σύντομη περιγραφή: Παρακαλώ πολύ. Θα ήθελα απλώς να θυμίσω ότι κάποτε είμαι ισχυγός, παίρνω μέρος σε αυτή την εμφίλωση με την ιδιότητά μου ως σκαθηγητής, ομότιμος σκαθηγητής και συνάδελτος και φίλος του ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ Είμαι τόσο σκληρός για την ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ� Είμαι τόσο σκληρός για την ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΐΕΑΕΕΑΕΕΗΑΕΕΕΑΕΑΕΕΑΕΑΕΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΕΑΑΑΑ� που έγινε, ήταν ένα επόδυνο πλήγμα και για εμένα και για πάρα πολλούς. Χαίρομαι που είμαι εδώ σήμερα, στη βόλη που αγάψε και δέθηκε τόσο πολύ και ευχαριστώ για την πρόσκληση να πράσω και εγώ σήμερα με την σήγησή μου να τιμήσω τη εμμή του Γιώργου και της ατμήδης του Ψάσου. Στην ολυμπία μου με ενιαφέρει να ρω τι σημαίνει τράπεζο και διακυβέρνηση για τη δική μας πραγματικότητα. Ακόμα περισσότερο, με ενιαφέρει να προσδιορίσω τι λύτη ώστε να σταματήσει η Ελλάδα να τα λαντεύεται γύρω από το τέλμα και οι Έλληνες πολίτες να κοιτάζουν συνεχώς προς τα κάτω αντί προς τα πάνω. Επέλεξα να μιλήσω για το κράτος και την διακυβέρνηση γιατί εκφράζουν τη δύναμή και την εξουσία και γιατί ιστορικά δύναμοι και εξουσία αποτελούν κοινωνικά στοιχεία στη δικαιογραφία μιας κοινωνίας. Γενιές των ομολόγων των πρώτων εκπαιδεκτακολεμικών δεκαετιών είχαν μάθει ακόμα και από τα ανεπλασικά αγχειρίδια ότι οι αδυναμίες ή οι αποτυχές της αγοράς μπορούν να αντιμετωπιστούν από το κράτος. Αυτός, σχολή, αποδίθηκε με έναν αγκαθασμένη υπόθεση. Εδώ και καιρό, δίπλα σ' αποτυχές της αγοράς, προσθέθηκαν οι αποτυχές του κράτους. Οι αρχικοί και αδικοί πόθοι συμφερούσαν ότι οι κυβερνοί στην ομιχλό το κράτος παρεμένουν για να διασφαλίσουν το δημόσιο συμφέρον το οποίο αποτυχάνε εξυπηρετήσει αγορά. Ότι η αγορά αποτύχαν ήταν ορατό, ότι όμως και το κράτος θα αντιμετώπιζε οπωσδήποτε με επιτυχία το πρόβλημα αποδίθηκε επίσης λάθος. Ακριβέστερα, αλλού, όπως την Ελλάδα, αποδίθηκε λάθος και αλλού ο Θεός. Και ακόμα πιο ακριβέστερα, και στην ίδια χώρα, ανάλογα με το πεδίο παρέμβασης, σημειώθηκαν αντίστοιχες διαφορές. Δεν ήταν η θεωρία το πρόβλημα, ήταν η πράξη. Στις δεκαετίες που πέρασαν, μέσα από εναλλαχές και τις διαλογικές ικανοποιήσεις και απογοητεύσεις των πολιτικών σχημάκων που κυριάζεσαν στη χώρα μας, το ζητούμενο κατέβηκε συχνά να πάρει τη μοφή του μονότομου ντήματος για ένα άλλο τράπος. Ποτέ δεν οδηγούσε στην παραδοχή ότι το κράτος, με τις συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές δομές που κυριορκούσαν, απλώς δεν μπορούσε να υλοποιήσει αυτό που θεωρητικά και πολύ πρακτικά ήταν ζητούμενο. Κάθε αποτυχία κενούσε νέα επιχείρηματα ότι κάποιο άλλο ή αναλλακτικό κράτος θα έδινε μια πιο ικανοποιητική λύση. Όμως τι σήμενε αυτό το περ-αναυανόμενο άλλο, είναι μια παρακομπή σε αναρρύθμιτα ακατόρθωτα όσοι άλλα αποτυχίες τους σημειώνουν, δεν ήταν θέμα απλώς μιας κατ' εχθήνησης. Και γιατί ακατόρθωτα? Γιατί εσωτερικές συνθήκες σε μια κοινωνία, για παράδειγμα ισορροπείες συμπερώνων, δομές παραγωγής, άλλα εντολεινία και αδυναμίας, έκαναν ακατόρθωτο αυτό που σε άλλες κοινωνίες ήταν ακατόρθωτο. Μια πραγματική και ισχυρή ανάπτυξη, μια αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας δίκησης, ένα αποτελεσματικό σύστημα εκφέρονσης, υγείας και κοινωνικής προστασίας. Η υπεχθυγή μέσα από την παρακομπή σε ένα ακατόρθωτο ενωαλτικό αποτέλεσμα, δεν ήταν παρά η συγκάρυψη μιας συστημικής αποτυχίας. Ένας πολύ σημαντικός λόγος, για να συζητήσει κανείς σήμερα ξανά για το κράτος από συνολική άποψη, είναι ότι κάτω από την επίδραση ισχυρών εξαιρετικών διαδικασίων και μετασχηματισμών μέσα και έξω από τον εθνικό κόρο, το μοντέλο κραυγήτου διτουργίας που κυράξεσαν με τα προϊόνικά σε μεγάλα κομμάτια του διεθνού συστήματος, έχει γνωρίσει σημαντικές μεταβολές. Αλλαγές στα ίδια χαρακτήρα συναντούνται ξανά και ξανά στην ισορία της εξέλιξης. Όμως, στην φάση που τους κόμμους υπάρχει και ένα πρόσωπο διαφορετικό στοιχείο. Σήμερα δεν διώνουν απλώς σημαντικές αλλαγές. Διώνουν παράλληλα πολλές σημαντικές αλλαγές σε παράλληλο χρόνο και μέσα σε εξαιρετικά σύντομα διαδοχικά κύματα. Διώνουν αυτό που έχει ονομαστεί τάχνηση της ιστορίας. Δηλαδή μια επιτάχνηση των ρυθμών αλλαγής, σε ό,τι αφορά έναν εξαιρετικά επίφαση μεσοδερικών και διεθνών σχέσεων και ισορροπιών, διαδικασίες οικονομικές, πολιτικές, γεωπολιτικές, ενεργιακές, δημογραφικές, τεχνολογικές, αλλάζουν τον κόσμο, όμως, σε πολύ βραχύτερο χρόνο και πολύ πιο ραγδιωμένα από τις οποιαδήποτε άλλη στιγμή της ιστορίας. Οι εξέλιξεις αυτές δεν είναι βέθαιρες για τις δημιουργίες του κράτους, της διασυμβέτης, της κυβέρνησης και της πολιτικής. Δημιουργούν κινδύνους για όσους πίστεται τις αλλαγές, για κάποιους από αυτούς που πίστεται τις αλλαγές, είτε αναφερόμαστε σε κοινωνίες, είτε σε άτομα, είτε σε επιχειρήσεις και παραγωγικά συστήματα. Επιβάλλουν νέες, ευέλικτες, καινοτόμες και γρήγορες αντιδράσεις και αναπροσαρμογές τρατηγικής, προκειμένου να διασπαλίσει μια κοινωνία τους τόκους τους. Αυτές οι αλλαγές επιβάλλουν το κράτος σε επιχειρήσεις, στην κοινωνία την ίδια. Το κράτος είναι αναγκαίος βοηθός για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούν εξελίσεις σε αυτές των παγκόσμιων στιγμών και πολύ περισσότερο μιας βαθιάς κρίσης. Είναι αναγκαία όμως μια διακρίση. Όταν αναφέρομαι στο κράτος, δεν λέω οποιοδήποτε κράτος ή οποιαδήποτε μορφή διακυβέρνησης. Υπάρχουν επιτυχημένες ή αποτελεσματικές και αποτυχημένες μαθαίες για κυβέρνησης. Με ποιο τρόπο τράφει πολιτικά συστήματα και κοινωνίας να χρησιμοποιούν την πολιτική και για ποιες προτεραιότητες και πώς χρησιμοποιούνται τα αισθήματα μετασυμματισμού, εξέλιξης και προσαρμογή στις εικάσεις όταν είναι δεδομένα, είναι ένα θέμα για το οποίο κάθε φορέας αναφοράς δίνει τη δική του απάντηση. Και η απάντηση αυτή καθορίζει και η θέση του σε σύνδεση με τους άλλους. Αν μια κοινωνία και το σύστημα εξουσίας της αρνείται να κατανοήσει τον κόσμο, δε θα είναι ο κόσμος που το έχει χαμένος. Στην ουσία, σε ένα τέτοιο κλαίσιο, κερδισμένος βγαίνει όποιος επιτυχημένει να κατανοεί τις αλλαγές, τις ευκαιρίες και τις προσαρμογές που πρέπει να κάνει. Κάθε φορά που αποτυχημένουμε να παρακολουθήσουμε τους ιστορικούς μετασυμματισμούς και να ανεξερρωνήσουμε τις κοινωνίες μας, τότε θα μας εξερρωνήσουν ανεξέροντιες δυνάμεις της αγοράς. Αυτό είναι τσιτά. Με ανεξέροντο αποτέλεσμα και ένα αποτέλεσμα που εμείς εδώ στην Ελλάδα ξέρουμε ότι δεν είναι κάτι θεωρητικό. Το διαπιστώσαμε τα τελευταία 6 χρόνια με την κατάρρευση της χώρας, τη φτωχοποίηση της κοινωνίας, την επιδίνωση γρασικών συλλογικών δουλειών όπως εκπαίδευση, υγεία, άμυνα και την καταγωγή ενός κοινήματος που με διάφορες βασματισμίσεις επιρρώνουμε για πολύ όμορφο. Με τη συμμαντική σημάσεις αυτές, θεωρώ ότι μια συζήτηση για το κράτος και για η κυβέρνηση σε μια χώρα σε κρίση και φυσικά ενών την Ελλάδα, πρέπει να έχει καθανούρσμενα κεντρικά ερωτήματα από τα οποία θα αναφερθώ και πληρωτικά σε τέσσερα. Το πρώτο, τι πήγε στραβά και η οικονομία κατέρρευσε το 2009, αλλά και τι πήγε ξανά στραβά και μετά από 7 χρόνια κρίσης, δεν δημιουργήθηκε μια πιο επίονη προοπτική όπως σε άλλες χώρες κρίσης. Δεύτερον, σε ποιόν βαθμό διαδικαίες επιτουργίες του κράτους καθόρισαν την πορεία προς την κατάγραψη, καθώς και το βάθος και τη διάρκεια της κρίσης. Ειδικότερα, το τύρολο έπαιξαν καρακτηριστικά όπως η πολιτική, σε ισαγωλικά αναποτελεσματικότητα, και θα εξηγήσω γιατί, η πολιτική διαφθορά, το νεοικο-διασμικό σύστημα, η μαζική και απροσχημάτηση προς τη γη σαδάνια του παγκοσμιωπημένου τραπεζικού συστήματος ως μοχλό μιας επίπλασης της αναπτυξιακής εξέλιξης. Τύρολο παίζει αντίσταση σε κάθε μετασχηματισμού, όπου θα προετοίμασε τη χώρα καλύτερα στο να αντιμετωπίσει τις ευρύτερες μεταβολές των διεθνών και εθνικών μας πραγματικοτήτων. Το τρίτο ερώτημα είναι αν το ευρωπαϊκό σύστημα αξιών ή αρχών έχει θέση στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις μεταβολές στον σύγχρονο κόσμο. Αν αντιλαμβανόμασε πράγματι τις μεταβολές αυτές στο χρόνο που συμβαίνουν και όχι κάτι στερημένα, και ποια θέση θέλουμε εμείς να έχουμε στον σύγχρονο κόσμο. Και το τέταρτο, αν να πάνουμε υπόψη στους κινδύνους των αντιλογών που κάνουμε κατά καιρούς και ποιο είναι το κοινωνικό και αθηνικό κόστο της επέλευσης της κινδύνου που αγνοήσαμε στην ισορία μας και που θέλουμε οι συνικούς να γνωρίζουν. Ερωτήματα όπως αυτά σχετίζονται ευθέως με το ίδιο της διακυβέρνησης που θέλουμε να έχουμε ως χώρα. Σχετίζονται με τις υποκείμενες αξίες που διαπαιμούν την μορφή διακυβέρνησης στην Ελλάδα και τη δυναμική απόκληση που συτελείται εδώ και καιρό μεταξύ Ελλάδας και του ευρωπαϊκού και του γιεθούνου συστήματος του οποίου αποτελούν εμέλους. Αναφέθηκα περισσότερες φορές ήδη στον ώρα πρωταϊκό σύστημα αξιών. Είναι σκοπό μου να κάνω τρεις εψημάσεις. Πρώτα, ότι ο όρος αυτός έχει ένα δυναμικό περιεκόμενο με την έννοια ότι ακόμα και πριν την κρίση και πολύ περισσότερο σε διάρκεια της κρίσης αυτό το σύστημα αξιών αποδυναμώνεται, μεταστηματίζεται και διαπιένεται με νέα στοιχεία όπως ο πιο έντονος ευρωσκεκτικισμός, ο αντοιευρωπαϊσμός, η έλλειψη ανοχής και η βία, η αποδυνάμωση της έννοισης αλληλεγγύης και η ενειμάνωση των φόντια κυβερνητικού χαρακτήραν που οδηγούν την διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκτήρωσης μακριά από τη διαδρομή που ακολούθησε αρκετά χρόνια πριν με τα πολιτικά. Δεύτερη επισήμασή ότι η αναφορά στο ευρωπαϊκό σύστημα αξιών σημαίνει για μια χώρα μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι εντάξει σε ένα ολόκληρο σύστημα κανόνων που είναι υποχρεωτική για όλους και που επηρεάζει τη δυναμική όλων. Και τρίτον, ότι το ευρωπαϊκό σύστημα αξιών ως σημείο αναφοράς δεν σημαίνει ότι υπάρχουν ισχυρές αδυναμίες και σημεία κριτικής. Αντίθετα. Με βάση από τις αξιωτές αυτές, τα έλεγα, ότι στην Ευρώπη υπάρχουν πάρα πολλές διαφοροποιήσεις στις αξίες και στις μορφές της κυβέρνησης, τις οποίες θα ήταν λάθος να τις βλέπουν ως ένα συνεκτικό σύνολο και που μάλιστα το εξειδεντιεύονται. Άλλωστε, αν ήθελε κανείς να μείνει σε οικονομικές επιδόσεις, μπορεί να αναφερθεί πέρα από το ευρωπαϊκό επώδημα και σε άλλα αναδειξιακά οικοδείγματα, όπως σε χώρες της νοικιαντορικής Ασίας, στην Κίνα, σε ορισμένες χώρες της Αμερικής. Όμως, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι οικονομικές επιδόσεις δεν συνδυάστηκαν και με την ευρωπαϊκή δημοκρατία, ούτε με το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος. Γι' αυτό, παρά τις μεταβολές και τις αδυναμίες που μπορεί κανείς να εξημάνει με το πέρασμα του χρόνου και ιδιαίτερα με την κρίση, ο συνδυασμός δημοκρατία, κοινωνικό κράτος, οικονομικές επιδόσεις και ανάπτυξη, ακόμα και στη σημερινή ύφεση, εξακολουθεί να χαρακτηρίσει την Ευρώπη περισσότερο από κάθε άλλο ευρύτερο σύμβολο και σίγουρα από τη χώρα μας. Και γι' αυτό, επιστρέφουμε στο ευρωπαϊκό επώδημα, μέχρι να δούμε ότι έχασε την αξία που έχει σήμερα. Μέσα στο ευρωπαϊκό επώδημα, βέβαια, διαπιστώνουμε ότι το αποτέλεσμα της κρατικής λειτουργίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες οδηγεί σε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Έτσι, διαφορετικά συμπεράσματα συνάγει κανείς, αν αναλύσει τα σχηματικά χαρακτηριστικά των λειτουργιών του κράτους στις διάφορες χώρες και τις ομοιώτες ή τις διαφορές τους, ή αν αναλύσει την πραγματικότητα και τα αποτελέσματα στα οποία λειτουργεί σε αυτές οδηγούν. Αυτό που τελικά μετράει είναι τι συνολικό αποτέλεσμα δημιουργεί ένας τύπος για κυβέρνηση σε μια κοινωνία, εψημένοντας πάντως ότι η έννοια συνολικό αποτέλεσμα που χρησιμοποίησα δεν έχει ούτε μονοσύμματο, ούτε σαθερό ή βέβαιο περιεχόμενο. Μια ακόμη επισήμαση είναι ότι ένα σύστημα πολιτικών ή άλλων αξιών δεν μπορεί να έχει γενική σχή. Καθώς οι επιπτώσεις του είναι διαφορετικές στις διαφορετικές κοινωνίες και χώρες, αλλά ακόμα τις διαφορετικά κοινήματα μιας ίδιας κοινωνίας. Συνεπώς, για να φοράς ένα ευρωπαϊκό σύστημα αξιών στη διακυβέρνηση, δεν πάρα κάποιοι περιορισμούς αυτής της μορφής. Ωστόσο, οι αξίες και αρχές είναι απόλυτα βελικό να κλείνονται ανάλογα με τις επιπτώσεις που έχουν σε τμήματα της κοινωνίας. Η ιστορική εμπειρία έχει αναδείξει κάποιες αρχές, που στην ουσία δεν είναι τελικές αρχές, είναι και ενδιάμεσα ρεβαλία για να πετύχει κανείς ένα ακρίτερο φάσμα αξιών που θα ήθελε να θέσει ως τόπο. Έτσι, το ζητούμενο για ένα αποτελεσματικό κράτος, ένα σύστημα με χαμηλή διάφορα, με χαμηλό πόστος για τους πολίτες ή το παραλυτό τους σύστημα ή για τη δημιουργία συνθήκων εμπιστοσύνης, εκφράζει αξίες σε ρεβαλία, υπραγμάτες στον οποίο επιτρέπει την εμπίταξη ενός ευρύτερου τέχρου, ενός μεγαλύτερου αέρας αξιών και στόπων. Θα διευκλειμήσω, πλέον, ότι λίγο ενδιαφέρει, ή λίγο με ενδιαφέρει, αν το σύστημα αξιών και αρχών στο οποίο ανηφερόμαι είναι κυρίως προς τον ευρωπαϊκό χώρο ή αν διακρίνει στην Ευρώπη τη θυμωθή που είχε κάποτε ή αναλειώνεται. Η διαφορετική γραμμή, που θεωρώ ότι πρέπει να ενδιαφέρει, είναι ποιες αξίες, ποιες αρχές και ποιες επιλογές μπορεί να οδηγήσουν μια χώρα, τη δική μας χώρα, έξω από την κατάσταση που βρίσκεται σήμερα. Υπάρχουν σήμερα δύο ευκαιρικά ερωτήματα. Πρώτον, πώς μπορούμε να πετύχουμε αυτό το αποτέλεσμα, αυτό το ζητούμενο, χωρίς το κόστος, χωρίς να πληρώσουμε το κόστος της ανεκανότητας, της διαφθοράς, της άκρνησης ή του πολιτικού πολιτεογραφισμού, το οποίο είναι σταθερά σημαντικό χαρακτηριστικό της διακυβέρνησης της κόρας. Και δεύτερον, αν θέλουμε, αν μπορούμε και σε ποιό παθμό μπορούμε, να περιορίσουμε τις ασύμετρες επιβαρύσεις που έχουμε σωρεύσει για τις γενιές που θα κληθούν άκρως την πρόσχερη και αρπακτική ευημερία, ευθερήσαμε να έχουμε για 2-3 δεκαετίες σε βάρος των νέων γενέων. Και ενώ, κυρίως στα οικονομικά και όχι τα περιβαλλοντικά προβλήματα, γιατί τα τελευταία είναι αποτέλεσμα απληστίας και άγνοιας των τελευταίων εκατό και παραπάνω ετών και τα οποία για πολύ καιρό είναι μία αναστρέψημα και επομένως επιβαρύνουμε άδικα όσους θα ζουν σε επόμενες δεκαετίες ή καιρόνες. Στην προβληματική αυτή, δεν τώρα πρέπει να αναζητήσουμε τη σχέση έπιαθια του μόνο στην κατεύθυνση κανονικιστώσεων που έχει η κρίση στην διαγυβέρνηση στην Ευρώπη ή στην Ελλάδα. Πρέπει να δούμε, λοιπόν, πως υπάρχει και μια αντίστροφη σχέση έπιαθια του. Αν δηλαδή η πολιτική, αντί να είναι μόνο παθητικός δέχτης των επιδράσεων που προανέφεραν και των αγαγών που γίνονται, θέτει η ίδια σε κίνηση προσδοτικίες, αντιλήψεις, περιφορές και υπονομικές ή άλλες δυναμικές, τις συνέπειες των οποίων στη συνέχεια καλύτερα να αντιμετωπίσει, όσο αν ήρθαν κάπου απ' έξω. Η απάντησή μου στο ερώτημα αυτό είναι θετική, με την έννοια ότι υπάρχει μια αντίπλευρη λειτουργία του αγία του, η αρχή της οποίας είναι εξαιρετικά στις διάρκτευτες, αλλά και μάλλον αντιάχωρη για το τελικό αποτέλεσμα. Κεντρική θέση γύρω από την οποία θα επικεντρωθώ στο πλαίσιο αυτής της ομιλίας είναι ότι οι βαθμοί ελευθερίες της Ευρώπης και ακόμα περισσότερο της Ελλάδας, να στις πολιτικές μέσα στις σημερινές και αυγριανές συνθήκες, στενεύουν πολύ πικίνδυνα. Η συρρήτηση αυτής των αντιλογών προκεί και από την ίδια τη διαδικασία της εξέλιξης και ιδιαίτερα επειδή η κρίση δημιουργεί δύσκολες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, όχι μόνο στην Ελλάδα και σε άλλους χώρους κρίσης, αλλά και στην Ευρώπη την ίδια. Οι ευρωπαϊκοί λαοίκοι έφαγαν, οικονομικά και πολιτικά, να αντιμετωπίσουν όλο και περισσότερα τα εμπινόμενες ουτερικά τους προβλήματα. Η Ευρώπη αισθάνεται τις επιτώσεις των τεκτονικών ανακατατάξεων και διεθνιές σκηνικών, όπου αλλάζουν στις ισχετισμοί δύναμους και ευημερίας και όπου μια αναστροφή της σημερινής αδυναμίας της δεν είναι διόλου το δομένο. Της ίδια εφέρας συνέπειας των ευρύτερων ανακατατάξεων έκθεται η Ελλάδα. Κάτω από τέτοιους περιορισμούς, με οποιοδήποτε σενάριο, η ενδυνάμωση των αντικών μας προσπαθειών και ικανοτήτων θα παίξει πολύ καλύτερο ρόλο από όσα παρευτών για το πώς θα παρευθούμε στην επόμενη δεκαετία. Κάτω από οποιοδήποτε σενάριο, αν η Ελλάδα είναι μέρος του ευρωπαϊκού συστήματος, είναι σίγουρος ότι σε επόμενα χρόνια δεν θα μπορούμε, και αφήνω τώρα τις ιστορίες με την κρίση και τα βραχουλίδρα του πρόθυσμα, αλλά δεν θα μπορούμε να απολαύσουμε ούτε τα χρηματοδοτικά, επενδυτικά προγράμματα που στήτησαν επενδύσεις και λαπάνες δικές μας για δυόμιση δεκαετίας στο ίδιο ύψος που τα είχαμε, ούτε το ίδιο μεγάλο ύψος αγροφικών επιδοτήσεων, ούτε το ίδιο ύψος δανείων, ούτε το ίδιο κανονικό κόστος κεφαλαίων, ούτε και τον ίδιο βαθμό ελληνικής. Αν πάει για οπωσδήποτε λόγω που δεν συμμετέχουν στο ευρωπαϊκό σύστημα, οι λόγοι που αψάνουν τη σημασία των εθνικών μας προσπαθειών και ικανοτήτων και που κάνουν ακόμα πιο κρίσιμα στοιχεία στο ρόλο της διακυβέρνησης και του πράγματος μας, είναι ακόμα πιο πιεστικοί. Και στις δύο περιπτώσεις, οι δικές μας επιλογές και ικανόντες και η δική μας αποφασιστικότητα θα καθορίσουν την πορεία μας. Κρίση θα μας έχει δώσει, η θεωρητικά τουλάχιστον, ένα εξαιρετικά σημαντικό μάθημα. Θα ξέρουμε τι εμείς έχουμε κάνει λάθος και τι δεν θα έπρεπε να ξανακάνουμε αν δεν θέλουμε να φτάσουμε ξανά στην αποτυχία. Η απόσταση, βέβαια, της ιστορίας από την πράξη είναι τεράστια, όπως ξέρουμε, και η γνώση δεν σημαίνει πολλά για την πράξη. Οδυνειρά μαθήματα πήραμε πολλά στην ιστορία της χώρας μας, αλλά αυτό δεν απέθυψε την επανάληψη των ίδιων λαθόνων. Σε μια τέτοια βουλική, δύο παράγματες είναι εξαιρετικά σημαντικοί στον προβληματικό τους εμπροβληματισμό για το κράτος και τη διακυβέρνηση στην Ελλάδα, καθώς καθορίζουν τη γιατάστασή μας σήμερα και το μέλλον μας άλλο. Πρώτον, ότι η επιτυχία μας εξαρτάται από μια βαθιά μεταρρύθμιση στο κράτος, στους θεσμούς και στις μορφές διακυβέρνησης που τα φέρνουν την χώρα σε μια αναδική κλίση. Και δεύτερον, για να γίνει αυτό, πρέπει να δημιουργείται σταδιακά μια πιο ισχυρή παραγωγική βάση, η οποία θα περιορίζει την εξάρτηση της ευημερίας μας από την άμεση ή συγκεκριμένη συνεχία αναζήτησης σημασικών νέων γρανίων και κεφαλαίων από τις εθνείς αγορές. Και τα δύο αποτελούν εξαιρετικά και ως βασικές μεταβολές στον τρόπο διακυβέρνησης και γι' αυτό σε μια χώρα, όπου βαθιές σωροποίες συμφερώνουν και στερεότυπα καθορίζουν μακροχρόνια τις αδυναμίες της, έχουν και μικρή πιθανότητα επιτυχίας. Εξειδικαίνοντας αυτή την επιχειρηματοβολία, θα υποστηρίξω ότι τα παιδιά έχουμε σε διαφοροποιούν έντονα. Από αυτό που μπορούν να αναφέρουν ως ευρωπαϊκός σύστημα διακυβέρνησης, με όλες τις επιφυλάξεις και τις τελευεριθμούς σημείωσε και πριν, είναι η έλλειψη μιας στρατηγικής διακυβέρνησης, η διάχρυτη απουσία ενός σταθερού θεσμικού κλαισίου και των πολύ πιο ατύναμων κράτους δικαίου, σε συνδυαχμό με το διάχρυτο βαθμό πολιτικής διαφοράς, είναι η ανάγκη οργάνωσης μιας αναπτυξιακής κοινωνικής πολιτικής και η αδυναμία καθανόησης υποτιάσεις αποτελεσματικής πολιτικής σε κάθε τομέα, συνεπάγητα αφενός του τήρησης κανόνων και μιας πιθαρχίας στις σχέσεις τόπων και εργαλείων, και αφεντέρεπτη προώθηση με τα ρυθμίσια και αλλαγόν, που θα στηρίσουν τους παράγοντες στους οποίους πρέπει να φεύγεται. Και θα αναφερθώ τώρα στην έννοιξη μιας στρατηγικής διακυβέρνησης. Διακυβέρνησης και άσθησης πολιτικής αναπόδεικτα, όταν επιδιώκουν ουσιαστικές αλλαγές, θα αντιμετωπίζουν ισχυρές αντιδράσεις, πολλές φορές και αλλαγές. Από πολιτική οπτική, σημασία όμως δεν έχει τι αντιδράσεις αναπτύσσονται, αλλά που μπορεί μια κοινωνία να φτάσει παρά τις αντιδράσεις και πώς θα ξεπεράσει τις αντιδράσεις και πώς μέσα από την άθληση πολιτικής και μέσα από τη διοργία νέων πραθμών ελευθερίας μπορεί να γίνει εφικτό αυτό που φαίνεται σήμερα ανέφικτο. Αλλά τελικά είναι εφικτό. Όλα δεν μπορούν να γίνουν εφικτά σε οποιοδήποτε χρόνο. Όμως για κυβέρνηση σημαίνει στρατηγική. Και στρατηγική σημαίνει νόση, αίσθηση, πεθυνόντας για το συγκεκριμένο συμφέρον, ηθαρχία και κυρίως ικανότητα εκμάθησης. Δηλαδή μαθαίνω να μαθαίνω από τα δικά μου λάθη και τα λάθη των άλλων, από την ιστορία, από άλλες περιπτώσεις, από το περιβάλλον στο οποίο κοινούμαι. Ωστόσο νέες ιδέες ακόμα και στην εποχή μας αντιμετωπίζονται στη κοινωνία μας και σε πολλές άλλες, περισσότερο ως κίνδυνος για την πολιτική εξουσία και την κοινωνική τάξη πραγμάτων παράωσε ευκαιρία για εκπληκτόψη προβλημάτων. Ο κρίσιμος κρίκος βρίσκεται στη σχέση ενάμψα στις συνθήκες και τις συνέπειες. Και τι κάνει κανείς, πώς θα εκμεταλλευτεί στις συνθήκες ώστε να πετύχεις το μεγαλύτερο όφελος. Σε ένα κλασικό κινησκό βιβλίο στρατιωτικής αναφέρεται «Ο στρατός που νητάει είναι εκείνος που νίξε πριν ακόμα μπει στη μάχη. Ο στρατός που νικέται είναι εκείνος που ψάχνει τη νίκη την ώρα του αγώνα. Όλα χρειάζονται από τον πρωτέλο. Στρατιωτική σημαίνει, πάλι κοιτάρω τη στρατιωτική αφή, να μην πράθεις τίποτα αλλά να γίνω λίγο αντιχατικό. Όμως η θεωρημική ατύθαση μπορεί να γεωθειωθεί μέσα από μια βισίδα αλλαγών που αφορούν τους όρους του παιχνιδιού, τους όρους εξέλιξης και μεταβολής κρίσιμων συνθήκων, το χειρισμό μεγάλων προβλημάτων περθύνται σε βάθος χρόνου και παραπέμπουν σε μια διαδοχή περισσότερων εκλογών. Αυτό που τελικά με σβάλλει είναι τα αποτελέσματα αυτών των ανησυνδοτών και διαδοχικών εκλογών που γίνονται σε βάθος χρόνου. Το δεύτερο στοιχείο που ανέφεραν είναι η διάκτη αμπουσία σταθερού θεσμικού ποιεσίου σε συνδυασμό με το διάθετο από καθόλου πολιτικής διαφοράς. Σε ένα πολύ γνωστό και σημαντικό βιβλίο εξ κονεμολόγου φυλάχιστον με τίφλο «Γιατί αποτυγχάνε τα κράτη», η Τάρα Ναξεμόγου και ο Τζέιμς Ρόγκονσον επισημαίνουν τον φροσιστικό ρόλο που παίζουν στην ιστορία οι θεσμοί για την ανάπτυξη, την κατηστέρηση ή την αδοχία των κρατών. Θεσμοί δεν είναι μόνο οι νόμοι και οι θεσμικές αποφάσεις. Είναι και οι πετωμένους πρακτικές, ο τρόπος επαναλογισμού νομοθετικού συστήματος, ο τρόπος απονομής της δικαιοσύνης, ο τρόπος άσκησης της εξουσίας, ο τρόπος ελέγχου της εξουσίας. Συμπεριλαμβάνουν επίσης το πώς είναι κατανοημένη η πολιτική δύναμη σε μια κοινωνία, πόσο συγκρουσιακά ασκείται αυτή η δύναμη, αν ασκείται για να εκτερθούν συλλογικοί στόχοι ή στόχοι μοιοψηφιών, ή επίσης αν ασκείται για να εκτερθούν συλλογικοί στόχοι που να μην οδηγούν στον αποκλεισμό μοιοψηφιών. Το πώς ετοιμούν οι θεσμοί σε μια κόρη, σφυριλαθεί την αποτυχία ή την επιτυχία της κυβέρνησης στις θέσεις της χώρας συνολικά. Η σχέση θεσμών εξουσίας και επιτυχίας ή αποτυχίας εψημάθηκε σε μια άλλη ανάλυση αυτή του Φουκουγιάννου, του γνωστού ίσως γι' αυτοίς Φουκουγιάννου, για το ρόλο των πολιτικών θεσμών στον να εξασφαλίσουν τα στοιχεία της εμπιστοσύνης, της αθερότητας και του κράτους του καιρού σε μια κοινωνία. Τελικά, σύμφωνα με ευρύτερα παραδεχτές διαπιστώσεις, γιατί είναι δύο αυτοί που έχουν γράψει μόνο και αυτό, οι οικονομικοί θεσμοί καθορίζονται από τη δύναμη, δηλαδή κυρίως από το πολιτικό σύστημα εξουσίας. Αξίες, θεσμοί, εμπιστοσύνη, συνθήκες αθερότητας οδηγούν αναγκαστικά στο στοιχείο της διαφοράς. Και δεν θα σταθώ στις μορφές διαφοράς, όπως ίσως πολλοί νομίζετε, με νομική και ζητική έλληνα, που συνύσσανται στην παραβίαση κανόνων του ποινικού δικαίου. Πρόκειται και περιπτώσεις ατομικής διαφοράς. Θα σταθώ όμως στις ενέργειες, χωρίς να παραβιάζουν νομικούς ή άλλους εθνικούς κανόνες, ώστε να δημιουργηθεί μιας πιο εκτυπισμένης πολιτικής διαφοράς, ή επιπλέον και μιας διαφοράς, που στη βιβλιογραφία χαρακτηρίζεται ως μετα-διαφορά. Τελευταία, πρέπει να δημιουργηθεί της πολιτικής παρέμβασης στο ίδιο οριθμιστικό σύστημα και στη διατύπωση των οριθμιστικών κανόνων, για στόχο να εισεφαλίσει τη θεσμική κάλυψη και την κοινωνική νομή μούτια για πράξεις, που στην ουσία τους συνειδητά στους λιωγών αποτέλεσμα για δροσιελικό συμφέρον, αλλά στο χέρι έχουν εξυπηρέτηση πολιτικών, κομματικών ή προσωπικών συμφερών. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι το σημαντικό τμήμα της διαφοράς που συτελείται στη δημόσια σπέρα γίνεται πολλές φορές με την πλήρη πτήρηση των δημιουργικών κανόνων. Και αυτό, θέλει το ερώτημα, πώς μπορεί κανείς να μιλήσει για διαφορά, αφού δεν υπάρχει το στοιχείο της ελληνικής παραβίασης, μπορείς να περάσεις σε θεσμικά και δημοκρατικά και κίνδυνες μορφές λειτουργίας. Από νομική ή τη δικιά άποψη, διαφορά σου δεν υπάρχει. Από ουσιαστική σκοπιά μπορεί να είναι η τραπτή. Στην ουσία, εντάξει κοιτάζω τώρα να απορρίσω λίγο παρακάτω, είναι ένα μεγάλο θέμα. Προφανώς, θα το κρίσω λέγοντας ότι προφανώς η Γέρονια εξαιρετικά ευαίσθηται τα ερωτήματα, τα οποία δεν μπορούν να εξερθούν εδώ. Θα πειραστώ να αναφέρω ότι το προφανές ευαίσθητο ερώτημα είναι πώς θα προσοδευτεί η δημοκρατία από πολιτικές προτιμήσεις, εμπάθειες, ιδανικισμούς και άλλες νοσηρές, επίσης ιδιαιφθαραμένες θέσεις, που θα θέλουν να χαρακτηρίσουν ως διαφορά κάθε επιλογή πολιτικής και θα καταλήγουν έτσι τόσο η αρχαία δουλειένια του κράτους δικαίου, όσο και την ίδια την ουσία της πολιτικής. Το τρίτο σημείο, και θα κλείσουμε αυτό, είναι το κράτος και οι μεταλλυθμιστικές πολιτικές. Σε κάθε ιστορικό κύκλο, είτε της καπιταλιστικής είτε της γερικότητας της εξεύγησης, αναδεικνύονται διαφορετικές μορφές τεχνολογικής, κοινωνικής και ικνονομικής οργάνωσης και πολιτικής δικαιογείας. Και πολιτικής δικαιογείας. Μπορεί κανείς να διαφορήσει, να γραμνήσει. Παραφράζοντας ελαφρώς τον Τωμάσο, την Λαμπεντούσα, υποστηρίζω στο βιβλίο το «Γατόπατος» και υποστηρίζω ότι αν δεν αλλάξουν τίποτα από όλα αυτά, θα νομίζουν ότι όλα μένουν εννοώστοιχο, όπως είναι, όπως θα ξέρουν, αλλά στη βοήθεια θα διαπιστώνουν ότι όλα αντρέπονται και όχι όπως θα θέλαμε, αλλά όπως δεν θα θέλαμε. Οι έννοις μεταρρύθμισης της αλλαγής χρησιμοποιούνται συχνά, από μόνος τους είναι και νέες περιοχωμένοι. Ορίζοντα το περιοχώμεν τα υλικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης αλλαγής συμμεταρρύθμισης στην οποία αναφέρεται κανείς. Όταν μιλάμε για κρίση, η ανάγκη βαθύτερων αγαπών είναι ταυτόσιμη με την ανάγκη να ξεπεράσει κανείς την κρίση. Γιατί τι σημαίνει κρίση? Κρίση σημαίνει ότι ένα σύστημα με τον τρόπο που υπηρεούσε, με τις οροπίες που υπήκαν στο εσωτερικό του, αδυνατή πλέον να αναπαράγει και τις επιτώσεις και τις οροπίες του παρελθόντος, φτάνει σε ένα διέξοδο. Όσο μια κοινωνία και η διακυβέρνηση δεν ανατρέπουν επομένως τα βασικά έθλια που δημιούργησαν την κρίση, η κρίση αναπαράγεται. Επομένως, έξοδος από την κρίση προϋποθέτει αναπτροπές, αλλαγές, μεταρρυθμίσεις. Πολλά από αυτά που είπα συμπυκνώνονται σε ένα κοινό παρανομαστή. Την ανάπτυλα να εισομανταθούν μέσα στον κρατικό πολιτικό μηχανισμό, οι γενείς ικανότητες που θα εγκωτινούν αλλαγές, γρήγορες προσαρμογές και νορτωνικές δίσεις και θα δίνουν εμβεληξία στο σύστημα. Ζητούμε να δεν είναι τόσο γιατί έχουμε μονομένες διδημίσεις, όσο διεκρύτερες αλλαγές, περιοδικά γίνονται αλλαγές, το οποίο είναι ένα εθνικό σύστημα, να μπορεί να παρακολουθεί τις συνολικές αλλαγές του περιβάλλοντος στο οποίο κινείται. Κλείνοντας, θα πω ότι ήθελα να μιλήσω και για την ανάπτυξη αλλά δεν υπάρχει χρόνος. Θα κλείσω λέγοντας ότι στην ουσία, όταν το παλιό σαπίζει, πρέπει κάποια στιγμή να διαλέξουμε που θέλουμε να κάνουμε, τι πρότυπα επιλέγουμε. Στην ιστορία τα πρότυπα διαλύονται. Ό,τι ήταν πρότυπο μέχρι κάποια στιγμή, την επόμενη μπορεί να πάθεις να είναι. Τι θα αφήσει πίσω της Ευρώπης στην πορεία αυτή και πώς θα παρακολήσει, δεν το ξέρουμε. Και ποια θα είναι τα πρότυπα μιας ευρωπαϊκής περιφέρειας αύριο, επίσης δεν τα ξέρουμε. Σε κάθε περίπτωση, έξοδος από την κρίση δεν μπορεί παραμένως να επικεντρώνει στο κράτος, τη διακυβέρνηση αλλά και το παραδοσιακό σύστημα. Και βέβαια όχι μόνο αυτά. Μεγάλες συστημικές και διαφορετικές διαφορές μεταξύ ισχυρών και αδύναμων χωρών, επικεντρώνονται ακριβώς στους πόλους που ανέφεραν και στις προοχικές δυνάμεις της σύγκρονης δύναμος. Στις επενδύσεις, τη γενοτομία, την ενταγωνιστική κανόντα της κοινωνικής οροπίας και τη δικαιοσύνη, τις πολιτικές που τύχνουν να εισοματώνουν τα χρήματα του κοινωνικού συνόλου. Η Ελλάδα, παρά τις ανθήκες σε οποίες βρέθηκε με την κρίση, σήμερα βρίσκεται στην οικοστοία όστι ένα τη θέση του παγκόσμιου δίχτυου ανθρώπινης ανάπτυξης. Θα μπορούσα να πω πολύ κάτι, να είσαι στο ανώτερο 13% του παγκόσμιου διπλισμού. Δεν βρέθηκε τίες θέσεις, βρέθηκε γιατί έχει δυνατότητες και ικανότητες προσαραμωγής της εξελίξης, έχει μια ισχυρή δημοκρατική βάση, τουλάχιστον εδώ και μεγικές δεκρετίες, έχει όμως και δημοκρατικό πνεύμα και στην ιστορία προς το πίσω, δεν όχι περίοδο περικλή, έχει κοινωνικές πολιτικές, έχει ανθρώπινο κεφάλαιο και ενώ η ασήματο γμήμα της κοινωνίας της παίζει κατά καιρούς το ρόλο της αδυμμονικής εξέλιξης. Τις εχειμάσεις της ιστορίας δεν μπορεί να τις αποφύγει κανείς. Παρά τις αδυναμίες στα θεμελιώδη λάθη που γίνονται και τις είδες που βιώνουμε, θεωρώ ότι θα ξαναβρεθούμε στην επάνω πλευρά των εξελίξεων ακολουθώντας την ιστορική τάση που καράξαν στο καρδιθόν, ίσως και σε ποιος έλεγρας. Όσο πιο γρήγορα, τόσο καλύτερα. Ευχαριστώ πολύ. |