Διάλεξη 6 / Διάλεξη 6 / Διάλεξη 6

Διάλεξη 6: Στο τρίτο μας μάθημα όσον αφορά τις αφηγήσεις μόνος της Ανάστησης στον Καταλουκάνο Βακέλη θα δούμε το τελευταίο μέρος του κειμένου. Είδαμε στα προηγούμενα μάθηματα. Τα πρώτα δύο μέρη του 24. κεφαλαίου του τρίτου Ευαγγελία είπαμε ότι ο 28ο κεφάλαιο είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στον Κα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Τσαλαμπούνη Αικατερίνη (Επίκουρη Καθηγήτρια)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας / Ευαγγελικές αφηγήσεις της Ανάστασης
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2014
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=b1dc9f73
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 6: Στο τρίτο μας μάθημα όσον αφορά τις αφηγήσεις μόνος της Ανάστησης στον Καταλουκάνο Βακέλη θα δούμε το τελευταίο μέρος του κειμένου. Είδαμε στα προηγούμενα μάθηματα. Τα πρώτα δύο μέρη του 24. κεφαλαίου του τρίτου Ευαγγελία είπαμε ότι ο 28ο κεφάλαιο είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στον Καταλουκάνο Βαγγέλη και από αφηγηματικής αλλά και από θεολογικής απόψω όσον αφορά την αφήγηση του ίδιου του Ευαγγελίου, την κορύφωση θα λέγαμε της αφήγησης του Ευαγγελιστή για τον Ιησού Χριστό και ουσιαστικά θα δούμε και σήμερα θα έρθετε ευκαιρία να δούμε υπάρχει και μια θα λέγαμε ένα κρίσιμο και μια ολοπίρωση της αφήγησης όπως στοιχεία που βρήκανε στην αρχή του Ευαγγελίου θα τα ξαναδούμε εδώ. Ταυτόχρονα όμως το κεφάλαιο αυτό αποτελεί θα λέγαμε κατά κάποιο τρόπο και το τέλος του Ευαγγελίου και την αρχή των πράξεων Αποστώνων. Θα δούμε γι' αυτό θα μιλήσουμε εκτενέστατα όσον αφορά το ρόλο που διαδραματίζει αυτό το κεφάλαιο σε σχέση με τις πράξεις των Αποστώνων είναι το δεύτερο βιβλίο το οποίο προέρχεται από τον ίδιο συγγραφέα τον οποίο είναι η παράδοση της Εκκλησίας Ταυτής με την Ευαγγελιστή Λουκά. Και θα πούμε τώρα στην αρχή ορισμένα πραγματάκια όσον αφορά την ιστορία της σύνταξης της ενότητας και όσον αφορά τις πιθανές σχέσεις αυτού του κειμένου με άλλα αντίστοιχα κειμένα μέσα στη Νικαινή Διαθήκη. Και αυτή η περικοπή παρουσιάζει ιδιαίτερα ενδιαφέρον και παρουσιάζει επίσης μια στοιχεία τα οποία ξέρω πραγματικά σχολιές μου. Κατ' αρχάς η ιστορία αυτή αναφέρεται στην εμφάνιση του Ιησού στους μαθητές όπου είναι αυτή η συλληγμένη δεν μας λέει ακριβώς πού και εκεί λοιπόν που είναι συλληγμένη εμφανίζει το Ιησούς και συζητά μαζί τους διάφορα πράγματα και στη συνέχεια η συνομιαφύγηση θα συνεχίσει με την εντονή που θα δώσει ο ναστημένος Ιησούς στους μαθητές του να διδάξουν το επαγγέλιο και την υπόσχεση που θα τους δώσει για την έλευση του αγίου πνεύματος και το ρόλο που θα παίξουν σε όλα αυτά τα φταυμαστά γεγονότα ή μαθητές. Και στη συνέχεια στο τελευταίο κομμάτι του 24ου κεφάλαιο ουσιαστικά έχουμε την κατακλείδα με την αδερυγραφή πολύ σίγουρα της ανάληψης και στη συνέχεια με το τέλος του Ευαγγελίου. Θα πρέπει να πω βέβαια ότι σε αντίθεση μετά άλλα δύο Ευαγγελία δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το καταλουκάνι έχει ένα κλειστό τέλος καθώς η συνέχεια του τέλους αυτού βρίσκεται ουσιαστικά στα πρώτα κεφάλαια των πράξεων. Και είναι προφανές αυτό γιατί θα δούμε ότι οι ίδιες αφηγήσεις επαναλαμβάνονται στις πράξεις μας. Τώρα με κάποιες διαφορές βέβαια τράμα που οδηγεί ακριβώς στο συμπέρασμα ότι εδώ δεν μιλάμε πλέον για μια καθαρά ανοιχτή αφήγηση όπως είναι το χαρακτηστικό παράδειγμα η αφήγηση της Ανάστασης στο Μάρκο ή αίσθητο του στο Μαθαίο αλλά εδώ υπάρχει η συνέχεια και ουσιαστικά το ανοιχτό τέλος αυτού του διπλού έργου Λουκάς και πράξετου ότι είναι το τέλος των πράξεων Αποστόλου. Η περικοπή μας παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με την αντίστοιχη αφήγηση στο κατά Ιωάννια κεφάλαιο στο 20ο κεφάλαιο και στους τύπους 19-20 όπου και εκεί πάλι ο Ιησούς εμφανίζεται και βέβαια θυμάζεται ο χώρος, εμφανίζεται ο Ιησούς στους μαθητές και περίπου έχουμε το ίδιο λεξιλόγιο και τα ίδια θέματα και μοτίβα και εκεί και εδώ. Αυτό έχουμε πει κι άλλη φορά, ένα μεγάλο θέμα της συγγένειας του Λουκά με τον Ιωάννη. Είπαμε κι άλλη φορά, θα το αρχίσω έτσι πολύ σύντομα, ότι υπάρχει μεγάλη συζήτηση για τις πηγές του 3ου και του 4ου επακελείου. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την πιθανή σχέση μεταξύ των δύο επακελείων που ξεκινούν από το ότι ο Λουκάς, ο Σύνομι ο Ιωάννης, γνωρίζει κάποιον από τους συλλογτικούς, στην περίπτωση μας τελικά, ή μοιράζεται μαζί του μια κοινή παράδοση με η άλλη πλευρά της θέσης αυτής. Βλέπουμε υπάρχουν και μερικοί πολύ λίγοι που θα γίνεται εντελώς τυχαία η οποιαδήποτε σύντοση, ωστόσο εδώ η έρευνα κλείνει περισσότερο σε μία από τις δύο πρώτες εκδοχές που αντέφερα, είτε ότι και οι δύο μοιράζονται, αντλούν από μία κοινή δεξαναινή παραδόσια, τα οποία φυσικά μας οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα, όσον αφορά και τη γεωγραφική τοποθέτηση αλλά και την ιδεολογική τοποθέτηση των δύο κοινοκύτων, και δεύτερο, υπάρχει η θεωρία ότι μπορεί να μην είναι τόσο χαλαρή η σύνδεση των δύο επακελείων, αλλά πίσω από αυτή τη σύνδεση να κρύβεται η γνώση εκ μέρους της κοινότητας του Ιωάννη και του ίδιου του συγγραφέα του Βαγγενίου, το εκαταλουκάνε Βαγγενίου, το οποίο συνεχίζει να χρησιμοποιείται και να διαβάζεται μέσα στην κοινότητα του Ιωάννη. Αυτό είναι στο χώρο της υπόθεσης, οι ενδίξεις που έχουμε μέσα στο κείμενο μας οδηγούν σε αυτά τα συμπεράσματα, χωρίς όμως να είμαστε σε θέση να μπορούμε να αποδείξουμε πλήρως την αλήθεια του πράγματος. Όμως, η γενότητά μας αυτή παρουσιάζει και πολλές ρεκτικές ομοιότητες με μία αφήγηση που υπάρχει στο καταμάρκον επαγγέλιο για τον περίοδο του Ιησού πάνω στη θάλασσα στα κύματα. Θα θυμνώμαστε εκεί ότι και εκείνη η νύχτα και ξαφνικά εμφανίζεται ο Ιησούς. Η αντίδραση του μαθητών μοιάζει πάρα πολύ με την αντίδραση των μαθητών εδώ στο Λουκά. Υπάρχουν τα ίδια μετίβα, αλλά υπάρχει και το ίδιο λεξιλόγιο. Είναι πιθανόν, κατά μία άποψη τουλάχιστον, ο Λουκάς να χρησιμοποιεί κάποια στοιχεία από αυτή την αφήγηση, η οποία έτσι κι αλλιώς στη γλώσσα της ερμηνείας θεωρείται μία αφήγηση θεοφάνειας, καθώς ο Ιησούς εμφανίζεται ξαφνικά από στους μαθητές, κατά δύσκολο τρόπο, όπως και εδώ, έχουμε μία θεοφάνη, η Χριστοφάνη, αν θέλετε να το πούμε ακριβέστερα, του Ιησού μέσα στην ομάδα των μαθητών. Αυτό που μπορούμε να καταλάβουμε είναι ότι εδώ ο Λουκάς ακόμα έχει υπόψη του κάποιο παραδοσιακό υλικό, κάποιο πηγαίο υλικό, το οποίο γουσταξοποιεί, γιατί θα πούμε ακόμα ότι για τους στιγμού 44 έως 49, όπου έχουμε την εντολή του Ιησού προς τη μέρα του Ιησού προς σημαντικές και την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, κάτι αντίστοιχο, μία αντίστοιχη αφήγηση βρίσκουμε και στον Καταμανθέο. Υπάρχουν βέβαια διαφορές σημαντικές με τον Καταμανθέο. Στον Καταμανθέο ο συγγραφέας το προθετεί αυτό το περιστατικό στη Γαλληλέα, αντίθετα ο Λουκάς επιμένει ότι αυτό το γεγονός συνέβη στην Ερουσαλία. Και αυτό φυσικά, αυτή θα λέγαμε η προτίμηση γεωγραφική από μένα του Μάου συγγραφέ, κρύβει από πίσω της μία συγκεκριμένη ιδεολογική το προθέτηση και μπορεί να περισσότερο κρύβει και μία θεολογική τάση. Το οποίο θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε και στη συνέχεια εκτός έστρα. Απλώς εδώ να πω διαστικά και σύντομα ότι η Ερουσαλία για τον Λουκά είναι ένας τόπος κλειδίθα λέγαμε και μία πάρα πολύ σημαντική το προθεσία στην ιστορία της Αρχαίας Εκκλησίας. Γιατί ακριβώς ο Λουκάς βρίσκεται ότι εδώ εκπληρώνονται όλες οι τοφετήσεις Παλαιάς Διαθήκης, ένα άλλο πολύ σημαντικό μοτίβο που θα βρούμε εδώ στο Ευαγγέλιο μας, στην Περικοπλή μας. Βλέπουμε ότι ο Λουκάς φαίνεται να έχει επιρροές από διάφορες παραδόσεις, με στενότερη και σαφέστερη συγγένεια με εκείνη του σύνολου του Καταϊωάννη. Όμως αυτό το υλικό ο Λουκάς το επεξεργάζεται, αυτή την κοινή παράδοξη, έτσι ώστε μέσα από το καινούργιο κείμενα το οποίο προκείται να είναι εύκολο να διακρίνει κανείς χαρακτηστικά στοιχεία της θεολογίας του Λουκά. Όπως το έλεγε ο Σχαρή, ένα πολύ χαρακτηστικό στοιχείο είναι η εκπείρουση των γραφών, η πνήση όλων των προφητείων αλλά και το λόγο του Ιησού είναι ένα θέμα που ειδικά στο 24 κεφάλαιο εμφανίζεται συνέχεια και επανέρχεται σε αυτό ο Ευαγγελιστής. Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι ο Ευαγγελισμός των Αθηνών και μάλιστα με σημείο αφορμήσης στην Ιουσαρία. Αυτό είναι ένα πολύ χαρακτηστικό θέμα του Λουκά και το βρίσκουμε και εδώ. Υπάρχει με μία συζήτηση κατά πώς ο Λουκάς εδώ πραγματικά στηρίζει σε προηγούμενες πηγές ή αν όλα αυτά που γράφει είναι επινοήσεις του. Γενικά πολλές φορές ο Λουκάς έχει κατηγορηθεί ως ένας εφάνταστος και πολύ δημιουργικός γραμματικός συγγραφέας, ο οποίος ουσιαστικά παράγει ιστορίες εκεί που δεν υπήρχαν στην παράδοση και παρέχει επομένως σε εμάς βαθύτερα βέβαια θεολογικά κείμενα τα οποία όμως ουσιαστικά δεν προέρχονται από μία προηγούμενη παράδοση. Αυτή η θέση σύνθερα γενικά δεν είναι δεκτική, γιατί πραγματικά μία προσεκτική μελέτη των κειμένων μας θα δείξει ακριβώς ότι ο Λουκάς και προσεκτικός είναι τις πηγές του όταν τις χρησιμοποιεί και μπορούμε εύκολα να μελετήσουμε το πώς χρησιμοποιεί ο Λουκάς, για παράδειγμα, το καταμάγον ή το καταμαχυτέ. Ο Λουκάς, λοιπόν, έχει ένα χαρακτηστικό, να είναι οφερή πιστώδικα στα κείμενα τα οποία χρησιμοποιεί, αλλά ταυτόχρονα και μία ελευθερία, με την έννοια ότι είναι πάρα πολύ εύκολο για αυτόν και το κάνει τακτικά να συνδέει. Ο κείμενος μας σημαίνει τις παραδοσίες προηγούμενες με νέα δεδομένα, με θεολογικά στοιχεία που προέρχονται από το δικό του ιδιαίτερο υλικό και την ιδιαίτερη παράδοση, έτσι ώστε το καινούριο κείμενο, το οποίο προκύπτει, να είναι όντως ένα πολύ πλούσιο σε θεολογικές ιδέες κείμενο, ένα κείμενο που θυμίζει βέβαια τα προηγούμενα κείμενα, αλλά ουσιαστικά δεν έχει πάρα πολλές σχέσεις με κείμενα. Είναι χαρακτηστικό λοιπόν του Λουκάρ, πραγματικά είναι ένας δημιουργικός συγγραφέας, ένας πάρα πολύ δυνατός αφηγητής, αλλά δεν είναι ένας αφηγητής ο οποίος λειτουργεί ουσιαστικά, αντελώς μόνος του και αναξάρρυπους, χωρίς να χρησιμοποιεί το προηγούμενο παραδοσιακό υλικό. Επομένως, θα πούμε εδώ, έτσι σύντομα μιλώντας για τις πηγές και για τον τρόπο που συντάζεται αυτό το κείμενο, κατά διάλογο τρόπος λέμε και για τα υπόλοιπα κείμενα του Καταλουκάνη Βαγγελίου, κυρίως αυτού του κοστόλου του τέτοιου κεφαλαίου, ότι εδώ ο Λουκάς επιδεικνύει για μια ακόμα φορά την ικανότητά του να αφηγείται και ακόμη περισσότερο να εντάσσει μέσα στην αφήγησή του, άριστοι τεχνικά, αφηγήσεις τις οποίες αντλεί από τις πηγές του, αφηγήσεις όμως τις οποίες ευλυτίζει θεολογικά, τις αναλύει και τις αντιμετωπίζει ουσιαστικά, στον ποθετία θέλετε καλύτερα μέσα σε ένα ευρύτερο θεολογικό και αφηγηματικό πλαίσιο, για τα οποία φυσικά θα μιλήσουμε και στη συνέχεια εύκολα. Αυτό που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι αυτή η περικοπή, η οποία είναι η τρίτη στη σειρά στο 21ο κεφάλαιο, θυμάστε ότι η πρώτη σημαίνει περικοπή είναι η επίσκεψη των γυναικών στον τάφο, με τον άγγελο να αφηγείται, να τους εξηγεί ότι ο Ιησούς δεν είναι εδώ, στη συνέχεια έχουμε μια εμφάνιση του Ιησού στην πορεία προς αιμαούς, για την οποία μιλήσαμε εκτενέστετα στο προηγούμενο μάθημα, και τέλος τώρα φτάνουμε σε μία ακόμα αφήγηση αναστάσιμης εμφάνισης του Ιησού, όπου εδώ πλέον ο Ιησούς την εμφανίζεται σε έναν, δύο μαρτές, ή ας το δε λέγεται απλώς για αυτό ότι υπάρχει μία είδηση, αλλά εδώ έχουμε ουσιαστικά την εμφάνιση του Ιησού σε πάρα πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων, στους μαθητές του, δεν τους προσδιορίζει το κείμενο πως είναι, οπότε μπορούμε εύκολα να πούμε ότι δεν υποχρεωτικό να περιουστούν στους 12. Θα λέγαμε λοιπόν κατά κάποιο τρόπο ότι υπάρχει μία κλειμάκωση της αφήγησης και εδώ φτάνουμε στην κορύπη οσύνηση. Και το ενδιαφέρον είναι επίσης το πώς λειτουργεί η είδηση της Ανάστασης μέσα στις τρεις αυτές αφηγήσεις. Κατ' αρχάς, στην πρώτη αφήγηση όπως είπαμε κι άλλη φορά ο Ιησούς δεν εμφανίζεται καν. Ο Ιησούς δεν είναι παρόν, υπάρχει μόνο η αναγγελία της Ανάστασης του και η πληροφόρηση του γυναικών από τον Άγγελο. Ο Ιησούς δεν εμφανίζεται, δηλαδή αποσιάζει το στοιχείο που έχουμε της εμφάνισης του Ιησού στις μαθήτρες που βρίσκουμε στο Καταμαρτέο. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο, ούτε βέβαια φόβος από την άλλη βιβλία όπως συνηθίζεται όπως βρίσκουμε στο Καταμάρτεο, υπάρχει απλά η αναγγελία της Ανάστασης του. Στη δεύτερη περικοπή της τύπλου σεμμούς βλέπουμε δύο μαθητές πλέον να είναι οι μάρτυρες, βλέπουμε σταδιακά δηλαδή αυξάνονται οι μάρτυρες και τέλος στη δεύτερη μας περικοπή βλέπουμε να εμφανίζεται ο Ιησούς σε όλη την κοινότητα, σε όλη την ομάδα των μαθητών. Στην εμφάνιση του όπως δεν είναι πάρα πολύ ερευνητές, ουσιαστικά παραπέμει στο παρόν της κοινότητας, που βυοβιώνουμε οι ακοραντές του Ευαγγελίου. Πολλοί δε μάλλον το ίδιο το Ευαγγέλιο το ακούν μέσα σε μια τέτοια συνάφια αλατρευτικής σύναξης. Θα μπορούσαμε να πούμε επομένως ότι επειδή ακριβώς αυτή η μετάβαση και ουσιαστικά το πλήθος το οποίο συμμετέχει στην εμφάνιση των ασθάνους του Ιησού, ως μάρτυρος πλέον, έχει μία θα λέγαμε μεγαλύτερη έκταση σε αυτού του μαρτύρου, θα μπορούσαμε να δούμε εδώ λοιπόν ότι ουσιαστικά όπως είπαν και διάφορες ερευνητές αντιστοιχείς θα λέγαμε στο παρόν της κοινότητας και, πολύ δε περισσότερο, εδώ αυτή η αναφορά φαίνεται να έχει και κλησσολογικές προεκτάσεις. Δηλαδή, εδώ πλέον βλέπουμε, όταν ο Ιησούς εμφανίζεται μέσα σε μια ολόκληρη κοινότητα ανθρώπων, αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, επίσης βλέπουμε ουσιαστικά ο τρόπος μέσα από την αφήγηση που παρουσιάζεται ο Ιησούς, είναι ο τρόπος ουσιαστικά βιώνουμε μαθητές και τα μέρη της εκκλησίας στην εποχή που γράψει και το καταλουκά και διαβάζεται μέσα στην κοινότητα. Ο Ιησούς πλέον δεν εμφανίζεται στην κοινότητα όπως εμφανιζόταν παλαιότερα, όταν ήταν στην πήγαια ζωή του και δράση, είναι με θε μαζί τους, είναι όμως μέσα στη συνάφεια ενός δίπνου. Είδαμε το ίδιο εγλικός μοτίβο, υπάρχει και στην προσεμαούς, στην αμπερικοπή, στην εμφάνιση προσεμαούς, εδώ βλέπουμε ξανά να εμφανίζεται το ίδιο θέμα. Ο Ιησούς είναι μεν παρόν, εμφανίζεται ξαφνικά και εξαφανίζεται καθ' άλλογον τρόπο και στην προσεμαούς. Όχι όμως με τον τρόπο του να συνηθίσει ως τώρα επίσης, είναι παρόν μέσα σε μια συγκεκριμένη συνάφεια και στην ιστορία προσεμαούς, αλλά και εδώ η συνάντηση και η συζήτηση γίνεται μέσα στους κοπηλές τους γέροντους. Και φυσικά είπαμε ότι στο Καταλουκάν Ευαγγένειο είναι εξαιρετικά σημαντικά, είναι ένα από τα θέματα που πολύ συχνά απαντούν μέσα στο τρίτο Ευαγγένειο και στη πράξη με αποσχόλου σε συνέχεια, ο Ιησούς τρώει με τις βαθτές του, ο Ιησούς συνετέχει σε δείπνα τα οποία του παραθέτουνε άλλοι, γενικά τα δείπνα είναι ένα πάρα πολύ χαρακτηριστικό κομμάτι θα λέγαμε του τρίτο Ευαγγένειο και των πράξεων αποσχόλου, τουλάχιστον στο πρώτο όνομα. Εδώ ακριβώς το ίδιο πράγμα συμβαίνει και μέσα στη ζωή της κοινότητας. Στην ζωή της κοινότητας τα μέλη συμμετέχουν στο κοινό δείπνο το ευχαριστιακό δείπνο, από εκεί έχουν την πεποίθηση και την ευρώπη, ότι ο Ιησούς είναι παρό και εκπλημένως βιώνει την ύπαρξή του μέσα σε ένα υπόλοιπο, τεφερά εκκλησιολογικό και ευχαριστιακό πλαίσιο. Αυτό λοιπόν το στοιχείο φαίνεται να υπάρχει πίσω από την αφήγηση. Άλλωστε έχουμε πάρα πολλές φορές ότι οι Ευαγγελιστές δεν είναι θεολόγοι, συστηματικοί, όσο σκοπεύουν να παραθέσουν τις αλήθειες της πίστης μία συστηματικό και καθαρό τρόπο, αλλά είναι αφηγητές, οι οποίοι θέλουν να πούμε μια μεγάλη ιστορία και μέσα από αυτή την μεγάλη ιστορία να θεολογήσουν. Το οποίο είναι πολύ σημαντικό να το έχουμε υποψημός πολλές φορές όταν ελετάμε τα κείμενα, κυρίως όταν μπαίνουμε στις διαδικασίες της ιστορικότητας και δεν αντιλαμβάνουμε στιγμές φορές, και μας οι ιστορικοί έχουμε πολύ στενή έννοια και μας δεν αντιλαμβανόμαστε ότι πάρα πολλές φορές αυτά τα οποία διαβάζουμε είναι μία ιστορία, αλλά είναι μία θεολογική ιστορία, είναι μία ιστορία η οποία διατηρεί στοιχεία από την πίστη και από τις εμπειρίες και από τη θα λέγαμε θεολογία της εκάσπη κοινότητας μέσα στις εμπειρίες την οποία μπορεί να κοινώνουμε παράλληλα. Ένα τελευταίο στοιχείο που είναι χαρακτηστικό στην περικοπή είναι ο ρόλος των γραφών. Ο ρόλος των γραφών είναι πολύ σημαντικός εδώ, είναι ένα μοτίβο που το βρίσκουμε κι αλλού μέσα στο Ευαγγέλιο. Άλλωστε ο Λουκάσης ειχε ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που δεν το βρίσκουμε στους άλλους Ευαγγελιστές. Γενικά να πούμε ότι όλοι οι Ευαγγελιστές ή ο κάθε Ευαγγελιστής έχει διαφορετική τοχοθέτηση απέναντι στην Παλαιά Διαθήκη, στις γραφές. Δηλαδή, ο τρόπος που διαχειρίζεται το υλικό, το προφητικό, ή το τυπολογικό, αν θέλετε, που έχει από τις γραφές, δηλαδή από ουσιαστικά αυτές τις Παλαιά Διαθήκες, είναι εντελώς διαφορετικός από συγγραφέα σε συγγραφέα. Έτσι, για παράδειγμα, στο Ματθαίο θα δούμε ότι ο Ματθαίος συνηθίζει να παραθέτει μεγάλες ενότητες και να λέει ότι αυτό έγινε, εσύ να γράψεις περικοπές αρκετούς τύπους και να λέει ότι αυτό έγινε για να εκπληρωθεί αυτό και αυτό και αυτό. Παράδειγμα, έχουμε μια κατευθείαν παράθεση, θα λέγαμε, ενός κειμένου, η οποία συνανομάζεται ως εξηγητική παράθεση. Έχουμε όμως και μια ομάδα άλλων παραθεμάτων, όπου εδώ πλέον δεν υπάρχει μια απευθείας παράθεση, η οποία, μάλιστα, γίνεται και μια προσπάθεια να ερμηνευθεί το κείμενο μας, δηλαδή παρατήστε και συνεχώς γίνεται μια εξήγηση, είτε μέσα από τα λόγια του λογιστή, είτε μέσα από τα γεωμανόδα τα οποία θέλετε. Στην περίπτωση, όμως, του δουκά, έχουμε ένα άλλο φαινόμενο παράθεσης από την Παλαιά Διαθήκη, που είναι μια, θα λέγαμε, πιο δυναμική και πιο δημιουργική παράθεση, όπου ο συγγραφέας πλέον παραθέτει με ένα πολύ έμμεσο χρόνο, αισθήμουφη κυρίως των έμμεσων αναφορών, και όπου ο συγγραφέας, ουσιαστικά, χρησιμοποιεί μοτίβα, λέξεις από το κείμενο από το οποίο έχει σχεδί του, προκειμένου να ερμηνεύσει μέσα σε έναν τελώς δύσκολο πλαίσιο. Σε ένα πλαίσιο όπου δεν υπάρχει η προηγούμενη συνάφια, αλλά το κείμενο αυτό μεταλλάσεται μέσα στην αφήγηση του συγκεκριμένου λογιστή. Ας πούμε, για παράδειγμα, οι ήρωες παραβάζουν στοιχεία χαρακτηστικά από προηγούμενους ήρωες και παραπεμπόμαστε σε αυτό το σημείο, δηλαδή να φροντίσουμε να ταυτίσουμε τους ήρωες και να βρούμε πια ακριβώς σύνδεση κανου συγγραφέας, μέσα από διάφορες λεκτικές συγγένειες μεταξύ των δύο κειρυμμένων. Λοιπόν, υπάρχουν δηλαδή πάρα πολλά στοιχεία που έπρεπε κανείς να δει όσον αφορά τη διακοινωνικότητα του κατά Λουκάνου, και το ενδιαφέρον που παρουσιάζει εδώ, του τέταρτος και κουστάτος του κεφάλαιο, είναι η έμφαση που δίνεται ακριβώς από το ρόλο του γραφών στην εμφάνιση, σύνδεση στην εκκλήρωση, στη σταύρωση και στην ανάσταση του Ιησού. Και αυτό το γεγονός, το γεγονός ότι οι γραφές έχουν προφητεύσει και οι γραφές είναι αυτές οι οποίες έχουν ουσιαστικά πρόαναγγύρια από το ρομπό του Μασία, το σταυρό του και την ανάσταση του, ουσιαστικά αυτές οι γραφές λειτουργούν μέσα στο Λουκάν, αλλά με ένα διαφορετικό επαναλαμβάνο τρόπο από ό,τι στον Μαρθέο ή στον Μάρκο, λειτουργούν όσο λεγόμενος ερμηνευτικό πλαίσιο, μέσα στο το ί, το ερμηνευτικό πρίζιό, μέσα από το οποίο θα πρέπει κανείς να δει τα γεγονότα τα οποία περιγράφονται, έτσι ώστε να κατανοήσει την αληθινή φύση και το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Επομένως βλέπουμε εδώ ότι υπάρχει ένα ενδιαφέρον και μία έμφαστη ανοιγμένος του Λουκάν στις γραφές, παρόλο που ο ίδιος ο Λουκάνς πολύ σπάνια μέσα στο κείμενο του παραθέτει κατευθείαν, κατά λέξη δηλαδή, κείμενα από την παλιά γραφή. Και είναι προφανές ότι όμως αυτό που λέμε σήμερα όσον αφορά τον Λουκάν, τουλάχιστον για το πρώτο μέρος, αλλά αυτό ισχύει προφανώς και για το δεύτερο, του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, καταβάλλει προσπάθειες όσο το κείμενο, έτσι όπως διαμορφώνεται, να παραπέμπει στην προηγούμενη ιστορία, η οποία προηγούμενη ιστορία από τη μια μεριά δίνει στοιχεία αφηγηματικά στην καινούργια ιστορία και από την άλλη μεριά παρέχει και το ερμηνευτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο πρέπει να καταδοηθεί το γεγονός το οποίο περιγράφεται στο Ευαγγελίου. Επομένως και γενικότερα η αναφορά στις γραφές, οι αναφορές στο λόγο του Ιησού, δεν έχουν κάτι άλλο να κάνουν παρά να δείξουν ακριβώς πρώτον, τη συγγένεια και την επαφή με τον Ιησού πριν από τη σταύουση και δεύτερον, να κάνουμε αυτές τις συνδέσεις με το παρελθόν, τις εκκλησίες που είναι η Παλαιά Βοηθήκη. Και θα δούμε ότι αυτό είναι προφανές σε διάφορες σημείες της απελεκοπής μας, όπου γίνεται αναφορά ακριβώς στις προφητείες και στο έργο της εκπλήρωσης των γραφών. Έτσι, ας πούμε, θα δείτε στους τύχους 25-26, όπου γίνεται λόγος ακριβώς για την εκπλήρωση των γραφών για τους προφητείων, και συνέχεια στους τύχους 44-45, όπου και πάλι γίνεται λόγος για το νόμο των προφητών, εσύναν του Μωυσέως, για τους προφήτης και τους αλλούς. Βέβαια, ο τρόπος που παρατίζεται κάθε φορά το κείμενο και το οποίο αναφέρεται στην Παλαιά Βοηθήκη είναι διαφορετικός. Ας πούμε, για παράδειγμα, στους τύχους 25-26, ο Ιησούς μάλλον αναφέρεται στους μαθητές και τους λέει, καλά, πώς μπορείτε να είστε τόσο δυφυλή και να μην καταλαβαίνετε, και ουσιαστικά επικαλείται τον Μωυσέα και όλους τους προφήτες. Αυτός, στους τύχους 25-26, αν πάμε λίγο παρακάτω στους 44-45, που είναι και οι προφητείς, εδώ τώρα, εδώ δεν έχουμε απλώς τους προφήτες, έχουμε τον Μωυσή και τον Μωυμό του, έχουμε τους προφήτες και προστείρεται εδώ και οι ψαλμοί. Υπάρχει μια ευρύτερη κάμα εδώ, κειμένους, τα οποία αναφέρεται από συγγραφές μας, όπως όπως και να έχει το πράγμα, είναι προφανώς ότι δεν έχουμε ένα κοινό μοτίβο, το μοτίβο της εμφάνισης του Ιησού, του ανστημένου Ιησού, στους μαθητές και του Σταυρού και της εκπλήρωσης όλων μέσα από αυτά τα πράγματα, μέσα από αυτά τα γεγονότα, του προφητείων της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτό δεν είναι ένα τυχαίο, δεν είναι τυχαία σύνδεση, είναι μία από τις πολλές διακειμενικές συνδέσεις που κάνει το κείμενό μας με την Παλαιά Διαθήκη. Μία πολύ χαρακτηριστική διακειμενική σύνδεση είναι η σύνδεση που κάνει ο συγγραφέας με την ικουστορία του Ιηλίου και του Μωυσή. Ήδη είπαμε εδώ ότι ο Μωυσής σαφώς αναφέρεται ως ο νόμος ο οποίος εκπληρώνεται τελικά από τον Ιησού. Στη συνέχεια, όμως, ένα άλλο πρόσωπο το οποίο λειτουργεί θα λέγαμε ως τη βάση πάνω στην οποία στηρίζει διαφήγηση του συγγραφέα, εδώ στην Ανάσταση αλλά και νουρίτερα σε άλλα σημεία της ζωής του Ιησού, είναι ο Ιηλίας. Ο Ιηλίας ως προφήτης είναι ένας γνωστός σε όλους και πολύ αγαπητός προφήτης, παρόλο που είναι ένας προφήτης που δεν έγραψε. Ο Ιηλίας δεν μας παραθέτει, δεν μας αφαιρέωσε κανένα κείμενο του γραμμού, ό,τι γνωρίζουμε είναι από την αφήγηση των δημιουργικών βασιλειών και τίποτε άλλο. Θεωρείται όμως μεταξύ των προφητών στην αρχαία Ισραήν πάρα πολύ μεγάλη προσωπικότητα, ίσως θα λέγαμε και η μεγαλύτερη προσωπικότητα που υπάρχει από πλευράς προφητών στην Παλαιά Διεθήκη. Λοιπόν, ο Ιηλίας θα δούμε ότι και ο Μωυσής και ο Ιησαίος έρχονται και επανέρχονται μέσα στο κοινό μας γιατί ένα από τα βασικά πρωτοβουλικά θέματα του Λουκά είναι το προφητικό αξίωμα, η προφητική ιδιότητα του Ιησού. Υπάρχει μία έμφαση σε αυτό το πράγμα, ότι ο Ιησούς είναι προφήτης, πάρα πολύ συχνά ακούγεται αυτό, αλλά όχι μόνο προφήτης, πολύ ανώτες στους προηγούμενους προφήτες. Εδώ πάλι είναι αυτό που λέμε για την πλήρωση της προφητείας στο πρόσωπο του Ιησού για κυρίως μέσα τα γεγονότα του Σταυρού και της ενάστασης του Ιησού. Ο Ιηλίας λοιπόν είναι ένα θέμα από τα πολλά που συζητιούνται μέσα στο κατά Λουκάνε Αυαγγέλιο και η ιστορία του που χρησιμοποιείται ως πηγή έμφευσης για τον συγγραφέ του Ιησού Αυαγγέλιο. Έτσι λοιπόν, για παράδειγμα μπορούμε να δούμε στο 1ο κεφάλαιο, εκεί που ο Ιησούς γίνεται λόγος μόνο για την εμφάνιση, για την μεταμόρφωση του Ιησού, εκεί βλέπουμε, αυτό είναι στοιχείο που το ξέρουμε και από τα άλλα Ευαγγέλια, ότι δίπλα του στέκονται τα ξέκια και τα στεκά και συνομιλούν ο Ιηλίας και ο Μωυσής. Τώρα γιατί ο Ιηλίας και ο Μωυσής? Προχωρήθημα γιατί οι δύο υποσωπούν δύο διαφορετικές εποχές, ο Μωυσής στην εποχή του νόμου, ο Ιηλίας στην εποχή του προφητό. Μια άλλη ειδοχή είναι γιατί και για τους δύο γίνεται λόγος για ανάληψη. Βέβαια στον παραδοσιακό Ιουδαϊσμό δεν έχουμε ανάληψη του Μωυσή, έχουμε όμως πάρα πολλές αφηγήσεις, στα εξωπαρανικά βιβλία που γίνεται λόγος επειδή ο Λουκάς είναι μεγάλη. Άρα λοιπόν και γιατί είναι σημαντικό, γιατί ο Λουκάς μας διασώζει για το τι συζητάνε οι τρεις τους Ιουσούς, δηλαδή με τον Ιηλία και τον Μωυσή τους δυο άνθρωποι της Παλάδας Δαθήκης. Κάτι που δεν το γνωρίζουμε τους άνθρωποι της Δαθήκης συζητά την έξοδό του. Η έξοδο βέβαια ως πρωτίβο και αυτό που πελάει η Δαθήκη είναι επανελκυμένα μέσα στο κείμενο και είναι από τα σημαντικά, θα λέγαμε, μοτίδα του Ευαγγελίου. Ο Ιηλίας λοιπόν είναι το πρόσωπο το οποίο μαζί με τον Μωυσή εξηγούν στον Ιησού την έξοδό του. Όπου η έξοδος πλέον δεν κατανοείται με την καταλέξημασία του στον κυριολεκτική του σημασία, αλλά εννοείται προς μια ευρύτερη και σαν συμβουλικό έπειβο. Σε κάθε περίπτωση λοιπόν, την πρώτη ανάφορα που έχουμε είναι στην 931 στην Εκάμορφουση, όπου εκεί και πάλι εμφανίζονται αυτή η δύο μεγάλη ανάσταση, η οποία συζητούν την έξοδο, όπως ήταν και πριν, δηλαδή ουσιαστικά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού. Αυτό λοιπόν μόνο στο Λουκά, η πληροφορία αυτή, και συνδέεται ακριβώς με αυτά τα δύο πρόσωπα. Ένα στοιχείο το οποίο παραπέμπει στον Ηλία κυρίως, και λιγότερο ίσως στον Μόσιλ, είναι η παράδοση του πνεύματος του Ηλία στους μαθητές του, συγκεκριμένως των Ελλησαίων. Ξέρουμε λοιπόν εκεί ότι ο Ελλησαίος ζητά το πνεύμα, δηλαδή θα έχει διπλό πνεύμα από τον Ηλία, και είναι και η παράδοση μεταξύ των προφητών να παραδίδουν την διδασκαλία τους, τις ιδέες, την θεωρηγία τους και το έργο τους γενικότερα στους μαθητές τους, στην περίπτωση αυτή ο Ηλίας στον Ελλησαίο. Και μάλιστα, ένα άλλο στοιχείο που εντοπίζει δαποστημένους ερευνητές, το οποίο παραπέμπει στην ιστορία του Ηλία, είναι ότι στην ιστορία του Ηλία, ο προφήτης πλέον αναλυφθεί, ουσιαστικά, καθώς είναι αλαμβάντης σχομούς, πετά και χαρίζει με αυτόν τον τρόπο στον μαθητή του, τον Ελλησαίο, το ένδυμά του, την Λιλωτή. Και βλέπουμε κάτι αντίεστικό και στο στίχο 29, όταν εκεί γίνεται λόγος «εκελέοι ο Ιησούς, τι μείνετε στην Ιουσαλήν, έως ου, ενδύσεστε εξίψους δύναμοι». Το «ενδύω με εξίψους» μπορεί να παραπέμπει ακριβώς σε αυτό το περιστατικό του Ηλία, ο οποίος πετά την Λιλωτή και ουσιαστικά δίνει το αξίωμα και το χάρισμα, θα λέγαμε, μέσα από μια συμβουλική πράξη στον Ελλησαίο. Βλέπουμε, λοιπόν, μια πολύ ενδιαφέρουσα διακοινωνική σύνδεση. Το θέμα του Ηλία ως, θα λέγαμε, επρότυπο του Ιησού, υπάρχει και σε άλλες σημείες του καταλοκάνου Ευαγγελίου. Και αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Είναι ένα στοιχείο το οποίο συζητήκεται πάρα πολύ το θέμα της σύνδεσης Ηλία και Ιησού, ή τα μοτίου πώς λειτουργούν. Βλέπουμε πάρα πολλές φορές, ας πούμε, ένα πολύ χαρκοστικό παράδειγμα γι' αυτό που λέω τώρα, είναι το θαύμα με την Ανάσταση του Λιού της Χοίρας της Ναΐν, όπου εκεί το θαύμα λαμβάνει χώρα σε μια περιοχή που συνδέεται κατά παράδειγμα με την περιοχή που ο Ελισέος και η Ηλίας έδρασαν και όπου τελικά και ο Ελισέος έχει κάνει το θαύμα της θεραπείας του Λιού της Χοίρας. Η περιοχή όπως είπα πριν, στην οποία γίνεται το θαύμα, είναι μια περιοχή η οποία παραπέμει σαφώς στην ιστορία του Ηλία και του Ελισέου, ο οποίος ο τρόπος που γίνεται το θαύμα, ο Ιησούς κοσέφτερα κρατάει το περίπου σωπάν από τα χέρια, μοιάζει πάρα πολύ με την αφήγηση που υπάρχει, μοιάζει δηλαδή να η Λιβία έχει σημαντικές διαφορές και θα ακούμε γερτές με την αφήγηση της στα βασιλειών για την ανάσταση του Λιού της Χοίρας, τόσο από τον Ηλία όσο από τον Ελισέο, όπου και εκεί πάλι έχουμε το ίδιο θέμα. Στην περίπτωση να είναι έχουμε μια χοίρα η οποία χάνει το μονάτι του παιδί της, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στις αφηγήσεις του Ηλία και του Ελισέου. Λέω ότι υπάρχει κάποιο μοτίο τα οποία έρχονται και επανέλπτουν και αυτό που επιβιβεώνει τις υποψίες μας είναι ότι στο τέλος του θαύματος της ανάστασης του Λιού της Χοίρας να είναι, έξω από τα τύχη αυτής της μικρής πόλης, οι άνθρωποι παρίσταται και βλέπουν το γεγονός, καταλήγουν ότι αυτός δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος αλλά πρόκειται για προφήτη. Είναι λοιπόν ένα σημαντικό στοιχείο γιατί ακριβώς αυτή η αναφορά στο την προφητεία παραπέμπει σαφώς ακριβώς σε μοτίβα προφητών που βρίσκουμε στην Παλαιά Διαθήκη και είπαμε πιο πριν ότι ένα σημαντικό τέτοιο μοτίβο είναι αυτό, μάλλον μια σημαντική θα λέγαμε παράλληλη ιστορία, είναι αυτή που είναι. Πριν διαβάσω την τελεπωπή γιατί όλα αυτά σε σχοπό είχα λίγο πολύ να περιγράψω μετά θα δώσω το θεωρητικό στίδημα και να περιγράψω λίγο πολύ πώς είναι η τελεπωπή. Πριν λοιπόν την διαβάσω θα ήθελα λίγο να πω για τη δομή. Η δομή της είναι πάρα πολύ απλή. Ουσιαστικά ξεκινάει με μία εισαγωγή στο στίχο 36 όπου ουσιαστικά σε αυτή η εισαγωγή δεν κάνει τίποτα άλλο παρασυνδέει με τα προβλήματα διότι ήδη στο στίχο 35 γίνεται λόγος για τους μαθητές που επιστρέφουν από την Εμαούς και αυτοί είναι οι οποίοι έρχονται φανείως στο στίχο 36 να διηγούνται στους μαθητές. Τι συνέβη? Το περιστατικό ακριβώς της εμφάνισης του Ιησού στο χωριδάκι και το που είπαμε στην Εμαούς. Ο στίχος 36 θα λέγαμε ότι δημιουργεί μια αφηγηματική γέφυρα μια ώσα προχωρούνται και στη συνέχεια η στίχη 37-43 αναφέρεται σε μία εμφάνιση του Ιησού στους μαθητές όπου η έφραση κυρίως δίνεται στη σωματικότητα του Ιησού και την Ενάσταση. Είναι ένα στιγμό πολύ έντονο εδώ θα το δούμε και στη συνέχεια καθώς θα συζητάμε ότι ακριβώς εδώ πρόκειται για τον Ιησού με το σώμα του και γίνεται μια προσπάθεια να κατανοηθεί από το κοινό το ακροατήριο ότι εδώ ο Ιησούς δεν είναι μία φανταστική εμφάνιση, ένα φάντασμα είναι ένα θέμα το οποίο ανοίγεται εδώ πέρα και για το ποιο θα συζητήσουμε στη συνέχεια αλλά ότι πρόκειται για τον ίδιο Ιησού και η Ανάσταση του συζητιέται εδώ και στη συνέχεια στο στιγμό 44-49 έχουμε την εντολή Καναστημένου Ιησού και την επαγγελία. Ο Ιησούς δηλαδή εντέλεται να μεταφέρει σε όλο τον κόσμο το Ευαγγέλιο, έχουμε εδώ το άνοιγμα το οικονομικό που θα το δούμε αυτό το θέμα ξανά και επαναλαμβάνω και στις πράξεις και έχουμε και την επαγγελία όπου στην επαγγελία και στην υπόσχεση του Ιησού Ιησούς λέει θα σε στείλω την υπόσχεση του πατέρα μου που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η δύναμη εξήψους για την οποία δεν είναι εξήψους θα πούμε και στη συνέχεια ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά το Άγιο Πνεύμα στη γλώσσα του τρίτου Ευαγγελίου. Ας διαβάσουμε λίγο στα αρχαία την τελικοπή «Ταύτα δε αυτον λαλούντον, αυτος έστιε μέσω εαυτόν και λέγει αυτοίς «Ιρήνη μην» το ηθέντες δε και έμφωβη γενόμενη εδώ που πνεύμα θεωρεί» και είπεν αυτοίς «Τι τραγμένοι αυτοί και διαιτί διαλογισμοί αναβαίνουν στην καρδία ημών, είδετε τα σχήρας μου και τους πόδους μου ότι εγώ είμαι αυτός, συλλαφήσατε». Συλλαφήσατε με συγνώμη και είδετε ότι «Πνεύμα σάκα και ο στέοκ έχει, καθώς εμένθει εδώ πέχοντα». Και τούτο, λοιπόν, έδειξε αυτοίς τα σχήρας και τους πόδους. «Έτι δε απεστούν εαυτόν από της χαράς» και θαυμαζόντων είπεν αυτοίς «Έχετε τί ευρώσιον αυτοί, εθάντε». «Οι δε επέδοκαν αυτοί χθείως ο τού μέρος και λαβών ενώ εναυτόν έφαινε». Είπενε προς αυτοί ευτούς «Α, ούτε οι λόγοι μου, ουσ' ελάρισα το σημάσαι τίον συνηλήν, οτι δε πυροθύν πάντα γεγραμμένα εν τω νόμου Μωυσέως και της Προφήτης και ψαρμής Περαιούμου». Τότε διήνιξε με αυτόν τον νου τους ημιέντες να φάσει και είπεν αυτοίς «Ότι ούτως γέγραπτε παθήν των Χριστών και αναστείνε εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα και κηρυφθήν επί το όνομα του αυτού μετάνοιαν, εις άφησιν αυλών εις παντεθνί, ραξάμενοι από Ιερουσαλήν, εμείς μάρτυρες πλούκων. Κι ειδού εγώ, αφού στέλνω την επαγγελία του πατρός μου Φιμάς, ειμείς δε καθίσατε εν τυπώι, έως ου εν δυστίσετε τεντήσεις τη συμμόνη εξήψους δίνε». Και συνεχίζει με τη διαγραφή της ανάγκης. Εδώ λοιπόν η περικοπή μας υπάρχει και πιο πολύ χωρίς τη σεβία βασικά ανέβης. Όσο το έχουμε μία εμφάνιση τώρα στη μέρα του Ιησού, στην συγκεκριμένη πλήφωση των ανθρώπων, το αντιπεδεύτερο μέσο που ο Ιησούς κάνει έναν διάλογο, μια συζήτηση μόνο μαζί τους και στην οποία συζήψει ο αποταλήπτη και τους υπόσχεται ότι ο πατέρας θα τηρήσει τον λόγο του, την συμφωνία του και θα του στείλει την δύναμη εξήψους και από κει και πέρα έχουν κάποια ευθύνη μέσα στον κόσμο, όπως τους λέει, να μεταφέρουν το ευαγγέλιο μη μέχρι την άχρη του κόσμου. Το πρώτο θέμα που είναι ενδιαφέρον εδώ είναι ο χαιρετισμός της Ειρήνης. Ο Ιησούς εδώ χαιρετά τους μαθητές με το ειρήνη μη, ένας βλέπω πολύ γνωστός Ιουδαϊκός χαιρετισμός, δεν είναι δηλαδή κάτι που το δούσουν για πρώτη φορά στα κείμενά μας και είναι ένας χαιρετισμός που υπάρχει και στον Καταϊουάννη, στο 20ο κεφάλαιο, όπου όταν εκφανεί στον εστημένος Ιησούς χαιρετά με το ειρήνη μη. Αλλά εδώ δεν θα έλεγα ότι θα πρέπει τόσο πολύ να κάνουμε τη σύμβεση με το Καταϊουάννη Ευαγγέλιο, αλλά νομίζω ότι η σύμβεση εδώ είναι προφανής, υπάρχει μια συνέχεια θα έλεγα καλύτερα με όλο το βιβλίο του Καταλουκάν Ευαγγέλιου γιατί ακριβώς το θέμα της ηρελίας στο Καταλουκάν Ευαγγέλιο είναι εξαιρετικά σημαντικό. Δηλαδή δεν υπάρχει στο Καταλουκάν Ευαγγέλιο εξ αρχής, η ειρήνη ως ζητούμενο και ως αποτέλεσμα της έλευσης του Ιησού είναι ένα σημαντικό θέμα που έρχεται και επανέρχεται μέσα στο Ευαγγέλιο. Οι άγγελοι για παράδειγμα εμφανίζονται κατά τη γέννηση δηλαδή στην αρχαία αρχή και αυτό το οποίο επαγγέλλονται στον κόσμο με την έλευση του Ιησού είναι το επηγεί συρρήνη. Στη συνέχεια για παράδειγμα ο Ιησούς όταν μπαίνει στην Συναγωγή της Ναζαρέπ και ακυρήτου ουσιαστικά δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να ακυρήτει την ειρήνη ανάμεσα στα πολλά άλλα τα οποία αναφέρει σε εκείνη την προφητεία του Ισαρία που διαβάζει γιατί ακριβώς είναι ένα χαρακτηριστικό της Μησιανικής εποχής. Ένα δεύτερο στοιχείο το οποίο εδώ αφηγείται είναι σημαντικό μέσα στην αφήγηση μας είναι το πνεύμα. Η δύναμη αυτοί οι εξήψους είπα και πριν στην αφή του μοθηματος ότι όταν στο Λουκάχ χρησιμοποιείται αυτό το πνεύμα οι δύναμης εξήψους είναι που βρίσκουμε πάλι στα πρώτα κεφάλαια όταν εμφανίζεται ο Άγγελος στη Μαρία και όπου και εκεί πάλι η δύναμη αυτοί του εξής του δηλαδή η δύναμη εξήψους εμφανίζεται και διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο στον Ευαγγελισμό και στη σύλληψη του Ιησού. Το ίδιο ακριβώς εδώ βλέπουμε ότι η ίδια επαγγελία δίνεται πλέον στους μαθητές. Υπάρχει δηλαδή μια συνέχεια θα λέγαμε μέσα στην ιστορία και ουσιαστικά το γίνεται το πέρασμα θα λέγαμε από την εποχή του Ιησού στην εποχή της Εκκλησίας. Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση για το πώς αντιλαμβάνει τον χρόνο και την ιστορία ο Λουκάς, πολύ σύντομα ως παρέντιση εδώ να αναφέρω. Σήμερα γενικά κυριαρχεί κατά βάση θέση του κόνσελμανού ότι ο Λουκάς ουσιαστικά καταλαβαίνει τον χρόνο ως μία τριμερή πραγματικότητα. Όπου υπάρχει ένα παρελθόν, ένα παρόν και ένα μέλλον. Όχι ένα παρελθόν σαφώς το οποίο αναφέρεται στην παράδειξη της Εκκληκής, το καταλουκάν το παρόν είναι ο Ιησούς και στη συνέχεια έχουμε την εποχή της Εκκλησίας. Και ο κόνσελμανικου στίζου για αυτές τις τρεις εποχές μεταξύ τους είναι στεγανά θα λέγαμε χωρισμένη σε μία από την άλλη. Αυτό όμως σήμερα δεν είναι δεχτό γιατί κανείς να προγραμματικά προσέξει και διαβάσει το κείμενο θα δει ότι δεν υπάρχει αυτή η στεγανή διαφοροποίηση ανάμεσα στις τρεις εποχές. Αλλά αντίθετα θα λέγανε μία ως ποτάμι χείρεται μέσα στην άλλη, έτσι ώστε να είναι πάρα πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε τη μία από την άλλη εποχή. Και ουσιαστικά η μία αποτελεί συνέχεια της άλλης, προναγγέλλεται ήδη από την άλλη και βρίσκεται την ολοκλήβωση της συνέχεια. Και ακριβώς αυτό το πράγμα μπορούμε να πούμε ότι ισχύει εδώ και με την περίπτωση του πνεύματος. Δηλαδή βεβαίως αυτό που σας είπα τώρα όσον αφορά την αίσθηση του χρόνου και της ιστορίας βρίσκεται στο καταλοκάνι. Η δύναμή του Υψίστου είναι αυτή που βρίσκεται και παρούσα και παίζει σημαντικό ρόλο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκρασσας. Τα υγονότα που έχουν να κάνουν με την ερχομό του Ιησού είναι αυτή η δύναμη σε αυτήν την Θεού, η οποία είναι αυτό που ενισχύει τον Ιησού σε ό,τι διάρκεια της υπήριας δράσης. Είναι αυτό το οποίο επαγγέλλεται εδώ ο Ιησούς τους μαθητές. Εδώ κανείς δεν μπορεί να δει εύκολα και τη σύνδεση με αντίστοιχα θέματα στον κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όπου ξέρουμε ότι ήταν το χαιρετιστήριο λόγο εκεί, ο Ιησούς υπόσχετος τους μαθητές να στείλει τον παράδειγμα. Το πνεύμα της Αλληπίας θα πάει στον πατέρα του και θα του στείλει το πνεύμα της Αλληπίας, δηλαδή το ίδιο θέμα. Υπάρχει όμως μια διαφορά με το κατά Ιωάννην, λόγω κάτω του αγίου πνεύματος που συνδέει με την πεντηκοστή, αντίθετα ο Ιωάννης αφήνει να εννοηθεί ότι το πνεύμα το λαμβάνουν οι μαθητές με την εμφάνιση του ανστημένου Ιησού σε αυτούς όσο ο Ιησούς τους λέει λάβατε πνεύμα Άγιον. Δηλαδή θα λέγαμε ότι δεν υπάρχει πεντηκοστή στον κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο αυτοί που βρίσκονται στα Καταλουκάνα αλλά πεντηκοστή κάπου στον κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο συνδέεται και με την ίδια την Ανάσταση μαζί. Τέλος πάντως σε κάθε περίπτωση το πνεύμα εδώ είναι το δεύτερο βασικό στοιχείο να ειναι η Ρήνη, το δεύτερο είναι το πνεύμα κυριαρχή και στην αφήγηση μας. Και τέλος επίσης σε αυτούς τους πρώτους τύχους ο Ιησούς επειδή βλέπει ακριβώς τους μαθητές να είναι πτωηθέντες και έμφοβοι δηλαδή η πρώτη τους αντίδραση είναι ότι δεν μπορεί να είναι κάτι πολύ απροσδόκητο αυτό που τους συνδέει. Ο Ιησούς τους δίνει ως αποδεικτικό στοιχείο τα χέρια του και τα πόδια του. Πάρτε λοιπόν τα χέρια του και τα πόδια του, συναφέστε τα και δέστε το τελειόειμα. Αυτό είναι ένα θέμα το οποίο βέβαια σαφώς μας θυμίζει κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο γιατί ακριβώς από το μοτίβο το βρίσκονται και στις αφηγήσεις εκεί και κυρίως στην γνωστή μεσηστορία με την εμφάνιση του Ιησούς στο θεμά για το οποίο θα μιλήσουμε στα επόμενα μαθήματα. Να βλέπουμε εδώ, ήδη, πάλι αυτό που είπα και στην αρχή, ότι πάμουν θέματα που έρχονται και επανέρχονται και τα οποία είναι κοινά με τα κατά Ιωάννη Ευαγγέλια. Όσον αφορά την απιστία των μαθητών, αυτή η απιστία εδώ, θα πέραξε στον Κατά Λουκάν, η Ευαγγέλια η απιστία των μαθητών δεν παίζει τον ίδιο σημαντικό ρόλο όπως παίζει για παράδειγμα στο Μάρκο ή όπως παίζει η ολιγοπιστία στο Ματθαίο. Και στα δύο Ευαγγέλια πάντα είναι το θέμα της πίστης σημαντικό, και στο Λουκάν είναι σημαντικό, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο. Εδώ η απιστία των μαθητών, έτσι όπως την περιγράφει ο Λουκάς, ουσιαστικά περιγράφει μία συναισθηματική κατάσταση, γιατί ακριβώς προσπαθεί και να το εξηγήσει συναισθηματικά, λέει ότι είναι ταραυμένοι και ότι απειστούν εξαιτίας της χαράς τους, δηλαδή μια συναισθηματική εξήγηση. Και το δεύτερο στοιχείο που εδώ ουσιαστικά θέλει να τονίσει ο Ευαγγελιστής είναι ότι σαφώς να αρκεί μόνο μία εμπειρία ή τα δεδομένα, γιατί τα έχουν τα δεδομένα μπροστά τους, έχουν τον Ιησού, μπορούν να τον αγγίξουν, να το ακουμπήσουν, να δούμε πραγματικά είναι αυτός και όχι κάποιος άλλος. Δεν είναι λοιπόν τα δεδομένα, αλλά αυτό που χρειάζεται είναι η ερμηνεία. Αυτή που τους δίνει ο Ιησούς, όταν αρχίζει και τους λέει «δε θυμάστε που σας είπα ότι θα πληρωθούν τα λόγια των προφωτών» ή μάλλον «δε θυμάστε τα λόγια των προφωτών και του Ιησούς», να τα γίνει. Εδώ έχουμε ένα, θα λέγαμε, ερμηνευτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο το θεωρούν τα γεγονότα, και τα οποία πλέον πάουν να είναι απλώς μία συναισθηματική κατάσταση, αλλά περνάς σε ένα επόμενο πύτο. Υπάρχει ένα ενδιαφέρον εδώ όσον αφορά το να μην είναι ο Ιησούς φάντασμα. Φαντάζουμε υπάρχουν πολύ συχνά στις αφηγήσεις εκείνης η εποχής, φαντάζουμε υπάρχουν και στο καταλουκάν Ευαγγέλιο και κυρίως στις πλάξεις του Αποστόλου, πολλές φορές γίνεται συζήτηση ότι κάποιος νόμισε ότι κάποιο πρόσωπο είναι φάντασμα, δηλαδή είναι πραγματικό. Είναι προφανές ότι στο κείμενο μας γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια να αποδειχθεί ότι ο Ιησούς, η σωματικότητα ακριβώς, να τονιστεί σωματικότητα, όπως είπα και στην αρχή του Ιησού, ότι είναι γραμματικά από το σώμα του εκεί και ότι δεν είναι μια απλή εμφάνιση ενός του νεύματος και αυτό βεβαιώνεται από διάφορα πράγματα που γίνονται εδώ στην ιστορία. Ένα που τους ζητάει να κουμπήσουν τα χέρια του και τα πόδια του είναι το δεύτερο στοιχείο το οποίο παραπέμπει σε κάτι ανάλογο στην πορεία προσεμαούς. Είναι η τροφή αυτή που του δίνουν, το ψάρι το ψημένο. Του έδωσαν ένα κομματάκι ψημένο ψάρι. Ψάρι και ψωμί στις δύο ιστορίες. Μια ψωμί στην ιστορία σε φάνης του Ιησού, στην πορεία προσεμαούς ψάρι, εδώ. Παραπέμπουν και τα δύο και μας θέλουν πίσω στην αφηλίζη. Παραπέμπουν λοιπόν στο χορτασμό των πεντακισχυλίων. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να έχουμε πάντη υπόψη. Μας οδηγιάσαν στα κείμενα μας, κυρικά στα Ευαγγέλια, έχουμε ενδοκιμενική συνδέση. Δηλαδή υπάρχει μια παραπέμπη σε όλα σημεία της αφήλισσης γιατί ο Ευαγγελιστής θέλει τους αναγνώστους του να ανατρέψουν σε παλαιότερα σημεία της αφήλισσης. Και εδώ εισαφήσει αναφορά στο χορτασμό των πεντακισχυλίων με αυτό επιτυχάνεται πρώτα-πρώτα μια σύνδεση με τον ιστορικό Ιησού τον Ιησού, δηλαδή πριν από το Πάθος, όπου εδώ ο Ιησούς ουσιαστικά πάλι κορτένει τα πλήθια. Εδώ πάλι υπάρχει έναν δείπνο και υπάρχει και συμμετοχή σε αυτό το δείπνο με υλικά τα οποία παραπέμπουν στην κομμή ιστορία. Αυτό, όμως, είναι ένα άλλο επίπεδο και αυτό είχαμε την ευκαιρία να το συζητήσουμε όταν μιλούσαμε για την εμφάνιση του Ιησού στην ομάδα, όμως, εδώ έχουμε και κάποιες ευχαριστιακές έννοισες αναφορές. Και οι ευχαριστιακές αναφορές, ουσιαστικά, προκύπτουν ακριβώς από αυτό το κοινό δείπνο του Ιησού με τους υπόλοιπους μαθητές. Και όπως είπα και στην αρχή του μάθηματος, αυτές ακριβώς οι αναφορές στον Ιησού και απ' να είναι μια έννοιση αναφορά στην κοινότητα, πολύ πιθανόν να έχει ευχαριστιακές, έχει σαφώς η χαρακτήρα και τη σιωλική σημασία και έχει φυσικά και ευχαριστιακές προεκτάσεις. Και δηλώνει ακριβώς τον τρόπο με τον τρόπο η κοινότητα βιώνει πλέον στον παρόντισσο τον Ιησού, όχι πλέον να ζούμε παρόντα όπως ήταν όταν ζούσε πριν από το πάθος μ' άμεσα στους μαθητές, αλλά σε μία άλλη ενδόξη μορφή και κατάσταση και μέσα στην Εκκλησία. Και ταυτόχρονα, όπως είπα, εκτός ότι κάνει αυτές τις συνδέσεις προς τα πλείσοδο κείμενό μας, ταυτόχρονα κάνει και συνδέσεις προς τα μπροστά, γιατί όπως είπα και πριν, το βιβλίο του Καταλοκάνερ Ταγελίου τελώνει ουσιαστικά, όμως αυτό το κείμενο αποτελεί και την προϋπόθεση και τη γέφυρα πρέπει, την αφεντηματική και τη θεολογική που μας εσάγει πλέον στο βιβλίο των πράξων. Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό στο στίχο 47, στο οποίο θα ήθελα τώρα να μείνω γιατί για όσα είπαμε σχετικά με την εμφάνιση του Μοησί και τα λοιπά τα είπαμε, να σημαίνουμε ότι είναι πλήρως το Μοησί και τα λοιπά τα είπαμε πιο πριν. Στο στίχο 47, έχω μια σαφή σύνδεση με το βιβλίο των πράξων, γιατί εδώ βρίσκουμε τα εξής βασικά σημεία τα οποία τα απαντούμε και στη συνέχεια μέσα στις πράξεις επαγγελειμμένες. Το ένα είναι το θέμα του κηρύγματος, το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Αυτό είναι ένα θέμα πάρα πολύ συχνό μέσα στις πράξεις του Απριστένα, τα κύρια θέματα, το θέμα του κηρύγματος. Το δεύτερο είναι η μετάνοια. Γιατί θα δούμε στο στίχο 47, θα κηρυχθεί στο όνομα μου, στο όνομα αυτού, μετάνοια. Μετάνοια είναι επίσης σημαντικό θέμα και κομμάτι του πρωτοχριστιανικού κηρύγματος από το οποίο φαίνεται και από το βιβλίο των πράξων. Τρίτο στοιχείο όμως, όχι απλώς μετάνοια, το αποτέλεσμα αυτής της μετάνοιας είναι η αύξηση των αμαρτιών. Είναι εμφανής αυτό το στοιχείο επίσης στις πράξεις του Απριστένα όταν αρκεί κανείς να διαβάσει και μόνο τα πρώτα κεφάλαια για να πιστεί. Και σε όλα αυτά, σημαντικό όνομα είναι η επίκληση του ονόματος του Ιησού. Το όνομα του Ιησού, το όνομα όπως αναφέρω πολύ συχνά μέσα στις πράξεις, είναι αυτό το οποίο τα επικαλώθησαν οι Απόσπελοι, έχουν τη δύναμη να προαγματοποιούν φοβερά σημεία και να αποδεικνύουν ακριβώς ταυτόχρονα με αυτόν τον τρόπο ότι ο Ιησούς είναι ζωντανός, ο γραστημένος Ιησούς και παρεμβαίνει ενεργά μέσα στη ζωή των ανθρώπων. Και το τελευταίο στοιχείο είναι αυτή η εντολή ότι όλα αυτά τα πράγματα θα γίνουν ισπάνωτα έθνη. Ισπάνωτα έθνη και εδώ προφανώς έχουμε το άνοιγμα αυτό προς τα έθνη, ένα άνοιγμα συγδιαίτερα γνωστό από τον Στολουκά. Ο Λουκάς έχει προφανώς μια οικουμενική αντίληψη για την ιεροποστολή, είναι κάτι το οποίο εδώ προετοιμάζεται όσα θα γίνουν στις πράξεις. Πραγματικά και στις πράξεις έχουν μια προβληματική βίρουση, και πάλι ο αναστημένος Ιησούς στην αρχή των πράξων δίνει την εντολή στους μαθητές να μεταφέρουν το Ευαγγέλιο από την Παλαιστίνη στη Σαμάρια και έως εις χάρτο της γης, μέχρι την άρκα του κόσμου. Και προφανές εκεί ότι έχουμε τη συνεχές άνοιγμα και η βύγη σωστικά πηγαίνει συνεχώς προς τα έξω από τα Ευρωσόνια ξεκινάει για να αναπλωθεί προς τα έθνη. Υπάρχει μια κουμπλική διάσταση που προφανώς εδώ από πίσω βρίσκεται η Παύλια Θεολογία. Υπάρχουν συγγραφέα του τρίτου ευαγγελίου και των πράξων. Βλέπουμε ότι ανήτη άλλο προερχόταν από το κύκλο αυτόν που υπήρξαν οι μαθητές του Παύλου αν όχι της πρώτης γενιάς της δεύτερης. Μένει δηλαδή ότι ανήκουσαν κοινάτες οι οποίες ζούνε με την παράδοση με την Παύλια. Πάντως σε κάθε μπροστά προφανής εδώ εμφανίζει μάλλον η επίδραση του Λουκά, του Σύνολου του Παύλου, αφού εδώ αυτό το στοιχείο της οικομενικότητας και του ανοίγουτος προς τα έθνη είναι ιδιαίτερα έμφανες. Και ένα άλλο στοιχείο πολύ ενδιαφέρον που θα βρούμε στο στίχο αυτό είναι η αναφορά στην Ιερουσαλία. Είπα και πριν στην αρχή του μαθήματος ότι η αναφορά στην Ιερουσαλία είναι πάρα πολύ σημαντική, ότι στο Λουκά το πότε και πού έγινε, ότι όλα μάλλον γίναν έλαβα χώρα στα Ιεροσόλυμα είναι πάρα πολύ σημαντικό. Όπως είπα, οποιαδήποτε εμφάνιση του Ιησού στη Γαλληλαία δεν μας λέει τίποτε για γεγονότα έξω από την Μοντέα και αντίπτωτα εστιάζει στις εμφανίσεις του Ιησού στην περιοχή της Ιουσαλίας. Και αυτό δεν είναι τυχαία, αυτή η επιλογή δεν είναι καθόλου τυχαία, αλλά πηγάζει ακριβώς από τις θεολογικές του υποθέσεις του συγγραφέ μας. Είπα και στην αρχή του μαθήματος ότι ο Λουκάς θεωρεί, και είναι προφανές και προφέρει συχνές συναφορές στις προφητείες, ότι ο Λουκάς θεωρεί ότι έρχεται, ότι μες στο πρόσωπο του Ιησού εκπληρώνονται όλες οι προφητείες. Και οι προφητείες, όπως είπαμε και πριν, έχουν ένα βασικό θέμα της Υιών, δηλαδή της Ιεροσολίας, όπου είναι θρόνος του Θεού και όπου στα έσκατα σύμφωνα με το προφητικό Άμα θα μαζευτούν όλοι οι λαοί της Γης και όλοι μας θα αποτελέσουμε το λαό του Θεού και θα το σχοινήσουμε τον Ιαχβέ, τον λαό του Ιησαίη. Εδώ, αυτό το όραμα του Μεσσιανικού, κάθε το Λουκά, βρίσκεται την εκμήρωσή του σε όσα συμβαίνουν στη ζωή του Ιησού, γιατί ακριβώς το γεγονός Τάδος και της Ανάστησης του Ιησού στην Ιερουσαλήμ είναι αυτό που σημαίνει, ας το πούμε, στην αρχή των σχράτων. Και τώρα πλέον θα μαζευτούν όλοι, η Ιερουσαλήμ είναι το κέντρο, θα λέγαμε, η Αγία Σιών, στον οποία συγκροτείται ο νέος λαός του Θεού. Και αυτό φαίνεται πάρα πολύ χαρακτηριστικά στην περιγραφή της Πεντηκοστής, όπου εκεί πραγματικά έχουμε αυτό το πράγμα, το άνοιμα του κηρύματος σε διάφορες, σε ιδέους βέβαιοι, που έχονται από διάφορα έθνοια, όχι μόνο τον κατάλογο των εθνών που παρατέμει σε αντίστοιχους καταλόγους στην Παλιά Διαρρύγη. Και όλη αυτή η αναφορά, ας το πούμε έτσι, στα έθνη, όπως είπα και πριν, συνδέεται με τα ιεροσόνιμα και ξεκινάει ακριβώς αυτή την προφητική παραδοσκή. Έχουμε και ένα ενδιαφέρον στοιχείο, ότι στο καταλοκάνε Ευαγγέλιο, βλέπουμε μία αφήγηση να οδηγεί τον Ιησού προς την Ιερουσαλήν. Θα το δούμε στη Γαλλιά, στην αρχή έχουμε το μεγάλο ταξίδι, που καταλαβαίνει την καρδιά του Ευαγγελίου, όπου ο Ιησούς παρουσιάζεται να κατεβαίνει προς τα Ιερουσόλοι για να υποστεί το πάθος. Στη συνέχεια, έχουμε την ίδια την Ιερουσαλήμ ως τόπος, στον οποίο λαμβάνουν όλα τα σημαντικά γεγονότα της ζωής του Ιησού, ο θάνατος του και ένας τρασίδιος. Στης πράξης του Αποστόλου, έχουμε μία αντίθετη φορά. Βλέπουμε πως το Ευαγγέλιο φεύγει από την Ιερουσαλήν και απομακρύνεται, απλώναντας τα δευτερά του πάνω από όλο τον κόσμο κατάνοντας μέχρι εκεί που τελειώνει λόγω των δύο πράξεων στη Ρώμ, που είναι η καρδιά του αρχαίου κόσμου. Ένα τελευταίο στοιχείο, το οποίο είναι ενδιαφέρον, είναι αυτό που αναφέρει στο στίχο 48, ότι εσείς θα είστε μάρτυρες όλων αυτών. Μάρτυρες και μαρτυρία είναι ένα θέμα φυσικά γενικά αγαπητός στην Καινή Διαθήκη και εξαιρετικά αγαπητό τόσο στο Λουκά όσο και κυρίως στις πράξεις. Είναι λοιπόν ένα σημαντικό μοτυβό των πράξεων και γενικά και στο 24ο κεφάλαιο που δίνεται μεγάλη βαρύτητα στους αυτοπτες μάρτυρες. Βλέπουμε ότι υπάρχουν δύο αυτοπτες μάρτυρες στην δεύτερη ιστορία αλλά στην τρίτη υπάρχει το πλήθος το οποίο βλέπει τελικά τον Ιησού, να θυμηθεί ο Ιησούς σε ολόκληρο το πλήθος και αυτοί το μαρτυρούν ότι όντως ο Ιησούς αναστείτηκε και μαρτυρούν αυτό το πράγμα μέσα από διάφορα περιστατικά που συμβαίνουν εδώ από χρόνια, το ότι τους λέει, τους χαιρετάει, το ότι τους ζητάει να αγγίξουν το σώμα του για να πιστούν ή ακόμα στη συνέχεια εκεί που τους ζητάει κάτι να φάει. Υπάρχει μια προλογική, όπως είπα και πριν, διάθεση στο πρώτο μέρος της περικοπής μας, υπάρχει μια διάθεση να πιστούν οι άνθρωποι που μπορεί να έχουν αμφιβολίες ή να μην έχουν γενικά βουνάσταση να πιστούν μέσα από τη μαρτυρία του αυτού του μαρτυρού, το οποίο πρόκειται για να διδηγούν λιωγονός. Το ενδιαφέρον, θεωρώ, είναι ωστόσο ότι αυτή η μαρτυρία δεν περιορίζεται μονάχα στο γεγονός της Ανάστασης, αλλά συνδέεται με τον Ευαγγελισμό του Αιθνού, δηλαδή, εχρέως και ευθύνη των Αποστών, είναι να μεταφέρουν αυτό το γεγονός σε όλο τον κόσμο και αυτό είναι ένα νέο στοιχείο, να συναστάσει μία αφήγηση του Λουκάτ, ο οποίος βρίσκονται και στο Καταλαβαθέων, εκεί που ο Ιησούς δίνει την εντολή στους μαθητές, να πορευτούν σε όλα τα έθνη και να τους κάνουν μαθητές του. Κλείοντας, λοιπόν, την παρουσίαση μας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι εδώ πρόκειται για μία πολύ ενδιαφέρουσα περιπωρή, η οποία συνδυάζει στοιχεία, τα οποία προσφέρουν ιότητες με διάφορες άλλες αφηγήσεις αντίστοιχες των άλλων συνοπτικών. Ωστόσο, είναι προφανής εδώ και η λεκτική, θα λέγαμε, γλωσσική, μάλλον, επεξεργασία του κειμένου μας, αλλά και η θεολογικός του εμβιωσισμός, καθώς αυτό που στείλεται στοιχεία από την ιδιαίτερη θεολογική ατζέντα, θα λέγαμε, του Λουκάκη, είναι φανή σε αυτή την επεξεργασία. Η περικοπή μας, δεύτερον, επαναλαμβάνει πάρα πολλά από τα γνωστά μου θέματα και θέματα, που βρήκανε στα προηγούμενα κεφάλαια και ουσιαστικά ολοκληρώνει, θα λέγαμε, την αφήγηση. Ταυτόχρον, όμως, έχει και πολλά στοιχεία, τα οποία μας παραπέμουν στο βιβλίο των πράξεων και ουσιαστικά το 20ο κεφάλαιο αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, θα λέγαμε, τρόπο, την γέφυρα μεταξύ του Ευαγγελίου και των πράξεων των Ευουσπών. Και ένα τελευταίο στοιχείο είναι ακριβώς αυτή η μεγάλη έμφαση στην εκπλήρωση των γραφών, που, είπα και πριν, έχει να κάνει και με τη σύνδεση όλων των υγονότων αυτών με τη Ιερουσαλή. Της Μεσέδρια εκπλαμβάνει η Ιερουσαλή μέσα στο έργο του ΕΚΑ, ως ισιόν, στην οποία εκπληρώνονται όλες οι υποχτείες και τώρα εκπληρώνονται οι υποχτείες του πόσο πλούσου. Έχουμε εδώ μία περικοπή πλούσια, μία περικοπή με βαθιά θεολογικά μηνύματα, ταυτόχρον, όμως, μία περικοπή, η οποία έχει μία αφηγηματική, θα λέγαμε, στη βαρότητα και στη συμμουλή. Και είναι, όντως, μία από όμορφη κατακρίδα, θα λέγαμε, σε ένα εξαιρετικά όμορφο ευαγγέλιο, όπως είναι το ευαγγέλιο του Λουκά.