Ψηφίδες ζωής ενός Μικρασιάτη μικροπωλητή /

: Μου δίνεται την ευκαιρία να μιλήσω για τον πατέρα μου, έναν βιοπαλλεστή που ήρθε προσφυγόπουλο από την Μικρά Ασία, καταγωγή από την Κιουτάχεια. Και όντας μικρό παιδί, ερχόμενος στην Ελλάδα μαζί με την οικογένειά του και περιπλανόμενο σε διάφορες πόλεις, στη Μακεδονία και στη Θράκη, κατέληξαν στη Β...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Μαρτυρίες/Συνεντεύξεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας 2013
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=LPoIJ_DlQns&list=PLF_TSWFK8X_N4Xue16DjJy7ALCwz3eJwr
Απομαγνητοφώνηση
: Μου δίνεται την ευκαιρία να μιλήσω για τον πατέρα μου, έναν βιοπαλλεστή που ήρθε προσφυγόπουλο από την Μικρά Ασία, καταγωγή από την Κιουτάχεια. Και όντας μικρό παιδί, ερχόμενος στην Ελλάδα μαζί με την οικογένειά του και περιπλανόμενο σε διάφορες πόλεις, στη Μακεδονία και στη Θράκη, κατέληξαν στη Βέρεια, όπου μένανε μέσα σε ένα σπίτι μαζί με άλλες οικογένειες, όλο και όλο σε ένα δωμάτιο. Εγγράφηκε στο δημοτικό σχολείο στο ρολόι, στη Βέρεια, μεγάλο παιδί πια, γιατί δεν ξέρανε ελληνικά, αλλά μόνο τουρκικά, και ο πατέρας του ήταν αχθοφόρος, η μητέρα του ήταν φυλάστανη, είχε έναν αδερφό μωρό παιδί και η μόνη λύση ήταν να δουλέψει. Όντας λοιπόν μαθητή στο δημοτικό, πήγαινε στα διαλύματα με ένα κασελάκι και έκανε το λουστράκι, προσπαθώντας να βγάλει ό,τι μπορούσε για να βοηθήσει την οικογένεια. Τελειώνοντας το δημοτικό σχολείο, έπρεπε να δουλέψει όπου υπήρχε δουλειά για ένα πενηχρόμερο κάμωτο. Αργότερα έλεγε ότι προσλήφθηκε στην Εταιρεία Φωτισμού σαν εργάτης, αλλά εκεί κάποια στιγμή έγινε μία απεργία, συμμετείχε και απολύθηκαν την επόμενη μέρα. Το επόμενο διάστημα είχε ένα καροτσάκι και πουλούσε παγωτό σαν πλανόδιος παγωτοπόλης στην αγορά, στα πανηγύρια και παίρνοντας μία άδεια από την αστυνομία κάθε χρόνο, με σκοπό να συγκεντρώσει κάποια χρήματα προκειμένου να μπει σε ένα κατάστημα να μην είναι στο δρόμο. Δυστυχώς το όνειρό του δεν έγινε πραγματικότητα, γιατί ήρθε ο πόλεμος. Τα χρήματα χάθηκαν, όπως και όλου του κόσμου τότε, και έπρεπε, παρόλο ότι είχε στρατευθεί το 1936, να ξαναπάει στον πόλεμο το 1940, υπηρέτησε σαν νοσοκόμορ σε ένα προκεχωρημένο χειρουργείο στην Αλβαλία, με ό,τι σημαίνει αυτό. Και να σας πω ότι από τότε μέχρι και που πέθανε έτρεφε απέραντο σεβασμό και εκτίμηση για τους γιατρούς, τους οποίους θεωρούσε τους μόνους επιστήμονες. Τελειώνοντας ο πόλεμος, όπως τελείωσε, άρχισε πάλι ο αγώνας από την αρχή, με σκοπό να πραγματοποιείς το όνειρό του. Έτσι και έγινε, νίκια σε μία παράγκα, λίγο παρακάτω από τη Λέσια Ξυγματικών στην Πέρια, όπου εκεί ήταν μια μικρογραφία της κοινωνίας, της γειτονιάς, που βλέπουμε και στις παλιές ελληνικές ταινίες που είχε ένα μανάβι, ένα μπακάλι, ένα χρυσοχό, ένα φωτογράφο και ό,τι μπορούμε να σκεφτούμε για τότε. Και ένα μικροπολιτή, κλήμης το όνομά του, δεν το ξεχνούσαν και εύκολα, οι πελάτες του, οι φίλοι του, οι γειτονές του. Εκεί ο αγώνας ήταν επδύσκονος, παντρεύτηκαν με τη μητέρα μου το 1952, παράτησε τη δουλειά της που ήταν μια καλή μοδίστρα για την εποχή της και ασχολήθηκε με το ότι χρειάζονταν να παρασκευαστεί για να πουληθεί στο μαγαζί και η εργασία της ήταν στο σπίτι. Όμως το μεροκάματο δεν ήταν αυτό που θα έπρεπε και όταν πια γεννήθηκα εγώ το τρίτο παιδί της οικογένειας, αναγκάστηκαν και πήραν την απόφαση να παρασκευάσουν και να πουλάνε στο μαγαζί και παγωτό. Τα χρόνια περνούσαν, υπήρξε μια μικρή μεταβολή ας πούμε στο μεροκάματο τους γιατί το χειμώνα πουλούσε ξυρούς καρπούς που ο ίδιος έψινε και ήταν πάντα φρεσκοψημένοι στο μαγαζί, τις απόκρυς πουλούσε καρναβαλίστικα ήδη, το Πάσχα πουλούσε λαμπάδες, κεριά, αυγά, την καθαρή δευτέρα χαρτά ετούς. Το καλοκαίρι όμως η κύρη απασχόληση του ήταν το παγωτό. Ένα παγωτό που παρασκευάζονταν στο σπίτι με αγνά υλικά, με επιλογές να συνεργαστεί με κτινοτρόφους που μας προμήθευαν το γάλα με πολύ αυστηρά κριτήρια και το μαστιχωτό το παγωτό το ντουρμά, την κρέμα δηλαδή τη βανίλια, την φράουλα το καλοκαίρι, το ροδάκινο, το βύσινο, τη σοκολάτα όλα με αγνά υλικά. Να σημειώσω επίσης ότι πάντα υπολόγιζε τι ποσότητα θα μπορούσε να πουληθεί ώστε να είναι πάντα φρέσκο. Επίσης να σας αναφέρω την χαρά του και την ικανοποίησή του όταν του δίνανε συγχαρητήρια γι' αυτό το οποίο τέλος πάντων το αποτέλεσμα που είχε. Ένα παράδειγμα να θυμηθώ ότι η Λέση αξιωματικών στις δεξιώσεις που έκανε εκείνη την εποχή και συγκέντρωνε αξιωματικούς τέλος πάντων έτσι ψηλά πρόσωπα και πολλοί κόσμο, ζητούσε από τον πατέρα μου να τους προμηθεύει το παγωτό και περίμενε με λαχτάρα και έρχονταν μετά στο σπίτι και έλεγε ότι ήρθε ο υπεύθυνος αξιωματικός και μου έδωσε συγχαρητήρια για το αποτέλεσμα τέλος πάντων που είχε. Όλα αυτά τα χρόνια πέρασαν, τα βάσανα προσθέθηκαν στην πλάτη του, όμως το μαγαζί δεν ήθελε να το αφήσει ακόμα και όταν η μητέρα μου πήρε σύνταξη, ήθελε να μένει εκεί, να μείνει στον χώρο του, στον αγώνα του, στην προσπάθειά του, στους φίλους του. Είχε όλα αυτά τα χρόνια, εκτός από αυτά που πουλούσε στο μαγαζί, είχε και κάποια περιοδικά, παιδικά περιοδικά, τα οποία έφερναν, αντάλλασαν και πουλούσαν μαθητές, μικροί μαθητές ακόμα και μεγαλύτεροι, όπως ήταν το Μπλέκ, θυμάμαι, ο μικρός Σερήφης, Μικυμάους, γιατί τα παιδιά τότε ήταν ευτοχά και δεν μπορούσαν να τα αγοράσουν απ' το περίπτωρο και γινόταν έτσι ένα ανταλλακτήριο και ένας χώρος συγκέντρωσης των μικρών μαθητών, που τους είχε κι αυτούς σαν φίλους, που τους έδινε ενδεχομένως και λίγα φιστίκια ή ένα χονάκι παγωτό, όταν δεν είχαν χρήματα μαζί τους. Εκεί λοιπόν συναντούσε στο μαγαζί και τους φίλους του, τους πατριώτες του, τους δικηγόρους εκεί στη γειτονιά που του φέρανε τις εφημερίδες τις διαβασμένες να διαβάσει και γινόταν σαν κάποιες συζητήσεις και από τι φαίνεται δεν ήθελε να εγκαταλείψει το χώρο αυτό ακόμα κι όταν πια δεν είχε αναπομείνει πολλά πράγματα. Θυμάμαι είχανε μείνει τα ψυγεία που είχε μέσα που έκαμνε το παγωτό, είχανε μείνει οι παλιές βιτρύνες, κάποιες ψάθινες καρέκλες, ένα μαγκάλι, μια σημαία, πάντα τη σημαία την σιδερώναμε και την έβαζε όταν ήτανε σχολικές και εθνικές επέτη, και μια ταμπέλα έξω από το μαγαζί του που έγραφε μικροπόλητής Κλήμις Καργατζής. Αυτά ήθελα να σας πω σαν ένα μικρό αυθιέρωμα στον πατέρα μου που πιστεύω ότι και ένας μικρός βιοπαλλεστής μπορεί τελικά να γίνει πρότυπο και φωτεινό φάρος τουλάχιστον για τα παιδιά του. Σας ευχαριστώ πολύ.