Διάλεξη 6 / Διάλεξη 6 / Διάλεξη 6

Διάλεξη 6: Εκκλησιαστική αρχή της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας Εκκλησιαστική αρχή της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας Γεια σας αγαπητοί φίλοι και φίλοι. Στην έκτη διάλεξη του Μεταπτυχιακού των Θεσμών Ευρωπαϊκών Λαών, συνεχίζουμε να βλέπουμε τα όργανα της Ανώτα της Εκκλησιαστικής Αρχής της Αυτοκ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Κυριαζόπουλος Κυριάκος (Επίκουρος Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Θεσμοί Ευρωπαϊκών Λαών Ι 19ος-20ος αιώνας
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=4eb62eef
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 6: Εκκλησιαστική αρχή της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας Εκκλησιαστική αρχή της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας Γεια σας αγαπητοί φίλοι και φίλοι. Στην έκτη διάλεξη του Μεταπτυχιακού των Θεσμών Ευρωπαϊκών Λαών, συνεχίζουμε να βλέπουμε τα όργανα της Ανώτα της Εκκλησιαστικής Αρχής της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας, σε σύγκριση με αντίστοιχους θεσμούς της Καθολικής Εκκλησίας. Από την πέμπτη διάλεξη είχαμε ξεκινήσει να βλέπουμε την Αρχιερατική Σύνοδο, η οποία αντιστοιχεί στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Είχαμε πει ότι η Αρχιερατική Σύνοδος έχει μία λίστα σημαντικών διοικητικών ραμμοδιωτήτων, από τις οποίες οι πιο σπουδαίες είναι ότι αποφασίζει τον καταστρατικό χάρτη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό σημαίνει ότι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, επειδή η ίδια αποφασίζει τον καταστρατικό χάρτη, είναι ελεύθερη εκκλησία, δεν είναι κρατική εκκλησία στη Ρωσική Ομοσπονδία και στις άλλες χώρες, οι οποίες αποτελούν το κανονικό της έδαφος. Αντιθέτως, στην Ελλάδα, η Εκκλησία της Ελλάδος και η Εκκλησία της Κρήτης είναι κρατικές εκκλησίες, διότι αυτές οι δύο εκκλησίες, οι Ορθόδοξες, δεν αποφασίζουν μόνες τους τους καταστρατικούς τους χάρτες, αλλά αυτούς τους ψηφίζει η Βουλή των Ελλήνων. Αντιθέτως, όπως προείπαμε, το καταστρατικό χάρτη της πλησίας της Ρωσίας, το ψηφίζει η Αρχιερατική Σύνοδος και όχι η Ρωσική Δούμα, η Ρωσική Βουλή. Επίσης, η Αρχιερατική Σύνοδος αποφασίζει τον κανονισμό της δικονομίας των εκκλησιαστικών δικαστηρίων. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι στην Ελλάδα, η Εκκλησία της Ελλάδος δεν έχει αυτήν την αρμοδιότητα, ισχύει ο νόμος 5383 του 32 για τα εκκλησιαστικά δικαστήρια, ο κρατικός νόμος. Επίσης, είναι αρμόδια η Αρχιερατική Σύνοδος να ιδρύει, να αναδιοργανώνει και να καταργεί τις μη αυτόνομες εκκλησίες, τις εξαρχίες και τις επαρχίες να καθορίζει τα όρια και τις επωνυμίες τους. Η Αρχιερατική Σύνοδος είναι επίσης αρμόδια να ιδρύει, να αναδιοργανώνει και να καταργεί τους συνοδικούς οργανισμούς. Και προχωρούμε στο άρθρο 5 του τρίτου κεφαλαίου, το οποίο ρίζει ότι η Αρχιερατική Σύνοδος είναι το εκκλησιαστικό δικαστήριο τελευταίου εκκλήτου. Δηλαδή η Αρχιερατική Σύνοδος εκτός από ανώτατο διοικητικό όργανο και ανώτατη δακτική αρχή για την αυτοκέφαλη εκκλησία της Ρωσίας, είναι επίσης και το εκκλησιαστικό δικαστήριο του τελευταίου εκκλήτου, της τελευταίας έφεσης. Ποιες δικαστικές αρμοντιότητες έχει, μας αναφέρει το ίδιο άρθρο 5. Σε πρώτο και τελευταίο βαθμό δικαιοδοσίας για τις δογματικές και κανονικές παρεκκλήσεις στις δραστηριότητες του Πατριάρχη Μόσχα και πάσης Ρωσίας. Δηλαδή η Αρχιερατική Σύνοδος είναι το δικαστήριο το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό τα εκκλησιαστικά παραπτώματα, τα εκκλησιαστικά ποινικά δικήματα σε θέματα δογματικά και κανονικά του Πατριάρχη Μόσχας. Η Αρχιερατική Σύνοδος σε τελευταίο βαθμό δικαιοδοσίας δικάζει τις διαφορές μεταξύ δύο ή περισσότερων αρχιερέων. Δικάζει επίσης τα κανονικά δικήματα και τις δογματικές παρεκκλήσεις των αρχιερέων. Δικάζει ακόμη όλες οι υποθέσεις που αναπέμονται σε αυτήν από το Γενικό Εκκλησιαστικό Δικαστήριο για τη λήψια μετάκλητης απόφασης. Επομένως τρία είδη των υποθέσεων τις οποίες δικάζει σε τελευταίο βαθμό δικαιοδοσίας η Αρχιερατική Σύνοδος. Οι διαφορές μεταξύ δύο ή περισσότερων αρχιερέων, τα κανονικά δικήματα και τις δογματικές παρεκκλήσεις των αρχιερέων και όλες οι υποθέσεις που παραπέμονται σε αυτήν από το Γενικό Εκκλησιαστικό Δικαστήριο. Πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 8 του πρώτου κεφαλαίου του καταστατικού χάρτη της Εκκλησίας της Ρωσίας αναφέρει ποια είναι τα εκκλησιαστικά δικαστήρια. Πρώτον, τα επαρχιακά δικαστήρια, δεύτερον το Γενικό Εκκλησιαστικό Δικαστήριο και τρίτον το Δικαστήριο της Αρχιερατικής Συνόδου. Το άρθρο 6 του τρίτου κεφαλαίου προβλέπει για τον Πρόεδρο της Αρχιερατικής Συνόδου. Ο Πρόεδρος της Αρχιερατικής Συνόδου είναι ο Πατριάρχης Μόσχας ή ο τοποτηρητής του. Η Αρχιερατική Σύνοδος διαθέτει και Προεδρείο εκτός από Πρόεδρο. Το Προεδρείο της Αρχιερατικής Συνόδου είναι η Αρχιερά Σύνοδος, ορίζει το άρθρο 7 του ίδιου τρίτου κεφαλαίου. Το Προεδρείο είναι υπεύθυνο για τη διεξαγωγή και διεύθυνση της Συνόδου. Το Προεδρείο προτείνει τη δημερίσια διάταξη, το πρόγραμμα και τον κανονισμό λειτουργίας της Αρχιερατικής Συνόδου. Υποβάλλει προτάσεις για τη διαδικασία, κατά την οποίαν η Αρχιερατική Σύνοδος θα εξετάζει τα ανακύπτοντα προβλήματα, τα διαδικαστικά ζητήματα και τα ζητήματα πρωτοκόλου. Το Προεδρείο, λοιπόν, μας λέει το άρθρο 7, είναι υπεύθυνο για τη διεξαγωγή και τη διεύθυνση της Συνόδου. Υπάρχει και Γραμματέας της Αρχιερατικής Συνόδου. Σ' αυτόν αναφέρεται το άρθρο 8 του τρίτου κεφαλαίου. Ο Γραμματέας της Αρχιερατικής Συνόδου εκλέγεται μεταξύ των μελών της Ιεράς Συνόδου. Ένας λοιπόν συνοδικός εκλέγεται Γραμματέας της Αρχιερατικής Συνόδου. Ποιες είναι οι αρμοδιώτες του Γραμματέα της Αρχιερατικής Συνόδου? Είναι υπεύθυνος για την προμήθεια της Αρχιερατικής Συνόδου με το αναγκαίο υλικό εργασίας και για την τήρηση των πρακτικών. Δύο είναι δηλαδή οι αρμοδιώτες. Να προμηθεύει τα μέλη της Αρχιερατικής Συνόδου Γραμματέας με τον αναγκαίο υλικό εργασίας. Και δεύτερη, αρμοδιώτες ανατηρεί τα πρακτικά, τα οποία πρακτικά υπογράφονται από τον Πρόεδρο της Αρχιερατικής Συνόδου και τα μέλη της Ιερά Συνόδου, τα οποία αποτελούν το Προεδρείο της Αρχιερατικής Συνόδου. Το άρθρο 10 του τρίτου κεφαλαίου αναφέρεται στην Προεδρία των Συνεδριών της Αρχιερατικής Συνόδου. Προεδρεύει στις Συνεδρίες της Αρχιερατικής Συνόδου ο Προεδρός, δηλαδή ο Πατριάρχης Μόσχασιος τοποτηρητής του ή κατόπιν προτάσεως του Προέδρου, ένα μέλος της Ιερά Συνόδου. Το άρθρο 11 αναφέρεται στους προσκεκλημένους στην Αρχιερατική Σύνοδο. Θεολόγοι, ειδικοί παρατηρητές και επτισκέπτες μπορούν να προσκαλούνται σε ορισμένες συνενδρίες της Αρχιερατικής Συνόδου χωρίς δικαίωμα αποφασιστικής ψήφου η έκταση της συμμετοχής τους στη διαδικασία της Αρχιερατικής Συνόδου, καθορίζεται από τον κανονισμό λειτουργίας. Όλα λοιπόν τα θέματα προετοιμασίας, ημέρη σχέδια διάταξη, πρόγραμμα κανονισμός, διαδικασία επίλυσης προβλημάτων, όλα αυτά προτείνονται προς απόφαση από την Ιερά Σύνοδο στην Αρχιερατική Σύνοδο. Μεταξύ λοιπόν αυτών των θεμάτων συγκαταλέγεται και ο κανονισμός λειτουργίας της Αρχιερατικής Συνόδου και ο κανονισμός λειτουργίας προβλέπει την έκταση της συμμετοχής στην Αρχιερατική Συνοδό προς κεκλημένων θεολόγων ειδικών παρατηρητών επισκεπτών. Πάντως ορίζει το άρθρο 11 του Τρίτου Κεφαλαίου ότι δεν έχουν οπωσδήποτε δικαίωμα αποφασιστικής ψήφου, μόνο τα μέλη της Αρχιερατικής Συνοδού έχουν δικαίωμα αποφασιστικής ψήφου. Το άρθρο 12 του Τρίτου Κεφαλαίου αφορά τη λήψη των αποφάσεων στην Αρχιερατική Σύνοδο. Οι αποφάσεις της Αρχιερατικής Συνοδού λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία σε εφανερή μυστική ψηφοφορία, εκτός των περιπτώσεων που ειδικά προβλέπονται από το κανισμό λειτουργίας που υιοθετείται από την Αρχιερατική Σύνοδο. Σε περίπτωσης ψηφοφορίας σε εφανηρή ψηφοφορία επηρεσκεί ψήφος του προέδου, σε περίπτωσης ισοψηφίας σε μυστική ψηφοφορία η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται. Οι αποφάσεις, λοιπόν, της Αρχιερατικής Συνοδού λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόνων των μελών. Μπορεί να προβλέπεται εφανερή μυστική ψηφοφορία ανάλογα με τον κανονισμό λειτουργίας. Ή μπορεί ο κανονισμός λειτουργίας να προβλέπει διαφορετικό τρόπο λήψης απόφασης αυξημένη για παράδειγμα πλειοψηφία. Αν υπάρχει ισοψηφία σε εφανερή ψηφοφορία επηρεσκεί ψήφος του προέδου, αν υπάρχει ισοψηφία σε μυστική ψηφοφορία, τότε πρέπει να επαναληφθεί η ψηφοφορία. Και η απαρτία της Αρχιερετικής Συνόδου είναι τα 2 τρίτα των αρχιερέων μελών της. Όπως ορίζει το άρθρο 14 και το άρθρο 15, οι αποφάσεις της Αρχιερετικής Συνόδου αρχίζουν να ισχύουν αμέσως μετά την ιωθέτησή τους. Και τώρα εισερχόμαστε σε ένα άλλο όργανο, της Σανώτα της εκκλησιαστικής εξουσίας της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας, που είναι ο Πατριάρχης Μόσχας και Πάσης Ρωσίας. Το άρθρο 1 του 4ου κεφαλαίου ορίζει «ο προκαθήμενος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας έχει τον δίτλο της αυτού αγιότητος του Πατριάρχη Μόσχας και Πάσης Ρωσίας». Η θέση του Πατριάρχη Μόσχας μεταξύ των οργάνων της Σανώτα της εκκλησιαστικής εξουσίας της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ρωσίας ορίζεται στο άρθρο 2 του 4ου κεφαλαίου. «Ο Πατριάρχης Μόσχας και Πάσης Ρωσίας έχει το πρωτίο τιμής μεταξύ των αρχιερέων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και είναι υπόλογος στην τοπική κληρικολαϊκή σύνοδο και την αρχιερατική σύνοδο». Εδώ αξίζει να κάνουμε κάποιες προατηρήσεις συγκριτικές σε σχέση με τον Πατριάρχη Μόσχας και τον Πάπα. Ο Πάπας έχει πρωτίον τακτικής επισκοπικής εξουσίας σε όλες τις επισκοπές της Καθολικής Εκκλησίας. Ο Πατριάρχης Μόσχας έχει πρωτίον τιμής μεταξύ των αρχιερέων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Άλλο πράγμα είναι το πρωτίον της επισκοπικής εξουσίας και άλλο πράγμα είναι το πρωτίον τιμής του προκαθυμένου μεταξύ των αρχιερέων της Αυτοκέφαρης Εκκλησίας του. Ο Πάπας είναι επίσκοπος Ρώμης και ταυτόχρονος είναι επίσκοπος όλης της Καθολικής Εκκλησίας, δηλαδή όλων των επισκοπών. Επομένως σε κάθε επισκοπή εκτός Ρώμης συνδρέχουν δύο επισκοπικές εξουσίες τακτικές. Μία του Πάπα και μία του τοπικού επισκόπου. Και μάλιστα του Πάπα έχει το πρωτίον της επισκοπικής εξουσίας σε όλες τις επισκοπές της Καθολικής. Αλλά ως προς την άσκηση τους δύο επισκοπικές εξουσίες του Πάπα και του τοπικού επισκόπου σε μία Καθολική Επισκοπή, τακτικώς ασκείται η επισκοπική εξουσία του τοπικού επισκόπου στην επισκοπή του και εκτάκτως μπορεί να ασκηθεί η επισκοπική εξουσία του Πάπα στην επισκοπή εκείνου του τοπικού επισκόπου για τον οποίον μιλάμε. Και μάλιστα επειδή έχει πρωτίον επισκοπικής εξουσίας σε όλες τις επισκοπές της Καθολικής Εκκλησίας, γι' αυτό όταν ασκηθεί η εξουσία του Πάπα ως επισκόπου κάθε Καθολικής Επισκοπής, μπορεί να παραμεριστεί σε συγκεκριμένη περίπτωση, λόγω του πρωτίου εξουσίας του οποίου έχει στην επισκοπική εξουσία σε κάθε μία Καθολική Επισκοπή, μπορεί να παραμεριστεί η επισκοπική εξουσία του τοπικού επισκόπου σε συγκεκριμένη περίπτωση, κατά την οποία ανασκείται το πρωτίον εξουσίας επισκοπικής εξουσίας του Πάπα εκτός Ρώμης. Τέτοιο πρωτίο επισκοπικής εξουσίας δεν υπάρχει για τον Πατριάρχη Μώσιας ούτε για κανέναν προκαθήμενο ορθόδοξ αυτοκέφαλος της Εκκλησίας, είτε είναι Πατριάρχης είτε είναι Αρχιεπίσκοπος. Διότι τόσο η δογματική, δηλαδή η εκκλησιολογία, συγκεκριμένα η εκκλησιολογία, όσο και οι βασικοί θεσμοί διοίκησης, δηλαδή το κανονικό δίκιο, οι βασικοί θεσμοί διοίκησης της Ορθόδοξης Εκκλησίας διαφέρουν από εκείνα της Καθολικής Εκκλησίας. Μια αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία διοικείται ως προς τις υποθέσεις που ανήκουν στην αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία και μόνος προς αυτές. Από την Ιερά Σύνοδο της Ηκίας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, η οποία προεδρεύεται από τον προκαθήμενό της, ο οποίος μπορεί να είναι είτε πατριάρχης είτε αρχιεπίσκοπος. Ο προκαθήμενος έχει επισκοπική εξουσία μόνον στη δική του επισκοπή. Το πατριάρχης Μόσχας, για παράδειγμα, έχει επισκοπική εξουσία μόνον στην επισκοπή της Μόσχας. Δεν έχει επισκοπική εξουσία στις άλλες επισκοπές του πατριαρχείου της Ρωσίας. Κάθε επίσκοπος, είτε στην αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ρωσίας, είτε στις άλλες ορθόδοξες αυτοκέφαλες της Εκκλησίας, έχει αποκλειστική επισκοπική εξουσία στη δική του επισκοπή. Επομένως, το πρωτίο το οποίο προβλέπεται για τους προκαθημένους τους ορθοδόξους, είτε είναι πατριάρχης ή αρχιεπίσκοποι, είναι αποκλειστικά πρωτίο τιμής. Δηλαδή, είτε προεδρία της Ιεράς Συνόδου της οικίας αυτοκέφαλης Εκκλησίας, είτε άσκηση κάποιων αρμοδιωτήτων, οι οποίες προβλέπονται από τον οικείο καταστρατικό χάρτη οι οποίες σχετίζονται με τη διοίκηση των υποθέσεων της οικίας αυτοκέφαλης Εκκλησίας. Το άρθρο 3 του 4ο κεφαλιών αφέρεται στο μνημόσυνο του πατριάρχη Μόσχας. Δηλαδή στον τύπο μνημόνευσης του πατριάρχη Μόσχας, στη διάρκεια των ιερών ακολουθιών σε όλους τους ναούς της Ρωσικής Εκκλησίας. Η φράση μνημόνευσης είναι η εξής «Υπέρ του Μεγάλου Κυρίου και Πατέρα μας Κυρίλου, της αυτού αγιότητος του πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας». Στη συνέχεια, τα επόμενα άρθρα αναφέρονται στις αρμοδιότητες του πατριάρχη Μόσχας και συγκεκριμένα το άρθρο 5 του 4ο κεφαλή ορίζει «Η σχέση μεταξύ του πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας και της Ιεράς Συνόδου καθορίζονται από τον κανόνα 34 των Αγίων Αποστόλων και από τον κανόνα 9 της Συνόδου της Αντιοχίας σύμφωνα με την αποδεικτή ορθόδοξη παράδοση». Δηλαδή, η διάταξη αυτή του άρθρου 5 διευκρινίζει το τι σημαίνει το πρωτίο τιμής του πατριάρχη Μόσχας ως προκαθυμένου του Πατριαρχείου της Ρωσίας, πρωτίο τιμής μεταξύ των αρχιερέων της Ρωσικής Εκκλησίας. Δηλαδή, οι σχέσεις μεταξύ του προκαθυμένου μιας αυτοκέφαλης Εκκλησίας εμπροκειμένου του πατριάρχη Μόσχας με τους επισκόπους του πατριαρχείου Μόσχας. Καθορίζονται από αυτούς τους δύο ιερούς κανόνες που είναι γενικώς ισχύονται σε όλες τις ορθόδοξες αυτοκέφαλες εκκλησίες. Είναι κοινό κανονικό δίκαιο όλων των ορθόδοξων αυτοκεφάλων εκκλησιών. Κανόνα 34 των Αγίων Αποστόλων και κανόνα 9 της Συνόδου της Αντιοχίας. Σύμφωνα με αυτούς τους κανόνες, μια αυτοκέφαλη Εκκλησία διοικείται από τον προκαθυμένο της και από την πλειοψηφία της Συνόδου, από τη Σύνοδο δηλαδή. Πρέπει να συμπέσει η βούληση του προκαθυμένου με τη βούληση της πλειοψηφίας της Συνόδου για να ληφθεί μία απόφαση, αυτό είναι το νόημα αυτών των δύο ιερών κανόνων. Αλλά πάντοτε σε θέματα τα οποία αφορούν υποθέσεις της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, δηλαδή υποθέσεις που υπερβαίνουν την αρμοδιότητα του τοπικού επισκόπου στην επισκοπή του, αλλά δεν επεκτείνονται σε υποθέσεις που υπερβαίνουν την αρμοδιότητα της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, διότι εάν υποθέσεις υπερβαίνουν την αρμοδιότητα της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, τότε αρμόδια είναι ολόκληρη η Ορθόδοξη Εκκλησία, δηλαδή όλες οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες να συναποφασίσουν. Στη συνέχεια, το άρθρο 7 εξειδικεύει αυτή τη σχέση Πατριάρχη Μόσχας, δηλαδή προκαθημένο Αυτοκέφαλες Εκκλησίας και Ιερά Συνόδου, καθορίζοντας συγκεκριμένες αρμοδιότητες για τον Πατριάρχη Μόσχας. Κατά την άσκηση κανονικής εξουσίας του, ο Πατριάρχης Μόσχας και Πάσης Ρωσίας, πρώτον, είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των αποφάσεων της τοπικής Κληρικολαϊκής Συνόδου, της Αρχιερατικής Συνόδου και της Ιερά Συνόδου. Δεύτερον, υποβάλλει στην τοπική Κληρικολαϊκή Σύνοδο και την Αρχιερατική Σύνοδο της εκθέσεις για την κατάσταση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας για την περίοδο μεταξύ των εν λόγω Συνόδων. Τρίτον, διατηρεί την ενότητα της ιεραρχίας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τέταρτον, ασκεί τη διοικητική εποπτία επί όλων των συνοδικών τμήματων. Πέμπτον, απευθύνει υπημαντικές εγκυκλίους στο πλήρωμα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Έκτον, υπογράφει τα γενικά εκκλησιαστικά έγγραφα μετά την προβλεπόμενη έγκριση τους από την Ιερά Σύνοδο. Εύδο, μονασκή την εκτελεστική και τη δικαστική εξουσία στη διοίκηση του Πατριαρχείου της Μόσχας. Όχδον, επικοινωνεί με τους προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών σύμφωνα με τις αποφάσεις της τοπικής κληρικολαϊκής Συνόδου ή της Αρχιερατικής Συνόδου ή της Ιερά Συνόδου, καθώς και εξ ονόματός του. Ένατον, εκπροσωπεί τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στις σχέσεις της με τα ανώτατα όργανα της κρατικής εξουσίας και διοίκησης. Δέκατον, έχει το καθήκο να υποβάλει αιτήσεις και να μεσολαβεί ενώπιον των οργάνων της κρατικής εξουσίας τόσο στο κανονικό έδαφος όσο και εκτός αυτού. Ενδέκατον, επικοινώνει τα καταστρατικά των ημιαυτόναμων εκκλησιών, των εξαρχιών και των επαρχιών. Δωδέκατον, δέχεται τις εφαίσεις που ασκούνται από τους επαρχιούχους αρχιερείς των ημιαυτόναμων εκκλησιών. Δέκατον, τρίτον, εκδίδει διατάγματα για την εκλογή και το διορισμό των επαρχιούχων αρχιερέων, των προϊσταμένων των συνοδικών τμήματων, των βοηθών αρχιερέων, των Βρυτάνιων των θεολογικών σχολών και άλλων αξιωματούχων που διαρίζονται από την Ιερά Σύνοδο. Δέκατον, τέταρτον, λαμβάνει μέρημα για την έγκαιρη πλήρωση των αρχιερατικών θρόνων. Δέκατον, πέμπτον, αναθέτει στους αρχιερείς την τοποτηρητία επαρχίας, στην περίπτωση κατά την οποίαν οι επαρχιούχοι αρχιερείς ασθενούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, εκδημήσουν ή δικάζονται από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια. Δέκατον, έκτον, υποπτεύει την άσκηση από τους αρχιερείς των πειμαντορικών τους καθηκόντων, λαμβάνοντας μέρημα για τις επαρχίες. Δέκατον, έβδομον, έχει το δικαίωμα να επισκέπτεται στις αναγκές περιπτώσεις όλες τις επαρχίες της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Δέκατον, όγδομ, παρέχει αδελφικές συμβουλές τους αρχιερείς που αφορούν τόσο την προσωπική τους ζωή όσο και την άσκηση των πειμαντορικών τους καθηκόντων. Σε περίπτωση που δεν συμμορφώνονται με τις συμβουλές του, προτείνει στην Ιερά Σύνοδο να λάβει η κατάλληλη απόφαση. Δέκατον, έναντον, εξετάζει τα ζητήματα που αφορούν τις διαφορές μεταξύ των αρχιερέων, οι οποίοι ζητούν εκουσίως τη διετισία του χωρίς τυπική δίκη. Η απόφαση του Πατριάρχης, εν λόγω περιπτώσεων, είναι δεσμευτική και για τα δύο μέρη. Εικοστών, λαμβάνει καταγγελίες που αφορούν αρχιερείς και τις προωθεί, όπως προβλέπετε. Εικοστών πρώτον, παρέχει άδεια στους αρχιερείς να απουσιάζουν για περισσότερο από δεκατέσσερις ημέρες. Εικοστών δεύτερον, απονέμει στους αρχιερείς τους καθιερωμένους τίτλους και τις ανώτερες εκκλησιαστικές διακρίσεις. Εικοστών τρίτον, απονέμει στους κληρικούς και λαϊκούς εκκλησιαστικές τιμητικές διακρίσεις. Εικοστών τέταρτον, εγκρίνει την απονομή ακαδημαϊκών τίτλων και βαθμίδων. Εικοστών πέμπτον, αυάνει μέρημνα για την έγκαιρη προπαρασκευή και καθαγιασμό του Αγίου Μύρου, για τις γενικές εκκλησιαστικές ανάγκες. Εκκλησία Αγίου Μύρου