: Επομένως, μπορούμε να περάσουμε στη δεύτερη θεμετρική ενότητα, αυτής της συνεδρίας που αφορά τα εργαστήρια και αρχίζουμε με την εισήλισση της κυρίας Ελένης Λαμπροθανάση και της Ικάνης Προτεψάδη που θα μας παρουσιάσουν ιδόλια από την Εθνική Θεομετρόα Θεσσαλονίκης. Καλημέρα. Το ιδόλιο υπήρξε αντικείμενο πολλαπλών χρήσεων στην καθημερινή ζωή, δημόσια ή ιδιατική, στις κατοικές τρετουργίες και στη τέψη των νεκρών σε όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας. Έργο τέχνης, κυαλμένο από κοινή και φιλή πρωτιή, χαμηλού πόστους, χρησιμοποιήθηκε είτε ως ανάταμα σε θεότητες, είτε ως τατικό κτέρισμα, συνοδεύοντας των νεκρών στο τοξίδι του κοινωνιώτητος. Ον θρησκευτικός χαρακτήρας του είναι δεδομένος, ωστόσο η τάχτηση των μορφών και των συνθέσεων που εκπληκονίζονται αποτελεί αντικείμενα αρχαιολογικής μελέτης. Η ερμηνείας πολλές διακοσμητικά αντικείμενα, μορφές με αποτροπαϊκό χαρακτήρα, παιχνίδια, αποκολλήσεις λατρευτών προσώπων του νεκρού, αποκολλήσεις θεών και θρησκευτικών δεξασιών και αντιλήψων της εποχής. Με δεδομένο ότι οι ίδιοι τύποι ειδωλίων βρίσκονται ταυτόχρονα τόσο σε χώρους οικιακούς και λατρείας όσο και σε νεκροταφία, καθιστούν προφανές ότι τα εργαστήρια κατασκευάζουν ειδώλια πολλαπλής χρήσης. Ωστόσο, προκειμένου να προχωρήσουμε στην εγγυμνή τους θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τον τόπο, την εποχή, τις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, θρησκευτικές αντιλήψεις και τα πιστεύω, τις λαϊκές δοξασίες, τον τύπο του αδικημένου και το χώρο που αυτό βρέθηκε, το φύλλο και την ηλικία του νεκρού, εφόσον πρόκειται για στρατικό έγκριμα, εξεδιεύοντας την εργασία μας τράντη δωμένα σε Σαρωνίκης. Η Τεσσαλονίκη από την ίδρυσή της από τον Γκάσανδρο κλήθηκε να πρωταγωνιστήσει στη νέα εποχή, με εταιρόμετο στην αρχή πληθυσμό, αλλά με έντονο το στοιχείο της αδαλλαγής κάθε είδους υλικών και βρεματικών αγαθών και ενέθερη διακίνηση ιδεών, πάντα σε άμεση σχέση και επικοινωνία με τις παλαιότερες αντιτυγμένες πόλεις και ντροπόλες. Τα τοπικά υπραστηριά κεραμικής συνηπάρχουν με αυτά της χωροπλαστικής, έχοντας κοινή πορεία με άλλα σύντονα σε πόλεις όπως η Βέρεια και η Πέλλα και αργότερα με αυτά της Μικράς Ασίας, ενώ παράλληλα διαφαίνεται και μια ανεξάρτητη πορεία. Στους ρωμαϊκούς χρόνους κυριαρχεί ως κέντρο, ιτρόπολες και πολιτιστικός κόμμος. Τα εργαστήρια εξακολουθούν να υπάρχουν, να δημιουργούν και να παράγουν μεγάλο αριθμό ειδωλίων για τις ίδιες ανάγκες και σκοπούς, λατρευτικούς αλλά και τατικούς κυρίως, γιατί πρέπει να καλύψουν τις ανάγκες των δύο μεγάλων εκτός των τυχών νεκροταφείων. Στη Θεσσαλονίκη οι ανασκατικές έρευσες των τελευταίων δεκαετιών έφεραν στο φως σημαντικό αριθμό ευρημάτων και εμπλούτισαν τη μέχρι τώρα γνωστή συλλογή των πυλιών ειδωλίων. Σε αυτή ήρθαν να προσθεθούν και όλα όσα προέκρυψαν από την ανασκατική έρευνα στο πλαίσιο της κατασκευής του Μετρώπου. Ερευνήθηκε σε μεγάλη έκκριταση τμήμα των νεκροταφείων της Ελληνιστικής αλλά και της Ρωμαϊκής Πόλας, το Ανατολικό, στην περιοχή του σταθμού Σιντριβάνη και στη Βιβλιοτήκη του Ερσουτέλου Πανεπιστήμου, και το δικικό στους σταθμούς Δημοκρατία και Νέο Συντριοδρομικό Σταθμός, καθώς και στη διαστάγωση προς Σταυρούπολη. Από το 2007 έως και το 2017, δίνοντάς μας πλήθος πληροφοριών για την ανθρωπογεωγραφία της πόλης, τα ταφικά έχουμε και τις λατρευτικές συνήθειες, συμπειρώνοντας τη μέχρι τώρα γνώση μας για την ταφική αρχαιολογία. Παράλληλα, η ανασκατική έρευνα στο σταθμό Αγίας Σοφία έφερε στο φως στοιχεία για την οργάνωση της αστικής ζωής και της δραστηριότητες των κατοίκων της πόλης από την εποχή της σύμβρισης από τον Κάσεντα. Κατά την έρευνα στο στομίστο Νευροπόλεων της Θεσσαλονίκης, αποκαλύφθηκαν και ερευνήθηκαν συνολικά 3.986 τάφα, οι οποίοι καλύπτουν μια χρονική περίοδο από το τέτοιο του 4ου πρωθυστιανικού αιώνα έως και τους ύστερους δρομαϊκούς χρόνους και παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία τόσο ως προς τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά όσο και προς τα έτοιμα ταφής, το πλήθος και την ποικιλία των τερισμάτων. Χιλιάδες ευρήματα, άλλα ακέραια και άλλα χαματιασμένα και ανάμεσά τους ένα σημαντικό ρυθμός ειδωλίων, 1.100 περίπου, κατέχουν μια σημαντική θέση. Τα περισσότερα ειδόλια συνόδευαν γυναικείες και παιδικές ταφές. Γυναικείες φιγούρες στον τύπο της ταναγραίας, αφροδίτες στον τύπο της κλειδίας και της αναδιωμένης, πλαγκόνες και ζώα, κοσμεντικά παιχνίδια, συμπλέγματα έρωτα και ψυχής, μάσκες θεατρικές, προσωπία και προτομές, συνθέτουν το μακρύ κατάλογο των πύλιων αγαρματιδίων που ήρθαν στο πώς με τις ανασκαφές στους τομείς του Μετρό. Δείγματα υψηλής τέχνης και αισθητικής μας εισάγουν στο μικρό κοσμό τους και μας κοινωνούν τις ταφικές και λατρευτικές συνήθειες της εποχής τους, ενώ παράλληλα μας δίνουν πληροφορίες για την τεχνολογία τους. Μορφές ενδετημένες, με πλούσα ευτυχωμένους χειτώνες και ημάδια που σώζουν χρώματα, περί τεχνές κομμώσεις, διακοσμητικά μοτίβα και σύμφωλα, μας πληροφορούν για τις ενδηματολογικές και συνήθειες και προτιμήσεις των γυναικών της εποχής. Μορφές θεοτήτων, όπως οι Αθροτίτιοι, οι Κιβέλιοι, ο Διόνυσος, απηγούν τα σχετικά είδη και τις δοξασίες για το θάνατο στην ελληνιστική και οραμαϊκή Θεσσαλονίκη. Από το πολυπληθές σύνολο των εβλημάτων μας, εστιάζουμε στους τύπους και τις μορφές που παρουσιάζουν ενδιαφέρα τόσο θεματικά, όσο και στυλιστικά. Πολλοί διαδεδομένοι μορφήν αυτοί της πλαγκόνας. Γυναική ακαθιστή μορφή φτιαγμένη με μήτρα, με όλθιο κορμό και ενωμένα σκέλη. Με χέρια κολλημένα στο σώμα ή χωρίς, να δηλώνανται με ή χωρίς σοπές για την ανάρτηση της. Έχουν μικρό στρογγυλό πρόσωπο με σχηματοποιημένη μυτική στόμα με σακώδι χείλη με περίπλοκες και περίτεχνες κομμώσεις. Κάποιες από αυτές φέρνουν στεφάνι ή διάδυμα και στρόγγυλο ενώπια. Το στήθος δηλώνεται με ανεπέστηση της αυλακόσης, ενώ το κάτω μέρος φοσμείται με την ιωτή ζώνη ή πλαστικό δισκοειδές αμφάλιο, ενώ σε κάποιες δηλώνεται και ο στυλόδεσμος με αχνό ρόδινο χρώμα. Διατουριούν ήχνοι λευκού, υπόλευκου ή κετρινοπού επιτρίσματος σε όλο το σώμα, αλλά και ρόδινο ή πορτοκαλέδιθρο, για να δηλωθούν τα ενδύματα και τα κρυστά υποδύματα, τα οποία συνήθως ήταν κομπάκια. Τα ιδόλια στον τύπο της πλαγκόνας επιδέχονται από λόγους ερμηνιών, λόγου της σχέσης τους με τις λατρείες της κατακερούς της εποχής. Παιχνίδια από τροπαϊκές μορφές, ετέρες, νύμφες, ωστόσο από τις φυγές πληροφορούμαστε ότι χρησίμευαν ως κοριτσίστικα παιχνίδια, κούκλες, που αφιέραναν στις θεές Ήρα, Άρτεν, Νεφροδίτη, όταν έφταναν σε ηλικία γάμου, προκειμένου να εξασφαλίσουν την έμνοια και την προστασία τους στη νέα ζωή. Τη συνόδευαν όμως και στον τάφο, όταν πέθαναν νέες και ανίπαμπες. Χρονολογικά, διστοκοτετούμε από τον 2ο πρωθυσκενηφό έως και τον 1ο αιώνα, τον Χριστό. Σημαντική θέση ανάμεσα στο πλήτος των ειδωλίων, κατέχουν αυτά τα οποία απεικονίζουν ζώα. Τα χρησιμοποιούσαν σαν αθήματα, διακοσματικά αντικείμενα και απερίσματα τάφου. Τα βρίσκουμε συνήθως σε περικές σταφές, όπου έχουν τοποθετηθεί και ως παιχνίδια, δεδομένου ότι οι ανασχόλες των παιδιών με τα ζώα υπάρχει σε όλες τις εποχές, είναι διακροτικοί. Τα οποία απεικονίζονται είναι αυτά με τα οποία βρίσκεται σε καθημερινή επαφή ο άνθρωπος. Βόδια, σκύλοι, άλογα, γομνάκια, όπως επίσης κερδινά, πετινιέρα και περιστέρια. Τα βοηδοί, τα οποία είναι και τα πολυπιθέστερα. Μορφές σκύλων, αγαπητά οικιακά ζώα, σχετίζονται με την ατρία της σεκάτης και της ύσηδας. Σύμβολο αγωνιστικό, ερωτικό, σύμβολο ρεανοκότητος, σχετίζονται επιπλέον με την ατρική και τον σκυλτιό, έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη ζωή, αλλά και ως προσφορά στις χθόνιες θεότες με την θυσία τους. Τα παραπάνω αιτή παρουσιάζουν μια αυρία κυκλοφορία από τον δεύτερο προξυγγενικός και τον δεύτερο μεταξύγενικο αιώμα. Σε αυτά έρχονται να προσθεθούν και με μονομένα παραδείγματα ζώομορφων ειδωλίων, όπως τμήμα αλόγου, χρονολογείται στον δεύτερο μισό του 4ου αιώνα προς το κρυός, όρθιο σε ορθογόνια βάση του 3ου προξυγγενικού αιώνα, τμήμα αετού και λιονταριού, σύμβολο αγντρίας, που τοποθετούνται στην ίστα ελληνιστική εποχή. Αξίζει ακόμη να αναφερθούμε στα ειδώλια σφίγγας, τα οποία χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του δεύτερο προξυγγενικού αιώνα. Σημαντική είναι και η παρουσία και η παραγωγή μορφών τελεσπόρου ως κτέρισμα κατεξοχήν σε παιδικές σταθές. Πρόκειται για παιδικές μορφές που αποκανίζουν θεικά παιδιά. Είναι ξεσημείωτο ότι οι δόλοι του τελεσπόρου εμφανίζονται εκεί όπου υπάρχουν ιεράς κληπίου. Επίσης, η παρουσία τους σε τάχους δείχνει ότι ο τελεσπόρος, όπως και οι αφροτήτοι, οι αθηναοειραπείς, έχουν σχέση με τον κάτω κόσμο και συνοδεύουν τα μικρά παιδιά στον Άδη όπου και τα προστατεύουν στην περίπτωσή μας τελεσπόρου. Ο τύπος ιδιαίτερα διαδρομένος από τον δεύτερο μισό του δεύτερο προξυγγενικού αιώνα έως και τον δεύτερο αιώνα μετά Χριστό. Οι πύληνες φιγούρες των δεδημένων γυναικών, στο γνωστό τύπο της Ταναγραίας, αποτελούν συνηθισμένο ταθηκό έβρημα στην προπόληση της αιωνίκης των νηστικών χρόνων, παρουσιάζουν μεγάλη επικοιλία στην ενδυμασία και την βόμυση, τη στάση του σώματος και τα αντικείμενα που αφαιτούν ή φορούν και διαμορφώνουν μια ξεχωριστή προσευχότητα διαφορποιώντας τα σακοδαρτικά πρότυπα. Η ιδιαίτερα προσφυλής τύπος κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους είναι αυτό της αναδιωμένης Αθροδίτης και της Αθροδίτης Κνηδίας, μορφές που συνοδεύουν αρέσκο πέρας που τα τρόλεγα να φέρουν τον έρωτα στον εγκόσμιο βίο. Συμπλέγματα μορφών όπως ο έρωτας και η ψυχή, ο έρωτας σε χύπνο ή σε δεφίνι, παιδικές μορφές πάνω σε ζώα ή μορφές πολυμιστών, αποτελούν ακόμη κάποιες κατηγορίες που εντοπίστηκαν σε ταφές κυρίως μικρών παιδιών. Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα κατηγορία αποτελούν και οι τυγούρες που εικονίζουν ηθοποιούς, σιλινούς και σαντήρους, καθώς και προσωπία όπως μάσκα Διονύσου και σαντήρου που παραπέμουν στα θεατρικά δρώμενα, αλλά και τη λατρεία του Διονύσου στην πόλη της Θεσσαλονίκης τόσο κατ' τους λιμνιστικούς όσο και στρομεγικούς πρόοδους. Μορφές επίσης παιδαγωγών αλλά και κουδουνίστρες κλασίων όπως τεμπρούς και κυρίως τα μικρά παιδιά. Αξιόλογα παραδείγματα αποτελούν οι πλατάγοι με μορφή μωρούς εφασκές που βρέθηκε σε τάχος ο σταθμός μέσα στο τελετροπαιδικό σταθμό αλλά και μορφές παιδαγωγών με μικρά παιδιά που στροβούν και από τα αυτή, οι οποίες φαίνεται να προέρχονται και από την ίδια μήτρα. Στο ένα από αυτά σώζεται αποσπασματικά η επιγραφή ονόματος, τυπωμένη αντίστροφα, σε μία σειρά και θέλετε ότι αποτελεί την υπογραφή σφραγίδα του κοροβλάχου. Το όνομα που διαβάζουμε δεν σχετίζεται με τα μέχρι τώρα γνωστά παραδείγματα Αλεξάνδρου, Απολούνιου, Σουάλητος, Μονομάχου, Οαλερίου, Απολωνίου, Γραπτούπίμα και Δουσκουρίδου. Πρόκειται πιθανότατα για ένα νέο εργαστήριο και ένα νέο κατασκευαστήριο, ο οποίος φάγησε το δημιουργημά του με το όνομά του, από το οποίο μπορούμε να διακρίνουμε τα όρθα. Δ, Α, Λ, Π, Γ, Ρ. Συμπηρώνοντας έτσι την προσωπογραφία των κοροπλαστών του δεύτερου μεταχριστιανικού αιώνα της Θεσσαλονίκης. Η δική αναφορά αξίζει να γίνει στα εμπρύματα που ήρθε στο φως, κατά τη διαξεγωγή της σωστικής ανασκαφής στο νεο, νότλο και έλειθο στο στρατιμό Αγίας Σοφία, όπου είχαμε την τύχη να εντοπίσουμε οικοδομικά κατάλυπα της ιδρυτικής φάσης της πόλης. Με τον εντοπισμό βέβαια δύο τμήματων, δύο οικοδομικών νησίδων, εκατέροχται οδική σαρτηρία στον άξονα βορανότο, που ταυτίζεται με τη σημερινή οδοπλάττονος και νότια του Μαρμαρώστου του Τεκουμάνους, αλλά και του Χαρικώστρου του Ελληνιστικού, που ερευνήθηκαν στο βόρειο τμήμα του ίδιου σταθμού. Από την ανασκαφή προέκρυψαν στη δυτική νησίδα έντονα ίχνη εργαστηριακής χρήσης καιρανική κλείβανη, ένας εκ των οποίων και αποσπάστηκε για να αναδειχθεί στη συνέχεια κατά την οροκλήραση των εργασιών της κατασκευής των μητροπολιτικούς ηδηροδρόμων. Εργαστηριακά προϊόντα και τμήματα νητρών μας οδηγούν με ασφάλεια στον υποστήριξο με την ύπαρξη και τη λειτουργία εργαστηρίου ποροπραστικής στον τομέα αυτό της πόλης και σε άμεση κυκνίαση με αυτά της αγοράς. Η χρονολόγηση στον τρίτο κοπισκιανικό αιώνα διστοποιεί τη χρήση του χώρου από τη φάση ακόμη του Κάσσανδρου σε ένα οργανωμένο πολεοδομικό ιστό ο οποίος τέγιαζε στη νεοναρχόμενη δύναμη του μετεγονικού βασιλείου. Σας ευχαριστούμε. Σας ευχαριστούμε και εμείς, την Θεία Συναδάρκη, για την πολύ καλή αυτή παρουσία του λειτουργίου από τον Μετράο Θεσσαλονίκη. |