανή που δουλεύει έτσι κι αλλιώς, η μηχανή δουλεύει όταν έχει καλό μηχανοδηγό. Όταν δεν έχει απορριθμίζεται. Και αυτό είναι επίσης ένα άλλο μοτίβο της ελληνικής ιστορίας, η ρόλη των ηγεσιών με θετική και αρνητική έννοια. Ευτυχώς δεν έχουμε πολλές αρνητικές εμπειρίες με τους πολιτικούς μας. Πρέπει να πω ότι είναι μάλλον πρόσφατη αυτή η έκπτωση των πολιτικών που ζούμε σήμερα, που όλοι λέμε, τι να, πολιτικός είναι. Μα δεν γίνεται όμως έτσι μια ανάλογη κατάσταση και περίοδο 45-50, πάω να σας χάρη, ενώ η χώρα βγαίνει από τον πόλεμο, πάει προς εμφύλιο. Εγώ χωρίς να είμαι ιστορικός έχω διαβάσει και έχω καταλάβει ότι και εκείνη η περίοδος είναι έτσι, που ένας δεν μπορεί να συνονιστεί με τον άλλο, είναι πολλά κόμματα, φιλοδοξίες κλπ. Έχετε δίκιο, έχεις δίκιο. Να μιλάμε στον ελληνικό έτσι. Ναι, ναι, ναι. Όμως την περίοδος 60-67 πριν από τη δικτατορία επίσης μια συνονοησία που μοιάζει πολύ με τη σημερινία. Πράγματι έχεις απόλυτο δίκιο. Η διαφορά είναι ότι στον εμφύλιο τουλάχιστον τα δύο μεγάλα κόμματα κατάφεραν να ομολογήσουν. Και ο Σοφούλης που δεν ήταν ο πρώτος ψήφος έγινε πρωθυπουργός σε μια κυβέρνηση συνασπισμού με τον Τσαλδάρη. Ο Τσαλδάρης ήταν μετριώτης, ο Σοφούλης ήταν ικανότερος, αλλά πολύ γέρος πλέον. Πάντως κατάφεραν να ομολογήσουν οι δύο παρατάξεις και να φτιάξουν αυτό που δεν μπορούμε σήμερα να κάνουμε, δηλαδή η αντιπολίτευση με την κυβέρνηση να ομολογήσουν σε ορισμένα πράγματα, να συμφωνήσουν για να βγούμε από τα διέξοδα. Δεν ξέρω τι φταίει γι' αυτό, αυτό είναι θέμα συζήτησης μεγάλης, αλλά ίσως πάλι απομακρυνόμαστε από τον εξυγχρονισμό με αυτήν την πόλωση την τρομερή που φτιάξαμε και μια πόλωση εκτουμιώντος δηλαδή, διότι πλέον δεν έχουμε θέματα εμφυλίου στο τραπέζι, έχουμε θέματα δημοσιονομικά κυρίως σήμερα. Πάντως για να πάμε πάλι πίσω, αυτή η πρόθεση της εξυγχρονιστικής λειτουργίας δούλεψε, δούλεψε. Ο κανόνας πρέπει να πω για τους πολιτικούς του λάχιστον ως τον πόλεμο ήταν η ως τη δικατορία τέλος πάντων ήταν αγαθή. Δηλαδή οι περιπτώσεις των πολιτικών που ξέρουμε από τον Μεσοπόλεμο, όλοι οι Βενιζελογενείς, αλλά και όχι μόνο, και ο Παναγής Τσαλδάρης ήταν ένας αγαθός πολιτικός, τίμιος. Τώρα του επιρρύπτουν την ευθύνη της απόπειρας δολοφονίας του Βενιζέλου στη γυναίκα του. Λένε ότι η Λίνα Τσαλδάρη ήταν υπεύθυνη. Δεν ξέρουμε αν ήταν έτσι. Δεν ήταν. Τη λένε φόνησα, τη λέγανε. Ο ίδιος ήταν ένας αγαθός πολιτικός, καλός κοινοβουλευτικός, εντάξει. Η Βενιζελική, για ποιον να πούμε, ο Καφαντάρης ήταν ένας εξαιρετικός πολιτικός, τίμιος, τοχός, η πιο πολύ φτωχή εκτός από όσο παντρεύτηκαν πλούσιες κόρες. Και τέτοιος ήταν ο Βενιζέλος, παντρεύτηκε την Έλενα Σκυλίτσι και έλεισε το οικονομικό του πρόβλημα και δεν χρειάστηκε να τρέχει για λεφτά κι ο ίδιος και τον έκανε και ανεξάρτητο αυτό κατά κάποιο δρόμο. Ο Παπαναστασίου, γνωστός για το ήθος του, φτωχός, τον ζούσαν οι θαυμαστές του, οι πολιτικοί. Ο Μιχαλακόπλος, παντρεμένος με πλούσια κόρη κι αυτός, ένας τίμιος πολιτικός, ο οποίος πέθανε στην εξωρία επί μεταξά, γιατί έπαθε κάποιο καρδιακό πρόβλημα, δεν μπορούσαν να τον μεταφέρουν από τον τόπο της εξωρίας σε κάποιο καλό νοσοκομείο. Δεν μπορούμε να πούμε ότι στερηθήκαμε καλών ανθρώπων στην πολιτική γενικώς. Θα έλεγα ότι μάλλον ήταν ένας τομέας που τραβούσε τους όσους ήθελαν κάτι να προσφέρουν στο έθνος. Δεν προκύπτει όμως, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι το 50-60, ή προκύπτει, δηλαδή είναι και σαν ερώτηση από μένα σε σένα, μια προσπάθεια για να διοργάνωσε το κράτος, να πάει σε μεγάλο βάθος, που να ξαναδεί το κράτος για τις άλλες χώρες, έχουν υπάρξει τέτοιες προσπάθειες. Δηλαδή υπήρξαν στιγμές που οι μεταρρυθμίσεις, γιατί προφανώς θα δεχτούμε εδώ στο τραπέζι, ότι για να αλλάξουν τα πράγματα χρειάζονται μεταρρυθμίσεις ουσιαστικές ως δημιουργές φορές. Μέχρι το 50 ας πούμε, τουλάχιστον όσον αφορά τη διοίκηση του κράτους. Γιατί σε άλλα πράγματα όπως είναι ο χώρος υγείας ή ο χώρος του στρατού ας πούμε, υπήρξανε τομέες στο κράτος, στη διοίκηση ή στο στρατό. Εμένα τα διαβάσματά μου δεν έχουν φτάσει μέχρι εκεί για να μπορώ να απαντήσω. Πρώτα απ' όλα πρέπει να σκεφτούμε με τι λογής κράτος έχουμε να κάνουμε και με τι λογής επικράτεια έχουμε να κάνουμε, ώσπου να προσθεθεί η Θεσσαλία στην Ελλάδα που εν πάση περιπτώσει την έκανε πιο ανεξάρτητη στον τομέα της παραγωγής σιταριού. Δηλαδή τη βάση της τροφής των ανθρώπων εκείνης της εποχής που ήταν το ψωμί. Η Ελλάδα πάντα είχε έλλειμμα γιατί έκανε εισαγωγή σιταριού από τη Ρουμανία, από τη Ρωσία, από τους σιτοβολώνες της εποχής. Πάντοτε είχε έλλειμμα και το συμπλήρωνε με τη σταφίδα. Ό,τι πούλαγε σε σταφίδα το πλήρωνε σε σιτάρι. Όταν μπαίνει η Θεσσαλία εκεί αρχίζει το πρόβλημα να λύνεται κάπως, αλλά σκεφτείτε ότι η Θεσσαλία μπήκε το 1881, έγινε μέρος της Ελλάδας. Ως τότε ήταν μια Ελλάδα, η Στερεά και η Πελοπόννησος και εκεί οι Κλάδες, τέρμα. Και μετά το 1862-1863 τα Ιόνια νησιά, τα οποία έφεραν βέβαια τον πλούτο διανοητικό των επτανησίων, που είναι ένας παράγον πραγματικά για τη Βουλή των Ελλήνων εξυγχρονιστικός. Είναι ένα κομμάτι δύσης που κολλάει στην αγροτική Ελλάδα. Αλλά κατά τα άλλα, αν σκεφτούμε ότι η Ελλάδα είναι μια αγροτική χώρα, που δεν υποέχει και ελλήματα πάντοτε, διότι δεν καταφέρνει ούτως αγροτική χώρα να επιζήσει. Η βιομηχανία έρχεται πολύ αργότερα, η βιομηχανική ανάπτυξη. Συνεπώς, το μόνο που μπορούμε να πούμε ότι επιζεί αυτή η χώρα, λόγω της καλής διαχείρισης από τους πολιτικούς της. Αλλιώς, δεν παράγει πολλά πράγματα. Από αυτές οι συνεχείς επεκτάσεις της χώρας. Γιατί η Ήπειρος, αν δεν κάνω λάθος, ήταν το 12. Η Μακεδονία, νομίζω, ήταν αργότερα. 12-13. Αυτό το έχω δει και στον πλοίο σου. Δηλαδή, σαν να εμποδίζει αυτά. Το κράτος ή η χώρα, μάλλον, δεν έχει μια σταθερότητα. Μεταβάλλεται με το χρόνο. Χρειάζεται σχολεία. Είναι ο αλιτροτισμός. Και ο αλιτροτισμός, ο ελληνικός, δεν είναι παράλογος. Θα έλεγε κανείς, καλά τώρα αυτή η φτωχή, φουκαράδες, τι θέλουν τις στρατιωτικές προετοιμασίες για να μεγαλώσουν. Αυτό τους μάρανε. Όμως, η μεγιέθυνση έχει σχέση με το ψωμί. Καθώς μεγαλώνει η Ελλάδα, γίνεται πιο αφτάρκης. Παίρνει, έχει πιο πολλές, μεγαλύτερη έκταση, μεγαλύτερη φορολογική επιφάνεια. Να ρωτήσω κάτι. Να έρθουμε πάλι στο θέμα των μετερρυθμίσεων. Πριν το 1950 υπάρχουν προσπάθειες μετερρυθμίσεων, σημαντικές. Και, καταρχάς, με το Βενιζέλος. Και να σκεφτούμε και τη δεδηλωμένη. Άρα, δεν είναι ότι δεν υπάρχει. Ασφαλώς. Και το 1909, που είναι σημαντικότατοι. Το 1909 είναι μια στρατιωτική διαμαρτυρία, η οποία κατατείνει, όμως, το να χτυπήσει το κουδούνι του κινδύνου, να πει, ξυπνήστε, δεν πάμε καλά. Και να φέρει το Βενιζέλος στην Ελλάδα, το συμπέρασμα. Και ανεβαίνουν μια στι. Αυτό είναι, βέβαια, μια στιγμή από εκείνες τις μαγικές στιγμές, που έρχεται ο παράκλητος, δεν συμβαίνει πάντοτε, και κάνει, βάζει τα πράγματα στη θέση του. Ο Βενιζέλος είναι πραγματικά ένα φαινόμενο, θα έλεγα, γιατί δεν μπορώ αλλιώς να τον εξηγήσω. Δεν έχει βάση στην Ελλάδα. Είναι ένας τοπικός πολιτικός στην Κρήτη. Βλέπετε, η Κρήτη βρίσκεται πιο κοντά στα τεκτενόμενα στον κόσμο από τη Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι πιο απομονωμένη από την Κρήτη. Ο Βενιζέλος φέρνει περισσότερες γνώσεις της διεθνούς καταστάσεως της εποχής από ότι γνώριζε η Αθήνα. Αυτό πρέπει να το πούμε. Η Αθήνα είναι Βαλκάνια, η Κρήτη είναι Δύση. Και φέρνει και την ιδιοφία του. Κακά τα ψέματα. Θα θέλαμε σήμερα λιγάκι να περιφρονούμε την ιδιοφία των ανθρώπων. Λέμε, εντάξει, οι αριθμοί παίζουν όλα, αλλά τώρα τι θα πει. Αυτός είναι διαφορετικός. Ε, είναι διαφορετικός. Ο Βενιζέλος είναι μια περίπτωση ιδιατερή. Και έφερε σειρά μεταρρυθμίσεων πολύ σημαντικών. Α, ανανέωσε όλο το πολιτικό σκηνικό. Αυτό που λέμε σήμερα. Αχ, να είχαμε ένα Βενιζέλο να ανανεώσει το πολιτικό σκηνικό. Βέβαια εκεί οι αντίπαλοι του κάναν το μεγάλο λάθος της αποχής στις εκλογές του 1910 και του επέτρεψαν να φέρει όποιον ήθελε αυτός πλέον στην Βουλή των Ελλήνων. Όποιον ήθελε. Και εκεί αποδείχθηκε πρωταθλητής πραγματικά. Βγήκε στην πιάτσα και είπε εσύ, εσύ, εσύ, εσύ. Εσείς είστε οι καλύτεροι. Ο Βενιζέλος δεν είχε κανένα κόμπλεξ ο ίδιος. Ήταν εντυπωσιακό αυτό. Είχε πλήρη επίγνωση των ικανοτήτων του και γι' αυτό δεν φοβόταν τους καλύτερους από ευτών. Ή τους ομοίους του, εν πάση περιπτώσει. Και έφτιαξε πράγματι έναν πολιτικό κόσμο αξιοζήλευτο. Εδώ να ρωτήσω κάτι. Έχετε μιλήσει πολλές φορές για το κατακερματισμό. Λέγοντας ότι η ελληνική κοινωνία είναι κατακερματισμένη και όχι ταξική. Και έχετε πει σε μια άλλη συζήτησή μας ότι η μόνη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι οι μικρυσιάτες οι οποίοι αποτελούν μια κοινωνική τάξη. Γίνονται μία κοινωνική τάξη από τις συνθήκες με τις οποίες στάνουν στην Ελλάδα. Δηλαδή ανέστη και χωρίς περιουσιακά στοιχεία. Έρχονται χωρίς τίποτα. Μένα που κάνεις ως την πλάτη οι περισσότεροι. Και αυτό τους καθιστά προλεταρίουσε των πραγμάτων. Είναι φτεινά εργατικά χέρια. Είναι η μόνη τους δυνατότητα. Αυτή βέβαια ένα μεγάλο ποσοστό πηγαίνει στο Βενιζελικό Κόμμα. Και ένα επίσης σημαντικό ποσοστό πηγαίνει στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Έτσι δημιουργείται το Κομμουνιστικό Κόμμα. Είναι ένα προσφυγικό κόμμα στην ουσία. Παίρνει τις ψήφους του και μέχρι προ, δεν ξέρω, και ακόμα. Από τους συνοικισμούς τους προσφυγικού είναι από την Αθήνα. Και σαριανοί και λοιπά. Και για το κατακερματισμό θέλετε να μας πείτε σε αυτό το πλαίσιο. Ναι, ο κατακερματισμός είναι ένα ενδιαφέρον φαινόμενο. Που δεν είναι μόνο ελληνικό βέβαια. Είναι βαλκανικό θα έλεγα και γενικά των μη ανεπτυγμένων κοινωνιών που φιλοδοξούν να αναπτυχθούν αλλά βρίσκονται υπό άλλο καθεστώς. Για να καταλάβουμε τον κατακερματισμό τι σημαίνει πρέπει να τον παρουμιάσουμε λιγάκι με ένα ταψί μπακλαβά. Ο μπακλαβάς είναι φτιαγμένος από πολλά στρώματα. Ας πούμε ότι αυτά είναι τα κοινωνικά στρώματα. Απ' το ίδιο υλικό μοιάζουν όλους. Ο μπακλαβάς είναι απ' το ίδιο υλικό φτιαγμένος. Αλλά είναι κομμένο σε κομματάκια κάθετα. Δεν είναι κομμένο σε οριζόντια. Και αυτό δεν κάνει ταξική την κοινωνία, την κάνει κατακερματισμένη. Με ποια έννοια ότι κάθε κομμάτι είναι ένα αυτοτελές κοινωνικό σώμα. Το οποίο αποτελείται από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Πιο καλή παρομίες θα ήταν και πυραμίδας λιγάκι. Γιατί καθώς τα προνόμια και ο πλούτος ανεβαίνει, μικραίνει βέβαια η επιφάνεια. Καθώς κατεβαίνει, είναι μεγαλύτερη. Αλλά αυτά τα κομμάτια είναι το καθένα αντιμέτωπο μετά άλλα. Διότι οι άλλοι είναι ο εχθρός. Στην Ελλάδα ο εχθρός είναι το άλλο κομμάτι. Της άλλης παρέας, της άλλης ομάδας, της άλλης οικογένειας. Οικογένεια επίσης μετράει πάρα πολύ. Είναι οικογενειοκρατικά αυτά τα κομμάτια. Βασίζονται σε οικογένειες, σε δυνάμεις οικογενειών, οι οποίες είναι αντιμέτωπες με άλλες. Αυτός ο κατακερματισμός που οφείλεται στο ότι αισθάνεται κανείς σιγουριά με τους ημέτερους, με τους δικούς. Όλοι μας όταν πάμε σε μια δημόσια υπηρεσία και ξέρουμε κάποιον και μας ξέρει κάποιος, φωτιζόμαστε. Λέμε, κυρία Κούλα, κάνε μου, σε παρακαλώ, βοήθησέ με εδώ στην... Δεν πάς σε ένα απρόσωπο σύστημα. Να σας πω ένα παράδειγμα, η Κύπρος, που είναι η άλλη πλευρά των Ελλήνων, οι οποίοι έμαθαν σε ένα κοινωνικό σύστημα τελείως διαφορετικό. Πάς σε μια δημόσια υπηρεσία και σε πέντε λεφτά τελειώνει η δουλειά σου και είναι βιενέστατη και όλοι σου φέρουν σαν να σε ξέρουν. Εδώ η παράδοση είναι διαφορετική. Αν γνωρίζεις, είσαι άνθρωπος. Αν δεν γνωρίζεις, είσαι ένα νεφέλωμα στα μάτια του δημοσίου υπαλλήλου που σε εξυπηρετεί. Όλα αυτά είναι μέρος μιας παράδοσης, δεν είναι τυχαία. Συνεπώς, ο κατακερματισμός δεν βοηθάει την κοινωνία των πολιτών. Είναι αντίπαλος της κοινωνίας των πολιτών. Και εμποδίζει κατά κάποιο τρόπο τον εξυγχρονισμό. Είναι το μεγάλο εμπόδιο του εξυγχρονισμού και της αριστείας που ο εξυγχρονισμός προωθεί. Ο εξυγχρονισμός λέει ότι πρέπει να σπουδάσω τους ανθρώπους, να τους κάνω καλύτερους, να τους προωθήσω. Να είναι, συνεπώς, καλύτεροι υπαλλοί, γιατροί, δικηγόροι, οτιδήποτε. Καλύτεροι, καλύτεροι, καλύτεροι. Η έννοια του καλύτερους στον κατακερματισμό δεν υπάρχει. Διότι ο κατακερματισμός βρίσκει ένα υλικό, το βρίσκει, δεν το διαμορφώνει και αυτό ζει και πορεύεται. Και δεν τον απασχολεί καθόλου αν είναι κάποιος κατάλληλος για να γίνει τούτο, εκείνο ή το άλλο. Γιατί και κάθε κομμάτι του κατακερματισμού επιδίδεται στο να βάλεις στο κράτος μέσα τους ημέτερους. Λοιπόν, όταν ο γιος σου, αν ο γιος σου είναι τούβλο και δεν παίρνει τα γράμματα ή αδιαφορεί, δεν ξέρω τι, χαρακτηρολογικά ή άλλα πράγματα, εσύ είσαι υποχρεωμένος όμως να τον σπρώξεις όνι και καλά, κάπου. Ε, πληρώνει το κόστος του κατακερματισμού η κοινωνία. Οι υπόλοιποι, διότι αν δεν είναι κατάλληλος, βέβαια παράγει έργο που δεν είναι κατάλληλο. Αντίθετα, η έννοια της αριστείας, η οποία ήταν, από μια άλλη άποψη, υπάρχει και αυτή στον κατακερματισμό με την έννοια του ανταγωνισμού με τον απέναντι. Δεν είναι αλήθεια ότι η αριστεία, κακώς το είπα αυτό, εξοβελίζεται από τον κατακερματισμό, γιατί και ο κατακερματισμός είναι ανταγωνιστικός. Πάβη να είναι όταν όλοι μπαίνουν στο κράτος και λένε εντάξει τώρα τη βρήκαμε, είμαστε ήσυχοι. Αλλά οι Έλληνες που πάνε στην διασπορά είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικά άτομα, γιατί έχουν μάθει σε έναν ντόπιο ανταγωνισμό μεταξύ κομματιών της κοινωνίας. Και έτσι πάνε έξω, βρίσκουν ένα σύστημα θεσμικό οργανωμένο και εκεί πέφτουν με μεγάλη ορμή και συνήθως κάνουν καλή δουλειά. Λοιπόν, υπάρχουν πολλές όψεις στο ίδιο πρόβλημα. Το βέβαιο είναι ότι ο κατακερματισμός δεν βοηθάει τη λειτουργία της κοινωνίας ως σύνολο, την κόβει κομματάκια. Και αυτό ίσως εξηγεί και την έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των κομμάτων στη Βουλή. Ότι δεν ομονοούν όταν τα πράγματα είναι δύσκολα για όλους. Εκεί ο καθένας το βιολεί του, παίζει το δικό του το κομμάτι και απευθύνεται στον δικό του κόσμο. Αυτή είναι νομίζω κάποια ερμηνεία. Αλλά η Ελλάδα παρόλα αυτά, όπως είπα, είναι αξιοθάυμα στο ότι πορεύεται με τεράστιες κρίσεις βέβαια εντωμεταξύ. Και τέτοιες κρίσεις είναι και η σύγκρουση Βενιζέλου-Κωνσταντίνου και η μικρασία, που είναι και αυτή απότοκος αυτής της κρίσεως, η μικρασιατική καταστροφή, η έλευση αυτών όλων του πληθυσμού χωρίς οικονομική βάση και βέβαια ο πόλεμος που είναι μια συγκυρία που δεν μπορεί κανείς να αποφύγει και ο εμφύλιος που είναι απότοκος του πολέμου και της κατοχής και της δυστυχίας που προκαλεί. Τώρα η μεταπολεμική ιστορία είναι λίγο διαφορετική γιατί βασίζεται σε άλλες, οι βάσεις της είναι διαφορετικές. Έχει ένα διχασμό που εντάξει τύνει να ξεχαστεί, αν και περνάει και αυτό στη μεταπολεμική εποχή λιγάκι, αυτές οι κυβερνήσεις που έλεγες Δημήτρη αμέσως μετά τον πόλεμο που είναι έτσι λίγο μπερδεμένες, πλαστήρας Βενιζέλος, ο Φωκλής, από την Αλιτσαλδάρης, Παπάγος εμφανίζεται ως ο ήρωας βέβαια του εμφυλίου κλπ. Αλλά το μεγάλο πρόβλημα είναι ο εμφύλιος ο ίδιος, ποιος φτιάχνει μια κοινωνία προβληματική και δεν αφήνει αυτή τη κοινωνία να εξυγχρονιστεί ακριβώς γιατί υπάρχουν ομάδες μέσα σε αυτή τη κοινωνία που νέμονται της παράδοσης του εμφυλίου, είτε έτσι είτε αλλιώς. Δηλαδή οι άνθρωποι κάνουν επάγγελμα πλέον τον εμφύλιο, είτε ως στρατιωτική. Εκεί αναπτύσσεται όλο αυτό που λέγεται η συμπεριφορά των νικητών του εμφυλίου. Το περίεργο μάλιστα είναι ότι δεν έχουμε δικτατορία με τα πολεμικά. Ίσως αυτό να ερμηνεύεται απ' ότι δεν μας αφήνουν να έχουμε δικτατορία. Θα περίμενε κανείς κάτι σαν τον Φράνκο με τα πολεμικά στην Ελλάδα με ενδεχόμενο δικτάτορα τον Παπάγο, λέω τώρα, ο οποίος συγκέντρωσε μία στρατιωτική ιστεροφημία. Η Ισπανία έχει το Φράνκο, η Πορτογαλία έχει το Σαλαζάρ. Η Ελλάδα δεν έχει δικτατορία τουλάχιστον. Η δημοκρατία της είναι λίγο προβληματική. Δεν είναι δημοκρατία πραγματική με την έννοια της ισοτιμίας των πολιτών. Υπάρχουν πολίτες πρώτης κατηγορίες και δεύτερης κατηγορίες. Το περίφημο πιστοποιητικό κοινωνικό φρονιμάτο να χωρίζει τη χώρα σε δύο τμήματα. Εδώ να πούμε ότι η Ελλάδα έχει ζήσει διχασμό και στο Μεσοπόλεμο μετά τη μακρυσιατική καταστροφή και μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Θεωρείτε ότι κινηνεύουμε πάλι από ένα νέο διχασμό, ο οποίος θα βάλει πίσω τον εξυγχρονισμό, θα καθυστερήσει τον εξυγχρονισμό. Έτσι κι αλλιώς το δημοσιονομικό μας πρόβλημα, που δεν είχε δημιουργηθεί ποτέ με τέτοια οξύτητα φοβούμε, διότι και στο παρελθόν η Ελλάδα επτόχευσε, αλλά δεν πέρασε από αυτό το σημερινό. Ίσως ήταν η κοινωνία πιο σκληραγωγημένη και δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε. Τώρα ένας αγρότης ο οποίος ζούσε κάπου και η Αγροτική Ελλάδα ήταν η μεγαλύτερη το 1893 που επτόχευσε, δεν νομίζω ότι του έκανε μεγάλη διαφορά. Τις κότες του είχε, τα μαρούλια του είχε, τα αυτά του είχε, ζούσε. Τώρα αν στην Αθήνα δεν είχε να πληρώσει το κράτος τα τοκοχρεολίσια και βάρεσε κανόνι, αναρωτιέμαι αν αυτόν τον έθιξε και πάρα πολύ. Αλλά σήμερα έχει βέβαια άλλη επίδραση το ουσιαστικό κανόνι που έχουμε βαρέσει, γιατί τα άλλα είναι βέβαια συμπληρωματικά. Και δεν ξέρω, η ένταση και η επίδραση αυτής της πτωχεύσεως, ας την πούμε έτσι, ή εν πάση περιπτώσης της αδυναμίας μας, να αντιμετωπίσουμε το δημοσιονομικό ζήτημα των χρεών μας, έχει επηράσει βαθύτατα τους ανθρώπους σήμερα, σε αντίθεση με τότε. Πάντως θα περίμενε, όπως είπα, κανείς μια μεγαλύτερη συνεργασία, αλλά ανταυτού βλέπεις ένα ψυχόδραμα από όλες πλευρές. Είναι η υπέρ του μνημονίου και εναντίον του μνημονίου. Και στους εναντίον, όπως και στους υπέρ, υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ των δύο κομμάτων, που συμπλέουν στη κυβέρνηση. Έτσι και στους αντιμνημονιακούς υπάρχουν ακόμα πιο μεγάλες διαφορές. Τι σχέση έχουν τώρα η Χρυσή Αυγή και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ. Και όμως δεν αποκλείεται, λένε μερικοί, να συνεργαστεί, όχι η Χρυσή Αυγή βέβαια, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, λέω τώρα το τρελό, με το ΣΥΡΙΖΑ. Τι σχέσια μπορεί να έχουν αυτοί ιδεολογικά. Συνεπώς δεν ξέρω ποια θα είναι η διαχωριστική γραμμή ανυπάρξης στο μέλλον και βέβαια θα εξαρτηθεί και από το αν θα βγούμε από αυτήν την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Δηλαδή αν φτάσουμε σε κάποια, η κυβέρνηση πρέπει αισιοδοξία αλλά είναι και ο ρόλος της να αισιοδοξεί, τι άλλο να κάνει. Λέει ότι έχουμε πλεονάσματα, αυτή τη φορά αρχίζουν να εμφανίζονται τα, πώς τα λέμε, τα πλεονάσματα. Λέει ότι βάζουμε στην άκρη λεφτά για να πληρώσουμε το κρέβι μας. Πρωτογενές πλεόνασματα. Τώρα κατά πόσον υπάρχουν και πόσο μεγάλα είναι δεν ξέρω. Αλλά εν πάση περιπτώσει αυτοί με λένε αυτό, οι άλλοι λένε έχουμε κατά κρυμνιστεί, είμαστε στο βάραθρο, πέφτουμε συνεχώς. Όλα αυτά έχουν μια βάση αλήθειας. Αλλά αν αυτά θα συνιστούν λόγω εμφυλίου δεν ξέρω. Δεν μπορώ να δω αυτή τη στιγμή τη διαχωριστική γραμμή ποια θα είναι. Θα μου πείτε μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Ναι, αλλά πώς θα γίνει αυτή η σύγκρουση δεν μπορώ να την φανταστώ. Λέω ότι το χειρότερο σενάριο που θα βρεθεί η κοινωνία αντιμέτωπη, κομμάτια της κοινωνίας αντιμέτωπα. Υπάρχει κάτι που θέλετε να πείτε για τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα και τον εξυγχρονισμό. Μήπως βλέπετε να υπάρχει κάποιο σχήμα, δηλαδή στο μυό το δικό μου ο εξυγχρονισμός έρχεται συνήθως μετά από κάποια ξένη παρέμβαση δυστυχώς στην Ελλάδα. Και έχει και θετικά στοιχεία και αρνητικά. Δηλαδή, αγροτική μεταρρύθμιση ήταν αυτοφυείς. Ήταν κάτι ελληνικό, εσωτερική υπόθεση. Ο κοινοβουλευτισμός πρωτεύτερα, δεν είναι κάτι που μας επέβελαν οι ξένοι. Έχουμε κάνει σπουδαία πράγματα μόνοι μας. Αλλά πώς βλέπετε τώρα το ότι πάλι ο εξυγχρονισμός έρχεται απ' έξω. Θα τα πει ο Δημήτρης, αλλά σαν ιστορικός, αν έχετε κάτι να πείτε. Ο εξυγχρονισμός είναι πάντα ένα ζητούμενο, αλλά δεν έχει πάντα υπομονή ο κόσμος να περιμένει το αύριο, που θα φέρει τα αποτελέσματα του εξυγχρονισμού, γιατί ο εξυγχρονισμός δεν αποδίδει αμέσως. Χρειάζεται ένα διάστημα για να αρχίσει να αποδίδει. Και επειδή ο κόσμος πλέον έχει φτάσει στα όρια της υπομονής του με τις ταλαιπωρίες που υφίσταται, τις φορολογικές, λέει θέλω τώρα να υπάρξει βελτίωση. Και επίσης βέβαια δεν μπορεί να φανταστεί, όπως κανείς δεν φαντάζεται, το χειρότερο. Αν σκεφτεί βέβαια κανείς έτσι ρεαλιστικά, η Ελλάδα είναι, δεν ξέρω, το 1944 ή το 1945, με τις μερικές μονάδες βάσεις, αλλά εν πάση περιπτώσης ένα κόσμο με 200 χώρες, ας το πούμε έτσι. 200 έθνη κράτη. Είμαστε στην 45η θέση. Δεν είμαστε στη χειρότερη. Δηλαδή αν λογαριάσουμε ότι κάτω από εμάς είναι άλλα 150 κράτη... Είμαστε όμως πολύ καλύτερα. Ασφαλώς. Αλλά είμαστε στη γειτονιά, ακόμα στην καλή γειτονιά. Δεν έχουμε πάει στην κακή γειτονιά, όπου ο κόσμος λιμοκτονεί, Μαγγλανδέσ, ή σφάζεται Συρία, ή δεν ξέρει το αύριο τι θα φέρει η Αφρική, με μεγάλα προβλήματα κοινωνικά, υγειονομικά, δεν είμαστε εκεί. Αυτά δεν μπορεί να τα χωρέσει ο νους ενός ανθρώπου που έχει μάθει να ζει, από αυτές τις καλές συνθήκες που είχαμε όλα αυτά τα χρόνια. Σκεφτείτε τώρα μια κατάρευση του υγειονομικού μας συστήματος. Μια χώρα ολόκληρη να μαστίζεται από AIDS και να μην υπάρχει τρόπος να μειωθεί αυτή η μάστυγα, ή από άλλα πράγματα. Ο φόβος του χειρότερου είναι και ένα επιχείρημα των συντηρητικών, ότι προσέξτε γιατί υπάρχουν και χειρότερα. Αλλά είναι και αλήθεια. Δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το χειρότερο. Άρα μια απόνενοημένη πολιτική πράξη μπορεί πράγματι να σε οδηγήσει στο χειρότερο, που δεν ξέρει κανείς μετά πώς θα βγει από αυτό. Σας λέω αυτό, μια κατάρευση του υγειονομικού συστήματος. Η παιδεία μας ήδη είναι σε κατάρευσης, θα έλεγα. Δυστυχώς. Δηλαδή, οι Έλληνες πια λειτουργούν ως κατακερματισμένοι κοινωνίοι, ο καθένας για τον εαυτό του. Το παιδί του έχει βάλει στην άκρη μερικά λεφτά να το σπουδάσει, να το πάει αλλού, να το στείλει στο εξωτερικό, αν μπορεί. Εδώ είναι κατηλειμμένη η σχολή πέντε μήνες, έξι, ξέρω εγώ πόσο είναι. Και ο Πρύτανης κάνει θεατρικές παραστάσεις, ας πούμε, κάπου αλλού, λες υπάρχουν έλεγους πια. Πώς θα θέλατε να κλείσετε? Θα ήθελα να κλείσω με την πεποίθηση ότι όπως έχουμε ορισμένες αυτοφυείς, ορισμένους ανασταλιτικούς αυτοφυείς παράγοντες, έτσι έχουμε και ορισμένους προοδευτικούς αυτοφυείς παράγοντες στην κοινωνία μας. Και επίσης έχουμε και την ελπίδα ότι με μια εκπαίδευση καλύτερη μπορεί να φτιάξει καινούργια κοινωνία. Διότι η ελληνική κοινωνία είναι προϊόν με αν της οικογένειας κατά ένα μέγιστο ποσοστό, η οποία πρέπει να πούμε ειρήστο εμπαρόδο ότι αυτή την εποχή η οικογένεια παίζει μεγάλο ρόλο. Μετρέφει με μεγάλο δυναμισμό και για καλό και για κακό, βέβαια, γιατί όλα τα πράγματα έχουν δύο όψεις. Το καλό είναι ότι προσφέρει σύτιση και στέγη στους αναξιοπαθούντες γόνους της. Όλα τα νέα τα παιδιά που δεν έχουν δουλειά έχουν ένα σπίτι και ένα πιάτο φαγητό ή τα περισσότερα. Δεν λέω ότι όλα έχουν, όχι βέβαια. Αυτό είναι ένα προσόν. Σκεφτείτε τώρα στην Αγγλία τι θα συνέβαινε αν είχαν το δικό μας πρόβλημα. Που τα παιδιά μετά το 18ο έτος ηλικίες είναι για χαρά και να σας βλέπουμε σπανίως λένε οι γονείς. Να σας βλέπουμε τα Χριστούγεννα ενδεχομένως. Χριστούγεννα. Χριστούγεννα. Αυτή πλέον είναι κάπου κομμένη. Αν είχαν οι 60% ανεργοί οι Αγγλίες θα είχαν τρελαθεί τελείως. Ή θα το είχαν ρίξει στο ποτό ή θα είχαν αυτοκτονήσει ή θα κάνανε Πανάσταση. Μπορεί. Λοιπόν, το λέω αυτό για να πω ότι αυτά είναι τα θετικά και η οικογένεια επιστρέφει. Το κακό βέβαια της επιστροφής οικογένειας είναι κακά τα ψέματα ότι είναι ανασταλιτικός παράγον της πρόοδου η οικογένεια. Διότι είναι συντηρητική, διότι είναι ο πατέρας που παίζει το ρόλο, η μάνα το δικό της ρόλο, τον υπόγειο. Προστασία πολύ. Προστασία, χάιδεμα, τούτο, εκείνο. Και αυταρχισμός. Κάνετε αυτές τις ταινίες μου, κάνει εντύπωση ότι τελευταία έχουν αρχίσει να βγαίνουν ταινίες αντι-οικογενειακές, ας το πούμε έτσι. Ναι, ναι. Ο κοινόδοντας. Δεν είναι τυχαίο. Δεν είναι τυχαίο. Η οικογένεια επανέρχεται, είναι τώρα ξανά ισχυρή. Ενώ διάστημα λέγαμε τελειώνει η οικογένεια όπως τέλειωσε την Ευρώπη. Πολλά διαζήλια, πολλές αυτές, άρα αυτό δείχνει ότι κάπου αλλού πάμε. Τώρα πάλι η οικογένεια είναι γροθιά, ξαναγυρίζει. Λοιπόν, να δούμε. Η ιστορία είναι γεμάτη εκπλήξεις. Αυτό είναι που την κάνει γοητευτική. Πολύ ωραίο έτσι κλείσιμο, γιατί όντως η ιστορία είναι γεμάτη εκπλήξεις. |