Συγκριτική Στατική-Μεταβολή Εισοδήματος / 8η διάλεξη

8η διάλεξη: Λοιπόν, την πέμπτη που συναντηθήκαμε και κατά πάσα πιθανότητα θα κάνουμε μαζί και την άλλη Δευτέρα, αλλά θα σας πω την πέμπτη, θα κάνουμε ένα μάθημα ακόμα. Επειδή σας αρέσει πάρα πολύ μίκρο, θεώρησα ότι καλό θα είναι να κάνουμε όσο το δυνατό περισσότερες ώρες. Ήδη την Παρασκευή κάνατε με...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Βαρσακέλης Νικόλαος (Αναπληρωτής Καθηγητής)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Οικονομικών Επιστημών / Μικροοικονομική Ι
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2013
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=8cf0a235
Απομαγνητοφώνηση
8η διάλεξη: Λοιπόν, την πέμπτη που συναντηθήκαμε και κατά πάσα πιθανότητα θα κάνουμε μαζί και την άλλη Δευτέρα, αλλά θα σας πω την πέμπτη, θα κάνουμε ένα μάθημα ακόμα. Επειδή σας αρέσει πάρα πολύ μίκρο, θεώρησα ότι καλό θα είναι να κάνουμε όσο το δυνατό περισσότερες ώρες. Ήδη την Παρασκευή κάνατε με τον συνάδελφο τον κύριο Φουσέκη, θα κάνουμε και άλλα μαθήματα, άρα μέχρι το τέλος της χρονιάς, του εξαμήνου μάλλον θα έχουμε αρκετά πράγματα να κάνουμε. Λοιπόν, πού έχουμε φτάσει μέχρι τώρα. Εξετάσαμε, χρησιμοποιώντας τις προτιμήσεις του καταναλωτή, πώς αυτός αποφασίζει να αγοράσει. Και μιλάμε πια για τον πραγματικό κόσμο. Δηλαδή αυτό το οποίο βλέπουμε στο διάγραμμα τελικά, δηλαδή το σημείο επαφής του ισοδηματικού περιορισμού με την υψηλότερη δυνατή καμπύλια διαφορίας που παριστάνει τις προτιμήσεις του συγκεκριμένου καταναλωτή και όπως έχουμε πει ο κάθε καταναλωτής έχει το δικό του σύστημα προτιμήσεων. Με βάση λοιπόν τις προτιμήσεις του αυτός ο καταναλωτής στο τέλος αγοράζει. Δηλαδή το χ1ε είναι συγκεκριμένη ποσότητα από το αγαθό ένα την οποία αγοράζει. Και με βάση την ορολογία την οποία έχουμε χρησιμοποιήσει στο Λύκειο το χ1ε είναι η ζητούμενη ποσότητα από τον συγκεκριμένο καταναλωτή για το συγκεκριμένο αγαθό κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες, τιμές, εισόδημα και προτιμήσεις. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για την ποσότητα του αγαθού 2. Είναι η ζητούμενη ποσότητα δηλαδή η ποσότητα που θα ζητήσει να αγοράσει ο καταναλωτής με δεδομένες τις προτιμήσεις του, καμπύλες αδιαφορίας, με δεδομένες τις τιμές και το εισόδημα. Ακόμα δεν έχουμε πάει στη ζήτηση, στην καμπύλη ζήτησης, θα το δούμε αργότερο αυτό. Αυτό το οποίο έχουμε στα χέρια μας μέχρι τώρα είναι η ζητούμενη ποσότητα. Δηλαδή στις συγκεκριμένες τιμές βλέπετε παίζουν ρόλο και οι δύο τιμές. Δεν είναι μόνο η τιμή του αγαθού 1 που επηρεάζει την ζήτηση του αγαθού 1 αλλά είναι και η τιμή του αγαθού 2. Άρα και οι δύο τιμές παίζουν ρόλο και επίσης το εισόδημα. Αυτό το είχατε πει στο Λύκειο. Είχατε βγάλει το νόμο της ζήτησης. Και είχατε πει σύμφωνα με το νόμο της ζήτησης ότι η ζητούμενη ποσότητα ενός αγαθού εξαρτάται από την τιμή του αγαθού, εξαρτάται από τις τιμές των άλλων αγαθών, εξαρτάται από το εισόδημα και από τις προτιμήσεις. Αυτό δεν είχατε πει. Λοιπόν αυτή τη στιγμή δεν είμαστε ακόμα στο νόμο. Δηλαδή δεν μπορούμε να μιλήσουμε ακόμα για νόμο γιατί δεν έχουμε ακόμα τα πρόσημα. Αλλά αυτό το οποίο ξέρουμε και έχουμε αποδείξει εδώ είναι ότι το πώς η ποσότητα θα ζητήσουμε εξαρτάται από τις τιμές και εξαρτάται από το εισόδημα. Στη συνέχεια θα δούμε για τα πρόσημα. Πώς δηλαδή εξαρτάται από τις τιμές, γιατί αυτό μας λέει ο νόμος της ζήτησης. Πώς εξαρτάται από τις τιμές. Ναι εξαρτάται από τις τιμές, αλλά πώς. Αρνητικά, θετικά, εξαρτάται από το εισόδημα. Αρνητικά, θετικά. Οι προτιμήσεις δεν έχουν θετικό ή αρνητικό πρόσημο, απλώς οι προτιμήσεις στο νόμο της ζήτησης που αν θυμάμαι καλά τον έχετε παρουσιάσει ως μία μορφή συνάρτησης, μας δίνουν τον τύπο της συνάρτησης. Στη συνέχεια αυτό το οποίο ξεκινήσαμε την προηγούμενη φορά να συζητάμε είναι τι θα συμβεί εάν κάποιος από τους εξωγενείς παράγοντες της ανάλυσης για τον καταναλωτή, δηλαδή το εισόδημά του για παράδειγμα, μεταβληθεί. Πώς θα αντιδράσει. Και πώς θα αντιδράσει εμάς μας ενδιαφέρει από τη μεριά της ζητούμενης ποσότητας. Θα αγοράσει περισσότερη ποσότητα, λιγότερη ποσότητα από το κάθε αγαθό, τι θα κάνει. Πώς θα αντιδράσει. Έτσι λοιπόν την προηγούμενη φορά είχαμε πει ότι όταν αυξάνει το εισόδημά του έχουμε παράλληλη μετατόπιση τεχνικά του εισοδηματικού περιορισμού προς τα έξω. Εδώ είναι το M τόνος και M τόνος είναι μεγαλύτερο από το M. Αυξάνει το ονομαστικό του εισόδημα και επειδή οι τιμές παραμένουν σταθερές όπως έχουμε πει στο Λίκιο το πραγματικό του εισόδημα παραμένει σταθερό. Αυτό είναι παράλληλο. Το πώς θα συμπεριφερθεί σε σχέση με τις ζητούμενες ποσότητες των αγαθών είχαμε πει την προηγούμενη φορά ότι εξαρτάται από τις προτιμήσεις του. Δηλαδή δεν υπάρχει μια αντικειμενική ανάλυση η οποία να μας λέει ότι για το συγκεκριμένο αγαθό κάθε φορά που θα ανεβαίνει η τιμή ο καταναλωτής γενικός θα μειώνει τη ζητούμενη ποσότητα ή θα αυξάνει τη ζητούμενη ποσότητα. Εξαρτάται από το πώς βλέπει ο καταναλωτής τα δύο αγαθά και είχαμε δείξει με τους τρεις εναλλακτικούς χάρτες καμπυλών αδιαφορίας. Έτσι λοιπόν εάν ο καταναλωτής με βάση τις προτιμήσεις του θεωρεί και τα δύο αγαθά κανονικά τότε η αύξηση του εισοδήματος του θα οδηγήσει σε αύξηση της ζητούμενης ποσότητας και των δύο αγαθών. Προσοχή εάν ο καταναλωτής θεωρεί και τα δύο αγαθά κανονικά δηλαδή οι προτιμήσεις του είναι τέτοιες που μας δείχνουν ότι ο καταναλωτής θεωρεί και τα δύο αγαθά κανονικά. Εάν ο καταναλωτής εάν οι προτιμήσεις δείχνουν χ1, χ2 κανονικά, τότε η αύξηση του M οδηγεί σε αύξηση της ζητούμενης ποσότητας και των δύο αγαθών. Και το αντίστροφο βέβαια, ό,τι λέμε για την αύξηση το αντίστροφο ισχύει όταν μιλάμε για μίωση του εισοδήματος. Εάν οι προτιμήσεις δείχνουν ότι το χα η αγαθό είναι κατώτερο τότε η αύξηση του ισοδήματος θα δηγήσει σε μίωση της ζητούμενης ποσότητας του συγκεκριμένου αγαθό. Τώρα πάμε αντίστροφα στην εξήγηση. Όπως είχαμε πει την προηγούμενη φορά δεν υπάρχει κάποιο αγαθό το οποίο από την φύση του να είναι κατώτερο. Κανένα. Κανένα δεν είναι κατώτερο. Εμείς χαρακτηρίζουμε, και προσέξτε το αυτό, εμείς χαρακτηρίζουμε ένα συγκεκριμένο αγαθό ως κατώτερο όταν μετρώντας την συμπεριφορά, δηλαδή μετρώντας δεδομένα στην αγορά, βρίσκουμε ότι κάθε φορά που αυξάνει το ισόδημα των καταναλωτών μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα. Το ξαναλέω, δεν έχουμε τις καμπύλες αδιαφορίας, δεν γνωρίζουμε τις προτιμήσεις, όμως έχουμε αντικειμενικά δεδομένα, δηλαδή τα έχουμε μετρήσει πηγαίνοντας στην αγορά και βλέποντας πόσες μονάδες του αγαθού ένα πουλήθηκαν σήμερα, χθες, αύριο και λοιπά. Το ξέρουμε αυτό. Υπάρχει στον πραγματικό κόσμο. Πάμε και ρωτάμε πόσα κομμάτια πουλήσες, πόσα κιλά πορτοκάλια πουλήσες σε τι τιμές και επίσης έχουμε γνώσει το ποιο είναι το ισόδημα του καταναλωτή. Στον πραγματικό κόσμο τώρα. Παίρνουμε τον μέσο τυπικό καταναλωτή. Ποιο είναι το μέσο ισόδημα του Έλληνα καταναλωτή, ποιο το μέσο ισόδημα του καταναλωτή στη Θεσσαλονίκη. Το ξέρουμε, είναι μετρήσιμο. Ξέρουμε πόσες μονάδες πουλήθηκαν χθες, προχθές, αύριο, μεθαύριο και κάνοντας λοιπόν αυτή την ανάλυση βρίσκουμε ότι τελικά όσο αυξάνει το ισόδημα του μέσου καταναλωτή μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα. Το βλέπουμε αυτό, το μετράμε. Άρα από αυτή την ανάλυση προκύπτει το συμπέρασμα ότι όταν αυξάνει το ισόδημα μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα. Άρα ο μέσος καταναλωτής στη χρονική περίοδο που εξετάσαμε, για να είμαστε ακριβείς, δηλαδή που είχαμε τα στοιχεία, εφόσον όταν το αίμα αυξάνει η ζητούμενη ποσότητα μειώνεται, ο μέσος καταναλωτής, πάμε αντίστροφα τώρα, ο μέσος τυπικός καταναλωτής έχει προτιμήσεις που θεωρούν το συγκεκριμένο αγαθό ως κατώτερο. Εδώ είναι διπλή συνεπαγωγή. Όταν λοιπόν οι προτιμήσεις μας θεωρούν ότι το ΧΑΙ είναι κατώτερο αγαθό, τότε κάθε φορά που θα αυξάνει το ισόδημα θα μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα. Αντίστροφα τώρα, στον πραγματικό κόσμο δεν γνωρίζουμε αυτό, αλλά εμάς μας ενδιαφέρει ως επιχείρηση να γνωρίζουμε τις προτιμήσεις των καταναλωτών για το προϊόν που μας ενδιαφέρει, αυτό που πουλάμε εμείς. Εάν λοιπόν εμείς μετρώντας τα δεδομένα, μετρώντας τα πράγματα στον πραγματικό κόσμο, έχοντας πληροφορία, βρίσκουμε ότι όταν αυξάνει κατά την προηγούμενη δεκαετία, όσο αύξανε το ισόδημα, μειωνόταν η ζητούμενη ποσότητα. Αυτό τι μου δείχνει, εφόσον όσον αυξάνει το ισόδημα, μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα, τότε για την συγκεκριμένη χρονική περίοδο που εξετάσαμε, ο καταναλωτής θεωρεί, έχει προτιμήσεις που θεωρούν το προϊόν XI ως κατώτερο. Άρα με την αντίστροφη πορεία, χαρακτηρίζουμε τα προϊόντα, βγάζουμε δηλαδή μία εκτίμηση για το τι θεωρεί ο καταναλωτής για κάθε προϊόν. Αυτή η εφαρμογή λοιπόν έχει σημαντικότατες επιπτώσεις, διότι το ισόδημα των καταναλωτών ποτέ δεν είναι σταθερό. Δηλαδή μέσα στον χρόνο το ισόδημα των καταναλωτών μεταβάλλεται. Όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαμε αύξηση του ισοδήματος των καταναλωτών. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχουμε μια μείωση του ισοδήματος των καταναλωτών. Εάν λοιπόν εμείς είμαστε μια επιχείρηση η οποία παράγει προϊόντα, μας ενδιαφέρει να γνωρίζουμε τις προτιμήσεις του καταναλωτή. Δηλαδή μας ενδιαφέρει πρακτικά να γνωρίζουμε εάν ο καταναλωτής θεωρεί το προϊόν το οποίο παράγουμε εμείς ως κατώτερο ή κανονικό. Εάν ο καταναλωτής θεωρεί ότι το δικό μας αγαθό με βάση τις προτιμήσεις του είναι κατώτερο καθώς η οικονομία θα αναπτύσσεται, η ζητούμενη ποσότητα για το δικό μας το αγαθό τι θα κάνει. Θα μειώνεται. Οι πωλήσεις μας δηλαδή θα μειώνονται και εφόσον θα μειώνονται οι πωλήσεις μας θα μειώνονται τα κέρδη. Άρα σταδιακά τα κέρδη θα μετατραπούν σε ζημίες και στο τέλος κλείνουμε. Βλέπετε λοιπόν από πού ξεκινήσαμε. Ξεκινήσαμε από κάτι το πολύ αφιερημένο αξιώματα και σας το είχα πει και την άλλη φορά ότι ήμουν ασίγουρος που λέγατε τι είναι αυτά τα οποία μας λέει τώρα στην οικονομία, αξιώματα και τελικά που καταλήξαμε. Καταλήξαμε στον χαρτοφυλάκιο όλο αυτό είναι το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων. Τι προϊόντα θα παράγουμε, τι αγαθά θα παράγουμε. Το χαρτοφυλάκιο προϊόντων και αγορών. Τι προϊόντα θα παράγουμε ως επιχείρηση και πού θα τα πουλάμε σε ποιες αγορές θα τα πουλάμε αυτά τα προϊόντα. Είναι απευθείας εφαρμογή αυτού που κάναμε μόλις τώρα. Δηλαδή σε αγορές για παράδειγμα που γνωρίζουν αύξηση του εισοδήματός τους και προβλέπουμε ότι θα υπάρχει μια αύξηση του εισοδήματός τους, το να πουλάμε σε αυτές τις αγορές σήμερα κατώτερα αγαθά σημαίνει ότι δεν έχουμε μέλλον. Άρα αν δεν έχουμε άλλες εναλλακτικές αγορές να πουλήσουμε τα αγαθά τα οποία παράγουμε τότε σταματάμε την παραγωγή αυτών των συγκεκριμένων αγαθών. Σταματάμε τώρα. Δεν θα περιμένουμε να έρθουν οι ζημίες. Σταματάμε όταν έχουμε κέρδη για να μπορέσουμε με τα κέρδη τα οποία αποκομίζουμε να κάνουμε επένδυση για να στραφούμε σε κάποια άλλα προϊόντα. Αν περιμένεις να έρθουν οι ζημίες, έχεις τελειώσει. Τι πρέπει να κάνουν οι επιχειρήσεις εάν παράγουν κατώτερα προϊόντα για μια συγκεκριμένη αγορά, συγγνώμη. Εάν παράγουν προϊόντα που μια συγκεκριμένη αγορά, η αγορά της Ελλάδας για παράδειγμα, τα θεωρεί κατώτερα και όσο αυξάνει το εισόδημα των Ελλήνων καταναλωτών μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα, ψάχνουν οι επιχειρήσεις να δουν ποιες άλλες αγορές, η αγορά της Κίνας, η αγορά της Συνδίας, η αγορά της Αραβίας, ξέρω κι εγώ, οπουδήποτε, θα μπορούσαν για κάποιο χρονικό διάστημα, γιατί το εισόδημα πάντα αυξάνει, για κάποιο χρονικό διάστημα να απορροφήσουν την παραγωγή μας. Άρα σταματώ να πουλώ το συγκεκριμένο προϊόν στην Ελλάδα και ξεκινάω τις εξαγωγές σε μια χώρα η οποία ακόμη έχει χαμηλό εισόδημα και με αποτέλεσμα να μπορεί να απορροφήσει το δικό μου το αγαθό. Εάν δεν μπορώ να βρω ή αν δεν έχω τη δυνατότητα εναλλακτικών αγορών, τότε αυτό το οποίο θα πρέπει να κάνω είναι όχι να επενδύσω σε άλλες αγορές, αλλά να επενδύσω πια σε άλλα προϊόντα, σε προϊόντα δηλαδή τα οποία μπορούν να πουληθούν σε αγορές οι οποίες αναπτύσσονται. Για να δούμε δύο παραδείγματα. Θα κάνουμε δύο παραδείγματα για την Ελλάδα σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους. Θα χρησιμοποιήσουμε δύο τύπους αγαθών. Είναι πραγματικά τα δεδομένα. Είναι τα εισαγόμενα αγαθά, δηλαδή αυτά τα οποία εισάγει η χώρα και τα εγχώριως παραγόμενα προϊόντα. Άρα ο μέσος Έλληνας τυπικός καταναλωτής αγοράζει είτε εισαγόμενα, είτε εγχωρίως, είτε εγχώρια, για να μην γράφω πολλά, είτε εγχώρια προϊόντα. Δύο κατηγορίες προϊόντων αγοράζεις. Θα μπορούσαμε να κάνουμε την ανάλυση σε πολύ μεγαλύτερη λεπτομέρεια τρόφιμα εγχώρια και τρόφιμα εισαγόμενα παντελόνια εχωρίως παραγόμενα. Να μην πάμε σε τόσο λεπτομέρεια, αλλά η γενική εικόνα θα φανεί ξεκάθαρα. Βρισκόμαστε στα 1981. Τον Οκτώμερο του 1981 ανεβαίνει το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και τότε ο Ανδρέας Παπαρδρέου, τότε Πρωθυπουργός, αποφασίζει να κάνει επεκτατική εισοδηματική πολιτική. Θα το λέγαμε με όρους οικονομικούς να κάνει μια κενσιανή πολιτική, να αυξήσει τα εισοδήματα και αυξάνοντας τα εισοδήματα να οδηγήσει σε αυξημένη ζήτηση καθώς ο κόσμος θα έχει περισσότερο εισόδημα στην τσέπη του, θα ζητά περισσότερα προϊόντα και καθώς θα ζητά περισσότερα προϊόντα οι επιχειρήσεις θα πολλούν περισσότερο, θα παράγουν περισσότερο και κατά συνέπεια θα απασχολήσουν περισσότερο και η χώρα θα μπει ξανά σε μια διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης. Εκείνη την εποχή είναι ο τρίτος χρόνος της κρίσης μετά την δεύτερη πετρελαϊκή κρίση το 1978 που οι τιμές του πετρελαϊού από 12 δολάρια πήγαν στα 38 δολάρια το βαρέλι για εκείνη την εποχή τεράστια ποσά. Σε σημερινές τιμές θα λέγαμε ότι πήγαν από τα 50 δολάρια στα 200 δολάρια. Για τέτοιες τιμές μιλάμε. Η κρίση είναι πολύ μεγάλη σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη. Έχουμε το θέμα του πληθορισμού αλλά ας τα αφήσουμε αυτά. Έχει λογική αυτό. Δηλαδή αυτή η πολιτική έχει λογική. Δεν είναι μια πολιτική όπου λες τι σκέφτηκα πίνοντας καφέ και τσιγάρο και αποφάσισα να γίνει κάτι τέτοιο. Είναι ένα κλασικό κενσιανό, κλασική κενσιανή πολιτική. Ποιο είναι το πρόβλημα το οποίο παρουσιάζεται. Ότι πολλές φορές όταν ασκούμε μακροοικονομική πολιτική πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας συμπεριφορές ατόμων. Δηλαδή η γνώση της μικροοικονομικής παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και γι' αυτό τον λόγο στην παγκόσμια οικονομική βιβλιογραφία μετά την δεκαετία του 70 η διάκριση μεταξύ μακροοικονομικής και μικροοικονομικής δηλαδή το πώς συμπεριφέρεται το σύνολο σε σχέση με το πώς συμπεριφέρονται τα άτομα έχει αρχίσει να μην είναι τόσο εμφανής. Δηλαδή στη μακροοικονομική πια προσπαθούμε να βάλουμε μέσα σχέσεις συμπεριφοράς μικροοικονομικές όπως για παράδειγμα οι προτιμήσεις. Για να δούμε λοιπόν πώς η συμπεριφορά των ατόμων ως καταναλωτών οδήγησε στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα απ' αυτό το περίοδο περίμενε η τότε κυβέρνηση. Η τότε κυβέρνηση περίμενε ότι η αύξηση του εισοδήματος θα οδηγούσε σε αύξηση της ζήτησης των συγκεκριμένων προϊόντων και οδήγησε στο αντίθετο. Εάν παρουσιάσουμε λοιπόν θεωρώντας ότι οι τιμές είναι σταθερές αν βάλουμε και τις τιμές ακόμα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Βρισκόμαστε λοιπόν το 1981 αυτό είναι το εισόδημα του 1981. Οι καταναλωτές ο μέσος Έλληνας καταναλωτής έχει αυτήν την συνάρτηση αυτήν την καμπύλια διαφορίας αυτό το χάρτη των καμπυλών διαφορίας. Ο όγγος της ζήτησης είναι το α, η ισορροπία, είναι τα εισαγόμενα α και τα εγχώρια α. Με άλλα λόγια στο εισόδημα M του 1981 οι καταναλωτές ζητούν αυτήν την ποσότητα των εχωρίως παραγωμένων προϊόντων. Άρα είναι η ποσότητα την οποία πολλούν οι επιχειρήσεις και αυτήν την ποσότητα των εισαγόμενων προϊόντων. Είναι τυχαία ότι είναι λιγότερα αυτά σε σχέση με τα άλλα. Οι καταναλωτές ζητούν 0 εγχώρια α ποσότητα, οι επιχειρήσεις πολλούν αυτήν την ίδια ποσότητα, άρα τα έσοδα των επιχειρήσεων είναι τιμή επί όμικρον εγχώρια α και τα κέρδη είναι έσοδα μειών έξοδα. Δηλαδή είναι ίσα με π επί όμικρον εγχώρια μειών τα έξοδα για το όμικρον εγχώρια, τα έξοδα παραγωγής. Άρα και τα έξοδα εξαρτώνται από την ποσότητα την οποία πολλούν οι επιχειρήσεις. Εάν λοιπόν σκεφτούμε οικονομικά, εάν οι καταναλωτές ζητούν περισσότερη ποσότητα, οι επιχειρήσεις θα πολλούν μεγαλύτερη ποσότητα, οι επιχειρήσεις θα έχουν μεγαλύτερα έσοδα και οι επιχειρήσεις θα έχουν μεγαλύτερα έξοδα γιατί η επίδραση της ποσότητας πάνω στα έξοδα είναι μικρότερη από την επίδραση πάνω στα έσοδα. Αλλιώς δεν έχει νόημα να αυξάνεις την παραγωγή σου. Άρα αν οι καταναλωτές ζητήσουν περισσότερα, θα κερδίσουμε εμείς περισσότερα. Άρα μας συμφέρει να παράγουμε περισσότερα και κατά συνέπεια θα αυξηθεί η απασχόληση και θα μειωθεί η ανεργία. Έτσι, λοιπόν, με βάση αυτής της σκέψη η κυβέρνηση αποφασίζει και αυξάνει το εισόδημα των καταναλωτών. Το 1982. Δηλαδή αυξάνει το εισόδημα των δημοσίων υπαλλήλων, αυξάνονται οι μισθοί, αυξάνονται οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα με αποτέλεσμα το μέσο εισόδημα να αυξηθεί. Επαναλαμβάνω, απλοποιώ λίγο την ανάλυση χωρίς να επηρεάσω καθόλου τις τιμές. Τις τιμές εις θεωρώ σταθερές. Εάν μεταβληθούν και οι τιμές προς τα πάνω, τότε η επίδραση είναι ακόμα δισμενέστερη. Αλλά ας πούμε ότι οι τιμές είναι σταθερές, γιατί μας ενδιαφέρει να δείξουμε μόνο το θέμα των προτιμήσεων, τίποτε άλλο. Εάν ίσχυε αυτό το οποίο έλεγε η τότε κυβέρνηση, τότε η επόμενη καμπύλια διαφορίας, η υποθετική I1, I2, η υποθετική θα ήταν αυτή. Η αύξηση του εισοδήματος θα οδηγούσε σε αύξηση της εγχώριας παραγωγής και σε αύξηση των εισαγωγών. Το πόσο μεγαλύτερα θα ήταν η αύξηση των εισαγωγών ή των εχωρίων παραγωμένων προϊόντων, πάλι εξαρτάται από το πού βρίσκεται η επόμενη καμπύλια διαφορίας. Αυτό που είχαν λοιπόν στο μυαλό τους ήταν ότι μάλλον έτσι συμπεριφέρεται ο μέσος τυπικός καταναρωτής. Το πρόβλημα για τη χώρα ήταν ότι η επόμενη καμπύλια διαφορίας, δηλαδή ο χάρτης των καμπυλών αδιαφορίας του μέσου έλληνα τυπικού καταναρωτή ήταν έτσι. Δηλαδή η επόμενη πραγματική I2, πραγματική καμπύλια διαφορίας ήταν αυτή. Δηλαδή ο χάρτης των καμπυλών αδιαφορίας κινείται προς τον άξονα των εισαγωμένων. Άρα αρέσουν περισσότερο στον μέσο τυπικό καταναρωτή τα εισαγόμενα προϊόντα σε σχέση με τα εχωρίως παραγώμενα. Και αυτά τα αγοράζει, αλλά η έμφασή του είναι περισσότερο στα εισαγόμενα. Είναι πολύ λογικό, διότι η χώρα αρχίσει και αναπτύσσεται στη δεκαετία του 50 σταδιακά και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70 βρίσκεται σε μια κατάσταση απογείωσης. Στη συνέχεια έχουμε την πρώτη πετρελαϊκή κρίση η οποία δίνει μια κατραπακιά στην ελληνική οικονομία. Έχουμε το κυπριακό και την κατάρρευση της Χούντας με αποτέλεσμα η ελληνική παραγωγή για ένα χρόνο να έχει καταρρεύσει. Συνουσία δεν λειτουργούσε τίποτα στη χώρα το 1974. Και μετά έχουμε πάλι μια διαδικασία μικρή ανάκαμψης και φτάνουμε το 1978 που έχουμε την δεύτερη πετρελαϊκή κρίση. Έτσι λοιπόν η δεκαετία του 70 είναι μια δύσκολη δεκαετία. Είναι όλη μια δεκαετία στην ουσία κρίσης. Όταν λοιπόν βρίσκεσαι σε μια κατάσταση κρίσης και σου έρχεται ξαφνικά εισόδημα, αυτό το οποίο θα προσπαθήσεις να κάνεις είναι να βελτιώσεις αυτό το οποίο εσύ θεωρείς ότι είναι βελτίωση της ποιότητας ζωής. Δηλαδή εκεί που αγόραζα μέχρι τώρα ένα παντελόνι της βιοτεχνίας Tave, τώρα θέλω να πάρω ένα παντελόνι Armani ή ένα παντελόνι Gucci ή ένα παντελόνι Chanel. Διότι θεωρώ ότι η βελτίωση του βιοτικού μου επιπέδου συμβαδίζει με την αγορά αυτών των συγκεκριμένων προϊόντων, τα οποία δεν παράγονται στην Ελλάδα. Ο Armani δεν παράγει στην Ελλάδα, ο Armani παράγει στο Μιλάνο, ο Chanel δεν παράγει στην Ελλάδα, παράγει στο Παρίσι. Άρα εκεί λοιπόν που έπαιρνα μέχρι τώρα εγχώρια ρούχα αγοράζω περισσότερο εισαγόμενα. Διότι έτσι θεωρώ ότι βελτιώνεται η ποιότητα ζωής μου. Η καταναρωτική ποιότητα ζωής είναι οι προτιμήσεις μου. Δεν το κρίνω αν είναι σωστό ή λάθος, ποιος εξάλλου είναι αρμόδιος να κρίνει τις προτιμήσεις ενός ατόμου. Διότι αν πάω να κρίνω τις προτιμήσεις ενός ανθρώπου, τις κρίνω με τι? Με βάση τα δικά μου κριτήρια. Έτσι δεν είναι. Εάν κρίνω τις προτιμήσεις τις δικές σας και πω ότι είναι λάθος, γιατί είναι λάθος, διότι τις κρίνω με βάση τις δικές μου προτιμήσεις. Το καταλαβαίνουμε αυτό. Δεν έχει κανένας μα κανένας ούτε το ηθικό, ούτε το τεχνικό δικαίωμα να κρίνει τις προτιμήσεις ενός άλλου. Διότι τις κρίνει με το δικό του σύστημα αξιών. Άρα λοιπόν, όταν οι προτιμήσεις ήταν αυτές, με το που αυξάνει το εισόδημα του μέσου Έλληνα καταναλωτή, αυτό μεταφράζεται σε μείωση της ζήτησης των εγχωρείως παραγωμένων προϊόντων. Άρα πάμε στο β. Γράφουμε από αυτή τη μεριά τώρα. Συνεπώς, η αύξηση του εισοδήματος από M1981 σε M1982 οδήγησε σε μείωση της ζήτησης των εγχωρείως παραγωμένων προϊόντων από 0 εγχώριο Α σε 0 εγχώριο Β. Δηλαδή η μείωση ήταν ίση με εγχώριο Α, εγχώριο Β. Και από την άλλη μεριά οδήγησε σε αύξηση της ζήτησης για εισαγόμενα προϊόντα από εισαγόμενα Β. Από 0 εισαγόμενα Α σε 0 εισαγόμενα Β. Δηλαδή η αύξηση ήταν ίση με εισαγόμενα Α, εισαγόμενα Β. Επομένως η αύξηση του εισοδήματος η οποία στόχευε σε αύξηση της ζήτησης της ζητούμενης ποσότητας, σε αύξηση της παραγωγής, σε αύξηση των εσόδων και σε αύξηση των κερδών και κατά συνέπεια σε αύξηση της απασχόλησης οδήγησε τελικά σε μίωση της εγχώριας παραγωγής, σε μίωση της εγχώριας ζήτησης, μίωση της εγχώριας παραγωγής, οδήγησε σε μίωση των εσόδων, σε μίωση των κερδών, σε μίωση της εγχώριας παραγωγής και σε μίωση της απασχόλησης και σε αύξηση της ανεργίας. Λογικές συνέπειες. Δεν άκουσα. Δεύτερον, πάμε τώρα στα εισαγόμενα. Η αύξηση της ζήτησης εισαγωμένων προϊόντων οδηγεί σε αύξηση, όπως προφανές έτσι, σε αύξηση των εισαγωγών, σε έλειμμα του ισοζυγίου τρέχουσων συναλλαγών και τελικά στην υποτίμηση του νομίσματος. Εάν κάποιος δει τα στοιχεία για τα επόμενα δύο χρόνια, όλα αυτά τα οποία παρουσιάζουμε εδώ πέρα ήταν πραγματικότητα πια. Η ανεργία αυξήθηκε σημαντικά, οι πολήσεις και τα έσοδα των επιχειρήσεων, η εγχώρια παραγωγή μειώθηκε σημαντικά, η ανεργία αυξήθηκε. Ταυτόχρονα το έλειμμα του ισοζυγίου τρέχουσων συναλλαγών αυξήθηκε ραγδαία με αποτέλεσμα το 1983 για να μπορέσει να ισορροπίσει το ισοζύγιο τρέχουσων συναλλαγών η ίδια κυβέρνηση, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1983 εφαρμόζει την υποτίμηση της δραχμής, δηλαδή υποτιμά τη δραχμή κατά 15-20%, δεν θυμάμαι τώρα πόσο ήταν το ποσοστό εκείνη την εποχή. Για την επόμενη φορά σαν άσκηση και θα την πάρω με το όνομά σας επάνω θέλω να μου δείξετε και να μου αποδείξετε γιατί όλα τα αγαθά, γιατί αν πούμε δύο στα δύο είναι σαν να λέμε νηστανή, γιατί όλα τα αγαθά τα οποία έχει ένας καταναλωτής δεν μπορεί να είναι κατώτερα, δηλαδή πρέπει ένα τουλάχιστον να είναι κανονικό. Ας πούμε ότι έχουμε δύο αγαθά μόνο το X1 και το X2 γιατί και το X1 και το X2 δεν μπορούν να είναι κατώτερα και τα δύο πρέπει το ένα να είναι κανονικό άγαθο. Το ερώτημα είναι γιατί και το X1 και το X2 δεν μπορούν να είναι κατώτερα. Τώρα ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα. Θα αποδείξετε, θα αποδείξετε, άρα θα πρέπει να φτάσετε σε άτοπο, θα πρέπει να αποδείξετε γιατί και τα δύο αγαθά δεν μπορούν να είναι κατώτερα, θα χρησιμοποιήσετε καλάθια. Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα από πλευράς οικονομικής πολιτικής. Γιατί αυτό το οποίο είπαμε από την αρχή των μαθημάτων μας είναι ότι τα οικονομικά δεν έχουν κανένα άλλο λόγο ύπαρξης παρά μόνο να κάνουν προτάσεις πολιτικής και να κάνουν προβλέψεις και πάνω στις προβλέψεις να σκείται πολιτική. Ότι πολλές φορές οι κυβερνήσεις, φέραμε το παράδειγμα της Ελλάδας γιατί είναι κοντά σε μας, αλλά θα μπορούσαμε να κάνουμε και άλλα παραδείγματα στον υπόλοιπο κόσμο. Πολλές φορές οι κυβερνήσεις ασκούν οικονομική πολιτική βλέποντας μόνο την μεγάλη εικόνα, αλλά οι συμπεριφορές των ατόμων είναι αυτές οι οποίες πολλές φορές καθορίζουν το κατά πόσο μία οικονομική πολιτική θα είναι επιτυχής τελικά ή αποτυχημένη. Δεύτερον, η κάθε οικονομική πολιτική, κάθε πρόταση οικονομικής πολιτικής έχει τον χρόνο της. Μία οικονομική πολιτική η οποία θα ήταν αποδοτικότατη σε μία χρονική περίοδο αποδεικνύεται καταστροφική σε μία άλλη. Δηλαδή αυτό για το οποίο συζητάμε εφαρμόστηκε το 1933 από τον πρόεδρο των ΗΠΑ τον Ρούσβελτ για να βγει η Αμερική από την κρίση. Σε μία χώρα η οποία ήταν κατεστραμένη, σε μία χώρα που ο κόσμος πεινούσε δεν είχε να φάει, άρα το όποιο εισόδημα θα του έδινες δεν θα πήγαινε για να αγοράσει φουαγκρά ή σαμπάνια, αλλά θα πήγαινε για να αγοράσει ένα λάχανο για να ταΐσει την οικογένειά του. Άρα αυτό το εισόδημα θα πήγαινε εκείνη την εποχή, η οικονομία ήταν κάπως έτσι. Δηλαδή η επόμενη καμπύλια διαφορίας ήταν αυτή. Άρα το όποιο εισόδημα δημιουργούταν στον κόσμο πήγαινε για να αγοράσει τα άμεσα προϊόντα επιβίωσης και τα άμεσα προϊόντα επιβίωσης δεν είναι εισαγόμενα, είναι πάντα εγχωρείως παραγόμενα. Τα γεωργικά προϊόντα, τα άμεσα βιομηχανικά προϊόντα και ούτω καθεξής. Όλες οι χώρες οι οποίες εφάρμοσαν αυτή την πολιτική το 1930 για να βγουν από την κρίση έκαναν ακριβώς αυτό το πράγμα. Δηλαδή μοίρασαν στην ουσία εισόδημα στον κόσμο χωρίς να υπάρχει παραγωγικότητα, με άλλα λόγια. Γιατί η επίδραση θα ήταν πολύ άμεση. Το ίδιο έκανε και ο Hitler. Δηλαδή η οικονομική πολιτική του Hitler του Ναζιστικού κόμματος στη Γερμανία το 1933 ήταν καθαρά κινσιανή. Απλώς επειδή θεωρούμε ότι ό,τι έκανε ο Hitler είναι κακό, άρα δεν μπορούμε να συζητάμε την οικονομική πολιτική του Hitler. Ήταν ο πρώτος ο οποίος εφάρμοσε αυτή την πολιτική. Γι' αυτό και τον ακολούθησαν σε αυτά τα τερατόδητα, τα οποία έκανε. Δηλαδή από εκεί που ο κόσμος ζούσε σε μια κατάσταση αθλιότητας, τελικά ακολούθησε αυτόν ο οποίος του έδωσε ένα πιάτο φαΐ και όχι μόνο. Και φτάσαμε στην κατάντιαση, στην οποία φτάσαμε. Συνεπώς, αυτός ο οποίος ασκεί οικονομική πολιτική πρέπει να έχει τη συνολική εικόνα. Δηλαδή πρέπει να έχει τη συνολική εικόνα και σε μακροεπίπεδο στο σύνολο της οικονομίας, αλλά πρέπει να έχει τη συνολική εικόνα και σε μικροεπίπεδο. Πάμε στο σήμερα τώρα. Ελλάδα, δύο χιλιάδες δέκα. Έντεκα, δώδεκα και λοιπά. Πάλι τα εγχώρια και τα εισαγόμενα. Ισόδημα του 2010, δηλαδή εννιά μάλλον. Μόλις μπαίνει η χώρα στην κρίση, είναι το τελευταίο ισόδημα, το πιο υψηλό ισόδημα, το οποίο έχουν τα νοικοκυριά το 2009. Ισορροπία I1, εισαγόμενα α, εγχώρια α. Έρχεται λοιπόν η κυβέρνηση και μειώνεται τα ισοδήματα. Το μέσο ισόδημα του καταναλωτή μειώνεται. Άρα ο ισοδηματικός περιορισμός μεταφέρεται προς τα μέσα. Μ2012. Πώς συμπεριφέρεται, βλέποντας τώρα τα στατιστικά στοιχεία. Ποια είναι η επόμενη καμπύλη αδιαφορίας. Φαίνεται ότι η επόμενη καμπύλη αδιαφορίας είναι κάπου προς τα εδώ. Δηλαδή έχουμε μεγάλη μίωση των εισαγόμανων προϊόντων. Η ζήτηση και όπου λέω ζήτηση να έχετε στο μυαλό σας συζητούμενη ποσότητα, έτσι, γιατί με τη ζήτηση εννοούμε τη συνάρτηση. Εδώ μιλάμε για ποσότητα συγκεκριμένη. Η ζήτηση για εγχωρίως εισαγόμενα προϊόντα πέφτει πολύ, η ζήτηση για εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα πέφτει λίγο. Ο λόγος που πέφτει λίγο είναι διότι δεν υπάρχει εγχωρίως παραγωγή. Δηλαδή, εάν κάποιος σκεφτεί ότι το 1981 μάλλον που μπαίνουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το μερίδιο της βιομηχανίας στην Ελλάδα ήταν 21% του ΑΕΠ και σήμερα είναι 9%, καταλαβαίνει επομένως κανείς ότι δεν έχεις περιθώρια να αυξήσεις την παραγωγή σου. Είναι πολύ μικρή πια η παραγωγή σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας της χώρας. Άρα τι έχουμε λοιπόν, η μείωση του ισοδήματος οδήγησε ταυτόχρονα σε μεγάλη μείωση των εισαγόμενων προϊόντων και επίσης μια μικρότερη μείωση των εχωρίως παραγωμένων προϊόντων διότι η παραγωγή μας είναι μικρή ούτως ή άλλως. Τι έχουμε λοιπόν, το M από M2009 σε M2012 οδήγησε σε μείωση της εγχώριας παραγωγής από εγχώρια Α σε εγχώρια Β, και σε μείωση των εισαγόμενων από εισαγόμενα Α σε εισαγόμενα Β. Τι βλέπουμε καταρχήν, ότι η επίδραση του ισοδήματος πάνω στη ζητούμενη ποσότητα των εχωρίως παραγωμένων προϊόντων είναι πολύ μικρή. Όπως φαίνεται εδώ. Ενώ εδώ είναι πολύ μεγάλη. Φαίνεται δηλαδή ότι υπάρχει μία μεγάλη έμφαση του κατανοτή προς τα εισαγόμενα. Άρα η μεγάλη μίωση του ισοδήματος οδήγησε σε μεγάλη μίωση των εισαγωμένων προϊόντων και σε μία μικρή μίωση της εγχώριας παραγωγής. Αυτό φαίνεται βέβαια από το ισοζύγιο τρεξών συναραγών που μέσα σε δύο χρόνια, τρία χρόνια, από εκεί που ήταν περίπου 13% του ΑΕΠ το έλλειμμα του ισοζυγιού πληρωμών, σήμερα είναι μηδέν. Και αυτό φίλετε στη σημαντικότατη κατάρευση των εισαγωγών. Εάν λοιπόν, πάμε τώρα αντίστροφα, αυτό είναι ο πραγματικός κόσμος, έτσι έγινε, δεδομένα, αυτά είναι δεδομένα. Εάν πάμε τώρα και πούμε το εξής, αύριο το πρωί έρχεται ο Άγιος Βασίλης, είναι ο αγαπημένος μου Άγιος τι να κάνουμε, είναι ένας καλωσυνάτος παππούλης ο οποίος δίνει μόνο, δεν παίρνει ποτέ, μόνο δίνει. Έρχεται ο Άγιος Βασίλης, ο οποίος είναι πολύ καλός Άγιος και δίνει σε όλους μία αύξηση του εισοδήματος τους, έτσι, 25%. Αύριο το πρωί όλοι ξυπνάνε έχοντας στην τσέπη τους 25% μεγαλύτερο εισόδημα. Ποιο θα είναι το αποτέλεσμα στην οικονομία σήμερα που μιλάμε. Το αντίστροφο. Το αντίστροφο θα είναι. Δηλαδή αυτό το οποίο θα συμβεί θα είναι θα ξαναπέσουμε πάλι στα εισαγόμενα προϊόντα, όχι για κανέναν άλλο λόγο, πολύ λόγοι, για έναν πολύ απλό λόγο, διότι δεν υπάρχει εγχώρια παραγωγή για να ικανοποιήσει την αυξημένη ζήτηση. Ποιος θα παράγει προϊόντα για να πουλήσει σ' αυτούς που έχουν υψηλότερο εισόδημα. Μια πολύ καλή ερώτηση που πρέπει να απευθύνουμε όταν συζητάμε αυτά τα θέματα. Ποιος θα παράγει τα προϊόντα για αυτούς οι οποίοι θα αγοράσουν. Πάμε το αντίστροφο τώρα, αυξάνει η ζήτηση, αυξάνει το εισόδημα. Πού θα πάει. Ξανά πάλι στις εισαγωγές. Άρα αυτή η πολιτική σήμερα αν την εφαρμόσουμε θα οδηγήσει σε δημιουργία θέσεων εργασίας στη Γερμανία. Στη Γαλλία, στην Αγγλία και όχι στην Ελλάδα. Εάν ισχύει με βάση αυτό πάντα. Δεν βάζω άλλες παραμέτρους μέσα. Με βάση αυτό μόνο. Για αυτό είπα ο Αγιος Βασίλης. Διότι μέσα στο μυαλό όλων δεν είναι αυτό το οποίο είπε ο συνάδελφός που είναι αυτή η λύση. Δηλαδή το εισόδημα αυξάνει πραγματικά μόνο όταν αυξάνει η παραγωγή. Αυτό είναι αύξηση του εισοδήματος. Όλο το άλλο είναι μια εικονική πραγματικότητα η οποία δημιουργεί θέσεες εργασίας κάπου αλλού. Αυτό που είπε ο συνάδελφός σας είναι η ουσία όλου του πράγματος. Ότι δεν μπορείς να έχεις υψηλότερα εισοδήματα από αυτά τα οποία παράγεις. Ό,τι παράγεις αυτό πρέπει να τρως. Θυμηθείτε λίγο το οικονομικό κύκλωμα. Γι' αυτό χρησιμοποίησα τον Άγιο Βασίλη. Τα παλαιότερα χρόνια, τα προηγούμενα χρόνια ο Άγιος Βασίλης ήταν το χρέος. Δηλαδή δανειζόμασταν για να αγοράζουμε Gucci. Τώρα δεν μπορούμε πια, το εισόδημα μας έχει πέσει και για σκεφτείτε λίγο πόσοι από εσάς θα μπορούσατε με το εισόδημα το οποίο έχετε, τη τιμή της Gucci έχει παραμείνει σταθερή. Δεν έχει μεταβληθεί. Το μόνο το οποίο έχει μεταβληθεί είναι το εισόδημά μας. Πόσοι από εσάς αύριο το πρωί θα δίνατε 70 ευρώ για να πάρετε μια Gucci ή μια Armani ή μια Chanel ή οτιδήποτε άλλο. Ή να πείτε δεν πάω ρε παιδιά σε αυτά τα μαγαζιά που παράγουν τις κολονίτσες τύπου Gucci, τύπου Armani και να την πάρω με 10 ευρώ. Είμαι σίγουρος ότι οι περισσότεροι από εσάς το έχετε σκεφτεί. Όταν έχω στην τσέπη μου 10 ευρώ το εισόδημά μου και από την άλλη μεριά 70 και 10, λογικό είναι να προτιμήσω τα 10. Δεν μπορώ να βγω χωρίς κολόνια και δεν μπορώ να βγω χωρίς Gucci, άρα ας βγω με τύπου. Άρα με βάση αυτή την ανάλυση πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως συμπεριφέρεται ο καθένας μας. Είμαστε ok. Κάποια άλλη ερώτηση. Άρα η απάντηση στο ερώτημα το οποίο έθεσε στην αρχή ο συνάδελφός σας είναι αυτό το οποίο είπε ο άλλος συνάδελφός σας. Ότι μία οικονομία αναπτύσσεται το εισόδημα των ανθρώπων αυξάνει μόνο όταν αυξάνει η παραγωγή. Εάν δεν αυξάνει η παραγωγή δεν μπορεί να αυξηθεί το εισόδημα. Κάποια στιγμή αυτό το εισόδημα θα πρέπει να δοθεί πίσω. Ακόμα και αν αυξεί η παραγωγή και αυξεί το εισόδημα. Πάλι εις το δημιουργικό περιορισμός θα ανοιχθεί όσο στα δεξιά. Πώς μας σύμβολεται τα παρατηρώνια στο πάλι. Πολύ σωστά. Μία ωραία παρατήρηση στην οποία έκανε ο συνάδελφός σας είναι το εξής. Ας πούμε ότι αρχίζει και αυξάνει η παραγωγή. Τι θα σκεφτόταν ένας ορθολογικά σκεπτόμενος επιχειρηματίας. Ότι βρίσκομαι σε μια χώρα η οποία επί πέντε χρόνια γνωρίζει μείωση του εισοδήματος. Αντικειμενικό γεγονός. Δεύτερον είμαι σε μια χώρα η οποία αργά ή γρήγορα θα αρχίζει να αναπτύσσεται. Διότι αν κάνουμε την υπόθεση ότι η χώρα θα συνεχίζει να πέφτει στο τέλος δεν θα ζούμε. Άρα δεν έχει νόημα να κάνεις και επένδυση. Αυτό το οποίο λέμε είναι ότι αργά ή γρήγορα, το πότε κανείς δεν το ξέρει, αργά ή γρήγορα η χώρα θα ανακάμψει. Σε μισό χρόνο, σε ένα χρόνο, σε δύο χρόνια, σε τρία χρόνια θα ανακάμψει. Άρα αντικειμενικό γεγονός. Τρίτο αντικειμενικό γεγονός είναι αν ξεκινήσω σήμερα να φτιάχνω μια επένδυση, αυτή η επένδυση θα αρχίζει να αποδείδει μετά από δύο-τρία χρόνια. Άρα σήμερα που μιλάμε, εάν ξεκινήσω να κάνω μια επένδυση, τι τύπου προϊόντα θα παράγω. Θα παράγω προϊόντα τα οποία ο καταναλωτής θα τα θεωρούσε κατώτερα ή θα αλλάξω πια την γ' των προϊόντων, το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων που παράγω για να παράγω για έναν καταναλωτή ο οποίος θα είναι ικανοποιημένος όταν θα έχει αυξημένο εισόδημα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό να το σκεφτούμε. Ένας ορθολογικά σκεπτόμενος επιχειρηματίας θα στραφεί σε αυτό το οποίο θα ονομάζαμε ποιοτικό προϊόν. Διότι το άλλο το προϊόν το κατώτερο δεν έχει την δυνατότητα να το παράγει γιατί δεν μπορεί να το παράγει με χαμηλό κόστος. Άρα θα πρέπει να στραφεί σε προϊόντα τα οποία είναι ποιότητας. Και έχουμε ελληνικά προϊόντα τα οποία είναι ποιότητας και στα ρούχα και λοιπά. Άρα η απάντη σε αυτό το ερώτημα είναι ότι σκέφτεσαι το μέλλον με βάση αυτά. Δεν σκέφτεσαι το παρόν, το τι είναι τώρα. Όταν κάνεις μία επένδυση σκέφτεσαι για το μέλλον. Άλλη ερώτηση. Εάν πάρουμε έναν καταναλωτή. Πάμε τώρα να φτιάξουμε ένα πραγματικό εργαλείο για να ξεφύγουμε πλέον από τις καμπύλες αδιαφορίας. Έχουμε έναν καταναλωτή ο οποίος αγοράζει τα προϊόντα X1, X2 με το εισόδημά του M1. Ο χάρτης των καμπυλών αδιαφορίας και του δίνουμε συνεχώς εισόδηματα. Του μεταβάλλουμε συνεχώς το εισόδημα και μετράμε πόσο θα αγοράζει από το συγκεκριμένο αγαθό. Εάν πάρω ένα άλλο διάγραμμα, δίπλα, στο οποίο βάλω στον κάθε το άξονα το εισόδημα. Και στον οριζόντιο την εκάστοτε ζητούμενη ποσότητα για το ύψος του εισοδήματος. Δηλαδή αυτό είναι M2. Όταν το εισόδημά του είναι M1, ο καταναλωτής ζητάει ποσότητα από το αγαθό X1α. Όταν το εισόδημα το αυξάνει και γίνεται M2, ο καταναλωτής αυξάνει τη ζητούμενη ποσότητα στο συγκεκριμένο παράδειγμα X1β. Τι έχω τώρα πια, έχω ζεύγει εισοδήματος, πραγματικός κόσμος, ζητούμενης ποσότητας, πραγματικός κόσμος. Εάν πάρω τα άπειρα εισοδήματα και τις άπειρες ζητούμενες ποσότητες, τότε κατασκευάζεται μια καμπύλη, ένας γεωμετρικός τόπος, η οποία λέγεται καμπύλη του Engel. Από το όνομα του γερμανού οικονομολόγου, ο οποίος πρώτος την εισήγαγε. Η καμπύλη Engel λοιπόν είναι ο γεωμετρικός τόπος συνδυασμός εισοδήματος και άριστης ζητούμενης ποσότητας ενός αγαθού. Δηλαδή το X1 εδώ το οποίο έχουμε, X1α, X1β είναι αποτέλεσμα αριστοποίησης, είναι τα άριστα. Άρα όλα τα σημεία, όλες οι ποσότητες που έχουμε εδώ πέρα είναι οι άριστες ποσότητες. Άρα όταν ο καταναλωτής έχει εισόδημα M1, η άριστη ποσότητα που θα ζητήσει από το αγαθό 1 είναι η X1α. Όταν ο καταναλωτής έχει εισόδημα M2, η άριστη ζητούμενη ποσότητα από το αγαθό 1 θα είναι η X1β και ούτω καθεξής. Εδώ τι έχουμε λοιπόν, έχουμε τον πραγματικό κόσμο. Δηλαδή μπορώ να πάρω τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύονται. 1950 μέχρι 2012 να βάλω το μέσο εισόδημα των καταναλωτών. Πόσο ήταν το μέσο εισόδημα των καταναλωτών, 1 ευρώ, 2 ευρώ και ούτω καθεξής. Για την ζήτηση του αγαθού. Ζήτηση για ντομάτες. Το 1950 πόσα κιλά ντομάτες πουλήθηκαν, πουλήθηκαν 1.000 κιλά ντομάτες. Εφόσον πουλήθηκαν 1.000 κιλά ντομάτες, ζητήθηκαν 1.000 κιλά ντομάτες, άρα με βάση την θεωρία μας, εφόσον οι κατανοτές αγόρασαν 1.000 κιλά ντομάτες, αυτή είναι η άριστη ποσότητα εκείνης της εποχής. Έκαναν δηλαδή την άριστη επιλογή. Το 1951 με διαφορετικό εισόδημα αγοράστηκαν 1.050 κιλά ντομάτες και ούτω καθεξής. Τα βάζουμε λοιπόν στο Excel και ερχόμαστε μετά και κάνουμε το διάγραμμα. Βάζουμε το Excel να μας κάνει το διάγραμμα. Δηλαδή του λέμε βάλε μας χ1 ντομάτες, τα κιλά από τις ντομάτες στον οριζόντιο άξονα και βάλε μας το εισόδημα στον κάθετ. Και τοποθετεί τα σημεία, τα ζεύγει εδώ πέρα και βγάζουμε μια τέτοια γράμμα, ένα τέτοιο διάγραμμα διασποράς. Άρα η καμπύλη του Engel για την ελληνική οικονομία για το αγαθό ντομάτες από το 1950 μέχρι το 2012 είχε αυτό το σχήμα. Είμαστε στο 2012, 13 τώρα. Εάν θεωρήσουμε, τώρα πάμε στην πρόβλεψη, εάν θεωρήσουμε ότι η συμπεριφορά του καταναλωτή, οι προτιμήσεις του, ως προς τις ντομάτες παραμένει σχετικά σταθερή, δεν έχει αλλάξει, αυτό μου λέει αυτή η καμπύλη του Engel, ότι δεν έχει αλλάξει η συμπεριφορά του, τότε μια αύξηση του εισοδήματος θα οδηγήσει σε αύξηση της ζητούμενης ποσότητας ντομάτας και μια μείωση του εισοδήματος του καταναλωτή θα οδηγήσει σε μείωση της ζητούμενης ποσότητας ντομάτας. Πρόβλεψη. Δηλαδή τι θα γίνει το 2014, εάν η συμπεριφορά είναι αυτή, αυτά είναι πραγματικά τα δομένα. Τα βάζουμε στο Excel και μας βγάζει τη γραμμή. Είναι μια σχέση M και X. Η M και X, προσέξτε λίγο, κοιτάξτε λίγο. Η σχέση εισοδήματος ζητούμενης ποσότητας που έχουμε κατασκευάσει παίρνοντας τα πραγματικά στοιχεία, αυτά είναι πραγματικά στοιχεία, αυτή η σχέση M είναι αυτή, είναι η καμπύλη angle η οποία έχει προέλθει από τις προτιμήσεις και το εισόδημα. Άρα το σχήμα και η θέση της καμπύλης angle εξαρτάται από τις προτιμήσεις. Το σχήμα και η θέση της καμπύλη angle εξαρτάται από τις προτιμήσεις. Έτσι λοιπόν, μπορεί να έχουμε μια καμπύλη angle την ε1, δηλαδή οι προτιμήσεις μας να μας δώσουν μία καμπύλη angle η οποία γεννάει προς τα πίσω από αυτά αρνητική κλίση. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε μία καμπύλη angle η οποία μας δείχνει ότι για τον καταναλωτή αυτόν το αγαθό είναι κατώτερο. Δηλαδή από κάποιο σημείο και έπειτα όσο αυξάνει το εισόδημα μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα. Προσέξτε και για το κατώτερο, ας πούμε ότι το ψωμί είναι κατώτερο αγαθό. Αν έχεις εισόδημα 0 και σου δώσουν 1 ευρώ το πρώτο πράγμα που θα πάρεις είναι ψωμί. Αν σου δώσουν μια φέτα ψωμί, αν σου δώσουν και ένα δεύτερο ευρώ θα πάρεις πολύ περισσότερο ψωμί. Δηλαδή στο κατώτερο αγαθό όταν έχεις πολύ χαμηλό εισόδημα αυξάνεται στην αρχή πάρα πολύ ζήτηση. Από κάποιο σημείο και έπειτα αρχίζει και πέφτει. Από πάνω προς τα κάτω είναι η συνάρτηση. Το χ1 είναι η συνάρτηση του M. Εάν το αγαθό έχει μία καμπύλη τέτοια μια ομαλή καμπύλη ε2 τότε αυτό το αγαθό το θεωρούμε κανονικό. Και τέλος έχουμε την καμπύλη ε3. Η καμπύλη ε3 έχει μία τέτοια κλίση που μας δείχνει ότι η ζητούμενη ποσότητα του αγαθού αυξάνει πιο γρήγορα από το εισόδημα. Τρεις κατηγορίες αγαθών. Συνεπώς ανάλογα με το που βρισκόμαστε τώρα για την πρόβλεψη ανάλογα με το που βρισκόμαστε ανάλογα με τις προτιμήσεις θα κάνουμε και την πρόβλεψή μας. Ποια υπόθεση κάναμε από τις βασικές υποθέσεις τις οποίες κάναμε είναι η υπόθεση του μη κορεσμού. Άρα βρισκόμαστε σε μία περιοχή στον χωρό που δεν έχουμε φτάσει στον κορεσμό. Για παράδειγμα γιατί ο Ρονάλντος έχει 50 αυτοκίνητα και πήρε και την καινούργια Φεράρι. Είναι το θέμα του μη κορεσμού δηλαδή για τον Ρονάλντο. Προσέξτε κάτι τι θέλω να πω. Κοιτάξτε λίγο. Τι σημαίνει ο μη κορεσμός. Σημαίνει ότι για το κάθε άτομο η περιοχή που δουλεύει είναι συγκεκριμένη. Για τον Ρονάλντο η περιοχή είναι πολύ μεγαλύτερη λόγω του εισοδηματός του. Μπορεί να πάει οπουδήποτε. Για εμάς που έχουμε περιορισμένα εισοδήματα η περιοχή στην οποία δουλεύουμε, ο χώρος στον οποίο δουλεύουμε είναι πολύ μικρότερος. Σε αυτόν τον χώρο ο καθένας από εμάς δεν φτάνει στο σημείο του κορεσμού. Ασημπτωτικά πάντα. Μην το ξεχνάμε αυτό. Η συμπεριφορά είναι ασημπτωτική. Δεν είναι γραμμική. Είναι ασημπτωτική. Δεν λέμε κάτι το οποίο είναι εκτός πραγματικότητας. Απλώς ο χώρος ανάλυσης μας είναι τέτοιος που ποτέ εμείς ο καθένας από εμάς δεν θα φτάσει στον κορεσμό του. Και έφερα το παράδειγμα του Ρονάλντο γιατί είναι πολύ χαρακτηριστικό. Έχει 40 σούπερ ντούπερ αυτοκίνητα. Άρα έχει ένα πολύ μεγάλο χώρο μέσα στον οποίο δουλεύει. Έτσι, ο χώρος, το space στα μαθηματικά στον οποίο δουλεύει είναι πολύ μεγάλος. Είναι ο χώρος όμως του Ρονάλντο. Προσέξτε το λίγο. Κοιτάξτε λίγο, κοιτάξτε λίγο. Μην ξεχνάμε ότι αναφερόμαστε σε καταναλωτή. Άρα ο κάθε καταναλωτής έχει τον δικό του χώρο. Έχει τις δικές του προτιμήσεις το δικό του διάγραμμα. Άρα το πόσο γρήγορα φτάνει στον κορεσμό ή πόσο αργά φτάνει κοντά προς τον κορεσμό αυτό είναι θέμα τον ίδιο των καταναλωτών. Ο καθένας από εμάς έχει τον δικό του διάγραμμα, τον δικό του χώρο και ποτέ δεν φτάνουμε εκεί πέρα. Σύμφωνοι. Τι ώρα πήγε? Α, εντάξει. Θα φύγουμε λίγο πιο νωρίς. Λοιπόν, για να δούμε τώρα την χρησιμότητα της Καμπίλης Έγγελ. Για να δούμε την χρησιμότητα της Καμπίλης Έγγελ στο ζήτημα των προβλέψεων με βάση πραγματικά παραδείγματα. Η ελληνική βιομηχανία που χτίστηκε στη δεκαετία του 50 με πολύ σημαντικές παραγωγικές μονάδες, για παράδειγμα στον χώρο της κλωστοϊφαντουργίας ήταν μια πολύ μεγάλη εταιρεία η οποία δεν υπάρχει πλέον, η Πειραϊκή Πατραϊκή, με πέντε έξι χιλιάδες εργαζόμενους, δηλαδή ήταν για τα μέτρα της Ελλάδας μια τεράστια εταιρεία. Η Πειραϊκή Πατραϊκή λοιπόν, και φαίνεται το παράδειγμα της Πειραϊκής Πατραϊκής, γιατί δεν υπάρχει πλέον άρα δεν έχουμε πρόβλημα διαφήμισης, επειδή έχουμε και τη βιντεοσκόπηση εδώ πέρα, να μην μας πούν ότι διαφημίζουμε και προϊόντα. Η Πειραϊκή Πατραϊκή λοιπόν, στη δεκαετία του 50 και του 60 παράγει μεγάλο φάσμα προϊόντων και ένδυση και λευκά είδη αυτά τα οποία ονομάζουμε για το σπίτι, δηλαδή σεντόνια κλπ. Κάποια στιγμή από τα μέσα της δεκαετίας του 70 αρχίζουν τα προβλήματα στην Πειραϊκή Πατραϊκή και στη δεκαετία του 80 κλείνει στην ουσία. Οι λόγοι για τους οποίους η εταιρεία ακολούθησε αυτή την πορεία, με βάση την θεωρία μας θα το εξετάσουμε τώρα, με βάση αυτά τα οποία κάναμε, είναι 1. Οι λόγοι είναι 1. Εάν πάρουμε την καμπύλη Engel της εταιρείας, είμαστε στο 1950 και ξεκινάει η οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Παίρνοντας την γραμμή Engel της εταιρείας μέχρι το 1970 είναι κάπως έτσι, δηλαδή στη δεκαετία του 50 και του 60 αναπτύσσεται ραγδαία, κάθε σπίτι στην ουσία αντίνεται από την πειραϊκή-πατραϊκή και κάπου προς τα μέσα της δεκαετίας του 70 βρισκόμαστε κάπου εκεί, 73-74, ανεξάρτητα από αυτά τα οποία είπαμε προηγουμένως. Εάν λοιπόν είμαι ο μάνατζερ αυτής της εταιρείας και βλέπω την συσχέτιση μεταξύ εισοδήματος και ζήτησης για τα προϊόντα μου, σήμερα που κάνω την ανάλυση και είμαι εδώ. Αντικειμενικό γεγονός αυτό. Αυτό είναι αντικειμενικό γεγονός. Έρχομαι τώρα να κάνω την ερμηνεία ως μάνατζερ. Γιατί επιβραδύνονται οι πολύσεις μου. Αυτό μου λέει εδώ. Δηλαδή αν βλέπω το εισόδημα των καταναλωτών να αυξάνει, οι πολύσεις μου σταδιακά επιβραδύνουν και όσο πάει επιβραδύνουν και περισσότερο. Ποια είναι η ερμηνεία την οποία θα δώσω. Υπάρχουν δύο ερμηνείες. Σε θέση με το τι θα κάνω μετά. Γιατί ανάλογα με την ερμηνεία που θα δώσω ανάλογη θα είναι και η πολιτική την οποία θα ακολουθήσω. Εάν θεωρώ ότι αυτή η επιβράδυνση των πολύσεων, αν δεν έχω δει δηλαδή όλη την καμπύλη και απλώς βλέπω τα 2-3 τελευταία χρόνια την επιβράδυνση των πολύσεων και τη θεωρήσω ότι είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο. Μπήκαμε στην παγκόσμια οικονομική κρίση και είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο. Αυτό το οποίο θα προσπαθήσω να κάνω είναι να διατηρήσω την θέση μου μέχρις ότου η οικονομία ξαναβγεί από την κρίση. Τι κάνει λοιπόν η Πυράκη Πατραϊκή, δανείζεται και υψηλά κεφάλαια κίνησης για να διατηρήσει το μοντέλο παραγωγής το οποίο έχει. Η δεύτερη ερμηνεία την οποία θα μπορούσε να δώσει ο μάνατζερ είναι ότι μήπως τελικά αυτό το οποίο βλέπω είναι μια καμπύλη ένγγελ, μήπως δηλαδή ο μέσος Έλληνας τυπικός καταναλωτής θεωρεί τα προϊόντα τα οποία παράγω ως κατότερα αγαθά και κατά συνέπεια όσο θα αυξάνει το εισόδημα η ζήτηση για τα προϊόντα μου θα μειώνεται. Άρα οι δύο ερμηνείες, η πρώτη λέει ότι θα συνεχίσουμε κάπως έτσι, άρα κάνω επένδυση για να συνεχίσω το μοντέλο, δανείζομαι και λοιπά και η άλλη λέει ότι εάν είναι κατώτερο το αγαθό για τους Έλληνες καταναλωτές τότε είναι μαθηματικός βέβαιο ότι σταδιακά θα αρχίζει να υπάρχει πτώση των πωλήσεων. Μιλάμε ακόμα για την περίοδο επιβράδυνσης της αύξησης των πωλήσεων. Δεν μιλάμε για την περίοδο πριν πτώσης των πωλήσεων. Είμαστε ακόμα στο στάδιο που οι πωλήσεις αυξάνουν. Αλλά αυξάνουν με επιβραδινόμενο ρυθμό σε σχέση με το εισόδημα. Εάν λοιπόν ο μάνατζερ της εταιρείας είχε σπουδάσει οικονομικά και είχε παρακολουθήσει την μήκρο του πρώτου έτους στο οικονομικό τμήμα, θα είχε ακούσει για την σχέση εισοδήματος και ζητούμενης ποσότητας και θα είχε προβληματιστεί. Θα το έψαχνε περισσότερο. Ποια θα ήταν η εναλλακτική σε σχέση με αυτήν την οποία ακολούθησε η εταιρεία είναι να αλλάξω χαρτοφυλάκιο προϊόντων. Ή χαρτοφυλάκιο αγορών. Η Ελλάδα πια δεν σηκώνει τα προϊόντα μου λόγω προτιμήσεων. Το εισόδημα της χώρας θα συνεχίζει να αυξάνει και κατά συνέπεια εγώ θα χάνω συνεχώς. Άρα τι κάνω ή αλλάζω προϊόντα ή αλλάζω αγορές. Ένα από τα ωραιότερα παραδείγματα αλλαγής εταιρείας ήταν η BMW. Η BMW στη δεκαετία του 50 κατασκεύαζε κάτι αυτοκίνητα το οποίο ήταν και με τρεις ρόδες. Στη δεκαετία του 60 η BMW αλλάζει τελείως χαρτοφυλάκιο προϊόντων. Γιατί, διότι έβλεπε ότι το εισόδημα του ευρωπαίου καταναλωτή είναι τέτοιο που τελικά σε 10 χρόνια ποιος θα αγοράζει αυτοκίνητο με τρεις ρόδες. Πρέπει να αλλάξω το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων μου. Πρέπει να παράγω ποια προϊόντα τα οποία θα ζητούν άνθρωποι με αυξημένο εισόδημα. Άρα, σε αυτή την περίπτωση η BMW σταματάει να παράγει τελείως όλο αυτού του τύπου τα προϊόντα και ρίχνει όλο το βάρος στο να φτιάξει πια προϊόντα τα οποία θα είναι για καταναλωτές υψηλότερης εισοδηματικής κλάσης. Απαντώντας σε αυτό το οποίο έβλεπε στον πραγματικό κόσμο ότι το εισόδημα αυξάνει. Η Πειραϊκή Πατραϊκή από την άλλη μεριά δεν αντιλήφθηκε αυτή την κατάσταση. Θεώρησε ότι το πρόβλημα ήταν συγκυριακό, άρα δανείζεται για να αντιμετωπίσει τα συγκυριακά προβλήματα. Και καθώς καταραίει το σύστημα του Bretton Woods και η δραχμή αρχίζει και υποτιμάται έναντι των άλλων νομισμάτων, μέσα σε τρία χρόνια το κόστος δανεισμού σε δραχμές της Πειραϊκής Πατραϊκής διπλασιάστηκε. Γιατί η δραχμή πήγε από 30 δραχμές σε 50 δραχμές το δολάριο. Άρα αυτοί οι οποίοι είχαν δανειστεί σε δολάριο έπρεπε τώρα να μαζέψουν 50 δραχμές για να εξοφλήσουν το 1 δολάριο, ενώ πριν έπρεπε να μαζέψουν 30 με την παλιά ισοτιμία. Άρα τι έχουμε λοιπόν, από τη μια μεριά έχουμε την ζήτηση η οποία ακολουθεί αυτή την πορεία, από την άλλη μεριά έχουμε την υπερχρέωση της εταιρείας. Μαθηματικά είναι βέβαιο ότι αυτή η εταιρεία θα έκλεινε. Καλή σας μέρα.