Διάλεξη 12: Υπότιτλοι AUTHORWAVE Γεια σας, αγαπητοί φίλες και φίλοι. Θα ασχοληθούμε με τους μουσουλμανικούς οργανισμούς και ειδικότερα με το θέμα της ανάδειξης των μουφτίδων στη Θράκη. Ο ισχύων όμως είναι ο 1920 του 1991, που κήρωνε την πράξη νομοθετικού περιεχομένου του 1990 περί μουσουλμάνων θρησκευτικών λειτουργών. Αυτή η πράξη νομοθετικού περιεχομένου αφορά τη διαδικασία και τα προσόντα διορισμού σε θέση μουφτί. Ο μουφτίς είναι θρησκευτικός ηγέτης μιας θρησκευτικής κοινότητας μουσουλμάνων μιας εδαφικής περιφέρειας. Μουφτίδες υπάρχουν στην Κωμοτινή και στην Ξάνθη. Μπορούμε να πούμε ότι αντιστοιχεί τυρουμένον των ανολογιών με τη θέση ενός μητροπολίτη. Μέσα σε τρεις μήνες λέει το άρθρο 1 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου από τότε που θα κενωθεί η θέση μουφτί. Ο κατατόπου αρμόδιος νομάρχης καλεί με πράξη τούτους ενδιαφερομένους να καταλάβουν τη συγκεκριμένη θέση να υποβάλλουν σχετική έτσι. Η πράξη αυτή δημοσιεύεται σε μια τουλάχιστον εφημερίδα από αυτές που εκδίδονται στην έδρα του νομού και σε έλλειψη μιας τέτοιας εφημερίδας σε μια ημερής εφημερίδα των Αθηνών και τυχοκολάται στο κατάστημα της νομαρχίας στατεμένη και τα καταστήματα των δήμων και κοινοτήτων της νομαρχίας όπου υπάρχουν εγγεγραμμένοι μουσουρμάνοι. Από τότε βέβαια που εκδόθηκε αυτή η πράξη νομοθετικού περιεχομένου στα θέματα της διοικητικής αποκέντρουσης έχουν αλλάξει κάποια πράγματα. Δεν υπάρχει νομάρχης πλέον. Υπάρχει περιφέρεια και υπάρχουν περιφερειακές ενώτες. Οι περιφερειακές ενώτες αντιστοιχούν τυρουμένων των αναλογιών στις πρώην νομαρχίες. Πώς θα ερμηνεύσει αυτές τις αλλαγές σε σχέση με την εφαρμογή αυτής της πράξης νομοθετικού περιεχομένου που κυρώθηκε με τον σχετικό νόμο η κυβέρνηση θα το δούμε στη συνέχεια. Σε θέση μου αυτή διορίζονται Μουσουρμάνοι Έλληνες πολίτες. Τώρα βλέπουμε τα προσόντα τους. Μουσουρμάνοι Έλληνες πολίτες. Κάτοχοι πτυχίου Ανώτατης Ισλαμικής Στελογικής Σχολής. Ή μεδαπής ή αλλοδαπής. Ή αν δεν υπάρχει τυχίου Ανώτατης Ισλαμικής Στελογικής Σχολής κάτοχοι διπλώματος η Τζαζέτ Ναμέ. Ή αν δεν υπάρχουν και κάτοχοι τέτοιου διπλώματος διατελέσαντες Ιμάμηδες τουλάχιστον επί δεκαετία. Οι οποίοι έχουν διακριθεί για το ήθος τους και τη θελογική τους κατάρτιση και ως προς τους οποίους, δηλαδή ως προς τους οποίους υποψηφίους δεν συντρέχουν τα κολλήματα διορισμού που αναφέρονται στον υπαλληλικό κώδικα. Διότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο Μουφθής είναι ένας ανώτατος δημόσιος υπάλληλος. Οι υποψήφοι υποβάλλουν την αίτησή τους στον κατατόπου αρμόδιο Νομάρχη μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την τυχοκόλληση στο κατάστημα της Νομαρχίας της Πράξεως, η οποία καλεί τους ενδιαφερομένους να καταλάβουν τη θέση να υποβάλλουν αίτηση. Η αίτηση αυτή συνοδεύεται με το τίτλο σπουδών, σε επίσημη μετάφραση του Υπουργείου Εξωτερικών, εφόσον πρόκειται για τίτλο σπουδών αλλοδαπείς σχολής. Πιστοποιητικό προϋπηρεσίας ΙΜΑΜΗ, αντίγραφο ποινικού μητρώου, πιστοποιητικό ηθαγένειας, οποιοδήποτε άλλο έγγραφο απαιτείται για διορισμό σε δημόσια θέση, καθώς και κάθε στοιχείο που είναι κρίσιμο για την εξακρίβωση των προσόντων των υποψηφίων. Μέσα 10 μέρες από τη λήξη υποθεσμίας, ο Νομάρχης υποβάλλει στον Γενικό Γραμματεία Περιφέρειας τις αιτήσεις των υποψηφίων, τα δικαιολογητικά και το νομαστικό κατάλογο των υποψηφίων. Ο Γενικός Γραμματείας Περιφέρειας, μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη αυτών των στοιχείων, συγκροτεί έναν δεκαμελή επιτροπή με πρόεδρο τον Νομάρχη και μέλη Έλληνες Μουσουρμάνους θρησκευτικούς λειτουργούς και εξέχοντες Μουσουρμάνους Έλληνες πολίτες της περιφερειάς του, που ορίζει τον τόπο και τον χρόνο της συνεδρίας της επιτροπής και ανακοινώνει τη σχετική πράξη του στα μέλη της. Χρ. Γραμματέως εκτελεί υπάλληλους νομαρχίας που ορίζεται από τον πρόεδρο της επιτροπής. Η επιτροπή συνέρχεται κατά την ορισμένη ημέρα και ώρα στον ορισμένο τόπο και συντάσει πρακτικό, στο οποίο διατυπώνει τη γνώμη κάθε μέλους για τα προσώδα και γενικά για την καταλληλότητα των υποψηφίων. Η επιτροπή συνέδρει νόμιμα με τον πρόεδρο και όσα από τα λοιπά μέλη προσέρθουν. Δεν προβλέπεται δηλαδή συγκεκριμένη απαρτία. Αν δεν προσέρθουν τα λοιπά μέλη της, ο νομάρχης που έχει ορισίως πρόεδρο συντάσει έκθεση με τη σύμπραξη του Γραμματέας, στην οποία βεβαιώνει ότι δεν προσήλθαν τα λοιπά μέλη και στη συνέχεια διατυπώνει τη γνώμη του για τα προσώδα και γενικά για την καταλληλότητα των υποψηφίων. Μόλις υποβληθεί στον Γενικό Γραμματέας της Περιφέρειας το πρακτικό αυτό της επιτροπής, η έκθεση του νομάρχη, ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας, υποβάλλει στον Υπουργό Παιδείας όλα τα σχετικά για την επιλογή στοιχεία. Η επιλογή γίνεται με βάση ιδίως στο ήθος, τη θεολογή κατάρτιση και την εγγένει θρησκευτική δράση των υποψηφίων. Δηλαδή, με την πράξη νομοθετικού περιεχομένου του 1990, όπως ισχυρώθηκε με το νόμο του 1991, μεταβιβάστηκε η ερμοδιώτητα από τους νομάρχες να διορίζουν τους μοφτίδες στον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων. Είναι μια σύνθετη δίκη, εντύπωση ενέργεια. Τα αυτοδιοικητικά όργανα τα αναφερόμενα δεν έχουν βεβαίως αποφαστική αρμοδιώτητα, αλλά τις αρμοδιώτητες προλεπώμενες στα πλαίσια της σύνθετης διοικητικής ενέργειας. Ο Υπουργός είναι αυτός ο οποίος διορίζει. Δηλαδή, διορίζει το μοφτίς με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόδεση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η θητεία του είναι δεκαετίς και μπορεί να ανανεώνεται. Αυτός που διορίζεται πριν την ανάληψη των αθηκόντων του, δίνει τον όρκο του δημοσίου υπαλλήλου, μπροστά στον αρμόδιο Νομάρχη. Πώς πάβεται ο μοφτίς? Ο μοφτίς πάβεται με προεδρικό διάταγμα, που προκαλείται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων. Σε ποιες περιπτώσεις? Σε περίπτωση αμετάκλητης καταδίκης του για κακούργιμα ή πλημέλημα από αυτά που προβλέπονται στον υπαλλικό κώδικα. Δεύτερον, σε περίπτωσης θερίσεως των πολιτικών του δικαιωμάτων για οποιοδήποτε λόγο. Τρίτον, λόγω νόσου που εμποδίζει την άσχηση των καθηκόντων του, υπηρεσιακής ανεπάρκειας ή διαγωγής αναξιοπρεπούς ή ασυμβίβαστης με τη θέση του και να καθεί κοντά του τα νόμιμα. Η περίπτωση, η εξακλησύνδρομη της περίπτωσης της τρίτης, δηλαδή νόσου που κολλεί την άσχηση των καθηκόντων του, υπηρεσιακής ανεπάρκειας, διαγωγής αναξιοπρεπούς ή ασυμβίβαστης με τη θέση του και τα νόμιμα να καθεί κοντά του, βεβαιώνεται με αιτιολογημένη απόφαση ενός συμβουλίου, που αποτελείται από έναν εφέτη, σαν Πρόεδρο, έναν ότρο ή ανώτατο υπάλληλο του Υπουργείου Παιδείας και έναν μουφτή ή τοποθερητή μουφτή ως μέλη, που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και της Σκευμάτων. Η Επιτροπή συναιδριάζει, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, και ενός τουλάχιστον μέρους. Σε περίπτωσης οψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Μέσα 11 μέρες, από τότε που θα κενωθεί η θέση του μουφτή, ο Νομάρχης διορίζει το αποτελητή μουφτή, με πράξη του. Αυτός που διορίζει το αποτελητής πρέπει να έχει τα προσόντα για την κατάληψη του, αυτός που διορίζει το αποτελητής πρέπει να έχει τα προσόντα για την κατάληψη θέσης μουφτή, ή να είναι ή να έχει διατελέσει ημάμις, χατύπης ή ιεροκύρικας. Ο τοποτελητής πάβεται με απόφαση του Νομάρχη για τους λόγους που αναφέρονται και για την περίπτωση του μουφτή. Ο μουφτής και ο τοποτελητής είναι δημόσιοι πάλοι, κατέχουν θέση γενικού διευθυντή και λαμβάνουν τις αντίστοιχες αποδοχές. Ποια είναι τα καθήκοντα του μουφτή? Τα καθήκοντα του μουφτή προβλέπονται από αυτή την πράξη νομοθετικού περιεχομένου και απορρέουν από τον μουσουρμανικό νόμο. Διορίζει, εποπτεύει και πάβει τους μουσουρμάνους θρησκευτικούς λειτουργούς, τελεί οι επικοιρώνοι θρησκευτικούς γάμους μεταξύ μουσουρμάνων και γνωμοδοτή σε θέματα που έχουν σχέση με το μουσουρμανικό νόμο. Ο μουφτής ασκεί και δικαστική δικαιοδοσία, κρατική δικαστική δικαιοδοσία του ελληνικού κράτους μεταξύ μουσουρμάνων ελλήνων πολιτών της περιφέρειάς του. Στις περιουστικά αναφερόμενες περιπτώσεις γάμων, διαζυγίων, διατροφών, επιτροπιών και δαιμονιών, χειραφεσίας ανηλίκων, ισλαμικών διαθήκων και της εξαδιαθέτου διαδοχής, εφόσον αυτές οι σκέψεις διέπονται από τον μουσουρμανικό νόμο. Οι αποφάσεις αυτές που εκδίδονται κατενάσχιση κρατικής δικαστικής εξουσίας δεν είναι εκτελεστές εκτός αν κηρυχθούν εκτελεστές. Εκτός αν κηρυχθούν εκτελεστές από το μονομουλές πρωτοδικείο της έδρας του Μουφθή με βάση στην διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Το δικαστήριο, το μονομουλές πρωτοδικείο τι δικαιοδοσία έχει να ερευνά εάν η απόφαση εκδόθηκε μέσα στα όρια της δικαιοδοσίας του Μουφθή και αν δεύτερον οι διατάξεις που εφαρμόστηκαν αντίκυνται στο σύνταγμα. Κατά της αποφάσεως του μονομουλούς πρωτοδικείου επιτρέπεται έφεση στο πολυμελές πρωτοδικείο αλλά στη συνέχεια δεν επιτρέπεται κανένα άλλο ένδικο μέσο, τακτικό ή έκτακτο. Πρέπει να πούμε ότι στα πρωτοδικεία της Ξάνθησης και της Κονοτινής αναγνωρίζονται όλες σχεδόν οι αποφάσεις δικαστικές του Μουφθή. Σε λάχιστες μόνο περιπτώσεις δεν κηρύθηκαν εκτελεστές. Θα ασχοληθούμε στα πλαίσια της θεματικής ενότητας μουσουμανικοί οργανισμοί με την ομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας απόφαση 1333 του 2001 και μια άλλη παρόμοια 466 του 2003, του τρίτου τμήμα του Συμβουλίου Επικρατίας και με την ομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστήρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις υποθέσεις των εκλεγμένων Μουφθήδων Σερήφ της Κομοτινής και Αγκάτης Ξάνθης κατά Ελλάδος. Ξεκινάμε με την ομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας, δηλαδή με την απόφαση 1333 του 2001. Ένας μουσουρμάνος είχε προσφύγει, έκανε της ακυρώσεως, στο Συμβούλιο Επικρατίας κατά του Προεδρικού Διατάγματος, με το οποίο ανανεωνόταν η θητεία του διορισμένου Μουφθή Σάνθης. Ισχυριζόμενος ότι σύμφωνα με το άνθρωπο 28 του Συντάγματος, το οποίο αναγνωρίζει την υπερίσχυση των διεθνών συμβάσεων εναντί των νομοθετικών κανόνων των κατώτερων Συντάγματος, θα έπρεπε να ακυρωθεί το Προεδρικό Διάταγμα ανανέωση θητείας του διορισμένου Μουφθή Ξάθης. Διότι παραβίαζε το άρθρο 11 της Συνθήκης των Αθηνών και τον σχετικό νόμο του 1920 που αφορούσαν την εκλογή αρχιμουφτή και μουφτίδων απευθείας από τους Μουσουρμάνους, δηλαδή ότι θα έπρεπε να εκλέγονται και όχι να διορίζονται από το ελληνικό κράτος. Το Συμβούλιο της Επικρατίας αποφάνθηκε ότι η Συνθήκη των Αθηνών δεν ισχύει πλέον διότι τα μέρη, δηλαδή Ελλάδα-Τουρκία, την αντικατέσαν με τη Συνθήκη της Λοζάνης που ρυθμίζει τα θέματα των θρησκευτικών μειονότητων της Μουσουρμανικής στη Δυτική Θράκη και της Ελληνικής Ορθόδοξης στη Κωνσταντινούπολη. Ποια ήταν η αιτιολογία του Συμβουλίου της Επικρατίας. Η μη αιτιολογία είναι αυτή που αναφέραμε. Η αντικατάσταση δηλαδή της Συνθήκης των Αθηνών από τη Συνθήκη της Λοζάνης. Η δεύτερη αιτιολογία είναι ότι οι Μουφτίδες είναι ανώτεροι δημοσιοί πάλληλοι και μεταξύ τους καθηκόντων τους περιλαμβάνονται και δικαστικά καθήκοντα, κρατικά δικαστικά καθήκοντα που αναφέρονται σε γάμους, σε προσωπικές σχέσεις, σε διατροφές και σε ορισμένα κληρονομικά θέματα. Αλλά στην Ελλάδα ούτε οι δημόσιοί πάλληλοι εκλέγονται, ούτε οι δικαστικοί λειτουργοί εκλέγονται και οι μεν και οι δε διορίζονται. Οι μεν δικαστές για τη διασφάλιση της προσωπικής και λειτουργικής σου ανεξαρτησίας ή δεν δημόσιοί πάλληλοι για την εξασφάλιση της πολιτικής σου ιδιαιτερότητας κατά την άσχηση των δημόσιοι πάλληλικών τους καθηκόντων. Άλλος λόγος ο οποίος θεμελιώνει την απόφανση αυτή, δηλαδή ότι ο νόμος του 1991 που κυρώνει την πράξη νομοθετικού περιχωμένου του 1990 για το διορισμό του Μουφθή δεν έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 28 του Συντάγματος, δηλαδή ότι η ανανέωση της θρητείας του διορισμένου Μουφθή με προεδρικό διάταγμα είναι νόμιμη. Άλλος λόγος λοιπόν είναι ότι με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται και η μη παραβίαση της ίσης μεταχείρισης μεταξύ του ορθοδόξου θρησκεύματος και του μουσουμανικού θρησκεύματος στην Ελλάδα, διότι οι ορθόδοξοι θρησκευτικοί ηγέτες, οι μητροπολίτες δεν εκλέγονται από τους ορθοδόξους πιστούς, αλλά εκλέγονται από ένα εκλεκτορικό σώμα που λέγεται Ιερά Σύνοδος και αποτελείται από μητροπολίτες και στη συνέχεια διορίζονται. Διορίζονται στη στέση τους από το κράτος. Τέταρτος δικαιολογητικός λόγος που κατοχυρώνει αυτή την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι ότι η Συνθήκη των Αθηνών που αναφέρεται στην αυτονομία των θρησκευτικών κοινοτήτων και συγκεκριμένα στην αυτονομία της μουσουμανικής κοινότητας στην Ελλάδα, συνάφθηκε όταν ίσχυε το σύστημα των μηλιέτ, δηλαδή των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και όμως με τη Συνθήκη της Λοζάνης το τουρκικό κράτος είχε ήδη εγκαταλείψει το σύστημα των μηλιέτ και είχε αποδομήσει τον θεοκρατικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους. Συνεπώς δεν υπάρχει η δικαιολογική βάση εξακολούθησης ισχύους της Συνθήκης των Αθηνών προβλέπει την εκλογή των μουσουμανών θρησκευτικών κοινοτήτων στην Ελλάδα. Θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε πάνω σε αυτό το σκεπτικό της Απόφασης Βουλίου της Επικρατείας. Ότι περιορίζεται μόνο στο δίκαιο των συνθηκών, δηλαδή της Συνθήκης της Λοζάνης, Συνθήκη των Αθηνών, αλλά αφήνει κατά μέρος το σύγχρονο σύστημα προστασίας των θρησκευτικών ανθρωπιών δικαιωμάτων. Η θρησκευτική ελευθερία που αποτελεί από ελευθερία των θρησκευτικών επιπιθύσεων και από ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας κατοχερώνει και το δικαίωμα των θρησκευτικών κοινοτήτων όλων στην αυτονομία. Αυτονομία σημαίνει ιδίως, στα πλαίσια της έννομης τάξης της κρατικής, το δικαίωμα των θρησκευτικών κοινοτήτων να ρυθμίζουν μόνες τους τις θρησκευτικές υποθέσεις. Καθώς επίσης και να αναδεικνύουν μόνες τους τους θρησκευτικούς τους λειτουργούς και τους θρησκευτικούς τους ηγέτες. Όπως ερμηνεύει τα Διεθνή Στάνδρα της Θρησκευτικής Ελευθερίας και ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Εργασία στην Ευρώπη στο καταλεικτικό έγγραφο της Συνάντησης Συνεχής Βιέννης του 1989. Στη συνέχεια θα δούμε τις δύο αποφάσεις, Σερήφ κατά Ελλάδος και Αγγά κατά Ελλάδος. Ο Σερήφ ήταν εκλεγμένος μουφτής στα τζαμιά της Κομοτινής και ο Αγγά εκλεγμένος μουφτής στα τζαμιά της Ξάνθης. Και ήταν δύο παράλληλοι μουφτίδες των άλλων δύο μουφτίδων της Ξάνθης και της Κομοτινής, που είχαν διοριστεί από την ελληνική κυβέρνηση. Έχουμε δηλαδή το εξής φαινόμενο. Έχουμε δύο μουφτίδες στην Ξάνθη, δύο μουφτίδες στην Κομοτινή. Ο ένας εκλεγμένος από το μεγαλύτερο μέρος στους μουσουλανικείς κοινότητες και ο άλλος διορισμένος από την ελληνική κυβέρνηση. Αλλά μόνο ο διορισμένος αναγνωρίζεται από την ελληνική κυβέρνηση και μόνο σε αυτό έχουν αντεθεί δικαστικά καθήκοντα σε συγκεκριμένες υποθέσεις οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου. Δεν μπορεί δηλαδή ο εκλεγμένος να σκίσει αυτά τα δικαστικά καθήκοντα, διότι δεν είναι αναγνωρισμένος από το ελληνικό κράτος. Αυτοί οι δύο οι εκλεγμένοι είχαν τιμωρηθεί ο Σερήφ και ο Αγκά, η αποφάση των ελληνικών ποινικών δικαστηρίων, η αντιποίηση υπηρεσίας και στολής θρησκευτικού λειτουργού, Μουφτί, 185 και 186 άρθρα του ποινικού κώδικα και σε επίπεδο αριού παύου. Αφού λοιπόν εξάντισαν τα ιστορικά νδικαμέσα προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Αθροπινών Δικαιωμάτων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Αθροπινών Δικαιωμάτων καταδίκασε την Ελλάδα διότι έκρινε ότι η ποινική καταδίκη των εκλεγμένων Μουφτίδων δεν αποτελεί αναγκαίο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία. Διότι το κράτος οφείλει να εξασφαλίζει τον θρησκευτικό κλουραλισμό με βάση στη θρησκευτική ρευθερία και να διατηρεί θρησκευτική ουδετερότητα όπως είχε κρίνει και σε άλλες αποφάσεις όταν υπήξαν διασπάσεις θρησκευτικών κοινοτήτων. Δηλαδή το κράτος δεν πρέπει να προσπαθεί να επιβάλλει μία ενιαία ηγεσίας σε μια διασπασμένη θρησκευτική κοινότητα. Κάθε βατρεία θρησκευτικής κοινότητας μπορεί να επιλέγει το δικό της θρησκευτικό γέτη. Το κράτος υποχρεώνεται μόνο να εξασφαλίζει την ανοχή της μίας βατρείας από την άλλη. Δηλαδή το κράτος μπορεί να αναγνωρίζει έναν απ' τους δύο ηγέτες και να του απονέμει ορισμένες εξουσίες όπως δικαστικές επί μουσουρμάνων, ελληνικών πολιτών της περιφερειάς του. Αλλά αυτό δεν είναι δικαστικό. Έναντι των φατριών της διασπασμένης θρησκευτικής κοινότητας. Βέβαια, όπως έχει τονιστεί κατά κόρων στην θεωρία, η πραγματικότητα του κράτους δικαστικών αρμοδιωτήτων του Μουφτί σε ορισμένες υποθέσεις οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου έρχεται σε αντίθεση με τα ανθρώπινα δικαιώματα και με το κράτος δικαίου διότι ο Μουφτίς εφαρμόζει το Μουφτίς. Η οποία θεωρεί ότι ο άνδρας έχει θέση υπεροχή σε έναν της γυναίκας. Πράγμα το οποίο δεν συμβάζεται με την ισότητα ανδρών και γυναικών. Βέβαια, αυτό δεν είναι δικαστικό. Θεωρεί ότι ο άνδρας έχει θέση υπεροχή σε έναν της γυναίκας. Πράγμα το οποίο δεν συμβάζεται με την ισότητα ανδρών και γυναικών και με τα λοιπά ανθρώπινα δικαιώματα. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας. |