σύντομη περιγραφή: Έχουμε σήμερα ένα θέμα σχετικά εύκολο, θα το έλεγα, διότι έχουμε συζητήσει πολλά από αυτά τα θέματα, σε άλλα μαθήματα, με άλλες αφορμές. Επομένως, νομίζω ότι θα το πάμε αρκετά γρήγορα αυτό το θέμα και στο τέλος έχουμε να παρουσιάσουμε και δύο εργασίες από τις παρατηρείς στα σχολεία. Έχουμε μπει στο κομμάτι της μεθόδευσης. Ήδη από το προηγούμενο μάθημα δώσαμε κάποια γενικά βέβαια στοιχεία για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, αν θυμάστε. Σήμερα πάλι θα θέσουμε με αφορμή το ζήτημα αυτό τα κριτήρια επιλογής, το οποίο είναι ένα πολύ βασικό ζήτημα στη διδακτική της λογοτεχνίας. Πώς επιλέγουμε τα κείμενα, πώς επιλέγουμε τα βιβλία, είναι βασικό. Με αφορμή λοιπόν αυτό το θέμα θα δώσουμε πάλι κάποιες βασικές μεθοδεύσεις και από το επόμενο μάθημα και θα ήθελα πραγματικά να το τονίσω ότι από το επόμενο μάθημα τα μαθήματα που αφορούν ακριβώς τη μεθόδευση είναι πάρα πολύ κρίσιμα. Θα ήθελα δηλαδή να μην λείπετε να κάνετε μια προσπάθεια να είστε στα επόμενα μαθήματα διότι είναι ακριβώς τα μαθήματα εκείνα στα οποία θα παρουσιαστεί ένα μοντέλο διδασκαλίας και όσες απορίες μπορεί να είχατε μέχρι τώρα επί του πρακτέου θα τις λύσετε πιστεύω στα επόμενα 2-3 μαθήματα. Λοιπόν όμως και αυτό το θέμα είναι η αρχή της όλης υπόθεσης δηλαδή για να κάνουμε μάθημα λογοτεχνίας χρειαζόμαστε κείμενα. Λοιπόν σήμερα τα κείμενα όπως ξέρετε ο εκπαιδευτικός τα βρίσκει στα ανθολόγια. Σήμερα δηλαδή ο εκπαιδευτικός δεν έχει τόση αγωνία για το ποια είναι τα κριτήρια επιλογής διότι τα βρίσκει τα κείμενα κάποιοι άλλοι έχουν επιλέξει τα κείμενα και τα έχουν βάλει μέσα στα ανθολόγια. Άρα λοιπόν είναι καιρός έχουμε πει διάφορα για τα ανθολόγια είναι καιρός όμως να δούμε λίγο το ζήτημα των ανθολογίων πιο συντεταγμένα γιατί τα ανθολόγια έχουν όπως βλέπετε και φαντάζεστε και πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Λοιπόν για να δούμε τα πλεονεκτήματα πείτε μου εσείς κάνα δυο πλεονεκτήματα ποιο είναι τα καλά του ανθολογίου. Γιατί δηλαδή τόσα χρόνια μιλάμε για αιώνες για δεκαετίες το μάθημα της λογοτεχνίας γινόταν με ανθολόγια ποιο είναι το βασικό πλεονέκτημά τους. Πρώτα πρώτα με την ενδυνατότητα των ανθολογιστικών έχει μια συγκεκριμένη βάση κοινωνών η οποία έχει μεγάλο υλικό μέσα. Το υλικό αυτού πρέπει να το βρει άμεσα από εκεί χωρίς να χρειαστεί να ψάξει σε διάφορα εργασία. Άρα έχει μια πρακτικότητα επειδή είναι προσβάσιμος σε όλους και το έχουν όλοι δωρεάν. Το ότι είναι ποιοτικό το υλικό είναι ένα πλεονέκτημα αλλά από πού τεκμέρεται δηλαδή την ποιότητα ποιος την εγγυάται. Ποιος την εγγυάται δηλαδή γιατί είναι ποιοτικό επειδή έχει δημιουργηθεί με βάση το λογοτεχνικό κανόνα από ανθρώπους που γνωρίζουν το λογοτεχνικό κανόνα. Έτσι δεν είναι δηλαδή είναι οι άνθρωποι που το δημιουργούν οι οποίοι προφανώς είναι αξιοαπιστή για να τους αναθέσει το υπουργείο να φτιάξουν έναν θολόγιο σημαίνει ότι έχουν τις δυνατότητες να το φτιάξουν. Έχουν δηλαδή τα εχέγγια και βέβαια ότι γνωρίζουν το λογοτεχνικό κανόνα και ότι φτιάχνουν έναν θολόγιο σύμφωνο με το λογοτεχνικό κανόν. Αυτή είναι η διαδικασία η οποία εξασφαλίζει την ποιότητα. Τι θα λέγατε πάνω σε αυτό, κάτι θα λέγατε. Θέλω να πω ότι αυτό δεν πρέπει να πω ειδικότητες γιατί κάθε κίνδυνο δεν μπορεί να είναι δηρυασσό από τον κασοδότηση γεγραφέα του. Επομένως το κατά πόσο είναι βιοητικό ή όχι εξαρτάται από τις φάσεις που θέτει και το Πεδραγωγικό Συντρούτο και της Βιβλίδου. Οι οποίες φάσεις αλλάζουν με τα καιρός, αλλάζουν με το σανατορισμό που θέλουν να έχει πέραση. Ο συνάδελφός σας βάζει ακριβώς ορισμένα ζητήματα που περιορίζουν μάλλον αυτήν τη βεβαιότητα του ποιοτικού. Δηλαδή θέλει να μας κάνει να σκεφτούμε ότι το ποιοτικό είναι και θέμα υποκειμενικό και ότι το Πεδραγωγικό Συντρούτο είναι ας το πούμε ο ανώτατος κριτής που βάζει και τις προϋποθέσεις για να εργαστούν οι επιτροπές, αλλά και κρίνει το αποτέλεσμα των επιτροπών, το προϊόν δηλαδή το ανθολόγιο και το εγκρίνει ή δεν το εγκρίνει. Αυτά όλα είναι σωστά, είναι δηλαδή μια διαδικασία που ήθελα να την ξέρετε πως είναι αυτή η διαδικασία και ότι καμία διαδικασία από εκεί και πέρα, νομίζω το καταλαβαίνουμε όλοι αυτό, δεν είναι αδιάβλητη, δεν είναι τέλεια κτλ. Επίσης έρχονται πάρα πολύ παράγοντες που μπορεί να δυσκολέψουν τα πράγματα. Άρα λοιπόν να συμπυκνώσουμε, τα πλεονεκτήματα των ανθολογίων είναι ότι δεν χρειάζεται να ψάχνουν οι εκπαιδευτικοί, αυτό είναι μια ευκολία, δηλαδή αυτό είναι και κακό, δηλαδή το να μην ψάχνει ένας άνθρωπος δεν είναι καλό πράγμα, διότι ψάχνοντας μαθαίνεις και ψάχνοντας ενημερώνεσαι, διότι αν δεν έχεις άλλο κίνητρο να ενημερωθείς, ας πούμε για το τι βγαίνει στην παιδική λογοτεχνία, σημαίνει ότι δεν θα παρακολουθήσεις τίποτε, έτσι δεν παρακολουθείς τίποτα. Αν δεν έχεις και παιδιά δικά σου, όσοι έχουν παιδιά δικά τους παρακολουθούν κάπως γιατί αγοράζουν βιβλίες στα παιδιά τους κτλ. Αν δεν έχεις και παιδιά δικά σου και δεν σου ζητάνε από τη δουλειά σου να είσαι ενημερωμένος να διαλέγεις κείμενα, βιβλία κτλ τότε μπορεί και να μην ενημερώνεσαι και ποτέ. Άρα λοιπόν να τα βλέπουμε από όλες τις πλευρές. Οι μαθητές και του πιο απομακρυσμένου χωριού έχουν στη διάθεσή τους λογοτεχνικά κείμενα, αυτό κάποτε είχε πολύ μεγάλη σημασία και ίσως ήταν και το πιο μεγάλο πλεονέκτημα των ανθολογίων. Διότι ήμασταν μια χώρα με μια δύσκολη γεωγραφική όψη, δηλαδή υπάρχουν πράγματι πολλά απομονωμένα χωριά, ορεινά νησιά κτλ. Και επίσης ήμασταν πάντοτε μια φτωχή χώρα και υπήρχαν πάρα πολλά σπίτια και πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν είχαν πρόσβαση στα βιβλία. Άρα λοιπόν το να παίρνει ένα παιδί δωρεάν το ανθολόγιο ήταν κάτι πολύ σημαντικό. Δεν είμαστε σε αυτή τη θέση πια γενικότερα, δηλαδή το παιδικό βιβλίο σήμερα έχει μια πολύ μεγάλη διάδοση. Πολλές φορές εκπλήσουν τα επαρχιακά σχολεία ακριβώς επειδή είχαν την έλλειψη πολλές φορές τώρα πια την έχουν υπερκεράσει αυτή την έλλειψη και έχουν ακόμα και περισσότερα πολλές φορές εποπτικά μέσα βιβλιοθήκες και λοιπά από τα σχολεία των πόλεων. Και σήμερα επίσης έχουμε και το διαδίκτυο τα λέγαμε την περασμένη φορά που έχει πολλά βιβλία σε ψηφιακή μορφή. Λοιπόν, άρα αυτό ισχύει πάλι και αυτό εν μέρει ισχύει και αυτό που είπατε ότι διαθέτουν τα κείμενα αυτά μια εγγυημένη ποιότητα. Για να δούμε τώρα τα μειονεκτήματα των ανθολογίων τα οποία τα ξέρετε νομίζω εσείς. Τα έχουμε πει και άλλες φορές απλώς θέλω λίγο να τα συγκεντρώσουμε. Λοιπόν, για να ξεκινήσει κάποιος. Λοιπόν, ένα μειονέκτημα ορίστε. Ίσως κάποιο κείμενο ακόμα και αν έχει επιδιότητα μπορεί να μην κατανοεί τα παιδιά και να τα δυσκολέψει να τους κάνει αδιάφωνο. Στα συγκεκριμένα παιδιά έχουμε μια τάξη με συγκεκριμένα παιδιά. Δεν μιλάμε γενικά. Ξέρετε στα κριτήρια πάντα έχουμε τα κριτήρια που σήμερα συζητάμε αφορούν συγκεκριμένους ανθρώπους πάντα, συγκεκριμένα παιδιά. Άρα λοιπόν στη συγκεκριμένη τάξη που έχουμε μπορεί τα κείμενα αυτά, ένα κείμενο ή περισσότερα κείμενα να μην είναι καθόλου ταιριαστά. Να μην αρέσουν, να μην κάνουν, να μην, να μην, να μην. Να είναι δύσκολα και τα λοιπά. Άρα λοιπόν οι τάξεις σε όλη την Ελλάδα, η τετάρτη τάξη, η πέμπτη τάξη, πάρτε όποια θέλετε, δεν είναι οι ίδια τα παιδιά. Και ειδικά τα τελευταίες δεκαετίες έχουμε πάρα πολλές διαφοροποιήσεις όπως ξέρετε στο μαθητικό πληθυσμό. Πάρα πολλές λόγω της μετανάστευσης, των ξένων και πολλά άλλα. Είμαστε πιο ευαίσθητοι στις διαφοροποιήσεις του μαθητικού πληθυσμού και επομένως δεν είναι δυνατόν το ίδιο κείμενο να κάνει από τον Εύρω μέχρι την Κρήτη και από το κέντρο των πόλεων μέχρι τα χωριά και οπουδήποτε αλλού. Θα σας πω ένα παράδειγμα, ξέρετε πολλοί από εσάς που έχω δουλέψει για χρόνια στο πρόγραμμα Μουσουλμανοπέδων της Τράκης. Όταν λοιπόν ξεκινήσαμε, ένα από τα πρώτα πράγματα που είπαμε ότι θα κάνουμε είναι ότι θα προτείνουμε άλλα λογοτεχνικά κείμενα. Δεν μπορούσαν οι Μουσουλμάνοι μαθητές να κάνουν μάθημα λογοτεχνίας με τα ίδια κείμενα και από άποψη γλωσσική αλλά και από άλλες απόψεις. Θρησκευτικά κείμενα, κείμενα που έχουν σχέση με θρησκεία, κείμενα που έχουν σχέση με τους Τούρκους, κείμενα που δεν σέβονται την διαφορά του μαθητή. Ο μαθητής μπορεί να έχει άλλη κουλτούρα. Δεν μπορεί το ίδιο ανθολόγιο να κάνει για όλους τους μαθητές της Ελλάδας. Άρα λοιπόν αυτό που προϋποθέτουν τα ανθολόγια ότι υπάρχει ένας μέσος όρος μαθητή, σήμερα η παιδαγωγική δεν το δέχεται ότι υπάρχει ένας μέσος όρος. Ειδικά στην ανάγνωση δεν υπάρχουν παιδιά μέση ώρη. Στα μαθηματικά επειδή είναι μία γνώση που κτίζεται ή σε άλλα μαθήματα λες ότι ο μαθητής της τετάρτης έχει μάθει αυτά που είχε το βιβλίο της τρίτης και της τρίτης έχει μάθει αυτά που είχε το βιβλίο της δευτέρας. Έτσι κανονικά. Στην ανάγνωση όμως και στη λογοτεχνία δεν μαθαίνεις κάτι. Δεν είναι μία γνώση. Ένα κείμενο μπορεί να κάνει για ένα παιδί της έκτης δημοτικού και να κάνει και για ένα παιδί της τρίτης δημοτικού. Ή ένα παιδί της τρίτης της έκτης να χρειάζεται ένα κείμενο που το διαβάζει άνετα ένα παιδί της δευτέρας. Διότι έχει άλλα θέματα, άλλα προβλήματα, με πολλά άλλα ζητήματα γλωσσικά και τα λοιπά, μην τα ξαναλέω. Άρα λοιπόν αυτό το θέμα της διαφοροποίησης του μαθητικού πληθυσμού, τα ανθολόγια δεν μπορούν να το καλύψουν. Άλλο μειονέκτημα. Ορίστε. Πολλά από τα κείμενα που έχουν τα ανθολόγια δεν είναι ολόκληρα, δηλαδή είναι αποσφασματικά. Και αυτό δεν είναι καλό. Γιατί δεν είναι καλή η αποσφασματικότητα. Έτσι ότι τα πεζά κείμενα σχεδόν το 90% είναι αποσφασματικά. Τα πείματα βέβαια επειδή είναι μικρά, είναι ολόκληρα συνήθως. Αλλά τα πεζά είναι όλα αποσφασματικά σχεδόν. Και λέει εδώ η συμφιτήτριά σας ότι δεν είναι καλό πράγμα η αποσφασματικότητα. Γιατί δεν είναι καλό πράγμα η αποσφασματικότητα. Τι δημιουργεί. Γιατί οι μαθητές τα μαθητρήτρια με αυτόν τον τρόπο δεν μπορούν να εξάχουνε να βγάλουν μια ολοκληρωμένη εικόνα. Μπορεί να είναι κείμενα ψηλειοπέα και γι'αυτό όλα το πλαίσιο του φάγχιου. Δεν μπορούν να βγάλουν ολοκληρωμένο νόημα. Και να έχουν μια συνολική εικόνα για το έργο τέχνης. Το κείμενο είναι ένα έργο τέχνης. Ακόμα και αν είσαι ο πιο έμπειρος αναγνώστης και αν είσαι ενήλικας και σου δώσουνε ένα απόσπασμα θα δυσκολευτείς πάρα πολύ να βγάλεις νόημα. Τα νοήματα που βγάζεις από ένα απόσπασμα θα τα χαρακτήριζα τεχνητά. Είναι τεχνητά νοήματα δηλαδή με το ζόρι προσπαθείς να βγάλεις ένα νόημα επειδή πρέπει. Ενώ όταν έχεις ολόκληρο ένα κείμενο το νόημα βγαίνει με ένα φυσικό τρόπο. Στο ολόκληρο κείμενο ακόμα και αν κανείς δεν σου ζητήσει κάτι να κάνεις ή να πεις κάποιο νόημα βγάζεις. Ακριβώς μέσα από αυτή την ολοκλήρωση. Λοιπόν η αποσπασματικότητα είναι πάρα πολύ κακό πράγμα. Ακριβώς γιατί εμποδίζει τη νοηματοδότηση και γιατί δεν βοηθάει στην κριτική ικανότητα. Η κριτική ικανότητα δεν μπορεί να αναπτυχθεί με απόσπασμα διότι σου λείπει όλα αυτά που είπατε. Το πλαίσιο, ένα σωρό πράγματα, η σχέση που μπορεί να αναπτύσσει το κείμενο με άλλα κείμενα. Όλα αυτά που λέγαμε όταν κάναμε για το γραμματισμό αν θυμάστε. Λέγαμε κάποια βασικά στοιχεία του γραμματισμού. Λοιπόν όλα αυτά τα βασικά στοιχεία του γραμματισμού με τα αποσπάσματα δεν μπορούν να αναπτυχθούν. Άλλο μειονέκτημα, κάτι άλλο. Ορίστε, Μαρία. Συνήθως δεν περιλαμβάνονται όλες τις κατηγορίες του λογοτεχνικού σημερινού. Ποια κατηγορία δεν περιλαμβάνεται. Δεν περιλαμβάνεται τα σύγχρονα. Μια στιγμή με τις τωρίματα. Μια στιγμή με τις τωρίματα υπάρχουν και παλιότερα δεν όλα σύγχρονα. Άρα δύο πράγματα λες τώρα. Λες δύο πράγματα και τα μπερδεύεις τα δύο μεταξύ τους. Το ένα είναι ότι λέει η Μαρία δεν περιλαμβάνονται όλα τα είδη. Παραδείγματος χάρη το μεγάλο είδος που είναι το μυθιστόριμα. Δηλαδή δεν μπορεί το παιδί μέσα από ανθολόγια δεν έρχεται ποτέ σε επαφή με το μυθιστόριμα. Και λέει η Μαρία όμως είπε και άλλο κόμμα ένα στοιχείο. Τα πολύ σύγχρονα είπε. Δηλαδή τα ανθολόγια όπως καταλαβαίνετε δεν μπορούν να βγαίνουν κάθε χρόνο. Αυτά που έχουμε τώρα ας πούμε έχουν τουλάχιστον 10 χρόνια ζωή. Παλιότερα είχαμε και 20-25 χρόνια τα ίδια ανθολόγια. Αλλά ακόμα και έτσι επειδή ακριβώς υπάρχει αυτή η δέσμευση ας πούμε του λογοτεχνικού κανόνατου να έχει κάποια ο συγγραφέας κατωχυρωθεί αξία του και όλα αυτά. Σημαίνει ότι όλα αυτά τα κείμενα είναι λίγο παλαιότερα. Άρα η πιο καινούργια λογοτεχνία ποτέ δεν περνάει στα ανθολόγια. Ένα καινούργιο βιβλίο, ένα βιβλίο τριών ετών, πέντε ετών είναι πολύ δύσκολο να περάσει στα ανθολόγια. Άρα δηλαδή οι σύγχρονοι γιατί τα καινούργια βιβλία μας μιλάν και για τη σύγχρονη ζωή. Η σύγχρονη ζωή δεν περνάει εύκολα στα ανθολόγια. Γι' αυτό και όλοι μαθητές νομίζουνε, η εικόνα που τους δημιουργείται όταν τελειώνουνε ας πούμε την εκπαίδευση, είναι ότι η λογοτεχνία μιλάει όλο για το παρελθόν. Ότι η λογοτεχνία μιλάει όλο για παλαιότερες κοινωνίες, για παλαιότερες εποχές. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι η λογοτεχνία μιλάει και για την εντελώς δική μας εποχή, την Τωρινή. Που έχουμε σήμερα ήδη μια πολύ μεγάλη λογοτεχνική παραγωγή που μιλά για την κρίση. Που μιλάει για τη ζωή μας μέσα στην κρίση. Που είναι αυτό τώρα, τα παιδιά δεν θα θέλανε να διαβάσουν κείμενα για την κρίση. Για να είναι κάτι αξιόλογο, πρέπει να περάσει κάποια χρόνια που όταν έχει γίνει. Όσο καλό κι αν είναι, κανείς δεν δέχεται τη λογική του ότι μπορεί να δημιουργηθεί τώρα. Ναι, σωστά. Βέβαια, γιατί οι μαθητές μας μέσα στο σχολείο δεν παίρνουν αυτό το μήνυμα ότι η λογοτεχνία μιλά για τη σύγχρονη ζωή. Νομίζουν καμιά φορά ότι σήμερα, ας πούμε, δεν υπάρχουν ποιητές που να γράφουν σήμερα πείμματα, ότι όλοι οι ποιητές είναι πεθαμένοι. Σήμερα έχουμε πάρα πολλούς και καλούς ποιητές. Λοιπόν, και αυτό επειδή τους περνάει ως μήνυμα, όταν αποφυτούν από το σχολείο μετά τα 20, ξέρω εγώ, που είναι ελεύθεροι αναγνώστες, δεν παρακολουθούν, δεν τους έχει γίνει συνήθεια να παρακολουθούν τα βιβλία, τα καινούρια που βγαίνουν, τη σύγχρονη παραγωγή και να βρίσκουν εκεί αναγνώσματα που μιλούν για τη σύγχρονη ζωή. Υπάρχει αυτό το έλλειμμα, λοιπόν, το οποίο, όπως το ανέπτυξε ο συνάδελφός σας, έχει να κάνει και με τον τρόπο ακριβώς που φτιάχνεται ο λογοτεχνικός κανόνας. Και γι' αυτό τότε λέγαμε για το λογοτεχνικό κανόνα. Ορίστε. Αυτό όμως το τελειώσουμε, δηλαδή αν δεν είναι ολίκτρος. Εννοείται, αυτό είναι εκεί που θα φτάσουμε, έτσι, αυτό που θα πούμε, που θέλουμε για το μέλλον, έτσι. Λοιπόν, να ολοκληρώνουμε αυτά με τα ανθολόγια. Δεν ταιριάζουν στους όλους τους μαθητές, και ειδικά σ' αυτούς που έχουν διαφορετική γλώσσα. Ακολουθούν τον κανόνα και αποκλείουν κείμενα πολλών ειδών, που όμως μπορεί να είναι ελκυστικά και ωφέλημα. Περιέχουν κυρίως αποσπάσματα, βλέπετε, όλα τα είπατε. Αποκλείουν το μυθιστόριμα. Α, αυτό δεν είπαμε. Οι ερωτήσεις που έχουν κάτω από το κείμενο, σχολιοποιούν τη λογοτεχνία και μεταμορφώνουν το λογοτεχνικό κείμενο σε μάθημα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, δηλαδή ακόμα και αν είχαμε ανθολόγια, καλό θα ήταν να μην είχαν τις ερωτήσεις από κάτω. Διότι δημιουργείται ένα φορμάτ που το ξέρουν τα παιδιά και από τάλλα τους μαθήματα, ότι δηλαδή έχεις ένα κείμενο. Τα παιδιά το λένε μάθημα και πολύ δάσκαλοι παιδιά δεν το λένε κείμενο, το λένε μάθημα. Να διαβάσουμε τώρα το μάθημά μας λένε και το μάθημά μας είναι ένα λογοτεχνικό κείμενο, όμως δεν το λένε ούτε κείμενο ούτε λογοτεχνικό κείμενο. Το λένε το μάθημά μας που είναι ακόμα χειρότερο. Λοιπόν, αλλά ακόμα και αν το πούνε σωστά οι δάσκαλοι κείμενο, τα παιδιά το προσλαμβάνουν ως μάθημα. Και βέβαια το ότι βλέπουν τις ερωτήσεις τους βάζει αμέσως σε μία κατάσταση μαθητή, δηλαδή τοποθετούνται αμυντικά. Ξέρετε τι εννοώ ε, δηλαδή τώρα τι θα γίνει μετά της την ανάγνωση θα με ρωτήσει ερωτήσεις. Ορίστε, να ταις υπάρχουν από κάτω. Άρα λοιπόν εγώ τώρα τι θα απαντήσω αν με ρωτήσει και μπαίνουν σε αυτή τη λογική και πάβουν να παρακολουθούν το κείμενο την ανάγνωση δεν είναι αναγνώστες. Είναι μόνο μαθητές, μπαίνουν στο ρόλο του μαθητή. Λοιπόν αυτό σημαίνει σχολιοποίηση της λογοτεχνίας. Και βέβαια τέλος δεν είναι αισθητικά τα βιβλία παρόλο που βέβαια έχουν πάρα πολύ βελτιωθεί τα τωρινά ανθολόγια σε σχέση με παλιότερα. Όμως και πάλι δεν έχουν καμία σχέση με τα βιβλία τα πραγματικά βιβλία που κυκλοφορούν στο εμπόριο τα παιδικά βιβλία που πραγματικά μπορεί να ελκύσουν και να τραβήξουν το παιδί να τα διαβάσει. Παρόλα αυτά τα ανθολόγια τα έχουμε και μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε δεν τα χρηστεύουμε. Έτσι δεν τα χρηστεύουμε διότι μας προσφέρουν κείμενα. Αυτά τα κείμενα εμείς μπορούμε να τα πάρουμε από τα ανθολόγια και να τα αναπλαισιώσουμε όπως λέμε. Δηλαδή να τα αντιμετωπίσουμε σε άλλο πλαίσιο να οργανώσουμε το μάθημα διαφορετικά θα δούμε πως βέβαια δεν τα έχουμε πει αυτά. Να οργανώσουμε το μάθημα διαφορετικά και όταν θα το οργανώσουμε διαφορετικά μπορεί και τα κείμενα από τα ανθολόγια κάποια χρησιμότητα και κάποια αξιοποίηση να έχουν. Δεν μας πειράζουν. Κείμενα είναι. Οι ανθολογίες είναι καλό πράγμα. Το κακό είναι να βασιζόμαστε αποκλειστικά στα ανθολόγια. Λοιπόν τώρα και τι λέει λοιπόν το νέο πρόγραμμα για τα ανθολόγια. Λέει πρώτα πρώτα ότι αυτά τα τρία ανθολόγια που υπάρχουν στο δημοτικό τα αντιμετωπίζουμε ως μία ενότητα. Δηλαδή δεν λέμε είμαστε στη δευτέρα τάξη. Άρα πρέπει οπωσδήποτε να αξιοποιήσουμε κείμενα από το πρώτο ανθολόγιο. Είμαστε στη τετάρτη τάξη. Πρέπει να αξιοποιήσουμε κείμενα από το δεύτερο ανθολόγιο. Όχι από το πρώτο πια. Πάει το πρώτο. Ή το τρίτο ανθολόγιο όχι ακόμα. Είμαστε τετάρτη του χρόνου το τρίτο ανθολόγιο. Όχι δεν πάει έτσι. Λοιπόν άρα έχουμε αυτά τα τρία ανθολόγια. Πρέπει να αξιοποιούμε κείμενα από οποιοδήποτε ανθολόγιο για τη δουλειά μας. Αρκεί να ξέρουμε πώς θα το αξιοποιήσουμε και σε ποιο πλαίσιο θα το βάλουμε. Μέχρι εδώ τώρα. Θέλετε κάτι να ρωτήσετε για τα ανθολόγια. Κλείνουμε το κεφάλι των ανθολογίων. Πάμε σε ένα άλλο μάθημα. Δηλαδή οραματιζόμαστε ένα μάθημα στο οποίο ο δάσκαλος θα έχει τη δυνατότητα και το νέο πρόγραμμα σπουδών το έχει αυτό. Να διαλέγει όποια κείμενα θέλει και να τα φέρνει στην τάξη του. Άρα ο δάσκαλος γίνεται υπευθυνός για αυτή τη δουλειά. Η υπευθυνότητα αυτή είναι μια υπευθυνότητα που συνεπάγεται κάποια επιπλέον κόπο. Κάποιο κόπο εννοείται. Όμως παιδιά πρέπει να τη θέλουμε αυτή την υπευθυνότητα. Είναι οι υπευθυνότητες που αναβιβάζουν το κύρος ενός επαγγέλματος. Προσέξτε το αυτό. Σας το λέω δεν ξέρω αν μπορείτε τώρα να το καταλάβετε. Όσο θα μεγαλώνετε νομίζω θα το καταλάβετε καλύτερα. Το κύρος των επαγγελμάτων εξαρτάται από τις υπευθυνότητες που έχουν. Γι' αυτό το να είσαι διευθυντής έχει πιο πολύ κύρος από το να μην είσαι διότι έχεις υπευθυνότητες. Άρα λοιπόν τις υπευθυνότητες ο εκπαιδευτικός δεν πρέπει να τις αποφεύγει. Ίσα ίσα πρέπει να τις επιζητά. Και το να διαλέγεις κείμενα και να έχεις αυτό το δικαίωμα διότι προσέξτε μέχρι τώρα η πολιτεία που έδινε τα ανθολόγια και έλεγε μόνο τα ανθολόγια και τα λοιπά. Αυτό βέβαια τα τελευταία χρόνια ποτέ δεν το έλεγε μόνο τα ανθολόγια. Έδινε δυνατότητα να φέρνεις και πριν ό,τι κείμενο ή θέλεις. Πολύ παλιότερα όμως δεν άφηναν άλλα κείμενα. Λοιπόν, τι έκαναν στην ουσία η πολιτεία, τι έκανε, τι μήνυμα έστελνε ότι ο εκπαιδευτικός δεν είναι ικανός να διαλέγει. Δεν είναι ικανός, δεν έχει την ικανότητα να διαλέγει, οπότε διαλέγει η πολιτεία. Σήμερα αυτό δεν ισχύει. Αναγνωρίζεται η αρμοδιότητα και η ικανότητα του επιστήμονα εκπαιδευτικού. Είναι επιστήμονας ο εκπαιδευτικός σήμερα, όπως είναι όλοι οι επιστήμονες που βγαίνουν από την τέταρτο ετή πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αναγνωρίζεται λοιπόν η ικανότητα και η αρμοδιότητά του να διαλέγει τα κείμενα που θα διδάξει στο μάθημα της λογοτεχνίας και πιστεύω ότι και στα άλλα μαθήματα ακριβώς αναγνωρίζεται η ικανότητά του να συνθέτει το υλικό του μαθήματος μόνος του και να μην είναι δέσμιος του σχολικού βιβλίου. Λοιπόν, τώρα, λέγοντας αυτό, άρα διαλέγουμε μόνοι μας κείμενα, το θέμα είναι πώς τα διαλέγουμε και για να ξεκινήσουμε αυτή τη συζήτηση για τα κριτήρια, παίρνουμε ως βάση αυτό το τσιτάτο, αυτή την άποψη που είναι μια πολύ γνωστή άποψη στη θεωρία της ανάγνωσης. Δηλαδή, ότι για να πετύχει μια ανάγνωση πρέπει το κατάλληλο βιβλίο να συναντηθεί με τον κατάλληλο αναγνώστη την κατάλληλη στιγμή. Το καταλαβαίνετε νομίζω, έχουμε δηλαδή τρεις παράγοντες, κατάλληλο βιβλίο, κατάλληλος αναγνώστης και κατάλληλη στιγμή. Δηλαδή, αυτοί οι τρεις παράγοντες μας οδηγούν σε τρεις ομάδες κριτηρίων. Είναι η ομάδα κριτηρίων που αφορούν τον αναγνώστη, ποιος είναι αυτός ο αναγνώστης, η ομάδα κριτηρίων που αφορούν στο βιβλίο, δηλαδή ποια βιβλία, τι βιβλία είναι αυτά και η ομάδα κριτηρίων που αφορούν στην στιγμή, την κατάλληλη στιγμή που συναντιέται αυτός ο αναγνώστης, ο α αναγνώστης με το βιβλίο. Άρα λοιπόν είναι τρεις οι ομάδες κριτηρίων. Να κάνουμε λίγο μία μαντεψιά. Ποια από τις τρεις υποθέτεται ότι είναι η πιο σπουδαία. Έτσι θα δούμε στο τέλος του μάθηματος αυτό θα φανεί, αλλά να δούμε τι μπορεί να θεωρείτε. Είναι δηλαδή πιο σημαντικά τα κριτήρια που αφορούν στον αναγνώστη, τα κριτήρια που αφορούν στο βιβλίο, ή τα κριτήρια που αφορούν στην κατάλληλη στιγμή. Έτσι. Τι λέτε, ορίστε. Γιατί το λέτε αυτό, μπορείτε να το δικαιολογήσετε λίγο. Να κάνει κάποιο νόημα. Να κάνει ίσως μια προσπάθεια, αν η στιγμή είναι κατάλληλη και έχει κάποια όρεξη ας πούμε αναγνώστης, ακόμα και αν το βιβλίο μπορεί να μην του αρέσει πολύ, να κάνει μια προσπάθεια και να βρεθεί το σημείο συνάντησης. Ορίστε. Καταλαβαίνω τι εννοείς, αλλά θα το πω για να το καταλάβουν όλοι. Η συμφιτήτριά σας εννοεί ότι πρώτος έρχεται ο αναγνώστης. Δηλαδή, θα δώσουμε αυτό που θέλει ο αναγνώστης. Τι θέλει ο αναγνώστης να διαβάσει, αυτό θα δώσουμε. Άρα λοιπόν, σε αυτές τις τρεις ομάδες, η ομάδα του αναγνώστη πιστεύει, συμφιτήτριά σας, ότι είναι η πιο σημαντική. Να πάρει ο αναγνώστης, δηλαδή αυτό που θέλει. Ορίστε. Καταλαβαίνω ότι δεν μπορούμε να αφήσουμε κανένα ηλικίδιο, ένα αλλοξαχάδιο, δηλαδή η κατάλληλη στιγμή, και όταν ο δημιουργός λέει η κατάλληλη στιγμή, και δεν συμφωνεί, είναι όταν κάποιος είναι συναχωρημένος και να πάρει ένα βιβλίο, που λέει σε ένα χώρο ηλικίδιο, να το αφηστεί με το βιβλίο. Και να πει, η κατάλληλη στιγμή, τι θα είναι η κατάλληλη στιγμή να το αφηστεί με το βιβλίο. Όπως σας είπα, δηλαδή ότι αν βάλουμε τον αναγνώστη μπροστά, σημαίνει ότι ο αναγνώστης πρέπει να πάρει αυτό που θέλει. Έτσι, ότι ό,τι θέλει, ας πούμε, πρέπει να το πάρει για να πετύχει η αναγνώση. Όχι, όχι, βέβαια, κανείς δεν υποτιμά κανένα, απλώς λέμε τώρα, κάνουμε αυτή την, μαντεύουμε. Λοιπόν, ήδη επομένως έχετε πει δύο, υπάρχει κανένας που να λέει ότι είναι το κατάλληλο βιβλίο το κύριο, η κύριε ομάδα κριτηρίων. Μάλιστα, και αυτό κάτι σημαίνει, δηλαδή όλοι παραδεχόμαστε ότι βιβλία υπάρχουν πάρα πολλά και, εν πάση περιπτώσει, εντάξει, δεν υπάρχει το βιβλίο, έτσι, δεν είναι το βιβλίο να ψάξουμε να βρούμε ποιο είναι το βιβλίο το φοβερό το σπουδαίο που θα κάνει όλη την διαφορά, έτσι και θα αλλάξει τη σχέση αυτή. Για να δούμε, για να δούμε λίγο πως θα τα θέσουμε τώρα αυτά για να καταλήξουμε και κάπου. Λοιπόν, ποιος είναι ο κατάλληλος αναγνώστης. Εδώ ακριβώς μπαίνουν δύο ερωτήματα. Γνωρίζουμε τους μαθητές μας, δηλαδή πάμε να διαλέξουμε βιβλία για τους μαθητές μας. Τους γνωρίζουμε όμως, δηλαδή όταν ξεκινάει μία χρονιά το Σεπτέμβριο και παίρνετε μία τάξη καινούρια, τους γνωρίζετε. Δεν τους γνωρίζετε. Αν τους είχατε από πέρυσι, τους γνωρίζετε. Αλλά αν είναι καινούρια η τάξη, δεν τους γνωρίζετε. Άρα λοιπόν, χρειάζεται να μάθουμε τους αναγνώστες μας, τους μαθητές μας. Τι πρέπει δηλαδή να μάθουμε για τους μαθητές μας. Το πάντα σχεδόν, δηλαδή το κοινωνικό, οικονομικό, το πολιτισμικό τους περιβάλλον, τις αναγνωστικές τους εμπειρίες, τα προβλήματα, τα ενδιαφέροντά τους, τα γούστα τους. Άρα λοιπόν, ξεκινώντας μία σχολική χρονιά, τι κάνουμε. Κάνουμε κάποιες συγκεκριμένες προσπάθειες, κάποιες συγκεκριμένες μεθοδεύσεις, για να γνωρίσουμε τους μαθητές μας. Πώς θα τους γνωρίσουμε λοιπόν. Εντάξει, τους μαθητές μας τους γνωρίζουμε πρώτα-πρώτα από την καθημερινή επαφή που μιλάμε, που κάνουμε όλα τα μαθήματα, που τους βλέπουμε στα διαλήμματα παντού. Όμως, για το μάθημα της λογοτεχνίας, χρειάζεται να κάνουμε και κάτι παραπάνω για να τους γνωρίσουμε. Δηλαδή, μπορούμε να τους δώσουμε ένα ερωτηματολόγιο, σαν παιχνίδι. Έτσι, μπορούν να το συμπληρώσουν και ανώνυμα και τα λοιπά, να δούμε λίγο η τάξη μας, που βρίσκεται σε σχέση με όλα αυτά. Τι λέτε να περιλαμβάνει αυτό το ερωτηματολόγιο. Δηλαδή, πείτε μου μερικές ερωτήσεις, που μπορεί να μας βοηθήσουν, να γνωρίσουμε αυτό που λέμε εδώ πέρα, το κοινωνικό, οικονομικό, πολιτισμικό τους περιβάλλον, τις αναγνωστικές τους εμπειρίες και όλα αυτά τα πράγματα. Πείτε μου μερικές ερωτήσεις. Έχει σημαντική είδος, δηλαδή, βιβλία που τους αρέσει να διαβάζουν ή να ακούν. Άρα, τι βιβλία έχουν διαβάσει, τι είδος, αν θυμούνται κάποια βιβλία, αν έχουν αγαπημένον συγγραφέα ή αγαπημένο βιβλίο, ό,τι έχει σχέση, ας πούμε, με τα βιβλία, αν έχουν βιβλία στο σπίτι τους, αν έχουν βιβλιοθήκη στο σπίτι τους, αν έχουν επισκεφτεί βιβλιοθήκη, άλλη δημόσια βιβλιοθήκη, αν δανείζονται βιβλία από δημόσια βιβλιοθήκη. Τι άλλο μας ενδιαφέρει να ρωτήσουμε, ορίστε. Τι κάνουμε όταν δεν διαβάζουμε βιβλία και εδώ συγκεκριμένα με τι, λοιπόν, συγκεκριμένα πραγματικά βιβλία σκοπώνται, για να καταβάζουμε αυτό το συγκεκριμένο το κεφάλαιο και να μπορούμε να το συμβεί. Ακριβώς, έτσι. Άρα, δεν ρωτάμε μόνο ως προς τα βιβλία, αλλά ρωτάμε και το γενικότερος ερωτής. Αν ασχολούνται με άλλες δραστηριότητες, με τον αθλητισμό, αν πηγαίνουν, έξω εγώ, σε μπαλέτο, σε οδύο, αν βλέπουν τηλεόραση, αν πηγαίνουν στο θέατρο, αν βλέπουν ταινίες, τι ταινίες τους αρέσουν, αν έχουν πάει σε μουσείαν, έτσι. Ό,τι έχει σχέση με τον πολιτισμό, αλλά και πριν ακόμα και από αυτά δεν πρέπει να ρωτήσουμε. Το επάγγελμα του πατέρα, της μητέρας, τη μόρφωση του πατέρα, της μητέρας. Και βέβαια, να κάνουμε και μόνοι μας μία έρευνα. Ασχέτως τι θα ρωτήσουμε στο ερωτηματολόγιο. Δηλαδή, γενικότερα για την περιοχή στην οποία βρίσκεται το σχολείο μας. Μπορεί να είμαστε ντόπιοι, αλλά μπορεί να είμαστε και ξένοι σε αυτή την περιοχή. Να μην την γνωρίζουμε. Δεν γίνεται να μην γνωρίζουμε την περιοχή στην οποία βρίσκεται το σχολείο. Να μην την έχουμε περπατήσει. Να μην έχουμε κάνει βόλτες σε αυτή την περιοχή. Να πάρουμε το αίσθημα που αποπνέει την αίσθηση. Να δούμε εικόνες από αυτές τις εικόνες που βλέπουν οι μαθητές μας καθημερινά. Δεν μπαίνουμε στο αυτοκίνητο, πάμε στο σχολείο. Φεύγουμε από το σχολείο, μπαίνουμε στο αυτοκίνητο, πάμε σπίτι μας. Και το σπίτι μας μπορεί να είναι στην άλλη πλευρά της πόλης. Δηλαδή χρειάζεται μια ζύμωση με αυτό το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον που είναι το περιβάλλον των μαθητών μας. Ένα άλλο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι το εξής. Ακόμα δεν έχουμε αρχίσει, μιλάμε πάντα προκαταρκτικά, στην αρχή της σχολικής χρονιάς, ακόμα δεν έχουμε αρχίσει τον κανονικό μας πρόγραμμα. Μπορούμε λοιπόν να έχουμε ετοιμάσει ένα φάκελο με 10 κείμενα, τώρα μας χρειάζεται το ανθολόγιο, μπορούμε να τα πάρουμε από εκεί τα κείμενα. Με 10 κείμενα διαβαθμισμένης δυσκολίας, δηλαδή ξεκινάμε από ένα κείμενο ας πούμε πανεύκολο, ως γλώσσα, ως δομή κτλ. Σε ένα κείμενο πιο δύσκολο, σε ένα πιο δύσκολο, σε ένα πιο δύσκολο, έτσι και έχουμε 7-8-10 κείμενα τέτοια. Και τι κάνουμε, τα διαβάζουμε με τα παιδιά και τα συζητάμε πολύ χαλαρά. Όμως εμείς ξέρουμε ότι αυτό το κάνουμε για διαγνωστικούς λόγους. Τι θα πει για διαγνωστικούς λόγους, τι εννοώ δηλαδή τώρα με αυτό. Τι θέλουμε να κάνουμε, διαβάζουμε λοιπόν τα κείμενα αυτά το ένα μετά το άλλο, κατά τη σειρά αυτή που είπαμε της διαβαθμισμένης δυσκολίας, δεν εννοώ σε μια μέρα. Έτσι, ένα σήμερα, ένα αύριο, ένα μετά δυο μέρες και τι θέλουμε δηλαδή να δούμε, ναι. Να καταλάβουμε ποιοι μαθητές θα τα βοηθήσουμε σε ποιοι κείμενα. Για παράδειγμα, όπως να πω είναι διαβαθμένα, θα πιέσουν πιο εύκολα, θα πιέσουν δύσκολα. Μάλλον θα δούμε τις δυνατότητες. Εδώ βλέπουμε το αναγνωστικό επίπεδο της τάξης και τις ισορροπίες που υπάρχουν στο αναγνωστικό αυτό επίπεδο της τάξης. Δηλαδή, στο πρώτο που είναι το πιο εύκολο, όλοι μαθητές μία τραλαλά, τραλαλό, μια χαρά, καταλάβανε τα πάντα, τελειώσαμε. Μετά πάμε σε ένα πιο δύσκολο, σε ένα άλλο, σε ένα άλλο και βλέπουμε μέχρι πού θα φτάσουμε. Δηλαδή μπορεί στο πέμπτο, στο έκτο και να σταματήσουμε εκεί. Ή μπορεί ένας μόνο να μπορεί να ανταποκριθεί σε ένα πιο δύσκολο κείμενο. Άρα λοιπόν αυτό το ζήτημα της αναγνωστικής επάρκειας, όπως λέγεται, πρέπει εμείς κάπως να το έχουμε σταθμίσει. Δεν πάμε ξυπώλητοι στα βράχια. Αυτά όλα λοιπόν είναι προκαταρκτικές δραστηριότητες που γίνονται ακριβώς και με κουβέντα, σαν παιχνίδι κτλ. Τα παιδιά δεν ξέρουν γιατί εμείς θα κάνουμε αυτά. Αυτά είναι δικά μας ζητήματα, όμως μέσα από αυτά ζεσταίνεται η τάξη. Γνωριζόμαστε και καλά μεταξύ μας για την πορεία, εκτός από αυτά τα κείμενα που είπαμε, να κάνουμε και κάποιο θεατρικό παιχνίδι, να κάνουμε και μια δραματοποίηση. Δηλαδή να κάνουμε δραστηριότητες οι οποίες είναι κάπως χαλαρές, ασύνδετες. Δεν έχουμε εκεί κάποιους γνωστικούς σκοπούς. Είμαστε έτσι χαλαροί, διότι ξέρουμε ότι αυτά όλα τα κάνουμε για να γνωριστούμε καλύτερα, να γνωρίσουμε τους μαθητές μας και να αναπτύξουμε καλύτερα τις σχέσεις μας. Ορίστε. Πολύ ωραίο είναι αυτό βέβαια. Ακριβώς. Σε αυτό λοιπόν το προκαταρκτικό στάδιο μπορούμε να ζητήσουμε από τους μαθητές μας να παίρνουν το αγαπημένο τους βιβλίο και μάλιστα να το δανείσουν μέσα στην τάξη, να το αφήσουν για τη χρονιά στη βιβλιοθήκη της τάξης. Και έτσι να δημιουργήσουμε και μέσα στην τάξη μια βιβλιοθήκη με τα αγαπημένα βιβλία των παιδιών που μπορούν να αλλάξουν χέρια. Και κάποιος μπορεί αν θέλει να πάρει αυτό που έφερε και να φέρει ένα άλλο ώστε να αντικατασταθούν και τα λοιπά. Άρα σίγουρα αυτό είναι μια πολύ καλή δραστηριότητα. Λοιπόν αυτά για τον αναγνώστη. Προσέξτε. Η πετυχημένη επιλογή βασίζεται σε αυτό. Όταν με ρωτούν γνωστοί και φίλοι, θέλω να πάρω ένα βιβλίο για το παιδί μου, για τον ανεψιό μου, για τον βαφτισιμιό μου. Τι έχετε να μου συστήσετε. Δεν μπορώ να συστήσω τίποτε. Δεν μπορώ να συστήσω βιβλίο για ένα άγνωστο παιδί. Δεν μπορώ, δεν το ξέρω το παιδί καθόλου. Πρέπει να μου πείτε πολλά στοιχεία για το παιδί. Για το χαρακτήρα του, για το τι έχει διαβάσει, τι του αρέσει, τα αγούστα του και τα λοιπά. Για να μπορέσω να συστήσω κάποιο βιβλίο. Λοιπόν αυτό συμβαίνει στην πραγματική μας ζωή. Το ίδιο ισχύει και για τους φίλους μας ή για τους αγνώστους. Στους φίλους μας ξέρουμε ποιο βιβλίο να πάρουμε. Όταν θέλουμε να τους κάνουμε ένα δώρο. Στον άγνωστο ξέρουμε τι βιβλίο να του πάρουμε. Να μην μακρηγορώ, νομίζω τον πιάσατε το θέμα. Τώρα για το κατάλληλο βιβλίο. Ποιο είναι το κατάλληλο βιβλίο. Εδώ το ερώτημα είναι, υπάρχουν καλά και κακά βιβλία. Δηλαδή γιατί το βάζουμε αυτό το ερώτημα. Γιατί αν καταλήξουμε ότι υπάρχουν κακά βιβλία. Σημαίνει αμέσως ότι αυτά τα κακά βιβλία τα βγάζουμε έξω από τον λογαριασμό. Αν υπάρχουν κακά βιβλία τα κακά βιβλία δεν τα θέλουμε μέσα στην τάξη. Και άρα κάποια βιβλία τα βγάζουμε ήδη έξω από την σφαίρα επιλογής μας. Ορίστε. Ορίστε άλλη άποψη. Είναι δύσκολα λέτε άρα υπάρχουν. Υπάρχουν βιβλία τα οποία για κάποια ηλικία για κάποιους αναγνώστες είναι δύσκολα. Άρα όχι κακά αλλά δύσκολα. Δηλαδή δεν μπορούν να επικοινωνήσουμε αυτά τα βιβλία. Άρα είναι ακατάλληλα για τον αναγνώστεί όμως όχι κακά. Άρα συμφωνείτε κι εσείς μάλλον ότι κακά βιβλία δεν υπάρχουν. Υπάρχει κάποιος που να έχει άλλη άποψη. Ορίστε. Σίγουρα υπάρχουν τέτοια βιβλία. Μπράβο. Εδώ λοιπόν φύγει ο συνάδελφός σας ένα θέμα πολύ σπουδαίο. Ότι υπάρχουν βιβλία κακά εντός της αγωγικών με την έννοια ότι είναι βιβλία γεμάτα προκαταλήψεις, βιβλία προπαγανδιστικά και μπορεί να βλάψουν κάποιον ο οποίος δεν έχει αρκετή κριτική ικανότητα για να τα καταλάβει, να τα κρίνει και να προφυλαχτεί. Όμως, μέσα στην τάξη ένα τέτοιο βιβλίο δεν θα μπορέσει να κάνει κακό γιατί είμαστε τάξη. Γιατί δηλαδή η τάξη ως τάξη και ο εκπαιδευτικός φυσικά αποτελεί μια εγγύηση ότι αν τυχόν μπει ένα τέτοιο βιβλίο θα έχει όλες τις παιδαγωγικές ας πούμε πρακτικές και τα λοιπά για να μπορέσουν τα παιδιά να το κρίνουν και να προφυλαχθούν. Ένα τέτοιο βιβλίο θα μπορούσε να κάνει κακό σε ένα παιδί που δεν έχει καμία βοήθεια. Δηλαδή σε ένα παιδί το οποίο είναι μόνο του. Είναι μόνο του με την έννοια ότι δεν μοιράζεται τα διαβάσματά του με κανέναν. Ούτε με το γονιό του, ούτε με το φίλο του, με το δάσκαλο, με κανέναν. Αυτό το παιδί λοιπόν που είναι μόνο του αν λοιπόν πάρει ένα τέτοιο βιβλίο μπορεί έστω και παροδικά και κάποια στιγμή μπορεί να το καταλάβει αλλά έστω και παροδικά να μην μπορεί να το κρίνει και να πιστέψει αυτά που θα διαβάσει και επομένως να του μεταδοθούν προκαταλήψεις. Αυτό μπορεί να συμβεί. Όμως δεν μπορεί να συμβεί μέσα στην τάξη. Γιατί μέσα στην τάξη αυτό το κακό βιβλίο δεν θα είναι ποτέ μόνο του. Δηλαδή δεν θα είναι ένα κακό βιβλίο το οποίο θα το πάρουμε και θα το διαβάζουμε και θα το λιβανίζουμε αυτό το ίδιο. Αν ισχωρήσει θα ισχωρήσει από σπόντα και θα ισχωρήσει μαζί με άλλα βιβλία. Άρα μέσα από τη σύγκριση και μέσα από τις διδακτικές πρακτικές της κατάλληλες το βιβλίο αυτό αμέσως θα φανεί ότι είναι ένα προβληματικό βιβλίο. Θα φανεί χωρίς να του πει κανείς του παιδιού ότι ξέρεις αυτό το βιβλίο μην το διαβάζεις είναι απαγορευμένο. Δεν απαγορεύουμε κανένα βιβλίο. Αλλά ακριβώς μέσα από τη σύγκριση και μέσα από την ενίσχυση της κριτικής ικανότητας ένα κακό βιβλίο δεν θα μπορέσει μέσα στην τάξη να έχει καμία φοβερή επίδραση. Έτσι νομίζω είναι ο σωστός τρόπος να τοποθετήσουμε το θέμα. Διότι κοιτάξτε υπάρχει και ένας άλλος δρόμος να απαγορεύουμε βιβλία. Δηλαδή να κάνουμε μια black list ας πούμε και να πούμε ότι υπάρχουν αυτά τα βιβλία στην black list και αυτά τα βιβλία δεν θα τα βάλουμε ποτέ μέσα στην τάξη. Είναι πολύ επικίνδυνος δρόμος αυτός διότι αυτό που είναι για σένα κακό επειδή έχεις αυτή την ιδεολογία ξέρω εγώ ή οτιδήποτε άλλο για τον άλλον μπορεί να μην είναι. Άρα λοιπόν να μην μπούμε σε αυτήν τη λογική, να μην μπούμε στη λογική των απαγορεύσεων, να μην μπούμε στη λογική του καψήματος των βιβλίων όπως έκανε ο Χίτλερ. Να μην μπούμε στη λογική των επικίνδυνων βιβλίων. Για μας κανένα βιβλίο λοιπόν δεν είναι και τόσο κακό, κανένα βιβλίο δεν είναι και τόσο επικίνδυνο όταν διαβάζετε από ανθρώπους που έχουν στοιχειώδη κριτική ικανότητα. Τα βιβλία επίσης δεν χωρίζονται με ηλικίες, αυτό είναι ένα βιβλίο για 6-7 χρόνων, παιδί αυτό είναι ένα βιβλίο για 8 χρονών και όχι για 7, δεν πάει έτσι. Είναι εμπορικοί αυτοί οι χαρακτηρισμοί και δεν γίνονται από παιδαγωγούς. Αυτά που γράφουν δηλαδή στα βιβλία από πίσω δεν γίνονται από παιδαγωγούς, δεν γίνονται βάσει κάποιων επιστημονικών κριτηρίων. Λοιπόν, κανένα βιβλίο δεν μπορεί να τον βλάψει τον αναγνώστη, το πολύ πολύ μπορεί να τον κάνει να βαρεθεί. Υπάρχουν πάρα πολλά βιβλία που είναι πληκτικά για τον συγκεκριμένο αναγνώστη και κάποιος άλλος τα βρίσκει συναρπαστικά. Να τον κάνει να βαρεθεί, να φοβηθεί, έτσι να μελαγχολήσει. Τίποτα από αυτά δεν είναι τόσο τρομερό. Όλα τα βιβλία εν τέλει, όλα τα βιβλία, τα ελληνικά, τα ξένα, τα παλιά, τα καινούργια, του κανόνα ή εκτός του κανόνα είναι διαθέσιμα για να τα επιλέξουμε. Δηλαδή στα βιβλία, παιδιά, εν τέλει, δεν υπάρχει κανένας φόβος να φοβάστε ότι δεν θα κάνετε σωστή επιλογή. Δηλαδή όποιο βιβλίο και να επιλέξετε, δεν θα είναι κακό, δεν θα πειράζει. Δεν πρέπει να κάνουμε αυτή την επιλογή με το άγχος. Α, μήπως είναι παραλογοτεχνικό, μήπως είναι κακό, μήπως είναι προκατηλημένο, μήπως είναι έτσι, μήπως είναι αλλιώς. Δηλαδή όλα τα βιβλία με άνεση μπορεί κανείς να τα επιλέγει. Ξέρετε τι έχει σημασία. Σημασία έχει οι επιλογές που θα κάνετε να έχουν ποικιλία. Να έχουν ποικιλία. Δηλαδή σε αυτές τις κατηγορίες να είναι από όλες τις κατηγορίες. Δηλαδή να έχετε και ελληνικά και ξένα και παλιά και καινούργια και κλασικά κείμενα και παραλογοτεχνικά κείμενα. Διότι η ποικιλία είναι από μόνη της πάρα πολύ ωφέλημη. Η ποικιλία από μόνη της είναι ωφέλημη. Τα παιδιά πρέπει να έρθουν σε επαφή με όσο το δυνατόν πιο πολλά είδη βιβλίων. Και μόνο ένα κριτήριο υπάρχει εν τέλεις στα βιβλία που προσπαθούμε όσο το δυνατό να το τυρούμε να είναι όμορφα ως εκδόσεις. Να είναι ωραίες εκδόσεις διότι υπάρχουν και μερικές εκδόσεις που είναι χάλια. Δηλαδή πολύ πρόχειρες εκδόσεις κακοτυπωμένες με μία εικονογράφηση μουντί και μόνο που το βλέπεις σου δημιουργεί μία μελαγχολία. Άρα οι καλές εικονογραφήσεις, τα καλά εξώφυλλα, το καλό χαρτί, όλα αυτά βέβαια παίζουν ρόλο ώστε το αντικείμενο βιβλίο να είναι ένα ελκυστικό αντικείμενο. Και μόνο που το βλέπει το παιδί πρέπει να είναι ωραίο. Έτσι θα αναπτυχθεί και η αισθητική του και μετά βέβαια από αυτά που θα διαβάσει. Εντάξει. Θέλετε να ρωτήσετε κάτι έως εδώ. Λοιπόν, και πάμε τώρα στο τρίτο, στην τρίτη ομάδα. Α, πριν πάμε στην τρίτη ομάδα, ηλικία το είπαμε, αγορήστικα και κοριτσίστικα βιβλία. Υπάρχουν αγορήστικα και κοριτσίστικα, είναι μια διάκριση που την κάνει η κοινωνία μας σε όλα. Την κάνει στα παιχνίδια. Υπάρχουν αγορήστικα και κοριτσίστικα παιχνίδια και άρα υπάρχουν και βιβλία. Εμπορικά γίνεται αυτή η διάκριση για εμπορικούς λόγους, δηλαδή τα κοριτσίστικα έχουνε ρόζ, εξώφυλλα, αυτά έχουν κοριτσάκια, πριγκίπισσες και τα λοιπά. Στα εξώφυλλα. Τα αγορήστικα έχουνε, ξέρω εγώ, αγόρια στα εξώφυλλα, έχουνε χρώματα κάπως διαφορετικά και τα λοιπά. Γίνεται για εμπορικούς λόγους γιατί το βιβλίο το παιδικό πρέπει να ξέρετε ότι είναι ένα προϊόν που έχει μια αρκετά μεγάλη εμπορική αξία, πιο μεγάλη από το βιβλίο το λογοτεχνικό των ενηλίκων. Δηλαδή τα αγοράζουν τα παιδικά βιβλία, περισσότεροι άνθρωποι τα κάνουν δώρα και ακόμα δηλαδή και αυτοί που δεν διαβάζουν οι ίδιοι μπορεί να πάρουν ένα βιβλίο στα παιδιά τους. Άρα λοιπόν έχει πιο μεγάλη εμπορική αξία, επίσης είναι όπως τα παπούτσια τα παιδικά δηλαδή μεγαλώνουν τα παιδιά και άρα παίρνουνε βιβλία για την επόμενη ας πούμε ηλικία, άρα κυκλοφορεί ως προϊόν το παιδικό βιβλίο πιο πολύ από αυτή την άποψη. Και με αυτή την έννοια βρίσκουν, υπάρχουν πολλές τεχνικές μάρκετινγκ για να καφορήσουν το κοινό το αγοραστικό. Εσείς δεν πρέπει να μασάτε από αυτά, να τα παίρνετε αυτά υπόψη σας, ίσα ίσα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να διαβάσει ένα παιδί βιβλίο που εκ πρώτης όψεως του φαίνεται ή της φαίνεται ότι απευθύνεται στο άλλο φύλο. Δηλαδή ένα γόρι να διαβάσει ένα κοριτσίστικο βιβλίο ή ένα κορίτσι να διαβάσει ένα γοριστικό βιβλίο. Μπορεί να του αρέσει ή να της αρέσει και αυτό έχει συμβεί πάρα πολλές φορές. Πάρα πολλές φορές μπορεί και εσείς να το έχετε βιώσει από τη δική σας εμπειρία. Άρα λοιπόν προσπαθούμε αυτό να το ανατρέψουμε μεγάλα και μικρά βιβλία σε έκταση. Νομίζουν όλοι και εσείς το νομίζετε και εσείς το νομίζετε αυτό όταν πάτε εσείς να διαλέξετε ότι τα μεγάλα βιβλία είναι και πιο δύσκολα. Τα μεγάλα βιβλία με τις πολλές σελίδες τα αποφεύγετε. Δεν είναι έτσι. Δεν εξαρτάται η ευκολία και η δυσκολία ενός βιβλίου, δεν εξαρτάται από το μέγεθος του. Ο χάρι πότερ είναι τεράστια βιβλία. Ο χάρι πότερ διαβάστηκε και αγαπήθηκε από πάρα πολλά παιδιά σε όλο τον κόσμο που διαβάσανε μόνο χάρι πότερ παρόλο ότι ήταν μεγάλα βιβλία. Δηλαδή θέλω να πω δεν ήταν έμπειροι αναγνώστες όταν πήραν το χάρι πότερ και παρόλα αυτά το διάβασαν και ας ήταν μεγάλος. Λοιπόν πρέπει να ξεφύγουμε από αυτή την προκατάληψη. Δεν εξαρτάται από το αν είναι μεγάλο. Μπορεί να είναι μεγάλο ένα βιβλίο και να διαβάζετε πολύ εύκολα και να σε κρατάει όπως λέμε και μπορεί να είναι μικρό βιβλίο και να είναι πολύ δύσκολο για σένα. Τα γυναική αυτά με θηστορίματα και τα λοιπά επίσης είναι πολύ μεγάλα και βλέπετε τα διαβάζουν ας πούμε οι φανατικές αναγνώστριες τους στο πικηφί. Λοιπόν επομένως και αυτό το αφήνουμε στην άκρη όταν διαλέγουμε. Δεν διαλέγουμε με βάση το μέγεθος. Το εύκολα και δύσκολα ισχύει με την έννοια που εσείς το είπατε. Δηλαδή ότι μπορεί το αναγνωστικό επίπεδο και η γενικότερη προετοιμασία, το γενικότερο πολιτισμικό επίπεδο που έχει ένας αναγνώστης να μην είναι κατάλληλο για το συγκεκριμένο βιβλίο και τότε δεν θα βγάλει νόημα και τότε δεν θα του αρέσει. Δηλαδή δεν μας αρέσει κάτι όταν δεν βγάζουμε νόημα. Προσέξτε. Είναι πολύ βασικό αυτό. Όταν λέει ένα παιδί δεν μου αρέσει, το πιο πιθανό είναι να μην έχει βγάλει νόημα. Υπάρχει και η περίπτωση να έχει βγάλει νόημα και παρόλα να μην του αρέσει. Αλλά το πιο πιθανό που συμβαίνει συχνότερα είναι ότι δεν του είπε τίποτα. Δεν έβγαλε νόημα και άρα γι' αυτόν τον αναγνώστη αυτό το βιβλίο ήταν ακατάλληλο. Λοιπόν και πάμε τώρα στην τρίτη. Α, πριν πάμε εκεί, να πούμε λίγο μερικά άλλα πρακτικά ζητήματα. Το πώς βρίσκουμε τα βιβλία. Πού τα βρίσκουμε. Καταρχάς θα πρέπει να αναπτύξουμε εμείς οι ίδιοι πρώτα για τον εαυτό μας ένα σύστημα έρευνας βιβλίων. Δηλαδή εμείς οι ίδιοι πού τα βρίσκουμε τα δικά μας βιβλία που διαβάζουμε εμείς για τον εαυτό μας. Εκεί που βρίσκουμε τα δικά μας, εκεί θα βρούμε και τα βιβλία για τα παιδιά. Δεν είναι δύο διαφορετικές διαδικασίες. Λοιπόν που τα βρίσκουμε. Τα αγοράζουμε, λέμε στα παιδιά να αγοράσουν όσο μπορούν, αν μπορούν. Τα βρίσκουμε σε βιβλιοθήκες, δημόσια, σχολικά, δημοτικά, υπάρχουν βιβλιοθήκες. Είναι λάθος αυτό που λένε πάρα πολύ εκπαιδευτικοί. Δεν υπάρχουν βιβλιοθήκες και γι' αυτό δεν έχουμε βιβλία. Βιβλιοθήκες υπάρχουν. Στην έρευνα που εσείς κάνετε στην παρατήρηση στα σχολεία, όσες εργασίες θα δείτε να παρουσιάζονται, εγώ έχω και τα στατιστικά στοιχεία και απ' το πρώτο εξάμινο, το 90% των σχολείων έχει σχολικές βιβλιοθήκες και μερικά σχολεία κιόλας έχουν πολύ καλές βιβλιοθήκες. Αν δεν έχουν βιβλιοθήκες έχουν κάποια δημόσια βιβλιοθήκη κοντά. Τα παιδικά βιβλία τα πιο πολλά δεν κάνουν πάνω από 6-7 ευρώ. Είναι φθινά σε σχέση με τα άλλα βιβλία. Μπορούμε να μαζέψουμε λίγα λεφτά, μπορούμε να μας δώσει η σχολική επιτροπή κάποια λεφτά. Ξέρω σχολεία τα οποία πάντοτε επειδή ο διευθυντής το πιστεύει αυτό, εξοικονομεί κάθε χρόνο λίγα λεφτά από το σύνολο των χρημάτων που ποτέ δεν είναι αρκετό βέβαια. Ποτέ δεν είναι αρκετό, έχουν να βάψουν, να κάνουν ζημιές αυτά το ένα τ' άλλο. Όμως όταν ο διευθυντής το πιστεύει πάντα εξοικονομεί και λίγα λεφτά, δεν χρειάζονται πολλά. Χρειάζονται 200 ευρώ, 250 ευρώ, με 200 ευρώ ξέρετε πόσα βιβλία παίρνεις. Πολλά. Δηλαδή για παιδικά ειδικά βιβλία. Δηλαδή κάθε χρόνο λοιπόν όταν παίρνει βιβλία ένα σχολείο, τόσο αυτού του ποσού, ξέρετε πόσο μεγαλώνει η βιβλιοθήκη του σιγά σιγά. Θα σας πω άλλες ιδέες, υπάρχουν λύσεις. Προχτές ρωτούσαν πάλι κάποια εκπαιδευτική, δεν έχουμε βιβλία, θέλουμε κι άλλα βιβλία κτλ κτλ. Και δεν έχουμε λεφτά καθόλου να αγοράσουμε και θέλουμε να μας χαρίσουν. Τι πρέπει να σκεφτεί κανείς εκεί, ποιος μπορεί να έχει βιβλία να χαρίσει. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν βιβλία και θέλουν να τα χαρίσουν, αλλά δεν τους βρίσκουμε εύκολα. Λοιπόν, και τι κάνανε παιδιά, τους ήρθε η ιδέα και πήγανε στο γειτονικό γυμνάσιο ηλίκειο. Ήταν δημοτικό αυτή έτσι και πήγανε στο γυμνάσιο ηλίκειο της περιοχής τους. Και μέσω των διευθυντών των καθηγητών κτλ είπανε, όσοι έχετε στο σπίτι σας τα παιδικά σας βιβλία, που δεν τα θέλετε γιατί μεγαλώσατε ή δεν έχετε άλλα δέλφια κτλ, φέρτε τα στο σχολείο να τα πάρει το γειτονικό δημοτικό σχολείο. Και έτσι μαζέψανε βιβλία. Λοιπόν, υπάρχουν τρόποι, υπάρχουν οι εκθέσεις βιβλίων. Όταν ένα σχολείο οργανώνει μια έκθεση βιβλίου, έχει κέρδος, έχει κέρδος σε είδος. Δηλαδή, όταν οργανώνεις μια έκθεση βιβλίου λειτουργείς ως μεσάζον, παίρνεις προμήθεια. Αυτή την προμήθεια την παίρνεις σε είδος, δηλαδή παίρνεις ορισμένα βιβλία. Στην έκθεση βιβλίου έρχονται οι γονείς, τα παιδιά αλλά και άλλοι μπορεί να έρθουν, γείτονες. Βάζεις αφήσες, το διαφημίζεις, κάνεις την έκθεση μέσα στο σχολείο και εκτός του ότι έτσι γνωρίζεις βιβλία, γνωρίζεις την καινούργια παραγωγή και τα παιδιά ακόμα κι αν δεν αγοράσουν, τα βλέπουν τα βιβλία, τα παίρνουν, τα ξεφυλίζουν, μπορεί κάποτε να αγοράσουν αλλά και σου αφήνει αυτό κάποιο κέρδος σε είδος. Άρα λοιπόν υπάρχουν διάφοροι τρόποι και αν ψάξουμε θα βρούμε κι άλλους τρόπους. Δεν είναι τόσο δύσκολο. Λοιπόν και πάμε τώρα επιτέλους στην κατάλληλη στιγμή. Στη ζωή περιμένουμε πότε θα έρθει η κατάλληλη στιγμή. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο, δηλαδή έχουμε αγοράσει ένα βιβλίο, το ανοίγουμε, δεν μας λέει τίποτα. Τίποτα. Τι να κάνουμε, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Το κλείνουμε, το βάζουμε στη βιβλιοθήκη στο ράφι και μένει εκεί και μπορεί να περάσει και ένας χρόνος και δυο χρόνια και τρία χρόνια και να έρθει μια στιγμή, τυχαία από την ώρα που ξεσκονίζουμε και το βλέπουμε το βιβλίο και το ξανανοίγουμε και τότε λέμε, τί λέει εδώ, για να το βγάλω, για να το δοκιμάσω και το διαβάζουμε και βλέπουμε ότι μας αρέσει πάρα πολύ και βλέπουμε ότι βγάζουμε νόημα γιατί ήρθε η κατάλληλη στιγμή. Έτσι, ήρθε η κατάλληλη στιγμή, εμείς αλλάξαμε, δεν είμαστε πια οι αναγνώστες που ήμασταν, έχουμε αλλάξει, έχουμε άλλα ενδιαφέροντα, οριμάσαμε πιθανόν τώρα και γι' αυτό το βιβλίο τώρα μας αρέσει. Στη ζωή λοιπόν έτσι είναι τα πράγματα. Τώρα στην τάξη δεν μπορούμε να περιμένουμε, έτσι, άρα εδώ στην εκπαίδευση δηλαδή την κατάλληλη στιγμή τη δημιουργούμε, και η κατάλληλη στιγμή στην εκπαίδευση παίρνει ένα άλλο όνομα και τώρα τη λέμε εκπαιδευτική περίσταση. Δηλαδή την κατάλληλη στιγμή έχουμε τις παιδαγωγικές δυνατότητες να τη δημιουργήσουμε. Να δημιουργήσουμε δηλαδή εκείνο το πλαίσιο εκείνη την εκπαιδευτική περίσταση και έτσι μπαίνουμε και στη μέθοδο. Πώς λοιπόν δημιουργούμε ένα μαθησιακό περιβάλλον. Αυτό είναι η τάξη εξάλλου, η τάξη είναι ένα μαθησιακό περιβάλλον. Τα παιδιά όταν έρχονται προφανώς δεν είναι όπως είπαμε έτοιμα. Κάποια μπορεί να είναι κάποια δεν είναι και τα λοιπά έτοιμα. Όμως στο κατάλληλο μαθησιακό περιβάλλον μπορεί τα παιδιά αυτά να ετοιμαστούν και να είναι πιο έτοιμα. Δεν σημαίνει ότι θα πετύχουμε 100% πάντα ούτε σημαίνει ότι θα πετύχουμε με όλα τα παιδιά. Απλώς σας λέω ποιο είναι τώρα το concept της εκπαιδευτικής περίστασης. Λοιπόν δημιουργούμε λοιπόν αυτό το περιβάλλον με ερωτήματα, προβληματισμούς, συναισθηματικές εμπειρίες, όλα αυτά που λέγαμε στο προηγούμενο μάθημα ακούσματα, εικόνες, τραγούδια, ήχους, μικρά-μικρά αναγνώσεις μικρές-μικρές. Και μέσα από αυτό το μαθησιακό περιβάλλον πιστεύουμε, ελπίζουμε, μόνο να ελπίζουμε μπορούμε να δημιουργήσουμε κίνητρα για ανάγνωση αυτών των βιβλίων. Εννοείται αφού έχουμε πάρει υπόψη μας και όλα τα προηγούμενα, έτσι δηλαδή αφού έχουμε γνωρίσει τους μαθητές μας, αφού έχουμε πρόσβαση σε μια ποικιλία βιβλίων, πρέπει μετά να δούμε αυτοί οι μαθητές με ένα σύνολο βιβλίων που έχουμε διαθέσιμα, ανάλογα και με τις δυνατότητες μας, πως θα δημιουργηθεί η συγκωλιτική ουσία, πρόκειται για μια συγκωλιτική ουσία, πως θα δημιουργηθεί εκείνο το εκπαιδευτικό πλαίσιο για να λειτουργήσει αυτή η συνάντηση. Λοιπόν, έχουμε τρεις τρόπους πως μπορεί λοιπόν ποιο μπορεί να είναι το κέντρο αυτής της εκπαιδευτικής περίστασης. Έχουμε τρεις δυνατότητες στη λογοτεχνία, το θέμα, το λογοτεχνικό είδος και τον συγγραφέα, δηλαδή χρειαζόμαστε μία αφετηρία, μία αρχή για να δημιουργήσουμε αυτό το μαθησιακό περιβάλλον. Καταλαβαίνετε τι λέω τώρα έτσι, άμα δεν καταλαβαίνετε να με ρωτάτε. Θέλω αυτό σήμερα να το καταλάβετε και βέβαια στα επόμενα όπως είπα μαθήματα θα το εξηγήσουμε πολύ περισσότερο. Λοιπόν χρειαζόμαστε μία αφετηρία, χρειαζόμαστε ένα concept όπως θέλετε πείτε το. Γύρω από αυτό το concept θα κτίσουμε αυτό το μαθησιακό περιβάλλον, θα κτίσουμε αυτό το πλαίσιο προβληματισμού και θα δώσουμε κίνητρα που αποσκοπεί μάλλον να δώσει τα κίνητρα και για ανάγνωση. Λοιπόν τι κάνουμε, πως είναι η ζωή των ανθρώπων σε σχέση με τα βιβλία. Όταν διαλέγεις ένα βιβλίο δεν κοιτάς το θέμα, οι περισσότεροι κοιτάζουν το θέμα, με τι θέμα ασχολείται αυτό το βιβλίο. Άρα λοιπόν το θέμα είναι πάρα πολύ βασικό και είναι το πιο συνηθισμένο, είναι δηλαδή ο πιο συνηθισμένος τρόπος να δημιουργήσεις αυτό το μαθησιακό περιβάλλον ή την εκπαιδευτική περίσταση. Δηλαδή να πεις ότι τα παιδιά, ή να ρωτήσεις τα παιδιά ποιο θέμα τους ενδιαφέρει, από τα μεγάλα θέματα γενικώς τα ανθρώπινα, τα κοινωνικά θέματα, όπως και να το θέσει κανείς. Λοιπόν τι θέμα τους ενδιαφέρει, γίνονται και αρκετές συζητήσεις πάνω σε αυτό μπορεί, γιατί τα παιδιά μπορεί να μην ξέρουν τι τους ενδιαφέρει, ή μπορεί να διαφωνούν για το τι τους ενδιαφέρει, εν πάση πρακτός γίνεται μια ζήμωση, αλλά κάπου καταλήγεις ότι δηλαδή αποφασίζει η τάξη μας να ασχοληθεί με ένα θέμα, για ένα διάστημα χρόνου, μετά μπορεί να ασχοληθούν με ένα άλλο θέμα. Άρα λοιπόν το θέμα είναι βασικό, είναι πυλώνας για να οργανώσουμε το μάθημα της λογοτεχνίας. Άρα ασχολούμαστε με ένα θέμα, γύρω από αυτό το θέμα κτίζουμε μετά ερωτήματα, όπως είπαμε γνώση, εικόνες, εμπειρίες, συναισθήματα, ό,τι θέλετε. Τώρα δεν μπαίνω σε αυτό, θέλω λίγο να καταλάβετε αυτούς τους τρεις τρόπους. Ένας άλλος τρόπος, δεν είναι μόνο το θέμα στη ζωή μας, κάποιος αναγνώστης παθιάζεται με τα αστυνομικά μυθιστορήματα. Εκεί δεν τον ενδιαφέρει το θέμα, εκεί τον ενδιαφέρει το είδος, είναι το είδος του βιβλίου που ελκύει τον αναγνώστη. Άρα σε κάποιες άλλες περιπτώσεις μπορούμε να αποφασίσουμε ότι δεν θα ασχοληθούμε με ένα θέμα, αλλά θα ασχοληθούμε με ένα είδος βιβλίου, το οποίο το είδος θα αποτελέσει τη βάση μας γύρω από την οποία θα κτίσουμε. Και υπάρχουν πολλά είδη βιβλίων λογοτεχνίας που είναι αγαπητά, πολύ αγαπητά στα παιδιά. Πείτε κανένα, πείτε κάποια είδη που είναι δημοφιλής στα παιδιά. Η επιστημονική φαντασία, τα κόμιξ, τα φανταστικά μυθιστορήματα. Ας πούμε ο Χάρι Πότερ ανήκει στην κατηγορία φανταστικό μυθιστόρημα, φανταστικό παύλα περιπετειώδες μυθιστόρημα. Τα αστυνομικά που είπαμε, ιστορίες μυστηρίου. Τα παραμύθια, το παραμύθι είναι είδος, μην το ξεχνάμε αυτό, το παραμύθι είναι συγκεκριμένο είδος. Το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ένα είδος, μπορεί να μην αρέσει σε κάποιους άλλους, αρέσει πολύ όμως. Άρα υπάρχουν ήδη λογοτεχνικά που μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για να φτιάξουμε αυτό το μαθησιακό περιβάλλον και να ασχοληθούμε επί ένα χρονικό διάστημα με αυτά. Και τέλος είναι ο συγγραφέας. Είναι δηλαδή ένας συγγραφέας που τον γνωρίζουμε, είναι ένας συγγραφέας που τον αγαπάμε, είναι ένας συγγραφέας πιθανόν που θα έρθει στο σχολείο μας για να μας κάνει επίσκεψη. Γιατί υπάρχει και αυτό που πάλι συγγραφείς έτσι στα σχολεία οι επισκέψεις. Και πριν την επίσκεψη δεν θα πρέπει να ετοιμαστούμε να διαβάσουμε έτσι. Η ίδια η επίσκεψη λειτουργεί και ως κίνητρο, είναι η περίσταση αυτή. Και επομένως ασχολούμαστε με βιβλία του ίδιου συγγραφέα. Εδώ δεν είναι ούτε θέμα, γιατί ο συγγραφέας έχει πολλά θέματα, ούτε είδος, γιατί ο συγγραφέας μπορεί να γράφει ένα είδος, αλλά μπορεί να γράφει και πολλά είδη. Άρα μας ενδιαφέρει ο συγγραφέας ως ένας κόσμος μυθοπλαστικός. Κάθε συγγραφέας έχει τον δικό του μυθοπλαστικό κόσμο. Και για ένα μικρό, μεγάλο, μεσαίο διάστημα χρόνου ασχολούμαστε με έναν συγγραφέα. Άρα, αν γνωρίζουμε, προσέξτε, έτσι θα ξετυλίξουμε γύρω από αυτά ένα project. Εννοείται, εντάξει, αυτά θα τα εξηγήσουμε το project, τι είναι και τα λοιπά. Αλλά εδώ μας ενδιαφέρει το θέμα του κριτηρίου. Δηλαδή, μας ενδιαφέρει το ότι όταν γνωρίζουμε ποια θα είναι η περίσταση, τότε έχουμε και τα κριτήρια για να διαλέξουμε τα βιβλία. Αυτό θέλω σήμερα να καταλάβετε καλά. Δηλαδή, τους μαθητές μας τους ξέρουμε, θέλουμε να βρούμε βιβλία για τους μαθητές μας, που να ανταποκρίνονται σε αυτήν την περίσταση που αποφασίσαμε μαζί με όλη την τάξη να ασχοληθούμε. Δηλαδή, πείτε ότι έχουμε το θέμα φύση. Τώρα εσείς καταλαβαίνετε και πώς δουλέψατε. Έχουμε το θέμα φύση, λογοτεχνία και φύση. Θέλουμε βιβλία που να μιλούν για τη φύση, τα προβλήματα της φύσης, τις χαρές της φύσης και τα λοιπά. Άρα, όταν ξέρουμε ότι αυτή είναι η περίσταση, θα ψάξουμε να βρούμε εκείνα τα βιβλία τα οποία μιλούν για αυτό το θέμα, αλλά τα οποία είναι και κατάλληλα για τους δικούς μας μαθητές από άποψη επίπεδου δυσκολίας και τα λοιπά. Και τι θα θέλουμε επίσης επιπλέον να ψάξουμε να βρούμε τα βιβλία αυτά για τη φύση, να έχουν μία ποικιλία, να μην μιλάνε όλα για το ίδιο πρόβλημα, το ένα να μιλάει για το δάσος, το άλλο να μιλάει για τη θάλασσα, το άλλο να μιλάει για τα σκουπίδια, το άλλο να μιλάει για τον αέρα, ούτως ώστε να προσεγγίσουμε αυτό το θέμα όσο το δυνατόν πιο σφαιρικά. Τι άλλο θέλουμε, δεν θέλουμε να είναι όλα να έχουν περισσότερες εικόνες, να κάνουν για παιδιά που είναι πιο αδύναμα και χρειάζονται περισσότερες εικόνες και λιγότερο κείμενο, αλλά μπορεί να έχουν λιγότερες εικόνες και περισσότερο κείμενο να τα επιλέξουν παιδιά που έχουν πιο ανεβασμένο ένα γνωστικό επίπεδο. Άρα λοιπόν δημιουργούμε ένα κόρπους από κείμενα, η βιβλία, τα οποία είναι όλα σχετικά με το θέμα, δεν είναι άσχετα μεταξύ τους, είναι σχετικά με το θέμα που μας απασχολεί, έχουν όμως μία ποικιλία σε αυτό το θέμα, έχουν μία ποικιλία στα είδη και έχουν και μία διαφοροποίηση στα αναγνωστικά επίπεδα. Τελικά από αυτό το κόρπους που θα δημιουργήσουμε οι μαθητές μας θα επιλέξουν αυτή ποιο βιβλίο θα διαλέξουν. Καταλαβαίνετε τι κάνουμε εμείς δεν λέμε στον Κώστα Κώστα πάρε αυτό το βιβλίο να διαβάσεις. Όχι δεν λέμε αυτό. Εμείς δημιουργούμε την περίσταση, δημιουργούμε τα ερωτήματα, δημιουργούμε όλα τα συμπαρομαρτούντα, προτείνουμε και δέκα βιβλία ας πούμε τα οποία τα έχουμε όμως προσεκτικά, επιλέξει αυτά τα δέκα και μετά ρίχνουμε το μπαλάκι στα παιδιά και τους λέμε τώρα εσείς από αυτά τα δέκα διαλέξτε ποιο θα διαβάσετε. Άρα λοιπόν βλέπετε ότι πάμε κατά κύματα. Όλο αυτό όλη αυτή η διαδικασία πάει κατά κύματα, πάει step by step και ότι τα παιδιά τελικά έχουν και αυτά ευθύνη για τις επιλογές. Δεν έχουν όλη την ευθύνη οι εκπαιδευτικοί. Οι εκπαιδευτικοί δημιουργούν ευσυκά το αρχικό κόρπος, μπορούν να πουν και στα παιδιά να φέρουν βιβλία για τη φύση ας πούμε και να μπουν και αυτά στο λογαριασμό. Όμως και τα παιδιά έχουν δυνατότητα επιλογής. Θυμάστε που λέγαμε στο γραμματισμό ότι για να γίνει κανείς εγγράμματος πρέπει να του δίνεται η δυνατότητα επιλογής. Πρέπει άρα να οργανώσουμε ένα μάθημα στο οποίο θα υπάρχει για τα παιδιά δυνατότητα επιλογής. Αλλά για να την αξιοποιήσουν τα παιδιά τη δυνατότητα επιλογής εμείς πρέπει να κάνουμε μια δουλειά πριν από αυτό. Έτσι πριν από το να τους δώσουμε αυτή τη δυνατότητα. Λοιπόν θέλετε να ρωτήσετε κάτι για όλα αυτά. Τελικά ποιο είναι πιο σημαντικό. Τι λέτε μετά από όλα αυτά. Γιατί είμαστε εκπαιδευτικοί. Είναι πιο σημαντικό διότι είμαστε εκπαιδευτικοί. Είμαστε παιδαγωγοί και ο παιδαγωγός παιδιά φτιάχνει τις καταστάσεις. Έχει ακριβώς αυτήν την δύναμή του. Τα κριτήρια της επιλογής είναι τελικά παιδαγωγικά. Δεν είναι καλλιτεχνικά ή δεν ξέρω τι άλλο. Είναι παιδαγωγικά διότι μιλούμε για μία σχολική κατάσταση. Για μία σχολική περίσταση. Και εδώ είναι αυτό που είπες και εσύ προλίγο. Δηλαδή ότι μέσα στην παιδαγωγική περίσταση το κακό βιβλίο θα χαθεί. Ή δεν θα το επιλέξει κανείς ή άμα το επιλέξουν θα δουν ότι και τι μας είπε τώρα αυτό. Τα άλλα εδώ είναι τα πιο σημαντικά. Και τα λοιπά γιατί είναι πολλά. Πολλά βιβλία. Δεν είναι ένα βιβλίο μόνο. Επί πολύ καιρό να ασχολούμαστε μόνο με ένα βιβλίο. Αυτό είναι πάρα πολύ βαρετό πράγμα. Να ασχολούμαστε επί πολύ καιρό με ένα βιβλίο. Λοιπόν τώρα πως όμως θα γίνουν όλα αυτά. Πως θα διευθετήσουμε την ανάγνωση με πολλά βιβλία. Πως θα γίνουν οι ομάδες και τα λοιπά και τα λοιπά θα τα δούμε στα επόμενά μας μαθήματα. Εντάξει σας ευχαριστώ πολύ. |