Διάλεξη 6: Επίσης, η πέμπτη θέλω να αναλύσουμε την απόφαση, είναι μια σειρά αποφάσεων δηλαδή που αφορούν την ανταλλαγή ομολόγων του δημοσίου, το περίφημα PSI. Διότι είναι και αυτό μια μορφή, θα μπορούσα να πει κανείς, απαλλοτριώσεως. Και πιστεύω ότι είναι από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια, οπότε καλύτερα να συνεχίσουμε με αυτό. Θα δούμε λοιπόν τη διαδικασία της απαλλοτρίωσης σήμερα. Αλοκληρώνουμε αυτό το κεφάλαιο και κάποιες ειδικές μορφές συγγενείς μάλλον με την απαλλοτρίωση. Θα αφήσω για το άλλο μάθημα το ναστικό και αγροτικό αναδασμό και θα κάνω αυτή την απόφαση την 1116 του 2014 της Ολομέλειας για το PSI. Έτσι, δεν την έχετε δει ή όχι? Όχι. Ξέρετε περί την ός πρόκειται. Την έχετε ανεβάσει στο ΣΑΤΣΑ. Έχω ανεβάσει, υπάρχει ένα πολύ ωραίο άρθρο του κυρίου Τσιμπανούλης, το τεμητικό τρόμο, το όμο δριλεράκι, που παρουσιάζει αυτό τη διαδικασία ανταλλαγής ομολόγων. Έτσι, οπότε καταλαβαίνει κανείς το μηχανισμό και κάνει μια ανάλυση της απόφασης, αλλά ως προς ένα τμήμα της, ας πούμε, το αν συνάδει προς το άρθρο 17 και το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου. Γι' αυτό το συνδέω με την απαλλοτρίωση, καταλαβαίνετε. Αλλά είχε και άλλες πτυχές αυτή η απόφαση. Οπότε, νομίζω ότι αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον να το δούμε. Είναι μια σειρά αποφάσεων, δεν ήταν μία μόνο, αλλά όλες είναι στην ίδια κατεύθυνση. Οπότε, θα δούμε αυτά. Λοιπόν, για να δούμε τώρα τι έχουμε πει για την απαλλοτρίωση. Έχουμε πει την έννοια της απαλλοτρίωσης, την αντιδιαστήλαμε προς τους περιορισμούς της κυριότητας, που καλύπτονται από το άρθρο 17, έτσι, και δόσαμε τον ορισμό της και τις προϋποθέσεις, έτσι. Και είχαμε μιλήσει, αν θυμάμαι καλά, είχαμε εξετάσει το ζήτημα της αποζημίωσης, που είπαμε ότι πρέπει να είναι πλήρης. Και είχαμε πει διάφορες περιπτώσεις, πώς υπολογίζεται, κτλ. Και για να γίνει κατάληψη του ακινήτου, το απαλλοτριωθέντος, πρέπει να έχει καταβληθεί το σύνολο του ποσού της αποζημίωσης. Εδώ, με την αναθεώρηση του συντάγματος του 2001, είχαμε μία τροποποίηση προς το θέμα της καταβολής της αποζημίωσης. Δηλαδή, το άρθρο 17, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, προβλέπει τη δυνατότητα κατάληψης του ακινήτου πριν από την καταβολή του συνόλου της αποζημίωσης. Όπως καταλάβατε, η υποχρέωση καταβολής του συνόλου της αποζημίωσης είναι τι? Μια εκδήλωση της θεμελιώδου σημασίας της κυριότητας. Χάνει κάποιος την κυριότητα, εφόσον αποζημιωθεί πλήρως. Αυτό εξυπηρετούσε, δηλαδή, η υποχρέωση καταβολής του συνόλου της αποζημίωσης προκειμένου να γίνει κατάληψη του απαλλοτριωθέδους. Δεδομένου, όμως, ότι την εποχή εκείνη προετοιμάζονταν τι? Οι Ολυμπιακοί αγώνεις και έπρεπε να γίνουν πολλά έργα, χρειάστηκε να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί η διαδικασία της απαλλοτρίωσης. Διότι, καταλαβαίνετε, αν περιμένουμε να ολοκληρωθεί μέχρι να αρχίσουν τα έργα, αυτό επιφέρει καθυστερίσεις. Προβλέπθηκε, λοιπόν, στο ίδιο το σύνταγμα, η δυνατότητα ενάρξως εργασιών πριν οκληρωθεί. Δηλαδή, κυρίως εργασιών, επρόκειτο για έργα γενικότερης σημασίας για την οικονομία της χώρας. Οπότε, προβλέπθηκε η δυνατότητα ενάρξως αυτών των εργασιών, κατόπιν με ειδική απόφαση του δικαστηρίου, που είναι αρμόδιο για τον οριστικό ή προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης, έτσι, υπό τον όρο καταβολής εύλογου τμήματος της αποζημίωσης και παροχής πλήρους εγγύσεις υπέρ του δικαιούχου. Δηλαδή, καταβάλλεται ένα σημαντικό τμήμα της αποζημίωσης και παρέχονται εγγυήσεις, κατά τα προβλεπόμενα στο νόμο, για την καταβολή του υπολήπου, προκειμένου να καταστεί δυνατή η έναρξη εκτελέσεως έργων, εργασιών, όταν το ακίνητο απαλλατριώνεται για την εκτέλεση έργων γενικότερης σημασίας. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι αυτό αφορούσε τα Ολυμπιακά έργα. Εκδόθηκε συναφώς ο νόμος 2985 του 2002, ο οποίος τροποποιεί τον κώδικα αναγκαστικής απαλλατριώσεως ακινήτων και προβλέπει τη δικονομική ρύθμιση της προσωρινής καταβολής ενός μέρους του τμήματος. Προβλέπει, λοιπόν, ότι το δικαστήριο παρέχει τη σχετική άδεια υποχρεώνοντας τον υπερού η απαλλατρίωση να καταβάλει το 70% του ποσού της απαλλατριώσεως, έτσι, κατά το σύστημα προσδιοριζόμενης αδικημενικής αξίας του ακίνητου, να καταβάλει, λοιπόν, εύλογο τμήμα το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το 70%. Βλέπετε, λοιπόν, ότι πρέπει να καταβληθεί το μεγαλύτερο τμήμα της αποζημίωσης, έτσι. Δηλαδή, παρά την διάταξη που διευκολύνει την απαλλατρίωση, καταβάλλεται προστάθεια προστασίας της ιδιοκτησίας. Τώρα, ο βαρυνόμενος καταθέτει αυτό το ποσό, το εύλογο τμήμα της αποζημίωσης, στη συνέχεια όμως υποχρεούται να εκδώσει υπέρ του δικαιούγου της αποζημίωσης ομόλογο, ειδικό ομόλογο, διάρκειας όχι μεγαλύτερης των 18 μηνών για το υπόλοιπο της αποζημίωσης. Δηλαδή, καταβάλλει το 70% στο Ταμείο Παρακατατικών και Δανείων και, εν συνεχεία, εκδίδει ειδικό ομόλογο για το υπόλοιπο της αποζημιώσεως. Εάν, μάλιστα, αυτό εφόσον είναι το δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, εάν ο υπερού η απαλλατρίωση είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ή ιδιώτης, δηλαδή του ομολόγου πρέπει να παράσχει εγγυητική επιστολή αναγνωρισμένου πιστωτικού ιδρύματος. Εάν δεν καταβάλει εγγυητική επιστολή αναγνωρισμένου πιστωτικού ιδρύματος, δηλαδή καταβάλλεται προσπάθεια να διασφαλιστεί ο καθού η απαλλατρίωση και δικαιούχος της αποζημίωσης. Προβλέπονται κάποιες άλλες δυνατότητες, εάν δεν καταβληθεί το υπόλοιπο της αποζημίωσης, επιβαρύνεται με τόπο 2% και έχει τη δυνατότητα ο καθού η απαλλατρίωση να προβεί σε κατάσχεση στοιχείων της περιουσίας του υπερού η απαλλατρίωση. Αλλά, όπως είπαμε, αυτή η διάταξη ήταν σημαντική για την έναρξη εργασιών για έργα γενικότερης σημασίας. Λέμε, κυρίες συνάδελφοι, για τη δυνατότητα που περιέλαβε το ίδιο το σύνταγμα να αρχίσουν εργασίες στο απαλλατριωθένα κίνητο, έστω κι αν δεν έχει καταβληθεί το σύνολο της αποζημίωσης. Διότι, για λόγους προστασίας της ιδιοκτησίας, η προηγούμενη συνταγματική διάταξη επέβαλε την καταβολή της πλήρους αποζημίωσης προκειμένου να γίνει η κατάληψη του ακοινήτου. Αλλά, για ενώψη ολυμπιακών έργων και της ανάγκης ταχίας ολοκλήρωσης των έργων αυτών, προβλέφθηκε η δυνατότητα συνταγματικά σε πρώτη φάση και νομοθετικά εν συνέχεια, εν άξιος εργασιών, έστω με την καταβολή ευλόγου του είματος της αποζημίωσης. Αυτή είναι μια σημαντική καινοτομία του συντάγματος. Ένα άλλο θέμα που πρέπει να δούμε είναι η δικαιοδοσία, η εγκαθίδρυση ενιαίας δικαιοδοσίας. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, εξετάζοντας τη διαδικασία της απαλλοτριώσεως, εμπλέκονται πολλά δικαστήρια. Η μεν απόφαση κήρυξης της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως είναι μια διοικητική πράξη, εκτελεστή πράξη διοικητικής αρχής, οπότε σύμφωνα με το 95 παράγραφο σε ένα στοιχείο άνθρωτος συντάγματος, έχουμε ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου Επικρατίας. Ο προσδιορισμός των δικαιούχων και οριστικός ή προσωρινός προσδιορισμός της αποζημίωσης υπάρχεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστήριων και οι πράξεις της αυτοδίκησης άρσης της απαλλοτρίωσης ή της ανάκλησης εντελεσμένης απαλλοτρίωσης, οι διαφορές μάλλον που αποραίων από τέτοιες πράξεις, υπάρχονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστήριων. Βλέπουμε λοιπόν ότι εμπλέκονται πολλά δικαστήρια και των δύο δικαιοδοσιών. Προέβλεψε λοιπόν, υπάρχει μια διάταξη δηλαδή όπως καταλαβαίνετε επειδή πρόκειται για θέμα ιδιοκτησίας θεωρείται ότι κατεξοχήν αρμόδιος και ευγνώστης των θεμάτων είναι ποιος? Ο πολιτικός δικαστής. Οπότε αυτό το μέρος που είναι πολύ σημαντικό διατηρείται στη δικαιοδοσία αυτή. Επειδή όμως αυτή η διάσπαση της δικαιοδοσίας δημιουργεί προβλήματα τι? Αντικρόμενης νομολογίας. Έτσι. Γι' αυτό καταβλήθηκε προσπάθεια ενιαίας δικαιοδοσίας. Το άρθρο λοιπόν 17 παράγραφος 4 του συντάγματος προέβλεψε τη δυνατότητα καθορισμού ενιαίας δικαιοδοσίας κατά παρέκληση από το άρθρο 94. Έτσι. Ενιαία δικαιοδοσία λοιπόν. Άρα οι διαφορές τι διαφορές ήταν? Εφόσον έχουμε πράξεις της εκτελεστικής εξουσίας. Κατενάσκηση δημόσιας εξουσίας. Άρα τι διαφορές προκύπτουν? Δικητικές διαφορές. Άρα η ενιαία δικαιοδοσία θα ήταν ποια? Τον δικαστήριο των διοικητικών. Έτσι. Άρα θα έπρεπε να αφαιρεθεί από τα πολιτικά δικαστήρια η αρμοδιότητα προσδιορισμού των δικαιούκων και προσωρινού και οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης. Και μάλιστα προσέξτε εδώ υπάρχει το εξής ενδιαφέρον. Το άρθρο 17 παράγραφος 4 μας λέει νόμος μπορεί να προβλέπει την εγκαθίδρυση ενιαίας δικαιοδοσίας κατά παρέκληση από το άρθρο 94 για όλες τις διαφορές και υποθέσεις που σχετίζονται με την απαλλοτρίωση. Και το 117 παράγραφος 7 που έχει μεταβατική διάταξη λέει ότι η ισχύς της αναθεωρημένης διάταξης του πρώτου εδαφείου της παραγράφου 4 αρχίζει με τη θέση σε ισχύη του σχετικού εκτελεστικού νόμου και πάντως από πρώτης πρώτου 2002. Αυτό τι σήμανε από το συνδυασμό των δύο διατάξων, τι συνάγουμε ότι από πρώτης πρώτου 2002, ανεξαρτήτως αν έχει εκδοθεί ο σχετικός νόμος όλες οι διαφορές από την απαλλοτρίωση θα υπάγονται στα διοικητικά δικαστήρια. Το πρόβλημα ποιο είναι ότι δεν υπάρχει στον κώδικα διοικητικής δικονομίας ένδικο βοήθημα για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης ή για τον προσδιορισμό των δικαιούχων. Έτσι, άρα πώς θα γινόταν αυτό το θέμα όταν από το ίδιο το σύνταγμα απέρει αυτή η υποχρέωση. Αντιλαμβάνεστε τι λέω. Έπρεπε λοιπόν να αντιμετωπιστεί τάχιστα αυτό και να παραμείνουν οι διαφορές που συνδέονται με τον προσδιορισμό της αποζημίωσης και τον προσδιορισμό των δικαιούχων στα πολιτικά δικαστήρια. Έτσι, λοιπόν, ποιος είναι ο τρόπος ταχείας ρύθμισης μιας επίγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης. Το σύνταγμα τι δυνατότητα παρέχει. Μια δυνατότητα της οποίας έγινε κατάκριση, ναι. Συνομοθετικό επίπεδο θα γίνει αυτό. Πράξη ομοθετικού περιεχομένου. Λοιπόν, τέλει του 2001 εκδόθηκε μία πράξη ομοθετικού περιεχομένου που όρισε ότι διατηρείται η δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστήριων όσον αφορά τον προσδιορισμό των δικαιούχων και τον προσδιορισμό προσωρινό και οριστικό, μάλλον, της αποζημίωσης. Επομένως, διατηρήθηκε η φιστάμενη κατάσταση, έχουμε αρμοδιότητα τριών δικαστηριών, του Συμβουλίου Επικρατίας για την προσβολή, μάλλον, της πράξης κήρυξης της απαλλοτρίωσης, πολιτικά δικαστήρια μόνο με λες πρωτοδικείο και εφετίο για τον προσδιορισμό των δικαιούχων της αποζημίωσης και τον προσωρινό και οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης και τακτικά διοικητικά δικαστήρια για τις διαφορές που απορρέουν από την ανάκληση της απαλλοτρίωσης. Με την έκδοση πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, διότι διαφορετικά, όπως είπαμε, λόγω του 117 παράγραφους 7, θα υπήγονται οι διαφορές στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια χωρίς ο διοικητικός δικαστής να είναι εξοπλισμένος με τα σχετικά ένδρικα ποηθήματα και τις σχετικές εξουσίες για την αντιμετώπιση, για την επίλυση αυτών των διαφορών. Έτσι, λοιπόν, παραμένει η κατάσταση ως έχει. Λοιπόν, είμαστε δάξει μέχρι εδώ. Έτσι, αυτό είναι σημαντικό το θέμα για τη δικαιοδοσία. Γιατί, επαναλαμβάνω, ναι. Στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, διότι διαφορές υπάρχουν. Που αποραίων από την ανάκληση των απαλλοτριώσεων. Θα τα δούμε σε λίγο, έτσι. Λοιπόν, η διαδικασία τώρα της απαλληλεγγύης δικαιοδοσίας, η δικαιοδοσία της απαλληλεγγύης δικαιοδοσίας, καταλήγει σε στέρηση ατομικού δικαιώματος, η διαδικασία είναι περίπλοκη και ρυθμίζεται διεξοδικά από τον Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακυνήτων. Έτσι, από τον νόμο 28-82 του 2001, όπως τροποποιήθηκε και έκανε, όπως τροποποιήθηκε και έχουν επέλθει σε αυτόν αρκετές τροποποιήσεις, κυρίως λόγω του νόμου του Καλλικράτη του 38-52 του 2010, οπότε άλλαξαν πολλές αρμοδιότητες ως προς το όργανο που μπορεί να προβεί σε κήρυξη απαλλοτρίωσης. Λοιπόν, για να δούμε τη διαδικασία. Διακρίνεται σε 5 στάδια, όλα αυτά σχηματικά βέβαια. Λοιπόν, πρώτον, η απόφαση της διοίκησης, ότι η εξυπηρέτηση μιας νομοθετικά αναγνωρισμένης δημόσιας οφέλειας, απαιτεί αναγκαστική απαλλοτρίωση. Αποφασίζει λοιπόν η διοίκηση, ότι πρέπει να προβεί σε αναγκαστική απαλλοτρίωση. Εν συνεχία, αναγνωρίζονται οι δικαιούχοι της αποζημίωσης. Οι δικαιούχοι, όχι το ποσόν της αποζημίωσης. Εν συνεχία, κηρίζεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση. Εν συνεχία, προσδιορίζεται η αποζημίωση, προσδιορισμός της αποζημίωσης δικαστικός. Και τέλος, συντελείται η αναγκαστική απαλλοτρίωση, με την καταβολή της αποζημίωσης. Άρα, η διοίκηση αποφασίζει, ότι πρέπει να προβεί σε απαλλοτρίωση. Αναγνωρίζονται οι δικαιούχοι της αποζημίωσης. Κηρίζεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση. Συνήθως αυτά είναι ενιαία. Έτσι, το πρώτο και το τρίτο είναι ενιαίο στάδιο. Προσδιορίζεται η αποζημίωση και συντελείται η αναγκαστική απαλλοτρίωση, με την καταβολή της αποζημίωσης. Τώρα, δεν αποκλείται να μη φτάσουμε σε όλα αυτά τα στάδια, σε περίπτωση αυτοδίκαιης άρσης ή ανάκλησης συντελεσμένης ή μη συντελεσμένης απαλλοτρίωσης. Αυτά μην προβληματίζεστε πολύ. Θα τα βρείτε και στο νόμο 2882 του 2001. Εγώ κάνω απλώς μια συστηματοποίηση. Λοιπόν, η διοίκηση, ξεκινάμε με το πρώτο, με την απόφαση ότι η εξυπηρέτηση μιας δημόσιας οφέλειας, νομοθετικά αναγνωρισμένης, επιβάλλει απαιτεία αναγκαστική απαλλοτρίωση. Οφείλει η διοίκηση να εξετάσει την ανάγκη αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, δηλαδή να εξετάσει αν η συγκεκριμένη δημόσια οφέλεια εξυπηρετείται με την απαλλοτρίωση. Εδώ εφαρμόζει ποια συνταγματική αρχή? Στης αναλογικότητας. Δηλαδή, αν το συγκεκριμένο ακίνητο είναι κατάλληλο και αναγκαίο για την εξυπηρέτηση του εν λόγω σκοπού δημόσιας οφέλειας, αν ο σκοπός μπορεί να επιτευχθεί με άλλο τρόπο κλίν της απαλλοτριώσεως, αν επιβάλλεται η συγκεκριμένη αναγκαστική απαλλοτρίωση και όλη αυτή η συλλογιστική της διοίκησης πρέπει να αποτυπώνεται στην αιτιολογία της πράξης. Στην αιτιολογία που συνοδεύει την πράξη απαλλοτρίωσης. Τώρα, για να εκδοθεί η πράξη απαλλοτρίωσης, η κήρυξη δηλαδή, η απόφαση περί κηρύξωσης της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, απαιτούνται, σημειώστε αυτά, κτηματολογικό διάγραμμα. Δηλαδή, το κτηματολογικό διάγραμμα δεν είναι εκτελεστή πράξη, αλλά είναι μία ενέργεια, ας το πούμε, η σύνταξή του που προηγείται αναγκαστικά, οπωσδήποτε, της κήρυξης απαλλοτρίωσης. Κτηματολογικό διάγραμμα, το οποίο απεικονίζει την απαλλοτριούμενη έκταση και τις ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτήν. Μπορεί να υπάρξουν περισσότεροι ιδιοκτήτες. Και δεύτερον, κτηματολογικός πίνακας. Προσέξτε, κτηματολογικό διάγραμμα με την έκταση και τις ιδιοκτησίες και κτηματολογικός πίνακας, ο οποίος εμφανίζει τους ιδιοκτήτες των απαλλοτριούμενων ακινείτων, των εμβαδών κάθε ιδιοκτησίας και τα προσδιοριστικά στοιχεία των κατασκευών και άλλων συστατικών που υπάρχουν σε κάθε ιδιοκτησία. Δηλαδή, είπαμε, κτηματολογικό διάγραμμα πιο γενικό και κτηματολογικός πίνακας με τους ιδιοκτήτες, των εμβαδών, των ιδιοκτησιών και τα συστατικά που υπάρχουν σε κάθε ιδιοκτησία. Τρίτον, απαιτείται και η τήρηση των διαδικασιών χωροθέτησης του έργου που πρόκειται να γίνει, σύμφωνα με τον περίφημο νόμο 1650 του 1986. Ορίστε, τι είπατε? Όχι σύμβαση, τήρηση των διαδικασιών για τη χωροθέτηση του έργου. Δηλαδή, θα γίνει απαλλοτρίωση γιατί? Για να πραγματοποιηθεί κάποιο έργο. Αυτό το έργο όμως πρέπει να έχει χωροθετηθεί, δηλαδή να έχουν τηρηθεί οι διαδικασίες που απαιτεί ο νόμος 1650 του 1986 για τέτοια μεγάλα έργα. Η έκταση του, η επιρροή που ασκεί στο περιβάλλον, όλα αυτά. Άρα, χρειαζόμαστε κτηματολογικό πίνακα, κτηματολογικό διάγραμμα και τήρηση των διαδικασιών χωροθέτης. Το κτηματολογικό διάγραμμα και ο πίνακας συντάσσονται βάση της τελευταίας αποτύπωσης των ιδιοκτησιών από δημόσια αρχή. Πώς θα βρεθούν αυτά τα στοιχεία? Από προηγούμενη πρόσκληση των ιδιοκτητών να παραδώσουν τους τίτλους ιδιοκτησίας. Παραδίδουν τους τίτλους ιδιοκτησίας και ταυτόχρονα αναγνωρίζονται ή δικαιούχοι της αποζημίωσης με απόφαση του μονομελούς πρωτοδικίου που βρίσκεται στην έδρα του ακίνητο που πρόκειται να παλωτριωθεί. Το καταλάβατε? Πώς θα γίνει ο κτηματολογικός πίνακας, το κτηματολογικό διάγραμμα βάσει της αναγνώρισης των δικαιούχων, δηλαδή των ιδιοκτητών. Πώς αναγνωρίζονται οι δικαιούχοι με δικαστική απόφαση. Την αναγνώριση των δικαιούχων την προβλέπει το άρθρο 2882 του 2001. Για τι χρειάζεται η δικαιοκτητική απόφαση που έχουν τους τίτλους? Για κατοχύρωση, για μεγαλύτερη κατοχύρωση. Γιατί μπορεί ο τίτλος να μην είναι νόμιμος, να έχει μεταβιβαστεί το ακίνητο. Μπορούσε, αλλά για λόγους ασφάλειας. Είπαμε ότι η απαλλοτρίωση λόγω ακριβώς του ότι στερεί ατομικό δικαίωμα περιβάλλεται από πάρα πολλές εγγύσεις. Για αυτό προβλέπεται και ο δικαστικός. Προβλέπεται και δικαστική διοικητική αναγνώριση, αλλά όλα αυτά πετούν βεβαίωση με απόφαση του δικαστηρίου. Λοιπόν, η αναγνώριση των δικαιούχων μπορεί να γίνει και διοικητικά, εφόσον προσδιοριστεί η σχετική τιμή μονάδας. Το προβλέπεται και αυτό το άρθρο 27. Αυτό γίνεται με μία επιτροπή, από μία επιτροπή μάλλον, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και περιλαμβάνει διάφορους διοικητικούς υπαλλήλους. Άρα υπάρχει και δυνατότητα διοικητικής αναγνώρισης των δικαιούχων το προβλέπει το άρθρο 27. Αλλά ο κανόνας είναι η δικαστική αναγνώριση. Και πάλι υπό προϋποθέσεις. Εσείς θα σημειώσετε ότι η αναγνώριση των δικαιούχων γίνεται με απόφαση του μονομελούς πρωτοδικίου και σε ορισμένες περιπτώσεις έχουμε διοικητική αναγνώριση, που ρυθμίζονται στο άρθρο 27. Τώρα, αφού έχουμε όλα αυτά τα στοιχεία, εκδίδεται η απόφαση κήρυξης της απαλλοτρίωσης. Πάμε στην απόφαση κήρυξης της απαλλοτρίωσης. Αυτή η απόφαση, αν διαβάσετε τον Κώδικ Αναγκαστικό Απαλλοτριώσων, θα δείτε ότι λέει ότι είναι απόφαση του Γενικού Γραμματεία της Περιφέρειας. Είναι στη νόμος. Εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε. Εάν πρόκειται για εκείνη το Δήμου, έχουμε απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Αλλά το συνηθέστρο είναι να έχουμε απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου. Τώρα, εάν πρόκειται για εκείνη το μεγαλύτερης αξίας, έχουμε απόφαση του Γενικού Γραμματέα της αποκεντρωμένης διοίκησης και σε περίπτωση ακόμη μεγαλύτερης έκτασης, έχουμε αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών και του Συναρμοδίου Υπουργού. Δηλαδή, το έργο που θα εκτελέστη, υπάρχεται στην εποπτεία ποιού Υπουργού. Αυτός με τον Υπουργό Οικονομικών θα προβούμε στην πράξη απαλλοτρίωσης. Δηλαδή, ανάλογα με το μέγεθος του έργου και την έκταση του ακοινήτου, έχει αρμοδιότητα ανώτερη αρχή. Το συνηθέστρο είναι να είναι το Περιφερειακό Συμβούλιο. Δηλαδή, σε επίπεδο περιφέρειας γίνονται τα έργα. Ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και στη συνέχεια η Υπουργή. Τώρα, προσέξτε, το άρθρο 15 προβλέπει, βλέπουμε, να το νομοθέτει να καταβάλει μια προσπάθεια αποφυγής της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Δηλαδή, να εξυπηρετήσει αυτή την ανάγκη με υπηρότερο μέσο. Επιχείρη, λοιπόν, μπορεί να προσφύγει ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ή ο Υπουργός, στην απευθείας εξαγορά του ακυνήτου, που μπορεί να γίνει και μετά την κήρυξη της απαλλοτρίωσης, μέχρι να καθοριστεί δικαστικά η αποζημίωση. Δηλαδή, εφόσον επιλεγεί κάποιο ακύνητο, καταβάλλεται προσπάθεια τη συνενόησις του με τον ιδιοκτήτη, προκειμένου να γίνει εξαγορά, δηλαδή να εφαρμοστούν... οι διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου, έτσι, αντί να έχουμε αναγκαστική απαλλοτρίωση με όλη αυτή τη διαδικασία. Επίσης, αντί της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, μπορεί να γίνει και ανταλλαγή του απαλλοτριούμενου ακυνήτου με ακύνητο της ιδιοκτησίας του δημοσίου, εφόσον συμφωνεί, βέβαια, και ο ιδιοκτήτης, αλλά και η αρχή που έχει τη διαχείριση του ακυνήτου του δημοσίου. Άρθρο 2, παράγγραφος 2 του κώδικα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων. Προσέξτε τώρα. Πριν γίνει, πριν εκδοθεί η πράξη της απαλλοτρίωσης, ο νόμος απαιτεί ανακοίνωση της υπηρεσίας που προτείνει την απαλλοτρίωση, έτσι, στην οποία ανακοίνωση πρέπει να αναφέρεται ο σκοπός για τον οποίο θα γίνει η απαλλοτρίωση και να προσδιορίζεται και η απαλλοτριωτέα έκταση και η ευρύτερη περιοχή στην οποία ανήκει το ακύνητο, η απαλλοτριωτέα έκταση. Και μάλιστα, καλούνται με την ανακοίνωση αυτή οι ενδιαφερόμενοι να προβούν σε προσφορά ή να υποδείξουν κατάλληλα ακύνητα. Αυτό σε τι αποβλέπει αυτή η ανακοίνωση? Και δημοσιότητα και διαφάνεια, αλλά και τι, να αποτραπεί η απαλλοτρίωση, έτσι, ενδεχομένως μπορεί να εντοπιστεί κάποιος ιδιότης που ενδιαφέρεται να κολλήσει το ακύνητό του, να υποδειχθεί στη διοίκηση ένα ακύνητο πιο κατάλληλο από αυτό που η ίδια έχει υπόψη της. Αυτή η ανακοίνωση μάλιστα μας λέει ο νόμος, δημοσιεύεται σε ημερίες και εφημερίδες στην Αθήνα ή Θεσσαλονίκη ή και σε εφημερίδα και επίσης τυχοκολλείται στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας του δήμου, έτσι, όπου θα γίνει το έργο. Δηλαδή βλέπουμε μια προσπάθεια, επαναλαμβάνω, αποφυγής της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Αφενός αποφυγής και αφετέρου όσο γίνεται μεγαλύτερης διαφάνειας. Ωραία, λοιπόν, τώρα η ίδια η απόφαση κηρύξεως της απαλλοτριώσεως αποτελεί φυσικά, είπαμε, εκτελεστή πράξη διοικητικής αρχής και πρέπει να συνοδεύεται από η δική αιτιολογία. Σε ορισμένες περιπτώσεις προβλέπεται προηγούμενη γνώμη αρχής ή υπηρεσίας, έτσι, η οποία πρέπει να αποφανθεί να εκδώσει αυτή τη γνώμη μέσα σε προθεσμία, συγκεκριμένη προθεσμία διαφορετικά, εντός προθεσμίας δύο υπηρεσιών από την περιέλευση της σχετικής πρόσκλησης και αν αυτή η γνώμη είναι απλή φυσικά, οπότε αν παρέλθει άπρακτη προθεσμία μπορεί να προχωρήσει η διοίκηση στην κύρη της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως. Εντάξει, ωραία. Λοιπόν, η αναγκαστική απαλλοτρίωση συνεπάγεται αυτοδικαίως του ακυνήτου, συνεπάγεται αυτοδικαίως και την απαλλοτρίωση οποιοδήποτε κτίσματος βρίσκεται στο ακύνητο, έτσι, ή οποιοδήποτε άλλο συστατικό του πράγματο, σύμφωνα με το άρθρο 953 του αστικού κώδικα, έστω κι αν αυτά δεν αναφέρονται στο κτηματολογικό πύλακα και στο κτηματολογικό διάγραμμα. Η απόφαση δημοσιεύεται στην εθνημέρεια της κυβερνήσεως, παρόλο που πρόκειται για την πράξη ατομική, έτσι, παρόλα αυτά δημοσιεύεται στην εθνημέρεια της κυβερνήσεως και θεωρείται ότι κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση με τη δημοσίευση και προσβάλλεται με έτηση ακυρώσους. Εντάξει, ωραία. Κηρύχθηκε λοιπόν με την εκτελεστή αυτή διοικητική πράξη, στη συνέχεια πρέπει να προσδιοριστεί η αποζημίωση εδώ. Ο κώδικας διοικητικής απαλλοτριώσεων με κινήτων. Στο άρθρο 15 προβλέπει μία επιτροπή, η οποία προβαίνει σε μία, ας το πούμε, εκτίμηση της αξίας του ακυνήτου και η εκτίμηση αυτής της επιτροπής υποβάλλεται στο δικαστήριο, το οποίο θα επιλευθεί του προσωρινού ή οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης. Εντάξει. Και η επιτροπή είναι αυτή η διοικητική αρχή, είναι… Ναι, συμπροτεί τα ορισμένα πρόσωπα από συγκεκριμένους υπαλλήλους. Είναι ενδιαφερόμενοι. Πώς είπατε? Είναι ενδιαφερόμενοι… Όχι, δεν είναι ενδιαφερόμενοι, είναι διοικητικοί πάλιοι. Διοικητικοί πάλιοι, ναι, αλλά δεν έχουν ενδιαφέρον να καταβληθεί… Όχι, όχι, όχι. Αυτοί μια εκτίμηση κάνουν, δεν έχουν καμία σχέση με την υπόθεση. Η επιτροπή αποτελεί από το προστάγμα της στιματικής υπηρεσίας του νομού, έναν υπάλλο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και έναν υπηρογνώμονα, έτσι. Δηλαδή οι πάλληλοι βασικά είναι όλοι αυτοί, οι οποίοι έχουν εξειδικευμένη γνώση του αντικειμένου, γι' αυτό και προβαίνουν στην εκτίμηση. Αυτή η εκτίμηση δεν είναι η οριστική εκτίμηση του προσδιορισμού της αποζημίωσης, έτσι. Αυτή η εκτίμηση χρησιμοποιείται, προσκομίζεται σε ποιο? Στο αρμόδιο δικαστήριο, το οποίο είναι ένα στοιχείο της προδικασίας, δηλαδή, έτσι. Επιλαμβάνεται, όπως είπαμε, του προσδιορισμού της αποζημίωσης μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, είτε το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας εκεί που βρίσκεται το ακίνητο, προσωρινός προσδιορισμός, ο οποίος καθίσταται οριστικός εάν παρέχουν 30 μέρες και δεν ζητηθεί οριστικός, ή οριστικός από το εφετίο. Η απόφαση του εφετίου υπόκειται σε ανέρεση, έτσι. Άρα, είτε προσωρινό προσδιορισμό άρθρο 19 του κώδικα, αναγκαστικό να παλωτριώσουν, έτσι το μονομελές πρωτοδικείο λοιπόν, στην περιφέρεια το οποίο βρίσκεται η παλωτριούμενη έκταση, και οριστικός προσδιορισμός γίνεται από το εφετίο, έτσι. Δηλαδή, ο ενδιαφερόμενος αφού έχει το προσωρινό προσδιορισμό, μπορεί να ζητήσει εν συνέχεια τον έλεγχο αυτού του προσωρινού προσδιορισμού από το εφετίο. Λοιπόν, εάν δεν το ζητήσει, ο προσωρινός καθίσταται οριστικός. Ποιοι είναι διάδικοι άρθρο 19 και 20 του κώδικα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων ακινήτων. Κατά της απόφασης του μονομελούς πρωτοδικείου δεν επιτρέπονται ένδικα μέσα, να ξέρετε. Της απόφασης του μονομελούς πρωτοδικείου δεν επιτρέπονται ένδικα μέσα. Άλλο, ζητάμε οριστικό, δεν είναι ένδικο μέσον, καταλάβατε. Όχι, δεν είναι ένδικο. Μπορεί να ζητήσει από το εφετίο τον οριστικό προσδιορισμό. Εάν δεν τον ζητήσει ο προσωρινός μέσα σε 30 μέρες, αν δεν ζητηθεί οριστικός, ο προσωρινός προσδιορισμός καθίσταται οριστικός σε 30 μέρες. Αφού δεν ασκεί ένθεση, πώς πάει στο εφετίο? Ζητάει ο προσωρινός προσδιορισμός να γίνει οριστικός. Και δεν είναι ένθεση, όχι με την έννοια ότι έχει σφάλμα ή απόφαση, καταλάβατε. Πώς αλλάζει βαθμό. Το προβλέπει ο νόμος, ναι. Αλλά ο εφετίο δεν μπορεί να αλλάξει το προσωρινό. Πώς δεν μπορεί, φυσικά, γιατί είμαστε προσωρινός και οριστικός. Μπορεί να καλύπτουμε, να σας πω κάτι, μπορεί να με καλύπτει ο προσωρινός προσδιορισμός να μην έχω οικονομική άνεση να πάω στο εφετίο για περαιτέρω προσδιορισμό, καταλάβατε. Μπορεί να κάνει εντύπωση, γιατί είναι η πρώτη φορά που αλλάζει ο προσωρινός βαθμός χωρίς άσχηση του μέσου. Ναι, δεν είναι άσχηση. Είναι ζητάς επανεξέταση από τούδο. Ανόδορα βαθμό, ναι. Για πού σε 30 μέρες γίνεται μόνος το προσωρινό προσδιορισμός οριστικός, γιατί κάποιος να σδίσει το προσωρινό. Γιατί το εφετίο, μπορεί να θεωρεί ότι το εφετίο έχει καλύτερη γνώση της υπόθεσης. Ναι, να επιβάλλει και την άλλο αυτό, ναι. Θα είπαμε ότι η υπόθεση του προσωρινού υπόκειτος είναι άνεση, ενώ ο προσωρινός το υπόκειτος είναι άνεση. Ξέρετε, είναι ένα, πώς το αντιλαμβάνεστε, είναι ένας πιο οικονομικός τρόπος προσδιορισμού της αποζημίωσης. Αλλά αυτό επαφήνται στο δικαιούργο της αποζημίωσης, τι θα κάνει. Τώρα, ποιοι είναι διάδικοι στη δίκη? Ο υπόχρεος να καταβάλει την αποζημίωση, δηλαδή κατά κανόνα ο υπερού η απαλλοτρίωση, ο καθού η απαλλοτρίωση, δηλαδή ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, και όποιος αξιώνει και άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο. Αποκλείεται ο τρίτος που συνδέεται με ενοχικό δεσμό με τον ιδιοκτήτη του ακινήτου. Ναι, αυτός αποκλείεται, δεν μπορεί να μετάσχει στη δίκη. Ωραία, υπάρχει και δυνατότητα συμβιβασμού, δηλαδή να οριστεί η αποζημίωση πώς. Εξοδικαστικά με συμβιβασμό μεταξύ των ενδιαφερομένων. Στην περίπτωση αυτή θα συνταχθεί πρακτικό και υπογράφεται από τους διαδίκους, οπότε περατώνεται η διαδικασία του προσδιορισμού. Υπογράφουν λοιπόν πρακτικό. Αυτό σημαίνει ότι υπογράφεται το πρακτικό και μόλις καταβληθεί αποζημίωση η απαλλοτρίωση συντηλείται. Δηλαδή υπάρχουν δυνατότητες, βλέπετε, που προσπαθεί ο νομοθέτης να διευκολύνει την επίτευξη, πώς να σας πω, συμφωνίας και τα λοιπά. Λοιπόν, τώρα η αποζημίωση πρέπει να καταβληθεί, το λέει, το ίδιο το σύνταγμα υποχρεωτικά μες το αργότερο, σε ενάμιση χρόνο, από τη δημοσίευση της απόφασης για τον προσωρινό προσδιορισμό ή για τον οριστικό. Ανάλογα τι είναι ο τελικός, ποιος είναι ο τελικός προσωρινός προσωρινό, ο οριστικός και τα λοιπά. Μόλις παρέχει ενάμιση έτους από τη δημοσίευση αυτής της απόφασης πρέπει να καταβληθεί η αποζημίωση. Διαφορετικά η απαλλοτρίωση έρεται αυτοδικαίως, έτσι. Τώρα όμως μας λέει ο κώδικας ότι η αρμόδια για την κήρυξη της απαλλοτρίωσης αρχή οφείλει να εκδώσει μέσα σε τέσσερις μήνες από τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας των δεκαοκτώ μηνών βεβαιωτική πράξη για την επελθούσα αυτοδίκαιη άσυ. Προσέξτε, το ίδιο στο νόμο στη χαρακτηρίζει βεβαιωτική πράξη, δηλαδή αυτή είναι μη εκτελεστή πράξη. Έτσι τη βαφτίζει ο νόμος. Βλέπετε ότι ο χαρακτηρισμός μιας πράξης από τον νόμο μπορεί να είναι παραπλανητικός. Πρέπει να ελέγξουμε την ίδια τη φύση της πράξης, πρέπει να αρκεστούμε στο γεγονός ότι ο νόμος τη βάφτισε βεβαιωτική. Η πράξη λοιπόν αυτή βεβαιωτικής πράξης για την επελθούσα άσυ, η πράξη αυτή δημοσιεύεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως και αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των 4 μηνών ή εκδοθεί αρνητική πράξη, προσέξτε εδώ τη ρύθμιση, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει από το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο, την έκδοση δικαστικής απόφασης με την οποία ακυρώνεται η προσβληθήσα αρνητική πράξη ή η παράλειψη και βεβαιώνεται η αυτοδικαία ως επελθούσα άρση της απαλλοτρίωσης. Δηλαδή, εγώ θα έλεγα ότι εδώ προκτείνει για διαπιστωτική πράξη, έτσι κλασική περίπτωση διαπιστωτικής πράξης. Διαπιστώνει ότι επήλθε ένα νομικό σημαντικό γεγονός, το οποίο προβλέπει ο ίδιος ο νόμος, είναι αναγκαία όμως η έκδοση της πράξης, αν δεν εκδοθεί αυτή η πράξη, τότε προσφέγω στο δικαστήριο, το οποίο στην ουσία αντικαθιστά τη διοίκηση, έτσι. Βεβαιώνει, δηλαδή ακυρώνει την προσβληθήσα πράξη και βεβαιώνει το δικαστήριο. Δηλαδή εδώ προσέξτε αυτό είναι σημαντικό, ότι ο δικαστής έρχεται να βεβαιώσει ο ίδιος ότι επήλθε η άρση της απαλλοτρίωσης, έτσι. Είναι το άρθρο 11 του κώδικα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων κινήτων. Προσβάλλω την παράλληψη ή αν εκδοθεί αρνητική πράξη, την αρνητική πράξη στο τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο, το οποίο την ακυρώνει και αναγνωρίει, βεβαιώνει το ίδιο το πρωτοδικείο του δικαστής, ότι επήλθε υποχρεωτικά η άρση της απαλλοτρίωσης. Άρα βλέπετε τρίτο δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία. Είδαμε συμβούλιο πεκρατίας, είδαμε πολιτικά δικαστήρια, πρωτοδικείο εφετείο και τώρα τριμελή διοικητικά πρωτοδικεία. Άρα αν δεν καταβληθεί η αποζημίωση ή προσδιοριστεί σαν δικαστικός αποζημίωση, έχουμε αυτοδίκη και η άρση, αλλά γι' αυτό απαιτείται έκδοση διοικητικής πράξης. Λοιπόν, η συντέλεση της απαλλοτρίωσης, για να πούμε ότι έχουμε συντελεσμένη απαλλοτρίωση, προϋποθέτει καταβολή στο δικαιούχο πλήρους αποζημίωσες, η οποία προσδιορίστηκε είτε προσωρινά είτε οριστικά. Ή με δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβερνήσεως ότι κατατέθηκε η αποζημίωση στο Ταμείο Παρακαταθυκών και Δανείων. Δεν έχουν καταβληθεί σε 18 μήνες, δεν έχει καταβληθεί το ποσό. Δεν είχε εκδοθεί μία πράξη και δεν προσφέρομαι το δικαστήριο. Τελειώνουμε εδώ. Όχι, δεν τελειώνει, δεν έχει αρθεί, δηλαδή κάνει λόγο ο νόμος για αυτοδίκαιη άρση, πλην όμως απαιτεί την έκδοση πράξης. Και αν δεν υπάρχει ούτε πράξη με τραπόμαστες. Ούτε παραμένει απαλλοτρίωση. Παραμένει. Αλλιώς θα έλεγε, δεν θα απαιτείταν η έκδοση της πράξης, είναι όπως όλες οι διαπιστωτικές πράξεις, καταλάβατε, που οφείλει να εκδώσει η δίκηση. Η μία εκδοσή τους είναι παράλληψο οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας. Οφείλει όμως να τις εκδώσει. Είδατε, τώρα με τη διαθεσιμότητα, την αργία κτλ, απαιτείται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης. Μαρ' όλο που σέστηκα, το αποτέλεσμα επέρχεται αυτοδικαίως εκ του νόμου, ποιοι νόμος απαιτείται έκδοση διαπιστωτικής πράξης, η οποία είναι εκτελεστή και προσβαλόμενη. Δεν κάνει έκδοση ο διοικούμενος. Όχι. Αυτοδικαίως, αυτό το κομμάτι. Η αρχή υποχρεούνται, η αρμόδια αρχή υποχρεούνται να εκδώσει αυτή την πράξη. Κοιτάξτε τώρα, πιστεύω ότι κάθε σώφρον και συνεχτός διοικούμενος, φυσικά και θα κάνει έκδοση, έτσι δεν είναι, να παρακινήσει την αρχή, αλλά ανεξαρτήτως του αν κάνει ή όχι, η αρχή οφείλει να εκδώσει την πράξη. Το καταλάβατε, αυτό είναι το ενδιαφέρον. Παρά το ότι όμως τη χαρακτηρίζεται ως βεβαιωτική, είναι εκτελεστή πράξη. Και ευτυχώς που είναι εκτελεστή και προσβαλόμενη. Συντέλεση, είπαμε, επιτελείται με την καταβολή της αποζημίωσης ή με τη δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβερνήσεως γνωστοποίησης ότι έχει κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανειών. Αυτός είναι και ο συνηθέστερος τρόπος, έτσι. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανειών αποδίδει στο δικαιούχο το ποσό που κατατέθηκε, αφού προσκομίσει ο ίδιος τη σχετική δικαστική απόφαση, έτσι. Άρα μπορεί και με δική του ευθύνη να καταβάει την αποζημίωση. Αυτά είναι λεπτομέρειες, θα τα δείτε στο άρθρο 8 του Κώδικα Ανακαστικών Απαλλοτριώσεων Ακυνήτων. Όταν το υπερού η απαλλοτριώση και ο υπόχρεος καταβολής της αποζημίωσης είναι το δημόσιο, αρκεί και η έκδοση χρηματικού εντάλματος πληρωμής υπέρ του δικαιού του της αποζημίωσης. Αυτό υπάρχει σε περίπτωση που συνενεί ο δικαιούκος την καταβολή αποζημιώσεως σε είδος, τότε πρέπει να συνενέσει με έγγραφη δήλωση, έτσι, ώστε να δημιουργηθεί η αποζημίωση σε είδους. Η παραλαβή της αποζημίωσης ισοδυναμεί με συνέναιση. Δεν μπορεί να υπάρχει συνέναιση, αλλά εφόσον την παρέλαβε θεωρείτε ότι συντελέστηκε η απαλλοτρίωση, έτσι, αυτό είναι που μας ενδιαφέρει. Τώρα, αν δεν δείτε τις διατάξεις, υπάρχουν τις διάφορες δικονομικές λεπτομέρειες, όπως το ότι το δικαστήριο μπορεί σε κάθε στάση της δίκης να υποχρεώσει τον οφειλέτη της αποζημίωσης σε εγγυοδοσία, έτσι, για την προστασία του υπερού η αποζημίωση, έτσι, δηλαδή του δικαιούκου. Τώρα, εφόσον καταβληθεί η αποζημίωση, ο υπερού αυτής υποχρεούται, μας λέει ο νόμος, να ενεργήσει χωρίς υπέτεια καθυστέρηση, να προβεί μάλλον στη μεταγραφή της απόφασης κήρυξης απαλλοτρίωσης και προσκομίζοντας βέβαια όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, έτσι. Πρέπει, λοιπόν, να γίνει μεταγραφή, ενώ ο καθού η απαλλοτρίωση υποχρεούνται να παραδώσει το ακυνήτου. Και βέβαια υπάρχει αντίστοιχα υποχρέωση παράδοσης του ακυνήτου. Τώρα, κάθε εμπράγματο δικαίωμα τρίτου επί του ακυνήτου μετατρέπεται σε ενοχική αξίωση επί της αποζημίωσης που παρακατατέθηκε, έτσι. Συμφωνίζετε στον βροζιωτισμό της αποζημίωσης. Όχι. Άμα εγώ το αγγίμητο μου, ενώ έχει και ασυμβάση, συνάψει, οπότε μετά εγώ θα υποχρεώσω επέναντι στον τρίτο. Αυτό δεν θα υπολογιστεί στο ιστορίο της αποζημίωσης. Ότι εγώ δεν θα πρέπει να αποζημιώσω τους συμβαλόμενούς μου. Όχι, αυτό δεν ενδιαφέρει. Ο δικαστής θα φάνει υπόψη την αξία που έχει το ακύνητο αυτό κατά το χρόνο του προσδιορισμού της αποζημίωσης, έτσι. Για παράδειγμα, αν εγώ έχω μια απολυτατικία και την δικιάζω, οπότε έχω συνάψει συμβάσεις, θα γεννηθούν δικαιώματα από τους ανθρώπους αυτούς που θα εντεσθώ να καταγγίσω τη σήμαση. Επομένως, αυτό δεν πρέπει να υπολογιστεί. Έχεις δει ότι εγώ δεν πρέπει να κάνω τις αποζημιώσεις αυτούς τους ανθρώπους. Ε, ναι, βέβαια. Απλώς υπολογίζονται οι πρόσωδοι του ακυνήτου, έτσι. Αυτό υπολογίζεται. Τώρα, αυτό δεν έχω δει κάτι, δηλαδή... Το τρίτο ποιος ήταν ικανοποιημένος? Ο χαθού. Ασφαλώς. Έχει ενοχική αξίωση κατά του, ναι, του χαθού. Κατά του δικαιούχου της αποζημίωσης. Αυτό κάπου να θα ζητήσει για να το δώσει, όμως. Δεν φταίει αυτός που έγινε βαλοντρίωση. Όχι. Καταβάλλονται αποζημίωση. Ναι, καταβάλλονται πλήρης αποζημίωση. Ναι, λαμβανομένον υπόψη, φυσικά. Δηλαδή, λαμβάνεται υπόψη η αξία του ακυνήτου με όλα αυτά τα συστατικά και με τη χρήση που γίνεται. Καταλάβετε, δεν θα λυφθεί υπόψη μόνο ως ακίνητο, έτσι ως υπόπεδο, αλλά... Διαφυγόν. Νομίζω, ναι. Ναι, ναι, ναι, ναι. Αυτό πλήρης αποζημίωση. Ξέρετε, είναι το θέμα πώς θα αρμηνευθεί η πλήρης αποζημίωση. Τι σημαίνει πλήρης αποζημίωση. Να σε φέρει στην κατάσταση που θα ήσου, εάν δεν χωρούσε η απολωτρίωση. Αυτό. Αυτό. Πάντως, τα δικαιώματα... γιατί κοιτάξτε να δείτε τώρα. Εκεί από περισσότερες οριζόδες οι ιδιοκτησίες. Άρα θα αντιμετωπιστεί διαφορετικά ως κύριος. Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή η δικαιογόσα αποζημίωσης, δεν είναι μόνο κύριος το ακίνητο. Ας πούμε, το εκμίστωνο, εντάξει. Αυτό είναι άλλο θέμα, όχι. Αυτό δεν μπορεί να το λάβει. Τι θα λάβει υπόψη το δικαστήριο. Θα λάβει υπόψη το ακίνητο και την αξία του ακίνητου στα πλαίσια της συγκεκριμένης του εκμετάλλευσης. Όχι τι διακανονισμό έχει κάνει με τον κάθε μισθωτή. Έτσι. Τώρα, αν είναι κάποιος ενυπόθηκος δανειστής, εκεί είναι άλλο θέμα. Αλλά, κάνει λόγο για εμπράγματα δικαιώματα, δεν κάνει λόγο ο νόμος για ενοχικές αξιώσεις. Και μάλιστα, είδατε που το είπαμε προηγουμένως, ο οποίος έχει ενοχικές αξιώσεις κατά του καθού η απαλλοτριώση, δηλαδή του δικαιού μου της αποζημίωσης, αυτός δεν μπορεί να μετάσχει στη δίκη του προσδιορισμού της αποζημίωσης. Έτσι. Μόνος έχουν εμπράγματα δικαιώματα. Και τα εμπράγματα δικαιώματα, ανεξατήτως το αν κλητεύθηκε, αυτός που έχει εμπράγματα δικαιώματα, δηλαδή ποιο είναι το εμπράγματα δικαιώματα, υποθήκη βασικά, ανεξατήτως το αν κλητεύθηκε ή όχι, έχει πλέον την ενοχική αξίωση απέναντι του τρίτου. Και σε τελική ανάλυση, η υποθήκη συνεπάγεται τι? Μίωση της αξίας του ακινήτου. Όχι, αύξησε. Δηλαδή τι να λυθεί η υπόψη. Δηλαδή το θέμα είναι ότι το εμπράγματο δικαίωμα του τρίτου, δηλαδή η υποθήκη βασικά, ή τι άλλο είναι εμπράγματο δικαίωμα, η επικαρπή ανταχωμένως, αυτό μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση κατά του δικαιούχου της αποζημίωσης, του κυρίου του ακινήτου. Το εμπράγματο δικαίωμα μπορεί να κλητευθεί στα πλαίσια του προσδιορισμού της αποζημίωσης, εκεί είναι διαφορετικό, θα συνεκτημηθεί, αλλά αυτούς που έχει ενοχική αξίωση σε καμία περίπτωση. Λοιπόν, τώρα, ο νόμος, ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο του νόμου 2882 του 2001, δηλαδή του κώδικα αναγκαστικών απαλλητριώσεων, είναι ότι διακρίνει μεταξύ ανάκλησης. Μέχρι και εμείς μιλήσαμε για την αυτοδίκη ΙΑΣΙ, αυτό είναι ένα διαφορετικό θεσμός. Στην αυτοδίκη ΙΑΣΙ έχει οριστεί δικαστικά η αποζημίωση και δεν έχει καταβληθεί στους 18 μήνες. Λοιπόν, τώρα, εδώ μιλάμε για την ανάκληση. Πλέον της αυτοδίκης ΙΑΣΙς υπάρχει και ο θεσμός της ανάκλησης που ρυθμίζεται στον κώδικο, λοιπόν, ο οποίος διακρίνει μεταξύ μη συντελεσμένης απαλλητρίωσης, τι σημαίνει μη συντελεσμένη αναγκαστική απαλλητρίωση, ότι δεν έχει καταβληθεί, έτσι, και συντελεσμένης αναγκαστικής απαλλητρίωσης, οπότε έχει καταβληθεί η αποζημίωση. Για να δούμε τι μη συντελεσμένη. Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 11 παράγραφος 1, μας λέει, η αρχή που κήρυξε την αναγκαστική απαλλητρίωση, μπορεί με απόφασή της να προβεί σε ανάκληση ολικός ή μερικός, πριν συντελεστεί, τηρώντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την κήρυξη της απαλλητρίωσης. Δηλαδή, αν, προσέξτε, μέσα σε τέσσερα χρόνια από την κήρυξή της δεν ασκηθεί έρτιση για τον δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης. Καταλάβατε τη διαφορά. Ενώ στην αυτοδική άρση έχει οριστεί δικαστικά η αποζημίωση αλλά δεν καταβλήθηκε, εδώ η υποχρεωτική ανάκληση γίνεται πότε. Κατόπινε τίσος του ενδιαφερομένου που πιθανολογεί εμπράγματο δικαίωμα στο ακίνητο, εάν μέσα σε τέσσερα έτη από την κήρυξή της δεν έχει ασκηθεί έρτιση για τον δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης ή η αποζημίωση δεν έχει καθοριστεί ούτε εξωδίκως. Άρα μέσα σε τέσσερα χρόνια δεν έχει ζητηθεί ο καθορισμός της αποζημίωσης, άρα μέσα εντός έτους πρέπει να ζητηθεί από τον ενδιαφερόμενο τι η ανάκλησή της. Εάν υποβληθεί τέτοια έτηση υποχρεούνται η αρχή που κήρυξε την απαλλοκτρίωση να ανακαλέσει και η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην αφημεριδά της κυβερνήσεως. Άρα μέσα σε τέσσερα χρόνια δεν έχει ζητηθεί ο ενδιαφερόμενος τι η ανάκλησή της. Άρα μέσα σε τέσσερα χρόνια δεν έχει ζητηθεί ο καθορισμός της αποζημίωσης, άρα μέσα εντός έτους πρέπει να ζητηθεί από τον ενδιαφερόμενο τι η ανάκλησή της. Έχει δυνατότητα σε κάποιον που έχει εμπράγματο δικαίωμα, που πιθανολογεί ότι έχει εμπράγματο δικαίωμα, να ζητήσει την ανάκληση. Μέσα όμως ένα χρόνο από την πάροδο των τεσσάρων ετών. Και η απόφαση που εκδίδει η διοίκηση, η ανάκληση αυτή, δημοσιεύεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως. Δηλαδή έχουμε τήρηση, παραλληλισμός των τύπων, όπως και η κήρυξη απαλλατριώσεως δημοσιεύεται στο ΦΕΡΚ στην εφημερίδα της κυβερνήσεως, έτσι και η ανάκληση. Δεν ζητηθεί ο καθορισμός της αποζημίωσης, δικαστικός προδιορισμός της αποζημίωσης. Δηλαδή τι σημαίνει αυτό, αδιαφορία του καθού η απαλλατρίωση, του ιδιοκτήτη. Αυτό δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, έτσι, σαν νέσο από κάποιον, προκειμένου να μην απαλληθεί η κίνητο. Τι σημαίνει τέσσερα χρόνια να μην μπορείς να χρησιμοποιήσεις το ακίνητο. Εδώ μιλάμε για περουσίες τεράστιες. Να μην μπορείς επί τέσσερα έτη να χρησιμοποιήσεις το ακίνητο και να μην μπαίνεις αποζημίωση και να εξατάσεις από τον τρίτο που θα πιθανολογήσει εμπράγματο δικαίωμα και θα ζητήσει ανάκληση της απαλλατρίωσης. Δηλαδή είναι οι προϋποθέσεις. Ναι, εκείνο που πιθανολογεί εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλατριούμενο ακίνητο. Άρα είναι προϋπόθεση την προϋπόθεση. Ναι, δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο και όπως καταλαβαίνετε είναι σπάνιο να προκύψει μία τέτοια περίπτωση, έτσι δεν είναι. Διότι κατά κανόνα ο δικαιούχος ο κάθοντες στερείται την ιδιοκλησία του. Δεν θα θέλει να αποζημιωθεί. Αλλά για να μην μένουν εκκρεμότητες, αυτό εξυπηρετεί αυτή η απαλλατρίωση, αυτό το 11 παράγραφος 2 επόμενα, εξυπηρετεί αυτό το σκοπό. Να μην μένουν σε εκκρεμότητα ακίνητα. Κυρίχθηκε η απαλλατρίωση, δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει ο ιδιωτήτης, ούτε το δημόσιο όμως, δεν το υπερούει η απαλλατρίωση που μπορεί να το χρησιμοποιήσει, εφόσον δεν συντελέστηκε η απαλλατρίωση. Αντί λοιπόν έχουμε την εκκρεμότητα που οφείλεται στην αδιαφορία του ιδιοκτήτη, προβλέπει ο νόμος την υποχρεωτική ανάκληση. Τώρα, εάν έχει συντελεστεί η αναγκαστική απαλλατρίωση, δηλαδή τι σημαίνει έχει συντελεστεί, έχει καταβληθεί η αποζημίωση. Ωραία, εδώ πρέπει να διακρίνουμε ανάλογα με το αν ο υπερούει η απαλλατρίωση είναι το δημόσιο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμοί κοινής οφέλειας, και εάν ο υπερούει η απαλλατρίωση είναι ιδιώτης ή φυσικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Ωραία, λοιπόν, εδώ ας πάρουμε την πρώτη περίπτωση. Συντελεσμένη απαλλατρίωση υπέρ δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου. Μπορεί να ανακληθεί ολικός ή μερικός η συντελεσμένη απαλλατρίωση, εφόσον η αρμόδια υπηρεσία κρίνει ότι δεν είναι αναγκαία για την εκπλήρωση του αρχικού ή άλλου σκοπού, που χαρακτηρίζεται το νόμος δημόσιας οφελίας και οκαθό η απαλλατρίωση ιδιώτης αποδέχεται την ανάκληση. Δηλαδή καταλαβαίνετε τι συμβαίνει εδώ. Καταβλήθηκε η αποζημίωση, διαπιστώνει όμως η αρχή η οποία κήρυξε την απαλλατρίωση ότι δεν θα χρησιμοποιήσει το ακίνητο για το σκοπό αυτό, δηλαδή δεν είναι αναγκαία. Οπότε, τι γίνεται σε αυτή την περίπτωση. Εάν ο καθού η απαλλατρίωση αποδέχεται την ανάκληση, γιατί μπορεί ο καθού η απαλλατρίωση, εφόσον έχει σπράξει την αποζημίωση, να την έχει χρησιμοποιήσει και να μην τον ενδιαφέρει να ανακτήσει την κυριότητα του ακίνητου, επιστρέφοντας βέβαια την αποζημίωση. Επομένως, εφόσον συμφωνεί γίνεται ανάκληση. Τώρα, αν ο καθού η απαλλατρίωση ιδιοκτήτης δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την ανάκληση, ή δεν απαντήσει εντός τριών μηνών από τη σχετική πρόστιση, το απαλλατριούμενο ακίνητο μπορεί να διατηθεί ελεύθερα. Διότι, όπως θα θυμάστε, αναγκαστική απαλλατρίωση που έγινε για κάποιο σκοπό, το απαλλατριωθέν ακίνητο πρέπει να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό αυτό, ή για άλλο σκοπό δημόσιας οφέρειας. Δεν μπορεί λοιπόν να διατηθεί ελεύθερα. Εάν όμως συντρέψουν αυτές οι προϋποθέσεις που είδαμε, εάν κρίνει η αρμόδια υπηρεσία ότι δεν είναι αναγκαία η απαλλατρίωση, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό για τον οποίο είναι, ζητεί, καλεί τον καθού η απαλλατρίωση να επιστρέψει την αποζημίωση και να ανακτήσει την κυριότητα, εάν δεν το επιθυμεί το ακίνητο μπορεί να διατηθεί ελεύθερα. Τώρα, εάν το απαλλατριούμενο ακίνητο χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό που απαλλατριώθηκε, στη συνέχεια όμως έπαψε για οποιοδήποτε λόγο να χρησιμοποιείται, τότε θεωρείτε ότι ο σκοπός εκπληρώθηκε, έτσι. Και δεν είναι δυνατή η ανάκληση και στην περίπτωση αυτή μπορεί να διατηθεί ελεύθερα το ακίνητο. Δηλαδή, καταλάβατε, το χρησιμοποιήσαμε, μετά διαπιστώνουμε ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αυτό το σκοπό πλέον, δεν είναι πρόσφορη χρήση για αυτό το σκοπό. Τι μπορεί να γίνει, διατίθεται ελεύθερα, αλλά δεν υπάρχει δυνατότητα ανάκλησης, έτσι. Να λέμε γιατί συνεχίζεται έναν όνομα, είδαξε μου, για άλλο σκοπό. Ναι, οτιδήποτε. Περιοσοκό στοίχιο του δημοσίου πλέον. Ωραία, λοιπόν, εδώ όπως καταλαβαίνετε, οι συνθήκες ανάκλησης συνδέονται με τη βούληση του δημοσίου, έτσι, του Υπερού, η απαλλοτρίωση. Στην περίπτωση τώρα, συντελεσμένης απαλλοτρίωσης που κηρύχθηκε υπέρ ιδιώτη, νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ανακαλείται υποχρεωτικά, ύστερα από αίτηση του, καθού η απαλλοτρίωση, η οποία υποβάλλεται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός αίτους, από την πάροδο πενταετίας, κατά την οποία το ακίνητο δεν χρησιμοποιήθηκε, για τον σκοπό για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση, έτσι. Τι τη θέλετε? Λοιπόν, απαλλοτριώθηκε ένα ακίνητο υπέρ ιδιώτη, για την επέκταση μιας βιομηχανικής εγκαταστάσεως που προάγει την εθνική οικονομία. Πέρασαν πέντε χρόνια και ο κύριος δεν έκανε τίποτα, ο υπερού η απαλλοτρίωση δεν το χρησιμοποιήσε το ακίνητο, έτσι. Εάν τώρα, έχει καταβάλει την αποζημίσωρα, δεν το χρησιμοποιήσει, εάν τώρα ο καθού η απαλλοτρίωση θέλει να ανακτήσει το ακίνητο, ο πρώην κύριος δηλαδή θέλει να ανακτήσει την κυριότητα, πρέπει εντός έτους, μετά την πάροδο των πέντε ετών, γιατί χρειάζεται να παρέχουν πέντε έτη, για να διαπιστωθεί ότι όντως δεν θα το χρησιμοποιήσει για το σκοπό για το οποίο το απαλλοτρίωσε. Εάν υποβάλλει έτηση με την οποία ζητεί την ανάκληση της απαλλοτρίωσης, πρέπει η διοίκηση να προβεί στην ανάκληση. Στην περίπτωση που έγινε η πέντε οικογένειο δημοσίου δικαίου, τότε πρέπει το ίδιο, το πρόσωπο, και αν περάσει πάλι να άπλωσε την οικογένεια πέντε χρόνια, δέκα χρόνια, δεν μπορεί να κάνει τίποτα ο καθού, από τη στιγμή που ζημιώθηκε και δεν έχει κανένα δικαίωμα. Εκεί, κοιτάξτε, υπάρχει δυνατότητα άρσεις, μπορεί να ζητήσει αν, υπάρχει δυνατότητα, βέβαια, ως προβλέπεται αυτή η δυνατότητα, ότι εάν, το είπαμε νομίζω την πρώτη φορά, εάν έχει απαλλοτριωθεί, συνήθως βέβαια αυτό γίνεται στις περιπτώσεις που έχει γίνει, έχει δεσμευτεί το ακίνητο, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η απαλλοτρίωση. Έτσι, έχουμε άρση υπόλογονικών φαρών. Εδώ δεν υπάρχει δική πρόβληψη, αλλά θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι, γενικά, ο νόμος, τι κάνει, ευνοεί το δημόσιο, επομένως, ας λέει ότι μπορεί να το διαθέσει ελεύθερα. Πιστεύω ότι μετά την πάροδο, εφόσον παρέχει μεγάλο χρονικό διάστημα, δηλαδή, γιατί εδώ η πρωτοβουλία είναι τίνος του δημοσίου. Καταλάβατε, δεν μπορεί να το, δεν ξεκινάει από τον καθού, δεν ενδιαφέρει, δηλαδή, προτίς, το συμφέρον του καθού η απαλλοτρίωση. Κάποια είναι το τελείωτο σκοπό για τον οποίο συντελέστηκε το απαλλοτρίωση. Ε, ναι, αλλά, κοίτα κλπ, πρέπει να το δεχθεί ο καθού, δηλαδή, εδώ πως μπορεί να δημιουργηθεί η πρόβλημα, αν θεωρεί το δημόσιο, ότι είναι μια χαρά το ακίνητο, έτσι. Ότι το έχει, δεν το χρησιμοποιήσει για το σκοπό για τον οποίο το απαλλοτρίωσε, ωραία, αλλά μπορεί να το διαθέσει για άλλο σκοπό. Και δεν, δεν ζητάει, δηλαδή, δεν παίρνει πρωτοβουλία ανάκλησης, καταλάβατε, δηλαδή, ξεκινά, πως θα σας πω, εδώ η πρωτοβουλία, οι κινήσεις, ξεκινούν από ποιον, από το δημόσιο. Οπότε, για να το κάνει, σήμερα, το συμφέρει το δημόσιο να δεχτεί την ανάκληση ο δικού. Υποθέτω ότι, αν το ζητήσει ο δικούμενος και η διοίκηση καταλήξει ότι δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσει το ακίνητο, γιατί όχι, θα το κάνει. Αλλά ο σκοπός είναι, δηλαδή, εδώ, όταν είναι υπέρ του δημοσίου, είναι όλα ευνοϊκά, κυρίως για το δημόσιο, έτσι, για να κρατήσει, δηλαδή, το δημόσιο το ακίνητο. Ενώ, στην άλλη περίπτωση του, και γι' αυτό, θεωρήθηκε ότι υπάρχει μια δυσμενής διάκριση, ας πούμε, όταν έχει γίνει απαλλοτρίωση υπέρ ιδιότη, εφόσον το επιθυμεί ποιος οκαθούει η απαλλοτρίωση, η ανάκληση είναι υποχρεωτική. Καταλάβατε τη διαφορά? Γιατί πέστε ότι έγινε απαλλοτρίωση υπέρ του κάποιου ιδιότη, επί πέντε χρόνια δεν είχε, πέστε, την οικονομική άνεση να αξιοποιήσει το ακίνητο για τον σκοπό για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση. Με την πάροδο της πενταειτίας, εφόσον το ζητήσει οκαθού, είναι υποχρεωτική η ανάκληση, έτσι. Βλέπετε, λοιπόν, ότι έχουμε μια, ας το πούμε, δισμενή μεταχείριση των υπέρου η απαλλοτρίωση, ανάλογα με το αν είναι δημόσιο ή φορέας του δημόσιο τομέα, γιατί μπορεί να είναι και κοινοφυλής εταιρεία, έτσι, ο αρέμινος οικονομικός προσωπερειοτικού δικαίου, και αν είναι ιδιότηση. Δηλαδή, εδώ έχουμε σαφώς δισμενή διάκληση. Καταλάβατε πώς λειτουργούν αυτοί οι δύο, δηλαδή, είναι μια δυνατότητα να ανακληθεί η απαλλοτρίωση, σε ποια περίπτωση, εάν εξοπηθεί το ακίνητο για τον σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε. Ναι, που με την ανάκληση πρέπει να έχει στρέψει το τόσο πολύ. Εννοείται, φυσικά. Και μετά, επειδή πέρασαν πέντε χρόνια, το κτήριο, μάλλον, έχει βέσει την καρδιά. Όχι το κτήριο. Δεν χρησιμοποιήθηκε, δεν έγιναν εργασίες. Προϋπόθεση, δηλαδή, να ισχύσουν αυτές οι τέτοιες τάξεις, είναι ότι δεν έγιναν εργασίες στο απαλλοτριωθέν ακίνητο. Το ακίνητο. Όχι, θέλω να πω ότι, εφόσον πέρασε πέντε χρόνια, είναι αυτό το κορδιάσμα. Ναι. Και η αξία του ακίνητου. Εδώ, κοιτάξτε, φυσικά, δεν θα επιστραφεί το ίδιο ποσό. Τα ρυθμίζει, ο καθορισμός της επιστρεπτέας αποζημίωσης, γίνεται με απόφαση της αρχής, με απόφαση του Υπουργού Εικονομικών, κτλ. Δηλαδή, έχουμε, πώς να σας πω, ένα προσαρμογή της επιστρεπτέας αποζημίωσης. Τώρα, μη σας κουράζουμε όλες αυτές τις λεπτομέρειες, αλλά αυτό τα ρυθμίζει διεξοδικά. Μετά από πέντε χρόνια, όπως καταλαβαίνετε, έχουν αλλάξει οι συνθήκες της αγοράς, επομένως, αλλάζει. Εδώ, έχουμε πάλι, με απόφαση της αρχής, η οποία κήρυξε την απαλλοτρίωση, και ο καθορισμός της επιστρεπτέας αποζημίωσης γίνεται από διοικητικά. Δηλαδή, υπάρχει υποχρέωση. Εδώ, η διοικησία, τι έχει υποχρέωση προς ανάκληση. Δηλαδή, είναι από τις λίγες περιπτώσεις που η διοικησία δεν έχει διακριτική. Δηλαδή, έχουμε κάμψει της αρχής, κατά την οποία η διοικησία έχει διακριτική ευκαιρία ανάκλησης των πράξεων της. Βέβαια, εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν προφέρεται για παράνομη πράξη, αλλά για περίπτωση υποχρεωτικής ανάκλησης, την οποία προβλέπει ειρητή και ανενδίαστη διάταξη νόμου, όπως λέμε. Δεν συνδέεται, δηλαδή, με παρανομία. Επίσης, την ίδια υποχρέωση έχει δεχθεί νομολογία. Έχει αρχή, εάν ο υπερού δηλώσει σαφώς και ανενδιάστος, την βούλησή του να μην χρησιμοποιήσει το ακίνητο για το σκοπό για το οποίο το απολυωθεί, ή για άλλο σκοπό. Δηλαδή, δεν χαθεί να παρέχει πενταετία. Εάν δηλώσει ενδιαφερόμονος, τι δείξω, ότι δεν πρόκειται να το χρησιμοποιήσω, και το ζητήσει ο καθού, έτσι, που βάλει έτσι. Αν δεν υποβάλλει έτσι, δεν θα έχουμε επιστροφή της αποζήμιος, τότε πάλι η διοίκηση υποχρεούται να ανακαλέσει. Δηλαδή, πέραν του αντικειμενικού γεγονότος της παρελέψωσης πέντε ετών, απράκτον, ας πούμε, εάν δηλώσει τη βούλησή του εντωμεταξύ ο υπερού, υποχρεούται η αρχή να προβεί σε ανάγκες. Αυτό έχει κριθεί νομολογιακά. Ένα άλλο σημείο, δεν ξέρω αν υπάθηκε μια απορία μέχρι εδώ. Ένα άλλο σημείο που πρέπει να πούμε είναι ότι, εάν ας πούμε ανακληθεί ή αρθεί η αναγκαστική απαλλοτρίωση, βάσει των διαδικασιών που σας είπα, δεν επιτρέπεται κήρυξη νέας απαλλοτρίωσης του ίδιου ακοινήτου για τον ίδιο σκοπό, πριν την παρέλυψη έτους. Εκτός και συναινεί ο ιδιοκτήτης. Όπως καταλαβαίνετε αυτό διευκολύνει ποιον, είναι αποσκοπή στην προστασία του ιδιοκτήτη, να μπορέσει να το αξιοποιήσει ενδεχομένως. Πρέπει λοιπόν να παρέλθει ένα έτος από την ανάκληση ή την άρσε. Διαφορετικά, χρειάζεται συνένδυση. Μέχρι εδώ έχουμε κάποια απορία. Βλέπετε λοιπόν μια αρκετά περίπλοκη διαδικασία. Αν θέλουμε να κάνουμε μια χρητική όλης αυτής της διαδικασίας, τι θα λέγαμε. Είναι προστατευτική των δικαιωμάτων του κυρίου. Εγώ πιστεύω ότι είναι έτσι το πλαίσιο οικονομικό, που αν θα αφασίσει το δημόσιο ότι χρειάζεται ένα συγκεκριμένο κινητό, ούτως ή άλλως δεν γίνει. Ναι, ούτως που θέλετε. Είναι σημαντικό για την εκτέλεση σημαντικών δημοσιών έργων. Πρέπει να διευκολύνθει. Ναι, γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε γενική εκδίωση. Όταν γίνεται υπεριδιώτη απαλλοτρίωση, τότε ουσιαστικά τα συμφέροντα είναι κοινταξίδιωτών. Κοινταξίδιωτών, όχι. Ο υπερού η απαλλοτρίωση, μάλλον η δραστηριότητα του υπερού η απαλλοτρίωση, πρέπει να προάγει την εθνική οικονομία. Ναι, ήταν με βάση στο σύντεμμα τα άρθρα για την... Ποια άρθρα, το είχε σημαντική θεμελίωση. Ναι, του 17.2, τη δημόσια ωφέλεια, ότι είναι δυνατή απαλλοτρίωση μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας. Και είναι και μετά το 106 ή 116. Το 106 είναι διαφορετικό, αφορά την εθνικοποίηση επιχειρήσεων, έτσι. Αυτό είναι κάτι άλλο. Εδώ, η δημόσια ωφέλεια προβλέπει το στάθρο 17 παράγραφος 2. Και δημόσια ωφέλεια, αυτό σημαίνει ότι το απαλλοτριούμενο ακίνητο θα το εκμεταλλευθεί το δημόσιο. Αυτό που είδαμε. Η οποία προάγει την εθνική οικονομία, καταπολεμά την ανεργία. Έχει την αλληλεγίωση το στάθρο. Ακριβώς, δημόσια ωφέλεια. Απλώς ότι η δραστηριότητα, η οποία εξυπηρετεί τη δημόσια ωφέλεια, μπορεί να είναι ιδιωτική. Να μπορεί να έρχεται από ιδιότητα. Γι' αυτό, σε αυτή την περίπτωση, ο υπερού ή απαλλοτρίος είναι ιδιότης. Στην απαλλοτρίωση προβαίνει η διοικητική αρχή, η οποία και ανακαλεί αν χρειαστεί την πράξη ή αυτοδικαίωση. Και εδώ όλες αυτές οι διαφορές που προκύτουν από την ανάκληση, υπάγονται στην δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, των διοικητικών δικαστηρίων της ουσίας. Δηλαδή, βλέπετε ότι για κάθε στάδιο μπορεί να πηγαίνει στις απαλλοτρίωσες, έχουν δικαιοδοσία διαφορετικά δικαστήρια. Να ρωτήσεις, Γιάννη. Ναι, να ρωτήσεις. Στην αρχή θα μου πει ότι τα τριμελή διοικητικά δικαστήρια έρχονται με αγνοδεότητα. Τα τριμελή διοικητικά δικαστήρια έρχονται με... Όχι, πρωτοδικία. Πρωτοδικία. Θα τριμελή διοικητικά πρωτοδικία για την περίπτωση που πρέπει να προβεί να εκδόσει δίκηση με βεβαιωτική πράξη αυτοδίκης άρσης στις απαλλοτριώσες, διότι δεν έχει συνδελεσί, δεν καταβλήθηκε μάλλον η αποζημίωση. Και εάν δεν συμβεί αυτό, προσβάλλεται η άρνησή της ή η ισιωπή της, η παράλυψή της στο διοικητικό δικαστήριο, στο τακτικό διοικητικό δικαστήριο, στο πρωτοδικείο. Πού έχετε πρόβλημα? Από πότε η γενικάโνόμαζο το τακτικά διοικητικό διοικητικό με μας σε αυτήν την περίπτωση. Ναι. Επειδή είναι λόγω σπάνει σε αυτές τις περιπτώσεις, σκέφτομαι, είναι σημαντικές, ή σε περίπτωση η ανάκληση συντελεσμένη... Αυτό είναι πάρα πολύ συχνό φαινόμενο. Η ανάκληση συντελεσμένης απαλλοτρίωσης. Διότι ξέρετε τι σημαίνει να... Πώς να σας πω... να έχει στερηθεί ο άλλος τα κινητό του... ανεφλόγουσε η τελική ανάλυση, διότι όπως καταλαβαίνετε όσο και να λέμε για την πλήρη αποζημίωση, η αποζημίωση δεν είναι ποτέ πλήρης, έτσι. Δεν είναι ποτέ πλήρης εν της πράγμαση. Νομικός είναι πλήρης, έτσι, βάσει των κριτηρίων που θέτει ο νόμος. Αλλά είναι διαφορετικό πράγμα η στέρηση της ιδιοκτησίας χωρίς τη βούληση του ενδιαφερομένου. Επομένως, έχουμε πάρα πολλές περιπτώσεις ανάκλησης συντελεσμένης απαλλοτρίωσης. Δεν είναι μία, πώς να σας πω, μία κατηγορία υποθέσεων ίσον ο σημασίας. Καταλάβατε, εμφανίζεται στην πράξη πολύ συχνά, γιατί πολύ συχνά ζητάει, δηλαδή τι γίνεται. Ο καθού η απαλλοτρίωση πολύ συχνά ζητάει ανάκληση απαλλοτρίωσης. Σε αυτό το περίπτωση εδώ είναι ζητήσεο κάποτε αποζημίωση. Σε πολιτικά θα πάρει απαλλοτρίωση. Η αποζημίωση θα πάει στα πολιτικά. Εδώ είναι το μεγάλο πρόβλημα. Εδώ είναι το πολύ σημαντικό πρόβλημα. Επίσης, αν ανακύψουν ζητήματα ως προσδιορισμό της επιστρεπτέας αποζημίωσης, πάλι τα πολιτικά δικαστήρια έχουν. Αυτό συνάγεται από το νόμο. Δηλαδή, βλέπετε ότι είναι αρκετά περίπλοκες οι υποθέσεις. Επίσης, ας πάρουμε την άλλη πόθεση. Συνδελεσμένη απαλλοτρίωση θέλει του δημοσίου. Δεν το χρησιμοποιεί το δημόσιο για το σκοπό, αλλά και δεν εκδίδει πράξεις. Δεν δηλώνει ρητά τη βούλησή του να μη χρησιμοποιήσει το ακίνητο. Εδώ καταλήγουμε σε μια αφθαίρεσια, μπορεί να πει κανείς. Τα δικαστήρια σε πολλές περιπτώσεις έχουν δεχθεί ότι αν η διοίκηση αδρανεί, έχει συντελεστεί απαλλοτρίωση. Έχει καταβάλει όλα, ωραία. Αλλά, επί 10 χρόνια δεν χρησιμοποιεί το απαλλοτριωθέν. Ούτε εκφράζει ρητός τη βούλησή της να μην το χρησιμοποιήσει. Δεν έχει προστασία καμία ο καθού η απαλλοτρίωση. Οι απαλλοτρίες, ο οποίος είναι το αγωμένος αυτή τη στιγμή να ανακτήσει το ακίνητο. Δηλαδή, ανακύπτουν πάρα πολλές περιπτώσεις. Δεν είναι, πώς να σας πω, ίσον ο σημασίας διαφορές αυτές. Δηλαδή, πιεραμβάνονται πολλές φορές τα δικαστήρια, αυτά τα δικητικά πρωτοδικία. Λοιπόν, πάμε τώρα σε κάποιες ειδικές μοφές στέρισης και περιορισμού της ιδιοκτησίας, οι οποίες επίσης ρυθμίζονται στο σύνταγμα. Είναι τα άρθρα 18 και 24. Ένας ενδιαφέρον θεσμός είναι η περίφημη προσκύρωση προς τακτοποίηση ή ορθογονισμό μη άρτιο νοικοπαίδο. Προσκύρωση προς τακτοποίηση ή ορθογονισμό μη άρτιο νοικοπαίδο. Θα ξεκινήσουμε με το άρθρο 24, παράγραφος 2. Προσκύρωση προς τακτοποίηση ή ορθογονισμό μη άρτιο νοικοπαίδο. Προσκύρωση προς τακτοποίηση ή ορθογονισμό μη άρτιο νοικοπαίδο. Λοιπόν, τι μας λέει το άρθρο, ξεκινάμε από το 24, παράγραφος 2 του συντάρματος, που μας λέει ότι η χωροταξική αναδιάρθωση της χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση, η επέκταση των πόλων και των λογιστικών περιοχών, υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του κράτους. Άρα, τι επιτάσσει αυτή η διάταξη, ορθολογικό, χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, για να εξυπηρετηθεί η λειτουργικότητα των οικισμών και να βελτιωθούν οι όροι διαβίωσης. Σε αυτή τη διάταξη στηρίζεται και η προσκύρωση προς τακτοποίηση ή ορθογονισμό μη άρτιο νοικοπαίδο, η οποία σε τι συνίσταται, στην απονομή κυριότητας με πράξη της διοίκησης, έτσι, και με σκοπό τη δημιουργία άρτιων και οικοδομίσεων μονακινήτων. Δηλαδή, έρχεται η διοίκηση και σου απονέμει κυριότητα, δηλαδή, έχεις ένα κοπέδο το οποίο είναι μη άρτιο, άρα, δεν μπορείς να το χρησιμοποιήσεις για οικιστικό λόγο, βρίσκεται σε οικιστική περιοχή, δεν μπορείς να το χρησιμοποιήσεις για αυτό το σκοπό. Επομένως, έχετε η διοίκηση και σου απονέμει κυριότητα. Είναι ένας πρωτότυπος τρόπος χτίσης της κυριότητας και βέβαια, πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο. Ας πούμε, η προσκύρωση βγαίνεται από τα άρθρα του 42 επόμενα, του περίφημου νομοθετικού διατάγματος, της 17ης Ιουλίου του 1923, το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύει με το άρθρο 56 του εισαγωτικού νόμου του αστικού κώδικου. Πολύ πρόσφατο νομοθέτημα, αλλά αυτό εφαρμόζεται, έτσι, για να είναι ο οικισμός να λειτουργεί. Καταλάβατε, αυτό επειδή η προσκύρωση. Δηλαδή, ανταλλαγή στην ουσία τι έχουμε. Ανταλλαγή και προσταφέρεση εδαφικών τμήματων δύο ή περισσοτέρον για τον εικόνα κινήτων. Δηλαδή, είναι δύο ακίνητα, τα οποία είναι μη άρτιμα, μη οικοδομίσιμα, δεν είναι ορθογονισμένα. Τι γίνεται, αφαιρεί ένα κομμάτι από το ένα, προσθέτει στο άλλο, για να γίνουν και τα δύο άρτια και οικοδομίσιμα. Δεν είναι ενδιαφέρον θεσμός. Προσκύρωση, λοιπόν, για την τακτοποίηση και ορθογονισμό μη άρτιων εκοπέρνατας. Όλα αυτά, φυσικά, εννοείται ότι ρυθμίζονται λεπτομερά ως το νόμο, έτσι η διαδικασία είναι, ναι, ναι. Βέβαια, φυσικά, ναι. Όχι, αυξάνει την κυριότητα, δηλαδή αφαιρεί την κυριότητα ενός τμήματος από τον γείτονα και την αποδίδιση σας την απονέμει στο άλλο ακίνητο. Προφανώς με αποζυμιώσεις, φυσικά, αλλά καταλύρουμε σε τι? Στη δημιουργία οικοδομίσιμων και άρκων οικοπέρνων. Είναι σημαντικές περιοχές, κυρίως. Όχι, και σε οικιστικές. Πριν, όμως, επειδή τα γίνεται αυτά, είναι πολύ… οι κατανομίσεις είναι πολύ άλλες. Πάτη στον αναδασμό, αυτό που λέτε είναι ο αναδασμός, ο αγροτικός αναδασμός. Α, και αυτά χωρίζονται για να γίνουν… Άλλο, ο αναδασμός, ναι, είναι άλλο πράγμα. Δηλαδή, όλα έχουν την ίδια φιλοσοφία. Απλώς, εδώ, κριτήριο είναι το αν είναι οικοδομίσιμο το ακίνητο. Καταλάβετε, δηλαδή, θα σου προσδώσω… θα σου δώσω τόσο, ώστε να καταστεί οικοδομίσιμο το ακίνητο. Άρτιο και οικοδομίσιμο. Στον αναδασμό των αγροτικών είναι άλλα τα κριτήρια. Εδώ μας ενδιαφέρει αυτό. Γι' αυτό σας λέω ότι το προέβλεψε αυτό το νομοθετικό διάταγμα του 1923, που ρύθμιζε αυτό τους οικισμούς, εντάξει, είναι λοιπόν η πιο ρυζική επέμβαση στην ατομική ιδιοκτησία. Είναι πολύ ρυζική επέμβαση, διότι επεμβαίνεις και σε δύο ιδιοκτησίες. Αφαιρείς τη μία ένα τρίμα της μέσα και προσθέτεις την άλλη. Σαφώς με προϋποθέσεις, αλλά πάντως είναι σημαντική επέμβαση. Άρα, ανταλλαγή και προσθαφέρηση εδαυτικών τμήματων, δύο ή περισσότερον ακίνητων. Αυτό έχει ενδιαφέρον να διαβάσετε τα άρθρα του νομοθετικού διάταγματος του 1923. Εντάξει, εμείς θέλουμε αυτά ώστε την προσκύρωση. Τώρα, ειδικές, έχουμε ιδιαίτερα αντικείμενα ιδιοκτησίας, όπως τα λέει το σύνταγμα, το οποίο προβλέπει ιδικές διατάξεις ακριβώς για την απαλλοτρίωση ιδιαιτέρων αντικειμένων ιδιοκτησίας. Ποια είναι αυτά τα ιδιαίτερα αντικείμενα ιδιοκτησίας? Τα μεταλλεία, τα ορυχεία, τα σπήλαια, οι αρχαιολογικοί χώροι και θησαυροί, τα ιαματικά κεραίοντα και υπόγεια, είδατε, και γενικά ο υπόγειος πλούτος. Εδώ, αν δείτε το 18 παράγραφος 2, μας λέει ότι με νόμο ρυθμίζονται τα σχετικά με την ιδιοκτησία, εκμετάλλεψη, διαχείριση λιμνων θαλασσών, μεγάλων λιμνών, με τη διάθεση των εκκράσεων που προκύπτουν από την αποξύρανσή τους. Δηλαδή, το άθρο 18, 1 και 2, έχει ειδικούς νόμους που ρυθμίζουν ακριβώς την ιδιοκτησία τέτοιων, ας πούμε, ειδικών αντικειμένων, όπως μεταλλεία, ορυχεία, σπήλαια, λιμνοθάλασσες και τα λοιπά. Αυτά όλα ρυθμίζονται με νόμο. Δηλαδή, ο κοινός νομοθέτης διαθέτει ελευθερία για τη θέσπιση του πλαισίου προστασίας αυτών των αντικειμένων. Δηλαδή, θέλω να πω ότι είναι δυνατή η ιδιοκτησία σε τέτοια αντικείμενα, αλλά δεν ισχύουν οι γενικοί κανόνες, αλλά οι δικές νομοθετικές διατάξεις. Δεν πρόκειται ακριβώς για απαλλοτρίωση, αλλά είναι η ιδιοκτησία με υποπεριορισμούς. Η ιδιοκτησία που υπόκειται σε ειδικό καθεστώς. Δεν μπορείς να αξιοποιήσεις μεταλλεία, οριχεία με τον τρόπο που αξιοποιείς ένα αγροτικό ακίνητο. Γι' αυτό υπάρχουν ιδικές ρυθμίσεις. Αλλά υπάρχει ιδιοκτησία, νοείται η ιδιοκτησία σε αυτά τα ειδικά αντικείμενα. Αθρα 18, 1 και 2 του συντάγματος. Αναγκαστική απαλλοτρίωση δασσών και δασσικών εκτάσεων. Εδώ αυτά τα θέματα ρυθμίζονται στο 24, παράγραφος 1, εδάφιο 5. Αυτό που προβλέπει η συνταγματική διάταξη είναι η απαγόρευση μεταβολής του προορισμού των δασσών και των δασσικών εκτάσεων. Δηλαδή ο συντακτικός νομοθέτης υπάγει σε ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς τα δάση και τις δασσικές εκτάσεις. Επιτρέπει φυσικά την απαλλοτρίωση, αλλά τι απαγορεύει τη μεταβολή του προορισμού τους. Εκτός αν προέχει για την εθνική οικονομία μας, δεν είναι η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη χρήση που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Και εφόσον συντρέπουν οι δικές προϋποθέσεις. Άρα ο κανόνας είναι ότι απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασσών. Και εδώ έχουμε ιδικές διατάξεις και καλύπτει αυτή η απαγόρευση και δημόσια και ιδιωτικά δάση. Άρα επιτρέπεται η απαλλοτρίωση, αλλά και εδώ υπό ιδικές προϋποθέσεις. Εννοείται ότι επιτρέπεται και η απαλλοτρίωση δασσικής έκτασης για τη διάνοξη εθνικού οδικού δικτύου, αλλά με αυστηρές προϋποθέσεις. Ένα άλλο ιδικό αντικείμενο είναι οι εγκαταλελειμμένες εκτάσεις. Όχι παρέτηση από ακίνητο, οπότε το ακίνητο γίνεται αδέσφωτο και περιέρχεται στην ιδιοκτήση, στην κυριότητα του δημοσίου κατά το 1972 δεστοτικόδικο. Αυτό είναι απλό. Τι σημαίνει παρετούμε από την κυριότητα, διότι δεν με συμφέρει, δεν μπορώ να τα πεξέχω. Οπότε το ακίνητο καθίσταται αδέσφωτο και περιέρχεται στην ιδιοκτυσία του δημοσίου. Είναι απλά τα πράγματα. Το 18 παράγραφο 6 του Συντάγματος ρυθμίζει τα σχετικά με τη διάθεση εγκαταλειμμένων εκτάσεων. Δηλαδή η παρέτηση είναι μια νομική πράξη, δεν είναι παρετούμε από την κυριότητα. Αυτό γίνεται με συγκεκριμένο τύπο, ούτως ώστε να μην έχω τα βάρη της κυριότητας. Είναι διαφορετικό πράγμα η εγκατάληψη μιας έκτασης που γίνεται συνήθως πώς? Είναι ένα πραγματικό γεγονός. Διακόπτεται η άσκηση των δικαιωμάτων του κυρίου, ο οποίος μεταβαίνει σε άγνωστο μέρος. Καταλάβατε, γιατί λέει ότι η παρέτηση πρέπει να γίνει με συγκεκριμένο τύπο, ούτως ώστε να απαλλαγεί ο ιδιοκτήτης των υποχρεώσεων που συνεπάγεται η κυριότητα. Η εγκατάληψη όμως είναι ένα πραγματικό γεγονός. Και φυσικά πρέπει να μεταβεί σε άγνωστη διεύθυνση, διότι αν δεν μεταβεί σε άγνωστη διεύθυνση θα τον βαρύνουν οι υποχρεώσεις. Έτσι δεν είναι φορολογικές και λιπές υποχρεώσεις. Άρα η εγκατάληψη είναι ένα πραγματικό γεγονός, οπότε πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την εκμετάλλευση αυτών των εγκαταλελειμμένων και τη διάθεσή τους προς όφελος της εθνικής οικονομίας. Αυτό, προσέξτε, σε περίπτωση που επανεμφανίζει το ιδιοκτήτης, φυσικά προβλέπεται αποζημίωση. Αλλά γενικά υπάρχει ο νόμος ο 1021 του 80, ο οποίος προβλέπει ότι οι εκτάσεις αυτές οι εγκαταλελειμμένες υπόκειται σε αναγκαστική μίστοση, τελικά η ιδιοκτησία περιέρχεται στο δημόσιο και στον ιδιοκτήτη, σε περίπτωση επανεμφανίσεως του, καταβάλλεται ως αποζημίωση το ίμηση της αξίας. Εντάξει, αυτά δεν είναι και πολύ συνηθισμένες περιπτώσεις, έτσι? Απλώς ο νόμος προβλέπει πόσος χρόνος πρέπει να παρέλθει και τα λοιπά και σε περίπτωση επανεμφάνισης κάποια αποζημίωση. Άρα, έχουμε ειδικές εθνίσεις, ναι? Να ρωτήσω μια ειδική μορφή που εμπίπτει. Έπρεπε ειδικές εθνίσεις κυριότητας, κατά κύριε Λόγο. Δεν είναι ειδικές εθνίσεις, είναι ο ίδιος εγκαταλείτης, είναι και ο θελής, αν θέλετε, αποξένωσης. Ξέρω παράδειγμα που υπήρχαν σπίτια τα οποία ήταν σε σκληρό ρυθμό οι ιδονίδους και για να κάνουν οποιαδήποτε κατασκευείο ιδιοκτήτης έπρεπε να πάρουν διοικητική άδεια. Αυτό είναι το 3.68.2002, το νόμο 3.028.2002. Είναι η μορφή στέση. Ναι, εδώ έχουμε προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτό ήθελα να το πω την άλλη φορά ενδεχομένως με τον αναδρασμό παραδοσιακοί οικισμοί και διατηρηταία κτίρια. Το νόμο 3.028 αριθμίζει αυτά. Αυτό σημαίνει κάποιο πρόβλημα. Εδώ όμως είναι αυτό που λέμε οι νόμιμοι περιορισμοί της ιδιοκτησίας. Δεν πάρουν στο 17.2 επόμενο. Δεν έχουμε στέρηση της ιδιοκτησίας, αλλά έχουμε περιορισμό. Δεν είναι υπέρ μετρηθυσία. Δεν φτάνουμε στο μέτρο του σημείου στέρησης, της χρήσης του πράγματος σύμφωνα με τον προορισμό. Να πούμε ότι έχουμε de facto, απαλλοτρίωση, κάτι τέτοιο. Έχουμε νόμιμους περιορισμούς που δικαιολογούνται. Δηλαδή είναι συνταγματικώς ανεκτοί περιορισμοί της ιδιοκτησίας. Δεν φτάνουμε στην αποξένωση, στη στέρηση του δικαιώματος. Δεν φύγει το πυρήνας του δικαιώματος. Εδώ έχουμε ειδικές προβλέψεις για τα διατηρητέα. Είναι διαδικασίες. Και φυσικά η αναγνώριση ενός ακινητός διατηρητέου προφανώς είναι βάρος για τον ιδιοκτήτη. Μεγάλο βάρος. Αλλά εδώ είναι διαφορετική περίπτωση. Δηλαδή θεωρώ ότι αυτό υπάρχει και στο 17.1, στους νόμους περιορισμούς της ιδιοκτησίας. Δεν ισχύει ότι θα πρέπει να αναγνωρίζεται έναν κύρινος διατηρητέο, άμα δεν το είπε. Θα βαρύεται, έτσι. Να υπάρχει διαλεκτικά η δυνατότητα του κράτους να τα παλαιωπιώνει και να φανέσει η ιδιοκτησία του. Ε, αυτό πρέπει να το δούμε. Λύτερα μπορεί να είναι συλλογικός σκέψος. Τι μπορεί να αγοράσει έναν ολόκληρο ιδιοκτησμό του κράτους. Ωραία, ναι. Μπορεί να είναι μια περιοχή γραφική και να την έχει όλη. Ναι, ακριβώς αυτό. Τι είπατε? Και πολλοί τέτοιοι οικισμοί. Είναι πάρα πολλοί. Το Πήλιο. Πολλοί τέτοιοι οικισμοί θα είναι. Δεν μπορεί να αφαλωτριώσει. Μα γιατί να τα αφαλωτριώσει. Αφαλωτριώσει σημαίνει ότι το χρησιμοποιούν για κάποιο σκοπό συγκεκριμένο. Τι είπατε? Φυσικά, ασφαλώς. Ασφαλώς αφαλωτριώσει. Ναι, μπράβο. Αφήστε μας. Ποια είναι η περιοχή σας? Δεν είναι τουριστική. Απλά είναι ότι είναι λογαρτικό μουσείο που χρησιμοποιείται για τα δικά περιοχή. Άλλο, εξατάται μέχρι ποιούς σημείου καταλάβετε φτάνει αυτό. Δηλαδή το διατηρητέο τι σημαίνει. Δηλαδή καταλήγουμε σε στέρεση ιδιοκτησίας. Ή απλώς σε περιορισμό. Ο περιορισμός μπορεί να είναι αρκετά επαχθής. Αλλά είναι περιορισμός. Δηλαδή αυτά που λέμε τα πολυοδομικά βάρη υπάρχουν σε αυτή την κατηγορία. Δηλαδή πάνω στο 17.1. Ξέρετε ένα ενδιαφέρον που ήθελα να σας θα το έδει να σε ενεργασιά. Ποια είναι η διάκριση μεταξύ πολυοδομικών βαρών και απαλλοτρίωσης. Δηλαδή πού σταματάει το πολυοδομικό βάρος, ο περιορισμός της ιδιοκτησίας και πού αρχίζει η απαλλοτρίωση. Η στέρεση της ιδιοκτησίας για να καταλήγουμε σε απαλλοτρίωση. Αυτό. Αλλά εδώ υπάρχει ειδική ρύθμιση. Δηλαδή είναι το 3028 του 2. Λοιπόν πάμε και στην επίταξη δυο λόγια να πούμε. Η επίταξη ρυθμίζεται στο 18 παράγραφος 3 και είναι η προσωρινή. Προσέξτε η επίταξη διαφέρει από την απαλλοτρίωση αν και γίνεται κατάθλιση βέβαια. Είναι η προσωρινή στέρεση της χρήσεως και καρπόσεως της ιδιοκτησίας. Κάτι διαφορετικό είναι η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών, έτσι, στις περιπτώσεις αφεργίας. Που έχουμε και ωραία νομολογία. Εδώ μιλάμε για επίταξη πράγματος, προσωρινή στέρεση της χρήσεως και καρπόσεως της ιδιοκτησίας, με μονομερή πράξη του κράτους, προκειμένου να ικανοποιηθεί έκτακτη και άμεση δημόσια ανάγκη. Έτσι, προσέξτε αυτό είναι το χαρακτηριστικό, ικανοποίηση έκτακτης και άμεσης δημόσιας ανάγκης. Η σχετική διάταξη, το 18 παράγραφος 3 δηλαδή, επιτρέπει την επίταξη πραγμάτων αφενός για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης και αφετέρου, τα λέει το σύνταγμα, δεν χρειάζεται να γράφεται, για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή η υγεία. Αλλά τώρα όπως τα λέμε την επιστράτευση ή ευθροπραξία, αυτό είναι κάτι που δεν ενδιαφέρει, μάλλον δεν έχει ιδιαίτερη εφαρμογή, αλλά όσο αναφορά την άμεση κοινωνική ανάγκη, έτσι αυτό είναι το ενδιαφέρον, αυτή πρέπει να είναι έκτακτη, επίγουσα και πρόσκυρη. Αυτά είναι τα τρία χαρακτηστικά, έκτακτη, επίγουσα και πρόσκυρη, διότι η οριστική επίταξη ισοδυναμεί με αναγκαστική επαλλοτρίωση. Οπότε θα εφαρμόσουμε τις διατάξεις του άρθρου 17. Καταλάβετε εδώ η διοίκηση πολλές φορές χρησιμοποιεί κατακριστικά τον όρο επίταξη, στην ουσία πρόκειται για οριστική στέριση, αλλά λόγω με την επίταξη επιτυγχάνει τι? Κατά πολύ πολύ μικρότερης αποζημίωσης, έτσι. Αλλά η επίταξη προφανώς πρέπει να ικανοποιεί επίγουσα, πρόσκυρη και έκτακτη ανάγκη, διαφορετικά ισοδυναμεί με απαλλοτρίωση. Άντε μπορεί να γίνει προσφυγή στο εξαιρετικό μέτρο της επίταξης μέχρι να δημετωπιστεί οριστικά η κατάσταση, δηλαδή να γίνει η απαλλοτρίωση. Τώρα το θέμα είναι ότι η νομολογία αντιλαμβάνεται με προβληματική ευρύτητα της έννησης της δημόσιας τάξης και της υγείας και έχει δεχθεί, προσέξτε, ότι η απειλή σοβαρής διαταραχής της οικονομικής ζωής της χώρας, όπως στην περίπτωση εξαγγελίας ακινητοποίησης των λεωφορίων ΤΕΛ, συνιστά κοινωνική ανάγκη που καλύπτεται από το 18 παράγραφος 3. Δηλαδή έχουμε επίταξη. Καταλάβατε? Ναι, ότι έχει την τάση η νομολογία να ερμηνεύει με διαστατικά την έννοια της άμεσης κοινωνικής ανάγκης και δεχθεί και ότι η απειλή σοβαρής διαταραχής της οικονομικής ζωής της χώρας, όπως στην περίπτωση ακινητοποίησης λεωφορίων ενόπισης εξαγγέλετη μία απεργίας που σημαίνει ακινητοποίηση των λεωφορίων, αυτό το αντιμετωπίζει σαν άμεση κοινωνική ανάγκη, που στην ουσία είναι η διατάραξη της οικονομικής ζωής της χώρας και το υπάγει στο 18 παράγραφος 3, στην επίταξη. Ενώ το δεχ έχει δεχθεί εδώ ότι η έννοια της δημόσιας τάξης αφορά τη διαφύλαξη συμφερόντων μη οικονομικού χαρακτήρα. Ενώ η ακινητοποίηση των λεωφορίων θύγει οικονομικά συμφέροντα, έτσι δεν είναι. Δισχαιρένει την οικονομική δραστηριότητα. Όχι, ότι η δημόσια τάξη, γιατί η δημόσια τάξη είναι ένας από τους λόγους που δικαιολογούν την επίταξη. Δημόσια τάξη αναφέρεται στη διαφύλαξη συμφερόντων μη οικονομικού χαρακτήρα. Όχι οικονομικού, όπως εδώ η δική μας λαδινομολογία δέχτηκε ότι μπορώ να κάνω επίταξη κατά εφαρμογή του 18 παράγραφος 3, όταν, για λόγους δημόσιας, όταν κινδυνεύει άμεσα η δημόσια τάξη, αλλά η δημόσια τάξη εδώ υπό την έννοια της διατάραξης της οικονομικής δραστηριότητας. Καταλάβατε? Δηλαδή έχουμε τη διασταλτική ερμηνεία της δημόσιας τάξης. Επομένως, σε τα κορτώτρια δεν απαραμόγω την περιουσία, την ιδιωτική, αλλά εδώ ερίζεται και το διάδραμα αυτό, την πολιτική πιστράδευση. Η πολιτική πιστράδευση, ξέρετε τι γίνεται, αφορά τις προσωπικές υπηρεσίες. Εδώ έχουμε κινητοποίηση ηλεοφορίων. Οπότε, τι κάνει εδώ, εκτός από τις προσωπικές υπηρεσίες, επιτάσεις τα ηλεοφορία. Καταλάβατε, το κινητό. Θέλει ιδιαίτερη προσοχή, γιατί η διοικητική πράξη πρέπει να αναφέρεται ρητά στη διάρκεια. Διαφορετικά, έχουμε την αναγκαστική απαλλοτρίωση. Δηλαδή η πίταξη έχει πρόσκαιρο χαρακτήρα. Διαφορετικά, έχουμε καταχρηστική εφαρμογή της διάταξης. |