Διάλεξη 10 / Διάλεξη 10 / σύντομη περιγραφή

σύντομη περιγραφή: Τώρα το ζήτημα είναι ότι αρκετοί είχαν αποδειχτεί την ύπαρξη των ατόμων και προσπαθούσαν όχι να κάνουν κάτι άλλο παρά να εξετάσουν τις χημικές τους ιδιότητες. Δεν ψάχναν να βρουν ποια είναι η δομή του ατόμου, ποια είναι η συμπεριφορά του, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του, τα μακρο...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Ακριβός Περικλής (Αναπληρωτής Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Χημείας / Ιστορία και επιστημιολογία θετικών επιστημών
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=27906d2f
Απομαγνητοφώνηση
σύντομη περιγραφή: Τώρα το ζήτημα είναι ότι αρκετοί είχαν αποδειχτεί την ύπαρξη των ατόμων και προσπαθούσαν όχι να κάνουν κάτι άλλο παρά να εξετάσουν τις χημικές τους ιδιότητες. Δεν ψάχναν να βρουν ποια είναι η δομή του ατόμου, ποια είναι η συμπεριφορά του, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του, τα μακροσκοπικά ή να κάνουν κάποιο άλλο θεωρητικό κατασκεδάσμα, τους ενδιέφερε πώς συμπεριφέρονται τα διάφορα στοιχεία. Κάνανε δηλαδή παρεκκλησιακή χημεία. Αν μαζέψεις τις παρατηρήσεις που έχουν κάνει οι άλλοι και κάνεις και εσύ τις δικές σου, μπορείς να προσπαθείς στη συνέχεια να βρεις κάποια λογική, κάποια αναλογία και να κατατάξεις τα πράγματα σε μια σειρά. Ένας από τους πρώτους που πήγε να κατατάξει τα στοιχεία που ήταν τότε γνωστά ήταν ο De Behriner. Αυτός, λοιπόν, στην περίοδο που ξεκίνησε από το περίπου 1817 και τέλειωσε το 1829, γιατί τότε παρουσίασε κάτι στο ευρύτερο κόσμο, εκείνο που έκανε ήταν παρατήρησε τη χημική συμπεριφορά κάποιων στοιχείων, είδε κάποιες αναλογίες και τα στοιχεία που είχανε ανάλογες χημικές ιδιότητες πήγε και τα ομαδοποίησε. Κατάφερε, λοιπόν, ο De Behriner με βάση τα 20-30 στοιχεία, πώς ήταν γνωστά εκείνη την περίοδο, να δημιουργήσει μερικές τριάδες, στις οποίες τριάδες και τα τρία στοιχεία είχαν αντίστοιχες χημικές ιδιότητες και επιπλέον το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτό ήτανε πως με βάση τα γνωστά αυτομικά τους βάρη, το μεσαίο στοιχείο ήταν περίπου σαν ο μέσος όρος των δύο ακραίων στοιχείων. Αν βάλετε στο νου σας το χλώριο, βρώμιο και ιόδιο, αυτά τα τρία στοιχεία ήταν μία χαρακτηριστική τριάδα, ίσως και πιο χαρακτηριστική. Το ατομικό βάρος του βρωμίου είναι περίπου στο μέσο της απόστασης μεταξύ του χλωρίου και του ιοδίου. Συνεπώς, είχε και ένα, ας το πούμε, κάπως μαθηματικό υποστήριγμα, του τι δω η θεωρία. Ξέρω ότι υπάρχουν τριάδες που έχουν ίδια συμπεριφορά και το μεσαίο στοιχείο είναι σαν να λέμε ο μέσος όρος των δύο ακραίων στοιχείων, είναι κάπου στη μέση τους. Αυτό ήταν μια προσπάθεια, η οποία μπορεί σαν να φαίνεται απολογική και αστεία αυτή τη στιγμή, όμως σε πολύ έναν ο κόσμος δεν φάνηκε. Ένας από αυτούς που ενδιαφέρετηκε να συνεχίζει τη δουλειά ήταν ο Λέο Πολτ Κμέλιν, ο οποίος, κοιτάξτε τώρα από το 1929 που έκανε ο Τεμπεράνερ την παρατήρησή του, ο Κμέλιν ως το 1943, έχοντας βέβαια στοιχεία και για καινούργια άτομα που στο μεταξύ είχαν εμφανιστεί για καινούργια στοιχεία, που είχαν απομονωθεί και χαρακτηριστεί, σε 24 χρόνια, βρίσκει όχι λιγότερες από 13. Και επίσης, επειδή ο τρόπος με τον οποίο ανακληρωθόταν τα στοιχεία δεν ήταν συνεχής, δηλαδή δεν ξεκινήσαμε από το ιδρογόνο να πάρουμε προς το ουράνιο, ανάλογα λοιπόν με τη δυνατότητα που είχε για πρόσβαση σε δεδομένα, κατόρθουσε να οργανώσει και τρεις τετράδες και μια πεντάδα από στοιχεία. Δηλαδή, αν τώρα ποιο ήταν ακριβώς αυτή η πεντάδα, το πιο πιθανό είναι πως ήταν τα καλλιμέταλα. Γιθιονάτριο, Κάλιο, Ροβίδιο, Κέσιο, κάπως έτσι. Και αυτό ήταν μια κατάταξη έτσι τυχαία. Δηλαδή, έχω κάποιες τριάδες από στοιχεία που έχουν παρόμοιες ιδιότητες, εντάξει, έχω και τετράδες, έχω και πεντάδες, αυτά μπορούν να χρησιμοποιήσουν πίσω σαν, ας το πούμε, μια βάση δεδομένων για να προσπαθήσω να κάνω παρακάτω χημία. Δηλαδή, κάνω κάποια αντίδραση του βρωμίου, πετυχαίνει, υποθέτω λοιπόν ότι και το χλόριο και το ιότιο θα κάνουν τέτοιου είδους αντίδραση και όλα τα σχετικά αυτήν την χρήση μπορούσε να έχει μέχρι αυτή τη στιγμή τέτοιου είδους έρευνα. Στη συνέχεια, το 1864, γίνεται κάτι πιο σημαντικό. Εμφανίζονται αποτελέσματα από δύο ανθρώπους, ο ένας ήταν ο Μέγερ και ο άλλος ήταν ο Νιούλαντς. Ο Μέγερ γνώριζε 49 στοιχεία, είχε λοιπόν δεδομένα για 49 στοιχεία. Ο Μέγερ είναι ο πρώτος ο οποίος προσπάθησε να βάλει αυτά τα στοιχεία σε μια σειρά από το ελαφρύτερο προς το βαρύτερο, ανάλογο βέβαιος έτσι με το σχετικό ατομικό βάρος που ήταν γνωστό εκείνο τον καιρό, όσοι ακρίβεια μπορούσαν να υπολογιστεί και με όσες υποθέσεις μπορούσαν να υπάρχουν για το είδος της μέτρησης επίσης και για το ποιο ήταν το ελαφρύτερο στοιχείο. Προσπάθησε λοιπόν να τα βάλει σε μια σειρά, αλλά όχι σε μια σειρά γραμμική. Ήθελε να διπλώσει αυτή τη σειρά έτσι ώστε να έχει στήλες κατακόλυφες στις οποίες να υπάρχουν στοιχεία με αντίστοιχο στένος. Το στένος, όπως είδαμε, ήταν κάτι όχι διατραξεκάθαρο εκείνη την περίοδο. Συνεπώς μόνο αν είχες δεδομένα για ενώσεις του στοιχείου που συνδυαφέραμε υδρογόνο ή με οξυγόνο, μπορούσες να μιλήσεις για το στένος ως προς το υδρογόνο και για το στένος ως προς το οξυγόνο. Βέβαια, στις περισσότερες περιπτώσεις το στένος ως προς το οξυγόνο ήταν το μισό. Φανταστείτε, όλα αυτά προκύπτουν από τη δομή του μωρίου του νερού. Ακόμη συνέχως έχω τον άνθρακα. Αν φτιάξω μία ένωση που είναι το μεθάνιο, η αναλογία άνθρακα και υδρογόνο μου υποδεικνύει ότι έχουμε τέσσερα υδρογόνα για κάθε άνθρακα. Αν φτιάξω διοξείδωτο άνθρακα, έτσι μία επίσης σταθερή ένωση, βλέπω ότι υπάρχει μια αναλογία δύο οξυγόνα για κάθε άνθρακα. Κατά συνέπεια, το στένος στο άνθρακα πρέπει να είναι τέσσερα, άρα με το οξυγόνο γιατί έχω μόνο δύο, διπλώς υπάρχει διπλό στένος προς το οξυγόνο. Κάπως έτσι, λοιπόν, τέτοιου τους διτυπώσεις υπήρχαν εκείνη την περίοδο. Ο Μάγγελ λοιπόν είναι ο πρώτος ο οποίος προσπαθεί να κατατάξει τα στοιχεία δήλοντας κάποια περιοδικότητα, θα λέγαμε σήμερα. Τον ίδιο χρόνο ο Νιουλάντς έκανε μια πιο τολμηρή υπόθεση, πήγε δηλαδή λίγο παραπέρα. Πήγε λίγο παραπέρα και κοίταξε συνολικά τις χημικές ιδιότητες των στοιχείων. Και ετοίμασε έναν πίνακα, πάλι έτσι όχι γραμμικό, αλλά διπλωμένο έτσι ώστε να υπάρχουν στήλες, όπου στις στήλες υπήρχαν περίπου αντίστοιχα με τη θεώρηση του Μέγγελ, στοιχεία τα οποία είχαν παρόμοιες χημικές ιδιότητες. Εκείνο που παρατήρησε ήταν πως, αν ανέβαζε τα στοιχεία που γνώριζε με τη σειρά, περίπου κάθε 8ο στοιχείο η γραμμή του ξαναδιπλωνόταν. Συνεπώς υπήρχε μια οκτάδα από χημικά στοιχεία που είχε κάποιες ιδιότητες. Αν συνέχισε και έβαζε το ένα το στοιχείο κάτω από το πρώτο, πάλι δημιουργούσε στη συνέχεια μια οκτάδα που έννοιαζε στις χημικές ιδιότητες με τα πάνω στοιχεία. Πάλι το ίδιο παρακάτω και όλα τα σχεδικά. Υπήρχαν βέβαια μερικά κοινά και μερικές δυσκολίες εκεί στο πίνακα, αλλά αυτό του άρεσε, το φάνηκε εντυπωσιακό. Επειδή αυτό σχετιζόταν πολύ με τις οκτάβες της μουσικής, αυτό του έρθε στο μυαλό, διατύπωσε την ιδέα του αυτή ως τον νόμο των οκτάβων. Έχουμε λοιπόν τις οκτάβες στη μουσική, έχουμε και τις οκτάβες στη χημία, υπάρχουν οκτώ στοιχεία και υπάρχει επανάγκηση των οκτώ αυτός του στοιχείων. Όταν διάβασε την εργασία του καταλαβαίνετε τι γέλιο έπεσε, έφτασε στα όρια του να τον κορυδεύουνε φανελάκι, να του λένε ναι μήπως έπρεπε να βρεις και τίποτα άλλο και καμιά άλλη ιδιότητα, ύψους κατά βάρος, κατά δεν ξέρω τι, να τα εκτοπίσεις στα στοιχεία, είχε λοιπόν τέτοιου είδους αντιμετώπιση που δεν ήτανε καθόλου θετική και γι' αυτό μείνε στην άκρη. Βεβαίως όλοι αυτοί που τότε τον κορυδέπανε, μερικά χρόνια μετά χρειάστηκε να τα μαζέψουνε αυτά που είπαν, γιατί όχι ο Μιούλαντς αλλά κάποιος άλλος έκανε μια παρουσίαση ενός συνολου από στοιχεία, το ότι ήταν λίγο περισσότερα. Αυτήν την περίοδο ανακαλυπτώταν καινούργια στοιχεία, όλο και πιο συχνά, διότι είχαν βελτιωθεί και οι μέθοδοι ανάλυσης, δεν υπήρχαν και καινούργια τεχνολογικά ευρήματα, τα φασματοσκόπια. Λοιπόν, αυτός ο καινούργιος, ο οποίος παρουσίασε έναν πίνακα με αντίστοιχη περίπουλογική, που δεν το είπε όμως νόμο των οκτάβων, ήταν ένας Ρώσος, ο Δημήτρη Ιβάνοβιτς Μιντελέευ. Αυτός, λοιπόν, δημιούργησε τον πρώτο σύγχρονο θεραίγμα, περιοδικό πίνακα, όπου τα στοιχεία δεν ήταν τακτοποιημένα σε οκτάβες, τα στοιχεία δεν ήταν τακτοποιημένα σύμφωνα με τον Σθένος τους, αλλά ήταν τακτοποιημένα, και αυτό ήταν η ιδιαιτερότητα, του Δημήτρη Ιβάνοβιτς, σύμφωνα με τις χημικές τους ιδιότητες. Πρόκρινε, λοιπόν, ότι η χημική συμπεριφορά ενός στοιχείου είναι πιο ουσιαστικό κριτήριο για να το τοποθετήσει στην ίδια ομάδα με κάποιο άλλο, παρά το ατομικό του βάρος. Έτσι, λοιπόν, και ιδιαίτερα για στοιχεία που φαίνονται να έχουν πολύ παραπλήσια ατομικά βάρη, εκείνο που έκραμε ο Δημήτρη Ιβάνοβιτς Ιβάνοβιτς, τους άλλαξε θέση. Εγώ θεωρώ ότι αυτό πρέπει να πάει πιο μπροστά από εκείνο, για να βρίσκεται στον πίνακα που ετοιμάζω, κάτω από ένα οριστοιχείο που έχει τη μία χημική συμπεριφορά. Ο Δημήτρη Ιβάνοβιτς παρουσίασε τη δουλειά του στα 1869, στα ρωσικά, και αυτό ήταν ένα ζήτημα επίσης. Και αυτός ήταν μακριά από το κέντρο της επιστημονικής δράσης εκείνη τη στιγμή. Βέβαια, λίγο αργότερα δούλεψε για ένα διάστημα με τον Μπουνσεν στην Γερμανία και η δουλειά του έγινε γνωστή και για χρόνια μετά, όταν μεταφράστηκε στα γερμανικά. Εκείνο που ήταν εντυπωσιακό με τον πίνακα του Μεντελέγιεφ ήταν ότι υπήρχαν σε αυτόν κενά. Δηλαδή δεν δοκίμασε να πακετάρει τα διάφορα στοιχεία που ήξερε, αλλά τα πάει σε μία συνεχή σειρά. Όταν έβλεπε ότι έπρεπε, καθώς ετοίμασε μια καινούργια σειρά, σε κάποιο σημείο να μην υπάρχει αντίστοιχο χημικό στοιχείο, άφηνε κενό. Δεν έβαζε το αμέσως επόμενο, θεωρώντας ότι υπάρχει μια περίπτωση όπου η λογική του δεν ισχύει. Έτσι βασίστηκε στο ότι η λογική του ισχύει, ότι πρέπει να έχει ταξιδόμηση σύμφωνα με τις χημικές ιδιότητες και με αυτόν τον τρόπο δημιούργησε και ένα στον πίνακα του. Κάτω λοιπόν από ένα στοιχείο υπήρχε κενό, γιατί ακριβώς λέω ο Μεντελέγιεφ θα έπρεπε να υπάρχει ένα στοιχείο που να έχει αντίστοιχες χημικές ιδιότητες. Και μάλιστα όταν κάποιοι κάναν παρατηρήσεις του τύπου σιγά μωρέ τώρα θα μας πεις και τέτοια πράγματα, ο Μεντελέγιεφ συνέχισε κάνοντας κάποιες προβλέψεις. Προέβλεψε λοιπόν ότι θα έπρεπε να υπάρχει ένα στοιχείο σ' αυτός, εκείνο και εκείνο το σημείο του περιοδικού πίνακα και μάλιστα προέβλεψε τις ιδιότητες του. Ξέροντας δηλαδή τα δεδομένα για το προηγούμενο και το επόμενο, όπως για το από πάνω και το από κάτω, προέβλεψε περίπου το ατομικού βάρος, προέβλεψε τι είδους οξύδιο θα έκανε, έμεσα δηλαδή το τι σθένος δέχει έως προς το οξυγόνο, το τι είδους ιδρύδιο θα έκανε, αν το οξύδιο θα ήταν περισσότερο ή λιγότερο βοσικό, αν θα είχε ετούτο ή το άλλο χρώμα, αν θα είχε ετούτη ή την άλλη πυκνότητα. Υπάρχουν σημεία στο δίκτυο που μπορεί κάποιος να βρει, γυροφορίες για τα στοιχεία αυτά. Το ζήτημα είναι ότι λίγα χρόνια μετά, το 1875, ανακαλύφθηκε το Γάλλιο και το 1886 το Γερμανιο. Δύο στοιχεία που δεν υπήρχαν εκείνη την περίοδο, όπου ο Μεντελέγεθ έτυπωσε την αρχή του. Για το Γάλλιο, λοιπόν, και το Γερμανιο, ο Μεντελέγεθ είχε κάνει προβλέψεις. Το Γάλλιο είναι κάτω από το αργύλιο και το Γάλλιο είναι κάτω από το πυρήτειο. Αυτός, λοιπόν, είχε προτείνει ότι θα υπάρχει κάποιο στοιχείο μετά από αυτά τα δύο στοιχεία, μετά το αργύλιο και το πυρήτειο και είχε προβλέψει δεδομένα, έτσι, για φυσικές και χημικές τους ιδιότητες. Όταν, λοιπόν, αυτά τα δύο στοιχεία απομονώτηκαν και ανακαλύφθηκαν, όπως είναι φανερό από Γάλλους ή Γερμανούς επιστοίμονες, αντίστοιχα, έτσι, βλέπετε, ο τοπικισμός αρχίζει και παίζει σημαντικό ρόλο. Αφήνουμε πια τα πατροφοράδο, δεν τα ψάχνουμε να βρούμε κάτι με βάση κάποια ιδιότητα ή κάποιο άλλο χαρακτηριστικό του στοιχείου, αλλά φροντίζουμε να τονίσουμε την καταγωγή μας, Γαλλία και Γερμανία, λοιπόν. Όταν, λοιπόν, βρέθηκαν αυτά τα στοιχεία, πολύ λίγο διέφεραν αυτές οι φυσικές και χημικές ιδιότητες από αυτές που είχε προβλήξει ο Μοντέλεγγιεφ. Και αυτό ήταν μια επιβράβευση της επιμονής του, έτσι, της κοντροκεφαλιάς του θα λέγανε, η σύγχρονη του τότε, να κατατάξει τα στοιχεία όχι σύμφωνα με κάποιος θένος, όχι σύμφωνα με το ατομικό τους βάρος μόνο, αλλά κυρίως και κυρίως με βάση της χημικές τους ιδιότητες. Παρ' όλα αυτά, ο Μεντελέγγιεφ ήταν ένας από εκείνους που δεν πίστευε απολύτως στην ατομική θεωρία. Δεν πίστευε ιδιαίτερα στα σχετικά ατομικά βάρη. Πάντοτε είχε υπόψη του ότι θα μπορούσε να υπάρχει γι' κάτι λαφρύτερο από τον τρογόνο. Πάντοτε θα μπορούσε να υπάρχει κάτι τέτοιο, θεωρούσε ο Μεντελέγγιεφ. Κατά συνέπεια, απολύτως ο παδός της ατομικής θεωρίας, με τη μορφή που την προτείνονταν, δεν ήταν. Εδώ πέρα βλέπουμε μία φωτογραφία του Δημήτρη Βάνοβιτση σε σχετικά μεγάλη ηλικία και αριστερά βλέπουμε έναν χειρόγραφο, πίνακα, κάπως με τα γενέστρα από αυτόν του 1869, όπου υπάρχουν περίπου οι ομάδες και η περίοδο που τις ξέρουμε σήμερα. Βλέπετε, υπάρχουν και κάποια σβησίματα, υπάρχουν και κάποια σημεία που λέει εδώ δεν ξέρω τι είναι, θα έπρεπε να έχει κάποιο στοιχείο. Βλέπετε τα ερωτηματικά που υπάρχουν σε κάποια σημεία εδώ, εδώ για παράδειγμα, εδώ. Και κάτι που το είχε σβήσει δεν θεώρησε ότι ήταν σωστό στη συνέχεια. Έτσι λοιπόν έχουμε έναν πίνακα όπου κατατάσσονται περιοδικά τα στοιχεία, οι ιδιότητες με βάση στις οποίες κατατάσσονται είναι χειμικές και είναι ένα μέσον για να μας βοηθήσει, αν πιστέψουμε έτσι στην αντίληψη στο Μεντελέγιαφ, να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε και να βρούμε καινούργια χειμικά στοιχεία ή να προσδιορίσουμε κάποιες φυσικές και χειμικές ιδιότητες κάποιων στοιχειών που μόλις έχουν βοηθηθεί και δεν έχουν μελετηθεί ακόμα πολύ. Την περίοδο αυτή πάντως, δηλαδή από το 1830 και μετά, εκείνος ο κλάδος της χημείας που έχει πολύ μεγάλη ανάπτυξη είναι η οργανική χημεία. Για το λόγο ακριβώς που είπαμε, δηλαδή με την αντίδραση που κατά λάθος έκανε ο Βέλλερ, συνέφερε σε μια οργανική ένωση εκεί που κανένας δεν περίμενε ότι μπορεί με χειμικό τρόπο στο εργαστήριο ο άνθρωπος τεχνητά να συναθέσει οργανικές ουσίες. Πιστεύαν δηλαδή έτσι μέχρι τότε ότι υπάρχει μια ζωική δύναμη μέσα σε κάθε ζωντανό οργανισμό, η οποία αναλαμβάνει να φτιάξει αυτές τις ενώσεις. Και βέβαια υπήρχαν κάποιοι που παίρναν και χρησιμοποιούσαν αυτές τις οργανικές ενώσεις από τους οργανισμούς, αλλά τις χρησιμοποιούσαν όπως ήταν. Στη συνέχεια εκείνο που έκανε ήταν κάποια διαλύματα και στη συνέχεια εκείνο που έκανε ήταν να φτιάξουν κάποιο άλλας ή να τις διασπάσουν με μια άσημενα οξύ. Δεν υπήρχε περίπτωση σύνθεσης, έτσι, εξ αρχής μιας οργανικής ένωσης. Από την παρουσίαση αυτή του Βέλερε και μετά, ο Βελεπτόντος, ούτε ο ίδιος ο Βέλερε ήταν ευχαριστημένος με την ανακαλυψή του, τουλάχιστον στα πρώτα στάδια. Έχει γράψει ένα γράμμα στον Μπερζέλιος όπου του έλεγε «Τι άγρια και τι άσχημη κατάσταση είναι αυτή που υπάρχει τώρα στη χημία εξαιτίας μου». Εκεί πέρα που τα έχουμε όλα τακτοποιημένα, ωραία και καλά, εμφανίζομαι και δημιουργώ ένα πρόβλημα και έχω φτιάξει μια οργανική ένωση που δεν έπρεπε να τη φτιάξω. Κάπως έτσι, δηλαδή, ήταν η αντίληψή του περίπτωσης. Όμως, μόλις έγινε αντιληπτό ότι αυτό θα μπορούσε να γίνει και σε μεγαλύτερη έκταση, πρόφανως πάρα πολύς κόσμος ενδιαφέρετηκε για το αν μπορούσε να συνθέσει κάποιες οργανικές οσίες. Καταρχήν, έτσι στην τύχη, κατά δεύτερον με συγκεκριμένο στόχο. Έτσι, λοιπόν, από τα 1830 και μετά περίπου έγινε το σειρμού σε ένα χημικό εργαστήριο να προσπαθούν να συνθέσουν οργανικές ενώσεις. Και για αυτόν τον λόγο είχαμε πάρα πολύ μεγάλη εξέλιξη πάνω σε αυτό. Κυρίως εξέλιξη ήταν κάτι που σχετιζόταν με την δομή των ενώσεων. Και το τότε το θέμα της δομής δεν είχε ανακύψει. Ενδιαφερόμασταν για το αν γίνεται μια αντίδραση, έτσι, για να κατώνο το α με το β, με το αν γίνεται γρήγορα ή αργά, με το αν παίρνω περισσότερο ή λιγότερο από το προϊόν μου, ποιο είναι το προϊόν αυτό, καταρχήν, έτσι, με τέτοιούτους πράγματα. Τώρα που άρχισαν πολύ να ενδιαφέρονται για την οργανική χημία και να φτιάχνουν πολλές οργανικές ενώσεις, η Τράπεζα των Δεδομένων άρχισε να αυξάνει και έπρεπε κάποιος να αρχίσει να βάλει μία τάξη πάνω σε αυτήν. Ο Ζαμπαπτίς Δημαν ήταν ένας από αυτούς που ξεκίνησε να βάλει τάξη, δημιουργώντας κάποια θεωρία, καταρχήν, για τις αντιδράσεις που γινόταν μεταξύ των οργανικών σωμάτων. Αυτός ξεκίνησε, όλος παραδόξως, σαν ανόργανος. Και εκείνο που τον ενδιέφερε ήταν να δουλέψει με τη λευκαντική δράση του χλωρίου πάνω σε διάφορα υφάσματα, σε είναις υφάσματον. Παρατείνοντας, λοιπόν, αυτή τη λευκαντική δράση, διαπίστωσε κάποιες κοινές συμπεριφορές. Στη συνέχεια, μετέφερε αυτή τη δράση του χλωρίου πάνω σε καθαρές οργανικές ουσίες. Εκείνο, λοιπόν, που του έκανε εντύπωση ήταν πως είχε ένα αρχικό σώμα, προσθέτοντας το χλώριο, αέριο χλώριο, έβλεπε ότι πρώτα απ' όλα εκλειόταν κάτι. Αυτό το κάτι, όταν το συγκέντρωσε, παρατήρησε ότι ήταν υδροχλώριο, αέριο. Σε πως ήταν ένα όξινο πράγμα. Το χλώριο μπορούσε να καταλάβει από πού προέρχεται το υδρογόνο, όμως. Το υδρογόνο υπέθεσε ότι προέρχεται από την οργανική ένωση με την οποία έγινε αντίδραση. Σε πως ένα στοιχείο που είχε είναι ότι, μπαίνοντας το χλώριο στην ένωση, παίρνει ένα υδρογόνο και φεύγει μαζί του δημιουργώντας το υδροχλώριο. Απ' την άλλη, όμως, η ένωση δεν έμεινε όπως ήταν, κάτι άλλο πάθενε. Και αυτό το κάτι άλλο ήταν ότι δημιουργούσε μια καινούργια ένωση. Όταν μπόρεσε να απομονώσει, να συγκεντρώσει και να χαρακτηρίσει κάποιες τέτοιες ενώσεις, παρατήρησε ότι μέσα στο μωριό τους υπήρχε χλώριο. Και μία αρχική ένωση, την οποία αντέδρασε, στο τέλος είχε το χλωριωμένο της παράγωγος στα χέρια του. Μα για να είχε το χλωριωμένο παράγωγος στα χέρια του, σαν ένα προϊόν, και να είχε ανακαλύψει και υδροχλώριο, το οποίο βγήκε από την ουσία αυτή, προφανώς το επόμενο βήμα της σκέψης του ήταν το χλώριο, αλληλεπιδρά με την ουσία μου, παίρνει υδρογόνο, δηλαδή την αφιδρογονώνει, και στη συνέχεια ένα μέρος του χλωριού μένει μέσα στην ουσία και την αλλάζει, γίνεται λοιπόν κάπως διαφορετική ουσία. Συνεπώς, λέει ο Ντιμά, εδώ έχουμε μία αντίδραση αντικατάστασης. Πρώτα είναι λοιπόν μία θεωρία αντικατάστασης, η οποία θεωρεί αντικατάστασης, είχε, ας το πούμε, τρεις βασικούς κανόνες. Ορίστε λοιπόν οι βασικές αρχές που προτείνει ο Ντιμά για τη θεωρία της αντικατάστασης. Όταν, λέει, ένα σώμα που περιέχει υδρογόνο υπόκειται στην αφιδρογονωτική δράση του χλωρίου, του βρωμίου, του υιουδίου ή και του οξυγόνου, τότε για κάθε άτομο υδρογόνο που χάνει προσλαβάνει αντίστοιχα ένα άτομο χλωρίου, βρωμίου, υιουδίου ή μισό άτομο οξυγόνου, να πάει του στένος. Δεύτερον, αντίστοιχα ισχύουν ακόμα και όταν η Ένωση περιέχει οξυγόνο. Γιατί υπήρχε αυτή εδώ πέρα η διαφοροποίηση, πρώτα απ' όλα γιατί ήταν ισχυροί έτσι στους κόλπους των χημικών, η εντύπωση πως οπουδήποτε και αν κοιτάξεις γέρος υπάρχει και οξυγόνο. Το οξυγόνο ήταν το πιο ηλεκταρνητικό, ας το πούμε, στοιχείο, το οποίο ήταν γνωστό και κατανοητό ως τέτοιο χρόνο τον καιρό. Συνεπώς, ο Κανόνας 2 έρχεται να ενισχύσει τον Κανόνα 1. Ακόμα και όταν υπάρχει οξυγόνο, πάλι δύο πράγματα γίνονται. Και τρίτον, όταν ένα ιδρογονωμένο σώμα περιέχει νερό, αυτό το νερό χάνει το ιδρογόνο του χωρίς καμιά διαδικασία αντικατάστασης. Όμως, αν πρόκειται να απομακρυνθεί παραπάνω ποσότητα ιδρογόνον, τότε πραγματοποιείται η παραπάνω διαδικασία. Αυτό λοιπόν ήταν μια θεωρία αντικατάστασης. Η θεωρία αντικατάστασης τώρα ήταν κάπως προβληματική όσον αφορά τις άλλες θεωρίες. Η άλλη κύρια θεωρία που υπήρχε αυτή την περίοδο ήταν η διηστική θεωρία του Μπερζέλιος. Όλες οι ενώσεις είναι αποτελούμενες από δύο κομμάτια, ένα θετικό και ένα αρνητικό. Και σε εκείνη την περίπτωση το θετικό και το αρνητικό κομμάτι είχε μέσα του οξυγόνο. Έτσι, γράφουμε λοιπόν τις ενώσεις μας σαν να αποτελούνται από δύο κομμάτια. Την και πλιν, ξαναθυμίζω, έτσι ακριβώς γράφουμε τα άλλα, τα οξύα και τις βάσεις, ακόμα και τώρα πρώτα το θετικό μέρος, σε συνέχεια το αρνητικό μέρος. Λοιπόν, η διηστική θεωρία καθόλου δεν συμβατίζει με τούτο το πέρατο πράγμα. Δεν μπορείς για παράδειγμα να βγάζεις υδρογόνο από μια ένωση το οποίο ήταν γνωστό που ήταν θετικό και να πάει στη θέση του χλώριο το οποίο ήταν γνωστό που ήταν αρνητικό. Ήταν, έτσι, το δεύτερο, πιο ηλεκτροαρνητικό στοιχείο μετά το οξυγόνο. Δεν μπορείς, λοιπόν, να αντικατηθάσεις κάτι θετικό με κάτι αρνητικό, σύμφωνα με τη θεωρία του Μπερζέλιου. Τα πράγματα δεν πάνε καλά. Όμως, ο Τίμα ευτυχώς ήταν από τους πολύ καλούς αναλυτικούς χημικούς. Ευτυχώς μπορούσε να πληθυθεί και σε άλλο κόσμο που δεν συνδεόταν άμεσα με τον Μπερζέλιος και να το σπίσει με την ακρίβεια και την επαναληψημότητα των αποτελεσμάτων του. Και σιγά-σιγά άρχισαν κάποιοι να πιστεύουν στη θεωρία της αντικατάστασης. Όμως, ήταν μια θεωρία προορισμένη να δουλέψει μόνο με τις οργανικές ενώσεις, ενώ η ιδιστική θεωρία παρέμενε ακόμα στη θέση της όσον αφορά τις ανόργανες ενώσεις. Τώρα, λίγα χρόνια πριν, από κάποιον άλλο Γάλο, τον Ογκούστ Λορέν, είχε προταθεί μια άλλη ιδέα. Η ιδέα ήταν πως κάθε οργανική ενώση είχε έναν βασικό σκελετό. Αυτός ο βασικός σκελετός παρέμενε σταθερός, ακόμα και αν γινόταν αντιδράσεις προσθήκης ή αντικατάστασης πάνω σε αυτόν. Αποτελέσματα από τέτοιου είδους μελέτες, σαν τον Λορέν, ήρθαν στα χέρια του Τιμά, τον έπεισαν πως ήταν όντως έτσι και στη συνέχεια αυτός διατύπωσε μια διαφοροποιημένη κάπως θεωρία. Διατύπωσε, λοιπόν, τη θεωρία των τύπων. Τώρα τι εννοούσε ο Τιμά, τύπους από ό,τι φαίνεται, εννοούσε μια ενιαία διάταξη ατόμων που είχαν μια συγκεκριμένη σχέση μεταξύ τους. Θα λέγαμε εμείς σήμερα ένα συγκεκριμένο σχήμα στο χώρο, μια συγκεκριμένη διαδοχή, έναν ορισμένο τρόπο σχηματισμών των δεσμών. Βεβαίως ο Τιμά δεν μπορούσε να το πει έτσι τότε και περίμενε ότι αυτή η σχέση μεταξύ αυτών των ατόμων, δηλαδή αυτός ο τύπος, θα παρέμενε αναλγίωτος ακόμα και αν παρακολουθούν κάποιες αντιδράσεις, αντικατάστασης πάνω σε αυτόν. Τι θα μπορούσε να γίνει? Αντικατάσταση του ιδελογόνου από κάτι άλλο, από κάλιο, από χλόριο, από βρώμιο. Συνεπώς, έχουμε εδώ πέρα μια κάπως πιο σύνθετη θεωρία, τη θεωρία των τύπων όπου μπορείς να βάλεις κάτω έναν χημικό τύπο και στη συνέχεια, θεωρητικά, στην θέση του κάθε ιδελογόνου να προσπαθήσεις με κάποιο τρόπο να βάλεις κάποιο άλλο στοιχείο, είτε κάλιο, είτε χλόριο, είτε κάτι τέτοιο. Θα μπορούσε λοιπόν να προκύψει μια καινούργια Ένωση που θα είχε διαφορετικές ενδεχομένους ιδιότητες, όμως θα ανοίγει στον ίδιο τύπο. Τώρα, κάποιος άλλος Γάλλος, υπήρχαν αρκετοί Γάλλοι επιστήμονες εκείνον τον καιρό, περιθωριακός κι αυτός, όχι σε ένα μεγάλο κέντρο, ήταν ο Charles Gerard. Αυτός ο Gerard, λοιπόν, έκανε πολλές παρατηρήσεις ποσοτικές πάνω στα προϊόντα διδράσεων και απομόνωσε πολλές ουσίες. Η παρατήρηση ήταν ότι είχε στα χέρια του, ας πούμε, αρκετές ενώσεις που συμπεριφερόνταν σαν αλκοόλι. Ήταν, λοιπόν, και αυτές αλκόολες. Όταν συγκέντρωσε τα δεδομένα από τις χημικές τους αναλύσεις, παρατήρησε ότι οι αλκόολες αυτές, εκτός από τη χαρακτηριστική χημική συμπεριφορά, είχαν και κάτι άλλο ενδιαφέρον. Δηλαδή, η καθεμιά από κάποια γειτονική της, από κάποια, ας το πούμε, επόμενή της, υπολογούμενή της, διέφεραν κατά μία βασική μονάδα. Αυτό που θα έλεγαμε σήμερα, άνθρακας υδρογόνο δύο. Δηλαδή, το ποσοστό του άνθρακα μεταβαλόταν λίγο και το ποσοστό του υδρογόνο μεταβαλόταν επίσης λίγο, αλλά με ένα σταθερό τρόπο. Φαντάστηκε, λοιπόν, αυτός κάτι ανάλογο με τους τύπους. Ότι, δηλαδή, υπάρχει κάποιος σκελετός, υπάρχει πάνω σε αυτό το σκελετό κάτι χαρακτηριστικό, αυτό που και σήμερα το λέμε χαρακτηριστική ομάδα, όμως σε αυτό το σκελετό μπορούσε να προσθεθεί κάποια ομάδα από άνθρακα και υδρογόνο, η οποία δεν άλλαζε τη χημική συμπεριφορά της Ένωσης. Ο Ζεράς, λοιπόν, ήταν ο πρώτος ο οποίος πρότεινε την ύπαρξη αυτόν που σήμερα λέμε ομολόγων σειρών. Έχουμε, λοιπόν, ομόλογες σειρές, όπου, δηλαδή, οι ενώσεις μιας ομόλογης σειράς έχουν τις αντίστοιχες χημικές ιδιότητες, έχουν, συνεπώς, κάποιες χαρακτηριστικές ομάδες και διαφέρουν, όσον αφορά, το κεντρικό τους κομμάτι, το σκελετό του μολύτους, όπου, όμως, εκεί πέρα αυτό, ό,τι και να έχει, δεν έχει καμία επίρεση πάνω στη χημική συμπεριφορά της ουσίας. Τώρα, παράλληλα με αυτούς, δουλεύαν και πολλοί άλλοι πάνω στις οργανικές ουσίες. Ένας από αυτούς ήταν ο Βουλτς. Ο Βουλτς, αλσατός με τα σημερινά δεδομένα, θα λέγαμε, έκανε πάρα πολλές αντιδράσεις, παίζοντας με παράγωδα της αμμονίας. Είναι ο πρώτος που έφτιαξε κάποιες οργανικές βάσεις με βάση τον τύπο, θα λέγαμε εδώ, της αμμονίας. Η μεθυλαμίνη, η διεθυλαμίνη και η τριημέθυλαμίνη. Είναι προϊόντα που ο Βουλτς συνέθεσε, όχι κατ' αρχήν προσπαθώντας να φτιάξει αυτές τις αμμήνες, αλλά του προέκυψαν στην πορεία των μελετών του. Ήταν, λοιπόν, φανερό πως μπορούσες, εκτός από την αμμονία, έτσι που ήταν μια γνωστή βάση για τους χημικούς, έτσι ακόμα και τώρα, στα σχολικά βιβλία, όταν αναφέρομαι στις ευάσεις, έχουμε υπόψεων στον υδροξύδιο του καλλιού των ατρίου, κάπου εκεί πέρα σταματάμε με τα υδροξύδια των μεταλλών και τη λαμμονία. Η πόνια αμμονία ήταν γνωστό πως ήταν βάση. Ο Βουλτς συνέθεσε σαν παραπροιών κάποιων αντιδράσεών του και μεθυλαμίνη και τριμεθυλαμίνη και στη συνέχεια παρατήρησε ότι και αυτές είχαν βασικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια είχαμε έναν τύπο της αμμονίας, άζωτο υδροβόνο 3, όπου μπορούσες θεωρητικά, ας το πούμε έτσι απλά, να βγάλεις έναν υδροβόνο και να βάλεις στη θέση ένα μεθύλιο ή να βάλεις δύο μεθύλια ή να βάλεις και τρία μεθύλια. Εκείνο που έπαιρνες πάλι ήταν κάτι που ήταν διαφορετικό μεν, ήταν μια οργανική ουσία, είχε μέσα κι άνθρωπο και υδροβόνο, που όμως εξακολουθούσε και ήταν βάση. Άλλη βασική χημική συμπεριφορά παρέμενε η ίδια, εκείνο που είχες κάνει ήταν πως είχες παίξει με τον τύπο της ουσίας αυτής. Κάποιος που προχώρησε ακόμα παραπέρα ήταν ο Χόφμαν. Αυτός παρατήρησε πως μπορούσε να κάνει διαδοχικές αντιδράσεις, τώρα πια έτσι στοχευμένες διαδοχικές αντιδράσεις, αντικατάστασης του υδρογόνου από αμυνοομάδες με κάποια άλλα στοιχεία ή με κάποιες άλλες ομάδες. Και έτσι προέκυψαν διάφορα παράγωγα της ανιλήνης. Η ανιλήνη ήταν ένα βασικό υλικό με το οποίο δούλεψε ο Χόφμαν. Αυτός, λοιπόν, στοχευμένα προσπάθησε να αντικαταστήσει ένα-ένα τα υδρογόνα της ανιλήνης και το κατάφερε. Όχι βέβαια στην ίδια αντίδραση αλλά παραπέρα τόσο το κατάφερε. Στη συνέχεια, λοιπόν, εκείνο που μπορούσε να πει κάποιος είναι ότι είχαμε μια θεμελίωση σε στέρεα αποτελέσματα της θεωρίας των τύπων. Να, λοιπόν, εδώ πέρα ένα σχηματικό παράδειγμα από κάποιο βιβλίο εκείνο του καιρού. Έχουμε, λοιπόν, πάνω τον τύπο του νερού και κάτω τον τύπο της αμμονίας. Στον τύπο του νερού τι έχουμε? Έχουμε ένα οξυγόνο να έχει, έτσι, κάποιο είδους άλλη επίδραση με δύο υδρογόνα. Έτσι βλέπετε σε κάθε οξυγόνο αντιστοιχών δύο υδρογόνα. Τι μπορείς να κάνεις, λοιπόν, σε αυτόν τον τύπο? Να προσπαθήσεις να αντικαταστήσεις το ένα υδρογόνο με κάτι άλλο, καταρχήν με κάτι θετικό επίσης. Προκύπτει έτσι το, αυτό θα λέγαμε σήμερα, υδροξύδιο του καλείου. Το υδροξύδιο του καλείου αντιστοιχεί, λοιπόν, στον τύπο του νερού. Το επόμενο πράγμα που μπορεί να προσκοθήσει κάποιος είναι να δει πώς μπορεί να αντικαταστήσει και το άλλο υδρογόνο με κάλειο. Όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει το οξύδιο του καλείου. Και αν υπήρχε το οξύδιο του καλείου, με αυτόν τον τρόπο έτσι κάπως θα περιγραφόταν. Δύο κάλια, ένα οξυγόνο. Βεβαίως, εκείνο που στη συνέχεια εξετάστηκε και ελέγχτηκε αλήθεια το, ειδικά μετά τα αποτελέσματα του Βούλτς και του Χόφμαν, είναι πως αντί για κάλειο μπορούσες να έχεις κάποια οργανική ομάδα. Βλέπετε εδώ πέρα, έχουμε την ομάδα του εθυλείου. Έχουμε λοιπόν εδώ πέρα την Εθανόγη, έχουμε και τον Διέθυλ Εθέρα. Όλες αυτές, λοιπόν, οι ενώσεις ανήκουν στον τύπο του νερού. Έχουν, θα λέγαμε, με συμπεριμένους όρους, στο κέντρο ένα οξυγόνο και δεξιά και αριστερά δύο διαφορετικές ομάδες, είτε άτομα, με το οποίο αυτό το οξυγόνο πραγματοποιεί δεσμό. Αυτά μπορούν να είναι είτε υδροχώνα, είτε κάλια, είτε εθυλωμάδες, είτε βέβαια σε οποιοδήποτε άλλο αλκήλιο, έτσι θα λέγαμε σήμερα. Και κατά συνέπεια, τα υδροξίδια των μετάλλων, τα οξύδια των μετάλλων, οι αλκόολες και οι εθέρες, ανήκουν όλα, σύμφωνα με τη θεούρα του Τιμά, στον τύπο του νερού. Αντίεστυχα, έχουμε κάτω για την αμμονία, έτσι μπορούμε να έχουμε την έθυλ, διέθυλ και τριέθυλ ανήνι. Αντίεστυχα, και εδώ θα μπορούσαμε να έχουμε, έτσι, οποιοδήποτε άλλο αλκήλιο ή αρίλιο. Παρ' όλα αυτά, δεν υπήρχε ένα γενικό συνολικό υπόβαθρο για την οργανική χημεία. Δεν υπήρχε κάτι που να περιγράφει το σύνολο των αντιδράσεων, το σύνολο των ανηλεπιδράσεων. Τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα, επειδή ο καθένας ασχολούταν με κάτι, προσπαθούσε από αυτό το κάτι να πάρει κάτι, συνήθως καταρχήν τυχαία, στη συνέχεια να έβλεπε κάτι ενδιαφέρον ασχολούταν με αυτό, παραγνωρίζοντας τι επιπτώσεις θα μπορούσαν να έχει στην υπόλοιπη οργανική χημεία αυτό το οποίο ανακάλυψε. Εδώ λοιπόν, σε αυτήν την χρονική στιγμή, δηλαδή λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, ήταν γενικά κατανοητό ότι ο άνθρακας είναι τετραστανής, δηλαδή μπορεί να κάνει αλληλεπίδραση με τέσσερα ιδροβόνα, ή αντίστοιχα με δύο οξυγόνα. Εντάξει μέχρι εδώ. Αλλά δεν ήταν πάντοτε σαφές τι είδους είναι αυτή η ιδροπίδραση, και ούτε πάντοτε ήτανε σαφές πώς φαίνεται αυτή η τετρασταίνια. Για παράδειγμα, οι ενώσεις του άνθρακα, οι οποίες σήμερα εμείς έτσι τις χαρακτηρίζουμε ακόρεστες, παρουσίζαν ένα πρόβλημα. Υπήρχε άνθρωκας και ιδρογόνα, αλλά όχι τόσα ιδρογόνα όσα θα προέβλεπε η τετρασταίνια του άνθρακα. Τι ακριβώς γίνεται σ' αυτές τις περιπτώσεις. Έπρεπε λοιπόν να έρθουν αρκετά στοιχεία στα χέρια μας και να βρεθούν ορισμένα έτσι αρκετά καθαρά μυαλά να περιγράψουν αυτά τα στοιχεία, να τα αναλύσουν και να τα ομαδοποιήσουν. Τώρα, σε αυτό το σημείο αξίζει να πούμε και πάλι ότι στον Μπερζέλιους οφείλεται ο όρος οργανική χημεία. Το 1806 ο Μπερζέλιους έδωσε αυτό τον ορισμό, έχουμε λοιπόν λύττυνο οργανική χημεία, που ασχολείται με τις ενώσεις που προκύπτουν από τους οργανισμούς, τις ενώσεις που βρίσκονται μέσα στους οργανισμούς, τους ζωντανούς. Κατά τη διαστολή με την ανόργανη χημεία που ασχολείται, όπως ασχολούνται και πάντοτε, με τα μέταλα, τα αλατά τους, τα οξυδιά τους, αυτά δηλαδή τα υλικά που βρίσκονται μέσα στις πέτρες και στο χώμα, στα μη ζωντανά υλικά. Αυτά λοιπόν τα σώματα που βρίσκονται μέσα στους οργανισμούς, αποτελούν για μένα λίγο περισσότερους το αντικείμενο της οργανικής χημείας. Σήμερα λοιπόν θα λέγαμε ότι αυτό που τότε ονομάστηκε οργανική χημεία, αντιστοιχεί σε αυτό που εμείς λέμε βιοχημεία, έτσι με τη σημερινή ολολογία. Τώρα το 1828, όπως είπαμε, οριοθετεί την έναρξη της έρευνας στην οργανική χημεία και, όπως είπαμε και μόλις πριν από λίγο, από το 1830 και μετά, είναι πια το συρμό το να κάνει κάποιος χημικές συμθέσεις με στόχο να κάνει κάποιες οργανικές ουσίες. Ωστόσο, ακόμα η απομόνωση και ο χαρακτηρισμός οργανικών ενώσεων από ζωικά ή θητικά προϊόντα ήταν κάτι που ανθούσε. Ένας πάρα πολύ γνωστός πάνω σε αυτό το αντικείμενο ήταν ο Μισέλος Εν Σευρώλ. Αν κοιτάξτε λίγο τις χρονολογίες που αναφέραντα, θα καταλάβετε ότι ήταν κορακοζόητος, έτσι, 103 χρονών. 103 χρονών μας άφησε χρόνος, λοιπόν, ο καλός κύριος και στα περισσότερα από αυτά τα 103 χρόνια ασχολούνταν με τα γύπη και τα έλεα. Προφανώς, λοιπόν, δεν τα έτρωκε, απλώς τα χαρακτήριζε, τα συγκέντρωνε και τα παρατηρούσε. Μέσα, λοιπόν, στις παρατηρήσεις του ήτανε και η παρασκήβη σαπουνιού. Έχοντας, λοιπόν, κάποιο λιπαρό οξύ στα χέρια του που το είχε πάρει από κάποιο φυτικό ή ζωικό οργανισμό, μπορούσε να αντιδράσει αυτός με οξύδιο του καλλίου ή του νατρίου ή με καυστικό καλλιο-κενάτριο, να τον ανακόπτωσε καλά-καλά, το θερμά είναι να το αφήσει να ψεχθεί και να πάρει κάποια καινούργια ουσία που ήταν σαπούνι. Τα σαπούνια, λοιπόν, τα δούλεψε πάρα πολύ ο Σευρώλης. Αφού, λοιπόν, τα δούλεψε τα σαπούνια, είχε αυτή την ιδέα. Όπως παίρνω μια οργανική ουσία, λοιπόν, εγώ και την τροποποιώ, γιατί να μπορώ να πάρω και μικρά-μικρά χομάκια και να συνθέσω μια μεγάλη οργανική ουσία, μια σαν το λιπαρό οξύ το οποίο έχω στα χέρια μου. Αυτός, λοιπόν, δούλεψε πάνω σε αυτό το αντικείμενο, αλλά ήδη η παρασκευή σαπούνιου ήταν κάτι που έβγαζε την οργανική χημεία από το πάνκο του εργαστηρίου και την πήγαινε στη βιομηχανία. Μπορούσε, λοιπόν, να προσπαθήσεις να κάνεις σε βιομηχανική κλίμακα παρασκευή κάποιων οργανικών ενώσεων. Ο πιο πετυχημένος σε αυτόν τον τομέα είναι αυτός τον οποίον θα αναφερθούμε στη συνέχεια. Ήταν ο Γλιαμ Χαίρι Πέρκιν. Προσέξε και εδώ πέρα τις χρονολογίες, γεννημένος το 1838. Ο Πέρκιν, λοιπόν, από μικρός έδειξε ενδιαφέρον για τη χημεία και ήταν δεν ήταν 18 χρονών όταν δούλευε στο πανεπιστήμιο σαν βοηθός του Χόφμαν. Κάποια περίοδο, λοιπόν, κάποιο δεκαπενθήμερο, έτσι φαντάζομαι γιορτές δεν ήτανε, όπως το έχουμε και εμείς, όταν μας σηκώθηκε και πήγε στην πατρίδα του και μείναν οι μικροί να λονίζουν, ας το πούμε έτσι. Ο Πέρκιν είχε αναλάβει σαν αντικείμενο να προσπαθήσει να βρει έναν τρόπο να συντεθεί τεχνικτά η κοινήνη. Η κοινήνη είναι ένα μόριο που σύγχρονος του χημικός τύπος είναι αυτός εδώ, αριστερά, και είναι αυτό έτσι που το ξέρουμε και εμείς με τη μορφή του φαρμάκου που λέγονταν κοινήνο τον παλιό καλό καιρό. Αυτό το κοινήνο ήταν ένα πολύ καλό αποτελεσματικό φάρμακο εναντίον της ελλονωσίας. Η ελλονωσία ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα, ειδικά εκείνο τον καιρό, συνεπώς, αν μπορούσες να έχεις εκτός από την φυσική κοινήνη, η οποία σε πόσες ποσότητες πια να βρίσκεται, δεν ήταν πάρα πολύ καλά. Έτσι είναι η περίπτωση που είχαμε πει και σε προηγούμενη επαφή, ο καλός διομηχανός που θέλει να φτιάξει το φάρμακο για να σώσει τον κόσμο, κάτι τέτοιο. Ο Χόφαν προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο να συνθέσουν την κοινήνη τεχνητά για να έχουν μεγάλη ποσότητα από κοινήνη. Ο Πέρκιν, λοιπόν, ανέλαβε να βοηθήσει σε αυτό το αντικείμενο και εκείνη την περίοδο που ο Χόφαν έλειπε, άρχισε να παίζει στο εργαστήριο και επίσης μετέφερε και πράγματα στο εργαστήριο του σπιτιού του και δούλευε και εκεί πέρα. Σκέφτηκε, λοιπόν, να ξεκινήσει χρησιμοποιώντας ανιλήνη για να κάνει τη δουλειά του. Η ανιλήνη έχει άζοδο, η κοινήνη έχει άζοδο, συναπώς έχει μια καλή πηγή αζόδο και σχετικά φτηνή. Ευτυχώς για μας, η ανιλήνη την οποία βρήκε ήταν σχετικά βρώμικη. Είχε μέσα και λίγη του Λουιδίνη. Και όταν έκανε κάποια αντίδραση, πρόηγεψε ένα προϊόν περίεργο, το οποίο όταν το εκχύλησε με αλκοόλι, παρατήρησε ότι έδωσε ένα ωραίο ιόδας χρώμα. Το ιόδας χρώμα αφιλόταν σε αυτήν την ένωση. Το ιόδας χρώμα, το οποίο από μόνος υπέρκαινε, αφιλόταν σε αυτήν την ένωση, την δεξιά. Αυτός, λοιπόν, επειδή είχε πρόσβαση σε φίλους του Γάλλους, ονόμασε αυτήν την ουσία από το μοβ, χρώμα μοβείνι. Εντάξει. Προφανώς, στην αρχή, ήταν έτοιμος να πετάξει το προϊόν του, δεν ήταν η κοινήνη την οποία ήθελε. Όμως, επειδή κράτησε ένα μέρος από το προϊόν και επειδή, κατά λάθος, έπεσε μέσα σε αυτό κάποιο μαντιλάκι, είδε ότι το μαντιλάκι βάφτηκε. Όταν πήγε να το ξεπλύνει, είδε ότι δεν ξεπλύνωνταν καθόλου εύκολα. Κατά συνέπεια, σκέφτηκε πως εντάξει, είναι η κοινήνη, αλλά εδώ έχω ανακαλύψει κάτι. Έχω ανακαλύψει ένα ωραίο χρώμα, το οποίο βάφει κάποια σώματα. Το μαντιλάκι. Αποτέλεσμα, αυτός και κανένα δυο φίλοι του ασχοληθήκαν στη συνέχεια με αυτήν εδώ την ουσία. Να δούνε πως μπορούν να φτιάξουν μοβείνιοι σε μεγαλύτερες ποσοίτες, να δούνε πως μπορούν να τις τεραιώσουν πάνω στις διάφορες υφάνσιμες ύλες, όχι μόνο στο γαμβάκι, αλλά και στο μαλλί, και στο μετάξι, και τώρα τα σκηνικά. Και το κατάφεραν. Και είναι λοιπόν, έγινε για ένα διάστημα το κέντρο του ενδιαφέροντός τους, φυσικά, φυσικότατα κρύψαν όλα αυτά τα αποτελέσματα από τον Χόφμαν και ότι θα τους μάλωνε. Ο Χόφμαν την κοινήνι θέλει να φτιάξει. Και σε λίγο χρονικό διάστημα ο Πέρκυρ ήταν σε θέση να καταλάβει το εξής. Πρώτα απ' όλα ότι δεν ήταν η Ανιλίνη που έκανε τη δουλειά, αλλά ήταν μια βρωμίτσα που είχε. Η Ανιλίνη που είχε στα χέρια του ήταν σχετικά βρωμική, είχε μία μικρή ποσότητα από το Λουιδίνι μέσα της. Συνεπώς στη συνέχεια, και αφού αυτό το αντιλήφθηκε, πήγε και προσπάθησε να απομονώσει και να έχει μεγάλη ποσότητα πάρα το Λουιδίνι. Και όταν το έκανε αυτό, είχε ένα πολύ έντονο γιώδες χρώμα, έφτιαξε σε μεγάλη ποσότητα το υλικό, και στη συνέχεια και ό,τι έκανε ήταν πήγε και το πατεντάρησε. Πατεντάρησε την ιδέα του να φτιάξει κάποιος μία χρωστική τέτοια, γιατί την ήθελα αυτή τη χρωστική. Αυτή η χρωστική ήταν μία εντυπωσιακή χρωστική. Γιατί παραδοσιακά, από τα πολύ παλιά χρόνια, τα χρωματιστά υφάσματα έφεραν μέσα τους και κάποιο το συμβολισμό. Μην ξεχνάμε, έτσι, ας μάλλον ας μην ξεχάσουμε, ότι και στη Βυζαντινία γεωγραφία έχουμε κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία. Ποιοι από τους Αγίους και ποιοι από τους Προφήτες παριστάνονται έχοντας πορφυρό ένδυμα. Κανένας. Είναι, έτσι, οι ίδιον του Πατοκράτωρα. Ο Πατοκράτωρας, λοιπόν, έχει ένα πορφυρό ένδυμα. Αντίστοιχα, και ο Βυζαντινός Αυτοκράτωρας. Αντίστοιχα, και ο Ρωμαίος Πάπας. Οι κάπως υποδέστεροι έχουν ερηθρά ενδύματα. Και βλέποντας και κάνοντας. Νομίζεις γιατί έχει τόση μεγάλη σημασία το πορφυρό και το ελευθερό κολλοτασκητικά? Έχει σημασία με την εξαισένεια. Για να έχεις μια πορφυρή χρωστική, τον παλιό καλό καιρό, θα έπρεπε να πας και να βρεις κάποιο σώμα που να έχει αυτή τη χρωστική μέσα. Αυτό το σώμα δεν ήταν κάποιο άλλο, αλλά κάποιοι μικροοργανισμοί, όχι συγγνώμη, όχι μικροοργανισμοί, κάποιοι μικροί ζωντανοί οργανισμοί που έχουν κέλληφος και βρίσκονται εδώ πέρα στις θάλασσες, στις ακτήσεις Μεσογείου. Παίρνεις λοιπόν αυτό το μικρό οργανισμό, τον θανατώνεις, σε συνέχεια τον σπάζεις και βγάζεις από αυτό μέσα μια σταγόνα. Αυτή η σταγόνα είναι άχρωμη. Μόλις όμως δει το φως του ήλιο, γίνεται πορφυρή. Αν μαζέψεις λοιπόν αυτή την πορφύρα και την κρατήσεις κάπου, μετά μπορείς να φτιάξεις ένα μικρό λουτρό, να βαφτίσεις μέσα σε αυτό το λουτρό το ύφασμα το οποίο θες να βάψεις και αυτό γίνεται πορφυρό. Λοιπόν, για να κάνεις ένα ύφασμα, έτσι, μιας ενός χειτώνα ή ενός τέτοιου επενδύτη πορφυρό, έπρεπε να ξεκληρίσεις μια ολόκληρη απεικία από αυτά τα ζωντανά πλάσματα. Ποιος μπορεί να το κάνει αυτό, ποιος έχει τα οικονομικά μέσα, ένας βασιλιάς, ένας αυτοκράτωρας ή ένας πάπας, μόνο αυτός. Κατ' αυτοίς, έχει και τέτοιο είδους σημασία εκτός από τη θεωρητική και έχει και πρακτική σημασία. Ήταν λοιπόν αυτή η αγορά της πορφύρας που ήτανε στα χέρια των φινίκων των παλιών καιρός και στα χέρια όποιων είχαν την κατοχή της συγκεκριμένης περιοχής της ακτές της Μεσογείου. Στη συνέχεια που έβγαζε αυτό το υλικό, το πανάκρυβο, το πάρα πολύ σπάνιο και όλα τα σχετικά. Όταν λοιπόν μπορείς εσύ στο εργαστήριό σου με κάποιο είδους χημική διαδικασία να παράγεις σε αρκετή ποσότητα αυτό το πορφυρό χρώμα, είσαι ευτυχής. Και σε συνέχεια μπιένεις και το παντεντάρις. Και σε συνέχεια ο Πέρκιν εγκατέλειψε την ιδέα να φτιάξει κοινήνια και αφησόθηκε στην ιδέα να φτιάξει εκτός από την Μοβείνη και ένα σωρό άλλες χωραστικές ουσίες. Με βάση βέβαια στην Αγγελίνη και την του Λουιδίνη που ήξερε πως ακριβώς συμπεριφέρονται. Έτσι λοιπόν ήρθε σε επαφή με κάποιους και στην Αγγλία και στη Σκωτία και στη Γαλλία και σε άλλα μέρη και άρχισε να στείνει μικρές καταρχήν και μεγαλύτερες στη συνέχεια βιομηχανικές μονάδες όπου γινόταν παρασκευή τέτοιων χρωμάτων. Η μηχανία των χρωμάτων και των χρωστικών ουσιών ξεκινάει κάπου εκεί. Βλέπετε η Μοβείνη συντέθηκε το 1856. Μπορούμε να φανταστούμε ότι από το 1860 και μετά υπήρχαν βιομηχανικές μονάδες που φτιάχνανε χρωστικές ουσίες σε μεγάλες προσότητες. Με τα συνέπεια ήταν σχετικά εύκολο πια σε κάποιους να έχουνε βαμένα με κάποια εντυπωσιακά χρώματα τα ρούχα τους και βεβαίως εκείνοι οι οποίοι υπέστησαν σημαντικό οικονομικό πρόβλημα από αυτή τη δουλειά ήτανε αυτοί οι οποίοι είχαν στα χέρια τους το εμπόριο της υπορφύρας τους προηγούμενους χρόνους. Βεβαίως η συνθυντική οργανική χημεία προχώρησε παραπέρα, έφτιαξε και άλλες χρωστικές ουσίες. Η κυριότερη που έδωσε το μεγαλύτερο πλήγμα σε ανθρώπινο πληθυσμό στον κόσμο ήτανε η βιομηχανία του Ινδικού. Το Ινδικόν σύμφωνα με την ελληνική ονομασία του σημαίνει ότι η πρόεδευση του είναι από την Ινδία. Υπάρχουν λοιπόν κάποια φυτά στην Ινδία, τα οποία όταν κάποιος τα κόψει τα ξηράνει και μετά τα κυνηγήσει, του δίνουν ένα χρώμα το οποίο παράγεται σε αρκετή ποσότητα επειδή αυτά τα φυτά υπάρχουν εκεί σε μεγάλες ποσότητες, το οποίο λέγεται σύμφωνα με τους Ινδικών. Αυτό λοιπόν έχει το χαρκτιστικό κιάνο χρώμα. Όταν στα τέλη του 19ου αιώνα βρέθηκε τρόπος να συνδεθεί τεχνητά και το Ινδικόν, τελείωσε και ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής παραγωγής του Ινδικού από φυσικές πρωτασίλες. Έτσι, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην κεντρική και νότια Ασία είχε οικονομικό πρόβλημα και αρκετά χρόνια στη συνέχεια σε ζωή του. Έπαψε πια να αποτελεί σημαντικό κέντρο του παγκόσμιου εμπορίου. Πάντως, η βιομηχανική επανάσταση συνέχισε, η βιομηχανική οργανική χημεία θεμελιώθηκε στα 1856. Παρ' όλα αυτά, ο Πέρκιν δεν είχε ενδιαφερθεί για την δομή των νοσιών του, δεν είχε ενδιαφερθεί για να δώσει ένα θεωρητικό υπόβαθρο για το πώς έγινε η αντίδραση, δεν είχε ενδιαφερθεί για τέτοιου είδους πράγματα. Άλλοι όμως ενδιαφερότανε, ήθελαν να έχουν υπόψη τους πώς ακριβώς είναι ενδοημένα σε αυτές οι γεννώσεις του άνθρακα. Η τετρασταίνια λοιπόν του άνθρακα προτάθηκε καταρχήν ξεχωριστά από τον Κεκουλέ και από τον Κούπερ. Ο Κούπερ εδώ επειδή περιέπησε σε αφάνεια για το λόγο του ότι οι εργασίες του δεν προωθήθηκαν ή δεν θεωρήθηκαν αξιόλογες σχετικά, αποτυγήθηκε περίπου στην τρέλα, παράτησε την χημία, ασχολήθηκε στη συνέχεια με την οικογένειά του, δεν έκανε και πολλά σημαντικά πράγματα από εκεί πέρα. Θα ήθελε πολύ να έχει την πρωτοπορία σε αυτόν τον δομή, να το αναγνωριστεί ότι αυτός βρήκε και πρότειται την τετρασταίνια του άνθρακα, για λόγους πρακτικούς και τυπικούς φαίνεται να είναι δεύτερος στην σειρά, πίσω από τον Κεκουλέ. Το δημοσίευσε πιο μπροστά από αυτό, αν και δουλεύσαν οι δύο τους ανεξάρτητα. Κάπου και λοιπόν μεταξύ 1857 και 1858 προτείνουν την τετρασταίνια του άνθρακα, ότι δηλαδή χρειάζεται να κάνει επιπίδραση με τέσσερα άτομα υδρογόνου ή δύο οξυγόνου ή τα αντίστοιχα ισοδύναμα και εκείνο που έμενε τώρα ήταν πως αυτό το πράγμα να το δώσεις κάπως με μια συνεπή μορφή, με μια περιγραφή που να στέκει. Αυτή η περιγραφή που να στέκει οφείλεται στον Αλεξάνδρου Κρουμ Μπραούν. Αυτός λοιπόν κάθισε και σκέφτηκε, είδε τα αποτελέσματα του Κεκουλέ και του Κούπερ, έκανε κάποια σκέψη στο μυαλό του, θέλησε να ζωγραφίσει στο χαρτί αυτά τα πράγματα για τα οποία μιλούσαν και το αποτέλεσμα ήταν κάτι τέτοιο. Βλέπουμε εδώ πέρα δεξιά ένα μέρος από συγγραμμάτο, στο οποίο φαίνεται κατ' αρχήν πάνω πως παριστάνει το εθιλένιο. Αυτό έκανε ο Κρουμ Μπραούν για να έχει κάτι υπαρκοτός στα χέρια του. Έβαλε τα κυκλάκια και πάλι που είχαν εγκατελευτεί από τον Γίμπιχ. Έβαλε το σύμβολο του ατόμου μέσα στα κυκλάκια, σαν πως ξέρουμε δεν έχουμε έναν άνθρακα, δεν έχουμε έναν ιδρογόνο. Να λοιπόν το ένα σθένος το άνθρακα, να το άλλο σθένος το άνθρακα, να και το άλλο σθένος το άνθρακα, μείνουν τώρα δύο σθένια του κάθε άνθρακα. Εκείνο λοιπόν που ήταν πρωτοποριακό όσον αφορά τον Μπραούν, ήταν πως θεώρησε ότι μπορεί να έχουμε και διπλό σθένος ανάμεσα στους δύο άνθρακες. Να το λοιπόν, ένα εδώ και ένα εδώ, καμπύλο. Έχουμε λοιπόν εδώ πέρα δύο άνθρακες που έχουν μεταξύ τους έτσι καλύψει δύο σθένια ο ένας το άλλο. Αυτό που λέμε σήμερα εμείς διπλό δεσμό. Και εδώ πέρα κάτω βλέπουμε το φουμαρικό οξείο που εδώ πέρα έχουμε άνθρακα να έχει καλύψει δύο σθένια του με οξυγόνο. Εδώ δείχνει με αυτήν την κακαμένη καμπύλη ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά σθένια του άνθρακα που καλύπτονται από το οξυγόνο. Αυτή λοιπόν ήταν η παράσταση που έδωσε ο Κρουμ Πάουλ, αλλά επαναλαμβάνω για τους περισσότερους αυτό ήταν μόνο ένα σχήμα μια ζωγραφιά, δεν παρίστανε ενδεχομένως τίποτε πραγματικό. Τίποτε πραγματικό δεν θα παρίστανε και αυτή η αριστερή απεικόνιση εδώ, με την οποία όμως είμαστε όλοι αξικειωμένοι. Και είμαστε όλοι αξικειωμένοι γιατί στο τέλος αποδείχτηκε η αλήθεια της και η πραγματικότητά της. Αυτή η απεικόνιση οφείλεται στον Κεκουλέ. Τι έκανε δηλαδή ο Κεκουλέ. Έκανε πάρα πολλές σκέψεις σχετικά με τις ενώσεις του άνθρακα. Καταρχήν, είχε γίνει κατανοητό πως έπρεπε να υπάρχουν ενώσεις με περισσότερα από ένα άτομο άνθρακα. Έχοντας υπό υπόψη και την τετρασθένια, μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ένας άνθρακας μπορούσε μια μονάδα σθένος του, ας το πούμε έτσι, να την καλύψει με γειτονικού άνθρακα. Και έτσι αμέσως αμέσως φτάνουμε στο σημείο να έχουμε την δυνατότητα να φτιάξουμε ανθρακικές αληθιζίδες. Μα ήδη εδώ πέρα έχουμε μία ανθρακική αληθιζίδα με δύο άτομα άνθρακα στο εθιλένιο που έχει δώσει εδώ ο πραγματικός προηγουμένος. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα δεν ήταν τόσο το εθιλένιο, ήταν και αυτό ως ένα σημείο, αλλά ήταν οι περισσότεροι ακόρες της ενώσης. Το εθιλένιο λοιπόν δεν ήταν πρόβλημα με την έννοια ότι αν καταλάβαινες πως έχεις τον ένα άνθρακα να καλύπτει δύο μονάδες σθένος του άλλου, μπορούσε να φανταστεί κάποιος τη συνέχεια ότι με κάποιον τρόπο προσέδοντάς το ας πούμε χλώριο, όπως έκανε και ο Τιμά, ο κάθε άνθρακας πιάνει ένα χλώριο και καλύπτει τις μονάδες σθένος του με αυτόν τον τρόπο. Δύο με υδρογόνα, μία με χλώριο και μία με έναν άνθρακα, γι' αυτό δηλαδή αυτό που λέμε η ανόρθωση του διπλούδισμού. Αυτό ως λίγος πολύ θα μπορούσε να γίνει κατανοητό. Δεν θα μπορούσε να γίνει όμως κατανοητό το παρακάτω. Ότι δηλαδή το ακιτυλένιο μεν μπορεί να περιγραφεί κάπως αντίστοιχα με το εθιλένιο, η αναλογία του υδρογόνα προς τον άνθρακα είναι ακόμα μικρότερη, κατά συνέπεια θα αναγκαστήσει εκεί πέρα να δεχθείς ότι υπάρχουν τρεις μονάδες σθένους που καλύπτονται από τον έναν άνθρακα προς τον άλλον. Αυτό εντάξει και σε επίπεδο έτσι θεώρησης μόνο του ζητήματος, αν λύσει το προβλήματος μπορείς να το δεχτείς. Στη συνέχεια όμως την ίδια αναλογία άνθρακα προς υδρογόνα με το ακιτυλένιο και το μενζόλιο. Το μενζόλιο ήταν γνωστό από πάρα πολύ καιρό και ήταν και χρήσιμο σαν διαλύτης. Μάλιστα επειδή έχει έτσι μια κάπως λεπτή οσμή και η γεύση του δεν είναι ιδιαίτερα αποκρουστική, τον πρώτο καιρό, από τι λένε, χρυσοποιούνταν κάπως να το πούμε σαν after sale. Τώρα βεβαίως θα το απογορεύουμε πίνει θανάτου αυτό το πράγμα, πρώτα απ' όλα γιατί έχει θεωρηθεί υπέτειο καρκινογέννησης. Αλλά βάζει να πει ότι τον πρώτο καιρό λένε ότι μια από τις πρακτικές εφαρμογές του ήταν και σαν after sale ή κάπως έτσι. Λοιπόν, είχε μια σχετικά λεπτή και σχετικά ευχαριστή οσμή. Είχε λοιπόν ένα κάποιον τους άρωμα, να το πούμε έτσι. Ο Κιακούλης, εκείνο που έκανε, σκέφτηκε μήπως θα έπρεπε για το Βενζόλιο να θεωρήσει ότι έχει μία γησίδα κλειστή. Ότι δηλαδή ο πρώτος άνθρακας έτσι συνδέεται με τον δεύτερο και εκείνος με τον τρίτο και ο έκτος ξανά συνδέεται με τον πρώτο. Σκέφτηκε λοιπόν να έχει κλειστές δομές. Αυτό ήταν κάτι εντυπωσιακό, κάτι πρωτοπουριακό. Στη συνέχεια σκέφτηκε πως αφού υπάρχει μικρή αναλογία άνθρακα και υδροβόνο, μήπως υπάρχουν, όπως και στο Εθιλένιο, σε κάποιες περιπτώσεις δύο μονάδες στέλνους από άνθρακα σε άνθρακα. Αυτό δηλαδή που θα λέγαμε εμείς σήμερα, διπλή και απλή δεσμή στο Μόλιο. Έκανε λοιπόν αυτές τις δύο παραστάσεις όπου ονόμασε τους άνθρωποι σε ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε και έξι και έδειξε πως θα μπορούσε να θεωρήσει δύο διαφορετικούς τρόπους διάταξης των, θα λέγαμε σήμερα, απλών και διπλών δεσμών μέσα σε αυτό το Μόλιο. Τώρα αυτό το πράγμα μπορεί και να γίνει αποδεχτό, επαναλαμβάνω πάλι, στα πλαίσια μιας θεώρησης ότι εντάξει είναι ένα μοντέλο για να λύσουμε το πρόβλημά μας. Δεν είναι υπρακτικό, δεν είναι πραγματικό. Ο Κεκούλης συγχειρίστηκε όμως ότι είναι πραγματικό. Ότι έτσι είναι η δομή του Μορίου του Βενζολίου και για να το ισχυριστεί αυτό θα έπρεπε να έχει κάποια στοιχεία. Φυσικά θα λέγαμε σήμερα, θα ήταν εύκολο να κρυσταλώσεις κάποια ένωση του Βενζολίου, να κάνεις περίθραση ακτινωνχή και να δείξεις ότι τάτομαι είναι σε εκείνες τις θέσεις και τελείωσε, είναι η οριστική έτσι και τελική απόδειξη ότι η δομή ενός πράγματος είναι αυτή, η περίθραση των ακτινωνχή. Δεν υπήρχε τότε περίθραση ακτινωνχή, ούτε το φαινόμενο ήταν γνωστό για τις ακτινες χει, ούτε βεβαίως οι ακτινες χει ήταν γνωστές. Έπρεπε λοιπόν να στηριχθεί ο Κεκουλέ σε έμμεσα συμπεράσματα, κυρίως από χημικές αντιδράσεις. Ούτε καν από πολλές άλλες συμφρασματοσκοπίες, έτσι δεν υπήρχε θεωρητική βάση της συμφρασματοσκοπίας ακόμη. Εκείνο που έκανε λοιπόν ο Κεκουλέ είναι ότι στηρίχτηκε σε χημικές αντιδράσεις. Παρατήρηση λοιπόν, όπως παρατήρησαν και άλλοι, πως πρώτα απ' όλα δεν μπορούσες να κάνεις αντιδράσεις προσθήκης στον Βενζόλιο, αντιδράσεις προσθήκης στον Εθιλένιο μπορείς να κάνεις. Έχεις λοιπόν το Εθιλένιο, το βάζεις σε ένα χώρο που έχει πολύ υδρογόνο με πίεση, θερμένης και παράγεται ένα καινούργιο πράγμα, το οποίο δεν είναι Εθιλένιο, είναι Εθάνιο. Είναι Εθιλένιο, συν δύο υδρογόνα. Απ, κατάλαβα τι έγινε εδώ πέρα. Εκείνα τα δύο σθένια που ο ένας άνθρωπος χρησιμοποιεί για να καλύψει τον άλλον, ανοίγονται τώρα, είναι αυτό που λέμε ανόρθωση του διπλού δεσμού, έτσι, σαν ο διπλός δεσμός εκεί που γράφει το οριζόντιος, ανορθώνεται και γίνεται δύο επιβέλους κομμάτια, έτσι. Γίνεται λοιπόν αυτό το είδους η αντίδραση προσθήκης υδρογόνου στον Εθιλένιο. Το είδους μπορούσε να κάνεις με χλώριο. Προσθήκη χλωρίου στον Εθιλένιο. Θα μπορούσε να το κάνεις και με υδροχλώριο. Προσθήκη υδροχλωρίου στον Εθιλένιο. Εντάξει. Πώς μπορούσε να κάνεις προσθήκη υδρογόνου χλωρίου ή υδροχλωρίου στον Βενζόλιο. Με κανένα τρόπο. Θα μπορούσε βέβαια να πει κάποιος, ναι αυτόν τον καιρό δεν μπορούμε, θα μπορέσουμε ίσως στο μέλλον. Ούτε στο μέλλον μπορέσουμε να το κάνουμε. Πάντως εκείνο τον καιρό ήταν απολύτως δεδομένο ότι δεν γίνονταν αντιδράσεις προσθήκης στον Βενζόλιο. Κατά συνέπεια κάτι διαφορετικό πρέπει να συμβαίνει εδώ από ότι στον Εθιλένιο. Αλλά στον Εθιλένιο έχουμε διπλωδισμό ανάμεσα στους δυο άνθρωποι. Στον Βενζόλιο δεν μπορούμε να έχουμε κάτι χωρίς να θεωρήσουμε διπλωδισμό ανάμεσα στους άνθρωποι. Στον Βενζόλιο όμως γίνονται αντιδράσεις αντικατάστασης. Όχι πολύ εύκολα αλλά σχετικά εύκολα. Εκείνο λοιπόν που παραπέρα πρότεινο και κολλένει είναι, για κοιτάξτε τα προϊόντα των αντιδράσεων αυτών. Αν οι άνθρακες στον Βενζόλιο είναι διαφορετικοί ο ένας από τον άλλον, γιατί θα πρέπει να πάρω κι εγώ διαφορετικά προϊόντα. Αν δηλαδή έτσι κάνω μια αντίδραση αντικατάστασης και βάλω ένα χλώριο στον Βενζόλιο και έχω το χλωροβενζόλιο, όπως λέγαμε σήμερα. Αν λοιπόν υποθέσω ότι το Βενζόλιο έχει δυο διαφορετικούς άνθρακες, θα πρέπει να έχω δυο διαφορετικά ισομεροί. Εκεί όπου το χλώριο έχει πάει στον ένα, στον άλλο άνθρακα, ναι, πόσοι ισομεροί έχω για το χλωροβενζόλιο. Όσο και να προσπαθήσει κανένας να δει, θα βρει πάντοτε ένα ισομερές. Τα μόνο υποκατεστημένα παράγωγα του Βενζολίου είχαν από ένα ισομερές. Κατά συνέπεια οι άνθρακες ήταν ισότιμοι. Παραπέρα, αν προσπαθήσεις να κάνεις δύο υποκατεστημένα παράγωγα και το πετύχεις, εκείνο που μπορείς να κάνεις είναι να βρεις πως αυτά είναι μείγματα από ενώσεις και να αποδείξεις με κάποιον τρόπο ότι αυτά είναι μείγματα από τρία διαφορετικά ισομερή. Πώς θα μπορούσες να έχεις τρία διαφορετικά ισομερή αντικατάσταση του ιδρογόνου με κάτι άλλο στον Βενζόλιο. Πώς μπορούσες να έχεις λοιπόν δύχλωρο βενζόλιο. Και γιατί να έχεις τρία ισομερή δύχλωρο βενζόλιο. Εδώ λοιπόν ο Κεκούλα ήρθε και έτω σε αυτούς τους τύπους. Δίνει λοιπόν αυτούς τους δύο τύπους. Λέει ότι αυτοί οι δύο τύποι υπάρχουν και οι δυο μέσα στη νοσημό και κατά συνέπεια όλοι οι άνθρακες κατ' αρχή είναι ισοτείμοι μεταξύ τους. Κατά συνέπεια αν πρόκειται να πάω να βάλω ένα χλώριο μέσα στον Βενζόλιο, να την καταστήσω δηλαδή έναν ιδρογόνο, όποιο ιδρογόνο και να την καταστήσω το πράγμα είναι ίδιο. Ο άνθρακας αυτός είναι ίδιος σαν να ήταν παραπάνω ή ο παρακάτω. Γιατί τον περιγράφω δύο μονάδες θένους με έναν γειτονικό άνθρακα, μία με έναν άλλον και μία με αυτό το πράγμα αυτό όποιο είναι. Ιδρογόνο στην αρχή, χλώριο στη συνέχεια. Εδώ λοιπόν πάνω σε αυτόν τον τύπο, θα μπορούσε κάποιος να πει έτσι σύμφωνα με τις θεωρίες των περιτύπων του Τουμά, ότι προφανώς, προφανέστατα μπορείς να ζωγραφίσεις μόνο τρία διαφορετικά ισομερή για το δύχλωρο Βενζόλιο. Αυτά που σήμερα λέμε όλθο, μέτα και πάρα. Όταν τα δύο χρόνια βρίσκονται σε γειτονικές θέσεις, υπάρχει ένας άνθρακας μεταξύ τους ή δύο άνθρακες μεταξύ τους. Όταν, λοιπόν, συγκέντρωσε αρκετά τέτοιου δυστυχία, τα έθεσε υπόψιν της επιστημονικής κοινότητας και δεν μπορούσαν πια παρά να δεχτούν ότι η ιδέα του είναι σωστή. Αυτή, λοιπόν, η παρουσία σε αυτών των αποτελεσμάτων και αυτών των τύπων έγινε το 1865 και, φυσικά, μπορούσε να εφαρμοστεί στη συνέχεια και σε όλες τις άλλες ενώσεις που είχαν κάποια δομή ανάλογα με το Βενζόλιο. Όπως λέμε σήμερα, να έχουν βενζολικό δακτήλιο. Επειδή το Βενζόλιο το ίδιο είχε, όπως είπαμε, ένα λεπτό ανεπαίσθητο άρωμα και μερικές άλλες τέτοιούς ενώσεις είχαν και αυτές κάποια οσμή, ονομάστηκαν όλες μαζί αρωματικές ενώσεις. Σήμερα, οι περισσότερες από τις ενώσεις που έχουμε βενζολικό δακτήλιο δεν είναι αρωματικές. Μερικές, μάλιστα, μπορεί να έχουν και άσχημοι οσμί, αλλά πάει σε περιτώσει το χαρακτηριστικό τους όνομα είναι αρωματικές. Και τα παιδιά, αν όχι στις μικρές τάξεις, στις τελευταίες τάξεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στο Λύκειο, μαθαίνουν κάποια πράγματα για τον αρωματικό χαρακτήρα. Έτσι, αρωματικός χαρακτήρας είναι να έχω ένωση αρκετά ακόριστη που να μην κάνει αντιδράσεις προσθήκης, αλλά να κάνει αντιδράσεις αντικατάστασης. Έχουμε, λοιπόν, εδώ πέρα βενζολικούς δακτήλιους. Ήταν, λοιπόν, τόσο εντυπωσιακό το αποτέλεσμα που έδωσε μια τρομερή ώθηση στην σύνθεση ενώσεων με αρωματικό χαρακτήρα. Και, μάλιστα, τόσο πολύ ώστε 25 χρόνια μετά η Γερμανική Χημική Ένωση έκανε ολόκληρη τελετή, το 1890, προς τη μήνη του Κεκουλέ, για να γιορτάσετε 25 χρόνια από την πρότασή του για την δομή του βενζολίου. Τόσο εντυπωσιακό ήταν το πράγμα. Βέβαια, η έρευνα πάνω στο βενζόλιο και στα παράγωγά του συνεχίστηκε και μας έδωσε και κάποια άλλα ενδιαφέροντα και χρήσιμα στοιχεία, εκτός από τη δομή του βενζολιού και τον τρόπο με τον οποίο αναλυπιδράμε. Ένα από αυτά, είναι κάπως αστείο, ας το πούμε ανεκροτολογικό, αλλά είναι πραγματικό. Υπήρχε εκτός των άλλων και κάποιος χημικός με το όνομα Βίκτολ Μέιγερ. Αυτός είχε δημιουργηθεί, όπως και πολλοί καθηγητές χημίας εκείνον τον καιρό, να κάνουν πειράματα στην ώρα του μαθήματος. Έλυθνε λοιπόν κάποια πράγματα στους φύτες του, θα σας μιλήσω για τούτο, για εκείνο και το άλλο, και έκανε υπαρρυπτόντως και κάποια αντίδραση και έδειχνε κάποιο προϊόν. Εκείνο τον πρώτο καιρό, φανταστείτε έτσι, κυρίως το 1850, 1860, 1870, ήταν ωραίο να κάνεις κάποιες αντιδρασούλες που να σκεβατίζουν κάποιο χρώμα. Υπήρχε, λοιπόν, κάποιος στην περιοχή του, που είχε κάποιο υποτυπώδης διζυλιστήριο και μπορούσε και προμήθευε το εργαστήριο του Μέιγερ με βενζόλιον. Αυτό το βενζόλιον ήταν, όπως τα λέγαμε σήμερα, εμπορικό προϊόν. Είχε προδιαγραφές, όχι καθαρού χημικό αντιδραστήριο, αλλά ήταν ένα εμπορικό προϊόν. Ωστόσο, αυτό το Μέιγερ δεν τον πείραζε, γιατί εγώ είχα το χρησιμοποιήσω τις περισσότερες φορές. Είχε παρατήρησει όμως και αυτός και άλλοι ότι αν αναμύγνεις αυτό με ισατίνι και του ρίχνεις και μερικές σταγόνες οξύ, κατάληση, όπως είχαμε πει έτσι κάποια στιγμή παλαιότερα, τότε δημιουργούταν ένα ωραίο και ανά χρώμα. Αυτό, λοιπόν, είναι κάτι εντυπωσιακό για να το δείξω στους φιλτές σου. Κάνει διάφορα πράγματα και ένα από αυτά είναι με ισατίνι, δίνει αυτό το ωραίο μπλε φρώμα, βάζεις ένα ποτηράκι λίγο ισατίνι, ρίχνεις και λίγο βενζόλιο, μια-δυο σταγόνες οξύ, τελείωσε. Είναι εντυπωσιακό και χαρακτηριστικό. Λοιπόν, συνέβη μια μέρα αυτός που έρχονταν και του έφερε τα προϊόντα από το τοπικό κυπερδιστήριο να μην έρθει. Το πρωί, λοιπόν, δεν είχε έρθει, κατά συνέπεια το μεσημέρι έπρεπε ο Μέγερ να κάνει τη διάλεξή του και δεν είχε στα χέρια του βενζόλιο. Για πώς θα γίνει τώρα το πείραμα χωρίς βενζόλιο. Θα πει σας διαιτηρούσα σε αποθήκη. Από τη φαίνεται δεν είχε τα χρήματα, δεν είχε την διάθεση, δεν είχε κάνει τη σκέψη να έχει μια αποθήκη με τα χημικά διδαστήρια που του χρειαζόταν. Ο Μέγερ όμως δεν το έβαλε κάτω, ήταν από τους καλούς χημικούς. Λέει, εντάξει παιδιά, ξέρω πως από ακυτηλένιο θα φτιάξω εγώ βενζόλιο, είναι μια σχετικά απλή διαδικασία, ήταν γνωστή η αντιστοιχία των πραγμάτων, ήταν γνωστή οι καταλύτες που μπορούσαν να ζωμπηθούν. Σχετικά εύκολα, λοιπόν, μπορούσε να φτιάξει λίγη ποσότητα από βενζόλιο που ήθελε, δεν ήθελε και κυλά για αυτό το πείραμα και κάτι σχετικό δεν έφτιαξε. Μόνο που, αν ξεκινήσεις από ακυτηλένιο που είναι σχετικά καθαρό και κάνεις την αντίδραση που πρέπει, την καταλυτική καιρό που θα πάρεις είναι καθαρό-καθαρό το βενζόλιο. Το προϊόν είναι αυτό, αν παραμείνει ακυτηλένιο που δεν είναι τέταρτος είναι αέραιο, ανακατώνοντας απλώς το διάγευμα το ακυτηλένιο έχει φύγει και έχει μείνει το βενζόλιο. Παρασκέφασε λοιπόν ο Μέγερ το βενζόλιο του, ήρθε η ώρα του μαθήματος, εξηγήσε τους φοιτητές του, κοιτάξτε και τώρα θα δείτε τι ωραία, τι καλά γίνονται εδώ πέρα αυτές οι ωραίες κυανές αποχρώσεις με την Ισαθήνη, ρίχνει την Ισαθήνη, ρίχνει και το βενζόλιο, το καθαρό που είχε φτιάξει, ρίχνει και το θηκό οξύ, οι φοιτητές του εκείνη τη μέρα δεν είδαν κανένα γαλάζιο χρώμα, ούτε ο ίδιος. Και συγχύστηκε και θύμωσε, φυσικά ήξερε ότι είχε σε θέσευρο βενζόλιο, πήρε το εμπορικό προϊόν και το πείραμα πέτυχε δηλαδή, είχε την μπλε χρωστική. Καταστρέφει απαλήγγειρε μια αρκετή ποσότητα από αυτό το προϊόν και άρχισε να ψάχνει να δει τι γίνεται και κατάλαβε βέβαια ότι δεν ήταν καθαρό βενζόλιο, είχε μέσω του κάποια άλλη ένωση, η οποία ένωση ήταν εκεί που φαινόταν. Εκείνη ήταν που έκανε την αντίδραση με την Σαθηνίο και τον Βενζόλιο και όταν στην στοιχεϊκή ανάλυση που έκανε ανακάλυψε ότι είχε μέσα και θείο, ονόμασε αυτή την ένωση με το ελληνικό όνομα Θεοφένιο. Είναι κάτι το οποίο φαίνεται, αυτό φαινόταν, αυτό έδινε την κιάνια χρωστική και είχε μέσα το θείο. Θείοφένιο λοιπόν είναι μια ένωση με τελοκυκλικό δακτήλιο που είναι γνωστή από τότε και ανακαλύθηκε κατά λάθος από τον Μέγερ. Τώρα, οι οργανικές ενώσεις έχουν και κάποιες χαρακτηριστικές συμπεριφορές. Κάθε μία κάνουν χημικές αντιδράσεις βέβαια, κάνουν όμως και φυσικές αντιδράσεις. Φυσικές αντιδράσεις υπό όλους του τη φωτός ήταν κάτι που είχε παρατηρηθεί από παλαιότερα. Ήδη από τον 7ο αιώνα ο Χρυστιάν Χόιχενς είχε παρατηρήσει ότι περνώντας το φως μέσα από κάποιους κρυστάλους, αυτό το φως φαινόταν απολώνεται. Στις αρχές του 19ου αιώνα, ειδικά στους 1815, ο οποίος παρατήρησε ότι ορισμένα διαλήματα από ανόργανες και οργανικές ουσίες κάναν ακριβώς αυτό ενώ τους έστρελνες φως, πολλομένο, όταν το φως έβγαινε από την άλλη μεριά, διότι έτσι περνούσε μέσα από το διάλειμμα, είχε αλλάξει το επίπεδο απολωσίστος, είναι πως κάτι είχε γίνει μέσα στο διάλειμμα. Κυρίως αυτό συνέβαινε με το τριγικό οξύ και κάποια άλλα όξια. Τα άλλα το τριγικό οξύ ήταν γνωστά από τον Σίλε από το 1769. Και μάλιστα το χαρακτηριστικό είναι ότι μέσα στις άλλες δουλειές που είχε κάνει ο Παστέρι, ήταν και μελέτη τέτοιων αλάτων. Πήρε λοιπόν ένα μήγμα, κάτι που νομίζω ότι ήταν τριγικό οξύ, το μήγμα των διαφόρων ενάντιομερών, του έκαναν αντίδραση με κάλλιο, πήρε το άλλο και το άφησε να κρυσταλώθηκε. Δημιουργήθηκαν δύο είδη κρυστάλων. Οι κρύσταλοι ήταν πανωμοιότυποι σαν σχήμα, μόνο που είχαν μεταξύ τους σχέση χεριών. Δηλαδή ο ένας δεν μπορούσε να τοποθετηθεί πάνω στον άλλον. Είχαν αυτού του είδους σχέση, είδωλο και αντικείμενο. Συνεμπέρανε λοιπόν ο παστέρος ότι υπήρχαν δύο διαφορετικές μορφές από αυτό το πράγμα μέσα στο μήγμα που είχε στο χέρι του και όντως έτσι κάπως ήταν. Ανακαλύθηκε λοιπόν κάποια στιγμή και ένα άλλο οξύ που ήταν ισομερές με το τριγικό και ενώ θα περίμενε κάποιος να στρέφηκε αυτό το επίπεδο του φωτός, δεν τον έστρεφε καθόλου, ήταν ανενεργό. Αυτό λοιπόν είχε ονομαστεί τότε ρακεμικό και αποδείχθηκε σε συνέχεια ότι αποτελούνταν από ένα ισομεριακό μήγμα από τις δύο εναντιωμερίες μορφές του τριγικού οξέως. Από τότε λοιπόν το όρμα ρακεμικό για το οξύ αυτό δεν χρησιμοποιείται πια, χρησιμοποιείται όλος ρακεμικό μήγμα για ένα μήγμα από ενώσεις που ενώ η καθεμιά τους στρέφει το επίπεδο του φωτός, το μήγμα τους δεν το στρέφει, είναι ανενεργό. Πάντως όλα αυτά ήταν φαινόμενα κάπως περίεργα, πώς μπορεί δηλαδή μια άνωση να στρέφει το επίπεδο της πόλεσης του φωτός, γιατί το κάνει αυτό και γιατί κάποιες όσες ενώ θα περιμέναμε δεν το κάνουν. Αυτή την ανενεργότητα ας πούμε του ρακεμικού μήγματος είναι πάλι ο ΜΠΟ που την προσδιώρησε στα 1830. Το ζήτημα ήταν ότι κάποιοι το αντιμετωπίζαν έτσι ακαδημαϊκά, αυτό το ζήτημα, και κάποιοι το αντιμετωπίζαν πιο πρακτικά. Ανάμεσα σ' αυτούς που το αντιμετωπίζαν πιο πρακτικά ήταν ο Λεμπέλ και ο Βανχόφ. Εμείς τώρα πια συνδυάζουμε τα δύο ονόματά τους, επειδή ακριβώς στην ίδια χρονική περίοδος, το 1874, ανεξάρτητο όμως ο ένας από τον άλλον και από άλλη πηγή ξεπερνώντας, πρότειναν αυτό το πράγμα, ότι δηλαδή υπεύθυνος για την συστροφή του επιπέδου πόλουσης του φωτός ήταν κάποιος από τους άνθρωπους του Μωρίου και μάλιστα εκείνος ο άνθρωπος, ο οποίος είχε γύρω του τέσσερις διαφορετικούς υποκαταστάτες. Αυτό δεν θα σημαίνει τίποτα για κάποιον κρασικό χημικό εκείνης της εποχής. Όμως, ο Λεμπέλ και ο Βανχόφ προχωρούσαν λίγο παραπέρα. Είχαν υπόψη τους και τα δεδομένα του Παστέρ, ότι δηλαδή η κρυστάλλος ενός πράγματος που είχε μέσα του Διουσιμερή έδωσε κρυστάλλους παρόμοιους σε σχήμα, αλλά με σχέση αντικειμένου και ιδόλου μεταξύ τους, οπότε πέθασαν ότι η μία ένωση είχε κρυστάλλωθεί με τον ένα τρόπο και η άλλη με τον άλλο τρόπο. Γιατί λοιπόν η μία να δώσει ενώση τους κρυστάλλους και η άλλη να δώσει συμετρικούς ως προς αυτούς, αλλά όχι υπερτιθέμενος. Φαντάστηκαν λοιπόν και οι δυο ότι εκείνο το οποίο συμβαίνει είναι ότι ο άνθρακας μην είναι τετραστανής, αλλά είναι τετραστανής και βρίσκεται στο κέντρο ενός τετραέδρου και όχι ενός τετραγόνο. Εδώ λοιπόν έχουμε ένα αντίγραφο από την παρουσίαση που έκανε ο Βαγκόφ, εδώ στο κέντρο είναι ο άνθρακας, αυτή είναι η έδρα του τετραέδρου την οποία βλέπουμε, με δυστυχτές γραμμές είναι συμβαίνει σε άλλες έδρες, εδώ λοιπόν είναι ο άνθρακας και έχουμε έναν υποκαταστάτη να κοιτάει προς αυτήν την κατεύθυνση, έναν προς τα δώ, έναν προς τα δώ και έναν προς τα δώ. Εδώ λοιπόν έχουμε έναν άνθρακα, εδώ έχουμε ένα σύστημα με δύο άνθρακες και διπλόδεσμο και εδώ έχουμε ένα σύστημα με δύο άνθρακες και τριπλόδεσμο. Αυτές είναι οι παραστάσεις οι αρχικές που πρότεινε ο Βαγκόφ για να υποστηρίξει την τετραεδρικότητα του άνθρακα. Βεβαίως, όταν έχεις έναν άνθρακα τέτοιου τύπου στο κέντρο ενός τετραέδρου, τότε μπορείς εύκολα να δεις, αυτό το κάνουμε σήμερα με μοντέλα που φέρουμε μέσα στις αίθουσες του μαθήματος, μπορείς εύκολα να δεις πως αν βάζεις τέσσερα διαφορετικά πράγματα γύρω από αυτόν τον άνθρακα, μπορείς να κάνεις δυο διαφορετικά τέτοιου είδους μοντέλα που όταν τα βάζεις το ένα απέναντι στο άλλο να έχουν σχέση αντικειμένου και ιδόλου. Και κατά συνέπεια μπορείς στη συνέχεια να προθέσεις ότι το ένα είναι το ένα ισομερές, το άλλο το άλλο ισομερές, το ένα στρέφει το επίπεδο του φωτός προς μία κατεύθυνση, το άλλο προς την αντίθετη κατεύθυνση, κατά συνέπεια το μείγμα τους τη στρέφει προς καμία κατεύθυνση. Μια πολύ ωραία εξήγηση, η οποία όμως θέλει πολύ θάρρος για να προσπαθήσεις να την ισχυγηθείς τότε. Πάνω στην ίδια κατεύθυνση, κινούμενος, ένας από τους μεγαλύτερους οργανικούς χημικούς, ο Εμίλ Φίσερ, στα 1884, πρότεινε μια δομή για την Πουρίνη, μια από τις βάσεις του DNA και στη συνέχεια ξεκίνησε μια δουλειά που κράτησε γύρω στα 15-20 χρόνια πάνω στα σάχαρα. Μερέτησε λοιπόν πάρα πολύ τα σάχαρα, βασικά τα βασικά απλά που ήξερε καταρχήν και κάποια που σκέφτησε στη συνέχεια. Και στην πορεία της έρευνάς του αυτής, προκειμένου να κάνει τη ζωή του πιο εύκολη, προσπάθησε να βρει έναν τρόπο αυτή την δομή στον χώρο των σαχάρων, διότι πια έτσι είχε καταλάβει και αυτός, όπως και πολλοί άλλοι, ότι έπρεπε να θεωρήσουν την τετραηδρικότητα του άνθρακα. Ήθελε κάπως να αποδώσει αυτή την τετραηδρικότητα του άνθρακα στον χώρο, στο επίπεδο χαρτί, διότι όταν θέλω να ζωγραφίσω κάτι και θέλω να πω να αυτή είναι η Ένωση που θα ξεκινήσω και σε αυτή θα καταλήξω, θα πρέπει να χρησιμοποιήσω ένα χαρτί. Αυτό το χαρτί λοιπόν είναι επίπεδο και θα πρέπει να βρω έναν τρόπο στο επίπεδο χαρτί να παραστήσω μια τρισδιάστατη δομή. Ο τρόπος λοιπόν που το έκανε είναι αυτός εδώ. Εδώ είναι το τετράεδρο σύστημά μου το άνθρακα, αυτός ο δεσμός με το ψήνε που έρχεται προς τη μεριά μου, εκείνος ο δεσμός με το W είναι που πηγαίνει προς τα πίσω, οι άλλοι δύο δεσμοί είναι στο επίπεδο το κατακόρυφο αυτός στο οποίο κοιτάω εγώ τον άνθρακα. Αν αυτό το μόριο πρέπει να το κατεβάσω κάτω και να το γράψω κάπως εδώ πέρα, πρέπει να κάνω μια προβολή. Έτσι λοιπόν έχω το X και το Z που είναι στο οριζόντιο επίπεδο, είναι δεσμοί το άνθρακα με αυτά τα άτομα που βρίσκονται στο κατακόρυφο επίπεδο έτσι πως κοιτάω εγώ τον μοριό μου, το Y είναι αυτό που έρχεται προς τη δική μου μεριά και το W προς τα άλλη μεριά. Συνεπώς καθόρισε αυτό του είδους τον τρόπο για περιγραφή των οργανικών μωρίων και στη συνέχεια το εισηγήθηκε και στα βιβλία του και στις εργασίες του παρουσιάζε και βεβαίως έγινε γενικά αποδεχτό και ήταν πολύ πιο βολικό αυτό παρά οι παραστάσεις αυτές που έδωσε ο Βανχόφ στον προηγούμενο σχήμα. Η προβολή λοιπόν του Φίσερ είναι κάτι το οποίο χρησιμοποιείται εκείνη την περίοδο για πρώτη φορά και βέβαια το έχουμε ευλυτιώσει κάπως στη συνέχεια με τις προβολές Νιουμαν. Αυτά λοιπόν όσον αφορά την οργανική χημεία που είχε μια εξαιρετική εξέλιξη από το πρώτο τέταρτο και μετά στον δέκατο έννοτο αιώνα και συνεχίζει και έχει ακόμα αραδεωσίες διότι το ενδιαφέρον για καινούργιες οργανικές ενώσεις δεν έχει σταματήσει ποτέ. Τι συμβαίνει όμως με την ανώργανη χημεία. Η ανώργανη χημεία δεν είχε τόσο μεγάλη εξέλιξη, είχε βεβαίως τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι μην ξεχνάμε, αυτήν την περίοδο η ανώργανη χημεία θεωρείται χημεία των μετάλλων, των οξυδίων τους και των αλάτων τους. Χλωριούχα, θηικά, νυτρικά, άλατα, των μετάλλων, τελεία. Αυτό το πράγμα. Άντε και η αμμονία και το νερό και το μονοξύδιο και το διοξύδιο του άνθρακα, αυτό. Συνεπώς, οι ενώσεις με τις οποίες ασχολείται η ανώργανη χημεία είναι αυτές. Αυτές έχουν μελετηθεί και έχουν δουλευτεί από καιρό. Και κατά συνέπεια τα πράγματα φαίνονται κάπως τάσινα. Όμως, η εξέλιξη της οργανικής χημείας και ιδιαίτερα η δυνατότητα σύνθεσης καινούργιων μωρίων, έδωσε την βάση για εξέλιξη και στην ανώργανη χημεία. Πώς, λοιπόν, μπορείς να κάνεις κάποιες ενώσεις αλληλεπιδρώντας, ας πούμε, διάλειμμα της αμμονίας με κάποιο μέταλλο. Κάνεις μια τέτοια τους αντίδραση και παίρνεις ένα προϊόν. Α, πολύ ωραία. Μπορεί, βέβαια, στη συνέχεια να σκέφτεσαι ότι αυτή η αλληλεπίδραση έγινε επειδή η αμμονία έχει χαρακτηριστικά βάσεις. Ξέρουμε κάποιες άλλες βάσεις. Πώς δεν ξέρουμε. Ξέρουμε κάποιες βάσεις που, μάλιστα, ανήκουν στον τύπο της αμμονίας. Όπως τα λέγαμε έτσι, σύμφωνα με τη θεωρία του Τιμά. Άρα θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν και κάποια άλλη αμμήνη. Και πίσω από τον τύπο της αμμονίας κρύβονται πολλές αμμήνες. Κατά συνέπεια, εκεί που θα μπορούσαν να έχουν μια ένωση της αμμονίας με το Κοβάλτιο, για παράδειγμα, μπορώ να έχω πεντακόσκες ενώσεις αμμυνών με το Κοβάλτιο. Αν πεντακόσκες είναι οι αμμύνες τις οποίες ξέρω. Έτσι. Γιατί το Κοβάλτιο? Γιατί το Κοβάλτιο βρισκόταν σε σχετική αφθονία στην Κεντρική Ευρώπη, γιατί ήταν σχετικά εύκολο να καθαριστεί και να μελετηθεί και πιπλέον είχε το χαρακτηριστικό, όπως και το χρώμιο, να δίνει ενώσεις με χαρακτηριστικά ωραία χρώματα. Ήταν εύκολο να παρατήρησεις ότι ανακατώνεις πυκνή αμμονία με χλωριούχο με Κοβάλτιο, σε νερό, και αν θερμάνεις το διάλειμμα για αρκετή ώρα, παίρνεις ένα ωραίο καστανό προϊόν. Αν διαβάσεις οξυγόνο για ώρα μέσα από αυτό το διάλειμμα, παίρνεις ένα ωραίο ιόδες προϊόν. Αν του ρίξεις λίγο οξύ, λίγο βάση, λίγο τούτου, λίγο κίνο, λίγο ποτάλο, μπορείς να έχεις κίτρινα, κόκκινα, πρωτοκαλιά και άλλα ωραία προϊόντα. Πολλά τέτοια προϊόντα τα συγκεντρώνανε, τα βάσασαν σε μπουκαλάκια και τα κρατήσασαν στους αστραφιδούς γιατί ήταν ωραία, εντυπωσιακά. Και εκτός από αυτό, μερικοί άρχισαν να σκέφτονται τι ακριβώς είναι αυτό το πράγμα το οποίο έχουν. Υπήρχαν ενώσεις αυτού περί του τύπου που φανίζονται εδώ. Κοβάλτιο, χλόριο 3, αμμονία 6, κοβάλτιο, χλόριο 3, αμμονία 5, κοβάλτιο, χλόριο 3, αμμονία 4 και βεβαίως και άλλα πράγματα. Εδώ είναι απλώς μερικές χαρακτηριστικές αυτές τις ενώσεις. Το 3 μπορεί σχετικά εύκολα να εξηγηθεί, να ρεμινευτεί σε αυτή την περίοδοση. Το σθένος του χλωρίου είναι 1, το χλόριο είναι ηλεκτροαγνητικό, συνεπώς το σθένος του κοβαλτίου είναι 3. Αν λοιπόν ένας έγραφε κοβάλτιο, χλόριο, 3, αυτό το πράγμα ήταν σχετικά απλώς να γίνει κατανοητό. Έχω ένα κοβάλτιο με τρεις μονάδες σθένους, έχω και τρία χλόρια, τελείωσε. Όλα τα πράγματα πάνε καλά. Είναι ένας τύπος, ας το πούμε, ανάλογος με της αμμονίας, πως είναι άζοντο και τρία ιδροβόνα, κοβάλτιο και τρία χλόρια. Θα μπορούσα να είσαι κάποιος να πει ότι ξέρεις, θα πρέπει κάπου να υπάρχει κάτι που να είναι κοβάλτιο ιδροβόνο 3 και με κάποιο τρόπο εγώ μπόρεσα να αντικαταστήσω τα τρία ιδροβόνα με χλόρια. Με χαρά του λέει η θεωρία, τον τύπο του τιμά, ναι βεβαίως. Αλλά αυτές οι αμμόνιες που σημειώσαμε εδώ πέρα, τυχαίνει όλες να είναι σταθερές. Δηλαδή δεν τυχαίνει να είναι κάτι που απλώς κόλλησε για κάποιο στιγμή λίγη αμμονία επάνω του και μετά έφυγε. Αυτές οι σταθερές που σημαίνει αυτές οι έξι, πέντε ή τέσσερις αμμονίες υπάρχουν εκεί και δεν είναι τυχαία ή παρουσιαντός. Έχουν αρκετά μεγάλη σταθερότητα αυτές τις περιγενώσεις. Αντίστοιχα, ζητήματα με το νερό είχαν λυθεί σχετικά εύκολα προηγουμένως. Έτσι έχουμε το νερό της αφιδάπτωσης, ένα υλικό το οποίο αν πάω και το ζυγίσω και το μετρήσω και το αναλύσω και μου δείξω ότι έχει ένα περιεχόμενο σε νερό, το ξηράνω για αρκετή ώρα και το ξαναζυγίσω, το μετρήσω, το μετρήσω, θα δω τη στοιχειακή του αναλογία και διαφοροποιηθεί την τεχυφή νερό αυτό που ήταν προστορφημένο. Ε, λοιπόν, εδώ η αμμονία δεν είναι προστορφημένη. Αντίστοιχες δηλαδή τεχνικές μελέτες έδειξαν ότι αυτές οι περιγενώσεις είναι σταθερές, είναι υπαρκτές, είναι εκεί, για να τις μελετήσεις. Λοιπόν, το ζήτημα είναι τα τρία χλόρια μπορείς να τα καταλάβεις. Με βάση το σθένος, έτσι το κομβάλτιο είναι θετικό, έχει τρία σθένη, το χλόριο είναι αρνητικό, έχει ένα σθένος, εντάξει, οι αμμονίες τι κάνουν. Εδώ λοιπόν αρχίσαν να διατυπώνονται διάφορες θεωρίες. Η μία θεωρία είχε βάσει την οργανική χημία, έτσι την ξεκίνησε ο Χόφαν και άλλοι. Λοιπόν, πώς εμείς θεωρήσαμε και δεχτήκαμε ότι υπάρχουν ανθρακικές αλυσίδες. Τα άτομα του άνθρακα μπορούν να κάνουν και δεσμούς με τοιονικά άτομα άνθρακα και έχουν ανθρακικές αλυσίδες. Λοιπόν, και το άζωτο μπορεί να κάνει το ίδιο πράγμα. Έχω λοιπόν αζωτούχιες αλυσίδες. Εντάξει, και πάνω σε αυτό άρχισαν να δουλεύουν. Μερικοί το είπαν σαν ιδέα και φύγαν από το πεδίο, προχώρησαν παρακάτω. Λοιπόν, ο σοφός Μαντζ Γιόργενσεν προσπάθησε να αφαρμόσει πιο αντελεχώς αυτές τις προτάσεις. Έχουμε λοιπόν εδώ τις τρεις παραπάνω ενώσεις διατυπωμένες κάπως. Τον πείτε, είσαι παλαβός, στη μια περίπτωση έχεις δυο άζωτα να κάνουν αλυσίδα στην άλλη τρία, στην άλλη τέσσερα, δηλαδή πού σταματάει αυτό και ποιος σου δείχνει ποια είναι η αλυσίδα ατόμων αζώτου που θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις. Αυτή είναι η θεωρία των αλυσίδων, ας το πούμε με κάποιον τρόπο. Το ζήτημα είναι το εξής, ότι ένας τρόπος να μελετήσεις αυτές τις ενώσεις είναι να κάνεις κάποιες σχημικές αντιδράσεις. Αν πάρεις και αντιδράσεις με νητρικό άργυρο, τότε αναμένεις αυτό που ξέραμε όλοι ότι ο χλωρίουχος άργυρος που είναι δυσδιάγητος, άπαξε ξεγματιστή από την αντίδραση αντικατάστασης, θα καταβήθηστη. Μπορώ λοιπόν να τον καταβηθήσω, να τον διηθήσω και να μαζέψω. Λοιπόν, σε αυτή την πρώτη περίπτωση, αποδέχθηκε ότι και τα τρία χλώρια ήταν ιοντικά. Μπορούσα δηλαδή να απομακρυνθούν με τη μορφή χλωριούχου αργύρου. Στην δεύτερη περίπτωση είχαμε δύο ιοντικά χλώρια και στην τρίτη ένα ιοντικό χλώριο. Τι παρατηρούμε εδώ πέρα? Μια πολύ άμεση και απλή θεωρία για τον Γιόργινσεν ήταν αυτή. Αν μπορώ να γράψω αλυσίδες αζοτούχες, μπορώ στο τέλος τους να προσθέσω και ένα χλώριο. Αυτά τα χλώρια που είναι στο τέλος των αλυσίδων ατόμα-αζότου είναι ιοντικά και μπορούν να απομακρυθούν. Μπορώ, αν γράψω τέτοιους αλυσίδες, εδώ πέρα έχω με τρία και με δύο ατομα-αζότου, να περισσεύγει και κάποιο χλώριο το οποίο βρίσκεται ακριβώς πάνω στο κοβάλτιο. Θα λέγαμε σήμερα έχει κάνει ενδιασμό με το κοβάλτιο. Αυτό, λοιπόν, δεν είναι ιοντικό. Να το λοιπόν. Δείτε σε τι όρια πάνω τα πράγματα. Αυτή εδώ πέρα η Ένωση έχει τρία ιοντικά χλώρια. Βρίσκονται και τα τρία στο τέλος μιας αλυσίδας ατομα-αζότου. Εδώ πέρα τα δύο μόνο. Το Άρο βρίσκεται ακριβώς πάνω στο κοβάλτιο. Εδώ τα δύο βρίσκονται πάνω στο κοβάλτιο. Μόνο το ένα βρίσκεται στο τέλος μιας αλυσίδας ατομα-αζότου. Το ζήτημα τώρα για μένα είναι ποια αλυσίδα θα διαλέξω. Αυτήν, αυτήν, αυτήν ή την άλλη και γιατί να υπάρχει τρόπος να υπάρχουν αλυσίδες με δύο, με τρία ή με τέσσερα ατομα-αζότου. Ποιος είναι αυτός που τον καθορίζει αυτό το συγκεκριμένο. Τα πράγματα λοιπόν ήταν σε αυτό το σημείο όταν εμφανίστηκε ο Αλφρετ Βέρνερ. Ο Αλφρετ Βέρνερ έκανε μια γενναία τοποθέτηση εκείνη τη στιγμή. Η γενναία τοποθέτηση ήταν η εξής. Λέει ότι θα πρέπει, εγώ για τα μέταλα, να θεωρήσω την ύπαρξη δύο στενών. Ένα θα το πω πρωτεύον στένος και είναι αυτό που όλοι ξέρουμε σαν στένος. Είναι δηλαδή οι τρεις μονάδες στένος που πρέπει να κορέσει και αυτό το πρωτεύον στένος καλύπτεται, ικανοποιείται από τα χλώρια στα προηγούμενα σύμπλοκα. Έχω λοιπόν ένα κοβάλτιο με τρεις μονάδες στένος και τρία χλώρια που καλύπτουν αυτό. Αυτά τα χλώρια εγκαθίσανται σε μια εξωτερική σφαίρα μακριά από το κοβάλτιο και μπορούν ευκολότερα και δυσκολότερα να απομακρυφθούν με την κρίση του νητρικού αργύρου. Όμως, λέει ο Βέλλερ, πρέπει εγώ να υποθέσω και την ύπαρξη ενός δευτερεύοντος στένος. Τι είναι αυτό το δευτερεύον στένος? Προς το πάλλον δεν το ξέρω. Όμως, αυτό καλύπτεται από μόρια, ουδέτρα καταλάβαση όπως η αμμονία εδώ. Αυτά τα μόρια έρχονται και τρακτοποιούνται κοντά κοντά στο κοβάλτιο σε μια εσωτερική σφαίρας αρμογής. Τώρα, λοιπόν, για κάποιους λόγους, κάποιες φορές αυτό το δευτερεύον στένος αρχίζει και μου δυσκολεύει τη ζωή. Για παράδειγμα, αν έχω έξι αμμονίες, έτσι, η ένωση με τις έξι αμμονίες είναι πολύ καλή. Το κοβάλτιο έχει ένα δευτερεύον στένος από έξι που καλύπτεται. Στην άλλη περίπτωση που έχω πέντε αμμονίες και τρία χλώρια, οι πέντε αμμονίες καλύπτουν τις πέντε μονάτες, η έκτη μονάδα στένος θα καλυφθεί από χλώριο. Μόνο εκείνα τα δύο μπορεί ο νητρικός άργυρος να απομακρύγει με μορφή χλωριού-αργύλου. Να λοιπόν γιατί έχω δύο ισοδύναμα αργύλου. Και βεβαίως, στην τελευταία περίπτωση, τέσσερα μόρια αμμονίας, χρειαζόμαστε και δύο χλώρια για να καλύψουμε αυτό το δευτερεύον στένος, καλύπτεται, τότε μένει στην εξωτερική σφαίρα της αμμονίας μόνο ένα χλώριο, το οποίο είναι και το μόνο που μπορεί να απομακρυνθεί από τον νητρικό άργυρο. Καταρχήν, λοιπόν, φυσικά δεν έγινε ευμενώς δεκτή. Καταρχήν, ορισμένοι επιμέναν στην θεωρία των ολυσίδων και προσπαθούσε κάθε μια θεωρία να δείξει ότι αυτή είναι η σωστή και η άλλη δεν είναι. Το ζήτημα λήθηκε κάποια στιγμή, στο τέλος του 19ου αιώνα, όταν ο Βέρναρ συνέθεσε, καλά και άλλη χάρησαν θέση πολλές ενώσεις, αλλά συνέθεσε αυτήν εδώ πέρα την Ένωση. Κοβάλτιο με δύο φιλονδιαμίνες, μία μονία και ένα χλώριο. Αυτή, λοιπόν, η Ένωση, είχε και δύο χλώρια προφανώς, έτσι, σαν αντισταθμιστικά ιόντα. Αυτή η Ένωση, λοιπόν, συντέθηκε, χαρακτηρίστηκε, ήταν αυτή, δεν μπορούσε κανένας να πει ότι δεν είναι και, σύμφωνα με τη θεωρία του Βέρναρ, αυτή η Ένωση θα έπρεπε να έχει δύο ισουμεροί. Και αυτά τα δύο ισουμεροί βρέθηκαν. Η θεωρία του Γιόργγενσεν των αζοτούχων αλυσίδων δεν προέβλεπε ισουμεροί και αυτοί από την Ένωση. Ο σοφός Γιόργγενσεν ήταν αρκετά σοφός ούτως ώστε να παλλεδεχθεί, επισήμως, ότι η θεωρία του δεν ήταν σωστή. Λοιπόν, ο Βέρναρ είναι ο θεμελιωτής της σύγχρονης ανόργανης χημίας που έχει ξεφύγει από τα μέταλα, τα οξύδια τους και τα απλά το σάλατα. Είναι ο πρώτος που έφτιαξε αυτές τις ενώσεις, οι οποίες, καταρχήν, ήταν περίπλοκες στην περιγραφή τους. Complex είναι ο αγγλικός όρος και ακόμα και σήμερα, όταν αναφερόμαστε στις ενώσεις της εναμωγής, αναφερόμαστε σε complex compounds. Ρωγία βασιγμένη από τον Ντάλτον και από τον Βέρναρ. Περίπλοκες, λοιπόν, σύμπλοκες, το λέμε, έτσι, σαν ένα τρόπο περιγραφή σου στα ελληνικά. Σύμπλοκες ενώσεις, λοιπόν, είναι το κομμάτι με το οποίο αρχίζει να σχολείται η ανόργανη χημία από εδώ και πέρα και είναι εντυπωσιακό, γιατί μπορείς να έχεις πολλά διαφορετικά οργανικά μόρια, όχι μόνο αμμονία και θελονδιαμίνη, πολλούς συνδυασμούς τους και να έχεις όχι μόνο συστήματα μονομεροί με ένα κομβάλτιο στη μέση και κάποιες αμμονίες συχλόρια γύρω του, αλλά συστήματα που έχουν τρία, τέσσερα, πέντε ή περισσότερα κομβάλτια ή ανδοχμόνως και διαφορετικά μέταλα με διαφορετικές χαρακτηριστικές ιδιότητες. Τώρα, σε όλη αυτή την περίοδο, πού είναι το άτομο? Το άτομο είναι παντού γύρω μας, είναι παντού μέσα στην ανόργανη και στην οργανική χημεία, αλλά δεν μελετάται ως άτομο αυτό καθε αυτό. Και όμως, ας το πούμε κατά κάποιον τρόπο, όλοι δουλεύουν για το άτομο. Και οι εξελίξεις στην φυσική και οι εξελίξεις στην τεχνολογία και τα αποτελέσματα από διάφορες χημικές μετρήσεις και παρατηρήσεις. Και εδώ, για να μην τραβήξουμε σε μάκρο στην περιγραφή, δίνω μια σειρά από ονόματα και χρονολογίες. Πριν ξεκινήσουμε, όμως, με τα ονόματα και τις χρονολογίες, κάτι τί έτσι σαν υπόβαθρο. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ήταν πρακτικό και εφαρμόσιμο το να φτιάξει κάποιος έναν σχετικά χοντρό γυάλινο σωλήνα, να τον συνδέσει με μία ντρία καινού και να δημιουργήσει ένα αρκετά καλό κενό, το οποίστε χρειάζεται το κενό. Αν σε συνέχει συνδέσεις αυτό το σωλήνα με ένα αέριο φυλάκιο, στο οποίο έχεις ένα αέριο, μπορείς στο χώρο του σωλήνα να έχεις όχι ατμοσφαιρικό αέρα, που θα έχεις όταν τον έκλεισες και τον έχεις έκλεισει για πρώτη φορά, αλλά αυτό το αέριο. Αν, λοιπόν, αυτό το στείλεις σε μία ντρία και τραβήξεις από μέσα το αέριο, θα τα ρίξεις πάλι λίγο αέριο, κάνοντας τρεις-τέσσερις διαδοχικές τελείως διαδικασίες, είσαι σίγουρος ότι έχεις διώξει μέσα από το σωλήνα όλον τον αέρα και έχεις τώρα μέσα μία μικρή ποσότητα από εκείνο το αέριο, το οποίο θα έχεις σε συναμελετήσεις, όποιο καινού είναι αυτό. Το υδρογόνο, ας πούμε, για παράδειγμα. Εντάξει. Εκείνο που είχε παρατριθεί ήταν πως αν στο σωλήνα αυτόν έβασες δυο στυρματάκια και συνέδεσες αυτά τα στυρματάκια με μία μπαταρία, τότε, κάτω από ορισμένες συνθήκες, παίζοντας με το δυναμικό που μπορούσες να δώσεις από την μπαταρία, μπορούσες να δημιουργήσεις μία εκφόρτιση. Ποιος την υπεύθυνος για την εκφόρτιση? Προφανώς το αέριο το οποίο βρισκόταν εκεί, μέσα στο σωλήνα. Προφανώς τα μόρια, τα άτομα αυτού του αέριου. Αυτό έδωσε την βάση για αρκετό παιχνίδι στην αρχή. Στη συνέχεια, προφανώς άρχισαν μελέτες για να δούμε πόσο περισσότερο ή λιγότερο έντονη και σε μεγαλύτερη χρονική διάρκεια θα έκανε αυτή η εκφόρτιση. Αν θα μπορούσε να γίνει με οποιοδήποτε αέριο, μήπως είχε κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, έχει κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό και αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, το βλέπουμε ακόμα και τώρα. Γίνεται αναφορά συχναπηκά, παρόλο που το σκεφτόμαστε, στους σωλήνες του νέων. Τι είναι οι σωλήνες νέων? Είναι κάποιοι σωλήνες με σχετικό κενό μέσα τους που υπάρχουν σε κάποια μικρή ποσότητα, μόρια, άτομα δηλαδή έτσι, του στοιχείου νέων. Υπάρχουν βέβαιος και σωλήνες από τα άλλα ευγενία αέρια και έχουν, τι έχουν, χαρακτηριστικό χρώμα. Αυτό λοιπόν το χαρακτηριστικό χρώμα είναι κάτι δημοσιακό. Να βλέπω ξαφνικά έτσι να δημιουργείται μία κόκκινη, μία μπλε, μία ιόδης λάμψη εκεί πέρα που δεν πέραμε να τίποτα. Σε ποιον οφείλεται αυτή η λάμψη? Οφείλεται στα άτομα του αερίου τα οποία έχω εγκλήσει μέσα εκεί. Τέτοιοι λοιπόν σωλήνες κατασκευάζονταν για πειραματάκια. Και στην πορεία της κατασκευής τους παρατηρήθηκε ότι από την κάθοδο αυτών των σωλήνων εκπαιμόταν κάποιοι δύσκολα. Καταρχήν δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι γίνεται, στη συνέχεια όμως είδαν ότι αυτή η ακτινοβολία προκαλούσε κάποια φαινόμενα στην πορεία της. Έμεσα λοιπόν από αυτά τα φαινόμενα κατάλαβαν ότι υπήρχε μία ακτινοβολία. Πέξανε με τους σωλήνες αυτούς, τους οποίους τους ονόμασαν σωλήνες καθοδικών ακτινοβολιών πια, δεν ήταν απλώς αερόκαινη σωλήνες. Ο πιο γνωστός από τους κατασκευαστές τέτοιων σωλήνων ήταν ο Γκάισιλερ. Σωλήνες Γκάισιλερ υπήρχαν διάφορων τύπων. Κάποιοι σκεφτείκαν να κάνουν ένα σωλήναν Γκάισιλερ στραβό, έτσι ώστε τα δύο ηλεκτρόλαδη να μην βρίσκονται ένα απέναντι απ' το άλλο, να βρίσκονται με κάποιο ίδιο γωνία. Εκείνο που παρατηρήθηκε ήταν ότι αυτή η ακτινοβολία που φάνηκε να εκπέμει από την κάθοδο εκπαιμόταν σε ευθεία γραμμή από την κάθοδο. Δηλαδή άσχετα που βρισκόταν η άνοδος ως προς αυτήν, η ακτινοβολία και τα αποτελέσματα της περιγραφόταν και ανακαλυπτόταν σε ευθεία απέναντι από την κάθοδο. Γι' αυτό λοιπόν, αυτές οι σωλήνες ονομάστηκαν καθοδικής σωλήνες, οι ακτινοβολίες αυτές ονομάστηκαν καθοδικές επειδή προερχόταν από την κάθοδο και στη συνέχεια κάποιοι ασχολήθηκαν να παίξουν λίγο με τις καθοδικές ακτινοβολίες και να δουν τι είναι. Λοιπόν, ο William Crookes μελέτησε τις ιδιότητες των καθοδικών ακτινοβολιών το 1879 και απέδειξε ότι έφερε έναν αρνητικό φορτίο. Πώς μπορείς να αποδείξεις ότι κάτι έχει αρνητικό φορτίο. Θα πρέπει να αρχίσεις να σκεφτείς να παίξεις με αυτό. Στη συνέχεια, αφού ξέρεις την πορεία διάδοσης των ακτινοβολιών, να παλευάνεις την πορεία τους κάποιων μαγνήτη, γνωρίζοντας ποιος συνοβόλιος και ποιος είναι ο θεός πόλους, αν εκνεύσεις προς ποια κατεύθυνση εκτρέπεται η ακτινοβολία, αν εκτρέπεται εντελώς. Στη συγκεκριμένη περίπτωση εξετράπη και προς την κατεύθυνση που θα φαινόταν ότι έχει αρνητικό φορτίο. Στη συνέχεια, και κάποια χρόνια αργότερα, ο Stony πρότεινε για αυτά τα μικρά σωματίδια που έφεραν αυτό το αρνητικό φορτίο, το όνομα ηλεκτρίνο. Το όνομα ηλεκτρίνο το πρότεινε επειδή αυτές οι ακτινοβολίες, όταν έτρεφταν πάνω σε κάποια σώματα, τους δημιουργούσαν κάποιες ωραίες ιδιότητες. Τις ωραίες αυτές ιδιότητες είχαν υπόψη τους και πάρα πολύ αρχαίοι και μεταξύ αυτών ο πρώτος ο οποίος τις περιγράφει κάπως αναλυτικά πρέπει να είναι ο Θαλής. Αναφέρετε λοιπόν ο Θαλής ότι πήρε ένα κομμάτι από ηλεκτρο, το έτρεψε στο μάλινο ύφασμα από φορούς ή που το έδωσε κάποιος και συνέχεια παρατήτωσε ότι αυτό το ηλεκτρο κάποια κομματάκια από χαρτί, από κάποιες τρίχες, κάποια μικρά σώματα, τα ήλικε προς την αυτότο. Και το ονόμασε αυτό το φαινόμονο το αποτέλεσμα του ηλεκτρο. Το ηλεκτρο, η φυσική ρητήμη που υπάρχει, είναι το λεγόμον έτσι στην καινή γλώσσα και χρυμπάρει. Κατά τη στοιχεία λοιπόν με το ηλεκτρο του Θαλής που ήταν γνωστό από κάποια στοιχεία, ο Στόνη προτείνει γι' αυτό το μικρό σωματίδιο που είναι ο φορέας αυτής της ιδιότητας, την οποία ονομάσαν ηλεκτρισμό, να ονομαστεί ηλεκτρινο. Κατ' αρχαία ονομαστική έτσι στη συνέχεια όμως διαφοροποιήθηκε. Κάπως και είναι αυτό που εμείς σήμερα το λέμε ηλεκτρόνιο. Το επόμενο σημαντικό πράγμα το οποίο έγινε και με το οποίο θα σταματήσουμε για σήμερα είναι η ανακάλυψη από τον Βίλχεν Κόρλανδ Ρέγγιαν των Ακτίνων Χ. Και αυτό είναι το 1895. Είναι και αυτή λοιπόν μια σημαντική χρονολογία. Ο Ρέγγκεν έπαιζε κι αυτός με καθοδικές κυνοβολίες και επειδή ήθελε να προστατέψει τον σωγήνα του, τον τύλιξε με κάποιο πισόχαρτο. Νομίζω είναι κάτι τέτοιο με κάποιο υλικό, ούτως ώστε να αποτρέψει το να γίνουν κάποιες χαζές αντιδράσεις. Έβαλε σε λειτουργία τον σωγήνα του και πήγε να βγάλει αυτό το προστατευτικό κάλυμα. Και κάποια στιγμή, κατά λάθος, παρατήρησε κάποιον ασθενή φθορισμό μερικές δεκάδες εκατοστά πιο πέρα από τον σωγήνα του. Αυτό του φάνηκε χαζό, καταρχήν. Την επόμενη, την μεθεπόμενη μέρα, πάντως, ξαναείδε αυτό το φαινόμενο και στη συνέχεια αποφάσισε να το ελέγξει και να δει ότι όντως ήταν έτσι. Συνεπώς, τι έκανε, έκλεισε παράθυρα, κουρτίνες, κολλατασκηντικά και δοκίμασε να δουλέψει συστηματικά με αυτό. Δηλαδή, όχι να παρουσιαστεί στην τυχιότητα το φαινόμενο, αλλά να κάνει ένα ωραίο μικρό πλαίσιο, το οποίο να το βάψει με μια χρωστική από εκείνες που ήταν γνωστές ότι φτωρίζανε και να παρατήσει τι γίνεται. Παρατήρησε, λοιπόν, φαινόμενο φτωρισμού από έναν καθοδικό σωγήνα που μόλις τον είχε βάλει στη λειτουργία, και ενώ αυτός ήταν καλυμμένος με κάτι το οποίο, αποτίθεται, τον κάλυπτε. Λοιπόν, δεν τον κάλυπτε. Ήταν κάποιες ακτινοβολίες που βγαίναν από τον καθοδικό σωγήνα, οι οποίες προκαλούσαν κάποιο φαινόμενο φτωρισμού σε σχετικά μακριά πόσες. Αυτή ήταν μια ανακάλυψη εντυπωσιακή και ιδιαίτερη για τον Ρένκεν που ασχολήθηκε με αυτό πάρα πολύ στη συνέχεια και έδωσε τη βάση για ένα σωρό άλλες μετρήσεις και παρατηρήσεις. Επειδή δεν γνώριζε ακριβώς την φύση αυτών των ακτινοβολιών, τις οποίες ήρθε να μελετήσει ο Ρένκεν, τις ονόμασε ακτινες χ, έχοντας υπόψη του ότι χ, ε, εξ, έτσι, στη δική του γλώσσα, ήταν ο τρόπος με τον οποίο αναφερόταν η μαθηματική σε κάποιον άγνωστο. Έτσι, ακόμα και τώρα εμείς, στα δικά μας τα σχολεία, όταν αρχίζουμε να μαθαίνουμε στα παιδιά εξώσου, όπως λέμε, έστω λοιπόν αυτός ο άγρωστος που το λέμε χ και ψάχνουμε να βρούμε το χ. Το χ, λοιπόν, προσπάθησε να βρει και ο Ρένκεν, δηλαδή τι είδους είναι αυτές οι ακτινοβολίες οι οποίες εκπαιμπόταν από τον καθοδικό του Σουλτίνα και έκανε ένα σωρό μελέτες. Παρατήρησε ότι είχαν διεσδικότητα, παρατήρησε ότι εμφάνιζαν αρκετά ενδιαφέρουσες ιδιότητες, τις οποίες τις παρουσίασε σε δύο-τρεις διαδοχικές εργασίες μέσα στο 1895. Το αποτέλεσμα ήταν τόσο εντυπωσιακό στην επιστημονική κοινότητα που ένα σωρό κόσμος, ας το πούμε, πρακτικά παράτησε τη δουλειά του και άρχισε να ασχολείται με τις ακτίνες χ. Υπήρχαν χερδέ τόσο μεγάλη τάση να ανακαλύψουν καινούργιες ακτίνες. Άλλωστε βλέπετε, είμαστε στα τέλη του 19ου αιώνα, ο τοπικισμός και ο πατριωτισμός, ενδεχομένως και με την κακή έννοια, έχουν αρχίσει να κερδίζουν πολύ έδαφος. Είμαστε κοντά στο να αρχίσουν οι προετοιμασίες για τον Πρώτο Μεγάλο Πόλεμο. Κατά συνέβη δεν μπορούσαν να αφήσεις έναν Γερμανό εκεί πέρα να ανακαλύψει καινούργιες ακτίνες. Ειδικά σε Γαλλικά και Αγγλικά εργαστήρια γινόταν μεγάλη προσπάθεια να παίξουν με τους καθοδικούς σωλήνες και να βρουν αν μπορούν και κάποιο άλλο ίδιος ακτίνες. Υπήρξαν δεκάδες εργασίες που απορροσιάστηκαν εκείνον τον καιρό με ακτινοβουλίες α, β, γ, δ, χ, Ω και δεν ξέρω από τι άλλο, όπου ακριβώς αποτελούν και επιστημολογικά ένα παράδειγμα του πώς μπορεί κάποιος να υποβάλει την μέτρηση σε αλλείωση. Όταν λοιπόν πρόκειται να γίνουν μετρήσεις σε φθορίζων πέτασμα, εκείνο που γίνονταν ήταν βάφαν με την φθορίζουσα ουσία το πέτασμα, δεν ήταν πόλτες και παράθυλα και έπρεπε κάποιος να κάθεται να τα παρατηρεί. Αυτός έτσι και ο ίδιος ο Ρένκεν έκανε κάποιες παρατρίσεις μόνος του στην αρχή, στη διάρκεια κάποιων εβδομάδων. Στη συνέχεια, όταν θέλησε να συνεχίσει τα πειράματά του, οπωσδήποτε ανέθεσε σε κάποιους μαθητές αυτές τις μετρήσεις. Λοιπόν, σε κάποιο αγγλικό εργαστήριο αναφέρεται ότι πιάσανε τις κυρίες που ήταν γραμματείς και τους είπαν, δηλαδή είπαν, «έλα εδώ κορίτσια, θα τελειώσεις σήμερα το ωράριο σας στιγμή, αλλά μέχρι τις τέσσερις θα καθίσετε εκεί σε εκείνο το δωμάτιο και θα κοιτάτε κάποια περιοχή από αυτό το ύφασμα που θα σας δείξουμε» και θα πρέπει να μας πείτε αν βλέπετε καμιά πράσινη κυλίδα. Όταν τους εξηγήσε ότι πρέπει να βλέπουν πράσινες κυλίδες, είδαν αρκετές. Συνέχεια δημοσιεύσανε το αποτέλεσμα εκεί όπου τους είπαν, «σικάρε παιδιά, πού τα βρήκατε αυτά τα πράγματα, το πείραμα επαναλήφθηκε». Αλλά επαναλήφθηκε αντικειμενικά, δηλαδή φέραν κάποιους ανθρώπους άσχημοι και τους είπαν, «καθίστε εκεί και πείτε μας αν θα δείτε κάτι» και δεν είδαν. Υπήρχε μεγάλη τάση να ανακαλυφθούν και άλλες ακτινοβούλειες, δεν ανακαλύφθηκαν όμως. Ωστόσο, οι ακτινοβούλειες αυτές, η «Χ» για μας, η «Χ» για τον υπόλοιπο κόσμο, ήταν πάρα πολύ χρήσιμες. Ένας από αυτούς που ενδιαφέρθηκαν για τη χρησιμοδοτητά τους ήταν ο Αναδύ Πεκερελ. Ο Αναδύ Πεκερελ είχε στα χέρια του κάποιο ορεικτό του ουρανίου, το οποίο ο ορεικτό του ουρανίου είχε παρατηρήσει πως όταν το είχε στο παράθυρό του κοντά και στη συνέχεια το έβαζε μέσα στο δωμάτιό του και είχε τις κουρτίνες, φθόριζε. Αφού λοιπόν και ο Ρέντγκεν είχε παρατηρήσει το φαινόμενο του φρυζών της ακτινησχή, σκέφτηκε λοιπόν ο Πεκερελ να μελετήσει αυτό το ορεικτό του ουρανίου ως προς την ιδιότητά του να παράγει ακτινησχή. Και έκανε τέτοιου τους πειράμματα. Τα πειράμματα που έκανε ήταν χοντρικά και απλά και η περιγραφή τους, όπως την εκεί ήταν, ήταν όπως έτσι. Παίρνω μια φωτογραφική πλάκα από τις σταθερές της παλιές, τοποθετώ πάνω της ένα κομμάτι από το ορεικτό μου, το αφήνω στον ήλιο για κάποιο διάστημα και μετά το φέρνω μέσα, κάνω εμφάνιση της φωτογραφίας και παρατηρώ να δω πού υπάρχουν κυλίδες προχωρώς έτσι στην περιοχή στο οποίο βρίσκεται το ορεικτό και τους αναδιαφτώσω λοιπόν την πυκνότητα αυτών των κυλίδων που θα σήμανε περισσότερες ακτινησχή. Κάποια στιγμή λοιπόν, στο Παρίσι δούλευε ο άνθρωπος, έτσι το Παρίσι μπορεί να ρίχνει την πόλη του φωτός, δεν έχει φως όμως 365 μέρες το χρόνο, έχει κάπως διγότερες. Ήταν άνοιξη, έπεσε σε μία περίοδο που είχε βαρομετρικά χαμηλά, συννεφιές, κακό ιστορίες, είχε ετοιμάσει ένα υλικό για να κάνει δουλειά ο Μπεκερέλ, αλλά οι συνειδίκες δεν του επέτρεψαν να το βγάλει στο παράθυρο στην εκτροβουλία του ήλιο. Για να μην χάσει λοιπόν τη φωτογραφική πλάκα, την πήρε έτσι πως ήταν τυλιγμένο το ουράνιο πάνω, την τύλιξε καλά καλά με πισόχαρτο και την άφησε μέσα στο συρτάλι του γραφιούντο. Μετά από κάνα δυο εβδομάδες ο Ήλιος ξαναεμφανίστηκε, πλιν όμως ο Μπεκερέλ δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι η φωτογραφική πλάκα έχει μείνει αναλείωτη. Πίστευε ότι κάπως θα είχε πάθει κάποια ζημιακιά θύση να την πετάξει. Τώρα είναι εντελώς θέμα τύχης ότι σκέφτηκε να πάει να την εμφανίσει πρώτα, δεν έπρεπε να περιμείνει τίποτα. Την εμφάνιση και ξαναπαρατήρησε κυλίδες σαν και αυτές που έβλεπε όταν έβγαζε το οροσύστημα έξω στο φως. Και το συμπέλασμα που έβγαλα από αυτή την παρατήρηση ήταν το εξής απλό, ότι για να έχεις αυτό το φαινόμενο δεν χρειάζεσαι το φως. Η εκπομπή δηλαδή των ακτήρων Χ είναι μια διαδικασία αφθόρμητη και εξαιρετική μέσα από το άτομο. Αν ξεκινήσεις και το πεις αυτό σε κάποιον εκείνον τον καιρό είναι κάτι τρομακτικό. Δηλαδή είναι το άτομο μια πηγή ενεργειών τόσο σε έκταση που δεν μπορούσε κανένας να φανταστεί. Φαινόταν εντελώς απίθανο. Και έπρεπε να διερευνηθεί. Εκείνο λοιπόν που διερευνήθηκε ήταν πάρα πολύ σε συνέχεια ποιοι ήταν μάλλον οι λόγοι για τους οποίους τα στοιχεία έκαναν αφθόρμητη εκπομπή ακτήρων Χ. Και εκ τόντως στην ίδια περίοδος του 1897 ο Τζότζεφ Τζόν Τόμψον και οι μαθητές του στην Αγγλία προσδιώρησαν με κάποιον τρόπο τον λόγο της μάζας προς το φορτίο του ηλεκτρονίου και έδειξαν ότι η μάζο ήταν πάρα πολύ μικρή. Δηλαδή έμοιαζε αυτό το πράγμα σαν ένα στοιχειώδες σημιακό σώμα. Κάτι δηλαδή που έμοιαζε με θεωρητικές περιγραφές έτσι που βρέθηκαν σε προηγούμενα μοντέλα. Ο Ερνέστ Ράδερφορντ είναι ο επόμενος που δουλεύει πάνω στις ακτινοβολίες Χ και σε αυτήν την περίοδο 1897, 1898, 1899 δουλεύει με διάφορα σώματα τα οποία είναι γνωστά ότι εκπέμπουν ακτινοβολίες Χ και παρατηρεί και παρακολουθεί και καταγράφει διαφορετικές εκπομπές ακτήρων. Υπάρχουν λοιπόν ακτινοβολίες τις οποίες ονόμασε Α, Β και Γ ανάλογα με τη διαφορετικότητά τους, τις χαρακτηρίζει, αποδεικνύει ότι οι Α είναι θετικά φορτισμένες και έχουν και μεγάλη μάζα, η Β αποδεικνύει κάποια στιγμή αργότερα ότι είναι αρκετικά φορτισμένες και έμεινε η Γ, η ακτινοβολία για την οποία αν δεν μπορούσε να πει στα σοβαρά πολλά πράγματα δεν εκτρεπόταν από ηλεκτρικό και μαγνητικό πεδίο. Μέχρι αυτό το σημείο λοιπόν έχουμε πάρα πολλές πληροφορίες, σκόρπιες από διάφορες περιοχές της επιστήμης, από διάφορες περιοχές κυρίως της Φυσικής και Δευτερεβόνδας και της Χημίας, που όλες όμως συντύνουν στο να δει κάποιος πως κάτι υπάρχει πίσω από όλα αυτά. Και εδώ πέρα έχουμε δύο ωραίες εικόνες, είναι πάρα πολύ παλιές. Η πρώτη εδώ, αριστερά, είναι ένας τυπικός, κλασικός, καθοδικός σωλήνας, όπου φαίνεται έτσι και με την έντονη λευκή γραμμή πως είναι η ακτινοβολία η οποία προκύπτει. Δεξιά είναι μια ιστολική φωτογραφία, είναι μια επίδραση των ακτινοβολιών Χ πάνω σε ζωντανό οργανισμό. Είναι αυτό που σήμερα τον οργανισμό λειώσει ως ακτινογραφία. Και αυτό είναι το χέρι της γυναίκας του Ρένκερ. Κανέναν άλλο πρόχειλο δεν είχε για να κάνει αυτή την μελέτη. Δεν ξέρω με γιατί δεν την έκανε στον εαυτό του ή αν την έκανε πρώτα στον εαυτό του. Πάντως εδώ δημοσίευσε και αυτό είναι το χέρι της γυναίκας του και φαίνεται σαφώς ότι δεν είναι αρθρίτιδα, η κοινωνική στιγμή είναι το δαχτυλίδι το οποίο φορούσε. Συνεπώς μια από τις χαρακτηριστικές ιδιότητες των ακτινοχή ήταν η απορρόφησή τους από την οικιλική ουσία με την οποία έρχονταν σε επαφή. Αυτά τα στοιχεία συγκλίνουν στη διατύπωση μιας θεωρίας πρακτικής και σωστής για την δομή που θα έπρεπε να έχει το άτομο.