: Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ πολύ. Ένα άλλο αναπάντεχο γεγονός, αυτή τη φορά πρόκληση για τη ζωή μου. Ήρθε και το τέταρτο παιδί στην οικογένειά μας και κάπως γίναμε πολίτεκνοι. Ναι, γίναμε ανάδοχοι γονείς ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες, παρακαλώ. Τότε που τα ιδρύματα γέμιζαν με παιδιά εγκαταλελειμμένα από ανήπανδρες μητέρες, από γονείς που δεν είχαν τα να θρέψουν. Τότε που οι θάλασσες ξεβράζαν παιδικές ψυχές, τότε που οι άνθρωποι απαγωνιζόντουσαν, τότε που τα μήμοι έψιλον σκόρπιζαν τέτοια τρομοκρατία για το θολό αύριο. Τέτοια ηθική κρίση δεν την είχα νιώσει ποτέ μου. «Στέλλα, έχουμε πιάσει πάτω σαν ανθρωπότητα», μου είχε πει ο κ. Μπριασούλης, καθηγητής παιδιατρικής. Ναι, τότε πήραμε την ευθύνη να πάρουμε ένα παιδί στο σπίτι μας. Τη Μαρία τη γνώρισα στις 11 του Σεπτέμβρη του 2011. Τότε είχα γυρίσει από άδεια να τροφήσω το τρίτο παιδιό μου, οπότε και άλλαξα τμήμα. Πήγα σε έναν καινούργιο τμήμα, δούλευα στη Μέθεν ηλίκων τότε, θυμάμαι, οπότε έπρεπε να πάω να συστηθώ. «Καλημέρα σας», λέω στην πρωισταμένη. Είμαι η Στέλλα, βλέπω στην αγκαλιά της και κρατούσε μια άμορφη μάζα από σάρκα και οστά. Το μόνο που σκέφτηκα ήταν ο άνθρωπος στην αρχαίγονη μορφή του, έτσι λίγο με απέχθεια, θυμάμαι. Γύρισα απλά τη και έφυγα. Αυτό το συζήτησα το βράδυ με την οικογένειά μου. Αργότερα με πληροφώσανε ότι αυτό το παιδί γεννήθηκε στο νοσοκομείο μας από γονείς οικονομικούς μετανάστες. Η μαμά του έπαιρνε φάρμακα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οπότε και το παιδί όπως αντιλαμβάνεστε γεννήθηκε με τεράστια προβλήματα. Δεν θα πω στο ιωτρικό ιστορικό του, δεν μου επιτρέπετε, θα ήταν λίγο ανήθικο. Αλλά νοητική στέρηση, σωματική ανεπάρκεια, καρδιακή ανεπάρκεια, είναι αρκετά να σας πω το τεράστιο μέγεθος του προβλήματος. Και γιατί δε βεβαίωναν ότι το παιδί μάλλον θα πεθάνει, δεν ξέρουμε. Οι γονείς την ίδια στιγμή έφυγαν λάθρα, εξαφανίστηκαν κι έκτοτε κανείς. Δεν ξέρει που είναι τα ίχνη τους. Οι μικροί μεταφέρθηκαν στη μεθπέδων και παρέμεινε εκεί τεσσερά μισή χρόνια. Έδρεπε την αμέριστη αγάπη του προσωπικού, η αλήθεια είναι. Φύλακα σαν αγγελός στη κυρία Εύα Σιμίνε, η προεσταμένη του τμήματος, που είχε μετατρέψει το γραφείο της σε δωμάτιο της Μαρίας. Μια κούνια, μια βαλίτσα με ρούχα, ήταν όλη της υπρήκα. Ρωτούσα τους συναδέλφους μου, καλά τι θα γίνει με αυτό το παιδί ρε παιδιά, τι μέλη γενέστε, ποιος έχει την ευθύνη, τι θα γίνει. Οι εισαγγελέας μου έλεγαν, το παιδί έπρεπε να μεταφερθεί στο Ίδρυμα Μητέρα, δεν έγινε. Κανείς δεν είχε αναλάβει την ευθύνη από την Κρήτη να το μεταφέρει στην Αθήνα, οπότε και παρέμεινε εδώ. Ένα, λοιπόν, παιδί αμέα μεγαλώνει στο νοσοκομείο χωρίς οικογένεια, χωρίς αδέρφια, χωρίς γονείς. Και το κακό είναι ότι κανείς δεν το αναζητά. Και κάπου εκεί, προς το τέλος του Ιούλιου το 2013, και ενώ η ΜΕΦ παιδών έχει ανακαινιστεί, η χωροταξική δομή της Μονάδος δεν επιτρέπει την παραμονή της Μαρίας. Έτσι ήταν το όνομά της. Έτσι είναι το όνομά της, μάλλον, γιατί το αεροβάφτησαν, καταλαβαίνετε για ποιον λόγο. Δεν της την επιτρέπει. Οπότε, έχει τεθεί στο τραπέζι η μεταφορά της σε άλλη δομή. Πού? Γίνονται πολλές συζητήσεις. Εκείνη τη διαβολική μέρα, που έτυχε να είμαι βάρδια κι εγώ, μάλλον είχε πάρθει η οριστική απόφαση η Μαρία να μεταφερθεί στην Πόπια. Ένα ίδρυμα που φιλοξενεί παιδιά με ειδικές ανάγκες. Μέγαλος καημός, μεγάλο κλάμα. Εγώ δεν συμμετείχα στη συζήτηση, γιατί δεν με αφορούσε. Όμως, άκουγα, ρε παιδί μου, τη λέξη ίδρυμα, ορφανοτροφείο, ο ίδρυμα, και άρχισαν να ξυπνάνε διάφορες μνήμες μέσα μου. Μαρτυρίες παιδιών από την Κυματέρ, από ορφανοτροφία, από ιδρύματα, από φυλακές, για βιασμούς. Φαντάζομαι όλοι θα το έχουμε γνωρίσει, για κακοποίηση. Και δεν ξέρω ποια από εσάς έχουν δει αυτό το καταραμένο, το σλίπερ. Έτσι, με έχει στιθιώσει και ακόμα με καταδιώκει. Δεν το έχω ξεπεράσει ακόμα. Και καλά, ρε παιδί μου, να εκδικηθείς όπως το έκανε οι πρωταγωνιστές. Η Μαρία ούτε μιλούσε, ούτε περπατούσε. Αν κάτι τύχαινε σε αυτό το παιδί, ποιος θα το μάθαινε, πώς θα το έλεγε, πώς θα το ξέφραζε, ποιος θα την υπερασπιζόταν. Άλλη σκέψη. Είμαστε καλοζωησμένοι, έχουμε το σπίτι μας, περνάμε καλά, δεχόμαστε τους φίλους μας, τις οικογένειές μας, ετοιμάζουμε τα αιδέσματά μας για να υποδεχτούμε τους φίλους μας, τις γιορτές, τις καθημερινές. Τα πολυτελή μας σερβίτσια και να μας περισσέψει λίγο χρόνος, ε, κάνουμε και καμιά υπερβολή, δεν χαλάσει ο κόσμος. Και από την άλλη σκέψης, φρίκης εικόνες, παιδιών εγκαταλελειμμένων, εικόνες που στοιχιώνουν καθημερινά τις περισσότερες φορές, μένουμε άπραγοι. Παιδιά ξεχασμένα, εγκαταλελειμμένα και αφημένα στους παιδιών μας. Παιδιά ξεχασμένα, εγκαταλελειμμένα και αφημένα στη μοίρα τους, που δεν μπορούν να ονειρευτούν, που τους δώθηκε ευκαιρία να γεννηθούν, αλλά όχι να ζήσουν. Που δίνουν και την ευκαιρία να ζήσουν σαν εγγεμένα. Η σκέψη γλυκένει κάπως όταν φέρνουν τις φίλες μου στη θύμησή μου. Πέρασε με πάρα πολλά μαζί. Φαντάζομαι όλοι θα έχετε γίνει φοιτητές, έχετε περάσει αυτές τις διαδικασίες, να ονειρεύεστε έναν κόσμο καλύτερο, να γινόμαστε δίκαστοι στο αδίκου και να έχουμε ένα στόχο την Ιθάκη μας, έτσι δεν είναι. Μαζί τους πέρασαν ονειρεμένα χρόνια. Πέρασαμε κυκλόπες, λεστριγόνες, δεν γίναμε φίλες με την Κύρκη. Η χαρά, οι φίλοι μου, έλεγε, παραδείγματος χάρη, όπου υπάρχουν παιδιά λέει ζώα και λουλούδια, υπάρχει και ζωή και η ανίφαντα και τις απ' εντούς άλλοι φίλοι αυτοί. Ναι, όπου είναι παιδιά δεν υπάρχει Θεός και τα πιστεύαμε τώρα όλα αυτά εμείς. Αύριο τι θα τους έλεγα. Άλλο κομμάτι της σκέψης μου, η οικογένειά μου, η μήτρα της κληρονομιάς μου, γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, άνθρωποι σκληροτράχηλοι όπως και η κυρία Ελευθερία, ναι καταγόμαστε από ένα σκληροτράχηλο μέρος, αλλά έξαν τις πέτρες και άνθισαν. Πολέμησαν, προσπάθησαν, μοιράστηκαν. Μοιράστηκαν πάρα πολλά πράγματα, έδωσαν. Καλή στοφα ανθρώπων, μεταξωτή άνθρωποι τους λέει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, δεν ξέρω ποια από σας το έχουν διαβάσει αυτό αλλά με συγκίνησε. Όμως, ένα πράγμα μας είπαν, αγαπημένη οικογένεια, καλοί φίλοι, όλο το βάρο σε χρυσό. Είμαστε ευερκετημένοι άνθρωποι με τον άνδρα μου. Είμαστε σύγχρονοι και συχταλλοδρόμοι, ακολουθήσαμε το ίδιο μοτίβο, αποκτήσαμε καλούς φίλους, καλούς συντέγνους, πήραμε πάρα πολλά πράγματα, έχουμε πάρει πάρα πολλά πράγματα, είμαστε ευερκετημένοι, είμαστε ευλογημένοι άνθρωποι. Απλά αυτό που είπαν και προλαλήσατε, κύριοι, όταν παίρνεις πρέπει να δώσεις κιόλας. Το ισοζυγείο πρέπει να είναι κάπου στο μηδέν, για να υπάρχει ισορροπία και αρμονία. Δεκαπέντε δεπτερόλεπτα διήρυκαν όλα αυτά που σας έχω πει τώρα. Έχω πάρει τον άνδρα μου τηλέφωνο και του λέω, ναι, μου λέει, πάρ' το, να το πάρουμε, δεν το συζητάω. Καλά, δεν θες να το συζητήσουμε, ήθελα κουβέντα κι εγώ. Όχι, μου λέει, έχω δουλειά. Κλείσαι. Έτσι, ξαφνιάστηκα. Έχει αυτήν την τρελή σοφία πάντα, ρε παιδί μου, να παίρνει λογικές αποφάσεις όταν εγώ είμαι έτσι σε δύσκολη θέση. Απλά αυτό που δεν γνωρίζω και το λέω απόψε, που τον ακάπου εκεί είναι κρυμμένος, είναι ότι είναι ο καπετάν Μιχάλης του Καζαντζάκιου. Σε ευχαριστώ, Δημήτρη, πραγματικά σε ευχαριστώ. Αντί, λοιπόν, τα ευχαριστώ σε αυτό, ναι. Αντί να βαράμε, λοιπόν, το κεφάλι μας στον τοίχο και να λέμε πού βρισκόμαστε, πού πάμε, τι κάνουμε, με μιας όλη αυτή η ενέργεια, έγινε ήλιο, έγινε αερόστουτο και απογειωθήκαμε, απλά σε έναν ύφωρο που δεν ξέραμε να μας οδηγήσει. Απλά η λέξη τροπή, τελειωμανία, κυρία, η λέξη τροπή, τελειωμανία και επίκριση εξαφανίστηκαν από την ψυχή μου, πραγματικά, γιατί είμαι από μια οικογένεια, είμαστε και οι δυο πολύ συντηρητικοί. Είπαμε με τον άνδρα μου το εξής, θα προσφέρουμε μια ποιότητα ζωής σε αυτό το παιδί και μια αξιοπρεπή διαβίωση, όμια με τον παιδιό μας, όχι κάτι περισσότερο, όχι κάτι λιγότερο. Οι άνθρωποι που μας αγαπάνε και είναι δίπλα μας και στα παιδιά μας, εάν δεν αγαπήσουν αυτό το παιδί, γεια σας. Όσο αντέξει, όσο διαρκέσει, θα το παλέψουμε, εντάξει, αξιοπρεπώς. Η Μαρία έχει περιορισμένο προσδόκιμα επιβίωσης, περίπτω να σας πω, οπότε, ό,τι κι αν συμβεί, του λέω, δεν θα το ακουμπήσουμε, η λέξη λύπη και πένθος για μένα θα είναι λύτρωση. Για μένα θάνατος θα ήταν να περάσει από μπροστά μας αυτό το παιδί, το συγκεκριμένο παιδί, που το είχα πάει σπίτι δυο-τρεις φορές και να κλείσω τα μάτια. Δεν θα μπορούσα να το αντέξω. Και άρχισαν τα θαύματα σιγά-σιγά. Το λάθος της φύσης έγινε θαύμα της φύσης. Πραγματικά πιστέψτε με, η κάμπια, αυτό το κακάσιμο παιδί, άρχισε να γίνεται πεταλούδα. Έχει επιμονή, υπομονή με θεοτικότητα, πίσμα, διότι είχε ένα σημαντικό αντίπαλο να αντιμετωπίσει την ταχύτητά της μικρότερης κόρης μου, της Ελλήνας. Η μία έκανε τη μαμά, η άλλη έκανε την κούκλα. Και οι ρόλοι ανταλλάσσονταν. Δεν άφησε το χρόνο να περνάει ανεκμετάλευτος, ήθελε να τον κερδίσει απλά. Η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται τώρα και πέντε χρόνια. Έχει γίνει σχεδόν ένα φυσιολογικό παιδί. Έμαθε να ζωγραφίζει, να τρώει, να πίνει, να ντύνεται, να αυτοεξυπηρετείται. Κάθε πρωί παραδείγματος χαρεί, σηκώνεται, πάρα πολύ χαρούμενη, μου λέει μαμά φεύγω, γεια σας. Βλέπετε πίσω μια φωτογραφία. Χρειάστηκαν έξι χρόνια, 4.200 ώρες, 700.000 κλικ φωτογραφιών, για να γίνει αυτή η φωτογραφία η πιο αρμονική λείψη της Αλκιώνας, για τη λείψη τροφή της. Έπιαν διόνα αυτό μου, να κάνουν τέτοια χιλιάδες κλικ στη Μάρια. Με ό,τι πράγμα κι αν καταπιανόταν αυτό το παιδί, έλεγα δεν θα τα καταφέρει. Και όμως διακπερέωνε οτιδήποτε με αυτό το αποτέλεσμα, με την τέλεια κίνηση, αοκνά, αγόγγιστα, πισματικά, υπομονετικά, πιθαρχημένα, χωρίς να παρατείτε. Ακόμα αναρωτιέμαι πόση δυναμική μπορεί να κρύβει αυτό το μικρό κορμί, αυτός ο μικρός εγκέφαλος που περιτριγυρίζεται, που περικυκλώνεται μάλλον από ένα πάρα πολύ μικρό σκοπικό κεφάλι. Πραγματικά, ακόμα το αναρωτιέμαι, για να επικοινωνήσω μαζί με το Μαριό, έπρεπε να γίνω ένα μαζί της, να συνδεθώ συναισθηματικά μαζί της. Εγώ λοιπόν έπρεπε να κάνω αγώνα δρόμου και να ανέβω, να φτάσω στην συναισθηματική νοημοσύνη της, να διαβάσω την ψυχή της, να διαβάσω τα μάτια της, να διαβάσω το στόμα της. Δεν έπρεπε απλά να ακούω. Αυτό το παιδί, την κατάλληλη στιγμή, άρχισε να βγάζει κάποιες απλές λέξεις, που εμένα μου έλειπαν από την καθημερινότητά μου. Μαμά, σ' αγαπώ. Μαμά, γεια σου. Μαμά, ήρθες. Μαμά, είσαι σπουδαία. Μαμά, κοίτα, τα κατάφερα. Αυτές λοιπόν οι λέξεις εμένα μου έθυσαν τα αυτιά. Δεν ήμουνα συνηθισμένη, πιστέψτε με. Δηλαδή, είμαστε λίγο συνηθισμένοι, κάνε αυτό, κάνε εκείνο, γρήγορα, τελειώνε. Ήρθαν λοιπόν και έθεσαν αρμονικά στα αυτιά μου και εθίστηκα με αυτό το συνέστημα. Έπρεπε να διανύσω μισό αιώνα ζωής περίπου, για να κατανοήσω την τεράστια διαφορά ενός παιδιού με ειδικές ικανότητες και ενός βλάκα, κινός ηλίθιου. Στην πρώτη περίπτωση κατανοήσα, το εμπέδωσα αυτό, ότι τα περιθώρια βελτίωσης είναι τεράστια. Το να ασχοληθείς με τον άλλον είναι χάση μου χρόνου. Τίποτα δεν χαρίστηκε σε αυτό το παιδί, πραγματικά πιστέψτε με. Τα κρατέκτησε όλα μόνη της γιατί απλά το πόθησε. Αγάπησε τη ζωή, νίκησε το θάνατο. Αξιοποίησε οποιαδήποτε ευκαιρία της δόθηκε. Βλέπεις γύρω της, οτιδήποτε κι αν με καταπιαστεί διανθίζεται και μου επενθυμίζει ένα πράγμα. Τα σπουδαία πράγματα έρχονται σε αυτούς που επιδιώκουν τους στόχους τους και τα όνειρά τους. Πιστέψτε με την αντέγραψα, τις προάλλες δηλαδή, τότε που συμπληρωνόταν τα δύο χρόνια να τελειώσει το μεταπτυχή ακόμα, όλα τα προγνωστικά έδειχναν ότι θα πηγαίνει στο δεύτερο εξάμινο. Μάλλον παράτησε ακόμα ένα εξάμινο. Λέω δεν θα το αφήσω, πρέπει να ορκισθώ τώρα. Κάνε το όπως το μαριό έλεγα στον εαυτό μου. Μια μισή μήνα περίπου δήρκε σε αυτή η προσπάθεια. 16 Ιουλίου παρέδεσα τη διπλωματική μου εργασία, 18 Ιουλίου ορκιζόμουνα. Της το αφιερώνω λοιπόν. Και θα μου πεις ρε παιδί μου, τόσο χάλια ήσουν σαν άνθρωπος. Ναι, τόσο χάλια ήμουν σαν άνθρωπος. Αναθεώρησα πάρα πολλά πράγματα, επαναπροσδιορίστηκα ως άνθρωπος. Αν σκεφτούμε την αθλιότητα που υπάρχει γύρω μας, ειδικά τόσες παιδικές ψυχές να υποφέρουν, δικηλωτρόπως και το επιτρέπουμε. Ε, τότε άδικα μιλάμε για σύγχρονο πολιτισμό, έτσι. Παραμένουμε σύγχρονοι χωμοερέκτους, με ηθικό και ψυχικό κορεσμό, ανταγωνιστική διάθεση και σαρκοφάγα. Το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι να λυχθούμε επαγγελματικά, να γίνουμε καλύτεροι, να ανταγωνιστούμε τον άλλον, να έχουμε τόσα και να θέλουμε περισσότερα, να προσπαθούμε να αναδειχτούμε εμείς, να αποδομίσουμε τον άλλον. Ο πολιτισμός μας. Συνειδητοποίησα και αντιλήφθηκα ότι η αγάπη ανθίζει με τη μορφή που της αξίζει σε αυτούς που πραγματικά την έχουν ανάγκη. Το περιθώριο μπορεί να κρύβει μικρούς θεούς και μεγάλους διαβόλους. Λίγο από την ψυχή μας αν δώσουμε, θεωρώ ότι θα φύγουμε υφωλιμένοι και οι δύο. Αυτοί εκεί στο περιθώριο είναι οπτικοί αντίποδοι εμάς. Μην το ξεχνάμε. Το πάθος καταλεί κάθε βίωνη ή δυσσίωνη πρόβλεψη. Συνειδητοποίησα ότι εδώ δεν αφουκραστείς. Με την ψυχή και τα μάτια δεν υπάρχει περίπτωση να ακούσεις μόνο με ταυτιά. Να αγαπάς την ευθύνη, λέει, να λες, εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος. Είναι το μόνο που λέω στα παιδιά μου, το μόνο που με έχει απομήλει να τα συμβουλεύσω και να τους δώσω. Και καθώς ερχόμουν, συνειδητοποίησα ότι η χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα έχει αρχίσει και επικνώνει με κάτι λαμβιόνια που υπάρχουν στους δρόμους. Και δεν με πείραξε καθόλου. Πιστέψτε με, στο παρελθόν ευρύαζα πάρα πάρα πολύ με όλη αυτή την λαμπερότητα των φώτων. Γιατί οι γιορτές έχουν διαφορετική υπόσταση μέσα μου. Σκοτώθηκαν οι προκαταλήψεις μου, η υπεροψία μου, η ειρωνική μου διάθεση. Οι ερηνίες μου λίγο καταλάγιασαν. Ο αρχιδιάβολος μέσα μου έγινε κυτίδα της ελευθερίας μου, της γαλήνης μου, της δημιουργικότητάς μου. Ο μικρός παραδεισσός μου, όσος και σας φαίνεται περίεργο και έχω την αίσθηση ότι άργησα λίγο, γιατί απλά δεύτερη λέει η ζωή δεν έχει. Έτσι μας έχει πει ο Ιλίτης. Και πέρασαν λέει αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Κάπως έτσι τελειώνουν τα παραμύθια. Το δικό μας παραμύθι συνεχίζεται ακόμα. Ποιο θα είναι το τέλος δεν το ξέρω να σας το πω. Όμως συνεχίζονται τα πολλά κλικ των φωτογραφιών σε αυτό το παιδί. Και νιώθω πάρα πολύ έτσι ήρεμη που έδωσα ένα ρόλο πρωταγωνιστικό σε ένα παιδί του περιθωρίου, ένα κουμπάρσο του περιθωρίου. Και πραγματικά η ταινία εξελίστηκε πάρα πολύ ωραία, αλήθεια σας το λέω. Και νιώθω επειδή μου αρέσει και λίγο η πίση γραμμώνω την ευκαιρία να λέω κάνα τραγούδι εκεί πέρα στα παιδιά προσποιούμενοι ότι είμαι λίγο και ο δημιουργός του τραγουδιού. Οπότε κάθομαι και τους λέω ρε παιδί μου ότι είμαστε λέει ακόμα ζωντανοί στη σκηνή σαν ροξυγκρότημα. Και αν μας αντέξει το σκηνή θα φανεί δικό σας ε. |