Μανέτας Γιάννης 4/3/2019 /

: Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE ο τό...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Πολιτιστικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας 2020
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=bZUxLc9WdAA&list=PLF_TSWFK8X_O_0A8Hmh_04RACYy9nvU7S
Απομαγνητοφώνηση
: Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE ο τόνος δεν μας άφησε τρίχα στο κεφάλι. Μια μέρα βρέθηκα στο Βιβλιοπολείο Όμιγκρον, ψάχνοντας για κάποια στροφή στον δρόμο της λογοκοινίας, και ο Γιάννης Ορπανίδης με το άσφανο μάτι του μου πρότεινε το περιφήτων αφηγήματα κάποιου Μανέτα. Κόρησα, για πολλούς μήνες δεν ήταν κάποιος Μανέτας, ήταν μόνο ο Γιάννης Μανέτας, κατανοητός, σοβαρός, μιλώντας με σύγχρονα διστημονικά δεδομένα, γνώσης των ιστορικών γεγονότων που αναφέρεται βαθιά ανθρώπινος και υπαρξιακά φιλοσοφημένος. Σήμερα θα μας μιλήσει για δύο τα βιβλία του, το περιφήτων αφηγήματα και το τελευταίο της ζωής σήμερα, άλλοτε αλλού και στο μέλλον. Στο περιφήτων αφηγήματα μας αφηγείται αυτοτελής ιστορίες φυτών και πώς φυτά επηρέασαν ή επηρεάζουν τον άνθρωπο και τον πλανήτη στο βάθος χρόνου, σήμερα και στον θιθανό μέλλον. Ένα μεγάλο πλεονέκτημα του βιβλίου αυτού είναι ότι μπορείς να διαβάσεις οποιοδήποτε κεφάλαιο αυτοτελώς, ανάλογο με τον χρόνο σου, γιατί κάποια είναι λίγες σελίδες και κάποια εκτενέστερα. Παραδείγμα, ως χάρη να αναφέρω ένα φυτό, «Διτσιτάις, Πουρμπούραια και Βανγκόνκ». Ο φίλος του Βανγκόνκ και διάσημος γιατρός της εποχής ΚΑΣΕ, θέλοντας να δοκιμάσει την εκδοχή της υποθηθέμενης αυτορυσματικότητας του φυτού στην υποθηθέμενη υπηρεσία του Βανγκόνκ, του κολλήγησε τη «Διτσιτάις». Σε λίγο μεγαλύτερες δόσεις, όμως, το πάνακο έχει σαν παρενέργεια ξανθοπία, ενίσχυση της αντίληψης του κίτρινου και εισβάρας των άλλων χρωμάτων. Συγχρόνως βλέπεις και ακτινοβόλους δαχτύδιους γύρω από χωτεινά δικήμανα. Εξού λοιπόν το κίτρινο σβήτη, τα χρυσάντεμα ή ένας στη νύχτα. Σίγουρα αυτό θα διάβαζε πρώτο ο φίλος μου Ψέφ, Γιώργος Μεταξάς, που αρέσκεται στα περιεκτικό στις Ιώδη, καθώς με τρία παιδιά τρέχει σαν όλον τον Ράννερ κάθε μέρα να προλάβει τη ζωή. Άλλοτε αλλού και στο μέλλον, ο Γιάννης με μια αόρατη σκάλα με ανέβαζε στα σύννεφα ως ένας άλλος βλάκον στον κόσμο των εξεισμονικών ιδεών, αλλά μόλις κατέβαινα στα σκαλοπάρια και ζούσα στη πραγματική ζωή, ήμουν ήδη πιο δυνατός, πιο οριζωμένος, σαν τα φυτά που μιλετάει στα μένα. Με ανέβαζες σε ένα ιστιοφόρο και ταξίδεσαι στο παραλθόν. Μόλις να φλέγετε, ένιωσα τις ακραίες συνθήκες, τους ασυκράτητους ανέμους, τα πρώτα αρχαιογακτήρια στα βάθη των ωκεανών, τη μετέπειτα πολύ κίταρης ζωής στη θάλασσα, την έξοδο των φυτών στη Χέσρο, την έξοδο των ψαριών στη Ξηρά, οι δεινόσαυροι, οι αστεροειδείς, οι μεγάλες καταστροφές στον πλανήτη, η θεωρία της πασφερμίας, η εμπάνιση των χώμα και του σημερινού ανθρώπου. Αυτό όμως με κατέβαζε από το ίσιο φόρο. Έβλεπα ότι όλα αυτά δεν ήταν απλά ένα όνειρο. Όλα βασισμένα στην πραγματικότητα, στην επιστήμη, στην αλήθεια. Ακόμη και η υποθεταίμενη ζωή στον μέλλον στηρίζεται στην όποια γνώση του παρόντος και του παρελθόντος και του παραλθόντος. Όταν σαμπάρω λοιπόν στο τρικάτα το καράβι του Μανέτα, αισθάνομαι πλήρης δυνατός στην αδυναμία μου, γεμάτος όνειρα και στον πεποίθηση. Είμαι έτοιμος, όπως λέει ο Γιάννης, να δω το αόρατο, να ακούσω το σιωπηλό, να μυρίσω το άσμο, να αγγίξω το άδειο στο. Λοιπόν, λίγο προτού μιλήσει ο καθηγητής. Εντάξει, όπως θέλετε. Τότε σας προσέχεται ο καθηγητής Γιάννη Μανέτα να μας αφήνει κανείς ελαφρύς. Ευχαριστώ, τον Μίλτο, για τα καλά του λόγια και προκαταγωλικά και την όργα. Ελπίζω να είχε τα δικά σου καλά λόγια. Ευχαριστώ βέβαια όλοι σας που κάνετε τον κόπο να έρθετε σήμερα εδώ. Και για τη βιβλιοθήκη της Βέρειας που είχα την τιμή το πρωί να ξαναγητώ. Και θέλω να σας πω ότι πρόκειται για μια πολύ σημαντική βιβλιοθήκη. Πρέπει να είστε περήφανοι για αυτή τη βιβλιοθήκη και πρέπει να τη στηρίζετε όσο είναι δυνατόν. Τα βιβλία πάντα είναι ένας καλός φίλος, ένας φίλος που δεν προβίβλει εύκολα. Πρέπει να νιώσετε ότι ένα βιβλίο σας προβίβει επειδή θεωρείτε ότι δεν είναι καλό, αφήστε το στην πάντα. Κάποια άλλη στιγμή, ενδεχομένως, η αίσθησή σας για αυτό το βιβλίο να αλλάξει όταν το διαβάσετε στο μέλλον. Και αν ένα βιβλίο το διαβάστε σήμερα και σας κάνει καλή παρέα και σας αρέσει, βάτε το επίσης στην πάντα και ξανακτάσετε το μετά από 10 χρόνια. Τα βιβλία περιέχουν, βέβαια, τις απόψεις του συγγραφέα, αλλά ο τελικός κριτής των βιβλίων είναι το κοινό, το οποίο μπορεί να βρει τα δικά του πράγματα. Γιατί ένα βιβλίο, όταν φεύγει από τον συγγραφέα και ταξιδεύει, μπορεί κάποιοι άδειοι από τους αναγνώστες να βρουν πράγματα μέσα στο βιβλίο που δεν θα είχε καν σκεφτεί και ο ίδιος ο συγγραφέας όταν το όγραφε. Τώρα έχω χωρίσει αυτή την ομιγλία σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος θα είναι έτσι κάπως υγενικό και θα αφορά αυτή την δραστηριότητά μου στην επιστημονική εκλαίχεση. Θα αφορά δηλαδή το πρώτο και το τρίτο από τα βιβλία που βλέπετε στην εικόνα. Και μετά από και την γνώμη του Μίλτου, στο δεύτερο μέρος θα αναφερθώ κάπως περισσότερο στο περιφητών αφηγήματα. Αυτά τα βιβλία και τα τρία έχουν βγει από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης με χρονωδική σειρά και η Αλήκη ήταν το πρώτο το 2010. Το 2014 το περιφητών αφηγήματα και η ζωή σήμερα στο τέλος και στο μέλλον είναι το πιο πρόσφατο. Βγήκε το 2018 πριν από μερικούς μήνες δηλαδή. Τώρα ένα συνηθισμένο ερώτημα που απευθύνουν οι υποψήφοι αναγνώστες σε ένα συγγραφέα είναι γιατί έγραψες αυτά τα βιβλία, πώς σου κατέβηκε τέλος πάντων να γράψεις ένα βιβλίο ή να γράψεις αυτά τα πράγματα. Και βέβαια οι περισσότεροι και νομίζω δικαίως απαντούν ότι αυτή η συγγραφή βγήκε σαν μια εσωτερική ανάγκη. Θα μπορούσα να πω εδώ λοιπόν ότι αυτή τη συγγραφή, δεν ασχολούμνα με τη συγγραφή. Από τότε που τέλειωσε το πανεπιστήμιο έκανα τα μετατυχιακά μου και βρήκα μια θέση στο πανεπιστήμιο της Πάτρας. Τι όμως συγγραφή ήταν αυτή, τι έγραφα τότε. Έγραφα βέβαια επιστημονικές εργασίες, δηλαδή τα αποτελέσματα των πειραμάτων και έγραφα και βιβλία για τους φοιτητές. Αντού του είδους η συγγραφή είναι εντελώς διαφορετική. Στην επιστημονική γραφή πρέπει αναγκαστικά να είμαστε σαφείς και ασπηροί όταν γράφουμε και δεδομένης και της μεγάλης εξειδίκησης που αναπτύσσεται συνεχώς μεταξύ των διαφορών επιστημονικών πεδίων, αναπτύσσεται και μέσα στο κάτω πεδίο μια ξεχωριστή γλώσσα. Η οποία επειδή πρέπει να είναι ασπηρή είναι και περιοριστική. Αυτή η γλώσσα, μια επιστημονική αργό ας το πούμε, γίνεται στο τέλος ακατανόητη για το ευρύ κοινό, το οποίο νομίζω ότι διψάει ή έχει τη διάθεση, αν θέλετε, να μάθει και τα επιστημονικά επιτεύματα. Αυτόσο, εμποδίζει αυτή η γλώσσα. Η Ευρύ κοινό είναι ξύλινη στο τέλος. Στη δικιά μου την περίπτωση, λοιπόν, μιας και είχα μια συγγραφική δραστηριότητα, δεν ξέρω πώς αυτή την περιέγραψαν, η διάθεση να γράψω επιστημονικές κλαϊκές ή αν θέλετε επιστήμη για το ευρύ κοινό, δεν βγήκε με μία ενιακάθηκοντος. Αν θέλετε να πω ότι τώρα εγώ, ας πούμε, τα επιτεύματα της επιστήμης και αυτά που έμαθα όλα αυτά τα χρόνια στην πανεπιστημιακή μου καριέρα, επιτέλους δεν τα γράψω για το ευρύ κοινό και τα λοιπά. Μου βγήκε σε ένα απλό ερώτημα, θυμάμαι, πριν από 15 περίπου χρόνια, σχετικά αργά, εάν εγώ, ο Μανέτας, μπορώ να γράψω επιστημονικές κλαϊκές. Και ξεκίνησα να γράφω λοιπόν. Έτσι, χωρίς στόχο, χωρίς πρόγραμμα, κατά κάποιον τρόπο. Χωρίς καν να έχω στην ειδητοποίηση στο μυαλό μου σε ποιούς θα απευθυνθώ. Απλώς έγραψα για να δω αν μπορώ να γράψω. Και όταν αυτά τα κείμενα, μετά από λίγο καιρό, όταν διάβασα και μου άρεσαν, εμένα, τα έδωσα και σε δύο-τρεις φίλους, μου είπαν εντάξει, προχώρα, σε φίλους που καταλάβαιναν ότι δεν θα μου δώσουν μια απάντηση πολιτικός ορθή, αλλά μια ουσιαστική απάντηση, και από εκείνη τη στιγμή και πέρα, άρχισα να σκέφτομαι και το ακροατήριο, τους υποψήφιους αναγνώστες, σε ποιους απευθύνονται λοιπόν. Νομίζω ότι απευθύνονται αυτά τα βιβλία σε εκείνους από εμάς, που θέλουμε να μάθουμε πώς είναι ο κόσμος που μας περιβάλλει και πώς εμείς τοποθετούμαστε μέσα σε αυτόν τον κόσμο, πώς αυτός ο κόσμος μας επηρεάζει και πώς αυτός ο κόσμος επηρεάζεται από εμάς. Αυτό είναι ανεξάρτητο, αν θέλετε, από το αν κάποιος έχει σπουδάσει ή όχι, αλλά είναι επίσης ανεξάρτητο και από το τι έχεις σπουδάσει. Υποθέτω ότι πολλοί από εσάς έχετε σπουδάσει σε κάποια επανεπιστημιακή ή άλλη σχολή και έχετε μία εξειδίκηση που χρησιμοποιείτε στο επαγγελμά σας εντεχομένως. Ο στόπος εδώ και για αυτά τα βιβλία, ήταν ένα συμβιβάσιο και ένα πρόβλημα που υπάρχει με τις πανεπιστημιακές σπουρές. Ακριβώς επειδή αυτές γίνονται υπερβολικά εξειδίκια για μένα. Πράγμα που εμένα ως επιστήμονος, όχι να αποφούσα ακριβώς, αλλά έβλεπα με επιφύλαξη αυτή την υπερβολική εξειδίκηση και φρόντιζα πολύ συχνά στο στενό επιστημονικό μου πεδίο μέσα στη βιολογία, το οποίο ήταν η βιολογία των φυτών. Φρόντιζα από καιρούλης χερών μέσα στη βιολογία των φυτών, αλλά δεν το σκέφτηκα, γιατί πίστευα ότι αυτό και καλύτερο δάσκαλο εντεχομένως θα με έκανε, αλλά και θα μου έδινε μία ποικιλία αν θέλετε και στην ερευνητική μου δραστηριότητα. Και αυτό υπήρξε κατά κάποιον τρόπο αυτή, δηλαδή το χούι, αν θέλετε, να αλλάζω επιστημονικά πεδία μέσα στη βιολογία των φυτών, με βοήθηση στη συνέχεια να γράψω και αυτά τα βιβλία. Ήρθαν όλα μαζεμένα μετά και κατέβηκαν με μεγάλη ευκολία ιδιαίτερα στο πρώτο βιβλίο. Τώρα, όσον αφορά αυτά τα βιβλία, δύο λόγια για τον καθένα, το πρώτο βιβλίο, τι θα έβλεπει η Ελλήκη στη χώρα των φυτών. Μου έγινε και σαν μια προσπάθεια να υποστηρίξω τα φυτά. Δεδομένου ότι, νομίζω ότι και το ευρύ κοινό, αλλά όχι μόνο το ευρύ κοινό, αλλά και οι επιστήμονες του χώρου θεωρούν ότι τα φυτά, μεταξύ των βιολογικών οργανισμών, τέλος πάντων, δεν είναι και τόσο, δεν έχουν τόσο μεγάλη υπόληψη, δεν μπορούν να τραβήξουν το ενδιαφέρον το επιστημονικό ή το γενικότερο ενδιαφέρον του κοινού, δεδομένου θα θεωρούμε οργανισμούς οι οποίοι είναι πολύ απλοί οργανισμοί, κάτι σαναυτώματα ας το πούμε, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι. Σκεφτείτε, παράδειγμα, τόσχαρη, ότι ένα φυτό είναι ακίνητο. Δηλαδή, εκεί που προσγειώνεται ως πόρος του, εκεί θα εγκατασταθεί και εκεί θα περάσει όλη του τη ζωή, η οποία μπορεί να είναι από μερικούς μήνες μέχρι μερικές χιλιάδες χρόνια σε μερικά αιωνόδια φυτά. Εκεί, λοιπόν, επί τόπου αυτός ο οργανισμός, πρέπει να αντιμετωπίσει αυτά τα στοιχεία του καρυπάδοντος, τα στοιχεία της φύσεως. Δεν μπορεί να φύγει. Εμείς, όταν κρυώνουμε, πάμε κάπου να ζεσταθούμε. Όταν ο ήλιος τα τακέπαλα μας βαράει το καλοκαίρι, πάμε κάπου σε μια στιά, το φυτό δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Πρέπει, λοιπόν, να απαντήσει επί τόπου με διάφορους τρόπους αυτά τα στοιχεία του περιβάλλοντος. Πρέπει να καταφέρει να αποφύγει τους εχθρούς του για να μην εξαντληθεί. Πρέπει να καταφέρει να αναπαραχτεί ενώ δεν κουνείται. Εμείς βρίσκουμε το τέρι μας εύκολα, ωστόσο τα φυτά είναι το ένα μακριά από το άλλο. Επομένως, πρέπει να διαθέτει ιδιότητες, οι οποίες νομίζω ότι τελικά το κάνουν τόσο πολύπλοκο, όσο τουλάχιστον και οι υπόλοιποι οργανισμοί, για να μην πω ότι σε μερικές περιπτώσεις το κάνουν και ακόμα περιπλόκο. Και αυτό, έτσι επειδή είναι και της μόδας στον Τιγενέι τώρα τελευταία, να πω ότι επειδή έχουμε τη δυνατότητα να μετράμε πια πόσα γωνίδια περιέχει ο κάποιος οργανισμός, να πούμε, παράδειγμα, ότι σχεδόν ο γλανθρώπινος οργανισμός περιέχει 23, 24, 25.000 γωνίδια κάπου εκεί πεζνάστα. Θα περίμενε κανείς από έναν απλό οργανισμό, παράδειγμα, να έχει λιγότερες συνταγές για την ανάπτυξή του. Τα γωνίδια είναι συνταγές της ανάπτυξής μας, οι οποίες πρέπει από τις συνταγές να εφαρμόζονται με μια ορισμένη σειρά, ώστε να προκύψει άνθρωπος, να προκύψει πλατάνη, μύρια, ή το κάθε εξής. Αν νοτρίσουμε, λοιπόν, τον αριθμό των γωνιδιών πολλών φυτών, θα δούμε ότι γενικώς έχουν περισσότερα, γενικώς, αλλά πλυγότερα, αλλά περισσότερα, αλλά γενικώς περισσότερα γωνία από ό,τι έχουμε εμείς, που θεωρούμε τον εαυτό μας τον πολυπλοκότερο. Και η κομμία έννοια «Είμαστε», διότι είμαστε συμπεριφορικά περίπλοκοι. Με το πρώτο, λοιπόν, αυτό βιβλίο θέλησα να δώσω το στυλ ζωής των φυτών, να κατανοήσω το στυλ της ζωής τους, τον τρόπο της ζωής τους και αμέσα από αυτόν τον τρόπο της ζωής τους, και διατροφική τους αυτάκια, παραδείγματος χάρη, που θέλουν πάρα πολύ λίγα πράγματα, τα φυτά για να μεγαλώσουν, ένα νεράκι και μια χούφτα ανόργαναστική από το έδαφος, φως σαν πηγή ενέργειας και άμφρα καδιοξύρου, το αντακριστά από κάποια άμφρα. Είναι ατμόσφαιρα και αυτά τα ολύγα υλικά έχουν την ικανότητα, τα φυτά, που δεν έχουμε εμείς, να στιάχνουν καλής ποιότητας τροφή για να προφοδοτούν στη συνέχεια όλοι και η βιώσερα, όλους τους υπόλοιπους οργανισμούς. Δεν μπορεί λοιπόν ένας τέτοιος οργανισμός να είναι ατμόσφαιρος. Στη συνέχεια βέβαια προχώρησα από το δεύτερο βιβλίο των αφηγήματα, για το οποίο θα πούμε περισσότερο από το δεύτερο μέρος. Θεώρησα κατά κάποιο τρόπο ότι με αυτά τα δύο βιβλία ξεπέρδευσα ποια είναι τα φυτά, που ήταν το γήπεδό μου δηλαδή και τη βιολογία των φυτών ήταν η αξιδίκεψή μου στο κουμπέτι. Βοήθησε βέβαια και η αυτοπηρέτησή μου από το Πανεπιστήμιο πριν από πέντε χρόνια, οπότε επειδή είχα και το συνήθειο από παλιά να μην ασχολούμαι μόνο με τη δική μου, το δικό μου στενό πεδίο με τη βιολογία των φυτών, να διαβάζω και άλλα πράγματα, ή θα είναι πάλι αυτή η ιδέα για το βιβλίο «Η ζωή σήμερα, όλο το έλογιο και στο μέλλον», που μερικά λόγια σας είπε πριν ο Μύλτος. Τώρα θέλω δυγάκι να ασχοληθώ με το εξής που ανέφερα και προηγουμένως, ότι ο τελικός κριτής και αυτός που μπορεί να καταλάβει καλύτερα ένα βιβλίο είναι ο αναγνώστης. Πολλές φορές συμβαίνει στο συγγραφείς, είτε η κριτική των βιβλίων, είτε οι αναγνώστες, να τους πούμε τι ακριβώς έκαναν. Και εδώ είναι ας πούμε ένα παράδειγμα από αυτού. Πριν από κάποιο καιρό έλαβα μια περίεργη πρόσκληση. Δεδομένου ότι, ξέρετε, με την έκδοση αυτού των βιβλίων άρχισαν να γίνονται διάφορες προσκλήσεις για τις παρουσιάσεις των βιβλίων, ή για γενικότερες ομιγείες, τέλος πάντων. Έλαβα λοιπόν μια πρόσκληση από μία ομάδα ψυχολόγων και ψυχιάδων στην Αθήνα, να κουβεριτιάσουν για αυτά τα βιβλία. Και αντιμετώπισα με έκπληξη πρώτον τι δουλειά τώρα έχω εγώ με τους ψυχολόγους και τους ψυχίαδους. Εντάξει, σαν περιστατικό μπορεί να έχω, έτσι, αλλά... Και φρόντισαν να πάρω, έτσι, κάπως περισσότερες πληροφορίες, τι θέλετε, ρε παιδιά, από μένα, τέλος πάντων. Μου είπαν αυτοί, λοιπόν, ότι αποτελούν και μία ομάδα ανάγνωσης, που προσκαλούν διάφορους επιστήμονες ή καρυτέχνες, τέλος πάντων, να συζητήσουν μαζί τους, ότι οι ίδιοι εφαρμόζουν στην θεραπευτική τους προσέγγιση στους ασθενείς τους, που σε κάποιο τρόπο χρησιμοποιούν τον διάλογο. Και εκείνον, λέει, που είδαν στα βιβλία μου, είναι ότι η προσέγγιση μου είναι ακριβώς διαδικτική, να πω διαδικτική, για να ξαναθυμηθούμε την παλιά και ωραία λέξη. Και εκεί, βέβαια, ήρθε σαν όλες οι επιφυλάξεις μου, αλλά πριν πάω να ακολουθήσω, να ζητήσω πραγματικά κι εγώ ίδιος να ξαναδώ τα βιβλία μου και να δω πώς εγώ, χωρίς να το έχω σκοπό, λέει, κατά αυτούς, προσέγγιση σε αυτά τα θέματα διαλεκτικά. Και ναι, φαίνεται ότι έτσι ήταν, και τους ευχαριστώ πολύ βέβαια για αυτή την ιδέα που είχαν. Πράγματι μπορούμε να πούμε ότι σε αυτά τα βιβλία είναι διάχυτος ο διάλογος, ας πούμε. Βέβαια, διάλογος όχι με τον τρόπο που εμείς συνδυαλευόμεθα. Εμείς έχουμε την ομιλία. Αυτή, όμως, την περίπλοκη ομιλία, είμαστε το μόνο έμβιον που έχει αυτό το χάρισμα αυτής της περίπλοκης ομιλίας. Και άλλοι οργανισμοί βγάζουν κάποιους κύκλους, τα κουλιάκου και άλλα οι βλούν, τα κυτώβι λέγεται ότι έχουν, τα κυτώβι, οι φάλενες και τα δελφίνια, ότι μπορούν να συνομιλούν κατά κάποιο τρόπο μεταξύ τους σε μία γλώσσα που δεν την έχουμε ακόμη αποκρυφτογραφίσει. Αυτός, όπως και να έχει το πράγμα, δεν είναι τόσο περίπλοκη αυτή η ομιλία. Και δεν γίνεται, αυτή η συνομιλία, αυτός ο διάλογος, δεν γίνεται με τον ίδιο τρόπο. Στα φυτά, παραδείγματος χάρη, να είναι και στα βακτήρια και στους μήκητες και σε πολλούς άλλους οργανισμούς, έχουμε μία χημική γλώσσα με την οποία συνεννοούνται. Έχουμε μία οπτική γλώσσα με την οποία συνεννοούνται. Στα φυτά, παραδείγματος χάρη, και αυτό περιγράφεται στο πρώτο βιβλίο στην Αλληλική, είπω μία έννοια, μπορούν να δουν το περιβάλλον. Και γιατί μπορούν να το δουν, διότι έχουν ένα ενδιαφέρον για το περιβάλλον αυτό. Μπορούν να καταλάβουν, γιατί χρησιμοποιούν, παραδείγματος χάρη, την ηλία και την οβολία σαν ενεργειακή πηγή. Τα ενδιαφέρουν να δουν από πού είναι ο ήλιος. Έχει σήμερα συννεφιά ή έγκλη ακάδα. Είναι μέρα ή είναι νύχτα. Γιατί όταν είναι νύχτα δεν μπορούν να φωτοσυμπέσουν, ενώ όταν είναι μέρα μπορούν να φωτοσυμπέσουν. Επιπλέον έχουν ανάγκη να δουν και το περιβάλλον τους με έναν άλλον τρόπο. Να δουν παραδείγματος χάρη αν δίπλα τους έχουν ένα άλλο φυτό. Γιατί το άλλο φυτό που έχουνε δίπλα τους είναι ένας εν δυνάμια ανταγωνιστής. Και επομένως πρέπει να αντιληφθούν το περιβάλλον με μια οπτική γλώσσα πια, σαν τη δική μας οπτική γλώσσα βλέπουμε με τα μάτια. Έτσι ώστε να καταλάβουν τι έχουν δίπλα τους. Και από τη στιγμή που αντιληφθούν παραδείγματος χάρη ότι έχουν έναν ανταγωνιστή δίπλα τους, θα πρέπει να φροντίσουν, να επεξεργαστούν αυτή την πληροφορία και να δουν πως θα αντιδράσουν, πως θα αλλάξουν την συμπεριφορά τους. Παραδείγματος χάρη θα τα συνέφερε να αυξήσουν την τακύτητα της κατή ύψος ανάπτυξής τους έτσι ώστε ο ανταγωνιστής του να μην τα σκεπάσει και τους στερίζει την πηγή του φωτός. Ωστόσο και το διπλανό φυτό βλέπει το άμρο, το πρώτο ένας φυτό και αυτό πρέπει να αντιδράσει με τον ίδιο τρόπο και οπότε αρχίζει ας πούμε ένας πόλεμος μεταξύ τους, ποιο θα πάρει περισσότερο ύψος. Μια φορά πρέπει τα φυτά να αντιληφθούν και αν αυτά τα άλλα φυτά που είναι δίπλα τους, μπας και μας συμφέρει να τα έχουμε δίπλα. Δηλαδή, η επικεντική συμπεριφορά που περιέγρασα πριν, όταν δουν κάποιον που το θεωρήσουν ανταγωνιστή, μπορεί να γίνει συνεργατική συμπεριφορά, εάν με κάποιο τρόπο αντιληφθούν ότι το διπλανό φυτό το συμφέρει να είναι εκεί, για παράδειγμα τους χάριν, μπορούν να συνεργαστούν και συνεργάζονται τα φυτά μεταξύ τους, βοηθούν του ένα το άλλο υπό μια έννοια και η αλληλεγγύη την οποία και εμείς επιδεικνύουμε, δεν είναι δικό μας μόνο χάρισμα, αλλά είναι και το δικό λοιπόν οργανισμό κατά από κάποιες συνθήκες. Υπάρχει μια, αν θέλετε να είστε, διάλογος μεταξύ μιας συμπεριφοράς ιδιοτελούς στους οργανισμούς και όλους και μιας συμπεριφοράς αν ιδιοτελούς. Όταν το περιβάλλον εμπνοεί τη μία ή όταν το περιβάλλον εμπνοεί τη άλλη, την άλλη και έτσι αλλάζει και η συμπεριφορά αυτών των οργανισμών. Νομίζω ότι αυτή είναι η ανοία του διαλόγου, ο οποίος σε αυτή την περίπτωση είναι διάλογος μεταξύ περιβάλλοντος, όπου το περιβάλλον είναι και το έμβιο και το άβιο, το αβιωτικό περιβάλλον. Το αβιωτικό περιβάλλον είναι οι συνθήκες, ας πούμε, οι κλιματικές, οι περιμοκρασίες, το νερό το ένα το άλλο. Το αβιωτικό περιβάλλον είναι όλοι οι υπόλοιποι οργανισμοί. Πρέπει, λοιπόν, να υπάρχει ένας διάλογος μεταξύ αυτού του περιβάλλοντος και των οργανισμών. Έξερθε ένα περιοργανισμό να αντιλαμβάνεται το περιβάλλον και καμιά φορά να το τροποποιούν το περιβάλλον οι οργανισμοί. Έχουμε, λοιπόν, μια θέση, για να πάμε και στη διανεκτική λιγάκι, και είναι η θέση ενός φυτού. Θα μιλήσω για θέση, αντίθεση, σύνθεση, δηλαδή. Η θέση ενός φυτού είναι η υπόστασή του. Αν θέλετε, μπορούμε να το πούμε, ωραία, το γενετικό του υλικό. Τι ακριβώς συνταγές περιέχει αυτό το γενετικό υλικό για να δώσει ένα φυτό του συγκεκριμένου είδους. Ωραία. Αυτό το φυτό, λοιπόν, εκεί πρέπει να αντιληφθεί τις συνθήκες του περιβάλλοντος, πρέπει να τις μετρήσει, πρέπει να τις υπολογίσει, πρέπει να λάβει αποφάσεις για το πώς θα αλλάξει τη συμπεριφορά του. Και αλλάζοντας τη συμπεριφορά του, μπορεί να τα αποκλείσει και το περιβάλλον. Επομένως, η ιστορία της γης, με την ιστορία της ζωής, βρίσκονται σε ένα συνεχή διάλογο, εκδεδομένο ότι το ένα επηρεάζει το άλλο. Πηγαίνοντας τώρα, ειδώντας το δεύτερο βιβλίο που θα πούμε περισσότερα πράγματα αργότερα, να πάμε στο τρίτο βιβλίο και να δούμε πώς εκεί εφαρμόζεται αυτή η έννοια του διαλόγου. Εδώ πάνω στη γη, συνέβη μέσα στην βιολογική και την πλανητική εξέλιξη, συνέβη ένα ιδιόμορφο γεγονός, ότι κάποια στιγμή, μέσα από αυτή τη βιολογική, τη δαρκενική εξέλιξη, εμφανίστηκαν και οι χόμο, οι ανθρωπίδες. Οι ανθρωπίδες που γνωρίζουμε από το παλαιοντιολογικό αρχείο είναι 15 με 20 περίπου. Δηλαδή 15 με 20. Ήδη, του γένους χόμο, είμαστε και εμείς, εμείς είμαστε ο χόμος Άπτιαν, θα και θα ακούσει παραδείγμα το σκάρι για τον χόμο ερεκθους, ή τον χόμο νέα ντερταλένσις, τον άνθρωπο του νέα ντερτα, όλοι αυτοί οι χόμοι έχουν εξαφανιστεί και η αθαδιά μας είναι η μόνη που έμεινε από αυτή τη μεγάλη ομάδα οργανισμών. Όταν εμφανίστηκαν λοιπόν αυτοί οι οργανισμοί, που αυτό οφείλεται και σε πλανητικές και γεωλογικές συγκυρίες, σε αυτό το συνεχή διάλογο που λέγουμε μεταξύ της εξέλιξης της Γης και της εξέλιξης της Ζωής, η Γη είναι ένας ιδιομορφός πλανήτης, έχει πάρα πολλές ιδιομορφίες, οι οποίες συνέδιναν ώστε τελικά να εμφανιστούν και οι χόμοι, οι οποίοι έβαλαν επιπλέον συνηστώσεις σε αυτό το διάλογο. Ανεπτύχθη λοιπόν για πρώτη φορά στην ιστορία της Γης η ανθρώπινου τύπου νοημοσύνη. Και το νοησία του ανθρώπινου τύπου νοημοσύνη, για να μην με περάσει από το μυαλό ότι οι υπόλοιποι οργανισμοί δεν έχουν νοημοσύνη, είναι η νοημοσύνη που τους αρμόζει, την νοημοσύνη που πρέπει έτσι ώστε μετρώντας και αξιολογώντας το περιβάλλον, βιωτικό και αβιωτικό, να αποφασίσουν τι πρέπει να κάνουν. Εμφανίστηκε λοιπόν ο χόμο ο οποίος εξημέρωζε τη φωτιά, εξημέρωζε την πέτρα, άρχισε να φτιάχνει εργαλεία και άρχισε να ομιλεί, να συνδυαλέγει μεταξύ τους. Μαζί με κάποιες άλλες βιολογικές ιδιομοφίες, οι οποίες ευνόησαν και τις οποίες περιγράφονται βέβαια μέσα στα τελευταία, δεν ανάγκη τώρα να εξηλικαίσουμε, μαζί με κάποιες άλλες βιολογικές ιδιομοφίες συνέπειλαν ώστε να εμφανιστεί αυτό που ονομάζουμε πολιτισμός. Και τώρα μιλάμε για πολιτισμό, από τότε που εμφανίστηκε ο χόμος. Ήταν ένα πολιτιστικό γεγονός ότι εξημέρωσε τη φωτιά και εξημέρωσε και την πέτρα. Βέβαια κάποια στιγμή εμφανίστηκε και ο τεχνολογικός πολιτισμός σε κάποια στιγμή της ιστορίας. Ωστόσο, αυτό έμφανε μια επιπλέον συνιστώσα, επαναλαμβάνω, την πολιτισμική εξέλιξη. Η οποία πολιτισμική εξέλιξη των ανθρωπηδών, των προηγούμενων χόμων, επηρέασε την ίδια τη ζωή επάνω στον πλανήτη. Άρχισε, επομένως, να δείτε και ένας διάλογος μεταξύ της δημιουργικής εξέλιξης και της πολιτισμικής εξέλιξης. Και στη συνέχεια, το τελευταίο μεγάλο ρώσιμο, κατά κάποιο τρόπο, στην ιστορία της γης και της ζωής, το οποίο συνέβη μόλις πριν από δώδεκα χιλιάδες χρόνια, ο άνθρωπος δώδεκα χιλιάδες χρόνια πριν, δεν υπήρχαν οι πολιτικόμο. Ο μόνος χόμος που υπήρχε πάνω στη γη, με πολύ μικρούς πολιτισμούς, ήταν ο χόμος άφιες. Τότε, λοιπόν, μέσα από κάποιες συγκυρίες, βιολογικές και πολιτισμικές, άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο έβρισκε την τροφή του άνθρωπος. Μέχρι που ήταν κυνηγός και συλλέκτης τροφής από τη φύση. Έβρισκε και έτρωγε. Κυνηγούσε ή συνέλεγε καρπούς και βολβούς από τη φύση. Δεν πεινούσε, ζούσε σε μικρές ομάδες, δεν είχε κανέναν λόγο να έχει μόνιμα καταλήμματα, δεδομένου ότι όταν σε κάποια περιοχή, παράδειγμα το σχέδιο, που ζούσε μια ομάδα παλαιοληφτικών ανθρώπων εξαντλήτωτο περιβάλλον, υφέρουσα η ικανότητα, διατροφική ικανότητα του περιβάλλοντος εξαντλήτωτο, μπορούσε να πάει παραπέρα, επομένως δεν ζούσε μόνιμα κάπου. Ήταν νομάδες. Κάποια στιγμή όμως, μέσα από κάποιες συγκυρίες επαναβαμβάνω, περάσαμε σε μια άλλη παραγωγική διαδικασία, πια ο άνθρωπος άγισε να παράγει την τροφή του. Μέσα από την επινόηση της γεωργίας και της φτυνοτροφίας και την εξημέρωση ζώων και φυτών. Αυτό ήταν το τελευταίο μεγάλο ρώσιμο που οδήγησε στην τελευταία περίοδο της ιστορίας της γης και της ζωής, που νομίζω ορθά έγινε ονομαστεία ανθρωπόκαινο, δεδομένου ότι ο άνθρωπος είναι ο κυρίαρχος παίκτης επάνω στη γη από κει και πέρα, βάζοντας ακόμη περισσότερες συνισθώσεις σε αυτόν τον διάλογο που επηρεάει την κατάσταση των πραγμάτων επάνω στον πλανήτη. Π.χ. μετά από τη γεωργία και την φτυνοτροφία άρχισαν οι πολιτισμοί να αυξάνονται του ανθρώπου για διάφορους λόγους που περιγράφονται στα δικαιολεία. Άρχισε ο άνθρωπος πια από τη στιγμή που έρχεσε εκεί που σκεφτάνε δίπλα του να εγκατήσταται μόνιμα κάπου. Δεν είχε, λοιπόν, αυτό το πέρα-γόρδε και αυτό παραδείγμα το σκάνει και ως αποτέλεσμα μπορεί να φτιάχνει ακόμα πιο βαριέ αργαλεία. Όταν κάποιος είναι νομάς, περιφέρεται δεξιά και αριστερά, δεν μπορεί να έχει βαριέ αργαλεία. Μπορεί να έχει τη διανοητική ικανότητα να φτιάξει αυτά τα αργαλεία, αλλά πώς να τα κουβαλήσει. Άρχισε ο άνθρωπος πια από τη στιγμή που εγκατήστατε μόνιμα, λοιπόν, μπορεί να φτιάξει και πιο περίπτωπα αργαλεία και πιο βαριέ αργαλεία. Και τότε, εκείνη την εποχή, λοιπόν, γίνεται το ενάστασημα για μια άλλη μεγάλη αλλαγή, που είναι μια αλλαγή στις κοινωνικές δομές πια της ανθρωπότητας. Διότι μέχρι τότε ο παδελογικός άνθρωπος ζούσε σε κοινωνίες μη αρτικές, σε κοινωνίες ισοτιμίας, σε κοινωνίες εξεισοτικές, όπως λένε, με άλλες αρχές, άλλες ηθικές αρχές. Οι αλλαγές που έγιναν μετά από την επινέοση της ιδιωγίας και της συνατροφίας, άλλαξαν τα πράγματα και όσον αφορά την κοινωνική δομή της ανθρωπότητας. Οι δομές αυτές έγιναν πιο περίπλοκες, πιο ιεραρχικές, έγιναν σε συνέχεια κρατικές, αυτές οι δομές. Αυτό ήταν μια τεράστια αλλαγή. Και δεν αφορά μόνο τον ανθρώπινο πολιτισμό, που πια είναι τόσο πολύς, τόσο μεγάλος, που δεν αφήνει και πολύ χώρο για τους υπόλοιπους οργανισμούς. Τέλος, αυτός ο διάλογος, ο πολλαπλός διάλογος μεταξύ βιολογίας, ιστορίας, ιστορίας της γης, γελογική ιστορίας της γης, πλανητικής ιστορίας της γης, κρηματικής ιστορίας της γης, μπαίνει ο πολιτισμικός διάλογος πια από τον άνθρωπο αποκλειστικά. Και στη συνέχεια ένας διάλογος μεταξύ παλαιών και νέων κοινωνικών δομών, ο οποίος βάζει και έναν διπλαιόν διάλογο. Αυτό είναι της ελλαγής της συμπεριφοράς μας και της ελλαγής των ηθικών μας αξιών. Να μην πολυλογώ, όμως, επ' αυτού και να πω τώρα στο δεύτερο βιβλίο των περιφητών αφηγήματα, όπου και εδώ πάλι νομίζω ότι μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ένα διάλογο, ένα διάλογο μεταξύ της βιολογίας, των ηθών και της ιστορίας. Σας έλεγε προηγουμένως ο Μίλτος ότι αποτελείται αυτό το βιβλίο από αυτοτελή αφηγήματα για φυτά, για τα οποία επειδή ο άνθρωπος ενδιαφέρθηκε, και γιατί ενδιαφέρθηκε, γιατί αυτά τα φυτά έχουν κάποιες ιδιαίτερες βιολογικές ιδιότητες, ενδιαφέρθηκε λοιπόν ο άνθρωπος και έτυχε μερικά από αυτά τα φυτά να έχουν και σημαντική επίπλωση στην ίδια την ιστορία της ανθρωπότητας. Δεν είναι απαραίτητα αυτά τα οποία καταναλώνουμε ως τροφή, γιατί θα μπορούσε να μπει κανείς. Ναι, τα συντηρά, φυσικά, επηρέασαν την ιστορία της ανθρωπότητας. Τα συντηρά ήταν η αιτία να δημιουργηθούν οι πρώτες πόλεις-κράτη στη Συναιρία και σε όλο τον κόσμο στη συνέχεια. Παντού όπου δημιουργήθηκαν οι πρώτες πόλεις-κράτη, θα δείτε τη δυνατότητα εξημέρωσης ενός συντηρού. Το στάει και το κρυφάει στην Συναιρία, το ορίζει στην Κίνα στις πρώτες κιναιζικές κρατικές οντότητες, το καλαμπόχει στις πρώτες οντότητες κρατικές των ίνκας και των Αζδέκων στην Αμερική. Τα δημητριακά, λοιπόν, είναι, κατά κάποιο τρόπο, επειδή έχουν κάποιες βιολογικές ιδιότητες, αλλά και κάποιες, θα έλεγα, πώς να το πω, αυτό δεν βρίσκονται για τάρη η λέξη, επειδή μπορούν να φορολογηθούν εύκολα, τέλος πάντων, από τα κράτη τα οποία δημιουργήθηκαν, αποτέλεσαν το ένασμα για την ανάπτυξη αυτών των κρατών. Και από εκεί και ύστερα αυτά τα κράτη επειδή είχαν και ανάγκη, παραδειγμαντός χάρη, να βάλουν εργατικό δυναμικό από τους γυροβόλους, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία, της ανθρωπότητας που φτιάχναν στρατοί, επαγγελματικοί στρατοί. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, που ο άνθρωπος εκμεταλλεύτηκε τον άνθρωπο, ξεκινώντας τη δουλειά η οποία συνεχίζεται μέχρι στις μέρες μας, και πολλά άλλα πράγματα που έλαψαν και τη συμπεριφορά μας, και τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα. Λοιπόν, έχω λοιπόν στα περιφητών αφηγήματα μερικές τέτοιες ιστορίες, όπως σας είπε και ο Μύλτος, είναι μάλλον εύκολο να διαβαστεί αυτό το βιβλίο, μπορεί να διαβαστεί από το τέλος προς την αρχή, δεν έχει σημασία από όπου θα ξεκινήσει κανείς, δεν είναι ένα μυθιστόρι μας, δεν είναι διηγήματα κατά κάποιον τρόπο. Και ανάλογα με το χρόνο που διαθέτει και ανάλογα και με τη διάθεση που διαθέτει, υπάρχει αφήγημα το οποίο είναι μισή σελίδα και αφήγημα το οποίο είναι 30 σελίδες. Αν κάνει λοιπόν το βράδυ πριν κοιμηθεί, όχι όμως για να κοιμηθεί, να διαβάσει κάτι από εδώ, μπορεί να δει πόσο τον παίρνει σε χρόνο παραδείγμα το σκάρι. Τώρα, για άλλαξα λοιπόν, για αυτό το βιβλίο, για να δείτε και τη δομή του, πριν όμως πάω εδώ, κάτι που ξέχασα, το ανέφερε ο Μύλτος Σαλακάλα και εγώ να το τονίσω. Πολλοί από εσάς μπορεί να αφοβητούν και δικαιολογημένα, ότι ενδεχομένως τα δύο άλλα βιβλία, το πρώτο και το τρίτο, παραδείγμα τε σχάριν, να ξεπερνούν ας πω με τη δυνάμισμα. Μπορεί και να συμβεί έτσι, ωστόσο τα δύο άλλα βιβλία, το πρώτο και το τρίτο, η Αλήκη και η Ζωή, εκεί φρόντισα να βάλω πλαγιότιτλους στα κεφάλαια. Υπάρχουν τα, στη σελίδα, ποιά είναι το κυρίως κείμενο, ποιά είναι την κυρίως σελίδα, αλλά υπάρχει και ένα περιτόριο δεξιά ή αριστερά μεγάλο, στο οποίο παρεμβάλλω κάποιες τουγκρές προτάσεις, σαν σχόλια, σαν συμπεράσματα, αυτών που λέγονται στο κυρίως κείμενο. Αυτά τα σχόλια, συμπεράσματα κλπ κλπ, αυτή η πλαγιότιτλεινα γραμμένη με ένα τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να διαβαστούν μόνο οι πλαγιότιτλοι και όχι το κυρίως βιβλίο. Δηλαδή, έχουν μια συνέχεια μεταξύ τους. Και αν κανείς, επομένως, σε ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο, νιώσει κάποια δυσκολία, κάτι, ξέρετε, παιδί μου, δεν το καταλαβαίνω, μπορεί να το ξεπεράσει αυτό το κεφάλαιο διαβάζοντας πλαγιότιτλους, διότι δεν διαβάζονται ευρωβουλευτές συνεχώς. Έχουν μια συνέχεια. Είναι ένα μικρό βιβλίο, μάλλον, για να είσαι το μεγάλο. Αυτό, νομίζω, μπορεί να διευκολύνει κάποιους, οι οποίοι μπορούν στη συνέχεια, να διαβάζοντας και τους υπόλοιπους πλαγιότιτλους, να αποφασίζουν τι θέλουν να διαβάσουν από αυτό το βιβλίο. Πάω λοιπόν στο περίπτωνα φυγήματα και για να σας δώσω την δομή με την οποία είναι γραμμένο αυτό το βιβλίο, θα έλεγα ότι και τα υπόλοιπα βιβλία είναι γραμμένα με αυτή τη δομή, γιατί νομίζω ότι, δεν θυμάμαι να το είπα προηγουμένως, ότι στην επιστήμη για το ευρύ κοινό, πρέπει να γράφουμε με έναν τρόπο μύθι στο ρηματικό ή αφηγηματικό, χωρίς βέβαια να προβήρουμε την ίδια την επιστήμη. Εδώ λοιπόν, για να μπορέσω να μεταφέρω το στήλ αυτού του βιβλίου, θα μου επιτρέψετε εν μέρει να μιλάω και εν μέρει να διαβάζω μερικά κομμάτια από αυτό το βιβλίο, ή ίσως αυτό να είναι... Λοιπόν, ένα από τα αφηγήματα, τα οποία θέλω να μας αφηθώ, είναι αυτό που αφορά την παπαρούνα. Δεν μιλάω για την γροσάντη παπαρούνα του ΑΤΚ, μιλάω για την υπνοφόρο παπαρούνα, από την κάψα της οποίας η κάψα είναι ο καρπός της, κατά κάποιον τρόπο, αυτό το σφαιρικό, που βλέπετε σε αυτή την εικόνα, που την εμπνέστηκε ο κατητέχνης διαβάλτος, το κεφάλαιο αυτό, αν κανείς χαράσει αυτή την κάψα, τότε βγαίνει ένα σπιχτό σχημός, τον οποίο τον ονομάζουν όπιο. Το οποίο όπιο βέβαια περιέχει ένα άφρυσμα από αλκαλοειδή, τη μορφή, την κοδρήνη, και διαφορά άλλα. Και βέβαια είναι ένα παράδειγμα αυτή η γνωστότητα, αυτή η υγνοφόρος παπαρούνα για το πως μία ανάχια συνήθεια του ανθρώπου να χρησιμοποιεί το όρατο ως φαρμακεστική ουσία και ως παραστησιόγον όταν εν πάση περιπτώσει θέλει να ξεχύζει λίγο από τα βάσανα που έχει. Πως λοιπόν σε όλη την πορεία της ιστορίας δεν αναφέρθηκε ποτέ, από τότε που έχουμε γραφεί και κατά πάση πιθανότητα και πολύ πιο πριν, κάποιο πρόβλημα κατάχρησης αυτής της ουσίας, ενώ το πρόβλημα αυτό εμφανίστηκε από το 1800 και μετά. Που εδώ έπαιξε ρόλο και η επιστήμη και η τεχνολογία, αλλά και οι κοινωνικές συνθήκες. Διαβάζω λοιπόν πως ξεκινάει αυτό το αφήγημα. Και ποιος δεν θα ήθελε να νιώθει, έστω και πότε πότε, χαρούμενος χωρίς να συντρέχει σημαντικός λόγος. Να αισθάνεται ακούραστος έστω και χωρίς τροφή. Ακράδαντα βέβαιος απέναντι στην έμπλογη αμφιβολία. Ατρόμητος απέναντι σε πραγματικούς κινδύνους. Ποιος δεν θα ήθελε να αναβλήσουν από μέσα του χωρίς επιφυλάξεις και δισταγμού στα κρυμμένα χαρίσματά του. Η καταπιεσμένη δημιουργικότητά του. Όπως του Ευθωρ Μπεριός, του Σάρβορτ Λέβ, του Τσάρς Δίκενς, του Λιούις Κάρλ, του Σιγμοντ Φρόι και πολλών άλλων. Χωρίς όμως και να έχει την δίχη του Ρέινε Βέντερ Φαρσπίδερ, του Τζίμι Χέντριξ και του Τζίμ Μόρισον. Όλοι τους ήταν καταναλυτές του πύου. Τους χωρίσε όμως ένας αιώνας, αλλά αυτό το γεγονός ότι διαγόραζαν τη σκόνη της ευτυχίας τους για τις δεκάρες, ενώ οι δεύτεροι για μια περιουσία. Οι πρώτοι ύλαγαν το πάθος τους, ισορροπούσαν μεταξύ επιθυμίας και αιθισμού και πέθαναν από άλλα έθεια κοντά στο προσδόκημο ζωής για την εποχή τους. Οι δεύτεροι έφυγαν πρόωρα από υπερβολική δόση. Στον Ιντικό κόσμο ένας αιώνας ήταν αρκετός για να αντατρέψει το φυτό της χαράς των αρχαίων σουμερίων και των μη νοητών σε επικίνδυνο δαίμονα. Όσοι, δεν άλλαξε μέσα σε 100 χρόνια η σύσταση του οπίου, του χυμού δηλαδή που εκκρίνει η κάψα της Ιθνωφόρου Παπαλούνας όταν χαραχτεί άγουρη. Δεν έγινε πιο δηλητηριώρηση περιοχόμενη μορφή. Άλλαξε όμως ο τρόπος διάθεσης του προϊόντος. Έγινε πιο σύγχρονος, πιο εμπαρευματικός και αντιλάβη προσοδοφόρος. Υπομείνει όμως, και εδώ μπαίνει, το πώς η Παπαλούνα επηρέασε την ιστορία. Το κοινωνικό πρόβλημα των ναρκωτικών στις δυτικές κοινωνίες είναι κάτι σαν θεία δίκη. Διότι οι δυτικοί, την περίοδο της απεικαιοκρατίας, χρησιμοποίησαν πολλά μέσα από έξυπνα εμπορικά τεχνάσματα μέχρι τη νομή βία για να κλείσουν τα εμπορικά τους ελλείμματα, διαρχετέγοντας μεγάλες ποσότητες οπίου στην Κίνα. Θα αναβεθώ λοιπόν σε λίγο στον πόλεμο του οπίου στην Κίνα. Όσο αποτέλεσμα, μέσα σε δύο αιώνες, η κοινωνικά, οικονομικά, πολιτισμικά και επιστημονικά προηγμένη Ανατολική Αυτοκρατορία της Κίνας μετατράβηκε σε ένα εξασθενημένο ερήπιο, με το ένα τέταρτο του πληθυσμού της σοβαρά εθισμένο. Η ιστορία της δύσκολας της υπναφόρου η οποία κάποτε ήταν δοκτορ Ψέικη και μετά έγινα κ. Χάην. Είναι ιδιαίτερα εδραχτική για το πως μια ίδια και λελογισμένη χρήση ενός δόλου της φύσης μπορεί να εξελιχθεί σε επικίνδυνη και αναεξέλεκτη κατάχρηση. Αυτό έτσι σαν ισαγωνική παράγραφος στο κεφάλαιο, όπου βέβαια ξυπνάμε στη συνέχεια με τις διαιολογικές ιδιότητες αυτών των ουσιών που εκκρίνει η Παπαρούνα. Κυθνοφόρος Παπαρούνα. Συζητάμε επίσης για τα φαινόμενα του αιτισμού, της αντοκής και της ανοχής που δημιουργούν, τελικά, τα προβλήματα της θέρισης. Συζητάμε τους λόγους για τους οποίους η Παπαρούνα φτιάχνει αυτές τις ουσίες, διότι η Παπαρούνα της φτιάχνει και τους δικούς της λόγους, και όχι για να έχουμε εμείς υπνοτικά παρεστισιωγόνα ή παυσίπονα. Και συνεχίζουμε, παραδείγματος καρίνου, τους λόγους για τους οποίους και εμείς οι ίδιοι παράγγουμε τα δικά μας οπιοειδή, τα φυσικά οπιοειδή, ίσως έχετε ακούσει τις εντορφίνες, τις λεγόμενες, τις ουσίες της χαράς, που όταν αισθανθούμε ωραία, εκκρίνονται από το κεφαλό μας και μας δίνουν αυτή την αίσθηση της χαράς. Και ελπίζω να μη σας ξενίζει το γιατί η αίσθηση της χαράς που την έχουμε αναγκάγει στα ψυχικά φαινόμενα, έχει μια χημική βάση. Δεν κάνει τη χαρά να είναι λιγότερη ή περισσότερη, αυτό και η χαρά είναι χαρά. Πώς τώρα έγινε αυτός ο πόλεμος του οποίου. Επαναλαμβάνουμε εδώ ότι η γραφή, η εποχή από την οποία έχουμε γραφτά κείμενα, ανάγκηται γύρω στα 6-7.000 χρόνια πριν από σήμερα, όπου επινοήθηκε η γραφή για λόγους λογιστικούς κυρίως και εμπορικούς στην αρχαία Σουμερία. Από κει και ύστερα λοιπόν έχουμε κάποια γραφτά κείμενα. Οι μηνοείτες που χρησιμοποιούσαν το οποίο δεν άσχεσαν γραφτά κείμενα. Βασίλως είχαν γραφτά κείμενα αλλά δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί η γραμμική άλφα νομίζω ακόμα. Ωστόσο ο Οικοκράτης παραδείγματος χάρη, ο Διος Κουρύρης, αυτοί οι δύο μεγάλοι γιεύτεροι της αρχαιότητας, συνιστούσαν τον χυμό του οποίου για διάφορους λόγους. Παραδείγματος χάρη είναι την καταστατική του δράση σε ηρεμή, για την πασίπονη δράση του, για την υπνοτική του δράση. Και αυτό φαίνεται ότι συνεχίστηκε για πολλούς αιώνες αργότερα. Διότι ξέρουμε παραδείγματος χάρη ότι οι εμπορικοί δρόμοι του μεταξιού από την Ανατολή προς τη Δύση που έλεγαν οι Άραδες, μέσω αυτών των οδών οι ίδιες είχε γνωρίσει το όπιο, όπως θερμόιζε και η Ανατολή. Και όλοι χρησιμοποιούσαν, ή εντάσσετε εκτός, όποιος ήθελε χρησιμοποιήσε το όπιο, χωρίς επαναλαμβάνω από γραπτές πηγές, να φαίνεται ότι υπήρξε κάποιο κοινωνικό πρόβλημα από αυτή την χρήση, διότι ήταν χρήση και όχι κατάχρεση. Τα πράγματα ξαναζωρίζουν κάπως στην Κίνα, διότι ξέρετε ότι η Κίνα, σε αυτήν την εποχή των μεσοχρόναν που άρχισαν οι μεγάλες λεγόμενες ανακαλύψεις, δηλαδή που οι Δυτικοί επινόησαν τα μεγάλα καράβια, τα ιστιοφόρα και αποφάσισαν να εξερευνήσουν τον κόσμο, ουσιαστικά κατέληξε όλος το υπόλοιπο σκόδιο μια επικία των δυτικών κοινωνιών, δεν κατάφεραν ποτέ να κάνουν πραγματική επικία την Κίνα. Ωστόσο την επεταλλέστηκαν βέβαια. Είναι αρχή και είναι σε ένα εμπόριο. Τώρα ο Κιναιζικός πολιτισμός όπως και ο Ιαπωνέζικος, σε αυτήν την Ανατορική πολιτισμία, στην κουλτούρα τους, στην έννοια της αυθάγκιας. Δηλαδή βλέπουν τους άλλους, τους εμπόρους παραδείγματος χάρη μου Πιάνικη, με μια επιφύλαξη. Τι θέλουν αυτοί ακόμα, τι μπορούμε να τους δώσουμε και τι μπορούμε να πάρουμε από αυτούς. Ωστόσο δεν θέλουμε να μας επιβάλλουν την κουλτούρα τους. Και δεν μπορούσαν να επιβάλλουν την κουλτούρα τους στη Δυτική, όπως την επέβαλαν παραδείγματος χάρη μου με τους χεραπόσταλους στην Αφρική και στην Αμερική. Ωστόσο αποκαταστάχθηκαν εμπορικές σχέσεις. Τι ενδιέφερε εκείνη την εποχή που οι Δυτικοί με τα καράβια τους έσπασαν τους χερσαίους δρόμους των Αράδων και ξεκίνησε από εκεί και ύστερα η παρακμή της Αραβικής, των Αραβικών κοινωνιών. Εκείνο που ήθελαν λοιπόν από την Κίνο ήταν το μετάξιν και το τσάι στην αρχή. Και μετέφεραν λοιπόν τσάι, αγόριζαν τσάι. Εκείνα και οι Κινέζοι φυσικά ήθελαν κάποια ανταλλάσματα. Δεν τους ενδιέφεραν όμως τα μικρή πιδάκια και τα κατρεφτάκια. Τους ενδιέφεραν τα πολύτιμα μέταλα. Και άρχισαν να ζητάνε λοιπόν από τους Ήγκλαιους, από τους Ολλανδούς, άρχισαν να ζητάνε ασύμοι και κρυσάκια. Τα δύναμμα. Ωστόσο κάποια στιγμή άρχισε αυτό το εμπορικό ισοζύγιο να περνάει σε μια ανισορροπία. Άρχισαν τα αποθέματα χρυσού και ασυμίου παραδείγματος χάρη στη δυτική Ευρώπη να μειώνονται και να τα μαζεύουν οι Κινέζοι. Αυτό δεν άρεσε φυσικά στις δυτικές δυνάμεις. Κάποια στιγμή βέβαια ενδιεφέρον και για την Πορσελάνη η δυτική. Και έχει ενδιαφέρον ότι αυτό ήταν εντελώς τυχαία. Δηλαδή, η Πορσελάνη των Κινέζικων είναι πάρα πολύ εκλεπτισμένη. Και βέβαια και μόλις εκείνη τη ζωγραφική, την περίφημη τους κήπους, που ζωγραφίζουν των Παλκινέζικων, είναι κατασκευαστικά εστουγήματα. Δηλαδή, τέλος πάντων, αυτά δεν τα είχαν ψηλιαστεί οι δυτικοί. Ωστόσο, η μεταφορά του Τσαγιού και του Μεταξιού έχει ένα πρόβλημα με το Καράδι. Ότι είναι ελαφριά αυτά τα πράγματα και τα Καράδια χρειάζονται έρμα στον πάτο τους για να μπορούν οι άνθρωποι να μην τα φέρουν στους οικιανούς. Δεν πατικώνεται πολύ το τσάριν, ούτε το Μετάξιος, ένα βαρύνι τέλος πάντων. Και ένας έμπορος τότε, εγκλέζος, στην Κίνα, είχε τη φανή ιδέα, να πάρει σχέδι Πορσελάνηνα, βάζο και τα λοιπά, για να τα βάρει έρμα στο Καράδι. Και μάλιστα για να μην κάνουν πολύ χώρο τα έσπασε. Τα έκανε κομματάκια και τα στύμβαξε στο αμπάρι. Ωστόσο, κάποιοι φιλότεχνοι δυτικοί, όταν τα είδαν αυτά τα πράγματα, τα εκτίμησαν. Και από τότε άρχισε και το εμπόριο της Πορσελάνης με την Κίνα. Τρία προϊόντα μετά από την Πορσελάνη. Οι Κινέζικοι σιγκρά γνώριζαν το όπιο και το χρησιμοποιούσαν για ιατρικούς σκοπούς, αλλά το χρησιμοποιούσαν και για να φτιάχνονται πού και πού, αλλά χωρίς να γίνεται κατάφεριση των πραγμάτων. Οι Κινέζικοι, λοιπόν, σκέφτηκαν να ισορροπίσουν αυτό το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, ιορχετεύοντας την Κίνα όπιο και τους συνέφερε. Τότε γνωρίζει, ασφαλώς, ότι Κουμάντο, σε αυτές τις θάλασσες και σε αυτές τις περιοχές, έκανε η λεγόμενη Εταιρεία των Ανατορικών Ινδιών. Μια τέτοια εταιρεία είχαν και οι Εγκλέσοι και οι Ολανδροί. Αυτές οι εταιρείες ήταν παντοδύναμες, δηλαδή, είχαν άκρες. Τι άκρες, ουσιαστικά, είχαν και τα κοινοβούλια, το κοινοβούλιο του Ανδρικού και τη κυβέρνηση της Ολανδρίας και της Βαλίας και τα εσπά. Ήταν και δικό του στρατό, ιδιωτικό στρατό. Δηλαδή, ο ιδιωτικός στρατός δεν είναι τώρα τελευταία επινόηση, ας πούμε, ήταν από τότε. Και αρχίζει, λοιπόν, αυτή η Εταιρεία των Ανατορικών Ινδιών, να διακετεύει όπιο στη Κιναιζική αγορά σε μεγάλες ποσότητες. Τους συνέφερε, διότι, πώς το έκαναν. Είχαν τότε τις συνδείες απ' η Κία. Τις συνδείες, λοιπόν, έβαζαν τους ντόπιους σκλάβους, ουσιαστικά Ινδρούς, να καλλιεργούν το όπιο, να το παίρνουν από τους παραγωγούς ή ένα κομμάτι ψωμί, τέλος πάντων, από τους Ινδρούς, και στη συνέχεια να το μεταφέρουν στην Κίνα, που το μεταπουλούσαν ακριβότερα. Και έτσι, κάπως τόσο σχεδόν, στόσο, άρχισαν οι Κινέζοι πια να έχουν προβλήματα αισθησμού. Άρχισε, δηλαδή, να γίνεται κοινωνικό πρόβλημα στην Κίνα. Κοινωνική κατανάλωση οπίου. Μιλάω όχι για όπιο, αλλά για τη μορφή. Οπότε η Κίνεσκη κυβέρνηση, βλέποντας τα πράγματα να σκουρένουν, αποφασίζει να απαγορέσει τις εισαγωγές οπίου, λογικών. Σιγά τώρα, μην το δεχτούν, αυτό οι Εγκλέζοι, ας πούμε. Άρχισε το λαθρεπόριο. Η ίδια η Εταιρεία των Ενατολικών Ιδιών, λοιπόν, ορίζε να κάνει λαθρεπόριο. Επειδή, κατά κάποιον τρόπο, είχε άκρες, ξέρω, μέσα στην Κίνα, είχε ξεκάβει στην Καντώνα, νομίζω, κάποιες τεράστιες αποθήκες για τα εμπορεύματά της, τα υπόλοιπα, αλλά τις οποίες αποθήκευε το οποίο σιγά είχε παρανόμως. Και ξέρετε ότι όταν μια ουσία περάσει από το εμπόριο στο λαθρεμπόριο, γίνεται και ακριβότερη. Και εδώ είχαμε ένα φαινόμενο, παραδείγματος χάρη, που αγοράζανε οι εκκλέζοι από τον ινδό αυρώτιε, εργάτη, σκλάβο, ουσιαστικά πάθυνο το όπιο, και επειδή το λαθρεπόριο δικαιμίνωσε, το πουλούζαν πανάχη. Βαρπομένως είχαμε μία διπλή κατάρευση στην Κιναιζική κοινωνία. Ανθρώπους με σύνδρομο στέρεσης, κοινωνικά ερήπια, και ανθρώπους που για να πάρουν αυτήν την ουσία που λόγω στέρεσης να σώνει και καλά, έπρεπε να πληρώσουν μια περιουσία. Τότε, λοιπόν, η Κιναιζική κυβέρνηση αποφάσισε να πάρει πιο βραστικά μέτρα και έκαψε τις αποθήκες της Καντώνας, μαζί και το όπιο που ήταν. Βέβαια, εξαγριώθηκε η Εταιρεία των Ανατολικών Υδιών και πήγε το Ανθρωπό Κοινοβούριο να ξεκινήσει έναν πόλεμο στην Κίνα, που ονομάστηκε, έτσι τον λένε οι ιστορικοί, ο πρώτος πόλεμος του οποίου, νομίζω, 1847, κάτω από τρία χρόνια κράτησε, και βέβαια οι Λυτικοί είχαν την υπεροπλία, καράφια, κανόνια, πυροβόλα. Οι Κινέζοι δεν είχαν τόσο αξιόμαχο κατά κρατειοτρόπος τελειώνει αυτός ο πόλεμος με τη συνθηκολόγηση της Κίνας, που δεν έγινα την Κίνα, επαναλαμβάνω, ωστόσο τότε ήταν που πήραν και οι Άγιοι το Hong Kong. Ενώ, συγχρόνους, εξασφάνισαν και από την Κινέζικη κυβέρνηση, πλήρη αποζημίωση για τις αποθήκες που έκαψε και για το όπιο που υπήρχε μέσα και για το οποιαδήποτε άλλα εμπορέτη. Μετά από καμιά δεκαετία χρόνια, έγινε και ο δεύτερος πόλεμος του οποίου, με τον οποίο συνετήχαν και άλλες δυτικές δυνάμεις, όχι μόνο οι Εγκλαιζ, γιατί δεν είδαν εκεί τεστόντι, κάτι υπάρχει. Και πήγαν και αυτοί. Λένε, λένε δε ιστορικοί, ότι οι ομότητες που έγιναν σε εκείνο τον πόλεμο μπορούν να συγκριθούν μόνο με τις ομότητες των Ναζιήν, στον δεύτερο κοσμικό πόλεμο. Έγιναν σημεία και τεράστα δηλαδή. Κάποια περίπτωση συνειδητολόγησε και μετά από τον δεύτερο πόλεμο του οποίου, συνειδητολόγησε τρίως η Κίνα, το οποίο άρχισε να ρέει μέσα στην Κίνα συνεχώς. Και μέχρι το 1910 περίπου, που άρχισε, τέλος πάντων, κάποια εθνική συγκρότηση, αν θέλετε, στην Κίνα και μια διαδικασία, τέλος πάντων, να πεξάγει σε αυτών των ανθρώπων, εκείνη την εποχή, λοιπόν, στην απογραφή του 1913, νομίζω, το 25% ο ένας στους τέσσερις Κινέζους ήταν εκθυσμένος και στερημένος στο όπιο. Το 15% με 20% νομίζω, των εισαγωγών της Κίνας ήταν όπιο. Φανταστείτε τώρα το 15% με 20% όπιο και το 90% των παγκόσμιων παραγωγής πήγαινε στην Κίνα. Βέβαια, ανέλαβη τεχνολογία, βέβαια, να εξορφολογήσει, πώς να το πούμε, υπάρχουν διάφορες λέξεις που χρησιμοποιούμε και σήμερα και να εξυγχρονίζει, τέλος πάντων, τα πράγματα. Γνώριζα, βέβαια, η Ελληνική, ότι αυτό είναι ένα πολύ χρήσιμο προϊόντο όπιο για ιατρικούς σκοπούς. Ωστόσο, θα έπρεπε αυτές τις παρενέργειες που έχει, της ανοχής, της αντοχής, όταν πάρεις μια φορά, μετά θέλεις να πάρεις ακόμα περισσότερη δόση και ακόμα περισσότερη δόση, γιατί το συνεχίζεις και στο τέλος περίπου τόσο μεγάλη δόση που επέρχεται και η φυσιολογική εξάπληση που αρχίσει να έχει σωματικά προβλήματα πια. Επομένως, σκέφτηκαν μήπως μπορούσαν να φτιάξουν κάποιο προϊόν, μια και γύρω στα 1803-1804, η χημεία είχε καταφέρει να απομονώσει τριτραστικές ουσίες από το όπιο. Μέχρι τότε, αν κάποιος θέλει να καταναλώσει όπιο, έπαιρνε το αυρό υλικό, αυτό το χυμό που βγαίνει από την κάψα της παπαρούνας, το οποίο περιέχει μέσα χίλια δυο ουσίες και δεν μπορεί να πάρει και πολλοί από αυτό και άρα δεν μπορεί να οδηγηθεί στην ανοχή και στην αντοχή, διότι έχει και μια γεύση περίεργη, δεν είναι τόσο... Και, εν πάση περίπτωση, ήταν ένα προϊόν που το κατέβαζε και έπρεπε μέσα στο φτωμάτι και ένα μέρος από αυτό να περάσει το αίμα για να κάνει τη δράση και να το υπόλοιπο έφευγε, κατά κάποιο τρόπο. Η χημία κατάφερε, λοιπόν, εκεί στις αρχές του 17ου αιώνα 1800, τόσο, ας πούμε, να απομονώσει σε καταρρή μορφή την Μορφίνη, Ατομορφέα είναι το όνομά της, και την Κοδαιίνη και όλες τις υπόλοιπες ουσίες και κύρω στο 1840 γίνεται μια δεύτερη τεχνολογική επινόηση που έπρεπε να έχει και αυτήν πολύ μεγάλη σημασία και το τι έμεινε μετά από εκεί και πέρα με αυτά τα οπιοειδή, τα καθαρά πλέον, τις καθαρές ουσίες, η ΣΥΡΙΝΚΑ. Στον Αμερικανικό Εμφύλιο χρησιμοποίησαν τη Μορφίνη για να μπορέσουν σε συνθήκες μάχης σ' αυτούς οι οποίοι ήταν τραγματιστοί να τους κόψουν το πόδι παραδείγματος χωράει, μπορεί να κατελάβουν τίποτα, τους πότιζαν Μορφίνη, τους έκοπαν το πόδι ωραία και καλά και στη συνέχεια απαιδίλεται αυτός ο ήρωας στην κοινωνία έστω και με ένα πότι λιγότερο τόσο σπάντων. Προκειμένου να πεθάνει σαν το σκυλί στα μπέλη σου, λέει εντάξει ας τον δώσουμε. Αυτά γινόντουσαν σε εκείνα τα υπέθρια χειρουργία που βλέπουμε και στο σινεμά έτσι, το τοιμάζεσαι στην αιτία του αμερικανικού έμφυγγιου, πιο έξυπνη ήταν η χρήση στον πόλεμο της Κρυμαίας. Εκεί λοιπόν δεν ήταν μόνο Μορφίνη για να κάνουν τις επεμβάσεις στους καρματισμένους, αλλά την μείναν εκ των Προτερών, χωρίς να έχουν τίποτα οι φαντάροι. Τους πότιζαν Μορφίνη για να πηχνήσουν για τη μάχη, διότι η Μορφίνη έχει και μία άλλη ιδιότητα. Σου δίνει μια τόση ευχάριστη αίσθηση και σε κάνει ατρόμητο απέναντι στον κίνδυνο, κατά κάθε τρόπο. Πέραν του ότι, αν έχεις εκ των πρωταίρων πάρει μορφή, ακόμα και να τραγματιστείς να σε βρει μια σφαίρα τέλος πάντως στον πράγμα, σου δεν το πολύ καταλαβαίνεις, οπότε συνεχίζεις για λίγο ακόμα να πολεμάσεις. Πράγμα βέβαια που συνέβαινε τους στρατηγούς, τους συνέβαινε και για έναν άλλο λόγο, λογιστικό. Η μορφή κόβει την όρεξη. Επομένως λιγότερο συμπειρέσει, όπως το λέμε, αυτούς τους φαντάρους, παρόμο ότι αυτοί πολεμάνε καλύτερα και με περισσότερο φάβος και με ανθήκη. Βέβαια, και μετά από τον Αμερικανικό Εμφυλείο, και μετά από τον πόλεμο της Κρυμμέας, προέκυψε αυτές τις δικαίες κοινωνίες το πρόβλημα της εξάρτησης που είχαν πάρει και αυτοί που πολεμούσανε και πήραν μορφή, είτε επειδή τραυματίστηκαν σε μεγάλες δόσεις, είτε την έκαναν καθημερινά με το φαΐ τους. Και άρχισε η ειδική κοινωνία να έχει τα πρώτα προβλήματα. Δηλαδή αυτή η νόσθος ας πούμε αυτών των παλαιών πολεμιστών, τέλος πάντων, που δεν μπορούσαν να έρθουν στα ίσα τους. Και εκεί ξεκίνησε μια προσπάθεια πάλι από τη χημία, πάλι τεχνολογία δηλαδή και εδώ βάζει τη συμβολή της, προσπάθεια να παραχθεί, να παραχθεί από τη μορφή με κάποια επέμβαση χημική, με την προσδίκη κάτι. Ξέρω εγώ κάτι με τι λίγο και τι λίγο πάνε κάποιες χημικές ουρές ας πούμε, να παραχθεί ένα προϊόν που να έχει τα ίδια φαρμακευτικά αποτελέσματα αλλά να μην έχει τις παρενέργειες. Και τότε η Bagger παρίγαγε ένα τέτοιο προϊόν το οποίο ασχηρήθηκε ότι δεν έχει καμία παρενέργεια και το οποίο έχει τις ιδιότητες της μορφής και του έδωσε και το πολύ συμβολικό όνομα η ροήνη. Είναι απίστευτο δηλαδή όταν το διάωζε δεν μπορούσαν να το αλλάξουν και φωτογραφίες. Αν πείτε στο δίκτυο θα βρείτε που λιώντας στα περίπτερα η ροήνη σε μπουκαλάκια. Θα δείτε παραδείγματος κάτι μία ευτυχισμένη μαμά να έχει στο κομοδήλο το φιελίδιο με την ροήνη και δίπλα να κοιμάται ένας τρουμπουλό παιδάκι το οποίο κοιμόταν ήσυχα επειδή είχε και αντιβηγικές ιδιότητες η μορφήνη για να κοιμηθεί καλά το παιδάκι τέλος πάντων και να μην βύχει στο νύχνο του. Λοιπόν η ροήνη αυτή λοιπόν κυκλοφορούσε ελεύθερα εντελώς κουλιώντας στα μπακάδικα μέχρι το 1905 περίπου όποτε απεδείχτηκε σηκά ότι έχει πολύ χειρότερες ευθυστικές ιδιότητες από την μορφήνη και έκτοτε βέβαια άρχισε να απαγορεύτηκε εντελώς και άρχισε να μυρωδοτεύεται με τον τρόπο που γνωρίζουμε και ο οποίος αποφέρει πολύ περισσότερα κέρδη. Κάπως έτσι λοιπόν φαίνεται ότι αυτό το ταπεινό φυτάκι που είναι ένα τόσο δά μικρούλι ας πούμε έτσι πολύ όμορφο όμως δεν έτσι κόκκινα άμπη όπως η παπαρούνα των αυρών αυτός ο πολύ ωραίο και πολύ χρήσιμο φυτό και είναι μια διδακτική ιστορία νομίζω για το πως έχει μία ήπια χρήση το ίδιο ισχύει και τα δείτε εδώ ανάλογα κεφάλαια για τον καπνό. Τα τσιγάρα, ήπια χρήση από αρχιωτά των χρόνων γινόταν στον καπνό χωρίς κανένα πρόβλημα. Τον καρκίνο άρχισε να τον βλέπουν οι κυρουργοί από όταν φτιάχτηκαν τσιγάρα μηχανικά που ήταν πολύ εύκολο να τα καθοίσουν και στη βουλιά και στον δρόμο και στο κρεβάτι και παντού. Τέλος πάντων υπάρχουν λοιπόν τέτοιες ιστορίες. Ωστόσο δεν είναι μόνο τέτοιες ιστορίες αλλά είναι και ιστορίες γιατί τα άνθρωποι είναι συμβολικό χαρακτήρα. Και θα ήθελα να τελειώσω ή σχεδόν να τελειώσω με το αφήγημα ενός άλλου φοιτού πάλι διαβάζοντας ένα κομμάτι γιατί νομίζω ότι δεν θα μπορέσω να το αποδώσω άντες το διαβάσω δεν θα μπορέσω να το αποδώσω έτσι όπως πρέπει. Πρόκειται για το Lilium Candidum το κρίνος, το πάλευκο κρίνο το οποίο αν εξαιρέσουμε την βαθιά Ανατολή την Κίνα και την Ιαπωνία δηλαδή που ως σύμβολο του άσπυλου και του αμμόλιντου έχουν ένα άλλο φυτό το οποίο και αυτό περιγράφεται εδώ σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο είναι παγκοσμίως δεν είναι μόνο της ορθόδοξης παράδοσης το πάλευκο κρίνο σύμβολο του άσπυλου και του αμμόλιντου αλλά είναι παγκοσμίως. Και εδώ λοιπόν ξεκινάμε από κάποιες δύο λογικές ας το πούμε ιδιότητες εδώ τι άλλο είναι από ένα λευκό άνθρωπος και γιατί είναι ένα άνθρωπος λευκό, τι σημαίνει να είναι ένα άνθρωπος λευκό αλλά και πως όλα αυτά συνδέονται με τα χρώματα παραδείγματος τώρα. Διαβάζω δύο παραγράφους λοιπόν από αυτό το μέχρι την εποχή που ο Νέστονας δημοσίαξε το βιβλίο του με θέμα την οπτική το 1703 πιστεύω μου ότι το λευκό είναι το κύριο και αδιέρετο χρώμα ότι όλα τα άλλα χρώματα που προέκυπταν ότι όλα τα άλλα χρώματα προέκυπταν από την προσθήκη ενός χρώματος το λευκό. Τα πειράματά του όμως στο σκοτεινό δωμάτιο με τα γυάλινα πρίσματα που παρεμβάλλονται μεταξύ της χαραμάβρας και του απέναντι σκοτεινού τείχου ανέτρεψαν την επικρατούσα άποψη. Χωρίς πρίσμα η ιδιογυλίδα πρώτα σε πάνω σε έναν τείχο διατηρούσε τη λευκότητά της. Εάν όμως η ακτίνα του ήλιου περνούσε πρώτα μέσα από ένα πρίσμα στον απέναντι τείχο εμφανίζονταν τα έξι χαρακτηριστικά χρώματα του ουράνιου τόξου. Ιόδες, μπλε, πράσινο, κίτρινο, πορτοκαλί και ερυθρό. Το φαινόμενο θα μπορούσε να ερμηνεθεί κάλλιστα με την υπόθεση ότι το πρίσμα είχε προσθέσει τα επιπλέον χρώματα στο λευκό. Είχε όμως τον Έστωνα στην Οξυδέρκεια να παρεμβάλλει ένα δεύτερο πρίσμα μετά το πρώτο στην πορεία μιας μονοχρωματικής δέσβης, ας υποθέσουμε της κίτρινης, αναμένοντας ότι νέα χρώματα θα προσθεθούν στον κίτρινο και ένα δεύτερο ουράνιου τόξο θα αναβηθεί. Ματέως, το κίτρινο παρέμενε κίτρινο, λες και το κίτρινο. Παρέμενε κίτρινο, λες και το πρίσμα είχε χάσει ξαφνικά την ικανότητα της προσθήκης νέων χρωμάτων. Η παλαιά θεωρία λοιπόν κλονίστηκε για να αντικατασταθεί από την αντίθετή της. Τα χρώματα δεν δημιουργούνται με την προσθήκη κάποιας νέας οντότητας στο λευκό, αλλά με την αφαίρεσή της από το λευκό. Δεν είναι το λευκό αδιέρετο, αλλά αντίθετα, είναι τα επιμέρους χρώματα από τα οποία αυτό αποτελείται. Το λευκό είναι η σύνθεσή τους σε ίσες ποσότητες. Και τότε το μαύρο τι είναι, μα η απουσία χρώματος. Αυτό που προκύπτει όταν από το λευκό αφαιρέσουνε όλα τα βασικά του χρώματα. Η βάση της στον υπολογιστή φαίνεται μαύρη, γιατί αφαιρεί όλα τα χρώματα από το λευκό φως της λάμπας που πέστε επάνω της. Δεν αφήνει τίποτα να σε φύγει. Τα απορροφά και τα εξαφανίζει ως αίσθηση. Για την ακρίβεια τα υπογραφίζει σε θερμότητα την οποία δεν μπορώ να δω. Το φύλλο στη γλάστρα του παραθύρου φαίνεται πράσινο, γιατί κρατά για τον εαυτό του όλα τα άλλα χρώματα, εκτός από το πράσινο. Το πράσινο του φύλλου υποδηλώνει τη χημία του. Η χλωροφύλλη που περιέχει απορροφά τα υπόλοιπα πέντε χρώματα και βοηθά στη μετατροπή της ενέργειας του σε χημική ενέργεια. Ούτε αυτή την ενέργεια την βλέπω. Την μαντεύω επειδή το φυσό μεγαλώνει χρησιμοποιώντας την. Το άνθος του πάλευκου κρίνου τώρα δεν ικιοποιείται κανένα χρώμα. Τα αποδίδει όλα ανέγγιχτα στο περιβάλλον αντανακλώντας τα. Το λευκό χρώμα μας επιτρέπει να βγάλουμε συμπεράσματα για τη χημία του άνθους του πάλευκου κρίνου. Απουσιάζουν οι ουσίες που απορροφούν σε εκείνη τη στενή περιοχή της ηλιαϊκής αχτινοβολίας στην οποία αντιλαμβάνεται το ανθρώπινο μάτι. Μαύρο και άσπρο λοιπόν. Πλήρης απουσία και ολοκληρωτική παρουσία. Ανυπαρξία και αείπαρξη. Η πιο ακραία αντίθεση τόσο στην πράξη όσο και συμβολικά. Η σκόνη στο χιόνι. Το ύπνος από μία και μόνη πατημασιά σε φρεσκοασπρισμένο καντερήμι στις κυκλάδες. Μια σχήμα δυσταγώνα κόκκινο κρασί στον υφικό φόρεμα. Μια μήγα νοσοσοδάλα διακρίνονται από μακριά. Και αποτελούν σπίλο, στίγμα, κυλίδα και βεβίλος. Όσο μικρός και αν είναι ο σπίλος υποβιβάζει το άσπιλο και αμόλεντο σε στιγματισμένο και μια ρό. Ίσως αυτή η αντίδραση, αυτή η ισχυρή κροματική διαφορά, η μεγαλύτερη που μπορεί να διακρίνει το ανθρώπινο μάτι, ίσως αυτή να απέδωσε στο λευκό το συμβολισμό του. Ίσως συνέβαλε και η αδιαμφισβήτητη δυσκολία να διατηρηθεί η καθαρότητα αυτή από τις κυλίδες που παραμονεύουν. Επίσης και η ευκολία με την οποία η κυλίδα αυτή διακρίνεται όπως και στον ενάρρυτο άνθρωπο, όταν είναι ανακαστεί να κλειέζεται και ένα θόψεμα. Διάλεξα για το τέλος, σε πάρα πολύ μικρό χρόνο, αυτό που ονόμασα άγναστο φυτό. Διότι από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου μπορεί να προκύψει η λαστασμένη νομίζω άποψη ότι τα χρήσιμα φυτά ή αυτά τα φυτά που ο πολιτισμός μας αναγόρεσε με κάποιους συμβολισμούς, όπως το κρίναστο βιβλί. Να είναι τα μόνα που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρουν. Το τελευταίο κεφάλαιο, το οποίο αφιερώθηκε στο άγνωστο φυτό, όπως το αγνώστο στρατιώτη που λένε εκεί στο Σύνταγμα, αφορά όλα τα υπόλοιπα άσημα, ανώνυμα φυτά τα οποία είναι χρήσιμα απλά και μόνο επειδή βρίσκονται εκεί. Και αυτό το τελευταίο κεφάλαιο, λοιπόν, θέλει ακριβώς να δείξει τη χρησιμότητα αυτών των φυτών για όλο τον πλανήτη. Αν μπορούσαμε να το πούμε αποφρεγματικά, δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε αυτήν την τεράστια πικιλία που έχει η ζωή, αυτήν την πολυπλοκότητα και την τεράστια βιοπικιλότητα, όπως τη λένε με τεχνικούς όρους, επάνω στη Γη, εάν δεν είχαν υπάρξει τα φυτά, διότι είναι εκεί μόνο οι οργανισμοί οι οποίοι μπορούν να δώσουν στους υπόλοιπους τροφή κατης ποιότητας, έχοντας τα ίδια ανάγκη μόνο από ελάχιστα πράγματα από αυτά που διατίθενται πάνω σε αυτόν τον πλανήτη. Αυτά λοιπόν θέλω να σας ευχαριστήσω για άλλη μια φορά που βρεθήκατε εδώ και μετά από την κυρία Λόκο θέλει και αυτή κάτι να πει. Θα μπορούσαμε επειδή από τη βιβλιοθήκη γνωρίζω ότι πρέπει να κλείσει στις 8. Εάν υπάρχουν κάποια θέματα που θέλετε να συζητήσουμε, εγώ είμαι πρόθυμος να τα συζητήσουμε και θέλω να σας πω και το εξής το οποίο λέει και κάθε φορά έλεγα τότε, κάθε φορά τους συζητές μου όταν ξεκινούναν τα μαθήματα όπου τους ζητούσαν να αποκαταστήσουμε μέσα στην αίθουσα έναν διάλογο μεταξύ μας. Τους έλεγα λοιπόν ότι κάθε ερώτηση ακόμα και αυτή που όταν σας περάσει από το μυαλό θα τη θεωρήσετε ό,τι είναι νόμιμη, ότι όλες οι ερωτήσεις μπορεί και να μην έχουν απάντηση αυτές αλλά όλες οι ερωτήσεις πρέπει να ακολουθιάζονται. Λοιπόν εάν τυχόν υπάρχουν ερωτήσεις, πολύ ευχαρίστως και ανεξάρτητα από την άποψη που είχατε εσείς είχε για την ερώτηση τι θα κάνετε. Ευχαριστώ. Κύριε καθηγητά, σας καλωσορίζω και εγώ από τη μεριά μου στην όμορφη πόλη μας και στη φιλόξενη βιωθήκη μας. Είμαι η Ιόλδα Ικουτμυριδού, μία νέα συγγραφέ, στους δικών μου παραδοσιακών παραμυθιών και φίλοι του κοινού μας φίλου, του κ. Τσιμωλίδη Μιχυάρι. Διάβασα με πολύ προσοχή και ενδιαφέροντο βιβλίο σας, των περιφητών αφηγήματα. Ομολογώ ότι είναι η πρώτη φορά που διαβάζω ένα βιβλίο που να συνδυάει την ζωή των φυτών, δηλαδή των τόπων, καταβολής, την ανάπτυξη και τη μετανάσταση τους, οι οποίες να είναι συνδεδεμένοι με ιστορικά γεγονότα, όπως επαναστάσεις, βιοπραγίες, διάδοση του εμβολίου, πολιτιστικές αναφορές και πολιτινικές αλληλεγίες. Από κάθε κεφάλαιο μάθαινα και κάτι καινούργιο. Μελέτες που στηρίζονταν στην έρευνα με τη συνεργασία γιατρών, βιολόγων, χημικών, αλλά και προσωπικές τις παρατηρήσεις και προβληματισμούς, βάζοντας στο μυαλό μου την καλή ενησυχία. Έχω κι εγώ τους δικούς μου φόβους γύρω από τα μεταλλαγμένα το Λιόντα. Όμως είμαι ευσυόδοξη, όμως θα καταλάβουμε όλοι μας κάποια στιγμή την φυσική αλληλεγγύη. Θα σεβαστούμε τον κόσμο τους και θα πάψουμε να δεν βέρουμε επικίνδυνα στο κύτταρό τους. Ο πλανήτης μας κιντεινεύει. Θα ήταν καλό να ανθυπνηστούμε, δίδοντας τον ανάλογο σεβασμό στον φυτικό κόσμο και όχι μόνο. Η εξέλιξη αναδροσθώνες είχε, όπως φαίνεται, επικτώσει στην εξέλιξη των φυτών και των ζωών. Σας ευχαριστώ προσωπικά για τις πολύπινες κληροφορίες που έχετε δημιουργηθεί. Σας ευχαριστώ προσωπικά για τις πολύπινες κληροφορίες που γράψατε, θέτοντας μέσα στο Πολυσέλλητο Διζύο, ορίσματα διαφόρων ιστορικών κοινωνιολόγων και των ομολόγων, καθώς και τεχνηριωμένες έρευνες και εσχόλια δικά σας. Σας εύχομαι να είστε πάντα έτοιμοι για τα επόμενα βιβλία σας. Στους περισσότερους εφηγήματα, αυγήνει ο κόδωνας της αυτής της νησίς μας, που το σώσε όλη μας είναι να βοηθήσουμε για την ευημερία στον πλανήτη μας. Σας ευχαριστώ πολύ. Το μόνο που θέλω να πω είναι ότι όταν διάβασα τα βιβλία σας, πραγματικά ήρθε η ώρα να σας συναντήσω. Και το πρώτο σημείο που διάβασα στην Αμερική για μια προσωπική ιστορία αγίας, μάθατε τόσο καλές ειδικώσεις με και ο πόνος, και το έδωσα στον καθηγητή που χειρούργησε. Μου διαβεβαίωσε το επόμενο καλοκαίρι γιατί ήταν Έλληνας και από τους παιδικούς χειρουργούς στον κόσμο, μέσα στους 4-5 καλύτερους, όσο μαχαρά στο μελάνομα και στο σάρκο. Μου λέει, Τάκη, δεν έχω ξαναδιαβάσει τέτοιο βιβλίο και επειδή έχω διαβάσει και εγώ αρκετά βιβλία, παρεφερεί όχι και το τελευταίο του χαλαλί, δεν ξέρω αν έχει υπόψη του Ισραηλού, σας εγκάσω τους διανοητές όλων των υποχωρητών σας. Ευχαριστώ πολύ που μου δώσετε αυτή την ευκαιρία μου για να δώσετε βιβλία σας. Ήταν ένα πολύ υπέροχο ταξίδι. Να σας πω, εγώ διασκεδάζομαι γράφοντας αυτά τα βιβλία, μου αρέσει να γράφω και μου αρέσει να κάνω και νέους φίλους μέσα από αυτά τα βιβλία. Δεδομένου ότι με έφερε την έκδοση αυτών των βιβλίων, δεν είναι και πολύ κοινωνικός για να πω την αλήθεια, αλλά στη συνέχεια απέκτευσαν νέους φίλους και ξανασυνδέθηκαν επανείς που ήταν δυο δεκαετίες και έτυχε να διαβάσω τα βιβλία. Λοιπόν, κάνω τι μπορώ και σας ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια, αλλά ελπίζω να μην το πάρω πάνω. Δεν το πάω πάνω. Αυτά όλα που κάνατε τα κάνατε από μια εσωτερική ανάπτυξη. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Καλησπέρα δεκομένα. Εγώ ήθελα να ρωτήσω το εξής. Μιλήσατε στην αρχή της ομιλίας σας για το πόσο ενεχομένως κακό κάνει η εξειδίκηση στις σπουδές. Να ρωτήσω κατά πόσο η εξειδίκηση είναι έναν αγία ουγακό, ώστε να μπορέσει κάποιος να μιλήσει πιο ελλαγγευμένα για τέτοια θέματα, όπως το αναφερθήκατε κι εσείς. Δεν ξέρω. Η γνώμη μου είναι ότι ένα λίγη εξειδίκηση, τέλος πάντων, κάνει καλό, ώστε να μπορέσεις να μεταδώσεις μια συμπληροφορία πιο ελλαγγευμένα. Κοιτάξτε, για να μην παρεξηγηθώ, τους επιστήμονες οι οποίοι αφιερώνουν μια λόγλη ζωή σε ένα πολύ στενό κομμάτι της επιστημονικής έργας, στο τάδε άθρισμα κυτάρων, σε κίνατο νηστό κτλ, τους σταυμάζουν πραγματικά, γιατί μέσα από τη δουλειά αυτών των ανθρώπων, καταλήγουμε να έχουμε εντεγωμένως και κάποιες εφαρμογές, οι οποίες κάνουν εντός ή εκτός της εισαγωγικών καλύτερη τη ζωή μας. Επομένως είναι πολύ σημαντική η συνεισφορά τους και καταλαβαίνω την ανάγκη για μια εξιδίκιαση. Ωστόσο, πού είναι το πρόβλημα το δικό μου με την εξιδίκιαση και πού νομίζω ότι είναι το πρόβλημα στα προγράμματα σχουδών των πανεπιστημίων μαζί την εξιδίκιαση. Ότι γίνεται πια τόσο υπερβολική εξιδίκιαση και επιπλέον με τη λογική ότι στο πανεπιστημίο σπουδάζουμε για να πάρουμε κάποιες γνώσεις, κάποιες δεξιότητες, έτσι ώστε να πλασσαριστούμε καλύτερα στην αγορά της εργασίας. Νομίζω ότι, για να το πω αποσθεγματικά, με αυτόν τον τρόπο εξετάζουμε το δέντρο και δεν βλέπουμε το δάσος ή διηλίζουμε την ψηφίδα και δεν βλέπουμε την ομορφιά του ψηφιδοτού. Αυτή η εξιδίκιαση βέβαια ήταν αφαρέτητη γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε η τεχνολογία κατά κάποιο τρόπο και η παραγωγή προϊόντων να προχωρήσει σύμφωνοι. Οι ιατρικές εφαρμογές πιεστάλεγε όχι. Πάρα πολύ σημαντικό. Προέκυψε από αυτή την πολύ βαθιά εξιδίκιαση ανθρώπων αφιερωμένων κτλ κτλ. Νομίζω ότι θα άξιζε όμως τον κόπο κάποια στιγμή στη ζωή του κάθε επιστήμονα να ασχοληθεί και με το ψηφιδοτό, να ασχοληθεί με το κάτρο το μεγάλο. Δεδομένου ότι, ξέρετε, μέχρι κάποια εποχή, ας πούμε και στα πανεπιστήμια και στη Δυτική Ευρώπη που αναπτύχθηκαν τα πρώτα πανεπιστήμια, για μερικούς αιώνες, η φιλοσοφία και η επιστήμη ήταν αλληλέντερτες. Δεν είχε χαθεί η επαφή μεταξύ τους. Εκείνο που χάνεται τώρα, νομίζω, δεν ξέρω τι σπουδάζετε εσείς, ας πούμε, ή κάτι που σπουδάσατε. Βιολόγος. Κοιτάξτε, αν σας έκανα παραδομό, θα σας κάνω τώρα ένα ερώτημα. Δεν λέω ότι εσείς δεν μπορείτε να πατήσετε, μπορείτε να πατήσετε καλύστα, αλλά νομίζω η πλειονότητα των βιολόγων, αν ρώτησες, δώσε με ένα ορισμό για τη ζωή, νομίζω ότι θα κολλούσαν. Γιατί μέσα στα προγράμματα που σπουδώνται, δεν υπάρχει κάτι ανάλογο, κάτι που να βώσει αυτό το ψηφιδοτό που έλεγα πριν. Αναγκαζόμαστε στα μαθήματα να βγαίνουμε όλο και περισσότερο σε βάθος, γιατί όλο και περισσότερες γνώσεις βγαίνουν και αισθανόμαστε και εμείς ότι πρέπει όλοι σ' αυτές τις μέρες να τις δώσουμε. Και ακριβώς επειδή, ουσιαστικά αυτό το πλασάρισμα στην αγορά, η ασθήλια, ουσιαστικά είναι να πρέπει το κατάλληλο γρανάζι για την κατάλληλη μηχανή. Το γρανάζι δεν είναι ανάγκη να ξέρει και πώς δουλεύει η μηχανή. Γι' αυτό νομίζω ότι παράλληλα με την εξειδίκευση που είναι απαραίτητη, πρέπει, εφόσον το νιώθουμε βέβαια, γιατί μπορεί και να μην το νιώθουμε έτσι, να ασχολούμαστε και με το σύνολο. Κανένας άλλος? Γεια σας, ευχαριστούμε πολύ. Έχω 14 χρόνια που πηγαίνω στη Λιγάννη με το αυτοκίνητο και περνάω από έναν πανέμορφο δρόμο, περνούσα τουλάχιστον, από έναν πανέμορφο δρόμο, παράπλεδος της Εγνατίας. Με λείπει, είδα μετά, πριν από ούτε ένα μήνα, αυτός ο πανέμορφος δρόμος με τα δέντρα, τα φανήψηλες λεύκες που σκέφαζαν στον δρόμο, πλέον δεν υπάρχει. Κόψανε τα δέντρα και αυτός ο πανέμορφος δρόμος δεν υπάρχει. Το πρόσημα ήταν ότι τα αρχαία των δέντρων έθανε στον δρόμο και είχαν κάποια βάση τόση ιδιολογία και κόψανε όλα τα δέντρα. Γι' αυτό ήταν, βάση τόση, να μην είναι εντολήνομα αρχή να κόψουν τα δέντρα γιατί και καλά για την ασφάλεια του κόσμου. Απλά ήθελα τη θέση σας πάνω στον πράσινο και στην Ελλάδα, που δεν υπάρχει δόση σεβασμό στον πράσινο. Ήθελα λίγο τη θέση σας πάνω εκεί και πώς στο εξωτερικό υπάρχει αυτή η αγάπη για το πράσινο και τα πάρκα, εκεί πάνε, είναι πιο ανθρώπινες οι πόλεις. Σε σχέση με εμάς που με σπάσουμε τόση, τι θέλουμε εκεί πέρα, δεν ξέρω. Ναι, κοιτάξτε, η θέση μου προφανώς είναι υπέροχη του να αφήσουμε η φύση να κάνει δουλειάκια. Έχουμε μία τάση επεμβατική γενικώς, που δεν είναι μόνο απέναντι στη φύση, είναι απέναντι στα πάντα σχεδόν. Θέλουμε να τα φτιάξουμε όλα στα μέτρα μας. Και βέβαια, πρώτον, δεν είναι σίγουρο ότι τα φτιάχνουμε στα μέτρα μας, γιατί θα έπρεπε να κατορίσουμε ποια είναι τα μέτρα μας, εν πάση περιπτώσει. Εσάς σας διθαρέστησε και δικίως σας διθαρέστησε που κόψανε αυτά τα δέντρα, και κάτω κάτω έκανε μια προσπάθεια, κάνει, να στασούν και να γίνουν, ξέρω εγώ, 50-60 χρονών, πόσο μπορεί να ταινά αυτές οι μυαλές λέσκες. Το πρόβλημα τώρα της ασφάλειας του δρόμου, ναι. Προφανώς δεν θα θέλατε ούτε εσείς, ούτε εγώ, να περνάμε εκεί και να μας πέσει ένα κλαδί στο κεφάλι επειδή χρήσουσε. Ωστόσο αυτό το πράγμα λύνεται, νομίζω, τεχνικά, με ένα κλάδεμα. Δεν παθαίνουν τίποτα τα κλαδέψεις. Ξαναβγάζουνε συνεχώς. Έχουν αυτοί την ιδιότητα, έως το στυλ της ζωής. Έτσι, εμείς δεν μπορούμε να βγάλουμε αλοχέρι να μας το κόψουν, αλλά τα δέντρα βγάζουνε, κλαδιά, ερήδες, ό,τι θέλουνε. Η στάση αυτή τώρα θα έλεγα να σας πω για το δυτικό κόσμο που αναφέρατε. Ναι, υπάρχει μια μεγαλύτερη ευαισθησία εκεί, σε αυτόν τον δυτικό κόσμο, σε αναφορά το περιβάλλον, σε αυτόν το κάτω και τα οικολογικά κινήματα, εκεί ξεκίνησαν. Δεν θα περίμενε κανείς να ξεκινήσουν αλλού. Και δεν το λέω με καμία υποτιμητική έννοια της εργογένειας τους εγκύπτυξης, τους συνδούς, παραδείγματος χάρη, καθόλου μα καθόλου. Αυτοί οι άνθρωποι, βλέποντας τη βύση να έρχεται να πτυχθεί τόσο, θέλουν και αυτοί να πτυχθούνε και δεν τους μοιάζει. Όταν δεν έχουν παραδείγματος χάρης και έχει όλοι οι πράγματα, δεν θα κάτσουν να σκεφτούν το περιβάλλον. Ειδητοιχεύουν την πολιτελία και καλά κάνουν. Να σκέφτουν αυτό το περιβάλλον και να φτιάχνουν ωραία πάρκα παραδείγματος χάρη. Ένα πράγμα που θα έπρεπε όμως και αυτοί να σκεφτούν, νομίζω, και εμείς ως μια δική χώρα τέλος πάντων, κάπου εκεί ανήκουμεν, να σκεφτούν ότι και η πολύ μεγάλη επέμβαση, εγώ έναν κήπο τόσο συνακρικό παραδείγματος χάρη, πιθανόν να μην είναι και τόσο όμορφο. Δηλαδή εγώ σκέφτομαι και στους περιγμούς κήπους, ας πούμε, των γαλλικών ανακτόρων της προεπαναστατικής εποχής, με όλα αυτά τα περίεργα σχήματα που δείχναν όταν αναπτύχθηκε η τεχνική του κλαδέματος και τα λοιπά. Μου φαίνονται, πώς να το πω, ναι, ψέστηκα, ψέστηκα πράγματα, δηλαδή πρέπει να αφήνουμε τη φύση να κάνει και τη δουλειά της, και καμιά φορά την κάνει πολύ καλύτερα τη δουλειά της από όσο νομίζουμε εμείς, που έχουμε την συνήθεια συνεχώς να πενδένουμε. Πέρσι, πρόφωτος, πότε ήταν δεν θυμάμαι, είχα μια ανάλογη πρόσκληση στην Κρήτη από μία KINSEP, όπως ονομάζονται, τέτοιες κοινωνικές συνετεριστικές επιχειρήσεις, που ασχολούσανε διοργικές καλλιέργειες. Αυτοί θέλαμε να συζητήσουμε για τα γενετικώς τροποπηρημένα φυτά, ή τέλος πάντων. Και με πήγαν εκεί στα χτύματα που καλλιέργουσανε, δεν ξεποτανίζανε. Τα χτύνανε έτσι. Έχουμε, λέει, την ίδια παραγωγή, χαρτιμάνω μου δείξανε ένα χωράστας με ρεβίτσια. Εγώ δεν μπορούσα να βοηθώ τα ρεβίτσια, δηλαδή δεν τα ξεχωρίζανε. Να εδώ, δηλαδή δεν το βλέπεις, το βλέπεις με το μάτι μέχρι να συνηθίσεις, δεν μπορούσα να το δω, αλλά ήταν πληκμένα στα χόρτα. Έχουμε την ίδια παραγωγή, την ίδια παραγωγή, χωρίς να ρίχνουμε roundup, χωρίς να χορμακώνουμε το χώμα. Απλώς έχουμε μάτια να ξεχωρίζουμε, τα αφήνουμε και τα υπόλοιπο. Μαζί με τα υπόλοιπο, δηλαδή τα ρεβίτσια, τα ζυζάνια. Δεν ξέρω αν είναι υπερβολικό, δεν έχω τεχνικές γνώσεις για να πω, μπορεί να το λέγανε και έτσι, επειδή το αποφασίσανε να αφήνουν να το κάνουν έτσι μέσα από μια ιδεολογία των πραγμάτων. Και να μην έχουν μεγαλύτερη παραγωγή. Δεν ξέρω αν έχουν δίκιο ή άδικο, αυτοί ισχυριζούνται σαν έτσι. Ωστόσο, εντάξει, θα αφήσουμε τις καλλιέργειες. Παρ' όλον ότι, ξέρετε πολύ καλά, ότι οι μονοκαλλιέργειες, παραδείγματος, κάνει αυτά τα συμμετρικά. Είναι πολύ εύκολο να τα βρούνε και τα έντομα. Οι μονοκαλλιέργειες είναι πολύ εύκολοι να ρωστήσουνε, όπως εμείς αρρωσταίνουμε όταν μαζευτούμε πολύ. Άρα, έτσι και τα φυτά, όταν μαζευτούνε πολλά και το ίδιο είδος, δηλαδή, δεν θα παραμάρεται κάποιο άλλο είδος. Και είναι μια αρέωση, τέλος πάντων, των επιδράσεων των παραγώντων. Ίσως, θα έπρεπε, λοιπόν, να αφήναμε κάπως τη φύση να δράσει και από μόνο του και να μην θέλουμε συνεχώς να επεμβαίνουμε για να το φτιάξουμε όπως εμείς νομίζουμε, με αυτό που θεωρούμε εμείς όμορφος. Τώρα, δεν αγιάζει και η διά μου ερώτηση, θα την κάνω τώρα. 19 βαθμούς στη Νορβηγία, 21 στην Αγγλία, κύριε καθηγητά. Η γεφύρη 150 ετών στον αποκόρονο της Κρήτης κατέρευσε με τεράστιη αποσταυροχή σε όσα πέκτησε έναν χρόνο. Στο Μόνυσο, σε δύο περιοχές, στο Ταΐγετο και στην Ηλία, είδα κάτι τεράστια γεωργάσματα που καλύπτανε σκουπίδια τα οποία ήταν για δύο χρόνια και μετά πρέπει να καγούν ή ξέρω εγώ να είναι ανακύκλωση. Και τελικά δεν έγινε τίποτα και βλέπουμε ένα πλανήτη, αυτά που λέτε στο τρίτο σας βιβλίο και σε σχέση με το τρίτο σας βιβλίο, όχι μόνο με τη γνώμη σας τη γενική, να μας πείτε λίγο για την κλιματική αλλαγή και κατά πόσο, ας πούμε, αυτά που λέτε ότι σε 100 ή σε 1.000 χρόνια, εγώ θα βλέπω να μας έρχονται και λίγο νωρίτερα. Ναι, ειδέξτε. Ένα πρώτο ερώτημα που μπορεί να δει είναι εάν πράγματι υπάρχει ή όχι κλιματική αλλαγή. Διότι ξέρουμε, πολύ καλά αυτός το τύπο παραδείγματος χάρη, είναι ότι υπάρχουν ακόμα και επιστήμονες, οι οποίοι αρνούνται ότι αυτή η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι ανθρωπογενή, διότι εκείνη είναι το πρόβλημα. Ας πούμε, αυτή η κατά μισό βαθμό άφηση της θερμοκρασίας των τελευταίων δεκαετιών, που μας φαίνεται πυροελάχιστα, σιγά σιγά, και για την ώρα μισό βαθμό, πραγματικά μπορεί να έχει μεγάλες επιπτώσεις. Το ερώτημα είναι, είναι ανθρωπογενής ή οφείλεται σε κάποια άλλα έτια, πλανητικά, γεωλογικά, κλπ. Φαίνεται ότι η μεγάλη πλειονότητα των σχετικών επιστημών, των κλιματολόγων, των γεωλόγων, δέχεται ότι είναι ανθρωπογενής αυτή η άφηση. Αυτό είναι το διοξύδιο του άνθρακα που είναι η κουβέρτα του πλανήτη κατά κάποιο τρόπο. Είναι αυτή η ουσία η οποία απορροφά την υπέρρυτη εκτενοβολία αυτή που δεν την βλέπουμε εμείς, που φέρνει από τη γη προς το διάστημα και δεν χάνεται επειδή το διοξύδιο του άνθρακα στο συνεχώς αυξάνεται. Αυτό το διοξύδιο μετρύεται εδώ και 80 χρόνια. Μετρύεται κανονικά, μπορούμε να το μετρήσουμε και εμέσως με άλλους έμεσους τρόπους, παράδειγμα τος χάριν αναλύοντας τις φυσαλίδες του έρα με τους πάγους ανταρτικείς. Υπάρχουν πολλές ακριβείς, πραγματικά ακριβείς. Η παλαιοκλιματολογία έχει γίνει μία μάλλον ακριβής επιστήμης τις τελευταίες δεκαετίες. Φαίνεται λοιπόν ότι άρχισε να αυξάνεται από τότε που ξεκίνησε η λεγόμενη βιομηχανική πανάσταση. Από τότε, δηλαδή, που ο άνθρωπος τα προϊόντα της φωτοσύνθεσης του συγκροχονάφρικες που ήταν φαμένα εδώ και με εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια στο υπέρλαφος, άρχισε να τα βγάζει, να τα καίει και να αποκλείται αυτό το διοξύδιο του άφρικα, που τότε ήταν ένα προϊόν της φωτοσύνθεσης, το οποίο θαύτηκε κάτω από τη γη, να το χρησιμοποιεί μαζικά για να κινήσει τις μηχανές του. Επομένως, αυτή η κλιματική αλλαγή, και λέω αν υπάρχει αλλά θα δούμε παραπέρα, αν υπάρχει ή όχι, πρέπει να είναι αθροπογενής. Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία και όλες οι άλλες υποτρέσεις δεν μπορούν να αποδεικτούν ότι οφείλεται σε κάτι άλλο. Παραδείγματος, θα μπορούσε να εμεινευθεί, εάν αυτή την εποχή, αυτές τις δεκαετίες, είχαν προηγηθεί παραδείγματος τα μαζικές εκκρίσεις υφεστιών. Και όταν λέω μαζικές, μία ολοκληρήπη ροζατούμενα εκκρίστηται σαν υφέστιο. Έχει γίνει στο παρελθόν αυτό, στην υπάρχει η στοιχεία. Λένε, έχει γίνει. Δεν έχουμε τέτοια πράγματα. Έχουμε μια ηρεμία από αυτή την άποψη, ας πούμε. Επομένως, καταλήγουμε στο συμπέρασμα, το οποίο νομίζω ότι η πλειονότητα, η πλειονότητα, πραγματικά, εντάξει, είναι ξύλινο το συμπερτική, των ευιστημόνων αποβέλετε ότι, ναι, έχουμε πληματική ελλαγή και ότι, ναι, αυτή είναι ανθρωπογιανής. Φυσικά, από το σημείο αυτό και πέρα, μπαίνουν προβλήματα. Πρέπει να κάνουμε, ας πούμε, τα σενάρια για την περιοχή μας. Τα σενάρια που λένε ότι εάν αυτή η άφηση της θερμοκρασίας συνεχιστεί και φτάσουμε, ας πούμε, στο τέλος του αιώνα να είναι, ξέρω εγώ, τρεις ή τέσσερις βαθμούς παραπάνω από όσο είναι σήμερα, το οποίο, βέβαια, αν αυγείς χειμώνα έξω, όλες μακάρι, αν αυγείς καλοκαίρι, λες νου, ναι. Ωστόσο, δεν είναι η πληματική αλλαγή αυτό ακριβώς. Δεν είναι ότι θα γίνει ομοιόμορφα σε όλο τον πλανήτη, κάτι συγκεκριμένο και το ίδιο. Για την περιοχή μας, παραδείγματος, φαίνεται το μεγάλο πρόβλημα πέραν από την αύξηση των ημερών κάσονα που θα προκύψει, θα προκύψει και ένα πρόβλημα με το νερό. Διότι, ναι μεν, το ύψος της βροχής θα αυξηθεί, ξέρω εγώ, δέκα ή κάτι παραπάνω της εκατό, ωστόσο, αυτή η αυξημένη σε βάθος χρόνου, σε ένα χρόνο, ας πούμε, ξέρω εγώ από χίλια μιλήμετρα, να πάει 1.100. Δεν θα είναι κατανεμημένη έτσι όπως ξέρουμε σήμερα. Όταν αυξάνε δέστο και λίγο η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας, τότε το νερό που μπορεί να σηκώσει ως αέριο, οι δραθμοί που μπορεί να σηκώσει η ατμόσφαιρα είναι πάρα πολύ, είναι πολύ περισσότερο. Και όλο αυτό το νερό έρχεται να πέσει μονομιάς. Δηλαδή, τα κλιμαντικά μοντέλα λέγουν ότι παρόλο που η συνολική βροχόπτωση κατέτος θα αυξηθεί στο νεοζωγιακό χώρο, αυτή η περισσότερη βροχή θα πέφτει μαζικά ενώ θα μεσολαβούν μεγάλες περίοδοι ξηρασίας. Επομένως θα έχουμε ένα πρόσωπο ξηρασίας και όταν βρέχει θα βρέσει τόσο αγραία που θα βρέπει και το έδαφος μαζί και τα κεφρή και θα τα πηγαίνει κάτω. Εκεί λοιπόν είναι το μεγάλο πρόβλημα. Σε αυτό κάτι πρέπει να κάνουμε, αλλά εδώ είναι το θέμα ότι, εντάξει, εμείς τι μπορούμε να κάνουμε, απλώς να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα. Το θέμα είναι τι κάνουν οι εθύνοντες. Τι κάνει, εγώ θα έλεγα, επειδή οι εθύνοντες είναι οι δέσμες του συστήματος, τι κάνει το σύστημα και αυτό. Δηλαδή, μη το βλέπεις, παραδείγματος χάρη μου, λένε, ας πούμε, ότι, ξέρω εγώ, να γίνει μια συμφωνία για το κλίμα και βλέπεις ότι μία, δύο, τρεις χώρες, ας πούμε, δεν δέχονται να την εφαρμόσουν. Και δεν είναι μόνο οι Αμερικοί που δεν δέχονται. Και χώρες οι οποίες είναι οι λεγόμενες υποανάπτυξη, δεν δέχονται αυτοί, γιατί σου λένε, κάτσε ρε φίλε, εσύ δημιουργήσες το πρόβλημα καταναλώνοντας 40 φορές περισσότερο από ό,τι καταναλώνω εγώ και τώρα που και εγώ θέλω να αναρκηφθώ και να καταναλώ σ' αυτά τα ωραία πράγματα που έχεις, εσύ μου λες, όχι, κάνε περικοπές. Επομένως, είναι άσχημο, νομίζω, πολιτικό πρόβλημα που δεν ξέρω, έτσι, πώς θα λυθεί, ίσως αν τραγουδάξουμε πάρα πολύ σαν ανθρωπότητα να μπορέσουν να εφαρμοστούν κάποιες λεγόμενες. Κύριε Γαρνιτάν, είχα διαβάσει ότι αν όλη η γη κλείστηκε 24 ώρες το ρεύμα της, η γη θα επανέδει σε ποιότητα που ήταν πριν από 20 χρόνια. Αλλά προφανώς μεγαλύσατε με αυτό τίποτα με το σύστημα και αυτό δεν θέλει μεγάλη μηχανή, θα ήθελε. Δεν ξέρω που το διαβάσετε αυτό, ότι αν, ας πούμε, κλείσουμε τα πόδια για 24 ώρες, ότι θα συμβούν όσο τρομερά πράγματα. Δεν νομίζω ότι θα συμβούν ακόμα τα μοντέλα, τα κλιματικά, αλλά είναι ότι ακόμα και αν αυτή τη στιγμή καταπέρναμε να μειώσουμε ραγδαία της ανθρωπογενής κλείσης διοξυδίου του άντρα και μεφανίου, που είναι το άλλο μεγάλο πρόβλημα σήμερα, η θεμοκρασία θα συνέχιζε να ανεβαίνει, όχι με πολύ μεγάλο ρυθμό, αλλά θα συνέχιζε να ανεβαίνει για μερικές δεκαετίες ακόμη, διότι τα φαινόμενα σας έχουν μια πολύ μεγάλη αβράνεια. Και το μεγάλο πρόβλημα είναι μήπως τάσσουμε σε κατακτάσεις, οι οποίες δεν θα μαζεύονται. Πάντως δεν νομίζω ότι κλείνοντας το φώτασμα θα γίνει κάτι συντερακτικό. Λίγο πληροσοφικό θα έλεγα από αυτά όλα που έχω διαβάσει. Αν τελικά σαν ανθρώπινο είδος θέμαι, δηλαδή από τη στιγμή που είμαστε και εμείς γονιδιακά προγραμματισμένοι, έχουμε μια συγκεκριμένη ασχεδημένη δηλοφορία, ένα γονίδιο, και ούτως ή άλλως θα καταλήγαμε εδώ που είπατε τώρα. Δηλαδή υπάρχουν διάφορες κατηγορίες ανθρώπων, άλλοι κάνουν το καλό, άλλοι κάνουν το κακό, άλλοι καταστρέφουν το πλανήτη, άλλοι το πιάσουνε. Είμαστε όλοι όμως ένα σύνολο, οι άνθρωποι ας πούμε, που αλληλεγχυδρούμε με το πλανήτη, αλληλεγχυδρούμε με το στήμπαν κτλ. Και όπως ας πούμε πριν από χιλιάδες χρόνια μετεωρήθησαν, κατέστρεψαν, στη ζωή στη γη ας πούμε, έρχόμαστε τώρα εμείς να καταστρέψουμε τη ζωή στη γη. Θέλω να πω τελικά μήπως δεν έχουμε και τόσο ευθύνη, μήπως είμαστε... Έχω την ε... Μπορείτε να συμπήρξετε άλλους δεχτό ας πούμε. Ξέρετε, αυτό μου θυμίζει το χερισνό της άγνοτης. Ότι δεν υπάρχει έναν αλλακτική λύση. Ότι είμαστε, να αναφέρατε κάποτε, το βιολογικό μας υπόβαθρο, που δε μας έχει δώσει την ικανότητα ή ότι δεν έχουμε ευθύνη. Να σου πω ότι εάν σκεφτούμε, εάν πραγματικά εσωτερικεύσουμε, ότι δεν έχουμε καμία ευθύνη, νομίζω ότι δεν έχουμε μέλλον. Το κάθε βιολογικό... Ξέρετε, έχει μια ημερομηνία ελλήξεις κάποτε και ο χώμος άπλιας θα εξαφανιστεί. Μπορεί να δώσει, μπορεί και να μπορεί να μας θα βγει έξοδος εξαιρετικός κλάδος, και να μην δώσουμε τίποτα άλλο. Μπορεί όμως και να δώσουμε κάποια άλλα. Πάση περισσότερη σαν χώμος άπλιας θα εξαφανιστούν. Το πότε θα εξαφανιστούν, εξαφανίζεται από εμάς. Γιατί αυτό, ναι, το πώς αντιδρά, παραδείγματος χάρη, είναι ένα από τα υπόλοιπα εκατομμύρια, δεκάδες εκατομμύρια, ίδιοι οργανισμό που υπάρχουν. Ναι, εκεί μπορεί να δει κανείς ότι δεν έχει ευθύνη το δέντρο που μεγάλε, ότι δεν έχει ευθύνη το δέντρο που μεγαλώνει, παραδείγματος χάρη, να είναι το πολύ μεγάλο ύψος του, οδηγεί να θέσει και καν κλαδί και να πλακώσει καν αστροκίνητο. Ναι, δεν έχει ευθύνη. Μπορούμε να το πούμε αυτό για εμάς, εδώ, θα απαντούσα με μια φράση του Bertol Brecht, μάλλον, που λέει ότι ο άνθρωπος έχει ένα ελάτωμα. Ξέρει να σκέστεται, σε σχέση με μια μηχανή. Εάν δεχτούμε, λοιπόν, ότι δεν έχουμε ευθύνη, είναι σαν άσκηση, σταματήσουμε να σκεφτόμαστε. Όταν ο Ψαγωστή Διάκης της Βιομηχανικής Επανάστασης, βέβαια, δεν ήταν γνωστό τότε και δεν μπορούσαμε να ξέρουμε ότι με αυτό το πράγμα που κάναμε, δηλαδή μαζικά χρησιμοποιήσαμε το κάρβο, το πετρέλαιο και τα ατάγια της Ρογονάφρακας για την ανάσκηση της Βιομηχανίας, ότι θα οδηγηθούμε σε μία υπερτέρμαση του πλανήτη. Και δεν το ξέραμε, τώρα όμως το ξέρουμε. Και επειδή έχουμε τη δυνατότητα να καταλάβουμε τι κάναμε και μπορούμε από το παρελθόν και από το παρόν να προβλέψουμε και κάπως το μέλλον, είναι ευθύνη δικιά μας και δεν είναι ευθύνη μόνα για μας, είναι ευθύνη για όλο τον πλανήτη. Αυτή είναι η ευθύνη δικιά μας. Αυτή είναι η ευθύνη δικιά μας. Ευχαριστούμε.