Διάλεξη 2 / Διάλεξη 2 / Διάλεξη 2

Διάλεξη 2: Μαγεράς και πόλεμος! Μαγεράς και πόλεμος! Μαγεράς και πόλεμος! Για να δούμε λίγο για το δημόσιο τομέα. Θυμάστε καταρχάς τι είναι ο δημόσιος τομέας? Έτσι. Ναι ή όχι. Καταρχάς, πού απαντάει έννοια το δημόσιο τομέα. Στο σύνταγμα. Έχει οργανικό χαρακτήρα ή λειτουργικό? Πώς το φαντάζεστε, δημό...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Πρεβεδούρου Ευγενία (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=3f910604
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 2: Μαγεράς και πόλεμος! Μαγεράς και πόλεμος! Μαγεράς και πόλεμος! Για να δούμε λίγο για το δημόσιο τομέα. Θυμάστε καταρχάς τι είναι ο δημόσιος τομέας? Έτσι. Ναι ή όχι. Καταρχάς, πού απαντάει έννοια το δημόσιο τομέα. Στο σύνταγμα. Έχει οργανικό χαρακτήρα ή λειτουργικό? Πώς το φαντάζεστε, δημόσιο τομέας τι είναι? Είναι φορείς. Τι περιλαμβάνει ο δημόσιο τομέας αν πάρουμε τον βασικό νόμο ο οποίος τον επαναωριοθέτησε, ο πρώτος νόμος που αφορά το δημόσιο τομέα είναι ο 1232 του 82 όπως ερμηνεύθηκε αυθεντικά με τον νόμο 1256 του 82 και επαναωριοθετήθηκε όπως λέμε ο δημόσιο τομέας με τον άρθρο 51 του νόμου 1892 του 90. Τι περιλαμβάνει αυτός ο δημόσιος τομέας. Καταρχάς το δημόσιο. Δεύτερον τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Τρίτον περιλαμβάνει νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Δημόσιο χαρακτήρα που επιδιώκουν κοινοφελής σε άλλους δημόσιους σκοπούς. Δηλαδή κυρίως ποια ανήκουν εδώ. Ποια μορφώματα οι δημόσιες επιχειρήσεις οι οποίες τι χαρακτηριστικό έχουν. Έχουν ιδρυθεί με περιουσιακά στοιχεία του κράτους και επιδιώκουν σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Λειτουργούν βάσει των κανόνων του ιδιωτικού δικαίου, βάσει των νόμων της αγοράς, αλλά εξυπηρετούν σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Επομένως τελούν υπό την εποπτεία του κράτους. Τρεις κατηγορίες λοιπόν. Τέταρτη κατηγορία φορέων είναι οι τράπεζες που ανήκουν στο νομικό πρόσωπο του δημοσίου εξολοκλήρου ή καταπλείο ψηφία. Και πέμπτη κατηγορία είναι οι κάθε είδους θυγατρικές εταιρίες των νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που ήδη αναφέραμε. Εντάξει. Αυτός είναι ο δημόσιος τομέας. Τώρα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα περιλαμβάνονται επιπλέον και κάποια άλλα μορφώματα που είναι κοινοφελή ιδρύματα του αστικού κώδικα τα οποία περιήλθαν στο δημόσιο ή χρηματοδοτούνται από αυτό. Και τράπεζες στις οποίες το δημόσιο μπορεί να μην έχει την κλειοψηφία, ποιοι όμως έχει προνομιούχο μετοχή, όπως λέμε, ή τις οποίες επιχωρηγεί. Πολλές φορές ο νομοθέτης αποφασίζει την έξοδο τέτοιων νομικών προσώπων από το δημόσιο τομέα. Είχαμε μία τέτοια σειρά προεδρικών διαταγμάτων που προέβληπαν την έξοδο διαφόρων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου δε ιωτέωσε από το δημόσιο τομέα το 90. Και φυσικά, όπως ξέρετε, τα προεδρικά διατάγματα υπόκειται σε τι? Πριν δημοσιεθούν σε επεξεργασία από το Συμβούλιο Επικρατίας. Μια γνωμοδοτική δραστηριότητα. Σε αυτά τα πρακτικά επεξεργασίας, λοιπόν, το Συμβούλιο Επικρατίας προσδιώρησε την έννοια του δημόσιο τομέα ως εξής. Συνεχδοχικά, έτσι, μας είπε το Συμβούλιο Επικρατίας ότι ο όρος δημόσιος τομέας, τελικά από το σύνολο των διατάξεων που σας είπα, δηλαδή κύριος του νόμου 1792 του 90 και από τους προηγούμενους νόμους του 1232 και 1256, ότι δημόσιος τομέας, τελικά, είναι το καθεστώς, το ιδιαίτερο νομικό καθεστώς, που προκύπτει από επιμέρους νομοθετήματα και τα οποία αφορούν περιορισμούς προσήκονται, μην τα γράφετε, σας λέω, θα τα βρείτε όλα αυτά, προσήκονται συναφείς προς την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας, από λειτουργική άποψη της δημόσιας υπηρεσίας και ανάγονται είτε στην πρόσληψη και υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού, είτε στην απόκτηση και χρήση πόρων προς επίτευξη του δημοσίου σκοπού, τον οποίο επιδιώχουν. Άρα τι καταλαβαίνουμε από αυτό, ότι όλα αυτά τα μορφώματα που ανήκουν σε αυτό που λέμε δημόσιο τομέα, υπόκειται σε ένα ειδικό νομικό καθεστώς. Δεν διέπονται εξ ολοκλήρ από το διοικητικό δίκαιο, αυτό ισχύει μόνο για τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, αλλά και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, επειδή εξυπηρετούν δημόσιο σκοπό, επειδή ασκούν δημόσια υπηρεσία υπολειτουργική έννοια, δηλαδή μια δραστηριότητα που εξυπηρετεί ζωτικές ανάγκες των πολιτών, υπόκειται σε κάποιο καθεστώς το οποίο διαφορά περιορισμούς, που συνδέονται με την πρόσληψη και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού, καθώς και με την απόκτηση και χρήση των πόρων. Δηλαδή δεν μπορούν να συνάψουν δάνειο, όπως μια ιδιωτική ανώνυμη εταιρεία, χωρίς την έγκριση του υπουργού Πασική την εποπτεία, δηλαδή ούτε να προσλάβουν προσωπικό όπως μια οποιαδήποτε ανώνυμη εταιρεία, αλλά θα εφαρμοστούν οι διατάξεις περιασέ, ή σχετικές διατάξεις. Άρα τι καταλαβαίνουμε από αυτό, ότι τα νομικά πρόσωπα που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, ακόμα και αν είναι ιδιωτικού δικαίου, ακόμα και αν είναι ανώνυμες εταιρείες, έχουν κάποιες δεσμεύσεις τις οποίες δεν έχουν ανώνυμες εταιρείες του ιδιωτικού τομέα, είναι σε αυτή τα πράγματα και συνεχίζουν. Ναι. Α, μπορεί να είναι. Συνήθως αυτά είναι και διφιούς, αλλά αυτό εξατάται, κρίνεται κατά περίπτωση. Καταλάβατε, μπορεί σε κάποιο από αυτά να μην ασκεί δημόσια εξουσία. Πολύ συχνά είναι διφιούς χαρακτήρα, αλλά μην τα συνδέεται, δηλαδή δεν συνδεοντάρειπτα. Όχι, όχι, καθόλου. Καθόλου. Δεν είναι απαραίτητο δηλαδή να είναι και διφιούς χαρακτήρα. Συνήθως θα είναι, αλλά δεν είναι απαραίτητο. Ή μπορεί ο ίδιος Συμβούλου Επικρατίας να μην είχε την ευκαιρία να το κρίνει αυτό. Καταλάβατε, οπότε δεν μπορούμε να το πούμε. Λέμε ότι κάποιοι είναι διφιούς χαρακτήρα πότε, αν έχουμε νομολογία. Αν δεν έχουμε, δεν ξέρουμε. Ωραία. Επομένως, είπαμε λοιπόν ότι αυτά έχουν αυτό το χαρακτηριστικό. Τώρα, συνεχίζει το Συμβούλιο Επικρατίας και λέει ότι ακόμα και αν αυτά αλλάξουν νομικό καθεστώς, δηλαδή μπορεί να ήταν δημοσίου δικαίου και να γίνουν ιδιωτικού δικαίου, δεν θύγεται εκείνο που διατηρείται πάντα είναι η κρατική ευθύνη και εποπτεία επ' αυτόν. Μπορεί όταν εκδίδοντας αυτά τα προεδρικά διατάγματα που προβλέπουν την έξοδό τους από το δημόσιο τομέα, τι συμβαίνει λέει το Συμβούλιο Επικρατίας. Επιτρέπεται απλώς η αποδέσμευσή τους από ορισμένες περιουσιακές διατάξεις που αφορούν την κατάσταση των υπαλλήλων τους, το καθεστώς των προμηθιών τους, προμήθειες είναι ξέρετε μια κατηγορία συμβάσεων για την αγορά υλικού που έχουν ανάγκη και τις εκτελέσεις των έργων τους, ταυτόχρονα έχουν τη δυνατότητα αύξηση του κεφαλαίου με την αγορά με το χώνα από ιδιώτες. Αλλά τι συμβαίνει πάντα ακόμα δηλαδή και όταν απαλλαγούν από αυτές τις δεσμεύσεις του δημόσιο τομέα, διατηρείται τι η εποπτεία και η ευθύνη του κράτους, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί ότι η δραστηριότητα που ασπούν και η οποία δραστηριότητα είναι δημόσια υπηρεσία υπολειτουργική έννοια, γιατί εξυπηρετεί ζωτικές ανάγκες των πολιτών, ασκείται κατά τρόπου ορθολογικό ώστε να εξυπηρετεί όντως αυτές τις ζωτικές ανάγκες. Είναι σαφή τα πράγματα. Αλλά καταλάβαμε την έννοια του δημόσιο τομέα. Ωραία, είναι στην ουσία ένα νομικό καθυστός. Και ακόμη και όταν ο νόμος υπηρετρικό διάρτημα προβλέψει την έκδοση κάποιων τέτοιων επιχειρήσεων από το δημόσιο τομέα, διατηρείται τη υποπτία του κράτους, έτσι, λόγω της σημασίας της δραστηριότητας που ασκούν. Ένα άλλο σημείο που πρέπει να προσέξουμε είναι, για να δείτε πόσο το διοικητικό, οικονομικό δίκιο επηρεάζεται από το πρόγραμμα του κόμματος που είναι στην εξουσία. Κατά τα τελευταία χρόνια είχαμε τη δημιουργία πολλών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ανονίμων εταιριών, τα οποία μπορεί να είνηκαν και 100% στο δημόσιο και είχαν αναλάβει τη διαχείριση της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου. Μπορείτε να σκεφτείτε κάποιον έτσι πολύ χαρακτηριστικό. Τα υπέδ. Το Ταμείο Αξιοποίησης της Υδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου. Ένα άλλο είναι η ΕΤΑΒ. Είναι τα ελληνικά τουριστικά ακίνητα. Αρχικά δημιουργήθηκε δηλαδή μια ανώνυμη εταιρεία η οποία ανέλαβε τη διαχείριση των τουριστικών ακίνητων του ΕΟΤ. Ο ΕΟΤ όπως ξέρουμε τι είναι. Ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Τι αποστολή είχε. Την προαγωγή του εθνικού τουρισμού. Ταυτόχρονα είχε και στην ιδιοκτησία του διάφορα τουριστικά ακίνητα. Τη διαχείριση των τουριστικών ακίνητων την απέσπασε από τον νεό ο νομοθέτης και την ανέφεσε στην Εταιρεία Τουριστικών Ακίνητων. Αυτή η εταιρεία εξελίχθηκε. Να μην μακρηγορούμε πάνω σε αυτό. Συγχωνεύτηκε με την κτηματική εταιρεία του δημοσίου. Φαντάζουμε ότι την έχετε ακούσει αυτή. Και... Υπήρχαν σημαντικά νομικά πρόσωπα έτσι που ασχολούνταν με τη διαχείριση των ακίνητων του δημοσίου. Κυρίως της ιδιωτικής του περιουσίας έτσι. Επάση με τόση συμφωνεύτηκαν και δημιουργήθηκε η ΕΤΑΔ. Ανόνιμη Εταιρεία. Και αυτή έχει αρμοδιότητα... Μάλλον... Δραστηριότητά της είναι η αξιοποίηση τουριστικών ακίνητων. Μάλλον όχι μόνο τουριστικών. Οι ελληνικά ακίνητων του ελληνικού δημοσίου και επίσης τουριστικών ακίνητων εποπτεύεται από το Υπουργείο Οικονομικό και από το Υπουργείο Τουρισμού όταν διαχειρίζεται τουριστικά ακίνητα. Και στις δύο περιπτώσεις προσέξτε παρόλο που αυτά τα μορφώματα αυτές οι ανόνιμες εταιρείες ανήκουν 100% στο δημόσιο. Εξυπηρετούν σκοπό δημοσίου συμφέροντος φροντίζει ο νομοθέτης να τονίσει ότι δεν ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Οπότε δεν εφαρμόζονται σε αυτά οι διατάξεις που διέπουν τους οργανισμούς που ανήκουν άμεσα ή έμεσα στο δημόσιο. Δηλαδή τι ήθελε να κάνει ο νομοθέτης με τον τρόπο αυτό. Να τα απαλάξει από δεσμεύσεις του δημόσιο τομέα που θεωρούσε ότι θα περιόριζαν την αποτελεσματικότητα της δράσης τους. Δηλαδή ξεκινούσε από το σκεπτικό ότι πρέπει να έχουν απόλυτη ευελιξία στις κινήσεις τους. Το καταλάβαμε. Είναι εντυπωσιακό ότι ενώ ανήκουν 100% το ΤΑΙΠΕΔ, εξυπηρετεί σαν σκοπό δημόσιου συμφέροντος. Ποιος είναι αυτός ο σκοπός? Η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Δηλαδή διαχειρίζεται τα κίνητα της ιδιωτικής περιουσίας για την εξυπηρέτηση του χρέους και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας. Αυτά μας έχει πει το Συμβούλιο Πεκρατίας σε πρόσφατης αποφάσεις του. Παρ' όλο λοιπόν αυτό τον κατεξουχήν σκοπό δημόσιου συμφέροντος, μας λέει ο νομοθέτης ότι δεν υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Από την άλλη όμως θα δεχτούμε ότι υπόκειται στην εποπτεία του δημωσίου, διότι ο σκοπός του είναι σκοπός δημόσιου συμφέροντος. Το ίδιο και για την ΕΤΑ, την εταιρεία αυτή. Το ίδιο και για τα διάφορα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στα οποία ο νόμος για τα ΑΕΕ, το 2009-2011, είχε αναθέσει τη διαχείριση και αξιοποίηση της ιδιωτικής, προσέξτε όχι της δημόσιας, της ιδιωτικής περιουσίας των πανεπιστημίων. Για ποιον σκοπό την είχε αναθέσει για να αυξήσει τους πόρους των πανεπιστημίων, έτσι, πέραν του κρατικού υπολογισμού, ο οποίος, όπως ξέρετε, έχει συρρικνωθεί εδιπωσιακά, να προσποριστούν έσοδα τα πανεπιστημίια, αξιοποιώντας την ιδιωτική τους περιουσία. Λοιπόν, αυτά τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, τώρα ισχύουν, είναι οι παλιές εταιρείες αξιοποίησης, ανήκουν 100% στο πανεπιστήμιο, εξυπηρετούν σκοπό δημόσιου συμφέροντος και πάλι εδώ ο νόμος λέει ότι δεν υπάγονται στις δεσμεύσεις του δημόσιο τομέα, δηλαδή βλέπετε μια τάση του νομοθέτη να απαλλάξει αυτά τα νομικά πρόσωπα από διατάξεις που αφορούν την κατάσταση του προσωπικού, τον τρόπο διαχείρισης, την απόψη περιορισμής, ναι, ακριβώς, ο σκοπός είναι αυτός, όμως και αυτά πρέπει να δεχτούμε, όχι πρέπει να δεχτούμε, προβλέπουν οι σχετικοί νόμοι, υπάγονται στην εποπτεία του κράτους, έτσι, του κράτους ή του πανεπιστήμιου αντίστοιχα. Μια τάση λοιπόν, ναι. Έχει σημασία ο δικός χαρακτηρισμός που γίνεται στον κριτικό νόμο, δεν μπορεί το Συμβούλ της Επικρατίας να το, να κάνει ευασταντική ερμηνεία. Κοιτάξτε, το Συμβούλ της Επικρατίας δεν μπορεί να αλλάξει το νόμο, θα πει απλώς ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα, ξέρω εγώ, είναι δραστηριότητα που απαιτεί άσκηση δημόσιας εξουσίας, ότι είναι νομικό πρόσωπο διφυούς χαρακτήρα, δεν μπορεί να αλλάξει τη νομική του φύση, την απειότητα, η έπειτα από το δημόσιο δίκαιο, δεν μπορεί να το πει αυτό, έτσι δεν είναι. Θα πει, τι θα πει, αυτό που είπε και στα πρακτικά επεξεργασίας, όταν είχαμε έξοδο νομικών προσώπων από το δημόσιο τομέα, ότι εξακολουθούν να υπόκειται στην εγγύση και υποπτεία του κράτους, το οποίο μεριμνά για την ορθή άσκηση της δραστηριότητάς τους, έτσι, την ορθολογική άσκηση της δραστηριότητάς τους, αλλά δεν μπορεί να πει, τι να πει, να αλλάξει δηλαδή το νομικό τους καθεστώς, έτσι δεν είναι. Όχι, αλλά, για παράδειγμα, την πρόσφυση να διέπεται από τις διατάξεις του δημόσιο δικαίου, δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Δύσκολο, όταν λέει ρητά ο ιδρυτικός νόμος ότι δεν υπόκειται στις διατάξεις του δρύτερου δημόσιο τομέα, αν και συνήθως πολλές φορές αυτοί οι νόμοι ιδρυτικοί προβλέπουν διατάξεις, περιέχουν διατάξεις και για το προσωπικό, αλλά στο μέτρο που ρητά ο νόμος προβλέπει κάτι τέτοιο, είναι δύσκολο το συμβουλεπικρατίας να αλλάξει. Το μόνο που μπορεί να πει είναι ότι είναι νομικό πρόσωπο διφυούς χαρακτήρα, εφόσον προκύψει σχετικό θέμα. Και πώς θα προκύψει σχετικό θέμα εάν προσβληθεί με έτηση ακυρώς ως κάποια πράξη, οπότε τι συμβαίνει. Όχι, τίποτα μία ερώτηση, δεν κατάλαβα κάτι. Αν τελικά ο δημόσιο τομέας έχει οργανική, λειτουργική... Εντάξει, ξεκίνησε ως λειτουργική, ως οργανική έργη. Όμως ο σκοπός της δημιουργίας του, ποιος ήταν τελικά, να αναδειχθούν τα κοινά χαρακτηριστικά αυτών των φορέων. Και ποια είναι τα κοινά χαρακτηριστικά αυτών των φορέων? Το ιδιαίτερο νομικό καθεστώς που θα διέπει. Κατάλαβατε, για αυτό, πώς να το πω, συνεκδοχικά το Συμβουλεπικρατίας κατέληξε σε αυτό, ότι τελικά δημόσιο τομέας, διότι ο δημόσιο τομέας, ξέρετε, συρρικνώνεται, διευρύνεται με διάφορα νομοθετήματα. Οπότε το Συμβουλεπικρατίας κατέληξε σε αυτό, τι είναι τελικά ο δημόσιο τομέας. Το ιδιαίτερο νομικό καθεστώς, στο οποίο υπάρχονται αυτοί οι φορείς. Δηλαδή αυτό το νόημα είχε η διαμόρφωση της έννοιας του δημόσιο τομέα. Δεν ξέρω αν το καταλαβαίνετε. Φυσικά αρχικά δημόσιο τομέας, αλλά ανήκει στο δημόσιο τομέα. Δηλαδή είναι ένα νομικό πρόσωπο που ανήκει στο δημόσιο τομέα. Αλλά ποια είναι η συνέπεια, ουσιαστικά το Συμβουλεπικρατίας μας λέει, ποια είναι η συνέπεια του να ανήκει ένα νομικό πρόσωπο στο δημόσιο τομέα. Πολλές φορές δεν είναι σαφές αν ανήκει ή όχι. Δηλαδή εκδίδονται νόμοι διαδοχικά που μπορεί να τροποποιούν το καθεστώς ενός νομικού προσώπου που ανήκει στο δημόσιο τομέα, χωρίς να λένε ρητά ότι εξαιρείται από το δημόσιο τομέα. Δεδομένου όμως ότι το αποδεσμεύουν από τη μία υποχρέωση, το αποδεσμεύουν από την άλλη, καταλήγουμε σε τι, στην έξοδο του από το δημόσιο τομέα. Δεν ξέρω αν είναι σαφές αυτό που λέω. Δηλαδή τελικώς αυτό που έχει σημασία είναι το καθεστώς που διέπει αυτά τα νομικά πρόσωπα. Το αν ανήκουν ή όχι έχει πρακτική συνέπεια τι, την εφαρμογή συγκεκριμένων για ορισμένων περιορισμών και δεσμεύσεων. Το καταλάβαμε ή έτσι έχουμε υπάρχει πρόβλημα. Είπαμε η τάση του νομοθέτη και αυτό είναι το εντυπωσιακό σε τέτοιες ανώνυμες εταιρίες τόσο σημαντικές και που ανήκουν εξολοκλήρους αυτό στο δημόσιο, τόνιζε ότι δεν ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Και έχουμε τώρα σε ένα άλλο θέμα στο δημόσιο τομέα υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου. Αυτό έχει μεγάλο ενδιαφέρον διότι έχουμε και πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατίας. Ο δημόσιος τομέας λοιπόν υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου. Ξεχνάμε αυτό που ξέρουμε, δηλαδή το βάζουμε σε άλλο κουτάκι και ανοίγουμε ένα νέο και το συνδέουμε με το νοσιακό δίκιο. Το άρθρο 126 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει το υπερβολικό έλλειμμα, όλα αυτά τα θέματα δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Υπάρχει σχετικό πρωτόκολλο και υπάρχουν και κανονισμοί που ρυθμίζουν αυτή τη διαδικασία υπερβολικού ελλειμμάτων, δηλαδή πώς υπολογίζεται το έλλειμμα και πώς περιορίζεται. Το ερώτημα φυσικά που ανακύπτει είναι πώς υπολογίζεται το έλλειμμα ενός κράτους μέλους, δηλαδή λαμβάνονται υπόψη οι υποχρεώσεις ποιών φορέων προκειμένου να πούμε ότι υπάρχει έλλειμμα ή χρέος. Είναι σαφές αυτό που λέω έτσι. Θα λάβουμε υπόψη τα οικονομικά μόνο του δημοσίου ή και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή και των δέκων. Τι θα λάβουμε, ποιους φορείς θα λάβουμε υπόψη για να υπολογίσουμε το χρέος. Επομένως αυτό μας το λένε αυτές οι διατάξεις του ενωσιακού δικαίου, οι οποίες φυσικά έπρεπε να κάνουν, να μεταφερθούν στην ελληνική ενόμητάξη. Όπερ και γένετο με την προσθήκη ενός άρθρου στο νόμο περί δημοσίου λογιστικού, το οποίο ορίζει το δημόσιο τομέα. Άρα ο δημόσιος τομέας λοιπόν, δεν χρειάζεται να το γράψετε θα το βρείτε αυτό θα το έχετε, ο δημόσιος τομέας περιλαμβάνει τη γενική κυβέρνηση και τις δημόσιες επιχειρήσεις, καθώς και τους δημόσιους οργανισμούς όπως αυτοί έχουν οριστεί σε ένα μεταγενέστερο νόμο του 2005. Η γενική κυβέρνηση τώρα τι περιλαμβάνει, την κεντρική κυβέρνηση, τους ΟΤΑ, τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και η κεντρική κυβέρνηση περιλαμβάνει αυτό. Η κεντρική κυβέρνηση περιλαμβάνει την κεντρική διοίκηση, νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από την κεντρική διοίκηση. Δηλαδή βλέπετε ένα διαφορετικό κριτήριο, οπότε ποιος αποφασίζει για το αν ένα νομικό πρόσωπο ανήκει ή όχι στο δημόσιο τομέα με αυτή την έννοια, το νοσιακού δικαίου δηλαδή, η ΕΛΣΤΑ, η ελληνική στατιστική υπηρεσία. Η πράξη της ΕΛΣΤΑ με την οποία αποφασίζει ότι το α νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, συνήθως εκεί ανακύπτει το θέμα, ανήκει στον δημόσιο τομέα και μάλιστα όπως λέμε στο Μητρώο Φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, το οποίο θα βρείτε στο σελίδα του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Αυτό λοιπόν η ΕΛΣΤΑ είναι που το αποφασίζει. Αυτή η πράξη είναι εκτελεστή διοικητική πράξη και προσβάλλεται με τις ακυρώσεις. Και έχουμε δύο τέτοιες αποφάσεις. Έχουμε την απόφαση 2497 του 13 με την οποία, αυτό αφορούσε το οργανισμό φίλων του Μετάρου Μουσικής, το οποίο εντάχθηκε στο Μητρώο Φορέων της Γενικής Κυβέρνησης με πράξη της ΕΛΣΤΑ και προσέβαλε αυτή την πράξη και πράγματι το Συμβούλιο Επικρατίας την ακύρωσε. Διότι τι σημαίνει η ένταξη σε αυτό το Μητρώο, δηλαδή στο δημόσιο τομέα κατά το Ενωσιακό Δίκιο, σημαίνει εφαρμογή σε αυτό το νομικό πρόσωπο ενός ειδικού πλέγματος διατάξων που αφορούν την οικονομική του διαχείριση. Δηλαδή σημαίνει ότι η κεντρική διοίκηση έχει λόγο στην οικονομική διαχείριση αυτού, δηλαδή χάνει την ανεξαρτησία του κατά κάποιο τρόπο. Οπότε η σχετική πράξη της ΕΛΣΤΑ που εντάσσει ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου στο δημόσιο τομέα υπαυτή την έννοια είναι εκτελεστεί και μπορεί να ακυρωθεί. Και είναι σημαντική η ένταξη διότι τι σημαίνει αυτό ότι η οικονομική του κατάσταση λαμβάνεται ηκόψη για τον καθορισμό του ύψους του δημοσίου χρέους. Δηλαδή αν ενταχθεί στο Μητρώο Φορέων Βιενικής Κυβέρνησης η οικονομική του διαχείριση λαμβάνεται ηκόψη για τον υπολογισμό του δημόσιου ελλήματος και του δημόσιου χρέους. Εντάξει είμαστε. Ενώ ας πούμε το Συμβούλ Επικρατίας έκρινε ας πούμε ότι η RAE, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, ανήκει στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, χωρίς αυτό να σημαίνει δηλαδή τα αποτελέσματα οικονομική της διαχείριση λαμβάνεται ηκόψη για τον καθορισμό του ύψους του δημοσίου ελλήματος, αλλά αυτό δεν θύγει την κατοχυρωμένη από το Ενωσιακό Δίκιο ανεξαρτησία της, γιατί η RAE είναι τι? Ανεξάρτητη αρχή, έτσι, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, άρα ανεξάρτητη αρχή. Δηλαδή τι σημαίνει ανεξάρτητη αρχή, ότι δεν υπόκειται στον ιεραρχικό έλεγχο της διοίκησης, έτσι, του υπουργού που είναι αρμόδιος για το συγκεκριμένο τομέα. Σε τι έλεγχο υπόκειται η πράξη της, ανεξάρτητη αρχή. Σε τι έλεγχο θα υπόκειται η πράξη της, ναι. Σε δικαιοτικό έλεγχο. Σε δικαστικό έλεγχο. Κατά κανόν αυτής είναι ακυρωτικός, αλλά σε άλλον αρχόν, ας πούμε της Επιτροπής Ανταγωνισμού, έχουμε έλεγχο ουσίας, έτσι, ας σκέφτε προσφυγή ενώπιον του διοικητικού εφεκείου Αθηνών. Δεν μπορεί να σκέφτε προσφυγή για όσο το εποπτεύτει, είναι κάθε δικαιοτική αρχή. Τι να προσβάλλει, αυτό δεν είναι λίγο ενδοστρεφής δίκης. Νομίζω ότι το έχουν προσφυγές της ενδοστρεφής δίκης. Η ενδοστρεφής είναι καλά, είναι για τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Αυτό, να σας πω, δεν έχω υπόψη. Νομίζω ότι θα πέσει το γεγονός ότι μπορούν να προσβληθούν πράξεις από τον υπουργό που αποκτεύει τις αρχές. Μπορεί να δημιουργηθεί, επιτρεπεί, να της έρσετε στο σπίτι. Να σας πω, για αυτό δεν το έχω. Μπορεί να κάνει και λάθη. Δεν έχω δείδη, δηλαδή δεν γνωρίζω τέτοια περίπτωση. Να μπορεί να ασκεί ο υπουργός έτσι σε ακυρώσους, κατά πράξεων ρυθμιστικής αρχής. Δεν ξέρω αν υπάρχει τέτοια δυνατότητα. Όχι, εγώ θέλω και τις δόοι. Ο κ.Κ. είναι ο υπουργός κοινωνικών. Άλλο, οι δόοι είναι δημόσια υπηρεσία υπό οργανική έννοια. Αυτές είναι ανεξάρτητες αρχές. Ο υπουργός δεν ασκεί εραρχικό έλεγχο προφανώς, γιατί αλλιώς δεν θα ήταν ανεξάρτητες αρχές. Αλλά δεν έχω υπόψη μάλλον, μπορεί να προσβάλει τις πράξεις τους. Θα το δω. Όλες οι μεγάλες αποφάσεις που έχουμε όσον αφορά τις ανεξάρτητες αρχές, προέρχονται από επίσης με τις ανακυρώσεις που έχουν ασκήσει συνήθως οι επιχειρήσεις, τις οποίες έχουν επιβάλλει πρόστιμα ή τις οποίες δεν έχουν χορηγήσει άδεια. Δεν έχω υπόψη. Σημαντική απόφαση του Συμβουλίου Επικρατίας που να προέρχεται από ένδικο βοήθημα υπουργού. Θέλω να το δω όμως. Όχι μόνο που λέει το Σύνταγμα και κάποια της και ρυθμιστικές αρχές, οι οποίες μπορούν να μην προβλέπονται από το Σύνταγμα, αλλά η ίδρυσή τους είναι επιβεβλημένη από το Ενουσιακό Δίκιο στα πλήσια της απελευθέρωσης των αγορών. Των αγορών και ενοφελών υπηρεσιών. Είναι τέτοια κατηγορία που μπορεί να μην προβλέπεται ρητά από το Σύνταγμα, αλλά ανήκει και αυτή στην κατηγορία των ανεξάρτητων διοικητικών ερχών. Ναι, άλλο, ορίστε. Είναι δυνατόν υπάρχουν εξαιρέσεις από, δηλαδή από τους χώρους, πολλοδότη και πλήρια τα κριτήρια να μην είναι ενταχτή. Γιατί τα τελευταία χρόνια γίνεται τέτοια συζήτηση. Το ελληνικό ρήμα ιδιοκόθηκε, λόγω της ενδέξειας των ασφαλιστικών ταμείων στο δημόσιο τομέα, που είχαν υψηλά ελλείμματα ενώ υπήρχε, φυσικά αναφερόταν, χωρίς νομική βάση, νομίζω, αλλά ότι μπορούσαν να εξαιρεθούν τα δημόσια ταμεία και αυτό, μάθω, ήταν ένα μεγαλύτερο έλλειμμα. Κοιτάξτε, όμως, αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να το αποφασίσει ο Έλληνας νομοθέτης. Το τι θα περιληφθεί στο δημόσιο τομέα υπό την έννοια αυτή. Δεν έχει όμως καθόλου διακριτική ευκαιρία κάποιος να αποφασίσει αυτά τα δάκρυα. Κοιτάξτε, υπάρχουν κάποια κριτήρια. Το είπε ρητά το Συμβούλιο Επικρατίας. Κριτήρια που καθορίζονται από το νόμο, βάσει των υποβαλωμένων στοιχείων. Κριτήρια, λοιπόν, που καθορίζει ο νόμος, τα οποία κριτήρια τελεί ο νόμος από πού? Από τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς. Και, μάλιστα, εδώ μιλάμε για κανονισμούς, δεν μιλάμε για οδηγίες. Αυτό τι σημαίνει? Ότι ο νόμος, ουσιαστικά, είναι εκτελεστικός απλώς. Στην οδηγία, κάθε εθνικός νομοθέτης μπορεί να αλλάξει τα μέσα, αρκεί να επιτευχθεί ο σκοπός. Εδώ μιλάμε για κανονισμό. Η μεταφορά μπορεί να περιλαμβάνει μόνο αμυγώς εκτελεστικές διατάξεις. Άρα, τα κριτήρια, από πού προέρχονται? Ναι, απλώς, αν θα γεννιέχεται, κύριε, αυτά είναι του ευρωπαϊκού, το πρόβλημα της ΕΡΕΣ ή κάποια χέρια στις μέρες κυβερνήσεις. Κοιτάξτε, μετά είναι ζήτημα χαρακτηρισμού κάθε κράτους μέσα, αλλά δεν νομίζουμε ότι μπορούν να αφαιρεθούν οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, που είναι σαφώς τι νομικά πρόσωπα δημοσιού δικαίου. Δηλαδή, το πρόβλημα έχουν ανακύπτει σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που η εποπτία η κρατική είναι μικρότερη. Η επέμβαση στη διαχείρισή τους είναι μικρότερη. Δηλαδή, νοείται ότι ο Έλληνας νομοθέτης δεν έχει μεταφέρει σωστά τους κανονισμούς, όσον αφορά τα κριτήρια. Όχι. Απλώς, γίνεται έντονη ζήτηση στο τέλος κάτι και αυτό. Σε νομικό πέδρο, ας πούμε, πώς απαντάμε σε κάτι τέτοιο και αυτό. Απαντάμε ότι υπάρχει θέσμα. Δεν έχει διακριτική ευχαία. Ναι, ακριβώς. Ο νόμος αυτός για το δημόσιο λογιστικό μεταφέρει στην ειδική νομική τάξη κανονισμούς. Και το θέμα είναι, το θέμα μπορεί να ανακείψει στο πώς η Ελιστάτ ερμηνεύει τον νόμο. Γιατί, όταν λέει, ας πούμε, ο νόμος νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από την κεντρική διοίκηση. Αυτό εδώ που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από την κεντρική διοίκηση, μπορεί να, ξέρετε, η Ελιστάτ να το ερμηνεύσει είτε πολύ διασταλτικά, είτε πολύ συσταλτικά. Μπορεί να ερμηνεύσει στην περίπτωση του οργανισμού, ας πούμε, φίλων του Μεγάρου Μουσικής. Εκεί δεν υπάρχει ουσιαστικά έλεγχος, δηλαδή η οικονομική διαχείριση είναι απόλυτα ελεύθερη. Έχει απόλυτα μεγάλη ελευθερία οικονομικής διαχείρισης το νομικό πρόσωπα. Αλλά κακώς η Ελιστάτ το περιέλαβε. Οπότε, με το να το περιλάβει, τι κάνει, διευρύνει το έλλειμμα. Δημόσιο έλλειμμα μεγαλύτερο. Εφόσον παρεμβάλλεται μια εθνική διοικητική αρχή, προφανώς αυτή μπορεί και να παραβιάσει το νόμο ή να το ερμηνεύσει αισφαλμένα, αλλά δεν υπάρχει μεγάλη ελεύθερη του Έλληνα νομοθέτη γι' αυτό. Δηλαδή να πει ότι δεν θα περιλάβω τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλειας. Δεν ξέρω αν είναι σαφή τα πράγματα. Ξέρετε, το επιχείρημα είναι ότι είναι ανεξάρτητη αρχή, άρα απολάβει, ας πούμε, κάποιες ανεξαρτησίες έναντι του δημοσίου. Ναι, αλλά ο προϋπολογισμός της είναι άμεσα συνδεδεμένος με το κρατικό προϋπολογισμό. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να μην ενταχθεί να θεωρηθεί ότι δεν αποτελεί μέρος της κεντρικής διοίκησης. Λοιπόν, το μητρό των φορέων και γενικής κυβέρνησης, τους οποίους περιλαμβάνεται η κεντρική διοίκηση, υπάρχει στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και μετατρέπεται, αυτός ελέγχεται δηλαδή από την ΕΛΙΣΤΑ, η οποία μπορεί να προσθέσει ή να αφαιρέσει κάποια φορέα. Αυτό όλα αυτά τα είπαμε για να δείτε τη διαφορά. Τι είναι ο δημόσιος τομέας στο ελληνικό δίκιο, αλλά που ενδιαφέρει αμοιγό στο ελληνικό δίκιο και τι είναι ο δημόσιος τομέας υπό την έννοια του ενωσιακού δικαίου, δηλαδή εδώ δεν μιλάμε για καθεστώς, αλλά μιλάμε για συγκεκριμένους φορείς που λαμβάνονται υπόψη για να υπολογιστεί το έλλειμμα. Και σας λέω επαναλαμβάνω ότι το πρόβλημα δημιουργείται κυρίως με τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Εντάξει με το δημόσιο τομέα, καλυφθήκαν. Πάμε τώρα λίγο να δούμε την κατηξοχή μας ήλι, έτσι, θα ξεκινήσουμε λοιπόν με την οικονομική ελευθερία. Εδώ εξετάζουμε όχι, είπαμε ότι το διοικητικό οικονομικό δίκαιο έχει ως αντικείμενο είτε τη ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας του ίδιου του κράτους, έτσι, ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή, τι άλλο βασικό, τη ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας των ιδιωτών, έτσι. Η οικονομική ελευθερία τι αφορά? Τη ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας των ιδιωτών, έτσι, αυτό θα δούμε. Λοιπόν, η οικονομική ελευθερία αφορά την οικονομική δραστηριότητα των ιδιωτών, η οποία ρυθμίζεται βασικά σε ποιο άρθρο, στο 5 παράγραφος 1, έτσι, το οποίο μας λέει τη διαφορά του 5 παράγραφους 1, την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και, αυτό που μας ενδιαφέρει, τη συμμετοχή στην οικονομική ζωή της χώρας, έτσι. Η συμμετοχή στην οικονομική ζωή της χώρας είναι αυτό που λέμε οικονομική δραστηριότητα. Αυτή έχει δύο πτυχές. Την ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία, η οποία ρυθμίζεται ρητά στο άρθρο 106 του Συντάγματος, μας λέει το 106, παράγραφος 1, ότι το κράτος προγραμματίζει και συντονίζει την οικονομική δραστηριότητα στη χώρα, ή παράγραφος 2, ότι η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, και η παράγραφος 3 παρέχει στο κράτος τη δυνατότητα κρατικοποιήσιος τέτοιων ιδιωτικών επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν ακριβώς έκθαση της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας, έτσι. Αυτή λοιπόν είναι η μία πτυχή της οικονομικής δραστηριότητας, η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία, τα άρθρο 106 και η άλλη είναι πια η ελευθερία της εργασίας, έτσι, η επαγγελματική δραστηριότητα. Δηλαδή, η διαφορά είναι ότι στο εμένα επάγγελμα, στην εργασία κτλ έχουμε κυρίως τι προσωπικές υπηρεσίες, ενώ στην περίπτωση της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας έχουμε τι, επένδυση κεφαλαίου, αυτή είναι η διαφορά. Λοιπόν, έχουμε κατοχύρωση αυτής της οικονομικής ελευθερίας με τις δύο πτυχές της επαγγελματικής ελευθερίας, ή ελευθερίες της εργασίας, στο πέντε και ειδικότερη ρύθμιση έχουμε στο ΜΕΝΑΦΡΟΕΧΟΣΙΔΙΟ που αφορά τι, το δικαίωμα εργασίας, στο δεάθρο 106 που αφορά την ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία, εντάξει. Άρα, η συνταγματική βάση της οικονομικής ελευθερίας είναι το άθρο 5, παράγραφος 1, οι εκφάνσεις της όμως ρυθμίζονται στο άθρο 22 και 106. Τώρα, εδώ υπάρχει μία ας το πούμε διχρονομία, διότι αν δείτε η νομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας και όσον αφορά την επαγγελματική ελευθερία, στηρίζεται σε ποιο άρθρο. Στο πέντε και όχι στο 22, επίσης αν διαβάζετε και τα ατομικά δικαιώματα του κ. Χρυσόγονου, πάλι θεωρεί ότι το άθρο 22 κατοχυρώνει το δικαίωμα εργασίας ως τι, ως κοινωνικό δικαίωμα. Έτσι δεν είναι. Αυτό θα λέγατε. Ενώ την επαγγελματική ελευθερία θεωρεί ότι την κατοχυρώνει ποιο άρθρο. Το πέντε, έτσι. Υποστηρίζεται η άποψη, και ίσως δογματικά να είναι ορθότερο, ότι εφόσον υπάρχει ειδική διάταξη, που ρυθμίζει αυτή την πτυχή της οικονομικής ελευθερίας στην επαγγελματική, δεν χρειάζεται να καταφύγουμε στη γενικότερη ρύθμιση του άρθρο 5, εκτός από τις πτυχές που δεν ρυθμίζει η ειδική διάταξη του 22. Λοιπόν, για να δούμε, θα πούμε λίγο τι είναι η εργασία, δηλαδή ποιο είναι το περιεχόμενο της επαγγελματικής ελευθερίας ή του δικαιώματος εργασίας, ποιοι είναι οι φορείς αυτού του δικαιώματος και ποιοι είναι οι περιορισμοί του. Θα αρχίσουμε, ελπίζω, να προλάβουμε σήμερα τους γενικούς περιορισμούς, δηλαδή που δεν είναι ως την ουσία περιορισμοί, αλλά προσδιορισμοί της επαγγελματικής δραστηριότητας, για να δούμε αύριο τους, όχι αύριο, το επόμενο μάθημα, τους περιορισμούς που αφορούν ειδικά την επιλογή επαγγελματικής δραστηριότητας, έτσι, την επιλογή και την άσκηση. Λοιπόν, η εργασία ως μέσον βιοπορισμού και ψυχικής ικανοποίησης και ολοκλήρωσης φυσικά, έχει κεντρική σημασία στη ζωή του ανθρώπου, αυτά είναι γνωστά. Η συνταγματική της προστασία είναι σχετικά νέα. Ο λόγος είναι ότι οι σχέσεις της εργασίας προς το κράτος είναι πολύ πλευρές, δηλαδή η επέμβαση του κράτους μπορεί να είναι όχι μόνο δισμενής και ανεπιθύμητη. Πότε συμβαίνει αυτό? Πότε η επέμβαση του κράτους στην εργασία είναι δισμενής και ανεπιθύμητη? Όταν θέτει περιορισμούς, έτσι. Άλλα μπορεί να είναι και επιθυμητή. Πότε συμβαίνει αυτό? Όταν το κράτος λειτουργεί το ίδιο ως πηγή απασχόλησης και καθορισμού των προστατευτικών όρων της εργασίας. Στην πρώτη περίπτωση, το άτομο, τι κάνει, υπεραμείνεται της ελευθερίας της εργασίας, ενώ στη δεύτερη περίπτωση προβάλλει αξίωση εργασίας ή βελτίωσης των όρων της. Άρα, επομένως, το δικαίωμα εργασίας αφορά τόσο τη σφαίρα της ελευθερίας, όσο και τη σφαίρα της κοινωνικής αξίωσης. Δηλαδή, έχουμε διπλό χαρακτήρα του δικαιώματος εργασίας. Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ το Σύνταγμα του 1952 δεν περιείχε σχετική διάταξη για την ελευθερία της εργασίας, το ισχύον δίκιο έχουν, το άρθρο 5 παράγραφος 1 που προστατεύει γενικά την οικονομική ελευθερία και μετά έχει και ειδική διάταξη, άρα υπερέχουσα, του άρθρου 22. Επομένως, δεν δικαιολογείται, ή θα λέγαμε, απροβλημάτιστη θεμελίωση από το Συμβούλιο Επικρατίας της ελευθερίας της εργασίας, συμπεριλαμβανόμενη και της επαγγελματικής ελευθερίας, στη γενική διάταξη του άρθρου 5, αφού το ισχύον σύνταγμα έχει και ειδική διάταξη. Δηλαδή, η τάση, όπως ξέρετε, είναι πια να αντιμετωπίζεται το 22 ως ειδική διάταξη, που αφορά ποια πτυχή του δικαιώματος εργασίας, δηλαδή το βλέπει το δικαίωμα εργασίας ως κοινωνικό δικαίωμα. Εμάς δεν μας ενδιαφέρει αυτή η πτυχή, θα το δούμε, μας ενδιαφέρει η οικονομική ελευθερία, η επαγγελματική ελευθερία. Δηλαδή, στην ουσία, η ελευθερία επιλογής και άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας. Για να δούμε, όμως, το άρθρο 22 τι ακριβώς περιλαμβάνει. Κατοχυρώνει το δικαίωμα εργασίας, κατοχυρώνει το δικαίωμα ίσης αμοιβής στην εργασία, θεσπίζει την υποχρέωση του κράτους να δημιουργεί συνθήκες απασχόλησης όλων των πολιτών και να με ρημνά για την ηθική και ηλικία εξήψωση του εργαζομένου αγροτικού και ηθικού πληθυσμού. Και εδώ μου λέτε, οι έννοιες ηθική και ηλικία εξήψωση, τι έννοιες είναι? Μπράβο, αόρα στις αξιολογικές έννοιες, ωραία. Να με ρημνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων και απαγορεύει την αναγκαστική εργασία. Θα τα δούμε αυτά αναλυτικά. Δηλαδή το άθλο 22 είναι μια πολύπλευρη συλλεκτική διάταξη η οποία αναμειγνύει ατομικές ελευθερίες και κοινωνικές αξιώσεις, δικαιώματα των πολιτών και κρατικές υποχρεώσεις, την κρατική προστασία δικαιωμάτων με την υποχρέωση κοινωνικών ρυθμίσεων και παροχών. Έτσι, άρα μια πολυσυλλεκτική διάταξη. Πάντως, η γενική διατύπωση του άθλου 22 παράγραφος 1 ότι η εργασία αποτελεί δικαίωμα, δικαιολογεί και επιβάλλει την υπαγωγή τόσο της ελευθερίας της εργασίας όσο και της κοινωνικής αξίωσης στην ίδια διάταξη. Έτσι, στη γενικότερη έννοια του δικαιώματος εργασίας. Άρα το δικαίωμα εργασίας έχει ευρία έννοια, σημαίνει και την οικονομική ελευθερία, την επαγγελματική ελευθερία, όσο και την αξίωση εργασίας. Λοιπόν, για να το συνοψήσουμε ότι η φυσική συνταγματική βάση της εγγένει οικονομικής ελευθερίας είναι το άθρο 5 παράγραφος 1. Η φυσική συνταγματική βάση της εγγένει οικονομικής ελευθερίας το άθρο 5, αλλά υπάρχει και η δική εγγύηση του δικαιώματος της εργασίας, επομένως στη διάταξη του άθρο 22 πρέπει να υπάγεται αυτή η ελευθερία της εργασίας. Γιατί η διάταξη αυτή κατοχυρώνει και την ατομική ελευθερία της εργασίας και το κοινωνικό δικαίωμα της εργασίας. Για να δούμε τώρα τι σημαίνει εργασία. Ο όρος εργασία αφορά όχι οποιαδήποτε δραστηριότητα αλλά ποια. Καταρχάς εργατικό δίκιο έχετε κάνει να υποθέσω. Άρα ποια εργασία αφορά. Την αμοιβόμενη και ορδοσκοπική. Όχι την εθελοντική εργασία η οποία υπάγεται στο 5 παράγραφος 1 υπό την έννοια της συμμετοχής στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας αλλά δεν είναι αυτή που μας ενδιαφέρει. Αντίθετα ο όρος εργασία του άρθρου 22 καλύπτει όχι μόνο την εξαρτημένη αλλά και την ανεξάρτητη εργασία. Δηλαδή όταν χρησιμοποιούμε τον όρο εργαζόμενος υπό το πρίσμα που το εξετάζουμε εμείς αφορά όχι μόνο τον μισθωτό αλλά και τον εργοδότη και τον αυτοαπασχολούμενο. Όχι μόνο τον εργάτη και τον ιδιωτικό υπάλληλο αλλά και τον ελεύθερο επαγγελματία και τον επιχειρηματία. Άρα εργασία τόσο εξετημένη όσο και ανεξάρτητη. Επίσης καλύπτει αυτός ο όρος και την ευκαιριακή αλλά και τη συστηματική επαγγελματική δραστηριότητα δηλαδή το επάγγελμα. Έχουμε ορισμό του επαγγελματος. Είναι κάθε μη απαγορευόμενη επάγγελμα έτσι όχι απλώς εργασία. Πάμε στο μη απαγορευόμενη όχι απλώς προσωρινή ή ευκαιριακή οικονομική απασχόληση ενός προσώπου που του παρέχει μια οικονομική και κοινωνική βάση ζωής. Δηλαδή είναι μία έννοια κάτι πολύ πιο οργανωμένο και σταθερό το επάγγελμα. Και επίσης το επάγγελμα αναφέρεται και στην ανεξάρτητη και στην εξετημένη εργασία. Δηλαδή του ελεύθερου επαγγελματία, του επιχειρηματία, του μισθοτού, του υπαλλήλου και μάλιστα αυτή η διάκριση αρχίζει να χάνει και τη σημασία της στην περίπτωση ας πούμε στελεχών επιχειρήσεων ή υπαλλήλων που ασκούν και ευθυντικά καθήκοντα που είναι και τα χαρακτηριστικά επαγγέλματα σε προηγμένες οικονομίες. Άρα λοιπόν εμείς έχουμε γενική έννοια όχι μόνο εξετημένη εργασία αλλά και ανεξάρτητη. Τι καλύπτει το δικαίωμα η ελευθερία εργασίας, η επαγγελματική ελευθερία. Την ελεύθερη από κρατικές επεμβάσεις, επιλογή και αλλαγή ανεξάρτητης ή εξετημένης εργασίας. Άρα επιλογή, πρόσβαση αυτό είναι το πιο σημαντική πτυχή. Δεύτερον την ελεύθερη πρόσβαση στην επαγγελματική εκπαίδευση και τρίτον την ελεύθερη κατά χρόνο, τόπο και τρόπο άσκηση του επαγγέλματος. Πολλές φορές αυτά τα όρια είναι δυσδιάκριτα αλλά μπορούμε να πούμε σχηματικά ότι έχουμε ελευθερία επιλογής και αλλαγής επαγγέλματος, ελευθερία πρόσβαση στην επαγγελματική εκπαίδευση και ελευθερία άσκησης. Έχει σημασία η διάκριση κυρίως μεταξύ ελευθερίας επιλογής και ελευθερίας άσκησης γιατί θα δείτε ότι οι περιορισμοί αντιμετωπίζονται διαφορετικά αναφορούν την ελευθερία άσκησης, πρόσβασης στο επάγγελμα ή την ελευθερία άσκησης. Η ελευθερία αρχίζουμε με την πρώτη πτυχή. Η ελευθερία του επαγγέλματος περιλαμβάνει την ελευθερία επιλογής και αλλαγής εργασίας. Αφετηρία αυτής της ελευθερίας είναι ότι τα επαγγέλματα δεν είναι εκ των προτέρων ορισμένα σε αριθμό περιεχόμενο ή σκοπό. Τι σημαίνει αυτό? Ότι εκτός από τα παραδοσιακά επαγγέλματα, γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός κλπ. η ποικιλία είναι απεριόριστη και διαρκώς μεταβαλώμενη. Δηλαδή καθένας εντός των ορίων του νόμου βεβαίως μπορεί να επιλέξει το επάγγελμα που διαμοφώνει ο ίδιος. Δηλαδή δεν προστατεύονται τα κλασικά επαγγέλματα, αλλά το επάγγελμα που μπορεί να διαμορφώσει ο ίδιος, ο καθένας, ο ασκόν το επάγγελμα. Προσέξτε όμως, όταν είναι καθιερωμένη από το νόμο ορισμένοι χαρακτηρισμοί τους οποίους ο ενδιαφερόμενος εύλογα συνδέει με ορισμένες γνώσεις και προσόντα και με την παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών, ο νόμος, ο νομοθέτης, μπορεί να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση αυτού του τίτλου εάν δεν συντρέχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Μια κλασική τέτοια περίπτωση είναι μια σημαντική απόφαση του Συμβουλίου Επικρατίας του 1886-1988 που αφορά την απαγόρευση της χρήσης του τίτλου ως θεοπαθολόγος χεροπράκτης. Γιατί? Διότι ο τίτλος ως θεοπαθολόγος παραπέμπει σε τι? Σε γιατρό, δηλαδή σε κάποιον που έχει λιατρική γνώση. Επομένως, όταν το χρησιμοποιεί κάποιος που δεν έχει αυτές τις προϋποθέσεις, μπορεί να δημιουργήσει τι? Σύγχυση στο χρήστη των υπηρεσιών του συγκεκριμένου προσώπου. Έτσι? Άρα μόνο σε αυτή την περίοδο συδικαιολογείται περιορισμός. Επομένως, το κράτος δεν μπορεί καταρχήν ούτε να επιβάλλει ούτε να αποκλείσει την επιλογή μίας μη απαγορευόμενης κατά το νόμο, κατά το δίκαιο δραστηριότητας, έστω κι αν αυτή είναι αγνωστή ή ασυνήθιστη. Τώρα, προσέξτε. Ολικός ημερικός αποκλεισμός από κάποια εργασία ή επάγγελμα, για λόγους που κατά το Σύνταγμα δεν μπορούν να θεμελιώσουν διακρίσεις, δεν επιτρέπεται. Είναι δυνατή, όμως, η επιφύλαξη της άσκησης κάποιου επαγγέλματος σε ορισμένα μονοπρόσωπα, που ανήκουν σε συγκεκριμένη κατηγορία όταν αυτό δικαιολογείται από τη φύση της εργασίας. Μπορείτε να φανταστείτε μια τέτοια περίπτωση. Ας πούμε, η αστέστα αεροδραγωμιά της αίματος και της συγκίνησης. Τώρα, αν είναι συγκεκριμένης ηλικίας... Όχι, όχι, πάμε σε ηλικία. Ας πούμε, να χρησιμοποιήσουμε κριτήρια που απαγορεύονται κατά το Σύνταγμα. Δηλαδή, μόνο άνδρες, μόνο γυναίκες, μόνο χριστιανοί ορθόδοξοι, μόνο Έλληνες. Αυτά είναι κριτήρια που συνεπάγονται διάκριση από μέρος απαγορευόμενη. Κατ' εξέρεση, όμως, επιτρέπεται σε ποιες... Μόνο Έλληνες. Όχι, αυτό δεν ισχύει. Πείτε. Εμένα μου έρχεται στο μυαλό η πρόσβαση, ας πούμε, στη σχολεία δικαστών που ορίζει ότι... Εκεί είναι μια ειδική περίπτωση. Καθηγητές της σκεφτικότητας. Μπράβο, καθηγητές της σκεφτικότητας. Άλλη κατηγορία. Και εκεί πάμε σε μια ειδική περίπτωση που εκεί συνδέεται το επάγγελμα με την άσκηση κρατικής εξουσίας, υπό την έννοια της κυριαρχίας. Εκεί απαιτείται ένας ιδιαίτερος σύνδεσμος. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό. Εδώ είναι γενικό ένα κριτήριο που κατά το Σύνταγμα απαγορεύεται. Άλλη περίπτωση. Άλλη περίπτωση που μπορεί να είναι μόνο άνθρωπος. Αφήστε, είναι κεφάλαιο εκτός του. Κατά κάτι θα έπρεπε να εκτιμήσετε καν από την πολιτεία. Μία άλλη περίπτωση είναι οι μεταφραστές. Μεταφραστές ίδιοι ερμηνείς. Μετάφραση εννοείται μόνο προς την μητρική γλώσσα. Επομένως, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτό το κριτήριο για την δυνατότητα άσκησης του επαγγέλματος μόνο από κάποια συγκεκριμένη εθνικότητα. Δεν υπάρχουν αυτές τις περιπτώσεις και συγκεκριμένη θέμα. Ενώ η διάκριση που βάζει την ηλικία ή το φύλλο δεν εντάθηκε. Το φύλλο είναι ένας απαγορευόμενος από το σύνταγμα. Η ηλικία όχι με το ίδιο βαθμό, διότι η ηλικία επιφέρει μια φυσική φθορά. Οπότε για την προστασία του κοινού, των καταναλωτών, είναι αναγκαίο να πεθούν κάποιοι περιορισμοί. Δεν μπορεί ο πιλότος να είναι 80 χρονών. Η ηλικία, σαφώς υπάρχει και η οδηγία που απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω ηλικίας, αλλά επιτρέπονται περιορισμοί. Αναγκαίει μάλλον, επιβάλλονται περιορισμοί λόγω της φυσικής φθοράς του ανθρώπου, του οργανισμού. Αλλά το φύλλο, η εθνικότητα, αυτά είναι κριτήρια που καταρχή να απαγορεύονται από το σύνταγμα. Και είπαμε το θρήσκευμα, ας πούμε. Μία άλλη περίπτωση είναι, που αναγνωρίζει το κοινοτικό δίκιο, γιατί υπάρχει σχετική νομολογία, η άσκηση, η επιφύλαξη της επαγγελματικής δραστηριότητας των μεών, οι μέες, ξέρετε, μόνος οι γυναίκες. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει, αντιμετωπίστηκε μάλλον στο επίπεδο του ενωσιακού δικαίου, ως περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας. Τι σημαίνει αυτό, ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Ότι δεν μπορεί δηλαδή στην Ελλάδα να ασκήσει το επάγγελμα της μέας κάποιος που το ασκεί σε άλλο κράτος μέλος. Και δέθηκε το δικαστήριο ότι, λόγω της ιδιαιτερότητας της φύσης αυτής της επαγγελματικής δραστηριότητας, νοείται η άσκηση της μόνον από γυναίκες. Έτσι λόγω της ιδιαίτερης σχέσης που υπάρχουν, αναπτύσσεται μεταξύ της μητέρας και της μέας. Καταλαβαίνετε τη διαφορά. Εδώ πρόκειται για ένα κριτήριο διάκρισης το οποίο απαγορεύεται από το Σύνταγμα. Και φυσικά και από το Ελουσιακό Δίκιο. Η ηλικία είναι κάτι διαφορετικό. Στην ηλικία επιβάλλονται περιορισμοί. Είναι επιβιβλημένο να τίθεται περιορισμοί με τη συμπλήρωση κάποιου αριού ηλικίας. Η εθνικότητα εντάστησε το παράδειγμα που είπαμε τώρα. Δηλαδή θα υποθήσετε κάποιο λόγο η εθνικότητα να σκύνει θέση εδώ στη Μαύρα Ρεφάστα, σε θέση που προϋποθέτει άσκηση της δημόσιας εξουσίας που μπορεί να εργασθεί εδώ. Όχι, γιατί η εθνικότητα είναι κάτι διαφορετικό. Δηλαδή η εθνικότητα τι σημαίνει, ιδιαίτερο δεσμό μεταξύ του κράτους και του συγκεκριμένου φορέα της δραστηριότητας. Είναι κάποιες δραστηριότητες που πρέπει να είναι αναπόσπαστα δεμένες με τον πυρνά της κρατικής εξουσίας, οπότε σαφώς πρέπει να σκούνται από Έλληνες πολίτες. Αυτό το αναγνωρίζει και το ενωσιακό δίκιο. Δεν μπορεί δηλαδή η αρχηγός της Ελλάς να γίνει ένας αλλοδαπός, κοινοτικός, μιλάμε για ενωσιακό αλλοδαπός. Δεν θα έλεγα το κριτήριο της εθνικότητας, κυρίως θρησκεία και φύλλο, αυτά είναι που δημιουργούν το πρόβλημα. Και τώρα θα μου πείτε γιατί είπαμε για τις μεταφράσεις. Μα γιατί η συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν δικαιολογεί περιορισμό εθνικότητας. Η μετάφραση καταρχήν δεν συνδέεται σε καμία περίπτωση με την κρατική εξουσία, έτσι δεν είναι. Καταρχήν δεν νοείται περιορισμός, όμως δηλαδή δεν δικαιολογεί το περιορισμός λόγω του συνδέσμου της δραστηριότητας με την κρατική εξουσία, αλλά δικαιολογείται από τη φύση της συγκεκριμένης δραστηριότητας που για να ασκηθεί εποφελώς για το χρήστη της υπηρεσίας πρέπει να ασκηθεί από κάποιον που έχει, μάλλον και προσέξτε δεν είναι εδώ θέμα εθνικότητας, είναι μητρική γλώσσα, δηλαδή πρέπει να έχει, μπορεί να έχει οποιαδήποτε εθνικότητα, αλλά πρέπει να έχει ως μητρική γλώσσα αυτή προς την οποία θα κάνει τη μετάφραση. Το καθηγητήκο σκέφτηκε γιατί το αναφέραμε σαν την κατηγορία. Λόγω θρησκεύματος, δηλαδή αποκλείεται από μία επαγγελματική δραστηριότητα, αποκλείονται μάλλον κάποιοι με διαφορετικό θρίσκευμα. Δηλαδή λαμβάνεται... Δεν ξέρω τώρα τι ισχύει, αλλά πάντως με τη νομοθεσία στην οποία το στηρίζω αυτό που σας λέω, έλεγε ότι μόνο χριστιανοί στο θρύσκευμα διορίζονται καθηγητές θεολόγιας. Δεν ξέρω αν έχει αλλάξει, καταλάβετε στην εποχή τη δική μου ας πούμε, δεν μπορούσε να διοριστεί κάποιος άλλος. Αυτό είναι επιτρεπτός, θαυματικά δεν είναι αναπτύχητο, ούτως εάν δεν είναι θαυματικό αυτό, θα καταλαβαίνω ότι χριστιανοί στο θρύσκευμα δεν θα διδάξει κάτι. Κοιτάξτε, αυτό είναι μια συζήτηση ανεξάδλητη, διότι όταν διδάσκουμε... Υποδείχνουμε ότι διδασκόμαστε στα σκεφτικά, το μόντο του κόμμα. Κοιτάξτε, γι' αυτό σας λέω, εγώ το παράδειγμα που χρησιμοποιώ αυτό είναι παλαιό αφορά την εποχή τη δική μου, που σαφώς διδασκόμαστε ανηθική και δογματική και τα λοιπά, δεν είναι δυνατό να το διδάξει αυτό ένας μουσουλμάνος, έτσι. Δηλαδή, υπήρχε αυτός ο περίοδος, σας λέω, δεν ξέρω τι νομοθεσία δεν έχω ασχοληθεί, δεν είναι από τα θέματα που με ενδιαφέρουν, δεν έχω ασχοληθεί δικά, αλλά πάντως είναι μια εξέρεση που, μπορώ να σας πω, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί λόγω της φύσης του μαθήματος. Φυσικά, αν το μάθημα αλλάξει και κάνουμε, δεν ξέρω τι, διδάσκετε στο σχολείο θρησκευολογία ή δεν ξέρω τι άλλο, εχεί είναι, εφόσον έχει αλλάξει εκείνη, φυσικά δεν δικαιολογείται, αλλά όταν αντικείμενο των θρησκευτικών ήταν αποκλειστικά, σας λέω, εμείς κάναμε ηθική, λατρεία και τα λοιπά τρομερές λεπτομέρειες που δεν μπορούσε να τις διδάξει. Δηλαδή, η φύση του μαθήματος, της δραστηριότητας, απαιτούσε τη διδασκαλία από Χριστιανό Ορθόδοξο. Είναι ένα σχολικό παράδειγμα, το οποίο κακώς ισχύει, αλλά τα θρησκευτικά έχουν αυτή τη φύση. Είναι μάλλον ένα σχολικό παράδειγμα για να δικαιολογήσει, να δείξουμε ότι κάποιες δραστηριότητες, ας πούμε, συνάδων επιβάλλουν, αν θέλετε, αυτή τη διαφοροποίηση. Δηλαδή, εμένα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μου φαίνεται η απαγόρευση της άσκησης του επαγγέλματος της μέας από άντρες, παρά αυτό που λέμε τώρα για τον καθηγητή των θρησκευτικών. Αυτό έχει ένα σοβαρό δικαιολογητικό λόγο. Τώρα υπάρχουν άλλες έννομες τάξεις, ιδανικοί ξέρω, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Αλλά ακόμα σας λέω και το ενωσιακό δίκαιο δέχεται αυτό το κριτήριο που είναι κατεξοχήν από τα κριτήρια διάκρισης που απαγορεύονται. Είναι σαφώς η διάκριση λόγου φύλου είναι από αυτές που κατεξοχήν απαγορεύονται. Απλώς η φύση του επαγγέλματος μπορούμε να πούμε ότι το δικαιολογεί. Εκείνο που απαγορεύεται και είναι κάτι πιο σαφές είναι το λεγόμενο κλειστό επάγγελμα. Τι σημαίνει αυτό. Πρόκειται για κάποιες επαγγέλματα που σύμφωνα με την ομοθεσία που τα ρύθμιζε, ήταν προσιτά μόνο στα συνδικαλισμένα μέλη. Δηλαδή σε εκείνους που ήσαν και παρέμεναν μέλη μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης. Το σύστημα αυτό όπως καταλαβαίνετε σκοπό είχε την προστασία της αρμόδιας της συγκεκριμένης συνδικαλιστικής οργάνωσης. Αλλά προφανώς παραδίαζε την ελευθερία της εργασίας και την αρνητική συνδικαλιστική ελευθερία. Και εδώ όλα αυτά όπως καταλαβαίνετε είναι παλιότερες νομοθεσίες. Έχουμε σχετική νομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας αρκετά παλιά που αφορά ας πούμε τους εργατοκαραγωγείς, τους εκδοροσφαγείς, τους φορτοεκφορτοτές. Δηλαδή υπήρχε ας πούμε η δική νομοθεσία καθόλου σε τη Ζάκυνθο ας πούμε που όριζε ότι εργατοκαραγωγείς είναι μόνον όσοι ανήκουν στη συγκεκριμένη συνδικαλιστική οργάνωση. Εκδοροσφαγείς είναι μόνον αυτοί δηλαδή μπορεί να σκίσουν το επάγγελμα, μπορεί δηλαδή ο καταναλωτής να απευθυνθεί μόνος σε αυτούς που είναι στη συγκεκριμένη συνδικαλιστική ένωση. Αυτό όπως καταλαβαίνετε είναι σαφής προσβολή της ελευθερίας της εργασίας. Δηλαδή μονοπολείται η παροχή εργασίας από τα μέλη μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης. Επίσης αντίθετο ασυμβίβαστα με την ελευθερία της εργασίας είναι και τα λεγόμενα κλειστά επαγγέλματα, κατοχυρωμένα επαγγέλματα, που είναι προσιτά μόνο σε κλειστό κύκλο προνομιούχων και στη συνέχεια στους κληρονόμους ή άλλους διαδόχους τους. Τώρα δεν ξέρω αν πλέον και αυτές οι νομοθεσίες καταργούνται. Έχω υπόψη κάτι που ισχύει, που δεν αφορά τη δική μας ένωμη τάξη, αλλά την καλλιλική, ας πούμε, που οι δικηγόροι παραρύ οπάγο και παρασυμβουλίου επικρατίας είναι 100 και δεν μπορούν να προστεθούν νέοι σε αυτούς, αλλά τι γίνεται, μόνο πρέπει να διαδεχθεί κάποιος κάποιον άλλο δικηγόρο. Δηλαδή αυτό είναι η χαρακτηριστική περίπτωση προφεσιών φερμέ λέγεται, κλειστού επαγγέλματος. Αυτό στη δική μας ένωμη τάξη είναι αντισυνταγματικό. Διαφορετικό είναι η υποχρεωτική ένταξη σε μια επαγγελματική ένωση που είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί, μπράβο, την αρμοδιότητα οργάνωσης του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Ποιο είναι αυτό, μόνο οι δικηγοροικοί σύλλογοι, οι ιατρικοί σύλλογοι και τα λοιπά. Εδώ και εδώ είναι υποχρεωτική η ένταξη, αλλά εδώ δεν πρόκειται για συνδικαλιστική ένωση. Αλλά γιατί, για νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οποίο εξυπηρετεί σκοπό δημοσίου συμφέροντος που είναι ποιο, η οργάνωση της άσκησης αυτού του επαγγέλματος. Αυτό θέτει χορηγεία, άδειες, επιβάλλει πειθαρχικές ποινές. Δηλαδή αντί το κράτος, το δημόσιο να ασκεί αυτή τη δραστηριότητα της οργάνωσης του επαγγέλματος, το αναθέτει σε ένα νομικό πρόσωπο. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό. Εδώ είναι αναγκαίως ο έλεγχος για τους συμφέρον του κοινού. Νομίζω, ναι, ότι υπήρχε το νούμερος κλάβους. Δεν ξέρω πώς ακριβώς η τελήφιση. Ακριβώς, ναι. Αυτό, όμως, είναι προφανώς αντίθετο προς την αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας. Νομίζω, όμως, ότι όλες αυτές οι νομοθεσίες δεν ισχύουν πλέον. Τις αναφέρουμε ότι κάποιοι είσχισαν. Ναι. Και υπάρχει και νομολογία, σημαντικά. Είναι διαφορετικό από το καθεστώς των φαρματίων, ας πούμε, και... Κοίταξε, εκεί έχουμε... Ναι, εντελώς διαφορετικό. Στο φαρματίο έχουμε τα πληθυσμιακά κριτήρια. Αχ, δεν θέλω να το δούμε την νομολογία την επόμενη εβδομάδα, γιατί είναι πολύ ενδιαφέρος. Για τα φαρμακία τι έχουμε, ηλικιακά κριτήρια, πληθυσμιακά κριτήρια και απόσταση μεταξύ φαρμακείο. Έτσι. Εκεί είναι κάτι διαφορετικό. Το ίδιο και με τα ταξί και κάτι ανάλογο με τα φαρμακία. Τα ταξί, ναι, τώρα δεν ξέρω ακριβώς τι είναι η νομοθεσία. Νομίζω ότι εκεί απαιτεί τ' άδεια. Δεν ξέρω αν υπάρχει νούμερους κλάσους στα ταξί. Είναι πεπερασμένος ο αριθμός των αδειών στα ταξί. Καλέξτε, όλα αυτά έχουν μια λογική. Ξέρετε, όταν δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος. Έτσι. Ας πούμε, για άδειες στο ταξί. Στα φαρμακία δεν πρόκειται για νούμερους κλάσους. Αλλά άλλο η περίπτωση του νούμερους κλάσους που εκεί είναι κάτι διαφορετικό. Θα πρέπει οπωσδήποτε να διαδεχθείς κάποιον ήδη, κάποιον συμβολογράφο που ήδη έχει συμβολογραφείο. Στο φαρμακείο δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Ο καθένας μπορεί να ανοίξει, ο καθένας. Όσον πληρεί τις προϋποθέσεις, μπορεί να ανοίξει φαρμακείο. Δεν μπορεί να το ανοίξει εκεί που θέλει, έτσι. Αν υπάρχουν πάρα πολλά φαρμακεία στη συγκεκριμένη περίοδο, προφανώς δεν μπορεί να το ανοίξει. Άλλο, είναι κάποιοι όροι περιοριστικοί, δεν είναι πλήρης απαγόρευση. Θα το δούμε, αυτή την ομολογία για τα φαρμακεία θα τη δούμε. Τώρα, και για τα ταξίδι τώρα, αν υπάρχουν εξελίξεις, θα το δούμε και αυτό, γιατί και αυτή η νομοθεσία έχει ενδιαφέρον. Πώς έχει εξελιχθεί δηλαδή. Ωραία, αυτά όσον αφορά την ελευθερία πρόσβασης. Τώρα, η ελευθερία επιλογής βέβαια, μάλλον η ελευθερία επιλογής είναι το σημαντικότερο. Η άλλη πτυχή είναι η ελευθερία άσκησης του επαγγελματος. Δηλαδή, μπορεί να ασκήσει ο ενδιαφερόμενος του επάγγελμα, με τον τρόπο, σε χρόνο και σε χώρο της προτίμησής του. Η ελευθερία άσκησης θα δούμε ότι υπόκειται σε πολύ εκτενέστερους περιορισμούς από την ελευθερία πρόσβασης. Τώρα, μία άλλη πτυχή της επαγγελματικής ελευθερίας είναι η ελευθερία επαγγελματικής εκπαίδευσης και επιμόρφωσης. Τι σημαίνει αυτό. Ότι μπορεί να επιλέξει ο ενδιαφερόμενος το είδος της εκπαίδευσης, το εκπαιδευτήριο. Προσέξτε βέβαια, το άρθρο 16 παράγραφος 2 μας λέει ότι η παιδεία έχει σκοπό την επαγγελματική αγωγή των Ελλήνων. Αυτό τι σημαίνει, ότι ο κράτος οφείλει να διασφαλίσει την επαγγελματική εκπαίδευση, όχι όμως ότι δεν του παρέχει την εξουσία συγκεκριμένου επαγγελματικού προσανατολισμού. Προσανατολισμού δηλαδή προς κάθε κατέχνηση. Ελευθερία τώρα της εργασίας, προσέξτε σημαίνει και αγνητική ελευθερία της εργασίας, δηλαδή η εργασία αποτελεί δικαίωμα και όχι υποχρέωση. Για να το δούμε αυτό. Δηλαδή είναι ηθική, μπορεί να πει κάτι υποχρέωση, αλλά όχι νομική. Άρα δεν οείται ο ποινικός κολασμός της φυγοπονίας. Από την άλλη πλευρά όμως, προσέξτε, δεν απαγορεύεται από το σύνταγμα η εξαίρεση φυγόπωνων προσώπων από ορισμένες κοινωνικές παροχές. Προς απόρους ή η εξάρτηση ας πούμε επιδομάτων, επιδόματος ανεργίας ή δωρεάν επαγγελματικής εκπαίδευσης από την ετοιμότητα του ενδιαφερωμένου να αναλάβει προτεινόμενη εργασία. Δηλαδή δεν μπορεί να παίρνει κάποιος επιδόμα ανεργίας, εάν ταυτόχρονα δεν είναι πρόθυμος να αναλάβει την προτεινόμενη εργασία. Όμως αυτό σε όλους εξωτερικούς δεν θα μπορούσε να γίνει, γιατί ένας άνθρωπος που δεν είναι διαθέσιμος στην προσεργασία, δεν θεωρείται άνελος. Τώρα εντάξει, ναι άμα το προχωρήσετε τόσο πολύ, αλλά θα μπορούσε να... Εκείνος το οποίο καταλήγει είναι ότι ο νόμος μπορεί να προβλέψει την καταβολή του δικαιώματος ανεργίας από την ετοιμότητα του ενδιαφερωμένου να αναλάβει εργασία. Δηλαδή δεν είναι αντισυνταγματική αυτή η σύνδεση. Ή ορισμένες, ας πούμε, κοινωνικές παροχές προσαπόρους, δηλαδή η σύνδεση στο νόμο των παροχών αυτών με την ετοιμότητα του ενδιαφερωμένου, του αποδέκτη, μάλλον, για εργασία, δεν είναι αντισυνταγματική. Δεν είναι αναγκαστική εργασία, δηλαδή αυτό θέλουμε να πούμε. Εννοείται βέβαια ότι απαγορεύεται οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας, αλλά προσέξτε τώρα. Το λέει Ριτάτος, είδαμε ότι απαγορεύεται οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας. Στην απαγόρευση όμως αυτή της αναγκαστικής εργασίας, δεν υπάγεται και η έπεση υποχρέωσης εργασίας για την εκπλήρωση υποχρέωσης χρηματικής απαροχής που στηρίζεται σε νόμο, όπως η υποχρέωση διατροφής τρίτων. Αυτό έχει ενδιαφέρον, γιατί ο κύριος Κουκιάδης δέχεται ότι πρέπει να θεωρηθεί απαγορευόμενη και κάθε μορφή πίεσης που οδηγεί στην εργασία χωρίς τη συνέναιση του ενδιαφερωμένου, ανεξάρτητα από τον επιδιοκόμενο σκοπό. Η υποχρέωση διατροφής τρίτων, ανηλίκων, είναι κατά αναγκαστική εργασία μπορεί να ενταχθεί στην έννοια της αναγκαστικής εργασίας. Δηλαδή είναι μια έμεση υποχρέωση εργασίας για την εκπλήρωση υποχρέωσης χρηματικής απαροχής που στηρίζεται στο νόμο. Ποια είναι η υποχρέωση του νόμου, υποχρέωση διατροφής ανηλίκων, ας πούμε ανηλίκων τέχνων. Έμεσα από ραία υποχρέωση προς εργασία, αυτό δεν εντάσσεται στην αναγκαστική εργασία. Επίσης κάτι άλλο πιο σαφές, στο δημόσιο κύριος αλλά και στον ιδιωτικό τομέα, σε περίπτωση λήψης εκπαιδευτικής άδειας. Τι σημαίνει εκπαιδευτική άδεια, ότι καταβάλλονται οι αποδοχές το χρόνο που δεν παρέχεται αντίστοιχη εργασία. Συνοδεύεται όμως η εκπαιδευτική άδεια από την υποχρέωση του ενδιαφερωμένου να παραμείνει συγκεκριμένο χρόνο στον φορέα που τον απασχολεί μετά την επιστροφή του. Δεν μπορεί δηλαδή να αποχωρήσει νωρίτερα να αλλάξει η εργασία. Εκτός εάν θα τα βάλει το ποσό που έλαβε κατά τη διάρκεια της άδειας. Άρα η ρύθμιση αυτή δεν αποτελεί αναγκαστική εργασία. Το γεγονός δηλαδή ότι υποχρεούμε μετά την εκπαιδευτική μου άδεια να παραμείνω στον φορέα που με απασχολεί δεν αποτελεί κατά αναγκαστική εργασία. Τώρα το ερώτημα είναι εάν η ρύθμιση του άρθρου 946 του κώδικα πολιτικής δικονομίας που λέει ότι αν ο οφηλέτης δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του να επιχειρήσει πράξη που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο και η επιχείρησή της εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του οφηλέτη, το δικαστήριο τον καταδικάζει να εκτελέσει την πράξη και στην περίπτωση που δεν την εκτελέσει τον καταδικάζει αυτοιπαγγέλιτο σε χρηματική ποινή έως 50.000 ευρώ υπέρ του δανειστή και σε προσωπική κράτηση έως ένα έτος. Αυτή η διάταξη είναι σύμφωνη προς την απαγόρευση αναγκαστικής εργασίας. Αν ο οφηλέτης εκπληρώνει την υποχρέωσή του να επιχειρήσει πράξη που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο και η επιχείρηση της πράξης αυτής εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του οφηλέτη, το δικαστήριο τον καταδικάζει να εκτελέσει την πράξη, δηλαδή να παράσχει την εργασία και στην περίπτωση που δεν την εκτελέσει τον καταδικάζει αυτοί επαγγέλτος η χρηματική ποινή έως 50.000 ευρώ και σε προσωπική κράτηση. Και συνεχίζει η διάταξη, αυτή η παραπάνω διάταξη δεν εφαρμόζεται όταν η πράξη συνίσταται στην αποκατάσταση της έγκαρνης συμβίωσης ή εξαρτάται από την ύπαρξη στο πρόσωπο του υποχρέου καλλιτεχνικών ή επιστημονικών ικανοτήτων τις οποίες δεν έχει, οπότε η άδειση δεν οφείλεται σε δυστροπία του. Δηλαδή, αν ο καλλιτέχνης έχει αναλάβει μια παροχή συγκεκριμένη και δεν το κάνει τότε μπορεί να τον καταδικάσει στο δικαστήριο. Δεν μπορεί να τον καταδικάσει σε κάτι για το οποίο δεν έχει την ικανότητα, έτσι. Αυτή η διάταξη δεν είναι συνταγματικά προβληματική, θα μπορούσε να πει κανείς. Τι λέτε? Ίσως μπορούσε όντως να θεωρηθεί ως ανακριτική εργασία, αλλά δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως σημασία της στάθμισης συμφέροντων, δηλαδή αν δεν είναι για λόγους πέτριο δημόσιο συμφέροντος. Εδώ δεν είναι δημόσιο συμφέροντος, δηλαδή είναι σχέσης ιδιωτών. Καταλάβατε, κώδικας πολιτικής οικονομίας. Δηλαδή, εδώ είναι το πρόβλημα, κυρίως. Οτι ουσιαστικά υποχρεώνεσαι να παράσχεις εργασία, έτσι, που δεν επιθυμείς. Ναι, αλλά για να μιλάμε για δανειστή και φιλέτη υπάρχει σύμβαση, οπότε υπήρχε η βούριση για να κατατιστεί. Ε, αλλά δεν πάει να καταλήγει σε ανακριτική εργασία, όμως. Ναι, αλλά έχει να λάβει υποχρέωση. Είναι και η οικονομική δοθαρία στη μέση. Ναι, είναι. Το δικαστήριο, προσέξτε, τον καταδικάζει να εκτελέσει την πράξη και στην περίοδο που δεν την εκτελέσει, τον καταδικάζει ευτεπανγγέλητο. Δηλαδή αυτό, τον καταδικάζει να εκτελέσει την πράξη, ναι. Τον δίνει όμως την δυνατότητα να εκτιλέξει ουσιαστικά, να πληρώσει το πρόσωπο. Πέντε χιλιάδες ευρώ. Ναι, ναι, είναι μια ομοθέκηση. Ε, θέλω να σας πω, είναι μια πηγή προβληματισμού, εν πάση πετός, αυτή η διάταξη, έτσι. Δεν ξέρω αν σας φαίνεται, σας τόσο προφανεί. Δεν προβληματιστείτε. Εσείς, για άλλη συνάδελφη. Να πω. Ναι. Ορίστε. Δηλαδή, κανένας Ιωάννη, αφού έχουμε παραχή και αντιπαραχή, ήταν χρόνο να καταβάλλει την αντιπαραχή μας. Με ζούσε και εσείς που έργασε ένα χρόνο. Εμένα μου φαίνεται αυτό το αντισταθματικό. Μου φαίνεται και το ότι η αποζημίωση είναι 50.000 ευρώ. Είναι σαν να λέει ότι αν δεν έχεις τα χρήματα θα μεσπίσεις. Ναι. Είναι σαν άλλο. Ναι. Ναι, όντως. Οπότε, εσείς ίσως έχετε προσέγγιση στην οικολογική, ας πούμε, αλλά όταν το βλέπει κανείς... Οικολογικής, δεν ήταν. Ναι, ναι, ασφαλώς και σωστά, αλλά όταν το βλέπει κανείς υπό το πρίσμα του δημοσίου λικαίου, δημοσίου συμφέροντος, προστασίας του πολίτη και τα λοιπά, τέτοιες διατάξεις... Εννοείται σε πρώτα και τελικά με το ίσως της ποινής που θα επιβήφθει, δηλαδή όταν το ίσως της ποινήθηκε και ήταν κοντά... 50.000. Α, ναι, σωστά. Δεν είναι η ποινωσία. Αν ήταν κοντά το ίσως με βάση στην αξία της παροχή, δεν θα θυμνούσαν ποτέ για αυτές τις δραματικές πραγματικές αλληλογικότητες. Θα ήταν ουσιαστικός τρόπος που θα τα βάλει την παροχή που θα τα πέβαλε. Είναι λίγο, είναι. Αν σκεφτεί κανείς όλες τις καταστάσεις τις οποίες μπορεί να ανακύψει η φαρμογή αυτής της διάταξης, είναι λίγο προβληματικό. Έχει συμβολωθεί. Φαντάζομαι, ναι. Είναι παλιά διάταξη και μάλιστα τροποποιήθηκε με το 2011. Και σας λέω, προβλήματα αυτήν την εξέστη δεν εφαρμόζεται όταν η πράξη συνίσταται στην αποκατάσταση της έγκαμης συμβίωσης. Δηλαδή όλα τα άλλα επιβάλλονται. Προφανώς δεν μπορεί να υποχρεώσει αυτό, αλλά το άλλο είναι προσβολή της προσωπικότητας, έτσι δεν είναι η αποκατάσταση της έγκαμης συμβίωσης αν επιβαλόταν θα ήταν προσβολή προσωπικότητας. Αλλά θεωρώ ότι είναι μια διάταξη, έτσι, λίγο συνταγματικά τουλάχιστον, ανθίβων. Άρα το δικαστήθμι την έπρεπε να εφαρμόσει. Ναι. Δεν είναι διάταξη συνταγματικότητας, θεωρώ ότι συνταγματική. Παρελπτόνται, κυρία. Αναγκαστικά ο έλεγχος στους συνταγματικούς εδώ σε μας είναι διάρκειτος και πανεμπίκτον, ναι. Δεν έχω διαπόφαση να πει ότι είναι αντισυνταγματική, αλλά η θεωρία δεν πρέπει να προβληματίζεται. Το, δηλαδή, νομολογία των πολιτικών δικαστηριοδέτην έκρινα αντισυνταγματική δεν σημαίνει τίποτα. Ο Άριος Πάγος, όπως ξέρετε, είναι πιο συντηρητικός σε τέτοια θέματα. Λοιπόν, πάμε τώρα στους φορείς πολύ ετσιγιαστικά. Όλα τα φυσικά πρόσωπα είναι υποκείμενα του δικαιώματος εργασίας. Τώρα, για λόγους, προσέξτε εδώ. Προστασίας των ιδιωτών, ο νόμος, ή και των τρίτων, μπορεί να προβλέπει για ένα επάγγελμα ανώτατο ή κατώτατο όριο ηλικίας. Έτσι είναι αυτό που λέμε. Δηλαδή, μπορεί ο νόμος, αλλά μόνο ο νόμος, να προβλέπει ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν μπορούν να το ασκήσουν πριν από μια ορισμένη ηλικία. Και δεν μπορούν να το ασκούν όταν υπερβολιά η ηλικία. Μάλιστα, η πρώτη περίπτωση συνδέεται με την προστασία της παιδικής ηλικίας, την υποχρέωση σχολικής φίτησης, την απαγόρευση εργασίας ανηλίκων. Έτσι. Επίσης, λόγω, ας πούμε, της επικίνδυνότητας ορισμένης εργασίας ή του ισδυσχέρειας, ο νόμος μπορεί να προβλέπει η δική ανώτερη ελάχιστη ηλικία. Τώρα, επίσης, σε σχέση με ορισμένο επάγγελμα, όχι όμως γενικά, είναι δυνατόν, ειδικά στο πλαίσιο εξερτημένης, όχι ειδικά, μόνο στο πλαίσιο εξερτημένης εργασίας, είτε στο δημόσιο, είτε στον ιδιωτικό τομέα, να προβλέπονται κατώτατα όρια εισόδου και όρια ανώτατα όρια εξόδου από το επάγγελμα. Αυτά συνδέονται με τι, με την ευρύθμη λειτουργία της υπηρεσίας, έτσι. Δηλαδή, κάποια όρια συνταξιοδότησης. Αυτά συνδέονται με τι, με την ευρύθμη λειτουργία του συνταξιοδοτικού συστήματος, με την ευρύθμη λειτουργία της υπηρεσίας. Αυτά τέτοιου είδους όρια, τα οποία όμως συνδέονται με συγκεκριμένη δραστηριότητα, είναι συνταγματικά. Εκείνο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, δεν θα ήταν να τεθεί ένα γενική συσχείος όριο ηλικίας ως χρόνος πάυσης ή απαγόρευσης έναρξης οποιασδήποτε εργασίας. Δηλαδή, αυτά τα όρια πρέπει να εξετάζονται σε συνδυασμό με τις ανάγκες κάθε δραστηριότητας. Τώρα, όσον αφορά το όριο ηλικιές των ανεξάρτητων επαγγελματιών, αυτό που ασκούν ελεύθερα επαγγέλματα, το οποίο συνάδει προς το Σύνταγμα μόνο όταν είναι αναγκαίο για την προστασία της ζωής ή της υγείας του κοινού. Ιδίως στην περίπτωση που δεν μπορεί να ελέγξει την κατάσταση αυτού που το ασκεί, όπως στην περίπτωση του χειριστή αεροσκάφους. Άρα εκεί, για την προστασία του κοινού, είναι αναγκαία η πρόβλεψη και επομένως συνταγματική η πρόβλεψη ορίου. Εάν το κοινό, εδώ όμως χρειάζεται ακριβώς προσοχή, εάν το κοινό δείχνει εμπιστοσύνη στον ελεύθερο επαγγελματία και χρησιμοποιεί το ίδιο τις υπηρεσίες του με δική του επιλογή, δεν μπορεί ο νόμος να το προστατεύει περισσότερο από ό,τι κρίνει ο ίδιος. Το πρόβλημα εδώ δημιουργείται σε ποια επαγγέλματα, φαρμακοποιή, εκτελονιστές, εργολύπτες. Τα όρια ηλικίας είναι συνταγματικώς προβληματικά γιατί διότι το κοινό μπορεί να επιλέξει, δεν είναι πόσο θα προστατευτεί, είναι θέμα εμπιστοσύνης του χρήστη της υπηρεσίας. Οπότε εκεί η πρόβλεψη συνταγματικών ορίων ηλικίας είναι συνταγματικά προβληματική. Σε άλλες όμως περιπτώσεις τα όρια αυτά είναι αναγκαία για την προστασία του κοινού, το οποίο δεν μπορεί να ελέγξει τη φυσική κατάσταση του ασχούντος την επαγγελματική δραστηριότητα. Εκεί δεν υπάρχει φυσικά συνταγματικό πρόβλημα. Κλασική περίπτωση, οι χειριστές αεροσκάθους. Εκεί δηλαδή θα πούμε και το ενωσιακό δίκιο είναι πολύ ευέλιπτο δεδομένου ότι συνδέεται το όριο ηλικίας με την προστασία του κοινού. Στη Γερμανία που πέθηκε το θέμα, έχουμε απόφαση του Δικαστηρίου της Ένωσης το 55ο έτος της ηλικίας. Δεν ξέρω το ελληνικό. Δεν νομίζω το σωμό. Πιθανόσαστε υπάρχει περίπτωση εδώ, είναι συνταγματικά επιβαλλόμενος ο περιορισμός η θέση ενός ορίου ηλικίας. Τώρα σε άλλο όμως επαγγέλμα. Θα ρωτήσω κάτι. Αν κάποιος συμπληρώστηκε όλη ηλικία για τη συνταξιοδότηση και έστειλε όλα τα απαραίτητα προσώματα που λέει ο νόμος, είναι υποχρεωμένη για τη συνταξία. Δηλαδή μπορεί. Δεν έχει άδεια πλέον. Είναι ασκή παράνομα δραστηριότητα που απαγορεύεται να ασκεί. Λοιπόν τώρα φορέας της επαγγελματικής δραστηριότητας, όπως την εξετάζουμε, είναι βέβαια φυσικό πρόσωπο κύριος, όμως αναγνωρίζεται ως φορέας και νομικό πρόσωπο, διότι η άσκηση ορισμένων δραστηριοτήτων προϋποθέτει οργάνωση, ας πούμε κλινική, εργοστάσιο, εταιρεία κλπ. Δηλαδή η ελευθερία της εργασίας, υπό την έννοια που εξετάζουμε εδώ, αφορά τον ελεύθερο καθορισμό του νομικού προσώπου. Και ερχόμαστε τώρα στο πιο ενδιαφέρον θέμα, εάν φορέας του δικαιώματος εργασίας, της ελευθερίας εργασίας, είναι η μεδαπή. Από τη διατύπωση τι συνάγεται. Όχι. Δεν λέει δηλαδή μόνον Έλληνες πολίτες, αλλά λέει, κάνει γενικά λόγο για δικαίωμα εργασίας. Επομένως η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το κράτος. Δεν περιορίζεται λοιπόν η ελευθερία της εργασίας στους χειμεδαπούς. Εξαίρεση αποτελούν οι δημόσια λειτουργίες, κατά τις οποίες μόνον Έλληνες πολίτες γίνονται δεκτοί, αν και οι δικοί νόμοι μπορούν να εισάγουν εξαιρέσεις. Θα το δούμε αυτό αναλυτικό, ήταν να σας πω και την βασική απόφαση του Δικαστήριου της Ένωσης που μας αφορά. Οι αλοδαποί όμως δεν έχουν αξίωση εισόδου στην Ελλάδα και οι είσοδος και η παραμονή τους εξαρτάται από τη χορήγηση ειδικής άδειας. Άρα δεν υπάρχει υποχρέωση επίσης άδειας εργασίας. Υπάρχει διακριτική ευχέρεια και εξαρτάται και από τον όρο της αμοιβεότητας. Και μάλιστα ο νόμος περιέχει πλήρη απαγόρευση άσκησης ας πούμε από αλοδαπούς των ελευθερίων επαγγελμάτων, ας πούμε ιατρικών επαγγελμάτων. Εξαιρέσεις μπορούν να προβληθούν υπό τον όρο της αμοιβεότητας, αλλά δεν υπάρχει ενιαίο καθεστώς με την έννοια ότι αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα δημερών συμβάνσεων με συγκεκριμένο κράτος. Καταρχήν όμως μπορεί να τους επιτραπεί οικονομική δραστηριότητα. Όλα αυτά είναι τι? Συνάρτηση, αποτέλεσμα άδειας, η οποία χορηγείται βάση διακριτικής ευχέρειας. Και υπό τον όρο της αμοιβεότητας. Τώρα τι γίνεται με τους κοινοτικούς αλοδαπούς, τους ενωσιακούς αλοδαπούς. Εδώ βέβαια τα θέματα αριθμίζονται από το πρωτογενές πλέον ενωσιακό δίκιο, δηλαδή έχουμε την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, την ελευθερία εγκατάστασης, άρα δεν υπάρχει πρόβλημα. Το μόνο όριο είναι οι δημόσια λειτουργίες. Το μεν σύνταγμα το δικό μας το άφρο 4 παράγραφος 4 μας λέει ότι μόνο ελληνες πολίτες είναι δεκτοί στις δημόσια λειτουργίες και αντίστοιχοι μιλά για δημόσια λειτουργίες, το οποίο είναι ζήτημα ερμηνείας. Αντίστοιχη διάταξη για δημόσια διοίκηση όμως περιέχει το άφρο 39 της Συντήκης για τη Λειτουργία της Ένωσης. Κι όχι μόνο το άφρο 39, αλλά γενικά υπήρχαν πάντα τέτοιες διατάξεις παλαιότερα και φυσικά και παλαιότερα. Το θέμα όμως είναι πώς θα ερμηνευθεί αυτή η εξαίρεση. Διαστατικά όπως την έχει το Σύνταγμα και την είχε ερμηνεύσει μάλλον η ελληνική νομοθεσία ή βάσει των κριτηρίων που τάσει το ενωσιακό δίκιο. Εδώ έχουμε μία απόφαση. Το θέμα για την ελληνική ενώμη τάξη ρυθμίστηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 2ης Συουλίου του 1996 σε παύλα 290-94 Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας. Δεν χρειάζεται αυτό. Το σε παύλα 290-94 κάθε 290-94 αρκεί για να την βρείτε στο Eurolex. Ξέρετε να δένετε στο Eurolex. Ναι ή όχι. Ναι. Ωραία. Άρα μπορείτε να την βρείτε εύκολα. Δηλαδή γνωρίζοντας τον αριθμό πρωτοκόλου έτσι μπορείτε να την βρείτε. Λοιπόν αυτή η απόφαση είναι πάρα πολύ σημαντική διότι καταδικάστηκε η Ελλάδα επειδή στο σύνολο του δημόσιο τομέα προέβλεπε κάλυψη από... επέβαλε μάλλον ως προϋπόθεση ηθαγένειας σε όλες τις δημόσεις δημοτικές επιχειρήσεις, εταιρίες κτλ. ελτάωτε ως εθνική λιρική σκηνή κτλ. έθεται ως προϋπόθεση, δηλαδή του δημόσιο τομέα θα μπορούσαμε να πούμε, έθεται ως προϋπόθεση πρόσλεψη στην ηθαγένεια. Και εδώ έχουμε μία μαγνηπόθεση αφορού σε μουσικό της εθνικής λιρικής σκηνής και εδώ είπε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσιος ότι προφανώς ορισμένες θέσεις συνδέονται, προσέξτε, ορισμένες θέσεις σημαίνουν συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας. Προσέξτε, εδώ έχει όμως δημόσιας εξουσίας όπως το χρησιμοποιούμε στο ελληνικό δικητικό δίκαιο, δηλαδή υπονομερίσει την βουλή υποκρεώσεων, δηλαδή δυνατότητα έκδοσης δικητικών πράξεων, αλλά αφορά αυτό θέσεις και καθήκοντα που έχουν ως αντικείμενο, προσέξτε, τη διασφάλιση των γενικών συμφερόντων του κράτους ή άλλων δημόσων οργανισμών και επομένως προϋποθέτουν ειδική σχέση αλληλεγγύης των κατώφων προς το κράτος και ανηβιώται δικαιωμάτων και καθηκόντων που είναι το θεμέλαιο του θεσμού της ηθαγένειας. Δηλαδή όταν προέρχεται για τον αρχηγό της Ελλάς, τον Πρύτανη και τα λοιπά, εκεί βεβαίως απαιτείται ηθαγένεια. Θα ρωτήσω λιγάκι, υπάρχει νομικά πρόσωπο που αναλύνει στα δημόσια τομέα τα οποία να μην έχουν δημόσια λειτουργία. Δημόσια εξουσία. Και και εξουσία. Άλλα λειτουργία, άλλα εξουσία. Το Σύνταγμα πρέπει να ερμηνευθεί σύμφωνα κατά τρόπο σύμφωνα προς τελειωσιακό δίκαιο. Αλλά τι σημαίνει δημόσια λειτουργία, πώς ερμηνευθεί η έννοια αυτή από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι δημόσια διοίκηση. Όχι δημόσια διοίκηση. Τι σημαίνει όμως δημόσια διοίκηση. Και αν εξερούνται από όλο το δημόσιο τομέα, θα δείτε ότι παραβιάζεται προδήλως η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Μόνο στις περιπτώσεις, είπαμε, που συνδέονται, που συμβαίνεται η θέση με τη διασφάλιση των γενικών συμφέροντων, του κράτους, οπότε απαιτείται μια ιδιαίτερη σχέση αλληλεγγύης. Και υπάρχει λόγος να μην είναι ο μουσικός εθνικής λειρικής σκηνής, που είναι ο νομικός πρόσωπος του Δημοσιοδικαίου, Γάλλος ή Βέλγουση, ή ο καθηγητής δημόσιας εκπαίδευσης ή ο καθηγητής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Όχι ο Πρίτανς βέβαια, διότι εδώ είναι κάτι διαφορετικό. Έχει δικές εξουσίες. Όχι όμως δημόσια εξουσία με την έννοια της έκλωσης εκτελεστών πράξεων, διότι όλα τα δική τα όραμα εκδίδουν εκτελεστές πράξεις. Οπότε, κατόπιν αυτού, βέβαια, άλλαξε η νομοθεσία και καταργήθηκε η ηθαγένεια ως προϋκόθηση. Λοιπόν, προσέξτε, η ελληνική δημοκρατία λοιπόν ήταν υποχρεωμένη για να εφαρμόσει πλήρως τις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίες των εργαζομένων και της ίσης μεταχείρισης να ανοίξει όλους αυτούς τους τομίους τους υπικούς άλλων κρατών μελών. Η ηθαγένεια περιορίζεται μόνο στις θέσεις εργασίας που συνεπάγονται άμεση ή έμεση συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και στα καθήκοντα που έχουν ως αντικείμενο την εξασφάλιση των γενικών συμφέροντων του κράτους. Άρα πολύ διαστατική ερμηνεία. Σε καμία περίπτωση εργαζόμενη στη ΔΕΚΟ κτλ. Οπότε το νομοθετικό πλαίσιο κατόπιν αυτού άλλαξε, οπότε έγραψε η ηθαγένεια να είναι δηλαδή καταδίκη της Ελλάδος και συμόρφωσή της. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον. Αυτά όσον αφορά και την οδηγικού σαλόδα που τώρα όλα τα άλλα θέματα αναγνώριση πτυχίων και τα λοιπά έχουν ρυθμιστεί με το παράγγωγο ενωσιακό δίκιο. Πάμε τώρα στους περιορισμούς της ελευθερίας της εργασίας. Προσέξτε, ελευθερία επαγγελματικής δραστηριότητας. Είπαμε μάλιστα ότι δεν προστατεύονται μόνο τα γνωστά και καθιερωμένα επαγγέλματα, αλλά ότι μπορεί να διαμορφώσει κανείς την επαγγελματική του δραστηριότητα όπως επιθυμεί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ελευθερία της αδικοπραξίας ή της παράνομης δραστηριότητας. Η παράνομη δραστηριότητα δεν απολάβει επαγγελματικής ελευθερίας, δηλαδή απαγορεύεται η εργασία που έχει ως αντικείμενο πράξεις που απαγορεύουν γενικοί νόμοι όπως σωματεμπορία, μαστροπλή, τοκογλυφία κλπ. Άρα εργασία είναι εκείνη που δεν αντίκεται στους γενικούς νόμους που προστατεύουν τους εργαζομένους, εργατικό δίκιο, τους περιοίκους, τους καταναλωτές και το κοινό. Άρα η επαγγελματική δραστηριότητα είναι μη απαγορευόμενη δραστηριότητα, όπως επίσης η ελευθερία της εργασίας δεν απαλλάσει από τις γενικές επιταγές και απαγορεύσεις, δηλαδή κατά των διατάξων που προστατεύουν και ρυθμίζουν, την δημόσια υγεία, την ασφάλεια, την τάξη, την πολυοδομία, το περιβάλλον και τα λοιπά, δεν μπορεί να αντιτάξει κανείς το δικαίωμα εργασίας, δηλαδή το αυθαίρετο οικοδόμημα δεν νομιμοποιείται ως στέγη εργασίας, ούτε η ρύπανση του περιβάλλοντος νομιμοποιείται διότι προέρχεται από εργοστάσιο που παρέχει εργασία σε μεγάλο αριθμό προσώπων, δηλαδή με ποιος εργατικής στέγης θα μπορούσε να πει κανείς. Δεν μπορεί να αντιταχθεί δηλαδή στην απαγόρευση η ελευθερία της εργασίας. Ενδιαφέρον επίσης, τι πρέπει να πούμε εδώ, για τις διατάξεις που ρυθμίζουν διάφορα ασυμβίβαστα. Έχετε υπόψη, μπορεί να σκεφτείτε κάτι? Το βουλευτικό ασυμβίβαστα, κάτι άλλο που δεν προβλέπετε στο Σύνταγμα. Ας πούμε, ας πούμε το δικό μας το νόμο των 4.009 του 2011 προβλέπει ότι τα μέληδε που αναλαμβάνουν είτε κάποιο πολιτικό αξίωμα είτε θέση σε διεθνή οργανισμό τελούν σε αναστολή. Αυτό της μενιμήν είναι ένα ασυμβίβαστο. Εδώ μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας. Όχι, βέβαια, διότι ο σκοπός ποιος είναι εδώ η προστασία της προσύγουσας άσκησης του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Επίσης, η αποτροπή υπερβολικής συγκέντρωσης οικονομικής ή πολιτικής εξουσίας σε ένα πρόσωπο. Η αποτροπή διευκόλυνσης της διαφθοράς. Καλά, τα συνταγματικά συμβίβαστα τα συζητάμε, αλλά και τα νομοθετικά συμβίβαστα δεν είναι αντίθετα προς το σύνταγμα υπό την προϋπόθεση ότι συνάδουν προς την αρχή της αναλογικότητας. Ξέρετε, έχουμε πιο απλές περιπτώσεις, απαγόρευσης επανεπιστημιακούς γιατρούς να παρέχουν υπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό είναι ένας περιορισμός ο οποίος είναι συνταγματικά προβληματικός. Ασυμβίβαστο δεν μπορεί να πει και να τα δείχνουμε με ενεργετική έννοια. Συμβίβαστο δεν μπορεί να πει και να τα δείχνουμε με ενεργετική έννοια. Όχι, βέβαια, πώς θα σκίσετε αυτό το επάγγελο αν δεν έχει ψήφιση. Δεν μπορώ να σκίσω το επάγγελο, είναι ασυμβίβαστο ως προσεμένη. Όχι, όχι, όχι, ασυμβίβαστο. Έχει στετικές περιποθέσεις, αρνητικά ως προσεμένη ασυμβίβαστο. Δεν το λέω με την έννοια αυτή. Ασυμβίβαστο είναι αυτό που αγορεύει τη σώρευση δύο επαγγελματικών δραστηριοτήτων στον ίδιο φορέα. Καταλάβατε με αυτή την έννοια. Τώρα, δεν μπορείτε να σκίσετε εσείς το επάγγελμα του ιατού. Επάγγελμα σε περιορισμό. Αλλά πιβεβλημένος περιορισμός. Πιβεβλημένο, ναι. Γιατί η άσκηση του συγκεκριμένου επαγγελματος υπόκειται σε ορισμένες υποκειμενικές προϋποθέσεις εδώ, που είναι η γνώση. Όπως θα δούμε αυτός είναι απόλυτο συνταγματικός περιορισμός. Σύμφωνα με τη θεωρία των βαθμίδων, τη γερμανική κτλ. Έτσι δεν είναι. Αυτό είναι για την προστασία της δημόσιας υγείας. Λοιπόν και ο περιορισμός για τα μέλη δεν επίσης είναι συνταγματικός. Κοιτάξτε, ο περιορισμός το να είναι κάποιος, προσέξτε, μέλος δε, και ταυτόχρονα να είναι, τι να σας πω, να έχει μια θέση σε ένα δικαστήριο της Ένωσης. Και αυτό, κοιτάξτε, δημιουργεί πρόβλημα στην ορθή διεκπερέωση των υποχρεώσεων, έτσι, και στις δύο περιπτώσεις. Οπότε το ασυμβίβαστο εξυπηρετεί αυτό. Αλλά εδώ πρέπει ακριβώς να δούμε ένα συνάδελ προς την αλήθεια της αναλογικότητας. Μήπως η επιβάρυνση της δεύτερης επαγγελματικής δαστηριότητας δεν είναι τόσο σημαντική. Άρα μπορεί να ασκεί και τα δύο. Καταλάβατε. Άρα θα πρέπει να συζητάσουν... Ναι, αυτό. Πρέπει να πληρήσει την αλήθεια της αναλογικότητας. Δηλαδή, το μέλος δε. Ο διορίστης γενικός γραμματέας υπουργείου μπορεί να παραμείνει μέλος δε. Να παραμείνει ενώ βρίσκεται σε αναστολή. Καλώς κάποιες. Δεν θα είχε το χρόνο να ασκολουθεί. Άρα κρίνεται κατά περίπτωση αυτό. Εάν όμως ορίζεται σύμβουλος του γενικού γραμματέα εκεί, πρέπει να υπάρχει ασυμπίδαστο. Δηλαδή, υπάρχει υποχρεωσία αναστολής. Ή σύμβουλος του δημάρχου, ας πούμε. Πρέπει να προκλέβεται αναστολή. Δηλαδή, προφανώς όχι, διότι εδώ θα είχαμε παραβήες της αλήθειας αναλογικότητας. Αυτά κενόνται κατά περίπτωση. Ο σκοπός ποιος είναι. Είπαμε, η αποφυγή της διαφοράς, η αποφυγή συγκέντρωσης υπερβολικών εξουσιών, η προσήγουσα άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων και στις δύο περιπτώσεις και τα λοιπά. Οπότε, γι' αυτό λέω, κρίνεται κατά περίπτωση. Τώρα, ερχόμαστε στο άλλο, βέβαια. Στον άλλο περιορισμό, που είναι η προηγούμενη άδεια. Αυτό θέλει ιδιαίτερη φυσικά ανάλυση. Οι περιορισμοί, όταν που προβλέπει ο νόμος, είναι συνταγματικοί, όταν είναι αναγκαίοι για τι πράγμα. Πρόσφοροι και αναγκαίοι για την προστασία του κενού, φυσικά. Για την προστασία επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος. Τώρα, προσέξτε, θα τα δούμε αυτά αναλυτικά την επόμενη εβδομάδα. Ας πω όμως το εξής. Υπάρχουν δύο νόμοι, ο 38-48 του 2010, και ο 39-19 του 2011, οι οποίοι διευκολύνουν την πρόσβαση σε ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες και ορίζουν τι υποβάλλει, βέβαια, τα δικαιολογητικά, έτσι, που πιστοποιούν ότι έχει κάποιος πληρή της προϋποθέσης. Αν όμως η διοίκηση δεν απαντήσει εντός, δεν έχω αντιπορθεσμία ενός μηνός, νομίζω είναι, εάν δεν απαντήσει, θεωρείται, τεκμέρεται σιωπηρή διοικητική πράξη, που σημαίνει τι, ότι ασκείται κανονικά η δραστηριότητα. Και αν ακύπτει εδώ το ερώτημα, δημιουργείται πρόβληπο στην αντίθετη, φυσικά, κατεύθυνση. Δηλαδή, όταν κάποιες δραστηριότητες δεν έχουν κίνδυνους. Η έλλειψη ελέγχου από τη διοίκηση δημιουργεί πρόβλημα. Καταλαβαίνετε το ζήτημα, έτσι. Είναι για την πρόσβαση σε ορισμένες υπηρεσίες και κάποιες άλλες δραστηριότητες. Αυτά οι πλακισμίες προς τη διοίκηση δεν είναι ενδεικτικές. Ε, είναι ενδεικτικές. Κοιτάξτε, είναι ενδεικτικές φυσικά, αλλά κατά κανόνα, μάλλον ο κανόνας είναι ότι η σιωπή της διοίκηση ως ισοδυναμή με τι? Να άρμησε. Απόρρηψη, ουσιαστικά. Όταν, όμως, εδώ ισοδυναμή με θετική πράξη, που σημαίνει ότι υπέβαλες τα δικαιολογητικά, δεν γίνεται κανένας έλεγχος, σιωπά η διοίκηση και κατόπινα της παρόδου της προθεσμίας, που δεν είναι εδώ, φυσικά, δεν μπορεί να είναι ενδεικτική, έτσι, η προθεσμία εδώ είναι συγκεκριμένη, παράγει αποτελή, πάρα ο δόστος συνεπάγεται την στοικιωθέτηση θετικής πράξης, χωρίς να γίνει κάποιος έλεγχος και ασκεί ο ενδιαφερόμενος την δραστηριότητα, η οποία επηρεάζει τους καταναλωτές, τους χρήστες των υπηρεσιών του, χωρίς να έχει εξακριβωθεί αν πλήρει τις προϋποθέσεις, είναι λίγο επικίνδυνο. Η σιωπή της διοίκηση είναι άρνηση, τελειώντας άρνηση. Ε, αυτό δεν είναι ο κανόνας. Α, μόνο αν συνδρέχουν προϋποθέσεις της παράγειοσης οφειλό με τις νότμιμες ενέργειες. Δηλαδή, συνήθως η σιωπή της διοίκησης τι είναι, κύριε συνάδελφε, λέμε ισοδυνάμι με άρνηση, αλλά της πράγμας τι σημαίνει όταν η διοίκηση σιωπά, ότι το έτοιμά σας σε κρεμεί, ότι δεν έχετε απάντηση. Ουσιαστικά δηλαδή είναι κάτι σαν άρνηση, τυπικά δεν είναι άρνηση η οποία είναι. Τυπικά είναι άρνηση, δηλαδή, τυπικά τη σημαντικότητα να προσβηθεί μέχρι τη σακηρόσταση, πόσο συνδρέχουν οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις στους άνθρωποι. Ή εάν έχουμε αισιωπηρή απόρριψη από την προφανώς προσφύγιση, εκεί ο νόμος το λέει ειρικά. Έχετε κάνει την οικονομία. Αυτές οι δύο περιπτώσεις. Διαφορετικά, εάν δεν απαντάει η διοίκηση, λέγω ότι είναι αισιωπηρή. Θα δείτε τώρα, δεν υπάρχουν αντιπρόμενες απόψεις. Ο κύριος Πιλοτόπλος λέει ότι είναι αισιωπηρή πράξη αλλά δεν είναι εκτελεστή. Η ορθή για μένα είναι ότι η διοίκηση το έτοιμά μου εκκρεμεί. Άρα η διοίκηση δεν έχει αποφασίσει. Αυτή δεν είναι εκτελεστή φυσικά, όχι. Ο κύριος Πιλοτόπλος. Απλώς λέει ότι εδώ έχω αισιωπηρή άρνηση. Δεν είναι εκτελεστή η πράξη. Αλλά εν της πράγμας τι συμβαίνει δεν έχει απαντήσει η διοίκηση το έτοιμά μου εκκρεμεί. Εφόσον η προθεσμία είναι δικτική για τη διοίκηση σημαίνει ότι μπορεί να απαντήσει αργότερα. Αλλά εμένα με ενδιαφέρει να χαρακτηριστεί άρνηση όσο εκτελεστή πράξη γιατί για να μπορώ να την προσβάλλω. Όσο δεν χαρακτηρίζεται δεν έχω κανένα όνθιλος. Δεν έχω καμία προστασία δηλαδή επαφίεμαι ας πούμε στην βούληση της διοίκησης. Το μόνο που ευτυχώς έχω είναι ότι ο κώδικας διοικητικής διαδικασίας τάφρα τρία και τέσσερα προβλέπει την υποχρέωση της διοίκησης να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις σε πενήντα μέρες. Αλλά το αποτέλεσμα αυτό που ποιο είναι όταν δημιουργείται παράλληλα οφειλόμενες νόημες ενέργειες αλλά μπορώ να ζητήσω αποζημίωση ας πούμε λόγω καθυστέρησης στην διεκπερέωση της υπόθεσής μου.