: Καλησπέρα. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Παρακαλώ πολύ να έρχεστε σιγά σιγά να καθίστε για να αρχίσουμε. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Καλησπέρα. Υπόσχεσαι, κύριε Ρομάνης, ευχαριστούμε που ήρθατε στον κανάλι μας. Υπόσχεσαι, κύριε Ρομάνης. Κυρίες και κύριοι, καλημέρα σας. Καλώς ήλθατε στην τρίτη διάλεξη του δεύτερου μήτου της Αριάδνης. Ομιλήτριες η κυρία Λιάννα Σταρίδα, αρχαιολόγος συγγραφέας και η κυρία Μάρα Παναγιωτάκη, ιστορικός με μάστερ τουρκολογίας. Το θέμα της ομιλίας, Κάστρο, Κάντια, Καντίγε, Ηράκλειο. Τα μιλήμια. Τις ομιλήτριες θα προλογήσει ο κύριος Μιχάλης Ρωμάνος, καθηγητής της πολεοδομίας και της οικονομικής ανάπτυξης του Ohio, των Ηνωμένων Πολιτεών Αμερικείς. Καλώς ορίζουμε τον κύριο αντιδίμαρχο του ρυβρισμού. Το γύριο Φιλιτζάνι, το νίκο του καθηγητή Πανεπιστημίου Κρήτης. Θα προσκαλέσω τον κύριο Ρωμάνος στο βήμα. Καλημέρα, χρόνια πολλά. Η κοινή γνώμη λέει πως το Ηράκλειο είναι η πόλη του εμπορίου και της ευκαιρίας. Μια πόλη όπου ζεις για να κάνεις λεφτά. Άλλες πόλεις της Κρήτης, όπως το Ρέθυνο και η Σιτία, είχαν στο παρελθόν μεγαλύτερη φήμη όσον αφορά τα πολιτιστικά και την κουλτούρα. Όσοι από μας ασχολούνται με την οικονομική ανάπτυξη, γνωρίζουν πως στις πόλεις που υπάρχει οικονομική ευμάρια, όπου η επιτυχημένη γεωργία, το εμπόριο, η βιομηχανία φέρνουν παραγωγή, πλούτο και οικονομική άνεση, εκεί δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις και οι πολλές ευκαιρίες για πολιτιστικές δραστηριότητες. Εκεί έλκονται οι άνθρωποι των γραμμάτων, αυτοί που προβάλλουν νέες ιδέες και αυτοί που έχουν το μεράκι της δημιουργίας. Δεν είναι λοιπόν σύμπτωση που στη Μεγάλη Κάντια μαθήτευσε ο Θεοτοκόπουλος, έγραψε πίεση ο Κορνάρος, ζωγράφησε ο Δαμασκινός, μεγάλωσε ο Καζαντζάκης, σύνδεσε τις κοντιλίες του ο Καλογερίδης. Το Ηράκλειο, παράλλον που εγώ προσωπικά ποτέ δεν μπορούσα να χωνέψω πως μια πόλη με τόσο ωραία παλιά ονόματα, όπως ο Χάντακας και το Μεγάλο Κάστρο αποφάσισε κάποια στιγμή να αλλάξει το όνομά της, το Ηράκλειο στάθηκε ιδιαίτερα τυχερό να έχει σημαντικούς δημιουργούς, αλλά και εξέχοντες ερευνητές της ιστορίας του, των περιπετειών του και του πολιτισμού που δημιουργήθηκε πάνω από 1200 χρόνια στη ζωή αυτής της πόλης. Αυτοί οι ερευνητές, ο Ξανθουδίδης, ο Σταυρινίδης, ο Σπανάκης, ονόματα που τα ξέρουμε εμείς οι παλιοί πολύ συχνά, ο Τωμαδάκης, ο Αλεξίου, ο Ψηλάκης, ο Δετοράκης, η Τζομπανάκη, η Σταρίδα και τόση πολλή άλλη, αφιέρωσαν τη ζωή τους στην έρευνα, την τεκμηρίωση και την παρουσίαση της ιστορίας της πόλης μας, όχι γιατί ήταν μέλη οργανωμένων ερευνητικών ομάδων μέσα σε ιδρύματα αφιερωμένα και χρηματοδοτημένα για τέτοιες έρευνες και μελέτες, αλλά μόνοι τους, αβοήθητοι, δουλεύοντας σε έργα ζωής από μεράχη, από αγάπη για την έρευνα, αλλά και από αγάπη και αφοσίωση στην πόλη τους. Σε αυτή την παράδοση ανήκει και η σημερινή μας παρουσίαση από τις συναδέλφους Λιάννα Σταρίδα και Μάρα Παναγιωτάκη και χαίρομαι που μου δίνετε η ευκαιρία να σας τις παρουσιάσω. Η Λιάννα Σταρίδα, αρχαιολόγους του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπήρξε ένα σημαντικό στέλεγχος της 13ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων από το 1978 ως το 2011. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της σαν αρχαιολόγου, ηδικευμένη στη Βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή περίοδο, ήταν υπεύθυνη για την ανασκαφή και ανάδειξη της αρχαίας Χερσονίσου και των Παλαιοχριστιανικών Βασιλικών στη Χερσόεινσο και στο Πισκοπιανό και έκανε σημαντικές ανασκαφικές εργασίες στον Βυζαντινό και Ενετικό Ηράκλειο. Επίσης, διεύθυνετης θεραίωση, αναστήλωση, αποκατάσταση και ανάδειξη των ενετικών τείχων του Ηρακλείου, του λιμενικού συγκρατήματος του Κούλε, του ενετικού λιμανιού και του ενετικού ναύσταθμου και μιας πληθόρας βυζαντινών μεταβυζαντινών και ενετικών εκκλησιών και μοναστηριών στο Ηράκλειο και στο Λασίθι. Σημαντική ήταν και η προσφορά της στο ιστορικό Μουσείο Κρήτης όπου αντιπροσώπευε για ένα μεγάλο διάστημα το Υπουργείο Πολιτισμού, οργάνωσε τοπικές και διεθνείς εκθέσεις και συνεισέφερε στη δημιουργία του εξαιρετικού προπλάσματος του ενετικού χάνδακα. Η κυρία Σταρίδα έχει σημαντικό συγγραφικό έργο εκτός από τη συμμετοχή της με ανακοινώσεις σε μεγάλο αριθμό επιστημονικών συνεντρίων, είναι μέλος της ερευνητικής μονάδας αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Κύπρου πάνω στις σχέσεις Κρήτης-Κύπρου στο Μεσαίωνα και έχει μεγάλο αριθμό δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά και σε γράμματα. Τα τελευταία χρόνια η Λιάννα εργάζεται εντατικά στο πολύτομο έργο της, υπήρχε μια πόλη που ερευνά, αποτυπώνει και αναλύει τις εκπληκτικές μεταλλαγές αλλά και τις σταθερές που έχουν χαρακτηρίσει την εξέλιξη του Ηρακλείου στο πέρασμα των χρόνων. Από αυτό το έργο ζωής έχουν ήδη εκδοθεί με πολλή κόπο και θυσίας τρεις τόμοι και της εύχομαι το κουράγιο και τον ενθουσιασμό να συνεχίσει να μας χαρίζει τα υπέροχα βιβλία αυτής της σειράς στο κοντινό μέλλον. Η Μάρα Παναγιωτάκη είναι ιστορικός με μεταπτυχιακές σπουδές στο Ιστητούτο Μεσυγιακών Σπουδών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας στο Ρέθυνο. Έχει δικευθεί στην αρχαιακή έρευνα των εγγράφων της Οθωμαϊκής περιόδου, ενός χρονικού διαστήματος περίπου 230 χρόνων που χαρακτηρίζεται από πολύ πλούσιο αρχαιακό υλικό ιδιαίτερα όσον αφορά την Κρήτη. Η δυσκολία ανάγνωσης και μετάφρασης των χειρόγραφων καλλιγραφικών, τουρκικών εγγράφων, κωδίκων, συμβολαίων και άλλων κειμένων γραμμένων στην παλιά αραβική γραφή με τις ιδιοτυπίες της ορθογραφίας, της παραλήψης στα κείμενα, την ημιμάθεια και την ανορθογραφία πολλών από τους τοπικούς υπαλλήλους και κατίδες που ετοιμάζαν και καταχωρούσαν τα θημόσια έγγραφα, κάνουν το χώρο έρευνας της Μάρας επίπονου όσο και σημαντικού. Αυτά τα έγγραφα από τα πιο επίσημα φυρμάνια και κώδικες ως τα πιο ασήμαντα συμβόλαια, τίτλους ιδιοκτησίας, γατζέτια και συμφωνίες έχουν τη δυνατότητα να ρίξουν φως σε πολλές άγνιστες πτυχές της ιστορίας μας και της καθημερινής ζωής των ανθρώπων εκείνης της περιόδου. Στην παράδοση του αείμνηστου Νίκου Σταυρινίδη, που πολλοί από εμάς τους πιο παλιούς είχαμε την εξαιρετική τύχη να γνωρίσουμε και να ακούσουμε τις νουθησίες και τη σοφία, οι έρευνες της Μάρας κάνουν μια σημαντική προσφορά στην ιστορία του Ηρακλίου. Αυτό αντανακλάται στην έντονη δραστηριότητά της και τη συνεχή συνεργασία της με το Ιστιτό των Μεσογειακών Σπουδών, τη συμμετοχή της στη διοργάνωση διεθνών συνεδρίων και στο συγγραφικό της έργο, δείγμα του οποίου θα μας παρουσιάσει σήμερα. Η σημερινή διάλεξη της χ. Παναγιωτάκια και της χ. Σταρίδα με τίτλο «Κάστρο, Κάντια, Κάντηγε τα Μνημεία» αναφέρεται στα χαρακτηριστικά, τη σταθερότητα αλλά και την εξέλιξη του πολυοδομικού και οικιστικού ιστού της πόλης του Ηρακλίου από την περίοδο της αραβικής κυριαρχίας μέσα στα 450 χρόνια της ενεδικής κατοχής και τα 230 της οθωμανικής, παρατηρώντας τις επιπτώσεις των κατακτήσεων, των σεισμών, άλλων καταστροφών αλλά και σχεδιασμένων επεμβάσεων σ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της πόλης, μέχρι και αυτών της χριστιανικής αστικής τάξης του 11ου αιώνα. Παρουσιάζει, για μένα τουλάχιστον, ιδιαίτερο ενδιαφέρον να ακολουθήσουμε τη συγγραφή στην περιγραφή της οικιστικής εξέλιξης και ανάπτυξης του Ηρακλίου. Την αναλλαγή χρήσεων και αρχιτεκτονικών μετατροπών των σημαντικών δημοσίων και ιδιωτικών χτισμάτων και τη μεταμόρφωση των οικοδομικών και μορφολογικών στοιχείων που γραχτίριζαν το Ηράκλειο στη διάρκεια αυτών των 1200 χρόνων της ζωής τους. Σας προσκαλώ, λοιπόν, να καλωσορίσετε τις συμβερνές μας ομιλητριές. Καλημέρα, κυρίες και κύριοι. Ευχαριστώ πάρα πολύ τον πολύ φίλο και πολύ αγαπημένο Μιχάλη Ρωμάνο για τα καλά του λόγια. Και ξεκινάω κάνοντας μια επισήμιναση αυτά τα οποία θα ακούσετε σήμερα. Ίσως πιο ποσάς θα έχετε ξανακούσει. Δεν είναι η πρώτη φορά που λέμε για την πολυδεδομική εξέλιξη του ΧΑΝΤΑΚ. Απλά σήμερα δώσαμε μία έμφαση στα μνημεία, αυτά που ήταν και ο καθρέφτης της οικονομικής, κοινωνικής και εμπορικής εικόνας της πόλης από την περίοδο της δεύτερης Βυζανής περιόδου μέχρι σήμερα. Το διοικητικό κέντρο της πόλης του Ιρακλίου έχει παραμείνει στην ίδια θέση από την περίοδο της αραβικής κυριαρχίας οπότε και διαμορφώθηκε με δεδομένα την οχύρωση, το ανάγλυφο της πόλης και το λιμάνι. Η ίδια διάρθρωση παρέμεινε και στη δεύτερη Βυζαντινή περίοδο και στην πρώην Βενετοκρατία. Η επέκταση του Ιρακλίου έξω από τα μεσαιονικά τείχη για η κατασκευή του μεγάλου εναντικού οχυρωματικού περιβόλου δεν επηρεάστηκε τον εσωτερικό πολυδομικό ιστό ούτε τις δημόσιες υπηρεσίες και τα δημόσια κτίρια που παρέμειναν και κατά την Οθωμανική περίοδο και κάποια από αυτά παραμένουν έως και σήμερα. Γύρω από τις δύο κεντρικές πλατείες της σημερινής Ελευθερίας Βενεζιάλου τα Λιοντάρια και την πλατεία Καλλεργών αναπτύσσονταν, υπήρχαν συγκεντρωμένες όλες οι υπηρεσίες του δημοσίου, οι κατοικίες των αρχώντων και οι δημόσιας αποθήκες. Θεωρείται πολύ πιθανόν ότι στη θέση του οικοδομικού τετραγώνου 33, θέση που ορίζει το δοκικό ανάκτυρο και οριοθετείται από την οδό Καντανολέων, την πλατεία Ελευθερίας Βενεζιάλου και την πλατεία Καλλεργών, υπήρχε η κατοικία του Βυζαντινού κατεπάνω και πιο πριν από αυτήν του Άραβα Εμμύρη, ενώ μπροστά από αυτό λάμβαραν χώρα όλες οι δραστηριότητες κάθε περίοδο, όπως, για παράδειγμα, τα σκλαβοπάζαρα, το εμπόριο, οι επίσημες τελετές, οι λιτανίες και οι επικύλες γιορτές. Ο κεντρικός δρόμος από το λιμάνι προς το εσωτερικό της πόλης θα ήταν, όπως και σήμερα, η οδός μαρτύρων, η οδό της Αγούστου, η γνωστή ως ρόγκα Μαΐστρα, η βαζίδα της Αρσή, η οδός πλάνης Ιαπάτης κλπ. Οι πηγές, γραπτές και ανασκαφικές, δεν μας επιτρέπουν να συνάγουμε ασφαλεί συμπεράσματα για τις πρώτες βενετικές χειραιορχίες ιστορικές περιόδους. Από την εγκατάσταση των εμβενετών όμως το 1210, οι πληροφορίες για τη διαμόρφωση του διοικητικού κέντρου και τη διτουργία των δημοσίων υπηρεσιών είναι άφθονες μέσα των αναφορών που έστελαν οι προβλεπτές του Χάνδακα στον Δούκα της Βενετίας. Γνωρίζουμε λοιπόν ότι καταπλήθηκαν προσπάθειες, δοθέντας ότι η Βενετία θεωρούσε αρκετά σημαντική την Κάντια, να δημιουργηθεί μια μικρογραφία της πλατείας του Αγίου Μάρκου της Βενετίας. Έτσι, απέναντι από το διοικικό ανάκτορο, υψώθηκε η βασιλική του Αγίου Μάρκου, η οποία χρησίμιευε μόνο για τις στέψεις των προβλεπτών και για τις επίσημες τελετές. Δεν ήταν δηλαδή ο Μητροπολητικός Ναός των Βενετών, αντίθετα ήταν ο Άγιος Τίτος. Μοριανοτολικά του ανακτόρου υψώθηκε η Λέσχη των Ευγενών, η Λότζια, και γύρω από τις δύο κεντρικές πλατείες, τα Παλάτια των Υψηλών Αξιωματούχων. Στον κεντρικό δρόμο της Ρούγκα Μαϊστρά, στεγάστηκαν οικονομικοί υπεύθυνοι της Γαλλινοτάτης, ενώ, το ξανάπα, ο Βυζαντινός Ναός του Αγίου Τίτου μετατράπηκε στο Μητροπολητικό Ναό των Βενετών. Πίσω ακριβώς, κτίστηκε η λατινική επισκοπή στη σημερινή αδό του Αγίου Τίτου. Στις πρόημες μικρογραφίες του Γεωργίου Κλόντζα, διακρίνεται καθαρά η μέχρι τότε αρχιτεκτονική των δημοσίων κτιρίων. Διαπιστώνουμε ότι η υγοτητική αρχιτεκτονική με τα οξυκόρυφα τόξα και τις λυτές γραμμές κυριαρχούσαν κατά τον 13ο μέχρι και τον 15ο αιώνα. Τη μικρή τότε πόλη οριοθετούσαν η Μεσαιονική Πήλη Πορτώνε, η μετέπειτα Βολτώνε και η Πήλη του Λιμανιού, η κατόπιν Πήλη του Μόλου. Ανατολικά παρέμενε στην αρχή της συμβολή μάλλον των οδών Δεδάλο και Ιδομενέως, η Βυζαντινή Ωραία Πήλη. Σταδιακά, προχωρώντας προς την αναγέννηση, τα κτίρια άρχισαν να αλλάζουν μορφή, να γίνονται πιο σύνθετα και εγκαταλείπεται εντελώς ογοτητικός, αρχιτεκτονικός τύπος. Η οικονομική ευμάρια του Χάνδακα, ιδιαίτερα μετά από την καταστολή της επανάστασης του Αλεξίου Καλέργη και το 1303, και οι εμπορικές συναλλαγές της Κάντια με τα μεγάλα εμπορικά κέντρα της Μεσογείου, οδήγησε στη συρροή μεγαλεμπόρων και στη χρηματοδότηση έργων από τη Βενετία, όπως παραδίδουν οι γραπτές πηγές, τα διαβάζουμε στα μνημεία κριτικής ιστορίας αυτό το μεγαλειώδες έργο του Σπανάκη και στις μελέτησες της Άννας Κουσανδουδάκη, του Νίκου Παναγιωτάκη, του Αίμιεστού και της Χρύσας Μαλτέζου και πολλών άλλων ερευνητών. Η περίοδος της λεγόμενης κριτικής αναγέννησης ξεκίνησε στα μέσα του 15ου αιώνα και διήρχεσαι μέχρι την παράδοση του Χάνδεκας ο Θαμανούς το 1669. Η βενετσιανική αρχιτονική λοιπόν εκφράστηκε κυρίως στα δημόσια κτίρια, στις κεντρικές οδούς και στα ραχοντικά των επιφανών. Βλέπουμε τα κυριότερα δημόσια κτίρια και στη συνέχεια πώς διαμορφώθηκαν διαμέσου των αιώνων. Το δουλειοκονομικό ανάκτυρο, η μετέπειτα κατοικία του Αγά των Γενιτσάρων. Στη βορειοδυτική πλευρά της Κεντρικής Πλατείας υπήρχε το δουλειοκονομικό παλάτι που καταλάμβανε ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο μέχρι την πλατεία Καλλεργών, το σημερινό οικοδομικό τετράγωνο 33. Με τις ισόγειες τοές του και τους δύο ορόφους του δέσποζε στην πλατεία. Η παλαιότερη αρκετά αφαιρετική απεικόνιση του από τον Μποντελμόντι του 1429, την βλέπουμε εδώ, αριστερά, το εμφανίζει ως ένα λιτό βοτιθίζων οικοδόμημα, όπως και τα ανάλογα σύγχρονα ανάκτορα της Ιταλίας. Οι 160 και πλέον χρόνια με τα γενέστερες απεικονίσεις του από τον Γεώργιο Κλόντζα που περιέχονται στο Μαρκιανό Κώδικα δείχνουν το κτίριο με περισσότερες λεπτομέρειες, πολλές από τις οποίες μάλλον προσθέθηκαν στο διάστημα των χρόνων. Τα σχέδια αυτά που προέρχονται από τα σκίτσα, που προέρχονται από τις πηγές που ανέφερα έχουν ζωγραφιστεί από τον Θωμάτο Φανουράκη για το βιβλίο του εξέχαση του Στέλιο Αλεξίου, το δικικό ανάκτορο του Χάνδακος. Προχωράμε. Βλέπουμε εδώ την αναπαράσταση του δικικού ανακτόρου όταν έγινε το 3D, αυτή η πολύ επίπονη προσπάθεια του Δημ. Ιρακείου. Βλέπουμε λοιπόν ότι το ανακτόρο αρχικά ήταν δυόρφω, μετά προσθέθηκε ένας όροφος, είχε μεγάλη βεράντα και μία σειρά αποθολωτούς ισόγειους χώρους. Η κύρια όψη του με μεγάλο τοξοειδί πιλώνα, το βλέπουμε εδώ, και τρίλοβο κεντρικό άνοιγμα με εξώστη, το λεγόμενο ηλιακό, η λοντζέτα, φαίνεται στην ανεδρολική πλευρά της πλατείας που βλέπει προς τον Άγιο Μάρκο. Η φωτογραφία που δημοσιεύεται στο έργο του Τζερόλα Μονουμέντη Βενέτη Νελίζουλα Αντικρέτα και παρουσιάζει ένα ευρύ οξυκόρυφο τοξο, δείχνει τμήμα της κεντρικής ισόδου του ανακτόρου που σώζεται σήμερα στο εσωτερικό καταστήματος. Κάνουμε ένα backspay και σήμερα εδώ βρίσκεται, όχι στη Δεδάλλου, είναι στην Καλλεργών, σε ένα κατάσταμα που διαμορφώθηκε πρόσφατα και πουλάει ήδη σπόρ, το παλιό πρακτορίο του Μπλαβάκη δηλαδή. Μέσα εκεί υπάρχει πλέον αναστυλωμένη η ισόδος, η κεντρική ισόδος του ανακτόρου. Προχωράμε στο επόμενο. Το Παλάτι του Αρχιστρατήγου των Εννητών υμετέπει τα πόρτα του Πασά, παλαιάν ομαρχία και σήμερα το πάρχο του Θεοτοκόπουλου. Το Παλάτι του Αρχιστρατήγου βρισκόταν βόρεια του οδηγικού ανακτόρου. Όλες οι πληροφορίες που διαθέτουμε για το Βενετσιανικό κτίριο προέρχονται από χάρτες και χαρακτικά της περιόδου της Εννητικής Κυριαρχίας. Ωστόσο, σύμφωνα με περιγραφή του ευλία Τσελεμπή, που βρισκόταν στον Χάνδακα κατά την παράδεισή της πόλης τους Οθωμανούς του 1669, το κτίριο αυτό που αποτέλεσε στη συνέχεια την κατοικία του Κεπρουλή, ήταν τριόροφο, επιβλητικό και με καλοπρεπές οικοδόμημα, που καταλάβανε μεγάλη έκθεση, δέσποζε των άλλων οικοδομημάτων και είχε θέα προς τη θάλασσα. Βλέπουμε εδώ αυτό που έχουμε τσεκάρει, το Παλάτι του Αρχιστρατήγου και ακριβώς δίπλα το Δοχικό Ανάκτορο και αυτές όλες είναι μετέπειτα φωτογραφίες, θα τα ακούσετε από την Μάρα μας. Το Παλάτι του Αρχιναβάρχου των Εναιτών, μετέπειτα γνωστό ως ιεροδιδασκαλείο με ντρεσές, με τα τράπια σε κλινική, η κλινική του Λίτινα, ο Οθωμανικός σχολειό και είναι το παρήφαμο κληροδότημα Τρανταλίδη, σήμερα εντελώς ερήπιο. Το Παλάτι του Αρχιναβάρχου βρισκόταν στη σημερινή οδό Μιλάτου, στη συμβολή της με την εδώ του Αγίου Τίτου. Δεν έχουμε κανένα στοιχείο για την βενετσιάνικη μορφή του κτιρίου, πέρα από τις αποικονίσεις στους χάρτες, όπως για παράδειγμα αυτό που φαίνεται εδώ κυκλωμένο με κόκκινο. Σήμερα, στο ερήπιο που σώζεται, μπορεί να διακρίνει κανείς τις γωνιακές, τους γωνιόλυθους και την κρυπίδα τη βενετσιάνικη, αλλά απέραν αυτού τίποτε άλλο. Η Λότζια, η λέσχη των ευγενών του Χάνδακα, αποτελούσε απαραίτητο δημόσιο οικοδόμημα σε κάθε ενατική πόλη, που δεν έλειπε ούτε από τις απεικείες. Η Λότζια του Χάνδακα, δίπλα στην Οπλαποθήκη, στην Αρμέρεια, θεωρείται ένα από τα κομψότερα αρχιτεκτονικά γνημία της ενατικής περιόδου, δείγμα του παλαδιανού ρυθμού. Ήταν ο επίσημος χώρος συγκέντρωσης ευγενών και αρχώντων, που συζητούσαν για οικονομικά, εμπορικά, πολιτικά θέματα ή περνούσαν εκεί τον ελεύθερο χρόνο τους. Κτίστηκε η τελευταία Λότζια περίπου το 1628 από τον Γενικό Προβλεπτή Φραγγίσκο Μοροζίνη. Πρόκειται για ορθογόνιο διόροφο κτίσμα με κύωνες δωρικού ρυθμού στο ισόγειο και ονικού ρυθμού στον όροφο. Στις γωνίες υπήρχαν τετράγωνες παραστάδες. Το μεταξύ των γειώνων τμήμα στο ισόγειο είχε χαμηλό θωράκιο ενώ το μεσαίο ήταν ανοιχτό και αποτελούσε την κύρια είσοδο επί της σωδού 25ης Αυγούστου. Στο επάνω μέρος του ισογείου υπήρχε διάζωμα που αποτελούνταν από τρίγληφα και μετόπες στις οποίες εικονίζονταν ανάγλυφα με διάφορες παραστάσεις όπως ο Λέον του Αγίου Μάρκου, διάφορα τρόπε, απανοπλίες και άλλα. Το αντίστοιχο διάζωμα του ορόφου στήριζε κορονίδα δρίφρακτο με αγάλματα. Ας πάμε στους στρατόνες του Ογείου Γεωργίου. Οι Κυσλάδες, επί Τουρκοκρατίας, η σημερινή περιφέρεια, τα δικαστήρια, το Ειρηνοδικείο, η πρώην Λέση Ιαξοματικών, η πρώην τουριστική αστυνομία. Η πρώτη σκέψη για τη δημιουργία μεγάλων στρατόνων στην πόλη του Χάνδακα έγινε για πρώτη φορά το 1565 από τον γενικό στρατιωτικό διηγητή Τζόρζι, ο οποίος από κοινού με τον τότε Δούκα ανέδεισε το έργο στον ορχιτέκτονα Σαββορνιάν το 1566. Το κτίσμα, που ονομάστηκε στρατόνας του Αγίου Γεωργίου από το όνομα της πύλης του Φλουριού, της γνωστής πύλης του Αγίου Γεωργίου, άρχιζε νοτιονατολικά από την πύλη Βολτόνε και εκατέληγε στην πιάτη σαν τάρμη η κάμπο Μάρτσιο της σημερινής Πλατείας Ελευθερίας. Ήταν ένα επίμικες οικοδόμημα και αρχικά είχε μια σειρά από 150 δωμάτια και δυνατότητα στέγασης 700 στρατιωτών. Στο κτίσμα πρέπει να έγιναν προσθήκες πριν από το 1625, όταν ήλθε στον Χάνδακα ο Μοροζίνη, ο οποίος επισκέφθηκε το στρατόνα και σε έγγραφό του αναφέρει. Έχει έναν διάδρομο από τη βόρεια πλευρά, μήκος 150 βημάτων με 100 δωμάτια σε κάθε όροφο, σύνολο 200. Ο διάδρομος είναι φτιαγμένος με ξύλα πάνω σε παραστάδες πέτρινες, στεγασμένος με ταράτσα όπως συνηθίζει στον τόπο, αλλά σάπισαν τα ξύλα και μεγάλο μέρος έχει πέσει κάτω, περ' όλο που κατασκευάστηκαν πριν από μόλις 40 χρόνια. Έτσι μετά από αυτό ο Μοροζίνη ανικοδόμησε όπως φαίνεται το διάδρομο και τον στέγασε με θόλο. Το διάδρομο αυτόν το κλειστό διεβατικό. Κατά την άλωση της πόλης οι στρατόνες υπέστησαν μεγάλες φορές από Πυρκαγιά, ανακαινίστηκαν και λειτούργησαν ως στρατόνες των Οθωμανών μέχρι το 1856. Η Πήλη Βολτόνε, το φόντακο της Σταποθήκες, τα διχειγορικά γραφεία γνωστά, μπογάτσες γνωστά, η αστυνομία, τα καταστήματα Συνοδόχου Χαλαχάνδακος, μέχρι τη συμβολή της με την Μάρκο Βιενικού. Η Πήλη Βολτόνε λοιπόν κατασκευάστηκε στα μέσα του 16ου αιώνα, είχε μνημιακή μορφή και αποτελείται από ισόγειο και τρεις ορόφους. Στο ισόγειο υπήρχαν διαμορφωμένοι χώροι κατάλληλοι για καταστήματα και τη στέγαση της φρουράς, ενώ στους ορόφους υπήρχαν αποθηκευτικοί χώροι και μια φυλακή. Από τη δεύτερη βυζαντινή περίοδο, επαναλαμβάνω το 961 έως το 1204, είχε εκτιστεί η κεντρική πύλη του τείχους που οδηγούσε στα ίδια από τότε διαμορφούμενα προάστια και την ύπεθρο. Λίγο νοτιότερο από αυτήν, οι Βενετοί στα μέσα του 15ου αιώνα κατασκέβασαν την πύλη Πορτώνε ή Πόρτα Κιβητάτης ή Πόρτα Μαέστρο. Στα μέσα του 16ου αιώνα ο νέος γιγαντιέως οχυρωματικός περίβολος του Χάνδακα καθιστούσε πλέον ανανεργή την πύλη αυτή για την άμυνα της πόλης. Έτσι, το 1533, κατά τη διάρκεια που συγχρόνως σχεδιάζονταν και χτίζονταν τα μεγάλα τείχη, η κύρια πύλη Πορτώνε κατεδαφίστηκε και στη θέση της χτίστηκε η ποινημιώδης πύλη Βολτώνε. Απέκτησε επιβλητική μορφή με τέσσερις σωρόφους, καταστήματα και δύο μεγάλους πύρους εκατέρωθεν αυτής, τον αριστερό και τον δεξιό εξόπυργο. Κριμίστηκε κατά τον σεισμό του 1856 και δεν χτίστηκε ποτέ ξανά. Οι ίχνητοις βρέθηκαν το 1992 κατά τις εργασίες κατασκευής κεντρικού αποχειοτευτικού αγωγού. Τη δεκαετία του 1930 κατεδαφίστηκε ο Ανατολικός Πύργος προχειμένου να κατασκευαστεί στη θέση του το κτίριο της Βικελέας Βιβλιοθήκης. Ο δεξιός, ο Δυτικός Πύργος δηλαδή, μαζί με τις φυλακές και μέρος του συγκρουτήματος των Συντασποτικών, κατεδαφίστηκαν το 1961 και στη θέση τους βρίσκεται σήμερα το Οικοδομικό Τετράγωνο 50, τα Μπόγα Τζατζίδικα. Δυτικά της πύλης και με κατεύθυνση προς τα βορειοδυτικά αναπτυσσόταν το μεγάλο συγκρότημα των Συντασποτικών, το Φόντακο, που επεκτινόταν κατά μήκος της παλιάς οχύρωσης. Ακριβώς πλάι στην πύλη είχαν κτιστεί επτά θόλοι, ανεξάρτητοι από το συνεχόμενο συγκρότημα των Συντασποτικών, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν και επί ενετών και επί εθομονών ως φυλακές για τους οφηλέτες του δημοσίου. Σύμφωνα πάλι με τον Στεριο Σπανάκη, ο Φούντικος ήταν τριόρφος και χτισμένος πάνω στο ισόπεδο του Μεσαιονικού τείχους. Όπως αναφέρει ο ίδιος, ξεκινούσε δυτικά από τους επτά θόλους της Βολτόνε και έφτανε ως ενιαίο συγκρότημα μέχρι τη συμβολή της οδού Χάνδακος με τις οδούς Κυδωνίας και Καλογύρου. Ας δούμε τώρα όμως πώς όλα αυτά τα μνημεία και πολλά άλλα, πώς αυτά συνεχίζουν την πορεία τους και ποια άλλα έρχονται πλέον στο φως. Ευχαριστήσω με τη σειρά μου για την προσέλεψή σας και να σας καλωσορίσω. Συνεχίζουμε με την παράδοση του Χάνδακα στους Οθωμανούς και την εγκατάστασή τους σε αυτόν. Συνεχίζουμε λοιπόν με την παράδοση του Χάνδακα και την εγκατάσταση των Οθωμανών σε αυτόν. Ο πολεοδομικός ιστος της πόλης παραμένει σταθερός. Άλλωστε το χαρακτηριστικό στοιχείο των Οθωμανικών πόλεων σε επίπεδο οργάνωσης, λειτουργίας και κατασκευής ήταν ο συνδυασμός των κοσμικών και των θρησκευτικών λειτουργιών στο ίδιο χώρο του πολεοδομικού κέντρου. Ο εξοθωμανισμός του αστικού χώρου ήταν ένα από τα πρώτα μελήματα των Οθωμανών. Αν και ο Χάνδακας, που ονομαζόταν πια Καντιγέ, μετά από 450 χρόνια βενετικής κατοχής είχε ήδη διαμορφωμένα οικοδομικά και μορφολογικά στοιχεία, δεν ξέφυγε από τον κανόνα των Οθωμανικών πόλεων. Στο διοικητικό κέντρο βρίσκονταν τα σημαντικότερα κτίσματα. Οι Οθωμανοί, όπως συνήθιζαν, προσαρμοσαν τα βενετσιανικά κτίρια δημόσια και ιδιωτικά στις δικές τους ανάγκες, με βάση τη θρησκεία και τις ιδιαίτερες δομές της κοινωνικής τους διάρθρωσης, χωρίς όμως να θύγεται η δομή ή η τυπολογία των αρχικών κτισμάτων. Τα τζαμιά, οι μεντρεσέδες, τα ημαρέτια, μαγειρεία, τοχοκομία κλπ., τα χαμάμ, τα λουτρά, τα μπεζεστένια, οι σκεπαστές αγορές και τα οικήματα των ανώτατων αξιωματούχων αντιπροσώπευαν παράγοντες σουλτανικής νομιμότητας. Ο Σουλτάνος έπρεπε να εμφανίζεται ως προστάτης και ευεργέτης των πόλεων. Τα κοσμικά κτίρια ευνοούνται και από το γεγονός ότι κατά το 17ο αιώνα πλέον επικρατεί μια περίοδος ειρήνευσης στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί έχουν περίπου κατακτήσει ό,τι ήταν να κατακτήσουν και έχουμε μία μικρή έστω παξοτομάνικα. Όπως είναι γνωστό, οι μεγάλοι ναοί μετασχηματίστηκαν σε τζαμνιά μες τζίτια, δηλαδή μικρότερα τεμένη ή χαμάμ, λουτρά. Τα δημόσια κτίρια, για τα οποία μιλάμε, στέγασαν Οθωμανούς αξιωματούχους και Οθωμανικές υπηρεσίες ή αγοράστηκαν από ιδιώτες πλούσιους Τούρκους και μετατράπηκαν σε κονάκια. Τα ιδιωτικά σπίτια χρησιμοποιήθηκαν εκ νέου με την προσθήκη υψηλού περιβόλου για να προστατεύονται οι γυναίκες και καγγελοφράκτων παραθυριών και δέχονται αρκετές μετατροπές για να αποκτήσουν τους χώρους διαβίωσης της Οθωμανικής ζωής. Γυναικονίτι, χαρεμλίκ, ανδρονίτι, σελαμλίκ, λουτρά, χαμάμ, χώρους υποδοχής, ιβανχανέ, δωμάτιο καφέ, καφέονταση και άλλα. Τα μεγάλα σπίτια αυτά διέθεταν μαγειρεία, φούρνους, σταύλους, αποθήκες, αποχωρητήρια, δεξαμενές, στέρνες, πηγάδια, κήπουσμα, συντριβάνια, κιόσκια κτλ. Χαρακτηριστική περίπτωση που θα δούμε αργότερα ήταν η μετατροπή του παλάτσου Καπιτάν Γκράντα του Αρχιναβάρχου σε κατοικία του Ντεφτερντάρ πριν γίνει μεντρεσσές. Περίπου 1,5 αιώνα μετά από την πτώση του Χάνδακα το χριστιανικό στοιχείο συμμετέχει επίσης ενεργά πλέον στην οικονομική ζωή, με δυναμισμό και διεθνή δραστηριότητα. Συνεποτελεί με το τουρκικό την ανερχόμενη αστική τάξη. Αν και συνέχιζαν οι εμπορικές συναλλαγές με την Ευρώπη, η Κρήτη πλέον δέχεται επιρροές και από τα αστικά κέντρα της Μικράς Ασίας και των Μαλκανίων, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη και Θεσσαλονίκη, που σαφώς επηρεάζουν την οικιστική της ανάπτυξη, στην οποία βέβαια συμμετέχει πια ενεργά και ο ντόπιος πληθυσμός. Οι επιμελημένες αστικές κατοικίες της περιόδου, όπως αυτή που βλέπουμε, δείγματα της βαλκανικής αρχιτεκτονικής, με τις βοηθητικές τους εγκαταστάσεις, αποθήκες, κρίνες, σταύλους κλπ, προβάλλουν ακριβώς αυτή την οικονομική ευμάρια. Ταυτόχρονα βέβαια παρέχουν και ασφάλεια από κάθε κίνδυνο στους ιδιοκτήτες τους. Τα κονάκια, είτε ως κέντρα εξουσίας και κατοικίες εντός πόλεως, είτε όσο χειρά πυργόσπιτα στην Είπεθρο, αποτελούν την επικρατέστερη μορφή κατοικίας και συχνά συνδυάζουν ετερόκλητες τοπικές οικοδομικές πρακτικές. Αναπτύσσεται λοιπόν μια νέα αρχιτεκτονική, επηρεασμένη από τη βενετική και την τοπική οικοδομία, αναμιγμένη με βαλκανικά στοιχεία. Η πόλη έχει ήδη μετονομαστεί σε Ιράκλειο από το 1822 με την αθροσυνέλευση στους Αρμένους Ρεθύμνου. Παρά τη μεταφορά της πρωτεύουσας του Αγιά Λετύου της Κρήτης, τα Χανιά, το 1851 για στρατιωτικούς λόγους, το Ιράκλειο κάθε άλλο παραπαρακμάζει. Η εικόνα της πόλης μέσα στα τείχη άλλαξε πλέον δραματικά με το σεισμό του 1856, όταν τα κτίρια κατέρευσαν σχεδόν στο συνολό τους. Λέγεται ότι μόνο 13, κατάλλου 17 κτίρια έμειναν όρθια. Οι Οθωμανοί έπρεπε να ξαναχτίσουν την πόλη και ο σεισμός εξυπηρέτησε στο να επιβάλλουν την οικοδομική πρακτική της βαλκανικής αρχιτεκτονικής, με βάση τον ευτοκρατορικό οργανισμό. Έτσι θα έκαναν και το Ιράκλειο να μοιάζει με άλλη μια μικρή βαλκανική Τουρκόπολη. Ο Μανώλης Δερμιτζάκης χαρακτηριστικά αναφέρει το Ιράκλειο ως Τουρκόπολη και αρχόν της Αχανούμ. Τα κύρια χαρακτηριστικά της βαλκανικής αρχιτεκτονικής είναι τα λιθόκτιστα εισόγεια, ενώ στα ανόγεια επικρατεί η αντισυσμική κατασκευή με τη μέθοδο του Μπαγδατή. Εδώ διακρίνουμε καθαρά το Μπαγδατή στο ανόγειο. Το Μπαγδατή ήταν μια τεχνική με ξύλινους δοκούς τοποθετημένους στη σειρά και ενδιάμεσες ξύλινες προσθήκες σε χιαστή διάταξη. Τα κενά γεμίζονταν με αργούς ανεπιξέργαστους λίθος με λάσπη. Χαρακτηριστικό της βαλκανικής αρχιτεκτονικής ήταν και οι ξυλόπικτες κατασκευές με τα σαχνισιά και τα φουρούσια, η ποιότητα των οποίων υποδήλωνε και την οικονομική κατάσταση του ιδιοκτήτη τους. Η ιστορική συγκυρία, παρόλα αυτά, κατά την ίδια περίοδο παίζει ένα αξιοπρόσεκτο παιχνίδι. Οι Οθωμανοί ήδη έχουν προχωρήσει, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, από το 1839, στην περίοδο τανζιμάτ, στην περίοδο των μεταρρυθμίσεων, με πρότυπο τη χριστιανική δύση, προκειμένου να διατηρηθούν σε μια πλέον πολύ ευαίσθητη ισορροπία, ευρωπαϊκό σύστημα ισορροπιών. Θέλουν να φανούν ότι εξυγχρονίζονται διοικητικά και κοινωνικά. Στον Ελλαδικό χώρο και ειδικά στην Κρήτη αυτό φαίνεται από τα προνόμια που παραχωρούνται στους χριστιανούς πλέον στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Το Χάτυχου Μαγιούν το 1856, ο Οργανικός Νόμος το 1868, η Σύμβασή της Χαλέπας το 1878 και το Νέο Πολίτευμα το 1895, δίνουν στην ανερχόμενη αστική τάξη των χριστιανών την οικονομική δυνατότητα να εκφράσει την ελληνικότητα και την κοινωνική της καταξίωση. Αυτή ακριβώς η οικονομική ευμάρεια και η κοινωνική καταξίωση αποτυπώνεται και στον τόπο κατοικίας της. Εδώ είναι και το αξιοπρόσεκτο. Την εποχή που το Ιάκλιο κτίζεται εκ νέου εξαιτίας του σεισμού με βάση τη βαλκανική αρχιτεκτονική, οι χριστιανιαστοί, ακμαίοι και φορτισμένοι με εθνικό περιεχόμενο, επιβάλλουν, έστω και σε μεμονωμένες περιπτώσεις, τα ρεύματα του κλασικισμού που έρχονται από την Ευρώπη. Καθώς δεν είναι αυτή αποκομμένη από την χρήση σύγχρονην πραγματικότητα. Στο ελληνικό κράτος, ελεύθερο και ανεξάρτητο πια από το 1830, η κλασικιστική αρχιτεκτονική έχει ήδη διαδοθεί. Βασικές αρχές του κλασικισμού είναι η στροφή προς την ελληνική αρχαιότητα, η μνημιακότητα, η αρμονία στη σύνθεση και η ισορροπία. Έτσι, η δήλωση της εθνικής ταυτότητας, ότι είμαστε χριστιανοί, αν μη τι άλλο, είμαστε Έλληνες, ειδικά στην υπόδουλη ακόμα Κρήτη, ήταν στάση που ενησιόταν και από το ίδιο το ελληνικό κράτος. Στο Ιράκλειο, με κάποιες δεκαετίες καθυστέρησης, ο κλασικισμός έφτασε πλέον μόνο ως νεοκλασικισμός. Σταδιακά, λοιπόν, οι συνικίες διαμορφώνονται οικονομικά και ταξικά. Οι πλούσιες συνικίες που κατοικούσαν οι Έλληνες και όσοι Τούρκοι, Τουρκοκριτικοί, είχαν απομείνει πριν από την οριστική απομάκρυνση τους από το νησί, βρίσκονταν στην ανατολική και βόρειοανατολική πλευρά της πόλης, καθώς και στο παράκτιο μέτωπο μεταξύ του κόλπου δέρματα και του λιμανιού. Η κατασκευή μεγαλόπρεπων μεγάρων αναβάθμισε πολύ αυτές τις περιοχές. Το τουρκικό κράτος είδαμε ότι θέλει να εμφανίζει ότι και αυτό εξυγχρονίζεται. Καλούν, λοιπόν, και οι Τούρκοι ξένους αρχιτέκτονες, ενώ υιοθετούν σιγά-σιγά και κλασικιστικές επιλογές στην κατασκευή των νέων δημοσιών κτιρίων. Το ρεύμα του εκλεκτικισμού, που έχει αρχίσει ήδη να εμφανίζεται από τον σεισμό του 1856, εξαπλώνεται ευρύτατα και εξελίσσεται. Όταν λέμε εκλεκτικισμό εννοούμε την μικτή αρχιτεκτονική που συνδυάζει στοιχεία του νεοκλασικισμού και ισλαμικά. Μέσα σε αυτό το κλίμα, λοιπόν, το Ηράκλειο αρχίζει... Α, με συγχωρείτε, τελικά έχουμε την αυτονομία του νησιού, επετεύχθη με την παρέμβαση και την υψηλή προστασία των μεγάλων δυνάμεων το 1898 και με διοικητή τον ύπαρτο αρμοστή πρίγκιπα Γεώργιο. Για πρώτη φορά θεσπίστηκαν μέτρα και εκτελέστηκαν έργα υποδομής υπό τη διοίκηση της Κρητικής Πολιτείας, ενώ παράλληλα ξεκινάει και ο αγώνας για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το κλίμα, λοιπόν, το Ηράκλειο αρχίζει πάλι να αλλάζει όψη. Αν και η περίοδος 1900 ως 1922 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σε διεθνές επίπεδο ως μια μεταβατική περίοδος που συνδυάζει τον πολιτισμό του 19ου αιώνα με την αναζήτηση νέων μοντέρνων πια μορφών έκφρασης, στις πρόσφατα προσαρτημένες περιοχές της Ελλάδας τα πράγματα καθυστερούν. Η τάση ευθυγράμισης της αστικής αρχιτεκτονικής του Ηρακλείου με την Αθήνα εξελίσαται πλέον σε συμπόρευση. Η νεοκλασική αρχιτεκτονική θεωρείται σχεδόν εθνική και ο εκλεκτικισμός συνεχίζει την πορεία του. Η σχέση της Κρήτης με την ελεύθερη Ελλάδα, η παρουσία στην Κρήτη των μεγάλων δυνάμεων και ειδικά των Άγγλων στο Ηράκλειο δρούν καταλυτικά στις αντιλήψεις της εποχής. Το ζητούμενο ήταν να εκλείψει κάθε τι που θύμιζε την Οθωμανική περίοδο και να υπάρξει μια νέα πόλη με διεύρυνση του δημόσιου χώρου της, με ευρύχουρους δρόμους και με πλατείες. Η διάταξη του πολεοδομικού ιστού της πόλης μέσα στα τείχη με τα στενά δρομάκια και τις μικρές πλατείες και η μορφολογία των κτιρίων της βαλκανικής αρχιτεκτονικής θεωρήθηκαν στοιχεία που έπρεπε να εξαφανιστούν. Έτσι η απόφαση να μεταβληθεί η Τουρκόπολη σε πόλη σύγχρονων ευρωπαϊκών προδιαγραφών κυριάρχισε στους σχεδιασμούς των αρχιτεκτόνων της εποχής. Παράλληλα ψηφίστηκαν νέοι νόμοι και διατάγματα και πάρθηκαν αποφάσεις που καθόρισαν την εξέλιξη όλου του νησιού. Ο νόμος 332 του 1901 καθόριζε τις βασικές αρχές για να οργανώνονται και να αναπτύσσονται οι πόλεις. Επίσης ο νόμος 395 της ίδιες χρονιάς με τίτλο «Περί του σχεδίου της πόλεως του Ηρακλίου» αποτέλεσε την πρώτη προσπάθεια για εφαρμογή ρημοτομικού σχεδίου. Οι σημαντικότερες καταστροφικές παρεμβάσεις αποφασίστηκαν από τις επίσημες αρχές της Κρητικής Πολιτείας και από το Δήμο Ηρακλίου, απέραν τόσο από τις νέες ανάγκες που έφερε να μαζί της η νέα εποχή όσο και από την άγνοια της ιστορικής συνέχειας του τόπου μας. Ωστόσο, δίπλα στα Οθωμανικά κτίρια συνεχίζουν να υψώνονται κτίρια νεοκλασικισμού. Οι αρχιτέκτονες Κωνσταντίνος Τατυράκης και Δημήτρης Κυριακός, κατά διαστήματα υπήρξαν και αρχιτέκτονες του Δήμου, σχεδίασαν κάποια από αυτά τα μεγαλόπρεπα κτίρια. Τα δύο αντικριστά κτίρια στη γωνία Επιμενίδου και 25 Αυγούστου, το κτίριο Κωθρή Λιωπηράκη, σήμερα η ιδιοκτησία του Υπουργείου Πολιτισμού και την τότε Τράπεζα Κρήτης, το σημερινό κτίριο των Μηνοϊκών Γραμμών, το κτίριο του Μουσουλμανικού Υδρύματος με τα Οθωμανικά μορφολογικά στοιχεία, το μετέπειτα ξενοδοχείο Φλωρίντα, το τηλεγραφείο στη γωνία των οδών 25 Αυγούστου και Κορονέου, και δύο ακόμη κτίρια που δεν υπάρχουν πια, το ξενοδοχείο Παλάς στη θέση της πρώην Εθνικής Τράπεζας, το σημερινό γνωστό μεγάλο κατάστημα καλλιντικών, φαντάζομαι καταλάβατε για να μην κάνουμε διαφήμιση, και το ξενοδοχείο Μίνος στο τέλος της οδού 25 Αυγούστου πάνω από τα σκαλάκια του λιμανιού. Οι εκτεταμένες επεμβάσεις στα τύχη και στο λιμάνι αλλείωσαν την αρχική τους μορφή, όπως και οι διαμορφώσεις στο εσωτερικό της πόλης που το κατέστρεψαν ή το άλλαξαν δραματικά. Σημαντικά δημόσια κτίρια από την περίοδο της βενεδικής κυριαρχίας που είχαν καταρρεύσει από τον σεισμό του 1856, ξαναχτίστηκαν με νέα μορφολογία και στην πλειοψηφία τους χρησιμοποιούνται ως σήμερα. Συγκεκριμένα θα αναφερθούμε σε κτίσματα τα οποία ήδη είδαμε και θα δούμε την εξέλιξή τους. Το δουλικό ανάκτορο στέγασε πλέον τον αρχηγό του σώματος των Γεννητσάρων. Σε Τούρκικη καταγραφή του 1670 μαθαίνουμε ότι παραμένει ιδιώροφο. Το 1763 ο Αχμέτ κι ο Αμίλπασας έκτισε 16 μαγαζάκια, παράγγες, στη νοτιοενατολική του πλευρά, στην πλατεία Δηλαδή Ελευθερίου Βενιζέλου και πλατεία Κελεργών, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια επέκταση πλάτους από περίπου δυόμιση ως περίπου έξι μέτρα. Στη συνέχεια αυτά έγιναν βακουφικά, αφιερώθηκαν δηλαδή στο τέμενος της περιοχής, την βασίλικη του Αγίου Μάρκου, που μετατράπηκε σε τέμενο στον Δευτερντάρτζαμση. Είναι άγνωστο πότε ερυπώθηκε και εγκαταλήφθηκε εντελώς. Πάντως το 1815, όπως αναφέρει ο Πρακτικίδης στη χωρογραφία του, ήταν ήδη ερρύπιο. Η καταστροφή του επίληθε με το σεισμό του 1856. Σήμερα διατηρούνται τέσσερις ισόγειοι θωλωτοί χώροι ως εμπορικά καταστήματα. Η κεντρική είσοδος στο εσωτερικό καταστήματος και αποσπασματικές τυχοποίες. Όλο το διδικό τμήμα βομβαρδίστηκε και εξαφανίστηκε κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το παλάτσο του Αρχιστρατήγου. Το μεγαλύτερο μέρος του καταστράφηκε στο σεισμό του 1856 και ξαναχτίστηκε ως τριόρουφο οικοδόμημα επιδροκοκρατίας. Χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία των Πασάδων, αργότερα ως νομαρχία, και μετά την αποχώρηση των Τούρκων ένα τμήμα του στέγασε το δημαρχείο της πόλης. Στη βορειοδυτική πλευρά του υπήρχαν οι φυλακές. Μετά την εγκατάσταση των υπηρεσιών αυτών στη νέα νομαρχία και στο νέο δημαρχείο και την κατάργηση των φυλακών εγκαταλήφθηκε ερυπωμένο. Καταδαφίστηκε, βλέπουμε εδώ, τη δεκαετία του 1950 μετά από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Στη θέση του διαμορφώθηκε το Πάρκο Θεοτοκοπούλου, το γνωστό μας. Palazzo del Capitano Grande, το Παλάτι του Αρχιναβάρχου, καταστράφηκε με το σεισμό του 1856 και στη θέση του έχτισαν οι Τούρκοι μεντρεσέ, δηλαδή οθωμανικό ιεροδιδασκαλείο. Αναφέρεται ως χαρακτηριστική περίπτωση, όπως είπα και πριν, δημόσιο κτιρίου που μετατράπηκε σε κατοικία του Δευτερδάρ Εμπούμπε Κύριε Φέντι, σύμφωνα με αρχεία, με έγγραφα του ιεροδικείου Ιρακλίου. Και μάλιστα είναι ενδεικτική η διαμόρφωση χώρων υποδοχής, καφέ, χαρεμπλίκ, λουτρού και τα λοιπά. Ένα έγγραφο του 1671 μας πληροφορεί ότι προσετέθηκε τρίτος όροφος. Μετατράπηκε σε Μεντρεσέ, ιεροδιδασκαλείο και έτσι είναι ευρέως γνωστό. Πουλήθηκε ως ανταλλάξιμο και ένα τμήμα του μετατράπηκε σε κλινική, η οποία βρισκόταν σε λειτουργία μέχρι και πριν από λίγα χρόνια. Το υπόλοιπο κτίριο σώζεται ερυπωμένο σήμερα, το ξέρουμε όλοι στη συμβουλή οδών Μιλάτου και Αγιουτήτου και ανήκει στο νοσοκομείο Ρεθύμνο ως κληροδότημα του ιδιοκτήτη του γιατρού Τρανταλίδη. Η Λότζια μετατράπηκε σε έδρα του ανώτατο του οικονομικού υπαλλήλου και του γραμματικού της πόρτας, που ήταν χριστιανός υπάλληλος, υπεύθυνος για την επεπερέωση υποθέσεων μεταξύ των χριστιανών και της τουρκικής αρχής. Το 1904 θεωρήθηκε αιτιμόροπη, κατεδαφίστηκε ο πρώτος όροφος και τον επόμενο χρόνο στεγάστηκε το δημαρχείο στο παρακείμενο χώρο της οπλαποθήκης της Αρμέρια. Δέκα χρόνια μετά ξεκίνησε η ανακατασκευή της με βάση τα σχέδια του Μαξιμιλιανού Ωγκαρο, εφόρου των καλλιτεχνικών μνημείων της Βενετίας. Το έργο της ανακατασκευής της με πολλά διελείμματα, πρώτο, δεύτερο, παγκόσμιο, πόλεμο κτλ, ολοκληρώθηκε το 1988. Σήμερα στεγάζει το δημαρχείο Ιρακλίου. Εδώ διακρίνουμε και τη Λότζια, την Αρμέρια πίσω και το παλάτσο του Αρχιναβάρχου. Στη συνέχεια οι στρατόνες του Αγίου Γεωργίου. Βλέπουμε κάτω πώς ήταν επί Ενετοκρατίας και πάνω την εξέλιξή τους μετά το σεισμό σε κυσλάδες. Έβδει άκρη τα διαβάζουμε. Καντιγεντική χαμηδιαίκη σλασί. Νομίζω όλοι μπορούμε να το δούμε. Μετά από την καταστροφή των παλαιών βενετικών στρατών, το 1856, επί Μουσταφά Πασά, αποφασίστηκε η κατασκευή νέων. Το 1883 μπήκαν τα θεμέλια του μεγάλου τουρκικού στρατώνα Κυσλά. Κυσλά ονόμαζαν οι Τούρκοι τους στρατόνες. Σε σχέδια του πρακτικού υπηρότη αρχιτέκτονα Αθανασίου Μούση, στον οποίο οφείλονται οι σχεδιασμοί και άλλων λαμπρών κτισμάτων όπως ο Άγιος Μηνάς και ο Άγιος Τίτος. Το νέο κτίριο ήταν κι αυτός συνεχές και ξυλώστεγο. Στην κεντρική είσοδο των νέων στρατών, τη σημερινή είσοδο των μηκαστηρίων, εντυχίστηκε το καλυμάρμαρο ανάγλυφο θύρωμα της κεντρικής πύλης της Μονής του Αγίου Φραγγίσκου, που βρισκόταν εκεί που είναι σήμερα το Αρχαιολογικό Μουσείο. Στον στρατόνα φιλοξενούνταν τέσσερα τάγματα γεννητσάρων, 23 οτζάκια ομάδες εντοπίων γεννητσάρων, τόγλος των γερλίδων, άλλα σώματα της τουρκικής φουράς και οι πυροβολιτές. Κατά την περίοδο της κριτικής πολιτείας, ο στρατόνας φιλοξένισε για μικρό διάστημα τα αγγλικά στρατεύματα και την αγγλική διοίκηση και στη συνέχεια του 1921 του Γυμνάσεων Ιρακλίου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, με σχέδια του Αρχιτέκτωνα Δημήτρη Κηδιακού, το αρχικά ενιαίο οκτήσμα χωρίστηκε σε τρία μέρη και ανάμεσα αυτούς δημιουργήθηκαν υπέθρειες διαβάσεις. Τα ξύλινα πατώματα και η ξύλινη στέγη αντικαταστάθηκαν από οπλισμένος κυρόδεμα και οι όψεις λεφοροποιήθηκαν. Η Πήλη Βολτόνε κατέρευσε οριστικά το 1856 και δεν αποκαταστάθηκε ποτέ. Το τμήμα των Σιταποθηκών καταστράφηκε σταδιακά και διαμορφώθηκε το οικοδομικό τετράγωνο 50, το 50 τετράγωνο και το κτίριο της αστυνομίας. Οι υπόλοιποι θόλοι των Σιταποθηκών σώζονται ακέρειοι κατά μήκος της νότιας πλευράς της οδού Χάνδακος και χρησιμοποιούνται ως καταστήματα. Τα εισόγια αυτά καταστήματα πουλήθηκαν ως ανταλλάξημα από την Εθνική Τράπεζα σε ιδιώτες μετά από τη συνθήκη της Λουζάνης και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Κατά τους βομβαρδισμούς του Ιρακλίου το Μάιο του 1941 ένα μεγάλο τμήμα των Σιταποθηκών κατέρευσε και στη θέση των ελπίων διανοίχθηκε η σημερινή οδό σταγματάρχου Τζουλάικη. Εδώ φαίνεται η κατάρρευση από τους βομβαρδισμού. Και το σημείο που είναι σήμερα η οδό σταγματάρχου Τζουλάκη. Μέχρι το 1960 σώζονται και οι έξι από τους επτάθολους και είχαν μετατραπεί σε αστιατόρια, καφενεία και τα γνωστά Μπουγατσατζίδικα. Το 1961 το συγκρότημα αυτό κατεδαφίστηκε και αποτελεί σήμερα το 50 οικονομικό τετράγωνο. Το 1911 εκλέγεται δήμαρχος Ιρακλίου ο Στυλιανός Γεωργίου και κατά τη διάρκεια της θητείας του το 1913 η Κρήτη πλέον ενώνεται με την Ελλάδα. Αμέσως μετά την εκλογή του ο Στυλιανός Γεωργίου ξεκίνησε έργα αποκατάστασης της πόλης που όμως προκάλεσαν κατεδαφίσεις κτιρίων και διανύξεις νέων οδών και πλατιών. Μια πρακτική που συνεχίστηκε και κατά τη δεύτερη θητεία του αλλά και σε όλη τη διάρκεια του Μασοπολέμου. Μετά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα κατά τις δεκαετίες 1950 έως και 1970 η καταστροφή όσων κτιριακών μνημείων είχαν απομείνει συνεχίστηκε στο όνομα της άκρατης και άκρητης ανικοδόμησης. Παρ' όλα αυτά η εντός των τυχών πόλη παραμένει η ίδια ως προς τους κεντρικούς οδικούς άξονες και τους συνικιακούς πυρήνες και διασώζει ακόμα σημαντικά δείγματα βαλκανικής, εκλεκτικιστικής και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Μπορούμε να δούμε κάποια. Η ηκία Χρονάκη, δείγματα βαλκανικής αρχιτεκτονικής. Η ηκία Χρονάκη ως αρχιτεκτονική. Η ηκία Μιλιαρά, πως ήταν κάποτε, δυστυχώς έχει πως τη τεράστια καταστροφή. Το κονάκι του Σαμί Μπέι που το βλέπουμε ολόκληρο, τώρα πλέον υπάρχει μόνο το κατωμέρος. Και το κονάκι του Σεκεριά Μπέι, στην οδό Αποκορώλου, εξαιρετικό κτίριο. Κάποια δείγματα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής, όπως είναι το Μέγαρο του Φυτάκη. Η ηκία Νεμογιάννη, στην οδό 25 Αυγούστου. Βλέπουμε δηλαδή μικτά στοιχεία, νεοκλασικιστικής αρχιτεκτονικής και ισλαμικά στοιχεία. Και κάποια δείγματα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Αυτό είναι εκλεκτικιστικό, ναι, ο Λυκειονοκοραΐς. Και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής είναι το κτίριο, να μην κατονομάσουμε την επιχείρηση, γνωστό εστιατόριο, στο τέλος της οδού Χάντακος-Αδυστερά. Στο Παλαιοεργοστάσιο Κονιόρδου, ναι. Μην κάνουμε και διαφήμιση. Η ηκία Καλιοράκη, παλιό γνωστό μπαράκι στην Παραλιακή. Και η ηκία Τσαχάκη. Και η ηκία Μαυράκη στην Ποδόγια Μαλάκη. Και το ιστορικό μουσείο. Σε αυτά δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφερθούμε στη λαϊκή ανώνυμη αρχιτεκτονική, που κυριαρχούσε στις υποβαθμισμένες συνυκείες και στους προσφυγικούς συνικισμούς. Πρόκειται ουσιαστικά για χαμηλά μονόροφα ή διόροφα σπίτια με εσωτερικές αυλές, καμαρωτές πορτούλες, πολύ πυκνά δομημένα. Κατά μέσο όρο είχαν από δύο έως τέσσερα βασικά δωμάτια στα ισόγεια και τρία έως πέντε στα δυόροφα, στον όροφο. Τρία έως πέντε δωμάτια στα δυόροφα κτίρια. Υπήρχαν βοηθητικοί χώροι ελάχιστοι. Δηλαδή μαγειρεία, φούρνη κλπ. πολύ λίγα. Πολλά εν τούτης διέθεταν πηγάδια, στέρνες ή ένα μικρό κήπο. Σταδιακά εμφωνεί εμφανίζονται στο Ηράκλειο και αρκετά δείγματα κτίριων με φανερούς επηρεασμούς από την αρχιτεκτονική κίνηση Bauhaus, που επικρατεί στην Ευρώπη πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και ως τη δεκαετία του 1950. Δεν πρέπει να παραλείψουμε ότι σιγά σιγά αξιοσημεί ότι είναι και κάποιες πρόημες πολυκατοικίες, με δύο ή τρεις ορόφους που διατηρούνται ακόμα. Τονίζουμε ότι δεν αναφερθήκαμε σε εκκλησιαστικά μνημεία, στα τείχη κλπ., γιατί η ομιλία θα κρατούσε πολύ περισσότερο και θα απεραντολογούσαμε. Παρ' όλα αυτά, είμαι σίγουρη ότι αν κάποιος από εσάς επιθυμεί περιετέρου πληροφορίες η κυρία Σταρίδα πολύ πρόθυμα θα καθίσει μέχρι και όλο το Σαββατοκύριακο, ίσως δεν θα αρνηθεί να σας μιλήσει για οτιδήποτε άλλο μνημείο του Ηρακλείου θα επιθυμούσατε. Σας ευχαριστούμε. Ελπίζουμε να μη σας κουράσαμε. Αν θέλετε κάποια ερώτηση στη διάθεσή σας. Ναι, οποιαδήποτε ερώτηση είναι ευπρόζεπτη ή κάποια πορεία ή κάποιο κενό που πιθανόν δεν σας καλύψουμε. Δεν ακούω καλά. Ναι, αλλά πρέπει να σας ακούνε ένα μικρόφωνο είναι εύκολο να έχουμε. Απλά ήθελα να ρωτήσω η λαϊκή αρχιτεκτονική πόσο συγγενεύει με τα πρότυπα της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Επειδή μοιάζει λίγο η περιγραφή σας με τα αρχαία ελληνικά κτίρια. Την αρχαιότητα. Δεν θα το έλεγα εντελώς έτσι, βέβαια. Υπάρχουν κάποιες ομοιότητες όσον αφορά τα μικρά, τα οποία όμως είναι και διαχρονικές και τις συναντούμε κυρίως στις οικισμούς της Ιπέθρου που υπάρχουν επηρεασμοί από κάποια στοιχεία των αρχαιότερων χρόνων. Στην διάρκεια των αιώνων όμως κρατήθηκαν κάποια στοιχεία, προσθέθηκαν κάποια άλλα. Εκείνα το οποίο θα μπορούσα να πω ότι έμεινε αναλείωτο είναι η αρχή της ελληνιστικής οικίας με την εσωτερική αυλή και τις εγκαταστάσεις της κυριακές γύρω από αυτήν, καθώς και τα καμαρωτά θυρώματα. Εδώ στο Ιράκλειο ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά των συνοικιών όπου διέμεναν φτωχές οικογένειες, οικογένειες μεσέας τάξος με χαμηλότερα εισοδήματα γι' αυτό και είναι σε συγκεκριμένους πυρήνες, δηλαδή είναι η Συνεγεία Τριάδα, είναι στο Λάκκο και στα Στενά της Πεδιάδος. Και φυσικά στη συνέχεια έχουμε τους προσωπικούς οικισμούς που εκεί είναι διάφοροι τύποι αρχιωτονικοί που κυριαρχούν και εκεί αυτά τα χαμηλά σπιτάκια τα πυκνό χτισμένα. Θα μου επιτρέψετε εμένα ένα σχόλιο, ήταν μια πολύ καλή ομιλία. Σε τακτό χρόνο μας έδωσε την εικόνα των μημείων του Ιρακλίου από τη Βυζαντινή περίοδο μέχρι σήμερα και θέλω να περνέσω την κυρία Παναγιωτάκη διότι κατάλαβα ότι διαβάζει την αραβική γραφή κάτι πολύ σπάνιο οι περισσότεροι τουρκολόγοι σήμερα θέλουν να τους μεταγράψουμε από την αραβική γραφή στη λατινική γραφή, τη σύγχρονη γραφή της τουρκικής γλώσσας και από εκεί και πέρα ξεκινάνε οι γνώσεις τους. Λοιπόν συγχαρτήρια κυρία Παναγιωτάκη και γι' αυτό. Υπάρχει μικρόφωνο, όποιος θέλει. Υπάρχει διάθεση στο μικρόφωνο. Θέλω μια και ανέβηκα στο βήμα, αμέσως θα σας δώσω. Μια και ανέβηκα στο βήμα να σας πω ότι περιμένει, σας παρακάλω θα σας δώσω το λόγο. Χαιρετίζομαι την κυρία Αριστεία Πλεύρη Αντιδήμαρχο Πολιτισμού που παρεβρίσκεται στη συνεκδήλωσή μας. Η επόμενη ομιλία θα είναι το επόμενο Σάββατο από τον καθηγητή κ. Στέφανο Κακλαμάνη, ο οποίος θα μιλήσει για τους αδερφούς Κορνάρους στην περίοδο του πολέμου. Είναι μια ομιλία για τους νεαρούς αδερφούς Κορνάρους. Ο Κακλαμάνης είναι σπουδαίος ομιλητής. Θα σας καταπλήξει και θα περάσετε δύο ευχάριστοις ώρες και θα μάθετε και για τη ζωή του Βιτσέντου Κορνάρου και των αδερφών του σε νεαρή ηλικία. Υπάρχουν κάτι μπλε καρτελάκια έξω που είναι η πρόσκηση για την επόμενη ημερομηνία. Υπάρχει ένα σημείωμα για να αφήστε το ηλεκτρονικό σας ταχυδρομείο, αν θέλετε να σε ενημερώνουμε, ταχυδρομικός. Και τώρα θα δώσω το λόγο στον πολίτη μας. Τα στενά δρομάκια εδώ στο Ηράκλειο, ποιος τα έφτιαξε? Εγώ κάθομαι στην οδό του Σουδερών, αυτοκίνητο δεν περνά και πολλές φορές δοριζόμαστε να μεταφέρομαι τα πράγματά μας. Να σας απαντήσω πάρα πολύ εύκολα. Τα στενά αυτά δρομάκια φτιάχτηκαν από την περίοδο που ξεχύθηκε η πόλη από τα τείχη, δηλαδή από τα τείχη τα μεσαιωνικά τα παλιά, δηλαδή ακόμη από την περίοδο της εναντικής κυριαρχίας. Από τη Βενετοκρατία είναι αυτά τα στενάκια, τα οποία δεν ήταν στενάκια απλά, εκεί πέρα ήταν ύπεθρος πλέον, ήταν όλα άχτιστα, οπότε όταν γέμισε η πόλη και άρχισαν να αναπτύσσονται οι κάτοικοι να ξεχύνονται έξω από τα τείχη, έκτιζαν όπου έβρισκαν. Στη συνέχεια, όταν έχουμε την ανάπτυξη πλέον των προαστείων, αυτά τα σπίτια δεν τα κατεδάφησαν και έτσι παρέμειναν οι ίδιοι στενοί δρόμοι για τα ίδια σοκάκια. Άμα δούμε τους χάρτες, τους βενεσιανικούς χάρτες που είναι υποκλήμακα, είναι 3-4, υπάρχουν πάρα πολύ και είναι πάρα πολύ σημαντικοί, αλλά είναι 3-4 από αυτούς που είναι με κλήμακα και αν τους βάλουμε αυτούς, αν βάλουμε το σημερινό Ηράκλειο πάνω σε αυτούς τους χάρτες, θα δούμε ότι τα στενάκια είναι ακριβώς τα ίδια. Τρυφίτσου, Τσουδερών, Ρενιέρι, όλη αυτή η περιοχή σας εκεί πέρα, δεν έχει ελάξει τίποτα. Και από μία άποψη, εσείς οι κάτοικοι που είστε εκεί, θα μπορούσατε να πείτε ότι μα γιατί να μην γίνουν διβρύσεις και τα λοιπά. Εγώ θα σας έλεγα ότι είστε πάρα πολύ τυχεροί που ζείτε ακόμα σε γειτονιές και δεν ζείτε σε κουτιά όπως κάποιοι άλλοι που χάσαμε αυτό το τεράστιο πλεονέκτημα. Αν είναι εύκολο να δείξουμε πάλι την τελευταία ερωφωτογραφία που είναι ακριβώς ο ίδιος πολοδομικός ιστος με εκείνα τα χρόνια. Δηλαδή είναι εντυπωσιακό πόσο ο πολοδομικός ιστος του Ιρακλείου έχει παραμείνει ο ίδιος και έξω από τα τύχη αναπτύσσονταν άναρχα δομημένες μικρές γειτονίτσες. Αλλά ουσιαστικά είναι ακριβώς τα ίδια. Εύκολο είναι αυτό. Καλησπέρα. Εντάξει θα κατάφερα. Στην φωτογραφία αυτή φαίνεται τι δείχνουμε εδώ πέρα. Αυτά είναι δύσκολα. Ο κ. Ρωμαντός μας συμβουλεύει κλικ στην εικόνα. Εδώ βλέπουμε καλά τα τύχη. Αυτή όλη η περιοχή που βλέπετε εκτός τυχών άρχισε να αναπτύσσεται και να γίνονται πλέον οικοδομικά τετράγωνα και επέκταση δίου πόλεως εκτός τυχών. Μετά, παρακαλώ, την εγκλησιατική καταστροφή. Δηλαδή πολύ μετά το 30 άρχισε να γίνεται όλη αυτή σταδιακά να χτίζεται. Οπότε, προς το πρόγραμμα δεν ασχολούμαστε με το εκτός τυχών. Βλέπουμε όμως ότι εδώ είναι ο Κούλες, όπως βλέπετε, ο κόλπος του Δεραματά. Αυτή εδώ ο δρόμος, αυτή η χάραξη είναι η Δεδάλλου, αυτή είναι η 25ης Αυγούστου, η Πύλη Βορτώνε θα ήταν εδώ και η Χάνδακος. Αυτό εδώ, όλο το κομμάτι λοιπόν, είναι η παλιά πόλη, έτσι όπως φαίνεται και στους Βενεσιανικούς χάρτες. Αυτά εδώ, αυτή εδώ η χάραξη, οι αμέσως επόμενοι, που είναι εκτός των μεσαιωνικών τυχών, είναι τα πρώτα προάστια, δηλαδή η πρώτη επέκταση της πόλης έξω από τα τείχη από κατοίκους που θέλενε να είναι κοντά στο κέντρο της πόλης, δεν χωρούσανε πλέον να είναι μέσα, οπότε άρχισαν να χτίζουν κάποιους πυρήνες με ένα σχήμα τριγωνικό όπως βλέπετε, περίπου τριγωνικό ή μυστηλικό, κάπως έτσι, με βάση το μεσαιωνικό τείχος. Αυτό έγινε στη Δετρυβζεντική περίοδο και όσο μετά την εγκατάσταση των Βενετών, αρχίσαν τα προάστια αυτά να αναπτύσσονται και να δημιουργούνται σπρολαδικοί πυρήνες εδώ, που είναι η δική σας περιοχή, τον κύριο που με ρώτησε, έτσι, εδώ, καλά δείχνω, στην Αγία Τριάδα, βλέπετε πόσο πληκνοκατοικημένα είναι στο Λάκο, και φυσικά στην άλλη περιοχή, υποβαθμισμένη επίσης, που είναι μεταξύ Χανιόπορτας και Πανανίου. Η διαμόρφωση αυτή παρέμεινε σε όλη την Βενετωκρατία, σε όλη την Ουθωμανική περίοδο, σε όλη την κρετική πολιτεία, και άρχισε να αλλειώνεται με το σχέδιο του πόλους του 1936. Ευτυχώς, για εμένα, μπορεί άλλοι να διαφωνούν, ευτυχώς για εμάς δηλαδή, για το Ηράκλειο, δεν ισοπεδόθηκαν όλοι αυτοί οι πυρήνες, και τουλάχιστον μπορούμε να πούμε ότι κάποια γραφικότητα έχει μείνει ακόμη στα παλιά σοκάκια. Και ελπίζω να παραμείνει. Τώρα, η Μελέτη Ενάπαλση της Παλιάς Πόλειας προβλέπει τη διατήρηση των πυρήνων αυτών, και μακάρι να τελειώνει, επιτέλους, να δούμε πώς θα ευρωμωστεί. Το θέμα της διάλέξης είναι τα μνημεία της παλιάς πόλης του Ηρακλείου, και επειδή, όπως είπε και η κ. Παναγιωτάκη, δεν περιλαμβάνει τις εκκλησίες, αφήνει απ' έξω και τα τείχη, κανείς μένει στο τέλος με την εντύπωση ότι το Ηρακλείο δεν έχει και τίποτα σοβαρά πράγματα για να κρατήσει από το παρελθόν του. Η συζήτηση έτσι όπως εξελίχθηκε βάζει το πράγμα στη σωστή του διάσταση, διότι αν μιλήσουμε για χαρακτήρα της πόλης του Ηρακλείου και ιδιαίτερα της παλιάς πόλης του Ηρακλείου, δηλαδή της εντός των δειχών, το κύριο χαρακτηριστικό δεν είναι τόσο τα μεμονωμένα μνημεία, όσο είναι ο πολοδομικός ιστος. Σε αντίθεση με τα μνημεία που είτε οι Ηρακλειώτες είτε οι Συσμοί τα κρεμίσανε και έτσι έχουμε ελάχιστα δείγματα, ο πολοδομικός ιστος όπως είπατε και εσείς σε πολύ μεγάλο μέρος σε τρεις τέσσερις γειτονιές, δηλαδή Αγία Τριάδα, περιοχή του Πανανίου και του πολιτιστικού κέντρου και περιοχή της Παιδιάδας και λοιπά, σε πολύ μεγάλο βαθμό διατηρείται και αυτό είναι ένας πλούτος που το Ηράκλειο δεν πρέπει να τον καταστρέψει. Είναι ένας τρομερός πλούτος, όλα όσα βασιστήκανε την προπολεμική και την αμέσως πρώτη μεταπολεμική περίοδο στην αντίληψη να περνάνε τα αυτοκίνητα, όλα αυτά καταστρέφουνε την διαχρονική πολιτιστική και πολοδομική παράδοση του Ηρακλείου και αυτά που μασμένουν είναι πολύ σπουδαία να κρατηθούν για να μείνει το διαχρονικό Ηράκλειο, το οποίο το διαχρονικό Ηράκλειο πρώτα πρώτα είναι το Ηράκλειο, που εγώ καταλαβαίνω σε αντίθεση με τον κ. Ρωμάνο γιατί κρατήθηκε το όνομα αυτό, κρατήθηκε γιατί το Ηράκλειο είναι το επίνιο της γνωσσού και είναι η πηγή δύναμης αυτής της περιοχής, το Ηράκλειο. Αν θέλει τώρα κανείς να αναδείξει αυτό που δεν έχει το Ηράκλειο, ένα χαρακτήρα πολιτιστικό, πολοδομικό, ιστορικό, τα μέσα εξακολουθούν να υπάρχουν και είναι αυτές οι γειτονιές στις οποίες αναφερθήκατε. Δεν έχω καταλάβει ποια είναι η ερώτηση. Ευχαριστούμε τον κ. Ρωμάνο. Δεν είναι ερώτηση, είναι άποψη. Νίκο, συμφωνούμε απολύτως, αλλά το θέμα μας σήμερα ήταν τα κάποια... Δεν συμφωνείτε. Για ποιο? Το κάνει ερώτηση. Ναι, είναι ερώτηση. Τι, αν συμφωνώ με το πρέπει να δείτε. Επειδή δεν ακούστηκε σαν ερώτηση, το κάνω ερώτηση. Όχι, λέω συμφωνώ με την άποψη σου. Δεν είπαμε την ερώτηση. Βεβαίως και συμφωνώ και γι' αυτό απάντησα και όπως απάντησα στον κύριο που ρώτησε προηγουμένως. Δηλαδή αλλείμουν όμως και χάσουμε το πολυδρομικό ιστό. Απλά σήμερα το θέμα μας δεν ήταν αυτό. Σήμερα το θέμα μας ήταν ότι έχουν καταστραφεί μημεία που καθόριζαν την ταυτότητα της πόλης πέραν του πολυδρομικού ιστού. Σε μια πόλη στην Αθήνα, για να πάρω ένα ακριό παράδειγμα, την πρωτεύουσά μας. Υπάρχουν οι απίστευτες γειτονιές αλλά υπάρχουν και τα μνημεία. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τα μεν και να δώσουμε έφαση στα δε όπως και το αντίστροφο. Επειδή έχουμε ήδη μιλήσει, εγώ τουλάχιστον προσωπικά, έχω μιλήσει πάρα πολλές φορές για το πολυδρομικό ιστό του Ηρακλίου. Θεωρήσαμε ότι είναι χρήσιμο να ξέρουμε ότι γι' αυτό και δείξαμε φωτογραφείς παλιές. Δηλαδή θα μπορούσα πάρα πολύ ωραία να σας δείξω το ερήπιο του Μιλιαρά, το σημερινό, το οποίο το έχω, το συναντάμε όλοι, αλλά δεν ξέραμε πώς ήταν. Και δυστυχώς ήτοισα μην μπαίει. Κάτι τα οποία είναι επίκαιρα γιατί συναντάμε κάθε μέρα μπροστά μας και αύριο δεν θα τα έχουμε. Και σκοπός μας είναι να παραμείνουν αυτά τα οποία πέραν του πολυδρομικού ιστού, πέραν των συνοικιών, που πρέπει, δηλαδή είναι υποχρέωση πλέον, να παραμείνουν και να υπάρχει το Ηράκλειο, εντάξει. Αλληλή μόνο αρχίσουμε και γάνουμε και αυτά. Εξαφανίζεται κάθε ταυτότητα της πελιάς πόλης. Και στόχος πάνω από όλα ήταν να δείξουμε πώς θα μπορούσε να είναι το Ηράκλειο. Δηλαδή, ποια ήταν τα μνημεία, έστω τα κοσμικά μνημεία, όχι τα εκκλησιαστικά ή τα τείχη, οι κατοικίες, ο τρόπος της καθημερινής ζωής έστω και της ανερχόμενης αστικής τάξης ή της άρρωσας τάξης και πώς θα μπορούσε να είναι το Ηράκλειο σήμερα, αν όλα αυτά είχαν διατηρηθεί σωστά. Λοιπόν, αν η ερώτησή μου, αν η τοποθέτησή μου πήρε την μορφή, θεωρήθηκε κριτική, γιατί δεν ήταν καθόλου κριτική. Όχι, όχι, όχι, καθόλου, καθόλου. Είσαι, είσαι, ευχαριστώ. Οι κυρίες έχουν αρκετό μυαλό και κατάλαβαν το νόημα. Μια χαρά και είμαστε σύμφωνοι. Δηλαδή, εγώ απλώς συμπλήρωσα αυτό που είπες εσύ. Είπατε ότι το Ηράκλειο του άλλαξε πολύ το 1856, ο σεισμός. Ναι. Τότε πόσους κατοίκωσισε περίπου η πόλη? Γύρω στις 25.000. 25.000. Τι άλλο είναι αυτό που χάλασε, δηλαδή, ποιες άλλες παρεμβάσεις είναι αυτές που έγιναν, δηλαδή, όπως έγινε του κούλετ, το δεύτερο κομμάτι του κούλετ, που έχει καταστραφεί. Αυτά με τι παρεμβάσεις χαλούσαν τότε, από την πολοδομία, τι ήταν αυτή που... Λοιπόν, το ήδη το επισήμανε η κυρία Παναλιουτάκη, ότι με επικριτικής πολιτείας θέλουν να εξαφανίσουν, υπήρχε μια τάση, τέλος πάντων, να εξηγιανθεί η πόλη, να γίνει μια πόλη ευρωπαϊκών προδιογραφών μεγαλού, πολλοί είχαν έρθει μεγαλέμποροι, πλούσιοι εδώ πέρα από διάφορα μέρη της Ελλάδας, και θέλανε να μετατρέψουν την πόλη σε μια πιο σύγχρονη πόλη. Από την άλλη μοτοσυκλέτα, υπήρχε και εντύληψε να εξαφανιστεί κάθε τύπο που θύμιζε τους Τούρκους. Αυτό, λοιπόν, οδήγησε σε αποφάσεις της Κριτικής Πολιτείας, που προέβλεπαν πολλά πράγματα που οδήγησαν στις καταστροφές αυτές, δηλαδή τη διάγνηση, για παράδειγμα, της Λεωφόρου Δημοκρατίας. Αυτό οδήγησε στην καταστροφή της πύλης του Αγίου Γεωργίου, την επέκταση του λιμάνιου, που οδήγησε στην καταστροφή του αρχικού λιμάνιου, με τον μπαζόματα κτλ. Θα μπορούσα να πω χιλιάδες τέτοια παραδείγματα. Αν θέλετε να πω κι άλλο, εγώ θα σας πω ό,τι θέλετε. Τα ρίγματα των τυχών. Τα ρίγματα των τυχών, εμφανίστηκε το φωτίγητο, δεν μπορούσαν να εξυπηρετεί. Δηλαδή τα τείχη, αυτά κάθε αυτά, είναι μια διάλεξη μόνη τους. Αλληλήμωνόμασαν σήμερα, πιάναμε τα τείχη και τους πυρήνες. Δεν θα μας έφτανε το απόγευμα. Λέω αυτό, γιατί έχουμε μάθει ότι το Ηράκλειο, η Κρίνη του Μορροζίνια, έρχονταν το νερό από τα σπήλια. Όχι από τα σπήλια, από το Καριδάκι, από τη Σύλαμο. Από τη Σύλαμο. Έχει μείνει ένα κομμάτι του αγωγού που κατεβαίνει από τα... Έχει μείνει ακόμα όρθιο στην Αγιού Στεφάνου και η Ελευθερίας Γωνία. Έχει μείνει ένα κομμάτι του αγωγού αυτήνου. Πολλά κομμάτια έχουν μείνει, σε σποραδικά. Καλό είναι να μην καταστραφεί αυτό, αν μπορείτε να προσέξετε. Ευχαριστώ πολύ το χρόνο σας. Να είστε καλά. Ευχαριστώ. Θέλει κάποιος άλλος να κάνει κάποια ερώτηση. Υπάρχοντος αιτέρου θέματος για τη συνεδρίαση. Με την παράδοση της κυρίες από μία έκδοση της Συράκλιας Πρωτοβουλίας. Το μήτο της Αριάννης της πρώτης σειράς και του διημέρου που κάναμε για το Σεφέρι. Και δύο βιβλίων που προσφέρει ο κ. Καλαϊτζάκης, μέλος της Πρωτοβουλίας. Ευχαριστώ. Αυτό είναι το δεύτερο έκδοση του Καλαϊτζάκη. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Μη χάσετε την επόμενη. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. |