Σκέψεις πάνω σ’ ένα... τελευταίο σημέιωμα | Pantelis Voulgaris | TEDxChania /

: Ε Συστάσεις ιδιαίτερα δεν χρειάζονται. Ο κύριος Βούλγαρης θα συζητήσει μαζί μας εδώ και για τη νέα του ταινία, που είναι μια εξαιρετική ταινία. Θα μας μιλήσει διεξοδικά για τη νέα του κινηματογραφική δουλειά, που αγγίζει μία από τις πιο γνωστές σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Αλλά θα ήθελα πρώτα ν...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Φορέας:TEDx Chania
Μορφή:Video
Είδος:Μαρτυρίες/Συνεντεύξεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: TEDxChania 2018
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=nJ7QGKHrYW4&list=PLSuMvwOBeqn20o5Qc1BZlwilRsz5Uy04I
Απομαγνητοφώνηση
: Ε Συστάσεις ιδιαίτερα δεν χρειάζονται. Ο κύριος Βούλγαρης θα συζητήσει μαζί μας εδώ και για τη νέα του ταινία, που είναι μια εξαιρετική ταινία. Θα μας μιλήσει διεξοδικά για τη νέα του κινηματογραφική δουλειά, που αγγίζει μία από τις πιο γνωστές σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Αλλά θα ήθελα πρώτα να τον ακούσουμε να μας μιλήσει και για το θέμα της φετινής διοργάνωσης, να δούμε τη δική του προσέγγιση, πώς δηλαδή κάποιος απελευθερώνεται από τα δηλήματα και χαράζει τη δική του διαδρομή και φτάνει βέβαια στην κορυφή όπως κατάφερε να την κατακτήσει και εκείνος. Θα ήθελα λοιπόν κύριε Βούλερ να μας πείτε κατ' αρχάς ποιος είναι ο δικό σας μύτος στο λαβύρινθο της τέχνης. Πριν σας πω για το δικό μου μύτο, θέλω να σας πω συγχαρητήρια για την εκδήλωση αυτή. Και συγχαρητήρια και μπράβο στους ομιλητές, στον αγώνα που κάνετε σε αυτόν τον τόπο. Είστε η αλπίδα αυτού του τόπου. Και νομίζω ότι βρήκα και την επόμενη ταινία που θα κάνω. Είναι ο αγώνας ο δικό σας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί το τέντεξ πρέπει να εμπνέει και από τι φαίνεται, ήδη ενέπνευσε έναν μεγάλο καλλιτέχνη. Άρα, έναν στόχο τον πρώτο τον κατακτήσαμε για πόψε. Τον υπόλοιπο θα τον ακούσουμε στα σχόλιά σας. Αν βρούμε και τα λεφτά, ακόμα και λίγο. Θα μας το πείτε κι αυτό, πόσο δύσκολο είναι να γίνει μια μεγάλη παραγωγή σήμερα, πόσα εμπόδια υπάρχουν και πώς μπορούν να υπερβεί κάποιες αυτά τα εμπόδια. Λοιπόν, εγώ δεν ήξερα ότι αυτό που κάνουμε μια ζωή λέγεται και μύτος, οπότε το έπαθα εδώ. Μύτος, λοιπόν, ο δικός μου ξεκινάει από μικρό παιδί με αδενοπάθεια στο κρεβάτι, κατοχή, σκιές που μπαίνουν από έναν στόρι που είχε η μητέρα μου με σχέδια και τα βλέπω να τα παρακολουθώ καθώς προχωράει ο ίσιος τους και το φως στον τείχο και ώρες πολλές μόνος μου. Μάλιστα με είχε ρωτήσει ο Ελία Καζάνη που είχα την τύχη να το γνωρίζω. Μικρός ήσουν άρρωστος. Που σημαίνει ότι φαίνεται ότι σε αυτή τη ηλικία, οι πολλές ώρες μοναξιάς είναι ένας διάλογος με τη φαντασία. Το επόμενο βήμα είναι στο σχολείο. Στο σχολείο βλέπω ταινίες, δεν υπήρχε τηλεόραση, τηλεόραση την είδα εγώ στα 27 μου χρόνια. Που σημαίνει ότι ο κινηματογράφος, η μαγεία των εικόνων, ήταν αυτές που με συγκλονίζανε και παρακολουθώντας ένα γύρισμα έξω από το σπίτι μου ενώ σκηνοθετή ελληνά του Ουσοκράτη του Καψάσκη, που μου άρεσε γιατί ήταν και ωραίος άντρας, αναφορούσε και ένα ωραίο δερμάτινο σακάκι και ξεχώριζε από τους υπόλοιπους, ρώτησα τι ακριβώς δουλειά κάνει αυτός, λέει σκηνοθέτησα. Λέω αυτό θα γίνω. Αγράμματος, δεν είχα βιβλία στο σπίτι. Ευτυχώς οι γονείς μου δεν αντιδράσανε όταν είπα ότι θα γίνω σκηνοθέτης, ενώ όλο που σκηνοθέτης ελληνικές ταινίες ήταν με ένα μπλε πουλόβερ με άσπρα το πουκάμισο του απ' έξω, ένα μπερέ και προχωρούσε και δίνον δηγίες στους ηθοποιούς. Κράτησε ένα εξάμεινο η διάρκεια στη σχολή Σταυράκου και επειδή κατάλαβα ότι τα τρία χρόνια που θα φοιτούσα δεν θα έπρεπε ούτε κινηματογραφική μηχανή, ούτε φιλ. Παρακάλεσα τον σκηνοθέτη μου, τον δάσκαλό μου, τον Δημοπλό και πήγα να παρακολουθήσω ένα γύρισμα στη Φινοσφυλμ. Και κόλλησα για τέσσερα χρόνια. Παιδί για όλες τις δουλειές, δεύτερος βοηθός, πρώτος βοηθός, έμαθα αυτό το πολύ βασικό πράγμα που είναι στη δουλειά μας, πώς διαχειρίζεις τον κόσμο ένα πρωινό που θα πας για γύρισμα. Όπως είπε ο φίλος μου εδώ πέρα, πώς έγινε το γύρισμα. Δηλαδή, θέλει μια ολόκληρη διαδικασία, να μην χαθείς μέσα στους τεχνικούς, να είναι συγκεκριμένες οι εικόνες που θέλεις να γυρίσεις εκείνη την ημέρα, να έχεις τη φροντίδα των ηθοποιών, είναι κάτι το οποίο έχει στάδια διαδοχικά για να μην υπάρχει ένα πλήρες χάος με έναν κόσμο που δεν ξέρει τι ακριβώς θα συμβεί. Αυτό, λοιπόν, το έμεθα στη Φινοσφυλμ. Βεβαίως, από ένα σημείο και μετά, έκανα το μυαλό μου να αναγνωρίζω τον τόπο που ζω, να τον παρακολουθώ μέσα από τα λεωφορεία, σε μακρινές συνυκείες, να παίρνω τα σενάρια μου και να τα γράφω στο πέραμα σε μια μακρινή περιοχή από τα πατίσια που έμενα. Φρόντισα, δηλαδή, να καταλάβω αυτό το πράγμα που λέγεται κόσμος, που λέγεται ζωή και θυμάμαι μια φράση του Σεφέρη, που έλεγε για τους δικούς μας φύτες, ότι στον τόπο μας είμαστε δυστυχώς αυτοδίδακτοι. Λοιπόν, ό,τι κατάφερα να μάθω, είναι κάτι που αποέσθηκτο, ή από το μύτο, στάδιο-στάδιο, διαβάζοντας, γράφοντας μικρές ιστορίες. Έφτασα να ξεκινήσω από δύο μικρές ταινίες στον κλέφτη, που έπαιξα με τον Αλέξι τον Δαμιανό, τον Τζίμι τον Τίγρη, και μετά έκανα τις 13 ταινίες μέχρι την τελευταία. Πώς σας ανθέκατε την πρώτη φορά, στην πρώτη σας ταινία και πόσο εύκολη ήταν αυτή η διαδικασία, έκρυβε ανατροπές, δηλαδή έχετε από την αρχή στο μυαλό σας την πορεία των πραγμάτων, τι θέλετε να κάνουν οι εθοποιοί, πώς θα κυλίσει η ταινία, τα αλλάζετε αυτά συχνά? Στο πρώτο γύρισμα και στο πρώτο πλάνο που γύρισα, παρόλο που ήξερα τη διαδικασία σαν βοηθός, είχα τρομακτικό τρακ γιατί είχα έναν εθοποιό πολύ γνωστό σκηνοθέτη του θεάτου τον Αλέξο Δαμιανό και είχα κομπλάρι, δηλαδή δεν ήξερα τι να του πω, τι λες έναν εθοποιό. Και το πρώτο πλάνο λοιπόν ήταν σε ένα αστυνομικό τμήμα που έμπαινε ο Δαμιανός από την πόρτα και πήγαινε σε ένα γραφείο. Και εκεί λοιπόν τα είχα χάσει, δεν ήξερα πού να σθήσω τη μηχανή. Έλαγα εδώ πέρα στην τη μηχανή, γιατί εδώ και όχι εκεί, γιατί εκεί και όχι εκεί, πρέπει κάποια στιγμή να αποφασίσεις πού θα σθηθεί η μηχανή γιατί πρέπει να μαζευτούν οι ηλεκτρολόγοι και να αρχίσει η δουλειά. Και κάποια στιγμή βλέπω τον Δαμιανό που ήταν στην ανοιχτή πόρτα που αγωνιούσε και βγάζει ένα μαντήλι που είχε και σκούψε τον υδρότα του. Γιατί τρεπόμουν και όλες να πάω να μιλήσω με τον Δαμιανό. Και βλέποντας αυτή την κίνηση τον πλησιάζω και του λέω κύριε Δαμιανέ ας υποθέσουμε ότι έξω έχει πολύ ζέστη και μπαίνετε τώρα στο γραφείο μέσα και σκουπίζεστε. Και με βουτάει από το χέρι με σβήγει και μου λέει τέτοια λέγε μου, τέτοια λέγε μου. Και καταλαβαίνω ότι ο Δαμιανός φοβόταν περισσότερα από εμένα. Λοιπόν αυτό ήταν το πρώτο μπάσιμο στα κρύα νερά του Λουτρού και από εκεί και πέρα πήρε η ροή η υπόλοιπη ιστορία. Χρειάζονται δηλαδή η δική διαχείριση όλοι αυτοί οι άνθρωποι και πώς κατακτάει κάποιος την επικοινωνία με έναν καλλιτέ. Η επικοινωνία με τους ιθοποιούς ξεκινάει από πολύ νωρίς. Το κάστινγκ, τι είναι το κάστινγκ, πώς θα επιλέξουμε τους ιθοποιούς. Εσύ πώς τους επιλέγετε, ποια? Για τις νύφες, για να διαλέξω τη Βικτορία Χαραμπίδου και την Εύη Σαουλίδου για τους δύο βασικούς ρόλους είδα 1600 κορίτσια. 1600 κορίτσια. Σε χρόνο, μήνες. Πρέπει να υπολογίσετε ότι το κάστινγκ που κάνουμε εμείς στο γραφείο το δικό μου δεν είναι απλώς να αφήσουν ένα βιογραφικό και μια φωτογραφία γιατί δεν καταλαβαίνω τίποτα. Από τα τηλεφωνήματα που παίρνουμε αρχίζουμε σιγά σιγά κάθε μέρα και βλέπουμε 15 άτομα, ανά 20 λεπτά, να μην είναι από το πρωί από τις 8 η ώρα στο γραφείο, που σημαίνει ότι κάθομαι, κουβεντιάζω και ανακαλύπτω στοιχεία των ηθοποιών τα οποία ούτε στο βιογραφικό υπάρχουν αλλά ακούω τις ιστορίες τις δικές τους. Δηλαδή συνέβη στις νύφες να ακούσω δύο ιστορίες οι οποίες ήταν καλύτερες από την ιστορία που γύριζα εγώ εκείνη την εποχή. Οι οποίες ήταν οι ιστορίες των ανθρώπων που έρχονταν. Λοιπόν, το κάστινγκ παίρνει αυτή τη χρονική διάρκεια, σχολαστικά, μετά με τους βοηθούς μου καθόμαστε και κατηγοριοποιούμε όλο αυτόν τον κόσμο. Για τους ηθοποιούς τους γνωστούς, τον Γιώργο τον Αρμένη που έχω δουλέψει στο Βέγγο, αυτούς τους είχα από την αρχή όταν έκανα τα σενάρια, τους υπολόγησα σαν… Μιλάτε και μεγάλους ηθοποιούς τώρα. Μεγάλους ηθοποιούς και από νωρίς τους ήξερα, γιατί στο Φίνο ήξερα τη Βουλιοκλάκη, τον Κωνσταντάρα, τον Κούρκουλο, με όλους αυτούς στην Καρέζη για δουλέψη. Είχα πάρει το θάρρος και μπορούσα να συνεργαστώ. Σας έχει ευνηδιάσει δυσάρεστα ποτέ κάποιος ηθοποιός. Ναι. Θέλετε να τον μοιραστείτε μαζί μας. Ήταν ένας νέος ηθοποιός, ήταν στον Ελευθέριο Βενιζέλο, έκανε τον Μπρύγκυ Παπέτρο και μας έχουν δώσει το Προεδρικό Μέγαρο, την αυλή του Προεδρικού Μεγάρου, για να κάνουμε ένα γύρισμα. Και μας έχουν πει ότι στις 12 πρέπει να έχουμε τελειώσει, γιατί θα έρχονταν ο Γάλλος Πρέσβης και έπρεπε να έχουμε τελειώσει τη δουλειά στον κήπο. Και ήταν μια σκηνή με κυρίες της αυλής, με άλλους ηθοποιούς και διαπιστώνω ότι ήταν και η πρώτη μέρα γυρίσματος του ηθοποιού, ότι δεν είχε διαβάσει τα λόγια του. Και μου λέει βοήθαμε. Να σε βοηθήσω πώς? Μπορώ να σε βοηθήσω από τη στιγμή που έχεις λυθεί, που ξέρεις το κείμενο. Λοιπόν, αυτή ήταν ίσως και η μοναδική στιγμή στη καριέρα μου που είχα μια τέτοια, ας πούμε, συμπορηφορά ή έλλειψη συνεργασίας. Από εκεί και πέρα, επειδή ξέρουν ηθοποιού ότι τους αγαπάω, γιατί τι είναι ο ηθοποιός, ο ηθοποιός είναι κάποιος ο οποίος ψάχνει να βρει δουλειά δύο φορές το χρόνο τουλάχιστον. Δηλαδή αν δουλέψει το χειμώνα, ψάχνει να βρει δουλειά για το καλοκαίρι. Περνάει απ' όντι σιών, περνάει για τη τηλεόραση. Αυτή τη στιγμή, επειδή αναφέρουμε και προβλήματα σημερινά, υπάρχουν οι ηθοποίοι που παίζουν στο θέατρο με 3,5 ευρώ την ώρα την παράσταση. Γι' αυτό βλέπετε οι ηθοποίοι που παίζουν δευτέρα, τρίτη άλλο έργο, πέμπτη Παρασκευή άλλο, Σαββατοκύρια ακούω άλλο. Δηλαδή κάνουν πρόβες, ο Κωνσταντίνου, ηθοποιός μου που έπαιξε τον Σουγαντζίτη, κάνει πρόβες τώρα. Κάνει πρόβες σε τρία θεατρικά έργα, όπου είναι τρέλα. Πώς μπορείς να μπεις σε τρεις χαρακτήρες ταυτόχρονα. Λοιπόν, οι ηθοποιείς στο σινεμά είναι πραγματικά σαν παιδιά. Δηλαδή πρέπει, εμείς αφού έχουμε φωτίσει το χώρο, τους έχουμε μακηγιάρει και λοιπά, έρχονται και πρέπει αμέσως να πούμε τα λόγια τους. Λοιπόν, δίνω χρόνο σε πρόβες, σιγά-σιγά, ό,τι έχουμε πει για το χαρακτήρι να τα έχουμε τελειώσει πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Και από εκεί και πέρα η συμπεριφορά η δικιά μου είναι κατανόησης. Τους χαϊδεύω, τους φυλάω, σιγά-σιγά, σκηνή-σκηνή, βήμα-βήμα. Αποδίδουν καλύτερα έτσι. Φυσικά. Τουλάχιστον στις ταινίες δικές μου έχω καταφέρει να παίζουν πολύ καλά. Αναπολείται κάτι από τις παλαιότερες εποχές. Όχι, δεν αναπολώ. Κοιτάζω προστά. Ό,τι είναι παλιά έχει περάσει. Πρέπει να σας πω ότι είναι καλύτερα να κυρίζω ταινίες παρά να κουβεντιάζω σε κόσμο. Αυτό εγώ δεν ήθελα να το αποκαλύψω. Το αποκαλύψατε μόνος σας. Το έπρεπε και μόνος. Δεν χρειάζεται. Νομίζω ότι είναι τόσο ενδιαφέροντα όσα μας λέτε και μοιράζεστε μαζί μας που ακούει και ο κόσμος με πολλή προσοχή όπως μπορείτε να δείτε. Είστε πάρα πολύ αγαπητός και το έργο σας διεθνώς αναγνωρίσιμο. Να έρθουμε λίγο στην τελευταία σας ταινία. Ναι. Πώς διαλέξατε… Πριν έρθουμε στην τελευταία μου ταινία, συγγνώμη που σας διακόπτω. Καθόλου. Πρέπει να πω ότι έχω ένα πάθος με την ιστορία του τόπου. Γιατί κάνω σινεμά, για να καταλάβω αυτό το τόπο. Γιατί κάνω αυτές τις ταινίες, για να δώσω τη δυνατότητα στον κόσμο, αυτούς που ελπίζω ότι θα συγκινηθούν με αυτό που με συγκίνει εμένα, να δουν την ταινία, να σκεφτούν. Δεν υπολογίζω και πολλά πράγματα. Η τέχνη δεν αλλάζει τον άνθρωπο. Απλώς συμβαίνει σε στιγμές κρίσιμες ένα πλάνο, ένας διάλογος, ένα πείημα του Ρίτσου, ένας πίνακας του Τσαρούχη, μια ερμηνεία του Γιώργου Αρμένη στο θέατρο, έρχονται κάποιες στιγμές και μας παίρνουν από το χέρι αυτές τις στιγμές. Αλλά δεν αλλάζουμε. Δεν αλλάζει η τέχνη τον άνθρωπο. Οι ταινίες σας πάντως έχουν πολλές ιστορικές αναφορές, άρα καταλαβαίνω ότι στόχος δεν είναι απλώς να μεταφέρετε τα γεγονότα, είναι και να διδάξετε τι ακριβώς συνέβη. Εγώ ξεκινάω, για να καταλάβω την ψυχή βαθιά που αναφέρετε στον εμφύλιο, την ξεκίνησα όταν έκανα ρεπεράζ, έψαχνα για χώρους δηλαδή για τις νύφες, στην Καστοριά. Και εκεί είδα τις βουνοκορφές γράμμος Βίτζι, που είναι οι τελευταίες μάχες του εμφυλίου, και κατέβηκα στο σπίτι και επειδή είναι πάθος μου η ιστορία, είχα βιβλία του εμφυλίου, αλλά είναι πολύ δύσκολο να ξεκινήσεις από ποιο βιβλίο ξεκινάς. Είσαι detective, δηλαδή αρχίζεις από ένα βιβλίο, παίρνεις πληροφορίες για κάποιο άλλο, τελικά έχω γύρω στα 650 βιβλία για τον εμφύλιο, για αυτή την εποχή, χωρίς να θέλω να κάνω ταινία. Τα παιδιά μου λέγανε, μα θα κάνεις μια ταινία για τον εμφύλιο, λέω εγώ θέλω να καταλάβω ρε παιδάκι μου τι έγινε. Συνέπεσε λοιπόν στο τέλος να κάνω την ιστορία των δύο παιδιών, που είναι το ένα από τη μία πλευρά και το άλλο από την άλλη. Αλλά διαβάζω για να καταλάβω και διαβάζω για να συγκινηθώ. Θα σας περιγράψω τώρα μια σκηνή γιατί φεύγουν τα παιδιά να σπουδάσουν έξω, επειδή τώρα έχω πιάσει την απελεφέρωση από το 1821 και φωνάζει η γυναίκα μου τι θα ακούμε κάθε μέρα. Μας πάντε πιο πίσω λίγο, μας πάντε πολύ πιο πίσω. Λοιπόν, είναι μία μικρή ιστορία. Είναι ο Ιψηλάντης ο οποίος κατεβαίνει από τη Ρωσία προς την Ελλάδα για να ξεκινήσει η επανάσταση. Και πάμε τώρα στις παραδουνάβιες περιοχές, στο Κίεβο, στην Οδυσσό, όπου οι πλούσιες οικογένειες των Ελλήνων σπουδάζουν τα παιδιά τους. Και οι καθηγητές τους μαθαίνουν ότι ξεκινάει ο Ιψηλάντης, μπαίνουν στις αίθουσες των πανεπιστημίων, Έλληνες, ο Γενάδιος, που μέχρι τόσα χρόνια παίρναγε από την βιβλιοθήκη τη Γενάδιο και δεν ήξερα ποιος είναι ο Γενάδιος. Ο Γενάδιος, λοιπόν, είναι καθηγητής, ο οποίος μπαίνει μέσα στις αίθουσες και τους λέει, «Ξεκινήστε, ξεκινάει η επανάσταση». Και φεύγουν 360 σπουδαστές, πλουσίων οικογένειών, παιδιών που δεν ήξεραν να είναι σως και ελληνικά εκείνη την εποχή, 400 χρόνια σε κλαβιά είχαμε, και κατεβαίνουν τα πόδια και περνάνε τα αυστριακά σύνορα, φτάνουν στη Ρουμανία σε ένα ποτάμι, βρίσκουν κάτι από θήκες και εντύνονται στρατιωτικά και σκοτωθήκαν και 360. Λοιπόν, λέω τώρα, μία μετανάστηση και μία επιστροφή σε άλλες εποχές βέβαια. Ένα χειροκρότημα, παρακαλώ, γιατί πόση αλήθεια κρύβει το γεγονός ότι δεν ξέρουμε τίποτα και όσο διαβάζουμε τόσο περισσότερα μαθαίνουμε. Ποιος ξέρει ότι στο Παρίσι υπάρχει σταθμός στο Μετρό που λέγεται Μπότσαρις. Το ξέρετε, διαβάστε λοιπόν. Ορίστε, μάθαμε και κάτι απόψε, πολύ σημαντικό. Λοιπόν, θέλω να μας πείτε για τη νέα σας ταινία, κατ' αρχάς πώς διαλέξατε το συγκεκριμένο θέμα και τι σηματοδοτεί ο τίτλος, το τελευταίο σημειώμα. Το τελευταίο σημειώμα είναι τα σημειώματα που καταφέραν και γράφανε την τελευταία στιγμή οι Μελοθάνατοι και στη διαδρομή από το Χαϊδάρι στη Γεσαριανή, Μα ακούτε, στη διαδρομή μέσα από τα φωτηγά, μέσα από τα καμιόνια τα ρίχνανε στο πουθενά, τα βρίσκανε οι Αθηναίοι και μαζευτήκανε όπως και ρούχα των εκτελεσμένων στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Και ένα από τα σημειώματα αυτά βέβαια είναι του αδερφού του Ανόλου Γουλέζου, του Νικόλα Γουλέζου, που εκτελέστηκε μια εβδομάδα μετά τους διακόσμιους και μάλιστα στο σπίτι του Ανόλου είχε μπερέ ο Νίκος ο Γουλέζος και είχε βγάλει τη φόδρα και στη φόδρα επάνω έγραψε το μήνυμα που αφορούσε την οικογένεια. Λοιπόν, τι με ρωτήσατε. Να μας πείτε ο τίτλος, το τελευταίο σημείωμα. Αυτό είναι το τελευταίο σημείωμα. Οι τελευταίες λέξεις, οι οποίες είναι λέξεις για τον πατέρα, για την αδερφή, για τη μάνα και για την πατρίδα. Σας είχα ακούσει σε μια συνέντευξη να λέτε ότι ο Ναπολέων Σουκατζίδης σας σημάδεψε και ότι είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου πλέον να τον τιμήσετε. Μπορεί να το έχω ξαναπεί και να το έχετε διαβάσει, αλλά εγώ τον Ναπολέων Σουκατζίδη τον βρήκα σε ένα από τα πρώτα βιβλία που αγόρασα. Υπήρχε ένα βιβλιοπωλείο στο Μοναστηράκι, υπόγειο, με τα χειρισμένα βιβλία του Νασιώτη, ο οποίος ήξερε και από βιβλία. Και μέσα σε αυτά που πήρα με το μισθό από τη Φίνος Φιλμ, πήρα ένα βιβλιοπωλείο για κριτικές μαντινάδες της Μαρίας Λιουδάκη. Αργότερα κατάλαβα ότι η Μαρία Λιουδάκη ήταν η αδερφή του ραβωνιαστικού του Ναπολέωντα, της Χαράς. Λοιπόν, στην εισαγωγή μέσα, πριν ξεκινήσουν οι μαντινάδες, έγραφε ένα ευχαριστήριο η Μαρία Λιουδάκη για τον 16-χρονο μαθητή τον Ναπολέωντα Σουκατζίδη, που είχε μαζέψει τις καλύτερες μαντινάδες. Και τότε ακόμα δεν ήξερα ούτε τις μαντινάδες, ούτε το Σουκατζίδη, αλλά ξαφιάστηκα με την κάβλα αυτού του παιδιού να ψάχνει στο 16 του χρόνια. Όταν μετά έμαθα ότι δεν ήταν και κριτικός, αλλά είχαν έρθει από τη Μικρά Ασία στο αρκαροχώριο Ιρακλίου και μεγάλωσε, σιγά-σιγά διαβάζω στην ιστορία, τον βρήκα συνθηκανιστή, κομμουνιστή, πολύγλωσο από το 36 τις φυλακές και βέβαια το τελευταίο κομμάτι της ζωής του, η αυλή, η φυλακή και αυτές οι μέρες, οι 12 που περιγράφω, ήταν στο μυαλό μου χρόνια για να το κάνω το φιλ. Εδώ έχουμε καταβάσει νέους ανθρώπους, όπως πολύ καλά γνωρίζετε. Αν συμφωνείτε θα ήθελα, αν κάποιος θέλει να ρωτήσει κάτι εδώ, να μας το πει, αν έχει κάτι να ρωτήσει στον κύριο Βούλγαρη. Θα ζητήσω στη συνέχεια βέβαια να στείλει και εκείνος ένα μήνυμα σε εσάς, γιατί ξέρω ότι αγαπάει τόσο πολύ τους νέους ανθρώπους και καμιά φορά νομίζω εκνευρίζεται με κάποια πράγματα που βρίσκει πολύ τρώτα σημεία στη σημερινή μας εποχή. Θέλει κάποιος να ρωτήσει κάτι. Την επόμενη ταινία σας. Επειδή έχω κάνει τέσσερις δύσκολες και ακριβές ταινίες, την ψυχή βαθιά, τη Μικρά Αγγλία και το τελευταίο σημείωμα, θέλω να κάνω κάτι, όχι επειδή θα είναι πιο φτεινό, αλλά θέλω να μιλήσω για το σήμερα. Και το σήμερα για ένα δημιουργό δημιουργεί ένα πρόβλημα, ότι κάτι που θεωρείς ότι είναι άμεσο και επίκαιρο, σε έξι μήνες μπορεί να έχει φθαρεί από τη τηλεόραση και να έχουμε συνηθίσει και εμείς να το ακούμε, να το ξεπερνάει δηλαδή ο χρόνος. Προχθές που είχαμε εδώ πέρα προβολή στο Φεστιβάλ που είχαμε έρθει και δείξαμε την ταινία, είδα ταινίες που ο Φράζες Κάκης, ο διοργανωτής του Φεστιβάλ, έχει ένα πρόγραμμα που οι σπουδαστές, οι μαθητές στα σχολεία και στα εκκλησιακά γυνουάσια κάνουν ταινιάκια. Και κάθεσα και τα είδα όλα, ήταν καμιά τριάντα πενταριά. Και βρήκα ιδέες, δεν θέλω να σας πω ακόμα την ιδέα, αλλά βρήκα ιδέες που νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να την κάνω και όταν γύρισα στο σπίτι το είπα και της γυναίκας μου γιατί μαζί τα αποφασίσουμε. Δεύτερη αποκάλυψη. Αυτό λοιπόν θα ήθελα να πω, γιατί είναι η συνέχεια του θέματος που δεν θέλω να σας το αποκαλύψω, είναι ότι εσείς είναι οι άνθρωποι, είναι χοντρές κουβέντες αυτές. Η ελπίδα αυτού του τόπου. Τι σημαίνει αυτό? Αγάπη της καθημερινότητας. Δηλαδή εμείς όλα αυτά τα χρόνια που περάσαμε και που ήταν πιο δύσκολες εποχές, κατοχές, εμφύλι, δικτατορία κλπ. Είχαμε μια εμπιστοσύνη, ακουμπάγαμε στην τέχνη. Δηλαδή θεωρούμε ότι αυτοί οι πολύ μεγάλοι συνθέτες, ο Χατζιδάκης, ο Μαρκόπουλος, ο Σαββόπουλος, ο Μικρούτσικος, ο Μάνος ο Ελευθερίου, ο Γκάτσος, όλοι αυτοί μας έχουν πλουτίσει με τρίλεπτα κομμάτια τα οποία αυτά είναι πολύ καλύτερα από τις ταινίες μας. Δηλαδή σε ένα τρίλεπτο τραγούδι ακούς χαρακτήρες, ακούς ατμόσφαιρα, ακούς συνέστημα και αυτά σε συνέχεια με την ποίηση, με τη ζωγραφική, με τους θεατρικούς συγγραφείς, με τους Έλληνες κοινοθέτες. Είναι μια πλάτη που μπορείτε να ακουμπίσετε, γιατί όλοι αυτοί γενεόδωρα και αφιλοκερδώς προσφέρανε όλα αυτά τα χρόνια και αυτό μπορεί να είναι το ορμητήριό σας. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Αν περιμένετε από τις κυβερνήσεις που περνάνε και διαχειρίζονται τα πράγματα, είστε ανοιχτωμένοι. Λοιπόν, προχωρήστε και δημιουργήστε εσείς. Εσείς παίρνετε τη σκητάριπια. Ένα θερμό χειροκρότημα. Να είστε καλά. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Γεια σας και καλή συνέχεια. Να είστε καλά.