Διάλεξη 4 / Διάλεξη 4

Διάλεξη 4: Υπόσχεσαι τελευταία φορά για να σταθούμε σε αυτό που κάποιος θα μπορούσε να αποκαλέσει το θαύμα της Ιωνίας. Με το σκεπτικό ότι για πρώτη φορά συναντήσαμε αυτή τη σκέψη ότι μπορούμε να καταλάβουμε τη φύση χάρις το λόγο. Και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαμε τη συμβολή του Θαλή, του Α...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Νικολαϊδης Αργύριος (Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Φυσικής / Φυσική και Φιλοσοφία
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2014
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=7b5072ca
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 4: Υπόσχεσαι τελευταία φορά για να σταθούμε σε αυτό που κάποιος θα μπορούσε να αποκαλέσει το θαύμα της Ιωνίας. Με το σκεπτικό ότι για πρώτη φορά συναντήσαμε αυτή τη σκέψη ότι μπορούμε να καταλάβουμε τη φύση χάρις το λόγο. Και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαμε τη συμβολή του Θαλή, του Αναξίμανδρου Αναξημένη. Αυτό που θα ήθελα λίγο να κουβεντιάσω μαζί σας είναι αν υπάρχει τρόπος να κατανοήσουμε γιατί συνέβη αυτό. Γιατί συνέβη στην Ιωνία, γιατί συνέβη στον έκτο αιώνα. Αν υπήρχαν δηλαδή κάποιες συνθήκες και επίσης είναι αυτές που να ευνόησαν τη γέννηση αυτής της σκέψης. Τι λέτε εσείς, ποια είναι η δική σας γνώμη. Ήτανε πιο έξυπνοι απλώς, ήτανε Ιώνες, υπάρχει τρόπος να φανταστούμε γιατί έκτος αιώνας π.Χ. στη γη της Ιωνίας έχουνε για πρώτη φορά αυτή τη σκέψη ότι μελετάμε τη φύση στυριγμένη πάνω στον λόγο. Που άραγε να προέρχεται αυτό, τι είναι αυτό που τους ευνόησε, τους βοήθησε, αν ήταν απλώς το DNA τους, αν ήταν το γεωνόσημα ότι ήταν Έλληνες. Γιατί στην Ιωνία, όχι στην Αθήνα, όχι σε ένα άλλο μέρος, γιατί εκείνη την περίοδο. Ακούω υπόνοιες προτάσεις. Μπορούμε για να τα αφήσουμε, αν δεν βλέπετε κάτι στη χρονική συγκυρία, γεωγραφική συγκυρία, τις κοινωνικές συνθήκες που υπήρχαν εκεί στην Ιωνία, που θα είναι στους ανθρώπους, θα αφήνουμε αυτό το πράγμα και συνεχίζουμε. Εσείς βλέπετε κάτι από ό,τι έχετε ακούσει, τι σημαίνει η Ιωνία του έκτου αιώνα π.Χ.? ΟΚ, τότε να πούμε ότι έγινε απλώς ένα θαύμα, είναι το ελληνικό το θαύμα. Κανένας δεν καταλαβαίνει τους Έλληνες. Τα δώσαν όλα και κέρδιζαν το ματς. Πάμε το θέμα τότε, γιατί δεν βλέπετε τι σημαίνει η Ιωνία έκτος αιώνας στη συγκυρία, και πάμε τότε να κουβεδιάσουμε για μία κεντρική μορφή της προσοκρατικής σκέψης, τον Ηράκλητο από την Έφεσο. Γεννήθηκε το 544 π.Χ., πέθανε το 484 π.Χ. Θα μπορούσαμε, για να το κουβεντιάζουμε και πιο μπροστά, αλλά μπορούμε να συμφωνήσουμε στο εξής, ότι στις Ιωνικές πόλεις υπήρχε δημοκρατικό πολίτευμα. Για άμα το θεού, σημαντική διαφορά από ότι υπήρχε πιο πέρα. Με τους Βαβυλώνιους που ήταν λίγο πιο πίσω, με τους Αθηναίους που ήταν απέναντι, που δεν ξέραν ακόμα το τι σημαίνει δημοκρατία. Άρα, λοιπόν, ο Ηράκλητος συμμετεί και στα δρόμενα μιας πόλης. Άχι, που είχε την έννοια της αγοράς, όπου μπορούσαν για να κουβεντιάσουν. Και υπήρχε μια διαπάλη, πάντα στα πλαίσια της δημοκρατίας. Υπάρχει το στοιχείο της σύγκρουσης. Έτσι δεν είναι ότι κάποιος έχει τη δυνατότητα για να διαμορφώσει μία άλλη γνώμη. Πιθανόν να του επιτεθούν, αλλά υπάρχει αυτή η δυνατότητα, λοιπόν, για να διαμορφώσει μία κάποια γνώμη. Ο ίδιος, όμως, ο Ηράκλητος, ήταν ένας αριστοκράτης, που σημαίνει πως η καταγωγή του λοιπόν ήταν από τους ευγενείς και προφανώς δεν είχε μεγάλη συμπάθεια σε αυτό που θα λέγαμε λοιπόν τον λαϊκό πληθυσμό της ΕΦΕΣΟ ή αυτό που θα λέγαμε λοιπόν τους δημοκρατικούς. Και ανέφερε την δυσφορία του, γιατί με κάποια στιγμή στην ΕΦΕΣΟ εξώρισαν τον Ερμόδωρο, που ήταν φίλος του Ηράκλητου και τον θεωρούσε λοιπόν σαν τον καλύτερό τους. Άρα λοιπόν το γεγονός πως η δημοκρατική πολιτεία μέσα από τις δικές της διαδικασίες, πηγαίνει και εξωρίζει αυτόν που ο Ηράκλητος θεωρούσε τον καλύτερο, ανάμεσά τους δεν ήταν ένα κάποιο θετικό σημάδι για να τραβήξει την αγάπη του Ηράκλητου προς το δημοκρατικό πολίτευμα. Μάλιστα πηγαίνει και καταγράφει το λόγο που οι ΕΦΕΣΙ εξώρισαν τον Ερμόδωρο. Λένε, ξύφωνα πάντα με τον Ηράκλητο, δεν θέλουμε κανέναν καλύτερο να έχουμε ανάμεσά μας. Να είναι κανένας τέτοιος, ας πάνε να είναι καλύτερος αλλού και ανάμεσά σε άλλους. Υπάρχει μια αντίληψη βαθιά δημοκρατική, αν υπάρχει κάποιος καλύτερος εμείς το βάζουμε στην άκρη, γιατί τι φαίνεται για αυτούς και ίσως ακόμα και τώρα. Δημοκρατία σημαίνει με κάποια ισότητα, αν κάποιος ξεχωρίζει θα πρέπει να το βάλουμε στην άκρη. Αυτό λοιπόν ήταν κάτι που προκαλούσε αυτή τη μεγάλη δυσφορία του Ηράκλητου προς το πολίτευμα της Εφέσου και μια περιφρόνηση ίσως προς τους πολλούς ανθρώπους. Όταν κάποιος σταθεί στον λόγο του Ηράκλητου, έχουν φτάσει σε εμάς από σπάσματα, θράσματα, δεν έχει φτάσει τίποτα το ενιαίο κείμενο. Με βάση όμως τα κείμενα αυτά που έχουν φτάσει σε εμάς, τα έχουν σχολιάσει πάρα πολύ από την πρώτη στιγμή που υπήρχαν ακόμα και τώρα. Όταν κάποιος πηγαίνει λοιπόν να περιγράψει τη σκέψη του Ηράκλητου, αναφέρεται σε μια γραφή που περιέχει ένα εσωτερικό νόημα που δεν αποκαλύπτεται, ελλειπτικός ο Ηράκλητος, υπενυκτικός, υπενίσσεται, αποφεύγει να είναι πάρα πολύ σαφής και σκοτεινός. Με βάση αυτά που έχετε ακούσει δεξιά και αριστερά, ποιο ήταν το αντικείμενο και ποια ήταν η τοποθέτηση του Ηράκλητου. Μπορείτε να φανταστείτε γιατί ο λόγος του είναι όντως σκοτεινός, ελλειπτικός, υπενυκτικός. Τι έχετε ακούσει για τον λόγο του Ηράκλητου, ελλειπτικός και τα παιδιά της φιλοσοφικής. Ποιόταν είναι σίγουρο πως για τον Ηράκλητο η αλήθεια κρύβεται, αλλά σε μια φιλοσοφική σύγκρουση που υπήρχε, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει, ο Ηράκλητος τι έχει προτιμήσει, πού έριξε το βάρος του, τι θεωρείται. Μου φαίνεται πως αυτό είναι το βασικό σημείο αναφοράς, σε αυτό πρέπει και να σταθούμε και είναι δύνατο για να μιλήσουμε για τον Ηράκλητο χωρίς να χάμαστε ξανά και ξανά που στην αντιλήψη του γίνεσαι. Ότι την ώρα που μιλάμε τώρα και κουβεντιάζουμε, τα πράγματα αλλάζουν. Άρα μέσα στη σκέψη του θα ήθελε να εσωματώσει αυτή την έννοια της αλλαγής. Και πώς ένας λόγος θα μπορούσε να ήταν σαφής, να μιλήσω λοιπόν γι' αυτό το πλαστικό ποτήρι, το πλαστικό μπουκάλι, αν αυτό το πλαστικό μπουκάλι κινδυνεύει σε στιγμή για να το χάσω. Πώς μπορώ να έχω έναν σαφή λόγο για πράγματα που συνεχώς αλλάζουν, συνεχώς μου διαφεύγουν και παρ' όλα αυτά επιμένω εγώ να προσπαθήσω να φτιάξω ένα λόγο για πράγματα που γίνονται μπροστά μου, μετά από λίγο χάνονται και συνεπώς θέλω για να διασφαλίσω μια φιλοσοφική σκέψη που να είναι κοντά στο γεγονός αυτό της συνεχής αλλαγής. Κάποιος είχε προτιμήσει κάτι άλλο και έλεγε κοιτάξτε παιδιά εγώ είμαι με το είναι, με την οδολογία, το σταθερό, το αμετάβλητο, προφανώς αυτός ο άνθρωπος έχει ατέλειο το χρόνο, να αφιερώσει τα καλοκαίρια του, τους χειμών, τις διακοπές του, είναι ο χρόνος δικός του για να μιλήσει γιατί, για το σταθερό, το αναλείωτο, το αμετάβλητο, γιατί όταν το κάνει δεν αλλάζει τίποτα. Εκείνος όμως βρήκε στην ευθύνη για να πει και κοιτάξτε παιδιά τα πράγματα αλλάζουνε, και την δράση που το λέει αλλάζουνε, έχει ένα σκληρό οδυνειρό πρόβλημα και πρέπει να φτιάξει μια γλώσσα που να διασφαλίζει και να περιέχει την αλλαγή. Δηλαδή μέσα στη γλώσσα την ίδια και το φαινόμενο της γλώσσας να περιέχεται τι? Το γίνεστε. Οπότε μου φαίνεται και το στίχημα είναι πάρα πάρα πολύ χοντρό, πάρα πάρα πολύ δύσκολο και γι' αυτό είναι μοιραίο και προφανώς ο Ηράκλητος και το κατάλαβε πρώτος ότι για να μιλήσεις για αυτά τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολο και ο λόγος πρέπει να είναι ελλειπτικός, υπενυκτικός και σκοτεινός. Τι δουσαφίνια μπορεί να υπάρχει για ένα πράγμα που περνάει μπροστά σου και χάνεται. Ίσως να σκέφτετε ότι υπάρχει ένας τρόπος για να μιλήσεις τι για τον τρόπο που χάνεται. Για το ίδιο πράγμα που χάνεται σηκώνεις τα χέρια ψηλά. Άρα λοιπόν είναι ο πρώτος και πιθανόν είναι και ο τελευταίος ο οποίος στα πλαίσια της θεληνικής σκέψης έριξε το βάρος του όλο πίσω από την ενία της αλλαγής. Το γίνεστε. Προφανώς όντως η υπέρ της αλλαγής δεν πιστεύει καθόλου σε μια αλήθεια. Απόλυτη αλήθεια που είναι κάπου κρυμμένη και περιμένει εμάς για να της κτυπήσουμε την πόρτα και να την ανακαλύψουμε. Δεν πιστεύει και σε κάτι ατσιό. Η κοπελιά το είπε ότι η αλήθεια κρύβεται. Κι ομάστε υπάρχει μια φράση για το μαντίο των δερφών. Λέει λοιπόν η φράση. Το μαντίον των ενδερφείς ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει. Πώς το καταλαβαίνετε αυτό. Δεν λέγει. Δεν σου λέει ρε παιδάκι μου. Δες το λέει. Τη λέει και πάυλα. Δες το κρύβει όμως. Δεν πας εκεί και να δεις κλειστές πόρτες και να πεις εγώ έχω μια αλήθεια αλλά την κρύβω και δες τι δείχνω. Αλλά σημαίνει. Πώς το καταλαβαίνετε αυτό το σημαίνει. Είναι ελληνικά του 61 π.Χ. και είναι τόσο σύγχρονα. Μπορείς να πας εκεί, να ξέρω ποιος είναι κρυμμένος πίσω από το μαντίο και να του πεις γιατί δεν μου λες. Να σου δώσω τίποτα παραπάνω. Τι θες να μου πεις. Λες και αυτή το ξέρει και το κρατάει από εμάς κρυμμένο. Δηλαδή κάπου υπάρχει αντίληψη ότι όντως υπάρχει κάτι και είναι η αλήθεια. Αλλά εδώ λέει, όταν λέει το μαντίο του ενδελφής, ούτε λέγει, ούτε κρύπτει, αλλά σημαίνει. Δεν νομίζω ότι είναι μια κακιά μάντισα εκεί η οποία θέλει να κρύψει τα χαρτιά της και δεν το λέει και δεν το κρύπτει, αλλά σημαίνει όπως, ας πούμε, μια πολύ καλή καφετζού. Σου μιλάει. Αλλά ας το λέμε υπονοούμενα, το τι θα συμβεί και τα λοιπά. Λοιπόν, τι σημαίνει ξανά ότι το μαντίο σημαίνει, ναι? Το μαντίο είναι η αλήθεια της ασφαίδας και είναι αυτή η αταλάβωση που σκέφτεσαι εσύ. Αχα, σωστά. Άλλος. Μου φαίνεται πως πλησιάζουμε στην απόδοση του τι μπορεί να σημαίνει αυτό σημαίνει. Είναι σημείο. Σου δίνει τι σημείο. Αν έχεις την ικανότητα να το δεις το σημείο και να το καταλάβεις, έχει καλώς, σώθηκες. Αν δεν έχεις την ικανότητα, αν δεν έχεις την ικανότητα να καταλάβεις ότι δεν είναι η αλήθεια που σου προσφέρεται, ένα σημείο το οποίο θέλει μια ερμηνεία, τι ερμηνεία από σένα, να καταλάβεις το σημείο αυτό που παραπέμπει, μου φαίνεται πως έχεις χάσει όλο το παιχνίδι με τους δελφούς και με το μαντίο τους. Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα. Από το μαντίο, το δελφόν. Ναι. Το πρώτο γλυκό γλυκό είναι το κρίσο. Το κρίσο, το δραστηλιάσας της Λυδίας. Και τι έγινε με το κρίσο? Πάει στον δελφόνο για να πει αν θα ρωτήσει αν είναι να πολεμήσει με τους Πέρσες στον κύριο ή όχι. Βλέπεται από το δελφόνο ότι αν θα πολεμήσει στις τα Πέρσες είναι κάποια πραγματορία. Αυτός λέει ο Άρθανας Φύσου, αλλά το μαντίο του Άρθανας Φυσού. Άλλη μαντία, ναι. Είμαι σε εγκλησία με τον Αχιλλέα. Τι έγινε με τον Αχιλλέα? Το είπε ότι άμα πας στον πόλεμο θα φτάνεις, αλλά θα εγκλήσεσαι στο σώμα σου. Αυτό δεν είναι και τόσο κρυφό. Έγινε έτσι. Άλλη μαντία, πάρα πολύ γνωστή παιδιά, ναι. Τα ξύλινα τύχη. Τα ξύλινα τύχη, ρε παιδιά. Ο Θεμιστοκλής ήταν εκεί, είπε. Ποιος ήταν, ναι. Τα ξύλινα τύχη. Τα ακούει άλλος και λέει, πάμε να χτίσουμε ξύλινα τύχη. Γιατί δεν καταλαβαίνει. Το μαντίο δεν λέει την αλήθεια. Σημαίνει. Άρα, λοιπόν, πρέπει να το δεις σαν σημείο που ερμηνεύεται. Κι άλλος είπε, κοίταξε, αυτό που χρειαζόμαστε είναι να έχουμε ένα στόλο δυνατό και αυτά είναι τα ξύλινα τύχη. Και γιατί και το μαντίο δεν λέει την αλήθεια. Μα πιθανόν γιατί δεν υπάρχει αλήθεια. Γιατί είναι αυτό που είπε η Ελισάβετ, ότι ερμηνεύεται σωστά. Πιθανόν να έχουμε κάτι μπροστά μας όλοι μας να βγούμε έξω και να το δούμε και ο κάθε ένας να πει, συγγνώμη, και τη δική του κοτσάνα. Ή τη δική του την ερμηνεία. Ή να δει το σημείο που είναι εκεί, η σημείο, και να του δώσει μια άλλη διάσταση. Αν έχουμε ένα φύλλο, ο οποίος έχει ζήσει πάνω στα γουνά, δεν έχει κάτι δίκο σε μια πόλη. Έτσι δεν είναι. Κάποια στιγμή λέει, κατεβαίνω στη Θεσσαλονίκη. Και τώρα πώς γίνεται, με το που βγαίνει, πέφτεις σε ένα φανάρι. Και το φανάρι είναι κόκκινο. Αυτός είναι σε θέση να ερμηνεύσει το σημείο το κόκκινο σημαίνει μη προχωράς. Και κάτσε εκεί, δεν γράφει το κόκκινο μη προχωράς, και όλοι οι άλλοι που γυρνάνε εμείς στην πόλη ξέρουν ότι είναι σημείο που ερμηνεύεται, ότι δεν μπορείς για να περάσεις και να διάβασαι. Αυτός θα την περάσει και πιθανόν και να σκοτωθεί. Γιατί μέσα στη γλώσσα του, στην πρακτική του, δεν ξέρει ότι αυτό συνιστά σημείο. Άρα, λοιπόν, όταν ξαναγυρίζω, η αλήθεια δεν λέγεται, δεν κρύβεται, αλλά σημαίνεται. Το μονοσύμματο, το χάνουμε. Τι να κάνουμε. Το οποίο θα είναι καλό όταν ακούτε κανένα δικό σας να λέει ότι τα βρήκα και κατέξετε την απόλυτη αλήθεια, που λες ήρεμα, πιο χαλαρά. Το βλέπω ότι σημαίνεται μάλλον, ότι βρήκες την αλήθεια. Τι είναι αυτό που βρήκες είναι μια άλλη ιστορία. Αυτό που θα κάνουμε τώρα μαζί είναι να ξαμολυθούμε και να αρχίσουμε να διαβάζουμε φράσεις του Ηράκλητου. Φράσματα από τα οποία προσπαθούμε για να καταλάβουμε τι θέλει να πει ο άνθρωπος. Εντάξει. Τη δυναμική της σκέψης του. Λέει σε κάποιο σημείο για τον ποταμό. Δεν είναι δυνατό να μπει κανείς δύο φορές μέσα στο ίδιο ποτάμι. Είναι μια πολύ γνωστή φράση. Συγγνώμη, δεν είναι δυνατό να μπει κανείς δύο φορές μέσα στο ίδιο ποτάμι. Εάν μας σταματήσει εδώ την ανάγνωση, τον πείτε Ματήλια, αυτός τρελός. Εγώ μπήκα, βγήκα, ξανά μπήκα, ξανά μπήκα. Τι δύο φορές, 15 φορές μπήκα. Τι μου λέει αυτός. Συνεχίζει όμως ο Ηράκλητος. Τα νερά διασκροπίζονται και μαζεύονται, ανταμώνουν και προσπαινούν, πλησιάζουν και απομακρύνανται. Να σας το πω και με τις δικές του λέξεις. Ποταμό γάρ ουκ έστιν εμβίνε δεις το αυτό, σκνίδιση και συνάγη, συνίσταται και απολύπει, πρόσηση και άπειση. Πρόσηση και άπειση. Ωραία λέξη. Πώς το βλέπετε? Συμφωνείτε με το θείο, το θείο Ηράκλητο. Έχει να με αυτό που λέει, είναι λίγο παρά. Τραβηγμένο. Καμιά, ναι. Μάστα. Η υπόλοιπη. Τρόμα σου. Αστέρις. Αστέρις. Γάλλοι, τι λένε για αυτό που μας πρότεινε ο Αστέρις. Δεν μπαίνει και ένα άλλο θέμα. Αυτός που θα μπει τη δεύτερη φορά στο ποτάμι και θα καταλάβει ότι δεν μπαίνει στο ίδιο ποτάμι, αυτός θα καταλάβει ότι αυτός που μπαίνει δεν είναι ο ίδιος με τον πρώτο που μπήκε. Αν αλλάζει το ποτάμι, δεν αλλάζει και αυτός. Τελικά, τι νόημα έχουν οι ίδιες οι λέξεις, γιατί λέμε για το ποτάμι. Αν ας πούμε το καλοκαίρι πάω κάνω μια βόλτα από εκεί και βλέπω ότι το ποτάμι αυτό δεν ήταν και τόσο ποτάμι, ρε παιδιά. Έχουν εστερεύει τα νερά και πρέπει μάλλον για να περιμένω φθινόπωρο στις βροχές για να αρχίσει αυτό και να βγάζει νερό. Εν τέλει, τι συνιστά το ποτάμι. Αυτό ρωτάμε. Επειδή δηλαδή και τα νερά αλλάζουν, που προφανώς αλλάζουν τα νερά, αφού έχουμε πάνω μια πηγή, κατεβάζει νερά, θα περάσουν από το ποτάμι, βγαίνουν στη θάλασσα. Ok. Γιατί εγώ δεν μπορώ να μπω δύο φορές στο δύο ποτάμι. Δηλαδή και τι πρέπει να κάνω. Να σταματήσω τα νερά εκεί. Δεν θα είναι ποτάμι. Δεν θα γίνει κάτι άλλο. Μήπως λέει παλαβά πράγματα. Και καθώς κυλάει ο χρόνος, τα πρώτα τα αλλάζει. Και δεν υπάρχει τίποτα που είναι το ίδιο. Άρα μπαίνει το θέμα της ταυτότητας. Ξανά μπαίνει το θέμα τι μπορώ να πω για ένα πράγμα που συνεχώς αλλάζει. Το ποτάμι αλλάζει, ας πούμε πως το δεχόμαστε. Εγώ όμως θα του λέγα για να τον πειράξω και εσύ αλλάζεις. Πιστανόν να παρατηρούσαν την άλλη φορά το επόμενο καλοκαίρι που πήγε να μπει ότι είχε κερδίσει μερικά κιλά ή είχε χάσει κάτι άλλο. Ότι εν πάση περιπτώσει δεν είναι ο ίδιος. Άρα σε έναν κόσμο που υπόκειται συνεχώς στο γήγνεστε τι μπορούμε να πούμε εμείς και τι μπορούμε για να κάνουμε πέρα από τη διαπίσταση πια. Ότι ένα πράγμα δεν γίνεται δύο φορές γιατί τη δεύτερη φορά δεν θα είναι το ίδιο. Μπορούμε να μετατρέψουμε πόσο έχει αλλάξει κάτι και όχι για να πάει σε κοινωνικό. Αλλά προσχοληθούμε με τις επιτώσεις που έχουν οι αλλαγές. Πόσο μεγάλης είναι η αλληλεγγύη. Πόσο μεγάλης είναι τι? Άρα λες και το ποτάμια αλλάζει, αλλά μπορούμε να ψάξουμε τις αλλαγές που επιφέρει. Με τη σκέψη ότι είμαστε σε θέση να παρακολουθήσουμε αυτές τις αλλαγές του ποταμού και έτσι καταγράψουμε. Ίσως. Συνεχίζω σε μια άλλη φράση. Λέει λοιπόν ο Ηράκλητος. Θα με αφήσει εδώ για να στο διαβάσω με το δικό του λόγο. Μου φαίνεται πως έχει αξία, γιατί λες και ψάχνει ο τύπος, να βρει κάθε μία λέξη, για κάθε μία λέξη που την προφέρει, πηγαίνει και ανερή τη λέξη που μόλις ακούστηκε. Λέει λοιπόν, ου ξοινιάσιν όκως διαφερόμενον εαυτό, ξυμφέρεται παλήντονος αρμονί οκόσπε τόξου και λύρις. Και στα απλά ελληνικά αυτό σημαίνει, δεν καταλαβαίνεις πως αυτό που αντιτίθεται στον εαυτό του, συμφωνεί με τον εαυτό του. Αντιθετική αρμονία σαν του τόξου και της λύρας. Δέχαμε προσφορές. Πώς το καταλαβαίνετε αυτό? Αυτό που αντιτίθεται στον εαυτό του, συμφωνεί με τον εαυτό του. Αντιθετική αρμονία σαν του τόξου και της λύρας. Πώς γίνεται αυτό που αντιτίθεται να συμφωνεί, πώς το φαντάζετε? Ναι. Αν πω, για παράδειγμα, τι λέγεται αυτό, να πω ότι διαφωνώ με τον εαυτό μου, αυτό όταν αυτός που το λέει μου είναι και εαυτό μου. Αλλά συμφωνώ με αυτό που λέω και συμφωνώ με τον εαυτό μου. Δεν καταλήγει από αυτό που έχουμε σχέση με τι διοκτήσετε και με τι αντιθετική. Δηλαδή, συμφωνείς τώρα με αυτό που μόλις είπες? Συμφωνείς με αυτό που μόλις τώρα είπες? Συμφωνώ με αυτό που διαφωνεί με αυτό που είπες. Πώς γίνεται, για να μείνω κοντά στις λέξεις, πώς γίνεται αυτό που αντιτίθεται στον εαυτό του, συμφωνεί με τον εαυτό του. Προφανώς δεν πρόκειται μια πρόταση που αφορά στο τώρα, ότι έχω κάτι που απέναντι σε μένα και αντιτίθεται και συμφωνεί. Προφανώς μέσα κρύβεται μια δυναμική, μπαίνει το θέμα του χρόνου. Λέει αυτό που αντιτίθεται τώρα. Δεν το λέει αυτός που αντιτίθεται τώρα. Μια κάποια στιγμή αργότερα, θα συμφωνεί με εσένα. Υπονομώντας ότι και εμείς οι ίδιοι είμαστε κομμάτι μιας κάποιας δυναμικής, ότι δεν είμαστε στατικά τα όντα, και πως το τι ξυμφέρεται και τι είναι το διαφερόμενο, είναι θέμα δυναμικής. Αν προθεσμούν ότι προσπαθούμε να δούμε τον εαυτό μας, θα πρέπει να τον βάλουμε εξωτερικά. Αν τον βάλουμε εξωτερικά, είναι μια αποτύπηση. Ας πέστε και το τελευταίο. Για να μπορέσουμε να δούμε τον εαυτό μας, το οποίο θα είναι η τάθε. Και πιο σωστικά, που γνωρίζουμε τον εαυτό μας, βλέποντας τους άλλους. Μια διαδικασία αυτοσυμμείδησης, βομιένια, θέαση του εαυτού, η οποία δεν γίνεται όμως απογορονική, σε μέση από ένα από τα καθρέφτησμα κατά καθόλου τον Κώστα. Όταν προβάλλεις τον καθόλου, δεν είναι αχύθεση. Αν το φανταστείς να είναι καθέτη, τότε είναι αχύθεση. Αν το φανταστείς να είναι καθέτη, τότε είναι αχύθεση. Αν το φανταστείς να είναι καθέτη, τότε είναι αχύθεση. Αν το φανταστείς να είναι καθέτη, τότε είναι αχύθεση. Αν το φανταστείς να είναι καθέτη, τότε είναι αχύθεση. Απλά προσοχώνεις μία εικόνα στο πρόβλημα αδίθεση, προσοχώνεις απευθείαν, δηλαδή. Η εικόνα όμως δεν είναι πόσο εύκολη. Η εικόνα όμως δεν είναι πόσο εύκολη. Υπάρχει αυτό, για να τελειώνει ο ένας και μετά να απαντάει ο άλλος. Και καλύτερα είναι, τελειώνει κάποιος, που ζητάει το λόγο και μετά. Οπότε λες ότι αχύθεση δεν είναι. Είναι μια άλλη εικόνα. Επίσης σε αυτό που είπατε εσείς, ότι τώρα σε εμπονομενά αδίθηκαν. Αν ήθελε να πει αυτό, θα συμφωνεί. Αλλά δεν είναι αυτό. Λέει ότι καρτόχρονα σημαίνει αυτό. Την ίδια στιγμή έχω κάτι που ξυφέρεται, διαφέρεται. Μα το ίδιο συμβαίνει και με το ποτάμι. Δεν μπορείς να μπει στο ίδιο ποτάμι. Και μετά, όταν σου περιγράφει πως τα νερά αλλάζουν πάνε δεξιά και αριστερά, η κίνηση των νερών, αναφέρεται σε μια κάποια δυναμική. Εξάλλου, εάν συνέβαινε κάτι έτσι, θα έπρεπε αυτό, όταν έχαμε σταματήσει την συνομιλία μας. Υπάρχει αυτό. Συνομιλία μας. Δηλαδή, αυτό που λες ξυφέρεται, διαφέρεται, μπορώ να φανταστώ κάποιον που να μου λέει κάτι, την Μπέμπτη και κάτι άλλο και την Παρασκευή, γιατί είχε μια άλλη εμπειρία, το φώτισε διαφορετικά. Αλλά την ίδια μέρα, την ίδια στιγμή, να μου λέει κάτι και αυτό να ξυφέρεται και να διαφέρεται, εγώ τουλάχιστον θα τον προσπεράσω. Καλά ξυπερδέματα. Πιθανόν να κάνω λάθος. Ήρθε η μεγάλη αλήθεια που την ανεκάλυψε αυτός. Και βρήκε τι? Ότι η αλήθεια έχει μέσα δύο πόλους που συγκρούνται. Εμένα θα με ξεπερνούσε. Για να σταθούμε στο γεγονός ότι αν κάποιος όντως θέλει να καταλάβει τι ξυφέρεται και τι διαφέρεται, δεν χρειάζεται όντως ένα τρίτο πόλο κάπου να αναφερθεί. Άρα όντως να πάει ή σαν να καθρέφτει ή σαν ένα φίλο του σε μια φίλη του και από εκεί να έχει μια ανταπόκριση και να καταλάβει τη σχέση του και ποιος είναι μέσα από έναν άλλον. Δηλαδή, ποιος κανονίζει τι ξυφέρεται και τι διαφέρεται. Ποιος. Μια μέτρηση. Μια αποτίμηση. Πώς γίνεται αυτή η αποτίμηση. Και λίγο πιο πάνω έχει κάτι πάλι το παραπλήσιο. Λέει πάλι. Συλλάψεις όλα και ούχολλα. Συμφερόμενων, διαφερόμενων, συναδών, διάδων, εκ πάντων εν και εξαινώς πάντα. Ενότητες είναι όλα και όχι όλα. Ενότητες είναι όλα και όχι όλα. Αυτά που συμφωνούν διαφέρουν. Αυτά που εναρμονίζονται προχωρούν σε δυσαρμονία. Από όλα γίνεται ένα και από ένα όλα. Μου πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι ότι τον τίτλο του Σκοτεινού τον κέρδισε πάξια. Όποιος θέλει να υποδηθεί ότι καταλαβαίνει τον Ηράκλητο λόγο έχει το ελεύθερο από μένα. Λοιπόν, για να το ξαναπω. Ενότητες είναι όλα και όχι όλα. Όλα και όχι όλα. Συλάψεις είναι το συλλαβάνω, σύλληψη. Συλάψεις λοιπόν όλα και όχι όλα. Είναι όλα και δεν είναι όλα. Συμφερόμενο, διαφερόμενο. Συνάδων, διάδων. Μια κάποια στιγμή λοιπόν έχουμε την αρμονία και εκείνη η υπέροχη φράση εκ πάντων εν. Από όλα που έχουμε στη διάθεσή μας βγαίνει το ένα η ενωπίστη των πάντων που λέγαμε και στους Ιωνές εκ πάντων εν. Και εξένος πάντα. Και από το ένα βγαίνουν τα πάντα. Πώς το νιώθετε? Αυτό είναι ένας μέρος της σχέσης του ευθυμένου με τον κακό του. Αυτό που διεκδικείς είναι... Κατά καίει με τόλου ότι υπάρχει μια σύνδεση ανάμεσα στο επιμέρους και το καθόλου. Αυτό που κάνουμε τώρα εμείς εδώ σε ένα κάποιο μικρό χώρο, μια μικρή χρονική στιγμή, παρ' όλα αυτά που εντοπίζεται εδώ, πρέπει να συνδυάται με το εν και με τα πάντα και να βρίσκεται ένας μυστήριος τρόπος αυτό το πράγμα να διακλαδίζεται και να συνενόεται με το επιμέρους με το καθολικό και με το ένα εξαινώς πάντα και τα πάντα. Ισέν, προσπαθούμε να βρούμε πώς το επιμέρους, που υποτίθεται ότι όλοι έχουμε την εμπειρία του μερικού, του επιμέρους, της μερικής εμπειρίας, πώς συναρτάται με το ένα. Είναι ένα πρόβλημα που υπολαθάνει η ίδια αντίληψη ότι τα πάντα είναι μια ενότητα. Συνατάμε και στους προηγούμενους ήωνες, τους μιλήσιους εντάξει, τον Τοθαλί και τους άλλους. Το πρόβλημα είναι, την ώρα που μπορώ να φανταστώ εγώ πώς συλλαμβάνει την επιμέρους την εμπειρία, ποιος θα μας πει πώς συλλαμβάνει το ένα. Μιλάμε τόση άνεση γι' αυτό. Εξαινός, τα πάντα και τα πάντα είσαι, ναι. Φρονάωσε πολύ, πρόκειται για φιλοσοφική θέση. Δεν νομίζω ότι ήταν ενήμερος για τα μη γραμμικά, για το house, αλλά η αντίληψη είναι ότι έχω χωριστά πράγματα. Και παρ' όλο που είναι χωριστά, αυτά πρέπει να βρουν ένα τρόπο να συναρτηθούν, να μας παραπέψουν στο ένα. Να κατεβαίνει κάτω και μας δίνει και τα πάντα. Αυτό είναι νοητική σύλληψη, φιλοσοφική επίκληση, εμπειρία, τσαμπουκάς. Τι στο καλό είναι αυτό το πράγμα, ναι. Πώς το αντίληψη θα αρχίσει την αντιστομός ανάμεσα στη σχέση του επιμέρους με το σύνολό του, γιατί οι αλληλεγίες των ενός είναι να τους επιτρέπει και τις αλληλεγίες των πολίτων. Άρα λες ότι αν έχω κάτι μπροστά μου και το σπρώξω, αυτή η κίνηση θα μεταπερθεί σε κάποιον άλλο και μία καμή στιγμή θα δούμε ο όλο το σύστημα αυτό να αλλάζει, επειδή κάποιος έκανε κάτι... Το ποτάμι είναι λίγο στο βουνό να τελειούσε. Αν δεν είχε τον άνθρωπο να φτιάξει, αυτός ο σύνολος να μην τελειουργηθεί αυτό το πληροφορικό. Αυτό είναι ο λόγος. Σε κάποια μέρη, σε κάποια στιγμή. Ναι. Ο Χάρτης κάνει μια εμπειρία στις οδηγίες του κέντρου. Αυτό που είναι το ίδιο, ότι για παραδειγμαία τάξη, θα σημαίνει μια ενόλυτα. Μια ενόλυτα, θα σημαίνει επιβέρος εντόπιμου με τα πηγητή. Τι εσείς είμαστε πηγητές. Αυτόχρονος επιβέρος εντόπιμου τάξη, ενώ είναι μια ολόκλητα εντόπιμου, είναι και ενάπτυρος εντόπιμου, μπορείτε να το δείτε και ως ενάπτυρο, είναι δημιουργή μια ταυτόμενη ατομικότητα, η οποία αποτελεί τα επιβέροντα ατομικότητα. Ελπίζω για να μην νιώθετε εσείς έτσι, όπου τελείται ένα άτομο. Βέβαια, ξεχνάτε για τον Χάιντα, γέροντα από τα πιο καλά παιδιά, την εποχή 36-44, όπου και όλα τα άτομα τα βάλανε, εκεί στη σειρά, εν δυο, εν δυο, εν δυο. Άρα μιλάμε για συγκεκριμένο, συγκεκριμένο φιλόσφο που το προσελκύει για εννέα της τάξης. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι που βασανίζει τον Ιράγκλη το εννέα της τάξης. Άλλο η τάξη, άλλο η αρμονία. Δεν μιλάει για καμιά τάξη. Για αρμονία, για ενότητα, ναι. Αλλά προφανώς αυτή η ενότητα, πώς να σας το πω, αν θέλουμε να θυμηθούμε όρους από την Καινή Διαθήκη, είναι εκείνη η ενότητα που συναντάει κάποιος σε ένα σώμα. Το σώμα συνιστά μια ενότητα, αλλά στο σώμα έχουμε χέρια, έχουμε μάτια, έχουμε πόδια, το καθένα έχει τη δική του λειτουργία και έχοντας τη δική του λειτουργία συνιστούν αυτή την ενότητα που λέγεται σώμα. Άρα λοιπόν δεν είναι το ένα το άτομο, ή κάτι που το στρυμόξαμε και το κάναμε χύμα, είναι μια κάποια ενότητα που κτίζεται μέσα από τη λειτουργικότητα. Σωστά. Ή την αντιπαρομίεση για το κλίμα και την άμπελο. Σωστά. Άρα λοιπόν μάλλον ψάχνει για μια ενότητα που ενώνει και τα πράγματα ξεχωρίζοντας το καθένα πράγμα, όχι για να τα συμπιέσει. Υπάρχει τίποτα άλλο γι' αυτό? Προφανώς δεν θα ισχυριστούμε ότι φεύγοντας από εδώ έχουμε καταλάβει τον Ηράκλητο. Θα τον αφήσουμε να παραμείνει σκοτεινός. Ναι. Θα ήθελα να πω ότι πράσανε αυτές. Έχουμε πάρα πολλά νόημα. Θα ήθελα να πω μέση και πράγματα. Ευτυχώς, ναι. Γι' αυτό και το κουβεντιάζουμε, ναι. Ούτε αυτό που κάνει μας δίνει μια σύνδεση και αυτό μπορεί να φανταστεί από εκεί πέρα πάρα πολλές συνδέσεις. Μπορεί να είναι, όπως είπαμε πριν, ολόκλητα ως... θα αποτέλεσμα πολλών πραγμάτων. Μπορεί να είναι μια αιτιολογία, πιο έλπασμα από πιτ-παρ. Μπορεί να είναι δύσκολο τέτοιο. Αλλά να μην ξαφνάει κάτι συγκεκριμένο. Γι' εμείς? Να μην ξαφνάει κάτι συγκεκριμένο. Αχά. Γιατί είναι μέσα στην Αγγελικοστοπία του Ιδρύματος. Μάστο. Επίσης, παρακολουθούμε ότι είναι ένα πολύ ευλογείο, η Άγγελικοστοπία, κ. Αξελού. Αξελού. Αξελού. Στην εκδόση εξάδρασε. Ότι έχει ρεύμα ανθρώπων που το συμπαθούν, αυτό είναι σίγουρο. Και ο Αξελός ήταν ένας από αυτούς. Θα συνεχίσω. Λέει για τον κόσμο, από φορά κυρίως εμάς, τους φυσικούς, τους μαθηματικούς. Ο κόσμος υπήρχε προεόνια. Υπάρχει και θα υπάρχει πάντοτε. Γιατί είναι αιώνια, ζωντανή φωτιά που ανάβει και σβήνει με μέτρο. Υπήρχε. Υπάρχει και θα συνεχίσει για να υπάρχει. Δεν είναι το στάτικό σύμπαν που θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος. Δεν είναι αυτό. Ο κόσμος υπάρχει και υπάρχει μέσα από την αλλαγή, τη συνεχή αλλαγή. Σωστά. Και αυτό που συνεχίει τον κόσμο τι είναι. Μιλάει για μια ζωντανή φωτιά που ανάβει και σβήνει με μέτρο. Άρα την ώρα που όλα είναι σκοτεινά και δεν καταλαβαίνουμε, υπάρχει έννοια της αλλαγής μέσα στον κόσμο και η αλλαγή αυτή γίνεται με κάποιο μέτρο. Οι αλλαγές λοιπόν στην υλή περνάνε μέσα από δύο αντίρροπες κινήσεις. Η μία είναι πυρ-θάλασσα-γη και η άλλη είναι γη-θάλασσα-πυρ. Εμείς πως το λέμε, ε? Πυρ-γηνή-θάλασσα-έφτια. Υπάρχει λοιπόν πυρ-θάλασσα-γη και γη-θάλασσα-πυρ. Και πάλι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε όλα αυτά τα πράγματα λοιπόν, ανάμεσα σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται, είναι το πυρ, η φωτιά. Όλα ανταλλάσσονται με φωτιά και φωτιά με όλα, όπως ακριβώς τα αγαθά με χρυσό και ο χρυσός με αγαθά. Έχει αυτό το οικονομικό μοντέλο που δεν έχει αλλάξει από τότε, είναι κάτι το συντρακτικό. Έχεις τίποτα αγαθά και θέλεις για να τα πουλήσεις, τα δίνεις και παίρνεις χρυσό. Και ο χρυσός παραμένει η μονάδα της οικονομικής της ανταλλαγής. Αυτό έσχεε μέχρι πότε παιδιά? Κάπου τέλει δεκαετίας του 40, ενώ υπήρχε αυτός ο κανόνας ότι τα πάντα τα ανταλλάσσουμε και με χρυσό, ή αμερικάνοι, για λόγος δικούς τους, η συνθήκη του Μπρετς, πώς το λέγα, θυμάμαι. Αυτό είναι. Νομίζω πως έγινε πιο νωρίς. Πάντως μια κάποια στιγμή την καταργήσαν τη συμφωνία που έλεγε αυτά που έχεις θα τα μετρήσουμε σε χρυσό, από θέματα χρυσού, και μια συμφωνία που λέει ότι θα τα μετρήσουμε σε δολάρια, αμερικάνικα δολάρια. Και από τη στιγμή που εσύ έχεις την ελευθερία για να τυπώνεις δολάρια, την ώρα που το χρυσό δεν μπορείς να το βρεις όπου να είναι, μπορείτε να καταλάβετε ποιος έχει το πάνω χέρι όταν ελέγχει την αξία των αγαθών μέσα από το δολάριο. Υπάρχει αυτή η εντύληψη, αγαθά χρυσός και τη μεταφέρει από την οικονομία στο φυσικό κόσμο τον ίδιο και τα πάντα αλλάζουν. Αυτό που τα συνδέει όλα λοιπόν, και είναι το μέτρο της αλλαγής, είναι η φωτιά που ανάβει και σβήνει. Τώρα θα μου πείτε, συγγνώμη, μας έχει ζαλίσει, τα πάντα αλλάζουν, αλλαγεί, αλλαγεί, αλλαγεί. Μια κάποια στιγμή θα πρέπει να θυμηθεί τι? Την ελληνική ανησυχία, την ελληνική αναζήτηση της οντολογίας. Αν λοιπόν ο κόσμος βρίσκεται σε αδιάκοπε κίνηση, τότε τι σταθερό υπάρχει? Ο Ηράκλητος πρότεινε σαν σταθερό στοιχείο την αναλογία. Δηλαδή, όλες οι αλλαγές, εντάξει, πραγματοποιούνται εις τον αυτόν λόγο. Άρα λοιπόν, την ώρα που τα πράγματα αλλάζουν, δεν αλλάζουν με αυθαίρετο τρόπο, και συνεπώς αυτό που δεν αλλάζει ποτέ, είναι ο τρόπος της αλλαγής. Ε, είναι πανέξυπνος ε, μεγάλη λεαρά ε. Άρα λέει το εξής λοιπόν, κοιτάξτε τα πράγματα αλλάζουνε, μεταξύ μας δεν αλλάζουν σε αυθαίρετο τρόπο, ο τρόπος της αλλαγής είναι σταθερός. Αλλάζουν λοιπόν εις τον αυτόν λόγο. Η αναλογία που αλλάζουνε τα πράγματα, είναι η ίδια και συνεπώς αυτό που έκανε μια εφειέστατη κίνηση, πήγε και γύρισε την πλάτη τους όλους αυτούς, που αναζητούνε το σταθερό στοιχείο, το αμετάβλητο, την αντολογία, και τους είπε, μα τι λέτε τώρα, τα πάντα αλλάζουνε, και για να, για σωθείο όμως, για να πει ότι υπάρχει κάτι, το οποίο δεν αλλάζει, είναι η αναλογία της αλλαγής. Αυτό αλλάζει, εις τον αυτόν λόγο. Είναι σαν κάποιος για να σας λέει, κοιτάξτε πως εγώ ταξιδεύω, γυρίζω από ένα μέρος στο άλλο, κτλ. Αμέσως προσθέτει όμως, χρειάζομαι στο ταξίδι, αυτό το κάνω με σταθερή ταχύτητα, που σημαίνει ότι μέσα στις αλλαγές συχνές, πηγαίνει δεξιά και αριστερά, αλλά υπάρχει το σταθερό ταχύτητα. Η στοιχεία ποιο είναι? Συμφωνεί? Βέβαια, αν ζούσε ο Νεύτωνας και ο Γαλιλαίος και θα του λέγανε, δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε κάποιον που κινείται με σταθερή ταχύτητα και με τη μηδενική ταχύτητα. Αλλά αφήνει το σταθερό αναλύτω κόσμο, πηγαίνει σε έναν κόσμο που αλλάζει και στον κόσμο που αλλάζει, το στοιχείο που θέλει για να διατηρήσει λοιπόν, είναι τον ρυθμό της αλλαγής εις τον αυτόν τον λόγο. Προφανώς πάλι παίζει. Πάλι παίζει. Γιατί παίζει ο Ηράκλητος, τι σημαίνει αυτή η φράση για εσάς, εις τον αυτόν τον λόγο. Εις τον αυτόν τον λόγο τι μπορεί να σημαίνει για εσάς, όσοι αγαπάνε την ελληνική γλώσσα, η λέξη λόγος τι σημαίνει, λόγος. Είναι οι δυνατές τερμημίες της λέξης λόγος, ώστε όταν αυτος λέει εις τον αυτόν τον λόγο, να πονηρευτούμε κι εμείς μήπως ένα ή κάτι άλλο. Λοιπόν τι σημαίνει η λέξη λόγος. Ναι. Σωστά. Είναι αυτό όλα μαζί. Υπάρχει εκείνη η σειρά που αρχίζει για τη δημιουργία του κόσμου και λέει, εν αρχή ειν ο λόγος. Και πάνε αυτό για να το μεταφράσουν όλοι οι υπόλοιποι και σκοτώνατε μεταξύ τους γιατί δεν ξέρουν πως να το αποδώσουν. Τι μπορεί να σημαίνει εν αρχή ειν ο λόγος. Σαν πάτε στα γαλλικά τα κείμενα και το μπερδεύουν με την ομιλία. La parole. Σημαίνει ότι στην αρχή υπήρχε λοιπόν η ομιλία. Πάτε στα αγγλές και τα κείμενα το αποδίδουνε σαν λέξη. The word. Και προφανώς ο λόγος σχετίζεται με τη λογική. Και προφανώς είναι και η ομιλία και ο λόγος και η λέξη αυτά τα πράγματα όλα μαζί. Και συνεπώς όταν ο Ηράκλητος λέει τα πάντα αλλάζουν εις τον αυτόν λόγο πάλι παίζεται πολύ χοντρό παιχνίδι. Γιατί τι έχουμε. Έχουμε τρεις σειρές όλο και όλο. Δεν μας άφησε καν ένα βιβλίο να το ξεφυλίσουμε ξανά και ξανά και να δούμε λίγο παρακάτω στην επόμενη πράγματα τι λέει στο άλλο κεφάλαιο και να γυρίσουμε πίσω. Εκείνο εις τον αυτόν λόγο σημαίνει αυτό. Έχουμε ένα θράσμα. Και από το θράσμα αυτό πρέπει εμείς να επικαλεστούμε και να φανταστούμε τι σημαίνει εις τον αυτόν λόγο. Κάποιος το έχει το ξεκάθαρο δικαίωμα να πει εις τον αυτόν λόγο σημαίνει στην ίδια λογική αρχή. Επικαλούμε κάτι που διέπει το Σύμπανόλο. Και αυτό που το διέπει είναι ο λόγος. Μπορείτε να μου πείτε, τώρα πας στην Καινή Διαθέκη ή όχι, αλλά στα αρχαία ελληνικά ο λόγος έχει αυτές τις πολλαπλές έννοιες. Άρα λοιπόν εις τον αυτόν λόγο θα μπορούσε να σημαίνει τι? Στην ίδια έλογη αρχή. Ότι το Σύμπαν λοιπόν αλλάζει υπακούντας τι εις τον αυτόν λόγο, στην ίδια λογική, στην ίδια τη λογική παρουσία. Ή αλλάζει υπακούντας σε μια ομιλία, παρατραβημένα τώρα. Προσπαθούμε για να το μπερδέψουμε με εκείνα που γίναμε μετά, ότι κάποιος είπε και υπακούει στον λόγο αυτόν είναι εδώ, στην ομιλία ή στην μοναδική τη λέξη. Άρα είναι ένα πράγμα φλού. Το πιο λογικό που λέμε συνήθως στον αυτόν λόγο είναι η έννοια της αναλογίας. Στα μαθηματικά, δεν ξέρω ποιο τάξη το κάνουν, στην Τρίτη Δημοτικού έχουν και τα κλάσματα. Και λέμε αυτά τα κλάσματα, εντάξει, υπακούν στον αυτόν λόγο. Το ένα δεύτερο είναι το ίδιο με τα δύο τέταρτα είναι ο αυτός ο λόγος. Άρα λοιπόν, μάλλον μάλλον μάλλον πηγαίνει προς τα εκεί, χωρίς να αποκλείεται λόγω της σκοτεινότητας του Ηράκλητου, να σημαίνει και κάτι άλλο. Υπάρχει κάτι που θέλω να πείτε? Άρα λοιπόν, ο λόγος αναδεικνύεται ως ο συνδετικός αρμός όλων των πραγμάτων και των ανθρώπων, ο κοινός παράγοντας που διαπερνά και διέπει τα πάντα. Η εγκυρότητα του λόγου διασφαλίζεται μόνο όταν ο λόγος είναι ο κοινός λόγος. Όποιος κατάλαβε τι διάβασα, να μου το πει και σε μένα. Να το διαβάσω και στο πρωτότυπο και μετά να ξεανιχθούμε στο ρίσκο τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Λοιπόν, το διαβάζω από το κείμενο. Θα το διαβάσω πρώτα? Όπως του λέει ο ίδιος. «Διόδι έπεστε το ξινό του λόγου. Δε όντως ξινού ζώσουν οι πολλοί όσοι δία έχοντες φρόνηση». Ακολουθώ και τη μετάφραση. Γι' αυτό πρέπει να ακολουθούμε τον κοινό λόγο. Κοινός λόγος είναι ο ξινός λόγος. Ενώ όμως ο λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να είχαν τη δική τους φρόνηση. Εδώ λίγο τα παίζεις. Εδώ λίγο τα παίζεις, γιατί από τη μια μεριά μιλάει για ένα κοινό λόγο. Ένας κοινός λόγος συγκροτείται από τους ανθρώπους που μαζεύονται και κουβεντιάζουν. Αν εμείς εδώ που έχουμε μαζευτεί μετά από μισή ώρα συζήτησης συμφωνήσουμε σε κάτι, μπορούμε να το καταγράψουμε και να πούμε ότι συγκροτήσαμε ένα κοινό λόγο και συμφωνήσαμε σε κάτι. Και είναι ο κοινός λόγος της τράξης αυτής. Και λέει, οι πολλοί όμως, ζούσαν να είχαν τη δική τους φρόνηση. Ε, τότε ποιοι έχουν τον κοινό λόγο? Οι λίγοι, ο Ηράκλητος μόνος του. Άρα αναρωτιέται κανένας τι συνιστά κοινό, κοινό, κοινό, κοινό λόγο. Το καταλαβαίνεις? Ναι, για πείρας μου πώς το καταλαβαίνεις. Αυτό ήθελα να ξεκινήσω πρώτα από κοινό, που αν διαβάσατε την αρχική μετάβαση που διαβάσατε, και όπου ο λόγος βάλετε δημιουργική, μία απάντηση με τα πράγματα σας, μία επισέρηση με τα πράγματα σας στη λέξη, θα δείτε ότι σωστικά μιλάει την κοινή λογική και για την προσωτική φρόνηση του καθενός. Όπου η λογική είναι σωστή η λογική, όταν είναι η κοινή λογική. Πολλές φορές συμφανίζεται η σαματαχέλαστα, η κοινική του φρόνηση και η κοινική του λογική. Δεν είναι δύσκολο. Δεν καταλάβα τίποτα. Δηλαδή πώς ο λόγος συγκροτείται και είναι κοινός λόγος. Εγώ ξέρω το δικό μου το λόγο, το ξέρω. Πιθανόν άμα με ζορίστε να μπω σε αφιβολία τι συνιστά το λόγο μου. Εσείς πιθανόν να ξέρετε τον δικό σας λόγο. Πείτε μου τώρα πώς συγκροτείται ο κοινός λόγος. Ναι. Μάλλον σχεδόν είναι ότι υπάρχει ένας ενός λόγος, το οποίο όμως επιλογεί να είναι τη συνείδηση του υπάρχει αυτός ο λόγος και νομίζω ότι είναι ο δικός λόγος. Κάτι έχει να κάνει στην ισταλιά σαματική συμφέρονση της θεωρίας, διότι όταν είπες ότι η διαθήκηση σου περνάει σε αυτό το ένα μήνυμα για να βγάλεις ένα προϊόν, θα σε κάνει ανοίγηση ότι πρέπει εσύ ο ίδιος να βγάλεις αυτό το προϊόν, ενώ αυτό που είσαι ανάγκης με το μπράσι είναι κάτι άλλο, το οποίο εδώ σχεδόν μας είχε φέρει. Από ποιο τρίμα είσαι? Αυτό τελείωσε το θεωρητική με το ιστορική να φτιάχνω. Υποθέτω πως ένας κοινός λόγος μπορεί να υπάξει, αν μπορούμε να φανταστείμε τι, μια κοινότητα. Δηλαδή, ο κάθε ένας δεν είναι κλεισμένος στο σπίτι του, θα σκέφτεται και θα κάνει και θα συγκροτείται ο κοινός λόγος έτσι. Άρα πρέπει να υπάρχει μια κοινότητα. Τι είδους κοινότητα? Η εκκλησία του δήμο. Πάνε σε μια πλατεία, λέει κάποιος κάτι, το σκυλοβρίζει ο άλλος, παρεβαίνει ο κάποιος άλλος, ακούνε οι άλλοι, ουρλιάζουν μετά, φωνάζουν, έχεις δίκιο, ιστορίζουμε τον ένα και, κατά κάποιον τρόπο, μέσα από αυτήν την διαδικασία, που γίνεται σε αυτό που λέμε στη δημοκρατία, κτίζεται ένας κοινός λόγος. Πώς αλλιώς μπορούμε να φανταστούμε τον κοινό λόγο? Σε μια εκκλησία. Κάποιοι προτείνουν, λοιπόν, ότι υπάρχει έναν κάποιο δόγμα, ή πιστεί και το πιστεύουν, συγκεντρώνονται σε μια εκκλησία, συζητούν, μοιράζονται πράγματα, τη θεία κοινωνία, ελπίδεσαν ένα το άλλο και συνεπώς πάλι συγκροτείται ένας κοινός λόγος. Εδώ μιλάμε για κάποιον, ο οποίος στράφηκε προς τους εφαίσιας και τους σκυλόβρισε, ατόκορφα. Τους είπε μάλιστα ότι δέκα χιλιάδες από εσάς, δέκα χιλιάδες από εσάς, αξίζουν όσο ένας καλός και σοβαρός εφαίσιας. Άρα, λοιπόν, πώς θα συγκροτηθεί αυτός ο κοινός λόγος? Θα είναι αυτός και μερικοί κολλητοί του? Είναι κάπου κρυμμένος και αυτός και τον κατεβάζει... Δηλαδή, τι σημαίνει η ίδια η έννοια ξοινός λόγος, κοινός λόγος, την ώρα που απεκθάνεται την έννοια της κοινότητας, του δήμου. Επομένως, όλοι πήγονται στα όρια της κοινής γλώσσας, νομίζοντας ότι μπορούν να μπούν να εξακολουθούν. Αυτό που δεν μπορεί να υποθεί, δεν μπορεί να σκεφτούν. Δεν κατάλαβα τώρα και τη σχέση με το πρόβλημα που μας βασανίζει, πώς κάποιος που είναι τόσο μονήρυς του είπος, που βρει την ευκαιρία του, τόσο μονήρυς του είπος, που βρίζει τους εφέσιους. Αντί θα μπορούσε να πει, καλύτερα ξέρετε εγώ, είμαι ο πιο μεγάλος εφέσιος που έχει βγάλει αυτή η πόλη. Σας έχω αφήσει αυτά τα κείμενα. Τον ευμόδωρο τον που της αποστήλατε, εμένα πάλι μάλλον θα με εξαποστήλατε. Είμαι ο απόγονος των ευγενών. Παρετήθηκε από το θρόνο για να το δώσει σε κάποιον άλλο, γιατί δεν του συγκινούσε η ιδέα να ασχολείται με τους εφέσιους. Θα μπορούσε να ισχυριστεί λοιπόν, σας προσφέρω ένα συγκροτημένο λόγο. Αυτή η ανάγκη να μιλήσει για κοινό λόγο, για να το μοιραστεί με άλλους. Πώς το φαντάστη, ότι είναι ένας ηγέτης που καλεί τους άλλους να μοιραστούν μαζί του τον κοινό λόγο, όπως τον θείο Μάρξ ή... Μα το λέει αμέσως λίγο μετά, ενώ λοιπόν πρέπει και να ακολουθούν με τον κοινό λόγο ή πιο πολύ δεν ακολουθούν και τον κοινό λόγο. Άρα υπάρχει μια διάσταση, ανάμεσα σε αυτό που λέει αυτός ο κοινός λόγος και στους εφέσιους. Οπότε το ερώτημα, πρακτικό ερώτημα, εμπειρικό ερώτημα, που θα το έβασε ο ιωσδήποτε εγγλέζος, θα σήκωσε το χέρι σου και θα λέει «συγγνώμη, συγγνώμη, οι εφέσιοι σου δεν ακολουθούν τον κοινό λόγο». Εσύ πώς μπορείς να το διασφαλίσεις τον κοινό λόγο. Εκτός, αν πήγαινε και είπε ότι μόλις κατέβηκα από τον Όλυμπου, είχα μια φιλική κουβέντα με την Αθηνά και μου έδωσε μερικές αλήθειες και τις μεταφέρω στα τσογλάνια του εφέσιου και δεν μου ακούνε ότι δεν αποδέχονται αυτόν τον κοινό λόγο, το οποίο έχει συμβεί αλλού. Κάποιος ανέβηκε και ήρθε με τις πλάκες και τους είπε «αυτή είναι η αλήθεια» και την αποδέχτηκαν και έγινε ένας κοινός λόγος. Αυτός πρώτον γιατί το βασανίζει, τι εννοεί και τι σημαίνει το επιχείρημα που λέει πως οι πολλοί δεν δέχονται τον κοινό λόγο. Λοιπόν, προφανώς, αν δεν το καταλάβατε... Ναι. Το ότι έχουμε τον κοινό λόγο, πρέπει να είναι και την ιδεολογική. Τα μέρα μου πρέπει να είναι και η κοινολογία. Ας πούμε, είμαστε όλοι μέσα στη κοινωνία μας. Όλοι, είμαστε όλοι σε αυτή τη κοινωνία, είτε σε αυτή τη χώρα, είτε σε αυτή τη θρησκεία, θεωρούμε ότι ο φόλος είναι κοπρά. Έχουμε η ιδεχή και η ιδεολογική. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι μεταξύ μας έχουμε και την ιδεολογική, ή συμπίδουν ο φόλος να σε καταλαβαίνει. Ναι. Παραμένει, όμως, το γεγονός έχετε κάποιος σε σένα και σου λέει «Σου προσφέρω τον κοινό λόγο». Μάλλον αυτό δεν λέει. Πρέπει, λέει, να ακολουθούμε τον κοινό λόγο. Μα πού υπάρχει, είναι θέμα θρησκείας, δημοκρατίας, πολιτικής αλήθειας, κάπου μπήκε σε μια στοά και το δίδαξε και το φτύσανε εκεί και τους είπε «Αχ, δεν ακολουθείτε το λόγο μου που προσφέρω σε εσάς σαν κοινό λόγο». Ακούστε κάτι τέτοιο. «Διωδή έπεστε το ξινό του λόγου». Πρέπει, για να ακολουθούμε, έπεστε, το ξινό του λόγο, τον κοινό το λόγο, το ξινό του λόγο. «Δια όντως ξινούς ζώους είναι η πολλή ως ιδίαν έχοντας φρόνηση». Ενώ όμως ο λόγος είναι κοινός, μου φαίνεται τώρα αρχίζω και το καταλαβαίνω και εγώ. Άμα το θα διαβάσει πέντε-έξι φορές, πεθαίνω να βγάλει σ' άκρη. Ποιο είναι το επιχείρημά του. Αρχίζει κάτι να φαίνεται. Ενώ όμως ο λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να είχαν δικαίως φρόνηση, που σημαίνει, κοιτάξτε, ο λόγος είτε υπάρχει, αυτοδύναμος, πέρα από τον κάθε ένα από εμάς, και είναι ευθύνη η δικιά μας να πάμε να βρούμε αυτό τον κοινό λόγο, επειδή είναι λόγος. Αυτό που κάνετε οι άλλοι δεν είναι να βρείτε κάποιο λόγο. Τι είπατε και βρίσκετε? Τη φρόνηση. Με τα δικά σας φρέντας. Πάνε λοιπόν και βρίσκετε τη φρόνηση. Αλλά κάπου, δεν λέει που, υπάρχει ένας κοινός λόγος, τον οποίο πρέπει εμείς να προστρέξουμε, να τον αναγνωρίσουμε και να δεθούμε μαζί του, και οι συμπολίτες του δεν το κάνουν αυτό και ο καθένας ακολουθάει τον δρόμο του. Μου φαίνεται πως είναι πάρα πολύ οικείο, μπορούμε αυτό για να το βάλουμε σε γενική αρχή, σε όλες τις ελληνικές πολιτείες, ο καθένας και στον Χαβάτου, θα λέγαμε, εντάξει, στον καθένας τον κόσμο του. Οπότε αυτό που μας λέει ο Ηράκλητος, παρόλο που γίνεται το πράγμα αυτό εδώ, όπως ο καθένας ζει στον Χαβάτου και στον κόσμο του, κάπου, κάπου, κάπου, υπάρχει ένας κοινός λόγος. Κρύβεται, είναι το σημένο και πρέπει να το προσεγγίσουμε. Αυτό. Και ήθελα να συμπληρώσω με έναν ανθρώπου, που είναι ότι, ας πούμε, ότι έχουμε τις απόδοση που έχουμε λόγω της κοινωνίας, λόγω της σχέσης και τέτοια πράγματα, αλλά σύμφωνα με αυτή την άποψη, ο λόγος είναι σαν 2-4 αποτέλεσμα. Δηλαδή, πιο πολύ κατάγεται το φόρο, όσους ανθρώπους είναι αγώνα παρά από την ιστορία. Δηλαδή, αυτός, αυτός να το συνδέει, δεν έχει κακότητα με τέτοια. Ναι, αυτό θα μας πάει τώρα σε άλλη ιστορία. Όταν γίνεται η συγκρότηση μιας κοινωνίας, τι που έχετε και που που έχετε, θα μας πάει σε βαθιά νερά και θα μπορούμε ίσως και να το λύσουμε. Να σας διαβάσω. Και πιθανόν και να συνδέεται με αυτό που μόλις έχουμε πει. Η καθολική αρμονία του κόσμου, που προέρχεται από την ενότητα των αντιθέτων, μανιακώς, ε, η ενότητα των αντιθέτων, είναι κρυμμένη και την ανακαλύπτουμε χάρη στο λόγο. Πάλι ο λόγος. Τα πάντα είναι κρυμμένα, τα αντίθετα ενώνονται και πώς τα διασώζουμε και πώς τα βρίσκουμε ο λόγος. Πάλι είναι το τριπλό παιχνίδι τι σημαίνει λόγος. Δεν νομίζω πως είναι κάτι το αθώ. Έχει μέσα τη λογική, έχει τη λέξη και έχει και την ομιλία. Άρα λοιπόν είναι παιχνίδι που παίζεται, που είναι πάρα πολύ δύσκολο, που είναι πάρα πολύ κρυμμένο, ότι έχει μέσα τα αντίθετα και μπορούμε αυτό να το προσεγγίσουμε και να το καταλάβουμε, γιατί παρόλο που αλλάζουν, αλλάζουν εις τον αυτόν λόγο και χάρη στον λόγο λοιπόν μπορούμε να τα προσεγγίσουμε. Μια άλλη φράση που συμπαθώ πολύ και υποθέτω όλη και η φυσική, φύσης κρύβεται φιλή. Η φύση αγαπά να κρύβεται. Συμφωνούμε όλη σε αυτό. Η φυσική τι λένε, τίποτα τα λένε, πώς η φυσική είναι εδώ μέσα. Ωραία τι λέτε εσείς, ότι η φύσης αγαπά να κρύβεται, ναι. Κι όλοι γνώσουμε τη φύσης, είναι και η γνώση που χρειαζόμαστε. Κρύβεται γιατί, κρύβεται γιατί πρέπει για να την ψάξουμε, σωστά. Και δεν είναι κάτι το προφανές, δεν είναι μονάχα μία αίσθηση. Πρέπει να ξεπεράσουμε τις αισθήσεις, να ξεπεράσουμε τις αισθήσεις και να ποταθούμε πού, στον λόγο. Άρα η φύση δεν είναι αυτά που βλέπουμε, που αγγίζουμε. Να ξεκινήσουμε από αυτό, από την αίσθηση και να πάμε μετά στον λόγο. Και το ίδιο φαίνεται πως είναι και το συμπέρασμα του Ηράκλητου. Διαβάζω εδώ ότι για τον Ηράκλητο η νοητή πραγματικότητα αποκτά ένα προβάδισμα απέναντι στην εμπειρική πραγματικότητα. Και προφανώς αυτή η φύση είναι το κεντρικό στοιχείο της μεταφυσικής σκέψης, ότι έχω μπροστά μου αυτά τα πράγματα που τα αγγίζω και τα νιώθω, αλλά πρέπει να πάω πέρα από αυτά να ανακαλύψω αυτό το λόγο που κρύβεται μέσα στα πράγματα. Απλώς για να προσθέσω ότι αυτή, μου φαίνεται πως το ξέρετε όλοι, αυτή που μελέτησα κατά κόρο στις αρχαίους Έλληνες μεταμανίας παλιά τώρα και είμαι σίγουρος ότι θα συνεχίζουν, είναι οι Γερμανοί. Και οι Γερμανοί πάντα έχουν οι φιλοδοξίες. Έχουν τη φιλοδοξία να κάνουν το καλύτερο πράγμα, έτσι δεν είναι. Ένα σύστημα το οποίο να δουλεύει πιο καλά από όλα τα συστήματα που έχουν βγει. Και σε πάρα πολλά πράγματα θα έλεγα πως το πετυχαίνουν, έτσι δεν είναι. Έχετε αμάξι, πού τα καταφύγετε, ε? Κάτι ανάμεσα σε Mercedes και σε Audi, δεν νομίζω θα μπει με καμιά άλλη επιλογή. Ορίστε! Η Toyota. Καλύτερη ακόμα και το Audi και το Mercedes που το βγαίνει εκεί. Το βλέπεις εκεί να τσουλάει και είναι όλο το μεγαλείο της γερμανικής τεχνολογίας. Και παρόλο που έρχονται και σου λένε πως έχουμε πρόβλημα και θέλετε πίσω τα Toyota να τα αντικαταστήσουμε... Δεν μπορούμε να παρατώσουμε τα ίδια επιπλήματα για να αποκάψουμε έναν τεχνολογικό σημάδι. Καλώς πάντων. Εγώ δεν μπορώ να συμφωνήσω μαζί σου, αλλά ξέρω πως η γυναίκα μου και θα συμφωνήσεις γιατί έχει η Toyota και με έχει λυσάξει η Toyota. Λοιπόν, γυρίζω πίσω στη... Οπότε το προσεγγίσεις πώς? Νοητικά, χωρίς εμπειρία. Τεχνολογίας και υπολογικής... Έγινε. Σε κατάλαβα. Όχι, μιλάμε πως έχουμε χρήματα και θέλουμε για να τα εξοδεύσουμε. Πού θα πάμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε καλό για αυτό, αλλά απλώς να επιμείνω στα γεγονότα ότι αυτοί που σκέψανε πάνω στην ελληνική σκέψη, λοιπόν, είναι σίγουρα οι Γερμανοί. Τα πιο πολλά πράγματα που ξέρουμε για αρχείως Έλληνες είναι από γερμανικά βιβλία. Λατρεύαν προφανώς και τη λατρεύουν ακόμα την Αρχαία Ελλάδα. Όταν μας στείλανε τον Όφωνα και θέλανε για να διασώσουν το νερό, πριν και πάω ότι θα πάει σε ένα σημαντικό μέρος, του είπανε άσε τον άφλιο, πάνε δίπλα στην Αθήνα που έχει την Ακρόπολη, που ήταν ένα χωριό με μερικού τσομπάνους, απλώς να το συνδέσουμε με Αρχαία Ελλάδα. Και πάση περιπτώση, όταν πας και συναντάς τους Γερμανούς φιλοσόφους, βιώνουν αυτό το αίσθημα ότι τους καταπιέζει κάποιος. Ποιος? Οι Αρχαίοι Έλληνες. Και συνεπώς νιώθουν αυτή την αδυναμία να ξεπεράσουν την αρχαία ελληνική σκέψη. Το έχουν πει σε πάμπολες συγκυρίες. Και για να λητώσουν, λοιπόν, από την επικυριαρχία του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και δεν συμμαζεύεται, πηγαίνουν πού? Πηγαίνουν στους Πορσοκρατικούς. Και όταν λέμε για Πορσοκρατικούς, μιλάμε πιο πολύ για τον Ηράκλητο, σωστά. Και προφανώς το γεγονός ότι η σκέψη του είναι τόσο σκοτεινή, τους βοηθάει. Γιατί σε απλές σε μια σκοτεινή σκέψη, θα έλεγα πως ο καθένας μπορεί να διατυπώσει τη δική του εκτίμηση και τη δική του αντίληψη. Θέλετε να πείτε κάτι για τον σκοτεινό Ηράκλητο. Πάντως, μου χρωστάται μια απάντηση. Εγώ σε μερικά θέματα, ενώ δεν θυμάμαι πάρα πολύ καλά, μερικά θέματα και τα θυμάμαι. Λοιπόν, μου χρωστάται μια απάντηση. Τι συνέβη στην Ιωνία. Στην Ιωνία τώρα θα βάλουμε μέσα και τον Ηράκλητο. Θα βάλουμε τους Μιλήσιους και τον Εφαίσιο. Στο Νέκτο ένα προχριστού πέκτηκε αυτό που πέκτηκε. Κατηδικής εκτίμηση, τι συνέβη. Ήτανε συγκυρία, ήτανε θαύμα, δεν μας νοιάζει, ή υπήρχε κάτι που βοήθησαν, κάποιοι συνθήκες που βοήθησαν λοιπόν, αυτόν τον τρόπο ο σκέπης περιφύσης. Ναι. Η Ιωνία έκανε στον Εφαίσιο ένα πολύ μιλήσις. Ένα πρωτάμις λαδικό, γιατί μπορούσε και να μη σκέφτεται και να δουλεύει με βράχη, δηλαδή τώρα βασίλιστον ίσως ήταν κεταίωμες, είχαμε το παιαγωγράφος, πέσες, σαματιώνι. Σωστά. Να μπορούσαν να μπορούσαν να σωγράφονται. Ήτανε αυτόν τον χρονογραφείο που έδειξε τον κύριο Ιησού Χορό, που έδειξε την Ελλάδα και την ισχυρική δημιουργία, την πυρολογή από τις εικές του εμβερνώντας και τις ιδιωτικές αντιλήψεις. Γιατί ταυτόχρονα βλέπεις, συνέβη αυτή η έδειξη πολιτισμική, συνέβη σε πάρα πολλά μέρη από τις γεινότητες από την Ελληνία σήμερα μέχρι και την Ελληνικό χώρα. Μια απάντηση, αν μπορούσε να ήταν αυτό. Θέλεις με κάποια στιγμή να μας μιλήσεις για Axial Age και να σε ακούσουμε. Για κάποια στιγμή, λέω, να μας μιλήσεις για, πώς θα το αποδώσουμε το Axial Age, αξονικές εποχές. Να μας μιλήσεις ακριβώς τι έχει συμβεί τότε και να το κουβεδιάσουμε. Όχι, μη κάποια στιγμή και να το κανονίσουμε. Άλλη παρατήρηση το τι μπορεί να έχει συμβεί στην Ιωνία τότε, πέρα από τον Ιάσπερς. Μόνο το γεγονός ότι μπορούσε να βρήσει ο ένας τον άλλο. Και να πει, ο Ηράκλητος στους Εφέσεις που είστε καθήκια. Αυτό μπορούσε μόνο για να το πεις στην Επισόδο, δεν μπορούσε να το πεις στην Βαδηλώνα. Ότι ήταν κακιά η Δημοκρατία ήταν, αλλά μας ευβότουσαν, μπορούσαν για να κουβεδιάσουν. Και ήταν τι, μια μικρή πόλη ήταν. Δεν ήταν για το χάος που από πίσω τους υπήρχε με την Αυτοκρατορία τη Μεγάλη, με το μεγάλο μονάρχη που κανονίστηκε τα πάντα και κανένας δεν μπορούσε να πάρει μια ανάσα. Και συνεπώς τα πλαίσια μιας δημοκρατικής πόλης μπορούσαν να κουβεδιάσουν όσα στραβάκια να είχε αυτή η Δημοκρατία στη Μίλητο και στην Έφεσο. Άλλο, υπήρχε ένα πολύ μεγάλο εμπόριο, μιλάμε για μια τάξη, η οποία είχε οικονομική άνεση μέσα από το εμπόριο της ανταλλαγής. Άρα υπήρχε η οικονομική ευμάρια. Υπήρχαν αστεί, αλλά υπήρχαν κάποιοι που είχαν πρόσβαση λοιπόν σε οικονομική ευμάρια και σαν δεύτερο στόχο μπορούσε κάποιος να κάθεται και να συζητάει. Άλλο, είπαμε το γεγονός της Δημοκρατίας ότι είναι μια πόλη μικρή και δεν είναι το χάος, όπου υπάρχει κάποιος που επιβάλλει την γνώμη του, οικονομικές συνθήκες, οπότε το μπόριο δεν ήταν με ανταλλαγή των προϊόντων, ήταν με βάση ότι έχουμε κάποια νομίσματα και ανταλλάσσουμε με τα νομίσματα και το γεγονός αυτό μας οθεί που σε αφηρεμένη σκέψη. Για σκεφτείτε να έχετε κάποιος και να σου λέει πως πέντε κιλά πατάτες κάνουν τρία φινίκια, ας πούμε πως το νόμισμα ήταν ένα φινίκιο. Είναι το αφηρεμένο αντί να πας στην αγορά και να του λες τι έχεις εσύ αυτό σου, δίνω εγώ αυτό και να γίνει η ανταλλαγή των προϊόντων. Πάει σε μια αφαίρεση πρώτον και προφανώς είναι η ανάπτυξη της οικονομίας. Τι άλλο συνέβη εκείνη την περίοδο στο θέμα της γλώσσας, ναι? Τα αφάβητα, παιδιά. Από τον Πάπυρο δεν ξέρω το αφάβητο, είναι συγγλωνιστικό. Είναι η αφαίρεση της αφαίρεσης. Ενώ παλιά πηγαίναμε και ζωγραφίζαμε τις σκλέξεις με διάφορα σύμβολα και τα λοιπά και χωρίς να ξέρεις τίποτα που μπορείς να το δεις, βλέπουμε στην τρομακτική αφαίρεση. Έχουμε 24 γράμματα. Τα 24 γράμματα τα παραθέτουμε σε σύμβολα και έχουμε κάτι το τελείως αφηρημένο. Γράφουμε λοιπόν μη η τα λάμδα ο μικρόν. Μόνο που ακούτε τώρα εσείς και το σκέφτεστε μη η τα λάμδα ο μικρόν, στο μυαλό σας ολονό, βάζω στίχημα όσα λεφτά έχετε, έχει σχηματιστεί στο μυαλό σας η ιδέα του μήλου. Είναι συγγλωνιστικό. Αν είχαμε εδώ έναν φίλο Άγγλο, όχι, αν είχαμε εδώ έναν φίλο Άγγλο ή Γάλλο και άκουγε μήλο, δεν θα υπήρχε στο μυαλό του η ιδέα του μήλου. Άρα λοιπόν υπάρχει αυτή η αφαίρεση. Κάποια σύμβολα, εντάξει, τα σημεία μας παραπέμπουν λοιπόν σε κάτι άλλο. Και κάτι τελευταίο που μου αρέσει πάρα πολύ και δεν το λέτε και με ενοχλεί. Τι άλλο ευνοεί σε τους αιώνες. Και τους βοήθησε να έρθουν με μια πρωτότυπη σκέψη, με μια αγάπη στη φύση, γι' αυτό γίνανε φυσικοί φιλόσοφοι. Πήγε κανένας προς τα Αμερική να είναι, ε? Η φύση, ρε παιδιά, για όμα του Θεού, η φύση. Δηλαδή, αν ζεις σε ένα μέρος, το οποίο είναι αυτό που είναι με τους μικρούς κολπίσκους και το πράσινο και βλέπεις όλο το μεγαλείο της φύσης, την ίδια σκέψη θα κάνεις αν ζεις το μέρος αυτό εδώ και αν ζεις τώρα, για να μην το παρατραβήξω, αν ζεις στη Σαχάρα ή στην Αλλάσκα, δηλαδή και το γεγονός ότι είσαι τόσο πολύ κοντά στη φύση, τη νιώθεις στη φύση, τη θαυμάζεις στη φύση, τη φύση συγκροτεί κάτι. Εντάξει? Άρα, στη φύση μπορώ για να σκεφτώ πως υπάρχει το καλό, το ωραίο, ότι είναι κόσμος, ότι είναι στο λίδι και να προσπαθήσω για να αντικαταλάβω χάρη στο λόγο. Άρα λοιπόν, η φύση δεν σας έντεχε να είσαι σε ένα μέρος και μόνο που είσαι στο μέρος αυτό είναι τόσο όμορφο για να σας μπρώχνει σ' άλλες σκέψεις και σ' άλλες ιδέες που δεν θα τις κάνατε στο κέντρο της Αθήνας ή στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Σας έχει συμβεί? Όχι? Δοκιμάστε το, παιδιά. Λοιπόν, μου φαίνεται πως αυτά είναι μερικοί λόγοι που θα μπορούσε κάποιος να επικαλεστεί τι συνέβη και με τους ίωνες. Προφανώς το πολιτευμά, η οικονομία, η φύση, πως ήτανε μικροί, ότι δεν είχανε την πίεση από τους Βαδηλώνες και ήταν στο σημείο ανάμεσα στους βάρβαρους τους Έλληνες γιατί έκτος αιώνας π.Χ. δεν υπάρχει τίποτα στην υπηρετική Ελλάδα. Αν πήγαινε ένας μιλήσεως, οι εφέσεις στην Αθήνα, για να τους πει αυτά που ξέρει, θα τον κρεμούσαν ανάποδα. Εντάξει? Είναι δύο ώρες αργότερα που για την ΕΕ ξύπνησαν. Άρα λοιπόν είναι αυτές οι ευνοϊκές συνθήκες που τους επέτρεψαν να αναπτύξουνε αυτή την εικόνιμη σκέψη. Κάτι άλλο να πούμε? Τα λέμε τότε την εβδομάδα.