Δ. Τερζοπούλου, Κ. Τζαναβάρη, "Πήλινα ειδώλια από την «οικία της Γοργούς» στη Μολυβωτή Ροδόπης" /

: Και περνάμε στην ανακοίνωση του κυριών δόμου Αθυριζοπούρου και η Κατερίνα Τσαλαμπάρη. Κυρία Τσαλαμπάρη θα εντολίσει. Ευχαριστώ πολύ. Καλημέρα από εμένα. Το θέμα μου είναι πριν η Ναϊτόλια από τη λεγόμενη οικία της Γοργούς στην Αρχαία Αστρή. Ο οικισμός που εντοπίστηκε στη Χερσόρκο της Μολυβωτής ταυτ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: AMTh 2018
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=ZEWpQKXkE60&list=PLEpOBHfJsEAYadEsrDiLVk5TdfDUP3PRd
Απομαγνητοφώνηση
: Και περνάμε στην ανακοίνωση του κυριών δόμου Αθυριζοπούρου και η Κατερίνα Τσαλαμπάρη. Κυρία Τσαλαμπάρη θα εντολίσει. Ευχαριστώ πολύ. Καλημέρα από εμένα. Το θέμα μου είναι πριν η Ναϊτόλια από τη λεγόμενη οικία της Γοργούς στην Αρχαία Αστρή. Ο οικισμός που εντοπίστηκε στη Χερσόρκο της Μολυβωτής ταυτίζεται από την έρευνα με την Αρχαία Αστρήμη, απ' η κεία που ίδρυσαν οι Θάσοι των 7 αιώνα ανατολικά του μέσου του ποταμού. Την πόλη αναφέρει ο Ηρώδητος κατά την περιγραφή της εκστρατείας του στρατού του Ξέξη το 480 π.Χ. Ήταν χτισμένοι κατά το υποδάνειο σύστημα ενώ εντοπίστηκαν κμήματα υπόγειου δραγωγίου και τα δυο λιμάνια της. Τες πρώτες έρευνες διανύργησε εδώ τη δεκαετία του 50 ο Γιώργιος Μακαλάτης ο οποίος διατύπωσε τη μυστική άποψη ότι η ανασταπτόμενη πόλη ήταν η Αρχαία Αστρήμη. Στην πόλη και σε ταφικούς τύμους της ευρύτερης περιοχής επεκτάθηκαν τη δεκαετία του 90 οι έρευνες δισεφορίας αρχαιοτήτων θράκης. Τις διαδέχτηκε πρόσφατα ερευντικό πρόγραμμα συνεργασίας δισεφορίας αρχαιοτήτων χοροδόπης και της Αμερικαλικής σχολής κλασικών σπουδών στην Αθήνα που εκπροσωπείται από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον με επικεφαλής τον καθηγητή Νέη Θανάληκτον και τη Δόνα Κατζαβούλ. Στο πλαίσιο αυτό εντάχτηκε η ανασκαφή της οικείας της Γοργούς όπως αυτή ονομάθηκε συμβατικά από την ανέβρεση δύο κροκεράμμων που απεικονίζουν τη μυστική αυτή μορφή. Η αρχική οικοδομική δραστηριότητα προσδιορίστηται στον 6ο και τον 5ο αιώνα. Στον 4ο αιώνα η πρώτη οικοδομική φάση χρονολογείται από το 385 π.Χ μέχρι τα μέσα του 4ο αιώνα οπότε η πόλη καταστρεύεται στο πλαίσιο μιας σκηνής επιχείρησης των Μαραμητών και του Φιλίπου Δευτέ. Η μετασκευή της οικείας τοποθετείται γύρω στο 325 π.Χ και η τελική καταστροφή της στα τέλη του 4ο αιώνα. Αυτές οι συνεχείς χρήσεις για μια νέα εγκατάσταση στα ιστορωνωμαϊκά χρόνια δυσκαιρένουν τον προσδιορισμό της εσωτερικής της διαριθμισης και των χρήσεων των χώρων. Στα κινητά ευρήματα που βρέθηκαν στις επικώσεις της οικείας συγκαταλέγονται τα πύλη Ναϊδόλε που θα παρουσιάσουμε εδώ. Προηγούνται χρονολογικά οι γυναικείες πρωτομές. Αναγνωρίστηκε ένα δείγμα της πρωτομής προσώπου του π.Χ με τα χαρακτηριστικά της ευρύτατα διαδομένης ομάδα Ζ. Ακολουθούν δύο πρωτομές του λεγόμενον κορυθιακού τύπου αβλαστρών με τη στεκμημένη απόδοση του δόρατα να καταλήγει σε ημικρυκή καμπύλη. Τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους επιτρέπτουν τη σύγκριση τους με παραδείγματα από την Τανέγρα όπου στη βάση του λαιμού αποδίδεται ανάγλυπα το περιγραμματοχητό. Παίρνουμε στη συνέχεια στον 4ο αιώνα στον τύπο όπου η μοφή εικονίζεται τετειμένη με χιτόνα με απόπτυγμα, ημάτιο και επίβλημα. Τα μαλλιά στολίζει πόλος στη βάση του οποίου αποδίδεται και κλεικός ταπτίλιος. Το επόμενο τρίμα συνδέεται με τον εικονογραφικό τύπο της πρωτομής όπου η γυναική αμορφή φοράει χιτόνα και ημάτιο χαμηλής τεφάνι στα μαλλιά και επίβλημα. Ένα άλλο παράδειγμα αντιπροσωπεύρει τον τύπο μιας ημίτωμης μορφής με κρυστή την πίσω πλευρά. Ιωθυτείται από τα τοπικά χωροπλαστικά δραστήρια της ευρύτερης περιοχής στα τέλη του τέταρτου με αρχές του τρίτου αόνου. Τέλος, μια έκπληξη στάθηκε για μας η αναγνώδιση σε τριοσδιάστατη πρωτομή της απεικόνισης της ίσηδος, όπως υποδηλώνει η απόλυξη του κροσωτού ηματίου της που παίχτη ανάλασσα στα σπίτι. Στα πρόημα χρονολογικά ειδόλια εντάσσονται επίσης οι ένθρωμενες γυναικείες μορφές. Η πρώτη αντιπροσωπεύει έναν τύπο τον μέσο του 5ου αιώνα. Το δεύτερο σύγχρονο χρονολογικά ειδόλιο εντάσσεται στο τύπο όπου η μορφή εικονίζεται καθισμένη σε ιερατική στάση. Φοράει χεριδοτόχι τόνα ή πέπλο και ακουμπά τα χέρια στα γόνα. Στον άψιμο 5ο ή τον πρόημο 4ο αιώνα, χρονολογείται το απότιμεμα ενός τύπου, δημιουργία των αττικών εργαστηρίων με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τα δάχτυλα των χεριών, που ακουμπισμένα στους μυρούς σχηματίζουν θυλιά. Ο ίδιος τύπος με την προσθήκη ενός νικρογραφικού τύπου μετατρέπεται σε παράσταση της Μητέρας των Θεών. Το ρεπερτόριο δε λαμβάνει παραστάσεις τότητον σε εικονογραφικούς τύπους που επαναλαμβάνουν κάποτε αγαλματικές δημιουργίες του 5ο και 4ο αιώνα. Στο κεφαλάκι με τη χαρακτηριστική κόμμα στον μαλλιό και παράδειγμα αναγνωρίστηκε η αποδίτη της κνίδου, περίφημη δημιουργία του Παρξιτέλη. Σε ειδόλιο της Μητέρας των Θεών αποδίδεται η ανάγλυπη κεφαλή λιονταριού απότιμα του γνωστού τύπου της ένθρωμης θεάς που πλαισιώνεται από κάθε στάη λιοντάρι. Ο εικονογραφικός τύπος του Ερμή που κρατά με το δεξιό χέρι του από τα κέρατα ένα κρυάρι είναι γνωστός από τον πέντο αιώνα. Το μικρό κεφαλάκι με τη μακριά χώμη και τον πύλο παραδίδει πιθανόν τον τύπο στον οποίο ο Θεός διμένος με κλαμμίδα κρατά από τα κέρατα ένα κρυάρι που στέκεται πίσω του. Τα χαρακτηριστικά του δεύτερου ειδωλίου που σώζει το πρόστιο τμήμα του σκήθους κακιστούν δυνατοί τη σύνδεσή του με τον αγαλματικό τύπο Ερμή Τριζήνα Σπυριά. Πρόκειται για μια δημιουργία του γλύπτη Ναυκίδη περίπου στα 390 π.Χ. όπου το ζώο στέκεται στα δεξιά του. Τα ομορφολογικά χαρακτηριστικά της εφηβλικής μορφής με το ηματίδιο που τυλίγεται γύρω από τα χέρια οδηγούν στη τάχτης της με τον έρωτα. Η έντονη κάση του σώματος του θα διστά πιθανεί τη σύνδεσή του με έναν τύπο μουσικού έρωτα ιδιαίτερα διαδεδομένο στην αγιογραφία, στη μικροτεχνία και στην κοροπλαστική τέχνη όπου ο έρωτας εικονίζεται να παίζει λίρα, κιθάρα, τύμπανο ή κύμβολα. Ένα ακόμη ιδόλιο εικονίζει τη φτερωτή θεάνικη σε μια εφταριστήρια ή επεινήκια σποδί. Επαναλαμβάνει ένα γνωστό από την αγιογραφία και την κοροπλαστική τύπο του 5ου αιώνα όπου η θεά σπένδει κρατώντας την οχόη στο δεξιό και φυάλλι στο αριστερό χέρι. Το αποθυμίμα του ευβόμενου ιδολίου αντιπροσωπεύει πιθανόν το τύπο της χορέπτριας με το υμάτιο στον οποίο η κεφαλή και ενέργει το πρόσωπο των αυθών καλύπτονται εξ ολοκληρού με το υμάτιο. Ο τελετρικός χορός τους συνδέεται με θεότητες στη λατρεία των οποίων η μουσική και ο χορός είχε σημαντικό ρόλο. Ακολουθεί το ιδόλο ενός πλαμηδοφόρου άνδρα που υπέβει άλογος καλπασμού. Πρόχειται για έναν τύπο με μακριά εικονογραφική παράδοση που απαντά κυρίως σε παιδικές ταφές και παραδίδει πιθανόν υπικό αγώνα στο πλαίσιο μιας πελετουργίας των νεαρών εφήμων. Υποστρίχτηκε ως τόσα τελευταία ότι η παρουσία των υπέων στους τάχους συνδέεται με το νεαρό που λάει η αναθροφή του οποίου βρίσκεται στην προστασία της άρτενης βολό προστάθητας των μικρών παιδιών στη μητρόπολη Θάσου. Οι όρθιες γυναικείες μορφές, κυρίως του τέλους του 4ου αιώνα, παραδίδουν δημιουργίες αθηναϊκών και βιωτικών εργαστηρίων. Θεσταθούμε ιδιαίτερας στο απότιμα που διασώσει το άπρο αριστερού χεριού με απλωμένα τα δάχτυλα και διπωσιακό μέγεθος. Επιτρέπει τη σύνδεσή τους με μορφές μικρών κοριτσιών από την αθηναϊκή αγορά, την Τανάγρα, την Αλεξάνδρια και την Πίδνα που οκουμπούν το χέρι επάνω στο αριστερό στήθος. Η έμφαση αυτής στην απόδοση του χεριού δεν έχει ερμηνευτεί ακόμη ικανοποιητικά. Την παρατηρήσαμε και την πρώτη μέρα του συνεδρίου σε ιδόλια ρωστορικών χρόνων. Έχονται τα σκέλη δυο μικρών κοριτσιών που κάθονται το πρώτο πιθανόν επάνω σε πράγμα και το δεύτερο σε δύο. Παιδικά παιχνίδια αποτελούν ίσως κάποια ζώα που σώζουν τα αποσπασματικά. Το κεφάλι μιας σχήνας υπάρκιας αποτελεί απότρομα ιδρόδυστηνού. Είναι πιθανό όμως να ανήκει σε σύμπλεγμα με την αφροδίκη. Στην ομαϊκή ευλογή χρονολογούνται τα σώματα ενός σκύλου και ενός αγριόχειου. Ο τελευταίος αποδίδεται να τρέχει με ταχύτητα ενέργεια που θα μπορούσε να ενέχει το συμβολισμό του κυνηγού μιας δραστηριότητας που σχετίζεται με την εκπαίδευση των εφήλων. Με τον γυναικείο κόσμο ως φορείς αρωμάτων συνδέονται τα υγεία με επίθετη διακόσμος. Το τμήμα μιας κοινής νεανικής μορφής με πακουλό πρόσωπο και πλούσιος χυματιστούς βοστρίχους αποτελεί σύμβλεγμα με μια δεύτερη μορφή όπως υποδηλώνουν τα δάχτυλα του χελιού που αγκαλιάσουν το δεξιό του βροχείον. Αφροδίτη και έρωτας Τον έρωτα μάλλον και όχι τη δανάη παριστάνει η νεανική μορφή που απεικονιζόταν σταυρώναντας το γυμνό άκρο δεξιό πόδι επάνω από τα αριστερό να ακουμπάσαι και ο νύσκος στα δεξιά τους σύμφωνα με ανάλογο παράδειγμα από την όλη. Με τη δημόσια ζωή και πιο συγκεκριμένα με το θέατρο συνδέεται ένα σύνολο ειδωλειοκομικών ηθοποιών. Αναχαράγουν ρόλους δούλων του μαγειρίου που μεταφέρουν πανέρια με τρόφιμα και ποτά τοποθετημένα στο κεφάλι με την πρόθεση πιθανόν να τα κλέψουν. Χαρακτηριστικός είναι ψευδαφαλώς και τα πρόσθετα παραγγεμίσματα στην κοιλιά. Ο τύπος που επαναλαμβάνουν πιστά τα ειδώλια από τη στρίμη γνωρίζει μεγάλη διάδοση στο διάστημα 3400-350 π.Χ. Καλό θυμετρόφιμα μεταφέρει πιθανώς στα χέρια του ο ηθοποιός σε δύο ακόμη αποθνήματα ειδωλείων. Η μορφή και η άσκη του ειραντλή υπολογίζεται ότι υπήρξαν θέμα τουλάχιστον 32 κωμοδιών που τον εμπέσουν. Η απεικότησή του στα ειδώλια από την Αττική συνδέεται με τις σφίγγες και τους ακαρνιστώτες το φάνη. Ωστόσο ο συγκεκριμένος εξαιρετικά δεδομένος ειχονογραφικός τύπος στον οποίο ο ήρωας στηρίζεται απλά στο ρόπαλο και κρατά τα όπλα που χρησιμοποίησε στους άθλους του αποτελεί μάλλον μια απεικότηση. Σε ένα πόστερ της εφορίας αρχιωτήτου Θεσσαλονίκης είδαμε και ένα ακόμη παράδειγμα του ίδιου τύπου από το νεκροταφείο της ίνδρου. Με τον κόσμο του κομικού παραθεάτρου συνδέεται το απόθυμη μάνα του στυναικείους γλουτούς που ανήκει ίσως σε καλή πηγαυλητρίδα αφιβολευτικής αν είναι σωστή η σύγκριση της με ειδώλια από το λίμπαε. Το κοντό κοντροσώμα της τα συνόδευε έναν κομικό προσωπείο. Στο ίδιο περιβάλλον εντάσσονται ίσως η ηγελιογραφική φιγούρα ενωστισμαθου ηλικιωμένου άγρα, ψαρά ηχορικού και το ιδόλιο νέου θέμα πολύ αγαπητό και στα τοπικά χοροπλαστικά ρηγαστήρια του 5ου και 4ου αιώνα. Το σύνολο συνειρώνουν δυα θεατρικά προσωπεία. Το πρώτο με την πλούσια κόμι συγκρίνεται πιθανόν με προσωπείο από τη βουμπία που επικονίζει τον τύπο της πρώτης ελδοκόρης της νέας κωμοδίας και χαρακτηρίζεται από την εξαστητημένη της κόμος. Ίσως όμως και με το τέλειο μετρικών της εττέρας δηλαδή που βρίσκεται σε πλήρη άγκηση. Στο δεύτερο που σώδεται επίσης αποστασματικά το τενισμένο τερίγιο του αυτιού αποτελεί χαρακτηριστικό γινό στην απόδοση των προσωπείων σε πυλό. Πρόκειται πιθανόν για το προσωπείο ενός σιλινού ή σατιού. Η πλειονότητα των ειδολίων που παρουσιάσαμε κατασκευάστηκε με τη χρήση μήτρας. Τα είναι όμως τα τεχνικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην υπόθεση λειτουργίας τοπικού κοροπλαστικού εργαστηρίου με βάση τη μακροσκοπική παρατήρηση της ποιότητας και του κρόματος του πυλού. Τα ειδόνια που εξετάσουμε είναι δυνατόν λοιπόν να θα διαχωριστούν σε δύο ομάδες. Στην πρώτη που χαρακτηρίζεται από μια διαφορετική τεχνογνωσία που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως τοπική ο πυλός έχει πολλές προσμήξεις έγγονο-χόκκινο χρώμα και μακροπυρίνα. Στην αμάχα αυτή εντάσσονται για παράδειγμα πρωτομές και κατιστές ναφθές καθώς και τα ειδόλια της νίκης και του υπτάμενου έρωτα στην πίσω πλευρά των οποίων ένα πρόσθετο τμήμα πυλού χρησίμευε για την ανάπτυσή τους. Επίσης τα υγεία με επίθετη διακόσμιση όπως τα ενδύστηκα από την όλυθο και την πέρα. Σύμφωνα λοιπόν με όσα προαναφέρα, εκτιμούμε ότι τεκμηριώνεται η λειτουργία τοπικού κονοπλακτικού εργαστηρίου στον πρόεδρο Πέμπτο και τον Δέκατο Άντι. Την άποψη αυτή ενισχύει ανέβρεση δύο ηθοποιών ευρήματα του τοπικού τίμπου Ά του τέλους του Πέμπτο Άντι. Παριστάντου ίσως δύο ζητιάνους. Ο ηλικιωμένος άνδρας στηρίζεται σε μπακτηρία και η μήγυμη γερόντισσα έχει φορτωμένο στο νόμο της Άντι. Τα ιδόνια της δεύτερης ομάδας που είναι κατασκευασμένα από καθαρό λεπτό ανοιχτόκρονο πυλό ομοιόμοπο ψήσιμο και χαρακτηρίζονται από την πολύ καλή επεξεργασία τους υποθέτουμε ότι αποτελούν εισαγωγές πιθανόν από την Αττική ή την Βιοτία. Στην ομάδα αυτή εντάσσονται τα ιδόνια των ιατροπιών και των θεωτήτων. Την υπόθεση της εισαγωγής τους επιβεβαιώνει άνδραστε η παρουσία ερηθρώματος Αττικής κερανικής του 5ου θαθος και μελαμβαφούς και αμπαφούς κερανικής του 4ου αιώνα στις εσφιχώσεις της οικίας της Γοργούς. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι το θεματολόγιο των ιδολίων από την οικία της Γοργούς είναι σημαντικό δεδομένου ότι συμπληρώνει το πάθος των θεατήτων που λατρεύονται στην πόλη της Τρίμης για το οποίο υπάρχουν ελάχιστες επιγραφικές ή αλλουίδες μαρτυρίες. Είναι παράλληλα θητικό θα λέγαμε για ένανίκο του 4ου αιώνα και τις λατρευόμενες θεότητες σε ένα οικιακό ιερό. Το ιδίκορο χαρακτηριστικό του είναι ωστόσο ο σημαντικός αριθμός ιδολίων που αποικονίζουν ηθοποιούς, μορφές του παραθεάτρου και θεατρικά προσωπία. Τα ιδόλια της κατηφορίας αυτής που απαντούν στην ευλύτερη περιοχή από το 1ο μισό του 4ου αιώνα αποτελούν είτε εισαγωγές είτε αναπαραγωγές από εισηγμένες μήτρες στα τοπικά εργαστήρια. Η ανέμπνευση του σε οικιστικά ή ταφικά συμπραζόμενα υποδηλώνει τη θεατρική παιδεία των τατόχων τους, τη συμματοχή τους στη θεατρική ζωή της πόλης τους ή ακόμη τη σχέση των ίδιων των ιδιοκτητών της οικίας με τον θέατρο όπως συμβαίνει στην οικία της Βοργούς. Ως παράλληλο παράδειγμα αναφέρουμε την οικία του κομικού στην Όλυθο των αρχών του 4ου αιώνα που ονομάστηκε έτσι από ορισμένα ιδόλια ηθοποιών που βρέθηκαν στις επιχώσεις τους. Λόγου του μικρού μεγέδους τους, τα ιδόλια αυτά πουλούσαν διθανόσους θεατές ή περιοδεύονται στίαση που έδιναν παραστάσεις. Η διάδοση τους εντέλει παράλληλα με το μεγάλο αριθμό θεατρικών υποδομημάτων που ιδρύονται στις πόλεις της Μακεδονίας και της Τράκης. Αποδεικνύει την εξεκείωση του τοθικού πληθυσμού με τις θεατρικές παραστάσεις και ταθρώμενα που διεργανώνονται στο πλαίσιο θρησκετικών χορτών και συνδέονται κατεξοχή με τη λατρεία του Διονύσου. Επιπλέαν με τη διαπιστωμένη εισαγωγή ιδολίων και μητρών από την Αττική πιστοποιείται η επίδραση του αττικού θεάτρου στην ευρύτερη περιοχή κατά των καταπτών. Η έντονη λοιπόν παρουσία ιδολίων της κατηγορίας αυτής εντός του οικιστικού ιστού της Τρίμης αποτελεί ισχυρή ένδειξη που μας επιτρέπει να υποστηρίξουμε με σχετική βεβαιότητα την ύπαρξη και λειτουργία ενός θεατρικού υποδομήματος στη πόλη αντίστοιχου με εκείνα που έχουν αποκαλυφθεί στις δητορικές πόλεις της Αφλιμπολής, της Μαρώνιας και της Στάσου. Τελειώναντας για τις διευκολίσεις στη Μελέα και του Λυκού θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε την Προισταμένη της Εφορίας Αρχαιοτήτων Ροδότης κ. Καραδήμα, την κυρία Βελένη, η Γενική Διευθύντρη Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κυροδομιάς και θεαροδιευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Δεσσαλονίκης και την κυρία Στεφανή, διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Δεσσαλονίκης. Επίσης, τον Ακαδημαϊκό κ. Μηχάη Τιβέριο για τη συμβολή του στο θέμα της διάθετης των μηλών. Σας ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστούμε πολύ και εμείς τις κυρίες Τερζοπούλου και Τζαναβαρή που επιχείρησαν να αναδείξουν αυτό το τόσο αποσπασματικό υλικό προσεγγίζοντας στο χωρίς πλευρά.